.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροντικό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεροντικό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Συγχώρησε με Αδελφέ...



Δύο αδέλφια πήγαν μαζί στην έρημο κι ασκήτευαν στην ίδια καλύβη. Ο διάβολος, φθονώντας την αγάπη τους, βάλθηκε να τους χωρίση. 

'Ενα βράδυ ο νεώτερος πήγε ν'ανάψη το λυχνοστάτη, τον αναποδογύρισε και χύθηκε το λάδι. Ο μεγαλύτερος θύμωσε και του έδωσε ένα μπάτσο. Τότε ο πιο μικρός, χωρίς να ταραχτεί, έσκυψε, του έβαλε μετάνοια και είπε ταπεινά: 

-Συγχώρησε την απροσεξία μου, Αδελφέ. Τώρα αμέσως θα ετοιμάσω άλλο. 
Την ίδια νύχτα ένας ειδωλολάτρης ιερεύς, που έτυχε να βρίσκεται μέσα στο ειδώλειο, άκουσε τα δαιμόνια να κάνουν δικαστήριο μεταξύ τους. 'Ενα απ' αυτά ομολόγησε ντροπιασμένο στον αρχηγό του: 

-Πηγαίνω και κάνω άνω κάτω τους Μοναχούς. Μα τι φταίω, όταν κάποιος απ'αυτούς γυρίζει και βάζει στον άλλο μετάνοια και μου καταστρέφει όλη τη δουλειά; 
Ακούγοντας αυτά ο ειδωλολάτρης, έγινε ευθύς χριστιανός κι' αποτραβήχτηκε στην έρημο. Σ' όλη του τη ζωή κράτησε στην καρδιά του την ταπείνωσι και στο στόμα του είχε διαρκώς πρόχειρο το «συγχώρησόν με». 

Γεροντικό

Η ορθή πίστη ως ψυχική υγεία

«Ο δειλός άνθρωπος, έλεγε ο μεγάλος αββάς Ισαάκ ο Σύρος ο σοφός, πάσχει κυρίως από δύο ψυχικές ασθένειες: από ολιγοπιστία και από φιλοσωματία. Όποιος αγωνίζεται να νικήσει αυτά τα δύο μεγάλα κακά είναι φανερό πως πιστεύει ολόψυχα στο Θεό και είναι έτοιμος να δεχθεί όλα τα δυσάρεστα που τυχόν Εκείνος θα παραχωρήσει.
(Από το Γεροντικό, Θ. Χαμπάκη).

Η εποχή μας, μεταξύ άλλων, έχει χαρακτηριστεί ως εποχή των ψυχικών ασθενειών. Όχι, βέβαια, πως τώρα εμφανίστηκαν αλλά τώρα ονομάστηκαν και αυξήθηκαν.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ως οι εκφραστές της Θεολογίας και της ζωής της, μιλούν για την αμαρτία ως ασθένεια, για τους πνευματικούς πατέρες ως ιατρούς, για την Εκκλησία ως νοσοκομείο, για την υγεία ως θεραπεία από τα πάθη και αγιότητα – θέωση...

Με αυτή τη θεώρηση, οι ψυχικές ασθένειες είναι η έκφραση του λανθασμένου τρόπου ζωής, που, ασφαλώς, η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί να θεραπεύσει. Όμως παρατηρούμε το φαινόμενο μέσα στην Εκκλησία να ζουν άνθρωποι φοβερά ασθενείς ψυχικά, με αλλοιωμένη πίστη και καταπιεσμένη ζωή.
Η δειλία π.χ. διαταράσσει την ηρεμία του ανθρώπου, τον κάνει να φοβάται και ν’ αγωνιά μπροστά στο ενδεχόμενο ασθενειών ή δυσκολιών που θα έλθουν στον ίδιο ή τους δικούς του. Πίσω από αυτό το φαινόμενο κρύβεται, κατά τον αββά Ισαάκ, η ολιγοπιστία και η φιλοσωματία. Η πρώτη ως διαταραχή της σχέσης του με το Θεό και η δεύτερη ως φιλαυτία, ως εγωκεντρισμός.
Έτσι η εκκλησιαστική ζωή, ως ζωή κι όχι θεωρία, φαίνεται στην καθημερινότητά μας. Αν, δηλαδή, ο Θεός δεν διαποτίζει όλες τις πτυχές της ζωής μας και η πίστη μας σ’ Αυτόν περιορίζεται στα «θρησκευτικά μας καθήκοντα» και σε κάποιες μέρες, είναι προφανές ότι δεν ζούμε την πίστη των Πατέρων μας με την ανάλογη, βέβαια, παθολογία.
Όπως η ασθένεια κατανοείται στα συμπτώματά της, το ίδιο και η λανθασμένη πίστη. Ο άπιστος – με την έννοια της αδύνατης πίστης – αναστατώνεται και διαλύεται όταν δεν έλθουν τα γεγονότα όπως τα υπολογίζει. Δεν μπορεί να εμπιστευτεί την πρόνοια του Θεού, δεν μπορεί να διακρίνει πίσω από τις αναποδιές, τις δυσκολίες και δοκιμασίες την αγάπη Του και το ενδιαφέρον Του για πνευματική ανάπτυξη.
Ο πιστός όμως που Τον εμπιστεύεται απόλυτα και συγχρόνως «ξέχασε τον εαυτό του» νικώντας τον εγωκεντρισμό του νικά τις φοβίες και ζει ήρεμα και φυσιολογικά. Ο εσωτερικός του κόσμος είναι ισορροπημένος, γι’ αυτό και δεν γνωρίζει ψυχικές ασθένειες. Ως άνθρωπος ταράσσεται στα απρόοπτα δυσάρεστα αλλά δεν διαλύεται ούτε χρειάζεται ψυχοφάρμακα για να ηρεμήσει.
Τα όσα γράφονται δεν είναι για κρίση κανενός αλλά για διάγνωση της πίστης ώστε να ζήσουμε με ψυχική υγεία, φυσιολογικά, απολαμβάνοντας την ομορφιά της ζωής και αντιμετωπίζοντας τα δυσάρεστα με ολόψυχη πίστη στο Θεό και Πατέρα μας.

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους


Να προσεύχεστε ο ένας για τον άλλον για να θεραπευθείτε



*Σοφά λόγια – λόγια Πνεύματος Αγίου από τους Μεγάλους Αββάδες της Ερήμου.

Έλεγαν για τον αββά Μάρκο τον Αιγύπτιο ότι έμεινε τριάντα χρόνια χωρίς να βγεί απ΄ το κελί του. Ο πρεσβύτερος συνήθιζε να πηγαίνει και να του κάνει την Θεία Λειτουργία.

Ο διάβολος όμως βλέποντας την ενάρετη υπομονή του ανδρός, σοφίστηκε να τον ρίξει στον πειρασμό της κατάκρισης. Έτσι έκανε κάποιον δαιμονισμένο να πάει στον Γέροντα για να του ζητήσει τάχα την προσευχή του.

Αυτός λοιπόν ο δαιμονισμένος πριν από κάθε άλλο λόγο είπε στον Γέροντα: «Ο πρεσβύτερός σου μυρίζει αμαρτία. Μην τον αφήσεις άλλη φορά νά ’ρθει κοντά σου». Και ο θεόπνευστος άνθρωπος του είπε: «Παιδί μου, όλοι τη βρωμιά την πετούν έξω και εσύ μου την έφερες εδώ; Η Γραφή λέει: Μην κρίνετε για να μην κριθείτε (Ματθ. 7,1). Αλλά αν είναι αμαρτωλός ο Κύριος θα τον σώσει. Είναι μάλιστα γραμμένο στην Αγία Γραφή: Να προσεύχεστε ο ένας για τον άλλον για να θεραπευθείτε (Ιακ. 5,16)».Και πάνω στον λόγο αυτό, προσευχήθηκε και έδιωξε τον δαίμονα από τον άνθρωπο και τον έστειλε υγιή.

Όταν λοιπόν ήρθε ο πρεσβύτερος, όπως συνήθιζε, τον υποδέχθηκε ο Γέροντας μετά χαράς. Ο Θεός που γνώριζε την ακακία του Γέροντα, του έδειξε θαυμαστό σημάδι. Όταν ήρθε η ώρα να σταθεί ο πρεσβύτερος μπροστά στην αγία Τράπεζα, όπως ο ίδιος ο Γέροντας το περιέγραψε, «είδα άγγελο Κυρίου να κατεβαίνει από ψηλά και έβαλε το χέρι του στο κεφάλι του κληρικού και έγινε ο κληρικός σαν ένας στύλος φωτιάς. Και εγώ καθώς έμεινα έκπληκτος από το θέαμα, άκουσα μια φωνή να μου λέει: Άνθρωπε γιατί εκπλήττεσαι μ’ αυτό που γίνεται; Εάν ένας επίγειος βασιλιάς δεν θ’ αφήσει τους μεγιστάνες του να στέκονται μπροστά του ρυπαροί, αλλά μόνο αν έχουν επίσημη περιβολή πόσο περισσότερο η θεία δύναμη δεν θα καθαρίσει τους λειτουργούς των αρρήτων μυστηρίων, όταν στέκονται μπροστά στην άφατη δόξα;»

Να προσεύχεστε ο ένας για τον άλλον για να θεραπευθείτε

Έτσι ο γενναίος του Χριστού αθλητής ο Μάρκος ο Αιγύπτιος, αναδείχθηκε μεγάλος και έγινε άξιος του χαρίσματος αυτού, επειδή δεν κατέκρινε τον κληρικό.

*Ρώτησε ένας αδελφός τον αββά Ποιμένα: «Εάν δώ κάποιο σφάλμα του αδελφού μου, είναι καλό να το σκεπάσω;» Κι ο Γέροντας απάντησε:

«Όποια ώρα σκεπάσουμε το σφάλμα του αδελφού μας, σκεπάζει και ο Θεός το δικό μας. Και όποια ώρα θα φανερώσουμε του αδελφού το σφάλμα, θα φανερώσει και ο Θεός το δικό μας».

*Είπε ένας Γέροντας: «Μην κρίνεις τον πόρνο, εάν εσύ είσαι σώφρων. Κι εσύ είσαι παραβάτης του νόμου όπως κι εκείνος. Γιατί Αυτός που είπε να μην πορνεύσεις (Ματθ. 5,27), είπε και να μην κρίνεις (Ματθ. 7,1)».

Μέγα Γεροντικό

Τους λογισμούς της απελπισίας

Ενας αδελφός ρώτησε τον γέροντα: Πάτερ, τι εννοεί ο προφήτης λέγοντας, «ούκ έστι σωτηρία αυτώ έν τώ Θεώ αυτού;» (Ψαλμ. 3:3). 
- Εννοεί τους λογισμούς της απελπισίας, είπε ο γέροντας, πού υποβάλλουν οι δαίμονες σ΄ όποιον αμάρτησε. Του λένε, δηλαδή, ότι ο Θεός δεν πρόκειται πιά να τον σώσει, και έτσι προσπαθούν να τον γκρεμίσουν στα βάραθρα της απογνώσεως. 
Τέτοιους λογισμούς όμως πρέπει να τους διώχνει ο άνθρωπος με τα λόγια: «Κύριος καταφυγή μου, ότι αυτός εκσπάσει έκ παγίδος τους πόδας μου» (πρβλ. Έξοδ. 17:15. Ψαλμ. 24:15).

Από το Γεροντικό

Θέλετε να μπειτε στον ουρανό, η πόρτα είναι η ταπείνωση

Έλεγε ο αββάς Ιωάννης: 
-Η πόρτα του ουρανού είναι η ταπείνωση. 
Και οι Πατέρες μας, περνώντας με χαρά μέσα από πολλές καταφρονήσεις, μπήκαν στην πόλη του Θεού». 
Είπε επίσης: 
-Η ταπεινοφροσύνη και ο φόβος του Θεού είναι πάνω απ΄ όλες τις αρετές. 
Ρώτησε κάποια φορά: 
-Ποιος πούλησε τον Ιωσήφ; 
-Οι αδελφοί του, αποκρίθηκε ένας αδελφός. 
-Όχι του λέει ο Γέροντας, «η ταπείνωσή του τον πούλησε, γιατί μπορούσε να πεί «είμαι αδελφός τους» και να αντιδράσει, αλλά σώπασε και χάρη στην ταπείνωση πούλησε τον εαυτό του. 
Και η ταπείνωσή του τον κατέστησε άρχοντα στην Αίγυπτο. 



Γεροντικό

Σ΄ έναν αδελφό, πού έπεσε σε αμαρτία...



Σ΄ έναν αδελφό, πού έπεσε σε αμαρτία, φανερώθηκε ο σατανάς και του λέει: 
Δεν είσαι χριστιανός! 
Μα ο αδερφός του αποκρίθηκε: 
- Ό,τι και να΄ μαι, τώρα σε αφήνω και φεύγω! 
- Σου το λέω, θα πάς στην κόλαση! Επέμεινε ο σατανάς. 
- Δεν είσαι σύ ο κριτής μου ούτε ο Θεός μου! του λέει ο αδελφός. 
Έτσι, καθώς δεν κατόρθωνε τίποτα ο σατανάς, σηκώθηκε κι έφυγε. Ο αδελφός, πάλι, μετανόησε ειλικρινά ενώπιον του Θεού και έγινε αγωνιστής.

Γεροντικό

«Προφητείες Αββά Ισχυρίωνα περί έσχατης γενεάς»

Κάποτε, τον 4ο αιώνα, όταν ρωτήθηκαν κάποιοι μοναχοί για το πως θα ζουν και θα είναι οι Μοναχοί και Κληρικοί τις επόμενες γενεές, και τα έσχατα χρόνια, οΑββάς Ισχυρίων είπε τα εξής σημαντικά:
«Οι Άγιοι Πατέρες της σκήτεως προφήτευσαν περί της εσχάτης γενεάς: «Πως ζούμε και τι πνευματική εργασία κάνουμε άραγε εμείς σήμερα», λέγει κάποιος από τους πατέρες της σκήτης. Και απαντάει ένας από αυτούς που λεγόταν Αββάς Ισχυρίων και ήταν πολύ ενάρετος και μεγάλος πνευματικά σε σχέση με όλους τους άλλους.

«Εμείς προσπαθήσαμε, αγωνιστήκαμε και τηρήσαμε τις εντολές του Θεού».
Και λένε κάποιοι. «Αλήθεια μετά από εμάς τι θα πράξουν και πως θα ζουν οι επόμενοι;»
Και απήντησε ο Αββάς Ισχυρίων:
«Αυτοί πρόκειται να εργασθούν και να φθάσουν στα μισά απ’ ότι μπορέσαμε και φθάσαμε εμείς».
Και ερώτησαν πάλι. «Και μετά απ’ αυτούς οι μετέπειτα τι θα κάνουν;»
Και απήντησε:
«Εκείνοι δεν πρόκειται να έχουν κανένα πνευματικό έργο και καμία ουσιαστική αρετή. Πρόκειται δε να τους έλθει πολύ μεγάλος πειρασμός και όσοι μπορέσουν να αντέξουν και να τον υπομείνουν μέχρι τέλους, θα φανούν ανώτεροι από όλους ημάς και τους αγίους μας».

(Αββάς Ισχυρίων, Γεροντικών)


Ακολουθεί η πολύ καλή ανάλυση του Π. Αθανασίου Μυτιληναίου για αυτά που είχε πει ο Αββάς Ισχυρίων.




Γιατί οι ευσεβείς και οι φτωχοί αδικούνται;



Κάποτε ένας άγιος γέροντας προσευχόταν στο Θεό να του αποκαλύψει το μυστήριο, γιατί άνθρωποι δίκαιοι και ευσεβείς είναι φτωχοί και δυστυχούν και αδικούνται, ενώ πολλοί άδικοι και αμαρτωλοί είναι πλούσιοι και αναπαύονται, και πως ερμηνεύονται οι κρίσεις του Θεού. Ο Θεός θέλοντας να τον πληροφορήσει, του έβαλε στην καρδιά λογισμό να κατεβεί στον κόσμο. Περπατώντας λοιπόν ο Γέροντας, βρέθηκε σ’ ένα δρόμο πλατύ, όπου περνούσαν πολλοί... Εκεί υπήρχε ένα λιβάδι και μια βρύση με καθαρό νερό. Ο αββάς, κρύφτηκε στην κουφάλα ενός δένδρου και σε λίγο, να που περνά ένας άνθρωπος πλούσιος, που ξεπέζεψε και κάθισε να φάει. Εκεί που αναπαυόταν, βγάζει ένα πουγκί με εκατό φλουριά, για να τα μετρήσει.. Αφού τα μέτρησε, νόμισε πως τα έβαλε πάλι μέσα στο ρούχο του, εκείνα όμως έπεσαν κάτω στη γη. Σηκώθηκε λοιπόν και καβαλίκεψε το άλογο του, αφήνοντας εκεί τα φλουριά. Έπειτα πέρασε από εκεί άλλος οδοιπόρος, για να πιεί νερό. Βρίσκει τα φλουριά, τα παίρνει και φεύγει γρήγορα. Κατόπιν ήλθε άλλος φτωχός πεζοδρόμος, φορτωμένος και κουρασμένος, και κάθισε κι αυτός να αναπαυτεί. Ενώ έβγαζε ένα παξιμάδι για να φάει, έρχεται και ο πλούσιος και πέφτει πάνω στο φτωχό κα του λέει με θυμό: « Γρήγορα, δος μου τα φλουριά που βρήκες». Ο φτωχός με όρκους μεγάλους έλεγε πως δεν είδε τέτοιο πράγμα. Τότε ο πλούσιος άρχισε να τον δέρνειμε τη βίτσα του λουριού του αλόγου του και με ένα χτύπημα τον σκότωσε. Και άρχισε να ψάχνει όλα τα ρούχα και τα πράγματα του φτωχού, και επειδή δε βρήκε τίποτε έφυγε πολύ λυπημένος. Ο αββάς βλέποντας όλα αυτά έκλαιγε και σπαρασσόταν η καρδιά του για τον άδικο φόνο και παρακαλώντας τον Κύριο έλεγε: «Κύριε, ποια είναι η βουλή Σου και πως υπομένει αυτά η αγαθότητα Σου; Τότε παρουσιάσθηκε Άγγελος και του είπε: μη λυπάσαι, Γέροντα, διότι όλα με το θολή του Θεού γίνονται, αλλά κατά παραχώρηση, άλλα για παίδευση και άλλα για οικονομία. Μάθε, λοιπόν, ότι αυτός που έχασε τα φλουριά είναι γείτονας εκείνου που τα βρήκε. Ο δεύτερος είχε περιβόλι αξίας εκατό φλουριών, αυτό δε ο πλούσιος ως πλεονέκτης που ήταν, το πήρε δικαστικώς μόνο για πενήντα φλουριά. Κι επειδή παρακαλούσε ο φτωχός περιβολάρης το Θεό να κάνει εκδίκηση, οικονόμησε ο Θεός έτσι και τα έδωσε διπλά αντί πενήντα φλουριά, εκατό. Εκείνος δε ο άνθρωπος που φονεύτηκε άδικα, είχε κάνει φόνο, επειδή, όμως, είχε έργα χριστιανικά και θεάρεστα, θέλοντας ο Θεός να τον σώσει και να τον καθαρίσει από την αμαρτία του φόνου, οικονόμησε να σκοτωθεί άδικα, για να σωθεί η ψυχή του. Αυτός δε, ο πλεονέκτης, που έκανε το φόνο, έμελλε να κολασθεί από την πλεονεξία του, γι αυτό τον άφησε ο Θεός να πέσει στο αμάρτημα του φόνου, για να πονέσει η ψυχή του και να ζητήσει μετάνοια. Και να τώρα, αφήνει τον κόσμο και πάει να γίνει μοναχός. Λοιπόν πήγαινε τώρα στο κελί σου και μην πολυεξετάζεις τις κρίσεις του Θεού, διότι είναι ανεξερεύνητες, και ανεξιχνίαστη η προνοητική των πάντων του Θεού διακυβέρνηση, και δεν φθάνει ο νους και η δύναμη της γνώσεως του ανθρώπου να κατανοήσει τα θεία μυστήρια. Γι αυτό κάθε άνθρωπος πρέπει να λέει: «δίκαιος ει, Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις Σου» και από την απόλυτη πίστη του θα σωθεί, καθώς λέγει η Γραφή: «ο δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται». Αφού άκουσε αυτά από τον άγγελο ο Αββάς, δόξαζε το Θεό. 

Από το Γεροντικό 

Αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει και μετανοήσει, τον συγχωρεί ο Θεός



Κάποιος ρώτησε πάλι τον αββά Ποιμένα:
– Αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει και μετανοήσει, τον συγχωρεί ο Θεός; Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
– Ο Θεός έδωσε εντολή στους ανθρώπους αυτό να κάνουν. Δεν θα το κάνει λοιπόν, πολύ περισσότερο ο Ίδιος;
Γιατί πρόσταξε τον Πέτρο να συγχωρεί «έως έβδομηκοντάκις επτά» (Ματθ. 18:22) όσους αμάρτησαν και μετανόησαν.
Άλλος πάλι ρώτησε τον ίδιο γέροντα: Τι είναι μετάνοια για την αμαρτία; Και είπε ο γέροντας:
– Το να μην την ξανακάνεις πια. Γι’ αυτό, άλλωστε, ονομάστηκαν άμωμοι οι δίκαιοι, γιατί έπαψαν ν’ αμαρτάνουν και έγιναν δίκαιοι.

Γεροντικό
Αββά Ποιμήν

Γεροντική διδαχή: "Εάν κατακρίνεις η Χάρις του Θεού σε εγκαταλείπει"



Ήταν κάποιος Γέροντας που έτρωγε καθημερινά τρία παξιμάδια. Τον επισκέφθηκε κάποιος αδελφός και όταν κάθησαν να φάνε, έβαλε και για τον αδελφό τρία παξιμάδια. Είδε κατόπιν ο Γέροντας ότι ο αδελφός είχε ανάγκη να φάει περισσότερο και τού ’φερε άλλα τρία.
Αφού χόρτασαν και σηκώθηκαν, κατέκρινε ο Γέροντας τον αδελφό και του είπε: «Δεν πρέπει, αδελφέ, να υπηρετούμε τη σάρκα μας». Ο αδελφός έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και έφυγε...
Την επόμενη ημέρα όταν έφθασε η ώρα για φαγητό, έβαλε ο Γέροντας τα τρία παξιμάδια για τον εαυτό του. Αλλά αφού τα έφαγε, αισθάνθηκε πάλι να πεινά αλλά συγκρατήθηκε. Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο έπαθε και άρχισε να αισθάνεται εξάντληση. Κατάλαβε τότε ο Γέροντας ότι τον εγκατέλειψε ο Θεός και ρίχνοντας τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, άρχισε να παρακαλεί μετά δακρύων για την εγκατάλειψη που του έγινε.
Και βλέπει έναν άγγελο που του είπε: «Αυτό σου συνέβη, επειδή κατέκρινες τον αδελφό. Να ξέρεις λοιπόν ότι αυτός που μπορεί να εγκρατεύεται ή να κάνει κάποιο άλλο καλό, δεν το κάνει με δική του δύναμη, αλλά η αγαθότητα του Θεού είναι που ενισχύει τον άνθρωπο».

«ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΕ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΩΤΗΡΙΑ»…



Κάποιος νέος, μας διηγείται ο Αββάς Ιωάννης του Λύκου, παρασυρμένος απ΄ του κόσμου τις ηδονές, είχε βυθιστεί στη λάσπη της ασωτίας Κάποτε όμως συνήλθε, σαν το άσωτο, κι εζήτησε το δρόμο του γυρισμού στο σπίτι του Πατέρα. Άφησε τον κόσμο, για να βρει στην έρημο τον λυτρωμό, μακριά από τις αφορμές της αμαρτίας. Καταφύγιό του έκανε ένα παμπάλαιο μνήμα. Κλεισμένος θεληματικά σ΄ αυτή τη πρωτότυπη φυλακή, έκλαιε πικρά τη τραυματισμένη ψυχή του.
Οι Άγγελοι εχαίρονταν, αλλά τα πνεύματα της πονηρίας, που είδαν να φεύγει τόσο απροσδόκητα η λεία από τα χέρια τους, δεν άργησαν να κάνουν έφοδο. Τριγύριζαν τη νύκτα το μνήμα κι έλεγαν οργισμένα :
- Πού είσαι άθλιε ; Γιατί μας απαρνήθηκες ύστερα από τόση φιλία ; Αφού τα γεύτηκες όλα κατά κόρον, αποφάσισες να γίνεις άγιος. Πολύ αργά τώρα να παριστάνεις τον σώφρονα, ελπίζοντας για έλεος.
- Έλα, έξω ανόητε, του φώναζαν άλλοι. Σε περιμένει η συντροφιά σου.
- Δυστυχισμένε, του ψιθύριζαν οι πονηρότεροι, για σένα δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτού που τρύπωσες, γρήγορα θα βρεις το θάνατο και την αιώνια καταδίκη.
Με τόση κακία πάσχιζαν να τον φέρουν σε απελπισία ! Μα ο γενναίος αγωνιστής ήταν πια αποφασισμένος να πεθάνει καλύτερα, παρά να γυρίσει στα ίδια. Ζήτησε με θερμή ικεσία τη Θεία βοήθεια, περιφρονώντας τη δαιμονική φαντασία.
Την άλλη βραδιά ο διάβολος έγινε πιο απειλητικός :
- Αν δεν βγεις αμέσως έξω, δεν γλυτώνεις από τα χέρια μου. Κι επειδή φυσικά εκείνος δεν τον άκουσε, του επιτέθηκε και τον άφησε σχεδόν νεκρό από χτυπήματα. Έτσι εκδικήθηκε.
Οι συγγενείς του πάλι, ανήσυχοι για την ξαφνική του εξαφάνιση, τον αναζήτησαν παντού. Τέλος τον ανακάλυψαν σε κακή κατάσταση μέσα στο μνήμα. Μα όσο κι αν επέμεναν, στάθηκε αδύνατο να τον πείσουν να τους ακολουθήσει.
Ακόμη μια νύκτα του επιτέθηκαν οι δαίμονες με ασυγκράτητη μανία και θα τον εθανάτωναν με τους άγριους δαρμούς, αλλά δεν είχαν εξουσία. Ο αθλητής δεν κλονίστηκε. Προτίμησε να χάσει τη πρόσκαιρη ζωή, παρά να μολύνει, ύστερα από τη μετάνοια, το σώμα και την ψυχή του πάλι με το μικρόβιο της αμαρτίας.
Τότε τα δαιμόνια αναγνώρισαν την ήττα τους.
- Νικηθήκαμε, νικηθήκαμε, φώναζαν θρηνώντας κι εξαφανίστηκαν και ούτε τόλμησαν πια να τον πειράξουν.
Ελευθερωμένος έτσι από κάθε δοκιμασία, έμεινε στο μνήμα του ως το τέλος της ζωής του ο πρώην άσωτος, και αξιώθηκε να κάνει θαύματα, για να φανεί η δύναμις της μετάνοιας.


ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, 
ΣΤΑΛΑΓΜΑΤΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ, 
εκδ. «ΛΥΔΙΑ», 
Θεσσαλονίκη 1987, 
σ. 128 κ.ε.

«ΜΑΚΑΡΙΖΕ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΝ ΔΙΑΡΚΩΣ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΤΟΥΣ… ΚΑΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΚΑΛΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ»



Ένας αρχάριος Μοναχός ρώτησε κάποιον Γέροντα πώς σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν τα ουράνια μυστήρια.

- Μη μακαρίζεις μόνο αυτούς παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.

Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο αδερφός, είδα ένα Μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.

- Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να βγάζω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο το Θεό να μη γίνω ο ίδιος περίγελως του σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από τις πονηρές σκέψεις. Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει τη ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρας μας.


ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, ΣΤΑΛΑΓΜΑΤΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ, 
εκδ. «ΛΥΔΙΑ», Θεσσαλονίκη 1987, σ. 221 κ.ε.

«ΟΣΟ ΑΠΕΧΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ, ΤΟΣΗ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΠΙΑΝΕΙ Η ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΗ ΦΩΤΙΑ» - ΤΑ ΑΙΩΝΙΑ ΔΕΙΝΑ


Εξωνάρθηκας Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας - Άγιον Όρος. 

Ενώ περπατούσε κάποτε, φιλοσοφώντας, πολύ βαθιά στην έρημο, ο Μέγας Μακάριος, βρήκε παραπεταμένο ένα ανθρώπινο κρανίο. Το σάλεψε με το ραβδί του και σαν να ήταν ζωντανό το ρώτησε :
- Ποιός είσαι ;
- Ιερεύς της Ίσιδος, αποκρίθηκε εκείνο σαν να το βίαζε μυστηριώδης δύναμη να μιλήσει. Εσύ είσαι ο Μακάριος. Δεν είναι έτσι ; Άκουσε λοιπόν : Κάθε φορά που νιώθεις συμπάθεια για τους κολασμένους και προσεύχεσαι γι΄ αυτούς, παίρνουν λίγο άνεση.

Ο Όσιος βρήκε την ευκαιρία να ρωτήσει να ρωτήσει για τις τιμωρίες του άδου και για την άνεση που μπορεί να δοθεί στους δυστυχισμένους φυλακισμένους του.

- Όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, εξήγησε το κρανίο, τόση απόσταση πιάνει η βασανιστική φωτιά. Εμείς βρισκόμαστε στη μέση και είναι αδύνατο να ιδούμε ο ένας τον άλλον στο πρόσωπο, γιατί έχουμε στραμμένα τα νώτα. Αλλ΄ όταν κάποιος ευσεβής στη γη προσεύχεται για μας, τότε γυρίζουμε και, βλέποντας ο ένας τον άλλον, παίρνομε μικρή παρηγοριά.

- Καταραμένη η ώρα, που γεννήθηκε στον κόσμο ο άθλιος αμαρτωλός. Καλύτερα να μην είχε γεννηθεί, όπως είπε ο Χριστός για τον Ιούδα, αναστέναξε πάλι ο Όσιος.

Ύστερα ρώτησε πάλι το κρανίο :
- Υπάρχουν και μεγαλύτερα βασανιστήρια ;
- Ω, βέβαια. Κάτω από μας.
- Ποιοί πάνε εκεί ;
- Εμείς, που δεν γνωρίσαμε ποτέ τον αληθινό Θεό, είπε ο απόκοσμος συνομιλητής, βρίσκομε κάποιο έλεος. Εκείνοι όμως που Τον γνώρισαν, αλλά με τα έργα Τον αρνούνται, βασανίζονται ανελέητα.

Όταν πήρε τις πληροφορίες, που παραχώρησε ο Θεός, έθαψε το κρανίο ο Όσιος και συνέχισε το δρόμο του, θρηνώντας τους αμετανόητους αμαρτωλούς και μάλιστα τους χριστιανούς.



ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, 
ΣΤΑΛΑΓΜΑΤΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ, 
εκδ. «ΛΥΔΙΑ», 
Θεσσαλονίκη 1987, σ. 165 κ.ε

Η ταπείνωση του επισκόπου !!!

Κάποτε ένα Επίσκοπος έπεσε σε μια μεγάλη αμαρτία. Την άλλη μέρα ήταν γιορτή. Επρόκειτο να λειτουργήσει σε μια Εκκλησία που πανηγύριζε και θα συγκεντρωνόταν ολόκληρη η πόλη...Μόλις μπήκε στην εκκλησία ο Επίσκοπος, ανέβηκε στον άμβωνα, φανέρωσε μπροστά στο πλήθος την αμαρτία του, έβγαλε το ωμόφορό του, το σύμβολο της αρχιεροσύνης, το έδωσε στον Διάκονό του, και είπε με πολλή συντριβή, δυνατά, για να ακουστεί απ’ όλους:

- Ύστερα από μια τέτοια αμαρτία, δεν μπορώ να είμαι Επίσκοπός σας. Διαλέξτε κάποιον άλλον να σας ποιμαίνει, να σας λειτουργεί, να σας εξομολογεί.
Και έκανε να κατέβει από τον άμβωνα, για να φύγει. Ο κόσμος όμως που τον αγαπούσε, τον εμπόδισε.

- Μείνε στη θέση σου κι ας είναι επάνω μας η αμαρτία σου, του φώναξαν όλοι με μια φωνή. Εμείς εσένα θέλουμε για πατέρα και Επίσκοπό μας.
Συγκινημένος τότε ο Επίσκοπος από την αγάπη του λαού, ανέβηκε πάλι επάνω στον άμβωνα και φώναξε:

- Αν θέλετε να μείνω στη θέση που ανάξια κατέχω, θα κάνετε ό,τι σας πω.

- Θα κάνουμε ό,τι μας πεις, συμφώνησαν όλοι μαζί. Αρκεί μονάχα να μείνεις.

- Κλείστε όλες τις πόρτες και αφήστε το παραπόρτι ανοικτό. Θα πάω και θα πέσω μπρούμυτα μπροστά σ’ αυτό παραπόρτι. Θα βγείτε όλοι και περνώντας θα πατάτε επάνω μου, λέγοντας: «Ο Θεός να σε συγχωρέσει». Τότε θα μείνω.

Οι Χριστιανοί, για να μη χάσουν τον Επίσκοπό τους, υπάκουσαν. Ένας-ένας που έβγαινε πατούσε επάνω του. Όταν πέρασε και ο τελευταίος, ακούστηκε φωνή από τον Ουρανό να λεει:

- Για την πολλή του μετάνοια και ταπείνωση, συγχωρέθηκε η αμαρτία του.

Από το Γεροντικό

Όλα τα αντίθετα, αν θέλουμε, γίνονται για εμάς κέρδη



Η αμμά Θεοδώρα ρώτησε τον πάπα Θεόφιλο τι σημαίνει ο λόγος του αποστόλου Παύλου «τον καιρόν εξαγοραζόμενοι». Αυτός της απάντησε: 
«Η φράση δείχνει το κέρδος. Ας πούμε, ήρθε η στιγμή που σε προσβάλλουν; Εσύ με την ταπεινοφροσύνη και τη μακροθυμία αξιοποίησε την ευκαιρία της προσβολής και βγάλε κέρδος. Ήρθε η στιγμή που σε εξευτελίζουν; Εκμεταλλεύσου την ευκαιρία με την ανεξικακία και κέρδισε. Και όλα τα αντίθετα, αν θέλουμε, γίνονται για εμάς κέρδη».
Είπε η αμμά Θεοδώρα: «Αγωνιστείτε να μπείτε από τη στενή πύλη. Τα δέντρα, αν δεν περάσουν κακοκαιρίες και βροχές, δεν μπορούν να καρποφορήσουν. Έτσι και για εμάς, η ζωή αυτή είναι περίοδος κακοκαιρίας, και αν δεν περάσουμε μέσα από πολλές δυσκολίες και πειρασμούς, δεν θα μπορέσουμε να γίνουμε κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών».

Από το Γεροντικό

xristianos.gr

Η μετάνοια και η εξομολόγηση...



Κάποια στιγμή στον ουρανό ζήτησε ο Θεός από τους αγγέλους να του φέρουν τα πιο πολύτιμα πράγματα, που υπάρχουν στη γη.

Οι άγγελοι ξεκίνησαν και έψαξαν ολόκληρη τη γη. Πολλοί ομολογουμένως έφεραν πολλά ωραία και πολύτιμα πράγματα. Ξεχώρισαν όμως τρείς.

Ο ένας έφερε και απέθεσε στον θρόνο του Θεού ένα ωραιότατο μαργαριτάρι. Ήταν μια σταγόνα ιδρώτα. Είχε πέσει από το μέτωπο κάποιου που τίμια προσπαθούσε να ζήσει την οικογένειά του.
-Ωραίο το εύρημα σου, είπε ο Θεός, αλλά υπάρχει και πιο ωραίο από αυτό.

Ήρθε τότε δεύτερος άγγελος. Αυτός απέθεσε με σεβασμό μπροστά στον Θεό ένα κατακόκκινο ρουμπίνι. Ήταν μια σταγόνα αίματος ενός ήρωα, που είχε πέσει στο πεδίο της τιμής. Οι άγγελοι έμειναν εκστατικοί. Ασφαλώς αυτός θα κέρδιζε το βραβείο.

-Υπάρχει κάτι πιο πολύτιμο ακόμη, είπε ο Θεός.

Τότε όλοι στράφηκαν προς το μέρος του τρίτου αγγέλου, που εκείνη την ώρα ερχόταν και με πολλή ευλάβεια άφησε να κυλίσει στον θρόνο του Θεού ένα αστραφτερό διαμάντι, που όμοιο μ 'αυτό ποτέ δεν είχαν δει. Ήταν ένα δάκρυ κάποιου αμαρτωλού, που γονατιστός ομολογούσε τις αμαρτίες του μπροστά στον πνευματικό.

-Αυτό είναι το πιο πολύτιμο πράγμα, είπε τότε ο Θεός και το βραβείο δόθηκε στον τελευταίο άγγελο. Αλήθεια, πόσο αξίζει η μετάνοια και η εξομολόγηση.

Αυτό το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος, που λέγει «Λέγω ύμίν ότι ούτω χαρά έσται έν τω ούρανω έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι... ούτω, λέγω υμίν, χαρά γίνεται ενώ­πιον των αγγέλων του Θεού έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκά ιε' 7, 10).

Από το γεροντικό

xristianos.gr

Μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο Ιησούς, περιτριγυρισμένος από φως ουράνιο. Πήγε κοντά του με καλοσύνη:



Κάποιος νέος παραστράτησε, μα τόσο μετανόησε, όταν η Θεία Χάρη τον επισκέφτηκε από ένα κήρυγμα που άκουσε, που άφησε τον κόσμο κι έγινε καλόγερος. Έφτιαξε μια καλύβα στην έρημο κι έκλαιγε κάθε μέρα με πολύ πόνο τις αμαρτίες του. Με τίποτα δεν μπορούσε να παρηγορηθεί.

Μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο Ιησούς, περιτριγυρισμένος από φως ουράνιο. Πήγε κοντά του με καλοσύνη:

- Τι έχεις, άνθρωπε και κλαις, με τόσο πόνο; τον ρώτησε με τη γλυκιά φωνή Του.

- Κλαίω, Κύριε, γιατί έπεσα, είπε με απελπισία ο αμαρτωλός.

- Ω, τότε σήκω.

- Δεν μπορώ μόνος, Κύριε.

Άπλωσε τότε το Θεϊκό Του χέρι ο Κύριος της αγάπης και τον βοήθησε να σηκωθεί. Εκείνος όμως δε σταμάτησε να κλαίει.

- Τώρα γιατί κλαις;

- Πονώ, Χριστέ μου, γιατί σε λύπησα. Ξόδεψα τον πλούτο των χαρισμάτων Σου σε ασωτίες.

Έβαλε τότε με στοργή το χέρι Του ο Φιλάνθρωπος Δεσπότης στο κεφάλι του πονεμένου αμαρτωλού και του είπε με ιλαρότητα:

- Αφού για μένα πονάς τόσο πολύ, εγώ έπαυσα πια να λυπάμαι για τα περασμένα.

Ο νέος σήκωσε το βλέμμα του να ευχαριστήσει το Σωτήρα του, μα Εκείνος δεν ήταν πια εκεί. Στη θέση που πατούσε είχε σχηματισθεί ένας πελώριος ολόφωτος σταυρός. Λυτρωμένος πια από το βάρος της αμαρτίας, έπεσε και τον προσκύνησε.
Μ’ ευγνωμοσύνη στην ψυχή, ύστερα από το όραμα εκείνο, κατέβηκε πάλι στην πολιτεία ο νέος για να γίνει πια θερμός κήρυκας της μετανοίας και να οδηγήσει στο Χριστό πολλούς άλλους παραστρατημένους.

Από το Γεροντικό

http://www.xfd.gr

Ἐξομολόγησις



Μέ τίποτε ἄλλο δέ χαίρεται τόσο ὁ διάβολος, ὅσο μέ τό μοναχό πού κρύβει στήν ἐξομολόγησι τούς λογισμούς του, ἔλεγε κάποιος Γέροντας

Ἄν ἐνοχλῆσαι ἀπό πονηρούς λογισμούς, συμβουλεύει ἄλλος Πατήρ, φανέρωσέ τους στήν ἐξομολόγησι, γιά ν᾿ ἀπαλαγῆς γρήγορα ἀπ᾿ αὐτούς. Ὅπως τό φίδι ἐξαφανίζεται, μόλις βγῆ ἀπό τή φωλιά του, ἔτσι χάνεται κι᾿ ὁ κακός λογισμός μόλις ἐξαγορευθῆ.
Ἕνας ἀδελφός πειραζόταν ἀπό σαρκική ἐπιθυμία. Πολλά χρόνια κοπίαζε μόνος του, ἀλλά δέν ἔβλεπε ὠφέλεια στόν ἑαυτό του. Γιά νά νικήση τέλος τό πάθος του, στάθηκε μιά Κυριακή στή μέση τῆς ἐκκλησίας, ὕστερα ἀπό τή Λειτουργία, καί εἶπε δυνατά, γιά ν᾿ ἀκουστῆ ἀπό ὅλους τούς μοναχούς:
-- Προσευχηθῆτε γιά μένα, ἀδελφοί, νά μ᾿ ἐλεήση ὁ Θεός, γιατί δεκατέσσερα ὁλόκληρα χρόνια ἔχω πόλεμο στή σάρκα. 
Λέγοντας αὐτά, αἰσθάνθηκε ἀμέσως νά ἐλευθερώνεται ἀπό τό πάθος. Ὅ,τι δέν ἔκανε χρόνων κόπος καί ἄσκησις, τό κατώρθωσε σέ μιά στιγμή ἡ ἐξομολόγησις.
3. Ὅταν ἤμουν νέος, διηγεῖτο μιά μέρα στούς μαθητάς του ἕνας ἀπό τούς μεγάλους Πατέρες τῆς ἐρήμου, πολεμήθηκα ἀπό κάποιο πάθος ψυχικό. Ἄκουγα συχνά τούς ἀδελφούς νά λένε, πώς ὁ Ἀββᾶς Ζήνων ἦταν καλός Πνευματικός καί ὠφελοῦσε πολύ μέ τίς συμβουλές του ὅσους ἐξωμολογοῦντο σ᾿ αὐτόν. Σκέφτηκα πολλές φορές νά πάω κι᾿ ἐγώ νά ἐξομολογηθῶ τό πάθος μου, ἀλλά μέ ἐμπόδιζε ἡ ντροπή.
-- Ξέρεις τί πρέπει νά κάνης, μοῦ ἔλεγε ὁ λογισμός μου. Γιατί λοιπόν νά φανερώνης καί σέ ἄλλους τά κρυφά σου;
Ἄλλοτε πάλι, πού ξεκινοῦσα μέ τήν ἀπόφασι νά ἐξομολογηθῶ, ἔνιωθα ἀνακούφισι ἀπό τόν πόλεμο, - τέχνασμα κι᾿ αὐτό τοῦ διαβόλου γιά νά μ᾿ ἐμποδίση ἀπό τή μοναδική γιατρειά. Εἶχα πάει πολλές φορές ὥς τό κελλί τοῦ Γέροντα, μά πάντα γύριζα πίσω ἄπρακτος. Ἐκεῖνος μέ καταλάβαινε, ἀλλά περίμενε νά ταπεινωθῶ καί νά ὁμολογήσω μόνος τό πάθος μου. Ἴσως νά μοῦ ἔκανε καί πολλή προσευχή, γιατί μιά μέρα πού πολεμήθηκα πολύ, εἶπα στόν ἑαυτό μου:
-- Ἔχεις, ταλαίπωρε, κοντά σου τό γιατρό καί μένεις ἀκόμη ἀγιάτρευτος, ἐνῶ τόσοι καί τόσοι ἔρχονται ἀπό μακριά καί ὠφελοῦνται.Ἔτσι λύγισε ἡ καρδιά μου καί ξεκίνησα μέ τήν ἀπόφασι νά ἐξομολογηθῶ χωρίς ἀναβολή. Ἀπό τό δρόμο ὅμως ἄρχισαν πάλι οἱ δισταγμοί.
-- Ἄν βρῶ μόνο του τόν Γέροντα, θά εἰπῶ πώς εἶναι θέλημα Θεοῦ νά ἐξομολογηθῶ καί θά τά φανερώσω ὅλα. Ἄν ὅμως ἔχη ἐπισκέπτας, θά γυρίσω πίσω καί δέ θά ἐξομολογηθῶ ποτέ.
Βρῆκα μόνο του τόν Γέροντα. Μέ ὑποδέχτηκε ὅπως πάντα μέ μεγάλη καλωσύνη. Μ᾿ ἔβαλε νά καθίσω κοντά του καί μοῦ ἔδωσε χρήσιμες συμβουλές. Ἐγώ στό μεταξύ κυριεύτηκα πάλι ἀπό τήν καταραμένη ντροπή. Ἔκλεισα τό στόμα μου καί δέν ἔβγαζα λέξι. Ὅταν ἔπαψε κι᾿ ἐκεῖνος νά μιλᾶ, σηκώθηκα νά φύγω. Σηκώθηκε κι᾿ ἐκεῖνος νά μέ συνοδέψη ὥς τήν πόρτα καί πήγαινε μπροστά. Τόν ἀκολουθοῦσα μέ ἀργό βῆμα, ἤμουν ἀξιοθρήνητος ἀπό τήν πάλη πού γινόταν μέσα μου. Γύρισε μιά στιγμή τό κεφάλι του ὁ Γέροντας καί, βλέποντάς με νά βασανίζωμε ἔτσι, μ᾿ ἐλυπήθηκε. Ἦρθε κοντά μου κι᾿ ἀκουμπῶντας τό εὐλογημένο χέρι του στό στῆθος μου, μοῦ εἶπε μέ συμπάθεια: 
-- Τί ἔχεις, παιδί μου, καί βασανίζεσαι; Φανέρωσε τόν πόνο σου. Ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής εἶμαι κι᾿ ἐγώ.
Νόμιζα τή στιγμή ἐκείνη πώς χώρισε στά δύο ἡ καρδιά μου. Ἔπεσα στά πόδια του καί τά ἔβρεξα μέ τά δάκρυά μου.
-- Ἐλέησέ με, Ἀββᾶ, τοῦ ἔλεγα ἀνάμεσα στά ἀναφιλητά μου.
-- Πές μου, τί ἔχεις; 
-- Δέν καταλαβαίνεις τάχα, Ἀββᾶ, γιατί βασανίζομαι; 
-- Ἐσύ ὁ ἴδιος πρέπει νά τό φανερώσης, γιά νά βρῆς ἀνακούφισι. 
Μέ πολλή συστολή ἐξωμολογήθηκα τό πάθος μου.
-- Γιατί τόσο καιρό δέ μοῦ τό φανέρωσες; μοῦ εἶπε μέ συμπόνια. Δέν εἶναι τρία τώρα χρόνια πού ἔρχεσαι δῶ μ᾿ αὐτούς τούς λογισμούς καί διστάζεις νά τούς ἐξομολογηθῆς;

-- Ναί, Ἀββᾶ, τοῦ εἶπα. Ἀλλά βοήθησέ με, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου.
Μέ σήκωσε ἐπάνω μέ καλωσύνη.
-- Δέν εἶναι τίποτε, μοῦ εἶπε, θά περάση. Μή παραμελῆς τήν προσευχή σου καί μήν ἀφήσης τό λογισμό σου νά κατακρίνη ἄλλον ἄνθρωπο.
Γύρισα στό κελλί μου μ᾿ ἐλαφρωμένη καρδιά. Εἶχα ἀπαλλαχθῆ ἀπό τό πάθος.
4. Σέ πρόσωπο πού ἡ συνείδησί σου δέν σέ πληροφορεῖ, συμβουλεύει ὁ Ἀββᾶς Ποιμήν, μήν ἐμπιστεύεσαι τήν ἐξομολόγησί σου.



Ἀπό τό: "ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ"

Θεοδώρας Χαμπάκη Ἡγουμ. Ι.Μ. Ὁσίου Θεοδοσίου

Ἐκδόσεις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ «ΛΥΔΙΑ»

Η προσευχή απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα...


Πηγαίνοντας μια Κυριακή στην Εκκλησία της σκήτης ο Αββάς Μακάριος, πού είχε χάρισμα από τον Θεό να διακρίνει με τα μάτια της ψυχής, όσα οι άλλοι δεν έβλεπαν με τα σωματικά τους μάτια, είδε την καλύβα κάποιου Μοναχού τριγυρισμένη από πονηρά πνεύματα. Πολλά είχαν τη μορφή παιδιών, πού έκαναν κάθε λογής αταξία. Άλλα έμοιαζαν με άσεμνες γυναίκες. Χόρευαν, πηδούσαν κι έκαναν διάφορα ανόητα καμώματα…
Χωρίς άλλο, συλλογίσθηκε ο Όσιος, έχει κυριευθεί από αμέλεια ο Αδελφός, γι αυτό έχουν τόσο θάρρος μαζί του οι δαίμονες.
Σαν τελείωσε η Λειτουργία, πήγε καί χτύπησε την πόρτα του Μοναχού:
- Ήλθα να σου ζητήσω μια χάρη, του είπε. Μετά χαράς, Αββά, αν περνά από το χέρι μου.
Βρίσκομαι σε μεγάλη στενοχώρια καί θέλω να προσευχηθείς για μένα στον Κύριο να με ανακούφιση.
Απόρησε ο Αδελφός, ακούγοντας τον Γέροντα να μιλά έτσι.
Δεν είμαι άξιος, Αββά, να προσεύχομαι εγώ για, σένα, του είπε συνεσταλμένα.
Δεν φεύγω από δω, επέμενε ο Όσιος, αν δε μου δώσεις υπόσχεση πως θα κάνεις κάθε βράδυ μια προσευχή για μένα.
Έτσι τον ανάγκασε να υποσχεθεί. Το ίδιο βράδυ κιόλας προσευχήθηκε για τον Γέροντα. Ύστερα συλλογίστηκε:
- Παρακάλεσες, ταλαίπωρε, για ένα τέτοιον άγιο και για ιόν εαυτό σου δεν ζήτησες τίποτε.
Πρόσθεσε έτσι άλλη μια προσευχή για τον εαυτό του. Το ίδιο έκανε και το άλλο βράδυ καί το επόμενο. Ώσπου συνήθισε να λέει δυο προσευχές όλη την εβδομάδα.
Την Κυριακή πέρασε πάλι έξω από την καλύβα του ο Όσιος. Οι δαίμονες βρίσκονταν εκεί, αλλά δυσαρεστημένοι. Κατάλαβε αμέσως πως η προσευχή του Αδελφού είχε αρχίσει να ενεργεί αποτελεσματικά. Μπήκε μέσα καί τον παρακάλεσε να προσθέσει άλλη μια προσευχή για χάρη του. Εκείνος δέχθηκε με προθυμία. Κοντά στις δύο προσευχές πού έκανε τώρα για τον Γέροντα, πρόσθεσε δυο ακόμη για τον εαυτό του. Πέρασε άλλη μια εβδομάδα πού ο Αδελφός έλεγε τέσσερες προσευχές.
Όταν πήγε την Κυριακή να τον ιδεί ο Όσιος, βρήκε τους δαίμονες αμίλητους καί σκυθρωπούς. Ευχαρίστησε τον Θεό και παρακάλεσε τον Αδελφό να προσθέσει καί τρίτη προσευχή για χάρη του.
Βλέπω μεγάλη ωφέλεια από τις προσευχές σου, Αδελφέ, του είπε, για να τον ενθαρρύνει.
Τώρα ο πρώην αμελής Μοναχός προσευχόταν το μεγαλύτερο μέρος της νύκτας, γιατί κοντά στις τρεις προσευχές, πού έλεγε για τον Όσιο, πρόσθεσε άλλες τρεις για τον εαυτό του.
Την Κυριακή πηγαίνοντας πάλι στην εκκλησία ο Αββάς Μακάριος, δέχτηκε την επίθεση των πονηρών πνευμάτων. Τον απειλούσαν και τον έβριζαν, γιατί έγινε αφορμή να διορθωθεί ο Μοναχός. Είχαν όμως απομακρυνθεί πολύ από την καλύβα του. Η προσευχή του τα εμπόδιζε να πλησιάσουν.
Ευχαρίστησε με την καρδιά του τον Θεό ο Όσιος για τη μεταβολή του Αδελφού. Ύστερα τον συμβούλευσε να μη παραμελεί ποτέ την προσευχή του, για να μην πέφτει εύκολα στις παγίδες πού στήνει ο διάβολος για να παρασύρει τον άνθρωπο στην απώλεια.

Από το Γεροντικό

http://kotsarikos.com

Λόγος περί μνήμης θανάτου



Ο μοναχός Χρυσόστομος Διονυσιάτης 
έγραφε στο τραπεζάκι του κελλιού του: 

-Μετ’ ολίγον αποθνήσκω. 

Τι οφείλω να κάνω; 

1)Να φωνάξω τον ηγούμενον να εξομολογηθώ. 
2)Να ζητήσω συγχώρεση απ’ όλους . 
3)Και κατόπιν; 
Κατόπιν να αφήσω τον εαυτό μου εις το έλεος του Θεού. 

απ’το βιβλίο του π.Ιωαννικίου Κοτσώνη ΑΘΩΝΙΚΟΝ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ


http://iliaxtida.wordpress.com