Ἡ ζωή μας
Νὰ περνᾶς τὴ ζωή σου ἐδῶ ἔτσι, ὥστε κάθε στιγμὴ νὰ εἶσαι ἕτοιμος νὰ τὴν ἀφήσεις. Ποτέ σου νὰ μὴν ἐπιτρέψεις οἱ ἀπολαύσεις νὰ σὲ κάνουν νὰ ξεχάσεις τὸν ἑαυτό σου καὶ τὸ Θεό. Νὰ θυμᾶσαι πάντα ὅτι ἡ ζωή σου καὶ ἡ εὐτυχία εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, δῶρα ποὺ δέ σοῦ ἀξίζουν. Ἁμαρτία εἶναι ὅταν δὲν ἀπολαμβάνουμε σωστὰ αὐτὰ τὰ δῶρα, ὅπως καὶ ὅταν ξεχνᾶμε ὅτι ὅλα ὅσα ἔχουμε στὴ ζωή μας εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Πάτερ Ἐπουράνιε! Ἂς μὴν ξεχνάω ποτὲ ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔχω εἶναι δικά Σου. Καὶ αὐτὰ τὰ δῶρα ποὺ συνεχῶς μοῦ χαρίζεις, ἂς μὲ κάνουν νὰ Σὲ ἀγαπήσω περισσότερο καὶ ὄχι νὰ ἀπομακρυνθῶ ἀπὸ Σένα. Ἂν κάποτε θὰ μὲ ἐπισκεφθεῖ ἡ δυστυχία δῶσε μου νὰ στραφῶ πάλι σὲ Σένα μὲ μετάνοια καὶ ἀγάπη.
Οἱ ἄνθρωποι κάνουν λάθος ὅταν νομίζουν ὅτι ἡ ζωὴ ποὺ ἔχουν ἀνήκει σ’ αὐτοὺς καὶ ὅτι μποροῦν νὰ κάνουν μ’ αὐτὴ ὅ,τι θέλουν. Ἡ ζωὴ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος τὴν παίρνει ὅταν Ἐκεῖνος θέλει. Καὶ αὐτὸ τὸ βλέπουμε σχεδὸν σὲ κάθε βῆμα.
Εἶναι θαῦμα ὅτι εἶμαι αὐτὸς ποὺ εἶμαι σήμερα! Ὁ παπποῦς μου ἦταν ἀγράμματος, τὸ ἴδιο καὶ ὁ πατέρας μου. Ἐνῶ ἐγὼ ἔλαβα πλούσια τὸ φῶς τῆς γνώσεως. Πῶς ἔγινα αὐτὸ ποὺ δὲν ἦταν οἱ γονεῖς καὶ ὁ παπποῦς μου; Δὲν μποροῦσαν αὐτοὶ νὰ μοῦ δώσουν κάτι ποὺ δὲν εἶχαν οἱ ἴδιοι. Εὐεργέτη μου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ! Σὲ γνωρίζω.
Δὲν κρύβω τὶς εὐεργεσίες Σου. Ἡ δική Σου χάρη μὲ ἔκανε νὰ εἶμαι αὐτὸς ποὺ εἶμαι. «Ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν! Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας!», μὲ δέος ἀσπάζομαι τὴ δεξιά Σου, ποὺ μὲ εὐεργετεῖ συνεχῶς.
«Πνοὴ δὲ τίνος ἐστὶν ἡ ἐξελθοῦσα ἔκ σοῦ;» (Ἰώβ 26, 4). Ὅλον σὲ τυλίγει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ ἀτμόσφαιρα γύρω σου, ὁ ἀέρας τὸν ὁποῖο ἀναπνέεις, ἀκόμη καὶ ἡ ἴδια ἡ ἱκανότητα νὰ ἀναπνέεις, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Κάθε στιγμὴ χρησιμοποιεῖς αὐτὰ τὰ δῶρα. Δὲν ἔχεις τίποτε δικό σου. Καὶ νὰ θυμᾶσαι: ὅπου εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός· γιατί ὅπου εἶναι ἡ εὐεργεσία, ἐκεῖ καὶ ὁ Εὐεργέτης, δηλαδὴ ὅπου εἶναι ἡ δημιουργία, ἐκεῖ καὶ ὁ Δημιουργός.
Ἀξιοποίηση τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ
Ὅπως ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος προικίστηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ πολλὰ χαρίσματα, διατρέχει τὸν κίνδυνο –ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας καὶ τῆς ἀναισθησίας του –νὰ κορεσθεῖ, καὶ στὴ συνέχεια νὰ θεωρεῖ αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἀσήμαντα καὶ νὰ ξεχάσει τὴν πραγματικὴ τους ἀξία, ἔτσι μπορεῖ νὰ συμβεῖ καὶ μὲ ἕναν ἄνθρωπο μορφωμένο, ποὺ διαβάζει πολὺ καὶ ἔχει καὶ αὐτὸς πολλὰ δῶρα ἀπὸ τὸ Θεό, τὰ βιβλία.
Γι’αὐτὸν ἐπίσης ὑπάρχει κίνδυνος νὰ τὰ χορτάσει τόσο, ὥστε καὶ τὰ καλύτερα βιβλία νὰ τὰ θεωρεῖ ἀσήμαντα, νὰ ἀδιαφορεῖ γι’αὐτὰ ἢ νὰ τὰ διαβάζει βιαστικὰ καὶ χωρὶς προσοχή. Νά μᾶς φυλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ τέτοιο κορεσμό.
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ περιφρονοῦν τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, δὲν γνωρίζουν τὴν πραγματικὴ τους ἀξία καὶ δὲν παράγουν τοὺς καρποὺς τῆς ἀρετῆς·ὅμως γι’ αυτό ἀκριβῶς δίνει ὁ Θεός τά χαρίσματά Του στὸν ἄνθρωπο, γιά νά παράγει τούς καρπούς τῆς ἀρετῆς.
Πάνω σ’αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους θὰ πέσει ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ, ὅπως στὴν ἄχρηστη γῆ «τὴν πιοῦσαν τὸν ἐπ’αὐτῆς πολλάκις ἐρχόμενον ὑετόν… ἐκφέρουσαν δὲ ἀκάνθας καὶ τριβόλους» (Ἑβρ. 6, 7-8).
Εὐγνωμοσύνη γιὰ τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ
Κάποτε ἤσουν ἀσήμαντος, δὲν εἶχες τίποτε καὶ δὲ γνώριζες τίποτε. Μετὰ ἔγινες γνωστός, μορφωμένος καὶ ἀπέκτησες κάποια περιουσία. Δοξάζεις καὶ εὐχαριστεῖς τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος σοῦ ἔδωσε ὅλα αὐτά, μόνο γιὰ νὰ δείξει ἐπάνω σου τὴ δύναμη καὶ τὸ ἔλεός Του; Μόνο μὲ τοὺς δικούς σου κόπους δὲ θὰ μποροῦσες νὰ προχωρήσεις, ἀλλὰ θὰ ἔμενες ἐκεῖ ὅπου ἤσουν. Μπορεῖ νὰ κατέβαινες καὶ πιὸ χαμηλά.
Θυμήσου πῶς βαθμηδὸν ἀποκτοῦσες τὴν ἱκανότητα νὰ σκέφτεσαι καὶ νὰ μιλᾶς. Σκέψου πῶς χαιρόνταν οἱ γονεῖς σου, ὅταν ἄρχισες νὰ προφέρεις τὶς πρῶτες σου λέξεις καὶ πόσο εὐτυχισμένοι ἦταν! Τώρα ὅμως τὰ ἔχεις ξεχάσει καὶ θεωρεῖς δεδομένη τὴν ἱκανότητά σου νὰ σκέφτεσαι καὶ νὰ μιλᾶς, γιατί ὁ Κύριος σὲ προίκισε μὲ ὀξὺ νοῦ καί σοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα τοῦ λόγου. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο σὲ τιμωρεῖ, γιὰ νὰ σὲ διορθώσει. Νὰ εἶσαι εὐγνώμων πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο :
Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης
«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ».
Ἐκδόσεις: Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 2004.