.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»



Όποιος μελετά το ευαγγέλιο μένει ενεός και άναυδος, όχι μόνο ενώπιον της σταυρικής θυσίας του Χριστού, αλλά και ενώπιον του μεγέθους της ανεξικακίας του, της μακροθυμίας και συγγνώμης του και τέλος ενώπιον της απέραντης και απροσδιόριστης αγάπης του.

Ενώ ο Ιησούς ποικίλως και πολυτρόπως ευεργέτησε τον ιουδαϊκό λαό και έδειξε σ’ αυτούς το ενδιαφέρον και την αγάπη του, εν τούτοις «όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων» (Ματθ. 26,47) έρχεται και τον συλλαμβάνει λες και ήταν ληστής (Ματθ. 26,55) και τον παραδίδουν στον Καϊάφα τον αρχιερέα. Εκεί προσπάθησαν με ψευδομαρτυρίες να τον καταδικάσουν σε θάνατο. Τον φτύνανε στο πρόσωπο, τον δίδανε καρπαζιές, και τον ράπιζαν λέγοντας· προφήτεψε Χριστέ ποιος σε χτύπησε.
Μετά τον παρέδωσαν στον Πιλάτο, ώστε να τον δικάσει και εν τέλει να τον τιμωρήσει με την ποινή του θανάτου.

Ο Ιούδας εν τέλει παραδέχεται την αθωότητά του (Ματθ. 27,1-5) χωρίς όμως να ζητήσει το έλεός του· ο Πιλάτος ανακαλύπτει κι αυτός ότι είναι αθώος και ότι λόγω φθόνου τον παρέδωσαν και προσπαθεί να τον σώσει, βάσει εθίμου που υπήρχε να απολύει ένα κρατούμενο, όποιον ήθελε ο λαός.
Και κείνοι, ακούγοντας τους αρχιερείς και τους πρεσβυτέρους, ζητάνε να ελευθερωθεί ο στασιαστής και δολοφόνος Βαραββάς (Λκ. 23,19) και να σταυρωθεί ο αθώος Χριστός. Ο Πιλάτος υποκύπτει την πίεση του όχλου και ο Χριστός παραδίνεται για να σταυρωθεί. Οι στρατιώτες τον εμπαίζουν σαδιστικά και πρόστυχα και τον οδηγούν στην σταύρωση. Μόλις ανέβηκε στον σταυρό έχοντας και δύο κοινούς ληστές παράπλευρά του αρχίζει η κακία των Εβραίων να οργιάζει.
Το πλήθος γαυριά και αλαλάζει και μαίνεται κραυγάζοντας, βλασφημώντας και εμπαίζοντας· «αυτός είναι (ο έξυπνος) που θα κατέλυε τον ναό και πάλι θα τον οικοδομούσε σε τρεις μέρες! Σώσαι λοιπόν τον εαυτό σου· αν είσαι υιός του Θεού κατέβα από τον σταυρό.
»Όμοια δε ενέπαιζαν και οι αρχιερείς μετά των γραμματέων και πρεσβυτέρων και Φαρισαίων λέγοντας· άλλους έσωσε τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει· εάν είναι βασιλεύς του Ισραήλ ας κατεβεί τώρα από τον σταυρό και τότε θα πιστέψουμε σ’ αυτόν· εφ’ όσον έχει πίστη στον Θεό, άς τον σώσει τώρα, εάν βέβαια τον θέλει· διότι αυτός είπε ότι είναι υιός του Θεού.
»Τα ίδια δε έκαναν και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του· τον ονείδιζαν» (Ματθ. 27,39-44), άσχετα αν αργότερα ένας απ’ αυτούς μετανόησε και ομολόγησε την θεότητά του (Λκ. 23,40-43).

Ποια ήταν η αντίδραση του Χριστού σ’ όλη αυτή τη λυσσαλέα, σιχαμερή και δαιμονική εκστρατεία εναντίον του;
Μήπως κατέβηκε από το σταυρό εγκαταλείποντας μια για πάντα το έργο της σωτηρίας μας, όπως επιθυμούσαν οι ανόητοι και ασύνετοι και άπιστοι Ιουδαίοι, που ενώ είδαν τόσα φοβερά θαύματα, και αναστάσεις νεκρών ακόμα, εξακολουθούν να ζητούν σημείο κατά τα γούστα τους;
Μήπως οργίσθηκε; Μήπως τους καταράστηκε; Μήπως διέταξε να τιμωρηθούν παραδειγματικώς και να κονιορτοποιηθούν ολοσχερώς οι εχθροί του; Τίποτα απ’ όλα αυτά. Έχοντας γαλήνη και ηρεμία, προσευχήθηκε με πόθο σφοδρό, όχι για τον εαυτό του αλλά για τους εχθρούς του.
«Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ. 23,34). Πατέρα μου συγχώρα τους και μη καταλογίζεις ενοχή στην κτηνώδη και εγκληματική συμπεριφορά τους. Δεν ξέρουν τι κάνουν. Έχουν τυφλωθεί εντελώς.

Αυτό που είπε στην επί του όρους ομιλία του διορθώνοντας το νόμο της Παλαιάς Διαθήκης αυτό πράττει τώρα. Είχε πει τότε· «Ακούσατε ότι έχει λεχθεί, ν’ αγαπήσεις τον πλησίον σου και να μισήσεις τον εχθρό σου. Εγώ όμως σας λέγω, ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να ευλογείτε αυτούς που σας καταριόνται, να φέρεσθε καλά σ’ αυτούς που σας μισούν και να προσεύχεσθε γι’ αυτούς που σας δημιουργούν προβλήματα και σας διώκουν. Κι όλα αυτά να τα κάνετε για να γίνετε αληθινά και γνήσια παιδιά του επουράνιου πατέρα σας, που τον ήλιο τον ανατέλλει για όλους, πονηρούς και αγαθούς, και βρέχει σε δικαίους και σε αδίκους. Διότι αν αγαπήσετε αυτούς που σας αγαπούν, ποιος θα είναι ο μισθός σας; Και οι τελώνες (που είναι οι χειρότεροι άνθρωποι) το ίδιο κάνουν. Να γίνετε λοιπόν τέλειοι όπως ακριβώς ο επουράνιος πατέρας σας είναι τέλειος» (Ματθ. 43-48).

«Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». 

Ο ιερός Χρυσόστομος αναπτύσσοντας το ρητό αυτό θέτει δύο ερωτήματα και δίνει ο ίδιος τις αντίστοιχες απαντήσεις (Ε.Π.Ε. τόμ. 36, σσ. 29-35 και 63-69).
α΄) Συγχωρέθηκε η φρικτή αμαρτία των σταυρωτών; Ναι για όσους μετανόησαν. Μετανόησαν και πίστεψαν στον Χριστό 3.000 (Πρξ. 2,41) και μετά 5.000 (Πρξ. 4,4) και μετά μυριάδες (Πρξ.21,20). Επίσης ο Παύλος, ο Πέτρος που τον αρνήθηκε, αλλά ύστερα έκλαψε πικρά, και τόσοι άλλοι.

β΄) Μπορούμε εμείς να μιμηθούμε τον Χριστό σ’ αυτήν την θαυμαστή και θεϊκή ανεξικακία του;
Ναι μπορούμε! Διαφορετικά δεν θα έλεγε ο Χριστός «άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών· ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» (Ματθ. 11,29-30).

Δεν θα έλεγε ο Παύλος «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (Α΄ Κορ. 11,1). Και δεν το λέγει μόνο αλλά μας το δείχνει και στην πράξη. Ενώ υπέστη τα πάνδεινα από τους Εβραίους (πρβλ. Β΄ Κορ. 11,24-25), εν τούτοις μας λέγει ότι έχει μεγάλη και συνεχή οδύνη για την τύχη των ομοεθνών του και εύχεται, αν ήταν δυνατόν, να γίνει ανάθεμα, να χωριστεί δηλαδή από τον Χριστό, αν μπορούσε αυτό να τους σώσει (Ρωμ. 11,24-25).

Δεν θα έλεγε ο διάκονος και πρωτομάρτυς απόστολος Στέφανος «Κύριε μη στήσεις αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην» (Πρξ. 7,60) και μάλιστα «θεις τα γόνατα». Προσευχήθηκε όχι εική και ως έτυχεν αλλά γονατιστός και με φωνή ισχυρή, φανερώνοντας έτσι τον πόθο και την επιθυμία που τον κατείχε να μη τιμωρηθούν αυτοί που τον λιθοβολούσαν.
Αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη, τότε που υπήρχε ο νόμος «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και «οδόντα αντί οδόντος» υπήρξαν δίκαιοι που ζήσανε κατά το πνεύμα της Καινής Διαθήκης.

Ο Μωυσής, ο οποίος υπέστη τα μύρια όσα από τους ομοεθνείς του, προσεύχεται στον Θεό που είχε αποφασίσει να τους καταστρέψει και λέγει· «Εάν τους συγχωρέσεις την αμαρτία συγχώρεσέ την· διαφορετικά, σβήσε και μένα από το βιβλίο που με έγραψες (Εξ. 32,31-32). Ο άγιος δεν μπορεί να ευτυχεί όταν οι άλλοι υποφέρουν ή χάνονται. Γι’ αυτό προκρίνει τη σωτηρία των άλλων από τη δικιά του.

Ο Δαυίδ, όταν ο Θεός έστειλε άγγελο και αποδεκάτιζε τους Ισραηλίτες, είπε· «Εγώ ο ποιμένας αμάρτησα και εγώ ο ποιμένας έκανα κακό. Ας πέσει η τιμωρία σε μένα και την πατρική μου οικογένεια» (Β΄ Βασ. 24,17). Νωρίτερα ο Δαυίδ, όταν έμαθε το θάνατο του υιού του Αβεσσαλώμ, ο οποίος είχε επαναστατήσει εναντίον του, παρασύροντας μέγα μέρος του λαού και του στρατού και δημιουργώντας απίστευτη αναστάτωση και ταλαιπωρία στο Ισραήλ αλλά και στον πατέρα του, ο οποίος φάνηκε να πνέει τα λοίσθια σαν βασιλιάς, είπε γεμάτος πόνο και οδύνη· «Παιδί μου Αβεσσαλώμ, παιδί μου, παιδί μου Αβεσσαλώμ, γιατί να μη πεθάνω εγώ για σένα; Εγώ έπρεπε να πεθάνω, Αβεσσαλώμ, υιέ μου, υιέ μου» (B΄ Βασ. 18,33)!

Αλλά και ο Σαμουήλ ο προφήτης περιφρονήθηκε από τους Ιουδαίους, οι οποίοι του ζήτησαν να τους εγκαταστήσει βασιλιά όπως έχουν τα ειδωλολατρικά έθνη και δεν αρκέσθηκαν στους Κριτές, μέσω των οποίων διοικούσε ο Θεός. Ο Σαμουήλ λοιπόν, που ο Θεός για να τον παρηγορήσει του είπε· «Δεν περιφρόνησαν εσένα, αλλά εμένα (Α΄ Βασ. 8,7), όταν αργότερα τους ήλεγξε σφοδρά για την κακοήθειά τους και για την ανταρσία τους απέναντι στον Θεό και κείνοι, αντιλαμβανόμενοι το λάθος τους, τον παρακάλεσαν να προσεύχεται γι’ αυτούς, για να μη τιμωρηθούν με θάνατο, εκείνος απάντησε· «Μακάρι να μη πέσω ποτέ σε τέτοια αμαρτία, να παύσω να προσεύχομαι για σας. Αντίθετα θα συνεχίσω να υπηρετώ τον Κύριο και να σας δείχνω τον καλό και ευθύ δρόμο του Κυρίου» (Α΄ Βασ. 12, 23). Τα προαναφερθέντα παραδείγματα των αγίων όπως και διδασκαλία της αγίας Γραφής μας τονίζουν ξεκάθαρα ότι όλοι μπορούμε και οφείλουμε να μιμηθούμε την ανεξικακία του Χριστού και των αγίων του. Αμήν· γένοιτο.


ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ