Στις θείες αποκαλύψεις τών άγίων της Εκκλησίας οι ψυχές τών κεκοιμημένων ανθρώπων εμφανίζονται μέ τή μορφή πού έχουν καί στήν Αγία Γραφή.
Οι αξιωματούχοι τού Ρωμαίου αυτοκράτορα Σέργιος καί Βάκχος μαρτύρησαν γιά την πίστη τους στον Χριστό. Ό Βάκχος ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου. Ό Σέργιος, πού βρισκόταν στη φυλακή, όταν έμαθε γιά τή μαρτυρική τελείωση τού φίλου του, λυπήθηκε πολύ, επειδή δεν πέθανε κι αυτός μαζί του. Παρακαλούσε, λοιπόν, τόν Θεό μέ δάκρυα να τού χαρίσει τό στεφάνι τού μαρτυρίου. Τή νύχτα, ένώ αγρυπνούσε καί προσευχόταν κλαίγοντας, είδε ξαφνικά μπροστά του τόν Βάκχο κυκλωμένο από ουράνιο φώς. Τό πρόσωπό του ήταν σάν πρόσωπο Αγγέλου. Φορούσε μια λαμπρή στρατιωτική στολή. Παρηγόρησε καί ενίσχυσε τόν Σέργιο, αναγγέλλοντας του ότι πολύ σύντομα θα τελείωνε τόν μαρτυρικό του αγώνα καί θα έπαιρνε την ουράνια ανταμοιβή από τόν Κύριο Ιησού Χριστό.
Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο είναι τό γεγονός της απελευθερώσεως τού φυλακισμένου οσίου Πέτρου τού Αθωνίτου από τούς άγιους Συμεών τόν Θεοδόχο καί Νικόλαο τόν θαυματουργό. Πρόκειται γιά περίπτωση όμοια μ’ εκείνην της απελευθερώσεως τού Αποστόλου Πέτρου από άγγελο τού Θεού. Στη διήγηση, πού παρατίθεται στη συνέχεια, παρουσιάζεται μέ ξεχωριστή ενέργεια ή κατάσταση τών ψυχών τών κεκοιμημένων καί μάλιστα τών άγιων.
Ό όσιος Πέτρος ό Αθωνίτης, πού έζησε τόν 9ο αιώνα, ήταν πρώτα αρχιστράτηγος τού ρωμαϊκού στρατού. Πολλές φορές είχε συλλογιστεί να γίνει μοναχός —τό είχε, μάλιστα, τάξει στον Θεό— άλλά, απορροφημένος από τίς εγκόσμιες μέριμνες, άνέβαλλε πάντοτε να εκπληρώσει τόν λογισμό καί τό τάμα του.
Την εποχή εκείνη οι μουσουλμάνοι Αγαρηνοί εισέβαλαν στη μεγάλη Συρία καί άρχισαν να λεηλατούν τά μέρη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ό αυτοκράτορας έστειλε εναντίον τους στράτευμα υπό τή διοίκηση τού Πέτρου, τό όποιο όμως νικήθηκε. Οι βάρβαροι συνέλαβαν πολλούς αιχμαλώτους, ανάμεσα τους καί τόν αρχιστράτηγο, πού τόν οδήγησαν αλυσοδεμένο στήν οχυρή πόλη τους Σαμάρα, στίς όχθες τού Ευφράτη, καί τον έριξαν σε μια σκοτεινή φυλακή. Εκεί ό Πέτρος αναρωτιόταν ποιά να ήταν, άραγε, ή αιτία της συμφοράς πού τόν είχε βρει. Δεν άργησε να αντιληφτεί ότι με παραχώρηση τού Θεού είχε ηττηθεί καί αιχμαλωτιστεί από τούς Αγαρηνούς, επειδή δεν είχε εκπληρώσει τό τάμα του.
Άρχισε, λοιπόν, μέ δάκρυα να προσεύχεται στον Κύριο, παρακαλώντας Τον να τόν ελευθερώσει μέ τίς πρεσβείες τού άγιου Νικολάου, τού θαυματουργού ιεράρχη, τόν οποίο ιδιαίτερα τιμούσε καί ευλαβούνταν. Γιά μία εβδομάδα δεν γεύθηκε τροφή ό φυλακισμένος αρχιστράτηγος.
Νηστεύοντας καί αγρυπνώντας, θρηνώντας καί διαβεβαιώνοντας τόν Θεό ότι, αν έβρισκε την έλευθερία του, θα άφηνε αμέσως τόν κόσμο καί θα αφιερωνόταν σ’ Εκείνον, ζητούσε ακατάπαυστα τό έλεος Του. Ό άγιος Νικόλαος, πού τόν επισκέφτηκε δύο φορές στον ύπνο του, τόν παρηγόρησε καί τόν εγκαρδίωσε. Όταν εμφανίστηκε μπροστά του καί τρίτη φορά, καί μάλιστα όχι στον ύπνο του τώρα άλλά στον ξύπνιο του, είχε μαζί του καί τόν άγιο Συμεών τόν Θεοδόχο. Ό άγιος Συμεών, ολόλαμπρος καί ακτινοβόλος, φορούσε τή λινή στολή των ιερέων της Παλαιάς Διαθήκης καί κρατούσε στο χέρι του χρυσό ραβδί. Φόβος κυρίεψε τόν Πέτρο, μόλις είδε τούς δύο άγιους.
— Εσύ είσαι πού ζητάς από τόν αδελφό μου Νικόλαο να σε ελευθερώσει από τά δεσμά καί τή φυλακή; τόν ρώτησε ό άγιος Συμεών.
— Ναι, άγιε τού Θεού, ψέλλισε μέ δυσκολία ό Πέτρος.
— Αν ελευθερωθείς, θα εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου να γίνεις μοναχός καί να ζήσεις τόν υπόλοιπο χρόνο τού επίγειου βίου σου μέ αρετή; τόν ξαναρώτησε ό άγιος.
— Θα την εκπληρώσω, μέ τή βοήθεια του Θεού, κύριέ μου,απάντησε ό Πέτρος.
— Τότε βγες από εδώ ανεμπόδιστα καί πήγαινε όπου θέλεις.
Ό Πέτρος τού έδειξε τά πόδια του, πού ήταν αλυσοδεμένα. Ό άγιος άγγιξε τίς αλυσίδες μέ τό χρυσό ραβδί του, κι αυτές αμέσως έλιωσαν, όπως λιώνει τό κερί από τή φωτιά. Ό Πέτρος σηκώθηκε καί, προχωρώντας, διαπίστωσε πώς ή φυλακή ήταν ανοιχτή. Πρώτος βγήκε ό άγιος Συμεών. Ό Πέτρος τόν άκολούθησε μαζί μέ τόν άγιο Νικόλαο. Βαδίζοντας, βρέθηκαν έξω από την πόλη. Τότε ό Πέτρος συλλογίστηκε:
— Μήπως βλέπω όνειρο;
Ό δίκαιος Συμεών, διαβάζοντας τή σκέψη του, αποκρίθηκε:
— Δεν βλέπεις όνειρο, Πέτρο! Κοίτα πού βρίσκεσαι καί ποιόν ακλουθείς! Είναι ξεκάθαρο —ό Θεός σε ελέησε καί σε ελευθέρωσε από τή φυλακή!
“Έπειτα, αφού είπε στον άγιο Νικόλαο να έχει πάντοτε τόν Πέτρο υπό την προστασία του, έγινε άφαντος. Ό Πέτρος συνέχισε την πορεία του, άκολουθώντας τόν άγιο Νικόλαο. Σε μια στιγμή ό ιεράρχης τόν ρώτησε αν είχε πάρει μαζί του τρόφιμα γιά τόν δρόμο.
— Τρόφιμα; απόρησε ό Πέτρος. Πώς να πάρω, δέσποτα, αφού δεν είχα τίποτα;
Λίγο πιο πέρα είδαν έναν κήπο γεμάτο καρποφόρα δένδρα.
— Μπες σ’ αυτόν τόν κήπο, είπε ό άγιος στον Πέτρο. Θα συναντήσεις έναν άνθρωπο, πού θα σού δώσει άφθονα φρούτα καί λαχανικά. Πάρε τα καί έλα πάλι εδώ, γιά να συνεχίσουμε τόν δρόμο μας.
Αφού ό Πέτρος έκανε ότι τόν πρόσταξε ό άγιος, τόν άκολούθησε καί πάλι. Σύντομα έφτασαν στα σύνορα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Εκεί ό ιεράρχης στάθηκε καί είπε στον Πέτρο:
— Αδελφέ, είσαι πια στην πατρίδα σου καί μπορείς να εκπληρώσεις τό τάμα σου. Κάνε το χωρίς καθυστέρηση, γιά να μη βρεθείς πάλι στη φυλακή της Σαμάρα.
Καί λέγοντας αυτά ό άγιος, έγινε άφαντος.
Εξαφανίστηκαν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΡΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΟΝ ΑΔΗ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.