.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξομολόγηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξομολόγηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ταπεινός υπεράνω σκανδαλισμού

Κάποτε ο άρχοντας του τόπου επισκέφθηκε τον αββά Παλλάδιο, γιατί ήθελε να τον δει.
Είχε ακούσει βέβαια τα σχετικά μ' αυτόν. και είχε πάρει μαζί του και έναν στενογράφο, στον οποίο έδωσε την εξής εντολή: «Εγώ τώρα μπαίνω να δω τον αββά, εσύ λοιπόν όσα θα μου πει, να τα γράψεις με ακρίβεια».
Μπαίνει μέσα ο άρχοντας και λέει στον Γέροντα: «Προσευχήσου για μένα, αββά, γιατί έχω πολλές αμαρτίες». «Μόνο ο Ιησούς Χριστός είναι αναμάρτητος» αποκρίνεται ο Γέροντας. Τον ρωτά ο άρχοντας: «Άραγε, αββά, θα τιμωρηθούμε για κάθε αμαρτία;» Κι απαντά ο Γέροντας: «Γράφει στην αγία Γραφή: Εσύ θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του».
«Εξήγησέ μου τον λόγο αυτόν» παρακαλεί ο άρχοντας. «Το νόημά του είναι ολοφάνερο» αποκρίνεται ο Γέροντας, «αλλ' όμως άκουσε και λεπτομερώς. Στενοχώρησες τον πλησίον; Περίμενε από κάποιον να πάθεις το ίδιο.
Άρπαξες από τους κατωτέρους σου, γρονθοκόπησες φτωχό, ήσουν προσωπολήπτης σε δικαστήριο, ντρόπιασες, κακολόγησες, συκοφάντησες, είπες ψέματα εναντίον κάποιου, επιβουλεύθηκες την οικογενειακή τιμή των άλλων, ορκίστηκες ψευδόμενος, μετέθεσες όρια πατρικών χωραφιών, πρόσβαλες κτήματα ορφανών, καταστενοχώρησες χήρες, προτίμησες την εδώ πρόσκαιρη ηδονή από τα μελλοντικά αγαθά; Περίμενε την ανταπόδοση αυτών. Γιατί ό,τι λογής έργα σπείρει ο άνθρωπος, τέτοια και θα θερίσει. Και βέβαια εάν έχεις κάνει και κάποια καλά έργα, να περιμένεις να σου ανταποδοθούν κι αυτά πολλαπλάσια, γιατί "Εσύ (ο Θεός) θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του". Έχοντας στον νου σου, σ' όλη τη διάρκεια της ζωής σου, αυτή την τελική απόφαση, θα μπορέσεις να αποφύγεις τα περισσότερα αμαρτήματα».
«Και τί πρέπει να κάνω, αββά;» ρωτάει ο άρχοντας. «Να συλλογιέσαι -του απαντά ο Γέροντας- τα αιώνια, τα ατελεύτητα, τα συνεχόμενα.... Εκεί είναι χώρα ζώντων που δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν εξαιτίας της αμαρτίας, αλλά ζουν την αληθινή ζωή ενωμένοι με τον Χριστό».
Στέναξε τότε ο άρχοντας και είπε: «Πράγματι, αββά, έτσι είναι όπως τα είπες». και ξεκίνησε να επιστρέψει στο σπίτι του ευχαριστώντας τον Θεό για τη μεγάλη ωφέλεια που πήρε.

Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος θα μας πει: «Με τη μετάνοια γίνεται το πλύσιμο του μολυσμού των αισχρών πράξεων. Μετά δε από αυτήν, ακολουθεί η μετοχή του Αγίου Πνεύματος, όχι απλά, αλλά ανάλογα με την πίστη και την διάθεση και την ταπείνωση εκείνων που μετανοούν από όλη τους την ψυχή...».

«Γι' αυτό ο Θεός, επειδή είναι φιλάνθρωπος και οικτίρμων και επειδή θέλει τη σωτηρία μας, τοποθέτησε ανάμεσα σε μας και σ' Εκείνον την εξομολόγηση και τη μετάνοια και έδωσε την εξουσία σε καθένα που θέλει, να ανακαλέσει τον εαυτόν του από την πτώση του και με αυτήν να ξαναμπεί στην προ της πτώσεως κατάσταση και να αποκτήσει οικειότητα με τον Θεό και να βρεθεί μέσα στη δόξα του και στην παρρησία προς αυτόν. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και να γίνει πάλι κληρονόμος όλων των αγαθών που μας υποσχέθηκε ή και μεγαλυτέρων ακόμα, εάν θελήσει να επιδείξει θερμή μετάνοια. Γιατί, ανάλογα με τη μετάνοια, θα βρει και την ανάλογη παρρησία και οικειότητα προς τον Θεό κάθε άνθρωπος...».

"Για την ΜΕΤΑΝΟΙΑ,
την μοναδική λύση στα αδιέξοδά μας"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Ἐξομολόγηση μέ λεπτομέρειες ἤ ἐξομολόγηση συνοπτικῶς;




Θά πρέπη νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἐξομολόγησις εἶναι ἀνάγκη νά γίνεται ὅσο παίρνει λεπτομερειακῶς, καί ὄχι συνοπτικῶς ὅπως λένε ὁρισμένοι: "Πάτερ μου, ὅ,τι ἁμαρτία ὑπάρχει τήν ἔχω κάνει".
Ὄχι, αὐτή δέν εἶναι ἐξομολόγησις, εἶναι κοροϊδία.
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἐπ' αὐτοῦ λέγει τό ἑξῆς:
"Οὐ γάρ ἀρκεῖ τό εἰπεῖν, ὅτι ἁμαρτωλός εἰμι, ἀλλά δεῖ καί κατ' εἶδος αὐτῶν μεμνῆσθαι".
Δέν ἀρχεῖ νά ὁμολογήσης, λέει, τήν ἁμαρτωλότητά σου, ἀλλά καί τό κάθε ἁμάρτημα χωριστά.


Ἡ ἐξομολόγησις πρέπει νά γίνεται ὅπως ἐξετάζει ὁ γιατρός τόν ἀσθενῆ. Δέν λέει, φερ' εἰπεῖν, ὁ ἄρρωστος στόν γιατρόν, γιατρέ ἔχω ὅλες τίς ἀρρώστειες ἐπάνω μου ἀλλά θά τοῦ πῆ μέ λεπτομέρεια τί ἀσθένεια ἔχει, καί θά τοῦ ἐπιδείξη μάλιστα τά ἀσθενῆ μέλη ὅσο ἀπόκρυφα καί ἄν εἶναι. 

Ἔτσι νά γίνεται καί ἡ ἐξομολόγησις, θά τά λέμε μέ λεπτομέρειες καί τά μικρά καί τά μεγάλα, τά βαρειά καί τά ἐλαφρά, καί τά αἰσχρά καί τά σιχαμένα, ὅ,τι εἶναι θά τά ποῦμε χωρίς ντροπή, χωρίς δειλία, ἀλλοιῶς ὁ Θεός θά τά ἀπαιτήση.


ΛΟΓΟΙ ΨΥΧΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΘΩΜΑ ΤΣΟΝΑΚΑ
Ἐκδόσεις: "ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΙΒΩΤΟΣ"
Ι.Μ. ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΣΣΗΣ ΛΑΚΑΓΑΔΑ 2013

Γέροντας Εφραίμ: Πρέπει να τρέξουμε πριν είναι αργά!

Το εμπόδιο για να φθάσουμε στο εξομολογητήρι, είναι η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Πώς θα πω τα αμαρτήματά μου; Πιάνει τον άνθρωπο μια ντροπή, αλλά την ντροπή αυτή πρέπει να την έχουμε όταν πρόκειται να αμαρτήσουμε.
Τότε θα μας φυλάξη για να μην κάνουμε αμαρτίες.
Όταν όμως πρόκειται να φθάσουμε στην μεγάλη αυτή σωτηρία, πρέπει να τρέξουμε αμέσως.
Όταν αντιληφθούμε ότι έχουμε την αρρώστια του καρκίνου και μάθουμε ότι κάποιος γιατρός είναι στον Βόρειο Πόλο, αμέσως θα δώσουμε τα πάντα, θα εξοικονομήσουμε τα χρειώδη και θα σηκωθούμε να πάμε, να θεραπευθούμε από τη νόσο αυτή του σώματος. Δεν φειδόμεθα μήτε κόπους, μήτε μόχθους, μήτε οικονομικά, μήτε τίποτα. τα αφήνουμε όλα και τρέχουμε. Ταπεινώνεται η ψυχή μας, προκειμένου να γίνουμε καλά.
Όταν έχουμε όμως τον καρκίνο της αμαρτίας και μας απειλεί με θάνατον της ψυχής, πόσο πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, και δουλειά και μεροκάματο και απόσταση και να τρέξουμε!
Να φθάσουμε εκεί, να γονατίσουμε, να αναποθέσουμε την πληγή μας εκεί κάτω, να πάρουμε το φάρμακο, να γίνουμε καλά, κι έτσι να γλυτώσουμε από τον φοβερό θάνατο της ψυχής!
Σαν άνθρωποι που είμεθα, δεν γνωρίζουμε την ώρα που θα έρθη ο Κύριος. Μας το είπε: «Γρηγορείτε, ότι ουκ οίδατε την ημέραν, ουδέ την ώραν, εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ.25.13). Τρέξτε, λέει, μην κάθεστε καθόλου. Δεν γνωρίζετε την στιγμή, που θα αποφασίση ο Κύριος να φύγετε από τον μάταιο αυτό κόσμο.
Δεν έχουμε συλλάβει την έννοια του πράγματος, τόσον της Ιεράς Εξομολογήσεως όσον και της ίδιας μας της ζωής. Πόσον είναι επισφαλής η ζωή μας!


από το βιβλίο: Η τέχνη της Σωτηρίας, τόμος Α'
εκδ.: Ιερά Μονή Φιλοθέου, Άγιον Όρος 2005


http://imverias.blogspot.gr

ΒΟΗΘΗΜΑ ΕΞΟΜΟΛΗΓΗΣΗΣ

ΜΕ ΤΑ 7 ΘΑΝΑΣΙΜΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΤΟΥΣ


Ἀκολουθεῖ τό βοήθημα:





ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ

Εμείς, πλήθη αμαρτιών; Όχι, βέβαια! Οι άλλοι ναι!



Ακούμε αυτά τα λόγια σε κάθε κυριακάτικο όρθρο του Τριωδίου. Για πλήθη αμαρτιών ενός ταλαίπωρου ανθρώπου. Και ο άνθρωπος αυτός είναι ο Άνθρωπος με Α κεφαλαίο, ο κάθε ανεξαιρέτως χριστιανός.
Μας καλεί η Εκκλησία να ατενίσουμε με θάρρος κατάματα τις αστοχίες, τις πληγές, τα δεινά δηλ τις τρομερές αμαρτίες και ελλείψεις πού μας απομακρύνουν από τον Θεό.

Πολύ συχνά ζούμε μια αυτοδικαιωτική σκότιση. Για τον εαυτό μας φανταζόμαστε τα καλύτερα και ιδανικότερα.
" Εμείς, πλήθη αμαρτιών; Όχι, βέβαια! Οι άλλοι ναι!" 
Και ιδίως κάποιος συγκεκριμένος πού έχουμε στο μυαλό μας.
Φοβάσαι να μιλήσεις για μετάνοια, εξομολόγηση, συντριβή στους ανθρώπους. Η πρόσκληση για ανάγκη εξομολόγησης ισοδυναμεί γι αυτούς με μια φρικτή προσβολή κατάκρισης και δικαστηρίου. 
"Εγώ αμαρτωλός; Εγώ δεν έχω κάνει τίποτα. Οι αμαρτίες μου είναι οι κοινές και οι μικρές μικρές. Οι καθημερινές". Βάζουμε διαβάθμιση στην αμαρτία. Η ηθική μας είναι το κριτήριο. Η ηθική του κόσμου επίσης το μέτρο. Και κανείς μας δεν αναλογίζεται πώς σε αυτόν τον ρημαδόκοσμο, αυτό πού αξίζει είναι η συνάντηση μας με τον Θεό και η παραμονή μας στο Σπίτι του.

Γιατί ζει ο άνθρωπος; Για να βουτάει στο εγώ και στην καθημερινότητα του; Μέσα σε ένα επιχρυσωμένο κλουβί σιγουριάς και ασφάλειας; Ψάχνουμε να βρούμε τί στο καλό μας φταίει, τί μας λείπει και δώστου "χαρουποφαγία" μπας και χορτάσουμε. Και η τυφλαμάρα διαιωνίζεται. Και οι αμαρτίες σχοινιά και αλυσίδες και η μετάνοια μαχαίρι και κλειδί. Και όμως μισούμε και φοβόμαστε την μετάνοια. Η μετάνοια είναι για τους άλλους, τους φταίχτες. Όχι για μας. Εμείς είμαστε γιατροί του εαυτού μας και δικαστές όλων των άλλων.

Και ιδού η πληγή μας είναι κραυγή, κραυγή φαρισαϊσμού πού συγκλονίζει τον Θρόνο του Θεού!
Περιφερόμενοι δυστυχείς, αγκαλιάζουμε τα δεσμά μας.
"Μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα"!

π. Παντελεήμων Kρούσκος

Η καλλιέργεια της καρδιάς…



Γνωρίζω καλά, αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, ότι είσθε ένα ακροατήριο που δεν μπαίνει για πρώτη φορά στην Εκκλησία. Έχετε ακούσει πολλά κηρύγματα και διάφορες ομιλίες.
Έχετε πάρει αποφάσεις, έχετε κάνει αγώνες, έχετε νίκες και ήττες.
Τί να πει απόψε ο ομιλητής , που δεν θέλει να σας κουράσει, αλλά και να σας ψευτοπαρηγορήσει; Σκέφθηκα , λοιπόν, αγαπητοί μου, να σας μιλήσω, όπως πάντα από χρόνια συνηθίζω, απλά, για την καλλιέργεια της καρδιάς.
Η πάροδος των χρόνων δυστυχώς μας κάνει πιο οκνηρούς. Υπάρχει σωματική και ψυχική κόπωση και φθορά. Ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα είναι να δει ο άνθρωπος την καρδιά του, να ελέγξει την σκέψη του, να γνωρίσει καλά τον εαυτό του. Μας τρομάζει το εσωτερικό μας κενό. Φοβόμαστε, όπως έχουμε ξαναπεί, την αντιμετώπιση και την κουβέντα με τον εαυτό μας. Δεν μιλάμε για ένα άσκοπο σεριάνι στο παρελθόν , για μία ονειροπόλα οπισθοδρομική διάθεση. Είναι αναγκαία μια εν επιγνώσει ανάκριση του εαυτού μας. Τί έκανε και τί δεν έκανε, γιατί το έκανε και γιατί δεν το έκανε...
Υπάρχουν άνθρωποι, που δεν τους νοιάζει τί έκαναν και τί δεν έκαναν. Πρόκειται για αδιάφορους , χοντρόπετσους, ασυνείδητους και αδαείς. Είναι κι άλλοι ευαίσθητοι, λεπτολόγοι, σχολαστικοί και φοβισμένοι. Ούτε αυτοί είναι σωστοί. Το παρελθόν πέρασε. Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σε αυτό και να το διορθώσουμε. Μπορούμε όμως να ταπεινωνόμαστε για τα τυχόν καλά μας και να μετανοούμε για τα λάθη μας. Πίνοντας οινοπνευματώδη ποτά, παίρνοντας διάφορες ναρκωτικές ουσίες και υπνωτικά δεν διορθώνεται το παρελθόν, δεν απολησμονιέται, ούτε καλλιεργείται η καρδιά.
Ο άνθρωπος που αληθινά μετανοεί δεν έχει συνεχείς τύψεις και φοβερές ενοχές . Η μετάνοια από τη στενοχώρια, τη ντροπή, την ταραχή και τον φόβο σε οδηγεί στην ηρεμία, τη γαλήνη, τη νηφαλιότητα , την κατάνυξη και τη σωφροσύνη. Τα σημάδια από τα θεραπευμένα τραύματα των αμαρτιών θυμίζουν την αποστασία. Γίνονται τα παθήματα μαθήματα διδακτικά. Η – με τη χάρη του Θεού – μεταμέλεια του ανθρώπου τον μεταμορφώνει. Βλέπει τώρα με χαρά ότι είναι άλλος άνθρωπος , νέος άνθρωπος, πέθανε ο παλαιός άνθρωπος της αμαρτίας. Αν ο άνθρωπος νιώσει ότι είναι άλλος άνθρωπος είναι σημαντικό. Σημαίνει ότι βαδίζει καλά την οδό της μετανοίας. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και όχι η λήθη της αμαρτίας οδηγεί στη συγχώρηση και τη θεραπεία της καρδιάς μας.
Για να δοκιμάσουμε την καθαρότητα της καρδιάς μας, ας υποβληθούμε στη δοκιμασία. Αν οι αφορμές, τα αίτια, οι εικόνες , τα πράγματα, οι χώροι της αμαρτίας έρχονταν μπροστά μας τί θα κάναμε; Αν τα συμπαθούσαμε, κουβεντιάζαμε μαζί τους, καθυστερούσαμε, τα προσέχαμε, τα παρατηρούσαμε, τότε κάτι δεν θα πήγαινε καλά. Αν τ’ αποδιώχναμε, τ’ αποστρεφόμαστε και τα μισούσαμε, τότε σίγουρα θα είχαμε μετανοήσει ειλικρινά. Διαφορετικά θα νομίζαμε ότι είμαστε καλά, θα παίζαμε , θα κοροϊδεύαμε τον εαυτό μας και τον Θεό μας.
Μου έλεγε ένας μοναχός προ ετών: «Αισθάνομαι όλη η ζωή μου να είναι μια μπουνιά στο στομάχι του Θεού κι εκείνος να τη χαϊδεύει». Είχε μισήσει κάθε αντίθεη πράξη της ζωής του. Η αμαρτία δεν τον δελέαζε πια. Δεν ήταν αυτός που κάποτε ήταν. Έφθανε, λέει, να μην αναγνωρίζει πλέον τον παλαιό εαυτό του. Λυπόταν για τον χρόνο που έχασε άσκοπα εδώ κι εκεί. Για τις μάταιες καθυστερήσεις , τις περιττές λύπες, το χάσιμο της αθωότητας και της απλότητας. Αισθανόταν ανάξιος να τον αγαπούν , να τον τιμούν και να τον προσέχουν.
Αν γνώριζαν ποιος πραγματικά είμαι, έλεγε, αταπεινόλογα θα με αποστρέφονταν οι πάντες. Δεν νομίζω ότι ήταν φοβερά τα αμαρτήματά του, όμως έτσι αισθανόταν, γιατί ήταν αληθινά μετανοημένος ο μακάριος. Είχε ξεβοτανίσει καλά τον κήπο της καρδιάς του και είχε καλλιεργήσει ευώδη άνθη αρετών.
Κάθε φορά που ξεβοτανίζουμε κι εμείς τον κήπο της καρδιάς μας θα πρέπει να ‘μαστε ιδιαίτερα επιμελείς. Όχι απλά να θυμόμαστε τις αμαρτίες μας , για να τις εξομολογηθούμε τυπικά, αλλά να δούμε αν ακόμη τις αγαπάμε κι εύκολα θα τις ξαναδιαπράτταμε. Αξίζει να δούμε καλά πώς τις αφήσαμε να ριζώσουν και να θεριέψουν.
Λέγοντας αυτά εννοούμε μια βαθιά εσωτερική παρατήρηση. Να βρούμε το αυθεντικό μας πρόσωπο, την πραγματική μας ταυτότητα, τη μη επιζωγραφισμένη εικόνα μας. Να μην προσέχουμε το φαίνεσθαι αλλά το είναι. Δίχως προσωπείο, μάσκα, επιτήδευση, υποκρισία, ψευτοχαμόγελα, ψευτοευγένειες και ψευτοϋποχωρήσεις. Γενναία , ανυπόκριτα, ολοκληρωμένα, ατόφια, ακέραια και ντόμπρα πράγματα. Όχι μισοκακόμοιρα, μεσοβέζικα, πρόχειρα, επιπόλαια και ρηχά. Αξίζει να γνωρισθούμε και να συμφιλιωθούμε με τον πραγματικό εαυτό μας, ώστε αυτόν να μεταμορφώσουμε και όχι την εξωτερική του επιφάνεια , για να κάνουμε τους καλούς και να μας τιμούν…

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης

«ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
παθοκτονία πρόσκληση μετανοίας σε καιρούς κρίσεως»
Εκδόσεις : Εν πλω

Το Χριστιανικό Βίωμα



Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε πως κάθε Κυριακή πρωί συντελείται ένα ταξίδι στην ψυχή του κάθε πιστού. Φθάνοντας κάποιος στην εκκλησία και παρακολουθώντας τον αναστάσιμο-κυριακάτικο όρθρο, ταξιδεύει νοητά στα Ιεροσόλυμα. Βλέπει τον άγγελο καθήμενο στον λίθο του μνήματος, ακούει με τις μυροφόρες το «οὐκ ἔστιν ὧδε ἀλλ’ ἠγέρθη», εισέρχεται στο μνήμα με τον Πέτρο και τον άλλο μαθητή και αντικρίζει το σουδάριο, βγαίνει και κηρύττει «τὸν τῆς ἀναστάσεως λόγο» ότι «ἀνέστη ὁ Κύριος», του εμφανίζεται ο Κύριος στη σύναξη των αποστόλων, και αν απιστήσει, επιβεβαιώνει την πίστη του μαζί με τον Θωμά.

Κάθε Κυριακή πρωί λοιπόν, ο χριστιανός ζει το γεγονός της Ανάστασης και καλείται να καταστεί κήρυκας του Ευαγγελίου, όχι με γνωσιολογικά κριτήρια, αλλά με το προσωπικό χριστιανικό βίωμα. Γίνεται αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας και αναφωνεί με τον «ηγαπημένο μαθητή», «ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν Πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν, ὅ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν ἀπαγγέλομεν ὑμῖν» (Α’ Ιωαν. 1,2-3).

Αυτό είναι ο ορισμός του χριστιανού. Ο χριστιανός για να είναι όντως χριστιανός χρειάζεται το βίωμα, όλη του η ζωή να είναι συνυφασμένη με τη χριστιανική του ιδιότητα. Να μιλά και να καταλαβαίνουν πως είναι χριστιανός, να περπατά και αυτοί που δεν τον γνωρίζουν να λένε, «να ένας χριστιανός»! Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας, κατά τη διάρκεια των διωγμών, τους μάρτυρες τους ρωτούσε ο διοικητής, «πώς σε λένε;», και ο μάρτυρας απαντούσε, «χριστινός είμαι!», ρωτούσε «από πού είσαι;», λάμβανε την ίδια απάντηση, και σε όποια άλλη ερώτηση και αν του γινόταν, εκείνος με γενναίο φρόνημα απαντούσε «χριστιανός είμαι».

Δυστυχώς σήμερα, είμαστε κατ’ επίφαση χριστιανοί, ή στην καλύτερη περίπτωση τα πρώτα δέκα λεπτά που ακολουθούν τον εκκλησιασμό ή την ανάγνωση κάποιου πνευματικού βιβλίου. Το πρόβλημα των ημερών μας εδράζεται στην απουσία του εκκλησιαστικού-χριστιανικού βιώματος. Διότι αν είχαμε αυτό το βίωμα όλα τα καθημερινά, υλικά, ηδονικά πράγματα δεν θα είχαν καμία σημασία και θα μπορούσαμε να ξεστομίσουμε τον μεστό από έμπρακτο χριστιανικό βίωμα Παύλειο λόγο, «ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21).

Για να αποκτήσουμε αυτό το σωτήριο βίωμα είναι ανάγκη να γυρίσουμε, όπως ο άσωτος υιός, στο Θεό Πατέρας μας και την μητέρα μας την αγία Εκκλησία. Να σταματήσει η αποστασία, εξαιτίας της οποίας οδηγηθήκαμε σε αυτήν την κατακρήμνιση της κοινωνίας μας αλλά και της προσωπικής ύπαρξης του καθενός. Ας αφουγκραστούμε τον προφήτη Ησαΐα, ο οποίος ελεγκτικά φωνάζει «οὐαὶ τέκνα ἀποστάται» (Ησ. 30,1), και αμέσως μετά να ακούσουμε «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ» (Ησ. 40,3), τον Πρόδρομο και Βαπτιστή, απ’ τα βάθη της ερήμου του Ιορδάνη που κηρύσσει μετάνοια!

Μετάνοια χρειαζόμαστε! Μετάνοια για τις αμαρτίες μας, για τις στεναχώριες που ποτίσαμε τους αδελφούς μας, για τις αδικίες που διαπράξαμε ορμώμενοι από εγωκεντρικά και φίλαυτα αισθήματα. Η οδός της σωτηρίας, του χριστιανικού δηλαδή βιώματος, το οποίο θα μας δώσει τη δυνατότητα να γίνουμε μυροφόροι στον τάφο του Ζωοδότη Χριστού, να Τον αντικρίσουμε με τους αποστόλους και να Τον ψηλαφίσουμε μαζί με το Θωμά, είναι η Μετάνοια, η Εξομολόγηση και η θεία Ευχαριστία! Τότε θα μπορούμε ειλικρινά να φωνάξουμε απ’ τα βάθη της καρδιάς μας, με τον απόστολο Παύλο, «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20)!

Κωνσταντίνου Αν. Σπυρόπουλου
φοιτητή Θεολογίας

Γιατί είναι αναγκαία η εξομολόγηση


ΟΜΙΛΙΑ Θ΄
Περί εξομολογήσεως

Γιατί είναι αναγκαία η εξομολόγηση

Η εξομολόγηση είναι αναγκαία για τους εξής λόγους: 
α) διότι είναι εντολή του Θεού, 
β) διότι επαναφέρει και αποκαθιστά την ειρήνη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, και 
γ) διότι ωφελεί τον άνθρωπο από ηθική και πνευματική άποψη.

Το ότι η εξομολόγηση είναι θεία εντολή φαίνεται από τις Άγιες Γραφές, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Εξ ονόματος του Θεού ο Μωυσής λέει στους Ισραηλίτες: «Όποιος άνθρωπος, άνδρας ή γυναίκα υπέπεσε σε κάποια από τα αμαρτήματα των ανθρώπων και παραμελώντας αδιαφόρησε γι’ αυτό, πρέπει να εξομολογηθεί την αμαρτία την οποία διέπραξε» (Αρ. ε΄6-7). και πάλι: «Εάν η ψυχή αμαρτήσει… και εξαγορευτεί την αμαρτία, ανάλογα δε με το φταίξιμο να ορίσει τιμή και να αποδώσει το κεφάλαιο, δηλαδή το επιτίμιο, προσθέτοντας τον τόκο σε αυτό, να φέρει στον Κύριο ένα κριάρι» (Λευιτ. ε΄ 26)...

Στις Παροιμίες του Σολομώντος, αναφέρεται: «Αυτός που καλύπτει την ασέβεια του εαυτού του, δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο. Αυτός όμως που έχει ως αρχή να ελέγχει τον εαυτό του, θα αγαπηθεί» (κη΄13). 
Όλοι οι προφήτες και ιδιαίτερα ο Δαβίδ, συστήνουν την εξομολόγηση, αφού τη μετάνοια ακολουθεί η εξομολόγηση. Έτσι, αυτοί που προσέρχονταν στον Ιορδάνη, στον Κήρυκα της Μετανοίας, τον βαπτιστή Ιωάννη, προηγουμένως εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Ας δούμε τους λόγους του Ευαγγελιστή: «Τότε προσέρχονταν σ’ αυτόν από τα Ιεροσόλυμα, από όλη την Ιουδαία, καθώς και από όλα τα περίχωρα του Ιορδάνου, και βαπτίζονταν στον ποταμό Ιορδάνη από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους» (Ματθ. γ΄6). Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η εξομολόγηση είναι θεία εντολή και ως τέτοια πρέπει να τηρείται, για τη σωτηρία των μετανοουμένων. Αυτή η εντολή έλαβε πρόσθετο κύρος στην Καινή Διαθήκη. Η εξομολόγηση έγινε η θύρα της εισόδου στον Χριστιανισμό και αυτό φανερώνεται επαρκώς από την εξομολόγηση των βαπτιζομένων στον Ιορδάνη από τον Ιωάννη, του οποίου το βάπτισμα ήταν προεισαγωγή στον Χριστιανισμό, γιατί έλεγε: «Εγώ μεν σας βαπτίζω με νερό, σε βάπτισμα μετανοίας. Αυτός όμως; Που έρχεται μετά από μένα είναι ισχυρότερός μου και δεν είμαι ικανός ούτε τα υποδήματά Του να κρατήσω. Αυτός θα σας βαπτίσει με το πνεύμα το Άγιο και το πυρ της θείας Χάριτος» ( Μτ. γ΄ 11 ) .

Αυτό μαρτυρείται επίσης και από τις Πράξεις των Αποστόλων∙ γιατί διηγούμενος ο απόστολος Λουκάς τα σχετικά με την προσέλευση των Εφεσίων στον Χριστιανισμό, λέει ότι έρχονταν με σκοπό να εξομολογηθούν τις πράξεις τους και μάλιστα με πολύ θάρρος. Ιδού τα λόγια του αποστόλου: «Πολλοί τε τῶν πεπιστευκότων ἤρχοντο ἐξομολογούμενοι καὶ ἀναγγέλλοντες τὰς πράξεις αὐτῶν» ( Πράξ. ιθ΄ 18). Η προσευχή «Πάτερ ημών» είναι ένα είδος συνεχούς και καθημερινής εξομολογήσεως∙ η αίτηση για άφεση των αμαρτιών μας είναι ομολογία των αμαρτιών μας.

Την εξομολόγηση συνιστά και ο απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος λέγοντας: «Να εξομολογείστε τα παραπτώματα σας ο ένας στον άλλον και να εύχεσθε υπέρ των άλλων, για να γιατρευθείτε, γιατί έχει μεγάλη δύναμη η δέηση του δικαίου και φέρνει θαυμαστά αποτελέσματα» (Ιακ. ε΄ 16). Ο δε ευαγγελιστής Ιωάννης συμβουλεύει: «Εάν ομολογούμε τις πράξεις μας, ο Θεός είναι πιστός στον λόγο Του∙ θα μας συγχωρήσει και θα μας καθαρίσει από κάθε αδικία» (Α΄ Ιω., α΄ 9). Η εξομολόγηση ως αρχαίο έθιμο της Εκκλησίας αναφέρεται από τον Ειρηναίο (Κατά Αιρέσεων Α΄ 13) , από τον Τερτυλλιανό (De poenitenciae 2, 4 , 9, 10), από τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα (Στρωματείς Β΄12) , από τον Ωριγένη (ομιλία στο Λευιτικό Β΄ 4) και από τον Κυπριανό ( στην Επιστολή LVLIX).

Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την εξομολόγηση αναγκαία και ωφέλιμη, γιατί αυτοί που εισάγονταν στα Μυστήρια της Ελευσίνας και της Σαμοθράκης, προηγουμένως εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους (Πλουτάρχου, Αποφθέγματα). Ο δε Σωκράτης συνιστούσε την εξομολόγηση ως σωτήρια πράξη: «Εάν κάποιος με αδικήσει, να είναι πρόθυμος να πάει εκεί που γρήγορα θα αποδώσει το δίκαιο∙ να σπεύσει στον γιατρό, ώστε να μην γίνει χρόνιο το νόσημα της αδικίας και εξασθενήσει ύπουλα την ψυχή, καθιστώντας την ανίατη» ( Πλάτωνος, Γοργίας)…

… Η εξομολόγηση πράγματι είναι θεία εντολή, διότι είναι υπαγόρευση της καρδιάς. Αυτός που αμάρτησε αισθάνεται βαριά την καρδιά του και δεν βρίσκει ανακούφιση αν δεν εξομολογηθεί το αμάρτημά του, αν δεν το ομολογήσει ενώπιον του Θεού. Η Αγία Γραφή αναφέρει ένα αρχαιότατο παράδειγμα, την εξομολόγηση του Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε συντετριμμένος, εμπρός στις γυναίκες του, διότι εφόνευσε έναν άνδρα…

… Αυτός που δεν εξαγορεύτηκε τις αμαρτίες του δεν βρίσκει ποτέ ανάπαυση, γιατί ποτέ δεν εξοικειώθηκε με τον Θεό. Αυτός που δεν εξομολογείται τις αμαρτίες του βρίσκεται διαρκώς κάτω από το βάρος της ενοχής και μακριά από τον Θεό, γι’ αυτό και η ψυχή του θλίβεται και πονάει. Η ανώμαλη ηθική κατάσταση που επικρατεί στον αμαρτωλό, ο αδιάκοπος έλεγχος που προξενείται από την συναίσθηση της ψυχής που αναγνωρίζει την αμαρτία της και ζητάει ανακούφιση. Η ψυχή αναζητάει την εξομολόγηση, γιατί γνωρίζει τη θεία εντολή∙ γιατί κατάλαβε ότι αυτή είναι το μόνο μέσον συμφιλιώσεως και συνδιαλλαγής με τον Θεό, τον οποίο συναισθάνεται ότι εξόργισε και επιζητεί να Τον ευχαριστήσει για να μην την αποστραφεί, αλλά να γίνει ελεήμων σε αυτήν και να της συγχωρήσει τις αμαρτίες.

Όπως η εξομολόγηση είναι εσωτερική ορμή, έτσι και η καταλλαγή με τον Θεό είναι εσωτερική προτροπή που υποκινεί προς αυτόν τον σκοπό, γιατί η ψυχή συναισθάνεται ότι αμάρτησε προς τον Θεό και οφείλει να προσεγγίσει τη θεία αγάπη για να θεραπευτεί. Η Εκκλησία είναι η μόνη που έλαβε την εξουσία να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με τον θεό και να επιφέρει τη θεραπεία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εκείνος που αμάρτησε πρέπει να προστρέξει στην Εκκλησία. Μόνο αυτή έχει τη δύναμη να τον συμφιλιώσει με τον Θεό. Το μαρτυρούν το έργο και η αποστολή της Εκκλησίας, όπως θα αποδείξουμε στα επόμενα κεφάλαια.

Πηγή: «Περί επιμελείας ψυχής
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ»
Απόδοση στη Νέα Ελληνική: Ευανθία Χατζή
Επιμέλεια κειμένου- Επίμετρο: Γιώργος Μπάρλας
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ

Τα μυστικά της εξομολόγησης

«Προσεύχομαι, και την πρώτη σκέψη 
που έρχεται στην καρδιά μου 
τη δέχομαι ως λόγο Θεού, και αυτή λέω. 
Είναι ο Θεός που ξέρει τη ζωή σου 
και το μυστήριο της καρδιάς σου. 
Εγώ είμαι μόνο ένας πνευματικός». 
Αγιος Σεραφείμ του Σαρώφ


Η εξομολόγηση είναι μυστήριο. Αυτό σημαίνει ότι η άφεση των αμαρτιών δεν εξαρτάται από την (άγνωστη στον εξομολογούμενο) αμαρτωλότητα του ιερέως που τελεί το μυστήριο. Όμως εξαρτάται κατά ένα μέρος και από το πρόσωπο του εξομολόγου, εφόσον δι’ αυτού δίνεται η συγχώρηση, κατά το:«άν τινων αφείτε τας αμαρτίες, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατείτε, κεκράτηνται». (Ιω. Κ 23).
Όταν προσερχόμαστε στο μυστήριο αυτό, πρέπει να θέλομε να βελτιώσουμε πνευματικά τον εαυτό μας. 
Στην ερώτηση ποια είναι η ουσία του μυστηρίου της Μετανοίας και Εξομολόγησης, ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως απαντάει:
«α. Η συναίσθηση του μετανοούντος σαν παραβάτη των θείων εντολών, και 
β. Η διάθεση για επιστροφή προς τον Θεό και τήρηση των θείων εντολών». (2,186). 
Χρειάζεται, όμως, υποβοήθηση ο μετανοών, συνήθως, για να μπορέσει να διακρίνει στα προβλήματά του την συμφέρουσα (πνευματικά) λύση. Από αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει να βρει ένα καλό πνευματικό οδηγό, όχι απλά ένα εξομολόγο. Και όπως κάποιος ψάχνει για ένα καλό γιατρό για το σώμα του, έτσι πρέπει να αναζητάει και ένα καλό πνευματικό για την ψυχή του. Υπάρχει μάλιστα 
μαρτυρία από ζωντανή εμφάνιση σε νέους του γέροντος Ιακώβου Τσαλίκημετά την κοίμησή του, που τους τόνισε ακριβώς αυτή την ανάγκη.
Ο γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης (+1994) μιλούσε για το θέμα αυτό με τον ίδιο τρόπο: 
«Σήμερα το πιο απαραίτητο είναι να βρουν οι άνθρωποι έναν πνευματικό, να εξομολογούνται, να του έχουν εμπιστοσύνη και να τον συμβουλεύονται. Αν έχουν πνευματικό και βάλουν ένα πρόγραμμα με προσευχή και λίγη μελέτη, εκκλησιάζονται, κοινωνούν, τότε δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν σ‘ αυτήν την ζωή. Η ψυχή πρέπει να παρακολουθείται από τον πνευματικό, για να μη λαθέψει τον δρόμο της. Μπορεί να βοηθάει στον αγώνα λ.χ. και η πνευματική μελέτη, αλλά, αν κανείς δεν έχει πνευματικό οδηγό, μπορεί να δίνη δικές του ερμηνείες σ’ αυτά που διαβάζει, και να πλανηθεί.
Βλέπεις, και όταν κάποιος πάει κάπου με το αυτοκίνητό του και δεν γνωρίζει καλά τον δρόμο, μπορεί να συμβουλεύεται τον χάρτη, αλλά σταματάει κιόλας και ρωτάει, για να μην πάρει λάθος δρόμο…
Τον πνευματικό οδηγό φυσικά κανείς θα τον διαλέξει. Δεν θα εμπιστευτεί στον οποιονδήποτε την ψυχή του. Όπως για την υγεία του σώματος ψάχνει να βρει καλό γιατρό, έτσι και για την υγεία της ψυχής του θα ψάξει να βρει κάποιον καλό πνευματικό και θα πηγαίνει σ‘ αυτόν, τον γιατρό της ψυχής, τακτικά». (3).
Αν από τους εξομολόγους λίγοι είναι και πνευματικοί καθοδηγητές, αυτό κατά ένα μέρος οφείλεται και στους πιστούς, που δεν το επιζητούν. 
Ο Ιερομόναχος Ραφαήλ Νόϊκα, πνευματικό τέκνο του γέροντος Σωφρονίου του Αγιορείτη (+1993), αναφέρει ένα περιστατικό:
«Ένας νέος έκανε στον άγιο Σιλουανό αυτή την τραγική ερώτηση: Γιατί σήμερα είναι τόσο λίγοι οι καλοί πνευματικοί; Και ο άγιος Σιλουανός έδωσε μια απάντηση ίσως ακατανόητη… «Δεν υπάρχουν καλοί πνευματικοί επειδή δεν υπάρχουν καλοί υποτακτικοί». 
Ένα άλλο περιστατικό είναι με τον γέροντα Σωφρόνιο. Έκανε μια αναφορά ο γέροντας στον προφήτη Ιεζεκιήλ, που λέει κάπου: Αν ο προφήτης του Θεού βρεθεί ψευδής είναι επειδή Εγώ, ο Κύριος και Θεός, παραπλάνησα τον προφήτη (Ιεζ. 14,9).
Δηλ. Εγώ, ο Κύριος και Θεός, παραπλανώ τον προφήτη μου τον μέγα, τον δίκαιο, τον αληθινό, και θα πει ψέματα. Γιατί; Επειδή ο λαός Μου έχει υποκριτική καρδιά. 
Κάποια μέρα, όταν άρχισα να καταλαβαίνω αυτό το μυστήριο, πήγα στονγέροντα Σωφρόνιο και του είπα: “’Αρα λοιπόν πάτερ, στο μυστήριο της εξομολόγησης, όσον αφορά τον πνευματικό πατέρα και το πνευματικό τέκνο, είναι ο γιος που γεννάει τον πατέρα!” ’Αρχισε να γελάει ο γ. Σωφρόνιος και είπε: «Έτσι είναι. Ο γιος γεννάει τον πατέρα του»! … Μάθετε στα πνευματικά σας τέκνα αυτή τη μέθοδο: Μην έρχεσθε σε εμένα αν δεν προσευχηθείτε πρώτα στον Θεό». (1,72-73)
Γράφεται στον βίο του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ (+1833) ένα περιστατικό, από τα πολλά, που φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο μιλούσε ο άγιος: 
«…Ο π. Αντώνιος που γνώριζε και σεβόταν από πολλών ετών τον όσιο Σεραφείμ, τόλμησε να του πει: «Πατερούλη, η ψυχή του ανθρώπου είναι μπροστά σας ανοικτή σαν σε καθρέπτη. Εμπρός στα μάτια μου, ενώ ακόμη δεν είχατε ακούσει τις πνευματικές ανάγκες και τις ταλαιπωρίες αυτού του προσκυνητή, του τα είπατε ήδη όλα εκ των προτέρων. Τώρα βλέπω ότι ο νούς σας είναι τόσο καθαρός, ώστε τίποτα δεν μένει κρυφό σ’ αυτόν από την καρδιά του πλησίον».
Τότε ο όσιος Σεραφείμ έβαλε στο στόμα του π. Αντωνίου την δεξιά του παλάμη, σαν να ήθελε να τον αποστομώσει, και είπε: «Δεν μιλάς όπως πρέπει χαρά μου. Η καρδιά του ανθρώπου είναι ανοικτή μόνο στον Κύριο και ο Θεός είναι ο μόνος καρδιογνώστης, η δε καρδία του ανθρώπου είναι βαθεία» (Ψαλμ. 63,7). Ο π. Αντώνιος ξαναρώτησε: «Πως εσείς πατερούλη, ενώ ούτε μία λέξη δεν ερωτήσατε τον (συνομιλητή) έμπορο, του είπατε όλα όσα του ήσαν αναγκαία»;
Ο όσιος απάντησε ταπεινά: «Αυτός ήλθε σε μένα όπως όλοι οι άλλοι, όπως και εσύ, επειδή με θεωρούσε δούλο του Θεού. Εγώ ο ταπεινός Σεραφείμ επίσης θεωρώ τον εαυτό μου ως αμαρτωλό δούλο του Θεού και ότι μου ορίζει ο Κύριος, αυτό και παραδίδω ως ωφέλιμο σ’ εκείνον που έχει ανάγκη.
Την πρώτη σκέψη που εμφανίζεται στην ψυχή μου την θεωρώ ως υπόδειξη του Θεού, χωρίς να γνωρίζω τι υπάρχει στην ψυχή του συνομιλητή μου, αλλά μόνο πιστεύοντας ότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Όπως το σίδερο στον σιδηρουργό έτσι και εγώ έχω παραδώσει το θέλημά μου και ολόκληρο τον εαυτό μου στον Κύριο. Ότι είναι αρεστό σε Εκείνον, αυτό και πράττω. Δεν έχω δικό μου θέλημα, αλλά ότι είναι ευάρεστο στον Θεό αυτό και μεταδίδω».(4)
Ο άγιος Σεραφείμ μιλούσε σαν τέλειος Χριστιανός, και γι’αυτό δεν έκανε λάθη.
«Σε μια συζήτησή του με τον πατέρα Στρατόνικο, (λέει ο π. Ραφαήλ) ένα ασκητή του Καυκάσου, ο άγιος Σιλουανός έκανε μια ρητορική ερώτηση: Πάτερ πως μιλούν οι τέλειοι; Ο π. Στρατόνικος δεν ήξερε τι να απαντήσει και ο άγιος Σιλουανός αποκρίθηκε: Οι τέλειοι δεν λένε τίποτε αφ’ εαυτού τους, λένε μόνο ότι τους δίνει το Πνεύμα». (1,67)
Επομένως, σε σχέση με τα προηγούμενα, είναι απαραίτητο να υπάρχει εν Χριστώ ενότητα πνεύματος εξομολόγου και εξομολογουμένου, και να μην γίνεται μεταξύ τους φλύαρη συζήτηση ώστε να γίνεται αντιληπτός ο λόγος του Κυρίου για την ψυχή, που είναι ο πρώτος λόγος του πνευματικού. Ο Θεός γνωρίζει τι τάλαντα έχει δώσει σε κάθε ψυχή, και σε ποια πάθη είναι επιρρεπής, γι’ αυτό οι συμβουλές μπορεί να διαφέρουν αρκετά από άνθρωπο σε άνθρωπο. Έτσι η σωτηρία δεν είναι κάποια συγκεκριμένη συνταγή, είναι όπως λέει ο π. Ραφαήλ, «λόγος μυστικός, λόγος θεϊκός, για κάθε ψυχή που έχει γεννηθεί στον κόσμο. Και για κάθε ψυχή ένας άλλος λόγος». Και συνεχίζει ο π. Ραφαήλ:
«Θυμάστε το περιστατικό από το Γεροντικό: Έρχεται ένας μοναχός στον τάδε αββά και ζητάει ένα λόγο σωτηρίας, και ο αββάς του λέει: “Μείνε στο κελλί σου, τρώγε πίνε κοιμήσου, μόνο μη βγεις από το κελλί”.
Σε κάποιον άλλο με την ίδια αναζήτηση: “Να νηστεύεις μέχρι την ενάτη ώρα”. Μπορεί να βγαίνει από το κελλί (κάνοντας επισκέψεις), μπορεί να μπαίνει, να κάνει ότι θέλει, αλλά να κρατήσει τη νηστεία. 
Σε κάποιον άλλο είπε κάτι για τους λογισμούς και σε κάποιον κάτι άλλο. Και όπως έλεγε ο π. Σωφρόνιος, εδώ δεν μιλάμε για θεολογία, δεν πρόκειται για ένα δόγμα γραμμένο σε ένα βιβλίο.
Πρόκειται για μια πνευματική στρατηγική, όπου ο πνευματικός, καθώς το πνεύμα τού γεννά λόγο στην καρδιά, καταλαβαίνει ότι η στρατηγική γι’ αυτόν τον άνθρωπο είναι: “Ενίσχυσε τον στρατό σου στο τάδε μέτωπο”. Αν σε εκείνο το σημείο νικήσεις, στα υπόλοιπα θα σου είναι σχετικά εύκολο. Η σωτηρία σου είναι ήδη εξασφαλισμένη. Αν όμως όλα τα άλλα τα σημεία τα ενισχύσεις, ενώ εκεί που υπάρχει μία τρύπα στο τείχος την αφήσεις ακάλυπτη, από εκεί εισβάλουν τα στρατεύματα του εχθρού, και δεν έκανες τίποτε για την σωτηρία σου. Λοιπόν είναι απαραίτητο να εισέλθουμε στο έργο του Θεού, να αναζητούμε τον θεϊκό λόγο, για να βρούμε που είναι αυτή η τρύπα απ’ όπου μπορούν να εισβάλουν οι εχθροί στην πόλη της ψυχής». (1,68).
Στον στρατό τα μηνύματα του αρχηγείου πρέπει να φτάσουν στους πολεμιστές προφυλαγμένα από τον εχθρό, ώστε αυτός να μην μάθει τις κινήσεις που θα γίνουν για την εξουδετέρωσή του. Έτσι υπάρχει το στρατιωτικό απόρρητο, που τηρείται με πολλή φροντίδα με την βοήθεια ειδικών υπηρεσιών, την εφαρμογή κρυπτογράφησης και άλλων συστημάτων ασφαλείας. 
Και εμείς για να ωφελούμαστε τα μέγιστα από το μυστήριο της Εξομολόγησης, πρέπει να κρατάμε τα μυστικά του, όπως μας εξηγεί ο π. Ραφαήλ Νόϊκα:
«Προσέξτε μία ακόμη σημαντική λεπτομέρεια: το απόρρητο της εξομολόγησης. Ξέρουμε ότι οι ιερείς πρέπει να κρατάνε μυστική την εξομολόγηση, αλλά μη νομίζετε ότι αυτό γίνεται μόνο για να προστατέψουμε την ψυχή που έρχεται σ’ εμάς από τον πόνο και την ντροπή και για να την ενθαρρύνουμε να μας ανοίγεται χωρίς φόβο. Δεν είναι μόνο αυτό: είναι κάτι πολύ πιο μεγάλο. Στο μυστήριο της πνευματικής πατρότητας, όπως όλοι νομίζω γνωρίζετε, και ιδιαίτερα στην εξομολόγηση, δεν μπορεί να εισχωρήσει ο διάβολος. Ο διάβολος, όμως, που είναι όχι μόνο κακός, αλλά και πονηρός, ξέρει πώς να μπερδεύει τα πράγματα για να μαντεύει. Όσες, όμως, λιγότερες πληροφορίες έχει, τόσο περισσότερο χρόνο κερδίζουμε εμείς για να δουλεύουμε πάνω στην ψυχή που έρχεται σ’ εμάς, ώστε να στερεωθεί.
Θα ήθελα να προσθέσω ότι στην τσαρική Ρωσία υπήρχε νόμος, η μαρτυρία του ιερέα στα δικαστήρια να μην έχει καμία αξία. Αν και υπήρχε και τότε διωγμός κατά της Εκκλησίας, ιδιαίτερα από τον Μεγάλο Πέτρο και μετά, σε αυτό όμως το γεγονός υπήρχε πραγματικά κάτι το θαυμαστό, διότι μέσω αυτού του νόμου προστατευόταν το μυστήριο της εξομολόγησης: ο ιερέας να μην έχει το δικαίωμα να καταθέσει ως μάρτυρας ούτε υπέρ ούτε κατά, επειδή δεν αποτελούν αυτά τον σκοπό της ιεροσύνης, αλλά σκοπός μας είναι να κρατήσουμε το απόρρητο της εξομολόγησης. Και δεν αρκεί μόνο ο ιερέας να κρατάει απόρρητη την εξομολόγηση, γιατί δεν πρόκειται απλώς για μια επαγγελματική ηθική, όπως στην ιατρική, είναι έργο του Αγίου Πνεύματος, αλλά πρέπει και ο εξομολογούμενος να κρατάει μυστική την εξομολόγηση, γιατί αλλιώς το μυστήριο και πάλι σχεδόν ακυρώνεται.
Διότι αν αυτός αρχίσει να λέει: «Α, ο πνευματικός μού είπε αυτό και αυτό», τότε φαίνεται ότι, ως πνευματικός, τον έναν τον γλυκαίνεις και τον άλλον τον μαστιγώνεις για την ίδια αμαρτία. Σύμφωνα όμως με τη σοφία σου, ως πνευματικός, ξέρεις τι ακριβώς θα σώσει τον έναν και τι τον άλλον. Έχει δικαίωμα ο πνευματικός -μιλάμε πάλι για τη δύναμη να μπορείς να δώσεις ζωή- να έχει την ελευθερία να δώσει στον έναν γλυκό και στον άλλον πικρό δηλ. μαστίγωμα, γνωρίζοντας ότι ο ένας θα σωθεί με το γλυκό και ο άλλος με το μαστίγωμα. Αν όμως οι εξομολογούμενοι αρχίσουν να μιλούν μεταξύ τους, τότε σίγουρα θα σκανδαλιστούν.
Στον αββά Ποιμένα συνέβη ένας παρόμοιος πειρασμός, όμως εκείνος διέθετε πολύ περισσότερη σοφία και ήταν ικανός να τον ξεπεράσει. 
Ο γέροντας του είπε: «άφησε τα πάθη να εισέλθουν και πολέμησε μαζί τους», ενώ σε κάποιον άλλον είπε: «Μην αφήσεις καθόλου να εισέλθουν τα πάθη, αλλά ευθύς ξέκοψέ τα». 
Ακούγοντας αυτό ο νεαρός Ποιμήν, γύρισε πίσω στον αββά και τον ρώτησε: «Αββά, εγώ σου εμπιστεύθηκα τους λογισμούς μου. Και να, αλλιώς μίλησες σ’ εμένα και αλλιώς στον άλλο». Ο γέροντας του αποκρίθηκε: «Ποιμήν, παιδί μου, δεν μου είπες να σου μιλήσω όπως θα μιλούσα στον εαυτό μου; Σου μίλησα λοιπόν όπως θα μιλούσα στον εαυτό μου. Σου είπα τι κάνω εγώ»!
Ο π. Σωφρόνιος σχολίαζε το παραπάνω περιστατικό ως εξής: Ο άλλος μοναχός ήταν, σαν να λέμε, χονδρο-καλόγερος “της σειράς” (άνθρωπος της σειράς δεν υπάρχει, ο καθένας είναι διαφορετικός, όμως υπάρχει σε αυτό και μία αλήθεια), δεν είχε υψηλό επίπεδο πνευματικότητας. Αν θα άφηνε τους λογισμούς να μπαίνουν στην καρδιά του, τότε η καρδιά του θα μολυνόταν, και είναι άγνωστο ποιος τελικά θα νικούσε ή, οπωσδήποτε, θα αδυνάτιζε πάρα πολύ από αυτούς τους λογισμούς. Ο Ποιμήν όμως ήταν τόσο πολύ γεμάτος από χάρη στη νεότητά του, ώστε, έλεγε ο π. Σωφρόνιος, ο γέροντάς του είδε ότι πάντοτε η χάρη θα νικούσε στην καρδιά του.
Αυτός, όμως, όντας γεμάτος από χάρη, αν δεν άφηνε τους λογισμούς να μπαίνουν στην καρδιά του, δεν θα γνώριζε τόσα πολλά στοιχεία, και εδώ μιλάμε για ανθρώπινα στοιχεία, για ανθρώπινη πείρα, τα οποία στη συνέχεια θα του ήταν πολύ χρήσιμα για την καθοδήγηση των ψυχών. Ο Ποιμήν θα ήξερε πλέον όχι μόνο την οδό της χάριτος, αλλά και την πονηρία των κακών λογισμών, επειδή θα είχε παλέψει με αυτούς στην καρδιά του. Και έγινε, όντως, ποιμένας, όπως του προφήτεψε κάποιος: «Ποιμήν, το όνομά σου θα γίνει ξακουστό σε όλη την Αίγυπτο». Βλέπετε, δεν ήταν μόνο μέγας πνευματικά, αλλά ο γέροντας τον εξόπλιζε και με ανθρώπινα όπλα, που τα έχουμε και αυτά ανάγκη.

Λεοντίου Μοναχού Διονυσιάτου

Οι παραπομπές σε συγγράμματα, από τα οποία λήφθηκαν τα παραπάνω και μπορούν οι αναγνώστες να μάθουν περισσότερα, γίνονται μέσω δύο αριθμών. Ο πρώτος αναφέρεται στην προέλευση του κειμένου και ο δεύτερος στην σελίδα. Προέλευση:
1. Η καλλιέργεια του πνεύματος, Ιερομονάχου Ραφαήλ Νόϊκα (πνευματικού τέκνου του γέρ. Σωφρονίου), έκδοση "Το περιβόλι της Παναγίας", 2013.
2. Ορθόδοξη Ιερά Κατήχηση του Αγίου Νεκταρίου, 2001.
3. Από το βιβλίο: "Γέροντος Παϊσίου Λόγοι", Τόμος Γ΄.
4. Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, "Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ, βίος".
5. Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Έσσεξ 1995. 


Κατι μεγαλο θα γινει. Να μην ειμεθα σαν τα ανοητα ζωα που βοσκουν ανυποπτα, αλλα με υψηλο το φρονημα και γενναια την ψυχη να ατενιζουμε τα επερχομενα

ΣΕ ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

Απο το βιβλίο «ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ;» Tου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Ἦρθα καὶ πάλιν, ἐγὼ, ὁ γέρων ἐπίσκοπος κοντά σας καὶ ὡς δοῦλος καὶ ἐντεταλμένος τοῦ Κυρίου, μικρὸς καὶ ἀσήμαντος, ἀπευθύνω μίαν νέαν πρόσκλησιν, πρὸς ὅλους ὑμᾶς, πρὸς μικροὺς καὶ μεγάλους, εἰς οἱονδήποτε χῶρο καὶ τόπο εὐρίσκεσθε, είτε ἐντὸς είτε ἐκτὸς τοῦ ναοῦ. Σᾶς μεταφέρω τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, σᾶς διαβιβάζω τὸ μήνυμα του, ὡς μικρὸς ἀγγελιοφόρος Αὐτοῦ. Ἔλᾶτε, ἐλᾶτε, ἐλᾶτε. 

Ποῦ;

Ἐλᾶτε φωνάζει ὁ Χριστός. Ἐλᾶτε σεῖς οἱ ἀσπρομάλλιδες γέροντες, ποὺ πλησιάζετε πλέον στὸν τάφο. Ἐλᾶτε ἐσεῖς τὰ παιδιά, ποὺ σᾶς κραττοῦν οἱ μητέρες σας κοντά τους. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ νέοι καὶ οἱ νεάνιδες, ποὺ γλεντοκοπᾶτε στὰ ντισκοτέκ καὶ σπαταλᾶτε τὸν χρόνον σας στὸ σέξ. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἀρχόμενοι. Ἐλᾶτε ἐσεῖς οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ ἐπιστήμονες καὶ οἱ μεγάλοι.
Ἐλᾶτε ὅλοι, ἐλᾶτε ὅλοι εἰς οἱονδήποτε κόμμα καὶ παράταξι καὶ ἂν ἀνήκετε. Πέραν ἀπὸ τὰ κόμματα, ποὺ σβήνουν σὰν πυγολαμπίδες, εἶνε ὁ Χριστός.
Ἐλᾶτε σᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. 
Μέσα ἐδῶ στὴν πόλι ποὺ ἔχει 1000 ἄνδρες, παρακαλῶ κλάψατε, κλάψατε βουνὰ καὶ κάμποι. Κλάψατε, γιατὶ οἱ περισσότεροι εἶστε ἀνεξομολόγητοι. 
Πῶς κοινωνᾶτε; Πῶς κοινωνᾶτε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων; Εἶνε λόγος τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐξομολογηθῆτε. Ἕνας μεγάλος ρῶσσος, φιλόσοφος, ποὺ ἦταν ἄπιστος, δὲν πίστευε καθόλου στὸν Θεό, ὅταν τὸν πῆγαν ἐξορία στὴν Σιβηρία καὶ ἐκεῖ ἐδιάβασε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἐθαύμασε τὸ Χριστό, καὶ ἔγινε πιστὸς τοῦ δοῦλος τοῦ Κυρίου, εὐρῆκε ἕναν στάρετς, εὐρῆκε ἕναν πνευματικὸ πατέρα καὶ ἐξομολογήθηκε τ᾿ ἁμαρτήματά του. Καὶ ὅταν ἐξομολογήθηκε αὐτὸς ὁ ἄπιστος, ποὺ ἔγινε πιστός, εἶπε· «Τώρα ποὺ ἐξομολογήθηκα καὶ εἶπα τ᾿ ἁμαρτήματά μου καὶ ἔκλαψα· παράδεισος ἐφύτρωσε μέσα εἰς τὴν καρδιά μου». Δὲν εἶνε ψέμμα, εἶνε ἀληθινὴ ἡ Θρησκεία μας. Δὲν εἶνε ψέμμα εἶνε ἀλήθεια ὁλοζώντανη.
Ἐγὼ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περιμένω νὰ ἀπέλθω ἐκ τοῦ κόσμου τούτου· καὶ παρακαλῶ τὸ Θεὸ ―καὶ παρακαλέσατε κ᾿ ἐσεῖς―, νὰ μοῦ δώσῃ μετάνοια καὶ νὰ κλείσω τὴν πολύπλαγκτο ζωή μου μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Γιὰ ἐσᾶς εὔχομαι, νὰ ζήσετε χρόνια μαθουσάλια. Ἀλλ᾿ είτε οὕτως είτε ἄλλως μᾶς ἀναμένει ἡ αἰωνιότης, ἡ ἀπέραντος αἰωνιότης.
Νὰ σταθοῦν σοβαροὶ οἱ Ἕλληνες. Διότι κάτι μεγάλο θὰ γίνῃ. Δὲν εἶμαι προφήτης· ἀλλὰ προβλέπω, ὅτι τὸ ἔτος αὐτὸ θὰ εἶνε σημαντικώτατο ἔτος γιὰ τὸν κόσμο ὁλόκληρο καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὰ Βαλκάνια. Θὰ ἔχουμε σημαντικὲς ἐξελίξεις. Καὶ πρέπει ὅλοι μας νὰ είμεθα ἕτοιμοι νὰ ἀντιμετωπίσουμε μὲ ἀταραξία πᾶν τὸ ὁποῖον θὰ συμβῇ, μὲ τὴν ἀκράδαντη πίστι ὅτι ὑπεράνω τῶν ἰσχυρῶν δυνάμεων τοῦ κόσμου ἵσταται ἡ θεία πρόνοια, ἡ ὁποία κατευθύνει καὶ προστατεύει καὶ ἐνισχύει τὰ μικρὰ ἔθνη τὰ ὁποῖα ἀγωνίζονται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας.
Μεγάλες ἡμέρες περιμένουμε, κρίσιμα γεγονότα. Καὶ πρέπει ν᾿ ἀφήσουμε τὶς διασκεδάσεις. Νὰ μὴν είμεθα σὰν τὰ ἀνόητα ζῷα ποὺ βόσκουν ἀνύποπτα, ἀλλὰ μὲ ὑψηλὸ τὸ φρόνημα καὶ γενναία τὴν ψυχὴ νὰ ἀτενίζουμε τὰ ἐπερχομένα. Ἂς εὐχηθοῦμε νὰ μείνουμε ἐκτὸς τοῦ κυκλῶνος καὶ ἐκτὸς τῆς χιονοστιβάδος, στὴ γωνία αὐτὴ τοῦ κόσμου, ὕψώνοντας μάτια καὶ ψυχὲς πρὸς τὸν παντοδύναμο Θεό. Ὁ Θεὸς μέθ᾿ ὑμῶν, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων».

Η ωφέλεια της Εξομολογήσεως



Δύο μεγάλα αγαθά προκαλεί η εξομολόγηση σ’ εκείνον ο οποίος εξομολογείται. 
Ένα, φέρνει την άφεση των αμαρτημάτων του. Άλλο, γίνεται ισοστάσιος με τους μάρτυρες και δικαίους. Στο πρώτο, ότι φέρνει την άφεση των αμαρτημάτων, όλη η θεία Γραφή, Παλαιά και Καινή, είναι γεμάτη, αλλά δύο τρεις μαρτυρίες μόνον θα σας φέρουμε, και τις πολλές ας τις παραλείψουμε.

Δέχθηκε ο αρχιτελώνης Ζακχαίος τον Κύριό μας στο σπίτι του, άνθρωπος αμαρτωλός, όπως έλεγαν, όσοι τον έβλεπαν: «Και όταν το είδαν, όλοι γόγγυζαν πολύ, λέγοντας: «Στην οικία αμαρτωλού άνδρα εισήλθε, για να έχει κατάλυμα» (Λουκ.19,7). Και αμέσως εξομολογήθηκε· πως αν έκανε συκοφαντίες και πήρε ξένα δικαιώματα, να τα επιστρέψει τετραπλάσια. Τί ωφελήθηκε με αυτό ο αμαρτωλός Ζακχαίος; Δικαιώθηκε. «Σήμερα έγινε σωτηρία σ’ αυτό το σπίτι».

Ακούστε τον φίλο του Χριστού Ιωάννη τι λέει στις Επιστολές του: «Αν ομολογούμε τις αμαρτίες μας, είναι πιστός και δίκαιος, για να αφήσει σ’ εμάς τις αμαρτίες και να μας καθαρίσει από κάθε αδικία.»(Α΄Ιω. 1,9). 

Ακούστε τι λέει ο Θεός στον ευαγγελιστή των προφητών Ησαΐα: «Λουσθείτε, στο λουτρό της μετανοίας, γίνετε εσωτερικά καθαροί, αφαιρέστε τις πονηρίες από τις ψυχές σας, ώστε να είστε καθαροί ενώπιόν μου. Και με αυτή τη μετάνοια και τις καλές αποφάσεις σας, ελάτε να συζητήσουμε, λέει ο Κύριος. Και εάν οι ψυχές σας εξ αιτίας των αμαρτιών σας είναι κόκκινες, εγώ θα τις κάνω λευκές σαν το χιόνι. Εάν δε είναι ακόμη περισσότερο κατακόκκινες, εγώ θα τις κάνω λευκές σαν το μαλλί των προβάτων.»(Ησ.1,16-18).
Σκεφτείτε καλά την άφεση, αλλά και την εξομολόγηση των αμαρτημάτων. Πρώτα λέει: «λουσθείτε». Δεν εννοεί με απλό νερό, επειδή αυτό δεν καθαρίζει αμαρτίες ψυχών, αλλά πλένει μόνο εξωτερικά το σώμα. Αλλά εδώ λέει: «λουσθείτε και αφαιρέστε τις πονηρίες από τις ψυχές σας». Άλλο νερό εννοεί. Το ίδιο νερό, εκείνο το οποίο αναφέρει ο προφήτης να τον πλύνει ο Θεός: «ξέπλυνέ με από το ρύπο της ανομίας μου και καθάρισέ με από την αμαρτία μου»(Ψαλμ. 50,4). Αυτό το νερό είναι το ζεστό νερό εκ Πνεύματος Αγίου, το νερό του θείου Βαπτίσματος. Υπάρχει και άλλο, αυτό της μετανοίας, το οποίο προέρχεται από τα νερά των δακρύων, όπως λέει ο προφήτης: «κάθε νύκτα λούζω το κρεβάτι μου και βρέχω το στρώμα μου με δάκρυα»(Ψαλμ. 6,7). 
Αυτά τα δάκρυα είναι ανάγκη να χύνονται πρώτα με την κατάνυξη και με τη συντριβή της καρδιάς, που είναι η ρίζα και η πηγή της εξομολογήσεως.
Όταν γίνεται αυτή η μετάνοια η καρδιακή, τότε ελάτε να μιλήσουμε. «Ελάτε μπροστά μου και ανοίξτε τα στόματά σας και πείτε μου το άδικο που έχετε από τον εχθρό σας. Πείτε τα κακά που σας κάνει, και σας υπόσχομαι από τις μεγαλύτερες κοκκινίλες, που προκαλούν οι αμαρτίες σας -οι οποίες είναι του αίματος-, εγώ θα τις λευκάνω και θα τις καθαρίσω. 
Επειδή λευκή σαν χιόνι και πρόβατο είναι η δική μου ανθρώπινη φύση, όπως τα ρούχα μου επάνω στο όρος Θαβώρ, τα έδειξα λευκά σαν το χιόνι, όπως λέει ο ιερός Μάρκος: «και τα ρούχα του έγιναν αστραφτερά, πάρα πολύ λευκά όπως το χιόνι»(9,3). Θέλετε μεγαλύτερη άφεση από αυτήν; Να κάνει τους εξομολογούμενους λευκούς, δηλαδή καθαρούς σαν τη δική του σάρκα, «Αυτός δεν έκανε αμαρτία, ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του».(Α΄Πετ. 2,22)

Μάθετε τώρα και το άλλο αγαθό το οποίο χαρίζει η αγία εξομολόγηση στους εξομολογούμενους. Και αυτό είναι: τους κάνει ισοστάσιους και ισότιμους με τους μάρτυρες και αγίους. Θέλω λοιπόν να δω τον αγιασμό και τη λαμπρότητα και τα στεφάνια που έδωσε στους μάρτυρες και τους υπόλοιπους αγίους. Τί είδους είναι και με τί τρόπο τους έδωσε αυτήν την λαμπρότητα; Να δω και να εξετάσω, αν μοιάζει με τον αγιασμό και στολισμό τον οποίο δίνει στους εξομολογούμενους.

Τη λαμπρότητα των μαρτύρων και όλων των αγίων τη φανερώνει στην ιερά Αποκάλυψη, στην οποίαν λέει ο ευλογημένος Ιωάννης πως το «αρνίο» άνοιγε τις σφραγίδες και, όταν έφθασε στην πέμπτη σφραγίδα και την άνοιξε, είδε κάτω από το θυσιαστήριο τις ψυχές εκείνων που σφαγιάστηκαν για το λόγο του Θεού. Αυτοί είναι αναμφιβόλως οι μάρτυρες και οι υπόλοιποι άγιοι, οι οποίοι με πολλούς τρόπους απονέκρωσαν τους εαυτούς τους για την αγάπη του Κυρίου μας. Μάλιστα λέει πως αυτοί οι σφαγμένοι σαν να φώναζαν δυνατά στον Θεό λέγοντας: «Ως πότε, Δεσπότη άγιε και αληθινέ, δε θα κρίνεις και δε θα εκδικείσαι το αίμα μας από αυτούς που κατοικούν πάνω στη γη;»(Αποκ. 6,10).
Σαν να λένε: «Ω δικαιότατε Δέσποτα, δώσε μας εκείνο το τέλειο στεφάνωμα, να μας δουν εκείνοι οι οποίοι έχυσαν το αίμα μας, να αναστενάξουν πολύ για την ασέβειά τους και να πάρουν την κόλαση που τους αξίζει».
Εκεί λέει πως σ’ όλους εκείνους δόθηκαν στολές λευκές. Άραγε τί να ήσαν εκείνες οι λευκές στολές; Όπως νομίζω υπονοούνται τα τίμια και άγια σώματα των μαρτύρων, επειδή μόνο ψυχές έβλεπε κάτω από το θυσιαστήριο· και φωνάζοντας οι ψυχές τούς έκανε δώρο, λεύκανε τα σώματά τους, δηλαδή τα αγίασε έως της συντελείας. Πάλιν θέλω να μάθω πώς τα έπλυνε αυτά τα σώματα; Απάντησε ένας από τους πρεσβυτέρους στο επόμενο κεφάλαιο: «Αυτοί είναι που έρχονται από τη θλίψη τη μεγάλη, και έπλυναν τις στολές τους και τις λεύκαναν μέσα στο αίμα του Αρνίου.(Αποκ.7,14). 
Αυτοί είναι, λέει, εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται βασανισμένοι και θλιμμένοι στον κόσμο, καθώς και ο δικός τους και δικός μας Δεσπότης το προέλεγε: «στον κόσμο θα έχετε θλίψη». Αυτοί έπλυναν τις στολές τους και τις λεύκαναν.

Αυτό το λεύκασμα της στολής παρουσίασε ο πατέρας του Ασώτου, όταν έλεγε: «φέρτε έξω την πρώτη στολή και ντύστε τον»(Λουκ. 15,22), σαν να έλεγε: «Βγάλτε από τα σώματά τους την μαυρίλα της κοσμικής και δαιμονικής πλάνης και ντύστε τα, λευκάνετέ τα με την ασπράδα του αγιασμού». Αυτό το λεύκασμα, μάλιστα με το αίμα του αρνίου του μυστικού, του Κυρίου μας, φανέρωσε εκείνος ο νεανίσκος ο οποίος ήταν στον τάφο του Κυρίου το πρωί της Κυριακής, όταν πήγαν να ζητήσουν το σώμα του Χριστού η Μαγδαληνή Μαρία και οι άλλες, ο οποίος ήταν ντυμένος με λευκή στολή, σαν να έδειχνε ο άγγελος πως λεύκανε και σώματα και ψυχές ο αναστημένος Ιησούς. Αυτό είναι το θαυμαστό: πώς λεύκανε το κόκκινο αίμα; Λέει τον τρόπο: έπλυνε πρώτα, έπειτα λεύκανε. Το πλύσιμο φανερώνει την αφαίρεση της μεγάλης θλίψεως, δηλαδή της αμαρτίας του Αδάμ, και γι’ αυτό έλεγε ο προφήτης: «ξέπλυνέ με από το ρύπο της ανομίας μου και καθάρισέ με από την αμαρτία μου».(Ψαλ. 50,4). Αυτό το πλύσιμο με την κρυμμένη δύναμη του Πνεύματος έκανε το χαριτωμένο αίμα του αρνίου, το δε λεύκασμα, δηλ. τον αγιασμό και τα στεφάνια της δόξης, ο αναστημένος Ιησούς.

Γι’ αυτόν τον καθαρισμό έλεγε ο μακάριος Παύλος: «ούτε διαμέσου του αίματος τράγων και μόσχων, αλλά διαμέσου του δικού Του αίματος, εισήλθε μια φορά για πάντα στα Άγια των Αγίων και βρήκε για μας αιώνια λύτρωση».(Εβρ. 9,12). Μάθαμε την ωραιότητα την οποίαν το καθαρό αρνίο, ο Ιησούς Χριστός, με την έκχυση του παναχράντου αίματός του έδωσε στους ευλογημένους μάρτυρες και τους υπόλοιπους αγίους.
Θέλω τώρα να δω, αν και η ωραιότητα που αποκτούν οι εξομολογούμενοι είναι όμοια. Και λέω, ναι! 
Αμέσως ο μακάριος Ιωάννης παρουσιάζει την απολύτρωση των αμαρτωλών από τον Χριστό και φαντάζεται και κηρύττει τον Χριστό αρνίο. Δηλαδή, με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός ως αρνίο λεύκανε τους μάρτυρες, έτσι και τους αμαρτωλούς. «Να, λέει, ο αμνός του Θεού, που σηκώνει την αμαρτία του κόσμου». 

Ο ίδιος ο Θεός λέει στον Ιεζεκιήλ: «Εάν όμως ο αμαρτωλός μετανοήσει και αποστραφεί όλες τις αμαρτίες που έκανε, και τηρήσει όλες τις εντολές μου και εφαρμόσει δικαιοσύνη και έλεος, θα μακροημερεύσει και δεν θα τιμωρηθεί με πρόωρο θάνατο. Όλες οι αδικίες που έκανε, δεν θα τις θυμηθεί πλέον ο Θεός, αλλά για την ενάρετη ζωή του, θα ζήσει για πολύ»(Ιεζ. 18, 21-22). Όποιος επιστρέψει, λέει, από τις ανομίες του, θα ζήσει. Και πώς θα ζήσει; Θα κατοικήσει η ζωή σ’ εκείνον, η οποία είναι ο ίδιος Θεός, όπως λέει ο ίδιος: «Εγώ είμαι η ζωή και η αλήθεια». Και τί είδους ζωή θα ζει έχοντας τον Χριστό μαζί του; Θα γνωρίζει τον Πατέρα του ουρανού, όπως λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Και αυτή είναι η αιώνια ζωή: το να γνωρίζουν εσένα, το μόνο αληθινό Θεό»( Ιω. 17,3).

Ω τρισμακάριε άνθρωπε, εσύ ο οποίος με αληθινή μετάνοια εξομολογείσαι. Ω, πώς γίνεσαι κατοικητήριο του Υιού του Θεού, και γνώστης του ουράνιου Πατέρα! Από τώρα σου λέω τα καλά μηνύματα, πως, όταν ανέβεις στην αιώνια ζωή, θα βλέπεις τον Πατέρα των φώτων και θα τον γνωρίζεις. Αντιλαμβάνεσθε, αδελφοί μου τίμιοι, τί συμβαίνει στους μετανοούντες. Αντιλαμβάνεσθε άρχοντες, αντιλαμβάνεσθε αρχιερείς και ιερείς τα αγαθά, δηλαδή τα στολίσματα και τους πλουτισμούς τα οποία δίνει ο ουράνιος Δεσπότης στους μετανοούντες, και τότε μόνοι σας θα τους αποκαλέσετε ισοστάσιους των μαρτύρων.

Στον Ησαΐα αναφέρεται· «Αυτά λέει Κυριος, ο Υψιστος, που αιώνια κατοικεί στα υψηλά, που είναι αγιότατο το όνομά του, Κύριος, Ύψιστος, επαναπαυόμενος και ευαρεστούμενος ανάμεσα στους αγίους. Αυτός ο οποίος δίνει καρτερία και δύναμη στους ολιγόψυχους παρέχει ζωογόνο παρηγοριά στους συντετριμμένους κατά την καρδιά· τον αμαρτωλό επειδή παρέβηκε το θέλημά μου και αμάρτησε για λίγο διάστημα, τον τιμώρησα και τον λύπησα. Εγώ είδα την μετά ταύτα αλλαγή των δρόμων της ζωής του και τον θεράπευσα από την ασθένειά του. Τον παρηγόρησα, έδωσα σ’ αυτόν πραγματική παρηγοριά».(Ησ. 57, 15,17,18). Για την αμαρτία, λέει, πως λίγο τον τιμώρησε. Αλλά σκεφτόμενος τους ταπεινούς δρόμους της καρδιάς, αυτού που βρίσκεται στη μετάνοια και εξομολόγηση, λέει πως του έδωσε την αληθινή παράκληση· αυτούς τους δρόμους, τους οποίους και ο προφήτης σημείωνε στους χαριτωμένους Ψαλμούς του: «τα βήματά μου, τα μονοπάτια της ζωής μου και τους δρόμους που ακολούθησα συ προείδες και έμαθες ότι δεν υπάρχει δόλος στη γλώσσα μου»(Ψαλ. 138,3-4). Σαν να λέει: «Σ’ αυτήν την εξομολόγηση την οποίαν σου λέω με το στόμα μου, δεν σου λέω ψέματα». Και παρακάτω· «εξέτασε και γνώρισε τον τρόπο της ζωής μου»(Ψαλ. 138,23). Ποιά δε παράκληση λέει να του δώσει; Το Άγιο Πνεύμα, το οποίο στο άγιό του Ευαγγέλιο το ονομάζει Παράκλητο Αληθείας: «Κι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα και θα σας δώσει άλλον Παράκλητο, για να είναι μαζί σας στον αιώνα: το Πνεύμα της αλήθειας, που ο κόσμος δε δύναται να το λάβει, γιατί δεν το βλέπει, ούτε το γνωρίζει. Εσείς το γνωρίζετε, γιατί μένει κοντά σας και θα είναι μέσα σας. (Ιω. 14,16-17).

Τρία μεγάλα πράγματα σκέφτομαι, αδελφοί μου, ότι ολοκληρώνει ο Κύριος μας σε δόξα όσων προσέρχονται με μετάνοια και εξομολόγηση. Ένα· όπως δεν είχε ανάγκη να βαφτισθεί, διότι «Αυτός δεν έκανε αμαρτία ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του», όμως βαπτίσθηκε. Ούτε είχε ανάγκη να προσευχηθεί, αλλά προσευχήθηκε στην ανάσταση του Λαζάρου και στο όρος των Ελαιών· στον Λάζαρο, όταν σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, σε ευχαριστώ, διότι με άκουσες, στο δε Όρος, όταν γονάτισε προσευχόταν, λέγοντας, «Πατέρα, αν θέλεις, απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα» (Λουκ. 22,41-42).
Έτσι δεν είχε ανάγκη να εξομολογηθεί, διότι ήταν πλάσμα καθαρότατο, αλλά έδωσε παράδειγμα εξομολογήσεως. Είχε μικρό παράπονο ως άνθρωπος και το εκφράζει και το λέει στον παντοδύναμο Θεό. Στον προφήτη Ιερεμία, στον οποίο και παρουσιάζει τον εαυτό του ως αρνίο, λέει· «Εγώ δε ως αρνίο άκακο, που οδηγείται προς θυσία, δεν γνώριζα, που οδηγούμαι. Οι εχθροί μου σκέφθηκαν και πήραν πονηρές αποφάσεις εναντίον μου λέγοντες· ελάτε, ας βάλουμε στον άρτο του δηλητηριώδες βότανο· Κύριε, συ ο οποίος κρίνεις με δικαιοσύνη, συ ο οποίος ερευνάς και γνωρίζεις νεφρούς και καρδιές, ας δώσεις να δω εγώ την εκ μέρους σου τιμωρία τους, διότι εγώ σε σένα αποκάλυψα και εμπιστεύθηκα το δίκαιό μου». (Ιερεμ.11,19-20) 
Ξεσκέπασα, λέει, την καρδιά μου και εκφράζω το παράπονό μου. Αυτοί οι παράνομοι με σύρουν σαν ένα ταπεινό και άκακο αρνίο να με σφάξουν και σου λέω το μεγάλο μου δίκαιο και κρίνε. «Κρίνε με Θεέ μου, και εκδίκασε την υπόθεσή μου από ένα έθνος, που δεν πιστεύει σε σένα… Γιατί με απομάκρυνες από κοντά σου;». Θεέ Πάτερα, γιατί με εγκατέλειπες «γιατί αφήνεις να με συνθλίβει ο εχθρός μου ώστε να περνώ τις μέρες μου σκυθρωπός και θλιμμένος»(Ψαλ. 42,1-2).
Άλλο -το οποίον είναι το δεύτερο πράγμα- λέει για τον άνθρωπο που εξομολογείται, πως είναι σαν το στόμα του Θεού. Αυτό το σημειώνει στον προφήτη Ιερεμία, λέγοντας: «Εάν ξεχωρίσεις τον αληθινό και τίμιο λόγο μου από τον ανάξιο και ψευδή, θα είσαι συ σαν το δικό μου στόμα»(Ιερ. 15,19) Ποιoν άνθρωπο εννοεί εδώ το Πνεύμα το οποίον ομιλεί στον προφήτη; Βέβαια πολύ περισσότερο εννοεί για τον συγγενή, παρά για τον ξένο. Και ποιoς είναι ο συγγενέστερος του κάθε ανθρώπου; Είναι η ψυχή του. Βέβαια και αναντίρρητα αυτή είναι το τίμιο πράγμα, επειδή είναι η εικόνα του αόρατου Θεού. Μιλώντας και ο Αριστοτέλης για τη ψυχή, την ονομάζει «είδηση των καλών και τιμίων».
Τί λέει λοιπόν στον κάθε άνθρωπο; «Όποιος το τίμιο πράγμα, τη ψυχή του, η οποία αξίζει περισσότερο από όλο τον κόσμο, θα την πάρει από τον ανάξιο, από τα χέρια του διαβόλου και της αμαρτίας, σαν να είναι το στόμα μου». Και γιατί δεν είπε θα είναι σαν εμένα, αλλά λέει σαν το στόμα μου; Το στόμα βγάζει λόγια και κόβει αμαρτίες, σαν να λέει: «Αν θέλει να ελευθερώσει τη ψυχή του, λόγους κοφτερούς πρέπει να βγάλει, την εξομολόγηση. Και τότε εκείνο το στόμα θα το τιμήσω και θα του δώσω την αξία του δικού μου στόματος. Το δικό μου στόμα είναι εκείνο το οποίον επιτίμησε το διάβολο και τον νίκησε, όταν είπε: «ύπαγε οπίσω μου σατανά» και άφησε τον Ιησού ο διάβολος(Ματ.4,10-11).Έτσι και στο στόμα του εξομολογουμένου θα δώσω τη χάρη, ώστε θα εξορκίζει δαιμόνια, και όχι πίσω του αλλά κάτω από τα πόδια του θα βρίσκονται· «Ιδού, σας έχω δώσει την εξουσία να πατάτε πάνω σε φίδια και σε σκορπιούς, και πάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού»(Λουκ. 10, 19). Το στόμα μου έδωσε λόγο στον κωφό και μουγγό και είπε: «Εφφαθά», που σημαίνει: “Ανοίξου εντελώς”. Και αμέσως ανοίχτηκαν τα αυτιά του και λύθηκε το δέσιμο της γλώσσας του και μιλούσε ορθά»(Μαρκ. 7, 34-35). Έτσι θα τιμήσω και θα ενδυναμώσω το στόμα του εξομολογουμένου, ώστε να είναι στο υπόλοιπο της ζωής του ο νους, όχι κωφός στα θεία λόγια, αλλά χαριτωμένος και η γλώσσα χρυσή στο να ευλογεί τον Θεό.
Άλλο -και αυτό είναι το τρίτο- το πως γι’ αυτούς τους αμαρτωλούς οι οποίοι μετανοούν, ο Θεός ήλθε στον κόσμο και έλαβε ανθρώπινη σάρκα και την παρέδωσε στο θάνατο. Λέει ο Ησαΐας στο 53ο κεφάλαιο: «Αυτός όμως τραυματίσθηκε για τις δικές μας αμαρτίες, ταλαιπωρήθηκε και υπέφερε για τις ανομίες μας. Παιδευτική τιμωρία έπεσε πάνω του για τη δική μας ειρήνη και σωτηρία. Χάρις δε στην πληγή του εμείς θεραπευτήκαμε.»(Ησ. 53,5) Λέει δε και ο Λουκάς πως για τη σάρκα ο Υιός του Θεού ως Σαμαρείτης φάνηκε και είδε τον άνθρωπο που κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, και έπεσε στους ληστές, πως τον σπλαχνίσθηκε «και αφού τον πλησίασε, περιέδεσε τα τραύματά του, χύνοντας πάνω τους λάδι και κρασί»(Λουκ. 10,34).

Πόσο πιο μεγάλα και αξιοθαύμαστα πράγματα μπορούν να είναι όπως αυτά τα τρία τα οποία είπα, πως για το μεγαλείο της εξομολογήσεως και ο Χριστός εξομολογήθηκε, και το στόμα του εξομολογούμενου το τίμησε όπως το δικό του, και το ότι μόνον για τους αμαρτωλούς ήλθε στον κόσμο; 
Πόσο μεγαλύτερη τιμή μπορούν να έχουν τώρα οι μάρτυρες από τους εξομολογούμενους με μεγάλη συντριβή; 
Δεν θα έχουν μεγαλύτερη τιμή και αξία. Θα έλεγα, ότι οι μετανοούντες θα έχουν μεγαλύτερη αξία, παρά οι μάρτυρες. Διότι δεν είδα στο ιερό Ευαγγέλιο να λέει τη χαρά η οποία γίνεται στα υπερκόσμια για τους μάρτυρες, αλλά για τους προσερχόμενους στην μετάνοια και εξομολογούμενους τα σφάλματά τους. «Γίνεται μεγάλη χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί» (Λουκ. 15,7).

Στην παραβολή του ασώτου υιού περιγράφει ο ίδιος ο Κύριός μας την ιστορία. Ήλθε, λέει, ο υιός και φώναξε στον πατέρα του: «Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, δεν είμαι άξιος πια να ονομαστώ γιος σου»(Λουκ. 15, 18-19) Δείτε με πόσα χαρίσματα και πόσο τον τίμησε εκείνος ο αγαθός πατέρας. Του έβγαλε τα βρώμικα ρούχα και τον έντυσε με πλυμένα και όμορφα. Του έβαλε στο χέρι δακτυλίδι και υποδήματα στα πόδια του. Έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, έστρωσε τραπέζι και κάθισαν να χαρούν. «Χαρείτε», λέει, «διότι αυτός είναι ο υιός μου, που ήταν χαμένος από τις αμαρτίες του, αλλά τώρα βρέθηκε» με τη μετάνοια και εξομολόγησή του.

Σας αφήνω να κρίνετε και να σκεφτείτε, ή είναι μεγαλύτεροι από τους μάρτυρες οι μετανοούντες όταν εξομολογούνται, ή ίδιοι με αυτούς; Αλλά -ας το πω- ισότιμοι είναι με τους μάρτυρες. Διότι τον ίδιο λογισμό που έχουν οι μάρτυρες στην αγάπη του Ιησού Χριστού, έχουν και οι μετανοούντες· και την ίδια άρνηση που κάνουν οι μάρτυρες της σάρκας τους, κάνουν και οι μετανοούντες. Την ίδια έχθρα και τον ίδιο πόλεμο που κάνουν οι μάρτυρες στο διάβολο, στον κόσμο και στη σάρκα, τα ίδια κάνουν και οι μετανοούντες. Διότι απαρνούνται όλα τα σαρκικά πάθη και απονεκρώνουν τη σάρκα, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή:«Εκείνοι, λοιπόν, που είναι του Ιησού Χριστού σταύρωσαν τη σάρκα μαζί με τα πάθη και με τις επιθυμίες» (Γαλ. 5,24) όπως οι ευλογημένοι μάρτυρες δεν λυπόνταν για το χωρισμό του σώματος στο μαρτυρικό θάνατο.
Αλλά και οι μετανοούντες, ως χωριζόμενοι από τα εμπαθή του σώματός τους, είχαν πολλή λύπη, όπως λέει ο Παύλος. Την λέει λύπη κατά Θεόν, η οποία φέρνει στους εξομολογούμενους ολοκληρωτική μετάνοια. Έτσι γράφει προς τους Κορινθίους: « Η κατά Θεό λύπη εργάζεται μετάνοια για σωτηρία αμεταμέλητη, η λύπη όμως του κόσμου κατεργάζεται θάνατο».(Β΄Κορ.7,10). 
Ίσως θα εκαυχόντο οι μακάριοι Απόστολοι ότι ήσαν στον καιρό του Χριστού και κάθονταν μαζί του και έτρωγαν και έπιναν και για την αγάπη του επρόκειτο να μαρτυρήσουν χύνοντας τα άγια αίματά τους. Ας δοξαστούν οι αμαρτωλοί και τελώνες, οι οποίοι ήσαν με τον Χριστό και τους Αποστόλους, και ρωτούσαν οι Φαρισαίοι λέγοντας: «Γιατί τρώτε και πίνετε μαζί με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς;». 
Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε προς αυτούς: «Δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς από γιατρό, αλλά οι ασθενείς. Δεν έχω έρθει να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια». (Λουκ. 5,30-32). Πότε κάθονται και τώρα οι αμαρτωλοί με τον Χριστό και τρώνε και πίνουν μαζί του; 
Όταν παρουσιάζει την ιερά εξομολόγηση ως τράπεζα ο ιερέας, ο οποίος έχει καλεσμένο τον Θεάνθρωπο Ιησού με το Πατέρα και το Πνεύμα και έχει και τους αμαρτωλούς συντρώγοντας, και τρώνε οι μεν αμαρτωλοί τα δάκρυα της μετανοίας τους ως άρτο, όπως λέει ο προφήτης: «τα δάκρυά μου έγιναν για μένα το ψωμί μου τη μέρα και τη νύκτα καθώς μου λένε κάθε μέρα: πού είναι ο Θεός σου;» (Ψαλμ.41, 4).

Άγιος Γεράσιμος Παλλάδας
(Αγίου Γερασίμου Παλλαδά, Άπαντα, τ. Α΄, εκδ. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, σ. 144-154, σε νεοελληνική απόδοση)