.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Έχουμε σβήσει από τη συνείδησή μας ότι ο "Θεός ου μυκτηρίζεται"? Ιδιαίτερα από Ποιμένες και μάλιστα για θέματα Πίστεως και αιρέσεως;

Θεραπεία μέσω αυστηρότητας


Από τόν Ευεργετινό

Ο μέγας Γρηγόριος επέστρεψε κάποτε στήν πόλη του από τή γειτονική πόλη Κόμανα.
Καί επειδή σέ όλους ήταν γνωστό ότι πάνω από όλα φρόντιζε γιά τήν ανακούφιση εκείνων πού είχαν ανάγκη, δυό Εβραίοι, είτε αποβλέποντας σέ κάποιο κέρδος είτε επιδιώκοντας τόν εμπαιγμό του, ως δήθεν ευκολόπιστου, παραφύλαξαν στό δρόμο, απ όπου θά περνούσε.

Καί ο ένας ξάπλωσε ανάσκελα στήν άκρη τού δρόμου καί έκανε τόν πεθαμένο. Ο άλλος πάλι, θρηνώντας τάχα τό νεκρό, μοιρολογούσε υποκριτικά καί φώναξε στόν άγιο, πού περνούσε μπροστά τους:
Αυτός ο δύστυχος πέθανε ξαφνικά, καί κείτεται γυμνός, απροετοίμαστος γιά τήν ταφή! Σέ παρακαλώ, άνθρωπέ μου, μήν παραβλέψεις τό ιερό χρέος, αλλά νά λυπηθείς τή φτώχειά του καί νά προσφέρεις κάτι, ό,τι έχεις, γιά νά μπεί τελευταίο στολίδι στό σώμα του.
Αυτά έλεγε καί έτσι ικέτευε τόν άγιο ο Εβραίος. Κι εκείνος, χωρίς καθόλου νά εξετάσει τήν υπόθεση, έβγαλε τόν μανδύα του, τόν 
έριξε πάνω στόν ξαπλωμένο καί συνέχισε τό δρόμο του.
Μόλις προσπέρασε κι έμειναν μόνοι τους οι εμπαίκτες, εκείνος ο απατεώνας άλλαξε τόν ψεύτικο θρήνο σέ γέλιο. Καγχάζοντας από ευχαρίστηση γιά τό κέρδος, πού αποκόμισαν μέ τήν απάτη, προκαλούσε τόν ξαπλωμένο σύντροφό του νά σηκωθεί. Ο άλλος όμως έμενε στήν ίδια θέση, χωρίς ν ακούει τίποτε απ όσα τού έλεγε!

Φώναξε πιό δυνατά. Τόν σκούντησε καί μέ τό πόδι του. Αυτός όμως ούτε τή φωνή άκουσε ούτε τό χτύπημα ένιωσε. Ήταν πάντα ξαπλωμένος στήν ίδια στάση. Ήταν νεκρός! Μόλις έπεσε πάνω του ο μανδύας, τόν βρήκε στ αλήθεια ο θάνατος, πού υποκρινόταν γιά νά εξαπατήσει τόν άγιο. Έτσι δέν έπεσε έξω ο άνθρωπος τού Θεού αλλά γιά τό σκοπό πού έδωσε τό μανδύα του, γι αυτόν ακριβώς χρησιμοποιήθηκε από εκείνους πού τόν πήραν.Άν τώρα τό αποτέλεσμα τούτο, πού έφεραν η πίστη καί η δύναμη τού μεγάλου Γρηγορίου, φαίνεται σκληρό καί θλιβερό, άς μήν παραξευνεύεται κανείς. Άς θυμηθεί τόν απόστολο Πέτρο. Γιατί κι εκείνος φανέρωνε τή δύναμη πού είχε όχι μόνο μέ ευεργεσίες, θεραπεύοντας τίς αρρώστιες τών ανθρώπων καί μέ τή σκιά τού σώματός του μονάχα, αλλά καί μέ τήν καταδίκη σέ θάνατο τού Ανανία, πού καταφρόνησε τή δύναμη τού Αγίου Πνεύματος, η οποία ενοικούσε στόν απόστολο. Καί τούτο, νομίζω, γιά νά συνετισθούν μέ τό φόβο όσοι από τό λαό είχαν τάσεις καταφρονήσεως καί νά παιδαγωγηθούν από τό φοβερό εκείνο παράδειγμα, ώστε νά μήν πέσουν σέ όμοια σφάλματα.