.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μωυσέως Μοναχού Αγιορείτου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μωυσέως Μοναχού Αγιορείτου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Διέξοδοι στην σύγχρονη πνευματική κρίση



Στις ημέρες μας το ερώτημα για το ποιος είναι ο κύριος σκοπός της ζωής ακούγεται αδιάφορα, σ’ έναν κόσμο που δεν ενδιαφέρεται για την ουσία, την αλήθεια και την αξία των πραγμάτων. Δυστυχώς πολύς κόσμος δεν γνωρίζει γιατί ζει ακριβώς.

Ζούμε εδώ και καιρό μία κατάρρευση των αξιών της ζωής. Πρόκειται για μια σοβαρή κρίση, όχι τόσο οικονομική, κοινωνική ή πολιτισμική αλλά κύρια πνευματική. Ό,τι επί αιώνες κατακτήθηκε, υβρίζεται, χλευάζεται, ποδοπατιέται, . Καμία συγκίνηση, κανένα αίσθημα , κανένας σεβασμός για ό,τι το ιερό. Σύντομη και βάναυση αποϊεροποίηση των πάντων εδώ και τώρα. Δεν ήλθα απόψε να σας κάνω τον δάσκαλο, τον κατηχητή, τον ιεροκήρυκα, τον επιτιμητή και τον εισαγγελέα. Ήλθα να καταθέσω ταπεινά τον πόνο μου, την αγάπη μου, τον ειλικρινή λογισμό μου.

Λησμόνησε λοιπόν ο σύγχρονος άνθρωπος τον κύριο σκοπό της υπάρξεώς του. Θεώρησε ότι είναι επιγείως αθάνατος. Δέθηκε ισχυρά με την ύλη, τα χρήματα, τα κτήματα, τα πράγματα. Νόμισε την ασυδοσία ελευθερία, την ασέβεια πρόοδο, την απάτη ευφυΐα, την αμαρτία απελευθέρωση , την τιμιότητα ανοησία. Μπήκε στη ζωή των νεοελλήνων η αμφισβήτηση, η αμφιβολία, η καχυποψία, η αναίρεση, η απόρριψη. Θεοποιήθηκε η χρηματολαγνεία, η σαρκολατρεία, η επηρμένη φιλοδοξία. Ωραιοποιήθηκε η υποκρισία.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, η Εκκλησία θεωρήθηκε ενοχλητική. Έτσι, υπάρχοντα σκάνδαλα λαθεμένων εκπροσώπων της διογκώθηκαν, άλλα εφευρέθηκαν, συντηρήθηκαν και διατηρήθηκαν, ώστε ο κόσμος να δυσανασχετεί και μόνο που βλέπει ράσο στο δρόμο. Η Εκκλησία δεν είναι μικρομάγαζο. Η Εκκλησία υπήρξε πριν από εμάς και ασφαλώς θα υπάρξει και μετά από εμάς. Η ψυχή ζητά φως πέρα από το ηλιακό και το τεχνητό. Το «είναι» κάθε σοβαρού ανθρώπου αναζητά τις καθάριες πηγές των υδάτων για να ξεδιψάσει αληθινά. Οι διάφορες συνταγές για πρόσκαιρη ηδονή πρόσφεραν τελικά άφθονη οδύνη.

Πολλοί ευαίσθητοι άνθρωποι των καιρών μας κλείνονται στον εαυτό τους και αν δεν παραμιλούν και μελαγχολούν, μονολογούν στοχαστικά για την τόσο βίαιη αλλαγή των καιρών. Ένα αδιέξοδο επικρατεί στις συζητήσεις. Η πόλη κατάντησε μουντή και αφιλόξενη. Τα χωριά θεωρούνται πολύ μικρά και άχαρα. Το περιβάλλον θορυβώδες, μολυσμένο, ταραγμένο. Οι άνθρωποι ατομιστές, ιδιότροποι, βιαστικοί , επιπόλαιοι. Απαξίωση στην πολιτική και διαφθορά στους πολιτικούς. Εκκλησιαστικοί άρχοντες φωνασκούντες και απειλούντες και άλλοι σιωπώντες και κρυπτόμενοι. Οι καλλιτέχνες παρασύρονται από τη μόδα και οι επιστήμονες από την έπαρση. Τελική και οδυνηρή διαπίστωση, μια γενική φθορά που δίνει πίκρα, λύπη, πόνο βαθύ.

Ο σύγχρονος άνθρωπος ξετρελλάθηκε από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Όπως λέει ένας σοφός δοκιμιογράφος «ο σύγχρονος άνθρωπος πέταξε τα χρήσιμα κάποτε για την ιδιοτέλειά του προσωπεία των ιδεών και των πίστεων και φανέρωσε το αληθινό του πρόσωπο, το πρόσωπο, που ένας λαμπρός πολιτισμός , ο οποίος (δεν ωφελεί να το κρύψουμε) πεθαίνει στις ημέρες μας, είχε με κόπο εξανθρωπίσει» ( Κώστας Χατζηαντωνίου ) . Και ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός είπαν πολλές αναλήθειες κι έδωσαν πολλές υποσχέσεις, ότι όλοι θα είναι όσοι, ικανοί, τυχεροί και πλούσιοι. Σύντομα ο κόσμος απογοητεύθηκε οικτρά. Οι πολιτικές ηγεσίες στάθηκαν αρκετά ανειλικρινείς…


Από το βιβλίο: «Παθοκτονία»
πρόσκληση μετανοίας
σε καιρούς κρίσεως
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Εκδόσεις «εν πλω»

Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή!



Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει νάναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. 
Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! 
(Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)...

Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές
Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως.
Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.
Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.
Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.
Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
Στην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.
Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.
Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.
Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.
Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.
Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.
Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
Ο Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. 
Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.
Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.
Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρ­των και σκοτεινών.
Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.
Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.
Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.
Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κα­τάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.
Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας ά­κοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.
Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας δι­δάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό
Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.
Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.
Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.
Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.
Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμω­νία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.
Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου.
Ο αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας.
Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες.
Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του.
Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή.
Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού.
Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας.
Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύ­θηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους.
Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως.


«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» 
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
 ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ». 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Ο Θεός δεν θα κρίνει όσους αμάρτησαν, αλλά όσους δεν μετανόησαν.

ΘΛΙΨΕΙΣ... ΔΡΟΜΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ


Επικρατεί μια συννεφιά στον τόπο μας. Πρόσωπα σκυθρωπά, αγέλαστα, θλιμμένα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην πέρασε θλίψη. Διάφορες είναι οι πηγές της θλίψεως. Κουράζουν το σώμα και την ψυχή.

Οι θλίψεις μπορούν να αρρωστήσουν τον άνθρωπο, αλλά μπορούν και να τον ωριμάσουν και να τον καλλιεργήσουν. Να τον κάνουν να δει τον συνάνθρωπό του με μεγαλύτερη επιείκεια, κατανόηση και συμπάθεια.

Η υπομονή και η ελπίδα στις θλίψεις ανακουφίζουν. Μπορεί οι θλίψεις να οδηγήσουν σε καλό, σε μετάνοια. Δεν είναι κανείς που να μην πέρασε θλίψεις, πόνους, πειρασμούς και δοκιμασίες. Σαν σαράκι η θλίψη κατατρώει τον έσω άνθρωπο. Ο σκοπός των θλίψεων στη ζωή μας δεν είναι ότι ο Θεός αρέσκεται να τιμωρεί και να βασανίζει τους ανθρώπους σαν ένας σαδιστής πατέρας, αλλά η διόρθωσή μας, η βελτίωσή μας, η κατεύθυνσή μας στα άνω. Οι θλίψεις μπορούν να γίνουν ένας δρόμος προς συνάντησή μας με τον ζώντα Θεό.

Οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι και όχι το φως, και γι’ αυτό θλίβονται. Μερικές φορές οι θλίψεις διώχνουν την οκνηρία, τη νωχέλεια και την αδιαφορία.

Μπορούν να συγκεντρώσουν τον άνθρωπο στον εαυτό του, να γίνει αφορμή περισυλλογής, ενδοσκαφής, αυτοανάκρισης, αυτογνωσίας και αυτομεμψίας. Οι πολλές και διάφορες ανέσεις μπορούν να κάνουν τον άνθρωπο πιο ράθυμο, χλιαρό και χαλαρό. Μπορεί να νομίζει ότι είναι ευτυχισμένος, μέσα του όμως να έχει μια ανεκπλήρωτη χαρά. Η γενναία αντιμετώπιση των θλίψεων της ζωής θα δώσει τη νίκη της ανδρείας. Μπορεί οι θλίψεις να μας φέρουν πιο κοντά στο Θεό. Ο Θεός αγαπά να δοκιμάζει παιδαγωγικά για να βοηθήσει, να φωτίσει, να ανορθώσει. Οι θλιμμένοι μπορούν να γίνουν πιο συμπάσχοντες και φιλάδελφοι.

Μη στη στενοχώρια προσθέτουμε στενοχώρια και στη θλίψη άλλη θλίψη. Κατά τον Μέγα Βασίλειο κακό δεν είναι η ασθένεια, η απόρριψη, η οικονομική ζημιά, η φτώχεια και η στέρηση παρά μόνο η αμαρτία. Η σοφία του Θεού αφαιρεί τον πλούτο από αυτούς που τον μεταχειρίζονται λαθεμένα, εσφαλμένα, πλεονεκτικά και απάνθρωπα. Επιτρέπει τις ασθένειες στο σώμα για να το ταπεινώσει, να δώσει υγεία στην ψυχή, να μην αφηνιάσει στην αμαρτία. Παίρνει, παρά τη θλίψη μας, εκείνους που κρίνει πως είναι η καλύτερή τους ώρα. Μην τα βάζουμε με τον Θεό. Ξέρει καλά τι κάνει. Δεν γνωρίζουμε το σωτήριο σχέδιο και τον λυτρωτικό Θεό. Αρκετές φορές το φάρμακο είναι πικρό, δεν θέλουμε να το πάρουμε, όμως δίνει θεραπεία.

Η αμαρτία είναι η κύρια και η μεγάλη πηγή των θλίψεων. Η αμαρτία τυραννά, παρασύρει, δεσμεύει, φυλακίζει, εξαθλιώνει. Ο Θεός δεν θα κρίνει όσους αμάρτησαν, αλλά όσους δεν μετανόησαν. Η ταπεινοφροσύνη, η προσευχή, η υπομονή ελαφρύνει το βάρος των θλίψεων. Μη λοιπόν αφήσουμε εξαιτίας μας να μεγαλώσουν οι θλίψεις.

Μην επιτρέψουμε θλίψη επί των θλίψεων. Ας τις δούμε και με αυτό το άλλο μάτι που αναφέρουμε. Μην, παρακαλώ, οδηγηθεί ποτέ κανείς στην απελπισία. Μετά τη συννεφιά συνήθως η λιακάδα είναι πιο γλυκιά.



Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης

Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Πέντε δρόμοι μετανοίας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΑΣ ΔΕΙΧΝΕΙ 

5 ΤΡΟΠΟΥΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ



Μας λέγει:
Πρώτος δρόμος μετανοίας είναι ν' αυτοκαταδικάζεσαι για τις αμαρτίες σου. Ο Κύριος εκτιμά ιδιαίτερα αυτή σου την πράξη. Αυτός που μόνος του καταδίκασε τ' αμαρτήματά του πολύ δύσκολα θα τα επαναλάβει. Η έγκαιρη εξέγερση της συνειδήσεως σου διά της αυτοκατηγορίας δεν θα έχει κατήγορο στο ουράνιο κριτήριο.
Δεύτερος αξιόλογος δρόμος μετανοίας είναι να μη βαστάς κακία για κανένα, ακόμα και γι' αυτούς τους εχθρούς σου. Να συγκρατείς πάντοτε την οργή σου, να συγχωρείς τ' αμαρτήματα των άλλων, γιατί έτσι θα εξαλείψει και τα δικά σου ο Κύριος. Είναι αυτό ένα αποτελεσματικό καθαρτικό, αφού μας το υπέδειξε ο ίδιος ο Κύριος λέγοντας: Αν συγχωρέσετε τους χρεώστες σας, τότε θα σας συγχωρήσει σίγουρα και ο ουράνιος πατέρας μας (Ματθ. 6. I).
Τρίτος ασφαλής δρόμος μετανοίας είναι η ορθή, θερμή και εκ βαθέων καρδιακή προσευχή. Μη λησμονάμε την ευαγγελική χήρα που επέμενε στο αίτημα της στον δύστροπο δικαστή και τελικά έλαβε το ποθούμενο (Λουκ. 18, 1-8). Αν εκείνη έλαβε για την επιμονή της από τον αδιάντροπο δικαστή, πόσο μάλλον εμείς που έχουμε ουράνιο πατέρα ήμερο, φιλικό και φιλάνθρωπο και οπωσδήποτε θα μας δωρίσει τα προς τη σωτηρία μας αιτήματα.
Τέταρτος σίγουρος δρόμος μετανοίας είναι της ελεημοσύνης, που η δύναμή της είναι ανέκφραστα μεγάλη. Ο προφήτης Δανιήλ είπε στον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα να ξεπλύνει τις πολλές αμαρτίες του μ' ελεημοσύνη και τ' ανομήματά του με το να ευσπλαγχνισθεί τους φτωχούς. Η αγάπη είναι ικανή να εξαλείψει αμαρτήματα. Ο μετανοημένος παραβάτης με τη φιλανθρωπία επανορθώνει τα πάντα με τον αγώνα του και τη χάρη του Θεού.
Πέμπτος δρόμος σταθερός ο συνδυασμός πηγαίας μετριοφροσύνης κι εγκάρδιας ταπεινοφροσύνης. Μάρτυρας προς τούτο ο τελώνης της ευαγγελικής παραβολής. Η γνήσια ταπεινοφροσύνη του αποτίναξε όλο το βαρύ φορτίο των αμαρτημάτων του.
Καταλήγει λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, ο ιερός Χρυσόστομος: Να καταδικάζουμε τις αμαρτίες μας, να συγχωρούμε τις αμαρτίες των αδελφών μας, να 'χουμε κερδοφόρα προσευχή, καρπούς ελεημοσύνης και ταπεινοφροσύνης, δίχως να καθυστερούμε, δίχως να χάνουμε ούτε μία μέρα και ώρα βαδίζοντας τους πέντε αυτούς σωτήριους δρόμους καθημερινά.

(Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Χριστός χριστιανούς χαρά χαρίζει», εκδ. Τήνος)


Μετάνοια κι εξομολόγηση.

ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


Συμβαίνει, αγαπητοί μου, λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συχνά ο άνθρωπος στον κόσμο να φοβάται πολύ. Φοβάται μη αρρωστήσει, μη πάθει κάτι άσχημο, μη του κάνουν κακό, μη δεν επιτύχει, μη δεν προοδεύσει, μη εκτεθεί, μη δεν τιμηθεί, μη δεν αναγνωρισθεί. Για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του δεν πολυνοιάζεται, δεν φοβάται, δεν αγωνιά, μόνο ελπίζει στον Πολυεύσπλαχνο Θεό, αν βέβαια πάλι νοιάζεται και ενδιαφέρεται. Δεν αγαπά πολύ τη σωτηρία του φαίνεται σήμερα ο άνθρωπος. Γιατί άραγε; Τί είναι αυτό που τον κάνει ν' αμαρτάνει εύκολα και να μετανοεί δύσκολα; Είναι τόσο δύσκολο ν' αλλάξει ο άνθρωπος; Είναι υποτιμητικό να ζητήσει συγχώρεση; Είναι αναξιοπρεπές να ταπεινωθεί; Τον ομιλητή παρακαλώ καλείσθε ν' ακούσετε ως αδελφό σας, ως συναγωνιστή και όχι σαν αυστηρό δάσκαλο. Θα προσπαθήσει ν' απαντήσει στα βασικά και καίρια παραπάνω ερωτήματα. Θα χρησιμοποιήσει προς τούτο την απαράμιλλη Αγία Γραφή, τη θεοκίνητη Πατρολογία και τον μυροβόλο Συναξαριστή.
     
Το κήρυγμα της Εκκλησίας είναι, θα πρέπει πάντα να είναι, περί μετανοίας. Αυτό ήταν το κήρυγμα όλων των προφητών της Π. Διαθήκης έως του Τιμίου Προδρόμου, αυτό ήταν και του Χριστού. Η 
μετάνοια δημιουργεί το κατανυκτικό κλίμα της ελεύσεως της βασιλείας του Θεού, της θεωρίας του Θεού, της συναντήσεως με Αυτόν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αγιορείτης, ο διαπρύσιος κήρυκας της χάριτος και του φωτός, λέγει χαρακτηριστικά πως η αληθινή μετάνοια είναι αρχή, μέση και τέλος της εν Χριστώ πνευματικής ζωής. Όλοι μα όλοι έχουμε ανάγκη μετανοίας, γιατί ουδείς αναμάρτητος. Η πνευματική ζωή αρχίζει οπωσδήποτε με τη μετάνοια. Το έργο της δεν παύει ποτέ. Ο Μ. Βασίλειος λέγει πως όλος ο ανθρώπινος βίος είναι προς μετάνοια. Ο ατελής άνθρωπος θέλει συνεχή αγώνα για να πλησιάσει τον Παντέλειο Θεό. Ατέλεστος η τελειότητα θα πει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Δεν υπάρχουν νιρβάνα στην Ορθοδοξία, όπου παύεις τον αγώνα και επαναπαύεσαι μακάρια. Ο αγώνας είναι έως του τάφου, ασταμάτητος, αδιάκοπος.
    
Ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση.
  
   Ο Αδάμ πλάσθηκε από τον Πανάγαθο Θεό κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσή Του. Το κατ' εικόνα του δόθηκε αμέσως. Το καθ' ομοίωση θάπρεπε όμως να το καλλιεργήσει ελεύθερα και φιλότιμα ο ίδιος με τη συνεργία βέβαια της Θείας Χάριτος. Η κατάκτηση του καθ' ομοίωση αποτελεί τον αγιασμό, τη χαρίτωση, την τελείωση, τη θέωση. Ο Αδάμ πριν την πτώση είχε την άνεση να συνομιλεί με τον Θεό συνέχεια. Είχε καθαρότητα, φωτεινότητα, απλότητα, ταπεινότητα. Μετά την πτώση διαταράχθηκε αυτή η σχέση η ωραία. Σκοτείνιασε ο νους του, θόλωσε, αμαυρώθηκε. Ο ακάθαρτος νους δεν μπορεί να είναι δεκτικός της θείας Χάριτος.
    
Η αμαρτία αποτελεί παρά φύση κίνηση, που δεν επιφέρει απλά στον Αδάμ τη στέρηση της κοινωνίας του με τον Θεό, αλλά δεν μπορεί τώρα πλέον η θεία ενέργεια νάναι καθαρτική, φωτιστική και θεοπτική. Ο παρασυρμός του Αδάμ από την Εύα και της Εύας από τον δαίμονα επέφερε τη στέρηση της θείας Χάριτος. Πώς θα επανέλθουν στο πρωτόκτιστο κάλλος; Μόνο διά της μετανοίας. Η μετάνοια η αληθινή είναι δυνατή να θεραπεύσει, να καθαρίσει, να επαναφέρει στην προπτωτική κατάσταση. Η θεόσδοτη και θεοδώρητη μετάνοια είναι ικανή να ξεσκοτεινιάσει τον νου, να καθαρίσει την καρδιά και την πνευματική όραση. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τονίζει πως η μετάνοια δύναται να επαναφέρει τον μετανοούντα σε μεγαλύτερη καθαρότητα και από την πριν της αμαρτίας κατάσταση.

Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο ο Αδάμ με το να υπακούσει στον δαίμονα, αποδυναμώθηκε αλλά δεν καταστράφηκε τελείως. Κέντρο του τώρα γίνεται ο εαυτός του κι όχι ο Θεός του. Η βάση της αμαρτίας κατά τον μακαριστό Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς είναι να γίνουμε θεοί δίχως Θεό, μόνοι μας. Η αυτοθέωση αυτή είναι αντίθεη, αντίχριστη, δαιμονιώδης. Πουλήθηκε στον δαίμονα ο Αδάμ, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, και ο δαίμονας τώρα τον κάνει ότι θέλει. Τάχασε ο Θεός με τον άνθρωπο, λέγει κάπου ο Μ. Αθανάσιος, δεν περίμενε ότι θα βγούμε τόσο σκάρτοι. Ο άγιος Μακάριος συνεχίζει: Τη μέρα που ο Αδάμ έπεσε, ήλθε ο Θεός στον Παράδεισο και έκλαψε για το κατάντημά του. Προτίμησε το κακό αντί του αγαθού, τη ντροπή από τη δόξα, το σκοτάδι από το φως. Ο Αδάμ παρέσυρε όλο το ανθρώπινο γένος στην κακία.
     
Η συνάντηση της ψυχής με την αμαρτία γεννά τα πάθη. Η τροπή αυτή δεν έχει επιβληθεί, είναι εντελώς εκούσια, αποτέλεσμα της πλήρους ελευθερίας. Η κακία είναι ξένη στη φύση της ψυχής. Η αμαρτία διάβρωσε την ψυχή, την αποδυνάμωσε. Η συνήθεια της αμαρτίας είναι ως πορνεία με τον δαίμονα κατά τον έξοχο όσιο Μακάριο. Τα πάθη κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι δαιμονοκίνητα. Η παραμονή της αμαρτίας τυφλώνει την ψυχή, τη σκοτεινιάζει, την αρρωσταίνει, την τραυματίζει, τη θανατώνει. Στην κατάσταση αυτή εμπαίζεται από τους μισάνθρωπους δαίμονες. Ο αμαρτωλός, κατά τον άγιο Γρηγό­ριο τον Παλαμά, είναι κατά ένα τρόπο δαιμονισμένος. Η ψυχή δεν ταυτίζεται με την αμαρτία και ποτέ δεν γίνεται ένα με αυτή. Η παράβαση του Αδάμ έδωσε δικαίωμα στον δαίμονα να κτυπήσει και να σκοτίσει το νου του ανθρώπου, που είναι το βασιλικό μέρος της ψυχής, ο ηγεμόνας νους που ορά τον Θεό κατά τους αγίους πατέρες.
    
Έτσι ο ηγεμόνας νους γίνεται δούλος της αμαρτίας. Τον κυριεύουν τότε άτοποι, ακάθαρτοι, πονηροί λογισμοί. Ασχολείται μόνο με τα κοσμικά, τα γήινα, τα φθαρτά. Λησμονά να προσεύχεται. Δεν αισθάνεται την ανάγκη. Ενίοτε τον ελέγχει η μνήμη ή η παρου­σία του Θεού τον αμαρτωλό άνθρωπο. Σκανδαλίζεται με την Εκκλησία, αγαπά πιο πολύ τον κόσμο. Τον αιχμαλωτίζει το κακό. Τότε νομίζει πως ζει. Κυκλοφορεί νεκρός, νεκρός ψυχικά.
    
Το κακό είναι ηθελημένο, επιλεγμένο και πραγματούμενο εκούσια από τον άνθρωπο. Η βούληση του ανθρώπου είναι κύρια υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Αναίτιος του κακού η θεία αυτοαγαθότητα λέγει ο Μ. Βασίλειος. Κανένα κακό έξω από την προαίρεση του ανθρώπου δεν υπάρχει, λέγει ο αββάς Ισαάκ. Ο Αδάμ είναι ο κύριος υπεύθυνος για την παράβαση ως αυτεξούσιος και τέλεια ελεύθερος. Η πτώση μόλυνε τον Αδάμ. Ο Χριστός λέγει ν' αρνηθούμε το θέλημά μας, να το υποτάξουμε, να το νεκρώσουμε και έτσι αυξάνουμε στην αρετή.
     
Η αμαρτία είναι παράλογη, αφύσικη, αντίθεη και δημιουργεί αποσύνθεση της ανθρώπινης προσωπικότητος και αποσύνδεση από τον Θεό. Η αμαρτία είναι θα λέγαμε η λογική του δαίμονα, που είναι ιδιαίτερα ύποπτος, ύπουλος, πονηρός, πανούργος, τεχνίτης, πλάνος, ευφυής, έμπειρος και μεγάλος απατεώνας. Με την πτώση του ο Αδάμ παρέλαβε τη φθαρτότητα και τη θνητότητα.
    
Η Ενανθρώπηση του Χριστού θέωσε την ανθρώπινη φύση. Με τον Σταυρό και την Ανάσταση νίκησε τον θάνατο. Τ' άγια Μυστήρια και ιδιαίτερα η θεία Ευχαριστία μας αθανατίζει. Από τα παραπάνω νομίζουμε πως διαφάνηκε πως η μετάνοια δεν είναι απόφαση στιγμής, προσωρινή αλλαγή δοκιμαστική, ψυχολογική ανανέωση, απλή νομική πράξη, ηθικιστική διόρθωση και επιπόλαιο πείραμα, αλλά πράξη γενναία ζωής, ακολούθηση ορθού βίου, ήθους και ύφους, εκκλησιολογικής, υγιούς, γνήσιας, ανόθευτης, ιερής και ωραίας νοηματισμένης βιοτής. Η αποτυχία του Αδάμ είναι διδακτική. Η ακραιφνής οδός της μετανοίας στηρίζεται στ' απαραίτητα στάδια: κάθαρσης, φωτισμού και θέωσης.
     
Μετάνοια αληθινή σημαίνει όχι απλά απομάκρυνση της αμαρτίας αλλά μίσος της αμαρτίας και τρυφερή αγάπηση των ένθεων αρετών. Μόνος ο άνθρωπος είναι αδύναμος να το καταφέρει. Έτσι συνδράμει ουσιαστικά ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Όσο αγαπάμε τον Χριστό τόσο βοηθούμεθα να μισούμε την αμαρτία. Η σύνδεση του ανθρώπου με τον Χριστό δημιουργεί προσωπική αναγέννηση, απαλλαγή από τη ρίζα του κάκου, την εωσφορική υπερηφάνεια, και στολισμό της ψυχής από την υψοποιό ταπείνωση. Ο μετανοημένος πιστεύει, αγαπά και ελπίζει.
     
Η μετάνοια είναι βασική και μεγάλη αρετή, πάνω στην οποία οικοδομείται η πνευματική ζωή του πιστού. Ο μετανοημένος μόνο μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό. Πρόκειται για μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Του Θεού που δεν παύει ποτέ ν' αγαπά, να εμπνέει, να μη ξεσυνερίζεται τον αγνώμονα αμαρτωλό. Είναι μια τρανή ακόμη απόδειξη της άφατης και φιλόστοργης φιλανθρωπίας του Παναγάθου Θεού Πατέρα και Πλάστη. Δεν απομένει από το ν' αποδεχθεί αυτόβουλα την πρόκληση και πρόσκληση προς απόλαυση των πολλών αγαθών της μετάνοιας. Η αντίδραση, η αντίθεση και η απόδραση του ανθρώπου από το ευγενές αυτό προσκλητήριο τον καταταλαιπωρεί.
     
Καρποί άξιοι της μετανοίας κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η ταπείνωση. Οι αρετές αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό έργο της εν Χριστώ ζωής και συνδράμουν στη σωτηρία του ανθρώπου. Δίχως μετάνοια κανείς δεν μπορεί να σωθεί. Ο καταπληκτικός όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει πως αρχή μετάνοιας είναι η αποχή του κακού και η αρχή της μετάνοιας είναι αρχή της σωτηρίας μας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι λέγει πως η μετάνοια αρχίζει με την αυτομεμψία, την εξομολόγηση, την απομάκρυνση από τις κακίες. Δεν μπορεί ποτέ κανείς, λέγει, να προχωρήσει και προοδεύσει πνευματικά στα υψηλά και τέλεια αν δεν αγγίξει την αρχή των αρετών. τη μετάνοια.
     
Μετά τη Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και το Θείο βάπτισμα ο πιστός είναι υπεύθυνος ο ίδιος αν θ' ακολουθήσει τον Χριστό ή τον δαίμονα. Ο Αδάμ προσκλήθηκε και παρακλήθηκε από τον Θεό επίμονα να μετανοήσει και να παραμείνει οικήτορας του έξοχου κήπου της Εδέμ. Δεν θέλησε όμως να πει το «ήμαρτον» καθόλου, λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Ο ειλικρινά μετανοών παρουσιάζει λοιπόν διάθεση και στάση εντελώς αντίθετη από αυτή του αμετανόητου και τελικά δυστυχισμένου Αδάμ. Ο μετανοών θα πρέπει να πιστεύει στον Θεό, να έχει φόβο Θεού, ν' απαρνηθεί ότι τον χωρίζει από τον Θεό εκούσια και να λυπηθεί για την πρότερη κατάσταση που λύπησε και τον Θεό. Λυπάται λοιπόν ο μετανοημένος ειλικρινά. Δεν άγχεται, δεν φοβάται, δεν είναι τρομοκρατημένος, θυμωμένος με τον εαυτό του, δεν είναι ταραγμένος, δεν έχει ενοχές, δεν τον κυνηγούν Ερινύες. Αν είναι έτσι δεν είναι σωστή η μετάνοιά του. Παρουσιάζεται να είναι θιγμένος ο εγωισμός του, να έχει εκτεθεί, ρεζιλευθεί και ντροπιασθεί ανεπανόρθωτα. Δεν αισθάνεται διόλου έτσι ο πραγματικά μετανοημέ­νος.
    
Η μετάνοια είναι βάπτισμα μετά το βάπτισμα, χάρη μετά τη χάρη. Η μετάνοια συνυφαίνεται με την εξομολόγηση και απαλλάσσεται ο εξομολογούμενος από το βάρος το κουραστικό των αμαρτιών. Η εμμονή στη μετάνοια θερμαίνει την πίστη και αυξάνει την ταπείνωση, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Τότε, λέγει, αληθινά ευτυχούμε γινόμενοι θεοχαρίτωτοι, αγιοπνευματικοί. Είμασθε με τον Θεό, όπως ήταν ο Αδάμ στον παράδεισο της τρυφής, προγευόμαστε την ανεκλάλητη χαρά της βασιλείας των ουρανών, διατηρώντας γνήσιο ταπεινό φρόνημα, κατάνυξη, κατά Θεόν πένθος, καρδία καθαρή, πράττοντας πρόθυμα έργα μετανοίας, ευάρεστα στον Θεό.
     
Είπαμε πως η μετάνοια είναι διαρκής. Ο άγιος Συμεών μάλιστα λέγει πως και αν χίλια χρόνια ζήσουμε στη γη, ποτέ δεν θα μπορέσουμε τέλεια να κατανοήσουμε τη μετάνοια, αλλά καθημερινά να βάζουμε αρχή σε αυτή και ν' αγωνιζόμεθα. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τη θεωρεί αναβαπτισμό, νέα συνθήκη με τον Θεό, ενδυνάμωση κατά της απελπισίας, λογισμός αυτοκριτικής και αυτοκατάκρισης, εμπιστοσύνη στον Θεό και απόλυτη ελπίδα, συνδιαλλαγή και αγαθοεργία, καθαρή συνείδηση, υπομονή στις θλίψεις, αντοχή στη νηστεία, νέκρωση του παλαιού εαυτού. Η μετάνοια κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν εξαντλείται στο μίσος της αμαρτίας αλλά και στην αγάπη της αρετής.
    
Πώς θα μετανοήσει κανείς; Πώς θ' αρχίσει; Χρειάζεται να ξαποστάσει κατ' αρχάς, να ξελαχανιάσει από το καθημερινό τρεχαλητό, το κυνηγητό της ηδονής, να στραφεί προς τα μέσα του, να κινηθεί από τη συνεχή ετεροπαρατήρηση στην αυτοπαρατήρηση, από το κουτσομπολιό των πάντων στη συνομιλία με τον άγνωστο εαυτό του. Να σκύψει λίγο μέσα του, να σκάψει εντός του, να δει τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τα όρια, τις αντοχές, τα δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αυστηρός αυτοέλεγχος, επιείκεια και κατανόηση των άλλων. Να βρούμε τα ποσοστά της προσωπικής μας ευθύνης. Να μη τα ρίχνουμε εύκολα και γρήγορα πάντα μόνο στους άλλους. Απλά και ειλικρινά, τίμια και δίκαια πρέπει και αξίζει να οδηγηθεί ο εαυτός μας, που συνηθίζει να ξεγλυστράει σαν χέλι, να παραδεχθεί την αμαρτωλότητά του. Να θελήσει γενναία, ηρωικά και παλληκαρίσια ν' αναχωρήσει ανεπίστροφα από την αμαρτία. Να μη επωάζει πια μνήμες και φιλεπίστροφους λογισμούς στα πρότερα, τ' άχαρα, τ' αμαρτωλά, τ' ανέντιμα της προηγούμενης ζωής.
    
Όλ' αυτά φυσικά γίνονται ελεύθερα και αυτοπροαίρετα και δεν υπάρχει κανένα νόημα σε κανενός είδους εξαναγκασμό. Ποτέ δεν επιτρέπεται να εκβιάσουμε κάποιον να εξομολογηθεί. Η εξομολόγηση εμπνέεται και είναι ιερό μυστήριο και πράξη ελευθερίας. Προηγείται της μετάνοιας η επίγνωση της αμαρτίας, η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος. Ακο­λουθεί η λύπη για την αμαρτία. Έπεται η εξομολόγηση, με καρδιά συντετριμμένη και πνεύμα τεταπεινωμένο, δέηση για συγχώρεση και άφεση και απόφαση υποσχετική για μόνιμη αποχή από το κακό. Ελεύθερα και αυτόβουλα επιλέγει ο αμαρτωλός τη μετάνοια και πλουτίζει από τ' αγαθά της ειρήνης. Πάντα ιδιαίτερα με προβληματίζει ο λόγος ενός σύγχρονου, σοφού κι ενάρετου Αγιορείτου: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν!
    
Η μετάνοια έχει οπωσδήποτε καθαρά προσωπικό χαρακτήρα. Ο καθένας μετανοεί για τον εαυτό του. Στην εξομολόγηση ο εξομολογούμενος καταθέτει την προσωπική του ευθύνη. Δεν αναλύει πόσο κακοί είναι οι άλλοι που δεν τον καταλαβαίνουν και πόσο άστατος ο κόσμος που τον κουράζει. Η μετάνοια δεν έχει σχέση με την επιφάνεια αλλά με το βάθος. Δεν στηρίζεται τόσο στα λόγια αλλά στις πράξεις. Η ευσέβειά μας, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, δεν μένει στα λόγια αλλά στα πράγματα. Η μετάνοια ελευθερώνει και δεν υποδουλώνει τον άνθρωπο. Όσο ο πιστός βαθαίνει στη μετάνοια τόσο περισσότερο αισθάνεται την αγάπη του Θεού και βιώνει την ελευθερία.
     
Μετανοεί ο χριστιανός γιατί ελπίζει ότι θα λάβει από τον Θεό τη συγχώρηση κι έτσι είναι στην πραγματικότητα. Παραδεχόμενος ειλικρινά την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος αναγνωρίζει και ομολογεί την αδυναμία του. Η γνώση της αδυναμίας είναι δύναμη. Η παραδοχή της ήττας είναι νίκη. Η δίχως δικαιολογίες συναίσθηση της παραβατικότητος, ανυπακοής και καταχρήσεως της ελευθερίας οδηγεί στη μετάνοια. Η έξοδος του Αδάμ από τον παράδεισο επήλθε λόγω της αμετανοησίας του. Φθάνουν μάλιστα οι άγιοι πατέρες να λέγουν ότι ο Αδάμ έχασε τον παράδεισο όχι λόγω της συγκεκριμένης αμαρτίας του αλλά λόγω των δικαιολογιών του. Αν απροφάσιστα και ντόμπρα παραδεχόταν το σφάλμα του θα τον συγχωρούσε ο Θεός και θα παρέμενε στον παράδεισο. Έτσι φθάνει ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης να λέγει τον φοβερό λόγο: Όποιος συνέχεια δικαιολογείται έχει Γέροντά του τον δαίμονα!
    
Ελπίζοντας στην αγάπη του Θεού ο πιστός και πιστεύοντας στη συγχώρεση αναγνωρίζει ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να τον ελεήσει και να τον δε­χθεί ως τον άσωτο της παραβολής. Η μετάνοια όμως θα πρέπει να υπάρξει σε αυτή τη ζωή. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας». Η αναβλητικότητα είναι ένα από τα πιο πονηρά παιχνίδια του δαίμονα. Ο Γέροντας Τύχων ο Ρώσος, ο Αγιορείτης, έλεγε πολύ χαριτωμένα: Η κόλαση είναι καλά στρωμένη από «θα»! Κατοικείται από ανθρώπους καλών προθέσεων και ωραίων, μακρυνών σχεδίων. Η μετάνοια επαναφέρει, επανορθώνει, ανορθώνει. Αν επιτρέπεται, όλα επιτρέπονται εκτός από την απελπισία. Ο δαίμονας επισταμένως εργάζεται να μας οδηγήσει στην απόγνωση. Αφού συνέχεια πέφτουμε στα ίδια και τα ίδια, ποιος ο λόγος να συνεχίσουμε ν' αγωνιζόμαστε; Ο θεοφόρος άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: Η αμαρτία μαυρίζει, η μετάνοια ασπρίζει. Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη της αγάπης του Θεού. Όλα συγχωρούνται αρκεί ο άνθρωπος έγκαιρα και έγκυρα να μετανοήσει. Ο μετανοών αμαρτωλός είναι πάντοτε συμπαθής, ο αμετανόητος πεισματάρης και θεληματάρης απομακρύνει τη θεία χάρη και βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
     
Οι νηπτικοί πατέρες συνδυάζουν πάντοτε με τη μετάνοια την κατάνυξη, την οποία θεωρούν απαραίτητη όσο τ' οξυγόνο. Ο άγιος Συμεών συνδυάζει την κατάνυξη με τα θερμά δάκρυα και την αγαθοεργία, διά των οποίων καθαίρεται ο άνθρωπος. Η κατανυκτική προσευχή έχει δάκρυα, αυτά όμως είναι άκοπα, θερμά και γλυκά. Δεν είναι αποτέλεσμα συναισθηματικών καταστάσεων και νοσηρών φαντασιών ενός στραπατσαρισμένου εγωισμού και μιας κακομοίρικης ψευδοαμαρτωλότητος και νόθας μηδαμινότητος. Όσο ο άνθρωπος αμαρτάνει σκληραίνει, πωρώνεται, δεν δακρύζει εύκολα. Όσο ο άνθρωπος μετανοεί, χύνει δάκρυα, σπάει ο πάγος, φανερώνεται η επίσκεψη της θείας χάριτος. Τέλος, δακρύζει ενθυμούμενος την αγάπη του Θεού, τις πρεσβείες των αγίων, ιδιαίτερα της Θεοτόκου. Τα δάκρυα της χάριτος καμιά σχέση δεν έχουν με τα φυσικά δάκρυα λέγει ο πάντοτε ευκατάνυκτος όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει η σκληροκαρδία θα μαλαχθεί με δάκρυα, η καρδιά θα ταπεινωθεί με δάκρυα, η ένωση με τον Θεό θα γίνει με δάκρυα, η γνώση του Θεού είναι αδύνατον να επιτευχθεί δίχως δάκρυα.
    
Ο πρώτος Αδάμ, κατά τον αββά Δωρόθεο, απογύμνωσε τον άνθρωπο από τις πνευματικές δυνατότητες της «κατ' εικόνα» Θεού υπάρξεώς του, γιατί επέλεξε την υπερηφάνεια και όχι τη μετάνοια. Ο τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ, κάλυψε τη γύμνωσή του, τούδωσε τη δύναμη ν' ανθίσταται στην αμαρτία και ν' αγαπά την αρετή. Η μετάνοια συνδράμει σημαντικά να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας με την όλη νηπτική εργασία και όχι να θεωρούμε, να νομίζουμε ή να φανταζόμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα. Η βίωση της μετάνοιας διασφαλίζει την αυθεντικότητα των αρετών του ανθρώπου, τις οποίες αρμολογεί, συνέχει και συντηρεί η πάντα απαραίτητη, γνήσια ταπείνωση.
    
Οι κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως κανόνες - επιτίμια, όταν τίθενται από τον πνευματικό, δεν έχουν ποτέ τον νομικό χαρακτήρα, εκδικήσεως του παραβάτη, τιμωρίας του αμαρτωλού, εξιλεώσεώς του προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού, όπως θεωρούν οι Λατίνοι. Τα επιτίμια είναι φάρμακα προς θεραπεία. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, γνώση, σοφία, τέχνη, προσοχή, προσευχή. Χρειάζεται ανάλογα η αυστηρότητα ή η επιείκεια και η κατάλληλη οικονομία. Όχι πάντα αυστηρότητα, όχι πάντα οικονομία. Ο κύριος θεραπευτής είναι ο Χριστός. Ο ιερεύς είναι διάκονος των μυστηρίων του Χριστού. Η άφεση όμως των αμαρτιών γίνεται διά του πετραχηλιού του έγκυρου, κανονικού ιερέως, που θα πρέπει να στολίζεται από εμπειρία, προς διάκριση των πνευμάτων. Θα πρέπει νάχει ο πνευματικός κοινωνία με τον Θεό ο ίδιος, για να οδηγήσει και αυτούς που τον πλησιάζουν σε Αυτόν.
    
Είναι σημαντική οπωσδήποτε η συνδρομή του πνευματικού πατέρα στην ανόρθωση του πνευματικού τέκνου. Η μεγάλη μάχη όμως πρέπει να πούμε δίνεται εντός του ίδιου του ανθρώπου. Θα πρέπει ν' απομακρυνθεί από τη δουλεία των παθών, να ενισχυθεί από τις ευχές της Εκκλησίας και ν' αγωνισθεί υπομονετικά και επίμονα για την απαλλαγή από τις αμαρτωλές ενθυμήσεις, μνήμες και προσβολές, αγαπώντας όλο και πιο πολύ τον Χριστό. Θα πρέπει να φτιάξουμε, κατά τον Γέροντα Παΐσιο, ένα εργοστάσιο καλών λογισμών. Ο πνευματικός συνδέει το τέκνο του πιο πολύ με τον Χριστό και λιγώτερο με τον εαυτό του. Προσεύχεται γι' αυτό, ακόμη και όταν παρακούει, ίσως τότε πιο πολύ. Η υπακοή εμπνέεται, δεν επιβάλλεται. Η υπακοή δεν έχει σχέση με τη στρατιωτική πειθαρχία. Η υπακοή βοηθά στην ταπείνωση, στην εκκοπή του νοσηρού ιδίου θελήματος.
    
Ο ανυπάκουος, ο αυθαιρετών, αυτός που πράττει ό,τι νομίζει, ό,τι τον συμφέρει, ό,τι τον αναπαύει, έχει πρόβλημα, πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Έχει αρχίσει να χάνει τον προσανατολισμό του, νάχει μια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, νάναι ένας μικρός ή μεγάλος Φαρισαίος. Η υπακοή στον πνευματικό πρέπει νά­ναι αβίαστη, ελεύθερη, πρόθυμη, φιλότιμη, ευχάριστη. Χρειάζεται αγώνας για νάναι έτσι. Η υπακοή από μόνη της δεν λέει πολλά πράγματα. Θα πρέπει να συνδυάζεται με την καθαρή προσευχή και τη συνειδητή και εμπροϋπόθετη συμμετοχή στ' άγια μυστήρια και ιδιαίτερα της θείας Ευχαριστίας. Η υπομονή στους πειρασμούς ενδυναμώνει τον αγώνα, ωριμάζει πνευματικά και καλλιεργεί ψυχικά τον ταπεινό αγωνιστή.
     
Ο άνθρωπος της μετανοίας αγαπά την άσκηση, αντιμετωπίζει μ' εγρήγορση και γνώση τις παραχωρούμενες για καλό δοκιμασίες. Ο ειλικρινά μετανοημένος δεν έχει ψυχολογικά προβλήματα μειονεξιών, διχασμών, ανικανοποίητων και ανολοκλήρωτων καταστάσεων, συναισθηματικών ασταθειών, φοβιών, καχυποψιών και λοιπών κουραστικών παρόμοιων πραγμάτων. Ο μετανοημένος άνθρωπος του Θεού αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ταπεινώνεται, χαίρεται μυστικά, δοξολογεί, ευχαριστεί και ευγνωμονεί τον Θεό.
   
  Ο πνευματικός πατέρας μπορεί να μη είναι άγιος και τέλειος και κάπου να σφάλλει κιόλας, όμως πρέπει να γνωρίζει τις θεραπευτικές μεθόδους των παθών καλά, ώστε να μη ταλαιπωρεί τους προσερχόμενους με λαθεμένες διαγνώσεις και οδηγίες. Συντείνει βεβαίως ιδιαίτερα στη βοήθειά του η ειλικρίνεια και η μετάνοια του εξομολογούμενου. Έτσι πνευματικός κανείς καθίσταται κυρίως όταν τον διακρίνει αυτή η εμπειρία, που πάντοτε δεν υπάρχει με τη μεγάλη ηλικία. Ο επίσκοπος θα πρέπει να γνωρίζει επίσης πολύ καλά ποιους τοποθετεί σε αυτή τη διακονία και να είναι βαθύς γνώστης των διαχρονικής αξίας Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.
     
Ο επιφανής π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, κάτοχος άριστος του Πηδαλίου, έλεγε: Οι Ιεροί Κανόνες δεν είναι κανόνια! Και ο σοφός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, έλεγε: Μαχαίρι κρατά και ο ιατρός και ο κρεοπώλης... Ο σκοπός των Ιερών Κανόνων, κατά τον μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο, είναι η βίωση της αποκαλυπτικής αλήθειας της πίστεως και η πνευματική αναγέννηση των ανθρώπων. Πνευματική αναγέννηση δεν σημαίνει απλά προσωπική πρόοδο του χαρακτήρα μας, αλλά εκκλησιοποίηση του ανθρώπου.
     
Οι Ιεροί Κανόνες συνδράμουν στην επαναφορά του μετανοούντος αμαρτωλού στην ευθεία, τη μεσότητα, την Ορθόδοξη πλεύση.
    
Το Πηδάλιο στα χέρια ενός αδιάκριτου πνευματικού πατέρα θα μπορεί να δημιουργήσει και συντρίμια. Ο προσευχόμενος, δηλαδή θεολόγος, και με διάκριση πνευματικός είναι απαραίτητο να μπορεί να διακρίνει το θεϊκό από το δαιμονικό, το αγγελικό από το ανθρώπινο, το πνευματικό από το υλικό, το ψυχικό από το σωματικό, το ψυχολογικό από το νευρολογικό, το ψυχιατρικό από το νευρικό, το αγχωτικό από το ανυπόμονο και πολλά άλλα παρόμοια. Η αδιακρισία θα δημιουργήσει σύγχυση και αυτή σοβαρή πνευματική ζημιά, που μπορεί πολύ να ταλαιπωρήσει και τον εξομολόγο και τον εξομολογούμενο.
     
Ο πνευματικός πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του, τις δυνατότητές του, τις αρμοδιότητές του και το μέτρο των καθηκόντων του. Να μη θέτει δυσβάστακτα φορτία στους ανθρώπους και λυγίσουν και αποθαρρυνθούν και απογοητευθούν. Δεν είναι για όλους πάντοτε όλα. Ιδιαίτερα εδώ χρειάζεται μία εξατομικευμένη ποιμαντική. Ακόμη σ' ένα αρχάριο δεν πρέπει να παρουσιάζονται υψηλές καταστάσεις, που αδυνατεί τώρα ν' ανέλθει. Η σύγχυση της ακριβούς διαγνώσεως, π.χ. ένα πρόβλημα ψυχολογικό να θεωρηθεί ως δαιμονισμός, μπορεί όπως είπαμε να δημιουργήσει μεγαλύτερες περιπλοκές, καθυστερήσεις και ταλαιπωρίες. Καλό θα ήταν ο κάθε εξομολόγος να ήταν και Γέροντας, δηλαδή πνευματικός καθοδηγητής. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι στον κόσμο μπορούν απόλυτα να μεταφερθούν τα μοναχικά πράγματα και οι νέοι ή οι οικογενειάρχες ν' ακολουθούν ένα απαράβατο κανόνα υπακοής και στις λεπτομέρειες κατά τις προτιμήσεις του πνευματικού. Ή να χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται κατά διάφορους γνωστούς τρόπους ο πνευματικός τα πρόσωπα που η χάρη του Θεού φέρνει στο άγιο πετραχήλι του. Ο πνευματικός οπωσδήποτε και ποτέ δεν είναι παντογνώστης και αλάθητος. Γι' αυτό δεν θα πρέπει νάχει γνώμη επί παντός επιστητού. Θα πρέπει να περιορίζεται στο καθαρά πνευματικό του έργο. να μορφώσει Χριστό στις καρδιές των τέκνων του. Ο πνευματικός ο καλός σέβεται πάντοτε την ελευθερία του τέκνου του, ακόμη και όταν ελεύθερα του την προσφέρει εκείνο. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος αγωνίζεται να θεραπεύσει τον μετανοημένο και όχι να τον κάνει οπαδό, που θα τον φοβάται, θα τον κολακεύει, θα τον χειροκροτεί, θα τον ακολουθεί παντού και πάντοτε.
     
Αντιλαμβάνεσθε πόσο σπουδαία είναι η εξεύρεση ενός διακριτικού πνευματικού προς ορθή καθοδήγηση μακρυά από υπερβολές, ακρότητες, συναισθηματισμούς και νοσηρότητες. Η αγωγή που δίδει ο πνευματικός συνδράμει στο ξεκαθάρισμα πολλών πραγμάτων, στην είσοδο στην ουσία της πνευματικής ζωής, στη γνώση ότι η Εκκλησία μας δεν είναι ένας ωραίος και ιερός έστω θρησκευτικός οργανισμός, ένα σωματείο κοινωνικής αλληλεγγύης, ένας χώρος όπου περνάμε ευχάριστα, αποδεχόμενοι, συζητώντας και χαμογελώντας συνέχεια, όπου ικανοποιούνται συναισθήματα και καταξιωνόμαστε. Η Εκκλησία είναι το σώμα του ζώντος Χριστού, η κοινωνία των αγίων, η μόνη οδός θεώσεως των μετανοούντων.
     
Οπωσδήποτε η Εκκλησία είναι και πνευματικό θεραπευτήριο και πνευματική οικογένεια και ο σημερινός κυνηγημένος και ανέραστος άνθρωπος μέσα στις δύσκολες και μαζοποιημένες κοινωνίες έχει ανάγκη από την ανεύρεση της μοναδικότητος του ιερού προσώπου του και την αληθινή επικοινωνία. Ο πνευματικός πατέρας είναι απαραίτητος. Την ανάγκη του κόσμου θα εκπληρώσουμε όταν είμεθα καθαροί, τίμιοι, αγαθοί και ταπεινοί. Δεν μπορεί ένας να είναι πνευματικός και να μη έχει πνευματικό.
    
Το θαυματουργό και ιαματικό μυστήριο της μετανοίας πολλοί άνθρωποι, ακόμη και πιστοί εξομολογούμενοι, συχνά δεν το μεταχειρίζονται σωστά, ώστε τελικά να μένουν αθεράπευτοι. Η κάθε αμαρτία είναι μία μικρή επανάσταση του ανθρώπου κατά του Θεού, διαχωρίζεται από Αυτόν, απομακρύνεται, φεύγει από τη χάρη της Εκκλησίας, αποξενώνεται, τελικά νεκρώνεται. Η αμαρτία αυτοκαταστρέφει, απομονώνει και στενοχωρεί τον άνθρωπο. Η μετάνοια, όπως είπαμε, είναι μία διορθωτική πράξη, επαναφέρει, αποκαθιστά στην αρχαία ωραιότητα. Μερικοί δεν γνωρίζουν, λένε, γιατί να μετανοήσουν. Το πρόβλημα είναι σοβαρό. Έχουν αμβλυνθεί φοβερά τα κριτήρια. Η θεωρούμενη ελευθερία έχει εξασθενήσει ηθικά, τρομερά τον σύγχρονο άνθρωπο. Η μετάνοια δεν μπορεί να εξαντλείται σε μία εντελώς τυπική εξομολόγηση πριν τις μεγάλες εορτές, με το ξεμπέρδεμα των θρησκευτικών μας καθηκόντων και την κατάθεση του βάρους μας για να ξαλαφρώσουμε ψυχικά. Η μετάνοια είναι ριζική αλλαγή όλης της ζωής, αναποδογύρισμα, επανατοποθέτηση, επαναπροσανατολισμός, άρνηση και μίσος του κακού, πλήρης αλλαγή νοοτροπίας, αγάπη ολοκάρδια του αγαθού και πιστή και υπομονετική ακολούθησή του.
     
Η μετάνοια δεν τελειώνει σε μία εξομολόγηση με λίγα έστω δάκρυα. Η μετάνοια δεν είναι αστραπή ή φωτοβολίδα, αλλά συνεχές, επίπονο έργο ζωής. Η εξομολόγηση δεν είναι πάλι απλή διαλογική συζήτηση, λύση αποριών, τυπική εξαγόρευση δυσκολιών που έχουμε με τους άλλους, που δεν μας καταλαβαίνουν και δεν μας αγαπούν τόσο. Η εξομολόγηση δεν γίνεται από καλή συνήθεια, για το καλό, για το έθιμο, από φόβο μη μας τιμωρήσει ο Θεός και λοιπά. Η εξομολόγηση είναι βαθειά ανάγκη της μετανοημένης ψυχής, ταπεινή κατάθεση του βάρους των πλημμελημάτων.
     
Δεν είναι σωστό ν' αλλάζει κανείς συνέχεια πνευματικούς. Να έχει συγχρόνως δύο πνευματικούς. Να λέγει λίγα εδώ και λίγα εκεί. Τούτο φανερώνει μεγάλη πνευματική ανωριμότητα, επιπολαιότητα και αστάθεια. Θέλει μια κάποια προετοιμασία η εξομολόγηση. Μη ζητώντας τον τέλειο και άγιο πνευματικό δεν πάμε καθόλου. Η αγιότητα δεν είναι μεταδοτική. Ο πιο άγιος πνευματικός δεν μπορεί να μας κάνει τίποτε αν δεν αγωνισθούμε. Μη νομίζουμε ότι ανεβαίνουν οι πνευματικές μετοχές μας με το να έχουμε ονομαστούς πνευματικούς, μάλλον αυξάνονται οι υποχρεώσεις μας και θα πρέπει να ελεγχόμεθα. Καλό είναι να ζητάμε το καλό και το τέλειο, όχι όμως να πάσχουμε ως ατελείς και δεινοί ευσεβιστές. Μη φοβόμαστε να παραδεχθούμε την ήττα μας, την αδυναμία μας, την αμέλειά μας.
     
Δεν θα κατακριθούμε γιατί πέσαμε, αλλά γιατί δεν σηκωθήκαμε. Μόνο ο δαίμονας έπεσε και δεν σηκώθηκε ποτέ. Δεν θα κολασθούμε, αδελφοί μου, γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε. Η υγιής παραδοχή της αμαρτωλότητός μας είναι πολύ σημαντική. Όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας αυτή την παραδοχή είχαν μόνιμα. Αυτό το συντετριμμένο πνεύμα πρέπει πάντοτε να υπάρχει στην καρδιά του μετανοούντος χριστιανού, πολύ περισσότερο κατά την ώρα της εξομολογήσεως. Μη αναμένουμε ανακριτικές ερωτήσεις, μη φοβόμαστε, μη δειλιάζουμε, μη ντρεπόμαστε, μη αναβάλλουμε, μη θεωρούμε αμαρτίες μόνο τον φόνο και την κλοπή. Ούτε αδιάφοροι ούτε σχολαστικοί, ούτε φοβισμένοι ούτε ξεθαρρεμένοι. Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει επί του σοβαρού αυτού θέματος. Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας φωτίζει ν' αναχωρούμε από το εξομολογητήριο όχι με πρόσθετες αμαρτίες. Παρουσιάζοντας ακόμη και εκεί προφάσεις και δικαιολογίες για τον καλό εαυτό μας και τον κακό κόσμο....
     
Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης στον ωραιότατο λόγο του περί μετανοίας μεταξύ άλλων γράφει χαρακτηριστικά, εμπνευσμένα και θεοχαρίτωτα: Γνωρίζω ότι εις όσους παλαίουν κατά της αμαρτίας, ο Κύριος χαρίζει όχι μόνον την άφεσιν αλλά και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία χαροποιεί και πληροί την ψυχήν με βαθείαν και γλυκείαν ειρήνην... Δεν υπάρχει μεγαλύτερον θαύμα από το να αγαπά τις τον αμαρτωλόν εις την πτώσιν του. Τον άγιον είναι εύκολον να αγαπάς - είναι άξιος... Χαίρει ο Κύριος επί τη μετανοία των ανθρώπων. Και όλαι αι ουράνιαι δυνάμεις αναμένουν, όπως και ημείς απολαύσωμεν της γλυκύτητος της αγάπης του Θεού και ίδωμεν το κάλλος του προσώπου Αυτού... Δόξα τω Κυρίω, ότι έδωκεν εις ημάς την μετάνοιαν, και διά της μετανοίας σωζόμεθα πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως. Δεν θα σωθούν μόνο οι μη μετανοούντες... Σημείον της αφέσεως των αμαρτιών είναι ότι εμίσησαν την αμαρτίαν... Ας ταπεινωθώμεν, ίνα διά της μετανοίας αποκτήσωμεν ελεητικήν καρδίαν και τότε θα ίδωμεν την δόξαν του Κυρίου... Όστις μετανοεί αληθώς, ούτος είναι έτοιμος να υπομένη κάθε θλίψιν... Εις τον ελεήμονα ο Κύριος παρευθύς συγχωρεί τα αμαρτήματα... Θα ηυχόμην να μάθω μόνον την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, ώστε ουδένα να προσβάλλω, αλλά να προσεύχωμαι δι' όλους, ως δι' εμαυτόν....
     
Ταπεινώς φρονώ ότι οι λόγοι αυτοί του αγίου Σιλουανού είναι συμπύκνωση όλων των προηγουμένων. Λησμονήστε, λοιπόν, αν θέλετε τα παραπάνω. Να θυμάσθε πάντα όμως ότι όποιος παλεύει κατά της αμαρτίας χαριτώνεται και ευλογείται από τον Θεό. Ν' αγαπάμε τον αμαρτωλό και να μισούμε την αμαρτία, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Χαρά λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου.
    
Εύχεσθε να συνεχίζουμε ελπιδοφόρα το ωραίο ταξίδι στα βαθειά νερά της μετανοίας, οδηγούμενοι στον εύδιο λιμένα της σωτηρίας μας από τον Σωτήρα και Λυτρωτή Κύριο, διά πρεσβειών πάντων των αγίων και της Θεοτόκου.

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ  «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ