.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

« ...ἔχουν πετάξει πλέον κάθε φύλλο συκῆς καί κάθε ἴχνος προσχήματος...»


Γράφει ὁ Νεκτάριος Δαπέργολας

Ὁ ἕνας προσέβαλε τήν περίλαμπρη ἑορτή τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, προσπαθώντας νά μᾶς ἐξηγήσει μέ ἕνα ἀκόμη ψευτοθεολογικό του (καί δαιμονικά διαστρεβλωτικό) παραλήρημα, γιατί ὀφείλουμε νά φιλᾶμε τίς εἰκόνες, φορώντας τίς…μασκοῦλες μας (μέχρι καί τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο εἶχε τό θράσος να ἐπικαλεστεῖ ὁ εἰκονομάχος θεομπαίχτης)! 

Ὁ ἄλλος καθύβρισε τήν προχτεσινή ἐθνική μας ἐπέτειο καί τά ποτάμια τοῦ ἑλληνικοῦ αἵματος πού χύθηκαν πάνω στά βορειοηπειρώτικα βουνά, τολμώντας νά παραλληλίσει ἐκεῖνο τό μεγαλειῶδες ΟΧΙ, μέ τό ὄχι πού δῆθεν ὀφείλουμε νά ποῦμε στόν τωρινό μεγάλο μας ἐχθρό (δηλαδή τόν…κορωνοιό), κάνοντας το ἐμβόλιο! 

Καί στή μιά καί στήν ἄλλη περίπτωση (ὅπως καί σέ τόσες ἀκόμη πού σχεδόν καθημερινά βλέπουμε), δέν εἶναι πιά ἀπλῶς ξεκάθαρο ὅτι ὁ κατήφορος τῶν πλανεμένων καί βλάσφημων ψευτοποιμένων τοῦ ὀργουελικοῦ ἀνάποδου κόσμου συνεχίζεται (καί μαζί καί τό ἠχηρό τους ξεμπρόστιασμα). 

Εἶναι ἐπίσης προφανές ὅτι ὅλη αὐτή τήν τύφλωση, τήν ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά βγαίνει πιά πρός τά ἔξω μέ τέτοιο (ὅλο καί πιό ἀκραῖο) τρόπο, τόσο ἐκκωφαντικά, μέ τόσο τραγικά σκοτεινούς ἀνθρώπους πού δέν κρατᾶνε πιά οὔτε πισινή καί πού ἔχουν πετάξει πλέον κάθε φύλλο συκῆς καί κάθε ἴχνος προσχήματος, στόν κάθιδρο ἀγώνα δρόμου πού δίνουν γιά τό ποιός θα κουτρουβαλήσει πιό γρήγορα στήν Ἄβυσσο, παρασέρνοντας καί ὅσους περισσότερους μποροῦν μαζί τους. 

Προφανῶς γιατί τά πράγματα πρέπει πλέον νά ξεκαθαρίσουν. 

Ὁ καιρός εἶναι ὄντως κοντά…

«Πᾶνος»