Στην οικογένεια που συχνότατα πήγαινε ο Παππούς (άγιος Νικόλαος Πλανάς), τον χώρο τους εντός της αυλής τον είχε νοικιάσει ένας τσαγκάρης κομουνιστής, εκ των σημαινόντων στελεχών. Το μίσος του προς όλους, και εξαιρετικώς προς τους ιερείς, δεν είχε όρια. Εκεί που εργαζόταν παραληρούσε μονολογώντας, από πού θα αρχίσει με την παρέα του να σφάζουν τους παππάδες.
Και έλεγε:
- «Πρώτα – πρώτα, θα σφάξουμε τους παπάδες της Ζωοδόχου Πηγής».
Και έλεγε συνέχεια και για τους άλλους. Όπως σας είπα αυτός εργαζόταν εντός της αυλής. Ο Παππούς με την καλοσύνη του πήγε κοντά του και του λέει:
- «Καλησπέρα, παιδί μου».
Εκείνος, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του από την δουλειά του, κάτι μουρμούρισε. Το άλλο Σάββατο πήγε πάλι ο Παππούς:
- «Καλησπέρα, Λουκά μου».
Εκείνος του απάντησε «καλησπέρα», και πάλι χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του. Σε τρίτη επίσκεψη, του λέει πάλι ο Παππούς:
- «Καλησπέρα, Λουκά μου, τι κάνεις παιδί μου»;
Εδέησε να πει «καλά, παππού».
Συνέχεια ο Παππούς να τον επισκέπτεται εκεί που δούλευε, ώσπου έσπασε ο πάγος. Σηκώνεται από τη δουλειά του, τού ασπάζεται με σεβασμό το χέρι, και λέει σε μας:
- «Όταν θα σκοτώσουν τους παπάδες, εγώ θα πω για τον παπα-Νικόλα να μην τον σκοτώσουν. Και όχι μόνο θα πω, αλλά θα τον περιφρουρήσω».
Κατόπιν όταν ερχόταν ο Παππούς, έσπευδε αυτός να τον συναντά και να του φιλά το χέρι. Ούτε ήξερε ο Παππούς τις προθέσεις του, ούτε από κομμουνισμό είχε ιδέα, ούτε και την μεταβολή του κατάλαβε -έτσι νομίζουμε εμείς.- Ποιος ξέρει πώς έβλεπε αυτός με το διορατικό της ψυχής του.
Λοιπόν, ο κομμουνιστής αυτός, όσα κηρύγματα και αν άκουγε και όσες συμβουλές να του έλεγαν, τίποτα από αυτά δεν θα μπορούσε να επιδράσει στην πωρωμένη ψυχή του, όσο η αγαθότητα του πολιού αυτού γεροντάκου, με το να τον επισκέπτεται όρθιος κάθε φορά, αδιαφορώντας αν αυτός κατ’ αρχήν τον περιφρονούσε. Με την ευχούλα του Παππούλη μετανόησε. Και όταν σε λίγο καιρό αρρώστησε με μία ασθένεια (παράλυση των κάτω άκρων των ποδιών του) και πέθανε σε ηλικία 30 ετών, εκοιμήθη ως καλός χριστιανός και χωρίς να… σκοτώσει κανέναν.
Αυτήν την επίδραση είχε η φυσιογνωμία του Παππού σε όσους τον γνώριζαν. Και για αυτό δεν είχε εχθρό κανέναν. Μόνο τον σατανά, αλλά και αυτόν τον εκμηδένιζε δια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, που είχε εγκατασταθεί στην ψυχή του».
''Ο άγιος παπα-Νικόλας Πλανάς'', εκδόσεις Αστήρ σελ. 62-63