.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΚΕΣΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Περί ιεροκατηγορίας



Ιεροκατηγορία είναι όταν κατηγορείς Ιερείς, Επισκόπους και Πατριάρχες. Π.χ. το να πούμε ότι ο τάδε Επίσκοπος είναι λαίμαργος, αυτό είναι ιεροκατηγορία, ακόμα και αν έχουμε δίκιο, πόσω μάλλον όταν δεν έχουμε. Δηλαδή, όταν αναφερόμαστε σε πάθη και αδυναμίες των ιερέων, ακόμα και αν έχουμε δίκιο και λέμε την αλήθεια, είμαστε ιεροκατήγοροι, διότι για πνευματικά σφάλματα ή αδυναμίες που έχουν να κάνουν με τους ιερείς μας, δεν έχουμε το δικαίωμα όχι μόνο να κατακρίνουμε αλλά ούτε καν να κρίνουμε, αντιθέτως πρέπει να τους δικαιολογούμε. Θα εξετάσουμε αν το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις, α) θεμάτων Πίστεως, β) αμαρτιών που γίνονται φανερά ή γ) για αμαρτήματα με προβλεπόμενα κανονικά επιτίμια.

Μερικοί λένε ότι, ναι και σε θέματα πίστεως και γενικότερα παντού το ίδιο ισχύει. Το θέμα όμως δεν είναι τι λένε μερικοί ή τι λέμε εμείς, ακόμη και τι λένε μεμονωμένοι Επίσκοποι και Πατριάρχες, αλλά τι λένε οι Πατέρες και οι Ιεροί Κανόνες. Η δική μας γνώμη είναι άνευ ιδιαίτερης αξίας. Αυτό θα πει Ορθοδοξία και Ορθόδοξος, το να υπακούς με ακρίβεια στις επιταγές των Κανόνων και στις διδασκαλίες και ερμηνείες των Πατέρων.
Σύμφωνα λοιπόν με τους Πατέρες, όταν βάλλεται και νοθεύεται η Πίστη έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε, ελέγχουμε, ακόμη και να εξεγειρόμαστε και δη απέναντι και σε Πατριάρχες. Μερικά παραδείγματα, αν και υπάρχουν πάρα πολλά, λόγω όμως οικονομίας χρόνου ενδεικτικώς αναφέρομε ολίγα: Ο Ευσέβιος, όντας λαϊκός, έλεγξε τον Πατριάρχη Νεστόριο (τον αποκάλεσε αιρετικό) και για αυτήν την πράξη του όχι μόνο δεν επιπλήττεται ως ιεροκατήγορος από τους Πατέρες, αλλά αντιθέτως επαινείται[1] και σαν να μην έφτανε αυτό, τον έκαναν και Επίσκοπο. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εξάλλου, λέγει για τουςλαϊκούς που καταφέρονται εναντίον των ιερέων για θέματα Πίστεως: «Δεν τους κατακρίνω», «τους επαινώ», «θα ευχόμουν να είμαι ένας από αυτούς»[2]. Όχι μόνο δεν τους μέμφεται ως ιεροκατήγορους, αλλά τους επαινεί και εύχεται να είναι ένας από αυτούς. Άγιος Δαλμάτιος: «Ο Επίσκοπος που παύει να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, χάνει την θεία Χάρη και καθίσταται καταραμένος και απορριμμένος στο πυρ το εξώτερον»[3]. Άγιος Σωφρόνιος, αναφερόμενος στον Σεβήρο προ της Συνοδικής του καταδίκης: «Των Αντιοχέων της Αγιωτάτης Εκκλησίας μοιχό ανωμότατο και φθορέα βδελυρώτατο»[4]. Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, αναφερόμενος στον Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα: «Λαμπρότατο ψεύτη και συκοφάντη προφανέστατο»[5]. Οι παραπάνω Πατέρες (όπως και πολλοί άλλοι Πατέρες• θα μπορούσα βιβλίο να γράψω με παρόμοιες εκφράσεις) ασφαλώς δεν ιεροκατηγορούσαν, διότι όπως αποδείχθηκε, όταν περί Πίστεως βασίμως ελέγχουμε, δεν είναι ιεροκατηγορία αλλά επαινετή ομολογία.
Τι γίνεται τώρα στις περιπτώσεις, που κάποιος Επίσκοπος υποπίπτει σε αμαρτίες με προβλεπόμενα από τους Ιερούς Κανόνες επιτίμια; Ο Άγιος Νικόδημος είναι σαφής σε αυτό το θέμα: : «...Αν ίσως τινάς Επίσκοπος ήθελε κατηγορηθεί από αξιόπιστους και ακατηγόρητους ανθρώπους δια κανένα εκκλησιαστικό έγκλημα, είναι ανάγκη να καλήται από τους Επισκόπους σε κρίσιν. Και αν μεν έλθη και ομολογήση αυτός αφ' εαυτού, ότι είναι αληθής αυτή η κατηγορία...τότε να ορίζεται παρά των Επισκόπων το οφειλόμενον κατ' αυτού επιτίμιον...»[6]. Οπότε, όταν πρόκειται για αμαρτήματα με προβλεπόμενα από τους Κανόνες επιτίμια (που πρέπει όμως να είμαστε σε θέση να τα αποδείξουμε, διότι αν δεν μπορέσουμε, ακόμα και αν λέμε την αλήθεια θα καταδικαστούμε ως ιεροκατήγοροι), είναι επιτρεπτό να εγκαλούμε τους Επισκόπους στην Σύνοδο. Η λαιμαργία π.χ. δεν είναι αμάρτημα το οποίο έχει κάποιο προβλεπόμενο από τους Κανόνες επιτίμιο, οπότε ακόμα και αν είναι ο πιο λαίμαργος, αν τον χαρακτηρίσω έτσι είμαι ιεροκατήγορος. Αν όμως είναι ομοφυλόφιλος, οπωσδήποτε πρέπει να τον εγκαλέσω στην Σύνοδο. Φανταστείτε να ερμηνεύαμε με την λογική κάποιων, ότι η ιεροκατηγορία είναι πάντα και παντού, ασχέτως αν έχει να κάνει με την πίστη κτλ. Τότε αυτό θα σημαίνει, ότι γνωρίζω π.χ. ότι ο τάδε Επίσκοπος είναι ομοφυλόφιλος, και ενώ έχω αποδείξεις γι’αυτό, παρά ταύτα τον αφήνω ανέγκλητο να ιερουργεί, να δίδει ευλογία, να ψαύει τα Ιερά σκεύη (!), να ακουμπά το Σώμα και Αίμα του Χριστού και να το καταλύει (!!!), ενώ το προηγούμενο βράδυ διέπραξε ενδεχομένως σοδομικές πράξεις• και καθίσταμαι έτσι συνένοχός του με την πρόφαση ότι θέλησα να αποφύγω την ιεροκατηγορία. Μας το βεβαιώνει και ο άγιος Νικόδημος στο ιερό Πηδάλιο λέγοντας ότι, αν κάποιος ξέρει για αμαρτήματα ιερέων και δεν πηγαίνει στον Επίσκοπο να του το πει μυστικά, ώστε να σταματήσει η αμαρτία με δική του ενέργεια, με την σιωπή του σκεπάζει την αμαρτία και επιτάσσει αυτός να κανονίζεται με το να απέχει από την θεία Κοινωνία για τόσον χρόνο όσο ορίζει το επιτίμιο για την αμαρτία που σκέπασε[7]. Όπως αποδείξαμε πιο πάνω, ο Άγιος Νικόδημος είναι σαφής στο Πηδάλιο• όχι μόνο ιεροκατήγορους δεν ονομάζει εκείνους που εγκαλούν, αλλά γι’ αυτούς που δεν εγκαλούν ζητεί να τους επιβάλλεται το επιτίμιο που θα οριζόταν για τον παραβάτη Επίσκοπο ή ιερέα.
Και τέλος, να πούμε δύο λόγια για τα αμαρτήματα που γίνονται φανερά. Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Τα δημοσίως λεγόμενα και πραττόμενα δημοσίως να ελέγχονται»[8]. Μ. Αθανάσιος: «Εάν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, οι όντες οφθαλμοί της Εκκλησίας, κακώς αναστρέφονται και σκανδαλίζουν (εννοείται φανερά) τον λαόν, είναι συμφερότερο να τους εκβάλουμε από τους ευκτήριους οίκους παρά να βρεθούμε μετ’ αυτών, ως μετά Άννα και Καϊάφα, εις την γέενναν του πυρός» [9]. Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: «Τι κάνεις άνθρωπε; Παραβιάστηκε ο νόμος, περιφρονήθηκε η σωφροσύνη, τόσα πολλά παραπτώματα τόλμησε και έκανε ιερέας, τα άνω κάτω έγιναν, και δεν φρίττεις... δεν πονάς, δεν επιτιμάς, δεν γίνεσαι φοβερός τιμωρός των νόμων του Θεού, αλλά συμμετέχεις; Και ποια συγγνώμη είναι δυνατόν να έχεις; Μήπως ο Θεός δηλαδή χρειάζεται εκδικητή; Μήπως χρειάζεται βοηθούς; Αλλά θέλει να γίνεις υπηρέτης του, για να μην πέσεις στα ίδια παραπτώματα, γινόμενος σωφρονέστερος με την αγανάκτηση σου με τον άλλον, ώστε και από αυτό να δείξεις την ευσέβεια σου προς τον Θεό. Διότι όταν αμαρτήσει κάποιος και το παραβλέψεις και δεν το ελέγξεις, ούτε πονέσεις, κάνεις την ψυχή σου πιο οκνηρή και πιο εύκολη στην πτώση... Αυτά δε έχουν λεχθεί...για κάθε αμάρτημα...»[10]. Ας διαβάσει κάποιος την παραπάνω ομιλία του μεγίστου θεολόγου και αγίου της Εκκλησίας μας Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Στην συνάφεια εκείνη, ο άγιος ομιλεί για αμαρτήματα που δεν έχουν να κάνουν με τα της Πίστεώς μας, αλλά είναι ηθικά αμαρτήματα. Απορεί ο άγιος: Αμαρτήματα ιερέων και δεν επιτιμάς, αντιθέτως κοινωνείς; Στη συνέχεια μάς λέγει ότι δεν θα είμαστε άξιοι συγνώμης για την σιωπή μας, και άλλα πολύ ενδιαφέροντα. Αν όλα αυτά ήσαν ιεροκατηγορία, θα μας υποχρέωνε ο άγιος Ιωάννης να ελέγχουμε; Όπως καταλαβαίνει ο κάθε νοήμων από την παραπάνω εκτεθείσα διδασκαλία των Πατέρων, αμαρτήματα που γίνονται φανερά, έχουν ανάγκη ελέγχου έστω και αν διαπράττονται από Επισκόπους, ακόμα και αν τα αμαρτήματα δεν έχουν σχέση με την Πίστη αλλά με την ηθική.
Να πούμε βέβαια ότι, όλα τα παραπάνω δεν πρέπει να γίνονται με εμπάθεια, αλλά να αποσκοπούν στην διόρθωση των Πατέρων μας και στην διαφύλαξη των αδελφών μας, λόγω αγάπης και ενδιαφέροντος γι’ αυτούς. Το ότι οι περισσότεροι από εμάς ενδεχομένως να ελέγχουν από εμπάθεια, αυτό δεν σημαίνει ότι το μεν αναιρεί το δε. Να πούμε επίσης στους αδελφούς μας (αν μπορούμε να τους αποκαλέσουμε έτσι) Οικουμενιστές, ότι επειδή δεν γνωρίζουν αν ο καθένας που τους ελέγχει, δικαίως και νομίμως δε, το κάνει από εμπάθεια ή όχι, καλό θα ήταν να μην κατακρίνουν ως ιεροκατήγορους εκείνους που τους ελέγχουν, κινδυνεύοντας έτσι να κατακριθούν οι ίδιοι στο τέλος...

ΚΕΣΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

[1]Πεντάβιβλος, Αντίρρησις κατά των Νεστορίου δυσφημιών, 1, 5, PG 76, 41ε. (μεταγλώττιση)
[2]Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγ. Β΄, ΕΠΕ, τ. 1ος, σελ. 177
[3]Αρχιμ. Βασιλείου Παπαδάκη, Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας, σελ. 80
[4]PG 87 Γ' , 319 BC
[5]ΕΠΕ τομ. 3, σελ 570
[6]Ερμηνεία ΟΔ' Αποστολικού Κανόνος
[7]Ερμηνεία Μ. Βασιλείου, Κανών ΟΑ'
[8]ΕΠΕ 23, 392
[9]P.G. 35,33=ΒΕΠΕΣ 33, 199
[10]ΕΠΕ 6, 275, Ρ.G. 55, 252