.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Αρετή και αναγνώριση

Προ ημερών βρέθηκα σε φιλολογικό σπίτι, και αναζητώντας (απαραίτητο) μεσημβρινό ανάγνωσμα έπιασα από τη βιβλιοθήκη τον Επιτάφιο του Περικλή και τον διάβασα ολόκληρο, μερικές δεκαετίες μετά την πρώτη σχολική γνωριμία μαζί του. 
Προσπερνώντας τα πολλά άλλα γνωμικά και διδάγματα του κειμένου, στάθηκα στην προτελευταία παράγραφο, όπου ο Θουκυδίδης βάζει στο στόμα του ‘πρώτου ανδρός’ την ακόλουθη φράση: «ἆθλα γὰρ οἷς κεῖται ἀρετῆς μέγιστα, τοῖς δὲ καὶ ἄνδρες ἄριστοι πολιτεύουσιν». 
Σε σύγχρονη γλώσσα: «Εκεί όπου ορίζονται σπουδαία έπαθλα για την ανδρεία (ή την αρετή, γενικώτερα), εκεί υπάρχουν και οι άριστοι πολίτες»[μετάφρ. Α. Βλάχου]. Αυτά τα περισπούδαστα έλεγε ο Περικλής τιμώντας τους νεκρούς του πρώτου χρόνου του Πελοποννησιακού Πολέμου.

Έρχομαι στη σημερινή πραγματικότητα. Αν στην πολιτεία δεν βραβεύεται η αριστεία αλλά η αχρηστία, τότε επικρατούν οι άχρηστοι πολίτες. Αν επιδοκιμάζεται η αλητεία, κάνουν κουμάντο οι αλήτες. Αν η καπατσοσύνη, η απατεωνία, η αναίδεια, είναι ‘προσόντα’ που εξασφαλίζουν την ανέλιξη σε δημόσιους άνδρες, τότε γιατί οι πολίτες να βάλουν για ιδανικά ‘τἀναντία τούτων’; 
Όπως η ατιμωρησία προάγει και συντηρεί την παρανομία και ασυδοσία, έτσι και η μη αναγνώριση της νομιμότητας και της αληθινής αξίας κατεβάζει τον κοινωνικό πήχυ στο κατώτερο δυνατό επίπεδο. Απλά αρχαιοελληνικά μαθήματα, και γι’ αυτό ‘ψιλά γράμματα’ για τους κρατούντες.