.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

"Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο"

"Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο", ένα βιβλίο "για τους τολμηρούς που επιλέγουν να μην κλείσουν τα μάτια"...

Υπάρχει ένα Μυστικό.

Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ακαδημαϊκούς θεολόγους του 20ού αιώνα, ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, δήλωσε: «Αν η Ορθοδοξία ήταν αυτή που διδάσκουν τα νεοελληνικά εγχειρίδια, εγώ σήμερα θα ήμουν άθεος».

Μίλησε έτσι επειδή γνώριζε το Μυστικό.

Γύρω στο 1860, ο σαμουράι Τακούμα Σαβάμπε εισήλθε στο δωμάτιο του ορθόδοξου ιεραποστόλου π. Νικολάου Κασάτκιν, με το σπαθί στο χέρι και με πρόθεση να τον θανατώσει. Ο νεαρός ιερέας εκείνη την ώρα διάβαζε την Αγία Γραφή. Του είπε: «Θα δεχτώ τον θάνατο, αν προηγουμένως μου επιτρέψεις να σου εξηγήσω ό,τι διαβάζω αυτή τη στιγμή». Το αποτέλεσμα ήταν ο Τακούμα Σαβάμπε να γίνει ο πρώτος Ιάπωνας ορθόδοξος ιερέας και να υπερασπιστεί την Ορθοδοξίαν συλληφθείς και ανακρινόμενος από το καθεστώς της πατρίδας του.

Λίγα χρόνια νωρίτερα, στη Ρωσία, ένας εξόριστος συνωμότης αναχωρούσε για τη Σιβηρία. Μια γριά πλησίασε και του χάρισε μια Καινή Διαθήκη. Εκείνος τη δέχτηκε ευγενικά και, όντας άθεος, τη θεώρησε κατάλληλη για να κόβει κάθε μέρα και μια σελίδα, να ρίχνει μέσα καπνό και να στρίβει τσιγάρο.

Κάπνισε έτσι ολόκληρο το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, το κατά Μάρκον και τα πρώτα κεφάλαια του κατά Λουκάν. Μια μέρα όμως σκέφτηκε να διαβάσει το περιεχόμενο της σελίδας που κρατούσε στο χέρι του, πριν την καπνίσει. Το αποτέλεσμα ήταν να γράψει κάποτε: «Αν κάποιος μου αποδείκνυε πως η αλήθεια είναι μακριά απ’ τον Χριστό, θα προτιμούσα να είμαι με τον Χριστό παρά με την αλήθεια».

Το όνομα αυτού του εξόριστου, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.

Αυτοί και πολλοί άλλοι, μέχρι και τις ημέρες μας, μεταστράφηκαν στην Ορθοδοξία, επειδή ανακάλυψαν το Μυστικό και μυήθηκαν σ’ αυτό. Αυτό το Μυστικό τεκμηριώνει την ύπαρξη και την ταυτότητα του Θεού τόσο έγκυρα, όσο και οποιαδήποτε άλλη επιστημονική γνώση σε κάθε τομέα.

Στην πραγματικότητα, δεν είναι Μυστικό – απλώς, ενώ είναι τόσο φανερό, πολλοί φαίνεται να κλείνουν τα μάτια τους, για να μην το δουν.

Αυτό που κρατάτε στα χέρια σας είναι ένα βιβλίο για τους τολμηρούς που επιλέγουν να μην κλείσουν τα μάτια.

Αποσπάσματα

[…] Τα αιτήματα λοιπόν της νεώτερης και σύγχρονης προοδευτικής διανόησης βρίσκονται ήδη στους αγίους Πατέρες της αρχαίας παράδοσης, ως αιτήματα επίσης, όπως παραμένουν και σήμερα, γιατί η ικανοποίησή τους δεν είναι θέμα μόνο πολιτικό και κοινωνικό, αλλά πρώτιστα ασκητικό. Γι’ αυτό και η ορθοδοξία είναι απαραίτητη στη σύγχρονη δύση (όσο κι αν η κυρίαρχη μερίδα της ευρωπαϊκής διανόησης επιδιώκει με ζήλο τον εξοβελισμό της θρησκείας από τη δημόσια ζωή – χωρίς προφανώς να εννοεί τον εξοβελισμό του ήθους των αρχαίων και ορθόδοξων χριστιανών αγίων, το οποίο όμως δεν αναγνωρίζει ως χριστιανικό), επειδή η ορθοδοξία διδάσκει την κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη και όχι την άνωθεν επιβολή πολιτικών και κοινωνικών προγραμμάτων χωρίς προηγούμενη μεταμόρφωση του ανθρώπινου ήθους. 

Το τελευταίο το γνωρίζει ο δυτικός αδελφός μας, γι’ αυτό και δίνεται τέτοιος αγώνας από πρόσωπα και ομάδες για την καλλιέργεια οικολογικής, πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης, και σ’ αυτήν ακριβώς την αγωνία έρχεται να απαντήσει η ορθόδοξη πνευματική κληρονομιά.

Ατυχώς, η δυτική κοινωνία αναζητεί σήμερα νερό στον αρχαίο παγανισμό και στις μυστικιστικές παραδόσεις του ινδουισμού και του βουδισμού (κατάλληλα προβεβλημένες από τουλάχιστον διφορούμενους ομίλους), αγνοώντας τη δική της χριστιανική πνευματική παράδοση, που, ακριβώς επειδή την αγνοεί, δεν την αναγνωρίζει ως δική της. 

Έτσι, βλέπουμε, λόγου χάριν, τη Greenpeace (που ειλικρινά θαυμάζω την αυταπάρνηση των μελών της) να δίνει στο θρυλικό πλοίο της το όνομα «Rainbow Warrior», εμπνευσμένο από μια προφητεία των αυτοχθόνων της Νότιας Αμερικής για τους Πολεμιστές του Ουράνιου Τόξου, που θα κατεβούν να υπερασπιστούν τον κόσμο στους καιρούς της έσχατης διαφθοράς· είναι όμως απίθανο να δούμε μια οικολογική πρωτοβουλία να φέρει π.χ. το όνομα «Παΐσιος ο Αγιορείτης», παρότι ο μεγάλος αυτός και παγκόσμιας ακτινοβολίας σύγχρονος άγιος της Ορθοδοξίας (όπως και πολλοί άλλοι άγιοι της πνευματικής μας παράδοσης) έγινε ένα με τα πλάσματα, έζησε μαζί τους και επικοινώνησε μαζί τους. Δε θα δούμε μια οικολογική πρωτοβουλία με το όνομά του, όχι επειδή ο άγιος «δεν ήταν πολεμιστής», αφού ο πόλεμος κατά των παθών είναι ο δυσκολότερος και σημαντικότερος, αλλά επειδή η δυτική σκέψη, ας το θέσω έτσι, επιστρέφει προς τα πίσω, αντί να κατευθυνθεί προς τα έσχατα. […]

[…] Ας έρθουμε τώρα στο βασικό ζήτημα που μας απασχολεί. Οι ερευνητές της «νευροθεολογίας» αγνοούν εντελώς το πνευματικό βίωμα στον χώρο του αρχαίου και του ορθόδοξου χριστιανισμού. Γνωρίζουν μόνο διάφορες εκδοχές του δυτικού χριστιανισμού, τη γνησιότητα των οποίων απορρίπτουν, αλλά οι οποίες έχουν μελετηθεί και αξιολογηθεί και στον ορθόδοξο χώρο προ πολλού. […] Ωστόσο, η περίπτωση αυτή δεν με αφορά. Στο παρόν σημείωμα θα επιχειρήσουμε να αναφέρουμε εντελώς περιληπτικά κάποια χαρακτηριστικά του ορθόδοξου πνευματικού βιώματος, που φαίνεται να αντιβαίνουν στις ερμηνείες της «νευροθεολογίας».

Παραλείποντας το προφανές, ότι δεν είναι δυνατόν άνθρωποι με τόσο σοβαρές ψυχικές διαταραχές, ώστε να είναι πεπεισμένοι ότι τους επισκέπτονται και συνομιλούν μαζί τους ουράνια πλάσματα, να είναι συγχρόνως και εξαίρετοι μελετητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς και κοινωνικοί αναλυτές διαχρονικής αξίας και αξιόλογοι συγγραφείς και σοφοί αρωγοί και διδάσκαλοι χιλιάδων ανθρώπων κάθε ηλικίας, κοινωνικής τάξης και μορφωτικού επιπέδου, ας επισημάνουμε τα παρακάτω: […]

[…] Στην πραγματικότητα, η θεωρία της εξέλιξης δεν ήταν πλήγμα κατά του χριστιανισμού, αλλά εξελήφθη ως τέτοιο επειδή ο δυτικός επιστημονικός κόσμος, φέροντας τις αγιάτρευτες πληγές του μεσαίωνα, ένιωθε την ανάγκη να τη δει έτσι. Κατά την εύστοχη παρατήρηση του Μπέρναρντ Σω, «Ο Δαρβίνος είχε την τύχη να ικανοποιήσει κάθε ένα που ήθελε να εξυπηρετήσει τους ιδιοτελείς σκοπούς του».

Από ορθόδοξη σκοπιά, το πρόβλημα έχει λυθεί ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν ο μέγας Βασίλειος, ερμηνεύοντας την αρχή της Γένεσης στις περίφημες Ὁμιλίες εἰς τὴν Ἑξαήμερον, με τη βοήθεια όλων των επιστημονικών γνώσεων της εποχής του, είπε: «Οὐ γὰρ ἐλαττοῦται ἡ ἐπὶ τοῖς μεγίστοις ἔκπληξις, ἐπειδὰν ὁ τρόπος καθ᾿ ὃν γίνεταί τι τῶν παραδόξων ἐξευρεθῇ», ήτοι δεν ελαττώνεται ο θαυμασμός μας για τα μεγαλεία της δημιουργίας όταν ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε κάποιο από αυτά. 

Συνεπώς, ο Βασίλειος, γιατρός, μαθηματικός και φιλόσοφος ο ίδιος, ανέμενε την εξεύρεση της φυσικής αιτίας όλων των «παραδόξων» της δημιουργίας, δηλαδή την επιστημονική εξέλιξη όπως την ξέρουμε σήμερα· δεν ανησυχούσε, γιατί η θεολογία και η φιλοσοφία στα χρόνια του –και σε όλους τους ορθόδοξους αγίους όλων των εποχών– ήταν δύο επιστήμες με διαφορετική μεθοδολογία, ενώ η νεώτερη δυτική θεολογία, που μεταφέρθηκε και στην Ελλάδα από τον 19ο αιώνα και μετά, είναι στην πραγματικότητα φιλοσοφία θρησκευτικού ενδιαφέροντος, η δε προτεσταντική θεολογία δεν είναι παρά ένας κλάδος της φιλολογίας. […]

[…] Η πίστη είναι αποτέλεσμα όχι επιχειρημάτων, αλλά «κίνησης της καρδιάς». Πολλοί νομίζουν ότι ο άνθρωπος αυταπατάται πιστεύοντας, για να νιώθει ασφαλής, είτε προστατευόμενος ενός υπέρτατου αγαθού όντος, είτε περιβαλλόμενος από ένα κόσμο μεστό «νοήματος». 

Ως χριστιανός, είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι στην πνευματική μου κληρονομιά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η αποδοχή της διδασκαλίας του Χριστού και των αγίων σε ξεβολεύει.

Είναι μια διδασκαλία που σου ζητάει να συγχωρείς τους εχθρούς σου, να υπομένεις τις αδικίες γυρίζοντας και το άλλο μάγουλο, θεωρούμενος επιπλέον πτωχός τω πνεύματι (θυμηθείτε τον πρίγκιπα Μίσκιν στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι), να παλεύεις διαρκώς με τα συναισθήματά σου (με το αίσθημα του μίσους, της αδικίας, της εγωιστικής ικανοποίησης), για να «θεραπεύσεις τα πάθη σου» και να τα μεταμορφώσεις εν Χριστώ σε δυνάμεις αγάπης. Πρέπει να κάνεις συνεχώς θυσίες – και δεν αναφέρομαι καθόλου σε ένα πουριτανικό χριστιανισμό, που ποινικοποιεί κάθε χαρά της ζωής, αν και είναι αλήθεια ότι πολλές «χαρές της ζωής» είναι σε βάρος του πλησίον και όλες αυτές ο χριστιανός τις καταργεί. 

Όσο βέβαια κάποιος προχωρεί προς τον Θεό, αυξάνει στη ζωή του η χαρά ενός άλλου είδους, που και πάλι δοκιμάζεται από πάσης φύσεως πειρασμούς, έσωθεν και έξωθεν, ακόμη και με την οδύνη της θεοεγκατάλειψης.

Δεν πρόκειται λοιπόν για μια βολική πίστη. Είναι μια πίστη, που όποιος αποφασίσει να την ακολουθήσει βιώνει συνεχώς την οδύνη του συμπάσχειν με όλους τους πάσχοντες συνανθρώπους και με όλα τα πλάσματα της δημιουργίας. Ακόμη και με τα όρνια και τα ερπετά, όπως έλεγε ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ή –ίσως ακόμη δυσκολότερο– με ανθρώπους που η συμπεριφορά τους παραπέμπει σε όρνια και ερπετά· ανθρώπους που η κοινωνία τους απορρίπτει κι όμως εσύ τους αγαπάς, προσεύχεσαι για τη σωτηρία τους, ενίοτε τους παρηγορείς και πάντοτε βιώνεις τις συνέπειες από τον περίγυρο: μοιράζεσαι κατά ένα μέρος την τύχη τους. 

Όχι, δεν πρόκειται για μια βολική πίστη, αλλά για μια πίστη σταυροαναστάσιμη.

Καμιά επιχειρηματολογία δεν είναι αρκετή για να οδηγήσει κάποιον στην αποδοχή μιας τέτοιας πίστης. 

Μόνο αν τολμήσει ν’ ανοίξει την καρδιά του, δηλαδή να επιτρέψει στον εαυτό του να φανταστεί πώς θα ήταν να πίστευε, μπορεί να προκληθεί μια ρωγμή, από την οποία να εισέλθει η θεία χάρη και να τον βοηθήσει να ξεπεράσει τα ποικίλα εμπόδια και να απαντήσει «ναι» στην αόρατη αλλά διαρκή πρόσκληση. Αλλά αυτό το πρώτο βήμα μπορεί να είναι εξαιρετικά οδυνηρό· δε γκρεμίζει μόνο πανίσχυρες βεβαιότητες, αλλά αντιμετωπίζει και τη μήνιδα του εχθρού, που φυσικά δε θέλει ν’ αφήσει τη λεία του στα σωτήρια χέρια του μισητού γι’ αυτόν Θεού – ενός Θεού, που δεν είναι μόνο Πατήρ, αλλά και Υιός, δεν είναι μόνο Θεός, αλλά και άνθρωπος, δεν είναι μόνο παντοδύναμος, αλλά και κουρελιασμένος στον σταυρό, δεν είναι μόνο Θεός πάνω από μας, αλλά και Θεός δίπλα σε μας, καθώς και (στο πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος) Θεός μέσα σε μας. […]