.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

“Όταν κοιμάσαι και έρχεται ο πονηρός να κάνεις τον Σταυρό σου, να γυρίζεις από το άλλο πλευρό και θα φύγει..”



Διηγείτο ο Παπα – Χαράλαμπος ο Διονυσιάτης, συνασκητής του Γέροντα Ιωσήφ του Σπηλαιώτη:

“Τις πρώτες δύο-τρεις βραδιές που ήρθα και έμεινα στο ασκητήριο του γερό-Ιωσήφ ως κοσμικός, ο διάβολος τέτοια λύσσα είχε, που δε μ’ άφηνε να κοιμηθώ και να κάνω προσευχή. Πάω να κοιμηθώ και να, ο διάβολος επάνω μου ολόκληρος. Πότε σαν σκύλος, πότε σαν άνθρωπος, πότε σαν λιοντάρι.Εγώ από τον φόβο μου σηκωνόμουν και έκανα προσευχή. Έμεινα άϋπνος τελείως και την ημέρα δεν μπορούσα να κάνω τα καθήκοντά μου, να προσευχηθώ.

Όταν με ρώτησε ο Γέροντας πως περνώ, του είπα τι συμβαίνει. Με συμβούλεψε, όταν κοιμάμαι και έρχεται ο διάβολος από το ένα μέρος, να γυρίζω από το άλλο. “Να κάνεις τον Σταυρό σου, να γυρίζεις από το άλλο πλευρό και θα φύγει. Μη δίνεις σημασία. Θα μάθεις να τον πολεμάς και ύστερα δεν θα τον προσέχεις καθόλου”. Έτσι πραγματικά και έγινε.

Αφού έπαθα μερικές φορές από το θέλημά μου και είδα ότι ο Γέροντας έχει δίκιο, έπειτα έβαλα μυαλό. Από τότε ούτε σκεπτόμουν τι θα κάνω. Ότι πει ο Γέροντας. Τίποτα δε σκεφτόμουν. “Κάνε παπά αυτό”, έλεγε, “να’ ναι ευλογημένο”. Σαν υποτακτικός δεν είχα στόμα. Μόνο αυτιά.

Μου έλεγε ο Γέροντας κάτι και αμέσως έτρεχα να κάνω την εντολή του Γέροντα. Έκτοτε πήρα πολλή χάρη. Όταν άρχισα να μην αντιλέγω στον Γέροντα και στους αδελφούς ακόμη, με επισκεπτόταν η χάρη συχνά. Πλημμύρισα από χάρη κάνοντας υπακοή”.

από το βιβλίο: «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ» (Άγιον Όρος 2011).