Τὸ πᾶν ἀπώλετο· οἱ ἄθεοι μᾶς κυβερνοῦν, χλευάζουν πᾶν τὸ χριστιανικό, ὀρθόδοξο καὶ ἑλληνικό· οἱ μουσουλμάνοι μᾶς παίρνουν μὲ προεδρικὸ διάταγμα τὶς δουλειές μας καὶ τὰ χωράφια μας· εἶναι ἕτοιμοι νὰ μᾶς διώξουν ἀπὸ τὸ σπίτι μας, τὰ σχολεῖα μας στὰ ἔρημα χωριὰ τοὺς παραχωροῦνται γιὰ νὰ διδάσκονται Ἀγγλικὰ καὶ τὴν μητρική τους γλώσσα, ἀλλὰ ΟΧΙ Ἑλληνικά· ἑτοιμάζονται νὰ κάνουν καὶ τὶς ἐκκλησίες μας τζαμιὰ μὲ τὴν βοήθεια τῶν ξενόδουλων πρακτόρων τῶν ΜΚΟ· ὅλη ἡ Ἀθήνα εἶναι στὰ χέρια τους, σὲ ὅλες τὶς δουλειὲς στὸ κέντρο, μαγαζιά, ἐπιχειρήσεις, βλέπεις ὅλο καὶ περισσότερο Ἀσιάτες καὶ Ἀφρικανοὺς καὶ κανεὶς δὲν ἀντιδρᾶ, ὅλοι ἐφησυχάζουμε· ἡ νεολαία μας ἔχει ἀποβλακωθεῖ μὲ τὰ κινητά, τὸ ποδόσφαιρο, καὶ τὰ καθημερινὰ ξενύχτια· τί ἄλλο μέλλει νὰ συμβεῖ σ’ αὐτὴ τὴν ἔρημη πατρίδα μας;
Καὶ ’σεῖς, ἡ ἡγεσία τῆς ἐκκλησίας μας οἱ “ἐπίσκοποι”= σκοπιὰ ἀνύσταχτη καὶ φρουροὶ τοῦ λαοῦ, ρεγχάζετε ἀμέριμνοι ἐπιδιδόμενοι σὲ συμπόσια καὶ πανηγύρια ἄχρηστα πλέον καὶ πολυδάπανα προκαλώντας τὸν ἐξαθλιωμένο καὶ ὑποδουλωμένο λαό μας· ἢ συμπράττετε στὴν κατεδάφιση καὶ ἐξαφάνιση τοῦ μοναδικοῦ Ἑλληνορθόδοξου πολιτισμοῦ μας μὲ τὶς ἀνομολόγητες ὑποχωρήσεις σας καὶ τὴν ἐγκληματικὴ ἀνεκτικότητά σας σὲ ὅλα μὰ ΟΛΑ, ὅσα οἱ πουλημένοι πολιτικοί μας –ὑπάλληλοι ξένων συμφερόντων– σᾶς ὑπαγορεύουν.
«Ἅγιοι πατέρες» (sic) ἕνα μόνο σᾶς μένει γιὰ νὰ μὴ ξεφτιλιστεῖτε ἐντελῶς. Κηρύξτε τὴν ἐκκλησία καὶ τὸ ἔθνος τῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων, ἐν διωγμῷ.
Ἀρχίστε νὰ κτυπᾶτε τὶς καμπάνες σ’ ὅλες τὶς ἐκκλησίες τῆς πατρίδας μας πένθιμα νύχτα-μέρα, μέχρις ὅτου ἀνασταλοῦν οἱ ἀντίχριστοι νόμοι τῆς Νέας τάξης ποὺ σὰν τὸ στόμα τοῦ Ἅδη πάει νὰ καταπιεῖ ὅ,τι ἔχει μείνει σωστὸ καὶ ὄρθιο σ’ αὐτὸν τὸν τόπο.
Τί φοβᾶστε; Τί θὰ πάθετε; Τί θὰ σᾶς κάνουν μωρέ;
Θὰ σᾶς κυνηγήσουν, θὰ σᾶς ἀπολύσουν, θὰ σᾶς ὑβρίσουν καὶ θὰ σᾶς συκοφαντήσουν ἢ μήπως θὰ σᾶς σκοτώσουν; Καὶ δὲν χαίρεστε;
Δειλοὶ καὶ ἄνανδροι λυκοποιμένες οὔτε ἕνας ἀπὸ ἐσᾶς δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ προτιμήσει νὰ διωχθεῖ καὶ νὰ θυσιαστεῖ γιὰ τὴ πίστη στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Πατρίδα μας;
Ποιός σᾶς ἔφερε ἐδῶ σὲ αὐτὲς τὶς θέσεις, ποιῶν πατέρων παιδιὰ εἶστε ἐσεῖς, σὲ ποιὸν Θεὸ πιστεύετε, ποιανοῦ Κυρίου ὑπηρέτες εἶστε τέλος πάντων;
Τί μᾶς κοροϊδεύετε κάθε μέρα μὲ τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων μαρτύρων, τῶν Ἀσκητῶν καὶ τῶν Ὁσίων; Ποιούς ἐμπαίζετε, αὐτοὺς ἢ ἐμᾶς;
Οὔτε ἕνας δὲν ὑπάρχει ἀπὸ τοὺς 80 (ὀγδόντα!) ἐπισκόπους –ἄσε τοὺς 10.000 ἱερεῖς καὶ μοναχοὺς καὶ ἄλλες τόσες μοναχές– ποὺ φορᾶτε τὸ Ἅγιο Σχῆμα καὶ τὰ ἱερὰ σύμβολα τῶν μαρτύρων, τῶν ὁμολογητῶν καὶ Ἁγίων ἱεραρχῶν τῆς πίστεώς μας, ἀλλὰ ἀρνηθήκατε στὴν πράξη τὴν εὐσέβειά τους, τὸ ζῆλο τους, τὸ μαρτυρικό τους φρόνημα.
Ποῦ πῆγε ἡ ἐκκλησία τῶν Ἁγίων, τῶν Μαρτύρων, τῶν Ὁσίων Πατέρων, ποὺ ἔχυσε ποτάμια αἵματος γιὰ νὰ ἔχετε ἐσεῖς σήμερα τοὺς θρόνους σας καὶ τὰ ποίμνιά σας;
Ὅλα χάθηκαν καὶ μείναμε ὀρφανοὶ ἀπὸ Πατέρες, ἀκυβέρνητοι στὸ πέλαγος τῆς ἀσεβείας καὶ ἀθεΐας, μὲ ὁδηγούς –φεῦ– ἐσᾶς ποὺ μᾶς πηγαίνετε ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο καὶ τελειωμὸ δὲν ἔχει ὁ κατήφορος καὶ ἡ ἄβυσσος τῆς ἀπωλείας τῶν ψυχῶν καὶ τοῦ γένους μας.
Ἅγιε Τριαδικὲ Θεέ μας, σὲ ἱκετεύουμε καὶ σὲ παρακαλοῦμε, στεῖλε μας ἕναν Ἅγιο σὰν τὸν προφήτη Ἠλία, νὰ σφάξει τουλάχιστον ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς αἰσχύνης, μήπως καὶ λογισθεῖ αὐτὸ εἰς δικαιοσύνη στὸν ἄμοιρο λαό μας, ποὺ ὁδηγεῖται ἀδίκως καὶ ἀναιτίως στὸν ἀφανισμὸ καὶ στὸν ὄλεθρο.
Ἕνας κουρασμένος ναυαγὸς
ποὺ ζητᾶ ἀπεγνωσμένα
βοήθεια