.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Φοβαμαι μηπως αυτη η αναβολη που μας δινει ο Θεος ειναι η τελευταια!



Τελευταῖο ἀπόσπασμα από το κήρυγμα της Κυριακῆς

Αν ἔμεινε μέσα σας μιά σπίθα πίστεως, γονατίστε, προσευχηθῆτε καὶ δια­βάστε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα ποὺ προφητεύει η Αποκαλυψη. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πληρώσῃ ἡ ἁμαρτωλὴ ἀν­θρωπότης ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.
Πρέπει νὰ εὐ­χαριστήσουμε τὸν Θεό γιὰ τὴ μακροθυμία του.

Εἶμαι κ᾽ ἐγώ, ἀδελφοί μου, ἁμαρτωλὸς σὰν κ᾽ ἐσᾶς καὶ τρέμω. Μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεὸς πολ­λὲς φορὲς παράτασι καὶ νέες προθεσμίες. Αὐ­τὸ δὲν ζητᾶμε κάθε φορὰ στὴ Δοξολογία; Κύριε, «παράτεινον τὸ ἔλεός σου τοῖς γινώσκουσί σε» (Ψαλμ. 35,11)· δῶσε μας παράτασι, μιὰ ἀναβολή, μέρες καὶ ὧρες νὰ μετανοήσουμε. Φοβᾶμαι μήπως ἡ ἀναβολὴ αὐτὴ εἶνε ἡ τελευταία.
Δὲν θὰ μείνῃ αὐτὸς ὁ κόσμος ἀτιμώρητος. Δὲν μπορεῖς, ἀγαπητέ μου, τὴν ὥρα ποὺ χτυπᾷ ἡ καμπάνα ἐσὺ νὰ βλαστημᾷς τὸ Θεό· δὲν μπο­ρεῖς νὰ διώχνῃς τὴ γυναῖκα του κι αὐτὴ νὰ τρέ­χῃ σὰν τρελλή· δὲν μπορεῖς νὰ ἀδικῇς καὶ νὰ κλέβῃς. Εἶνε γραμμένα ὅλα αὐ­τὰ στὰ τεφτέρια τοῦ οὐρανοῦ. Ὑπάρχει ἕν­α μάτι ποὺ τὰ βλέ­πει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀ­κούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα. Θά ᾿ρθῃ ὥ­ρα – ἔρχεται, ποὺ θὰ πληρώσουμε μὲ τόκο καὶ ἐπιτόκιο ὅλα τὰ ἁ­μαρτήματα· τὶς μοιχεῖες, τὰ διαζύγια, τὶς βλα­στήμιες, τὶς ἀσέβειες, τὶς ψευδορκίες, ὅλη τὴν ἀ­σέβειά μας. Εἶνε τελευταία προθεσμία.
Φοβᾶμαι γιὰ τὸ ἔθνος μας, γιὰ τὸ λαό μας, μήπως φτάσαμε στὸ δώδεκα παρὰ πέντε. Μικρὸ διάστημα μένει. Ἐὰν ἀφήσουμε νὰ περάσῃ καὶ ἡ προθεσμία αὐτὴ καὶ δὲν γονατίσουμε, δὲν κλάψουμε, δὲν δείξουμε τὴ μετάνοιά μας εἰ­λι­κρινά, φοβᾶμαι. Τί φοβᾶμαι; Ἐμένα ρω­τᾶ­τε; Ἀντέστε στὰ σπίτια σας. Ἂν εἶστε Χριστι­α­νοί, ἂν πιστεύετε, ἂν ἔχετε καρδιά, ἂν σᾶς ἔ­μεινε μέσα μιὰ σπίθα, μὴ ρωτᾶτε ἐμένα. Γονα­τίστε, προσευχηθῆτε, ἀνοῖξτε τὴν Ἀποκάλυψι καὶ δια­βάστε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα ποὺ προφητεύει. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πληρώσῃ ἡ ἁμαρτωλὴ ἀν­θρωπότης ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.
Ὦ Χριστέ! Ὦ Παναγία, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν ἐλεηθῆναι καὶ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος