Ὅταν ὑποφέρουμε ἄδικα, πρέπει νά ξέρουμε ὅτι αὐτό συμβαίνει μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, εἴτε γιά νά ξεχρεώσουμε ἁμαρτίες εἴτε γιά νά πάρουμε στεφάνια.Ὁ βασιλιάς Δαβίδ, ὅταν ὁ Σεμεΐ τόν ἔλουζε μέ βρισιές καί κατάρες, δέν ἄφησε κανένα νά τόν πειράξει«Ἀφῆστε τον», εἶπε, «νά μέ βρίζει, γιά νά δεῖ ὁ Κύριος τήν ταπείνωσή μου καί νά μοῦ ἀνταποδώσει καλό γιά τίς κατάρες πού δέχομαι σήμερα» (Β' Βασ. 16:11-12). Καί γιά τόν ἀκόλαστο ἐκεῖνο Κορίνθιο τί εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Νά παραδοθεῖ στόν σατανᾶ, γιά νά τοῦ ἀφανίσει τό σῶμα καί νά σωθεῖ ἔτσι ἡ ψυχή του» (πρβλ. Α' Κορ. 5:5). Ἀλλά καί ὁ φτωχός Λάζαρος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς γι' αὐτόν τόν λόγο πῆγε στόν τόπο τῆς εὐφροσύνης, ἐπειδή ὑπέφερε τόσα καί τόσα στήν ζωή του.
Πολλοί νομίζουν πώς εἶναι ὁπωσδήποτε ἁμαρτωλός ἐκεῖνος πού ὑποφέρει. Ὑποθέτουν, ἀνόητα ὅμως καί ἀβάσιμα, πώς οἱ συμφορές ἔρχονται πάντα σάν τιμωρία γιά τήν παράβαση τοῦ θείου νόμου. Αὐτό ἔγινε στήν περίπτωση τοῦ δίκαιου καί πολυβασανισμένου Ἰώβ. Οἱ τρεῖς φίλοι του, πού τόν ἐπισκέφθηκαν στήν διάρκεια τῆς δοκιμασίας του, μολονότι δέν ἤξεραν καμιάν ἁμαρτία του, τοῦ ἔλεγαν: «Δέν εἶναι μεγάλη ἡ κακία σου καί ἀνυπολόγιστες οἱ ἁμαρτίες σου;» (Ἰώβ 22:5).
Μά κι ὁ Σεμεΐ, πού ἀνέφερα πιό πρίν, γιατί ἔβριζε τόν Δαβίδ; Ἐπειδή τότε εἶχε ἐπαναστατήσει ἐναντίον τοῦ βασιλιᾶ ὁ γιός του Ἀβεσσαλώμ. Καθώς, λοιπόν, προσπαθοῦσε νά ξεφύγει ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ γιοῦ του, πού τόν καταδίωκαν γιά νά τόν ἐξοντώσουν, ὁ Δαβίδ συνάντησε τόν Σεμεΐ. Κι ἐκεῖνος νόμιζε πώς ὁ βασιλιάς, γιά νά βρεθεῖ σ' αὐτήν τήν δοκιμασία, ἦταν φονιάς. Νά γιατί ἄρχισε νά τόν βρίζει καί νά τόν καταριέται.
Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν βρέθηκε στό νησί Μελίτη, μετά τό ναυάγιο τοῦ πλοίου πού τόν μετέφερε στήν Ρώμη. Μιά ὀχιά τόν δάγκωσε τότε στό χέρι. Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ, βλέποντας τό ἑρπετό νά κρέμεται ἀπό τό χέρι του, ἔλεγαν μεταξύ τους: «Ὁπωσδήποτε φονιάς εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Σώθηκε ἀπό τήν θάλασσα, ἀλλά ἡ θεία δίκη δέν τόν ἄφησε νά ζήσει» (Πράξ. 28:4).
Καί σήμερα ἀκούω πολλούς νά λένε: Ἄν ὁ Θεός ἀγαποῦσε τούς φτωχούς, δέν θά τούς ἔκανε φτωχούς". Καί ἄλλους, βλέποντας ἕναν ἐλεήμονα ἄνθρωπο νά ὑποφέρει ἀπό βαρειά ἀρρώστια, νά ρωτᾶνε: «Τί ἔγιναν οἱ ἐλεημοσύνες του; Τί ἔγιναν οἱ καλοσύνες του;". "Ἀνόητες ἐρωτήσεις.
Πῶς κατηγορεῖς, ἄνθρωπέ μου, τόν Θεό μέ τόση εὐκολία καί ἐπιπολαιότητα; Μπορεῖ ποτέ ὁ Θεός νά μισεῖ τούς φτωχούς, καί μάλιστα τούς ἐνάρετους, καί ν' ἀγαπάει τούς πλουσίους, καί μάλιστα τούς κακούς καί ἄσπλαχνους; Γιά νά μήν ἁμαρτάνεις μέ τέτοιες βλάσφημες ἄλλα καί παράλογες σκέψεις, θά σοῦ ἐξηγήσω τί ἀγαπάει καί τί ἀποστρέφεται ὁ Θεός.
Ὁ Θεός ἀγαπάει ὅποιον τηρεῖ τίς ἐντολές Του.
«Αὐτόν», λέει, «θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου» (Ἰω. 14:21). Ὄχι αὐτόν πού ἔχει πλούτη, ὄχι αὐτόν πού ἔχει ὑγεία, μά αὐτόν «πού κρατάει τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ». Καί ποιόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός; Αὐτόν πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές Του.
Ὅταν, λοιπόν, δεῖς κάποιον πού περιφρονεῖ τό θέλημα καί τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, εἴτε πλούσιος εἶναι, εἴτε ὑγιής, νά μήν ἀμφιβάλλεις ὅτι τόν ἀποστρέφεται ὁ Κύριος. Ἀπεναντίας, τόν ἐνάρετο καί εὐσεβῆ, εἴτε φτωχός εἶναι, εἴτε ἄρρωστος, τόν ἀγαπάει. Δέν ἄκουσες τί λέει ἡ Γραφή; «Παιδεύει ὁ Κύριος ὅποιον ἀγαπάει καί μαστιγώνει ὅποιον ἀναγνωρίζει γιά παιδί του» (Παροιμ. 3:12).Θά μοῦ πεῖς, βέβαια, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι σκανδαλίζονται μ' αὐτό. Φταίει τό μυαλό τους. Γιατί δέν κάνουν τήν ἁπλή τούτη σκέψη: Ἡ ἀμοιβή δέν δίνεται στήν παροῦσα ζωή. Ἐδῶ εἶναι τό στάδιο τῶν ἀγώνων. Τά βραβεῖα καί τά στεφάνια θά δοθοῦν στήν ἄλλη ζωή.
Δέν πρέπει νά λυπόμαστε γι' αὐτούς πού δοκιμάζονται καί ὑποφέρουν, ἀλλά γι' αὐτούς πού, ἐνῶ ἁμαρτάνουν, δέν τιμωροῦνται.
Οἱ τιμωρίες, ἄλλωστε, ἐμποδίζουν ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὁδηγοῦν στήν ἀρετή."Ἄν ὅμως εἶναι ἔτσι", θά μοῦ πεῖτε, "ἄν πράγματι ἀπομακρύνουν τό κακό οἱ τιμωρίες, τότε γιατί νά μή μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός γιά κάθε ἁμαρτία μας;". Θά σᾶς ἀπαντήσω: Ἄν ὁ Θεός τιμωροῦσε τόν κάθε ἄνθρωπο γιά κάθε ἁμαρτία του, ἡ ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη θ' ἀφανιζόταν καί ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας θά χανόταν. Κοίτα, λ.χ., τήν περίπτωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἄν ὁ Θεός τόν τιμωροῦσε γιά τόν διωγμό τῶν χριστιανῶν, ἄν πολύ περισσότερο τόν θανάτωνε, πῶς θά μποροῦσε νά μετανοήσει, νά πραγματοποιήσει τόσα θεάρεστα ἔργα καί νά ὁδηγήσει τήν οἰκουμένη ἀπό τήν πλάνη στήν ἀλήθεια; Δές καί τούς γιατρούς, πῶς ἐνεργοῦν. Ὅταν παρουσιαστεῖ κάποιος βαριά πληγωμένος, ἐφαρμόζουν θεραπευτική ἀγωγή ἀνάλογη ὄχι μέ τόν ἀριθμό καί τό μέγεθος τῶν πληγῶν, ἄλλα μέ τήν ἀντοχή τοῦ ὀργανισμοῦ. Γιατί ποιά ἡ ὠφέλεια, ἄν κλείσουν οἱ πληγές ἀλλά πεθάνει ὁ ἄνθρωπος;
Γι' αὐτό καί ὁ Θεός οὔτε ὅλους μαζί τούς ἁμαρτωλούς τιμωρεῖ οὔτε ἀνάλογα μέ τ' ἁμαρτήματά τους. Οἱ τιμωρίες Του εἶναι σταδιακές, μεθοδικές καί σκόπιμες. Πολλές φορές, τιμωρώντας ἕναν ἄνθρωπο, συνετίζει πολλούς. Κάτι τέτοιο κάνουν καί οἱ γιατροί, ὅταν κόβουν ἕνα σάπιο μέλος γιά νά ἐξασφαλίσουν τήν ὑγεία στό ὑπόλοιπο σῶμα.
Ὅταν βλέπεις ἕναν μέθυσο νά γίνεται νηστευτής ἥ ἕναν αἰσχρολόγο νά ψάλλει θείους ὕμνους, νά θαυμάζεις τήν μακροθυμία τοῦ Κυρίου, νά ἐγκωμιάζεις τήν μετάνοια καί νά λές μαζί μέ τόν ψαλμωδό: «Αὐτή ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἔργο τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76:11). Δηλαδή, τήν θαυμαστή αὐτήν μεταβολή τήν πραγματοποίησε τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ, ἡ δυνατή ἐπέμβαση καί ἐνέργειά Του.
Κάθε ἔργο πού ἀποσκοπεῖ στήν σωτηρία ψυχῶν, δέχεται ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθέσεις. Μόλις γεννήθηκε ὁ Χριστός, ξέσπασε ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη.
Κι ἔσυ, ἄν ἀξιωθεῖς κάποτε νά ὑπηρετήσεις μ' ὁποιονδήποτε τρόπο τόν Θεό, θά ὑποφέρεις πολύ, θά πονέσεις πολύ, θά κινδυνέψεις πολύ. Μήν ξαφνιαστεῖς. Μήν ταραχθεῖς. Μήν ἀναρωτηθεῖς: Ἐγώ ἐκτελῶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί θά ἔπρεπε νά δοξάζομαι γι' αὐτό καί νά στεφανώνομαι. Γιατί, λοιπόν, ὑποφέρω; Νά θυμηθεῖς τότε τόν Χριστό, πού διώχθηκε ὥς τόν θάνατο, καί μᾶς προειδοποίησε: «Ἄν ἐμένα καταδίωξαν, θά καταδιώξουν κι ἐσᾶς» (Ἰω. 15:20). Μᾶς ἔδωσε, ὅμως, καί μιάν ὑπόσχεση: «Ὅποιος μείνει σταθερός ὥς τό τέλος, αὐτός θά σωθεῖ» (Ματθ. 10:22).
Ἄν κάποιος φροντίζει γιά τήν σωτηρία του, εἶναι ἀδύνατο νά χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν θά τόν ἐγκαταλείψει στίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους. Τί εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο; «Σίμων, Σίμων! Ὁ σατανᾶς ζήτησε νά σᾶς δοκιμάσει σάν τό σιτάρι στό κόσκινο. Ἐγώ, ὅμως, προσευχήθηκα γιά σένα, νά μή σ' ἐγκαταλείψει ἡ πίστη σου» (Λουκ. 22:32).
Ὅταν δεῖ ὁ Θεός ὅτι τό φορτίο τῶν πειρασμῶν ξεπερνάει τίς δυνάμεις μας, ἁπλώνει τό χέρι Του καί μᾶς ξαλαφρώνει ἀπό τό περίσσιο βάρος. Ἄν, ὅμως, δεῖ ὅτι ἀδιαφοροῦμε γιά τήν σωτηρία μας, μᾶς ἐγκαταλείπει ἀβοήθητους.
Δέν πιέζει καί δέν ἀναγκάζει κανέναν ὁ Θεός. Γιά τούς ἀπρόθυμους καί ἀδιάφορους ἀδιαφορεῖ. Ἀντίθετα, τούς πρόθυμους καί καλοπροαίρετους τούς τραβάει κοντά Του μέ πολύ πόθο. Ὁ ἀπόστολος λέει: «Ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις, ἀλλά δέχεται τόν καθένα, σ' ὅποιον λαό κι ἄν ἀνήκει, ἀρκεῖ νά Τόν σέβεται καί νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημά Του» (Πράξ. 10:34-35).
Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου
Ἐκδόσεις: "ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ"
Γιά τό διαδίκτυο ἐπιμέλεια-δημοσίευση, τό: