.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Οἱ ἁμαρτίες μας καί ἡ ἀχαριστία μας ἀπέναντι στόν Θεό

Σταχυολόγηση καί διασκευή κειμένου ἀπό τά “Πνευματικά Γυμνάσματα” 
τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Ἄς σκεφτοῦμε, ἀγαπητοί, τό μεγάλο καί φοβερό ἀριθμό τῶν ἁμαρτημάτων μας,ἀπό τά ὁποῖα ἕνα μικρό μέρος θυμόμαστε καί τό μεγαλύτερο τό ξεχάσαμε. Γιά νάμπορέσουμε νά θυμηθοῦμε κάτι ἀπ’ τίς ἁμαρτίες μας, ἔστω καί συγκεχυμένα, ἄςστοχαστοῦμε ὅλους τους τόπους ὅπου μείναμε στή διάρκεια τῆς ζωῆς μας, ὅλεςτίς ὑποθέσεις πού μᾶς ἀπασχόλησαν, ὅλα τ’ ἀξιώματα πού πήραμε, ὅλες τίςἡλικίες μας καί ὅλους τούς ἀνθρώπους πού συναναστραφήκαμε. Τότε μόνο θάδοῦμε πόσο μακριά εἶναι ἡ ἁλυσίδα τῶν ἁμαρτιῶν πού κάναμε...

Τό τέλος τῆς μιᾶς ἁμαρτίας ἦταν ἡ ἀρχή τῆς ἄλλης, μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε δένἀφήσαμε νά περάσει μέρος τῆς περασμένης μας ζωῆς, πού νά μήν τό μολύναμεμέ ἁμαρτίες. Ὅλες μας τίς αἰσθήσεις τίς κάναμε πόρτες, ἀπό τίς ὁποῖες κάθεὥρα μπαίνει ὁ θάνατος στήν ψυχή μας, ὅπως λέει ὁ προφήτης Ἱερεμίας: «Ἀνέβηθάνατος διά τῶν θυρίδων» (9, 21). Ὅλες τίς ἐσωτερικές δυνάμεις τῆς ψυχῆς μαςτίς χρησιμοποιήσαμε σάν ὄργανα τῆς ἁμαρτίας.
Κάναμε ὅλα τά κακά, ἐκτός μόνο ἀπό κεῖνα πού δέν μπορέσαμε ἤ δέν μᾶςδόθηκε ἡ εὐκαιρία νά κάνουμε. Ὅ,τι ὅμως κακό μπορέσαμε, τό κάναμε. Ὅλη τήθέληση πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός γιά νά ἐπιθυμοῦμε τό ἄκρο ἀγαθό, πού εἶναι ὁἼδιος, τή χρησιμοποιήσαμε γιά ν’ ἀγκαλιάσουμε τά σιχαμερά πράγματα τοῦκόσμου. Ἀποστραφήκαμε τόν τέλειο Θεό μέ ἀπίστευτη εὐκολία, μήνὑπολογίζοντας οὔτε τό φυσικό οὔτε τό θεϊκό νόμο. Γι’ αὐτό πρέπει νάὁμολογήσουμε, ἀδελφοί μου, πώς ἡ ψυχή μας μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναιπληγωμένη καί σαπισμένη τόσο, ὅσο ἦταν τό σῶμα τοῦ Ἰώβ βρωμερό καί γεμᾶτοσκουλήκια. Γιατί καί μιά ἁμαρτία ὅταν κυριέψει τόν ἄνθρωπο, ἀξίζει τό θάνατο.Ἄραγε ἐμεῖς πόσες φορές γίναμε ἄξιοι θανάτου, μέ τόσες ἁμαρτίες πού μᾶςκυρίεψαν; Κι ἄν μόνο μιά θανάσιμη ἁμαρτία μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει στόν ἅδη,ἐμεῖς πόσες φορές γκρεμιστήκαμε στόν ἅδη μέ τίς θανάσιμες ἁμαρτίες μας; Μέὅλ’ αὐτά δέν μποροῦμε ν’ ἀρνηθοῦμε, πώς ἡ εὐσπλαχνία πού μᾶς ἔδειξε ὁ Θεόςἦταν ὑπερβολικά μεγάλη, ἐπειδή ὄχι μόνο μᾶς ὑπέμεινε τόσο καιρό φορτωμένους μέ τόσες ἁμαρτίες, ἄλλ’ ἀκόμα μᾶς ἔκανε τόσες καί τόσεςεὐεργεσίες. Μέχρι πότε λοιπόν θά κάνουμε κατάχρηση τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ;Ἄς ὁμολογήσουμε ἐπιτέλους τίς κακίες μας καί ἄς τίς μισήσουμε ὅσο μποροῦμεπερισσότερο. Ἄς ζητήσουμε ταπεινά ἀπό τόν Θεό συγγνώμη γιά τίςἀπειράριθμες πτώσεις μας, κι ἄς ὑποσχεθοῦμε ὅτι δέν θά Τόν παροργίσουμε στόμέλλον μέ τήν ἀναίσχυντη ζωή μας. Τότε Αὐτός θά μᾶς περιφρουρήσει μέ τήχάρη Του, γιά νά μήν πέσουμε πάλι στίς προηγούμενες ἁμαρτίες, ὅπως γράφει ὁ σοφός Σειράχ: «Κύριε, Πάτερ καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, μή ἐγκαταλίπῃς με ἐνβουλῇ αὐτῶν, μή ἀφῇς με πεσεῖν ἐν αὐτοῖς» (23, 1).
Ἄς σκεφτοῦμε ἀκόμα τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐπειδή καθεμιά ἀπ’ αὐτέςεἶναι μεγάλο καί φοβερό κακό.
Ἄς συλλογιστοῦμε τήν ἀχαριστία πού δείξαμε στόν Θεό μέ τίς ἁμαρτίες μας καίτίς εὐεργεσίες μέ τίς ὁποῖες ἀνταποκρίνεται ὁ Θεός στήν ἀχαριστία μας αὐτή.Ἄς βάλουμε καλά στό νοῦ μας τό πλῆθος τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς ἔδωσε ὁ Κύριος, τόσο τῶν κοινῶν ὅσο καί ἐκείνων πού χάρισε προσωπικά στόν καθένα μας. Οἱἄγγελοι μέ θαυμασμό καί ἔκσταση στέκονται μπροστά στίς ταπεινώσεις, τάπάθη καί τό θάνατο τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία μας. Ἄς ἐξετάσουμε στήσυνέχεια πόσο ἀνάξιοι εἴμαστε νά εὐεργετηθοῦμε ἔτσι πλούσια καί ν’ἀγαπηθοῦμε τόσο πολύ ἀπό τόν Θεό. Καί ἄς βγοῦν ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μας λόγια εὐχαριστήρια σάν τοῦ Δαβίδ: «Τίς εἰμι ἐγώ, Κύριε ὁ Θεός, καί τίς ὁ οἶκοςμου, ὅτι ἠγάπησάς με ἕως αἰῶνος;» (Α΄ Παραλ. 17, 16). Καί «τί ἀνταποδώσω τῷΚυρίῳ περί πάντων, ὧν ἀνταπέδωκέ μοι;» (ψαλμ. 115, 3).
Βλέποντας τώρα τόν ἑαυτό μας κυκλωμένο ἀπό τόσες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ὄχιμόνο δέν πρέπει νά θέλουμε πιά τήν ἁμαρτία, μά οὔτε καί τόν παραμικρό λογισμόδέν πρέπει νά ἔχουμε γιά κάτι τέτοιο. Ἄς λέμε πάντοτε ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ πάγκαλοςἸωσήφ: «Καί πῶς ποιήσω τό ρῆμα τό πονηρόν τοῦτο, καί ἁμαρτήσομαι ἐναντίοντοῦ Θεοῦ;» (Γεν. 39, 9). Πῶς εἶναι δυνατό νά παροργίζουμε τό μεγάλο εὐεργέτημας, τόν γλυκύτατο Θεό μας, τό στοργικό πατέρα μας, πού μᾶς προσφέρει τόσες δωρεές; Ὁ Θεός μᾶς δημιούργησε ἀπό τό μηδέν, κι ἐμεῖς Τόν καταφρονοῦμε γιάτό μηδέν! Προτιμᾶμε ἀπό Κεῖνον τό κορμί μας, πού δέν εἶναι τίποτ ἄλλο ἀπό μιάσαπίλα. Ὁ Θεός ἔδωσε τή ζωή Του γιά νά μᾶς δώσει ζωή. Κι ἐμεῖς, ἀντί νά Τοῦδώσουμε τή ζωή μας σταυρώνοντας τά πάθη μας, αὐξάνουμε τίς πληγές Του μέτίς ἁμαρτίες μας, σάν ἐκείνους τούς «ἀνασταυρούντας ἑαυτοῖς τόν υἱόν τοῦΘεοῦ καί παραδειγματίζοντας» (Ἑβρ. 6, 6), πού ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος.
Ὁ Θεός λοιπόν μᾶς ἀγάπησε τόσο πολύ, κι ἐμεῖς, ἀντί γι’ Αὐτόν, ἀγαπήσαμε τήνἡδονή, πού φεύγει σάν τή σκιά. Ὁ Θεός, ὅπως λέει ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, «πολλῶνκινδύνων σέ ἐλύτρωσε· πλανηθέντα πρός τήν ὁδόν ἐπανήγαγεν· ἀγνοοῦντα σέἐδίδαξε· λυπούμενον παρεκάλεσεν· ἀπειρηκότα ἐνίσχυσε· πορευόμενον ὠδήγησεν·ἐρχόμενον ὑπεδέξατο· κοιμώμενον ἐφύλαξε· κράζοντα ἐπήκουσεν» (Εὐχή κα΄ ἤιγ΄). Κι ἐμεῖς γιά ὅλα αὐτά νά Τόν ἀνταμείψουμε μέ τήν ἀνήκουστη ἀχαριστίαμας; Αὐτή ἡ ἀχαριστία, λέει πάλι ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, «ἄνεμος ἐστι ξηραίνωνκαί καίων πᾶν ἀγαθόν καί ἐμφράττων τήν πηγήν τῆς εἰς τόν ἄνθρωπον θείαςεὐσπλαγχνίας» (εὐχή κς΄ ἤ ιη΄).
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν γιά τήν ἀχαριστία μας καί γιά τήν ἀναίδεια πού δείξαμε ὡς τώρα στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Ἄς δουλεύουμε ἀπό δῶ καί πέραμέ τρόμο τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἄς ὁμολογήσουμε πώς εἴμαστε ἄξιοι νά μᾶςκαταπιεῖ ἡ γῆ ζωντανούς καί νά μᾶς πνίξει ἡ θάλασσα στά κύματά της καί νάμᾶς κάψει ὁ ἥλιος μέ τίς ἀκτῖνες του καί νά μᾶς καταφάει ὁ ἅδης μέ τίςκαυστικές φλόγες του. Πλήν ὅμως, ἐπειδή μᾶς δόθηκε ἀπό τήν εὐσπλαχνία τοῦΘεοῦ καιρός γιά μετάνοια, ἄς ἀποφασίσουμε νά ζήσουμε πιά μιά νέα ζωή, καίἄς παρακαλέσουμε ταπεινά τόν Θεό, δίπλα στίς τόσες ἄλλες εὐεργεσίες Του, νάπροσθέσει καί τούτη: Νά λησμονήσει τίς ἀνομίες μας καί μέ τή χάρη Του νάμᾶς σκεπάσει, ὥστε νά μήν ξαναπέσουμε σ’ αὐτές.

(Ἀπό τό βιβλίο «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδειαδημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Ἱερομόναχος Σάββας Αγιορείτης