.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Θεό»



Σταχυολόγηση καί διασκευή κειμένων
ἀπό τά «Πνευματικά Γυμνάσματα»
τοῦ ὅσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Ἄς σκεφτοῦμε, ἀγαπητοί, ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ σπουδαιότεροι λόγοι, πού μᾶς παρακινοῦν – ἤ καλύτερα μᾶς ἀναγκάζουν – ν᾿ ἀγαπᾶμε τό Θεό. Ὁ πρῶτος εἶναι, ὅτι ὁ Ἴδιος μᾶς προστάζει νά Τόν ἀγαπᾶμε· ὁ δεύτερος, ὅτι Αὐτός εἶναι ἄξιος ἀγάπης περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο· καί ὁ τρίτος, ὅτι Αὐτός προκαλεῖ τήν ἀγάπημας μέ τή δική Του ἀγάπη καί μέ ἀναρίθμητες εὐεργεσίες. Ἡ πρώτη ἀπ᾿ ὅλες τις ἐντολές εἶναι: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλη τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇψυχῇ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου· αὕτή ἐστί πρώτη καί μεγάλη ἐντολή»1. Εἶναι πρώτη, γιατί ἀποτελεῖ τό θεμέλιο ὅλης τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς καί τελειότητος. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά ἔχει τήν πρώτη θέση στήν καρδιά τῶν χριστιανῶν. 
Ἡ ἀγάπηστόν πλησίον καί κάθε ἄλλη ἀρετή κρέμεται καί τρέφεται ἀπό τήν ἀγάπη στόνΘεό...
Εἶναι πρώτη, γιατί ἐναντιώνεται λιγότερο ἀπό τίς ἄλλες ἐντολές στην ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Δέν μπορεῖ ποτέ ὁ ἄνθρωπος νά ἐκπληρώσει τήν ἐντολή αὐτή, ἄν δεν θελήσει.
Εἶναι πρώτη, γιατί ἀποτελεῖ τήν ψηλότερη πνευματική κορυφή, πού μπορεῖ να φτάσει ἡ ψυχή.
Εἶναι πρώτη, γιατί δέν ἔχει ποτέ τέλος. Γι᾿ αὐτό εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «νυνί μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα· μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη»2.
Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτά, ἄς σκεφτοῦμε πόσο πρέπει νά τιμᾶμε αὐτή τήν ἀρετή και πόση προθυμία καί ἐπιμέλεια πρέπει νά δείχνουμε στήν ἐφαρμογή της. Ἀκόμα κι ἄν ὁ Θεός μᾶς ἀπαγόρευε νά Τόν ἀγαπᾶμε, ἐμεῖς θά ἔπρεπε ἀκατάπαυστα να Τόν παρακαλοῦμε, ζητώντας Του νά μᾶς ἐπιτρέψει τήν ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς ὕψιστης ἀρετῆς. Καί τώρα μάλιστα, πού μᾶς προστάζει τόσο ἔντονα, εἶναι δυνατό νά μήν ὑπακούσουμε στήν ἐντολή Του;
Μά τί ἄλλο θά μποροῦσαν ν᾿ ἀποζητήσουν οἱ κολασμένοι στόν ἅδη, παρά τη θεία ἀγάπη; Ἄν κηρυσσόταν στόν Ἅδη μιά τέτοια ἐντολή, αὐτή καί μόνο μποροῦσε να μεταβάλει ἀμέσως σέ γλυκιά θαλπωρή ἐκείνη τή βασανιστική καί ἄσβεστη φωτιά τῆς κολάσεως. Ἡ μεγαλύτερη δυστυχία τῶν κολασμένων εἶναι πού δεν ἀγάπησαν τό Θεό. Γι᾿ αὐτό ἀθέτησαν τίς ἐντολές Του. Καί στήν ἄλλη ζωή τους κολάζει ἀκριβῶς ἡ ἔλλειψη αὐτῆς τῆς ἀγάπης, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁΣύρος: «Οἱ ἐν τῇ γεέννῃ κολαζόμενοι, τῇ μάστιγι τῆς ἀγάπης μαστίζονται...Τουτέστιν ἐκεῖνοι οἵτινες ᾐσθήθησαν ὅτι εἰς τήν ἀγάπην ἔπταισαν, μείζονα την κόλασιν ἔχουσα πάσης φοβουμένης κολάσεως»3. Ὑπάρχει μεγαλύτερο ἀπ᾿ αὐτό το θαῦμα τῆς συγκαταβάσεως τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς προστάζει νά Τόν ἀγαπᾶμε σα νά ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἀγάπη μας; Κι ἐμεῖς τόσο ἀναίσθητοι εἴμαστε, πού δεν καταλαβαίνουμε τό μέγεθος τῆς εὐεργεσίας; Ἄς διαλέξουμε λοιπόν ἕν᾿ ἀπό τα δυό, γιατί ἐνδιάμεση λύση δέν ὑπάρχει: Ἤ θά αἰσθανόμαστε εὐχάριστα τη φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ἐδῶ καί στόν Παράδεισο, ἤ θά καιγόμαστε, χωρίς ἐλπίδα σωτηρίας, ἀπό τήν αἰώνια φλόγα τοῦ ἅδη. Ἡ μιά φλόγα εἶναι σωτήρια καί ζωογόνα, ἡ ἄλλη κολαστήρια καί θανατηφόρα. Ὅμως καί οἱ δυό φλόγες ξεπετάγονται ἀπό τήν ἴδια φωτιά, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτή θα εὐφραίνει στόν παράδεισο ἐκείνους πού τή φύλαξαν. Αὐτή θά κολάζει στόν ἅδη ἐκείνους πού τήν ἀθέτησαν. «Ἐνεργεῖ γάρ ἡ ἀγάπη ἐν τῇ δυνάμει αὑτῆς κατά διπλοῦν τρόπον·τούς μέν ἁμαρτωλούς κολάζουσα..., τούς δέ τετηρηκότας τά δέοντα εὐφραίνουσαἐν αὐτῇ»4. Ἄς μή φανοῦμε λοιπόν τόσο ἀνόητοι, καί προτιμήσουμε τη θανάσιμη φλόγα τοῦ ἅδη ἀπό τή ζωογονά φλόγα τῆς θείας ἀγάπης.
Ἡ ἀγάπη μας στό Θεό δέν πρέπει, βέβαια, νά περιορίζεται στά λόγια, ἀλλά ν᾿ἀποδεικνύεται κι ἀπό τά πράγματα. «Τέκνία μου, μή ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδέ τῇ γλώσσῃ ἀλλ᾿ ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ»5, παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος. Καί πρέπει να εἶναι μιά ἀγάπη δυνατή τόσο, πού ὅταν ἔρθει ἀντιμέτωπη μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀνθρώπινη ἀγάπη, νά τή νικάει καί νά ἐπικρατεῖ – «ὅτι κραταιά ὡς θάνατος ἀγάπη»6.
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν, πού μέχρι τώρα προτιμήσαμε τήν ἁμαρτία ἀπό τό Θεό.
Ἄς ἀγαπήσουμε ἀπό τώρα τόν Κύριο μ᾿ ὅλη μας τή δύναμη. Ἄς προτιμήσουμε νά πεθάνουμε, παρά νά δεχθοῦμε στήν καρδιά μας ἄλλη φορά τήν ἁμαρτία. Καί ἐπειδή μέ κάθε τρόπο ὁ Θεός μᾶς παρακινεῖ νά Τόν ἀγαπᾶμε – πότε με τις ὑποσχέσεις τῶν ἀγαθῶν Του καί πότε μέ τίς φοβέρες τῆς κολάσεως –, ἄς Τον παρακαλέσουμε νά μᾶς δυναμώσει, γιά νά φυλᾶμε πάντα τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης σ᾿ Ἐκεῖνον, λέγοντας μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Κελεύεις σέ ἀγαπᾶν; Δός ὅ κελεύεις»7.
Ἀξίζει ν᾿ ἀγαπᾶμε τό Θεό περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο καλό, γιατί ὁ Θεός εἶναι τό πλήρωμα ὅλων τῶν τελειοτήτων καί ὅλων τῶν ἀγαθῶν πού μπορεῖς να βάλεις μέ τό νοῦ σου: τῆς ὡραιότητος, τῆς σοφίας, τῆς δυνάμεως, τῆς ἁγιότητος, τῆς μεγαλειότητος, τῆς ἀγαθότητος, τῆς ἀπειρίας, τῆς ζωῆς, τῆς εἰρήνης, τῆς ἀλήθειας, τῆς βασιλείας, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς σωτηρίας. Και πάλι, ὅλ᾿ αὐτά δέν εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά «τά περί τόν Θεόν». Ὁ Θεός εἶναι ὕπαρξη ἄπειρα ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλ᾿ αὐτά. Τό τονίζει ἐπιγραμματικά ὁ θεοφόρος Μάξιμος, γράφοντας:
«Πάντων τῶν ὄντων καί μετεχόντων (δηλ. τῶν κτισμάτων) καί μεθεκτῶν (δηλ. τῶν ἀκτίστων δυνάμεων καί ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ στίς ὁποῖες μετέχουν τά κτίσματα) ἀπειράκις ἀπείρως ὑπερεξήρηται ὁ Θεός»8. 
Μᾶς ζητάει λοιπόν ὁ Θεός να Τόν βάλουμε στό κέντρο τῆς καρδιᾶς μας ὄχι γι᾿ ἄλλο λόγο, ἀλλά γιά νά μᾶς κάνει μετόχους τῶν ἀγαθῶν Του πού ἀναφέραμε. Ἄν λοιπόν μέχρι τώρα δεν Τόν ἀγαπήσαμε ὅπως ἔπρεπε, ἄς ἀποφασίσουμε νά διορθώσουμε ὅλα τά σφάλματά μας καί νά Τοῦ προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά νιώσουμε στή ζωή μας τη γλυκιά θεϊκή Του ἀγάπη. Καί τότε, εἶναι βέβαιο, θά κλάψουμε γιά τό χρόνο πού χάσαμε μακριά ἀπό τό Θεό, καί θά ποῦμε μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Ὀψέ σε ἠγάπησα, κάλλος οὕτως ἀρχαῖον, ὀψέ σε ἠγάπησα· φεῦ τῷ χρόνῳ ἐκείνῳ ὅτε σε οὐκ ἠγάπων»9.
Καί ἐπειδή ὁ Κύριος ἦρθε ἀπό τόν οὐρανό γιά ν᾿ ἀνάψει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τή φωτιά τῆς θείας Του ἀγάπης – «πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν, και τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη!»10 –, ἄς Τόν παρακαλέσουμε νά μᾶς φωτίσει τό νοῦ, για νά Τόν γνωρίσουμε πρῶτα καί ὕστερα νά Τόν ἀγαπήσουμε. Γιατί ἡ αἰτία πού δεν Τόν ἀγαπᾶμε, εἶναι ὅτι δέν Τόν γνωρίζουμε, ὅπως λέει πάλι ὁ θεῖος και μανικός ἐραστής τοῦ Θεοῦ Αὐγουστίνος: «Φῶς αἰώνιον, ἐπίλαμψον τήν ψυχήν μου, ἵνα σε νοῇ καί γινώσκῃ καί ἀγαπᾷ· διά τοῦτο γάρ, Κύριε, οὐκ ἀγαπᾷ σε, ὅτι οὐ γινώσκεισε»11. Ἀπροσμέτρητη ἀγάπη στό Θεό αἰσθανόταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔλεγε: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἔν ἐμοί Χριστός· ὅ δέ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ»12.
Τό ἴδιο ζοῦσε καί ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος, ὅταν ἔγραφε πρός τούς Ρωμαίους: «ΤόνἸησοῦν φιλῶ, τόν ὑπέρ ἐμοῦ παραδοθέντα. Τί ἀνταποδώσω τῷ Κυρίῳ περί πάντων ὧν ἀνταπέδωκέ μοι;». Καί ἀκόμα: «Ὁ ἐμός ἔρως ἐσταύρωται. Πόμα θέλω το πόμα αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἀγάπη ἄφθαρτος καί αἰώνιος ζωή». Πῶς εἶναι δυνατό νά μήν ἀγαπᾶμε τό Θεό καί Πατέρα μας, ἀφοῦ Αὐτός πρῶτος μᾶς ἀγάπησε; «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς»13. Καί τό μεγαλύτερο δεῖγμα τῆς ἀγάπης Του εἶναι, ὅτι μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν κατάρα τοῦ ἅδη καί μᾶς χάρισε τήν εὐδαιμονία τοῦ παραδείσου μέ τή λυτρωτική θυσία τοῦ Υἱοῦ Του: 
«Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τον μονογενή ἔδωκεν»14.
Κανένα ἄλλο πλάσμα ἤ πράγμα, εἴτε στόν οὐρανό εἴτε στή γῆ, δεν ἐξαγοράστηκε μέ τό θεῖο αἷμα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἀγάπητῶν ἐννέα ἀγγελικῶν ταγμάτων δέν χύθηκε οὔτε μία ρανίδα ἀπό τό αἷμα τοῦΧριστοῦ.
Γιά τήν ἀγάπη τήν δική μας ὅμως χύθηκε ὅλο τό αἷμα Του. Ὕστερ᾿ ἀπ᾿ αὐτό, πῶς μποροῦμε νά μήν Τόν ἀγαπήσουμε; Πόση θηριωδία κρύβουμε μέσα μας, ὅταν, μετά ἀπ᾿ ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός γιά νά μᾶς λυτρώσει, ἐμεῖς μένουμε ἀπαθεῖς και ἀσυγκίνητοι; 
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν γιά τήν ψυχρότητα καί ἀχαριστία πού δείξαμε στόν Κύριό μας. Ἀπό τώρα καί πέρα ὁ Θεός ἄς ἔχει τήν πρώτη θέση στην καρδιά μας, ὅπως στήν καρδιά τοῦ Προφήτη: «Ὁ Θεός τῆς καρδιάς μου καί ἡ μερίς μου ὁ Θεός εἰς τόν αἰῶνα»15. Ἄς ποῦμε, τέλος, κι ἐμεῖς μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Κύριε, δός μοι καρδίαν διαλογιζομένην τά σά, διάνοιαν ἀγαπῶσάν σε, μνήμην ἀναπολοῦσάν σε, νοῦ σέ νοοῦντα, λόγον ἐχόμενόν σου ἰσχυρῶς τοῦ ἄκρως ἡδέος καί ἀγαπῶντά σε σοφῶς, τήν σοφήν ἀγάπην»16

1 Ματθ. Κβ΄ : 37-38.
2 Α΄ Κορ. ιγ΄ : 13.
3 Λόγος πδ΄.
4 Ἅγ. Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ὅ.π.
5 Α΄ Ἰω. Γ΄ : 18.
6 Ἆσμα 8 : 18.
7 Εὐχή η΄ ἤ ιθ΄.
8 Μθ΄, Α΄ ἑκατ. περί θεολογίας.
9 Εὐχή λ΄.
10 Λουκ. Ιβ΄: 49.
11 Εὐχ. ἐρωτ. Α΄.
12 Γαλ. Β΄: 20.
13 Α΄ Ἰω. Δ΄ : 19.
14 Ἰω. γ΄: 16.
15 Ψαλμ. 72 : 26.
16 Εὐχή ἐρωτ. α΄ .

(Ἀπό τό βιβλίο: «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ», Ἐκδόσεις: Ι. Μ. ΠαρακλήτουὨρωπός Αττικής
(Πηγή ηλ. κειμένου: hristospanagia3.blogspot.gr)

ΠΑΘΗ ΧΡΙΣΤΟΥ… ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ



Όταν εσυ βλέπεις ή ακούς ή πιάνεις όπλα, σχοινιά, ξυλοδαρμούς, στύλους, αγκάθια, καρφιά, σφυριά και άλλα παρόμοια, συλλογίσου με τον νού σου ότι όλα αυτά, έγιναν όργανα του πάθους του Κυρίου σου.

Πάλι, όταν βλέπεις ή κατοικείς σε σπίτια φτωχικά, ας έρχεται στην ενθύμησι σου το σπήλαιο και η φάτνη του Δεσπότου σου.
Άν δεις να βρέχει, θυμήσου εκείνη την γεμάτη αίματα βροχή του ιδρώτα, που έσταζε στο κήπο απο το ιερώτατο σώμα του γλυκύτατου του μας Ιησού και κατάβρεξε την γη.
Άν βλέπεις την θάλασσα και τα καϊκια, θυμήσου, ότι ο Θεός σου περπάτησε σωματικά πάνω σε αυτή, και ότι στεκότανε μέσα στα πλοία και δίδασκε τους όχλους απο αυτά.
Οι πέτρες, που θα δεις, θα σου θυμήσουν εκείνες τις πέτρες, που συντρίφθηκαν στον θάνατο του, η γη θα σου θυμήσει εκείνο το σεισμό, που έκανε τότε στο πάθος Του.

Ο ήλιος θα σου θυμίσει το σκοτάδι, που έγινε τότε,
τα νέρα θα σου θυμήσουν εκείνο το νερό, που έτρεξε απο την αγία του πλευρά, όταν με τη λόγχη τον τρύπησε ο στρατιώτης νεκρό στο σταυρό.
Άν πίνεις κρασί ή άλλο ποτό, θυμήσου το ξύδι και την χολή, που πότισαν τον Δεσπότη σου.
Αν σε θέλγει η ευωδία των αρωμάτων, τρέξε νοερά στη δυσωδία, που ο Ιησούς αισθανόταν στο όρος του Γολγοθά, το οποίο ήταν τόπος της καταδίκης, στο οποίο αποκεφάλιζαν τους ανθρώπους και γι'αυτό ήταν δύσοσμος και βρωμερός.
Όταν ντύνεσαι, θυμήσου, ότι ο Αιώνιος Λόγος ντύθηκε σάρκα ανθρώπου για να ντύσει εσένα απο την θεοτητα του.

Όταν πάλι ξεντύνεσαι, σκέψου τον Χριστό σου, που έμεινε γυμνός για να μαστιγωθεί και να καρφωθεί στο σταυρό για σένα.
Εαν σου φανή καμμία φωνή γλυκειά και νόστιμη, μετάθεσε την αγάπη στο Σωτήρα Σου, στου οποίου τα χείλη ξεχύθηκε όλη η Χάρη και νοστιμάδα, κατα το ψαλμικό:" Η Χάρις που υπάρχει άφθονη στο εσωτερικό σου, εξεχύθει στα χείλη σου"(ψαλμ.44,3). και από την γλυκύτητα της γλώσσης του κρεμόταν ο λαός, κατά τον Ευαγγελιστή Λουκά. "Ο λαός όλος όταν τον άκουγε κρεμόταν από τα χείλη του".(19,48).
Εάν ακούσης ταραχές και φωνές του λαού, σκέψου εκείνες τις παράνομες φωνές των Ιουδαίων, "Αρον, Αρον, σταύρωσον αυτόν", που ακούστηκαν δυνατά στα θεϊκά αυτιά του.

Αν δης κανενα όμορφο πρόσωπο, θυμήσου πως ο πιο ωραίος από όλους τους ανθρώπους Ιησούς Χριστός, έγινε άμορφος και άσχημος, χωρίς καμμία ομορφιά πάνω στο σταυρό για την αγάπη σου.
Κάθε φορά, που θα κτυπήση το ρολόϊ ας έλθη στο νου σου εκείνο το λιποθύμισμα της καρδιάς, που ένιωσε ο Ιησούς, όταν άρχισε στον κήπο να φοβάται την ώρα του πάθους και του θανάτου, που πλησίαζε η νόμισε πως ακούς εκείνους τους σκληρούς χτύπους που ακούγονταν από τα σφυριά όταν το κάρφωναν στα σταυρο.
Και για να πω απλά, σε κάθε λυπηρή αφορμή που θα σε βρη η βρη άλλους, σκέψου ότι είναι μηδέν κάθε λύπη και δοκιμασία, καατ' αναλογία και ομοιότητα των ανήκουστων δοκιμασιών, που καταπλήγωσαν και συνέτριψαν το σώμα και την ψυχή του Κυρίου σου.

Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

Μ. Τρίτη: Πότε θα έλθει ο Νυμφίος σύμφωνα με την παραβολή των 10 Παρθένων;

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ:
ΠΟΙΑ ΩΡΑ ΘΑ ΕΛΘΕΙ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η Β΄ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ 
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ 
ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ


Κατά την Αγία και Μεγάλη Τρίτη, ως γνωστόν, η Εκκλησία μας επιτελεί την ανάμνηση της παραβολής των Δέκα Παρθένων εκ των οποίων οι πέντε ήταν φρόνιμες και οι πέντε μωρές, ανόητες.
Οι φρόνιμες παρθένες όσο ζούσαν, κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης. Έτσι όταν ήλθε ο Νυμφίος μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες.

Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες, όσο ζούσαν δεν φρόντισαν να έχουν αρκετό λάδι στις λαμπάδες τους. Ετσι όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι πλέον δυνατόν να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς. Γι΄αυτό και τις Παρθένες αυτές, η παραβολή, τις ονομάζει μωρές, γιατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολώτερο, δηλαδή την "παρθενία", παραμέλησαν το ευκολώτερο, που ήταν η ελεημοσύνη, προφανώς επειδή δεν είχαν αληθινή αγάπη μέσα στην καρδιά τους.

Θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε, ότι οι πέντε φρόνιμες και οι πέντε μωρές Παρθένες, δεν είναι άλλες από τις ΠΕΝΤΕ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ που διαθέτει ο κάθε άνθρωπος εκ φύσεως. 
Και άλλοι μεν από τους ανθρώπους χρησιμοποιούν τις πέντε αισθήσεις τους, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, για το καλό, σωστά και φρόνιμα (οι πέντε φρόνιμες Παρθένες) ενώ άλλοι δε από τους ανθρώπους, δυστυχώς, χρησιμοποιούν τις πέντε αυτές αισθήσεις τους αντίθετα με το θέλημα του Θεού, για το κακό, την αμαρτία και ανόητα (οι πέντε μωρές Παρθένες).

Επειδή δε, ουδείς γνωρίζει το πότε θα φύγει απ΄αυτήν εδώ την ζωή, μας καλεί να είμεθα πάντοτε έτοιμοι, έχοντας πάντα γεμάτες από έλαιο (=ελεημοσύνη) τις λαμπάδες των αρετών μας, για να υποδεχθούμε τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό, ο οποίος έρχεται ξαφνικά, στο μέσο της νυκτός, για να αποδώσει στον καθένα αυτό που του αξίζει και του αναλογεί.

Ὁ Ἅγιος Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τήν Παραβολή αὐτή τοῦ Κυρίου μας γιά τίς δέκα Παρθένες, λέγει γιά τήν ὥρα τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Νυμφίου, δηλαδή τῆς Δευτέρας Παρουσίας:

«Ἐπειδή δέ ὁ νυμφίος ἐβράδυνεν, ὅλες (οἱ 10 Παρθένες) εἶχαν νυστάξει καί "ἐκοιμῶντο". Μέ αὐτά δείχνει πάλιν ὅτι δέν θά εἶναι ὀλίγος ὁ χρόνος πού θά μεσολαβήσῃ, διά νά ἀποτρέψῃ τούς μαθητάς ἀπό τοῦ νά ἀναμένουν νά ἐμφανισθῇ ἡβασιλεία Του πολύ σύντομα. Διότι αὐτό ἤλπιζαν. Διά αὐτό καί συνεχῶς τους συγκρατεῖ ἀπό αὐτήν τήν ἐλπίδα. Μετά δέ ἀπό αὐτό, φανερώνει καί τοῦτο, ὅτι ὕπνος εἶναι ὁθάνατος... "Κατά τά μεσάνυκτα ὅμως ἠκούσθη μία φωνή· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ". 
Ἐδῶ πάλιν θέλει νά δείξῃ ὅτι ἡ ἀνάστασις θά γίνῃ κατά τήν διάρκειαν τῆς νυκτός»

(Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ΕΠΕ 12, 82)


Τό ίδιο ακριβῶς μᾶς λέγει και ὁ πολυγραφέστατος καί σοφώτατος σύγχρονος Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, φέρνοντας μάλιστα καί μαρτυρίες ἄλλων μεγάλων ἁγίων, ὅπως τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ, σχετικά μέ τό ποιά ἡμέρα καί ὥρα θά έλθει ὁ Νυμφίος καί θά γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία.
Λέγει λοιπόν ὁ Ἅγιος Νικόδημος:
«Κατά τό μεσονύκτιον τῆς Κυριακῆς ἔχει νά γίνει ἡ δευτέρα παρουσία καί νά ἔλθῃ ὁἄδυτος ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστός, καθώς τοῦτο οἱ θεοφόροι Πατέρες λέγουσι...».

(Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου «Πνευματικά γυμνάσματα», σελ. 273)


Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Ἄρτης, Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης μας λέγει σχετικά:
«Ὥστε κατά τήν ἕκτην ὥραν τῆς νυκτός, δηλαδή κατά τό μεσονύκτιον, ἀνέστη ὁ Κύριος...».

(Δαμασκηνοῦ Στουδίτου, «ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ» 
Λόγος «Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα» σελ. 132)

"Ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός", λοιπόν, "κατά τό μεσονύκτιον", ἔρχεται ὁ Νυμφίος Χριστός, κυριολεκτικά καί μεταφορικά, πού σημαίνει ὅτι πρέπει πάντοτε νά εἴμαστε ἕτοιμοι καί νά ἀγρυπνοῦμε, ἀλλά καί ὅτι θά «πιάσει» πολλούς στόν «ὕπνο» ὅταν θά ξαναέλθει.

Γι΄αὐτό καί ὄχι τυχαῖα ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας ψάλλει τις ἅγιες αὐτές ἡμέρες:

«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός. Καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα. Ἀνάξιος δέ πάλιν ὅν εὑρήσει ραθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου μή τῷ ὕπνῳκατενεχθῆς ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῆς καί τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθεῖς. Ἀλλάἀνάνηψον κράζουσα, ἅγιος ἅγιος ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν διά τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς». 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΡΙΤΗΣ
(ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΕΦ. ΚΕ)

«Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2 πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί. 3 αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον· 4 αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. 5 χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. 6 μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. 7 τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. 8 αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9 ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. 10 ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11 ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. 13 γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται».
(Ματθαίου ΚΕ΄1-13)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Τότε θα ομοιωθεί η βασιλεία των ουρανών με δέκα παρθένες που, αφού έλαβαν τις δικές τους λαμπάδες, εξήλθαν σε προϋπάντηση του νυμφίου. Πέντε λοιπόν από αυτές ήταν μωρές και πέντε φρόνιμες. Γιατί οι μωρές, ενώ έλαβαν τις λαμπάδες τους, δεν έλαβαν μαζί τους λάδι. Οι φρόνιμες, όμως, έλαβαν λάδι μέσα στα αγγεία μαζί με τις δικές τους λαμπάδες. Επειδή λοιπόν αργούσε ο Νυμφίος, νύσταξαν όλες και εκοιμήθησαν. Αλλά στο μέσο της νύχτας έγινε μια κραυγή: “Ιδού ο νυμφίος έρχεται, εξέρχεστε προς συνάντησή του”. Τότε σηκώθηκαν όλες οι παρθένες εκείνες και κόσμησαν τις δικές τους λαμπάδες. Και οι μωρές είπαν στις φρόνιμες: “Δώστε σ’ εμάς από το λάδι σας, γιατί οι λαμπάδες μας σβήνουν”. Αποκρίθηκαν τότε οι φρόνιμες λέγοντας: “Όχι, μήπως δεν αρκέσει για μας και για σας. Πηγαίνετε μάλλον προς αυτούς που πουλούν και αγοράστε για τους εαυτούς σας”. Ενώ όμως αυτές έφευγαν, για να αγοράσουν, ήρθε ο Νυμφίος, και οι έτοιμες εισήλθαν μαζί του στους γάμους και κλείστηκε η θύρα. Ύστερα, λοιπόν, έρχονται και οι υπόλοιπες παρθένες λέγοντας: “Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας”. Εκείνος δε αποκρίθηκε και είπε: “Αλήθεια σας λέω, δεν σας ξέρω”. Αγρυπνείτε και γρηγορείτε λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε την ημέρα ούτε την ώρα κατά την οποία θα έλθει ο Υιός του Ανθρώπου». 


Προσευχή διά μέσου τῆς Θεοτόκου Μαρίας





Ἀγαπητέ, νά μελετᾶς καί νά προσεύχεσαι μέ τό μέσον τῆς Ἁγίας Θεοτόκου, στρέφοντας τόν νοῦν σου πρῶτον εἰς τόν οὐράνιον Πατέρα, δεύτερον εἰς τόν Γλυκύτατον Ἰησοῦ, τρίτον καί τελευταῖον, εἰς αὐτήν ταύτην τήν ἐνδοξοτάτην Αὐτοῦ Μητέρα.

Στρέφοντας εἰς τόν Θεόν, συλλογίσου πρῶτον τήν μεγάλην χαράν, ὁποῦ ἀπό αἰῶνος ἐλάμβανεν ὁ Θεός στοχαζόμενος τό ὑποκείμενον τῆς Θεοτόκου Μαρίας· δεύτερον τάς ἀρετάς κάι πράξεις αὐτῆς, ἀφ' οὗ ἐγννήθη εἰς τόν κόσμον, ἕως οὗ ἐκοιμήθη.

Ὕψωσε τόν λογισμόν σου ὑπεράνω ἀπό κάθε καιρόν καί χρόνον κάι ὑπεράνω ἀπό κάθε κτίσμα νοητόν καί αἰσθητόν. Καί ἐμβαίνοντας, διά νά εἴπω ἔτσι, μέσα εἰς τήν ἰδίαν αἰωνιότητα καί τόν νοῦν τοῦ Θεοῦ, συλλογίσου τάς ἀρρήτους ἀγαλλιάσεις, ὁποῦ ἐλάμβανεν ἐν ἑαυτῷ ὁ Θεός διά τήν Ἀειπάρθενον Μαρίαν.

Μέ κάθε δίκαιον ἔχαιρε καί ὑπερέχαιρε πρό τοῦ αἰῶνος ἡ ἁγία Τριάς,  προγινώσκουσα κατά τήν θεαρχικήν της ἰδέαν τήν ἀειπάρθενον Μαριάμ… 
Διατί αὐτή μόνη ἀσυγκρίτως ἠγάπησεν τόν Θεόν ὑπέρ πάντα· διατί αὐτή μόνη ὑπέρ πάντα ὑπήκουσεν εἰς τό θέλημά Του· καί διατί αὐτή μόνη ἐστάθη χωρητική καί δεκτική ὅλων ἐκείνων τῶν φυσικῶν, τῶν προαιρετικῶν καί τῶν ὑπερφυσικῶν χαρισμάτων,  ὁποῦ ὁ Θεός διεμοίρασεν εἰς ὅλην τήν κτίσιν.

Ἐν συντομίᾳ διατί αὐτήν ἔγινεν ἕνας ἄλλος δεύτερος κόσμος, ἀσυγκρίτως καλύτερος ἀπό ὅλον τόν νοητόν καί αἰσθητόν κόσμον καί ἀρκετός μόνος νά δοξάζῃ αἰωνίως τόν Ποιητήν, ἐκ τῆς καλλονῆς καί ποικιλίας τῶν χαρισμάτων Του,  περισσότερον ἀπό ὅλην τοῦ παντός τήν Δημιουργίαν...

Συνάγεται λέγω ἐκ τούτων, ὅτι καθώς τό περιβόλι γίνεται διά νά φυτευθῆ τό δένδρον καί πάλιν τό δένδερον φυτεύεται διά τόν καρπόν, τοιουτοτρόπως ὅλος ὁ νοητός καί αἰσθητός κόσμος ἔγινε διά τό τέλος τοῦτο: ἥτοι διά τήν Κυρίαν Θεοτόκον· καί πάλιν ἡ Κυρία Θεοτόκος ἔγινε διά τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· καί οὔτως ἐτελειώθη ἡ ἀρχαία βουλή καί ὁ σκοπός ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ μέ τό νά ἀνεκεφαλαιώθησαν τά πάντα ἐν τῷ Χριστῷ κάι ἡνώθη ἡ κτίσις μέ τόν Κτίστην, οὐχί φυσικῶς, οὐχί προαιρετικῶς καί κατά χάριν, ἀλλά κατ' αὐτήν τήν ὑπόστασιν ὅστις εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμός τῆς ἑνώσεως, ὕστερα ἀπό τόν ὁποῖον ἄλλος ἀνώτερος οὔτε εὑρέθη οὔτε εὑρεθήσεται.


(Ἀόρατος Πόλεμος)
Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Ἔκδοσις: Συνοδεία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη Ἅγιον Ὄρος


Ηδονές, πλούτη, δόξα



Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ’ όλα τα κτίσματα αυτός ό αισθητός απέραντος κόσμος, έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς, του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες, που αναφέρει ό Θεολόγος Ιωάννης• δηλαδή
α) ό έρωτας των ηδονών,
β) ό έρωτας του πλούτου καί
γ) ό έρωτας της δόξας
"Πάν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός καί η επιθυμία των οφθαλμών καί η αλαζονεία του βίου" (Α ́ Ιω. 2, 16).
Αυτός ό πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του καί εξουσιάζεται από τον εωσφόρο (ό οποίος γι’αυτό καί ονομάζεται κοσμοκράτορας) είναι ό μεγάλος εχθρός , τον οποίο ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός , γεννήθηκε στη γη για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά Του το σιωπηλό και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο καί τη διδασκαλία...
1. Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου 
Συλλογίσου λοιπόν πώς πρώτα πολεμάει με την φτώχεια Του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ό κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά γι’ αυτό για να τα αποτυπώσει ή για να μην τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ό Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά.
Και ιδού που ό προαιώνιος Λόγος καί Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ’αυτή την πλάνη καί να ξεριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών, την φιλαργυρία, όπως την χαρακτηρίζει ό Απόστολος Παύλος "Ρίζα γαρ πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία" (Α' Τιμ. 6,10). Πρόσεξε όμως σε τι είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη καί τους θησαυρούς στην παρούσα καί στη μέλλουσα ζωή "εμόν το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ" (Αγγ. 2,8). Στοχάσου,
πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε;
Πού είναι οί προετοιμασίες;
Πού οί μαίες;
Πού το βασιλικό στρώμα;
Πού τα βρεφικά λουσίματα;
Πού είναι η ακολουθία των δούλων;
Πού η θαλπωρή καί η ανάπαυση;
Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών καί φίλων;
Έλα μέσα καί δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε καί την ευτελέστατη φάτνη όπου "ανεκλίθη". Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό, αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ’όλα τα αναγκαία• γιατί ό γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο, τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα Του καί τον θεωρούμενο πατέρα Του, χωρίς σκεπάσματα, χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών, χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ.
Καί το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ό Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη καί άλλη περισσότερη πτώχεια σχεδόν βίαιη καί αφύσικη: Παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή καί φιλοξενία από κανέναν άνθρωπο• ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή• όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους καί ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια καί στα πανδοχεία• "ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι" (Λουκ. 2, 7).
Αλλά επειδή ό κόσμος, όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια καί την θεωρεί μεγάλη ντροπή, αλλά παρακινεί ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται καί να παριστάνουν τους πλουσίους, γι’ αυτό ακριβώς ό Ιησούς Χριστός δεν νιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του• καί από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε καί τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν, όταν γεννήθηκε σε εκείνη την κατάσταση της ένδειας καί της εγκατάλειψης , σε εκείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης καί σε εκείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου!
πτώχεια υπέρπλουτος!
συγκατάβασις υπερύψιστος!
Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τι έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά καί να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά καί να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ό Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού καί να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό• "Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού καί την δικαιοσύνην αυτού" (Ματθ. 6, 33). Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ’αυτά, δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή καί εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. "Πώλησόν σου τα υπάρχοντα καί δός πτωχοίς καί έξεις θησαυρόν εν ουρανώ καί δεύρο ακολούθει μοι" (Ματθ. 19, 21). Καί πάλι "πάς εξ’ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσιν τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής" (Λουκ. 14, 33).
Λοιπόν εσύ καί σαν μαθητής του Χριστού καί σαν φρόνιμος καί στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν’αποφασίσεις να ακούσεις καί να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ό Χριστός καί όχι ό,τι σου επιβάλλει ό κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον Νόμο του Θεού, αλλ’αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη (Ρωμ. 2,13).
Είναι αλήθεια πως δεν είσαι υποχρεωμένος, αν είσαι λαϊκός, να είσαι ακτήμων καί πάμπτωχος• είσαι όμως υποχρεωμένος να εκτιμάς τόσο λίγο τα πλούτη καί τα χρήματα, ώστε για όλα αυτά ποτέ να μην παρακινηθείς να παραβείς ούτε μία εντολή του Θεού• τόσο δε να είναι αποκολλημένη ή καρδιά σου απ’αυτά, ώστε να τα αποκτάς καί να τα έχεις με τόση απάθεια σαν να μη τα έχεις καί να μη τα ξοδεύεις στα μάταια καί περιττά καί πάνω από όσα χρειάζεσαι πράγματα καθώς λέγει ό Παύλος• " Ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν ... ίνα ώσιν οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι• παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" (Α' Κορ. 7, 29-31).
Αλλά γι’ αυτό το θέμα να συζητήσεις με το Πανάγιο Βρέφος, τον Ιησού, καί να νιώσεις ντροπή μπροστά Του, που ως τώρα είχες σε τόση υπόληψη καί αγάπη εκείνα τα πλούτη που το Θείον Βρέφος τόσο καταφρονεί κι ακόμη ότι ένιωθες τόσο μίσος καί καταφρόνηση για την πτώχεια εκείνη καί την ευτέλεια που αυτό τόσο αγαπά . Ζήτησέ Του αμέσως συγχώρεση για όλα τα κακά που έκανες για ν’αποκτήσεις πλούτο κι επίγεια αγαθά ή για να τα χρησιμοποιήσεις και παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη• γιατί, όπως ό Ίδιος από πλούσιος έγινε φτωχός από αγάπη για σένα, έτσι καί συ να γίνεις φτωχός για την αγάπη Του, για να πλουτίσεις από τη Θεότητά Του• "Γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι’υμάς επτώχευσεν πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε" (Β' Κορ. 8,9). Ακόμη να τον παρακαλέσεις να μη σ’αφήσει ξανά να πλανηθείς από τον κόσμο• αλλά όταν έχεις τα υπάρχοντά σου ή όταν τα στερείσαι για την αγάπη του Κυρίου, να μη τα μεταχειρίζεσαι για άλλο σκοπό, παρά μόνο καί μόνο για να εξαγοράσεις με αυτά την αιώνια ευδαιμονία, καθώς είναι γραμμένο• "Λύτρον ανδρός ψυχής ό ίδιος πλούτος" (Παροιμ. 13, 8).
2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών
Συλλογίσου αδελφέ, ότι ό Χριστός με τη γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες καί τους πόνους που δοκίμασε. Ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι’αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ’αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό όν, αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο καί να παρασύρεται από τις αισθήσεις του: Τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται καί να απολαμβάνει όλες τις παρανομίες, επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό καί την θεωρεί έντιμη, αν καί τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες καί βρωμιές. Ό Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα.
Γι’αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μ’ένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός , θέλησε να γεννηθεί μ’ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) καί ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Καί ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, θέλησε να υποφέρει κι όλα τα βάσανα καί τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να στερείτο την χρήση του λογικού.
Εξ’αρχής έπρεπε ό Ιησούς να λάβει ένα σώμα, όχι μόνο τελειότερο από το σώμα του Αδάμ, αλλά ένα σώμα απαθές , ανώδυνο, μακάριο καί άξιο κατοικητήριο της παρόμοιας μακαρίας ψυχής Του. Παρ’όλα αυτά τη θέση εκείνου παίρνει ένα σώμα πολύ απαλό, πολύ λεπτό καί τρυφερότατο, κατάλληλο να αντιλαμβάνεται δια των αισθήσεων κάθε ταλαιπωρία καί καμωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δέχεται απ’όλες τις αισθήσεις όλους τους πόνους, όπως το πέλαγος δέχεται όλους τους ποταμούς. Γι’αυτόν ακριβώς το λόγο παρομοιάζει τον εαυτό του με το σκουλήκι, όχι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρίς σπέρμα (όπως γεννιούνται τα σκουλήκια), αλλά καί γιατί ή σάρκα του είχε την αίσθηση καί την τρυφερότητα των σκουληκιών (1). «Εγώ δε ειμί σκώληξ και ούκ άνθρωπος» (Ψαλμός 21,7).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1. Η Αγία μας Πίστη υποστηρίζει ότι ό Κύριος κατά το σώμα δεν ήταν τέλειος αλλά αυτό το απέκτησε κατά την πορεία της ζωής Του, όπως καί οι άλλοι Άγιοι γιατί είχε καί αυτό το σώμα παθητό καί θνητό, ώστε να μπορέσει δια μέσου αυτού να πάθει καί να εκπληρώσει την οικονομία. Κατά την ψυχή όμως ήταν τέλειος διότι δεν είχε μόνο τη φυσική λεγόμενη γνώση καί φιλοσοφία την Θεόπνευστη, αλλά είχε καί την μακαρία δράση του Θείου Προσώπου, με την οποία ακόμη καί όταν ήταν σ’αυτήν εδώ την ζωή χαιρόταν την απόλαυση της θεωρίας του Προσώπου του Θεού, την οποία αξιώνονται οί Άγιοι μετά θάνατον. Γι’αυτό καί ό Ιερός Αυγουστίνος στο τελευταίο κεφάλαιο του δ' βιβλίου "περί συμφωνίας των Ευαγγελιστών" λέγει ότι ό Χριστός διέφερε από τους άλλους ανθρώπους, διότι σε κανέναν σ’αυτήν τη ζωή δεν έχει επιτραπεί να δει τον Θεό, όπως σ’Εκείνον. Σ’αυτό συμβάλλουν καί τα εξής ρητά: "Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε ό μονογενής Υιός ό ων εις τον κόλπον του Πατρός, Εκείνος εξηγήσατο (Ιω. 1,18). Καί πάλι "ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ό εκ του ουρανού καταβάς, ό Υιός του ανθρώπου, ό ων εν τω ουρανώ" (Ιω. 3,13). Είναι δηλαδή φανερό ότι ήταν στον ουρανό δια μέσου της μακαρίας οράσεως (βλέπε Αθανασίου Αλεξανδρείας, “Λόγος εις τον Ευαγγελισμόν”).
Εξ’αιτίας αυτής της απαλότητας μόλις γεννήθηκε δέχτηκε με την αφή την προσβολή του ψυχρού αέρος καί της υγρασίας του σπηλαίου με τη φωνή κλαίει με την όσφρηση αισθάνεται την έντονη κακοσμία της φάτνης καί των ζώων, με την δράση βλέπει μία σκοτεινή καί άχαρη σπηλιά καί με την ακοή δεν ακούει άλλο από τις τραχιές φωνές των αγρίων ζώων. Καί για να συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε ό Ιησούς, αφιερώνει την αρχή της ζωής Του σε ένα χώρο υπερβολικά στενό καί σε μία έλλειψη όλων των αναπαύσεων καί σε κάθε είδος οδύνης καί βασάνων που μπορούσε να δεχθεί η τρυφερή εκείνη ηλικία Του.! Αφήστε με να πάω κοντά στη φάτνη καί να πω στον Ιησού: "Τι είναι αυτή η άκρα συγκατάβασίς σου, γλυκύτατέ μου Ιησού; Εσύ είσαι εκείνος ό επιθυμητός Μεσσίας από όλα τα έθνη καί ευθύς να γεννηθείς με τοιαύτα βάσανα;" "Ναι" μου αποκρίνεται "αυτό ήταν από την αρχή το Θέλημα του Ουρανίου Πατρός μου να καταργηθεί η ηδονή με την οδύνη αυτό το Πατρικό Θέλημα ήρθα να εκπληρώσω ευθύς μόλις γεννήθηκα στον κόσμο, καθώς εκ μέρους μου προείπε ό ∆αβίδ καί με τον ∆αβίδ ό Απόστολος «∆ιό εισερχόμενος εις τον κόσμον ... θυσίαν καί προσφοράν ουκ ηθέλησας , σώμα δε κατηρτίσω μοι• τότε είπον ιδού ήκω ... του ποιήσαι ό Θεός το θέλημά σου»" (Εβρ. 10, 5), (Ψαλμ. 39, 8-9).
Εδώ τώρα, εσύ αγαπητέ, να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό καί στον κόσμο καί να αποφασίσεις ποιος θα σ’εξουσιάζει, ό Χριστός ή ό κόσμος; Ποιόν πρέπει ν’ακολουθείς, Εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη, ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερό ότι το πρώτο "εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι καί Χριστός έπαθε υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού" (Α' Πέτρ. 2, 21). Όμως ό κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει, καθώς λέγει η ίδια η Αυτοαλήθεια• "καί εγώ ερωτήσω τον Πατέρα καί άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, ο ό κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό" (Ιω. 14, 16-17). Εάν λοιπόν εσύ θέλεις να θεραπευθείς μέσα σ’αυτόν τον τυφλό κόσμο καί είσαι ικανοποιημένος να κυβερνάς τη ζωή σου με τα ψεύτικα διατάγματά του, ω ταλαίπωρος που είσαι! Μόνος σου παραδόθηκες στα χέρια του θανατηφόρου εχθρού σου, όπως έκανε ό Σαμψών που παραδόθηκε στα χέρια των αλλοφύλων κι ακόμη έγινες μόνος σου φανερός αποστάτης του Κυρίου, του μόνου Ευεργέτου σου• γιατί θέλησες να υπηρετείς τίς αισθήσεις σου με τίς ηδονές και προτίμησες μια ζωή τρυφηλή, μαλθακή και ηδονική, την οποία τόσο πολύ μίσησε ό Ιησούς μόλις γεννήθηκε, αν και αυτή η ζωή θεωρείται από τους άφρονες αλάνθαστη και αθώα! Αχ αδελφέ μου! Και πιστεύεις εσύ ποτέ πως η άπειρη σοφία του Θεού θέλησε να βασανίσει τόσο πολύ το Πανάγιόν της σώμα, όχι μόνο κατά την γέννησή του αλλά και σε ολόκληρη τη ζωή του και στο θάνατό του, εάν δεν ήταν αναγκαίο σε σένα να αποφεύγεις τίς ηδονές και να σκληραγωγείς το σώμα σου; Και σε τι θα ωφελήσει η ασεβής σου πρόφαση που λες πως ό Χριστός δεν σε προστάζει με εντολή να απέχεις από τίς ηδονές και τίς αναπαύσεις των αισθήσεων και του σώματος, αλλά ότι σε συμβουλεύει μόνο λέγοντας "όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι"; (Μάρκ. 8,34). Καλά, και έτσι υπολογίζεις εσύ τίς συμβουλές της ακτίστου σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις εν αμαρτίαις θέλοντας να εξουσιάζεις (και να υπερασπίζεσαι) την τρυφηλή ζωή σου; Να ξέρεις λοιπόν ότι πρέπει να μιμείσαι τον Ιησού Χριστό, αν θέλεις να είσαι προορισμένος για την Βασιλεία των ουρανών. Άκουσε τώρα εκείνες τίς φοβερές αποφάσεις που φωνάζει με δυνατή φωνή μέσα από τη φάτνη το Βρέφος ό Ιησούς• "Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών• Ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε• Ουαί υμίν οί γελώντες νυν, ότι πενθήσετε και κλαύσετε• Ουαί, όταν καλώς υμάς είπωσιν πάντες οί άνθρωποι" (Λουκ. 6, 24-26). Τι απαντάς σ’αυτά εσύ, που θέλεις να περνάς τη ζωή σου με ανέσεις κι έπειτα επιδιώκεις γι’αυτό να βρίσκεις ακόμη και δικαιολογίες; Θεωρείς πως αυτά που λέγει ό Κύριος είναι λόγια κενά και πως ό Θεός μίλησε χωρίς να μπορούν να εκπληρωθούν τα λόγια Του; Αυτό βγάλ’το από το μυαλό σου. "Ό ουρανός και η γη παρελεύσονται, οί δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν" (Ματθ. 24,35). 
Να αισχύνεσαι λοιπόν, να αισχύνεσαι για όλες τίς ηδονές και απολαύσεις και να θεωρείς τον εαυτό σου ανάξιο του ονόματος του Χριστιανού, επειδή με τη ζωή καί τα έργα σου πρόσβαλες πολύ την χριστιανική σου ιδιότητα καί τόσες φορές προτίμησες να υπηρετήσεις τη σάρκα σου παρά το Θεό. Με την συμπεριφορά σου αυτή έγινες αιτία να βλασφημείται από τα έθνη ό χριστιανισμός καί το υπερύμνητον Όνομα του Θεού, καθώς Αυτός ό Ίδιος παραπονείται καί λέγει• "δι’υμάς δια παντός το όνομά μου βλασφημείται εν τοις έθνεσιν" (Ησ. 52, 5).
Γι’αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου καί να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως όλους τους σταυρούς καί τις θλίψεις που θα σου στείλει ό Θεός• να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει ή αληθινή μετάνοια καί να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις μόνο την αγάπη που έδειξε ό Χριστός γι’αυτήν ήδη από την γέννησή Του. Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα• καί προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια• ότι δηλαδή η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις καί να θλίβεσαι κι όχι για να γελάς καί να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ό Εκκλησιαστής "καιρός του κλαίειν" (3, 4) καί με τον Εκκλησιαστή καί ό Απόστολος• "ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα καί οι έχοντες γυναίκα, ως μη έχοντες ώσιν, καί οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, καί οι χαίροντες ως μη χαίροντες ... παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" (Α' Κορ. 7, 29-31).
3. Γιάτρεψε τον έρωτα της δόξης 
Σκέψου ακόμη ότι ό Χριστός με την γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή Του τον άτακτο έρωτα της δόξας. Ό κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται καί να δοξάζεται καί γενικά να φαίνεται ότι είναι ό εκλεκτότερος των υπολοίπων, να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλάει αφ’υψηλού καί να παρουσιάζεται ως αυθεντία. Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση ή δόξα του Θεού καί ή δόξα ή δική του, τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού καί εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.
Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις καί διδασκαλίες που διδάσκει ό κόσμος στους μαθητές του καί αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύσει ό Λυτρωτής μας, αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ό Ίδιος ασφαλώς καί Βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός• μπορούσε δηλαδή μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση• μπορούσε να καταλαβαίνει καί να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών, μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες καί μυριάδες ηλιόμορφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα καί να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά καί ως άνθρωπο. Ακόμη μπορούσε από την πρώτη στιγμή της ζωής Του να χρησιμοποιεί τον χρόνο με το να τρέχει στον κόσμο να τον γεμίζει από τα μεγαλεία των θαυμάτων Του, να τον φωτίζει με τις λάμψεις της διδασκαλίας Του, να τον διδάσκει με την αγιότητα των παραδειγμάτων Του καί να τον μεταστρέφει με τη δύναμη του κηρύγματός Του.
Μ’αυτά όλα μπορούσε να δοξάσει το Όνομά Του περισσότερο απ’όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν φιλόδοξοι στον κόσμο• καί οι βασιλείς καί οι άρχοντες καί οί μεγιστάνες του κόσμου καί όλοι οί λαοί να ξεκινούν από τα πέρατα της οικουμένης καί να έρχονται στην Ιερουσαλήμ για ν’ακούσουν την ουράνια σοφία που διδάσκει ένα Βρέφος , όπως η βασίλισσα του Νότου που ξεκίνησε μέσα από την Ευδαίμονα Αραβία καί ήρθε να ακούσει τη σοφία του δωδεκαετούς παιδιού, του Σολομώντος• να έρχονται να δουν ένα Νήπιο να φωτίζει τυφλούς, να καθαρίζει λεπρούς, να ανορθώνει χωλούς, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς καί γενικά να κάνει παράδοξα καί φρικτά θαύματα, ώστε όλοι να το επαινούν, όλοι να το δοξάζουν, όλοι να το ευφημούν. Άλλα ό Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη καί μάταιη δόξα. Όχι! Αλλά "σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν", καθώς λέγει ό θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) καί κρύβεται με τον ερχομό Του σ’ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας καί σ’ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων, σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας Του μέσα σ’ένα κομμάτι σάρκας καί κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός άγνωστου άφωνου νηπίου• "εν ω εισίν πάντες οί θησαυροί της σοφίας καί της γνώσεως απόκρυφοι"! (Κολ. 2,3)
∆ι’αυτό καί ό Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει• "...πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα..." (Ησ. 8, 4). Καί κατά την εποχή που οί βασιλείς της γης -εννοώ ό Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές καί εκδίδουν στους λαούς νόμους καί φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ό Βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται καί ζει εντελώς άγνωστος καί θεωρείται σαν ένα μηδενικό. " της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ω γλυκύτατο όνομα, ω γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του καί να λέει• "Κύριε ... κατενόησα τα έργα σου καί εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση"(Αββακ. 3,2). Αυτή ή ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια• "η ταπεινοφροσύνη στολή θεότητας εστίν ό γαρ Λόγος ό ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο καί ωμίλησεν ημίν δι’αυτής εν τω σώματι ημών... ίνα μη η κτίσις τη αυτή θεωρία καταφλεχθή" ( Λογ. κ ' ) . Επειδή καί ή αιτία της πτώσεως των αγγέλων στον ουρανό καί των ανθρώπων στη γη υπήρξε η διαφορά ανάμεσα στο μεγαλύτερο καί στο μικρότερο, γι’αυτό Εσύ, ό Λόγος του Θεού, με τη γέννησή σου σηκώνεις από τον κόσμο αυτό το μεγάλο σκάνδαλο της απώλειας του κόσμου• καί Σύ, ο ανώτερος καί "υπέρ τα όντα ων", αφού έγινες κατώτερος καί έσχατος όλων, κάνεις μ’αυτόν τον τρόπο όμοια όλα σου τα κτίσματα, τόσο τα μεγαλύτερα καί ανώτερα, όσο καί τα μικρότερα καί κατώτερα καί καταδεικνύεις ως άριστη οδό υψώσεως, την ταπείνωση, καθώς θεολογεί ό δικός Σου της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ό Παλαμάς λέγοντας• "Ελευθερώνει με παράδοξο τρόπο ό Θεός από την αιτία της αρχικής πτώσεως (τον άνθρωπο)• καί αυτή (ή αιτία) ήταν ή υπεροχή καί ή κατωτερότητα που ενυπάρχει στα όντα• καί από εδώ ξεκινάει ό φθόνος καί ό δόλος καί οι φανερές καί κρυφές αντιπαλότητες. Ό Θεός λοιπόν ευδόκησε πρόσφατα (με την ενανθρώπηση του Χριστού) να διαλύσει την αιτία της υπερηφάνειας που καταστρέφει τα λογικά του κτίσματα• εξομοιώνει δηλαδή τα πάντα με τον εαυτό Του καί επειδή βέβαια ό ίδιος με τον εαυτό Του είναι ίσος καί όμοιος κατά φύσιν, κάνει καί την φύση ίση κατά χάριν με τον εαυτό της.
Καί αυτό πώς έγινε; Ό ίδιος ό εκ Θεού Θεός Λόγος , αφού άδειασε τον εαυτό Του απόρρητα καί μυστικά, κατέβηκε από ψηλά στην εσχάτη ανθρώπινη ύπαρξη καί αυτή αφού την έδεσε μαζί Του κατά τρόπο άλυτο καί αφού ταπεινώθηκε καί πτώχευσε σαν άνθρωπος (όμοιός μας) έκανε τα κάτω πάνω, μάλλον δε συνένωσε καί τα δύο σε ένα. Με τη Θεότητα δηλαδή συνένωσε την ανθρωπότητα καί έτσι υπέδειξε σε όλους την ταπείνωση ως δρόμο που οδηγεί προς τα άνω, αφού πρόσφερε τον εαυτό Του σήμερα υπόδειγμα μπροστά στους ανθρώπους καί στους αγίους Αγγέλους" (Λόγος στη Γέννηση του Χριστού).
Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ’αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού καί του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιος να σ’εξουσιάζει; Ό Χριστός ή ό κόσμος; Βέβαια ό Χριστός• γιατί ό Χριστός ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ό κόσμος καί πλανά καί πλανάται. Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί καί στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής• "εν ταίς ημέραις εκείναις εξήλθεν δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην" (Λουκ. 2, 1) καί θέλησε να φέρει άνω - κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό Του κάτω απ’αυτήν την υποταγή. "Ανέβη δε καί Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ ... απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω" (Λουκ. 2, 4-5).
Εσένα όμως αδελφέ φαίνεται πως σ’ ευχαριστεί να τα κάνεις όλα άνω κάτω, να συγχύζεις όλο τον κόσμο, μόνο για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, μόνο για να υποτάξεις όλους στη γνώμη σου, μόνο για να γίνεις μεγάλος καί για να αποκτήσεις δόξα στον κόσμο• μ’αυτό που κάνεις φαίνεσαι να λες• "εγώ προτιμώ ν’ακολουθήσω το παράδειγμα του κόσμου από το παράδειγμα του Χριστού• εγώ επιλέγω την δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού".
Πόσο θα σου φανεί βαριά αυτή ή παράλογη εκλογή σου, όταν στο φως της κρίσεως του Θεού θα δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι κι όχι καθώς τώρα σου φαίνονται καί όταν αυτό το Βρέφος, που τώρα βλέπεις μέσα στη φάτνη άδοξο καί ταπεινό, έρθει ως μέγας Βασιλεύς με δύναμη καί δόξα πολλή για να κρίνει όλο τον κόσμο.
Αλλά τι απαντάς; "Ναι εγώ πρέπει να παραβλέπω την τιμή μου καί να ταπεινώνομαι για το Χριστό, αλλά ό κόσμος είναι χωρίς διάκριση καί με περιφρονεί καί δεν με υπολογίζει για τίποτε". Εύγε, σωστά απάντησες . Άφησε λοιπόν να είναι κρυμμένη καί καταφρονημένη απ’αυτόν τον κόσμο ή δική σου τιμή καί ή ζωή, για να φανερωθείς καί συ με τιμή καί δόξα, όταν φανερωθεί ό Χριστός . "Απεθάνετε γαρ, καί η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ• όταν ό Χριστός φανερωθή, η ζωή υμών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη" (Κολ. 3, 3-4).
Ας λέει ό κόσμος τα δικά του• τι σε νοιάζει; Εσύ ν’ακολουθείς την οδηγία της σοφίας του Χριστού κι όχι της μωρίας του κόσμου, που είναι καί δικός σου εχθρός καί εχθρός του αλυτρώτου σου• είναι τόσο μεγάλος εχθρός του που ό Ίδιος ό Χριστός στον καιρό του πάθους Του, ενώ παρακάλεσε τον Ουράνιο Πατέρα ακόμη καί για τους σταυρωτές Του, όμως για τον κόσμο δεν θέλησε να παρακαλέσει• "ου περί του κόσμου ερωτώ" (Ιω. 17,9).
Γι’αυτό πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο, αν είσαι φίλος του Ιησού, πρέπει να είσαι εχθρός του κόσμου• καί αν αντίθετα θελήσεις να είσαι φίλος του κόσμου, εξάπαντος θα είσαι εχθρός του Ιησού• "μοιχοί καί μοιχαλίδες! Ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστίν; ός εάν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται" (Ιακώβ. 4,4). Μα σου κακοφαίνεται επειδή σε καταφρονεί καί σε μισεί ό κόσμος; Ανόητος που είσαι! Αυτό το μίσος καί αυτή ή καταφρόνηση (του κόσμου) είναι καλό σημάδι• πως δηλαδή δεν είσαι μαθητής του κόσμου, αλλά μαθητής του Χριστού• "Ει εκ του κόσμου ήτε, ό κόσμος αν το ίδιον εφίλει• ότι δε εκ του κόσμου ουκ έστε, αλλ’εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ό κόσμος" (Ιω. 15,19).
Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου καί αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη καί επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει καί ό σοφός Σειράχ. "Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα"(Σοφ. Σειράχ 12,10). Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε καί να ακολουθείς την οδηγία του Φωτός των παραδειγμάτων, του Ιησού Χριστού ό οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο. "Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες καί την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;" (Ιωάννης 5,44). Καί επειδή αυτός (ό Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ’όλο το βάθος το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του, για να αγαπάς την ταπείνωσή Του, η οποία είναι γεμάτη από αληθινό ύψος καί δόξα• να μισείς όμως καί να αποστρέφεσαι την δόξα καί την τιμή του κόσμου, η οποία είναι αληθινή ατιμία καί αδοξία• γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά καί γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη ∆αβιτική εκείνη κατάρα:"Καταδιώξαι άρα ό εχθρός την ψυχήν μου ... και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι" (Ψαλμ. 7,6).

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
Γλωσσική απόδοση ΑΓΑΘΗ ΘΕΟ∆ΟΣΙΟΥ

Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή



Με άλλο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να φυλάξει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή το «να αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη τη ψυχή σου και με όλη τη δύναμή σου και με όλη τη διάνοιά σου», καθώς μας προστάξει ο Κύριος (Λουκ. 3, 27), παρά με το μέσον της νοεράς προσευχής.
Νοερά και καρδιακή προσευχή, κατά τους Αγίους Πατέρες που ονομάζονται Νηπτικοί, είναι κυρίως το να συμμαζεύει ο άνθρωπος το νου του μέσα στην καρδιά του, και χωρίς να λαλεί με το στόμα, αλλά μόνο με τον «ενδιάθετο λόγο», ο οποίος λαλείται μέσα στην καρδιά, να λέγει τη σύντομη αυτή και μονολόγιστη προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», κρατώντας και λίγο την αναπνοή… 
Έτσι μέσα στα ίδια τα βάθη της καρδιάς του επικαλείται το πανάγιο όνομα του Κυρίου, ζητεί με επιμονή το έλεός Του προσέχοντας αποκλειστικά και μόνο στα λόγια της προσευχής και τίποτε άλλο δεν δέχεται ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω, διατηρώντας τη διάνοιά του εντελώς ασχημάτιστη, χωρίς καμία εικόνα. Την δε αφορμή και το περιεχόμενο αυτής της εργασίας την πήραν όσοι ασχολούνται μ’ αυτήν από την ίδια τη διδασκαλία του Κυρίου, ο οποίος σε κάποιο σημείο λέγει: «Η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας» (Λουκ. 17, 21), και σε κάποιο άλλο: «Υποκριτή, καθάρισε πρώτα το εσωτερικό του ποτηριού και του πιάτου, για να γίνει και το εξωτερικό καθαρό» (Ματθ. 23, 26). Και ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Εφεσίους: «γι’ αυτό γονατίζω, μπροστά στον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και παρακαλώ να ενισχύει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα του, τον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη» (Εφεσ. 3, 14).
Τί σαφέστερο θα μπορούσε να υπάρχει από αυτή τη μαρτυρία; Ότι τούτο είναι απαραίτητο, το διδάσκει το Πνεύμα το Άγιο σε κάθε ευσεβή και σε μύριες όσες άλλες σελίδες της Νέας Γραφής, όπως μπορούν να διαπιστώσουν όσοι τις ερευνούν προσεκτικά.
Από αυτή την πνευματική και επιστημονική εργασία, όταν συνοδεύεται από την όσο το δυνατόν ακριβέστερη πραγματοποίηση των αρετών, από την θέρμη που δημιουργείται στη καρδιά και από την πνευματική ενέργεια που ακολουθεί την επίκληση του Παναγίου ονόματος, καταστρέφονται τα πάθη ο νους και η καρδιά σιγά-σιγά καθαρίζονται και ενώνονται μεταξύ τους, οπότε οι σωστικές εντολές κατορθώνονται ευκολότερα… 
Και για να ειπώ με συντομία, με αυτόν τον τρόπο μπορούμε γρηγορότερα να επανέλθουμε στην τέλεια χάρη του Πνεύματος που μας δόθηκε στην αρχή, η οποία υπάρχει μέσα μας, αλλά σαν την σπίθα που κρύβεται στη στάχτη έχει καταχωθεί κι αυτή μέσα στα πάθη, και να την δούμε να λάμπει δυνατά και να φωτίζει το νου μας και στη συνέχεια να τελειωθούμε και να θεωθούμε με τον κατάλληλο τρόπο.
Εάν δε κάποτε μερικοί ξέφυγαν λίγο, τί το θαυμαστό; Αυτό το έπαθαν τις περισσότερες φορές από οίηση, όπως λέγει ο Σιναΐτης Γρηγόριος. Εγώ νομίζω ότι το κύριο αίτιο της παρεκτροπής τους είναι το ότι δεν ακολούθησαν με ακρίβεια τη διδασκαλία των Πατέρων για την εργασία αυτή· δεν ευθύνεται η ίδια η εργασία, για όνομα του Θεού.
Επειδή αυτή είναι αγία και με αυτήν παρακαλούμε να απαλλαγούμε από όλη την πλάνη· επειδή και η εντολή του Θεού η οποία οδηγεί στη ζωή, όπως λέει ο Παύλος, «βρέθηκε να κοστίσει σε μερικούς τον θάνατο, αυτό όμως δεν έγινε εξαιτίας της εντολής. Και πώς να γίνει, αφού αυτή είναι αγία και δίκαιη και αληθινή;» (Ρωμ. 7, 10-12). Αλλά έγινε εξαιτίας της μοχθηρίας εκείνων που την έπραξαν κάτω από την κυριαρχία της αμαρτίας. Τί λοιπόν να κάνουμε; 
Να καταδικάσουμε τη θεία εντολή για την αμαρτία μερικών; 
Και να παραμελήσουμε μία τέτοια σωτηριώδη εργασία εξαιτίας της παρεκκλίσεως μερικών; Με κανένα τρόπο. Ούτε εκείνη, ούτε αυτή. Αλλά μάλλον έχοντας θάρρος σ’ Εκείνον που είπε «Εγώ είμαι ο δρόμος, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6) με πολλή ταπεινοφροσύνη και πενθική διάθεση ας επιχειρήσουμε το έργο. Γιατί όταν κάποιος είναι απαλλαγμένος από την οίηση και την ανθρωπαρέσκεια, ακόμη κι αν ολόκληρη η στρατιά των δαιμόνων συγκρουστεί μαζί του, ούτε να τον πλησιάσει δεν θα μπορέσει, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων.
Ο Ιησούς ας είναι το γλυκό μελέτημα της καρδίας σου· ο Ιησούς ας είναι το εντρύφημα της γλώσσας σου· ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου· και ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησού. Διότι από αυτή τη συνεχή και γλυκύτατη μνήμη του Ιησού θα φυτευτούν, θα αυξηθούν και θα γίνουν μεγάλα δένδρα στη καρδιά σου οι τρεις μεγάλες εκείνες και θεολογικές αρετές: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Η ψυχή η οποία αγαπά τον Ιησού, επειδή ο Ιησούς είναι στους ουρανούς και δεν είναι ορατός, ώστε να τον βλέπει και να τον απολαμβάνει, με άλλο τρόπο δεν μπορεί να παρηγορεί την αγάπη της προς Αυτόν παρεκτός με την συνεχή ενθύμηση του αγίου Του ονόματος, με το να βοά πάντοτε με αγάπη και δάκρυα και πόνο καρδιάς: Ιησού μου, Ιησού μου αγαπημένε!

 Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Απόσπασμα από το βιβλίο "Ο κόσμος της προσευχής", 
Εκδόσεις "ΚΑΛΑΜΟΣ"

http://www.alopsis.gr

Οι πειρασμοί δόθηκαν από τον Θεό για ωφέλειά μας


Και γενικά, για να καταλάβουμε ότι όλοι οι πειρασμοί μας δόθηκαν από τον Θεό για το συμφέρον μας , πρέπει να σκεφθούμε ότι ο άνθρωπος, εξ αιτίας της κακής κλίσεως της διεφθαρμένης του φύσεως, είναι υπερήφανος, φιλόδοξος, στο έπακρο δοκησίσοφος και υπερασπιστής της ιδικής του γνώμης... 
και θέλει πάντοτε να τον υπολογίζουν όλοι, περισσότερο από εκείνο που είναι στην πραγματικότητα. Αυτή όμως η υπόληψις είναι τόσο επικίνδυνη για την πνευματική του πρόοδο, ώστε και αυτή μόνον η οσμή της να είναι αρκετή να εμποδίση τον άνθρωπο ώστε να φθάση στην αληθινή τελειότητα.
Γι’ αυτό και ο Θεός, ως φιλόστοργος Πατέρας, που έχει ένα αγαπητικό ενδιαφέρον για τον καθένα και μάλιστα για εκείνους που δόθηκαν στην υπηρεσία του, φροντίζει πάντοτε με τους πειρασμούς που επιτρέπει να μας συμβαίνουν, ώστε να μας βάλη σε μία τέτοια θέσι, που να μπορούμε να βγούμε από τον φοβερό αυτόν κίνδυνο της παρόμοιας υπολήψεως, και σχεδόν με την βία να ερχώμαστε στην αληθινή ταπεινή γνώσι του εαυτού μας, όπως έκανε με τον απόστολο Πέτρο, στον οποίον επέτρεψε να τον αρνηθή τρείς φορές, για να μπορέση να γνωρίση την αδυναμία του και να μην έχη θάρρος και εμπιστοσύνη στον εαυτό του:
όπως έκανε και με τον απόστολο Παύλο, τον οποίο αφού τον ανέβασε μέχρι τον τρίτο ουρανό και του απεκάλυψε τα θεϊκά και απόκρυφα μυστήρια, του έδωσε έναν φυσικό πειρασμό για να γνωρίση την φυσική χαυνότητα και ασθένειά του, να ταπεινώνεται καυχώμενος στις ασθένειές του και έτσι το μέγεθος των αποκαλύψεων που δέχθηκε από τον Θεό να μη τον κάνη να υπερηφανεύεται, όπως λέγει και ο ίδιος, «μου δόθηκε σκόλοπας στη σάρκα, Άγγελος του Σατανά, να χτυπάη, για να μην υπερηφανεύωμαι» (Β΄ Κορ. 12,7).
Ο Θεός λοιπόν συμπαθώντας την ταλαίπωρη και παράνομη κλίσι μας, επιτρέπει να μας επισκέπτωνται οι πειρασμοί που μερικές φορές να είναι τόσο φρικτοί και φοβεροί με διάφορους τρόπους, ώστε να ταπεινωνώμαστε και να γνωρίζουμε τον εαυτό μας, μολονότι μας φαίνωνται ότι είναι χωρίς ώφελος. Και στο σημείο αυτό συγχρόνως δείχνει και την αγαθότητα και την σοφία του, επειδή με εκείνο που το θεωρούμε εμείς περισσότερο βλαπτικό, με εκείνο μας ωφελεί, Επειδή ταπεινωνόμαστε περισσότερο, πράγμα το οποίο είναι το πιο απαραίτητο από όλα στην ψυχή μας. 
Έτσι, αν γενικά όλοι οι πειρασμοί προξενούν ταπείνωσι, πρέπει να ταπεινώνεται και ο δούλος του Θεού που αισθάνεται στην καρδιά του τους πειρασμούς και λογισμούς που προαναφέραμε και την τόση ανευλάβεια της πνευματικής χαράς και γλυκύτητος και να σκέπτεται ότι αυτά συμβαίνουν για τις αμαρτίες του και ότι δεν μπορεί να υπάρχη κάποιος που να έχη τόσο ηλαττωμένη την ψυχή και να υπηρετή τον Θεό με τόση χλιαρότητα, όπως είναι η δική του ψυχή, και ότι τέτοιοι λογισμοί δεν συμβαίνουν σε άλλους, παρά σε εκείνους που είναι εγκαταλειμμένοι από τον Θεό και για τον λόγο αυτό και ο ίδιος είναι άξιος εγκαταλείψεως.
Να τί κέρδος προέρχεται κατόπιν από αυτούς τους ταπεινούς λογισμούς: Εκείνος που προηγουμένως δεν νόμιζε ότι έχει κάποιο κακό, τώρα νομίζει ότι είναι ο πιο παράνομος άνθρωπος του κόσμου και ότι είναι ανάξιος ακόμη και αυτού του χριστιανικού ονόματος. Βέβαια ποτέ δεν θα μπορούσε να σκεφθή τόσο χαμηλά για τον εαυτό του (ευτελή έννοιαν), ούτε να έλθη σε τόση βαθειά ταπείνωσι, αν δεν τον ανάγκαζαν η μεγάλη θλίψις και οι ξεχωριστοί εκείνοι πειρασμοί και πικρότητες της καρδιάς, που είναι μία ευεργεσία που δίνει ο Θεός στην ζωη αυτή στην ψυχή εκείνη που αφιερώνεται σ’ αυτόν ταπεινωμένη, για να την ιατρεύση με εκείνα τα φάρμακα, με τα οποία αυτός μόνος γνωρίζει καλά ότι είναι απαραίτητα για την υγεία και την καλή της κατάστασι.
Εκτός από τους καρπούς αυτούς που προξενούν στην ψυχή μας οι παρόμοιοι πειρασμοί και η έλλειψις της ευλαβείας, υπάρχουν ακόμη και άλλοι πολλοί καρποί. Γιατί όποιος είναι στενοχωρημένος από αυτούς τους εσωτερικούς πειρασμούς, σχεδόν αναγκάται να πλησιάση τον Θεό, και προσπαθεί να κάνη ό,τι είναι σωστό για την θεραπεία της θλίψεως και της καρδιακής πικρίας και για να μπορέση να ελευθερωθή γρήγορα από τέτοιο νοητό μαρτύριο. Πηγαίνει εξετάζοντας την καρδιά του, αποφεύγοντας κάθε αμαρτία και κάθε άλλο παραμικρό ελάττωμα που τον απομακρύνει από τον Θεό με οποιονδήποτε τρόπο.
Και έτσι εκείνη η θλίψις, την οποία αυτός νόμιζε τόσο αντίθετη και ζημιογόνα, κατόπιν αυτή η θλίψις, του γίνεται σαν ένα κέντρο, από το οποίο ξεκινά και αναζητεί τον Θεό με περισσότερη θερμότητα, και απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από εκείνο που νομίζει ότι δεν είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Και για να μιλήσω εν συντομία, όλες οι θλίψεις και τα βάσανα που υποφέρει η ψυχή σ’ αυτούς τους εσωτερικούς πειρασμούς και ελλείψεις των πνευματικών τρυφών και ευχαριστήσεων, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα φιλικό καθαρτήριο με το οποίο την καθαρίζει ο Θεός, αν τα υπομένη με ταπείνωσι και υπομονή: και αυτά μπορούν να μας κάνουν να λάβουμε στον ουρανό εκείνο το στεφάνι που αποκτάται μόνον με το μέσο αυτών. Και όσο μεγαλύτερα είναι τα βάσανα, τόσο πιο ένδοξος είναι και ο ουρανός.
Από αυτά είναι φανερό ότι εμείς δεν πρέπει να συγχιζώμαστε και να λυπούμαστε τόσο για τους άλλους εξωτερικούς πειρασμούς που μας έρχονται, όσο και για τους προλεχθέντας εσωτερικούς, όπως κάνουν εκείνοι που έχουν λίγη πείρα στα παρόμοια και ό,τι τους συμβαίνει το αποδίδουν ότι τους έρχεται ή από τον διάβολο ή από τις αμαρτίες τους και ατέλειές τους, και τα σημεία της αγάπης του Θεού, τα νομίζουν ως σημεία μίσους, και τις ευεργεσίες και τις δωρεές του τις θεωρούν ότι είναι δοκιμασίες και κτυπήματα, που βγαίνουν από μία οργισμένη καρδιά και ό,τι κάνουν είναι χαμένο και χωρίς μισθό και ότι η ζημία αυτή δεν θεραπεύεται.
Διότι αν πίστευαν ότι από τους παρόμοιους πειρασμούς δεν προκύπτει καμμία ζημία, αλλά μεγάλη απόκτησις αρετών, αν η ψυχή τους τους μεταχειρισθή και τους δεχθή με ευχαρίστησι, και αν πίστευαν ότι αυτοί είναι μόνο μία ενθύμησι της στοργικής αγάπης του Θεού προς εμάς, δεν θα μπορούσαν να ταράσσωνται και να χάνουν την ειρήνη της καρδιάς τους, γιατί θλίβονται από πολλούς πειρασμούς και λογισμούς παράξενους και βλάσφημους και βρίσκονται σαν ξηροί και χλιαροί και χωρίς ευλάβεια στην προσευχή και στις άλλες πνευματικές ασκήσεις που κάνουν.
Μάλιστα τότε μέ μία νέα επιμονή θα ήθελαν να ταπεινώσουν τις ψυχές τους ενώπιον του Θεού και να αποφασίζουν σε κάθε περίπτωσι να εκπληρώσουν το θείο θέλημα με οποιοδήποτε τρόπο θέλει ο Θεός και να τον υπηρετήσουν στον κόσμο αυτόν και να φροντίζουν να φαίνωνται ειρηνικοί και ήσυχοι, νομίζοντας ότι δέχονται κάθε πράγμα από το χέρι του ουράνιου Πατέρα, στο χέρι του οποίου βρίσκεται αυτό το πικρό ποτήρι που τους δίνεται. Διότι είτα από τον διάβολο είναι η ενόχλησις αυτή και ο πειρασμός που υποφέρουν, είτε από τους ανθρώπους, είτε για τις αμαρτίες τους, είτε για κάθε άλλο λόγο, πάντοτε και σε όλα ο Θεός είναι που τα παραχωρεί με διάφορα μέσα, όπως κρίνει σωστό, γα να μην φθάσης σε άλλο κακό, παρά σε εκείνο μόνο της ποινής και τιμωρίας, το οποίο πάντοτε αυτός επιτρέπει να έρχεται για ωφέλειά σου. Και αν το κακό του πταίσματος, δηλαδή η αμαρτία που γίνεται, για παράδειγμα, από τον πλησίον, είναι αντίθετη στο θέλημά του, αυτός όμως και αυτήν ακόμη την μεταχειρίζεται για την δική σου ωφέλεια και σωτηρία, αν εσύ την υπομένης χωρίς ταραχή.Έτσι αντί να λυπήσαι και να ανησυχής, πρέπει να τον ευχαριστής με εσωτερική χαρά και αγαλλίασι, κάνοντας ό,τι μπορείς με επιμονή και καρτερία, χωρίς να χάνης τον καιρό και μαζί με αυτό να χάνης και πολλούς και μεγάλους μισθούς, που θέλει ο Θεός να αποκτάς με την αφορμή που επιτρέπει να έρχεται.
Πολλές και διάφορες είναι οι αιτίες για τις οποίες επιτρέπει ο Θεός, σύμφωνα με την άβυσσο των ακατάληπτων κριμάτων του, να συμβαίνουν οι πειρασμοί τόσο στους αμαρτωλούς, όσο και στους αγίους και εναρέτους. Ο θείος Χρυσόστομος, στην ομιλία που κάνει στο αποστολικό ρητό «οίνω ολίγω χρω δια τον στόμαχόν σου και τας πυκνάς σου ασθενείας», απαριθμεί ένδεκα αιτίες για τις οποίες επιτρέπει ο Θεός να πειράζωνται οι άγιοι. Και ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει πολλές άλλες αιτίες, για τις οποίες πειράζονται οι άνθρωποι τόσο στον ε΄ του λόγο, όσο και στον μη΄.Αναφέρει όμως ο ίδιος στο μη΄ λόγο γενικά, ότι «ο πειρασμός ωφελεί κάθε άνθρωπο… οι αγωνιστές πειράζονται για να προσθέσουν πλούτο στον πλούτο.
Οι χαύνοι για να προφυλαχθούν από αυτά που τους βλάπτουν, αυτοί που κοιμούνται για να ξυπνήσουν και αυτοί που είναι μακριά για να πλησιάσουν τον Θεό· οι δε φίλοι του για να έχουν μεγαλύτερη παρρησία». Γι’ αυτό και ο άγος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο με΄ κεφάλαιο της Ορθοδόξου Πϊστεως, αφού είπε ότι οι πειρασμοί έρχονται στους δικαίους και τους αμαρτωλούς κατά συγχώρεσι ή παραχώρησι ή από εγκατάλειψι οικονομική και πνευματική, στο τέλος συμπληρώνει: «Πρέπει να γνωρίζουμε ότι όλα τα δυσάρεστα σε όσους τα δέχονται με ευχαρίστησι, οπωσδήποτε προξενούν ωφέλεια».

Αόρατος Πολεμος
Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης



Αὐτὴ ἡ εἰρηνικὴ κατοικία οἰκοδομῆται σιγὰ σιγά



Φρόντισε, ὅπως λέχθηκε, νὰ μὴ συγχυσθῆ ποτὲ ἡ καρδιά σου, οὔτε νὰ ἀναμιχθῇ σὲ κάποια ὑπόθεσι ποὺ τὴν ἐνοχλεῖ, ἀλλὰ νὰ ἀγωνίζεσαι πάντοτε καὶ νὰ τὴν κρατᾷς εἰρηνικὴ καὶ ἀναπαυμένη. 

Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ σὲ βλέπει νὰ ἐνεργῇς ἔτσι καὶ νὰ ἀγωνίζεσαι, θὰ οἰκοδομήσῃ μὲ τὴν χάρι του στὴν ψυχή σου μία πόλι εἰρήνης. Καὶ ἡ καρδιά σου θὰ εἶναι ἕνας οἶκος τρυφῆς (χαρᾶς), ὅπως, κατὰ κάποιον τρόπο, ἐννοεῖται ἐκεῖνο τὸ ψαλμικό: «Ἱερουσαλὴμ ποὺ οἰκοδομεῖσαι ὡς πόλις» (Ψαλμ. 121, 2).

Αὐτὸ μόνο θέλει ἀπὸ σένα ὁ Θεός· κάθε φορὰ ποὺ θὰ τύχη νὰ ταραχθῇς, ἀμέσως νὰ ἀλλάξης καὶ νὰ προσπαθήσῃς νὰ ἡσυχάζῃς καὶ νὰ εἰρηνεύῃς σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα καὶ τοὺς λογισμούς. 

Καὶ ὅπως δὲν οἰκοδομεῖται μία πόλις σὲ μία ἡμέρα, ἔτσι νὰ σκεφθῇς καὶ σύ, ὅτι, δηλαδή, σὲ μιὰ μέρα δὲν μπορεῖς νὰ ἀποκτήσῃς αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη. Γιατὶ αὐτὸ δὲν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ οἰκοδομήσῃς γιὰ τὸν Θεὸ τῆς εἰρήνης ἕναν οἶκο καὶ ἕνα σκήνωμα στὸν ὕψιστο καὶ νὰ γίνῃς ναός του. 

Καὶ νὰ γνωρίζῃς ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ οἰκοδομήσῃ τὸν οἶκον αὐτόν. Διότι ὁ κόπος σου διαφορετικὰ θὰ ἦταν μάταιος, ὅπως λέγει καὶ τὸ γραφικό: «ἐὰν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσῃ τὸν οἶκο, ἄδικα κοπίασαν ἐκεῖνοι ποὺ οἰκοδομοῦν» (Ψαλμ.126, 1).

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ νὰ γνωρίζῃς ὅτι τὸ βασικὸ θεμέλιο αὐτῆς τῆς καρδιακῆς εἰρήνης εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ τὸ νὰ ἀποφεύγῃς, ὅσο μπορεῖς, τὶς ταραχὲς καὶ τὰ σκάνδαλα. 

Γιατὶ καὶ στὴ Γραφὴ βλέπουμε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θέλησε νὰ τοῦ κτίσῃ ναὸ καὶ κατοικία ὁ Δαβίδ, ποὺ εἶχε πολέμους καὶ ταραχὲς σχεδὸν σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του, ἀλλὰ ὁ υἱός του ὁ Σολομώντας, διότι, σύμφωνα μὲ τὸ ὄνομά του, παρέμενε εἰρηνικὸς βασιλιᾶς καὶ μὲ κανένα δὲν ἔκανε πόλεμο.


Ὁσίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, 
«Ἀόρτατος Πόλεμος»

Γιατί πολλοί Χριστιανοί ζοῦνε ὅπως οἱ ἐθνικοί;



-Διατί τόσοι καί τόσοι Χριστιανοί ζοῦν ὡσάν τούς ἐθνικούς;… ἤ μένουν ἀδιόρθωτοι καί ἀποθαίνουν ἀμετανόητοι;
-Ἡ ἀφορμή εἶναι, διατί τούς λείπει ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί ἡ χάρις· καί χωρίς τήν χάριν τοῦ Θεοῦ, ὁ χριστιανός δέν ἠμπορεῖ νά φύγη τήν ἁμαρτίαν, οὔτε ἠμπορεῖ νά μετανοήση καί νά διορθωθῇ· ἀλλά μήτε κἄν νά ἐναντιωθῆ εἰς τούς παραμικρούς πειρασμούς ἠμπορεῖ· καί ἡ ἀφορμή εἶναι· διατί δέν ζητοῦν τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐξ ὅλης καρδίας, μέ πίστιν, μέ εὐλάβειαν, μέ ταπείνωσιν· δέν τήν ζητοῦν ἀδιακόπως εἰς τάς προσευχάς τους...
...Τά πάθη δουλώνουν τόν ἄνθρωπον, τοῦ χαλοῦν τόν λογισμόν, τοῦ δένουν τήν θέλησιν καί τόν κάνουν νά ἁμαρτάνῃ. Ἀπό δέ τήν συχνότητα τῆς ἁμαρτίας ἔρχεται εἰς τήν συνήθειαν καί εἰς τήν ἔξιν, καί ἀπό τἠν ἕξιν εἰς τήν φύσιν, καί τότε κάνει τό κακόν καί μή θέλοντας, καί ἔρχεται πλέον εἰς τήν ἀπώλειαν.
Αὐτά τά πάθη τῆς καρδίας πρέπει νά ἐξετάζῃ ὁ ἄνθρωπος καί νά τά ἐξομολογῆται, διά νά τά διορθώνῃ· διατί αὐτά, ἄν δέν τά θανατώση τοῦ προξενοῦν τόν θάνατον τῆς ψυχῆς...

Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Διά τήν ἀδιάλειπτον μετάνοιαν



...Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δέν θά μᾶς ζητήση λόγον κατά τήν ἡμέραν τοῦ θανάτου καί τῆς κρίσεως, διατί δέν ἐξολογήσαμεν ἤ δέν ἐκάμαμεν θαύματα· ὄχι, ἀλλά διατί δέν ἐμετανοήσαμε καί δέν ἐλυπηθήκαμε διά τάς ἁμαρτίας μας. Δι' αὐτό ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί χρεωστοῦμε κάθε ἡμέρα, διά νά μή λέγω καί κάθε ὥρα, νά ἐξετάζωμε τόν ἑαυτόν μας, ἐάν εἴμεθα εἰς τήν ἀληθινήν μετάνοιαν...· καί κάθε ἡμέραν, εἰς τήν ὁποίαν δέν θά μετανοήσωμεν καί δέν θά λυπηθῶμεν διά τάς ἁμαρτίας μας, πρέπει νά λέγωμεν πώς ἐχάσαμε τήν ἠμέραν ἐκείνην, ἔστω καί ἄν ἐπράξαμεν ἄλλα τυχόν καλά.
Εἶναι ἀνάγκη ὅλοι ἡμεῖς οἱ Χριστιανοί νά ἰατρευθῶμεν ἀπό τά πάθη καί τάς πληγάς τῆς ἁμαρτίας, καί ἔπειτα νά φυλάξωμεν καί ὅλας τάς ἐντολάς τοῦ Κυρίου καί νά κάμωμεν κάθε ἀρετήν· καί ἄν δέν προφθάσωμεν νά κάμωμεν ἄλλας ἐντολάς τοῦ Κυρίου καί ἀρετάς, τουλάχιστον νά εὐρεθῶμεν ὑγιεῖς ἀπό τάς πληγάς καί ἀσθενείας τῆς ἁμαρτίας, διά μέσου τῆς ἐντολῆς καί ἀρετῆς τῆς μετανοίας...
Ἐπειδή καί ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέν εἶναι νοσοκομεῖον, διά νά δέχεται τούς ἀρρώστους, ἀλλ' εἶναι παλάτι διά νά δέχεται τούς ὑγιεῖς. Δι' αὐτό ἄς φωνάζωμεν πάντοτε πρός τόν Θεόν τάς κοινάς ἐκείνας τῆς Ἐκκλησίας δεήσεις:

"Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἡμῶνς, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου"· 

και

"Ἐπουράνιε Βασιλεῦ, ἡμᾶς ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει παράλαβε, 
ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος".

Ἀμήν.


ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἀποφεύγη τίς ταραχές και ἐνοχλήσεις...



...ἄν θέλη νά πολεμήση καλά τούς ἐχθρούς του.

Ὁ στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἀποφεύγη μέ ὅλη του τή δύναμι τίς ταραχές καί ἐνοχλήσεις, ἄν θέλη νά πολεμήση καλά τούς ἐχθρούς του.

Όπως έχει υποχρέωσι αναπόφευκτη κάθε χριστιανός, όταν χάση την ειρήνη της καρδιάς του να κάνη το ό,τι μπορεί για να την ξαναποκτήση, έτσι πάλι πρέπει να γνωρίζη, ότι κανένα γεγονός που συμβαίνει στον κόσμο, που θα του συνέβαινε, δεν είναι σωστό και φρόνιμο να του στερή ή να του κλονίζη την παρόμοια ειρήνη. Πρέπει ναί, να λυπούμαστε για τις αμαρτίες μας, αλλά με έναν πόνο ειρηνικό, κατά τον τρόπο, που προηγουμένως έδειξα σε πολλά σημεία· και έτσι, χωρίς ενόχλησι της καρδιάς, να συμπονάμε με ευλαβή διάθεσι αγάπης κάθε άλλο αμαρτωλό και να κλαίμε εσωτερικά το λιγότερο· δηλαδή, ας πενθούμε για τα σφάλματά του.

Γιά τα άλλα που συμβαίνουν, τα βαρειά και βασανιστικά, που μας έρχονται, όπως ασθένειες, πληγές, θάνατοι των συγγενών μας, επιδημίες πείνας, πόλεμοι, φωτιές και άλλα παρόμοια κακά, αν και οι κοσμικοί τα αποστρέφωνται τις περισσότερες φορές, ως ενοχλήσεις της φύσεως, παρόλα αυτά, μπορούμε με την χάρι του Θεού, όχι μόνο να τα υποφέρουμε, αλλά και να τα θέλουμε και να τα αγαπάμε, σαν δίκαιη τιμωρία στους παράνομους και σαν αφορμές των αρετών στους καλούς· επειδή σε αυτόν το σκοπό αποβλέπουμε, και αυτό αρέσει ακόμη και σε αυτόν τον Κύριό μας και Θεό, που ας τα στέλνει· του οποίου το θέλημα ακολουθώντας εμείς, θα περάσουμε με καρδιά ήσυχη και αναπαυμένη όλες τις θλίψεις και τα βάσανα της τωρινής ζωής. Και να είσαι βέβαιος, ότι κάθε παρενόχλησις και ταραχή της καρδιάς μας, δεν αρέσει στα θεϊκά μάτια· γιατί όποια και νάναι αυτή, πάντα είναι συντροφιασμένη από ατέλεια και πάντα προέρχεται από κάποια κακιά ρίζα της φιλαυτίας.

Γι αυτό να έχης πάντοτε άγρυπνη μία σκοπιά παρατηρήσεως, η οποία αμέσως μόλις δεί κάτι που μπορεί να σε ενοχλήση και να σε ταράξη, ας σου κάνη νόημα, για να καταλαβαίνης για τι πρόκειται και να πιάνεις τα όπλα στο να διοικήσαι σκεπτόμενος, ότι όλα εκείνα τα κακά και άλλα παρόμοια πολλά, αν και φαίνονται εξωτερικά κατά την αίσθησι κακά, δηλαδή βλαβερά, όμως δεν είναι αληθινά κακά, ούτε μπορούν να μας αφαιρέσουν τα πραγματικά καλά και ότι όλα τα διατάζει και τα παραχωρεί ο Θεός, για τους σωστούς σκοπούς που είπαμε πριν και μας συμφέρουν και για άλλα, που δεν είναι γνωστά σε μας, αλλά πολύ δίκαια και πολύ άγια χωρίς αμφιβολία. Και, αν σε κάθε θλιβερό και αντίθετο γεγονός που συμβαίνει, παραμένη η καρδιά σου έτσι αναπαυμένη και ειρηνική, μπορεί να έχης πολύ κέρδος· αν όμως ταράζεται, γνώριζε ότι κάθε άσκησι που κάνεις, σου αποδίδει ή καμία ή πολύ μικρή ωφέλεια.
Επιπλέον λέω και αυτό, ότι όταν η καρδιά ενοχλήται και ταράσσεται, είναι πάντα κάτω από τα διάφορα χτυπήματα και τους πολέμους των εχθρών και το σπουδαιότερο, όταν είμαστε ταραγμένοι δεν μπορούμε να δούμε καλά και να διακρίνουμε τον ίσιο δρόμο και την ασφαλή πορεία της αρετής· ο εχθρός μας λοιπόν διάβολος που μισεί πολύ αυτήν την ειρήνη (επειδή είναι μέρος, που κατοικεί το πνεύμα του Θεού, για να ενεργήση μεγάλα πράγματα), πολλές φορές έρχεται σαν φίλος και δοκιμάζει να μας την πάρη, χρησιμοποιώντας διάφορες επιθυμίες(63), οι οποίες μας φαίνονται Πως είναι καλές· αλλά πόσο αυτές είναι απατηλές και ψεύτικες, μπορείς μεταξύ των άλλων στοιχείων να το γνωρίσης κι από αυτό· δηλαδή, επειδή μας κλέβουν την ειρήνη της καρδιάς.

Γι αυτό, αν θέλης να εμποδίσης την τόση μεγάλη ζημιά, όταν ο παρατηρητής, δηλαδή ο νους και η προσοχή του νού, σε προειδοποιήση ότι κάποια νέα επιθυμία κάποιου καλού ζητεί να μπή μέσα σου, μην της ανοίξης την είσοδο της καρδιάς, αν δεν ελευθερωθής πρώτα από κάθε θέλημα δικό σου και την παρουσιάσης στο Θεό και ομολογώντας την τυφλότητα και αγνωσία σου, να τον παρακαλέσης θερμά να σε φωτίση με το δικό του φως, για να δής, εάν αυτή η επιθυμία προέρχεται από αντίδικο εχθρό· και γι αυτό, τρέξε στον πνευματικό σου πατέρα και άφησέ το, όσο μπορείς, στην κρίσι εκείνου. Όμως, αν και η επιθυμία εκείνη είναι από τον Θεό, πρέπει εσύ, πριν να την επιχειρήσης, να ταπεινωθής και να θανατώσης την μεγάλη σου προθυμία και θερμότητα, που έχεις γι αυτή· διότι το έργο εκείνο, του οποίου προηγείται αυτή η δική σου ταπείνωσις, αρέσει πολύ περισσότερο στο Θεό, παρά να γίνη με την επιθυμία της φύσεως - μάλιστα καμιά φορά του αρέσει πολύ περισσότερο εκείνη η δική σου ταπείνωσις, παρά αυτό το ίδιο το έργο. Και με τον τρόπο αυτόν, αφού αποβάλλεις από τον εαυτό σου τις επιθυμίες, που δεν είναι καλές και μη κάνονας τις καλές, αν δεν καθησυχάσης πρώτα τις φυσικές σου κινήσεις, θα κρατήσης την ειρήνη και την ασφάλεια, την ακρόπολι της καρδιάς σου.

Γιά να διαφυλάξης ακόμη την καρδιά σου ειρηνική σε κάθε πράγμα, πρέπει να την ελέγχης και να την φυλάς από κάποιες επιπλήξεις και εσωτερικούς ελέγχους της συνειδήσεώς σου, οι οποίοι μερικές φορές είναι του διαβόλου, μολονότι φαίνονται ότι είναι του Θεού, με το να σε κατηγορούν για κάποιο λάθος· τους παρόμοιους ελέγχους, από τα αποτελέσματά τους θα τους αναγνωρίσης από που προέρχονται. Γιατί, αν σε ταπεινώνουν και σε κάνουν επιμελή στο να εργάζεσαι και δεν σου αφαιρούν την ελπίδα και εμπιστοσύνη που έχεις στον Θεό, πρέπει να τους δέχεσαι σαν από τον Θεό και να τον ευχαριστής· αν όμως σε συγχύζουν και σε κάνουν μικρόψυχο, δύσπιστο, αμελή και οκνηρό στο καλό, να είσαι βέβαιος Πως προέρχονται από τον εχθρό· και μη τους δίνης σημασία, αλλά ακολούθησε τον δρόμο σου και την εξάσκησί σου. Γιατί, και εκτός από όλα αυτά που σου είπα, πλέον από κοινού, γεννιώνται στη καρδιά μας οι παρενοχλήσεις και οι συγχύσεις, από τα περιστατικά των αντιθέτων πραγμάτων, που μας ακολουθούν σε αυτόν τον κόσμο.
Αλλά εσύ, για να προφυλαχθής από αυτά τα χτυπήματα της συγχύσεως, μπορείς να κάνης δυό πράγματα· το ένα είναι να σκεφθής σε ποιό είναι αντίθετα εκείνα τα περιστατικά· στο πνεύμα και την ψυχή; ή στην αγάπη του εαυτού μας και των επιθυμιών μας; Γιατί, αν είναι αντίθετα στις επιθυμίες σου και την αγάπη του εαυτού σου (ο οποίος είναι γενικά ο πρώτος εχθρός σου), δεν πρέπει να τα ονομάζης αντίθετα, αλλά να τα έχης για ευεργεσίες και βοήθεια του Υψίστου Θεού, οπότε και με χαρούμενη καρδιά και ευχαριστία να τα αποδέχεσαι· εάν όμως και είναι αντίθετα στο πνεύμα και την ψυχή, δεν πρέπει ούτε γι αυτό να χάνης την ειρήνη της καρδίας σου, όπως θα μάθης στο επόμενο κεφάλαιο· το άλλο είναι να υψώσης τον νού σου στο Θεό, και με μάτια κλειστά (χωρίς να θέλης να γνωρίζης κάτι άλλο), να δέχεσαι κάθε περιστατικό από το σπλαγχνικό χέρι της θείας πρόνοιάς του, σαν πράγμα γεμάτο από διάφορα αγαθά (64).
63. Γι αυτό και ο Αββάς Ισαάκ, όχημα και αμάξι του διαβόλου ονομάζει την σύγχυσι, πάνω στο οποίο καθήμενος εισέρχεται στη ταλαίπωρη ψυχή και την καταποντίζει (Λόγος λγ΄ ). και ο Πέτρος ο Δαμασκηνός λέγει· «Καμμία κακία δεν είναι τόσο εύκολη για την αμαρτία, όσο η σύγχυσις (Φιλοκαλία).
64. Γι αυτό, άξιο μνήμης είναι εκείνο, που συνήθιζε να λέγη πάντα ο θείος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σε κάθε περίστασι που του συνέβαινε, καλή και κακή, δυστυχή και ευτυχή· είναι δε το απόφθεγμα αυτό: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν ου γαρ παύσομαι τούτο επιλέγων αεί επί πάσί μοι τοις συμβαίνουσι» (εκ των προς την Διάκονον Ολυμπιάδα επιστολών ια΄)· το οποίο και ο Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος μιμούμενος, αυτό το ίδιο συνήθιζε και έλεγε, όπως βλέπουμε στο βίο του.


Ο Αόρατος πόλεμος ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 
Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, 
Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος


http://www.oodegr.com

Ο πόλεμος των λογισμών

Συμβούλευε λοιπόν, Πνευματικέ, σε εκείνους που δεν έχουν την δύναμη να αντισταθούν στους κακούς λογισμούς, αλλά φοβούνται ακόμα τον νοητό καί αόρατο πόλεμο των λογισμών, καί διαμονών, καί παθών, να σιωπάσουν όταν τους έρχονται οι εμπαθής λογισμοί, καί να μην αντιλέγουν σε αυτούς με τον καλούμενο αντιρηττικό τρόπο αλλά να καταφεύγουν μόνο στον Θεό νοέρα με την προσευχή, επικαλούμενοι μόνο εκείνου τη βοήθεια.


Διότι καί ο θείος Μάξιμος ο εν Κεφ. τριακοστώ της α' εκατόν. των Θεολογικών, τούτο τους συμβουλεύει να κάμουν, λέγοντας:

"Τους εστί δειλιώντας τα προς τα πάθη πόλεμον, καί φοβουμένους τη των αοράτων εχθρών επιδρομήν, δεί σιωπάν, τουτέστι τον υπέρ αρετής αντιρρητίκον μη μεταχειρίζεσθαι τρόπον, αλλά παραχωρίν Θεώ δι'ευχής την υπέρ αυτών μέριμναν".
Προς την Έξοδο λέγεται:" Κύριος πολεμήσει υπέρ υμών, καί υμείς σιγήσετε"(ιδ' 14). 
Να καταφεύγουμε στον Θεό δια της προσευχής, όχι μονο δια του λόγου του προφορικού, αλλά ακόμη περισσότερο δια της προσευχής της νοεράς, μιλώντας με την καρδιά, με της καρδιάς ενδιάθετο λόγο, αυτή δε είναι το να σωπάσουν μεν τον ενδιάθετο καί εσωτερικό λόγο της καρδιάς από κάθε άλλο λογισμό οι υπό δαιμονικών λογισμών πολεμούμενοι, να δώσουν σε αυτό να μελετά καί να λέει την σύντομη αυτήν καί μονολόγιστη καλούμενη Ευχή:"Κύριε Ιήσου Χριστέ Υιέ του Θεού, Ελέησον με"

Ο καθένας να μελετά την ευχή αυτή, ο δε νούς να καταβιβάζει την νοερά ενέργεια του μέσα στον καρδιά του, καί να προσέχει νοερά με όλη την δύναμη του παρά του ενδιάθετου λόγου στα λεγόμενα ρήματα της προσευχής, χωρίς να φαντάζεται κανένα άλλο νοητό, αισθητό, καθώς όλοι κοινώς οι θείοι Πατέρες παλαιοί καί νέοι αυτό μας διδάσκουν.
Αυτή η νοερά προσευχή, είναι το μόνο δυνατό,το μόνο βοηθητικό, καί το μόνο νικητήριο άρμα στον νοερό πόλεμο των λογισμών, καί προ πάντως, νοερός είναι ο πόλεμος, νοερά χρειάζονται άρματα για να νικηθεί.


Καί κοίτα πως όλα τα αίτια των κακών λογισμών ιατρεύει η μονολόγιστος αυτά προσευχή: 

α)  γιατί συνηθίζοντας να επιστρέφει στον εαυτό του ο νους, καί νοερός να συνομιλεί με τον Θεό δια της προσευχής, ούτε αυτά τα αισθητά αγαπά να βλέπει, αλλα καί ούτε τις αισθήσεις του να κινεί, κατ'εκείνο το γνωμικό"ολίγα κινούση την αίσθησιν, η πλείστα την διανοιά χρώμενοι".

β)  Διότι ο ενδιάθετος λόγος της καρδιάς μελετά πάντοτε καί λέγει την ευχή του "Κύριε Ιησού Χριστέ", πάυει από το να γίνεται όργανο των πνευμάτων της πονηριάς, καί να έχει άλλους ασχρούς λογισμούς, βλάσφημους καί πονηρούς, καί αυτό γιατί η φαντασία είναι η γέφυρα των δαιμόνων, γιατι σμίγουν με την ψυχή, κατά τους Θείους Πατέρες, αυτή, λέγω, καθαρίζεται από κάθε είδωλο εμπαθές, με το να κατεβαίνει στην καρδιά η ενέργεια του νου, γυμνή καί καθαρή από κάθε σχήμα καί είδος φαντασίας, καί με την στενότητα αύτη της καρδιάς τόπου διϋλίζεται αυτή, καί με αυτόν τον τρόπο εκδύνεται, καθώς καί ο όφις από στενούς τόπους διερχόμενος εκδύνεται το παλαιό του δέρμα.

γ) Διότι η θερμή που γίνεται μέσα από την καρδιά μας συχνή μελέτη της ιεράς προσευχής, διώχνει καί κατακαίει σαν μύγες τις προσβολές των πονηρών λογισμών, κατά τον εν Θεσσαλονίκης Μέγα Γρηγόριον, διαλύει σαν σύννεφα καί καπνό τα πάθη του λογισμικού μέρους της ψυχής, καί το λαμπρό αυτό και φωτεινό αυτό απεργάζεται, γλυκαίνει καί ειρηνεύει του θυμικού τα πάθη, σκορπίζει τα πάθη του επιθυμητικού, καί όλη αυτήν την αγαπημένη δύναμη τραβάει για τον εαυτό της, καί στην αγάπη του μελετημένου Ιησού Χριστού. 

δ) Γιατί αυτό το γλυκή καί πράγμα καί όνομα του Ιησού μέσα στην καρδιά παντώς μελετούμενου μαστίζει, πληγώνει, καί διώχνει απο την καρδιά τους δαίμονες, τους αρχηγούς καί δημιουργούς ολών των κακών λογισμών και παθών της ψυχης. Γι αυτό είπε ο θείος Ιωάννης της Κλίμακος"Ιησού ονομάτι μαστίζε πολεμίους".

Καί ε) Γιατί η πολυποίκιλη μνήμη των κακών λογισμών, η εκ της παρακοής του Αδάμ προξενήθηκε, απλή γίνεται καί θεραπεύεται μόνο με την συνεχώς μνήμη του Ιησού Χριστού, κατά τον Σιναϊτη Γρηγόριο λέγοντας:" Ιάται την μνήμην κυρίων η θεία παγιωθείσα έμμονος διά προσευχής μνήμη, από του κατά φύσιν εις το υπέρ φύσην ανακραθείσα το πνεύματι"(Κεφ. ξα')

Τι να πολυλογώ; Το γλυκύτατο όνομα του Ιησού συνεχώς, καί κατανυκτικώς, καί με πόθο καί με πίστη μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας να τον μελετούμε,αποκοιμίζει όλους τους κακούς λογισμούς, ξυπνάει όλους τους αγαθούς και πνευματικούς λογισμούς,  καί πρότερο:
"Εξήρχοντο εκ της καρδίας διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι, καθώς είπεν ο Κύριος"(Ματ. ιε,19), μετά από όλα αυτά εξέρχονται οι αγαθοί λογισμοί, πνευματίκα νοήματα, λόγοι σοφίας, κρίσεις, ανακρίσεις, καί διακρίσεις καθώς είναι γραμμένο στις Παροιμίες:"Λογισμοί δικαίων κρίματα"(Παρ. ιβ΄5). 
Έτσι δίδασκε, συμβούλευε, καί παρακινεί τους μετανοούντας, καί όλους τους Χριστιανούς, Πνευματικέ, για να μελετούν παντοτινά μέσα στην καρδιά τους το όνομα του Ιησού Χριστού, με την προσευχή, επειγή η νοερά αυτή καί αδιάλειπτος μέσα απο την καρδιά προσευχή, δεν δώθηκε μόνο στους Καλογήρους καί Μοναχούς, αλλά και σε όλους τους απλούς τους εν τω κόσμω Χριστιανούς.

Όπως μάλιστα ο Απόστολος των Εθνών Παύλος προστάζει στους κοσμικούς, καί τους λέγει πάντοτε να προσεύχεστε:" Αδιαλείπτως προσεύχεσθε"(α' Θεσσαλ. ε' 17). Γιατί είναι δυνατόν σε αυτούς παντοτεινά να προσεύχονται, καί 'οταν δουλεύουν, καί όταν τρώγουν καί πίνουν, καί όταν είναι στο σπίτι τους, καί όταν βρίσκονται έξω, καί όταν κάθονται, καί όταν περπατούν μόνον εάν θέλουν να αφήσουν την πολυλογία τους καί μαζεύσουν τον νού τους στην καρδιά τους.

Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης