(Ἀλλοιμονο σε ἐκείνους ποὺ μολύνουν τὴν Ἁγία Πίστη μὲ αἰρέσεις
ἤ συγκατάβαίνουν στοὺς αἱρετικούς)
Ἀπόσπασμα τοῦ βιβλίου (σὲ pdf) «ΟΙ ΛΗΣΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ»,
μέρος β´, τοῦ Ἰωάννη Ρίζου kapsala@yahoo.com
«Ἀλλοίμονο σὲ ὅσους μολύνουν τὴν Ἁγία Πίστη μὲαἱρέσεις ἢ συγκαταβαίνουν στοὺς αἱρετικούς» Ἐφραὶμ ὁ Σύρος.
1 ὉΜέγας Βασίλειος ἐπισημαίνει:«Ἐὰν λοιπὸν ἀπὸτὸν Νόμο ἕνα “ἰῶτα καὶ μία κεραία δὲν θὰ παρέλθῃ” 2 πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν σὲ μᾶς νὰ παραβαίνουμε καὶτὰ πιὸ μικρά;». 3
Ὁ ὅσιος Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης ἔλεγε πὼς ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει τὴν ὀρθὴ πίστη πρέπει ὄχι μόνο νὰ τὸν ἀποστρεφόμαστε ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἀναθεματίζουμε, δηλαδὴ νὰ τὸν θεωροῦμε ὅτι βρίσκεται ἐκτὸς Ἐκκλησίας καὶ ἄρα μὴ δυνάμενο νὰ σωθεῖ. 4
«Οὔτε γιὰ λίγη ὥρα δὲν δεχόμαστε σχέση μὲ αὐτοὺς ποὺ κουτσαίνουν στὴν πίστη»5… «ἀκόμα κι ἂν αὐτοί μᾶς φαίνονται πολὺ γνήσιοι καὶ ἐπίσημοι, ἐμεῖς πρέπει νὰ τοὺς σιχαινόμαστε ὅσοι ἀγαπᾶμε τὸν Κύριο».
Τόση αὐστηρότητα ἐπιβάλλουν οἱ Πατέρες γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν διασπᾶται μόνο ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ διαδίδουν τὰ παρόμοια: «Οὐχ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν διατέτμηται μόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ τῶν τὰ αὐτὰ φρονεῖν ἀλλήλοις λεγόντων διασπᾶται».7
Συνεπῶς, τὸ παραμικρὸ ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι μικρό, ὅπως ξεκαθαρίζει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.
8 Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσορρήμων ἑρμηνεύοντας τὴν πρὸςἙβραίους ἐπιστολὴ μᾶς λέει:«...ἂν κάποιος εἶναι πονηρὸς στὴν πίστη φῦγε ἀπὸ αὐτὸν ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἄγγελος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό…».9
Καί: «Ὁ τοῖς ἐχθροῖς τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ συμφιλιάζων, οὐ δύναται τοῦ Βασιλέως φίλος εἶναι, ἀλλ’ οὐδὲ ζωῆς ἀξιοῦται, ἀλλὰ σὺν τοῖς ἐχθροῖς ἀπολλεῖται»! «Ὄχι μόνο οἱ ἁμαρτάνοντες, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐπαινοῦν τοὺς ἁμαρτάνοντες ὑφίστανται τὴν ἴδια ἢ καὶ χειρότερη τιμωρία».10
«Κάθε κληρικό –λέει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ θεολόγος– τοῦ ὁποίου ἡ πίστις, οἱ λόγοι καὶ τὰ ἔργα δὲν συμφωνοῦν μὲ τὶς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων πατέρων νὰ μὴν τὸν δεχόμαστε στὴν οἰκία μας. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀποστρεφόμεθα καὶ νὰ τὸν μισοῦμε ὡς δαίμονα, ἔστω κι ἄν ἀνασταίνει νεκροὺς καὶ κάνει ἄλλα μύρια θαύματα».11
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀποφαίνεται: «Καὶ εἰ φίλοι κατὰ Θεὸν, πῶς τῇ κοινωνίᾳ τῶν ἑτεροδόξων κοινωνοῦντες; Οὐ γὰρ φίλοι οἱ τοιοῦτοι ἀληθινοὶ καὶ πιστοί».12
Ὁ ἴδιος Ἅγιος λέει: «Οἱ μὲν [αἱρετικοὶ] τέλεον περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν. οἱ δὲ εἰ καὶ τοῖς λογισμοῖς οὐκ ατεποντίσθηκαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως συνόλλυντα ι[ἐξ αἰτίας τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ χαθοῦν μαζί τους]».13
Θεωρεῖ «προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας» τὸ νὰ παραμένει κάποιος ἐν κοινωνίᾳ μὲ τὸν κακοδοξοῦντα ἐπίσκοπόν του».14 Αὐτές οἱ Πατερικές θέσεις ἐνσωματώθηκαν καὶ στὰ Πρακτικὰ τῆς Ζ΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Ὅποιος δικαιώνει αἵρεση ἂς εἶναι ἀναθεματισμένος».
«Εἰ δὲ φανείη τις τῶν ἐπισκόπων, ἢ πρεσβυτέρων, ἢ διακόνων, … τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι» (Β΄ Κανὼν Συνόδου Ἀντιοχείας)
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος γιὰ αὐτὸν ποὺ φρονεῖ ἀσεβῆ δόγματα ἀναφέρει: «Ἀποφύγετε αὐτὸν καὶ ἔτσι θὰ διατηρήσετε τὴν πίστη σας καθαρή».15
Κατὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο Αἰγίνης: «ἡ κοινωνία μὲ αὐτὸν [τὸν κακόδοξο καὶ αἱρετικό] μολύνει τὴν πίστη μὲ τὶς εὐθύνες ποὺ αὐτὸ συνεπάγεται. Λοιπὸν ἡ ἐξωτερικὴ ἀκοινωνησία προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοτριότητα»… «Εἶναι ψευδὲς ἐκεῖνο ὅπου ἐπιφέρουσιν, ὅτι αἱ ὁδοὶ τῆς εὐσεβείας εἶναι πολλαί… ὁδὸς μία καὶ αὐτὴ στενὴ καὶ ὄχι πλατεῖα... εἷς καὶ μόνος Θεὸς καὶ Κύριος».16
Ἂν ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὁ «μαθητὴς τῆς ἀγάπης» λέει ὅτι κάποιον ποὺ δὲν ἀποδέχεται τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων οὔτε στὸ σπίτι σας νὰ τὸν βάζετε, οὔτε καλημέρα νὰ τοῦ λέτε, γιατὶ συγκοινωνῆτε μὲ τὰ πονηρά του ἔργα γενόμενοι συνένοχοι, πόσο μᾶλλον νὰ τὸν ἀποδεχόμαστε στὸν ναὸ ὡς λειτουργὸ καὶ συμπροσευχόμενο;
17 «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον ἀποστρέφεσθαι» τονίζει ὁ Μ. Βασίλειος.18
Πόσο μᾶλλον κακόδοξο κληρικό. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς ἐξηγεῖ: «Ὄχι μόνο ἂν κάποιοι λένε συνολικὰ ἀντίθετα πράγματα ποὺ ἀνατρέπουν τὰ πάντα, ἀλλὰ καὶ τὸ παραμικρὸ ἀντίθετο νὰ διδάξουν νὰ εἶναι ἀναθεματισμένοι».19 «Ἀπὸ αὐτοὺς πρέπει νὰ πεταγόμαστε μακρυὰ ὅπως πεταγόμαστε ὅταν συναντάμε ἕνα φίδι, καὶ νὰ διακόπτουμε κάθε κοινωνία καὶ νὰ φεύγουμε μὲ ὅλη μας τὴν δύναμη, ἀκόμα κι ἄν μᾶς φαίνονται σεβάσμιοι καὶ πρᾶοι», διδάσκει ὁ Μ. Φώτιος. 20 Ἂν κατὰ τὸν Μ.Ἀθανάσιο: «Κανένα ἀγαθὸ δὲν θὰ κληρονομήσουν ὅσοι ἀδιαφόρησαν ἢ φοβήθηκαν τὸν Κωνστάντιο»21, ποὺ μὲ βία καὶ ἀπειλὲς θανάτου ἐπέβαλε τὴν ὑποταγὴ τῶν πιστῶν στοὺς αἱρετικούς, τί στὰ ἀλήθεια ἐλπίζουμε νὰ κληρονομήσουμε ἐμεῖς ποὺ οἰκειοθελῶς καὶ προθύμως ἀκολουθοῦμε τοὺς σύγχρονους αἱρετίζοντες Ἐπισκόπους;
Αὐτὰ δίδασκε ἡ Ὀρθοδοξία ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. «Εἰ δέ τις προσποιεῖται ὁμολογεῖν μὲν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις [ἂν κάποιος προσποιούμενος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστι, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς] τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιούτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· [καὶ ἐὰν σᾶς ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς –καὶ τὸ πράξει– νὰ τὸν ἔχετε ὡς ἀδελγό σας] ἐὰν δὲ φιλονίκως ἐπιμένῃ τὸν τοιοῦτον παραιτῆσθε [ξεκόψτε ἀπὸ αὐτόν]».22
Αὐτὴν τὴν στάση ἐπιβεβαιώνουν καὶ οἱ Ἀποστολικοὶ Πατέρες. Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος ἀναφέρει ὅτι οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ μαθητές τους ἀπόφευγαν νὰ συνομιλοῦν μὲ αὐτοὺς ποὺ νόθευαν τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως.23«Καὶ τώρα τί προσδοκᾷς πηγαίνοντας στὴν Αἴγυπτο, νὰπιεῖς νερὸ ἀπ΄ τὸν Νεῖλο; Καὶ τί προσδοκᾷς πηγαίνοντας στὴν Ἀσσυρία νὰ πιεῖς νερὸ ἀπ΄ τὸν Εὐφράτη;
Ἡ ἴδια σου ἀσέβεια θὰ σὲ τιμωρήσει κι ἡ ἀπομάκρυνσή σου ἀπὸ ἐμένα θὰ σὲ καταδικάσει. Θὰ μάθεις καὶ θὰ δεῖς πόσο κακὸ εἶναι καὶ πικρὸ τὸν Κύριο νὰ ἐγκαταλείπεις, τὸν Θεό σου, καὶ πιὰ νὰ μὴν τὸν σέβεσαι. Ἐγὼ ὁ Κύριος τοῦ σύμπαντός σου τὸ λέω».24 «Ἀδιάφορο μὲ ἀφήνει τὸ λιβάνι πού μου φέρνουν… τὰ ὁλοκαυτώματά τους δὲν εἶναι δεκτὰ καὶ οἱ θυσίες τους δὲν μοῦ εἶναι εὐχάριστες».25
Ὁ ἅγιοςἘφραὶμ ὁ Σῦρος, γράφει πὼς πρέπει νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ ὁμάδες αἱρετικῶν, γιατὶ διαστρέφουν μὲ τοὺς λόγους τους τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ὅποιος νοσεῖ ὡς πρὸς τὴν πίστη, ἔχει τόσο ἐλαστικὴ συνείδηση, ὥστε παραβλέποντας τὶς Ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας νὰ λέει [ὅπως καὶ οἱ σύγχρονοι Οἰκουμενιστές] καὶ σὲ τί θὰ μᾶς βλάψει ἡ συναναστροφὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς; «Καὶ ὁ μὲν περὶ πίστεως νοσῶν λέγει· τὶ γὰρ βλάψει τὸ συμπεριφέρεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ, εἴτε ὀρθῶς πιστεύοντι, εἴτε κακῶς φρονοῦντι, τὸ ὑγιὲς τῆς πίστεως περιοδεύοντες;».26
Ὁ ἅγιοςἸὼβ Ἰασίτης ὁ Ὁμολογητὴς ἔλεγε: «Νὰ μὴν τοὺς συναναστρεφόμαστε λοιπόν [τοὺς Λατινόφρονες] …Θὰ προσπαθήσουμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις νὰ μὴ μολυνθοῦμε μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους καὶ νὰ μὴ μετέχουμε στὴν ψώρα, ἢ τὴν ὀλέθρια ἀσθένειά τους. Θὰ προφυλάξουμε ἐπίσης τοὺς ἑαυτούς μας μὲ κάθε τρόπο καὶ θὰ ἀπέχουμε τελείως ἀπὸ τὴν φατρία τους».27
Ἅγιος Μελέτιος Γαλησιώτης: «Αἱρετικοί εἰσιν οἱλατίνοι καὶ οἱ συγκοινωνοῦντες αὐτοῖς ἀπόλλυνται…».28
Ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς προσθέτει: «Ἐφόσον ὁ Καλέκας εἶναι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ τόσες φορές ἀποκομμένος ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων, εἶναι κατὰ συνέπεια ἀδύνατο νὰ ἀνήκει στοὺς εὐσεβεῖς, ὅποιος δὲν ἔχει ἀποχωρισθεῖ ἀπὸ αὐτόν.
Ἀντιθέτως, ὅποιος γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς εἶναι ἀποχωρισμένος ἀπὸ τὸν Καλέκα, τότε ἀνήκει πράγματι στὸν κατάλογο τῶν Χριστιανῶν καὶ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν Θεό κατὰ τὴν εὐσεβῆ πίστη».29
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς: «Εἶναι ἀδύνατο κάποιος νὰ ἐπικοινωνεῖ ἐκκλησιαστικῶς μὲ τὸν Πατριάρχη (Καλέκα) καὶ νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος…, ἐνῷ αὐτὸς ποὺ ἦταν ἀποτειχισμένος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν εὐσεβῆ πίστη».30
Πρέπει πάλι νὰ τονίσουμε -γιατὶ ἔχει ὕψιστη σημασία- ὅτι, ὅταν ὁ Γρηγόριος τά δίδασκε
αὐτά, ἦταν ἀποτειχισμένος καὶ ὁ Καλέκας δὲν εἶχε ἀκόμη καταδικαστεῖ Συνοδικῶς!Ἰωσὴφ ὁ Καλόθετος: «…Ἀντιθέτως, δὲν γνωρίζω πὼς θὰ καταφέρει νὰ μὴ συγκαταλεχθεῖ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν31 καὶ ἀπίστων, αὐτὸς ποὺ δὲν ἀπέχει ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τὸν ἀμετανόητο (Ἀκίνδυνο), ἢ μᾶλλον αὐτὸς ποὺ δὲν ἐναντιώνεται διαρκῶς καὶ δὲν προετοιμάζεται πάντοτε γιὰ νὰ πολεμήσει κατὰ τοῦ ἀμετανοήτου, ἕως ὅτου διάκειται ἔτσι ἐχθρικὰ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὶς ἀΐδιες ἐνέργειές Του».32
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης θυμίζει τὴν προσταγὴ τοῦ Μ. Ἀθανασίου: «…μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν».33 Ὥστε «νόμιμα» καταλήγει στὴν τελική του θέση: «… μήτε κοινωνεῖν αὐτοῖς [τοῖς αἱρετικοῖς], μήτε ἀναφέρειν… ἐπὶ τῆς θείας λειτουργίας· ὅτι μέγισται ἀπειλαὶ κεῖνται παρὰ τῶν ἁγίων ἐκφωνηθεῖσαι τοῖς συγκαταβαίνουσιν αὐτοῖς μέχρι καὶ ἑστιάσεως… ἐχθροὺς γὰρ θεοῦ ὁ Χρυσόστομος οὐ μόνον τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας (κἄν ἐν βρώματι, καὶ πόματι) μεγάλῃ καὶ πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο.
34 Ο ἱἈποστολικοὶ Κανόνες στηρίζουν ἀπόλυτα αὐτὴ τὴν θέση: «Ἐὰν κάποιος συμπροσευχηθεῖ μὲ ἕναν ἀκοινώνητο ἔστω καὶ μέσα σὲ σπίτι, νὰ εἶναι καὶ αὐτὸς ἀκοινώνητος». 35
Λέει ὁ ἅγιος Μᾶρκος: «Οἱ περισσότεροι ἀδελφοί, ἔχοντας πάρει θάρρος ἀπὸ τὴν ἐξορία μου, ἐλέγχουν μὲ αὐστηρότητα τοὺς ἀλητήριους [ἐννοεῖ τοὺς Λατινόφρονες] καὶ παραβάτες τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τῶν πατρικῶν θεσμῶν. Τοὺς διώχνουν ἐπίσης ἀπὸ παντοῦ ὡς καθάρματα, χωρὶς νὰ ἀνέχονται νὰ συλλειτουργοῦν μαζί τους, οὔτε νὰ τούς μνημονεύουν καθόλου στὰ μυστήρια ὡς Χριστιανούς…
Νὰ συμβουλεύσεις δὲ τοὺς Ἱερεῖς τοῦ Θεοῦ νὰ ἀποφεύγουν μὲ κάθε τρόπο τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν λατινόφρονα μητροπολίτη τους καὶ οὔτε νὰ συλλειτουργοῦν μαζί του, οὔτε νὰ τὸν μνημονεύουν καθόλου, οὔτε νὰ τὸν θεωροῦν ἀρχιερέα, ἀλλὰ ὡς μισθωτὸ λύκο! …
Νὰ ἀποφεύγετε λοιπὸν καὶ ἐσεῖς ἀδελφοί, τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς ἀκοινωνήτους καὶ τὸ μνημόσυνο τῶν ἀμνημονεύτων. Δεῖτε, ἐγώ ὁ ἁμαρτωλὸς Μᾶρκος σᾶς λέγω, ὅτι ὅποιος μνημονεύει τὸν Πάπα ὡςὈρθόδοξο ἀρχιερέα, εἶναι ἔνοχος νὰ ἐκπληρώσῃ ὅλο τὸν Λατινισμό, μέχρι καὶ αὐτοῦ τοῦ ξυρίσματος τῆς γενειάδος. ὉΛατινόφρων αὐτὸς θὰ καταδικαστεῖ μαζὶ μὲ τοὺς Λατίνους καὶ θὰ θεωρηθεῖ ὡς παραβάτης τῆς πίστεως»
36… «Φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τις ἀπό ὄφεως, ὡς αὐτοὺς ἐκείνους, ἢ κἀκείνων πολλῷ δήπου χείρονας, ὡς χριστέμπορους καὶ χριστοκάπηλους… Φεύγετε οὖν αὐτοὺς ἀδελφοί, καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς κοινωνίαν.
Οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργᾶται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ».37
Εἶναι σημαντικὸ νὰ τονίσουμε ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ἐγείρει ζητήματα ὅπως ἡ ἀναγκαιότητα Συνοδικῆς ἔγκρισης, ὁ κίνδυνος σχίσματος ἢ τάχα τῆς ἀποκοπῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἢ ζήτημα ἐφαρμογῆς οἰκονομίας, ἢ χάρη τῆς εἰρήνης ἢ χάρη τῆς συνέχισης τοῦ κηρύγματος. Μετὰ τὴν ὑπογραφὴ τῆς ψευδοένωσης στὴ Φερράρα-Φλωρεντία ὁ ἅγ. Μᾶρκος εἶπε: «Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ὅσον ἀπομακρύνομαι ἀπὸ τούτου [τοῦ Πατριάρχη] καὶ ἀπὸ τοὺς τοιούτους [τοὺς Λατινόφρονες] τόσον προσεγγίζω πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τοὺς Ἁγίους, καὶ ὅσον περισσότερον χωρίζομαι ἀπὸ αὐτοὺς τόσον περισσότερον ἑνοῦμαι μὲ τὴν ἀλήθειαν».
38 Λέει ὁ Ἅγιος: «Ὅσοι προσποιοῦνται ὅτι ὁμολογοῦν τὴν ὑγιῆ πίστη, κοινωνοῦν [μνημονεύουν] δὲ μὲ τοὺς ἑτερόφρονες, ἂν μετὰ ἀπὸ τὴν σύστασή σας δὲν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ αὐτούς, ὄχι μόνο νὰ τοὺς ἔχετε ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ οὔτε ἀδελφοὺς νὰ τοὺς ὀνομάζετε».39
Στὸν τελευταῖο λόγο του πρὶν πεθάνει, ὁ ἅγιος Μᾶρκος εἶπε: «οὔτε βούλομαι, οὔτε δέχομαι τὴν αὐτοῦ [σ.σ. τοῦ Πατριάρχου] ἢ τῶν µετ΄ αὐτοῦ κοινωνίαν, τὸ παράπαν οὐδαμῶς οὔτε ἐπὶ ζωῆς μου, οὔτε μετὰ θάνατον… Πέπεισμαι γὰρ ἀκριβῶς, ὅτι ὅσον ἀποδιΐσταμαι τούτου [ἀπομακρύνομαι ἀπὸ τὸν Πατριάρχη] καὶ τῶν τοιούτων[σ.σ. τῶν Λατινοφρόνων], ἐγγίζω τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς ἁγίοις».40 Καὶ γιά τόν ὅσιο Νεόφυτο τόν Ἔγκλειστο «ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς Παπικοὺς ἐντάσσει τὸν κοινωνοῦντα στὰ ἀναθέματα τῶν Συνόδων καὶ στὸν πυθμένα τοῦ ἅδη».41
Ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ δίδασκε: «Μηδέποτε συμφιλιάσῃς μετὰ αἱρετικῶν. Μὴ συμφάγῃς, μὴ συμπίῃς, μὴ συνοδοιπορήσῃς. Μὴ εἰσέλθῃς εἰς οἶκον αὐτῶν, μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν· πάντα γὰρ ὅσα εἰσίν, ἀκάθαρτα εἰσίν, καθὼς λέγει ὁ Παῦλος, ὅτι τοῖς μεμιασμένοις καὶ ἀπίστοις οὐδὲν καθαρόν, ἀλλὰ μεμίανται αὐτῶν ὁ νοῦς καὶ ἡ συνείδησις. Ἀσφαλίζου οὖν τὴν ψυχήν σου, ἀγαπητέ. Μὴ συμφιλιάζῃς αἱρετικοῖς, ἵνα μὴ συγκοινωνήσῃς τῇ κοινωνίᾳ αὐτῶν· ὅτι γάρ, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος, οὐκ ἔχουσιν ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, οὐδὲ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, οὐδὲ ἐν τῷ μέλλοντι· δηλονότι οὐδὲ οἱ συμμιαινόμενοι αὐτοῖς· ἕκαστος γὰρ θερίσει ὃ ἔσπειρε».42 Κλείνοντας θά ἀναφέρουμε τὰ λόγια τοῦ Πατριάρχου ἁγίου Γερμανοῦ τοῦ υἱοῦ Πατριάρχου Κ/πόλεως πρὸς τοὺς Κυπρίους λαϊκοὺς γιὰ τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ τοὺς κληρικούς των, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὑποταχτεῖ στοὺς Λατίνους κατακτητὲς τὸν 12ο καὶ 13ο αἰῶνα. «...Ὅσοι τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ λατινικῇ ὑποταγῇ, καὶ μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γάρ ἐστιν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθαι κατὰ μόνας, ἢ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθαι μετὰ τῶν λατινοφρόνων· εἰ δ’ οὖν, τὴν αὐτὴν αὐτοῖς ὑφέξετε κόλασιν». 43
Θὰ προκαταβάλουμε μία παρατήρηση ποὺ ἀποδείχτηκε μέχρι τώρα, ἀλλὰ ἀποδεικνύεται καὶ μέχρι τὸ τέλους τοῦ βιβλίου.
Σὲ καμία διδασκαλία Ἁγίου ἀπέναντι στὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ κακόδοξους δὲν ὑπάρχει ἡ προτροπὴ ἢ ἡ ἀπαίτηση ὁ πιστὸς νὰ πάρει πρῶτα ἄδεια ἀπὸ τὸνἘπίσκοπο γιὰ νὰ ἀπομακρυνθεῖ- ἀποτειχιστεῖ ἢ νὰ περιμένει τὴν ἀπόφαση κάποιας Συνόδου. Καὶ ὁ λόγος εἶναι ἁπλός. Σχεδὸν πάντα ἡ αἰτία τῆς Ἀποτείχισης εἶναι ὁ κακὸς Ἐπί-σκοπος καὶ οἱ κακὲς Σύνοδοι. Ὅλες οἱ πληγὲς στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας προῆλθαν ἀπὸ Ἐπισκόπους ἢ Συνόδους. Θὰ ἦταν λοιπὸν παράλογο νὰ ζητηθεῖ καὶ νὰ δοθεῖ στὸν πιστὸ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο ἄδεια γιὰ νὰ ἀποτειχιστεῖ ἀπό ...αὐτὸν τὸν ἴδιο!!
Καὶ ἀκόμα πρέπει νὰ παρατηρήσουμε ὅτι, αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία στὸ θέμα τοῦ μολυσμοῦ μας ἀπὸ τὴν αἵρεση, εἶναι κοινὴ διδαχὴ πρὸς ὅλους, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμο-λογητὴς δὲν ἦταν ἱερέας ἀλλὰ Μοναχός, ἔτσι δὲν ἦταν ἀναγ-κασμένος νὰ μνημονεύει τὸν κακόδοξο Πατριάρχη. Στὸ θέμα αὐτὸ δὲν διέφερε ἀπὸ ὁποιονδήποτε λαϊκό. Κι ὅμως, ὑπέφερε πολλὰ καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο γιατὶ εἶχε ἀποτειχιστεῖ ἀρνούμενος τὸν μολυσμό του.
«Τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει [τοῖς αἱρετικοῖς] ἀνάθεμα».
Πρακτικὰ Ζ; Οἰκουμενικῆς Συνόδου
1 Ἁγ. Ἐφραὶμ τοῦ Σῦρου, Λόγος Εἰς τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦΧριστοῦ.
2 Ματθ. 5, 18.
3 Μ. Βασιλείου, Περὶτοῦ Ἁγίου Πνεύματος 1, 2 P.G. 32, 69C.
4 P.G. 89,1848Β.
5 «Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰσκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν
Πίστιν εὕρομεν» καὶ «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲτοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴἀποστῶσιν, μὴ μόνον
ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲἀδελφοὺς ὀνομάζειν».
6 Μ. Βασιλείου, Κεφάλαια τῶν Ὅρων κατ’ Ἐπιτομήν, ἐρώτ. ριδ΄.
7 Μ. Βασιλείου, Ἐπιστολὴ πρὸς Μέγα Ἀθανάσιο, P.G. 32, 425.
8 «Οὐμικρὸν ἐν τοῖς περὶΘεοῦ τὸ παραμικρόν», Ἁγ. Γρηγορίου τοῦΠαλαμᾶ, Λόγος ἀποδεικτικὸς Α΄ Περὶ τῆς Ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρόλογος, Ἐκδ. Κυρομάνος, τ. Α΄, σ. 24.
9 Ε.Π.Ε. 25, 372, 2.
10 Ἰ. Χρυσοστόμου, Ἐκλογαὶ καὶ Ἀπανθίσματα, Λόγος ΚΔ΄, 40, ἐκδ. Ματθαίου Λαγγῆ.
11 Ἁγ. Συμεὼν τοῦ Νέου θεολόγου, Λόγος 6ος.
12 P.G. 99,1081A.
13 P.G.99, 1164A.
14 P.G. 99, 1365
15 P.G. 26,1188DC.
16 Ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης, Περὶ τῶν σχέσεων μὲ αἱρετικούς, ἐκδ. Παναγόπουλου.
17 Β΄Ἰω.1,11.
18 P.G. 31, 649.
19 Ἰω. Χρυσοστόμου, Ἑρμηνεία εἰς τὴν Πρὸς Γαλάτας.
20 Ε.Π.Ε. 12, 400,31.
21 Ἰω. Χρυσόστομου, E.Π.E. 9. 79,23.
22 Μ. Ἀθανασίου, Τοῖς τὸν μονήρι βίον ἀσκοῦσι…
23 ΒΕΠΕΣ 5,144[15-22]
25 Ἱερεμ. Στ΄20-21.
26 Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Περὶ ἀρετῆς κεφάλαια δέκα, κεφ. ηʹ, Πρόλογος.
27 Δημητρακοπούλου Ἀνδρ., Ἱστορία τοῦ σχίσματος…, σελ. 61.
28 V.Laurent-j.Darrouzes, Dossier Grecde l; union de Lion,σελ.554,558,559
29 Ε.Π.Ε. 3, 692, Ἀναίρεσις ἐξηγήσεως τόμου Καλέκα.
30 Ὅ.ἀ
31 Ἰωσὴφ Καλοθέτου Συγγράμματα, παρὰ Δ. Τσάμη, Λόγος 2,κεφ. 36-37, σ. 138.
32 Ἰωσὴφ Καλοθέτου Συγγράμματα, παρὰ Δ. Τσάμη, Λόγος 2,κεφ. 36-37, σ. 138.
33 TLG,Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 466, line15-28.
34 TLG,Theodorus Studites Scr.Eccl.,Theol.,Epistulae, Epistle 39,line51-80. P.G. 99, 1048C-D.
35 Κανὼν Ι’ Ἀποστόλων, Πηδάλιον, Ἀθήνα 1886, σ. 13.
36 TLG,Theodorus Studites Scr.Eccl.,Theol.,Epistulae, Epistle 39,line51-80. P.G. 99, 1048C-D.
37 Τοῖς Ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς, §6, ἐν Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ
συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου καὶ Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1960, τομ. Α΄, σ. 427
38 π. Διονυσίου Τάτση, «Μετὰ παρρησίας καὶ ἀκατακρίτως», σ. 98.
39 «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς
ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν», Ν. Βασιλειάδη, Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ἡ Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι, 1972, σ. 95.
40 Λόγοι τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μάρκου ἀρχιεπισκόπουἘφέσου, οὕς εἶπε πολλοῖς τῶν ἀρχιερέων καί ἱερομονάχων καίμοναχῶν καί κοσμικῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐν ᾗ μετέστη πρός τόν Θεόν, Patrologia Orientalis Τοme XV, Αu Concile de Florence, σελ. 346-348 (8-11), καί Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια καί Πελοπον-νησιακά, Τόμ. Α΄, σελ. 35
41 Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, Συγγράμματα, τόμος β΄, Κατήχησις 31, 1, σ. 332.
42 Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Περὶ μετανοίας καὶ κατανύξεως, T.L.G., line 35, l. 29-36.
43 Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Τὰ Εὑρεθέντα, τόμ. Β΄, σελ. 26.
44 Mansi 13,400 καὶ P.G. 13, 128