.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἡ ἀκλόνητη πίστη

Εἶναι πάρα πολὺ ἐντυπωσιακὸ τὸ περιστατικὸ τῆς «ξηρανθεί­σης συκῆς» (βλ. Μάρκ. ια΄ [11] 12-24). Ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητές Του πήγαιναν ἀπὸ τὴ Βηθανία στὰ Ἱεροσόλυμα. Σὲ κάποιο σημεῖο τῆς διαδρομῆς εἶδαν μία συκιά, καὶ ὁ Κύριος τὴν πλησί­ασε μὲ τὴν προσδοκία ὅτι θὰ ἔβρισκε λίγα σύκα. Ἀλλὰ δὲν βρῆκε παρὰ μόνο φύλλα. Βεβαίως δὲν ἦ­­­ταν ἀ­­­κόμη ἡ ἐποχὴ ποὺ ὡριμάζουν τὰ σύκα, ἀλλʼ ἡ συγκεκριμένη συκιὰ δὲν εἶχε οὔτε κὰν ἄγουρα σύκα. Εἶχε μόνο φύλλα. Ὁ Κύριος, γιὰ νὰ διδάξει τοὺς μαθητές Του ποιὰ θὰ εἶναι ἡ τύχη κάθε ἀνθρώπου ἀκάρπου σὰν τὴ συκιά, ἀπευθύνθηκε πρὸς αὐτὴν καὶ τῆς εἶπε: «Μηκέτι ἐκ σοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μηδεὶς καρπὸν φάγοι» (στίχ. 14)· νὰ μὴ φάει πλέον κανένας καρ­πὸ ἀπὸ σένα.
Ἀκριβῶς ἀπὸ τὸ ἴδιο σημεῖο τοῦ δρόμου πέρασαν καὶ τὴν ἑπόμενη μέρα. Ὁ Πέτρος μὲ ἔκπληξη παρατήρησε ὅτι ἡ συκιὰ εἶχε τελείως ξεραθεῖ. «Ραββί, ἴδε ἡ συκῆ ἣν κατηράσω ἐξήρανται», εἶπε στὸν Κύριο. Διδάσκαλε, ἡ συκιὰ ποὺ καταράστηκες, ξεράθηκε (στίχ. 21). Τότε ὁ Κύριος ἀπευθύνθηκε σὲ ὅλους τοὺς μαθητές Του καὶ τοὺς εἶπε: «Ἔχετε πίστιν Θεοῦ». Νὰ ἔχετε θερμὴ πίστη στὸ Θεό, χωρὶς δισταγμοὺς καὶ ἀμφιταλαντεύσεις. Ὅποιος ἀποκτήσει τέτοια ἀταλάντευτη πίστη, ἂν πεῖ στὸ βουνὸ αὐτό· «σήκω καὶ πέσε στὴ θάλασσα», ὄχι γιὰ νὰ κάνει ἐπίδειξη θαυματουργικῆς ­δυνάμεως, ἀλλὰ γιὰ σοβαρὴ ἀνάγκη, καὶ δὲν αἰσθανθεῖ δισταγμὸ καὶ ἀμφιβολία μέσα στὴν καρδιά του, ἀλλὰ πιστέψει ὅτι ἐκεῖνα ποὺ λέει γίνονται μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, θὰ τοῦ γίνει αὐτὸ ποὺ θὰ ζητήσει (στίχ. 22-23). 

Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου μας «ἔχετε πίστιν Θεοῦ» μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε ὅτι δὲν ­φθάνει ἁπλῶς νὰ παραδεχόμαστε τὴν ὕπαρξη τοῦ Θε­οῦ. Τέτοια πίστη ἔχουν καὶ τὰ δαιμόνια. Ἀλλὰ νὰ ἔχουμε ἀκλόνητη πεποίθηση στὴν ἄ­­­πειρη δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἐμπιστοσύνη στὴν κραταιὰ προστασία Του.
Ποιὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα αὐτῆς τῆς πίστεως;
Πρωτίστως δὲν ἔχει δισταγμοὺς καὶ ἀμφιταλαντεύσεις. Ὁ πατέρας τοῦ σεληνιαζόμενου νέου πῆγε στὸ Χριστὸ νὰ Τὸν παρακαλέσει γιὰ τὸ ἄρρωστο παιδί του ἀμφιταλαντευόμενος. Καὶ πίστευε καὶ δὲν πίστευε. Ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε: Νὰ ἐξετάσεις ἂν ἐσὺ μπορεῖς νὰ πιστέψεις καλύτερα. Δὲν ἤθελε νὰ θαυματουργεῖ, ὅπου ὑπῆρχε ταλαντευόμενη πίστη. Ζητοῦσε νὰ ὑπάρχει ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι «ἃ λέγει γίνεται» (στίχ. 23). 
Πόσο ἀκλόνητη καὶ ἀταλάντευτη ἦ­­­ταν ἡ πίστη τῆς «αἱμορροούσας» γυναίκας! «Ἔλεγεν ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι»! (Μάρκ. ε΄ 28). Ἔλεγε ἀπὸ μέσα της ὅτι καὶ μόνο νὰ ἀγγίξω τὰ ἐνδύματά Του θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ­ἀσθένειά μου. Πόσο ἀταλάντευτη ἦταν ἡ ­πίστη τοῦ Ἑκατοντάρχου! Πίστευε ὅτι ὁ Χριστὸς μποροῦσε κι ἀπὸ μακριὰ νὰ θεραπεύσει τὸν δοῦλο του μʼ ἕνα λόγο Του (βλ. Ματθ. η΄ 8). Πόσο μεγάλη ἦταν ἡ πίστη τῆς Χαναναίας! Δὲν ἀπογοητεύθηκε ἀπὸ τὴν ἁλυσίδα τῶν δυσκολιῶν ποὺ συνάντησε, ἀλλὰ παρακαλοῦσε μὲ πίστη τὸν Κύριο νὰ θεραπεύσει τὴν ἄρρωστη θυγατέρα της. Τόσο ποὺ ὁ Χριστὸς τῆς ἔπλεξε ἐγκώμιο γιὰ τὴ μεγάλη πίστη της: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!», τῆς εἶπε (Ματθ. ιε΄ [15] 28).
Γνώρισμα δηλαδὴ αὐτῆς τῆς ­πίστεως εἶναι ἡ ἀκλόνητη πεποίθησή μας στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐμπιστοσύνη μας στὴν κραταιὰ προστασία Του. Ἂν ἐνισχύσουμε τὴν πίστη μας στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, «πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι» (Μάρκ. θ΄ 23). Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς ὅλα μποροῦμε νὰ τὰ κάνουμε. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ», ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Φιλιπ. δ΄ 13).
Ἡ μετακίνηση βουνοῦ μὲ τὴν πίστη εἶναι μεγάλο θαῦμα. Γιὰ τὸν Θεὸ ὅμως περισσότερο ἀξίζει τὸ νὰ νικήσουμε τὰ πάθη μας, νὰ ἐξομαλύνουμε τὸ χέρσο χωράφι τῆς ψυχῆς μας, παρὰ νὰ μετακινήσουμε ὄρος. Ἡ ἠθικὴ νεκρανάσταση («οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη» [Λουκ. ιε΄ [15] 32]) εἶναι οὐσιαστικὸ θαῦμα, περισσότερο ἐπαινετό. Αὐτὸ τὸ θαῦμα, μό­­νο ἂν ἔχουμε «πίστιν Θεοῦ», μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε χειροπιαστὸ στὴ ζωή μας! 
Πολλοὶ ἀνησυχοῦν γιὰ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε ὡς ἔθνος. Ἂν πιστεύουμε ὅμως στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἔθνος μας θὰ τὸ προστατεύσει ὁ Κύριος.
Ἄλλοι νομίζουν ὅτι τὸ κακὸ πῆρε ἐκ­ρηκτικὲς διαστάσεις, ὅτι δὲν ­ἐλέγχεται πλέον ἡ κατάσταση. Ὅμως τὴν ­ἱστορία τοῦ κόσμου δὲν τὴν κατευθύνουν οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, ἀλλʼ Αὐτὸς ποὺ «ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. ς΄ 2).
Ὅσο ὀργανωμένοι κι ἂν εἶναι αὐτοὶ ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία, δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ νικήσουν. Αὐτὸ νὰ τὸ ­πιστεύουμε βαθιά. Νὰ ἔχουμε «πίστιν Θε­οῦ».
Τέλος, καὶ στὴν προσωπική μας ζωὴ νὰ μὴν πτοούμαστε, ὅσο πελώρια κι ἂν ὑψώνονται τὰ κύματα τῶν δυσκολιῶν ἐναντίον μας. Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ θὰ νικήσουμε. Ἂν ἔχουμε «πίστιν Θεοῦ», θὰ βλέπουμε χειροπιαστὴ τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν προσωπική μας ζωὴ καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους μας καὶ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”