.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΑΤΑΝΑΛΙΣΚΕΤΑΙ ΣΕ ΕΡΓΑ ΜΙΚΡΑΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΗ ΣΕ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΗΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΠΟΛΛΑΚΙΣ ΥΠΟΣΤΑΘΜΗΣ

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» Οκτωβριο- Νοέμβριο 1958 , φ. 209- 210
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ


«Δεύτερον τοῦ ἔτους σύνοδος γινέσθω τῶν ἐπισκόπων καὶ ἀνακρινέτωσαν ἀλλήλως τὰ δόγματα τῆς εὐσεβείας, καὶ τὰς ἐμπιπτούσας ἐκκλησιαστικὰς ἀντιλογίας διαλυέτωσαν˙ ἄπαξ μὲν τῆ τετάρτη ἑβδομάδι τῆς Πεντηκοστῆς, δεύτερον δέ, Ὑπερβερεταίου (Ὀκτωβρίου) δωδεκάτη»
(ΛΖ΄ Κανὼν Ἁγ. Ἀποστόλων, πρβλ. καὶ Ε΄ Καν. Οἰκουμ. Συνόδου, Μ΄ Λαοδικείας καὶ ΣΤ΄, τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου)

Ἐκκλησιαστικὰ

Συμφώνως πρὸς τοὺς Ἱ. Κανόνας ἡ Ἐκκλησία μιᾶς Ὀρθοδόξου χώρας πρέπει νὰ διοικῆται ὑπὸ τῆς Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία ὑποχρεοῦται νὰ συνέρχεται δὶς τοῦ ἔτους (ἀρχὰς τοῦ ἔαρος καὶ ἀρχὰς τοῦ Φθινοπώρου). Ἡ συνέλευσις αὕτη τῆς Ἱεραρχίας εἰς τὴν ὁποίαν, ὡς προεἴπομεν, ἐλάμβανον μέρος καὶ πρεσβύτεροι καὶ διάκονοι καὶ μοναχοὶ ἐκθέτοντες τὰς γνώμας των, ἀπετέλει τὴν ΒΟΥΛΗΝ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐν αὐτῆ ἐγίνετο ΕΛΕΓΧΟΣ καὶ πᾶσα παρεκτροπῆ ἐκ τῆς κανονικῆς γραμμῆς διωρθώνετο καὶ ὅλη ἡ Ἐκκλησία παρουσίαζε θαυμασίαν ἐνότητα εἰς τὴν δογματικὴν καὶ ἠθικὴν διδασκαλίαν καὶ εἰς τὴν δημοσίαν λατρείαν. Καὶ ὁ Πέτρος τις ἀπόστολος ἐὰν ἧτο καὶ ἐκ τοῦ ἐλέγχου ἀπεδεικνύετο ὅτι ἐσφαλμένη ἧτο μία σκέψις καὶ ἐνέργεια αὐτοῦ, δὲν ἐπέμενεν, ἀλλʼ ἀνεγνώριζε τὸ λάθος καὶ ὑπετάσσετο εἰς τὴν κοινὴν ἀπόφασιν (Ἴδε Γαλ. 2, 11-16, Πρβλ. Πράξ. 15, 10).

Ἀλλὰ σήμερον τὸ κανονικὸν τοῦτο σύστημα τῆς διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας κατηργήθη καὶ ἀντʼ αὐτοῦ ἐπεισήχθη ἕτερος τρόπος διοικήσεως˙ μία ὀλιγομελὴς Σύνοδος Ἱεραρχῶν διοικεῖ τὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Νὰ κρίνωμεν ἡμεῖς τὸν τρόπον τοῦτον τῆς διοικήσεως; Ἀλλʼ «ἐκ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται» (Ματθ. 12, 33), εἶπεν ὁ Θεάνθρωπος Ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἐκ τῶν ἐνεργειῶν, λοιπόν, καὶ ἀποτελεσμάτων τῆς ὀλιγομελοῦς Συνόδου, ἡ ὁποία ἐπὶ μίαν καὶ πλέον ἑκατονταετίαν διοικεῖ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, δυνάμεθα νὰ ἐξαγάγωμεν τὰ συμπεράσματα. Ποῖοι οἱ καρποὶ τοῦ συστήματος τούτου τῆς διοικήσεως; Ἰδοὺ ἐνώπιόν μας οἱ εὐγενέστεροι τῶν καρπῶν, οἱ δύο τόμοι τῶν συνοδικῶν ἐγκυκλίων, τὰς ὁποίας ἐσχάτως ἐξέδωκε τὸ τυπογραφεῖον τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας. Ἐν τοῖς τόμοις τούτοις ἀναδημοσιεύωνται ὅλαι αἱ ἐγκύκλιοι μιᾶς ὁλοκλήρου πεντηκονταετηρίδος (1901-1955), τῆς τελευταίας πεντηκονταετηρίδος, καθʼ ἥν σεισμικῆς φύσεως γεγονότα ἔλαβον χώραν ἔν τε τῆ ἀνθρωπότητι καὶ τῆ ἡμετέρα Πατρίδι καὶ ὡς ἐκ τούτου θὰ ἔπρεπεν εἰς τὰ ἐπίσημα ταῦτα ἔγγραφα νὰ φαίνεται ὁ παλμὸς μιᾶς ἀγωνιώσης Ἐκκλησίας. Καὶ ὅμως, ἐὰν ἀφαιρεθοῦν ὀλίγα τῶν συνοδικῶν ἐγγράφων, ποὺ ἤξιζε νʼ ἀναδημοσιευθοῦν, ὅλα τʼ ἄλλα εἰς τὸ περιεχόμενόν των θυμίζουν μηχανὴν ἐκ τῆς ὁποίας ὅλον ἄχυρον ἐκτινάσσεται, ἐλάχιστος δὲ σῖτος συλλέγεται. Νεκρῶν συνόδων νεκρὰ τὰ γεννήματα. Ἀλλὰ διατὶ ἡμεῖς νὰ προτρέχωμεν εἰς τὰς κρίσεις μας; Ἄς ἀφήσωμεν Ἱεράρχας ἐπὶ τοῦ θέματος τοῦτου νὰ ὁμιλήσουν. Ἕνας ἐκ τῶν πλέον δραστηρίων Ἱεραρχῶν ποὺ ἐχρημάτισε πρόεδρος τοιοῦτων ὀλιγομελῶν συνόδων, ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Γερμανὸς Καλλιγᾶς,μὲ τὴν γλῶσσαν τῆς ώμῆς ἀληθείας κατὰ τὴν ἔναρξιν τῆς ΜΑ΄ συνοδικῆς περιόδου ἠκούσθη νὰ λέγη τὰ ἐξῆς ἀληθῶς βαρυσήμαντα: «Ὡς μὴ ὤφελε, τὸ ἱερὸν τοῦτο σωματεῖον (ἡ Ἱ. Σύνοδος) τὸν προορισμὸν οὕτω ἀμελῆσαν, συνέρχεται μὲν τακτικῶς, ἀλλὰ τὶ πράττει; Κατατρίβει, ὡς τοὐλάχιστον ἡμεῖς γινώσκομεν, χρόνον πολύτιμον εἰς ἔργα καὶ μικροῦ λόγου ἄξια, εἰς προαγωγὴν ἀνθρώπων τῆς τελευταίας πολλάκις ὑποστάθμης, ἀναβιβάζουσα τούτους εἰς τὸ ὕψιστον τῆς ἱερωσύνης ἀξίωμα, ἐκ ψευδῶν καὶ ἀνειλικρινῶν ἐξαπατωμένη συστάσεων. Καὶ ἐν γένει καταναλίσκει στιγμὰς πολυτίμους εἰς ἔργα ἀφορῶντα μᾶλλον ἀλλότρια συμφέροντα ἤ τὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῶ ἡ σύνοδος ἔχει καθῆκον νὰ μεριμνήση ὑπὲρ τῶν ὑπὸ παντοίων ἐχθρῶν προσβαλλομένων βάσεων τῆς πίστεως˙ ἐνῶ ἔχει καθῆκον νὰ περιφρουρήση αὐτὰς τὰς ὑπὸ ἀντιξόων ἀνέμων διασαλευομένας ἀρχὰς τῆς θρησκείας, κατατρίβει, λέγομεν, χρόνον πολύτιμον, τούτω μὲν χαριζομένη, περὶ ἐκείνου δὲ ἀδιαφοροῦσα. Ἐν γένει δὲ τὴν ἑαυτῆς ἀποστολὴν παραγνωρίζουσα καὶ τῆς ἀκριβοῦς ἐκπληρώσεως τῶν ἑαυτῆς καθηκόντων παραμελοῦσα, λόγον πάντως δώσει τῶ φοβερῶ Κριτῆ» (Ἴδε περιοδικὸν «Ἀγάπη» Ἀθῆναι 31 Όκτωβρίου 1893 ἀριθμ. φύλλ. 44).

Καὶ δὲν εἶνε μόνον ὁ Γερμανὸς Καλλιγᾶς, ὅστις διὰ τοῦ βαρυσημάντου λόγου του κατεδίκασε τὸ ὀλέθριον σύστημα τῆς ὀλιγομελοῦς Συνόδου, ἀλλὰ καὶ ὁ μακαρίτης Αρχιεπίσκοπος Αθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ὡς ἀρχιμανδρίτης καὶ διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου Σχολῆς ἔγραφεν ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου πρὸς φίλον του ἀρχιερέα τῆς Βορείου Ἑλλάδος τὰ ἐξῆς: «Ἀντὶ τῆς νῦν διοικήσεως θὰ ἔπρεπε νὰ συνήρχοντο ἅπαξ ἤ δὶς τοῦ ἔτους κατὰ τὰς κανονικὰς διατάξεις οἱ Μητροπολῖται ἀποτελοῦντες Σύνοδον καὶ τὰ γενικὰ τῆς Ἐκκλησίας ζητήματα ἐξετάζοντες. Τοιοῦτον σύστημα θὰ ἐζωογόνει ἀληθῶς τὸ διοικητικὸν σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἠδύνατο νὰ συντελέση εἰς τὴν πραγματικὴν αὐτῆς ἀναγέννησιν, εἰς ἀνάπτυξιν καὶ ἀκμὴν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ κινήσεως» (Ἴδε Μητροπολίτου Μαρωνείας Μελισσηνοῦ, Μελέται, Ἀθήναι 1918, σελὶς 122). Ὑπὲρ τῆς ἰδέας αὐτῆς ἐκηρύχθη καὶ ὁ μακαρίτης ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Μελέτιος, ὅστις ἐν τῶ ἱστορικῶ πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδον ὑπομνήματί του καταφέρεται λαύρως κατὰ τῆς διʼ ὁλιγομελοῦς Συνόδου διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας γράφων: «Ὁ ἐπείσακτος οὗτος εἰς τὸν Ὀρθόδοξον ὀργανισμὸν διοικητικὸς τύπος εἶνε ἡ πρώτη καὶ κυρία αἰτία τῆς νεκρώσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου» (Ἴδε Ὑπόμνημα, Ἀθήναι 1920, σελ. 37).

Τέλος ἀναφέρομεν τὴν γνώμην τοῦ μεγάλου ἐκείνου Ἱεράρχου, τοῦ Ἐθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου, ὅστις εἰς τεῦχος ὑπὸ τὸν τίτλον «Ἐκκλησιαστικὸν πρόγραμμα» ἐκδοθὲν τῶ 1918 ἐν Κων)πόλει ἐκάκιζε τὸν ἀντικανονικὸν τρόπον διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας διʼ ὁλιγομελῶν Συνόδων καὶ θερμῶς συνηγόρει ὑπὲρ ἐπανόδου εἰς τὸν κανονικὸν καὶ δημοκρατικὸν τρόπον τῆς Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας. «Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία – ἔγραφεν – ἀπὸ τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων μέχρι τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅτε περιεστάλη ἡ θεολογικὴ καὶ δογματική, καθὼς καὶ ἡ κανονικὴ καὶ πνευματικὴ διαμόρφωσις, ὥρισε διʼ ἐπανειλημμένων διατάξεων καὶ κανόνων, ὅπως σύνοδοι πάντων τῶν ἐπισκόπων συγκαλούμενοι ἅπαξ ἤ δὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ κανονίζωσι τὰ ἐγειρόμενα θεολογικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα. Κατὰ τὴν ἐξέλιξίν της ὅμως ἡ διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας ἀπομακρυνθεῖσα τοῦ δημοκρατικοῦ τούτου συστήματος περιῆλθεν εἰς τὴν ἀπολυταρχίαν τῆς δωδεκαμελοῦς Ἱ. Συνόδου, διαρκῶς ἐνδημούσης καὶ συγκροτουμένης κατὰ διάφορα κατὰ περιόδους ἄστοχα συστήματα ἀπὸ τοῦ γεροντισμοῦ μέχρι τοῦ ἀριστίνδην».

Ἔχομεν ἀντικανονικὸν σύστημα διοικήσεως ἐν τῆ Ἐπισήμω Ἐκκλησία ἐπιβληθὲν ὑπὸ τῆς ἑτεροδόξου ἀντιβασιλείας τοῦ ἀνηλίκου βασιλέως Ὄθωνος, φωνάζει καὶ ὁ νῦν Μητροπολίτης Χίου κ. Παντελεήμων (Ἴδε τὸ Κανονικὸν σύστημα καὶ Διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1955, σελ. 18). Τὸ δὲ σύστημα τοῦτο κατὰ τὰς ἡμέρας ἡμῶν παρουσιάζει ὅλην τὴν ἀθλιότητά του. Διότι λόγω τοῦ μεταθετοῦ τῶν ἐπισκόπων οἱ συνοδικοὶ οἱ ἔχοντες μικρὰς ἐπισκοπάς, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἀγωνίζονται ὁμηρικοὺς ἀγῶνας διὰ νὰ καταλάβουν μεγαλυτέρας καὶ πλουσιωτέρας μητροπόλεις. Κατὰ τὴν μακαρίαν τῆ λήξει τελευταίαν Ἱερὰν Σύνοδον ὁ εύσεβὴς Ἑλληνικὸς λαὸς εἶδε θλιβερὸν θέαμα˙ τέσσαρες ἐκ τῶν συνοδικῶν, ἐνῶ εἰσῆλθον εἰς τὴν τροχιὰν τῆς Συνόδου ὡς ἐπίσκοποι μεγάλων μητροπόλεων. Ἐρωτώμεν εὐλαβῶς: Ἐὰν δὲν ἧσαν συνοδικοὶ θὰ ἐλάμβανον οὗτοι τὰς μεγάλας ἕδρας; Ὑπῆρξαν οἱ «τυχεροὶ» κατὰ τὴν ἔκφρασιν μητροπολίτου, διότι συνέπεσε κατὰ τὴν θητείαν αὐτῶν ὡς συνοδικῶν νὰ κενωθοῦν οἱ μεγάλοι θρόνοι, διὰ τοὺς ὁποίους προώρισαν τοὺς ἑαυτούς των, ἵνα εὕρη ἐν αὐτοῖς πλήρη ἐφαρμογὴν τὸ Γραφικὸν ἐκεῖνο ρήμα Ἑβραίους 5, 4-11.

Τὸ ὀλέθριον τοῦτο σύστημα διοικήσεως ὅπερ μεταξὺ τῶν ἄλλων θλιβερῶν συνεπειῶν κρατεῖ, παρὰ σαφῆ κανονικὴν διάταξιν, (ΙΣΤ΄τῆς Α-Β Συνόδου), ἐπὶ ἕν ὁλόκληρον ἔτος δώδεκα ἀρχιερεῖς μακρὰν τῶν ποιμνίων των, ἐν τῆ συνειδήσει τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας τέκνων ἔχει πλέον χρεωκοπήσει. Ὑπῆρξε δυστυχῶς ἡ γέφυρα, διʼ ἧς ἀτομικὰ καὶ μόνον συμφέροντα, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἐξυπηρετήθησαν, καὶ ὄχι τὸ γενικὸν ἐκκλησιαστικὸν συμφέρον, κατὰ τὴν ἐπίσημον καταγγελίαν τῶν ἁρμοδίων. Ἕκαστος ἀρχιερεὺς ἐρχόμενος συνοδικὸς φροντίζει πῶς ἐπὶ τῆς συνοδικῆς θητείας του νὰ προαγάγη τοὺς ἰδικούς του καὶ μόνον, νὰ καρπωθῆ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερα ὀφέλη καὶ νὰ ἀπέλθη εἰς τὴν ἐπαρχίαν του. Ἐπʼ αὐτοῦ σώζεται καυστικὴ ἐπιστολὴ τοῦ ἀειμνήστου Κασσανδρείας Εἰρηναίου, θρηνοῦντος διὰ τὰ ἔργα καὶ τὰς ἡμέρας τῶν ἐν Ἀθήναις παρεπιδημούντων συνοδικῶν. Διὸ καὶ Μητροπολῖται γνωρίζοντες καλῶς τὴν ἀθλιότητα τοῦ συστήματος τούτου διοικήσεως τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησίας δὲν ἐδέχοντο νὰ ἔλθουν εἰς Ἀθήνας ὡς συνοδικοί, ἀλλὰ παρέμενον εἰς τὰς ἐπαρχίας των, ὡς ὁ ἀείμνηστος Μυθήμνης Διονύσιος. Καιρὸς πλέον νὰ καταργηθῆ τὸ ἀντικανονικὸν τοῦτο σύστημα καὶ νὰ ἐπανέλθωμεν εἰς τὴν ἀρχαίαν τάξιν, εἰς τὰς συνελεύσεις ὅλης τῆς Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία δὶς τοῦ ἔτους συνερχομένη ἐν τῶ οἴκω τῆς Ἀδελφότητος τῆς Ἱεραρχίας νὰ ἐπαναλαμβάνεται τῆς λύσεως προβλημάτων ποὺ ἀνακύπτουν ἐν τῆ καθημερινῆ ζωῆ τῆς Ἐκκλησίας.