Ο Κίμων ο Αθηναίος, όταν κάποτε τον επαίνεσαν οι εχθροί του, κοντοστάθηκε και είπε: “Κάτι κακό έχω κάνει για να μ’ επαινούν αυτοί οι αχρείοι!" Αυτό μου’ ρχεται αυτομάτη στη σκέψη μελετώντας το άρθρο του οτρυρού δημοσιογράφου Γ. Παπαθανασόπουλου, ο οποίος σχολιάζει με οξυδέρκεια τη στάση των Παπικών πριν και μετά την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» του Κολυμβαρίου.
Εν πρώτοις ο κακόφρων Πάπας Φραγκίσκος έσπευσε να προσευχηθεί δημοσία στο Βατικανό για την «επιτυχία της Συνόδου των Ορθοδόξων». Από την άλλη έκανε την εμφάνισή της πληθώρα επαινετικών δημοσιευμάτων σε Παπικά έντυπα, όπως και ηλετρονικά τοιαύτα, για τη Σύναξη του Κολυμβαρίου. Ενδεικτικά η εφημερίδα των εν Ελλάδι Ουνιτών (μασκοφόρων Παπικών) στις 30 Ιουνίου ε.έ. έχει πρωτοσέλιδο εξάστηλο εντυπωσιακό τίτλο επιγραφόμενο«Μήνυμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος αναρωτιέται: Γιατί αυτός ο ανυπόκριτος ενθουσιασμός; Δυό τινά συμβαίνουν: Ή οι Παπικοί απέβαλαν το σύνολο των αιρέσεών τους κι έγιναν Ορθόδοξοι ή οι Ορθόδοξοι με την πιο πάνω Σύνοδο κουβαλούν νερό στο μύλο του Βατικανού. Πώς να μην αγάλλονται και πώς να μη χαίρουν όταν ο Παναγιώτατος αδιστάκτως κι εμμονέστατα, χωρίς καν να τηρεί τα προσχήματα, τους προσφώνησε ως «αδελφές Εκκλησίες» πριν καν η Σύναξη να αποφανθεί επί του θέματος;
Πώς να μη χαίρουσι χαράν μεγάλην σφόδρα οι Παπικοί αφού ούτε καν η λέξη«αίρεση» δεν ακούστηκε στο Κολυμβάριο; «Ετερόδοξες Εκκλησίες» οι Παπικοί εν πρώτοις και φυσικώ τω λόγω σύμπας ο εσμός των πολυποικίλων αιρέσων, Προτεσταντών, Αγγλικανών, Μονοφυσιτών κι όχι μόνο.
Ας μη μας διαφεύγει ότι από το 1993 στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου το Οικουμενικό Πατριαρχείο (κι όχι μόνο) έχει αναγνωρίσει τον Παπισμό ως την«αδελφήν Εκκλησίαν της πρεσβυτέρας Ρώμης» με αποστολική διαδοχή κι έγκυρα μυστήρια, εις πείσμα της αληθείας και της διαχρονικής Παραδόσεως της Εκκλησίας. Σ’ όλα αυτά εμείς απαντούμε με τα λόγια της Συνόδου του 1848: «Ο υπερασπιστής της θρησκείας εστί αυτό το σώμα της Εκκλησίας,ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοειδές τω των Πατέρων αυτού».
Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού