.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαιά Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαιά Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Μικρὰ ἐν πετεινοῖς μέλισσα» (Σοφ. Σειρὰχ ια´ 3)



Ποιός θὰ πρόσεχε πότε τὴν µέλισσα; Φαίνεται τόσο ἀσήµαντη µέσα στὸν κόσµο τῶν φτερωτῶν!
Μέσα στὶς χιλιάδες ποικιλίες τῶν ἐντόµων καὶ τῶν πτηνῶν εἶναι σχεδὸν ἕνα τίποτα.

«Μικρὰ ἐν πετεινοῖς µελισσα», λέει ἁπλὰ ὁ σοφὸς Σειρὰχ (ια´ 3). Μπῆτε σ᾽ ἕνα κῆπο τώρα τὴν ἄνοιξη. Περπατῆστε σ᾽ ἕνα λειβάδι τὸ καλοκαίρι. Ἂν ὑπάρχουν ἔντοµα, ποὺ θὰ τραβήξουν τὴν προσοχή σας, αὐτὰ θὰ εἶναι οἱ πεταλοῦδες. Πολύχρωµες, πετοῦν ράθυµα, χαριτωµένα, ἔτσι ποὺ φαίνονται σὰν νὰ ἐπιδιώκουν νὰ προσελκύσουν τὸ βλέµµα. Ἐνῶ οἱ µέλισσες; Ἔρχονται καὶ φεύγουν βιαστικά. Οὔτε κὰν προφθαίνει κανεὶς νὰ τὶς κοιτάξει. Μικρά, ἄσχηµα, ἴσως, ἀσήµαντα ἔντοµα. Μικρά; Ἀσήµαντα; Καὶ ὅµως … «Μικρὰ ἐν πετεινοῖς µέλισσα». Ἀλλά: «ἀρχὴ γλυκασµάτων ὁ καρπὸς αὐτῆς», λέει ἡ Σοφία.
Καρπὸς αὐτοῦ τοῦ µικροῦ ἐντόµου, ποὺ «δὲν µᾶς γεµίζει τὸ µάτι» εἶναι τὸ µέλι. Γλυκύτατος καρπός, ἀρχὴ καὶ βάση γλυκισµάτων, φτιαγµένος ἀπὸ τὴν καρδιὰ τῶν ἀνθέων. Ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα καὶ εὐγενικότερα προϊόντα τῆς Δηµιουργίας. Αὐτὸ τὸ ἑλκυστικότατο µὲ τὸ λεπτὸ ἄρωµα µέλι µᾶς τὸ δίνει πρόσχαρα, δουλεύοντας ἀκαταπόνητα, ἡ µικρή, ἡ ἀσήµαντη µέλισσα. Ποιός θὰ πρόσεχε ποτὲ µία µέλισσα; Δὲν διαθέτει προσόντα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ κολακεύουν τὸ µάτι, ποὺ προσελκύουν τὸ βλέµµα …

«Μικρὰ ἐν πετεινοῖς µέλισσα … » Πόσες φορὲς ἀντικρίζοντας τὸν α´ ἢ β´ ἄνθρωπο µέσα στὴν καθηµερινὴ ζωὴ δὲν περνᾶµε σηκώνοντας ἀδιάφορα τοὺς ὤµους! Γιατί αὐτὸς ὁ α´ ἢ β´ εἶναι «µικρὸς ἐν ἀνθρώποις». Εἶναι ἀσήµαντος, φτωχός, ἄσχηµος, ἄσηµος. Περνάει ἀπαρατήρητος, γιατί δὲν ἔχει τίποτα ποὺ νὰ αἰχµαλωτίζει τὴν προσοχή µας. Ἴσως ἴσως περνάει ὄχι ἁπλῶς ἀπαρατήρητος, ἀλλὰ προκαλεῖ καὶ τὴν περιφρόνηση ἢ τὴν δυσφορία µας.
Συµβαίνει συχνὰ δίπλα σ᾽ αὐτὸν τὸν ἀσήµαντο ἄνθρωπο νὰ εἶναι κάποιος σπουδαῖος, κάποιος ἀξιοπρόσεκτος. (Στὸν ἴδιο κῆπο δὲν πετοῦν οἱ ὄµορφες πεταλοῦδες καὶ οἱ µικρὲς µέλισσες;) Μᾶς σταµατοῦν τὰ ὄµορφα καλοπεριποιηµένα ροῦχα του. Ἡ κοµψότητά του, ἡ λάµψη του, τὸ στὺλ τοῦ ντυσίµατός του. Μᾶς µαγεύει ἡ ὡραιότητα τοῦ προσώπου του, οἱ χαριτωµένοι καὶ ἁβροὶ τρόποι του, ὁ ἀέρας τοῦ βαδίσµατος, τὸ χαµόγελό του. Μπροστὰ σ᾽ αὐτὸν τὸν τύπο, ποὺ µᾶς κάνει νὰ στεκόµαστε µἐ ἀνοιχτὸ τὸ στόµα ἀπὸ θαυµασµό, ὁ ἄλλος, ὁ «µικρὸς καὶ ἀσήµαντος ἐν ἀνθρώποις», µᾶς φαίνεται ἀκόµη πιὸ µικρός. Μᾶς φαίνεται ὄχι πιὰ σὰν κάποιος, ἀλλὰ σὰν κάτι, µἐ τὸ ὁποῖο δὲν ἀξίζει τὸν κόπο νὰ ἀσχοληθεῖ κανείς.

Σ᾽ αὐτή µας τὴν κατάσταση, σ᾽ αὐτὴ τὴν στάση, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ µᾶς λέει ξεκάθαρα: Κάνετε λάθος, διότι ἐµπιστευόσαστε µόνο στὰ µάτια σας. Κρίνετε µὲ βάση αὐτὸ ποὺ βλέπετε. Νὰ τὸ σφάλµα σας! Γι᾽ αὐτό, λέει ὁ Θεός, µὴ βιαστεῖτε νὰ ἐνθουσιαστεῖτε µὲ κάποιον ποὺ παρουσιάζει ὀµορφιὰ καὶ κάνει ἐντυπωσιακὴ ἐµφάνιση. Καὶ µὴ σπεύσετε νὰ ἐκδηλώσετε τὴν δυσφορία σας γιὰ τὸν ἄλλο, ποὺ φαίνεται µικρὸς καὶ ἀσήµαντος (Σοφία Σειρὰχ ια´ 2).


«Μικρὰ … µέλισσα». Μικρὸς καὶ ἀσήµαντος σοῦ φάνηκε, ὁ ἄνθρωπος ποὺ συνάντησες χθές. Ἔτσι σοῦ τὸν παρουσίασαν τὰ µάτια σου. Ὅµως ποιὸς ξέρει, ἂν αὐτὸς δὲν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ὑποφέρει γεµάτος ὑποµονή! Καὶ ἔτσι δίνει στὸ σπίτι του, στὴν γειτονιά του, στὸν κόσµο τὸ µέλι τῆς ὑποµονῆς καὶ τῆς καρτερίας, τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς παρηγορίας! Ἐνῶ τὴν ἴδια ὥρα ἄλλοι φανταχτεροὶ κύριοι χύνουν παντοῦ ὅπου σταθοῦν τὸ φαρµάκι τῆς ἀπογοητεύσεως καὶ τῆς γκρίνιας.

Νόµισες ὅτι δὲν εἶναι τίποτε ὁ α´ ἢ ὁ β´, ποὺ εἶδες σήµερα τὸ πρωὶ πηγαίνοντας στὴν δουλειά σου. Τὸ παρουσιαστικό τους ἦταν τόσο φτωχό! Ἆραγε ὅµως γνωρίζεις τί γίνεται παραπέρα; Ξέρεις ἂν ὁ α΄ ἢ ὁ β´ εἶναι ἄνθρωποι τίµιοι, ἂν εἶναι ἕνας πατέρας, ποὺ ἀποτελεῖ καύχηµα γιὰ τὴν οἰκογένειά του, µια µητέρα ἡρωική, ἕνας ἀδελφὸς ποὺ κρατάει τὸ βάρος µιᾶς ὁλόκληρης οἰκογένειας;

Καθὼς ἤσουν προχθὲς στὸ λεωφορεῖο, χωρὶς νὰ τὸ θέλεις, ἔριξες ἕνα βλέµµα στὸν ἄνθρωπο ποὺ καθόταν κοντά σου. Ἀδύνατος, µικροκαµωµένος, ἀσθενικός, ἀρκετὰ δειλὸς καὶ ἀδέξιος. «Ἀνθρωπάκι», ψιθύρισες µέσα σου. Ἔτσι σὲ πληροφοροῦσαν τὰ µάτια σου. Αὐτὸ τὸ ἀνθρωπάκι, ποὺ δὲν τὸ λογαριάζεις, µπορεῖ νὰ εἶναι µιὰ µέλισσα. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας παράγων καλοσύνης στὸ περιβάλλον του, µιὰ ψυχὴ ποὺ σκορπίζει τὸ ἄρωµα τοῦ καλοῦ Θεοῦ στοὺς κύκλους τῶν γνωστῶν της.

Σήµερα, αὔριο, ὅταν θὰ ἀνταµώσεις αὐτοὺς τοὺς ἀναρίθµητους ἀνθρώπους, ποὺ θὰ σοῦ φανοῦν µικροὶ καὶ ἀνάξιοι λόγου, µὴ στρέψεις ἀλλοῦ περιφρονητικὰ τὸ κεφάλι. Θυµήσου τὸν σοφὸ καὶ αἰώνιο λόγο: «Μικρὰ ἐν πετεινοῖς µέλισσα» καὶ ὄµως «ἀρχὴ γλυκασµάτων ὁ καρπὸς αὐτῆς». Θυµήσου καὶ προσευχήσου:

Κύριε, µὴ ἐπιτρέψεις στὰ µάτια µου νὰ µὲ ξεγελάσουν καὶ νὰ µὲ κάνουν νὰ θεωρῶ µικρὸ καὶ ἀσήµαντο ἔστω κι ἕναν ἄνθρωπο. Κύριε, κάνε µε νὰ σέβοµαι καὶ νὰ ἀγαπῶ βαθιὰ τοὺς ταπεινοὺς καὶ καταφρονεµένους.

Κύριε, ἀξίωσε τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀσήµους ἀνθρώπους νὰ εἶναι οἱ µέλισσες τῆς κοινωνίας µας. Νὰ τοὺς γλυκαίνεις µὲ τὴν ἐλπίδα, τὴν ὑποµονή, τὴν ἀγάπη, τὴν τιµιότητα. Ἀµήν.

Από το περιοδικό. «ΖΩΗ»
ἀρ. τ. 4280, Ἰούν. 2014

christianvivliografia.wordpress.com

Περὶ σωτηρίας ψυχῆς



Ἀγαπητοὶ,
ὅσοι τὰ τοῦ βίου μάταια καὶ ἀπολλύμενα πράγματα κατελίπετε, ἀγωνίσασθε, ἵνα μὴ πάλιν ἐπ' αὐτὰ τὸν ὑμέτερον νοῦν ἐπιστρέψητε.
Ὁ γὰρ πλοῦτος παρέρχεται, καὶ ἡ δόξα ἀπόλλυται, καὶ τὸ κάλλος μαραίνεται, καὶ πάντα ἀλλάσσονται, καὶ ὡς καπνὸς ἀπόλλυνται, καὶ ὡς σκιὰ παράγουσι, καὶ ὡς ἐνύπνιον ἐξαφανίζονται.
∆ιὰ τοῦτο ἔλεγεν ὁ Σολομών·
Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης· καὶ ὁ ∆αυῒδ λέγει· Ἐν εἰκόνι διαπορεύεται ἄνθρωπος.
Πλὴν μάτην ταράσσονται πάντες οἱ τὰ τοῦ παρόντος βίου πράγματα ἀγωνιῶντες·
ὄντως μάτην ταράσσονται, μάτην θορυβοῦνται,
μάτην χειμάζονται, ἐπισυνάγοντες καὶ θησαυρίζοντες τὰ μετ' ὀλίγον καταλειπόμενα·
ἅπερ λαβεῖν μεθ' ἑαυτῶν οὐ δυνάμεθα, ἀλλὰ πάντα καταλιπόντες, γυμνοὶ ὡς ἐγεννήθημεν πορευσόμεθα πρὸς τὸν φοβερὸν δικαστήν.
Κἂν πάντας τοὺς θησαυροὺς συνάξωμεν, γυμνοὶ, σκοτεινοὶ, ἐλεεινοὶ, σκυθρωποὶ, τετραχηλισμένοι, τεταπεινωμένοι, συντετριμμένοι, ἔμφοβοι, ἔντρομοι, κατηφεῖς, ὀδυνηροὶ, εἰς γῆν τὸ πρόσωπον ἔχοντες, καὶ τοῦτο μετ' αἰσχύνης συγκαλύπτοντες·
οὕτω πορευσόμεθα, οὕτως ἀναστησόμεθα, οὕτω παραστησόμεθα εἰς ἐκεῖνο τὸ φρικτὸν καὶ πικρὸν ἀπροσωπόληπτον δικαστήριον, ὅπου ἄγγελοι τρέμουσιν, ὅπου θρόνοι φοβεροὶ τίθενται, ὅπου αἱ βίβλοι τῶν πράξεων ἀνοίγονται, ὅπου ὁ ποταμὸς τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου,
ὅπου ὁ ἀνήμερος σκώληξ, ὅπου τὸ ἀφώτιστον σκότος, ὅπου ὁ ἀθέρμαντος τάρταρος, ὅπου ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων, ὅπου τὸ ἀκατάπαυστον δάκρυον, ὅπου ὁ ἀσίγητος στεναγμὸς, ὅπου τὸ ἀπαραμύθητον πένθος, ὅπου οὐκ ἔστι γέλως, ἀλλὰ θρῆνος· ὅπου οὐκ ἔστι χαρμοσύνη, ἀλλὰ στεναγμός· ὅπου οὐκ ἔστι τρυφὴ, ἀλλὰ κρίσις· ὅπου οὐκ ἔστι φθόγγος, ἀλλὰ τρόμος.
Φοβερὸν ὄντως ἀκοῦσαι, ἀγαπητοὶ, φοβερώτερον δὲ τὸ ἰδέσθαι πᾶσαν τὴν κτίσιν ἱσταμένην, καὶ ἀπολογουμένην ὑπὲρ λόγου, ὑπὲρ ἔργου, ὑπὲρ ἐννοιῶν, τῶν ἐν νυκτὶ, τῶν ἐν ἡμέρᾳ, ὧν ἡμάρτομεν.
Μέγας ὁ φόβος, ἀδελφοὶ, τότε, μεγάλη ἡ ἀνάγκη, οἵα οὐδέποτε ἐγένετο οὐδὲ γενήσεται ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης.
Τότε ἄγγελοι περιτρέχουσιν, αἱ σάλπιγγες βοῶσι, τὰ ἄστρα πίπτουσιν, ὁ ἥλιος σκοτίζεται, οἱ οὐρανοὶ εἱλίσσονται, ἡ γῆ σαλεύεται, αἱ δυνάμεις προτρέχουσι, τὰ Σεραφὶμ βοῶσι, τὰ ἄνω, τὰ κάτω, τὰ ἐπίγεια, τὰ καταχθόνια ταράσσονται, τὰ μνημεῖα ἀνοίγονται, τὰ σώματα ἀνίστανται καὶ συνάγονται, τὸ κριτήριον εὐτρεπίζεται.
Πολὺς ὁ φόβος, ἀδιήγητος ὁ τρόμος, ἀκατάληπτος ἡ ἀνάγκη ἡ τότε γινομένη· μέγας ὁ χειμὼν ἐκεῖνος, μεγάλη ἡ ὀδύνη, χαλεπὴ ἡ περίστασις, ἀκατάπαυστος ὁ θόρυβος, μέγας ὁ ὀλολυγμός.
Ἄκουε οὖν τοῦ ∆ανιὴλ λέγοντος·
Ἐθεώρουν ἐν ὁράματι τῆς νυκτὸς, ἕως οὗ θρόνοι ἐτέθησαν, καὶ Παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθισε.
Τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιὼν, ἡ θρὶξ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ καθαρὸν ὡς ἔριον· ὁ θρόνος αὐτοῦ φλὸξ, οἱ τροχοὶ αὐτοῦ πῦρ φλέγον.
Ποταμὸς πυρὸς εἷλκεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ· χίλιαι χιλιάδες παρειστήκεισαν αὐτῷ, καὶ μύριαι μυριάδες ἐλειτούργουν αὐτῷ· τὸ κριτήριον ἐκάθισε, καὶ βίβλοι ἠνεῴχθησαν.
Ἔφριξε τότε τὸ πνεῦμά μου.
Ἐγὼ ∆ανιὴλ εἶδον, καὶ ἡ ὅρασις τῆς κεφαλῆς μου συνετάραξέ με. Βαβαί! ὁ προφήτης τὸ ὅραμα τῆς μελλούσης κρίσεως ἰδὼν ἔφριξε!
Καὶ τί ἄρα ἡμεῖς μέλλομεν ὑπομένειν, ὅταν εἰς αὐτὰ τὰ πράγματα ἔλθωμεν;
ὅταν ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν ἐπισυναγόμενοι παριστώμεθα γυμνοὶ, καὶ τὸ φορτίον τῶν ἁμαρτιῶν ἐπὶ τοῦ τραχήλου πᾶσιν ἐπιδεικνύοντες;
Τότε τῶν βλασφήμων αἱ γλῶσσαι φλογίζονται, καὶ οὐκ ἔσται ὁ δροσίζων· τότε τῶν καταλαλούντων οἱ ὀδόντες συντρίβονται ὑπὸ ἀποτόμων ἀγγέλων· τότε τῶν φιλαργύρων αἱ χεῖρες κρεμάμεναι τρέμουσι, καὶ ξεόμεναι ὀδυνῶνται· τότε τῶν φλυάρων τὰ στόματα ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἐμφράττονται· τότε τῶν διανευόντων οἱ ὀφθαλμοὶ ἐξορύττονται ἀνιλεῶς.
Ποῦ τότε γονεῖς, ποῦ ἀδελφοὶ, ποῦ πατὴρ, ποῦ μήτηρ, ποῦ οἱ συγγενεῖς, ποῦ οἱ φίλοι;
ποῦ ἡ τῶν βασιλέων φαντασία, ποῦ τῶν ἀρχόντων ἡ ἐξουσία, ποῦ ἡ τῶν τυράννων ἀπόνοια, ποῦ ἡ τῶν δικαστῶν ὑπερηφανία;
ποῦ οἱ δοῦλοι, ποῦ αἱ δοῦλαι; ποῦ ὁ καλλωπισμὸς τῶν ἱματίων, ποῦ αἱ χροαὶ τῶν μαργάρων, ποῦ ἡ φαντασία τοῦ χρυσίου, ποῦ ὁ κτύπος τοῦ ἀργυρίου;
ποῦ ἡ κόσμησις τῶν δακτυλίων, ποῦ τῶν ποδῶν τὸ περισφῖγγον ὑπόδημα,
ποῦ τὰ σηρικὰ ἱμάτια, ποῦ τὰ βύσσινα;
ποῦ τὰ κρέα, ποῦ τὰ μύρα καὶ τὰ μάταια καπνίσματα;
ποῦ οἱ φυλασσόμενοι θησαυροί;
ποῦ αἱ κεκοσμημέναι κλῖναι;
ποῦ οἱ παρορῶντες τοὺς πένητας;
ποῦ οἱ παραβλέποντες τοὺς ἐν ἀνάγκῃ;
ποῦ οἱ νομίζοντες εἶναι σοφοί;
ποῦ οἱ μετὰ τυμπάνων καὶ χορῶν τὸν οἶνον πίνοντες;
ποῦ οἱ διαπαντὸς γελῶντες, καὶ τοὺς εὐλαβεῖς ἐκμυκτηρίζοντες;
ποῦ οἱ τοὺς δούλους καταπονοῦντες, καὶ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ καταφρονοῦντες;
ποῦ εἰσὶν ἀπιστοῦντες τὴν κόλασιν, καὶ ὡς ἀθάνατοι διακείμενοι;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Φάγωμεν καὶ πίωμεν·
αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, ∆ός μοι τὴν σήμερον, καὶ λάβε τὴν αὔριον;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Ἀπολαύσωμεν τῶν ὧδε, καὶ περὶ τῶν ἐκεῖ βλέπωμεν;
ποῦ εἰσὶν οἱ λέγοντες, Φιλάνθρωπός ἐστιν ὁ Θεὸς, καὶ οὐ κολάζει τοὺς ἁμαρτωλούς;
Ὢ πόσα μετανοήσουσιν οἱ τὰ τοιαῦτα λέγοντες!
πόσα κόψονται, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐλεῶν αὐτούς!
πόσα στενάξουσι, καὶ οὐδεὶς ὁ λυτρούμενος!
πόσα ἑαυτοὺς κατακόπτοντες εἴπωσιν, Οὐαὶ, οὐαὶ, ὅτι ἑαυτοὺς ἐχλευάσαμεν! οὐαὶ, ὅτι ἑαυτοὺς ἀπωλέσαμεν!
Ἐδιδασκόμεθα, καὶ οὐ προσείχομεν·
ἐνουθετούμεθα, καὶ κατεφρονοῦμεν· διεμαρτύραντο δὲ ἡμῖν, καὶ οὐκ ἐπιστεύομεν· τῶν Γραφῶν ἀκούοντες ἑαυτοὺς ἐπλανῶμεν.
∆ικαία ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν.
Οὐαὶ ἡμῖν, ὅτι διὰ πρόσκαιρον ἡδονὴν αἰωνίως κολαζόμεθα, διὰ μικροῦ χρόνου ἀμέλειαν τῷ αἰωνίῳ πυρὶ καταποντιζόμεθα, διὰ δόξαν ματαίαν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐξεπέσαμεν,
διὰ μικρὰν τρυφὴν τῆς τοῦ παραδείσου τρυφῆς ἐστερήθημεν, διὰ πλοῦτον ἀπολλύμενον τὸν πλοῦτον τῆς βασιλείας ἀπωλέσαμεν!
Ἐν τῷ ματαίῳ αἰῶνι ἡμεῖς ἀπηλαύσαμεν, ἀλλ' ἐν αὐτῷ οἱ μὴ ἀπολαύσαντες εὐφραίνονται.
Νῦν οἱ νηστεύοντες τρυφῶσιν, οἱ ἀγωνισάμενοι εἰς τὸν οὐράνιον νυμφῶνα χορεύουσιν, οἱ σκορπίσαντες τὸν πλοῦτον ἐν ἀγαλλιάσει θερίζουσιν, οἱ κλαύσαντες αἰωνίως ἀγάλλονται, οἱ καταφρονήσαντες τῶν ἐπιγείων ἀπέλαβον τὰ οὐράνια·
μόνοι δὲ ἡμεῖς οἱ ἄθλιοι τῇ κολάσει ἀξίως παρεδόθημεν· καὶ νῦν κράζομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐλεῶν· στενάζομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ σώζων.
Ἵνα οὖν μὴ καὶ ἡμεῖς μετ' ἐκείνων τῶν ἀφρόνων τὰ τοιαῦτα ῥήματα ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι εἴπωμεν, δεῦτε προφθάσωμεν τὸν κλέπτην τῶν ψυχῶν ἡμῶν· δράμωμεν, ἕως καιρὸν ἔχομεν·
στενάξωμεν, μετανοήσωμεν, ἐξυπνισθῶμεν, παρακαλῶ, ἐκ τοῦ ὕπνου τῆς ῥᾳθυμίας ἡμῶν, ἐκ τοῦ βάρους τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς ἀμελείας ἡμῶν· ὑψώσωμεν χεῖρας πρὸς τὸν δυνάμενον σῶσαι ἡμᾶς, καὶ εἴπωμεν·
Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα.
Σπεύσωμεν μόνον πρὶν ἢ ἥλιος δύσῃ, πρὶν ἢ θύρα ἀποκλεισθῇ, πρὶν ἢ νὺξ καταλάβῃ.
Ἐπὰν γὰρ ἡ πανήγυρις λυθῇ, οὐδεὶς πραγματεύεται· ἐπὰν τὸ θέατρον λυθῇ, οὐδεὶς στεφανοῦται, οὐδεὶς ἀγωνίζεται.
∆ιὸ δράμωμεν· δρόμου γὰρ χρεία, ἀδελφοὶ, καὶ δρόμου σφοδροῦ, ἵνα φθάσωμεν, ἵνα μὴ καὶ ἡμεῖς κρούσαντες ἀκούσωμεν· Οὐκ οἶδα ὑμᾶς· ὀξυποδήσωμεν, μικρὸν αἰσχυνθῶμεν.
Πόσα τὸν ∆εσπότην ἀτιμάζομεν;
πόσα τὸν εὐεργέτην παροργίζομεν;
Αὐτὸς εὐεργετεῖ, καὶ ἡμεῖς καθ' ἑκάστην ἀγνοοῦμεν· αὐτὸς οἰκτείρει, καὶ ἡμεῖς ἀθετοῦμεν, αὐτὸς τρέφει, σκέπων προνοεῖται, καὶ ἡμεῖς τὰς αὐτοῦ ἐντολὰς καθ' ἑκάστην παραβαίνομεν, καὶ οὐκ αἰσχυνόμεθα.
Αἰσχυνθῶμεν λοιπόν·
ὁ γὰρ καιρὸς ἤγγικε, καὶ ἡ ἡμέρα ἔφθασε, καὶ δεῖ ἡμᾶς λόγον ἀποδοῦναι ὑπὲρ ὅλου τοῦ βίου ἡμῶν.
Παυσώμεθα οὖν λοιπὸν τῆς ἀμέτρου τρυφῆς, καὶ τοῦ αἰσχροῦ γέλωτος, ἵνα μὴ ἐκεῖ κλαύσωμεν πικρῶς· παυσώμεθα τοὺς ἀδελφοὺς λοιδοροῦντες καὶ μισοῦντες καὶ ἀδικοῦντες·
παυσώμεθα θησαυρίζοντες, σπαταλῶντες καὶ πορνεύοντες· σχολάζωμεν ταῖς εὐχαῖς, ταῖς δεήσεσι, ταῖς ἀναγνώσεσι, ταῖς νηστείαις, ταῖς μετανοίαις· ἐπιδειξώμεθα βίον νέον, ἐξομολογησώμεθα, ἐπιστρέψωμεν· ἐπιστροφῆς γὰρ ὁ καιρός.
Μετανοήσωμεν, δακρύσωμεν, ἐπιδειξώμεθα τῷ Θεῷ μετάνοιαν ἐμμέριμνον, καὶ ἁμαρτίαν μισήσωμεν· πονέσωμεν ὧδε, παρακαλῶ, μικρὸν, ἵνα μὴ κολασθῶμεν ἐκεῖ πολύ· ἀγωνισώμεθα πρὸ καιροῦ, ἀδελφοὶ, ἵνα μὴ βασανισθῶμεν αἰωνίως.
Ὁ χρόνος μικρὸς, ἡ δὲ κρίσις μακρὰ, καὶ τὸ τέλος ἐγγὺς, καὶ ὁ φόβος πολὺς, καὶ ὁ ἐλεῶν οὐδείς.
Ζητήσει γὰρ τὸν καιρὸν, ὃν κακῶς ἐδαπάνησεν ἕκαστος, καὶ οὐ μὴ εὕρῃ.
Οὐαὶ τῷ καταλαλοῦντι, ὅτι ζητήσει σταγόνας ὕδατος φλεγόμενος, καὶ οὐχ εὑρίσκει!
οὐαὶ τῷ ἀπιστοῦντι, ὅτι αἰωνίως κολασθήσεται!
οὐαὶ τῷ ἀμελοῦντι, ὅτι πρὸς αὐστηρὸν κριτὴν πορεύεται!
οὐαὶ τῷ μὴ ἀγωνιζομένῳ, ὅτι ἀποτόμοις ἀγγέλοις παραδίδοται,
Χρυσίον ὁ ἀπολλύων εὑρίσκει ἄλλο·
χρόνον δὲ μετανοίας ἄλλον εὑρεῖν οὐ δύναται.
Μὴ φεισώμεθα, ἀδελφοὶ, τῶν ἑαυτῶν σωμάτων, ἀλλὰ ταῦτα κατατρίψωμεν, ἐπειδὴ Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες, μακάριοι οἱ πενθοῦντες.
Τὸ γὰρ σῶμα πηλός ἐστι· καὶ ἐλεύσεται ὥρα καὶ ἡμέρα φοβερὰ καὶ πονηρὰ καὶ ἀπαραίτητος, καὶ εἰς γῆν ἡ γῆ πορεύσεται, καὶ ἡ κόνις πάλιν κόνις γίνεται.
Νήψωμεν, ἀγαπητοὶ, δυσωπῶ, ὁδοιπορήσωμεν, ἀνανεύσωμεν· ἐλεύσεται γὰρ ἡ ὥρα, καὶ ὄντως ἐλεύσεται, τῆς ἐξόδου ἡμῶν· καὶ μὴ ἑαυτοὺς ἀπατήσωμεν.
Ἔστω, ἀγαπητοὶ, κατατρυφῶμεν, ἔστω καὶ πλουτῶμεν πεντήκοντα ἢ καὶ ἑκατὸν ἔτη· καὶ μετὰ ταῦτα νόσος καὶ γῆρας, καὶ μετὰ ταῦτα τί;
Ἀδυναμία καὶ θάνατος, καὶ ἡ φρικτὴ ὥρα ἐκείνη ἡ προσδοκωμένη καὶ φριττομένη καὶ ἀμελουμένη.
Μέγας φόβος τότε γίνεται, ἀδελφοί· μέγα δὲ ἰδέσθαι ψυχὴν χωριζομένην τοῦ σώματος·
μεγάλη ἀνάγκη τῆς ὥρας ἐκείνης, ὅταν ἡ γλῶσσα καθαρῶς τὸν λόγον εἰπεῖν οὐ δύναται,
ὅταν στρέφωμεν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὧδε καὶ ὧδε συνεχῶς, καὶ τοὺς παρεστῶτας ἡμῖν φίλους καὶ ἀδελφοὺς γνωρίζωμεν, καὶ πρὸς αὐτοὺς φθέγξασθαι οὐ δυνώμεθα.
Τῶν θρηνούντων ἡμᾶς ἀκούομεν, καὶ τούτους παραμυθήσασθαι οὐ δυνάμεθα· τὰ τέκνα ὀδυρόμενα καὶ δακρύοντα βλέπομεν καὶ τὸν πόνον αὐτῶν ἔχοντες πορευόμεθα.
Καὶ τί λέγω τέκνα;
Ἐν γὰρ τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ οὐκ ἔστι μεριμνῆσαι τέκνων, οὐκ ἀδελφῶν, οὐδὲ ἄλλη φροντὶς συνέχει ἡμᾶς, εἰ μὴ τῶν ἡμετέρων παραπτωμάτων ἔννοια, καὶ τὸ πῶς ἀπαντήσωμεν τῷ κριτῇ, καὶ ποίαν ἀπόφασιν λάβωμεν, καὶ ποῖος ἄρα τόπος δέξεται ἡμᾶς.
Εἶτα ὡς ταῦτα ἐνθυμούμεθα, ἐξαίφνης ἐφίστανται ἡμῖν ἄγγελοι ἀπότομοι.
Τότε ἡμεῖς τούτους θεωροῦντες, ἐὰν ἀνευτρέπιστοι εὑρεθῶμεν, πῶς μέλλομεν ταράττεσθαι,
καὶ τῆς κλίνης φεύγειν δοκιμάζοντες μὲν, μὴ δυνάμενοι δὲ, προσέχοντες πρὸς αὐτοὺς ἐλεεινοῖς ὀφθαλμοῖς, καὶ στυγνῷ τῷ προσώπῳ παρακαλοῦντες, δυσωποῦντες, ἱκετεύοντες καὶ λέγοντες·
Ἐλεήσατέ με, ἄγγελοι καὶ φοβεροὶ παραστάται τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, καὶ μή με ἄκαρπον καὶ ἀκάθαρτον πρὸς τὸν Κριτὴν ἀπενέγκητε· μή με ἁμαρτωλὸν τοῦ σώματος χωρίσητε· μὴ, δέομαι, παρακαλῶ, παρακλήθητε, δυσωπήθητε, καὶ ἐάσατέ με ὀλίγον χρόνον μετανοῆσαι, στενάξαι, πενθῆσαι, ἐλεημοσύνας ποιῆσαι, ἐπειδὴ κακῶς τὸν ἐμαυτοῦ βίον ἐδαπάνησα καὶ ἀνήλωσα.
Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ ἄγγελοι, λέγουσι πρὸς ἡμᾶς·
Ὦ ψυχὴ ταλαίπωρε, πάσας τὰς ἡμέρας σου ἐν ἀμελείᾳ ἔζησας, καὶ ἄρτι μετανοῆσαι θέλεις;
ὦ ἀθλία ψυχὴ, ὁ ἥλιός σου ἔδυνεν, ὁ χρόνος σου τετέλεσται· ὁ Θεὸς ἐκέλευσεν ἐκ τοῦ σώματός σου χωρίσαι σε.
∆εῦρο καὶ καταδικάζου ἐν πυρὶ αἰωνίῳ κατὰ τὰς πράξεις σου· οὐ γὰρ ἔστι σοι λοιπὸν ἐλπὶς σωτηρίας, ἀλλὰ αἰώνιος τιμωρία.
Ταῦτα ἀκούσαντες, ἀγαπητοὶ, καὶ πιστεύσαντες, ὅτι ἀληθῆ εἰσι καὶ οὐ μῦθοι, ἀγωνισώμεθα πρὸ τῆς ὥρας ἐκείνης· κἂν ἐσυνηθήσαμεν ἁμαρτάνειν, ἀλλ' ἐκκόψωμεν ταύτας διὰ τῆς μετανοίας.
Μὴ πλανηθῶμεν, ἀδελφοὶ, κρίσις ἐστὶ καὶ κόλασις αἰώνιος, πῦρ ἄσβεστον καὶ σκώληξ ἀτελεύτητος, σκότος ἐξώτερον καὶ τάρταρος, βρυγμὸς ὀδόντων καὶ κλαυθμὸς μέγας, ὡς ὁ Κύριος ἐν τοῖς Εὐαγγελίοις ἐμνημόνευσεν· ἀψευδὴς γάρ ἐστιν ὁ εἰπὼν, Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.
∆ιὸ φοβηθῶμεν καὶ φρίξωμεν, πάντες οἱ ἐν ἁμαρτίαις ζήσαντες, καὶ σπουδάσωμεν μετὰ τῶν ἁγίων εὐρηθῆναι διὰ τῆς μετανοίας.
Μὴ εἴπῃς, Ἔκλεψα, ἐφόνευσα, ἐπόρνευσα, καὶ οὐ δέχεταί με ὁ Θεός· μηδὲν τούτων εἴπῃς· δέχεται γὰρ πάντας, ὡς τὸν λῃστὴν, ὡς τὸν τελώνην καὶ ὡς τὴν πόρνην· μόνον μὴ ἀπογνῶμεν, παρακαλῶ, μὴ ῥᾳθυμήσωμεν. Κρούσωμεν διὰ μετανοίας καὶ εἴπωμεν·
Ἄνοιξον ἡμῖν, Κύριε, τοῖς ἀναξίοις καὶ ἁμαρτωλοῖς· διὰ τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀποστραφῇς ἡμᾶς, ἀλλὰ δυσωπήθητι, καὶ μὴ στερήσῃς ἡμᾶς τῆς βασιλείας σου.
Σὺ γὰρ εἶ Θεὸς τῶν ἀπηλπισμένων, καὶ σωτηρία πάντων τῶν καταφευγόντων εἰς σέ· καὶ σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα σὺν τῷ ἀνάρχῳ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ἀμήν.

Ιωνάς και Νινευίτες

Πρόλογος

ΓΝΩΣΤΗ στους περισσότερους είναι η ιστορία τού προφήτη Ιωνά΄ γνωστή και χαριτωμένη και διδακτική. Για τον προφήτη, εκτός από το επεισόδιο που περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο τής Παλαιάς Διαθήκης, τίποτε άλλο δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο ότι ήταν γιός τού Αμαθεί, από τη φυλή Ζαβουλών, και έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Ιωνάς παίρνει από το Θεό εντολή να πάει στη Νινευή, τη μεγάλη πρωτεύουσα του ασσυριακού κράτους, και να κηρύξει μετάνοια στους κατοίκους της. Αυτός όμως δεν υπακούει, αλλά φεύγει με πλοίο για την ισπανική πόλη Θαρσίς (την Ταρτησσό των Ελλήνων). Στη διάρκεια του ταξιδιού σηκώνεται με θεία βουλή φοβερή τρικυμία. Οι ναυτικοί, μετά από κλήρωση, ρίχνουν σαν ένοχο στη θάλασσα τον Ιωνά, που τον καταπίνει ένα τεράστιο ψάρι. Μέσα στην κοιλιά του ο προφήτης προσεύχεται τρία μερόνυχτα στο Θεό, ο οποίος προστάζει το κήτος να τον ξεράσει στη στεριά. Μετά απ’ αυτό ο προφήτης υπακούει στη θεϊκή εντολή, πηγαίνει στη Νινευή και αναγγέλλει την καταστροφή της, που αποτρέπεται όμως με τη βαθειά μετάνοια των κατοίκων της. Ο προφήτης λυπάται για τη σωτηρία της, αλλά παίρνει το κατάλληλο δίδαγμα από τον Κύριο.
Στο περιστατικό αυτό είναι αφιερωμένος ένας συγκλονιστικός λόγος τού κατανυκτικότατου οσίου Εφραίμ του Σύρου. Ένας λόγος με καυτή επικαιρότητα, μια και ολόκληρη η ανθρωπότητα ζει σήμερα στην κατάσταση της Νινευή: Σε κατάσταση ανταρσίας απέναντι στο Θεό και το νόμο Του.

Αλλά ο καρπός τής ανταρσίας και της αμαρτίας είναι ο θάνατος. Στο θάνατο οδηγούσε τότε τον Ιωνά η παρακοή του. Στο θάνατο οδηγούσε επίσης την κοσμοκράτειρα Νινευή το πλήθος των αμαρτιών της. Στο θάνατο όμως, με μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά βεβαιότητα, οδηγούμαστε κι εμείς σήμερα. Η γη μας βρίσκεται αντιμέτωπη με τις απειλές ποικίλων καθολικών καταστροφών, όπως είναι, ενδεικτικά, το πυρηνικό ολοκαύτωμα και η οικολογική φθορά καταστροφών, που έχουν ως κύρια αιτία τη γενική αποστασία μας από το Θεό.
Ας ξυπνήσουμε όλοι οι σύγχρονοι Νινευΐτες από την πνευματική μας νάρκη και ας ετοιμαστούμε. Ας ακούσουμε τη φωνή τού Ιωνά και του οσίου Εφραίμ. Γιατί δεν ξέρουμε τη μέρα και την ώρα, που θα έρθει ο Κύριος να κάνει την κρίση Του και να ζητήσει λόγο για τα έργα μας. Ο ίδιος μας προειδοποίησε: «Οι κάτοικοι της Νινευή θ’ αναστηθούν την ημέρα τής Κρίσεως μαζί με τη σημερινή γενεά και θα την καταδικάσουν, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ τώρα το κήρυγμα της μετάνοιας σας το κάνω εγώ ο ίδιος, που είμαι πολύ ανώτερος από τον Ιωνά»(Ματθ. 12:41) -και αλίμονο σ’ εκείνους που δεν θα το ακούσουν...

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Ιωνάς και Νινευίτες

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ιωνάς, αφού σώθηκε από τα δόντια τού κήτους και βγήκε από τη θάλασσα, άρχισε να κηρύσσει στους κατοίκους τής Νινευή, που ήταν ειδωλολάτρες. Αρχισε να τους κηρύσσει μετάνοια, όπως τον είχε προστάξει ο Θεός. Τους συμβούλευε να μετανοήσουν, γιατί αλλιώς σε τρεις μέρες η μεγάλη πόλη Νινευή θα καταστρεφόταν!

Το φοβερό προφητικό κήρυγμα ξάφνιασε τους Νινευίτες. Κατατρόμαξε την κυρίαρχη εκείνη πολιτεία, τη συγκλόνισε απ’ άκρη σ' άκρη. Κομμάτιασε τις καρδιές και του λαού και των αρχόντων, γιατί κατέστρεφε την πόλη τους και κάθε τους ελπίδα.

Ακουσαν την προφητική φωνή οι βασιλιάδες και ταράχθηκαν. Τόσο ταπεινώθηκαν, που πέταξαν τα στέμματά τους και πόθησαν τη μετάνοια.

Την άκουσαν οι άρχοντες, και θορυβήθηκαν. Έβγαλαν τα λαμπρά φορέματά τους κι έβαλαν τρίχινα και ταπεινά.

Την άκουσαν οι γεροντότεροι, κι έχωσαν από συντριβή τα κεφάλια τους μες στη στάχτη.

Την άκουσαν οι πλούσιοι, κι αμέσως άνοιξαν τους θησαυρούς τους στους φτωχούς.

Την άκουσαν οι δανειστές, και ξέσχισαν αμέσως τα γραμμάτιά τους.

Την άκουσαν οι οφειλέτες, κι έτρεξαν να ξοφλήσουν τα χρέη τους.

Την άκουσαν οι κλέφτες, κι έδιναν πίσω βιαστικά τα κλοπιμαία στους δικαιούχους.

Την άκουσαν όμως και οι δικαιούχοι, και προσποιούνταν πως τα κλεμμένα δεν ήτανε δικά τους, αφήνοντάς τα όλα στους κλέφτες.

Την άκουσαν οι φονιάδες, και εξομολογούνταν τα εγκλήματά τους, καταφρονώντας πια το φόβο τών δικαστών.

Την άκουσαν όμως και οι δικαστές, και τους συγχώρεσαν, γιατί μέσα σ’ εκείνη την απερίγραπτη συγκίνηση κανείς δεν είχε τη δύναμη να δικάσει.

Την άκουσαν οι αμαρτωλοί, και εξομολογήθηκαν τις κακές τους πράξεις.

Την άκουσαν οι δούλοι, κι έγιναν με το παραπάνω τίμιοι απέναντι στους αφέντες τους.

Την άκουσαν οι πλούσιοι και οι επίσημοι, και έριξαν την έπαρσή τους.

Κοντολογίς, άρχισε ο καθένας να φροντίζει για τη σωτηρία του και να παρακαλεί το Θεό. Δεν υπήρχε πια κανείς που να θέλει το κακό τού άλλου. Όλοι τώρα είχαν ένα μονάχα πόθο: Πώς να κερδίσουν την ψυχή τους. Και όλοι έσπερναν φιλανθρωπία για να θερίσουν τη συγχώρηση!

Ο προφήτης Ιωνάς στάλθηκε σαν γιατρός στη Νινευή. Και ο γιατρός ανοίγει τις πληγές και τις καθαρίζει με φάρμακα στυπτικά.

Σαν νυστέρι χρησιμοποίησε τη φοβερή φωνή του. Δεν τους κάλεσε να μετανοήσουν. Τους έκλεισε τελείως τη θύρα τής ελπίδας, για να φοβηθούν και να σταματήσουν τα κακά, που γεννούν τις ψυχικές αρρώστιες. Γιατί η χάρη τού Θεού δεν έστειλε τον Ιωνά στην πόλη για να την καταστρέψει, μα για να τη μεταστρέψει.

Ακουσε λοιπόν η Νινευή την προειδοποίησή του, και με νηστείες και προσευχές επέστρεψε στο σωστό δρόμο τής ζωής, δείχνοντας πόσα κατορθώνει η καταφυγή στο Θεό. Γιατί αυτή άλλαξε την από­φασή Του.

Σταμάτησαν τα πολυτελή δείπνα των αρχόντων... Αλλά τί λέω; Αφού τα βρέφη τους έπαψαν να θηλάζουν, ποιός θά ’ταν εκείνος που θ’ αναζητούσε την απόλαυση των νόστιμων φαγητών; Αφού στα ζώα τους δεν έδιναν νερό, ποιός απ’ αυτούς θα έπινε κρασί; Αφού ο βασιλιάς φόρεσε τρίχινο σάκκο, ποιός θα ντυνόταν με πολύτιμη φορεσιά; Αφού έβλεπαν τις γυναίκες τού δρόμου να σωφρονούν, ποιός θα έκανε γάμο ή θα πάντρευε τα παιδιά του; Αφού οι ακατάστατοι συμμαζεύονταν από το φόβο, από ποιό στόμα θά ’βγαινε γέλιο; Αφού όλοι έκλαιγαν και πενθούσαν, ποιός θα διασκέδαζε; Αφού οι κλέφτες αυτοτιμωρούνταν για τις κλοπές τους, πού θα βρισκόταν καταχραστής; Αφού η πόλη χανόταν, ποιός θα φύλαγε το σπίτι του;

Το χρυσάφι ήταν ριγμένο καταγής, και όλοι το περιφρονούσαν. Ανοιχτά ήταν τα θησαυροφυλάκια, και κανείς δεν τα πλησίαζε. Οι ακόλαστοι έκλειναν τα μάτια τους, για να μη δουν με πόθο τις ομορφιές τών γυναικών. Και οι γυναίκες κρύβονταν για να μη σκανδαλίζουν τους άνδρες.

Ο καθένας κοίταζε να ωφελήσει τον διπλανό του και να ωφεληθεί κι ο ίδιος, για να σωθούν στο τέλος όλοι. Ο καθένας παρακινούσε τον άλλο σε προσευχή και εξομολόγηση. Ο καθένας πρόσεχε να μην αμαρτήσει κανείς τους. Έτσι ολόκληρη η πόλη έγινε σαν ένα σώμα. Δεν προσευχόταν εκεί κανένας να σωθεί μονάχος του, αλλά ικέτευε για τη σωτηρία όλων. Γιατί όλοι, σαν ένας άνθρωπος, κινδύνευαν απ' τον αφανισμό και την καταστροφή. Οι δίκαιοι παρακαλούσαν για τους αμαρτωλούς. Και οι αμαρτωλοί φώναζαν στο Θεό ν’ ακούσει τους δικαίους.

Συμμάζεψε το νου σου, αδελφέ μου, και δες πως όλοι μαζί ζούσαν μέσα σε βαρύ πένθος. Το σπαραξικάρδιο κλάμα των νηπίων έκανε όλη την πόλη να οδύρεται. Το ξεφωνητό των παιδιών ξέσχιζε τις καρδιές των γονιών. Οι γέροι μαδούσαν τα μαλλιά τους. Κι οι νέοι, βλέποντάς τους, θρηνολογούσαν με κραυγές. Γιατί όλοι έβλεπαν να πεθαίνουν μαζί την ίδια στιγμή, θάβοντας ο ένας τον άλλο.

Πρωί και βράδυ μετρούσαν τις ημέρες που απόμεναν από την προθεσμία του Ιωνά... Αλλη μια μέρα πέρασε! Ελάχιστες είχαν ακόμα! Πλησίαζε η καταστροφή!

Τα παιδιά ρωτούσαν τους πατεράδες με δάκρυα: "Πέστε μας, ποιά είν' η ώρα που ο Εβραίος όρισε να κατεβούμε όλοι μαζί ζωντανοί στον άδη; Πότε θ’ αφανιστεί η ωραία μας πόλη; Ποιά είν’ η μέρα τής καταστροφής μας;”. Κι οι πατεράδες, με κόπο συγκρατώντας το κλάμα τους, για να μην απελπίσουν τα παιδιά τους και τα στείλουν στον τάφο μια ώρα αρχύτερα, τους έλεγαν παρηγορητικά: “Μη φοβάστε, αγαπημένα μας. Έχετε θάρρος. Ο Κύριος είναι πολύ φιλάνθρωπος. Δεν θα εξαφανίσει το πλάσμα Του. Αν ένας ζωγράφος φροντίζει και συντηρεί με κάθε επιμέλεια την άψυχη εικόνα που φιλοτεχνεί, δεν θα φυλάξει ο Κύριος την έμψυχη και λογική εικόνα Του; Όχι, δεν θα καταστραφεί η πόλη μας! Απλά ο προφήτης, με την απειλή, μας καλεί σε μετάνοια. Εσείς, παιδιά μας, πόσες φορές φάγατε ξύλο από μάς; Είδατε την ωφέλεια της φοβέρας; Με την τιμωρία γίνατε πιο σοφοί και συνετοί. Σαν πατέρας λοιπόν και ο φιλάνθρωπος Θεός σηκώνει το ραβδί Του, για να φοβίσει και να σωφρονίσει τους γιούς Του. Παιδεύει μα δεν θανατώνει. Συνετίζει και οδηγεί στη μετάνοια... Παρηγορηθείτε, παιδιά, και σταματήστε να κλαίτε. Δεν θ’ αφανιστεί η πόλη μας...”.

Και να που οι Νινευίτες, παρηγορώντας με τέτοια λόγια τα παιδιά τους, προφήτευαν χωρίς να το θέλουν. Έγιναν αληθινοί προφήτες. Η μετάνοια τους έκανε προφήτες. Εκείνοι, ωστόσο, δεν το ήξεραν. Γι’ αυτό και δεν σταμάτησαν να κλαίνε και να πενθούν. Με αυστηρή νηστεία και με αδιάκοπες προσευχέςπερνούσαν τις λίγες μέρες τής προθεσμίας ως την καταστροφή, που τους είχε αναγγείλει ο προφήτης.

Βγήκε ο βασιλιάς απ’ το παλάτι του, και η πόλη ολόκληρη ζάρωσε από το φόβο της, βλέποντάς τον ντυμένο με τρίχινο σάκκο. Είδε κι ό βασιλιάς την πόλη βυθισμένη στο θρήνο, και βούρκωσαν τα μάτια του. Έκλαψε η πόλη για το βασιλιά, όταν είδε τη συντριβή του. Έκλαψε κι ο βασιλιάς για την πόλη, όταν είδε το πένθος της. Κι ήταν τόσο το κλάμα, τόσος ο οδυρμός του, που έκανε και τις πέτρες να ραγίζουν.

Αν τώρα παραβάλουμε τη μετάνοια των Νινευϊτών με τη δική μας, αυτή μοιάζει με όνειρο και σκιά, που φεύγει και χάνεται γρήγορα. Ποιός από μας προσευχήθηκε έτσι; Ποιός παρακάλεσε με τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο αφάνταστα ενώπιον του Θεού; Ποιός έβγαλε από πάνω του τις φανερές και κρυφές του πράξεις; Ποιός, στο άκουσμα μιας απλής φωνής, μετανόησε τόσο πολύ για τις αμαρτίες του, που ένιωσε την καρδιά του να ραγίζει από την πολλή συντριβή; Ποιός άκουσε ένα λόγο και θόλωσε ο νους του; Ποιός άκουσε μιαν απειλή και στερέωσε μέσα του τη μνήμη τού θανάτου; Ποιός αντίκρυσε με τη μετάνοια μπροστά του τον φιλάν­θρωπο Θεό;

Όλοι μαζί λοιπόν πενθούσαν, γιατί όλοι άκουσαν πως οι μέρες τους τελείωναν μια για πάντα. Ζωντανή κλήθηκε όλη η πόλη να κατεβεί στον άδη!

Ο βασιλιάς συγκέντρωσε το στρατό του κι άρχισε με δάκρυα στα μάτια να τους λέει:

“Σε πόσους πολέμους νίκησα! Και πόσες φορές δοξαστήκατε κι εσείς μαζί μου, πολεμώντας γενναία εναντίον τών εχθρών! Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε συνηθισμένο πόλεμο. Νικήσαμε πολλά έθνη και λαούς, μα σε τούτη την περίσταση κινδυνεύουμε να νικηθούμε από έναν άσημο Εβραίο! Η βροντερή φωνή μας τρόμαξε στρατηγούς και βασιλιάδες, και τώρα η φωνή αυτού του ασήμαντου ανθρώπου μάς προξενεί τόση φρίκη! Εμείς ερημώσαμε τόσες πόλεις, και τώρα μέσα στη δική μας πόλη κυριαρχεί ένας ξένος!

"Η Νινευή, η μάνα τών γιγάντων, έπεσε σε τέτοια ταραχή μέσα στα ίδια της τα τείχη από την παρουσία ενός Εβραίου! Στην οικουμένη ολόκληρη βρυχιόταν η φοβερή λέαινα, η Νινευή. Και τώρα ένας Ιωνάς βρυχιέται εναντίον της!

"Ας μην αδρανήσουμε, φίλοι μου, στη δύσκολη αυτή στιγμή, ούτε και να χαθούμε σαν άνανδροι και δειλοί. Γιατί όποιος υπομένει με ανδρεία τον πειρασμό, κερδίζει δυο πράγματα: Και όσο ζει δοξάζεται, και αφού πεθάνει επαινείται σαν ανδρείος και γενναίος αθλητής. Ας δυναμώσουμε λοιπόν και ας αντισταθούμε γενναία. Ας αγωνιστούμε μ’ όλη μας τη δύναμη. Έτσι, κι αν δεν νικήσουμε, ας πεθάνουμε ηρωικά, αφήνοντας πίσω μας δοξασμένο όνομα.

"Έχουμε ακούσει, πως η δικαιοκρισία τού Θεού απειλεί τους κακούς και τους οδηγεί σε συναίσθηση, ενώ η φιλανθρωπία Του χαρίζει σωτηρία. Ας φοβηθούμε λοιπόν τη δικαιοκρισία Του και ας αυξήσουμε την ευσπλαχνία Του. Αν εξιλεωθεί η δικαιοκρισία τού Θεού, το πλήθος των οικτιρμών Του θα είναι μαζί μας.

"Ας μην καταφρονήσουμε τον Ιωνά. Ας μην παρακολουθούμε το κήρυγμά του επιπόλαια. Μπροστά σε όλους τον ρώτησα επανειλημμένα, για να δοκιμαστούν τα λόγια του. Τον κολάκεψα, μα δεν τον έπεισα. Τον φοβέρισα, μα δεν τον έκανα να δειλιάσει.

Του πρόσφερα πλούτη, αλλά με περιγέλασε. Τον απείλησα με το σπαθί, και το ειρωνεύτηκε. Ούτε οι απειλές ούτε τα δώρα χαλάρωσαν το φρόνημά του.

”Ο λόγος του έγινε για μας καθρέφτης. Είδαμε να κατοικεί μέσα του ο Θεός και ν’ απειλεί τις πονηρές πράξεις μας. Ήρθε σ’ εμάς σαν ένας ευσυνείδητος γιατρός, που λέει πάντα στον άρρωστο την αλήθεια. Δεν διστάζει να πει ότι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση.

"Ποιός θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ψεύτη αυτόν που προφητεύει συμφορά; Αν ήταν ψεύτης, θα μας μιλούσε διπλωματικά και με επιφανειακή ευγένεια. Αν διαλαλούσε πως θα έχουμε νίκες και ειρήνη, τότε θα τον υποπτευόμασταν σαν κάποιον αισχροκερδή, που προφητεύει δήθεν καλά για μας, αποβλέποντας σε δώρα και απολαυές. Αυτός εδώ όμως ούτε λίγο ψωμάκι δεν δέχεται από τα χέρια μας. Νηστεύει και προσεύχεται. Ίσως φιλοδοξεί να καταστραφεί η πόλη μας, για να μη διαψευσθεί το κήρυγμά του. Ε λοιπόν, κι εμείς με νηστεία και προσευχή ας του εναντιωθούμε, γιατί δεν είν' εκείνος που αμάρτησε, αλλά εμείς.

"Την πόλη μας, φίλοι μου, δεν την καταστρέφει ο προφήτης. Την καταστρέφουν τα άνομα έργα μας. Εχθρός μας δεν είν' ο Ιωνάς. Έχουμε άλλον εχθρό, αόρατο, πανούργο. Μ' αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε γενναία. Έχουμε ακούσει για τ’ αγωνίσματα του δίκαιου Ιώβ. Γνωστή είναι η δοκιμασία του, που κήρυξε σαν σάλπιγγα σ’ όλη την οικουμένη τη νίκη του εναντίον τού διαβόλου. Αν λοιπόν ο διάβολος πολε­μάει τόσο σκληρά τους δικαίους, πόσο θα πολεμήσει άραγε εμάς, τους αμαρτωλούς;

"Εμείς νικήσαμε βασιλιάδες στον πόλεμο. Ας νικήσουμε τώρα το σατανά με τη μετάνοιά μας. Εμπρός, ας αναμετρηθούμε μαζί του! Βγάλτε τους θώρακες και βάλτε σάκκους τρίχινους! Πετάξτε τα τόξα και τρέξτε στις προσευχές! Αφήστε τα σπαθιά κι αρπάξτε την πίστη! Σπάστε τα βέλη και πιάστε τη νηστεία!...

”Αν νικήσουμε το σατανά, θα είν’ η νίκη μας η μεγαλύτερη απ’ όλες μέχρι τώρα. Και όπως έμπαινα εγώ πρώτος στους άλλους πολέμους, έτσι και σε τούτον τώρα μπαίνω πρώτος”.

Μ’ αυτά τα λόγια, πέταξαν τους χιτώνες τους οι στρατιωτικοί κι έβαλαν σάκκους, όπως ο βασιλιάς. Κι ήταν ντυμένοι όλοι τώρα ταπεινά, αυτοί που πάντα ήταν λαμπροφορεμένοι.

Σκόρπισε κήρυκες ο βασιλιάς, που καλούσαν όλη την πόλη σε μετάνοια, φωνάζοντας: “Να εγκαταλείψει ο καθένας την κακία του, για να μην πληγωθεί και σκοτωθεί σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ο άρπαγας να επιστρέψει αυτά που άρπαξε. Ο άσωτος να σωφρονιστεί. Ο οργίλος να γίνει πράος. Κανένας να μη μνησικακεί. Κανένας να μην καταριέται. Κανένας να μην κακοκαρδίζει ούτε να κακολογεί τον άλλον. Αν εμείς συγχωρέσουμε τα σφάλματα των συνανθρώπων μας, τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει τα δικά μας σφάλματα. Εμπρός λοιπόν, ας οπλιστούμε με νηστείες και προσευχές κι ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με ανδρεία και γενναιότητα για τη σωτηρία μας”.

Με το διάγγελμα αυτό ο βασιλιάς έφερε στο λαό του την αγάπη, την πίστη και την ελπίδα, που έχουν πολλή δύναμη και προσφέρουν ανακούφιση και χαρά.

Έτσι ο γιός τού γενναίου γίγαντα Νεβρώδ εγκατέλειψε τα κυνήγια και, αντί γι’ άγρια ζώα, άρχισε να κυνηγάει και να χτυπάει τα πάθη του. Αντί για αγρίμια, έσφαξε τις αισχρές αμαρτίες. Αφήνοντας τα έξω θηρία, πολεμούσε την πονηριά που είχε μέσα του. Κατεβαίνοντας από το καταστόλιστο άρμα του, τριγυρνούσε με τα πόδια στην πόλη και καλούσε όλους σε μετάνοια. Απ’ άκρη σ’ άκρη διέσχιζε τη Νινευή και πάσχιζε να την καθαρίσει απ’ τη βρωμιά τής αμαρτίας.

Βλέπει ο Ιωνάς αυτή την απίστευτη μετάνοια και τα χάνει. Θαυμάζει τουςΝινευΐτες και ταυτόχρονα πενθεί για τους Ισραηλίτες. Είδε τους απογόνους τής Χαναάν να δικαιώνονται με την πίστη, και τους απογόνους τού Αβραάμ να έχουν προδώσει το Θεό. Είδε τη Νινευή να μετανοεί πικρά, και τη Σιών να πορνεύει με μανία. Είδε αμαρτωλές τής Νινευή να σωφρονούν, και θυγατέρες τού Ιακώβ να ασωτεύουν. Είδε στη Νι­νευή ψεύτες να κηρύσσουν την αλήθεια, και στη Σιών ψευδοπροφήτες να παρασύρουν με δόλο το λαό στην ειδωλολατρία. Στη Νινευή τα είδωλα γκρεμίστηκαν στα φανερά, ενώ στην Ιερουσαλήμ λατρεύονταν στα κρυφά. Η Νινευή έγινε ναός και εκκλησία τού Θεού, ενώ των Ιεροσολύμων ο ναός κατάντησε σπήλαιο ληστών.

Βλέπει ο Ιωνάς τους Νινευΐτες να είναι πιο μυαλωμένοι και θεοσεβείς. Κι ενώ ο ίδιος με την απειλή του τους έκοβε την ελπίδα, η νηστεία τους την πολλαπλασίαζε και τους υποσχόταν ζωή. Βλέπει ο προφήτης τη μετάνοια και φοβάται μήπως βγει ψεύτικο το κήρυγμά του. Αυτός μετράει τις μέρες και τις νύχτες ως την καταστροφή, ενώ οι Νινευΐτες μετρούν τις αμαρτίες τους. Στέκονται στο στόμα τού θανά­του και τρέμοντας χτυπούν τις πύλες τού άδη, περιμένοντας τη δίκαιη οργή τού Θεού, μα δεν παύουν να ελπίζουν και στο άπειρο έλεός Του. Αισθάνονται πως ο Θεός είναι πολυέλεος και δείχνει την αγάπη και την ευσπλαχνία Του σ' όσους μετανοούν. Νιώθουν πως ο προφήτης είναι σκληρός, ενώ ο Θεός φιλάνθρωπος. Γι’ αυτό αφήνουν τον σκληρό και καταφεύγουν στον Εύσπλαχνο. Σ’ Εκείνον, που σηκώνει το ραβδί Του για να φοβερίσει και όχι για να συντρίψει, για να παιδαγωγήσει και όχι για να θανατώσει.

Συνέχεια λοιπόν νήστευαν και αδιάκοπα παρακαλούσαν. Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους απ’ της μεταμέλειας τα δάκρυα. Δεν κουράστηκε η γλώσσα τους να εκλιπαρεί το θείο έλεος. Με τη μετάνοια έδεσαν τη νηστεία και με τη νηστεία την καθαρότητα και τη σωφροσύνη.

Όταν η χάρη τού Θεού είδε αυτά τα πράγματα, σπλαχνίστηκε τους Νινευΐτες κι έστειλε πάνω τους τη δροσιά τής ζωής και της συμπάθειάς Του. Γιατί ο Κύριος, ως φιλάνθρωπος και αγαθός και μακρόθυμος που είναι, δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή και τη μετάνοια και τη σωτηρία του.

Έφτασε όμως και η μέρα τής γενικής καταστροφής τους. Και γέμισε κλάματα η πολιτεία. Το χώμα τής γης από την πλημμύρα των δακρύων είχε γίνει σαν πλίθρα.

Σήκωσαν οι πατεράδες τα παιδιά τους, για να θρηνήσουν μαζί τον πικρό τους θάνατο. Γέροντες και γερόντισσες πήγαν να κλάψουν στους τάφους, όπου κανένας δεν υπήρχε ούτε για να θάψει ούτε για να θαφτεί. Οι θρηνητικές κραυγές όλων υψώθηκαν ως τους ουρανούς. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο με αγωνία: “Ποιά νά ’ναι η ώρα, που όρισε ο Θεός να κατεβούμε όλοι μαζί στον άδη; Με ποιό τρόπο θα έρθει ο θάνατος;...”.

Κόντευε να βραδιάσει. Στάθηκαν οι Νινευΐτες στη θέση τού θανάτου και, κρατώντας ο ένας το χέρι τού άλλου, θρηνούσαν όλοι για όλους.

Αναρωτιόντουσαν, σε ποιά στιγμή θ’ ακουγόταν η φωνή τού εξολοθρεμού τους. Νόμιζαν πως το βράδυ θα καταστρεφόταν η πόλη. Περίεργο, όμως! Έφτασε το βράδυ, και δεν είχαν πάθει τίποτα. Ύστερα νόμισαν ότι τη νύχτα θα παραδοθούν στο χάος. Μα και η νύχτα πέρασε, και πάλι τίποτα! Περίμεναν, τέλος, πως θα χαθούν εξάπαντος το πρωί. Να, όμως, που το πρωί ήρθε, και το κακό δεν έγινε!...

Ε, τώρα πια όλα άλλαξαν! Την ώρα που νόμιζαν πως δεν θα υπάρχουν, η ελπίδα τους έγινε βεβαιότητα και η βεβαιότητα χαρά. Η ατμόσφαιρα, από σκυθρωπή, έγινε λαμπρή και γιορταστική. Όλοι μαζί, με συγγενείς και φίλους, δεν ήξεραν πώς να εκφράσουν τη χαρά τους, πώς να δοξάσουν το Θεό, που τους ελέησε, που δέχτηκε τη μετάνοιά τους.

Ο Ιωνάς στεκόταν και παρακολουθούσε από μακριά, γεμάτος φόβο μην αποδειχθεί ψεύτης. Μα η προσδοκία του δεν πραγματοποιήθηκε. Γιατί ο αγαθός Θεός, βλέποντας τα δάκρυα της μετάνοιας των Νινευϊτών, τους σπλαχνίστηκε και ξαναζωντάνεψε τη νεκρή πόλη. Γιατί, αν και δεν είχαν πεθάνει, όμως, με το να περιμένουν έναν τόσο σύντομο και κακό θάνατο, είχαν γίνει σαν νεκροί.

Τώρα τους ζωοποίησαν η ελπίδα κι η χαρά, γιατί είδαν τη θεϊκή οργή να έχει μεταβληθεί σε έλεος. Γονάτισαν λοιπόν σε προσευχή και, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ευχαριστούσαν το Θεό, που τους έσωσε απροσδόκητα από το θάνατο και με την ευσπλαχνία Του τους χάρισε τη ζωή.

Ο Ιωνάς όμως, βλέποντας ότι, με το να σωθούν οι Νινευΐτες, βγήκε ψεύτης, ήταν υπερβολικά λυπημένος. Όταν τον είδαν σ’ αυτή την κατάσταση, άρχισαν να τον καλοπιάνουν και να του λένε: “Μη λυπάσαι, Ιωνά. Να χαίρεσαι, γιατί εξαιτίας σου βρήκαμε καινούργια ζωή. Εξαιτίας σου γνωρίσαμε το Θεό, τον πλάστη και δημιουργό μας. Μη φοβάσαι, δεν φάνηκες ψεύτης, γιατί καταστράφηκε η κακία μας και οικοδομήθηκε η πίστη μας. Με την υπόδειξή σου βρήκαμε τη μετάνοια και απολαύσαμε ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία μας από τους θησαυρούς τής ευσπλαχνίας τού Θεού. Πες μας, Ιωνά, τί θα ωφελούσε αν είχε καταστραφεί η πόλη μας; Αν είχαμε πεθάνει όλοι; Τί είχες να κερδίσεις, γιέ του Αμαθεί, αν μας είχε καταπιεί όλους ο άδης; Λυπάσαι εσύ, που μας θεράπευσες από τα κακά; Εμείς σ’ ευχαριστούμε μάλλον ως ευεργέτη. Γιατί λοιπόν αναστενάζεις; Επειδή κόπιασες για να έρθει η πόλη όχι στην καταστροφή, αλλά στη θεογνωσία; Και γιατί πενθείς; Επειδή σωθήκαμε με τη μετάνοια; Μα εσύ τώρα έχεις στεφανωθεί. Και αυτό πρέπει να σε γεμίζει χαρά. Χαροποίησες τους αγγέλους στα επουράνια. Πρέπει να χαρείς κι εσύ στη γη, αφού κι ο ίδιος ο Θεός χαίρεται τώρα για μας...”.
_________________________

Ας δοξάσουμε κι εμείς το Θεό, που μας παρέχει παράδειγμα μετάνοιας και αρραβώνα σωτηρίας μέσω των Νινευϊτών. Γιατί όπως έσωσε τότε εκείνους με τον Ιωνά, έτσι τώρα και πάντοτε σώζει το λαό Του με τον Υιό Του τον μονογενή και καταργεί τον ισραηλιτικό λαό, την άκαρπη συκιά, που εμποδίζει τα έθνη να σώζονται από τους καρπούς τής μετάνοιας στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον όποιο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Πηγή: «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (14): Ιωνάς και Νινευίτες», 
Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής


http://www.alopsis.gr

Προφήτης Ιωήλ, περί μετανοίας...


«Καὶ νῦν λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν ἐπιστράφητε πρὸς μὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν κλαυθμῷ καὶ ἐν κοπετῷ καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ μὴ τὰ ἱμάτια ὑμῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν , ὅτι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων ἐστι, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος».

Καὶ τώρα, λέει ὁ Κύριος καὶ Θεός σας: Ἐπιστρέψτε μὲ μετάνοια σ’ ἐμένα μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά, μὲ νηστεία καὶ μὲ δάκρυα μετανοίας. Σχίστε τὶς καρδιές σας ἀπὸ πόνο μετανοίας καὶ συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς σας, καὶ ὄχι τὰ ἐνδύματά σας. Ἐπιστρέψτε στὸν Κύριο καὶ Θεό σας, διότι αὐτὸς εἶναι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος.

«Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν καὶ ἐπίγνωσιν Θεοῦ ἢ ὁλοκαυτώματα».



Δηλαδή, λέει ὁ Θεὸς μέσω τοῦ προφήτη Ὠσηέ:


«Προτιμῶ τὴν εἰρηνικὴ ἀγάπη σας πρὸς ἐμένα καὶ ὄχι τὶς τυπικὲς θυσίες, 


καὶ θέλω νὰ ἔχετε ἐπίγνωση τοῦ θείου θελήματος περισσότερο, 


παρὰ τὰ χωρὶς νόημα καὶ οὐσία ὁλοκαυτώματα ποὺ προσφέρετε».



http://hristospanagia3.blogspot.com

Πῶς πρέπει νά ἐνεργοῦμε τήν προσευχή



Σπεῖρε, λέει ὁ Σολομών, τό πρωί τόν σπόρο σου ( τῆς προσευχῆς ) καί τό βράδυ ἄς μή παύει τό χέρι σου, γιά νά μήν ὑπάρξει διακοπή στή συνέχεια τῆς προσευχῆς καί χάσεις ἴσως τήν ὥρα πού θά εἰσακουστεῖς. Γιατί δέ γνωρίζεις ποιό θά εὐδοκιμήσει, αὐτό ἤ ἐκεῖνο.

(Ἐκκλ. 11,6: «ἐν τῷπρωί σπεῖρον τὸσπέρμα σου, καὶεἰςἑσπέραν μὴἀφέτω ἡχείρ σου, ὅτι οὐγινώσκεις ποῖον στοιχήσει, ἢτοῦτο ἢ τοῦτο, καὶἐὰν τὰδύο ἐπὶ τὸαὐτὸἀγαθά»).

 Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης 



Το φοβερό προφητικό κήρυγμα του Ιωνά στους Νινευίτες




Ιωνάς και Νινευίτες.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ιωνάς, αφού σώθηκε από τα δόντια του κήτους και βγήκε από τη θάλασσα, άρχισε να κηρύσσει στους κατοίκους της Νινευή, που ήταν ειδωλολάτρες. Αρχισε να τους κηρύσσει μετάνοια, όπως τον είχε προστάξει ο Θεός. Τους συμβούλευε να μετανοήσουν, γιατί αλλιώς σε τρεις μέρες η μεγάλη πόλη Νινευή θα καταστρεφόταν!
Το φοβερό προφητικό κήρυγμα ξάφνιασε τους Νινευίτες. Κατατρόμαξε την κυρίαρχη εκείνη πολιτεία, τη συγκλόνισε απ’ άκρη σ’ άκρη. Κομμάτιασε τις καρδιές και του λαού και των αρχόντων, γιατί κατέστρεφε την πόλη τους και κάθε τους ελπίδα. Ακουσαν την προφητική φωνή οι βασιλιάδες και ταράχθηκαν. Τόσο ταπεινώθηκαν, που πέταξαν τα στέμματά τους και πόθησαν τη μετάνοια. Την άκουσαν οι άρχοντες, και θορυβήθηκαν. Έβγαλαν τα λαμπρά φορέματά τους κι έβαλαν τρίχινα και ταπεινά. Την άκουσαν οι γεροντότεροι, κι έχωσαν από συντριβή τα κεφάλια τους μες στη στάχτη. Την άκουσαν οι πλούσιοι, κι αμέσως άνοιξαν τους θησαυρούς τους στους φτωχούς. Την άκουσαν οι δανειστές, και ξέσχισαν αμέσως τα γραμμάτιά τους. Την άκουσαν οι οφειλέτες, κι έτρεξαν να ξοφλήσουν τα χρέη τους. Την άκουσαν οι κλέφτες, κι έδιναν πίσω βιαστικά τα κλοπιμαία στους δικαιούχους. Την άκουσαν όμως και οι δικαιούχοι, και προσποιούνταν πως τα κλεμμένα δεν ήτανε δικά τους, αφήνοντάς τα όλα στους κλέφτες.
Την άκουσαν οι φονιάδες, και εξομολογούνταν τα εγκλήματά τους, καταφρονώντας πια το φόβο των δικαστών. Την άκουσαν όμως και οι δικαστές, και τους συγχώρεσαν, γιατί μέσα σ’ εκείνη την απερίγραπτη συγκίνηση κανείς δεν είχε τη δύναμη να δικάσει. Την άκουσαν οι αμαρτωλοί, και εξομολογήθηκαν τις κακές τους πράξεις. Την άκουσαν οι δούλοι, κι έγιναν με το παραπάνω τίμιοι απέναντι στους αφέντες τους. Την άκουσαν οι πλούσιοι και οι επίσημοι, και έριξαν την έπαρσή τους. Κοντολογίς, άρχισε ο καθένας να φροντίζει για τη σωτηρία του και να παρακαλεί το Θεό. Δεν υπήρχε πια κανείς που να θέλει το κακό του άλλου. Όλοι τώρα είχαν ένα μονάχα πόθο: Πώς να κερδίσουν την ψυχή τους. Και όλοι έσπερναν φιλανθρωπία για να θερίσουν τη συγχώρηση!
Ο προφήτης Ιωνάς στάλθηκε σαν γιατρός στη Νινευή. Και ο γιατρός ανοίγει τις πληγές και τις καθαρίζει με φάρμακα στυπτικά. Σαν νυστέρι χρησιμοποίησε τη φοβερή φωνή του. Δεν τους κάλεσε να μετανοήσουν. Τους έκλεισε τελείως τη θύρα της ελπίδας, για να φοβηθούν και να σταματήσουν τα κακά, που γεννούν τις ψυχικές αρρώστιες. Γιατί η χάρη του Θεού δεν έστειλε τον Ιωνά στην πόλη για να την καταστρέψει, μα για να τη μεταστρέψει.
Ακουσε λοιπόν η Νινευή την προειδοποίησή του, και με νηστείες και προσευχές επέστρεψε στο σωστό δρόμο της ζωής, δείχνοντας πόσα κατορθώνει η καταφυγή στο Θεό. Γιατί αυτή άλλαξε την από­φασή Του. 
Σταμάτησαν τα πολυτελή δείπνα των αρχόντων… Αλλά τί λέω; Αφού τα βρέφη τους έπαψαν να θηλάζουν, ποιός θα ’ταν εκείνος που θ’ αναζητούσε την απόλαυση των νόστιμων φαγητών; Αφού στα ζώα τους δεν έδιναν νερό, ποιός απ’ αυτούς θα έπινε κρασί; Αφού ο βασιλιάς φόρεσε τρίχινο σάκκο, ποιός θα ντυνόταν με πολύτιμη φορεσιά; Αφού έβλεπαν τις γυναίκες του δρόμου να σωφρονούν, ποιός θα έκανε γάμο ή θα πάντρευε τα παιδιά του; Αφού οι ακατάστατοι συμμαζεύονταν από το φόβο, από ποιό στόμα θά ’βγαινε γέλιο; Αφού όλοι έκλαιγαν και πενθούσαν, ποιός θα διασκέδαζε; Αφού οι κλέφτες αυτοτιμωρούνταν για τις κλοπές τους, πού θα βρισκόταν καταχραστής; Αφού η πόλη χανόταν, ποιός θα φύλαγε το σπίτι του;
Το χρυσάφι ήταν ριγμένο καταγής, και όλοι το περιφρονούσαν. Ανοιχτά ήταν τα θησαυροφυλάκια, και κανείς δεν τα πλησίαζε. Οι ακόλαστοι έκλειναν τα μάτια τους, για να μη δουν με πόθο τις ομορφιές των γυναικών. Και οι γυναίκες κρύβονταν για να μη σκανδαλίζουν τους άνδρες. Ο καθένας κοίταζε να ωφελήσει τον διπλανό του και να ωφεληθεί κι ο ίδιος, για να σωθούν στο τέλος όλοι. Ο καθένας παρακινούσε τον άλλο σε προσευχή και εξομολόγηση. Ο καθένας πρόσεχε να μην αμαρτήσει κανείς τους. Έτσι ολόκληρη η πόλη έγινε σαν ένα σώμα. Δεν προσευχόταν εκεί κανένας να σωθεί μονάχος του, αλλά ικέτευε για τη σωτηρία όλων. Γιατί όλοι, σαν ένας άνθρωπος, κινδύνευαν απ’ τον αφανισμό και την καταστροφή. Οι δίκαιοι παρακαλούσαν για τους αμαρτωλούς. Και οι αμαρτωλοί φώναζαν στο Θεό ν’ ακούσει τους δικαίους.
Συμμάζεψε το νου σου, αδελφέ μου, και δες πως όλοι μαζί ζούσαν μέσα σε βαρύ πένθος. Το σπαραξικάρδιο κλάμα των νηπίων έκανε όλη την πόλη να οδύρεται. Το ξεφωνητό των παιδιών ξέσχιζε τις καρδιές των γονιών. Οι γέροι μαδούσαν τα μαλλιά τους. Κι οι νέοι, βλέποντάς τους, θρηνολογούσαν με κραυγές. Γιατί όλοι έβλεπαν να πεθαίνουν μαζί την ίδια στιγμή, θάβοντας ο ένας τον άλλο. Πρωί και βράδυ μετρούσαν τις ημέρες που απόμεναν από την προθεσμία του Ιωνά… Αλλη μια μέρα πέρασε! Ελάχιστες είχαν ακόμα! Πλησίαζε η καταστροφή! Τα παιδιά ρωτούσαν τους πατεράδες με δάκρυα: «Πέστε μας, ποιά είν’ η ώρα που ο Εβραίος όρισε να κατεβούμε όλοι μαζί ζωντανοί στον άδη; Πότε θ’ αφανιστεί η ωραία μας πόλη; Ποιά είν’ η μέρα της καταστροφής μας;”. Κι οι πατεράδες, με κόπο, συγκρατώντας το κλάμα τους, για να μην απελπίσουν τα παιδιά τους και τα στείλουν στον τάφο μια ώρα αρχύτερα, τους έλεγαν παρηγορητικά: “Μη φοβάστε, αγαπημένα μας. Έχετε θάρρος. Ο Κύριος είναι πολύ φιλάνθρωπος. Δεν θα εξαφανίσει το πλάσμα Του. Αν ένας ζωγράφος φροντίζει και συντηρεί με κάθε επιμέλεια την άψυχη εικόνα που φιλοτεχνεί, δεν θα φυλάξει ο Κύριος την έμψυχη και λογική εικόνα Του; Όχι, δεν θα καταστραφεί η πόλη μας! Απλά ο προφήτης, με την απειλή, μας καλεί σε μετάνοια. Εσείς, παιδιά μας, πόσες φορές φάγατε ξύλο από μάς; Είδατε την ωφέλεια της φοβέρας; Με την τιμωρία γίνατε πιο σοφοί και συνετοί. Σαν πατέρας λοιπόν και ο φιλάνθρωπος Θεός σηκώνει το ραβδί Του, για να φοβίσει και να σωφρονίσει τους γιούς Του. Παιδεύει μα δεν θανατώνει. Συνετίζει και οδηγεί στη μετάνοια… Παρηγορηθείτε, παιδιά, και σταματήστε να κλαίτε. Δεν θ’ αφανιστεί η πόλη μας…”.
Και να που οι Νινευίτες, παρηγορώντας με τέτοια λόγια τα παιδιά τους, προφήτευαν χωρίς να το θέλουν. Έγιναν αληθινοί προφήτες. Η μετάνοια τους έκανε προφήτες. Εκείνοι, ωστόσο, δεν το ήξεραν. Γι’ αυτό και δεν σταμάτησαν να κλαίνε και να πενθούν. Με αυστηρή νηστεία και με αδιάκοπες προσευχές περνούσαν τις λίγες μέρες της προθεσμίας ως την καταστροφή, που τους είχε αναγγείλει ο προφήτης.
Βγήκε ο βασιλιάς απ’ το παλάτι του, και η πόλη ολόκληρη ζάρωσε από το φόβο της, βλέποντάς τον ντυμένο με τρίχινο σάκκο. Είδε κι ό βασιλιάς την πόλη βυθισμένη στο θρήνο, και βούρκωσαν τα μάτια του. Έκλαψε η πόλη για το βασιλιά, όταν είδε τη συντριβή του. Έκλαψε κι ο βασιλιάς για την πόλη, όταν είδε το πένθος της. Κι ήταν τόσο το κλάμα, τόσος ο οδυρμός του, που έκανε και τις πέτρες να ραγίζουν.
Αν τώρα παραβάλουμε τη μετάνοια των Νινευϊτών με τη δική μας, αυτή μοιάζει με όνειρο και σκιά, που φεύγει και χάνεται γρήγορα. Ποιός από μας προσευχήθηκε έτσι; Ποιός παρακάλεσε με τέτοιο τρόπο; Ποιός ταπεινώθηκε τόσο αφάνταστα ενώπιον του Θεού; Ποιός έβγαλε από πάνω του τις φανερές και κρυφές του πράξεις; Ποιός, στο άκουσμα μιας απλής φωνής, μετανόησε τόσο πολύ για τις αμαρτίες του, που ένιωσε την καρδιά του να ραγίζει από την πολλή συντριβή; Ποιός άκουσε ένα λόγο και θόλωσε ο νους του; Ποιός άκουσε μιαν απειλή και στερέωσε μέσα του τη μνήμη του θανάτου; Ποιός αντίκρυσε με τη μετάνοια μπροστά του τον φιλάν­θρωπο Θεό;
Όλοι μαζί λοιπόν πενθούσαν, γιατί όλοι άκουσαν πως οι μέρες τους τελείωναν μια για πάντα. Ζωντανή κλήθηκε όλη η πόλη να κατεβεί στον άδη! Ο βασιλιάς συγκέντρωσε το στρατό του κι άρχισε με δάκρυα στα μάτια να τους λέει: “Σε πόσους πολέμους νίκησα! Και πόσες φορές δοξαστήκατε κι εσείς μαζί μου, πολεμώντας γενναία εναντίον των εχθρών! Τώρα όμως δεν έχουμε να κάνουμε συνηθισμένο πόλεμο. Νικήσαμε πολλά έθνη και λαούς, μα σε τούτη την περίσταση κινδυνεύουμε να νικηθούμε από έναν άσημο Εβραίο! Η βροντερή φωνή μας τρόμαξε στρατηγούς και βασιλιάδες, και τώρα η φωνή αυτού του ασήμαντου ανθρώπου μας προξενεί τόση φρίκη! Εμείς ερημώσαμε τόσες πόλεις, και τώρα μέσα στη δική μας πόλη κυριαρχεί ένας ξένος! «Η Νινευή, η μάνα των γιγάντων, έπεσε σε τέτοια ταραχή μέσα στα ίδια της τα τείχη από την παρουσία ενός Εβραίου! Στην οικουμένη ολόκληρη βρυχιόταν η φοβερή λέαινα, η Νινευή. Και τώρα ένας Ιωνάς βρυχιέται εναντίον της! 
«Ας μην αδρανήσουμε, φίλοι μου, στη δύσκολη αυτή στιγμή, ούτε και να χαθούμε σαν άνανδροι και δειλοί. Γιατί όποιος υπομένει με ανδρεία τον πειρασμό, κερδίζει δυο πράγματα: Και όσο ζει δοξάζεται, και αφού πεθάνει επαινείται σαν ανδρείος και γενναίος αθλητής. 
Ας δυναμώσουμε λοιπόν και ας αντισταθούμε γενναία. Ας αγωνιστούμε μ’ όλη μας τη δύναμη. Έτσι, κι αν δεν νικήσουμε, ας πεθάνουμε ηρωικά, αφήνοντας πίσω μας δοξασμένο όνομα. «Έχουμε ακούσει, πως η δικαιοκρισία του Θεού απειλεί τους κακούς και τους οδηγεί σε συναίσθηση, ενώ η φιλανθρωπία Του χαρίζει σωτηρία.
Ας φοβηθούμε λοιπόν τη δικαιοκρισία Του και ας αυξήσουμε την ευσπλαχνία Του. Αν εξιλεωθεί η δικαιοκρισία του Θεού, το πλήθος των οικτιρμών Του θα είναι μαζί μας. 
«Ας μην καταφρονήσουμε τον Ιωνά. Ας μην παρακολουθούμε το κήρυγμά του επιπόλαια. Μπροστά σε όλους τον ρώτησα επανειλημμένα, για να δοκιμαστούν τα λόγια του. Τον κολάκεψα, μα δεν τον έπεισα. Τον φοβέρισα, μα δεν τον έκανα να δειλιάσει. Του πρόσφερα πλούτη, αλλά με περιγέλασε. Τον απείλησα με το σπαθί, και το ειρωνεύτηκε. Ούτε οι απειλές ούτε τα δώρα χαλάρωσαν το φρόνημά του. ”Ο λόγος του έγινε για μας καθρέφτης. Είδαμε να κατοικεί μέσα του ο Θεός και ν’ απειλεί τις πονηρές πράξεις μας. Ήρθε σ’ εμάς σαν ένας ευσυνείδητος γιατρός, που λέει πάντα στον άρρωστο την αλήθεια. Δεν διστάζει να πει ότι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση. «Ποιός θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ψεύτη αυτόν που προφητεύει συμφορά; Αν ήταν ψεύτης, θα μας μιλούσε διπλωματικά και με επιφανειακή ευγένεια. Αν διαλαλούσε πως θα έχουμε νίκες και ειρήνη, τότε θα τον υποπτευόμασταν σαν κάποιον αισχροκερδή, που προφητεύει δήθεν καλά για μας, αποβλέποντας σε δώρα και απολαυές. Αυτός εδώ όμως ούτε λίγο ψωμάκι δεν δέχεται από τα χέρια μας. Νηστεύει και προσεύχεται. Ίσως φιλοδοξεί να καταστραφεί η πόλη μας, για να μη διαψευσθεί το κήρυγμά του. Ε λοιπόν, κι εμείς με νηστεία και προσευχή ας του εναντιωθούμε, γιατί δεν είν’ εκείνος που αμάρτησε, αλλά εμείς. Την πόλη μας, φίλοι μου, δεν την καταστρέφει ο προφήτης. Την καταστρέφουν τα άνομα έργα μας. Εχθρός μας δεν είν’ ο Ιωνάς. Έχουμε άλλον εχθρό, αόρατο, πανούργο. Μ’ αυτόν πρέπει να πολεμήσουμε γενναία. Έχουμε ακούσει για τ’ αγωνίσματα του δίκαιου Ιώβ. Γνωστή είναι η δοκιμασία του, που κήρυξε σαν σάλπιγγα σ’ όλη την οικουμένη τη νίκη του εναντίον του διαβόλου. Αν λοιπόν ο διάβολος πολε­μάει τόσο σκληρά τους δικαίους, πόσο θα πολεμήσει άραγε εμάς, τους αμαρτωλούς; Εμείς νικήσαμε βασιλιάδες στον πόλεμο. Ας νικήσουμε τώρα το σατανά με τη μετάνοιά μας. Εμπρός, ας αναμετρηθούμε μαζί του! Βγάλτε τους θώρακες και βάλτε σάκκους τρίχινους! Πετάξτε τα τόξα και τρέξτε στις προσευχές! Αφήστε τα σπαθιά κι αρπάξτε την πίστη! Σπάστε τα βέλη και πιάστε τη νηστεία!… Αν νικήσουμε το σατανά, θα είν’ η νίκη μας η μεγαλύτερη απ’ όλες μέχρι τώρα. Και όπως έμπαινα εγώ πρώτος στους άλλους πολέμους, έτσι και σε τούτον τώρα μπαίνω πρώτος”.
Μ’ αυτά τα λόγια, πέταξαν τους χιτώνες τους οι στρατιωτικοί κι έβαλαν σάκκους, όπως ο βασιλιάς. Κι ήταν ντυμένοι όλοι τώρα ταπεινά, αυτοί που πάντα ήταν λαμπροφορεμένοι. Σκόρπισε κήρυκες ο βασιλιάς, που καλούσαν όλη την πόλη σε μετάνοια, φωνάζοντας: “Να εγκαταλείψει ο καθένας την κακία του, για να μην πληγωθεί και σκοτωθεί σ’ αυτόν τον πόλεμο. Ο άρπαγας να επιστρέψει αυτά που άρπαξε. Ο άσωτος να σωφρονιστεί. Ο οργίλος να γίνει πράος. Κανένας να μη μνησικακεί. Κανένας να μην καταριέται. Κανένας να μην κακοκαρδίζει ούτε να κακολογεί τον άλλον. Αν εμείς συγχωρέσουμε τα σφάλματα των συνανθρώπων μας, τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει τα δικά μας σφάλματα. Εμπρός λοιπόν, ας οπλιστούμε με νηστείες και προσευχές κι ας αγωνιστούμε όλοι μαζί με ανδρεία και γενναιότητα για τη σωτηρία μας”.
Με το διάγγελμα αυτό ο βασιλιάς έφερε στο λαό του την αγάπη, την πίστη και την ελπίδα, που έχουν πολλή δύναμη και προσφέρουν ανακούφιση και χαρά. Έτσι ο γιός του γενναίου γίγαντα Νεβρώδ εγκατέλειψε τα κυνήγια και, αντί γι’ άγρια ζώα, άρχισε να κυνηγάει και να χτυπάει τα πάθη του. Αντί για αγρίμια, έσφαξε τις αισχρές αμαρτίες. Αφήνοντας τα έξω θηρία, πολεμούσε την πονηριά που είχε μέσα του. Κατεβαίνοντας από το καταστόλιστο άρμα του, τριγυρνούσε με τα πόδια στην πόλη και καλούσε όλους σε μετάνοια. Απ’ άκρη σ’ άκρη διέσχιζε τη Νινευή και πάσχιζε να την καθαρίσει απ’ τη βρωμιά της αμαρτίας.
Βλέπει ο Ιωνάς αυτή την απίστευτη μετάνοια και τα χάνει. Θαυμάζει τους Νινευϊτες και ταυτόχρονα πενθεί για τους Ισραηλίτες. Είδε τους απογόνους της Χαναάν να δικαιώνονται με την πίστη, και τους απογόνους του Αβραάμ να έχουν προδώσει το Θεό. Είδε τη Νινευή να μετανοεί πικρά, και τη Σιών να πορνεύει με μανία. Είδε αμαρτωλές της Νινευή να σωφρονούν, και θυγατέρες του Ιακώβ να ασωτεύουν. Είδε στη Νι­νευή ψεύτες να κηρύσσουν την αλήθεια, και στη Σιών ψευδοπροφήτες να παρασύρουν με δόλο το λαό στην ειδωλολατρία. Στη Νινευή τα είδωλα γκρεμίστηκαν στα φανερά, ενώ στην Ιερουσαλήμ λατρεύονταν στα κρυφά. Η Νινευή έγινε ναός και εκκλησία του Θεού, ενώ των Ιεροσολύμων ο ναός κατάντησε σπήλαιο ληστών.
Βλέπει ο Ιωνάς τους Νινευϊτες να είναι πιο μυαλωμένοι και θεοσεβείς. Κι ενώ ο ίδιος με την απειλή του τους έκοβε την ελπίδα, η νηστεία τους την πολλαπλασίαζε και τους υποσχόταν ζωή. Βλέπει ο προφήτης τη μετάνοια και φοβάται μήπως βγει ψεύτικο το κήρυγμά του. Αυτός μετράει τις μέρες και τις νύχτες ως την καταστροφή, ενώ οι Νινευϊτες μετρούν τις αμαρτίες τους. Στέκονται στο στόμα του θανά­του και τρέμοντας χτυπούν τις πύλες του άδη, περιμένοντας τη δίκαιη οργή του Θεού, μα δεν παύουν να ελπίζουν και στο άπειρο έλεός Του. Αισθάνονται πως ο Θεός είναι πολυέλεος και δείχνει την αγάπη και την ευσπλαχνία Του σ’ όσους μετανοούν. Νιώθουν πως ο προφήτης είναι σκληρός, ενώ ο Θεός φιλάνθρωπος. Γι’ αυτό αφήνουν τον σκληρό και καταφεύγουν στον Εύσπλαχνο. Σ’ Εκείνον, που σηκώνει το ραβδί
Του για να φοβερίσει και όχι για να συντρίψει, για να παιδαγωγήσει και όχι για να θανατώσει.
Συνέχεια λοιπόν νήστευαν και αδιάκοπα παρακαλούσαν. Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους απ’ της μεταμέλειας τα δάκρυα. Δεν κουράστηκε η γλώσσα τους να εκλιπαρεί το θείο έλεος. Με τη μετάνοια έδεσαν τη νηστεία και με τη νηστεία την καθαρότητα και τη σωφροσύνη.
Όταν η χάρη του Θεού είδε αυτά τα πράγματα, σπλαχνίστηκε τους Νινευϊτες κι έστειλε πάνω τους τη δροσιά της ζωής και της συμπάθειάς Του. Γιατί ο Κύριος, ως φιλάνθρωπος και αγαθός και μακρόθυμος που είναι, δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την επιστροφή και τη μετάνοια και τη σωτηρία του.
Έφτασε όμως και η μέρα της γενικής καταστροφής τους. Και γέμισε κλάματα η πολιτεία. Το χώμα της γης από την πλημμύρα των δακρύων είχε γίνει σαν πλίθρα. Σήκωσαν οι πατεράδες τα παιδιά τους, για να θρηνήσουν μαζί τον πικρό τους θάνατο. Γέροντες και γερόντισσες πήγαν να κλάψουν στους τάφους, όπου κανένας δεν υπήρχε ούτε για να θάψει ούτε για να θαφτεί. Οι θρηνητικές κραυγές όλων υψώθηκαν ως τους ουρανούς. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο με αγωνία: “Ποιά νά ’ναι η ώρα, που όρισε ο Θεός να κατεβούμε όλοι μαζί στον άδη; Με ποιό τρόπο θα έρθει ο θάνατος;…”.
Κόντευε να βραδιάσει. Στάθηκαν οι Νινευϊτες στη θέση του θανάτου και, κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου, θρηνούσαν όλοι για όλους. Αναρωτιόντουσαν, σε ποιά στιγμή θ’ ακουγόταν η φωνή του εξολοθρεμού τους. Νόμιζαν πως το βράδυ θα καταστρεφόταν η πόλη. Περίεργο, όμως! Έφτασε το βράδυ, και δεν είχαν πάθει τίποτα. Ύστερα νόμισαν ότι τη νύχτα θα παραδοθούν στο χάος. Μα και η νύχτα πέρασε, και πάλι τίποτα! Περίμεναν, τέλος, πως θα χαθούν εξάπαντος το πρωί. Να, όμως, που το πρωί ήρθε, και το κακό δεν έγινε!…
Ε, τώρα πια όλα άλλαξαν! Την ώρα που νόμιζαν πως δεν θα υπάρχουν, η ελπίδα τους έγινε βεβαιότητα και η βεβαιότητα χαρά. Η ατμόσφαιρα, από σκυθρωπή, έγινε λαμπρή και γιορταστική. Όλοι μαζί, με συγγενείς και φίλους, δεν ήξεραν πώς να εκφράσουν τη χαρά τους, πώς να δοξάσουν το Θεό, που τους ελέησε, που δέχτηκε τη μετάνοιά τους.
Ο Ιωνάς στεκόταν και παρακολουθούσε από μακριά, γεμάτος φόβο μην αποδειχθεί ψεύτης. Μα η προσδοκία του δεν πραγματοποιήθηκε. Γιατί ο αγαθός Θεός, βλέποντας τα δάκρυα της μετάνοιας των Νινευϊτών, τους σπλαχνίστηκε και ξαναζωντάνεψε τη νεκρή πόλη. Γιατί, αν και δεν είχαν πεθάνει, όμως, με το να περιμένουν έναν τόσο σύντομο και κακό θάνατο, είχαν γίνει σαν νεκροί. Τώρα τους ζωοποίησαν η ελπίδα κι η χαρά, γιατί είδαν τη θεϊκή οργή να έχει μεταβληθεί σε έλεος. Γονάτισαν λοιπόν σε προσευχή και, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ευχαριστούσαν το Θεό, που τους έσωσε απροσδόκητα από το θάνατο και με την ευσπλαχνία Του τους χάρισε τη ζωή.
Ο Ιωνάς όμως, βλέποντας ότι, με το να σωθούν οι Νινευϊτες, βγήκε ψεύτης, ήταν υπερβολικά λυπημένος. Όταν τον είδαν σ’ αυτή την κατάσταση, άρχισαν να τον καλοπιάνουν και να του λένε: “Μη λυπάσαι, Ιωνά. Να χαίρεσαι, γιατί εξαιτίας σου βρήκαμε καινούργια ζωή. Εξαιτίας σου γνωρίσαμε το Θεό, τον πλάστη και δημιουργό μας. Μη φοβάσαι, δεν φάνηκες ψεύτης, γιατί καταστράφηκε η κακία μας και οικοδομήθηκε η πίστη μας. Με την υπόδειξή σου βρήκαμε τη μετάνοια και απολαύσαμε ό,τι χρειαζόταν για τη σωτηρία μας, από τους θησαυρούς της ευσπλαχνίας του Θεού. Πες μας, Ιωνά, τί θα ωφελούσε αν είχε καταστραφεί η πόλη μας; Αν είχαμε πεθάνει όλοι; Τί είχες να κερδίσεις, γιέ του Αμαθεί, αν μας είχε καταπιεί όλους ο άδης; Λυπάσαι εσύ, που μας θεράπευσες από τα κακά; Εμείς σ’ ευχαριστούμε μάλλον ως ευεργέτη. Γιατί λοιπόν αναστενάζεις; Επειδή κοπίασες για να έρθει η πόλη όχι στην καταστροφή, αλλά στη θεογνωσία; Και γιατί πενθείς; Επειδή σωθήκαμε με τη μετάνοια; Μα εσύ τώρα έχεις στεφανωθεί. Και αυτό πρέπει να σε γεμίζει χαρά. Χαροποίησες τους αγγέλους στα επουράνια. Πρέπει να χαρείς κι εσύ στη γη, αφού κι ο ίδιος ο Θεός χαίρεται τώρα για μας…”.
Ας δοξάσουμε κι εμείς το Θεό, που μας παρέχει παράδειγμα μετάνοιας και αρραβώνα σωτηρίας μέσω των Νινευϊτών. Γιατί όπως έσωσε τότε εκείνους με τον Ιωνά, έτσι τώρα και πάντοτε σώζει το λαό Του με τον Υιό Του τον μονογενή και καταργεί τον ισραηλιτικό λαό, την άκαρπη συκιά, που εμποδίζει τα έθνη να σώζονται από τους καρπούς της μετάνοιας στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 
Αμήν.

«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (14): «Ιωνάς και Νινευίτες» Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής

http://www.alopsis.gr

«ΤΟΥ ΑΛΛΟΙΩΣΑΙ ΚΑΙΡΟΥΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΥΣ»



ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ (Δανιήλ ζ’, 25) =
 «Η ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ» 
 «ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ» ... 
...ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ...

«Καί λόγους πρός τόν Ὕψιστον λαλήσει καί τούς ἁγίους Ὑψίστου παλαιώσει καί ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιρούς καί νόμον».

(Δανιήλ ζ’, 25)

Στήν ἐποχή, λίγο πρίν τήν ἔλευση καί κατά τήν διάρκεια τῆς παρουσίας τοῦ Ἀντιχρίστου, τά πάντα θά ἀλλάξουν, θά ἀλλοιωθοῦν, θά μεταμορφωθοῦν, θά γίνουν νέα, καινούργια καί τίποτε πλέον δέν θά θυμίζει καί δέν θά παραπέμπει στόν Θεόν ἤ τουλάχιστον στόν ἀληθινόν Θεόν.

Ἡ φύση, οἱ νόμοι της, ὁ καιρός, οἱ ἐποχές, οἱ θερμοκρασίες, τά λουλούδια, τά φυτά, τά δένδρα, οἱ καρποί, τά ζῶα, ὁ ἄνθρωπος καί τά δημιουργήματά του, οἱ νόμοι του, τά ἤθη, τά ἔθιμά του, οἱ παραδόσεις του, καί ὅ,τι δήποτε ἔχει σχέση μέ αυτόν, δηλαδή τά πάντα, ὅλα, θά ἀλλάξουν καί θά ἀλλοιωθοῦν.

Καί βέβαια ὅ,τι δήποτε ἀόριστο, ἀφηρημένο, ἄσχημο καί ἀκαλαίσθητο, θά ἀρέσει, θά ἐπικροτεῖται καί θά «πουλάει» ὅπως λένε οἱ «εἰδικοί», ἀρκεῖ νά εἶναι ἄσχετο μέ τήν πίστη καί τόν Θεό ἤ ἀρκεῖ νά κτυπάει ἔμμεσα ἤ ἄμεσα τήν πίστη μας καί τόν Θεόν.

Ἐάν ρίξουμε μιά ματιά στό τί διαφημίζεται μέσω τηλεοράσεως, περιοδικῶν, ἐντύπων, ἐφημερίδων ἤ στίς διάφορες διαφημιστικές ἀφίσσες πού ὑπάρχουν στούς δρόμους θά πειστοῦμε.

Παντοῦ ἄσχετα καί περίεργα πράγματα, διεστραμμένα, πονηρά, προκλητικά, διαβολικά, σατανικά. Τά πάντα μπορεῖ νά δεῖ κανείς ἐκτός ἀπό τό Θεόν καί ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τόν Θεόν.

Ὁ Προφήτης Δανιήλ, λοιπόν, ἐδῶ μᾶς προειδοποίησε σαφέστατα ὅτι ὁ Ἀντίχριστος καί τά ὄργανά του, «λόγους πρός τόν Ὕψιστον λαλήσει καί τούς ἁγίους Ὑψίστου παλαιώσει καί ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιρούς καί νόμον» (Δανιήλ ζ’, 25).

Θά βλασφημοῦν δηλαδή γραπτά καί προφορικά ἔμμεσα καί ἄμεσα τόν Θεόν καί τή Πίστη μας, θά «παλαιώσουν» τόν Θεόν καί τούς Ἁγίους τοῦ Ὑψίστου, προσπαθώντας δηλαδή νά τούς θέσουν στό περιθώριο, νά τούς «ἀχρηστεύσουν», νά τούς «ξεπεράσουν» μέ καινούργιους «ἁγίους» καί ἑορτές, νά τούς διαγράψουν ἐντελῶς ἀπό τήν μνήμη τῶν ἀνθρώπων καί νά «ἀλλοιώσουν καιρούς καί νόμους» νά ἀλλάξουν δηλαδή μέ μιά λέξη τά πάντα, ὅ,τι δήποτε ἔχει σχέση μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία Του.

Τοῦ «παλαιῶσαι τούς Ἁγίους Ὑψίστου»

Καί βέβαια δέν εἶναι καθόλου μά καθόλου τυχαῖο πού ξαφνικά γεμίσαμε μέ ἄγνωστες, ξενόφερτες καί ἀνύπαρκτες ἑορτές καί μάλιστα παγκόσμιες. (βλέπε πίνακα μέ Παγκόσμιες ἑορτές στό τέλος τοῦ ἄρθρου)

Καί νά τά ἀφιερώματα στίς τηλεοράσεις καί στά ραδιόφωνα καί νά δακρύβρεχτους, μεγαλόστομους καί σπουδαίους λόγους, ἀναλόγως τῆς περιπτώσεως, ἀπό τούς «μεγάλους» ὅλων τῶν κρατῶν τῆς ἤδη ἀνατέλλουσας «Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας», καί νά ἀνταλλαγές δώρων καί εὐχές καί ἄνθη καί δέν συμμαζεύεται...

Οἱ ἑορτές πλέον τῆς ἐκκλησίας μας, τῶν Ἁγίων μας καί τοῦ Χριστοῦ μας, παραγκωνίστηκαν, παραμερίστηκαν, ξεχάστηκαν, ξεθώριασαν, ἀφοῦ ὅλοι πλέον ἀπό κοινοῦ, ἑορτάζουνε τήν «χ» Παγκόσμιο ἡμέρα.

Ὁ Ἀντίχριστος θέλει, ὅταν θά ἔλθει, οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν ξεχάσει τό Θεό καί τούς Ἁγίους Του. Τή θέση τους δέ νά ἔχουν πάρει ἄλλοι, σύγχρονοι «ἅγιοι», ψευτοάγιοι, τοῦ τύπου· «ἅγιος Βαλεντῖνος», «ἅγιος Φραγκῖσκος», «ἅγιος Βερνάρδος», «Μητέρα Τερέζα», «Ἅγιος Στέπινατς» πού σκότωσε 800.000 Σέρβους τό 1940, κ.ἄ.

Θά θέλει, ὄχι μόνο νά μήν ἑορτάζουμε τή μνήμη τῶν Ἁγίων μας, ἀλλά νά μήν ἀκούγονται πουθενά τά ὀνόματά τους. Δέν εἶναι τυχαῖο ἄλλωστε πού στήν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι καί ἰδιαίτερα οἱ νέοι μας, ἀλλάζουν καί μετατρέπουν τά χριστιανικά ὀνόματά τους σέ διάφορα ἄσχετα καί ἐν πολλοῖς ἀνούσια καί ἀστεῖα ὀνόματα, τοῦ τύπου:

Ρίτσα, Ρίτα, Ρίνα, Νίτσα, Βούλα, Κούλα, Ρούλα, Σούλα, Λούλα, Λίλα, Ρένα, Λένα, Σάσα, Νανά, Σία, Λία, Ρία, Λιλή, Φούλη, Πόπη κ.ἄ. καί Τάκης, Μάκης, Σάκης, Λάκης, Γάκης, Σούλης, Θούλης, Μήτσος, Κίτσος, Νάσος κ.ἄ. (*)

«Τοῦ ἀλλοιῶσαι καιρούς»

Δέν εἶναι τυχαῖο ἀκόμη ἀγαπητοί μου πού τά τελευταῖα χρόνια ἔχουν ἀνατραπεῖ παγκόσμια, οἱ νόμοι τῆς φύσεως ἀπό κάθε πλευρά καί ἄποψη.

Οἱ 4 ἐποχές τοῦ χρόνου, ἔπαψαν νά ὑπάρχουν πλέον. Ἔγιναν δύο ἤ τρεῖς.

Ἡ ἀτμόσφαιρα ἄλλαξε, «ἀλλοιώθηκε» μέ τήν τρύπα τοῦ ὄζοντος, τό φαινόμενο τοῦ θερμοκηπίου, μέ τήν ἀτμοσφαιρική ρύπανση, μέ τά χημικά ἀπόβλητα σέ ἀέρα, θάλασσα καί ξηρά, μέ τά φυτοφάρμακα καί τά χημικά λιπάσματα, μέ τό λιώσιμο τῶν πάγων, καί μέ ἄλλα πολλά.

Ξαφνικοί παγετῶνες καί καύσωνες ἐκεῖ πού ποτέ δέν γινόντουσαν καί ἐνῶ εἶναι κατακαλόκαιρο ξαφνικά βρέχει καταρακτωδῶς ἤ κάνει πολικό ψῦχος καί τό ἀνάποδο.

Ἐκεῖ πού σέ κάποιες περιοχές δέν ἔβρεχε ποτέ ἤ ἔβρεχε σπάνια, τώρα βρέχει συχνά καί δυνατά.

Ἐκεῖ πού σέ κάποιους τόπους δέν χιόνιζε ποτέ, ξαφνικά χιονίζει.

Ἔχουν ἔλθει πράγματι τά πάνω κάτω.

Μήπως ὅμως δέν προσπάθησαν νά ἀλλάξουν καί τόν χρόνο, μέσα ἀπό τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου –Παλαιό καί Νέο– ἀλλά καί τῆς θερινῆς καί χειμερινῆς ὥρας; Ξεχνᾶμε ὅτι τό Πάσχα π.χ., ὅταν τό ρολόϊ μας δείχνει 12 τά μεσάνυχτα καί σχεδόν ὅλοι οἱ Ναοί κάνουν Ἀνάσταση, κανονικά εἶναι ἀκόμη 11 ἡ ὥρα καί ἡ ἡμέρα, Σάββατο;

Οὐσιαστικά λοιπόν κάνουμε Ἀνάσταση ἀντί ἡμέρας Κυριακῆς, ἡμέρα Σάββατο, πού ἀπαγορεύεται ΡΗΤΑ καί ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΑ.

Μά γιά μία ὥρα, θά πεῖ κάποιος; Ναί, γιά μία ὥρα. Καί γιά μισή ὥρα καί γιά πέντε λεπτά, καί γιά ἕνα λεπτό. Ὅλα ἔχουν σημασία. Ἄλλο παρά ἕνα λεπτό πού εἶναι ἀκόμη Σάββατο καί ἄλλο καί ἕνα λεπτό, πού εἶναι πλέον ἡμέρα Κυριακή. Ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Ἡ ἡμέρα καί τῆς δικῆς μας Ἀναστάσεως. Ἡ ἡμέρα τῆς αἰωνίου ζωῆς.

«Τοῦ ἀλλοιῶσαι νόμον»
Ἀλλά μήπως στά τελευταῖα χρόνια δέν ἔχουν γίνει ἀλλαγές καί «ἀλλοιώσεις» σέ αἰωνόβιους θεσμούς καί νόμους μας, στά ἤθη, στά ἔθιμα, στίς παραδόσεις, στίς ἀξίες καί στά πιστεύω αἰώνων, πού μέσα σέ λίγα μόλις χρόνια, ἀνατράπησαν ἐκ θεμελίων; Γιατί ἄραγε;

Λέγει σχετικά ὁ Ἅγιος Νεῖλος:

«Ὅταν πλησιάση ὁ καιρὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου... θά ἀλλάξουν τά ἤθη καί αἱ παραδόσεις τῶν Χριστιανῶν καί τῆς Ἐκκλησίας...» (Προφητεία Ἁγίου Νείλου).

Τί νά πρωτοθυμηθοῦμε;

-Τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, πού δίχασε τόν ἑλληνικό λαό καί τίς οἰκογένειες σέ Παλαιοημερολογῖτες καί σέ Νεοημερολογῖτες;

-Τόν πόλεμο ἐναντίον τοῦ μοναχισμοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ;

-Τήν ἀποποινικοποίηση τῆς μοιχείας;

-Τό αὐτόματο διαζύγιο;

-Τόν πολιτικό γάμο;

-Τόν «γάμο» τῶν ὁμοφυλοφίλων;

-Τόν νόμο γιά τίς ἀμβλώσεις;

-Τήν σταδιακή κατάργηση τῆς προσευχῆς καί τοῦ τυπικοῦ πλέον ἐκκλησιασμοῦ τῶν μαθητῶν;

-Τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες;

-Τήν κατάργηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς;

-Τήν καύση τῶν νεκρῶν;

Καί ἄλλα ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός καί πού ἐπειδή εἶναι γνωστά τά παραλείπω χάριν συντομίας.

Καί βέβαια τό ἀποκορύφωμα ὅλων αὐτῶν, θά εἶναι οἱ καταστροφές και τό κλείσιμο τῶν ἱερῶν Ναῶν, «οἱ ναοί τοῦ Θεοῦ ὡς οἶκοι ἔσονται καί καταστροφαί τῶν ἐκκλησιῶν πανταχοῦ γενήσονται» ὅπως μᾶς λένε οἱ Γραφές καί οἱ Ἅγιοί μας (Ἅγιος Ἱππολύτος ΒΕΠΕΣ 6, 278) ἡ κατάργηση τῆς Θείας Λειτουργίας καί τῆς παντοτινῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας, ἡ δίωξη καί τά βασανιστήρια ὅσων ὁμολογοῦν τήν πίστη τους εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί ἄλλα πολλά. (Βλέπε Προφ. Δανιήλ ιβ’, 11-Ἀποκ. ιβ’, 6 καί ιζ’, 6).

Ὑπάρχει πλέον παγκοσμίως, ἕνα μεγάλο καί ἀσυγκράτητο ρεῦμα «προόδου», «ἐκσυγχρονισμοῦ», «ἐξελίξεως». Νά ἀλλάξουν ὅλα. Νά γίνουν καινούργια. Νά φύγουν ἀπό τή μέση ὅλα τά «παλαιά», ὅλα τά «ἀναχρονιστικά» καί «ξεπερασμένα» πράγματα. Νά φύγει καί νά μήν ξαναγυρίσει αὐτή ἡ παλαιά, παλαιομοδίτικη ἐποχή, ἡ ἐποχή τοῦ Ἰχθύος καί νά ἔλθει ἡ «New Age», ἡ Νέα Ἐποχή, ἡ ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου, ἡ τόσα πολλά ὑποσχόμενη αὐτή Ἐποχή.

Τυχαῖα λοιπόν ὅλα αὐτά; Δέν νομίζω, ἀφοῦ 2600 π.Χ. ὁ Προφήτης Δανιήλ, σαφέστατα καί ρητά μᾶς εἶχε προειδοποιήσει ὅτι, ὅταν θά ἔλθει ὁ Ἀντίχριστος «καί λόγους πρός τόν Ὕψιστον λαλήσει καί τούς ἁγίους Ὑψίστου παλαιώσει καί ὑπονοήσει τοῦ ἀλλοιῶσαι καιρούς καί νόμον» (Δανιήλ ζ’, 25)
.
ΠΡΟΣΟΧΗ λοιπόν, γιατί καί αὐτή ἡ Προφητεία, καί «Σημεῖο τῶν Καιρῶν», ἐπαληθεύθηκε καί ἐπαληθεύεται στίς ἡμέρες μας καί δέν θά ὑπάρχει καμμιά δικαιολογία...
____________________________________

(*) Φυσικά, γιά νά μήν παρεξηγηθῶ, νά δηλώσω ὅτι δέν ἔχω τίποτε τό ἰδιαίτερο μέ αὐτά τά ὀνόματα πού τυχαῖα ἀνέφερα καί πολύ περισσότερο φυσικά, τίποτε τό προσωπικό μέ τούς φέροντες αὐτά. Σίγουρα μάλιστα, πολλοί ἀπό αὐτούς πού ἔχουν αὐτά τά ὀνόματα, πού τυχαῖα ἀνέφερα, θά εἶναι καλοί καί εὐσεβεῖς ἄνθρωποι. Καί φυσικά, δέν ἀποκλείεται κιόλας ἐάν ἀγωνιστοῦν, νά φθάσουν στήν ἁγιότητα τιμώντας καί ἁγιάζοντας καί τό ὄνομά τους, ὅπως συνέβη στά πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ πού πολλοί εἰδωλολάτρες, ἔχοντας ὀνόματα τῶν θεῶν τους, στήν συνέχεια ἔγιναν Χριστιανοί, ἁγίασαν μέ τήν ζωή τους ἤ μαρτύρησαν καί ἔτσι ἔχουμε μέχρι καί σήμερα ἁγίους μέ εἰδωλολατρικά ὀνόματα ὅπως Δίας 19/7, Διονύσιος 6/9, Διόσκορος 13/10, Ἑρμῆς 8/3, Ἡλιόδωρος 20/8, Ἄρης 13/12, Ἀφροδίτη 1/9 καί ἄλλα πολλά. 

ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ-ΕΟΡΤΕΣ

14. ΦΕΒ. Τῶν Ἐρωτευμένων (Ἁγ. Βαλεντίνου)
21. ΦΕΒ. Τῆς Μητρικῆς γλώσσας
08. ΜΑΡ. Τῆς Γυναίκας
15. ΜΑΡ. Τοῦ Καταναλωτῆ
21. ΜΑΡ. Τῆς Δασοπονίας
22. ΜΑΡ. Τοῦ Νεροῦ
23. ΜΑΡ. Τῆς Μετεωρολογίας
24. ΜΑΡ. Τῆς Φυματίωσης
27. ΜΑΡ. Τοῦ Θεάτρου
30. ΜΑΡ. Τῆς Ἀντισύλληψης
02. ΑΠΡ. Τοῦ Παιδικοῦ Βιβλίου
07. ΑΠΡ. Τῆς Ὑγείας
22. ΑΠΡ. Τῆς Γῆς
23. ΑΠΡ. Τοῦ Βιβλίου καί τῶν Πνευματικῶν δικαιωμάτων
24. ΑΠΡ. Τῆς Κατάργησης τῶν Πειραμάτων στά Ζῶα
29. ΑΠΡ. Τοῦ Χοροῦ
03. ΜΑΙ. Τῆς Ἐλευθερίας τοῦ Τύπου
09. ΜΑΙ. Τῆς Εὐρώπης
08. ΜΑΙ. Τῆς Μητέρας
15. ΜΑΙ. Τῆς Οἰκογένειας
17. ΜΑΙ. Τῶν Τηλεπικοινωνιῶν
18. ΜΑΙ. Τῶν Μουσείων
21. ΜΑΙ. Τῆς Πολιτιστικῆς Ἀνάπτυξης
31. ΜΑΙ. Κατά τοῦ καπνίσματος
05. ΙΟΥΝ. Τῆς Προστασίας τοῦ Περιβάλλοντος
12. ΙΟΥΝ. Κατά τῆς Ἐργασίας Παιδιῶν
16. ΙΟΥΝ. Τοῦ Πατέρα
17. ΙΟΥΝ. Κατά τῆς Ἐρημοποίησης καί τῆς Ξηρασίας
20. ΙΟΥΝ. Τῶν Προσφύγων
21. ΙΟΥΝ. Τῆς Μουσικῆς
26. ΙΟΥΝ. Κατά τῶν Ναρκωτικῶν
03. ΙΟΥΛ. Τῶν Ἐρωτευμένων Ὀρθόδοξων Χριστιανῶν
11. ΙΟΥΛ. Τῆς Ἡμέρας τῶν Πληθυσμῶν
09. ΑΥΓ. Τῶν Αὐτοχθόνων Λαῶν τοῦ Κόσμου
12. ΑΥΓ. Τῆς Νεότητας
23. ΑΥΓ. Θύμησης τοῦ Ἐμπορίου Σκλάβων καί τῆς Ἀπαγόρευσής του
08. ΣΕΠ. Ἐξάλειψης τοῦ Ἀναλφαβητισμοῦ
16. ΣΕΠ. Προστασία τῆς Ζώνης τοῦ Ὄζοντος
20. ΣΕΠ. ῾Ημέρα χωρίς Αὐτοκίνητο
21. ΣΕΠ. Τῆς Εἰρήνης
26. ΣΕΠ. Τῆς Ναυτιλίας
27. ΣΕΠ. Τοῦ Τουρισμού
01. ΟΚΤ. Τῶν Γηρατειῶν
04. ΟΚΤ. Τῶν Ζώων
05. ΟΚΤ. Τῶν Δασκάλων
09. ΟΚΤ. Τῶν Ταχυδρομείων
11. ΟΚΤ. Τῆς Μείωσης Ζημιῶν ἀπό τίς Φυσικές Καταστροφές
16. ΟΚΤ. Τῆς Διατροφῆς
17. ΟΚΤ. Ὑπέρ τῆς ἐξάλειψης τής Φτώχιας
20. ΟΚΤ. Κατά της Ὀστεοπώρωσης
31. ΟΚΤ. Τῆς Ἀποταμίευσης
01. ΔΕΚ. Κατά τοῦ AIDS
02. ΔΕΚ. Κατά τῆς Σκλαβιάς
03. ΔΕΚ. Τῶν ἀτόμων μέ Εἰδικές Ἀνάγκες
04. ΔΕΚ. Κατά τῶν Ναρκῶν
07. ΔΕΚ. Τῆς Πολιτικῆς Ἀεροπορίας
09. ΔΕΚ. Κατά τῆς Διαφθορᾶς
10. ΔΕΚ. Τῆς Διεθνοῦς Ἀμνηστίας
11. ΔΕΚ. Τοῦ Παιδιοῦ καί τῶν Βουνῶν
18. ΔΕΚ. Τῶν Μεταναστῶν

Ο Προφήτης Ηλίας στην εποχή του και στα έσχατα.



(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία) 

«Ως εδοξάσθης, Ηλία, εν τοις θαυμασίοις σου.και τις όμοιός σοι καυχάσθαι; ο εγείρας νεκρόν εκ θανάτου και εξ άδου εν λόγω Υψίστου. ο καταγαγών βασιλείς εις απώλειαν και δεδοξασμένους από κλίνης αυτών. ο ακούων εν Σινά ελεγμόν και εν Χωρήβ κρίματα εκδικήσεως. ο χρίων βασιλείς εις ανταπόδομα και προφήτας διαδόχους μετ' αυτόν. ο αναληφθείς εν λαίλαπι πυρός εν άρματι ίππων πυρίνων. ο καταγραφείς εν ελεγμοίς εις καιρούς κοπάσαι οργήν προ θυμού, επιστρέψαι καρδίαν πατρός προς υιόν και καταστήσαι φυλάς Ιακώβ. Μακάριοι οι ιδόντες σε και οι εν αγαπήσει κεκοσμημένοι, και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα.»

(Σ. Σειρ.48,11)

Ο προφήτης Ηλίας, ο μέγιστος των Προφητών.

Για τον προφήτη Ηλία έχουν γραφεί στην Παλαιά Διαθήκη πολλές σελίδες, που όλες είναι μεστές πολλής και βαθειάς θεολογίας. Το Καρμήλιον όρος, πάνω στο οποίο ο Προφήτης προσέφερε κατά θαυμαστό τρόπο τη θυσία του, όταν από τον ουρανό κατήλθε φωτιά και κατέκαψε τα σφάγια1, το όρος Σινά, επί του οποίου είχε θεοπτεία ο μέγας Προφήτης2, και το όρος Θαβώρ, πάνω στο οποίο εμφανίσθηκε μαζί με τον Κύριό μας ο Προφήτης3, είναι οι τρεις μεγάλες κορυφές ορέων, που αναφέρονται στη δόξα τη δική του.

Ο προφήτης Ηλίας, αγαπητοί μου, είναι μία μεγάλη μορφή, μια πολύ μεγάλη μορφή της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι ο μέγιστος των Προφητών είναι ανώτερος κι απ' αυτόν τον προφήτη Ησαΐα τον μεγαλοφωνότατο. Και ενώ δεν έγραψε ο προφήτης Ηλίας ούτε μία λέξη, υπήρξε ο ίδιος μία μεγάλη προφητεία. Αυτό του το έργο, ο τρόπος με τον οποίο έζησε, ο τρόπος με τον οποίο έφυγε από την παρούσα ζωή αλλά και η εμφάνισή του στη Μεταμόρφωση του Χριστού δείχνουν ότι η μορφή αυτή είναι παμμέγιστη, είναι πελώρια!

Ο διαχρονικός Προφήτης.

Ο προφήτης Ηλίας είναι παρών, τόσο στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και στον χώρο της Καινής Διαθήκης.
Βέβαια ό,τι να πει κανείς και ό,τι να αναλύσει, πάντα θα μένει στην περιφέρεια των πραγμάτων, γιατί, όπως σας εξήγησα, είναι μία απύθμενη σε ανάλυση προσωπικότητα ο άγιος του Θεού Προφήτης. Θα μείνουμε μόνο σ' ένα μικρό περιστατικό της ζωής του, αλλά πολύ χαρακτηριστικό. Μάλιστα το περιστατικό αυτό μας δίνει ταυτόχρονα και μια άλλη εικόνα, μας δίνει έναν τύπο των εσχάτων ημερών.

Η επικαιρότητα του βιβλίου της Αποκαλύψεως. 

Όπως θα έχετε διαπιστώσει -πείτε από τα γεγονότα, πείτε από τον τρόπο που ζει ο κόσμος σήμερα, πείτε ότι πλησιάζουμε στα έσχατα, πείτε ό,τι θέλετε- στις μέρες μας το πολύ παραγνωρισμένο και παραγκωνισμένο και παραθεωρημένο βιβλίο της Αποκαλύψεως έρχεται στην επικαιρότητα, κι έτσι όλοι σήμερα ασχολούμαστε με το βιβλίο αυτό. 
Το δυστύχημα είναι ότι το Ορθόδοξο πλήρωμα είναι ανέτοιμο να προσεγγίσει το βιβλίο αυτό, επειδή ακριβώς δεν του είναι οικείο. και δεν του είναι οικείο επειδή για ολόκληρους αιώνες, ιδίως στην Ανατολή, επικράτησε μια παρεξηγημένη εντύπωση, ότι το βιβλίο αυτό είναι σφραγισμένο με επτά σφραγίδες, δηλαδή ακατανόητο, ότι το βιβλίο αυτό είναι γεμάτο από προφητείες, που... μην τις πιάνεις... και ότι αν πιάσει κανείς τις προφητείες αυτές, μοιραία θα πέσει σε αιρέσεις και σε λάθη. Υπήρχε αυτή η παρανόηση.

Όλα αυτά βεβαίως δεν είναι σωστά, μόνο μέχρις ενός βαθμού είναι σωστά. Ωστόσο όμως όλα αυτά αποτέλεσαν θα λέγαμε την αιτία για την οποία το Ορθόδοξο πλήρωμα δεν προσεγγίζει το βιβλίο αυτό του Θεού, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, το θεόπνευστο αυτό βιβλίο, το υπέροχο αυτό βιβλίο, το γεμάτο όχι μόνο από προφητείες αλλά και από πνεύμα παρηγορίας, και το οποίο υπάρχει για να ενισχύσει τον λαό του Θεού καθ' όλη την πορεία της ζωής του πάνω στη γη αυτή, και προπαντός στα έσχατα.

Έτσι, αγαπητοί, επανέρχομαι στο θέμα μου, για να σας πω ότι οπωσδήποτε αυτά που θα ακούσετε θα δείτε ότι έχουν σχέση με τα έσχατα. Έσχατα λέγονται εκείνα τα οποία αφορούν στο τέλος της Ιστορίας, δηλαδή όταν πια πλησιάζει να έρθει για τελευταία φορά ο Χριστός. Θα δείτε λοιπόν ότι η ζωή του προφήτου Ηλιού δεν είναι παρά μια ζωή ενός αντιτύπου που δείχνει ένα πρωτότυπο στα έσχατα.

Η ιστορική πορεία κάθε λαού. - Η ιδιότυπη πορεία του Ισραήλ.

Ένας λαός, πράγματι, στην ιστορική του πορεία ασφαλώς συναντά πολύ δύσκολες ημέρες για να επιβιώσει. Όμως ο Θεός είναι εκείνος που έχει τάξει τα οροθέσια της κατοικίας των λαών, δηλαδή τα σύνορα του κάθε λαού, αλλά και το πόσον καιρό θα ζήσει ένας λαός. Αυτό είναι σύμφωνο μ' εκείνο που λέει ο απόστολος Παύλος στους Αθηναίους. «ο Θεός... ορίσας προστεταγμένους καιρούς και τας οροθεσίας της κατοικίας αυτών»4. Έβαλε τα σύνορα λοιπόν ο Θεός, αλλά και όρισε τους προστεταγμένους καιρούς, το πόσο δηλαδή θα ζήσει ο κάθε λαός. Έτσι Εκείνος είναι που κρίνει πόσο θα ζήσει ένας λαός και ποια θα είναι τα σύνορά του.

Ο Ισραήλ ήταν ένας λαός αγαπημένος, ήταν ο ξεχωρισμένος λαός -εξ άλλου Ισραήλ θα πει αγαπημέ­νος5- και ο Θεός πολλές φορές στην ιστορική του πορεία τον είχε προστατεύσει. Κατά θαυμαστό μάλιστα τρόπο και σκανδαλώδη έναντι των άλλων εθνών ο Θεός είχε προστατεύσει τον Ισραήλ!

Τώρα όμως, ευρισκόμενοι κάπου στον 8ο αιώνα προ Χριστού, το βόρειο βασίλειο αποστατεί απ' τον Θεό. Πρέπει να σας πω ότι μετά τον θάνατο του Σολομώντος ο λαός χωρίστηκε σε δυο βασίλεια. το βόρειο βασίλειο, με τις δέκα φυλές, και το νότιο βασίλειο, με τις δυο φυλές, του Ιούδα και του Βενιαμίν. Το νότιο βασίλειο είχε πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, ενώ το βόρειο τη Σαμάρεια. Το βόρειο βασίλειο λοιπόν είχε αποστατήσει από τον Θεό. Οι βασιλείς του ατυχώς υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι είχαν μια πολύ μεγάλη ευκολία να ειδωλολατρούν.

Αχαάβ - Ιεζάβελ.

Έτσι βασιλιάς του βορείου βασιλείου τον 8ο αιώνα ήταν ο Αχαάβ. Αυτός είχε έναν μαλακό, χαλαρό χαρακτήρα, με μια πολύ εύκολη στροφή προς την ειδωλολατρία, και ήταν άνθρωπος που επηρεαζόταν από τη γυναίκα του Ιεζάβελ. Αυτή δε η γυναίκα του, η οποία δεν ήταν Εβραία, αλλά Συροφοινίκισσα, ειδωλολάτρισσα φανατική, αποτελούσε και το χειρότερο κακό! Γρήγορα, εξαιτίας αυτής της φοβερής γυναίκας, η λατρεία του αληθινού Θεού εξοστρακίστηκε, και έτσι εισήχθη η λατρεία του Βάαλ και της αισχρότατης Αστάρτης -η οποία Αστάρτη ήταν κάτι αντίστοιχο με τη δική μας την Αφροδίτη.

Η κεραυνοβόλα εμφάνιση του Προφήτου.

Σ' αυτή την κρίσιμη καμπή του Ισραήλ, ο οποίος έζησε όσο ποτέ άλλοτε την αποστασία στις ημέρες αυτού του βασιλιά, εμφανίζεται ο φλογερός και ζηλωτής Προφήτης από τη Θέσβη, ο Ηλίας. Κι έρχεται αιφνίδια -προσέξτε αυτό το αιφνίδια. Έρχεται αιφνίδια! Σαν αστραπή και βροντή εμφανίζεται μπροστά στον βασιλιά, από προσώπου του Θεού, για να του δώσει εκείνο το φοβερό μήνυμα της επ' αόριστον ανομβρίας, σαν τιμωρία από τον Θεό για την αποστασία του λαού αλλά και της κυβερνήσεώς του.

«Ζη Κύριος ο Θεός των δυνάμεων, λέει στον βασιλιά, ο Θεός Ισραήλ, ω παρέστην ενώπιον αυτού, ει έσται τα έτη ταύτα δρόσος και υετός, ότι ει μη διά στόματος λόγων μου.»6 Ορκίζομαι στον Θεό τον ζώντα, τον Θεό του Ισραήλ, ενώπιον του Οποίου στέκομαι και υπηρετώ, ότι σ' αυτά τα χρόνια που θα έρθουν ούτε θα βρέξει ούτε θα πέσει δροσιά. Κι όλα αυτά θα εξαρτώνται από το στόμα το δικό μου, ό,τι λέω εγώ, αυτό θα γίνεται. Αυτά είπε ό Προφήτης, και εξαφανίσθηκε από προσώπου Αχαάβ. 

Η κρίση του Θεού για την ιστορική πορεία των λαών.

Τα λόγια του όμως αυτά, αγαπητοί μου, αποτελούν την κρίση του Θεού για την αποστασία ενός λαού.
Πού είναι εκείνοι, αλήθεια, που λένε ότι μπορούν να ρυθμίζουν ελεύθερα την ιστορική τους πορεία και τη ζωή τους και ότι δεν έχει κανέναν λόγο ο Θεός στην ιστορική πορεία ενός λαού ή ενός προσώπου; Πού είναι εκείνοι που το λένε; Βλέπετε εδώ; Και για να μην νομισθεί ότι αυτό αφορά μόνο στον Ισραήλ, σας λέω ότι ο Θεός σκεπτόταν και όλα τα έθνη, και χάραζε την πορεία όλων των εθνών.7

Η κρίση του Θεού για την ιστορική πορεία του Ισραήλ.

Πρόχειρα σας λέω το εξής. Στη γη Χαναάν κατοικούσαν πολλοί λαοί. Και λέει ο Θεός στον Αβραάμ: «Ακόμα δεν έφτασε να γεμίσει το ποτήρι των ανομιών τους, γι' αυτόν τον λόγο δεν θα εγκατασταθείς εδώ στη χώρα αυτή τώρα. Οι απόγονοί σου, λέει στον Αβραάμ, θα αναπτυχθούν πρώτα στην Αίγυπτο, θα γίνουν λαός πολύς, και κατόπιν θα έλθουν εδώ στη γη Χαναάν»8. Κι αυτό ξέρετε με πόσα χρόνια αντιστοιχούσε; Με τετρακόσια τριάντα χρόνια!9 «Τότε μόνο θα κατοικήσουν στη γη αυτή, όταν οι λαοί αυτοί θα έχουν γεμίσει το ποτήρι των ανομιών τους.» Είναι φοβερό. Περιμένει ο Θεός πότε θα έρθει το πλήρωμα της αμαρτίας· μέχρι που να ξεχειλίσει το ποτήρι. Τότε λέει θα καταστραφούν οι λαοί αυτοί.

Κι όταν έρχεται η ώρα ο Ιησούς του Ναυή να μπει μέσα στη γη Χαναάν, του λέει πάλι ο Θεός: «Πρόσεξε. Οι λαοί αυτοί, με τα μάγια τους, με τις μαντείες τους, με τη διαφθορά τους και με τον τρόπο που ζουν, ήλθε η ώρα να καταστραφούν γι' αυτό εσείς θα κυριεύσε­τε τη γη αυτή με πολλή ευκολία. Προσέξτε όμως, μην κάνετε κι εσείς τα ίδια, γιατί θα έρθει και η δική σας η ώρα να υποστείτε το ίδιο πράγμα.»10

Βλέπουμε λοιπόν ότι ό Θεός δεν έρχεται να ξεριζώσει κάποιους λαούς για να εγκαταστήσει τον αγαπημένο Του λαό, παρά μόνο εφ' όσον οι λαοί αυτοί έχουν αμαρτήσει.

Η κρίση του Θεού για την ιστορική πορεία των άλλων λαών και των Ελλήνων. 

Θέλετε κάτι ακόμη; Ανοίξτε το βιβλίο του Ησαΐα να δείτε κάτι καταπληκτικό. Ομιλεί και προφητεύει ο Ησαΐας, όπως και ο Ιερεμίας και ο Ιεζεκιήλ και ο Δανιήλ, προφητεύουν για τα έθνη, αγαπητοί μου, για τους λαούς, όχι μόνο για τον Ισραήλ. «Ω, Βαβυλώνα, λένε, ήλθε το τέλος σου! Ω, Συρία...! Ω, Αίγυπτος...! Ω, Μωαβίτες...! Ω...! Ω...!»11 
Ο Δανιήλ, πείτε μου, δεν προφητεύει για τους Έλληνες και για τους Πέρσες; Δεν προφητεύει για τους Βαβυλωνίους; Δεν λέει ότι οι Έλληνες θα νικήσουν τους Πέρσες, μ' εκείνη τη θαυμαστή προφητεία του, που έρχεται ένας τράγος, -ο μέγας Αλέξανδρος, ξέρετε, απεικονίζεται στα νομίσματα με κέρατα- ένας τράγος που τρέχει από τη Δύση ολοταχώς, λέει, και συγκρούεται μ' έναν κριό, που αντιπροσωπεύει τους Πέρσες, τον οποίο κυριολεκτικά λιανίζει;12

Βλέπετε λοιπόν, και επιμένω, δεν ομιλεί ο Θεός μόνο για τον Ισραήλ. ομιλεί για όλους τους λαούς και κατευθύνει τις τύχες όλων των λαών.

Θα σας επαναλάβω εκείνο που σας διάβασα προηγουμένως, που λέει ο απόστολος Παύλος στους Αθηναίους, ότι ο Θεός είναι ο «ορίσας προστεταγμένους καιρούς και τας οροθεσίας της κατοικίας αυτών», πάντων των εθνών, όλων των λαών. Συνεπώς, αγαπητοί, θα λέγαμε εδώ ότι οι Έλληνες δεν βγαίνουν έξω από το σχέδιο του Θεού, πολύ δε περισσότερο αφού έχουμε δεχθεί το Ευαγγέλιο από τους πρώτους, όταν κηρύχθηκε στον κόσμο το μήνυμα του Κυρίου.

Η Ελλάδα στα χνάρια του παλαιού Ισραήλ, έτοιμη να υποστεί τις ίδιες συνέπειες.

Και ερχόμαστε τώρα να ρωτήσουμε: Μήπως και η πατρίδα μας ζει και πολιτεύεται στα ίδια χνάρια του παλαιού Ισραήλ; Και όσα δεινά μας βρουν, θα λέγαμε πού θα οφείλονται; 
Τί λέτε; είναι δυνατόν να υποστούμε μια τυχόν -τυχόν!- συρρίκνωση των συνόρων μας; Ξέρετε ότι πάλι μπορούμε να γίνουμε μικρότεροι; 
Αγαπητοί μου, το ξέρετε ότι μπορούμε να γίνουμε πάλι μικρότεροι στα σύνορά μας;... 
Δεν υπάρχει τίποτα το αμετάθετο και σίγουρο. Από πού θα έχει το αίτιό του το θέμα; Ακόμη, αν υποστούμε σαν λαός μια δυσπραγία οικονομική ή ακόμα και μια κοινωνική αναστάτωση, από πού θα έχει την αφετηρία της αυτή όλη η κατάσταση; 
Ασφαλώς από την αποστασία του λαού μας και την στροφή του προς την ειδωλολατρία.

Αγαπητοί μου, ο λαός μας αποστατεί από τον Θεό καθημερινά. Το φαινόμενο της αθεΐας ήταν άγνωστο στην πατρίδα μας. Κι αρχίζει η αθεΐα να γίνεται μία πραγματικότητα σ' αυτόν εδώ τον χώρο, τον ελληνικό, εδώ που αναπτύχθηκε η Ορθοδοξία και έχουμε τόσους Αγίους! Είναι κάτι που εκπλήσσει. Και ξαναγυρίζουμε πάλι πίσω στην ειδωλολατρία!

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι ημέρες είναι κρίσιμες για τον λαό μας αλλά και για όλο τον κόσμο;

Αλλά γιατί το είπε αυτό ο Προφήτης στον Αχαάβ; Για να μετανοήσει ο λαός. Μετανόησε ο Αχαάβ; Ούτε ο Αχαάβ, ούτε ο λαός. Άραγε εμείς θα μετανοήσουμε; Όταν σήμερα κηρύσσεται το κήρυγμα, της μετανοίας το κήρυγμα, και λέγονται αυτά που λέγονται, τί νομίζετε ότι είναι; Αυτά που σας λέω τώρα τί νομίζετε ότι είναι; Νομίζετε ότι είναι ένα φιλολογικό κήρυγμα, για το οποίο μπορούμε να λέμε ότι είναι μόνο λόγια;
Όχι. είναι κήρυγμα μετανοίας, είναι κήρυγμα αφυπνιστικό! Άλλο τώρα εάν κοιμόμαστε κάποτε και με τον αισθητό ύπνο, κλείνουμε τα μάτια μας και δεν προσέχουμε τον ομιλητή. το αντιλαμβανόμαστε;... Είμαστε σε παράλληλες ημέρες με την εποχή του βορείου Ισραήλ, που ο Προφήτης ελέγχει με δριμύτητα την κατάσταση και φωνάζει. φωνάζει και χρησιμοποιεί, θα λέγαμε, το έκτακτο εκείνο στοιχείο, που καταπλήσσει με την παρουσία του τον λαό. Θα το αντιληφθούμε εμείς ότι οι ημέρες μας είναι κρίσιμες για τον λαό μας αλλά και για ολόκληρη την οικουμένη; Θα το καταλάβουμε αυτό;... άλλη παράγραφος αυτή. Αλλά αυτά που λέμε εδώ τώρα είναι κήρυγμα μετανοίας, και καλούμεθα να μετανοήσουμε για 'κείνη την κατάσταση που ήδη επικρατεί μέσα στον λαό μας! Είναι φοβερή η κατάσταση

Συνέπειες της αποστασίας του παλαιού Ισραήλ.

Ωστόσο, αγαπητοί μου, ο Προφήτης είπε το μήνυμά του, όπως σας είπα, το μήνυμα του Ουρανού, και εξαφανίστηκε από προσώπου του Αχαάβ. Από 'κείνη τη στιγμή όμως αρχίζει και η περιπέτεια του βορείου βασιλείου. Αν θέλετε, διαβάστε τα τέσσερα Βασιλειών -ιδίως το τέλος του δευτέρου, το τρίτο και τέταρτο Βασιλειών- για να δείτε εκεί τί περιπέτειες και τί καταστροφές υπέστη το βόρειο βασίλειο, με κατάληξη την αιχμαλωσία του από τους Ασσυρίους, εκατό περίπου χρόνια πριν από την καταστροφή του νοτίου βασιλείου, που και το δικό του τέλος -του νοτίου βασιλείου- ήταν η αιχμαλωσία του από τους Βαβυλωνίους.

Προειδοποιούσε και ο προφήτης Ησαΐας: «Κυράδες μου... φοράτε τα φουστάνια σας τα ωραία, έλεγε, με τις ζώνες σας τις χρυσές και τα χρυσοκεντημένα και μεταξωτά σας ρούχα... Σκοινί θα μπει στη μέση σας και θα συρθείτε ξυπόλητες στη γη της αιχμαλωσίας!...».13

Κι αν δεν τα καταλαβαίνουμε αυτά, θα 'ρθουν οι συνέπειες, και τότε θα τα καταλάβουμε...

Ο Θεός προστατεύει τον Προφήτη Του.

Αλλ' όμως ο Θεός, αγαπητοί μου, προστατεύει τον Προφήτη Του. τον προστατεύει από την οργή του Αχα­άβ. Διότι όταν άκουσε αυτά ο Αχαάβ, έμεινε έκπληκτος. και πριν προλάβει να αντιδράσει, ο Προφήτης εξαφανίστηκε. Γι' αυτό σας είπα ότι σαν αστραπή παρουσιάστηκε και σαν βροντή έφυγε. Και επειδή δεν πρόλαβε ο Αχαάβ να αντιδράσει, καταδιώκει τον Προφήτη. Ο Θεός όμως προστατεύει τον Προφήτη Του, όχι μόνο από την οργή του Αχαάβ, αλλά και από τον ενσκύψαντα λιμό, την πείνα που έπεσε.

«Και εγένετο ρήμα Κυρίου προς Ηλιού», και δόθηκε εντολή από τον Κύριο προς τον Ηλία. «πορεύου εντεύθεν κατά ανατολάς και κρύβηθι εν τω χειμάρρω Χορράθ- του επί προσώπου Ιορδάνου. και έσται εκ του χειμάρρου πίεσαι ύδωρ, και τοις κόραξιν εντελούμαι διατρέφειν σε εκεί.»14 Φύγε, κρύψου. Φύγε, κρύψου σ' εκείνον τον χείμαρρο, τον Χορράθ, που βλέπει προς τα ανατολικά και που χύνεται στον Ιορδάνη. Πήγαινε κρύψου εκεί. εκεί θα βρεις νερό -γιατί νερό δεν υπήρχε, εξ αιτίας της ανομβρίας. Εκεί θα βρεις νερό. Και εγώ θα στέλνω τα κοράκια μου, που εγώ τα παραγγέλλω να το κάνουν αυτό, να σε διατρέφουν.

Ο λαός του Θεού οφείλει να κρυφτεί.

Προσέξτε, αγαπητοί. Αυτά τα λόγια του Θεού είναι παμμέγιστης σημασίας. Δεν αφορούν μόνο στον προφήτη Ηλία. θα το δείτε στη συνέχεια. αφορούν και σ' εμάς

Τι είπε ο Θεός στον Προφήτη Του; «και κρύβηθι», κρύψου! Αυτό το «κρύβηθι», κρύψου, είναι ένα σπουδαίο σημείο για τον λαό του Θεού στις δύσκολες ημέρες.

Αυτό μας θυμίζει εκείνο που λέει στον προφήτη Ησαΐα. «βάδιζε, λαός μου, λέει εκεί ο Θεός, είσελθε εις τα ταμιεία σου, απόκλεισον την θύραν σου, αποκρύβηθι μικρόν όσον όσον, έως αν παρέλθη η οργή Κυρίου»15. Λαέ μου, περπάτα, μπες μέσα στα εσώτερα δωμάτια του σπιτιού σου, κλείσε την πόρτα σου, κρύψου για λίγο, «όσον όσον», έως ότου περάσει η οργή του Κυρίου.

Πού να πάει να κρυφτεί ο λαός του Θεού;

Έχουμε τη συνείδηση ότι είμαστε λαός του Θεού;

Κατ' αρχάς ήθελα να σας ρωτήσω, αγαπητοί μου: Έχετε την συνείδηση ότι είστε λαός του Θεού; Είναι μία ανάγκη αυτοσυνειδησίας, ότι είμαστε λαός του Θεού. Είμαστε λαός του Θεού; Έχετε την συνείδηση ότι ξεχωρίζετε απ' αυτό που λέγεται κόσμος; -γιατί ο λαός του Θεού ξεχωρίζει απ' αυτό που λέγεται κόσμος. Αν δεν την έχετε τη συνείδηση αυτή ότι είστε λαός του Θεού, κλείστε τ' αυτιά σας για τα παρακάτω που θα πούμε. δεν σας αφορούν είστε κόσμος, και πορεύεσθε στην καταστροφή. Αν όμως είστε λαός του Θεού και το συνειδητοποιείτε αυτό, τότε ακούστε καλά. ανοίξτε πιο πολύ τα αυτιά σας να ακούσετε τί μας λέει ο Κύριος.

Πρέπει, λέει, να κρυφτούμε. Αλλά πού να κρυφτούμε;

Ιστορικά προηγούμενα φυγής και διάσωσης. 

Για να κατανοήσουμε αυτή την εντολή του Θεού, ότι πρέπει να κρυφτούμε, και για να δούμε τί είδους είναι αυτή η απόκρυψή μας, πρέπει να δούμε το γεγονός αυτό του προφήτου Ηλιού σαν έναν ιστορικό τύπο των εσχάτων. Όταν λέμε ιστορικό τύπο, εννοούμε το εξής. ένα γεγονός, ιστορικό δηλαδή γεγονός, το οποίο γίνεται τύπος ενός άλλου γεγονότος, που ανήκει ιστορικά πιο κάτω.

Παράδειγμα. Ο Ισραήλ φεύγει από την Αίγυπτο, περνάει την Ερυθρά θάλασσα και έρχεται στη γη Χαναάν. Το πέρασμά του από την Ερυθρά θάλασσα ήταν ένα γεγονός, ταυτόχρονα όμως είναι και ένας ιστορικός τύπος. Τί τύπος; Η Αίγυπτος θεωρείται η χώρα του Σατανά, ή η γη Χαναάν θεωρείται η χώρα της Βασιλείας του Θεού. Το πέρασμα λοιπόν -αυτό θα πει πάσχα. πέρασμα- είναι η Ερυθρά θάλασσα. 
Εκεί, στην Ερυθρά θάλασσα, καταποντίζει ο Θεός τον Φαραώ και τους στρατιώτες του, και ο λαός περνάει ασφαλής. Είναι η Ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού, με την οποία μας παίρνει από την γη του θανάτου και της αμαρτίας και του Σατανά και μας φέρνει στη Βασιλεία Του, και περνάμε από το πέρασμα που λέγεται Βάπτισμα. Ώστε λοιπόν τί ήταν το πέρασμα του Ισραήλ από την Αίγυπτο διά μέσου της Ερυθράς θαλάσσης στη γη Χαναάν; Ένας ιστορικός τύπος. Τίνος πρωτοτύπου; Του Βαπτίσματος και της σωτηρίας.

Άλλο παράδειγμα είναι και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, που έγινε το 70 μ.Χ.. Αποτελεί έναν ιστορικό τύπο, ένα γεγονός, αλλά ταυτοχρόνως αποτελεί κι έναν τύπο. Τίνος πρωτοτύπου; Του τέλους του κόσμου, τότε που θα καταστραφεί ο κόσμος.

Ο προφήτης Ηλίας παρών και στα έσχατα ως ιστορικό αντίτυπο μαζί και πρωτότυπο!

Έτσι κι εδώ. εκείνο το γεγονός που συνέβη ανάμεσα στον Προφήτη και τον Αχαάβ τον βασιλιά αποτελεί οπωσδήποτε ένα γεγονός, και ταυτόχρονα έναν ιστορικό τύπο των εσχάτων. Διότι ο Αχαάβ είναι αντίτυπο του Αντιχρίστου. Αλλά το πιο καταπληκτικό απ' όλα ξέρετε ποιο είναι; Το πιο καταπληκτικό πράγμα -που είναι και η μοναδική περίπτωση εδώ, η εντελώς μοναδική περίπτωση μέσα στην Ιστορία- είναι ότι ο προφήτης Ηλίας, που αποτέλεσε ιστορικό αντίτυπο ενός πρωτοτύπου των εσχάτων, ταυτόχρονα είναι και πρωτότυπο! 
Ο ίδιος Προφήτης θα είναι παρών και στις ημέρες του Αντιχρίστου!16

Όπως θα ξέρετε, ο προφήτης Ηλίας δεν πέθανε, αναλήφθηκε κάπου στον ουρανό.17
Θα επανέλθει! Και όπως έλεγξε τον Αχαάβ, έτσι θα ελέγξει και τον Αντίχριστο, με τον ίδιο τρόπο. Και το καταπληκτικό: τριάμισι χρόνια ανομβρία επέφερε ο προφήτης Ηλίας στον Αχαάβ, τριάμισι χρόνια ανομβρία θα επιφέρει και στον Αντίχριστο! 
Συνεπώς έχουμε το μοναδικό φαινόμενο, που ένα πρόσωπο, ο προφήτης Ηλίας, αποτελεί όχι μόνο ένα ιστορικό αντίτυπο σ' εκείνη την εποχή, αλλά και ένα ιστορικό πρωτότυπο στο μέλλον, στα έσχατα. Έτσι λοιπόν το ίδιο πρόσωπο είναι παρόν και στη μία και στην άλλη περίπτωση. Επαναλαμβάνω, μοναδικό φαινόμενο!

Κι αν, αγαπητοί μου, στις ημέρες των παιδιών σας έρθει ο προφήτης Ηλίας -επειδή θα έχει έλθει ο Αντίχριστος- κι αν στις ημέρες μας έλθει -όχι μόνο των παιδιών σας- πέστε μου, είναι καιρός για να κοιμόμαστε; ή είναι καιρός για να ανησυχούμε;... Ερωτώ.

Τι γράφει η Αποκάλυψη για τον προφήτη Ηλία.

Ακούστε τώρα τί γράφει το βιβλίο της Αποκαλύψεως στο 11ο κεφάλαιο, πάνω σ' εκείνο το θέμα του ε­λέγχου του Αντιχρίστου υπό του Προφήτου, και τί θα γίνει παρακάτω, «και δώσω, λέει ο Θεός, τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα... ούτοι έχουσιν εξουσίαν τον ουρανόν κλείσαι, ίνα μη υετός βρέχη τας ημέρας της προφητείας αυτών. και... το θηρίον το αναβαίνον εκ της αβύσσου... αποκτενεί αυτούς.»18 Παραλείπω μερικούς στίχους, για λόγους συντομίας. Και θα δώσω στους δυο μάρτυρές μου, λέει ο Χριστός, και θα προφητεύσουν. Λέγονται μάρτυρες, γιατί θα δώσουνε μία μαρτυρία. λέγονται ακόμη και προφήτες, γιατί θα προφητεύσουν.

Πόσο θα προφητεύσουν; Χίλιες διακόσιες εξήντα ημέρες, ίσον τριάμισι χρόνια. Πόσες μέρες είχε κρατήσει την ανομβρία τότε ο Προφήτης; Τριάμισι χρόνια. Το ίδιο φαινόμενο, από το ίδιο πρόσωπο!

Τ' ακούτε, παρακαλώ, πώς το λέει η Καινή Διαθήκη αυτό; «Αυτοί θα έχουν εξουσία να κλείσουν τον ουρανό, για να μην πέσει βροχή κατά τις ημέρες της προφητείας τους.»! Το κήρυγμα της μετανοίας λοιπόν θα διαρκέσει τριάμισι χρόνια, όσο και η περίοδος της ανομβρίας.

Αλλά τότε, λέει, το Θηρίον που θα ανεβεί από την άβυσσο, ο Αντίχριστος, μη ανεχόμενος την παρουσία και τον έλεγχο των δύο Προφητών, θα τους φονεύσει και θα αφήσει τα σώματά τους άταφα στην πλατεία της Ιερουσαλήμ.1

Ερμηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και λέει: «Αποσταλήσεται Ενώχ και Ηλίας ο Θεσβίτης ... και υπ' αυτού αναιρεθήσονται.»20.

Γι' αυτούς τους δύο Προφήτες μας λέει το βιβλίο της Αποκαλύψεως ότι θα τους δει όλος ο κόσμος, αφού θα 'χουν φονευθεί στην πλατεία της Ιερουσαλήμ. Βέβαια αυτό δείχνει ότι εκεί θα κυβερνήσει ο Αντίχριστος, τον οποίο θα ελέγξουν, αλλά και θα καταδείξουν οι δύο Προφήτες ότι αυτός τελικά είναι ο Αντίχριστος. Θα τους φονεύσει όμως, λέει, και τότε θα δουν τον φόνο τους «γλώσσες, φυλές, έθνη, λαοί». Είναι μια συνηθισμένη φράση που χρησιμοποιείται στην Αποκάλυψη από τον ευαγγελιστή Ιωάννη21, αλλά χρησιμοποιείται και από τον προφήτη Δανιήλ22.

Πώς θα δουν αυτές οι «γλώσσες, φυλές, έθνη, λαοί» την αναίρεση, τον θάνατο των δύο Προφητών; Ασφαλώς με την τηλεόραση!

Μπορούσαν ποτέ να φανταστούν οι παλιότεροι ότι θα ερχόταν η τηλεόραση;... Θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι όλοι οι λαοί θα μπορούσαν έτσι να βλέπουν;... Κι όμως σήμερα είναι δυνατόν. Μήπως λοιπόν -μήπως!- είναι κοντά το τέλος, μόνο και μόνο επειδή ακριβώς και το μηχάνημα της τηλεοράσεως ήδη έχει έρθει, δηλαδή έχει επινοηθεί;... και μήπως -μήπως!- ακριβώς κι αυτό θα μπει στην υπηρεσία του Αντιχρίστου;... Το ότι προ πολλού έχει μπει είναι γνωστό, διότι ό,τι προβάλλει σήμερα η τηλεόραση δεν είναι παρά για να προετοιμάσει τους ανθρώπους για τον ερχομό του Αντιχρίστου.

Ο λαός του Θεού πρέπει να αποκρυβεί.

Στα τριάμισι αυτά χρόνια της τυραννίας του Αντι­χρίστου ο λαός του Θεού πρέπει να αποκρυβεί «μικρόν όσον όσον».23 τριάμισι χρόνια πρέπει να κρυφτεί! Προσέξτε

Γιατί όμως πρέπει να κρυφτεί;
Για να γλυτώσει.
Για να γλυτώσει τον θάνατο;

Όχι τόσο τον θάνατο. αλλά και τον θάνατο. Όχι τόσο τον θάνατο, όσο και κυρίως τις κακές επιδράσεις εκείνων των τριάμισι ετών.

Είναι φοβερό, αγαπητοί μου, όταν βλέπουμε Χριστιανούς στην εποχή μας να επηρεάζονται τόσο πολύ από τον τρέχοντα πολιτισμό μας -ο οποίος υπηρετεί τον Αντίχριστο, πρέπει να σας το πω αυτό- και να μη μπορούμε να τους συγκρατήσουμε.

Θέλετε ένα μικρό αλλά πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα; Μαζέψτε τα παιδιά σας, αν μπορείτε, και φέρτε τα στην Εκκλησία... Τί σας λένε; Σας λένε ότι τα μυαλά σας είναι σκουριασμένα, ότι αυτά έχουν τώρα καινούργια μυαλά, ότι έχουν καινούργια θεώρηση της ζωής... Μαζέψτε τα παιδιά σας, αν μπορείτε, για να δείτε ότι όχι μόνο τα παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι έχου­νε πάρει αέρα κι έχουν κοσμικοποιηθεί. Κι ακόμα δεν ήρθε ο Αντίχριστος. και πού να 'ρθει και να επιβάλει πείνα και οικονομικό αποκλεισμό...! Τί θα γίνει τότε;...
Να η άξια του βιβλίου της Αποκαλύψεως· έρχεται για να μας προετοιμάσει. Και η προετοιμασία είναι πρώτα σαν μήνυμα και ύστερα σαν άσκηση. Πρέπει να το καταλάβουμε. 

Ο λαός του Θεού θα κρυφτεί στην έρημο.

Λοιπόν πού θα πρέπει να καταφύγει ο λαός του Θεού; -και ο λαός του Θεού είναι εκείνοι που δεν θα προσκυνήσουν τον Αντίχριστο.

Στην ερημιά, όπως και ο Προφήτης. Εκεί θα καταφύγει ο λαός του Θεού, στην ερημιά, όπως παλιά και ο Προφήτης! Έτσι λοιπόν ο λαός του Θεού, όπως και οι υιοί των Προφητών στην εποχή του προφήτου Ηλιού -που ήταν πάρα πολλοί και περιστοίχιζαν τότε τον προφήτη Ηλία. σημειώσατέ το αυτό24- όλοι αυτοί, όπως και η Εκκλησία στα έσχατα, καταφεύγουν στην έρημο, κρύβονται.

Τί λέει η Αποκάλυψη για την έρημο.

Για να το δούμε αυτό πώς το λέει το βιβλίο της Αποκαλύψεως στο 12ο κεφάλαιο, από τον στίχο 14.

«Και εδόθησαν τη γυναικί δύο πτέρυγες του αετού του μεγάλου, ίνα πέτηται εις την έρημον εις τον τόπον αυτής.» Δόθηκαν, λέει, στη γυναίκα... Ποιά είναι η γυναίκα; Είναι η Εκκλησία. Δόθηκαν στη γυναίκα, στην Εκκλησία, δυο φτερούγες του μεγάλου αετού.

Στην Παλαιά Διαθήκη έχουμε πολλές φορές αυτή την εικόνα -όπως στο Δευτερονόμιο και αλλού25- που δείχνει ότι αυτές οι δυο μεγάλες φτερούγες του αετού είναι η μεγάλη προστασία του Θεού. Όταν λοιπόν λέει «δόθηκαν δύο φτερούγες του αετού του μεγάλου», σημαίνει: ο Θεός προστατεύει την Εκκλησία.

Και συνεχίζει: «ίνα πέτηται εις την έρημον εις τον τόπον αυτής», για να πετάξει και να φύγει στην ερημιά, στον τόπο της. Ώστε ο τόπος της Εκκλησίας είναι η έρημος; Ναι, η έρημος! 

Τα Μοναστήρια αποτελούν προοίμιο της εξόδου του λαού του Θεού στην έρημο.

Το ξέρετε ότι ένα μικρό προοίμιο, και ταυτοχρό­νως ένα μήνυμα μέσα στους αιώνες, του ότι η Εκκλησία θα καταφύγει στην έρημο είναι τα Μοναστήρια; Πολλοί λένε: «Γιατί κάθεστε στα Μοναστήρια, εσείς οι μοναχοί;». Για να σας θυμίζουμε ότι η Εκκλησία θα ξαναγυρίσει στην έρημο. Άλλωστε από την έρημο ξεκίνησε η Εκκλησία. Έχετε αντίρρηση; Διαβάστε το 1ο κεφάλαιο από το Κατά Μάρκον ευαγγέλιο, να το δείτε αυτό, «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»26. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος φωνάζει και λέει ότι έρχεται ο Μεσσίας. Και πού έδειξε, παρακαλώ, τον Μεσσία; Στην έρημο. Πού είναι τα θεμέλια της Εκκλησίας; Στην έρημο. Στην έρημο λοιπόν θα καταλήξει. 

Ο Όφις καθιστά την Γυναίκα «ποταμοφόρητον».

Έτσι, λέει πιο κάτω: «και έβαλεν ο όφις εκ του στόματος αυτού οπίσω της γυναικός ύδωρ ως ποτα­μόν, ίνα αυτήν ποταμοφόρητον ποιήση»27. Ο Διάβολος, ο Αντίχριστος, πίσω από τον οποίο είναι ο Διάβολος, θα κυνηγήσει την Εκκλησία, θα διώξει την Εκκλησία -γι' αυτό εκείνη θα καταφύγει στην έρημο- και θα βγάλει νερό από το στόμα του, για να την πνίξει.

Τι είναι αυτό το νερό που βγάζει ο Διάβολος, και ο Αντίχριστος, από το στόμα του; Να, αγαπητοί μου, τί είναι. τα διάφορα κοινωνικά και φιλοσοφικά συστήματα, που θέλουν να πνίξουν τον σύγχρονο Χριστιανό. Είναι όταν ο άλλος σου δίνει ένα πιάτο φαΐ και σου λέει: «Θα φας καλά. αλλά, ξέρεις, θα ακολουθήσεις αυτό το κοινωνικό σύστημα ή αυτό το οικονομικό σύστημα.». Δεν νομίζετε ότι μοιάζουμε λίγο με τον Ησαύ, που πούλησε τα πρωτοτόκιά του, το να φέρει δηλαδή τον Μεσσία, γιατί ήθελε να φάει;... Έτσι κι εμείς ξεπουλάμε τον Χριστό, για να έχουμε οικονομικά οφέλη... Τί κρίμα! Τί κρίμα!... Αυτά λοιπόν θα πνίξουν, θα προσπαθήσουν να πνίξουν την Εκκλησία.

Να το πάρουμε είδηση, το πνεύμα του Αντιχρίστου μπορεί να μας επιβληθεί, και να χαθούμε!

Βέβαια η Αγία Γραφή λέει ότι πολλοί Χριστιανοί θα χαθούν28. Το λέει και στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, όταν ο Ιωάννης καλείται να μετρήσει τον ναό μόνο και το θυσιαστήριο, και όχι την αυλή του. Αυτό δείχνει ότι θα σωθεί μόνο το λείμμα29, ένα μικρό μέρος των Χριστιανών. Συγκεκριμένα λέει ο άγγελος στον Ιωάννη: «Μη μετρήσεις τα υπόλοιπα. δόθηκαν να πατηθούν από τα έθνη για σαράντα δύο μήνες.»30. Δηλαδή θα επικρατήσει ο Αντίχριστος στους Χριστιανούς τριάμισι χρόνια. Στους Χριστιανούς! Ναι. διότι, κατά τους Πατέρες, ο ναός, οι αυλές του και η πόλη Ιερουσαλήμ, η πόλη Σιών, πάντοτε συμβολίζουν την Εκκλησία. Τί μετριέται; Μόνο ο ναός, λέει, και το θυσιαστήριο, δηλαδή ένα μικρό μέρος.

Να το πάρουμε είδηση ότι μπορεί να χαθούμε και ότι το πνεύμα του Αντιχρίστου μπορεί να επιβληθεί και σ' εμάς! Να το πάρωμε είδηση!... Αυτό θα πει ότι ο Δράκων καθιστά «ποταμοφόρητον» την Εκκλησία, πάει να την πνίξει με το νερό. Το νερό είναι ό,τι σας εξήγησα. 

Ο Θεός βοηθά τον λαό Του, χρησιμοποιώντας τα φυσικά στοιχεία.

«Και εβοήθησεν η γη τη γυναικί, και ήνοιξεν η γη το στόμα αυτής και κατέπιε τον ποταμόν ον έβαλεν ο δράκων εκ του στόματος αυτού.»31

Έρχονται τα φυσικά στοιχεία να βοηθήσουν. Η γη, λέει, κατάπιε το νερό.

Η περίπτωση εδώ είναι όπως και στη διάβαση της Ερυθράς θαλάσσης. Κάπου μετά τα μεσάνυχτα άρχισε να πνέει άνεμος νότιος, λέει, τόσο ισχυρός, που το νερό της θαλάσσης το χώρισε στα δυο. Πέρασαν οι Εβραίοι. και όταν πια ξημέρωνε, πήγαν να μπουν και οι Αιγύπτιοι. Σταματάει ο άνεμος, κλείνει το νερό και τους πνίγει όλους.32

Εδώ βλέπουμε τα στοιχεία της φύσεως. Βέβαια τα στοιχεία της φύσεως τα κυβερνάει ο Θεός, αλλά εδώ όμως δείχνει όχι ποιος τα κυβερνάει, αλλά τί κάνουν αυτά, σ' ένα πρώτο πλάνο, σ' ένα πρώτο επίπεδο, ότι δηλαδή τα στοιχεία της φύσεως έρχονται ή να καταστρέψουν τον ασεβή ή να ενισχύσουν και να βοηθήσουν τον ευσεβή.

Είδατε, ο προφήτης Ιωνάς ζεσταίνεται περιμένοντας την καταστροφή της Νινευή. «Ουφ! ζέστη, καλοκαίρι!»33 Μέσα σε λίγα λεπτά φυτρώνει μία κολοκυθιά με μεγάλα φύλλα και τον σκιάζει!
Έτσι λοιπόν η φύση έρχεται να βοηθήσει τον ευσεβή και την Εκκλησία.

Ο Αντίχριστος οργίζεται μ' αυτούς που κρύφτηκαν στην έρημο, και κάνει πόλεμο με τους λοιπούς Χριστιανούς στις πόλεις.

«Και ωργίσθη ο δράκων επί τη γυναικί, και απήλθε ποιήσαι πόλεμον μετά των λοιπών του σπέρματος αυτής, των τηρούντων τας εντολάς του Θεού και εχόντων την μαρτυρίαν Ιησού.»34

Ο Αντίχριστος όμως δεν τα κατάφερε, κρύφτηκε η Εκκλησία.

Δηλαδή, θα σκεφθείτε, πόσοι μπορούν να κρυφτούν; Ας πούμε, στη Θεσσαλία πόσοι να είναι άραγε οι αληθινοί Χριστιανοί; Πενήντα; εκατό; πεντακόσιοι; χίλιοι;... Μπορούν όλοι αυτοί να πάρουν τα βουνά, να πάνε στις τρύπες της γης και στις σπηλιές και να κρυφτούν; Όχι. Οι υπόλοιποι; Οι υπόλοιποι μένουν στις πόλεις. Δηλαδή μόνο αυτοί είναι οι ευσεβείς, που έφυγαν στα βουνά; Όχι, έχει κι άλλους, στις πόλεις. Τότε τί γίνεται μ' αυτούς; «Έρχεται ο Διάβολος, λέει, και κάνει πόλεμο με τους λοιπούς.» Αλλοίμονό τους όμως. έχουν ν' αντιμετωπίσουν πραγματικά την τυραννία του Αντιχρίστου!

Όπως ο Θεός έτρεφε τον Προφήτη Του για τριάμισι χρόνια, έτσι θα τρέφει και τον λαό Του στην έρημο για ίσο χρονικό διάστημα.

Αλλά εκεί στην έρημο ο προφήτης Ηλίας τί έτρωγε;

«Και οι κόρακες έφερον αυτώ άρτους το πρωί και κρέα το δείλης, και εκ του χειμάρρου έπινεν ύ­δωρ.»35 Κοράκια του έφερναν ψωμί το πρωί, και το βράδυ του έφερναν κρέας, κι έπινε νερό από τον χείμαρρο.

Γιατί κοράκια; Ξέρετε ότι τα κοράκια είναι σαρκοβόρα. Το λέει και η Αγία Γραφή αυτό36, αλλά το ξέρουμε κι από τη φύση τους. Τα κοράκια τρώνε κρέατα, και μάλιστα σάπια κρέατα. πτώματα τρώνε τα κοράκια. Βάζει λοιπόν κοράκια, στέλνει κοράκια, για να δείξει -τί;- ότι πρόκειται για θαύμα, που με τον τρόπο αυτό τονίζεται. Τα κοράκια, που μπορούν να φάνε το κρέας, και μάλιστα σε μία εποχή πείνας, δεν το τρώνε, αλλά το φέρνουν στον Προφήτη. Για να τονισθεί το θαύμα της προστασίας του Προφήτου από τον Θεό. Παρόμοια θα τρέφεται και η Εκκλησία στην έρημο.

Λέει πάλι το βιβλίο της Αποκαλύψεως: «όπως τρέφηται εκεί καιρόν και καιρούς και ήμισυ καιρού από προσώπου του όφεως»37, για να τρέφεται εκεί η Εκκλησία, λέει, «καιρόν» -είναι το έτος- «και καιρούς» -είναι τα δύο χρόνια. δύο συν ένα, τρία- «και ήμισυ καιρού» -είναι ο μισός χρόνος- δηλαδή τριάμισι χρόνια, «από προσώπου του όφεως», δηλαδή για όσο καιρό ο Διάβολος και ο Αντίχριστος θα επικρατούν σ' αυτόν τον κόσμο.

Τα ιστορικά προηγούμενα διαθρέψεως του λαού του Θεού αποτελούν εγγύηση για τη διατροφή του στα έσχατα.

Ώστε λοιπόν θα τρέφει ο Θεός. Πώς όμως θα τρέφει ο Θεός εκεί;

Ξέρουμε ότι ο παλαιός Ισραήλ τρεφόταν στην έρημο κατά θαυμαστό τρόπο σαράντα ολόκληρα χρόνια.38 Ξέρουμε ακόμη ότι και οι Χριστιανοί στην έρημο, που κατέφευγαν από τους διωγμούς, τρέφονταν κατά τρόπο που οικονομούσε ο Θεός. Πώς όμως θα τρέφονται στα έσχατα οι Χριστιανοί που θα φεύγουν στην έρημο;

Αυτό το ξέρει ο Θεός, και θα το φανερώσει τότε. Δεν είπε ποτέ, φέρ' ειπείν, στους Εβραίους στην Αίγυπτο «Όταν θα σας βγάλω στην έρημο, εγώ θα σας τρέφω με το μάννα». δεν είπε κάτι τέτοιο ο Θεός. αλλ' όταν ο λαός βρέθηκε στην έρημο και είπαν «Τί θα φάμε;», τότε ο Θεός έριξε το μάννα.39 Όταν λοιπόν και οι Χριστιανοί θα βρεθούν στις ερημιές και θα πουν «Τί θα φάμε;», τότε ο Θεός ξέρει τί θα δώσει, τώρα δεν το ξέρουμε αυτό.

Η απεικόνιση του Προφήτη με τον κόρακα που τον διατρέφει τονίζει την ιστορικότητά του ως τύπου των εσχάτων.

Αγαπητοί μου, ο μέγιστος των Προφητών, ο Ηλίας ο ένδοξος, έζησε τον ιστορικό τύπο των εσχάτων, όπως σας εξήγησα διά πολλών, για να μας δείξει πώς θα ζήσει κοντά του και η Εκκλησία.

Η Εκκλησία μας, ανάμεσα στα τόσα γεγονότα του πολυτάραχου βίου του προφήτου Ηλιού, ιστορεί, απεικονίζει δηλαδή επάνω σε εικόνες, ένα μόνο χαρακτηριστικό, να κάθεται μέσα σε μία σπηλιά, και εκεί να βλέπει τον κόρακα να του φέρνει το ψωμί ή το κρέας. Δεν δείχνει τίποτε άλλο η Ορθόδοξος Εκκλησία μας από τη ζωή του προφήτου Ηλιού, ούτε την θαυμαστή εκείνη θυσία του στο Καρμήλιον όρος, ούτε ακόμα εκείνη την θεοπτεία του στο όρος Χωρήβ, δηλαδή στο Σινά, ούτε τίποτε απ' όλα τ' άλλα τα παράδοξα, παρά εικονίζει μόνο αυτό. Ξέρετε γιατί; Γιατί η Εκκλησία μας θέλει να τονίσει την ιστορικότητα του Προφήτου σαν τύπο των εσχάτων; αλλά και να μας πει -μόνο αυτή την εικόνα παίρνω κι εγώ από τον Προφήτη- να μας πει τί θα γίνει με τους πιστούς μας όταν θα έλθει το τέλος του κόσμου.

Όπως έλεγξε τον Αχαάβ, έτσι θα ελέγξει και τον Αντίχριστο.

Αγαπητοί μου, ο προφήτης Ηλίας, όπως σας είπα και προηγουμένως, θα δείξει τον Αντίχριστο αλλά και θα τον ελέγξει φοβερά, όπως έλεγξε και τον Αχαάβ.

Ξέρετε τί είπε στον Αχαάβ; Του είπε: «Το αίμα σου θα το γλύψουν τα σκυλιά και τα γουρούνια!». Έτσι έγινε, αγαπητοί μου. Πληγώθηκε σ' έναν πόλεμο ο Αχαάβ, και τον πήγαν πληγωμένο σε μία πηγή, εκεί, λέει, που οι πόρνες λούζονται. Εκεί λοιπόν τον έπλυναν, του έπλυναν τις πληγές. Αλλά τόσο πολύ έτρεχε το αίμα, ακατάσχετο, που τελικά πέθανε εκεί. Και πήγαν μετά τα σκυλιά και τα γουρούνια και έγλυφαν εκεί το αίμα του Αχαάβ!40

«Εσένα, λέει στην Ιεζάβελ, εσένα... εσένα... θα σε ποδοπατήσουν τα άλογα και θα σε λιανίσουν, και θα σε φάνε τα σκυλιά!...» Έτσι κι έγινε, αγαπητοί μου. Την πέταξαν από το παράθυρο του παλατιού κάτω στην αυλή. Πραγματικά, εκείνοι που ξεκλήρισαν την οικογένεια του Αχαάβ -άλλαξε η κυβέρνηση, να μην πολυλογώ- την πέταξαν από το παράθυρο, τα άλογα την ποδοπάτησαν, και σε λίγο πήγαν τα σκυλιά και την έφαγαν! Και λένε για μια στιγμή εκείνοι που μπήκαν μες στο παλάτι: «Για να πάμε να δούμε, τί έγινε αυτή;». Και πάνε κάτω και βλέπουνε μόνο γδαρμένα κόκκαλα... Την είχαν φάει τα σκυλιά!41

Ελέγχει λοιπόν φοβερά ο Προφήτης. 
Έτσι θα ελέγξει και τον Αντίχριστο.
Αν για τους απίστους θα είναι φοβερός, 
τότε για τους δικαίους θα είναι μια αληθινή ευλογία.
Αλλά και για τους απίστους θα είναι φοβερός ο Προφήτης.

Μας λέει το βιβλίο της Αποκαλύψεως ότι όταν ο Αντίχριστος θα τον συλλάβει μαζί με τον άλλο Προφήτη, τον Ενώχ, και θα τους κρεμάσει, θα τους φονεύσει, τότε τόσο θα χαρούν οι άνθρωποι -ακούστε. θα χαρούν!- ώστε θα ανταλλάξουν δώρα μεταξύ τους, γιατί επιτέλους απαλλάχτηκαν από έναν κήρυκα που τους βασάνιζε με τα λόγια του...42 Οι αμαρτωλοί λοιπόν άνθρωποι θα χαρούν. Αλλά θα σταθή όμως φοβερός, γιατί σε τρεισήμισι μέρες θα δουν τον προφήτη Ηλία να ανασταίνεται από τους νεκρούς και να ανεβαίνει στον ουρανό, και τότε θα τους πιάσει φόβος και τρόμος!43

Αλλά εάν για τους απίστους ο Ηλίας θα είναι φοβερός, για τους δικαίους θα είναι μια αληθινή ευλογία. Γι' αυτό και ο ύμνος των Πατέρων στο βιβλίο της Σοφίας Σειράχ, στο 48ο κεφάλαιο, στην Παλαιά Διαθήκη, που αναφέρεται στον προφήτη Ηλία, τελειώνει ως εξής: «μακάριοι οι ιδόντες σε και οι εν αγαπήσει κεκοσμημένοι, και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα»44, ευτυχισμένοι αυτοί που θα σε δουν, ή που σε βλέπουν, αυτοί που ζουν στολισμένοι με αρετές, κι εμείς θα ζήσουμε και θα σε δούμε. Ο Σειράχ ζει περίπου εξακόσια χρόνια μετά τον Προφήτη. Λέει «θα σε δούμε»!

Τη χαρά και την ελπίδα που σκορπούσε ο προφήτης Ηλίας στους δικαίους της εποχής του θα σκορπίσει και στους δικαίους των εσχάτων αλλά και σ' όλους που θα αναστηθούν.

Αγαπητοί μου, τον προφήτη Ηλία τον είδαν με χαρά και ελπίδα πρώτα-πρώτα εκείνοι οι εφτά χιλιάδες άνδρες στην εποχή του, όταν ήταν κρυμμένοι και δεν φανέρωναν την πίστη τους στον αληθινό Θεό, τότε που ο Προφήτης με παράπονο έφθασε να πει στον Θεό: «Κύριε, μόνος εγώ έμεινα να Σε λατρεύω. Όλοι οι άλλοι προσκύνησαν τα είδωλα!». «Όχι, Ηλία, ήταν η ελπίδα τους ο Προφήτης! εφτά χιλιάδες άνδρες δεν προσκύνησαν τον Βάαλ.» Αυτοί οι εφτά χιλιάδες άνδρες, άμα έβλεπαν τον Προφήτη να ελέγχει τον Αχαάβ, χαίρονταν. Χαίρονταν.

Αλλά θα τον δουν με χαρά και ελπίδα και οι δίκαιοι των εσχάτων. Όταν θα κηρύσσει στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι ευσεβείς, οι δίκαιοι, θα πουν: «Ήλθε ο Ηλίας. Ήλθε ο Ηλίας! Ελέγχει τον Αντίχριστο. Ήλθε ο Ηλίας!... Τα βάσανά μας τελειώνουν! Έρχεται ο Χριστός!...». Θα είναι λοιπόν και η ελπίδα των δικαίων των εσχάτων.

Θα τον δουν ακόμη και όλοι οι δίκαιοι που κατά τη δευτέρα Παρουσία θα αναστηθούν «και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα», όπως τον είδαν και οι τρεις Μαθητές στο Θαβώρ, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. γιατί κι εμείς θα ζήσουμε, όπως έγραφε ο συγγραφέας της Σοφίας Σειράχ το 200 π.Χ.

Αγαπητοί μου, αυτή είναι με λίγα λόγια η θαυμαστή προσωπικότητα του αγίου προφήτου Ηλιού. Κι εμείς, τελειώνοντας, τί άλλο θα μπορούσαμε να πούμε; 
Ω άγιε του Θεού Προφήτα, ένδοξε Ηλία, πρέσβευε υπέρ ημών!...

20-7-1986
1. Βλ. Γ' Βασ. 18,17-40.
2. Βλ. Γ' Βασ. 19, 8-18. Σοφ. Σειρ. 48, 7.
3. Βλ. Ματθ. 17, 3. Μάρκ. 9, 4. Λουκ. 9, 30.
4. Πράξ. 17, 26.
5. Βλ. Δευτ. 32,15. Ησ. 5, 7. 44, 2.
6. Γ' Βασ. 17,1.
7. Βλ. Γέν. 15, 14. 23, 18. Έξοδ. 23, 18-33. 34, 24. Λευϊτ. 26, 42-46. Δευτ. 2,10-25. 4, 27. Ιησ. Ναυή 23, 9. κ.α.
8. Γέν. 15,13-16.
9. Βλ. Έξοδ. 12,40.
10. Δευτ. 31,1-23.
11. Ησ. 9, 11-12. 13, 1-22. 14, 22-23. Ιεζ. 32, 1-16. Ιερ. 31, 1-44. κ.α.
12. Βλ. Δαν. 8, 3-8.
13. Ησ. 3,16-26.
14. Γ' Βασ. 17, 3-4.
15. Ησ. 26, 20.
16. Βλ. Μαλ. 4,4-5.
17. Βλ. Δ' Βασ. 2,1.
18. Αποκ. 11,3-7.
19. Βλ. Αποκ. 11, 8.
20. Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Περί Αντιχρίστου, Δ' 99,44. Πρβλ. Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Λόγος εις την όρασιν του Δανιήλ, 37.32-38.11: «...αποστέλλει εν συντόμως τους ιδίους αυτού θεράποντας, τον τε Ενώχ και Ηλίαν, εις έλεγχον αυτού του αντικειμένου ενώπιον πάντων εθνών... ορών ουν ο εχθρός εαυτόν υπ' αυτών δεινώς ελεγχόμενον και υπό πάντων καταφρονούμενον, θυμώ και οργή ανελεί τους αγίους». Άγ. Ιππό­λυτος Ρώμης, Λόγος περί της συντελείας του κόσμου, 21.28-30: «...καθώς φησι και τούτο Δανιήλ, προεωρακώς ότι το θηρίον το αναβαίνον εκ της αβύσσου ποιήσει μετ' αυτών πόλεμον, ήγουν μετά Ενώχ και Ηλία, και νικήσει αυτούς και αποκτενεί αυτούς διά το μη θέλειν αυτούς δόξαν δούναι τω διαβόλω».
21. Βλ. Αποκ. 10, 9. 11.17,15 κ.α.
22. Βλ. Δαν. 3,4. 8· 31. 5,19. 6, 25 κ.α.
23. Πρβλ. Ησ. 26,20. Εβρ. 10, 37.
24. Βλ. Γ' Βασ. 21, 35. Δ' Βασ. 2, 3. 5. 7. 15. 4, 1. 38. 5,22. 6,1.
25. Βλ. Δευτ. 32,11. Έξοδ. 19, 4. Παρ. Σολ. 23, 5. Ιερ. 29, 22. Ιεζ. 17, 3· 7. κ.α.
26. Μάρκ. 1, 3. Πρβλ. Ματθ. 3, 3. Λουκ. 3,4. Ιωάν. 1, 23.
27. Αποκ. 12,15.
28. Βλ. Ματθ. 24, 24. Μάρκ. 13,22 κ.α.
29. Βλ. Ησ. 10, 22. Ρωμ. 9, 27.11, 5.
30. Αποκ. 11,1-2.
31. Αποκ. 12,16.
32. Βλ. Έξοδ. 14, 21-29.
33. Ιων. 4, 1-6.
34. Αποκ. 12,17.
35. Γ' Βασ. 17, 6.
36. Βλ. Γέν. 8, 6-7 κ.α.
37. Αποκ. 12,14.
38. Βλ. Έξοδ. 16, 35
39. Βλ. Έξοδ. 16, 2-14.
40. Βλ. Γ' Βασ. 20,19. 22, 30-38.
41. Βλ. Γ' Βασ. 20, 23. Δ' Βασ. 9,1-37.
42. Βλ. Αποκ. 11,10.
43. Βλ. Αποκ. 11,11-13.
44. Σ. Σειρ. 48, 11.
45. Γ' Βασ. 19, 14-18. Πρβλ. Ρωμ. 11, 3-4
46. Βλ. Ματθ. 17, 1-6. Μάρκ. 8, 2-9

† Π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ