.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Βαρσανούφιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Βαρσανούφιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Αββάς Βαρσανούφιος ο Μέγας λέγει ότι «χωρίς τον κόπο της καρδιάς, κανείς δεν αποκτά την διάκριση των λογισμών»....''Θυμάμαι ότι, μετά από μελέτη έξι μηνών κάθε διαθεσίμου Ορθοδόξου βιβλίου στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Σικάγο, και πριν ακόμη επισκεφθώ κάποια Ορθόδοξη ενορία, είπα στον εαυτό μου: «Θα κάνω ό,τι είναι απαραίτητο για να γίνω Ορθόδοξος, ακόμη και αν χρειασθεί να αλλάξω υπηκοότητα και να γίνω Ρώσσος ή Έλληνας, ή να μάθω Ρωσσικά ή Ελληνικά»

«Ένας Οικουμενισμός, λοιπόν, που προσποιείται ότι οι πραγματικές διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και ετεροδοξίας είναι ασήμαντες, περιπίπτει πράγματι σε ένα τέτοιο φοβερό αμάρτημα, και διότι αρνείται την αλήθεια, την οποία τόσοι πολλοί πρώην ετερόδοξοι Χριστιανοί αγωνίστηκαν πολύ για να την βρουν, και διότι προσπαθεί να κλείσει την πόρτα σε όσους ακόμη την αναζητούν. Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι αντίθετος σε κάθε βήμα κάποιου που ψάχνει την Αλήθεια και επιδιώκει την ένταξή του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού.» 

(Ιερομόναχος Αλέξιος Καρακαληνός)

Επιστροφές ετεροδόξων στην Ορθοδοξία Ιερομόναχος Αλέξιος Καρακαληνός

Ο Χριστός είναι «το φως το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Και όπως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει: «Η Χάρις εις πάντας εκκέχυται· ουκ Ιουδαίον, ουκ Έλληνα, ου βάρβαρον, ου Σκύθην, ουκ ελεύθερον, ου δούλον αποστρεφομένη· πάντας ομοίως προσιεμένη (προσεγγίζουσα) και μετά της ίσης τιμής». Αν και σήμερα κάποια έθνη έχουν διαφορετικό όνομα, ο Χριστός συνεχίζει το έργο Του, της σωτηρίας των ανθρώπων, προσκαλώντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία πολλούς, που ανετράφησαν μέσα σε κοινότητες ετερο-Ορθοδόξων Χριστιανών. Οι περιπτώσεις τους είναι ποικίλες και ομοιάζουν – αν τις συνθέσει κανείς – με ένα πολύχρωμο χαλί από τους θαυμαστούς τρόπους της Θείας Χάριτος και το μυστήριο της ανθρωπίνης καρδιάς.

Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις οποίες κάποιος, που ανήκει σε μια ετερόδοξη ομολογία, έρχεται στην Ορθοδοξία. Αλλά ο πιό σημαντικός παράγων είναι πάντα η παρουσία της Θείας Χάριτος, η οποία δρα κατά ποικίλους τρόπους, αγγίζοντας την ψυχή κάθε ανθρώπου, που είναι δεκτικός φωτισμού, και οδηγώντας τον να αναζητήσει την αλήθεια. Μετά,
εκείνος πωλεί ό,τι έχει στην κατοχή του, με σκοπό να αποκτήσει τον «πολύτιμο μαργαρίτη», την Ορθόδοξη πίστη μας. Από το πολύ έλεος του Θεού, η Θεία Χάρις άγγιξε και την ιδική μου ψυχή οδηγώντας με αρχικά στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τελικά στο Άγιον Όρος, αν και μεγάλωσα σε μια μικρή προτεσταντική κοινότητα, σε μια επίσης μικρή πόλη των ΗΠΑ, όπου ούτε ποτέ συνάντησα μια Ορθόδοξη ενορία, ούτε ποτέ είχα οποιαδήποτε επαφή με κάποιον Ορθόδοξο χριστιανό.

Όταν ήμουν νέος είχα διδαχθή ότι όλες οι χριστιανικές ομολογίες ήταν βασικά ίδιες, και ότι οι διαφορές μεταξύ τους ήταν ασήμαντες. Παρόλα αυτά η πείρα με έκανε να θέσω υπό κρίση αυτή την κεντρική διδασκαλία της Οικουμενιστικής Κινήσεως. Όταν ήμουν 14 ετών και παρακολουθούσα το μάθημα του κατηχητικού σχολείου σε ένα ναό των Μεθοδιστών, συγκεκριμένα στο ναό όπου ο παππούς μου ήταν παλαιότερα ο πάστορας, έκανα στον κατηχητή μου την εξής ερώτηση: «Γιατί πρέπει να είμαι Μεθοδιστής και όχι Ρωμαιοκαθολικός ή Πρεσβυτεριανός ή Βαπτιστής; Πώς μπορώ να ξέρω ότι οι Μεθοδιστές έχουν την αλήθεια;». Ο κατηχητής μου, όμως, δεν μου έδωσε ικανοποιητική απάντηση, και από τότε άρχισε η μακρά μου πορεία αναζητήσεως της Αληθείας.

Τώρα βλέπω ότι ο δικός μου δρόμος της αναζητήσεως είχε πολλά κοινά σημεία με εκείνα άλλων αναζητητών, οι οποίοι επίσης κατέληξαν από την ετεροδοξία στην Ορθοδοξία, και θα ήθελα να σκιαγραφήσω κατ’ αρχήν τους κύριους λόγους – λίγο πολύ κοινούς – για τους οποίους κάποιος ετερόδοξος προσέρχεται στην Ορθοδοξία. 

Και, κατά δεύτερον λόγον, να επισημάνω μερικές συνέπειες που έχει αυτή η μεταστροφή του στην Ορθοδοξία όσον αφορά στην εμπλοκή μας στην Οικουμενιστική Κίνηση.

Λόγω ελλείψεως χρόνου δεν μπορώ να παρουσιάσω πολλά παραδείγματα, τα οποία θα περιληφθούν στα Πρακτικά του Συνεδρίου. Στους περισσότερους ανθρώπους που προσέρχονται στην Ορθοδοξία, εμού συμπεριλαμβανομένου, διακρίνομε τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά εκείνα, που απαντώνται σε όσους έλαβαν το δώρο της μετανοίας. Αυτά είναι η συντετριμμένη και τεταπεινωμένη καρδία, μία ειλημένη απόφασις να βρει κανείς οπωσδήποτε την αλήθεια ανεξαρτήτως κόστους, ένα ταπεινό φρόνημα, που του επιτρέπει να δει την ζωή από μια άλλη οπτική γωνία, μια διάθεσις να κάνει συγκρίσεις μεταξύ εκείνου που είχε και αυτού που ανακαλύπτει και, τελικά, μια σταθερή απόφαση να αλλάξει ζωή. Είναι ο «πόνος της καρδιάς» εκείνο που καθιστά ικανούς τους ετεροδόξους να μην εμπιστεύονται πλέον την ιδική τους λογική, τις ιδικές τους απόψεις και τα ιδικά τους συναισθήματα, ώστε να μπορούν πλέον να λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τους τους ισχυρισμούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, να ασκούν κριτική επάνω στα ιδικά τους πιστεύω και να διερωτώνται για το τι έχει μεγαλύτερη αξία στην ζωή.

Ο Αββάς Βαρσανούφιος ο Μέγας λέγει ότι «χωρίς τον κόπο της καρδιάς, κανείς δεν αποκτά την διάκριση των λογισμών». Αυτό ισχύει και για κάθε μορφή διακρίσεως. Οι δοκιμασίες, οι θλίψεις καί οι πειρασμοί, που φέρνουν πόνο στην καρδιά, είναι μεταξύ των μεγαλυτέρων ευεργεσιών του Θεού, επειδή δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να λάβει χώρα ένας προβληματισμός, μια αναθεώρηση των θέσεων και, ενδεχομένως, μια στροφή προς την Ορθοδοξία. Για τους πρώην Ευαγγελικούς, οι οποίοι ενεπλάκησαν στην ιεραποστολική οργάνωση «Cambridge Crusade» (Καίμπριντζ Κρουσέϊντ), η αποτυχία τους να προσηλυτίσουν σταθερά ανθρώπους στην πίστη του Χριστού, τους έκανε να αναρωτηθούν για την αξία της υπάρξεως αυτής της οργανώσεως, πράγμα πού τους οδήγησε στην αναζήτηση της Εκκλησίας της Καινής Διαθήκης, μια αναζήτηση η οποία έληξε το 1987 με την είσοδό τους στην Ορθοδοξία.

Σε άλλους, η ίδια η συνάντηση με την Ορθοδοξία επιφέρει μια κρίση, η οποία τους κάνει να διερωτώνται για την αλήθεια των πιστεύω τους. Έχει υπάρξει ένας αριθμός προσηλύτων στην Ορθοδοξία, που άρχισαν την πορεία τους προς αυτήν κατά αρνητικό τρόπο, προσπαθώντας δηλαδή να αποδείξουν ότι η Ορθοδοξία έχει λάθος. Ένας τέτοιος ήταν ο Θ. Α., ο οποίος αν και μεγάλωσε μέσα σε ένα ελληνορθόδοξο περιβάλλον, αργότερα στο Λύκειο ενεπλάκη σε προτεσταντικές ομάδες και προσηλυτίστηκε. Για να μπορέσει ο ίδιος να μεταστρέψει τους Ορθοδόξους, αλλά και να πεισθεί ο ίδιος ότι η Ορθοδοξία είναι λανθασμένη, άρχισε να μελετά βιβλία σχετικά με την Ορθοδοξία. Το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο. Πείσθηκε ο ίδιος ότι η Ορθοδοξία κατέχει την αλήθεια. Άπαξ τώρα και έχει κάποιος ταπεινά αποδεχθεί την Ορθόδοξη Εκκλησία σαν τον Θεανθρώπινο θεσμό, που έχει την μόνη αυθεντία στην ζωή, όσον αφορά στην σωτηρία του, η μετάβαση από την συγκατάθεση της καρδιάς στην πρακτική επιστροφή στην αληθινή πίστη απαιτεί και μιαν άλλη αρετή, την οποία ο άγιος Κλήμης, ο επίσκοπος Ρώμης, ονομάζει: «ισχύν αφοσιώσεως και σκοπού».

Η επίγνωση ότι τίποτε δεν είναι πιο σπουδαίο από το να εισέλθει κανείς στην Εκκλησία και να αγωνισθεί να επιτύχει αυτόν το σκοπό, είναι αναγκαία για εκείνον που αναζητά την Εκκλησία, ώστε να υπερπηδήσει τα εμπόδια, που το πονηρό πνεύμα σίγουρα θα προσπαθήσει να του φέρει στον δρόμο του. Μπορούμε να δούμε αυτή την δύναμη της αφοσιώσεως σε πολλούς από εκείνους, που προσέρχονται στην Ορθοδοξία.

Θυμάμαι ότι, μετά από μελέτη έξι μηνών κάθε διαθεσίμου Ορθοδόξου βιβλίου στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Σικάγο, και πριν ακόμη επισκεφθώ κάποια Ορθόδοξη ενορία, είπα στον εαυτό μου: «Θα κάνω ό,τι είναι απαραίτητο για να γίνω Ορθόδοξος, ακόμη και αν χρειασθεί να αλλάξω υπηκοότητα και να γίνω Ρώσσος ή Έλληνας, ή να μάθω Ρωσσικά ή Ελληνικά».

Τελικά, σε κάποιο βαθμό, κατέληξα να έχω κάνει και τα δύο. Όσο σπουδαίο, όμως, και να είναι να αναζητά κανείς ταπεινά την Αλήθεια με συντετριμμένη καρδιά, και να υποτάσσεται σ’ Αυτήν εθελοντικά, ο κύριος παράγων σε μια μεταστροφή προς την Ορθοδοξία είναι η Θεία Χάρις. Ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, στο έργο του «Περί Ενανθρωπήσεως», αναφέρει τα εξής: «Ο Σωτήρ ενεργεί εις τους ανθρώπους τόσον μεγάλα, και καθημερινώς πείθει αοράτως να προσέλθουν εις την πίστιν Του και να υπακούουν όλοι εις την ιδικήν Του διδασκαλίαν, τόσον μέγα πλήθος από όλα τα μέρη...». Και ενώ, σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, η Χάρις δεν ενεργεί στον άνθρωπο στο βάθος της ψυχής του πριν από το Βάπτισμα, εν τούτοις η Χάρις μπορεί να κινεί τον αβάπτιστο προς το αγαθόν, ενεργούσα έξωθεν της καρδιάς.Βέβαια η Χάρις ενεργεί κατά μια πλειάδα τρόπων στις ψυχές, που είναι δεκτικές της αληθείας.

Σε μερικές περιπτώσεις είναι ένα κατάλληλο βιβλίο, που πέφτει στα σωστά χέρια στον κατάλληλο καιρό. Κατά το πρώτο μου έτος στο Κολλέγιο διάβασα τους «Αδελφούς Καραμαζώφ», και έμεινα κατάπληκτος από την ομορφιά ενός Χριστιανισμού, που δεν είχα συναντήσει ποτέ πριν. Εκείνη ήταν η περίοδος που για πρώτη φορά συνειδητά ερχόμουν προς την Ορθοδοξία. Σε άλλους προσηλύτους ήταν η μελέτη της Εκκλησιαστικής ιστορίας, εκείνη που τους έφερε στα πρόθυρα της Εκκλησίας. Εκτός όμως από την μελέτη, πολλοί έχουν αισθανθεί την έλξη της Χάριτος και κατά την παραμονή τους στις ιερές ακολουθίες.
Άλλοι πάλι κάποτε μπήκαν επιπόλαια σε έναν Ορθόδοξο ναό και αιχμαλωτίσθηκαν από την ομορφιά και χάρη των αγιογραφιών.

Όταν πρωτοεισήλθα σε έναν Ορθόδοξο ναό και είδα την εικόνα του Χριστού, και άκουσα τον ιερέα να εκφωνεί: «Εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών, Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα (ας παραθέσωμε)», κατάλαβα ότι είχα βρει τον τόπο μου και, επί πλέον, την Εκκλησία, που έψαχνα εκ νεότητός μου.

Είναι αληθές επίσης ότι κάθε προσήλυτος στην Ορθοδοξία έχει την αίσθηση ότι ξυπνά σαν από βαθύ ύπνο, από την Χάρη του Χριστού, κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Σαν τον άσωτο υιό έρχεται στον εαυτό του, κάνει την σύγκριση μεταξύ του οίκου του Πατρός του και του αμαρτωλού τόπου, όπου ζει, και παίρνει την απόφαση να γυρίσει πίσω στο σπίτι. Μερικοί συγκρίνουν την τάξη, την συγκρότηση της Ορθοδοξίας με την σύγχυση, που επικρατεί στους κόλπους του Προτεσταντισμού. Άλλοι αντιπαραθέτουν την ιστορική συνέχεια της Ορθοδοξίας, προς την έλλειψη της ιστορικής συνεχείας στον σύγχρονο Προτεσταντισμό. Άλλοι τονίζουν την παρουσία στην Ορθοδοξία εργαλείων και μέσων, για να καταπολεμήσει κανείς την αμαρτία, και την απουσία τους στις ετερόδοξες Ομολογίες. Συγκρίνουν, αντιπαραθέτουν και αποφασίζουν. Έτσι τελικά το πρόσωπο που προέρχεται από μια άλλη Ομολογία, συμπληρώνει την κατήχησή του και, με την Χάρη του Θεού, βαπτίζεται στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία.
Από το σημείο αυτό και μετά δεν πρέπει να έχει σημασία για κάποιον, που εισέρχεται στην Εκκλησία, το τι ήταν πριν, γιατί, κατά τον άγιο Ιλαρίωνα, εκείνο που είναι το μόνο σπουδαίο και σωτήριο για αυτόν είναι ότι, γινόμενος μέλος της Εκκλησίας, ήδη έγινε μέλος του Σώματος του Χριστού. 

Από την στιγμή αυτή του Βαπτίσματος, η διαδικασία της μεταστροφής συνεχίζεται πια σαν ζωή μετανοίας μέσα στην Εκκλησία. Ό,τι είχε συμβεί κατά την διαδικασία μεταστροφής κάποιου στην Ορθοδοξία, πόνος καρδιακός, ταπεινή αναζήτηση του θελήματος του Θεού, και μια αποφασιστικότης να γίνεται εις το εξής το θέλημα του Θεού, θα πρέπει να συνεχισθεί μέσα στην Εκκλησία, κατά την ζωή της μετανοίας. Επειδή η ζωή της μετανοίας είναι και αυτή μια ζωή αναζητήσεως,κάθε στιγμή, του θελήματος του Θεού στην ζωή μας.

Και όπως είναι μεγάλη αμαρτία το να κάνομε κάτι, που θα εμποδίσει την μετάνοια κάποιου άλλου, έτσι είναι μεγάλη αμαρτία να εμποδίσομε την προσέλευση κάποιου στην Ορθοδοξία, είτε με την απρόσεκτη ζωή μας, είτε με τις πράξεις μας, είτε με τα λόγια μας.

Ένας Οικουμενισμός, λοιπόν, που προσποιείται ότι οι πραγματικές διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και ετεροδοξίας είναι ασήμαντες, περιπίπτει πράγματι σε ένα τέτοιο φοβερό αμάρτημα, και διότι αρνείται την αλήθεια, την οποία τόσοι πολλοί πρώην ετερόδοξοι Χριστιανοί αγωνίστηκαν πολύ για να την βρουν, και διότι προσπαθεί να κλείσει την πόρτα σε όσους ακόμη την αναζητούν. Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι αντίθετος σε κάθε βήμα κάποιου που ψάχνει την Αλήθεια και επιδιώκει την ένταξή του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού.

Ο Οικουμενισμός ενθαρρύνει το αίσθημα, που πηγάζει από μία, κατ’ επίφαση, ενότητα και όχι από την κατάνυξη και την ζωή της μετανοίας. Αποθαρρύνει την αναζήτηση της Αληθείας, έμμεσα παραδεχόμενος την ύπαρξη και αποδοχή του ψεύδους. Ο Οικουμενισμός δεν διακατέχεται από την ταπείνωση, που επιτρέπει να ακουστεί και μια διαφορετική από την ιδική του φωνή, ειδικά όταν αυτή αποκαλύπτει το ψεύδος του. Ο Οικουμενισμός επιτρέπει συγκρίσεις, αλλά όχι συμπεράσματα, που να καταδεικνύουν ότι κάποια Χριστιανική παράδοση, σε αντίθεση με κάποια άλλη ή άλλες, είναι πιο γνήσια. Τελικά ο Οικουμενισμός αποθαρρύνει οποιαδήποτε αποφασιστική ενέργεια, η οποία θα αντιτίθεται στους επιδιωκόμενους σκοπούς του. Κατ’ αλήθειαν τα λόγια του Χριστού προς τους Φαρισαίους έχουν εφαρμογή για τους οικουμενιστές: «Ουαί ημίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν».

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει κάθε έναν από εμάς, πώς να βοηθήσομε όσους ευρίσκονται έξω από την Εκκλησία, λέγοντας για εκείνον που είναι εκτός Εκκλησίας: «Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα και να τον πείσεις; Με αυτά που έχεις ήδη, να προσπαθήσεις να τον πείσεις. Δηλαδή, με την φιλανθρωπία, με την προστασία, με την ημερότητα, με τον καλό τρόπο, και με όλα τα άλλα». Με άλλα λόγια χρειάζεται να προσεγγίσομε τους ετεροδόξους με εκείνη την φιλοξενία και αγάπη, που είναι χαρακτηριστική στην Ορθοδοξία.

Ο δρόμος της επιστροφής δεν είναι καθόλου εύκολος, και όσοι αγωνίζονται μόνοι τους χρειάζονται την βοήθειά μας, την υποστήριξή μας και την αγάπη μας. Συγχρόνως, όμως, πρέπει να διατηρήσομε τον σκληρό λόγο της αληθείας, έστω και αν αυτό είναι επώδυνο. Η αλήθεια ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη κιβωτός της σωτηρίας, είναι «ο πολύτιμος ακρογωνιαίος μας λίθος, ο εκλεκτός, ο έντιμος», ο οποίος πάντα υπήρξε και πάντα θα υπάρχει «λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου». Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι εκείνοι οι πρώην ετερόδοξοι, που έχουν προσχωρήσει στην Ορθοδοξία, είναι οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του Οικουμενισμού.

Για τους Οικουμενιστές, οι προσήλυτοι στην Ορθοδοξία είναι καθαρά ένας «κόλαφος», αφού η ίδια μεταστροφή τους καταδεικνύει την ανυπαρξία μέσου χώρου μεταξύ της Εκκλησίας και των Ομολογιών. Για τους προσηλύτους, η συμμετοχή τους στον Οικουμενισμό θα σημαίνει την εκπλήρωση του ρητού: «ώσπερ κύων όταν επέλθη επί τον εαυτού έμετον και μισητός γένηται, ούτως άφρων τη εαυτού κακία αναστρέψας επί την εαυτού αμαρτίαν». Οι προσήλυτοι είναι βαθειά οικείοι με την πνευματική ασθένεια, που προκαλείται στις ετερόδοξες κοινότητες από την απιστία στην διδασκαλία του Χριστού. Δεν μπορούν να εξαπατηθούν από γλυκόλογα αγάπης, η οποία θυσιάζει την Αλήθεια, ή από κενούς λόγους για μια ενότητα, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Η μετάνοιά τους για την προηγούμενη συμμετοχή τους σε ετερόδοξες κοινότητες, τους έχει γίνει μια πηγή γνώσεως.

Δεν θα επιτρέψουν στον Οικουμενισμό να αψηφήσει αυτήν την γνώση. Και η θέση τους αυτή δεν είναι μια αρνητική θέση. Αντιθέτως, προέρχεται από την αγάπη τους προς το Χριστό, από την αγάπη τους προς την Εκκλησία, από την αγάπη τους προς την Αλήθεια, και από την αγάπη τους για όσους είναι μέσα και έξω από την Εκκλησία. Με αγάπη απορρίπτομε τον οικουμενισμό,επειδή θέλομε να προσφέρομε στους ετερόδοξους ακριβώς εκείνο, που ο Κύριος εχάρισε πλούσια σε όλους εμάς μέσα στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή την ευκαιρία να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού, «τέκνα Φωτός» και «κληρονόμοι της Βασιλείας, ήν ο Κύριος επηγγείλατο τοις αγαπώσιν Αυτόν»...

Εισήγηση εκφωνηθείσα στο Διορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο: «Οικουμενισμός. Γένεση- Προσδοκίες-Διαψεύσεις», το οποίο διoργανώθηκε στην Θεσσαλονίκη, στις 20-24 Σε- πτεμβρίου 2004, από την «Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών»

Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ

ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΠΙΣΤΕΩΣ

Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν γέροντα:
«Άραγε η πίστη κάποιου μπορεί να ωφελήσει κάποιον άλλον που δεν συνεισφέρει πίστη, όπως ωφέλησε και τον παράλυτο η πίστη εκείνων που τον κουβάλησαν; (βλ. Μάρκ. 2, 3–12)».
Αποκρίθηκε ο γέροντας:
«Αν δεν ήταν πιστός ο παράλυτος, δεν θα άφηνε να τον κουβαλήσουν και να τον κατεβάσουν από τη στέγη· επομένως, τον έσωσε και η δική του πίστη μαζί με την πίστη των άλλων. Γιατί, αν ο άνθρωπος δεν προσφέρει πίστη στον Θεό, δεν ωφελείται καθόλου. Μη λοιπόν βρεις δικαιολογία να μην κάνεις τίποτε εσύ, ρίχνοντας επάνω σε άλλον όλο το δικό σου φορτίο. Ο προφήτης Ιερεμίας, για παράδειγμα, πιστεύοντας ότι ο Θεός θα ελεήσει τον λαό του, προσευχόταν για χάρη του· επειδή όμως ο λαός δεν πρόσφερε και ο ίδιος πίστη μαζί με τον προσευχόμενο προφήτη, αυτός τελικά δεν εισακούστηκε. Μήπως ο προφήτης δεν είχε πίστη όπως και εκείνοι που κουβάλησαν τον παράλυτο; Έτσι ακριβώς γίνεται σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, διότι δεν είναι χωρίς νόημα αυτό που λέει ο Απόστολος ότι «έχει μεγάλη δύναμη η δέηση του δικαίου, όταν συνεργούμε κι εμείς με την πίστη μας έμπρακτα» (βλ. Ιακ. 5, 16).

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟ

[(1) «Ευεργετινός»
–Λόγοι και Διδασκαλίες Αγίων Πατέρων–
Τόμ. Δ΄, Υπόθ. Ιγ΄ (13), σελ. 171,
Μετάφραση: Δ. Χρισταφακόπουλος,
Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας»,
Θεσσαλονίκη 2010.
(2) «Βαρσανουφίου και Ιωάννου,
Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά
(Ερωταποκρίσεις)»,
Τόμ. Β΄, κεφ. Ι΄, §387, σελ. 288–289,
Εκδόσεις «Ετοιμασία»,
Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου,
Καρέας 1996.]

Ακόμα και τα πνευματικά μπορούν να σε παγιδέψουν!



Γνωρίζει ο Θεός αυτά τα οποία έχεις ανάγκη και φροντίζει για σένα. Ο Θεός σε έφερε εκεί που σε έφερε, ο Θεός σε φωτίζει, σε καθοδηγεί. Γιατί λοιπόν πέφτεις σε μέριμνα ακόμα και στα πνευματικά ζητήματα;

Ενώ δηλαδή νομίζεις ότι τάχα ασχολείσαι με πνευματικά θέματα και έχεις πνευματικά ενδιαφέροντα και έχεις πνευματικά ερωτήματα και έχεις πνευματικές απορίες και θέλεις να σου εξηγούν και θέλεις να σου πουν και να μάθεις, τελικά περιπλέκεσαι, τελικά μπαίνεις σε μέριμνα και σε φροντίδα.

Εγώ θα έλεγα και περισσότερο και από αυτό. Δεν είναι απλώς ότι μπαίνει κανείς σε κάποιες φροντίδες, αλλά παγιδεύεται από τον ίδιο τον εαυτό του, από τον εγωισμό του.

Ο άνθρωπος παιδεύεται συνέχεια από αυτήν την τάση που έχει, να θέλει να είναι κάτι. Και σε όποιο σκαλοπάτι κι αν βρεθεί πάλι εκεί ξαναγυρίζει.

Ας πούμε, πρόκοψε κανείς κάπως πνευματικά και επομένως έχει επικοινωνία με πνευματικούς ανθρώπους και ρωτάει κτλ. Αλλά και εκεί πάλι θέλει να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι κάτι είναι. Γι’ αυτό και ασχολείται τόσο πολύ και απασχολείται μ ‘αυτά. Όχι από θείο ζήλο, αλλά από υπερηφάνεια.

Παγιδεύεται από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, επείδη έμαθε τάχα πολλά, και το παίζει πλέον παράγων εκκλησιαστικός και αρχίζει να λέγει αδιακρίτος την άποψή του, να μιλά με θράσος, να πράττει αυτόβουλα και αλαζονικά. Παγιδεύεται μέσα στην φιλαυτία του και εκεί μέσα χάνει πλέον τον βαθύ νόημα των γνώσεων που έχει αποκομίσει από τους γέροντες που συζήτησε, τα βιβλία που διάβασε, τις απαντήσεις που έλαβε.

Ολά λοιπόν εκείνα τα πνευματικά ζητήματα που τον απασχολούσαν έχουν μπει πλέον στην άκρη και τώρα απλά τα χρησιμοποιεί για να δεσπόζει στο κέντρο η μέριμνα της ανάδειξης του «εγώ» του.

από το βιβλίο: Αββάς Βαρσανούφιος Νο1 – Ερμηνεία Πατερικών κειμένων – Πανόραμα Θεσσαλονίκης

Ἀπόκριση πρός τόν ἀδελφό πού ἔπεσε σέ πολλή λύπη καί ἀθυμία

Ἀδελφέ Ἀνδρέα, εἴθε νά μήν ἐπιτρέψει ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας στό μισόκαλο ἐχθρό νά σπείρει μέσα σου τή λύπη καί τήν ἀθυμία, τήν ὁποία ἐκεῖνος φέρνει στίς ψυχές, γιά νά μή σέ ὁδηγήσει σέ ἀπόγνωση, σχετικά μέ ὅσα ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ εὐλογητός, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ σένα τόν ἀγαπητό, ἀλλά νά ἀνοίξει τήν καρδιά σου νά κατανοήσεις τίς Γραφές, ὅπως ἄνοιξε τήν καρδιά τῶν μαθητῶν, πού ἦταν μαζί μέ τόν Κλεόπα (Λουκ. 24, 32).
Νά κατανοήσεις δηλαδή, γιατί ὁ Θεός, μετά τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στόν ἅγιο Πατριάρχη Ἀβραάμ, πάλι ἐπέτρεπε ὥστε αὐτός νά δοκιμάζεται (Γεν. 22, 1). Διότι λέει: Καί μετά ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια, δηλαδή τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε σ᾿ αὐτόν, τό φίλο Του – πού Τοῦ πρόσφερε μιά τόση μεγάλη θυσία, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν πρέπον νά πάθει κανένα κακό καί πού γιά τήν πίστη του τή μεγάλη τόν θεώρησε δίκαιο (Γεν. 15, 6), (Ρωμ. 4, 3) – αὐτόν τόν τόσο σπουδαῖο καί μεγάλο, τόν ἄφησε νά πέσει σέ πειρασμό. Καί τόν ἄφησε γιά νά δοκιμαστεῖ, ἀκριβῶς γιά νά κατασταθοῦν ἀναπολόγητες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καί νά εἶναι παράδειγμα καί πρότυπο στούς πιστούς, ὅτι “μέ πολλές θλίψεις πρόκειται νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. 14, 22) καί...
“μέ τήν ὑπομονή τους θά σώσουν τίς ψυχές τους” (Λουκ. 21, 19), “εὐχαριστώντας γιά τό καθετί τό Θεό” (Α’ Θεσ. 5, 18).

Μαζί μέ αὐτά, φέρε στό νοῦ σου καί τόν ἅγιο ᾿Ιώβ, τό γνήσιο φίλο τοῦ Θεοῦ, “τόν ἀληθινό, τόν ἄμεμπτο καί δίκαιο, τό θεοσεβή, πού ἀπεῖχε ἀπό κάθε πονηρό πράγμα” (᾿Ιώβ 1, 1). Αὐτόν πού δέν ἔπρεπε νά πάθει κανένα κακό, καί αὐτόν τόν παρέδωσε νά πειραστεῖ, γιά νά δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετή του· καί ἀγωνίστηκε τόσο, μέχρι σημείου πού ἄφησε καταντροπιασμένους καί ἀναπολόγητους τούς ἐχθρούς καί τούς κατηγόρους του, καθώς τούς ἔλεγχε μέ τή ζωή του.

Φέρε ἀκόμη στό νοῦ σου, γιά νά στηριχθεῖ ἡ πίστη σου, “τόν ἀρχηγό τῆς σωτηρίας μας καί τελειωτή ᾿Ιησοῦ” (Ἑβρ. 12, 2), “ὁ ῾Οποῖος μᾶς λύτρωσε ἀπό τήν ἀρχαία κατάρα” (Γαλ. 3, 13). Πῶς δηλαδή, ἀφοῦ ἔφθασε στήν ὥρα τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς ὑποδείξει ὁδό ὑπομονῆς καί σωτηρίας, ἔλεγε: “Πάτερ, ἄν εἶναι δυνατόν, ἄς μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι· ὅμως ἄς γίνει τό δικό Σου θέλημα καί ὄχι τό δικό μου” (Ματθ. 26, 39). Καί αὐτό τό ἔκανε γιά μᾶς, ᾿Εκεῖνος πού ἐπιτίμησε τόν Πέτρο ὅταν τοῦ εἶπε: “῾Ο Θεός φυλάξοι σε, Κύριε, νά μή σοῦ συμβεῖ κάτι τέτοιο”! (Ματθ. 16, 22). Καί τό ἔκανε ἐπειδή ἦταν ἕτοιμος καί εἶχε καταθέσει τήν προαίρεσή Του στό νά πάθει γιά τή σωτηρία μας. ᾿Αλλά, χάριν τῆς ἀδυναμίας μας, δέχτηκε προσευχόμενος στή Γεθσημανή νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, γιά νά μήν ἀπογοητευόμαστε ὅταν προσευχόμαστε, ἔστω καί ἄν πρός τό παρόν, πρός δοκιμή μας, δέν εἰσακούεται ἡ προσευχή μας.

῎Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά κάνουμε μιά βαθιά μελέτη πάνω στήν οὐσία καί στή σημασία τῶν Παθῶν τοῦ Σωτήρα μας, πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας. Καί ἄς ὑπομείνουμε μαζί μ᾿ Αὐτόν τούς ὀνειδισμούς, τά στίγματα, τήν ἐξουθένωση, τήν περιφρόνηση, τόν ἐμπτυσμό, τήν ὕβρη ἀπό τή χλαμύδα, τήν διαπόμπευσή Του μέ τό ἀγκάθινο στεφάνι, τό ξύδι μέ τή χολή, τήν ὀδύνη ἀπό τό μπήξιμο τῶν καρφιῶν, τό κέντημα τῆς λόγχης καί τό νερό καί τό αἷμα. Καί ἀσφαλῶς τότε θά αἰσθανθεῖς μεγάλη ἀνακούφιση στίς δικές σου ὀδύνες. Νά εἶσαι δέ βέβαιος ὅτι ὅλος αὐτός ὁ κόπος σου δέν θά πάει χαμένος. Σέ ἄφησε νά ὑποφέρεις ἕνα μικρό κόπο, γιά νά μήν βρεθεῖς ἐκείνη τήν ἡμέρα (τῆς κρίσεως), ἀμέτοχος τῶν καρπῶν πού θά βλέπεις νά βαστάζουν οἱ ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι θά καυχῶνται γιά τούς καρπούς τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεών τους. ᾿Επίσης γιά νά γίνεις συγκοινωνός τῶν ῾Αγίων καί τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἔχοντας παρρησία ἐνώπιόν Του μαζί μέ τούς ῾Αγίους.

Μήν ἀφήνεις νά σέ κυριεύσει ἡ λύπη, δέ σέ ξέχασε ὁ Θεός, ἀλλά φροντίζει γιά σένα ὡς γνήσιο Του υἱό καί ὄχι ὡς νόθο. Θά στέκεσαι καλῶς ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου μέ πολλή νήψη. Νά μήν ξεχάσεις τό φόβο καί τήν εὐχαριστία πρός τό Θεό. Καί θά εἶσαι μακάριος, ἄν πράγματι ἔγινες καί ξένος καί φτωχός, διότι αὐτοί εἶναι πού θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γίνε ἀνδρεῖος καί δυνατός ἐν Κυρίῳ.
῞Οπως βλέπεις, δέν κουράζομαι νά σοῦ λέω τά ἴδια καί τά ἴδια, τά ὁποῖα εὔχομαι νά σοῦ τά χαρίσει ὁ Κύριος.
Κάνε εὐχή καί γιά μένα.

Ἀπό: «Ἀββᾶ Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, Κείμενα Διακριτικά καί Ἡσυχαστικά», 
τόμ. Α’ ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ». 
Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Γιατί μᾶς φθονοῦν τά δαιμόνια;



Κάποτε μέ εἶχε ἐπισκεφθεῖ ἕνας μεγαλόσχημος μοναχός ἀπό τό ἅγιο Ὄρος. Ἦταν 7 τό ἀπόγευμα. Ἔδειχνε ἄνθρωπο τρομοκρατημένο. Λές καί εἶχε ἰδεῖ φάντασμα. Πράγματι, δέν εἶχα πέσει καί πολύ ἔξω. 
Ὅπως προχωροῦσε ἡ συζήτηση, ἰσχυρίζετο πώς οἱ δαίμονες ἔχουν τήν ἱκανότητα νά παρουσιάζονται στούς ἀνθρώπους ἀκόμη καί αἰσθητά.
-Καί τούς ἔχετε ἰδεῖ; Τόν ρώτησα.
-Ναί, ναί. Τούς εἶδα μέ τά ἴδια μου τά μάτια, ὅπως βλέπω τώρα ἐσένα. Μετά τήν θεία λειτουργία γύρισα στό κελλί μου. Εἶπα νά ξαπλώσω γιά λίγο, μέχρι νά σημάνει ἡ ὥρα γιά φαγητό. Ἡ πόρτα τοῦ κελλιοῦ μου ἦταν κλειστή καί κλειδωμένη. Καί, νά σου, ξαφνικά, βλέπω δύο μαῦρες φιγοῦρες νά στέκονται μέσα στό κελλί μου. Ἀπό ποῦ τάχα μπῆκαν; σκέφτηκα. Καί ἄκουσα τόν ἕνα νά λέγει στόν ἄλλο: "Ἔλα, ἔλα γρήγορα, νά τόν σκοτώσουμε, τώρα πού εἶναι μόνος του!". Κατατρομαγμένος ἀνοίγω διάπλατα τά μάτια, μήπως καί ὀνειρεύτηκα. "Μά εἶναι ξύπνιος", εἶπε ὁ ἄλλος. "Καί τί πειράζει; Φέρε το γρήγορα ἐδῶ". Τούς εἶδα νά μεταφέρουν ἕνα τεράστιο σεντόνι. "Γρήγορα ρέ, ρῖξε το ἐπάνω του. Θά νομίσουν ὅτι πέθανε ἀπό ἀσφυξία". Στά λόγια αὐτά ἀναστατώθηκα. Ἔκαμα τόν σταυρό μου καί φώναξα, ὅσο ἄντεχαν τά πνευμόνια μου:
"Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησέ με!".
Τήν ἴδια στιγμή, λές καί τούς χτύπησε ἠλεκτρικό ρεῦμα, τά δαιμόνια ἐκτινάχθηκαν στήν ἄλλη ἄκρη τοῦ κελλιοῦ. Ἀφοῦ ἐπῆρα θάρρος, τούς ἐρωτάω:
-Τί θέλετε ἀπό ἐμένα, ταλαίπωροι; Γιατί τόσο μῖσος ἐναντίον τῶν χριστιανῶν;
-Σᾶς φθονοῦμε, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἄδικος. Γιατί θέλετε νά μᾶς πάρετε τήν θέση!
-Τί; Τήν θέση; Ποιά θέση;
-Βέβαια, τώρα μᾶς κάνεις καί τόν ἀνίδεο! Ἀπό τήν μιά διαπράττετε ἕνα σωρό ἁμαρτίες καί ἀπό τήν ἄλλη τρέχετε κάτω ἀπό τό "βρωμοπετραχήλι" τοῦ παπᾶ. Σᾶς μουρμουρίζει κάτι λόγια ἀκαταλαβίστικα· καί ὅλα συγχωροῦνται καί σβήνουν! 
-Καί ἐσεῖς, ἄμα τό θελήσετε, ἔχετε τήν δυνατότητα νά σᾶς συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας. Αὐτό ἀρκεῖ, γιά νά καταλάβετε τήν προηγούμενη θέση σας, ἀπό τήν ὁποῖα ξεπέσατε.
-Καί πῶς;
-Ταπεινωθεῖτε! Πηγαίνετε, ἀκόμη καί τώρα, μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί ζητῆστε Του συγνώμη καί ἄφεση.
-Αὐτό δέν πρόκειται νά γίνει ποτέ! Ἀκοῦς, τί λέω; Μέ κανένα τρόπο! Ποτέ! Ποτέ! Οὐδέποτε!!!
-Ἔ, τότε εἶστε ἄξιοι τῆς τύχης σας.


Ὤ! πόσο ἀληθινά εἶναι τά λόγια τῆς ἁγίας Γραφῆς: "ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν".
Ὁ ὑπερήφανος βλέπει τόν Θεό σάν ἀντίπαλό του. Μά καί γιά τόν Θεό ὁ ὑπερήφανος εἶναι ἐχθρός Του. Δηλαδή, ξένος καί ἀποξενωμένος ἀπό τό ἔλεος καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἀντίθετα, ὁ ταπεινός εἶναι ἄξιος τῆς χάρης καί τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ἄξιος νά ἀποκατασταθεῖ στήν προηγούμενη δόξα του. 

Ἐκλεκτές διηγήσεις καί διδαχές (Τεῦχος Γ')
Ὅσιος Στάρετς Βαρσανούφιος
Ἔκδοσι Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νικοπόλεως Πρέβεζα