Ρίγη συγκινήσεως καί δέος καταλαμβάνει τούς πιστούς εἰς τήν ἀναφώνησιν τοῦ λειτουργοῦ: «Στῶμεν καλῶς· στῶμεν μετά φόβου...». Ὁ οὐρανός ἔχει ἤδη «κατέβη» εἰς τόν ναόν καί ἐντός ὀλίγου, ἐνώπιον τοῦ λατρευτικοῦ σώματος, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, θύτης καί θῦμα , θά προσφερθῇ πρός κοινωνίαν τῶν πιστῶν.
Ὅλοι οἱ πιστοί καλούμεθα νά ἐπιδεικνύωμε προσοχήν καί νά καλλιεργοῦμε τήν συνείδησιν τῆς θεϊκῆς παρουσίας ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Θυσιαστηρίου. Ἡ Θεία Λειτουργία καί ἡ κοινωνία τοῦ Θεοῦ διά τόν πιστόν συνεχίζονται καί ἀφοῦ τελειώσῃ ἡ εὐλογημένη μας λατρεία.
Συνεχίζεται, πρέπει νά συνεχίζεται μυστικῶς εἰς τήν καθημερινότητα καί εἰς θυσιαστήριον πνευματικόν πρέπει νά λειτουργῇ αὕτη ἡ ὕπαρξίς μας. Τελεσιουργοῦμε, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, καί εἰς τόν βωμόν τῆς καρδίας μας, μέ ὅλην τήν θέλησίν μας, ἀλλά καί μέ ἱερόν ἐνθουσιασμόν καλούμεθα νά σφαγιάσωμε ὁ,τιδήποτε εἶναι δυνατόν νά προσβάλλῃ τήν ἀγάπην Τοῦ «ὡς ἐσφαγμένου ἀρνίου», καί νά ἀποξενώσῃ ἐμᾶς τούς ἰδίους τῆς ἀκτίστου Χάριτος καί τοῦ θείου Φωτός πού ἐλάβαμε διά τῆς Θείας Κοινωνίας.
Ἡ λειτουργική προτροπή «στῶμεν καλῶς...» θά πρέπῃ νά ἀντηχῇ κάθε φορά μέσα εἰς τήν συνείδησίν μας. Κάθε φορά, ὅταν ὁ ἐχθρός σκύβῃ μέσα εἰς τά ὦτα τῆς καρδίας καί ἐπαναλαμβάνῃ ἐκεῖνα τά ἀπαίσια λόγια διά τῶν ὁποίων ἐξεγέλασε τούς προπάτορές μας. Ἡ ἱερά αὐτή ἐντολή, δίκην ἀσπίδος καί θώρακος νοητοῦ, θά πρέπῃ νά μᾶς προφυλάσσῃ, ὅταν βλέπωμε ὅτι τό περιβάλλον μας παίζει ρόλον πειραστοῦ, ἤ ὅταν ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας προσπαθῇ νά βρῇ κάποιαν ἀφορμήν ὥστε νά μᾶς προδώσῃ. Ἀλλά ἡ εὐλογημένη αὐτή προτροπή θά πρέπῃ νά ἀκούεται καί ἀπό τόν κάθε ὑπεύθυνον, εἰς οἱανδήποτε θέσιν καί ἄν εὑρίσκεται μέσα εἰς τήν κοινωνίαν, καί ἰδίως εἰς τόν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν, δηλαδή τό πνεῦμα τῆς πλάνης θά προσπαθῇ, ὑπούλῳ τῷ τρόπῳ καί μέ ἐκ δεξιῶν κτυπήματα, νά μᾶς κάνῃ νά πιστεύσωμε πώς ἡ Ἐκκλησία, πού κατευθύνεται ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σφάλλει καί ἐκτρέπεται.
Εἰς ὅλας αὐτάς τάς περιπτώσεις, μέ ἅγιον θυμόν, ἄς ἀπαντοῦμε τό «ὕπαγε ὀπίσω μου», προσθέτοντας καί τήν λειτουργικήν φράσιν «στῶμεν καλῶς...». Τότε, πράγματι, ἡ Θεία Λειτουργία μας θά συντελῆται ἀκαταπαύστως, εἰς τόν νοῦν, εἰς τήν καρδίαν, εἰς ὅλην τήν ὕπαρξίν μας καί ἐμεῖς, διά τῆς σταθερότητος τῆς πίστεως, θά ἀπολαμβάνωμε τήν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ «τήν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν».