.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«ΕΙΜΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ…ΝΑ ΚΗΡΥΞΕΙΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ»



Ένας στρατιώτης στην Ήπειρο, έκαμε τη σκοπιά του στον στρατώνα και περί τα μεσάνυκτα άκουσε βήματα ανθρώπου να τον πλησιάζουν. Υπέθεσε ότι επρόκειτο για έφοδο του αξιωματικού. Φώναξε «άλτ», όμως πάλι τα βήματα ακούγονταν να τον πλησιάζουν. 
Για δεύτερη φορά – με το όπλο ανά χείρας - φώναξε: «άλτ, τις ει». Δεν έλαβε καμία απάντηση. Τότε, επαναλαμβάνει τη φράση με τη προσθήκη ότι προτίθεται να πυροβολήσει. Μόλις είπε τη λέξη πυροβολώ, του έφυγε το όπλ από τα χέρια έως 50 μέτρα μακριά και είδε ξαφνικά αντί του αξιωματικού, όπως περίμενε, έναν ιερωμένο μέσα σε αστραπόμορφη λάμψη φωτός. Φοβήθηκε πολύ. Του λέγει ο ιερωμένος: «Παιδί μου, μη φοβάσαι, αλλά πες μου ευλογημένε γιατί βλασφημείς τα Θεία; 
Τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους;» 
«Συγχώρησέ με, άγιε Πάτερ», απάντησε ο στρατιώτης με κατάνυξη και δάκρυα, «από κακή και πολυχρόνια συνήθεια γίνεται». Τότε του λέγει ο άγιος: «Να κηρύξεις σε όλους να μετανοήσουν, να μην βλασφημούν. Να το αναφέρεις στην Μητρόπολη και σε όλους. να το γράψουν και οι εφημερίδες». Του ανταπαντά ο στρατιώτης: «Δεν με πιστεύουν, άγιε. 
Αλλά πες μου, ποιός είσαι;». 
«Είμαι ο προφήτης Ηλίας. Και για να πιστέψουν, να τους πεις ότι σε κείνη την κορυφή, να σκάψουν και να βρουν την εκκλησία μου, παλαιά, και πάνω σε αυτήν να κτίσουν ναό». Έγινε γνωστό το θαυμαστό περιστατικό σε όλη την πόλη, δημοσιεύθηκε και στον τύπο, πολλοί πίστεψαν και άλλαξαν ζωή, ενώ ο Σύλλογος των Αρτοποιών της Πόλης που τιμούσε τον Προφήτη Ηλία, έκαμε ανασκαφές στην κορυφή, ανακάλυψε την παλαιά εκκλησία και οικοδόμησε επ΄ αυτής νέα προς δόξαν του πανένδοξου Προφήτη Ηλία. Ο δε στρατιώτης, άλλαξε ζωή και έγινε στο υπόλοιπο της ζωής του υπόδειγμα χριστιανού.


ΛΑΖΑΡΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ,
ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΙΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ, 
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, 
ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ 1989, σελ. 194 κ.ε.