.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ο ζητιάνος, η βαρυχειμωνιά...

...ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ!



Το χιονόνερο που έπεφτε ήταν εκνευριστικό. Ο δυνατός βοριάς δεν άφηνε τίποτε όρθιο. Το τσουχτερό κρύο ήταν ανυπόφορο.

Ο Μάρκος τυλίχθηκε με μία κουβέρτα και ζάρωσε πάνω στα πρόχειρα χαρτόκουτα που είχε στρώσει. Αναστέναξε βαριά. Ήπιε μία γουλιά νερό από το μπουκάλι. Όλα τα στοιχεία έδειχναν πως η νύκτα που θα ακολουθούσε θα ήταν εφιαλτική.

Αναρωτιόταν αν θα ξημέρωνε ζωντανός η αν θα πάγωνε. Κοιτούσε δεξιά -αριστερά μη τυχόν και περάσει κάποιος περαστικός και ανοίξει κουβέντα. Το εμπορικό Κέντρο δίπλα του είχε σχεδόν αδειάσει. Ασυναίσθητα κοίταξε τον ουρανό. «Γιατί Θεέ μου έφθασα σ’ αυτήν την κατάσταση; Γιατί με τιμωρείς τόσο σκληρά;»ψέλλισε! Κοιτούσε σαν να προσδοκούσε μία απάντηση. Μάταια όμως περίμενε. Το ρολόι που ήταν αναρτημένο στο εμπορικό κέντρο έδειχνε 1:45 π.μ.
Κοίταξε τις απέναντι πολυκατοικίες. Τα φώτα των διαμερισμάτων ήταν όλα κλειστά. Μόνο ένα εξ αυτών ήταν ανοικτό. Κάποιος άρρωστος η κανένα μωρό θα τους κρατά ξάγρυπνους, σκέφτηκε. Τουλάχιστον είναι στα ζεστά και θα έχουν κάποιον να τους φροντίσει. Ξαφνικά βλέπει μία μπλε ακτίνα φωτός να φεύγει από τον ουρανό και να εισέρχεται μέσα από την μπαλκονόπορτα στο διαμέρισμα. Ξαφνιάστηκε! Τρόμαξε. Άρχισε να τρίβει τα μάτια του μη τυχόν και έχει παραισθήσεις.
«Βρε τι ζημιά μπορείς να πάθεις από μία μπύρα!» σκεφτόταν. Προσπάθησε να σκεφθεί κάτι άλλο για να ξεφύγει από την παραίσθηση. Τα μάτια του όμως δεν τα όριζε. Ήταν καρφωμένα σ’ αυτό το περίεργο μπλε φως που κατέληγε στο διαμέρισμα. Άρχισε να τσιμπιέται μη τυχόν και κοιμόταν. Νόμιζε πως έβλεπε όνειρο. Αποφάσισε να σηκωθεί λίγο και να περπατήσει. Έτσι πίστευε πως θα ξέφευγε από τις παραισθήσεις. «Λες να είχε κανένα περίεργο χόρτο το σουβλάκι που έφαγα και μου έφερε αυτή την αναστάτωση;» αναλογιζόταν καθώς προχώρησε δύο τρία βήματα. «Μήπως πάλι είναι η τελευταία μου νύκτα αυτή και ο Θεός έδωσε αυτό το σημάδι;»
Ξανακοίταξε προς την πολυκατοικία. Το φως γινόταν πιο δυνατό. «Μπορεί να πρόκειται για κάποιο λέιζερ. Μπορεί αυτός που μένει στο διαμέρισμα να δημιουργεί όλο αυτό το θέαμα και ενώ το φως φεύγει από το διαμέρισμα να πιστεύω πως έρχεται από τον ουρανό. Αυτό είναι… Με το κρύο αυτό φαίνεται χάζεψα εντελώς» μονολόγησε ο Μάρκος και επέστρεψε στη θέση του! Άδικα σηκώθηκα, έλεγε. Ξανακάθισε κάτω και τυλίχθηκε με τις κουβέρτες. Ασυναίσθητα έκανε το σταυρό του και έγειρε πίσω το κεφάλι του.
«Τρεις ώρες απομένουν θα περάσουν. Πες ότι κάνω γερμανικό νούμερο στο στρατό… Α! ρε μανούλα ευτυχώς που δεν ζεις, να δεις πως κατάντησε ο γιος σου. Βέβαια αν ζούσες θα ήταν όλα διαφορετικά. Δεν νομίζω να κατέληγα ζητιάνος και άστεγος. Πολλά λάθη μάνα έκανα στη ζωή μου. Την κατέστρεψα. Έχασα τα πάντα. Πίστευα πως όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω από μένα. Δεν υπολόγιζα τίποτε. Πούλησα και το πατρικό μας. Και εκείνο το χωραφάκι που είχα ενθύμιο από τον πατέρα μου. Εκείνο που έλεγες πως κάποτε βρισκόταν εκεί το ξωκκλήσι της Παναγίας μας. Εκείνο που έκαψαν οι αντάρτες. Κι εκείνο το πούλησα. Τα λεφτά τα ξόδεψα στα ξενύχτια και στα χαρτιά.
Δεν σεβάστηκα ούτε την υπόσχεση που σου έδωσα παιδί ακόμη, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα μου ότι θα ανοικοδομήσω το σπίτι της Παναγίας και θα ανάβω το καντηλάκι της… Αχ ρε μάννα κι σ’ άκουγα θα είχα οικογένεια με τη Χρυσούλα, που μ’ αγαπούσε αληθινά. Αλλά ήθελα τη μεγάλη ζωή. Και να τώρα έγινα ένα ρεμάλι. Και το περίεργο είναι πως τα βάζω και με το Θεό. Με εκείνον δηλαδή που πολεμούσα γιατί τον έβλεπα εμπόδιο στη ζωή μου… Θυμάσαι που σου έλεγα πόσο ανόητος ήταν ο άσωτος υιός που αν και μπορούσε να περνά ζωή χαρισάμενη κοντά στο σπίτι προτίμησε και εκείνος τη μεγάλη ζωή.
Ε! μάννα πολύ πιο ανόητος από εκείνον είναι ο γιος σου. Ακολούθησα τα βήματα του ασώτου. Και να τρώω τώρα τα αποφάγια των άλλων και ζητιανεύω. Ούτε στο χωριό δεν τολμώ να πάω, τέτοιο τομάρι που είμαι». Αυτά συλλογιόταν ο Μάρκος προσπαθώντας να ανταπεξέλθει στην παγωμένη νύχτα.
Ασυναίσθητα κοίταξε και πάλι προς την πολυκατοικία. Το μπλε ουράνιο φως παρέμενε σταθερό. Τότε είδε μία ακτίνα φωτός να έρχεται προς το μέρος του. Όλα γύρω φωτίσθηκαν και μία ζεστασιά γέμισε τον χώρο.Ένιωσε τότε ένα χέρι να τον ακουμπά. Γύρισε να δει ποιός ήταν αλλά δεν είδε κανένα. Σε κλάσματα του δευτερολέπτου κάποιος τον σήκωσε στα χέρια του. Λουσμένος όπως ήταν από το φως βρέθηκε πάνω στο μπαλκόνι της απέναντι πολυκατοικίας. Κοίταξε μέσα. Είδε μία νεαρή κοπέλα να έχει υψώσει τα χέρια της και να προσεύχεται. Την έβλεπε λες και ήταν δίπλα του και τα πατζούρια να έχουν εξαφανιστεί. Άγγελοι φωτεινοί στέκονταν δίπλα της.
Διάβαζε από ένα βιβλίο προσευχές. Το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο. Ακούμπησε το βιβλίο στην άκρη. Ψαλτήριο ήταν ο τίτλος του. Η κοπέλα στη συνέχεια άνοιξε ένα τετράδιο και άρχισε να διαβάζει διάφορα ονόματα. Ο άγγελος που έστεκε δεξιά της σημείωνε. «Κύριε, στείλε τη ζεστασιά σου και στον φτωχό άγνωστο άστεγο που στέκεται εκεί απέναντι μέσα στη βαρυχειμωνιά. Σώσε τον Χριστέ μου. Κάλεσέ τον και πάλι κοντά σου και οδήγησε τον στη μετάνοια» είπε η κοπέλα αμέσως μετά την ικεσία που έκανε για να περάσει η κρίση στην Ελλάδα.
Για την κρίση είπε: «Κύριε στείλε την Παναγία μας και τους αγίους να διαλύσουν τον εγωισμό μας και να δώσουν τέλος στην αποστασία μας. Στείλε τους αγγέλους σου να μαλακώσουν τις ψυχές και τις καρδιές μας και να επαναφέρουν την αγάπη και την αληθινή πίστη στον ελληνικό λαό. Βοήθησε την πατρίδα μου να λούζεται πάλι με το ανέσπερον αναστάσιμο φως Σου και να εκδιώξει τους δαίμονες που τη διασύρουν και τη ξευτιλίζουν. Κύριε, έλα γρήγορα και μην αργείς. Ιδού η δούλη σου Μαρία έτοιμη να θυσιαστεί για σένα…»!
- «Τέτοιες προσευχές δεν είχα ακούσει ποτέ στη ζωή μου. Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στα μάγουλά μου. Ήταν τόσο όμορφα εκεί πάνω στο μπαλκόνι. Ήταν τόσο ζεστά. Δεν ξέρω πόσο έμεινα. Ξέρω μόνο πως όταν το ίδιο χέρι που με θαυμαστά με ανέβασε στο μπαλκόνι όταν με γύρισε πίσω είχε σχεδόν ξημερώσει. Ήταν η πιο γλυκιά νύχτα της ζωής μου. Το ρολόι του εμπορικού κέντρου έδειχνε σχεδόν έξι και τα συνεργεία καθαριότητας είχαν αναλάβει εργασία. Το μπλε φως είχε εξαφανισθεί.
Αν και δεν είχα κοιμηθεί ένιωθα ξεκούραστος και δυνατός. Έτρεξα απέναντι και κάθισα σε ένα απάγκιο μέρος. Ήθελα να συναντήσω αυτή την κοπέλα, να την ευχαριστήσω για το δώρο που μου έκανε και για τις προσευχές της. Γύρω στις 9 παρά κάτι την είδα να βγαίνει από την πολυκατοικία. Έτρεξα κοντά της. Μόλις με είδε έβαλε το χέρι στη τσάντα της, πιστεύοντας ότι θα της ζητήσω βοήθεια.
- Όχι, Όχι Μαρία δεν θέλω βοήθεια. Να σε ευχαριστήσω θέλω για το μεγάλο δώρο που μου έκανες και για τις προσευχές σου.
- Πως ξέρεις το όνομά μου», είπε τότε εκείνη.
- Να άκουσα χθες το βράδυ τις προσευχές σου, ψέλλισα αμήχανος καταπίνοντας τη γλώσσα μου. Είμαι ο άστεγος ζητιάνος που ικέτευες το Θεό να τον σώσει και να τον βοηθήσει να μετανοήσει. Πες μου Μαρία τι να κάνω;
Α! κατάλαβα είσαι εσύ που έκανες το σταυρό σου, του είπε τότε εκείνη. Σε κοιτούσα από τις γρίλιες της μπαλκονόπορτας. Ήθελα να σε φωνάξω να έρθεις να κοιμηθείς μαζί μας αλλά δεν ήξερα πως θα αντιδράσουν οι γονείς μου γιατί ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Και επειδή δεν μπορούσα να σε βοηθήσω ζήτησα να το κάνει ο Χριστός μας για να βγάλεις τη νύχτα και να μην παγώσεις.
Ο Χριστός έκανε πάλι το θαύμα του. Περίμενε να χτυπήσω στη μάνα μου να σου φτιάξει ένα καλό πρωινό γιατί εγώ πρέπει να φύγω για διαφορετικά θα αργήσω στη δουλειά μου.
Πριν προλάβω να μιλήσω η Μαρία με έβαζε στο ασανσέρ.
- Γλυκιά μου μητερούλα θα φτιάξεις ένα ζεστό τσάι στον κύριο, γιατί πρέπει να φύγω;
- Ευχαρίστως Μαρία μου, ευχαρίστως! είπε εκείνη και μου έγνεψε να περάσω μέσα.
Ένιωσα πολύ άσχημα. Δεν ξέρω πόσο καιρό είχα να μπω σε σπίτι. Κοίταξα στο σαλόνι. Εκεί υπήρχε μία εικόνα της Παναγίας και μπροστά έκαιγε το καντηλάκι. Στο λιβανιστήρι, δίπλα στο νεροχύτι έκαιγε ακόμη το λιβάνι. Η Μαρία έφυγε λέγοντάς μου:
- Νιώσε άνετα και μην στεναχωριέσαι. Ο Χριστός σ’ αγαπά.
Σε λίγο ήρθε από το διπλανό δωμάτιο ο πατέρας της Μαρίας ο κυρ – Λάμπρος, όπως μου συστήθηκε. Με καλημέρισε και κάθισε δίπλα μου. Ευτυχώς που οι άνθρωποι έχουν λιβανίσει, γιατί από τη βρώμα μου δεν θα μπορούσαν ούτε να σταθούν. Η κυρά – Ουρανία ψιθύρισε κάτι στον άνδρα της και εκείνος πήγε στο δωμάτιο και γύρισε με φρεσκοσιδερωμένα ολοκαίνουργια ρούχα.
-Μάρκο παιδί μου, πιστεύω πως αυτά θα σου κάνουν. Αν δεν σου κάνουν θα πεταχτώ απέναντι στο εμπορικό κέντρο να σου πάρω ένα παντελόνι και ένα πουκάμισο. Μπουφάν και μπλούζες έχω πολλές και είναι στα μέτρα σου. Η Ράνιά μου έβαλε ήδη το θερμοσίφωνο να κάνεις ένα μπάνιο, μέχρι να φτιάξει κάτι να φάμε.
- Δεν είναι ανάγκη κυρ – Λάμπρο. Θα πιώ ένα τσάι και θα φύγω, είπα και έσκυψα από αμηχανία και ντροπή το κεφάλι μου.
-Μην ντρέπεσαι παιδί μου οι χριστιανοί είναι αδέλφια. Έχουν τον ίδιο Πατέρα και την ίδια μάνα την Παναγία μας.
Ο κυρ – Λάμπρος την ώρα που ήμουν στο μπάνιο έτρεξε και μου πήρε δύο-τρία παντελόνια, εσώρουχα, μία ζώνη κι ένα σακβουαγιάζ. Τα ρούχα του μου έκαναν κουτί. Είχα πολλούς μήνες να φορέσω φρεσκοσιδερωμένα ρούχα. Άλλωστε δεν πρέπει να ήταν και πολύ μεγαλύτερός μου. Η κυρά Ράνια, πρόσθεσε δύο-τρεις μπλούζες, ένα τάπερ με γλυκίσματα και αρκετές κάλτσες, στο σακβουαγιάζ. Με ρώτησε αν το νούμερο των παπουτσιών που φοράω ήταν 43 και όταν απάντησα καταφατικά, μου έφερε και ένα ζευγάρι μποτάκια.
Έμεινα δύο-ώρες μαζί τους και τους εξιστόρησα με το νι και με το σίγμα τι είχα ζήσει το προηγούμενο βράδυ. Εκείνοι έκαναν συχνά το σταυρό τους και ευχαριστούσαν το Θεό. Όπως μου είπε η κυρά Ράνια, η Μαρία της θέλει να μοιάσει στην Αγία Παρασκευή. Να αξιωθεί όπως εκείνη να δίδει το φως του Χριστού στους ανθρώπους…
Φεύγοντας ο κυρ – Λάμπρος μου έδωσε τριακόσια ευρώ και μου πρότεινε να μεταβώ στην Πελοπόννησο, σ’ ένα μοναστήρι κοντά στην Κόρινθο. Εκεί βρίσκεται ο τάδε γέροντας. Πες του ότι σε έστειλα εγώ και ζήτησέ του να δουλέψεις στο μοναστήρι ως εργάτης.
Το ότι συνήλθε και μπήκε πάλι σε μία σειρά είναι ένα θαύμα. Αλλά το μεγαλύτερο θαύμα είναι πως υπάρχουν ακόμη οικογένειες άγιες, οικογένειες χριστιανικές, οικογένειες Ορθόδοξες, εξομολογείτο στον γέροντα ο Μάρκος. Του ζήτησε ακόμη να γίνει μοναχός και να αξιωθεί να ξαναζήσει το άκτιστο φως.
Να ξαναζήσει τη γλυκιά εκείνη ζεστή νύχτα που διέλυσε τη βαρυχειμωνιά και το παγετό της καρδιάς του. Να βιώσει το φως του Χριστού που του πρόσφεραν οι αγνές προσευχές της Μαρίας.

http://fdathanasiou.wordpress.com

Ένα διαφορετικό βιογραφικό σημείωμα!


ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ...


Γεια σας. Το όνομά μου είναι Ιησούς-Ο Χριστός. Έχω στείλει το βιογραφικό μου επειδή ζητώ την κορυφαία διοικητική θέση στην καρδιά σου. Παρακαλώ να εξετάσεις τα επιτεύγματά μου, όπως ορίζεται στο βιογραφικό μου.
Προσόντα:
* Ίδρυσα τη γη και δημιούργησα τους ουρανούς, (βλ. Παροιμίες 3:19)
* Έχω πλάσει τον άνθρωπο από το χώμα της γης, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Έδωσα πνοή στον άνθρωπο την αναπνοή της ζωής, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Εξαργύρωσα τον άνθρωπο από την κατάρα του νόμου, (βλέπε Γαλάτες 3:13)

Επαγγελματικό Ιστορικό:
* Είχα μόνο έναν εργοδότη, (Βλέπε Λουκά 2:49).
* Ο εργοδότης μου δεν έχει τίποτα, αλλά διθυραμβικές κριτικές για μένα, (βλέπε Κατά 
Ματθαίον 3:15-17)

Δεξιότητες εργασίας Εμπειρίες:
* Ορισμένες από τις ικανότητές μου και τις εμπειρίες της εργασίας περιλαμβάνονται: ενίσχυση των φτωχών,θεραπεία ασθενών, την αποκατάσταση της όρασης για τους τυφλούς .
* Είμαι ένας θαυμάσιος Σύμβουλος, (βλ. Ησαΐας 9:06). * Το πιο σημαντικό, έχω την εξουσία, την ικανότητα και τη δύναμη να σας καθαρίσω τις αμαρτίες σας, (Δείτε εγώ Ιωάννου 1:7-9)

Σπουδές:
* Θα καλύπτουν όλο το εύρος και το μήκος της γνώσης, της σοφίας και της κατανόησης, (βλ. Παροιμίες 2:6).
* Μπορώ να σου πω ακόμα όλα τα μυστικά της καρδιάς σου, (βλ. Ψαλμοί 44:21).

Σημαντικών επιτευγμάτων:
* Ήμουν συμμέτοχος ενεργά στη μεγαλύτερη Σύνοδο Κορυφής όλων των εποχών, (βλ. Γένεσις 1:26).

Αναφορές:
Οι πιστοί και οι οπαδοί σε όλο τον κόσμο θα καταθέσουν για θεραπείες μου θεία, σωτηρία, λύτρωση, θαύματα, την αποκατάσταση και την υπερφυσική καθοδήγηση
Τώρα που έχετε διαβάσει το βιογραφικό μου, είμαι βέβαιος ότι είμαι ο μοναδικός υποψήφιος με όλα τα προσόντα να καλύψω την θέση στην καρδιά σου.
Πότε μπορώ να αρχίσω; Ο χρόνος είναι η ουσία, (Βλέπε Εβραίους 3:15).
ΠΗΓΗ: ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΑΓΙΑ ΜΕΤΕΩΡΑ

Μία αλήθεια...

ΩΣ ΑΝΘΟΣ!



Ψήγματα χρυσοῦ...

ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



-Ποτέ μήν ἀπελπίζεσαι, ὦ ἄνθρωπε. Μονάχα γιά κεῖνον ἀπελπίσου πού ἀπελπίζεται ἀπό τόν ἑαυτό του. 


-Ὅποιος στηρίζει τήν ἐλπίδα του στόν Κύριο ἀσφαλίζεται σέ φρούριο ἀπόρθητο, κατέχει ἀήττητο ὅπλο καί δύναμη ἀκαταμάχητη. 

-Ὅσο ὁ οὐρανός εἶναι καλύτερος ἀπό τή γῆ, τόσο ἡ εὐτυχία τῆς γῆς εἶναι μικρότερη ἀπό αὐτή τοῦ οὐρανοῦ. 

-Βοᾶτε ἀπό τό πρωί ὥς τό βράδυ τό «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς». Ἡ προσευχή καταπραΰνει τό θυμό, σβήνει τήν κακή ἐπιθυμία, λειώνει τό φθόνο, διώχνει τή λύπη, φωτίζει τή σκέψη. 

-Ντροπή νά νιώθεις ὅταν ἁμαρτάνεις, μήν ντρέπεσαι ὅταν μετανοεῖς. Στήν ἀπώλεια δέν μᾶς ὁδηγεῖ τόσο ἡ ἁμαρτία ὅσο ἡ ἀπελπισία. Νά ἐπανορθώνουμε τήν ἁμαρτία μέ τή μετάνοια καί νά στηριζόμαστε στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. 

-Κανείς δέν σώζεται, ἄν δέν βοηθήσει νά σωθοῦν καί οἱ ἄλλοι. Ὁ καθένας εἶναι ὑπεύθυνος γιά τή σωτηρία τῶν ἄλλων. 

-Ἡ συνεχής χαλαρότητα γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀπιστία. 

-Ἀδιαφόρησε γιά τίς ἀνέσεις καί τότε θά ἀποκτήσεις ἄνεση. Ἀδιαφόρησε γιά τά ὑλικά ἀγαθά καί τότε θά τά ἀποκτήσεις, ὄχι ὡς δέσμιος καί δοῦλος αὐτῶν ἀλλά ὡς ἐλεύθερος. Μέ ὅσα περισσότερα ἀγαθά περιβάλλεσαι, τόσο δουλικότερος γίνεσαι.

_________________
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΧΩ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

Ευχαριστούμε τον φίλο του ιστολογίου Χ.Α, για την αποστολή του κειμένου.

Από τον θάνατο στην ζωή...

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΒΑΡΥΠΟΙΝΙΤΗ, 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΓΙΑ 3 ΦΟΝΟΥΣ!

Αυτή η ιστορία που θα διαβάσετε πιο κάτω είναι αληθινή. Είναι η ιστορία του Ηλία Λιασκώνη, που δικάστηκε στις 16-1-2004 για τρεις ανθρωποκτονίες και καταδικάστηκε σε τρις ισόβια και πέντε χρόνια.



Αυτή η ιστορία γράφτηκε μόνο για ένα σκοπό, για να φανερώσει ότι ο αληθινός Θεός της Αγίας Γραφής, που πιστεύουμε, είναι ζωντανός Θεός και έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει κάθε αμαρτωλό άνθρωπο, όποια κι αν είναι η ζωή του, το παρελθόν του, και να τον κάνει νέο άνθρωπο λυτρωμένο, αναγεννημένο, παιδί του Θεού πραγματικό. Καθένας που ίσως έχει κάποιες αμφιβολίες γύρω από την αγάπη και τη δύναμη της σωτηρίας του Ιησού Χριστού, ας διαβάσει την αληθινή ιστορία μου για να πεισθεί, να βεβαιωθεί ότι ο Ιησούς Χριστός μπορεί να κάνει εντελώς καινούριο κάθε αμαρτωλό άνθρωπο που με μετάνοια και πίστη αγκαλιάζει τη δωρεάν και «κατά χάριν» σωτηρία Του. Γιατί είναι βεβαιωμένο από τον ίδιο τον Κύριό μας ότι: «το γεγεννημένον εκ της σαρκός είναι σαρξ και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος είναι πνεύμα». (Ιωάννης γ΄ 6)
(Ιωάννης γ΄ 16)
(Πράξεις Αποστόλων β΄ 21)
Δεν αλλάζει η ζωή του ανθρώπου, η φύση του η αμαρτωλή με προσπάθειες, με αποφάσεις, με υποσχέσεις. Την αλλάζει όμως τελείως και χαρίζει εντελώς νέα ζωή ο ζωντανός Ιησούς Χριστός, που μπορεί και αναγεννά και μεταμορφώνει τον αμαρτωλό άνθρωπο.

Από πολύ μικρός, θυμάμαι, ζούσα μια πολύ έντονη ζωή. Ήθελα να είμαι ξεχωριστός από τους άλλους, να διαφέρω και να ζω τη ζωή μου με τους δικούς μου ρυθμούς. Η οικογένειά μου ήταν ήσυχη και ήρεμη οικογένεια. Οι γονείς μου προσπαθούσαν να μη λείψει τίποτα από εμένα και τον αδελφό μου.
Ο πατέρας μου αγωνιζόταν καθημερινά για να μας μεγαλώσει σωστά και να μας αποδώσει χρήσιμους ανθρώπους στην κοινωνία. Όμως όλες αυτές οι προσπάθειες των γονιών μου, όπως και πολλών άλλων γονιών, είχαν μέσα τους το μεγάλο λάθος της άγνοιας, της αγνόησης του Θεού και της απιστίας. Αντί για τη σοφία και τη δύναμή Του είχαν ανθρώπινους τρόπους και ανθρώπινα πρότυπα. Τα αποτελέσματα αυτού του λάθους είναι μερικές φορές οδυνηρά και τραγικά.
Όπως είπα στην αρχή, ήθελα να είμαι ξεχωριστός, να ζω διαφορετικά από τους άλλους και με τους δικούς μου ρυθμούς. Ο δρόμος που χάραξα στη ζωή μου για να ακολουθήσω με οδήγησε στην απομόνωση.
Όπως κάθε μικρό παιδί έχει σαν πρότυπο στη ζωή του τον πατέρα του, έτσι έγινε και στη δική μου περίπτωση. Ήθελα να μοιάσω στον πατέρα μου. Όσο κι αν φαίνεται υγιής και σωστός αυτός ο δρόμος, έχει μια μεγάλη παγίδα. Οι γονείς που δεν έχουν στη ζωή τους Κύριό τους και Θεό τους τον Ιησού Χριστό είναι λάθος πρότυπα για τα παιδιά τους και τα οδηγούν σε λάθος κατεύθυνση, που κανένας δε γνωρίζει πού θα τα βγάλει. Πολύ συχνά κλαίμε όταν η κατάληξη των παιδιών είναι τραγική, όπως συνέβη στη δική μου περίπτωση.
Ακόμα και σήμερα οι γονείς μου είναι πολύ καλοί γονείς και κάνουν το παν για να με βοηθήσουν, χωρίς όμως το φως και την οδηγία της αγάπης του αληθινού Θεού.

Το χόμπι του πατέρα μου ήταν το κυνήγι. Σιγά-σιγά άρχισε να του γίνεται πραγματικό πάθος. Όπως ήταν φυσικό, τα ίδια αυτά βήματα ακολούθησα κι εγώ. Από πολύ μικρός ξεκίνησα να κυνηγάω κοντά στον πατέρα μου. Όταν έφτασα σε ηλικία 17 ετών, τώρα μπορώ να το δω και να το καταλάβω, ο Θεός μου χτύπησε για πρώτη φορά την πόρτα της καρδιάς μου με ένα έντονο περιστατικό που μου συνέβη. Είχαμε πάει στο χωριό για να περάσουμε το Σαββατοκύριακο. Το πρωινό εκείνο θυμάμαι, ξύπνησα πολύ νωρίς και πήρα το βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννου από τα βιβλία του παππού μου που ήταν επίτροπος στην εκκλησία. Άρχισα να διαβάζω και προχώρησα αρκετά. Κάποια στιγμή σταμάτησα, έκλεισα το βιβλίο και πήρα από το κομοδίνο του πατέρα μου τα κλειδιά του αυτοκινήτου του, ενώ εκείνος κοιμόταν. Είχαμε τότε ένα σκαραβαίο. Έβαλα μπρος το αμάξι και ξεκίνησα. Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι δεν γνώριζα να οδηγώ αυτοκίνητο, ούτε είχα κάνει μαθήματα. Έκανα απλώς ό,τι είχα δει από τον πατέρα μου όταν οδηγούσε. Έκανα τη βόλτα μου, αλλά στο γυρισμό, χωρίς να καταλάβω πώς, βγήκε από το δρόμο και έπεσε σε μία ρεματιά. Το αυτοκίνητο σχεδόν διαλύθηκε. Δεν θα ξεχάσω την κυρά Μαρία που κρατούσε ένα ταψί με πίτα και της έπεσε απ’ τα χέρια, όταν είδε το αυτοκίνητο να πέφτει στη ρεματιά. Αμέσως έτρεξαν οι δικοί μου, μαζεύτηκε όλο το χωριό να δει τι έπαθα. Τώρα ξέρω ότι ήταν το χέρι του Θεού που με προστάτεψε και δεν έπαθα το παραμικρό. Τώρα έχω το φως και την αλήθεια Του στη ζωή μου και ξέρω ότι ούτε μία τρίχα από το κεφάλι μου δεν μπορεί να πειράξει κανείς χωρίς το θέλημα του Κυρίου, ούτε ένα σπουργιτάκι δεν είναι εγκαταλειμμένο από τον Κύριο (Ματθαίος ι΄ 29, 30).
Οι δικοί μου με βρήκαν να κάθομαι στην άκρη του δρόμου σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Ούτε μια γρατζουνιά δεν είχα επάνω μου. Με πήγαν στο νοσοκομείο, έφεραν γιατρό στο σπίτι, αλλά ήμουν απολύτως καλά. Ήταν η πρώτη «επίσκεψη» της αγάπης του Θεού στη ζωή μου, όμως εγώ δεν είχα φως για να το καταλάβω και να το δεχτώ.
Από τότε αρκετές φορές έστειλε στη ζωή μου μηνύματα και δείγματα της αγάπης Του ο Κύριος, όμως εγώ δεν είχα τη δύναμη και την οδηγία να τα αξιοποιήσω. 

Ο εχθρός της ψυχής μου, ο σατανάς, άρχισε να δουλεύει μέσα μου και να με οδηγεί βαθύτερα μέσα στην αμαρτία από τα μονοπάτια των σαρκικών επιθυμιών. Θυμάμαι, όμως, έντονα ότι η αμαρτία είχε αρχίσει να με βαραίνει και είχα μία εκζήτηση για τον Θεό, ήθελα να Τον γνωρίσω, αλλά βρισκόμουν πολύ μακριά ακόμα.
Τον τρόπο αυτό της ζωής μου τον μετέφερα και στη στρατιωτική μου θητεία, η οποία ήταν πολύ έντονη. Υπηρέτησα ως αλεξιπτωτιστής σε ειδικές δυνάμεις. Αργότερα, διαβάζοντας την ομολογία μου, θυμηθείτε αυτό το σημείο. Είναι απόδειξη ότι ο άνθρωπος που δεν οδηγείται στη ζωή του από τη σοφία και την αγάπη του Θεού, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στον όλεθρο και την καταστροφή.

Γνώρισα τη γυναίκα μου Αρετή, δημιουργήσαμε μια πολύ καλή σχέση, αν και εγώ από την πλευρά μου την πλήγωσα και την στενοχώρησα πολλές φορές. Κάποια στιγμή η σχέση μας αυτή έπρεπε να καταλήξει κάπου. Δεν ήθελα να χαλάσω τη γνωριμία μας, γιατί η γυναίκα μου ήταν και παραμένει πολύ σωστή, με αγάπη και υπομονή μαζί μου. Παντρευτήκαμε και κάναμε το πρώτο μας παιδί. Ο αγώνας μας για τη ζωή και την επιβίωση άρχισε να γίνεται δύσκολος. Όμως ο Θεός δεν μας άφησε. Δεν μας έλειψε τίποτα. Ταυτόχρονα εγώ συνέχιζα την αμαρτωλή ζωή μου, χωρίς να καταλαβαίνω ότι ο διάβολος με είχε δέσει και με είχε βάλει στο παιχνίδι του, το οποίο έχει μόνο κατρακύλισμα και δεν έχει επιστροφή. Την ίδια ώρα που ζούσα αυτή τη ζωή, ένιωθα ότι δε με γέμιζε τίποτα απ’ αυτά που έκανα και είχα. Ούτε οι παρέες μου, ούτε ο γάμος μου, ούτε η κοινωνία, ούτε η ίδια μου η ζωή.

Εκείνο το διάστημα με το μεγάλο κενό στην καρδιά μου σκεφτόμουν πολύ σοβαρά να δοκιμάσω να πάω να κλειστώ στο Άγιο Όρος. Δε με γέμιζε τίποτα σ’ αυτή τη ζωή και ήθελα να πειραματιστώ κάτι πιο μεγάλο και πιο σημαντικό να ζήσω. Μετά ήρθε το δεύτερο παιδάκι μας. Έτσι τώρα είχαμε το Γιωργάκη και την αδελφούλα του την Κατερίνα, ένα πολύ αξιοθαύμαστο πλάσμα.
Εγώ ταυτόχρονα συνέχιζα την αμαρτωλή μου ζωή με το πάθος μου το μεγάλο, το κυνήγι. Άφηνα την οικογένειά μου μέρες ολόκληρες και έτρεχα στα βουνά μαζί με τα σκυλιά μου. Ο σατανάς είχε αρχίσει το σχέδιό του μέσα στη ζωή μου μέσα απ’ αυτό το πάθος μου.

Έπιασα δουλειά στην Πυροσβεστική Υπηρεσία της Λαμίας, όπου και ζούσα όλα αυτά τα χρόνια. Τα οικονομικά μας είχαν αρχίσει να βελτιώνονται. Άρχισα να καμαρώνω, γιατί είχα την εντύπωση ότι αυτά που είχα και χαιρόμουν στη ζωή μου ήταν δικά μου κατορθώματα. Ο εγωισμός φούντωνε μέσα μου. Καμία σκέψη ή διάθεση να στραφώ με αναγνώριση και ευχαριστία στο Θεό, που μου έδινε τα πάντα απλόχερα.

Κάποια στιγμή άρχισα να πουλάω κυνηγετικά σκυλιά μέσω ενός περιοδικού για κυνηγούς. Στην Πυροσβεστική που δούλευα, γνώρισα έναν συνάδελφο, που αυτός με σύστησε και σε άλλους δύο εκτός υπηρεσίας, που μαζί βγήκαμε για κυνήγι μερικές φορές. Αυτοί εκδήλωσαν ενδιαφέρον για έναν κυνηγετικό σκύλο. Κλείσαμε ένα ραντεβού για να πάμε να δοκιμάσουμε τον σκύλο.
Την προηγούμενη το βράδυ τρώγαμε με τους γονείς μου στην ταβέρνα του χωριού. Κανένας δεν γνώριζε ούτε υποψιαζόταν ότι εκείνο ήταν το τελευταίο βράδυ για τέσσερις οικογένειες, τη δικιά μου και των άλλων τριών που σκότωσα. Εκείνο το πρωινό λογομαχήσαμε για την αξιοπιστία του σκύλου. Κουβέντα στην κουβέντα, φτάσαμε στο σημείο και ειπώθηκαν βαριές λέξεις. Ήρθε ο εκνευρισμός, η ένταση, ο εγωισμός, η προσβολή. Το σχέδιο του πονηρού έφτανε στο τέλος. Με τα όπλα στο χέρι δεν ήταν δύσκολο να γίνει το φονικό. Προφυλακίστηκα για τρεις ανθρωποκτονίες και καταδικάστηκα σε τρις ισόβια. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι η ζωή και των τεσσάρων είχε τελειώσει.

Έχει χαραχθεί με ιδιαίτερο πόνο βαθιά στην καρδιά μου το γεγονός, όταν οι αστυνομικοί ήρθαν στο χωριό στο σπίτι μου και ψάχνανε. Η μικρή μου κόρη, 3 μηνών τότε, γύρισε και μου χαμογέλασε με το αθώο πρόσωπό της. Εγώ ήξερα ότι δε θα την ξαναδώ. Ο μικρός μου ο Γιωργάκης είχε κρυφτεί από το φόβο του για τους αστυνομικούς. Ήταν οι τελευταίες στιγμές που έβλεπα την οικογένειά μου.

Προφυλακίστηκα στις φυλακές του Κορυδαλλού. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να ξετυλίγεται το σχέδιο της αγάπης του Θεού για τη σωτηρία μου. Πόσες φορές αναρωτήθηκα μέσα από την καρδιά μου, γιατί σε μένα, Θεέ μου; Και μη σας φανεί παράξενο. Την πήρα την απάντηση και την έχω μέσα από το Βιβλίο του Θεού, την Αγία Γραφή. Τον Θεό μας Τον απασχολεί σοβαρά και μόνιμα η αιωνιότητα. Πού και πώς θα την περάσουμε. Θα είμαστε μαζί Του ή στην αιώνια απώλεια; Οι συνθήκες αυτής της ζωής, που είναι μικρή και ασήμαντη, δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία, όσο η αιώνια ζωή που είναι μόνιμη, που δεν αλλάζει και που εξαρτάται από τη στάση μας απέναντι στην αγάπη του Θεού εδώ κάτω, σ’ αυτή τη ζωή.

Κάποιο πρωί, στις φυλακές του Κορυδαλλού σηκώθηκα νωρίς το πρωί, πήγα στη βιβλιοθήκη της φυλακής και έψαξα να βρω μια Καινή Διαθήκη. Την επόμενη ημέρα έκανα αίτηση στον διευθυντή των φυλακών για να μου δώσει άδεια να πηγαίνω κάθε Κυριακή στην εκκλησία των φυλακών. Ήδη είχε αρχίσει ο Θεός να δουλεύει έντονα μέσα στην καρδιά μου, να με αλλάζει, να με φέρνει κοντά Του. Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που γονάτισα μόνος μου, στο κελί μου, επάνω στις σελίδες της Καινής Διαθήκης, και ζήτησα με μετάνοια, ταπείνωση και πίστη ο Κύριος να με συγχωρέσει για όλη την αμαρτωλή ζωή μου και να μην με εγκαταλείψει. 
Θυμάμαι, ένιωσα μέσα μου τη φωνή του Κυρίου να με βεβαιώνει: «Σήκω παιδί μου και προχώρα. Εγώ σε έπλυνα με το αίμα Μου και σε καθάρισα και θα είμαι δίπλα σου όλες τις ημέρες της ζωής σου». Ήταν η πρώτη μου συνάντηση με τον Ιησού Χριστό. Έτσι με αντιμετώπισε η αγάπη Του. Ήρθε μέσα μου ειρήνη και ανάπαυση, ενώ εγώ δεν μπορούσα να εξηγήσω πώς έγιναν όλα αυτά στη ζωή μου. Ενώ πριν ζούσα μέσα στη στενοχώρια και το άγχος, ξαφνικά έφυγε όλο το μεγάλο αυτό βάρος από την καρδιά μου.

Στο μεταξύ εγκρίθηκε η άδεια και άρχισα να πηγαίνω κάθε Κυριακή στην εκκλησία των φυλακών. Ο Κύριος συνέχιζε να μου μιλάει, να με βεβαιώνει, να με ενισχύει μέσα στην καρδιά μου.

Είχα δυο φωτογραφίες των παιδιών μέσα στο σάκο μου, που μου είχε στείλει η γυναίκα μου, όμως δεν τις έβγαζα, γιατί πονούσα και στενοχωριόμουν πάρα πολύ. Είχα να τις δω περίπου τέσσερις μήνες. Διαβάζοντας την Αγία Γραφή και με την ηρεμία που έφερε ο Κύριος στη ζωή μου, άρχισα να νιώθω μεγάλη ανάγκη να δω τις φωτογραφίες των παιδιών μου. Τις έβγαλα και τις άφησα δίπλα στο κομοδίνο μου για να τις βλέπω. Ήταν μεγάλος ο πόνος μου για την οικογένειά μου που ήταν μακριά μου. Την ίδια μέρα διαβάζοντας την Καινή Διαθήκη συνάντησα το μέρος που επιγράφεται «Ο Ιησούς Χριστός ευλογεί τα παιδιά». Αμέσως έπεσε το μάτι μου στις φωτογραφίες των παιδιών μου και γονάτισα και είπα: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» με πίστη και ευγνωμοσύνη στον Θεό. Σηκώθηκα από τα γόνατα με χαρά, παρηγοριά και δύναμη που μου έδωσε ο Κύριος στην ψυχή μου.

Όσους ρωτούν και αμφιβάλλουν αν ο Θεός ακούει, ασχολείται, ενδιαφέρεται για εμάς, μπορώ να τους βεβαιώσω με τη δική μου την περίπτωση και τη δική μου τη ζωή ότι και ακούει, και ασχολείται και ενδιαφέρεται προσωπικά και καθημερινά για τον καθένα μας, για τη ζωή μας. Είναι ένας Θεός ζωντανός, προσωπικός, παντοδύναμος, γεμάτος αγάπη, καλοσύνη, κατανόηση και συγχωρητικότητα για κάθε αμαρτωλό άνθρωπο.

Στην εκκλησία των φυλακών πήγαινα κάθε Κυριακή από τους πρώτους με μεγάλη προθυμία. Κάποια Κυριακή ζήτησα να εξομολογηθώ και να κοινωνήσω. Δεν γνώριζα πολλά πράγματα και ακολούθησα τους κανόνες της εκκλησίας. Εξομολογήθηκα σε άνθρωπο και όχι στον Θεό τον Ίδιο βέβαια, αφού έτσι μου είπαν να κάνω, και όταν ζήτησα να λάβω τη Θεία Κοινωνία, μου είπαν ότι δεν έχω το δικαίωμα να το κάνω. Για κάθε ανθρωποκτονία που έχω διαπράξει, έπρεπε να περάσουν 17 χρόνια για να έχω το δικαίωμα συμμετοχής μου στο Δείπνο του Κυρίου.
Εκείνη την ώρα, με έναν πρόχειρο υπολογισμό είπα ότι η θρησκεία μας μου επιτρέπει να λάβω Θεία Κοινωνία μετά από 51 χρόνια. Με βεβαίωσαν ότι έτσι ακριβώς είχαν τα πράγματα. Απόρησα μ’ αυτήν την απόφαση και είπα ότι ο ένας από τους δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με το Χριστό μετανόησε, πίστεψε και ο Χριστός τον συγχώρησε αμέσως και δεν του είπε θα σε συγχωρήσω μετά από 17 χρόνια… Αντίθετα του είπε: «Αληθώς σοι λέγω σήμερον θέλεις είσθαι μετ’ Εμού εν τω παραδείσω» (Λουκάς κγ΄ 43).
Έφυγα, αφού είδα ότι μπροστά μου είχα σενάρια ανθρώπων και όχι την αλήθεια της αγάπης του ζωντανού Κυρίου μας. Γονατιστός κάθε μέρα ζητούσα από τον Θεό να με οδηγήσει στη δική Του αλήθεια, στον πραγματικό Ιησού Χριστό που είναι η Οδός, η Αλήθεια και η Ζωή και όχι της θρησκείας, της εκκλησίας, των παραδόσεων των ανθρώπων.

Εκείνο τον καιρό έκανα μια αίτηση μεταγωγής μου στις φυλακές Τρικάλων. 
Ο εισαγγελέας της φυλακής με διαβεβαίωσε ότι θα γίνει, γιατί και ο ίδιος είναι στην επιτροπή της Κ.Ε.Μ. Όμως ο Κύριος είχε άλλα σχέδια. Πρωινό Μεγάλης Τετάρτης ο υπάλληλος μού ανοίγει το κελί πρωί-πρωί και μου ανακοινώνει ότι φεύγω για τις κλειστές φυλακές στην Κέρκυρα. Στενοχωρήθηκα, γιατί εγώ άλλα περίμενα, αλλά στράφηκα με ταπείνωση και πίστη στον Κύριο και το άφησα το θέμα μου στα χέρια Του, «Κύριε, Εσύ ξέρεις καλύτερα, ξέρεις πού με στέλνεις και γιατί», είπα και ησύχασα. Πραγματικά, ο Κύριός μου και ο Θεός μου είχε δικό Του σχέδιο και γι’ αυτό Τον ευχαριστώ.

Έφτασα στην Κέρκυρα τη Μεγάλη Πέμπτη και μου δείξανε αμέσως το κελί μου. Πραγματικά, όταν μπήκα σ’ αυτό το κελί ψυχοπλακώθηκα. Όμως ο Κύριος με στήριξε πάλι. Μετά από μία εβδομάδα περίπου έψαχνα στο ραδιόφωνο και ο Κύριος το έκανε να συναντήσω μια εκπομπή με ένα κήρυγμα από το Ευαγγέλιο. Θυμάμαι πολύ καθαρά τα πρώτα λόγια που άκουσα: «Ο Θεός σε αγαπάει, όσο αμαρτωλός αν είσαι παιδί μου, ζήτησε το αίμα του Ιησού Χριστού να σε πλύνει, να σε καθαρίσει και ακολούθησέ Τον στη ζωή σου». Η καρδιά μου έγινε κομμάτια. Αμέσως κράτησα τα τηλέφωνα του σταθμού και την επόμενη μέρα πήρα τηλέφωνο και μίλησα με πιστούς ανθρώπους του Χριστού στην Κέρκυρα. Πολύ γρήγορα επέτρεψε ο Κύριος και συναντηθήκαμε με πιστούς ανθρώπους που με επισκέφθηκαν και είδα στα πρόσωπά τους την αγάπη του Κυρίου μας. Τόσοι πολλοί άνθρωποι, άγνωστοί μου μέχρι χθες, με αγκάλιασαν τόσο γρήγορα, με αγάπησαν, με στήριξαν. Ήταν ένα ακόμα θαύμα της αγάπης του Κυρίου στη ζωή μου.
Αμέσως μόλις γνώρισα τους πιστούς μου αδελφούς στην Κέρκυρα, έκανα αίτηση για να με επισκέπτονται κάθε Τρίτη. Ο Κύριος άνοιξε το δρόμο. Ο αδελφός Στέλιος που με επισκεπτόταν, μου μίλησε για την αμαρτία, για τη σωτηρία του Ιησού Χριστού, για την αναγέννηση. Τα δέχθηκα όλα με απλότητα καρδιάς και πίστη.

Τώρα, πραγματικά καταλαβαίνω ότι φυλακισμένος ήμουνα πριν και μάλιστα δούλος της αμαρτίας, ενώ τώρα μέσα στην ανθρώπινη φυλακή είμαι πραγματικά ελεύθερος.
Από τη στιγμή που πήγα με μεταγωγή στην Κέρκυρα, άλλαξε η ζωή μου. Έγινε μέσα μου ανάσταση. Μελετάω την Αγία Γραφή καθημερινά και προσεύχομαι αδιάλειπτα για όλα μου τα ζητήματα. Η ζωή μου άλλαξε, μεταμορφώνεται κάθε μέρα.
Δεν ξέρω αγαπητοί μου, γιατί ο Θεός επέτρεψε να πέσω τόσο χαμηλά και να περνάω αυτή τη σκληρή δοκιμασία. Το μόνο που γνωρίζω και είμαι απόλυτα βέβαιος, είναι ότι αν δεν περνούσα από αυτά τα μονοπάτια, ποτέ δεν θα γνώριζα πραγματικά τον αληθινό Θεό, ποτέ δεν θα ζητούσα με μετάνοια και πίστη να γίνει ο Ιησούς Χριστός Σωτήρας και Κύριός μου και Θεός μου! Έχω καταλάβει ότι αυτή η ζωή είναι πρόσκαιρη και σύντομη. Η άλλη ζωή που μας περιμένει είναι αιώνια, δεν τελειώνει ποτέ και είμαι σίγουρος ότι θα την περάσω μέσα στην ομορφιά και δόξα της Βασιλείας του Θεού, παιδί δικό Του λυτρωμένο και καθαρισμένο από την αμαρτία.
Κάποια μέρα ο Κύριος έστειλε στο κελί μου μια άλλη αμαρτωλή ψυχή, τον Αποστόλη. Ήταν μια ειλικρινής ψυχή και αμέσως άρχισα να του μιλάω για τον Ιησού Χριστό που αναγεννά τον άνθρωπο και τον κάνει καινούριο. Δεν άργησε και αυτή η ψυχή να γονατίσει μαζί μου, να προσευχηθεί στον Θεό διά του Ιησού Χριστού. Ο Κύριος μάς βεβαιώνει στην Αγία Γραφή Του ότι «κάλαμον συντεθλασμένον δεν θα συντρίψει και λινάριον καπνίζον δε θα το σβήσει» (Ματθαίος ιβ΄ 20, Ησαΐας μβ΄ 3).
Η ημέρα μου περνούσε και περνάει εδώ στη φυλακή με μελέτη της Αγίας Γραφής και με συνεχή προσευχή. Όταν βγαίνω στο προαύλιο της φυλακής, μιλάω στους συγκρατούμενούς μου για τον Ιησού Χριστό, για όλα όσα έχει κάνει στη ζωή μου. Ταυτόχρονα ο Κύριος με δυναμώνει με δικές Του επεμβάσεις και θαύματα μέσα στη ζωή μου καθημερινά. Πριν από λίγο καιρό κάποιος κρατικός νομικός λειτουργός ζήτησε να με δει να κουβεντιάσουμε για τις συνθήκες στις φυλακές και ξαφνικά ανακάλυψα ότι είναι πιστός άνθρωπος του Θεού και αρχίσαμε μια πνευματική κουβέντα που με γέμισε χαρά και ευγνωμοσύνη στον Κύριο για το δώρο Του. Αυτός ο πιστός άνθρωπος μου θύμισε τα λόγια του Κυρίου μας ότι «τα πάντα συνεργούν στο αγαθό γι’ αυτούς που αγαπούν το Θεό» (Ρωμαίους η΄ 28) και με παρηγόρησε.

Θέλω μέσα από αυτές τις γραμμές της ομολογίας μου να ευχαριστήσω θερμά όλη την οικογένειά μου και ιδιαίτερα τον πατέρα μου και τη γυναίκα μου, αλλά και όλους όσους στάθηκαν κοντά μου, με στήριξαν, αλλά στηρίζουν και την οικογένειά μου. Ο Κύριος τους γνωρίζει και θα τους το ανταποδώσει εκατονταπλάσια, όπως το υπόσχεται. Το μόνο που μπορώ εγώ να κάνω, είναι να προσεύχομαι εδώ που είμαι ο Κύριος να τους ευλογεί πλούσια και να τους οδηγήσει στην αλήθεια του δικού Του δρόμου.

Θέλω ειλικρινά συντριμμένος να ζητήσω από την καρδιά μου συγγνώμη από τις οικογένειες αυτών που δεν είναι πια στη ζωή! Ο Κύριος να τους παρηγορεί και να αναπληρώνει το μεγάλο κενό της απώλειας των αγαπημένων τους και να μας αξιώσει μια μέρα να βρεθούμε όλοι μαζί στην αιώνια Βασιλεία Του.

Θέλω ακόμα από τις σελίδες αυτές να καλέσω τον κάθε αγαπητό μου αναγνώστη να ζητήσει με ταπείνωση, μετάνοια και πίστη από τον Ιησού Χριστό να τον καθαρίσει με το πολύτιμο αίμα Του, να τον οδηγήσει στην αλήθεια που σώζει, που λυτρώνει, που μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Να γίνει ο Κύριός του και ο Θεός του και να του χαρίσει τη δύναμη του Πνεύματός Του που αλλάζει, μεταμορφώνει, αναγεννά τον άνθρωπο. Ας μην καθυστερήσει κανένας, ας μην αναβάλει για άλλη φορά. Η δική μου περίπτωση είναι ένα ζωντανό παράδειγμα, μια τρανή απόδειξη ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναστημένος ζωντανός Σωτήρας, Λυτρωτής, Κύριος, που μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο της αμαρτίας και να τον φέρει από το σκοτάδι στο φως και από το θάνατο στη ζωή!
Αυτή η ομολογία γράφτηκε για να δοξαστεί ο Θεός και για να γνωρίσει κάθε ειλικρινής ψυχή ότι:
«Τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε
τον Υιόν Αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας
ο πιστεύων εις Αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον»
και «πας όστις αν επικαλεσθή
το όνομα του Κυρίου, θέλει σωθή» 
Με αγάπη μέσα από τη λυτρωμένη καρδιά μου,
Ηλίας.
Πνευματικές Εκδόσεις
ΠΗΓΗ: ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ -ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΓΙΑΣ ΝΑΠΑΣ.

Υπάρχει μετάνοια και για μένα;

ΜΙΑ ΩΡΑ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ...


Μιας κόρης, που λεγόταν Ταϊσία, πέθαναν οι γονείς της κι απόμεινε ορφανή. Μετά απ’ αυτό έκανε το σπίτι της ξενώνα για χάρη των πατέρων της Σκήτης, και γι’ αρκετό καιρό τους 
δεχόταν εκεί και τους περιποιόταν. Έπειτα όμως, αφού ξόδεψε όσα είχε, έπεσε σε στέρηση. Την πλησίασαν τότε κάποιοι άνθρωποι διεστραμμένοι και κατόρθωσαν να τη βγάλουν 
από τον ίσιο δρόμο. Έτσι άρχισε να ζει αμαρτωλά, ώσπου κατάντησε και σε πορνείο.
Όταν το άκουσαν οι πατέρες, λυπήθηκαν υπερβολικά. Κάλεσαν τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό και του είπαν:
- Μάθαμε για την τάδε αδελφή ότι ζει μέσα στην αμαρτία. Επειδή όμως αυτή, όταν μπορούσε, μάς έδειξε την αγάπη της, κι εμείς τώρα ας τη βοηθήσουμε όπως μπορούμε. Κάνε 
λοιπόν τον κόπο να πας κοντά της και, μ’ όση σοφία σού έδωσε ο Θεός, να οικονομήσεις την κατάστασή της.
Πήγε πράγματι ο γέροντας στο σπίτι της και λέει στη γριά πορτάρισσα:
-Πες στην κυρά σου πως τη θέλω!
Εκείνη τον αποπήρε:
-Εσείς οι καλόγεροι καταφάγατε το βιος της! Και να που τώρα βρίσκεται μέσα στη φτώχεια!
-Πες το της! επέμενε ο γέροντας. Γιατί έχω να την ωφελήσω πολύ.
Τότε η γριά ανέβηκε πάνω και είπε στην κόρη για το γέροντα. Σαν τ’ άκουσε εκείνη, μονολόγησε:
-Αυτοί οι μοναχοί τριγυρνάνε πάντοτε στα μέρη της Ερυθράς θάλασσας και βρίσκουνε μαργαριτάρια.
Στολίστηκε, κάθισε στο κρεβάτι και είπε στην πορτάρισσα:
-Ανέβασέ τον επάνω!
Μόλις μπήκε ο αββάς Ιωάννης, πήγε και κάθησε κοντά της. Την κοίταξε επίμονα στο πρόσωπο και της λέει:
-Γιατί τα έβαλες με τον Ιησού και κατάντησες έτσι;
Πάγωσε σύγκορμη η κόρη μ’ αυτά τα λόγια.
Ο γέροντας έσκυψε το κεφάλι του και άρχισε να κλαίει γοερά.
-Αββά, γιατί κλαις; τον ρωτάει εκείνη.
Σήκωσε το κεφάλι του, το ξανακατέβασε και είπε:
-Βλέπω το σατανά να παίζει στο πρόσωπό σου, και να μην κλάψω;
Η κόρη τότε τον ρώτησε:
-Υπάρχει μετάνοια, αββά;
-Υπάρχει.
-Πάρε με, λοιπόν, όπου θέλεις!
-Πάμε!
Στη στιγμή η κόρη σηκώθηκε και τον ακολούθησε. Και ο γέροντας θαύμασε, βλέποντας πως δεν έδωσε καμιά παραγγελία για το σπίτι της.
Είχε πια νυχτώσει, όταν έφτασαν στην έρημο. Ο γέροντας της έφτιαξε ένα μικρό προσκεφάλι, το σταύρωσε και της είπε:
-Κοιμήσου εδώ.
Αφού ετοίμασε και για τον εαυτό του λίγο πιο πέρα, έκανε την προσευχή του και ξάπλωσε κι εκείνος.
Ξύπνησε γύρω στα μεσάνυχτα. Και βλέπει ένα φωτεινό δρόμο, από τον ουρανό μέχρι την Ταϊσία, και τους αγγέλους του Θεού ν’ ανεβάζουν την ψυχή της!
Σηκώθηκε, πήγε κοντά της και τη σκούντηξε με το πόδι του. Ήταν νεκρή! Μόλις βεβαιώθηκε γι’ αυτό, έπεσε με το πρόσωπο καταγής και προσευχήθηκε στο Θεό. Άκουσε τότε φωνή να του λέει, πως η μία ώρα της μετάνοιας της έγινε ευπρόσδεκτη περισσότερο από τη μετάνοια πολλών άλλων, που χρόνια ολόκληρα μετανοούν, δεν δείχνουν όμως της 
δικής της μετάνοιας τη θέρμη.

Πηγή: Γεροντικό

Άπλωσε το Χέρι Σου και οδήγησε τη ζωή μου στη Βασιλεία Σου...

...ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ.


Από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου και αντίκρυσα τον κόσμο, Εσένα έψαχνα Κύριε... Δε Σε γνώριζα κι όμως Σε αναζητούσα..
Ανικανοποίητη η ψυχή μου, ελλιπές το πνεύμα μου, νεκρωμένη η καρδιά μου, επιζητούσαν τη ζωοποιό πνοή Σου.

Νόμιζα πως θα Σε βρω στο χάδι της μητέρας μου, στο χαμόγελο του πατέρα μου, στο αίσθημα ασφάλειας και θαλπωρής που μου χάριζε η οικογένειά μου. Όλα αυτά ήταν ένα κομμάτι Σου αλλά δεν ήσουν Εσύ..

Η ζωή και οι επιλογές μου με απομάκρυναν διαρκώς από Σένα...

Κλεινόμουν στον μικρόκοσμο της ματαιοδοξίας και του εγωισμού μου.. μακριά και πέρα από το Φως Σου.. βυθίζοντας αργά την ψυχή μου στο κρύο σκοτάδι που δημιουργούσε η έλλειψη της παρουσίας Σου... 

Και τα χρόνια περνούσαν... κι εγώ περιέφερα το κενό μου σαρκίο νομίζοντας ότι οι στόχοι, οι φιλοδοξίες, η επιτυχία θα γέμιζαν το εσωτερικό μου κενό. Κόπος, μόχθος, προσπάθεια (υπεράνθρωπη πολλές φορές), επίτευξη στόχου, επιτυχία και ύστερα; 
Τίποτα... πρόσκαιρη ικανοποίηση, σε αντίφαση με την προσδοκία της απόλυτης ευτυχίας... πικρή αίσθηση του φευγαλέου... 
Κάθε φορά που νόμιζα ότι έφτανα στο τέλος του δρόμου, ένιωθα ότι είχα χάσει τον προσανατολισμό μου και ένα νέο μονοπάτι ανοιγόταν μπροστά μου, μια νέα πρόκληση, που νόμιζα ότι θα μου χαρίσει ο, τι αναζητούσα...

Τι έψαχνα; Τι ήθελα; Τι αναζητούσα τελικά;

Προσπαθούσα να καλύψω τα Πάντα με το κάτι, νόμιζα πως θα χωρέσει το Όλο στο λίγο, ήθελα η σταγόνα να αγκαλιάσει τη θάλασσα... πόσο γελασμένη ήμουν...

Σε έψαχνα, Σε αναζητούσα κι ας μην το ήξερα... κι ας μην Σε ήξερα... 
Εσένα έψαχνα όταν η ψυχή μου γονατισμένη από τον πόνο της έλλειψής Σου, κραύγαζε απελπισμένα την ανυπαρξία Σου...
Εσένα αναζητούσα όταν η καρδιά μου στάλαζε αίμα από τις δυσκολίες της ζωής...
Εσένα αναζητούσα όταν τα δάκρυα της μοναξιάς έπνιγαν την ψυχή μου...

Κι Εσύ εκεί... πάντα δίπλα μου... σεβόμενος την ελευθερία μου ακόμα και του να Σε αρνηθώ. Πάντα κοντά μου... σιωπηλός και μακρόθυμος... κι ας Σε πονούσα με τις επιλογές και τις αμαρτίες μου... κι ας Σε σταύρωνα ξανά και ξανά με τις πράξεις μου... κι ας σου έκλεινα ερμητικά την πόρτα της καρδιάς μου…

Πώς να Σε ευχαριστήσω για την ευσπλαχνία Σου, για την αγάπη Σου, για τη μακροθυμία Σου, για το έλεός Σου;

Ο λόγος Σου βάλσαμο στην ταλαίπωρη ψυχή μου... Η μακροθυμία Σου βακτηρία στην απιστία μου… Ο Σταυρός Σου έλεγχος στην μικροψυχία και την ανυπομονησία μου... 
Η κακοπάθειά Σου ελπίδα στις δυσκολίες μου... Η Αγάπη Σου στήριγμα στις πτώσεις μου... 
Η Ανάστασή Σου ελπίδα, φως και ζωή...
Το πλοίο της ζωής μου πάντα θα συναντά τρικυμίες, θα προσκρούει σε σκοπέλους και θα αποπροσανατολίζεται μέσα στο ψηλαφητό σκοτάδι των πειρασμών και των πτώσεων... 

Τώρα όμως δε φοβάμαι! Έχω Εσένα πλάι μου! Τώρα πια δε μου φτάνει να Σε γνωρίσω... θέλω να Σε ζήσω, Κύριε, και να αναφωνήσω όπως και ο Απ. Παύλος «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός»...

Άπλωσε το Χέρι Σου και οδήγησε τη ζωή μου στη Βασιλεία Σου, στη δική Σου «Ιθάκη», στην «Ιθάκη της ψυχής μου...» 

Αμήν, γένοιτο!

Εμείς ας μετανοούμε...

Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΟΔΥΝΗΣ.


Ἡ ἐποχὴ μᾶς εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς ὀδύνης. Τὴν ὀδύνη τὴ δοκιμάζουμε ὅλοι στὸ πετσί μας. Αὐτὸ ποὺ ἴσως πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲν κατανοοῦμε, εἶναι γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν στὴν ἐποχή μας. Μόνο ἡ πνευματικὴ μελέτη τῆς Γραφῆς θὰ μᾶς βοηθήσει  νὰ καταλάβουμε γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτὰ τὰ γεγονότα ποὺ γεμίζουν τὴν ψυχή μας μὲ πικρία, ἐξαιτίας τοῦ παραλογισμοῦ τους. Ἡ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, μὲ τὴν ἑρμηνεία τῆς Ἐκκλησίας. 
Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη γιὰ ὅσους θέλουν νὰ ξέρουν στὸ βάθος τί συμβαίνει. Δὲν χρειάζεται φιλοσοφία. Ἁπλὰ νὰ ἀκοῦμε μὲ προσοχὴ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς στὶς ἐκκλησίες φτάνει. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι θεωρίες δὲν εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι, ὅπως εἶπε , ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή.

Ἡ ἐποχὴ τῆς ὀδύνης εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς ἀνομίας. Ἡ ἀνομία ἔχει ὅλη τὴν ὑλικὴ δύναμη. Κανεὶς δὲν ὑπερασπίζεται τὴ νομιμότητα. Ὁ ἄνομος ἔχει ὅλη τὴν ὑλικὴ δύναμη στὰ χέρια του. Ὁ ἄνομος δὲν κρύβεται πιά. Κάνει φανερὰ αὐτὸ ποὺ θέλει, γιατί ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὸ κάνει. Τὸ μόνο ὅπλο ποὺ μένει στὸ λαὸ εἶναι ἡ πνευματικὴ δύναμη, ἡ πίστη στὸ Θεό.     

Ἡ νομιμότητα ὡστόσο , ἀπὸ τὰ ἀρχαία χρόνια ἀκόμα, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Σόλωνα, ἔχει τὰ ἐντεταλμένα ὄργανα νὰ τὴν ὑπερασπίζονται ἀπὸ τὸν φεουδάρχη.
Ὁ λαὸς περιμένει ἀπὸ τὰ ὄργανα τοῦ κράτους νὰ....ὑπερασπιστοῦν τὴ νομιμότητα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὴν καταδολιεύτηκαν. 
Οἱ πάντες γνωρίζουν ὅτι ἡ  ἀπαίτηση τοῦ φεουδάρχη δὲν εἶναι νόμιμη.

Καμιὰ πολιτισμένη νομοθεσία στὸν κόσμο δὲν νομιμοποιεῖ τὴν ἀποπληρωμὴ τῶν χρεῶν, ἀκόμα καὶ τῶν νομίμων χρεῶν, μὲ τὴ ζωὴ τοῦ χρεώστη, ὅπως γίνεται σήμερα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν τοκογλύφων εἰς βάρος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.  Ὁ φεουδάρχης φέρεται σὰν νὰ ἔχει δικαίωμα ζωῆς καὶ θανάτου στὸν λαό, ποὺ μπῆκε κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ νέου ἀποικιοκράτη.

Ποιὸς ἔβαλε τὸν λαὸ στὴ θέση τοῦ δούλου καὶ τοὺς τοκογλύφους στὴ θέση τοῦ  φεουδάρχη καὶ τοῦ ἀποικιοκράτη;  Ἡ ὑπεράσπιση τῆς νομιμότητας εἶναι πνευματική. Ὁ λαὸς περιμένει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἡγεσία νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν νομιμότητα καὶ τὸ δίκαιο.

 Ἡ ἐποχὴ μᾶς προφητεύθηκε ἀπὸ αἰῶνες. Ὅλα τὰ προφητικὰ βιβλία μιλοῦν γὶ΄ αὐτήν. Πολλοὶ πιστεύουν ὅτι εἶναι ἡ τελευταία ἐποχή. Ἡ ζωὴ θὰ ἐκλείψει ἀπὸ τὸν πλανήτη, ἂν δὲν γίνει κοινὴ συνείδηση ὅτι ὁ κίνδυνος εἶναι ὑπαρκτὸς καὶ ὅτι μπορεῖ ὁ καθένας νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἀξία τῆς ζωῆς.

 Ἡ μάχη εἶναι μὲ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Δεῖτε πὼς περιγράφει τὴ μάχη αὐτὴ τὸ Εὐαγγέλιο: Ὅταν δεῖτε , λέει τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως στὸν τόπο , ὅπου εἶναι ὁ ἅγιος τόπος τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴν μᾶς πλανέψουν νὰ ζητᾶμε ἔξω ἀπὸ μᾶς τὴ σωτηρία. 
Ἡ ἐρήμωση ἦρθε μέσα στὴν καρδιά μας. 
Εἶναι ἡ ἐρημία ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα μας.

 « Τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου δὲν εἶναι συγκαλυμμένο παρὰ μόνο σ΄ αὐτοὺς ποὺ θεληματικὰ βαδίζουν πρὸς τὴν καταστροφή.  Ὁ σατανᾶς, ὁ θεὸς αὐτοῦ του αἰώνα, ἔχει τυφλώσει τὴ σκέψη αὐτῶν ποὺ δὲν πιστεύουν, ὥστε νὰ μὴν μποροῦν νὰ δοῦν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ ἀποκαλύπτει τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ……

Ὁ Θεὸς ποὺ εἶπε μέσα στὸ σκοτάδι νὰ λάμψει φῶς, αὐτὸς ἔλαμψε  μέσα στὶς καρδιές μας καὶ μᾶς φώτισε νὰ γνωρίσουμε τὴ δόξα του στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ»  (Ἀπόστολος Παῦλος).

Ἐμεῖς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό. Γι’  αὐτὸ δὲν χάνουμε τὸ θάρρος μας. Ὅταν τὰ πράγματα εἶναι ἄσχημα ὅπως τώρα, ὁ Κύριος παίρνει τὸ τιμόνι στὰ χέρια Του!

Τοῦ Μόσχου Ἐμμανουὴλ Λαγκουβάρδου            
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr       

Μετάνοια...

ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ!


(απόσπασμα ομιλίας)

Βάζε μετάνοια συνεχῶς ὅταν σφάλεις καὶ μὴ χάνεις καιρὸ.

ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ


Ἔλαβα, παιδί μου, τὴν ἐπιστολή σου, καὶ εἶδα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνησυχία σου.

Ὅμως μὴ λυπᾶσαι, παιδί μου. Μὴν ἀνησυχεῖς τόσο. Καὶ ἂν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δὲν εἶναι, παράξενο νὰ σκοντάφτει ἐκεῖνος ποὺ τρέχει. Μόνον χρειάζεται νὰ ἔχει ὑπομονὴ καὶ μετάνοια κάθε στιγμή.
Βάζε λοιπὸν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλεις, καὶ μὴ χάνεις καιρό. 
Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νὰ ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στὸν πονηρὸ νὰ ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. Μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου.
Λοιπὸν μὴν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλὰ ἀφοῦ σηκωθεῖς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησε μέ, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἀσθενής.
Δὲν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σὲ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νὰ σφάλλεις, νὰ πέφτεις. Νὰ μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητὰ τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ὑπομένεις τοὺς φταῖχτες. Νὰ μὴν κατακρίνεις τοὺς ἀδελφούς, ἐὰν σφάλλουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπομένεις.
Ὥστε, ὅσες φορὲς πέφτεις, πάλι νὰ σηκώνεσαι, καὶ ἀμέσως νὰ ζητᾶς τὴ συγχώρηση.
Μὴν ἀφήνεις... λύπη στὴν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρὰ τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται πολλὰ καὶ μὲ τὰ ὁποία γεμίζει πικρία ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ποὺ τὰ ἔχει. 
Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! Καὶ διώχνει τὴ λύπη. «Μήπως, λέει, δὲν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νὰ κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος.
Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στὰ πόδια τοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρὶς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καὶ πάντοτε πέφτει. Νὰ ἔχεις ἀνδρεία λοιπὸν καὶ μὴ φοβᾶσαι καθόλου.
Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν ὁ ἀδελφὸς ποῦ γράφεις; 
Τὸ ἴδιο κᾶνε καὶ σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θὰ ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. 
Γιατί ἀλλιῶς δὲν καθαρίζεσαι. Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καὶ ἡ ραθυμία σου. Μὴν τοὺς φοβᾶσαι. Καθὼς μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θὰ περάσουν καὶ αὐτοί, ἀφοὶ κάνουν τὸ ἔργο τους.
Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοὶ καὶ βότανα ἰατρικά, ποὺ θεραπεύουν τὰ πάθη τὰ φανερὰ καὶ τὶς ἀόρατες πληγές μας.
Ἔχε λοιπὸν ὑπομονὴ γιὰ νὰ κερδίζεις καθημερινά, νὰ ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καὶ χαρὰ στὴν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δήλ. ὁ θάνατος, ποὺ τότε κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθεῖ. Γι’ αὐτὸ τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός.
Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μία ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νίκες μὲ βραβεῖα καὶ στεφάνια, παρὰ χρόνια πολλὰ καὶ νὰ ζεῖς μὲ ἀμέλεια. 
Γιατί μίας ἡμέρας ἀγώνας μὲ γνώση καὶ αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιὰ πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρὶς γνώση ἀλλὰ ποὺ ἀγωνίζεται μὲ ἀμέλεια.
Χωρὶς ἀγώνα καὶ χωρὶς νὰ χύσεις αἷμα μὴ περιμένεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη. Ἀγκάθια καὶ τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετὰ τὴν παράβαση. Πήραμε ἐντολὴ γιὰ κάθαρση· ἀλλὰ μὲ πόνο πολύ, μὲ ματωμένα χέρια, καὶ μὲ πολλοὺς ἀναστεναγμοὺς ξεριζώνονται. Κλάψε λοιπόν, χύσε δάκρυα ποταμούς, καὶ μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου. Καί, ἀφοῦ τὸ χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τὰ ἀγκάθια.



(«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἔκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος, σ. 127-129. -σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση.)
Πεμπτουσία

Χρειάζεται μετάνοια...

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΠΕΙΝΑ ΚΑΙ ΔΕΙΝΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ






(απόσπασμα ομιλίας)

Μετανόησε και διόρθωσε τη ζωή σου.

ΓΕΡΩΝ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΡΟΥΛΙΩΤΗΣ


Πρώτα, άφησε την αμαρτία. Κοίτα στην ψυχή σου να βρεις ποια αμαρτία ιδιαίτερα σε κατέχει και αμέσως άνοιξε αγώνα μαζί της. Μετανόησε και διόρθωσε τη ζωή σου. Μην επιτρέψεις να περιμένεις το δικαστήριο του Θεού με αυτό το αμάρτημα. Τότε δεν θα είναι δεκτή η μετάνοια. Άφησε το αμάρτημα νωρίτερα, αντικατάστησέ το με κάποιο καλό έργο, απευθύνσου στον Κύριο με όλη την καρδιά και την ψυχή και κλάψε μπροστά στον Κύριο, να σε συγχωρέσει και να σε ελεήσει. Θα συγκεντρώσει ο άγιος φύλακας άγγελος τα δάκρυά σου και τη μετάνοια και θα τα παρουσιάσει μπροστά στον Κύριο για κρίση»...



(απόσπασμα ομιλίας εσχατολογικού περιεχομένου)

Η παραβολή του ασώτου...αλλιώς!

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

narkotika22.jpg

Η συγκλονιστική εξομολόγηση πρώην ναρκομανή,
που βρήκε τον Χριστό μετά από 18 χρόνια εξάρτησης στην ηρωϊνη

«Περιπλανήθηκα Θεέ μου, πολύ μακριά από Εσένατο στήριγμά μου, κι έγινα για τον εαυτό μου άγονη γη..»  
(Αγ. Αυγουστίνος) 

«Ήμουν ναρκομανής 18 χρόνια, τα 15 πρεζάκιας, εξαρτημένος στην ηρωίνη. Θα προσπαθήσω να πω λίγα πράγματα για την εμπειρία μου αυτή την οδυνηρή που με στιγμάτισε, σακατεύοντας το μυαλό μου και διαλύοντας την ψυχή και το σώμα μου. Ας μου συγχωρεθεί κατά την εξιστόρηση η τυχόν αγοραία περιγραφή η η ωμότητα των λέξεων, αλλά η ηρωίνη και όλα όσα την αφορούν, δεν είναι κόσμος όμορφος αγγελικά πλασμένος. Εν περιλήψει λοιπόν (γιατί το υλικό είναι τεράστιο): 
Έκανα περιπετειώδη και τυχοδιωχτική ζωή, βιώνοντας καταστάσεις μυθιστορηματικές, παράξενες για την ορθή λογική. Κι' αυτό το λέω από την άποψη των εμπειριών που απεκόμισα ευρισκόμενος μακράν του δρόμου και της Χάριτος του Θεού. Πολλά χρόνια μέσα στην αμαρτία έχω νταραβεριστεί με όλων των ειδών τους ανθρώπους, καλούς μα κι αλήτες. Έχω ζήσει στο πεζοδρόμιο, έχω συναντήσει αλανιάρηδες, καιροσκόπους, κλεφτρόνια, λαμόγια, ναρκομανείς, τραβεστί, νταβατζήδες, τρελαμένους, αναρχικούς. Έχω τραβηχτεί με κάθε είδους γυναίκες. Έφθασα στα όρια πολλές φορές, μερικές τα ξεπέρασα και βρέθηκα μπροστά στον θάνατο ... Ήμουν πολύ εμπαθής άνθρωπος, ακόρεστος, επιρρεπής σε πολλά, ήθελα να τα ζήσω όλα στη ζωή μου. Από μικρός με μαγκιές και διάφορα τέτοια, γυναίκες, ποτά, ξενύχτια, χασίς καί LSD στην αρχή, όλα αυτά ανακατωμένα με περίεργες  ευαισθησίες  και προσωπικούς κώδικες τιμής. Ατίθασος τύπος δεν μου πήγαινε το χαλινάρι στον λαιμό, νόμιζα ότι είχα όλον τον κόσμο στα πόδια μου, κι αυτό μου φούσκωνε επικίνδυνα τον εγωισμό. 
Όμως ήρθε η ώρα που ο Κύριος (χωρίς να μπορέσω τότε να το υποπτευθώ) μου έριξε δυνατή σφαλιάρα και επέτρεψε για να ταπεινωθώ, να μπλέξω πολύ χειρότερα, να χάσω τον έλεγχο και την αξιοπρέπειά μου, μαζί και τον εγωισμό μου τον υπερφίαλο. Το τι πέρασα 15 χρόνια δεν μπορείτε να φανταστείτε. Με ποιούς απίθανους τύπους τραβήχτηκα, σε ποιά μέρη βρέθηκα τρέμοντας από την αρρώστια να περιμένω  η σε ποιά άθλια μέρη χώθηκα σε παρανοϊκή κατάσταση από την στέρηση για να κάνω την ένεση δεν περιγράφεται. Είχα πει σε κάποιον φίλο μου παλαιότερα: «στο όνειρό σου να έβλεπες κάποιες στιγμές της ζωής μου θα πάθαινες έμφραγμα» και αυτό δεν είναι υπερβολή. Είναι φοβερά αυτά που πέρασα· μαρτύριο, εφιάλτης σκέτος, μόνον οι δύστυχοι ομοιοπαθείς μπορούν να το καταλάβουν. Γνώρισα όλη την σαπίλα του δρόμου και εξέκλινα μαζί της, γινόμενος έρμαιο των παθών μου και διαλύοντας τις σχέσεις με τους ανθρώπους που με αγαπούσαν, διαλύοντας και τον εαυτό μου τον ίδιο. 
Για δε την οικογένειά μου· αφήστε τα! Ζωντανοί-νεκροί, να σέρνουν τα βήματά τους από τη θλίψη, παρακολουθώντας εμένα, αλλόφρονα, να πλησιάζω τον θάνατο. Με έπιασαν μερικές φορές με τη σύριγγα στο χέρι, τρελό και αλλοπαρμένο από το σύνδρομο στέρησης να γαζώνω το σώμα μου ολόκληρο, χέρια, πόδια, λαιμούς, γεννητικά όργανα, για να βρω ένα φλεβίδιο να ρίξω το δηλητήριο, να καλμάρω το πάθος μου. Για λίγες ώρες· και μετά τα ίδια για την επόμενη φορά. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα να βλέπεις το παιδί σου να πεθαίνει και να μην μπορείς να αντιδράσεις. Πάνω από 10 φορές έπαθα over-dose, φάτσα- κάρτα με τον θάνατο. Φρίκη, φρίκη σκέτη. Έχω χάσει καί  αρκετούς φίλους από υπερβολική δόση. Χάθηκαν! Έτσι απλά, μέσα σε δευτερόλεπτα, με τη σύριγγα καρφωμένη στο μπράτσο κι ένα μάτσο πόνο, φρίκη κι ανεκπλήρωτα όνειρα. 
Τότε λοιπόν, στην εξαθλίωση, μετά από μία σειρά νεκραναστάσεις από τα κώματα των over-dose, ατυχημάτων με αυτοκίνητα, μηχανές σε μία πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής μου, δείχνει ο Κύριος το άφατο έλεός Του και με τραβά πετώντας το αγκίστρι της αγάπης Του. Ήταν τότε θυμάμαι που βρισκόμουν σε άθλια κατάσταση, κουλουριασμένος μέσα σε μία βρώμικη τουαλέτα υπεραστικού σταθμού και τρελαμένος, μέσα στα αίματα, προσπαθούσα να βρω που να ρίξω την πρέζα για να μπορέσω να σταθώ στα πόδια μου. Έτρεμα από την χαρμάνα, ήμουν ιδρωμένος κι αλαφιασμένος και μου είχαν φύγει και κόπρανα από πίσω, λόγω ακατάσχετης διάρροιας· θρίλερ κατάσταση. Τότε, δεν ξέρω πως, ένιωσα περισσότερο από κάθε άλλη φορά πόσο ξεφτίλας είχα καταντήσει, πόσο πάτο είχα πιάσει, και με έπιασε το παράπονο· άρχισα να κλαίω με καυτά δάκρυα και λυγμούς για τα χάλια μου. Τότε δεν είχα καμμία σχέση με τον Θεό, τον είχα εξορίσει από τη ζωή μου, ούτε φυσικά πήγαινα στην εκκλησία Του. Πως όμως πάνω στη μιζέρια και την απελπισία που βρισκόμουν έγινε το κλικ στην καρδιά μου και τον επικαλέστηκα, ενώ δεν Τον πίστευα, δεν το κατάλαβα. Όμως του είπα με αναφιλητά: «Θεέ μου, λένε ότι υπάρχεις. Αφού υπάρχεις καί  είσαι καλός, εμένα γιατί δεν με λυπάσαι; Γιατί με αφήνεις να ζω έτσι μέσα στον βούρκο; Γιατί δεν με παίρνεις; Τι με αφήνεις να κάνω εδώ; Τι τυραννία, τι θητεία είναι αυτή που βγάζω εδώ στην γη; Τι φρίκη περνάω τόσα χρόνια κάθε μέρα Θεέ μου; Βοήθησέ με Παναγιά μου».
Αυτό ήταν! Αυτό ήθελε ο Θεός από εμένα, να τον επικαλεστώ, να του ανοίξω την πόρτα, να του ζητήσω βοήθεια, μακάρι να το ήξερα νωρίτερα ο άθλιος. Αλλά έπρεπε φαίνεται να ξεφτιλιστώ τελείως, να ταπεινωθώ, να σπάσει ο τσαμπουκάς μου για να συμβεί αυτό, αλλιώς σε μένα δεν θα πετύχαινε. Ήμουν πολύ επιρρεπής, πολύ άστατος, πολύ άρρωστος, πολύ εξαρτημένος, η πρέζα είχε ποτίσει όλο το σώμα μέχρι το μεδούλι μου, κι είχε κολλήσει και το μυαλό μου τόσο που δεν μπορούσα να ξεκολλήσω με τίποτα. Ούτε άνθρωποι μπορούσαν να με βοηθήσουν, ούτε ομάδες, ούτε θεραπευτικές κοινότητες, ούτε τίποτα, ούτε καν έκανα τον κόπο να απευθυνθώ σ' αυτές. Είχα προσπαθήσει άπειρες φορές να καθαρίσω και πάλι αμέσως ξαναέπεφτα, είναι φοβερό, κανένας που δεν έχει μπλέξει χοντρά με την ηρωίνη δεν μπορεί να το καταλάβει αυτό. Μιλάμε  για το χειρότερο πάθος που μπορεί να υπάρξει στον άνθρωπο, για το ισχυρότερο δαιμόνιο, σκέτη κόλαση. 
Όμως ο Κύριος ήταν εκεί και 15 ολόκληρα χρόνια, καρτερικά με περίμενε παρ' ότι Τον είχα τόσο πικράνει με τις αμαρτίες  και τις αλητείες, κι άρχισε να βάζει μπροστά το σχέδιο της σωτηρίας μου. Επειδή δεν επαρκεί ο χώρος, ελάχιστα πράγματα αναφέρονται. Πως τα κατάφερε λοιπόν ο Θεός, πως τα έφερε έτσι τα πράγματα και μου πετάει το αγκίστρί Του που το δαγκώνω, τσιμπάω και τρελαίνομαι. Εγώ που νόμιζα ότι είχα γνωρίσει τα πάντα στη ζωή μου, γνωρίζω απρόσμενα  και ξαφνικά αυτό που περιφρονούσα τελείως, τον αληθινό Θεό, τον Θεό της αγάπης και των οικτιρμών και την Παναγία Μητέρα Του. Αυτόν που από την αρχή έπρεπε να ψάξω για να βρω και να κρατηθώ κι όχι να πέσω με τα μούτρα στη δίνη της αμαρτίας. Στα έσχατα λοιπόν, στην εξαθλίωση και σχεδόν χαμένο στη δυστυχία της πρέζας, με παίρνει από το χέρι, με τραβά από τον βούρκο και δρομολογεί καταστάσεις που ακόμα και τώρα μου φαίνονται απίστευτες. Αφού γνωρίζοντας πως ζούσα, βλέπω τι γίνεται σήμερα και τρελαίνομαι. Μόνον ο Θεός μπορεί να τα κάνει αυτά. Δεν ξέρω τι βρήκε σε μένα και μου επέτρεψε ν' αγωνισθώ για την αληθινή μετάνοια, μα θα τον ευγνωμονώ αληθινά κι όσο μπορώ γι' αυτό, και θα δοξολογώ αιωνίως το άγιο όνομά Του που τόσες φορές με έσωσε λυτρώνοντας την ψυχή μου από το στόμα του βύθιου δράκοντα. 
Τώρα που είμαι καλύτερα από κάθε άλλη φορά, κοιτώ πίσω και σκέφτομαι πόσο αλλοπρόσαλλη υπήρξε η ζωή μου, γεμάτη τρέλες και ακραία περιστατικά. Επέτρεψε ο Θεός - για τους λόγους που Αυτός γνωρίζει - ευρισκόμενος τόσα χρόνια μακριά Του, να ψάξω μανιωδώς την ευτυχία σε λάθος πράγματα. Να αναλώσω τη ζωή μου ψάχνοντας ψεύτικες εμπειρίες και ηδονές· και στο τέλος, αντί να ευτυχήσω, να αρρωστήσω. Να αρρωστήσω άσχημα, φρικτά, σέρνοντας πάνω μου τη χειρότερη εξάρτηση. Ο Κύριος με τράβηξε, κι αφού σιγά - σιγά έκλεινε τις χαίνουσες πληγές μου, επούλωνε τα τραύματά μου, μου έδινε να γευτώ και τις ηδονές της άλλης πλευράς, της πνευματικής. Άλλο μυστήριο κι αυτό. Όχι μόνο να με κάνει καλά, να με βγάλει από τον εφιάλτη, αλλά να με καλεί κοντά Του μ' ένα τρόπο θαυμαστό, μυστικό, πρωτόγνωρο για μένα και το κυριότερο να μην μπορώ να Του το αρνηθώ. Ο Κύριος, ο γλυκύτατος Ιησούς είναι ο Μέγας Θεραπευτής που με τις πρεσβείες της Υπεραγίας Μητρός Του και των Αγίων Του, μέσα από τα Άγια Μυστήρια της Εκκλησίας Του και τον αγώνα  τον καθημερινό για την μετάνοια και την ταπείνωση, ανακαινίζει και λαμπρύνει την ψυχή που αγωνίζεται να τηρήσει τις εντολές Του. 
Ω! Πόσο γλυκύτατος είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας μας, πόσο νηφάλια και μεθυστικά πυρπολεί τις καρδιές των ανθρώπων! Πως ξανακεντά την ευγένεια της ψυχής με πανέμορφο τρόπο! Αυτή είναι η Ορθοδοξία μας, η Αλήθεια που μας παρεδόθη, ο πολύτιμος μαργαρίτης που ανακαινίζει και στολίζει την ψυχή που θρηνεί τον χωρισμό από τον γλυκύτατο Νυμφίο, με το πρωτόκτιστο κάλλος μέσα από το μέγα μυστήριο της μετάνοιας και της συντριβής της αμαρτωλής καρδιάς. Έτσι κι εγώ δεν ξέρω τι να πω· τάχω χαμένα. Στέκομαι όρθιος, ψηλά και κοιτάζω τις δυό πλευρές της ζωής μου, ταξινομώ και εκθέτω τις εμπειρίες μου, αναρωτιέμαι τι και γιατί συνέβη στη ζωή μου. Μερικές φορές, μέσα από την οθόνη της διάνοιάς μου, περνά και κυλά η ζωή μου σαν ταινία, πως ήταν πριν από τη γνωριμία μου με τον Λυτρωτή μου. Όπως εκτυλίσσονται οι σκηνές τόσα χρόνια πριν και αναμοχλεύεται το παρελθόν, ένας κόμπος συγκίνησης μου πνίγει τον λαιμό. Με θάμβος παρατηρώ και αναλογίζομαι ότι δεν μπορεί να είμαι εγώ ο πρωταγωνιστής αυτής της ταινίας.
Εν κατακλείδι, θα μου επιτρέψετε να σας παρακαλέσω κάτι: Προσευχηθείτε γι' αυτά τα παιδιά στον φιλεύσπλαχνο Κύριο και τη γλυκιά μας Παναγία. Δεν φαντάζεστε τι πόνο κρύβουν μέσα τους, παρά τη σκληρότητα της ζωής τους. Τα «θολωμένα» σοκάκια που περπάτησαν και περπατούν μέρα-νύχτα αυτές οι ταλαίπωρες ψυχές, ανακυκλώνοντας και στροβιλίζοντας το πάθος τους για την πρέζα, έχουν πολλές ιστορίες να διηγηθούν. Κανείς από αυτούς που γλύτωσαν δεν θέλει να τις θυμάται. Ήταν και είναι σκληρή η νύχτα τα χρόνια της εξάρτησης...
Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος!
Αμήν.

Πηγή: Περιοδικό ΕΡΩ τεύχος 5ο Ιανουάριος-Μάρτιος 2011