.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

"Στήριξον τα διαβήματά μου εν ταις οδοίς Σου, διά να μη σαλευθώσιν οι πόδες μου." (Ψαλμός ιζ΄ 5)

Μια γυναίκα είδε ένα όνειρο. 
Βρισκόταν, λέει, ανάμεσα σ’ ένα πλήθος χαρούμενων νέων πάνω σ’ έναν καταπράσινο λόφο. 
Μπροστά της ξεκινούσε ένα στενό, ανώμαλο μονοπάτι, που πιο πέρα γινόταν χαράδρα. 
Όλο ανηφόριζε κι ήταν στρωμένο με μεγάλες, μυτερές πέτρες και άγρια αγκάθια. 
Μια φωνή την πρόσταξε: 
«Αυτός είναι ο δρόμος της ζωής σου. Περπάτησέ τον!» 
Αυτή φοβήθηκε, μαζεύτηκε και αρνήθηκε. 
«Ανθρώπινο πόδι δεν μπορεί να πατήσει σ’ αυτό το δρόμο χωρίς να ματώσει. Δεν έχω τη δύναμη να σκαρφαλώσω. Θα ματώσω, θα λιποθυμήσω, θα πεθάνω». 
Η φωνή συνέχισε: «Αυτό το μονοπάτι φτιάχτηκε για σένα. Προχώρησε». 
Η γυναίκα ξεκίνησε. 
Δυο βήματα πιο κάτω άρχιζαν τα’ αγκάθια και οι πέτρες. 
Μα ξαφνικά, μόλις σήκωσε το πόδι της, ένα παιδί, σαν άγγελος, βρέθηκε μπροστά της και καθάρισε τόσο τόπο, ώστε να χωράει ακριβώς μια πατημασιά. 
Η γυναίκα πάτησε το πόδι της και το παιδί καθάρισε άλλη μια πατημασιά. 
Έτσι συνέχισε το δρόμο της. 
Σαν γύρισε το κεφάλι της για να δει πόσο είχε προχωρήσει, εκεί, στην αρχή του μονοπατιού, στεκόταν ο Κύριος κι έδειχνε στο παιδάκι με το δάχτυλο πού ακριβώς να κάνει τόπο για το πόδι της. 
Αυτό το όνειρο κυριάρχησε στη σκέψη της σ’ όλη της τη ζωή και ανακούφισε κάθε πικρή της στιγμή... 
Η ζωή του Χριστού φαίνεται δύσκολη, ο διάβολος την παρουσιάζει ακατόρθωτη. 
Μα είναι ο Χριστός, που με την αναγέννηση που μας χαρίζει, την κάνει μπορετή και όμορφη. 
Ο δρόμος Του είναι στενός, μα δεν είμαστε μόνοι. 
Εκείνος στηρίζει το κάθε μας βήμα. 
Κύριέ μου, μάθε με να μην κοιτάζω τις δυσκολίες και τις δοκιμασίες, μα να κοιτάζω στα μάτια Εσένα με πίστη κι έτσι να παίρνω δύναμη και να προχωρώ με θάρρος και χαρά για την Ουράνια Πατρίδα.