Γι' αὐτό, παρακαλῶ, ἄς γίνουμε καί ἐμεῖς μιμητές αὐτῶν (τῶν Ἁγίων), ζηλεύοντας τίς ἀρετές τους, δηλαδή τήν ἀγάπη στόν Θεό καί τόν πλησίον μας, τήν ταπεινοφροσύνη, τήν πραότητα, τήν ἐγκράτεια, τήν ὑπομονή, τήν προσευχή, τήν ἀκτημοσύνη, τήν ἀκακία, τήν ἀοργησία, τήν ἀμνησικακία, τήν ἀμεριμνησία, τήν ἔλλειψη ὀκνηρίας στίς προσευχές καί σέ κάθε καλό ἔργο, τήν προθυμία τους σέ κάθε κίνδυνο καί περιασμό, τήν ἐπιείκειά τους, τή συμπόνια τους, τήν εὐσπλαχνία τους ὥστε διά μέσου ὄλων αὐτῶν τῶν καλῶν ἔργων νά ἀπολαύσουμε μαζί μ' αὐτούς καί τά αἰώνια ἀγαθά.
Ναί, ἀγαπητοί· ναί, πατέρες καί ἀδελφοί, ἄς μήν ἀμελήσουμε ἄς φροντίσουμε νά ἐλευθερώσουμε τούς ἑαυτούς μας από τά δεσμά τοῦ κόσμου και νά στεφανωθοῦμε ἀπό τόν Σωτήρα μαζί μέ τούς Ἁγίους πού ἀγωνίσθηκαν καλά καί μαζί μ' ἀυτούς πού τώρα ἀγωνίζονται. Ἄς ἀπαρνηθοῦμε λοιπόν ὅλα τά σαρκικά φρονήματα, διότι μᾶς κάνουν ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ· διότι το σαρκικό φρόνημα, λέει, εἶναι ἐχθρικό πρός τόν Θεό· ἐπειδή δέν ὑποτάσσεται στό νόμο τοῦ Θοεῦ (Ρωμ. 8, 7).
Ἄς μισήσουμε τή φιλία μέ τόν κόσμο, διότι καί αὐτή μᾶς κάνει ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θελήσει, λέει, νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ (Ἰάκ. 4,4). Ἄς ρίξουμε μακριά μας τό βάρος τοῦ κόσμου καί ἄς σηκώνουμε τό σταυρό μας καί ἄς ἀκολουθήσουμε τό σταυρό τοῦ Κυρίου. Ἄς μήν ξεστρατίσουμε ἀπό αὐτό τόν καλό δρόμο, στά δεξιά ἤ στά ἀριστερά. Διότι ὁ δρόμος εἶναι ὀ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού λέει· "Ἐγώ εἶμαι ὁ δρόμος καί ἠ ἀλήθεια καί ἡ ζωή" (Ἰωά. 14, 6).
Ἄς βαδίσουμε λοιπόν αὐτό τόν στενό καί γεμάτο θλίψεις δρόμο, γιά νά ἀπολαύσουμε τήν αἰώνια ζωή, πού εἶναι ὁ Χριστός. Διότι ὅλοι οἱ δίκαιοι πέρασαν ἀπό αὐτό τό δρόμο. Γι' αὐτό καί ὁ Προφήτης λεέι· "Εἶναι πολλές οἱ θλίψεις τῶν δικαίων".
Ἄν λοιπόν οἱ Ἅγιοι κληρονομοῦν τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν διά μέσου πολλῶν
θλίψεων, ἐμεῖς περιμένουμε νά τήν ἀπολαύσουμε, ἐνῶ εἴμαστε φορτωμένοι μέ ἁμαρτίες καί μέ ἀνέσεις καί μέ τρυφή καί μέ φορτίο κοσμικῶν πραγματών; Ἀλλά πῶς εἶναι δυνατό; Διότι, ὅπως κάποιος πού βαδίζει μέσα σέ πολύ στενό καί ἀπόκρημνο δόρμο, σηκώνοντας κάποιο φορτίο, δέν μπορεῖ νά τόν διαβεῖ, διότι ἐμποδίζεται ἀπό τή στενωσιά, ἔτσι ἀκριβῶς καί αὐτός πού φορτώθηκε μέ τά κοσμικά πράγματα δυσκολεύεται νά φθάσει στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν...
...Ὁ Φαραώ ἦταν βασιλιάς, καί εἶχε χρυσή ἅμαξα καί χρυσοστόλιστο θρόνο, καί φοροῦσει στεφάνι, καί ὅμως καταποντίζονταν στήν Ἐρυθρά θάλασσα. Ἀπεναντίας ὀ ἀκτήμονας Μωυσῆς εἶχε μαζί του μόνο μιά ράβδο στή χλοερή πεδιάδα, καί μ' αὐτή ὁδήγησε τό λαό, καί ἔβγαλε νερό ἀπό τήν πέτρα, καί κατέβασε γι' αὐτούς μάννα ἀπό τόν οὐρανό (Έξ. 14, 16).
Ἀπό τόν Δ΄ τόμο τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου,
ἔκδοσις "ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ"
σέ μετάφραση Κων/νου Γ. Φραντζολᾶ.