.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Ποιός εἶπε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι, καί μάλιστα οἱ νέοι, ἔπαυσαν νά συγκινοῦνται ἀπό τά διαχρονικά πρότυπα ἀρετῆς; 
Εἰς κάθε ἐποχήν, καί μάλιστα ὅταν ἐμφανίζωνται οἱ «ἐκπτώσεις» εἰς τήν ἀρετήν καί τήν ἀνδρείαν, τόσον καί περισσότερον ἡ ἀνθρωπότης συγκινεῖται καί μαγνητίζεται ἀπό αὐτά τά πρόσωπα πού πάντοτε ὑπάρχουν μέσα εἰς τήν κοινωνίαν.
Ἄς σταθοῦμε ὅμως ἐνώπιον δύο ἐκ διαμέτρου ἀντιθέτων χαρακτήρων, τῶν ὁποίων ὁ διάλογος εἶναι ἄκρως ἀποκαλυπτικός. 
Τόν παραθέτομε εἰς ἐλευθέραν μετάφρασιν.*

- Μόδεστος: Πῶς εἶπες; Δέν φοβᾶσαι τήν ἐξουσίαν;
- Βασίλειος: Μήπως καί γίνῃ τί; Τί τάχα θά πάθω;
- Μόδεστος: Καί ρωτᾶς τί θά πάθῃς; Ἕνα ἀπό τά πολλά πού μπορῶ νά σοῦ κάμω.
- Βασίλειος: Σάν πιά νἆναι αὐτά; Δέν μοῦ τά λές;
- Μόδεστος: Νά σοῦ δημεύσω τήν περιουσίαν σου, νά σέ ἐξορίσω, νά σέ βασανίσω, νά σέ θανατώσω.
- Βασίλειος: Ἄν ἔχῃς τίποτε ἄλλο, πές το· γιατί ἀπ᾽ αὐτά τίποτε δέν μέ πιάνει.

Ἀρνεῖται λοιπόν κανείς πώς μετά ἀπό τήν σκηνήν αὐτήν, τήν ὁποίαν ἔχει καταγράψει ἡ ἱστορία, ὅτι τό ἠθικόν μας ἀναπτεροῦται; 
Ἀρνεῖται ἄνθρωπος, ὅτι αὐτή ἡ πραγματικότης ἀποδεικνύει πώς οἱ ποιμένες, ὅταν διαθέτουν Χάριν Θεοῦ καί ἀνδρείαν, στέκονται ὀλύμπιοι ἐνώπιον ἐπῃρμένων ἀρχόντων καί βράχοι ἀκλόνητοι, ἐπάνω εἰς τούς ὁποίους θραύονται οἱ μηδενιστικές θεωρίες;
Πόσον περισσότερον ὅμως, κατά μείζονα λόγον, ἐλέγχει κάποια πρόσωπα ἡ ἔκπληξις τοῦ Μοδέστου καί ἡ ἑξῆς δοθεῖσα εἰς τήν συνέχειαν ἀπάντησίς του:
«Οὐδείς ἕως τώρα ἐμίλησε μέ τέτοια τόλμην εἰς ἐμένα τόν Μόδεστον». 
Καί ἀκολουθεῖ τό ράπισμα τοῦ Μ. Βασιλείου πρός τόν Μόδεστον καί πρός κάθε Μόδεστον, ἀλλά καί πρός κάθε ἕναν πού ἐξέπεσε εἰς τό κατάντημα τοῦ συμβιβασμοῦ καί τῆς προδοσίας: 
«Φαίνεται, πώς δέν συνήντησες ἕως τώρα Ἐπίσκοπον. Διότι, ἄν συναντοῦσες, μέ αὐτήν τήν τόλμην θά σοῦ ὡμιλοῦσε, ἀγωνιζόμενος ὑπέρ τῆς ἀληθείας»!

Ὁ δέ Μόδεστος, μετά ἀπό αὐτό, μετέφερε τά ἑξῆς εἰς τόν ἀποστείλαντα αὐτόν Οὐάλεντα περί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: 
«Κρείττων ἀπειλῶν ὁ ἀνήρ, λόγων στερρότερος, πειθοῦς ἰσχυρότερος».

Αὐτός εἶναι ὁ Μέγας Βασίλειος, Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας καί οἰκουμενικός διδάσκαλος.
Καί τότε μέν, οὕτως ἐλάλησεν ὁ Ἅγιος. Ἀλλά καί σήμερον ἕνας πικρός ἀπόηχος παραμένει ἀπό τόν λόγον τοῦ Οὐρανοφάντορος: «Φαίνεται πώς ἕως τώρα οὐδέποτε συνήντησες ἐπίσκοπον»...


* Διάλογος πού ἔλαβε χώραν μεταξύ τοῦ Ἐπάρχου Μοδέστου καί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

ΧΡΙΣΤΟΫΦΑΝΤΟΣ