ΕΙΝΑΙ ὑπερβολικός ὁ ἰσχυρισµός πολλῶν ἀνθρώπων πώς τάχα οἱ κοινωνικές σχέσεις, οἱ κοινές ἐκδηλώσεις, οἱ συνοµιλίες καί οἱ διάλογοι λύνουν τά προβλήµατα πού ὑπάρχουν στόν κόσµο, τά κοινωνικά, πολιτικά, ἐπιστηµονικά, ἐκκλησιαστικά κ.ἄ.
Πιστεύουν ὅτι µποροῦν νά ὁδηγήσουν πρός τή λύση καί νά ἐπικρατήσει παντοῦ ἠρεµία καί ἀνέµελη συνεργασία. Στά κοινωνικά καί πολιτικά προβλήµατα µπορεῖ νά συµβάλλουν µερικῶς, ὅταν οἱ διαλεγόµενοι συµφωνοῦν µέ ἀµοιβαῖες ὑποχωρήσεις. Στά ἐκκλησιαστικά ὅµως θέµατα, κυρίως αὐτά πού ἔχουν σχέση µέ τόν οἰκουµενισµό, δέν ἰσχύει κάτι τέτοιο.
Οἱ θεολογικοί διάλογοι µεταξύ Ὀρθόδοξων καί ἑτερόδοξων δέν ἔχουν ἀποτελέσµατα, γιατί δέν ὑπάρχει ἡ ἀγαθή προαίρεση στούς ἑτερόδοξους νά βροῦν τό δρόµο πού ἔχασαν. Ἄν ὑπῆρχε, οἱ διάλογοι θά ἦταν γόνιµοι καί θά τούς ὁδηγοῦσαν στήν ἐπιστροφή πρός τήν µία Ἐκκλησία.
Οἱ διάλογοι µέ τούς ἑτερόδοξους πού διεξάγονται ἐπί δεκαετίες τώρα, δέν ἔχουν κανένα οὐσιαστικό ἀποτέλεσµα. Οὔτε ἕνας ἑτερόδοξος δέν συναισθάνθηκε τήν ἀποµάκρυνσή του ἀπό τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως. ∆έν εἴδαµε πουθενά καί σέ κανένα βήµατα ἐπιστροφῆς. Καί οἱ ἡµέτεροι οἰκουµενιστές ἐπιµένουν καί πρωτοστατοῦν στούς θεολογικούς διαλόγους, πιστεύοντας ὅτι κάτι σπουδαῖο πετυχαίνουν! Πολλές φορές µέ τίς ὑποχωρήσεις καί τούς συµβιβασµούς τους σκανδαλίζουν τούς πιστούς, ἀλλά αὐτό δέν ἐνδιαφέρει. Ἐλπίζουν ὅτι σιγά-σιγά θά ἀποδεχτοῦν αὐτά πού ἀποφασίζουν γιά λογαριασµό τους, ἀφοῦ τυχαίνει νά εἶναι ἀνώτεροι κληρικοί, στούς ὁποίους ἐπιβάλλεται σεβασµός καί ὑπακοή. Γιά ἐκείνους πού τυχόν δέν θά πειθαρχήσουν, ἔχουν τήν διαδικασία τοῦ ἀφορισµοῦ καί τῆς ἀκοινωνησίας!
Μεγάλη εὐθύνη στούς διαλόγους καί τόν οἰκουµενισµό γενικότερα ἔχει τό Οἰκουµενικό Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο δέν ἔχει ποίµνιο στήν Πόλη καί ἀσχολεῖταιµέ τούς ἀµετανόητους αἱρετικούς, τούς παπικούς καί προτεστάντες. Ὁ ἀείµνηστος µοναχός Θεόκλητος ∆ιονυσιάτης ἔλεγε σχετικά: «Ποῦ ἐγεννήθη τό θέµα τοῦ διαλόγου; Ποῦ ἀλλοῦ; Εἰς τό Φανάρι! ∆έν ἀντιτιθέµεθα εἰς πᾶσαν ἰδέαν διαλόγου µετά τῶν αἱρετικῶν. Ἡ Ἐκκλησία ἀνά τούς αἰῶνας κηρύττει τήν Ὀρθόδοξον πίστιν. Καί στούς θέλοντας νά διαλεχθοῦν, δέν ἀρνεῖται. Σηµειώνοµεν τήν δυσφορίαν µας µόνον, ὄχι δι᾿ αὐτόν τοῦτον τόν διάλογον, ἀλλά διά τήν συνέχουσαν τό Φανάριον παθολογικήν ἐπιθυµίαν τοῦ διαλέγεσθαι καί διά τήν ἐλαστικότητά του περί τά θέµατα τῆς πίστεως, µέ συνέπειαν νά φθείρεται ἡ Ὀρθοδοξία» (Ὀρδόδοξα µελετήµατα, 1974, σελ. 68).
Τόν κίνδυνο τῆς φθορᾶς τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τούς διαλόγους καί τόν οἰκουµενισµό δέν τόν ἔχουν συνειδητοποιήσει ὅλοι ὅσοι βρίσκονται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Τόν θεωροῦν ὑπερβολικό καί ἀµφισβητοῦν ἐκείνους πού µιλοῦν γι᾿ αὐτόν. Οἱ ἴδιοι ὅµως δέν ἔχουν κάποιο ἀντεπιχείρηµα. Ἁπλά ἀκολουθοῦν τούς κληρικούς πού εἶναι συµβιβασµένοι µέ τόν κόσµο καί δέν ἔχουν τήν ἀναγκαία εὐαισθησία στά θέµατα τῆς πίστης. Χρειάζεται ἐγρήγορση καί ἐκεῖνοι πού προσπαθοῦν νά διαφωτίσουν τό λαό ἐπιτελοῦν ἔργο θεάρεστο.
Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης
Ορθόδοξος Τύπος, 10/07/2015