.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πνευματικές Νουθεσίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πνευματικές Νουθεσίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Την αγάπην σου την πρώτην αφήκας»!



Ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἐφέσου ἔρριξε τὸ βάρος τῆς Ἐκκλησίας του, ποῦ λέτε; Εἰς τὸ σημεῖον ποὺ σημειώνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅτι «οὐ δύνει βαστᾶσαι κακούς καὶ ἐβάστασας διὰ τὸ ὄνομά μου καὶ οὐκ ἐκοπίακας». Δηλαδή, δὲν μπόρεσες νὰ ἀντέξεις τοὺς κακούς, καὶ ἰδιαιτέρως τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἐκράτησες τὸ ὄνομά μου καὶ δὲν ἀπόκαμες. Δηλαδή, τὸ βάρος τοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου ἔπεσε ἐπάνω εἰς τὸ θέμα τῶν αἱρετικῶν, δηλαδὴ στὸν ἀγώνα τὸν ἀντιαιρετικὸν καὶ παρημελήθη ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν.
Ἔχετε προσέξει, ἀγαπητοί, ὅτι πάρα πολλὲς φορὲς συμβαίνει στὴν Ἐκκλησία μας αὐτό; 
Λίγο νὰ ρίξετε μιὰ ματιὰ γύρω σας θὰ τὸ δεῖτε αὐτὸ τὸ σημεῖο· ὅτι δηλαδή, ρίχνουμε τὴν προσπάθειά μας ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, πολὺν ἀγώνα, ἀλλὰ ἔχουμε παραμελήσει κάποια ἄλλα πράγματα. Γι' αὐτὸ πολλὲς φορὲς θὰ δεῖτε πιστοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται πάρα πολὺ ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, ἡ δική τους ὅμως ἡ ζωὴ εἶναι ἀμελημένη.
Καὶ φοβᾶμαι μήπως καὶ ἐδῶ, ἀνάμεσά μας, βρισκόμεθα ἄνθρωποι, ποὺ ἀγωνιζόμεθα ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἐναντίον τῆς αἱρέσεως, ἐναντίον τῆς κακοδοξίας, παρὰ ταῦτα, ὅμως, δὲν ἔχουμε ἐμεῖς ἐπιμελημένη ζωή. Ἐγὼ τὸ ἔχω προσέξει αὐτὸ σὲ πάρα πολλοὺς πιστούς μας, (γι' αὐτὸ) ἄς λάβουμε τὰ μέτρα μας ἰδιαιτέρως. Ἔρχεσθε νὰ μοῦ ἀναγγείλετε μιὰ προσπάθειά σας, ἐναντίον τῶν κακοδόξων, ἀλλ' ἡ ἰδία ἡ δική σας ἡ ζωὴ δὲν εἶναι προσεγμένη. Ὑπάρχει μία ἐπιπολαιότης.
Δηλαδή, πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ ἀγάπη, διὰ τὴν ὁποίαν ὁ Κύριος ὁμιλεῖ, ὅτι ἐγκατελήφθη, "δὲν ἔχεις τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην", λέγει, δὲν νοεῖται ὡς ἐξαντλουμένη εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν ὀρθοπραξίαν. Δὲν πρέπει νὰ λέμε μόνο, θὰ κυνηγάω τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ πῶς ἐγὼ ἰδιαιτέρως ζῶ. Ἐδῶ δηλαδή, πρέπει ὑπάρχει αὐτὸ ποὺ ἔλειπε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπον καὶ τὴν Ἐκκλησίαν στὴν Ἔφεσον, αὐτὴ ἡ ἰδιαιτέρα ἀγαπητικὴ ἀνάβασις τῆς καρδίας πρὸς τὸν Θεόν.
Γι' αὐτὸ πολλὲς φορὲς παρατηρεῖται, ἄνθρωποι μιᾶς δραστηριότητος, νὰ μὴν ἔχουν αὐτὲς τὶς πνευματικὲς ἀναβάσεις. Καὶ ἀντιστρόφως· ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν μίαν πνευματικὴν ἀνάβασιν τῆς καρδίας, νὰ μὴν ἔχουν μίαν δραστηριότητα.
Ὁ Κύριος τὸ ἐλέγχει καὶ τὸ ἕνα, καὶ τὸ ἄλλο. Θὰ δοῦμε σὲ ἄλλη ἐπιστολή, νὰ ἐλέγχει ἀκριβῶς, γιατὶ ἀφέθηκαν αἱρετικοί· πρέπει καὶ τὸ ἕνα, καὶ τὸ ἄλλο. Δὲν θὰ πρέπει νὰ ρίξουμε στὸν ἕνα τομέα μόνον τὸ βάρος, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ δοῦμε ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ νὰ ποῦμε: Θὰ δουλέψω ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, δὲν θὰ ἀμελήσω ὅμως τὸν δικό μου πνευματικὸν καταρτισμόν.
Δὲν μπορῶ νὰ ἐξασφαλιστῶ καὶ νὰ λέγω ὅτι, ἀφοῦ πολεμάω τοὺς αἱρετικούς, αὐτὸ εἶναι ἕνα δεῖγμα ὅτι πηγαίνω καλά. Ποιός σᾶς τὸ εἶπε, ἀγαπητοί μου, ὅτι πηγαίνουμε καλά; 
Νομίζετε ὅτι μὲ τὸ νὰ ὁμολογοῦμε Ὀρθοδοξίαν αὐτὸ σημαίνει καὶ σωτηρία; 
Καὶ ἡ Ὀρθοπραξία ποῦ πηγαίνει;

Όταν ο νους σου έχει πάει σε οτιδήποτε άλλο πέρα από την προσευχή

«Πάλευε συνεχώς να συγκεντρώνεις τον νου σου που σκορπίζεται σε ρεμβασμούς. Ο Θεός δεν ζητεί από τους υποτακτικούς του Κοινοβίου (όπως από τους ησυχαστές) προσευχή αρρέμβαστη. Γι’ αυτό να μην αθυμείς, επειδή κλέπτεται ο νους σου. Αντίθετα να ευθυμείς που πάντοτε τον επαναφέρεις. Άλλωστε μόνο στους αγγέλους παρατηρείται το «άσυλον», το να μην κλέπτεται δηλαδή ο νους τους» (λόγ. δ΄, 88).

Παραπονιέσαι συχνά ότι είτε στις ακολουθίες του ναού είτε και στην προσωπική σου προσευχή το μυαλό σου φεύγει. Φαίνεσαι προσηλωμένος, μπορεί και να κρατάς στα χέρια σου βιβλίο προσευχών που να τις ψελλίζεις μάλιστα, και όμως με πόνο διαπιστώνεις ότι πολλές φορές μόνο το σώμα σου είναι εκεί. Ο νους σου έχει πάει σε οτιδήποτε άλλο πέρα από την προσευχή: σε εργασίες ανολοκλήρωτες, σε προβλήματα οικογενειακά, σε κάτι προσωπικό που σε ταλαιπωρεί, στη συμπεριφορά και την ενδυμασία κάποιου ακόμη και μέσα στον ναό. Και θορυβείσαι, και μελαγχολείς κι ίσως και απελπίζεσαι. Γιατί υπάρχουν φορές που έχεις συλλάβει τον εαυτό σου να σκέπτεται ακόμη και αμαρτίες.

Ο άγιος Ιωάννης σε παρηγορεί και σε στηρίζει φιλάνθρωπα. Δεν συμβαίνει μόνο σε σένα ο ρεμβασμός αυτός, το κλέψιμο του νου. Η εμπειρία και ο φωτισμός του τού έχουν δείξει ότι όχι μόνο και στους καλόγερους συμβαίνει ο διασκορπισμός του νου, αλλά και στους μεγάλους και προχωρημένους στην αγιότητα. Στους ίδιους τους αγίους. Σπάνια, αν μη ποτέ, θα υπάρξει άνθρωπος που θα έχει προσηλωμένο τον νου του στον Κύριο εκατό τοις εκατό, ακόμη και την ώρα της προσευχής. Κάποιος λογισμός, ίσως και καλός, θα κλέψει τη διάνοιά του και θα τον αποπροσανατολίσει. Και σου λέει: «μόνο στους αγγέλους παρατηρείται το άσυλο».
Μην επαναπαυτείς όμως με τη διαπίστωση αυτή. Ο ρεμβασμός αποκαλύπτει πόσο δρόμο έχουμε ακόμη μπροστά μας. Πόσο ελλειμματικοί στην πνευματική ζωή είμαστε. 
Γι’ αυτό και αφενός πάλευε να επαναφέρεις τον νου σου στα λόγια της προσευχής κάθε φορά που χάνεται: είναι ο καθημερινός πνευματικός σου αγώνας. Και αφετέρου, να χαίρεσαι, να ευθυμείς, γιατί ακριβώς κάνοντας τον αγώνα αυτόν χαίρεται ο Κύριος και Θεός σου. Μη ξεχνάς: άγιος τελικά δεν είναι ο (ανύπαρκτος ανθρωπίνως) αναμάρτητος, αλλά ο αγωνιστής. Δεν χρειάζεται λοιπόν στενοχώρια, εκεί που υπάρχει εσωτερική πάλη και χαρά του Θεού. Κι ακόμη: γνώριζε ότι με τον αγώνα αυτό που επισύρει τη χάρη του Θεού θα φτάσεις στο πιο χαρισματικό σημείο: να μην κλέπτεται ο νους σου σ’ έναν βαθμό και πέρα από τις ώρες της προσευχής.

Μικρές στάσεις στην Κλίμακα του Αγ.Ιωάννου του Σιναίτη

Με ποιο τρόπο νικούν οι χριστιανοί τον κόσμο



Αυτός ο κόσμος είναι πεδίο μάχης στο οποίο συνέχεια δίδεται ο αγώνας για τον Χριστό και ενάντια στο Χριστό. Εκείνοι που είναι από τον Θεό παλεύουν για τον Χριστό και νικούν εκείνους που είναι ενάντια στον Χριστό, τους νικούν με τον Χριστό-Θεό που είναι μέσα τους. Αυτός είναι στους ανθρώπινους κόσμους μας ο μόνος Νικητής της αμαρτίας, του θανάτου και του διαβόλου. 

Ο,τιδήποτε προέρχεται απ’ αυτά και εργάζεται γι’ αυτά, είτε αυτό είναι επιστήμη, ή πολιτισμός, ή θρησκεία, ή τέχνη, ή φιλοσοφία, ή κάθε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα έχει νικηθεί από τον Χριστό. Οι σκλάβοι των αντιχριστιανικών ιδεών
(και είναι πάντα του αντιχρίστου) είναι ποικίλοι και πολυάριθμοι, και μ’ όλα τα μέσα μάχονται ενάντια στον Χριστό.

Πράγματι, «ότι ουκ έστιν η πάλη προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (Εφεσ. Στ΄ 12). Η πανοπλία της πάλης μας είναι οι ευαγγελικές αρετές: 
η μακροθυμία, η αγάπη προς τους εχθρούς, η προσευχή, η νηστεία, η αλήθεια, το δίκαιο, η καλωσύνη, η πραότητα, η ταπεινοφροσύνη και άλλα (βλ. Εφεσ. Στ΄, 13-18). Παλεύοντας με τούτα τα όπλα, εμείς πάντα «υπερνικώμεν» με τη βοήθεια του Κυρίου Χριστού, ο οποίος μας αγαπά (Ρωμ. η΄, 37). Γι’ αυτό ο άγιος Θεολόγος ευαγγελίζεται: «Υμείς εκ του Θεού εστε, τεκνία, και νενικήκατε αυτούς, ότι μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο εν τω κόσμω».

π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ

"Όσοι αρνούνται τις νηστείες..."

Η επίγνωση των αμαρτημάτων



Η καλύτερη παρηγοριά για τους θλιμμένους 
είναι η επίγνωση των αμαρτημάτων τους ....

Το πρώτο σου γιατρικό, το πρώτο παυσίπονο που θα πάρεις στον καιρό των θλίψεων, ας είναι τούτος ο καλός λογισμός, που αναφέραμε και πρίν, όται για τις πολλές σου αμαρτίες σου άξιζαν χειρότερα δεινά. Και μην τολμήσεις να πεις, όπως μερικοί ανόητοι, ότι δεν έχεις κάνει κανένα κακό. Όλοι έχουμε αμαρτήσει, με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο. Όταν οι άγιοι Τρεις Παίδες μέσα στο καμίνι δόξαζαν το Θεό λέγοντας, “Ας είσαι δοξασμένος Κύριε, γιατί με ακρίβεια και δικαιοκρισία ξεσήκωσες όλα τούτα εναντίον μας, εξαιτίας των αμαρτιών μας” (Δαν., Προσ. Άζαρ.: 2, 4), τι να πούμε εμείς; Όταν ο μέγας Παύλος ομολογούσε ότι είναι ο πρώτος των αμαρτωλών (Α΄Τιμ. 1:15), δεν θα είμαστε αναίσθητοι και θρασύτατοι αν αρνηθούμε τη δική μας αμαρτωλότητα;

Όταν, λοιπόν, σε χτυπήσει μια συμφορά, αναλογίσου πόσες φορές παραβίασες τις θείες εντολές, πόσες φορές υπερηφανεύθηκες, θύμωσες, αδίκησες, έβρισες, υποκρίθηκες, συκοφάντησες ή μ΄οποιονδήποτε άλλο τρόπο έσφαλες ενώπιον του Κυρίου, από τον οποίο τόσο έχεις ευεργετηθεί, και απέναντι στους συνανθρώπους σου, τους οποίους οφείλεις ν΄αγαπάς σαν τον εαυτό σου. Και τότε θα παραδεχθείς και θα ομολογήσεις με ντροπή, ότι και αυτή και άλλη βαρύτερη παίδευση έπρεπε να σου στείλει η δικαιοκρισία του Θεού, πού, όπως δεν αφήνει αρετή αβράβευτη, έτσι δεν αφήνει και αμαρτία απαίδευτη.

Αν για έναν και μόνο υπερήφανο λογισμό τιμωρήθηκε τόσο αυστηρά ο Εωσφόρος, πού σαν άγγελος ήταν το εκλεκτότερο δημιούργημα του Πλάστη, πόσο πρέπει να τιμωρηθείς εσύ, ο άνθρωπος, πού τόσες φορές και με τόσους τρόπους έχεις υπερηφανευθεί ενώπιον Θεού και ανθρώπων; Αν για μια και μόνη παράβαση εξορίστηκε ο Αδάμ από τον παράδεισο, τι πρέπει να πάθεις εσύ, που τόσες παραβάσεις και ανομίες κάνεις καθημερινά;

Με τέτοιες και άλλες παρόμοιες σκέψεις θα παρηγορηθείς και θα καταλάβεις πώς οι θλίψεις, που δοκιμάζεις, είναι ασήμαντες μπροστά σ΄αυτές που θα σου άξιζαν, όταν μάλιστα έτσι καθαρίζεσαι και αποκτάς ελπίδα σωτηρίας. Γιατί είναι σαν να χρωστάς σε κάποιον χίλια φλουριά, κι απ΄αυτά να πληρώνεις μόνο δέκα στο δανειστή σου, που σου χαρίζει μεγαλόψυχα τα υπόλοιπα.

ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ
του μοναχού Αγαπίου Λάνδου του Κρητός

Άγιος Πορφύριος: «Το μυστικό για να σού δίνει ο Θεός αυτό που επιθυμείς»



Ο Άγιος Πορφύριος, όταν τον ρωτούσαν κάποιοι για τις επιθυμίες τους, έλεγε μεταξύ των άλλων: Μας δίδεται ο,τι επιθυμούμε, όταν δεν το ζητάμε· μας δίδεται όταν δεν το σκεφτόμαστε αλλά ζητάμε μόνο την Βασιλεία Του.

«Να ζητάμε στην προσευχή μόνο τη σωτηρία της ψυχής μας». Δεν είπε ο Κύριος: «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν;» (Ματθ. 6, 33· Λουκ. 12, 31). Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ο,τι επιθυμούμε. 
Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νού σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα...

Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωση σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δωσ’ μου τούτο, εκείνο…». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 
Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από μας για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του.
Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. 
Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

Πηγή: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ» του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ. Εκδ.: Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά.

Τι πρέπει να κάνουμε, όταν είμαστε πληγωμένοι…

Όταν βρίσκεσαι πληγωμένος, επειδή έπεσες σε κάποιο αμάρτημα λόγω αδυναμίας σου ή καμιά φορά με τη θέλησή σου μη δειλιάσεις· ούτε να ταραχθείς γι’ αυτό, αλλά αφού επιστρέψεις αμέσως στον Θεό, μίλησε έτσι: «Βλέπε, Κύριέ μου· έκανα τέτοια πράγματα, σαν τέτοιος που είμαι· ούτε ήταν δυνατό να περίμενες και τίποτε άλλο από εμένα τον τόσο κακοπροαίρετο και αδύνατο, παρά ξεπεσμό και γκρέμισμα».

Και ευχαρίστησέ τον και αγάπησέ τον περισσότερο παρά ποτέ, θαυμάζοντας την τόσο μεγάλη ευσπλαχνία του, διότι μολονότι λυπήθηκε από σένα, πάλι σου δίνει το δεξί του χέρι και σε βοηθάει, για να μη ξαναπέσεις στην αμαρτία· τελευταία, πες με μεγάλο θάρρος στη μεγάλη ευσπλαχνία του: «Εσύ, Κύριέ μου, συγχώρησέ με και μην επιτρέψεις στο εξής να ζω χωρισμένος από σένα, ούτε να απομακρυνθώ ποτέ, ούτε να σε λυπήσω πλέον»...

Και κάνοντας έτσι, μη σκεφτείς αν σε συγχώρεσε, διότι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερηφάνεια, ενόχληση του νου, χάσιμο του καιρού και απάτη του διαβόλου, χρωματισμένη με διάφορες καλές προφάσεις. Γι’ αυτό, αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο στα ελεήμονα χέρια του Θεού, ακολούθησε την άσκησή σου, σαν να μην είχες πέσει. Και αν συμβεί εξ’ αιτίας της αδυναμίας σου να αμαρτήσεις πολλές φορές την ημέρα, κάνε αυτό που σου είπα όλες τις φορές, όχι με μικρότερη ελπίδα στον Θεό. Και κατηγορώντας περισσότερο τον εαυτό σου και μισώντας την αμαρτία περισσότερο, αγωνίσου να ζεις με μεγαλύτερη προφύλαξη.

Αυτή η εκγύμναση δεν αρέσει στον διάβολο· γιατί βλέπει πως αρέσει πολύ στον Θεό, επειδή και μένει ντροπιασμένος ο αντίπαλος, βλέποντας ότι νικήθηκε από εκείνον, που αυτός είχε πριν νικήσει. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους για να μας εμποδίσει, να μην το κάνουμε. Και πολλές φορές πετυχαίνει το σκοπό του εξ’ αιτίας της αμέλειάς μας και της μικρής φροντίδας που έχουμε στον εαυτό μας.[…]

Ο τρόπος λοιπόν, για να αποκτήσεις την ειρήνη, είναι ο εξής· να ξεχάσεις τελείως την πτώση και την αμαρτία σου και να παραδοθείς στη σκέψη της μεγάλης αγαθότητας του Θεού· και ότι, αυτός μένει πολύ πρόθυμος και επιθυμεί να συγχωρέσει κάθε αμαρτία, όσο και αν είναι βαριά, προσκαλώντας τον αμαρτωλό με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορους δρόμους, για να έλθει σε συναίσθηση και να ενωθεί μαζί του σε αυτήν τη ζωή με την χάρι του· στην δε άλλη να τον αγιάσει με τη δόξα του και να τον κάνει αιώνια μακάριο. Κατόπιν, όταν έλθει η ώρα της εξομολογήσεως, την οποία σε προτρέπω να κάνεις πολύ συχνά, θυμήσου όλες σου τις αμαρτίες, και με νέο πόνο και λύπη, φανέρωσέ τες όλες στον Πνευματικό σου και κάνε με προθυμία τον κανόνα που θα σου ορίσει.

(Από τον “Αόρατο Πόλεμο” του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

(Πηγή ηλ. κειμένου: xfd.gr)

Η λύπη για τις αμαρτίες μας

Όταν γλιστρήσουμε και πέσουμε σε κάποιο αμάρτημα να μη λυπηθούμε. Να λυπηθούμε, όταν επιμένουμε σ’ αυτό το αμάρτημα˙ γιατί συμβαίνει πολλές φορές και στους τέλειους να πέσουν. Όμως, το να επιμένει ο άνθρωπος στην αμαρτία, χωρίς να ελέγχεται από τη συνείδησή του, είναι τέλεια νέκρωση της ψυχής. Η λύπη, τώρα, που νιώθουμε για τα αμαρτήματά μας, λογαριάζεται από τη χάρη του Θεού ως καθαρή εργασία. Όμως,αυτός που πέφτει για δεύτερη φορά με την πονηρή ελπίδα ότι θα μετανοήσει, χωρίς να δείχνει ίχνη πραγματικής μετάνοιας, αυτός πορεύεται ενώπιον του Θεού από το κακό στο χειρότερο, με πανουργία και δολιότητα, και του έρχεται ξαφνικά ο θάνατος, και δεν προλαβαίνει, όπως ήλπιζε, να μετανοήσει αληθινά και με ανάλογα έργα. (243-4)...

Ο Υιός του Θεού υπέμεινε σταυρό για τους αμαρτωλούς. Όλοι οι αμαρτωλοί, λοιπόν, ας πάρουμε θάρρος στη μετάνοιά μας. Γιατί αν το σχήμα μόνο της μετάνοιας του βασιλιά Αχαάβ μετέβαλε την οργή του Θεού για τις αμαρτίες του, πολύ περισσότερο θα εξιλεώσουμε το Θεό, αν η μετάνοιά μας είναι αληθινή, και δεν περιορίζεται μόνο σε καμώματα. 
Και αν το σχήμα μόνο της ταπείνωσης απομάκρυνε την οργή του Θεού από αυτόν, που η μετάνοιά του δεν ήταν αληθινή, πόσο μάλλον η δική μας, που λυπούμαστε πραγματικά για τα αμαρτήματά μας; Η βαθιά λύπη που έχουμε μέσα μας για τις αμαρτίες μας, είναι αρκετή να μας σώσει, κι ας μην καταβάλλουμε σωματικούς κόπους. (240- 1). Ο Κύριος ελεεί τον μετανοούντα.

Ζητήστε, όσοι ζείτε στην αμαρτία, να βρείτε τον Κύριο, καιπάρτε δύναμη ελπίζοντας σ’ αυτόν˙ ζητήστε τον με μετάνοια, και θα αγιασθείτε με τον αγιασμό που χαρίζει η παρουσία του, και θα καθαριστείτε από τις αμαρτίες σας. Όσοι διαπράξατε αμαρτίες, τρέξτε στον Κύριο, που έχει τη δύναμη να συγχωρεί αμαρτήματα και να παραβλέπει σφάλματα˙ διότι πήρε όρκο και είπε με το στόμα του προφήτη Ιεζεκιήλ (33, 11): «Ζω εγώ, λέει ο Κύριος˙ δε θέλω το θάνατο του αμαρτωλού, μέχρι να μετανοήσει και να ζήσει αληθινά». 
Και πάλι: «Όλη την ημέρα άπλωνα τα χέρια μου, περιμένοντας την επιστροφή του ανυπάκουου και φιλόνικου λαού» (Ησ’. 65, 2)˙ και πάλι: «Γιατί επιμένεις στην αμαρτία και πεθαίνεις, λαέ του Ισραήλ;» (Ιεζ. 33, 11), και: «Γυρίστε κοντά μου, και εγώ θα έρθω σε σας» (Μαλ. 3, 7)˙ και πάλι: «Οποιαδήποτε μέρα επιστρέψει ο αμαρτωλός, από το δρόμο που πήρε, και γυρίσει σε μένα τον Κύριο, και ζήσει σύμφωνα με τις εντολές και τη δικαιοσύνη μου, δε θα θυμηθώ τις ανομίες του, και θα ζήσει αληθινή ζωή, λέει ο Κύριος. Και ο δίκαιος εάν εγκαταλείψει τη δικαιοσύνη και αρχίσει να αμαρτάνει και να αδικεί, δε θα λάβω υπόψη μου ότι κάποτε ήταν δίκαιος, παρά θα τον κάνω να γλιστρήσει, για να μετανοήσει˙ όμως θα πεθάνει μέσα στο σκοτάδι των πονηρών του έργων, αν επιμείνει σ’ αυτά» (Ιεζ. 33, 14.15). 
Και γιατί τα είπε αυτά; Διότι ο αμαρτωλός δε θα επιμείνει στην αμαρτία του από τη στιγμή που θα επιστρέψει στον Κύριο. Αλλά και η δικαιοσύνη του δικαίου δεν πρόκειται να τον σώσει από την ημέρα που θα αμαρτήσει, αν βέβαια επιμείνει στο αμάρτημά του. Και στον Ιερεμία έτσι μίλησε ο Θεός: «Πάρε τη μεμβράνη και γράψε όσα θα σου πω: Από τα χρόνια του Ιωσία, του βασιλιά της φυλής Ιούδα, μέχρι σήμερα, όλες τις δυστυχίες που σου είπα, θα τις επιφέρω σε τούτον το λαό˙ και αυτό το λέω, για να ακούσουν οι άνθρωποι, και να φοβηθούν, και να εγκαταλείψουν τον κακό δρόμο που πήραν, και να γυρίσουν πίσω μετανοημένοι, και τότε εγώ θα πάρω από πάνω τους τις αμαρτίες που τους βαραίνουν» (Ιερ. 36, 2.3). Και η Σοφία Σολομώντος είπε: «Όποιος κρατάει κρυφή την αμαρτία του, δε θα ωφεληθεί απ’ αυτό˙ όποιος όμως ομολογεί τι αμαρτίες έκανε, και ξέκοψε απ’ αυτές, θα ελεηθεί από το Θεό» (Παρ. 28,13). Και στον Ησαΐα λέει: «Να ζητήσετε εμένα, τον Κύριο, κι αφού με βρείτε, να ζητήσετε τη βοήθειά μου˙ να έρθετε κοντά μου, και να εγκαταλείψει ο αμαρτωλός το δρόμο που πήρε, και ο άδικος τους πονηρούς λογισμούς του, και να γυρίσετε σε μένα, κι εγώ θα σας σπλαχνιστώ και θα σας ελεήσω» (Ησ’. 55, 6-9). (26-7).

(Από το βιβλίο: “Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου”. Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια, Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη, Δρος Θεολογίας, Φιλολόγου. Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”)

(Πηγή: orp.gr, Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη)

Ἅγιος Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος: "Δέν φέρνει εὐχαρίστηση ὁποιαδήποτε ἀγάπη"



Ἄν ἐπικρατοῦσε παντοῦ ἡ ἀγάπη, πόσο διαφορετικός θά ἦταν ὁ κόσμος μας! Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει, ζεῖ στή γῆ ὅπως θά ζοῦσε στόν οὐρανό, μέ ἀδιατάρακτη γαλήνη καί εὐτυχία, μέ ψυχή καθαρή ἀπό φθόνο, ζήλια, ὀργή, ὑπερηφάνεια, κακή ἐπιθυμία.. Νά ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης ἕνας ἐπίγειος ἄγγελος! Αὐτή καθεαυτή ἡ ἀγάπη πόσο ὡραία εἶναι! Μέ πόση χαρά καί εἰρήνη πλημμυρίζει τήν ψυχή, πού τήν κατέχει! Ἵσως θά μέ ρωτήσετε: Δέν φέρνει εὐχαρίστηση, ἔστω καί ἄτοπη, ὁποιαδήποτε ἀγάπη; Ὄχι. Μόνο...
ἡ γνήσια ἀγάπη φέρνει καθαρή καί ἀνόθευτη χαρά. Καί γνήσια ἀγάπη δέν εἶναι ἡ κοσμική, ἡ ἀγοραία, πού ἀποτελεῖ μᾶλλον κακία καί ἐλάττωμα, ἀλλά ἡ χριστιανική, ἡ πνευματική, ἐκείνη πού μᾶς ζητάει ὁ Παῦλος, ἐκείνη πού ἀποβλέπει στό συμφέρον τοῦ πλησίον. 
Αὐτήν τήν ἀγάπη εἶχε ὁ ἀπόστολος, πού ἔλεγε: «Ποιός ἀσθενεῖ καί δέν ἀσθενῶ κι ἐγώ; 
Ποιός ὑποκύπτει στόν πειρασμό καί δέν ὑποφέρω κι ἐγώ;» (Β΄ Κορ. 11, 29).
Τίποτα δέν παροργίζει τόσο τόν Θεό, ὅσο ἡ ἀδιαφορία μας γιά τόν πλησίον.Γιατί ἡ ἀγάπη φυσιολογικά ὁδηγεῖ στό ἐνδιαφέρον γιά τόν πλησίον.
Ἡ ἀγάπη, λοιπόν, εἶναι ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας. Αὐτόν τόν δρόμο ἄς ἀκολουθήσουμε, γιά νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια ζωή.
«Ἀγάπη, προφητείας χορηγός, Ἀγάπη, ἐλλάμψεως ἄβυσσος».

orthodoxia-ellhnismos.gr

Γίνε αστροναύτης του Θεού..!



Ο π. Παΐσιος είχε γεμίσει τη γη με αγγέλους, είχε γεμίσει τη γη με τη χάρη του Θεού.
Άναβε τενεκεδάκια και έβαζε μέσα κεράκια, ακόμα και την ώρα που κοιμότανε και άφηνε το κεράκι να καίγεται και έλεγε: "Κύριε, αυτό είναι υπέρ των ασθενών, υπέρ των ναρκομανών, αυτό είναι υπέρ υγείας των τάδε" και προσευχόταν για όλους.
Και έκανε επισκέψεις απ'το Άγιον όρος. Είχε ταξιδέψει με την προσευχή όλη τη γη. 
Είχε γίνει, λέει, αστροναύτης τ' ουρανού! Αγκάλιαζε όλη τη γη με την προσευχή του.
Κάν'το και συ αυτό, γίνε αστροναύτης του Θεού. Βγες από την έλξη της γης, τη βαρυτική αυτή δύναμη και μπες στην αγάπη του Θεού. Και αγκάλιασε, προσευχήσου για όλους, και μετά βγες…

Που είναι η πνευματική ηγεσία; «Ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας ἐπροδόθη καὶ προδίδει» «Ἀλλοίμονο σὲ κεῖνον ποὺ δὲν θὰ ἀντιδράσει στὸν Οἰκουμενισμό»!



Φιλοδοξεῖτε νὰ σωθεῖτε;


Δυὸ μικρὰ ἀποσπάσματα ὁμιλιῶν
π. Ἀθανάσιου Μυτιληναίου
(Ἐκφωνήθηκαν τὸ 1994) (*)
«Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι,
μή ποτε παραρρυῶμεν... πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα
τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;» (Ἑβρ. 2, 3).

«Σᾶς λέω τώρα τί συντελεῖ, στὸ νὰ ἀκολουθεῖ ὁ πολὺς ὁ κόσμος τὴν πλατεῖαν ὁδόν, τὴν ἐξομαλισμένη, ποὺ δὲν ὑπάρχουν πέτρες τάχα, ὅλα εἶναι ὁμαλά, ὡραῖα...

Σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση (ἐδῶ εἶναι τώρα) δὲν ὑπάρχουν πνευματικά ἀντισταθμίσματα. Πόσες φορὲς λέμε: ποῦ εἶναι ἡ πνευματικὴ ἡγεσία; Ποῦ εἶναι! Ποῦ εἶναι! Ποιά πνευματικὴ ἡγεσία; Ὅλοι εἶναι προδομένοι κι ὅλοι ἔχουν γίνει τὸ ἴδιο. 
Δὲν ὑπάρχουν πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα. Μὴ μοῦ πεῖτε, ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ προκαλέσει αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας. 
Ναί, (θὰ μποροῦσε), ἀλλὰ φρόντισαν οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀνθρωπότητος, αὐτὲς οἱ ἀντίθεες δυνάμεις, οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, νὰ ἐγκλωβίσουν κάθε προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τοῦ σκοποῦ των· νὰ καταστρέψουν τὴν ἀνθρωπότητα.

Ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Χμ! Ἐπροδόθη καὶ προδίδει. Ναί. Ἐπροδόθη καὶ προδίδει. Βλέπει κανεὶς μία κατάσταση ποὺ λυπᾶται κατάβαθα. Ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ἦσαν φύσει-θέσει οἱ ἁρμόδιοι νὰ βοηθήσουν τὸν σύγχρονον κόσμο καὶ τὴ νέα γενεά, δὲν κάνουν τίποτα, ἔξω ἀπὸ κάποιες, ἴσως, ἐξαιρέσεις. Γιατί; Ὅταν ἀκοῦτε ἐπὶ παραδείγματι τὸ τάδε στέλεχος τῆς Ἐκκλησίας..., ὅτι εἶναι μασῶνος, ὅτι εἶναι ἄνθρωπος τῆς «ντόλτσε βίτα», τῆς γλυκειᾶς ζωῆς… 
Τέτοιοι ἄνθρωποι πῶς θὰ ποδηγετήσουν τὴν ἀνθρωπότητα; Ναί, κατ’ ὄνομα εἶναι ὀρθόδοξοι, χριστιανοί, ἐπίσκοποι, εἶναι Ἐκκλησία. Ἀλλὰ ἔχουν ἐγκλωβιστεῖ. Ἔχουν δεθεῖ. 
Ἔχουν ἀπομονωθεῖ. Φρόντισαν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις νὰ τοὺς βάλουν ν’ ἀγαπᾶνε αὐτὰ τὰ πράγματα, νὰ ἐπιθυμοῦν αὐτὰ τὰ πράγματα ἤ, ἄν θέλετε καλύτερα, νὰ ἀναδεικνύουν μὲς στὴν Ἐκκλησία ἀνθρώπους ποὺ ἁλώνονται ἀπὸ τὶς ἡδονὲς καὶ τὸ χρῆμα. Αὐτοὺς προβάλλουν. 
Καὶ ἔτσι δὲν ὑπάρχουν τὰ πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα...».

«Πρέπει νὰ παίρνουμε «πολλὲς στροφές», γιὰ νὰ ἀντιλαμβανόμεθα τὴν Εὐαγγελικὴ ἀλήθεια, γιὰ νὰ ὀσφραινόμεθα τὴν πλάνη, τὴν αἵρεση, τὴν κακία καὶ τὸν δόλον... «Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν· ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε» 
(1Κορ. 14, 20)… 
Ἀγαπητοί, λέμε ὅτι πρέπει νὰ εἴμεθα ἔξυπνοι· ἔξυπνος θὰ πεῖ ξύπνιος, δὲν κοιμᾶται κανείς· θυμηθεῖτε πόσες φορὲς ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ ρῆμα «γρηγορεῖτε». Ἔτσι, ἀγαπητοί, εἶναι γραμμένο, ὅταν θὰ ‘ρθεῖ ὁ Ἀντίχριστος, πάρα πολλοὶ χριστιανοί μας –τώρα δὲν μιλᾶμε μὲ ποσοστά, ἂς ποῦμε τὸ 95%, τὸ 97% τῶν χριστιανῶν (θὰ σᾶς πῶ ἀπὸ ποῦ τὸ βγάζουμε)– θὰ προσκυνήσει τὸν Ἀντίχριστο. 
Καὶ κληρικοί, καὶ Πατριάρχες, καὶ Ἐπίσκοποι, καὶ λαός, καὶ ἐπιστήμονες καὶ σπουδαῖοι καὶ τρανοί. Γιατί; 
Γιατὶ δὲν θάχουν τὴν ἐν Χριστῷ ἐγρήγορση.

Ἀπὸ ποῦ τὸ βγάζω; Στὴν «Ἀποκάλυψη» εἶναι γραμμένο τὸ ἑξῆς. Λέει ὁ Ἄγγελος εἰς τὸν Ἰωάννην. Τοῦ δίνει ἕνα καλάμι καὶ τοῦ λέει, μέτρα. Μετράει τὸ Ναό, ποὺ ἦταν κάπου 30-33 μέτρα... Καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ Ναοῦ, λίγα μέτρα, 5-6 μέτρα, πολύ κοντά, ἦταν τὸ μεγάλο θυσιαστήριο τῶν ὁλοκαυτωμάτων. Καὶ τοῦ λέει, μέτρα τὸ Ναό, πόσες καλαμιές εἶναι. Μέτρα καὶ τὸ θυσιαστήριο. Σταμάτα. 
Τί λέει (στὴ συνέχεια); Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα –ποιά ὑπόλοιπα; ὅ,τι ἦταν πάνω εἰς τὸν λόφον Σιών, ἦταν πολλὰ κτίσματα– καὶ ὅλη ἡ πόλις Ἱερουσαλήμ, θὰ πατηθεῖ ὑπὸ τῶν Ἐθνῶν τρισήμιση χρόνια.
Ὅλοι οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι: Ἱερουσαλὴμ εἶναι εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας· πολὺ δὲ περισσότερο εἶναι ὁ λόφος Σιών· ἀκόμα δὲ περισσότερο ὁ ναὸς Σολομῶντος. Ἀλλὰ ἡ πόλις ὁλόκληρη καὶ ὅλα τὰ λοιπὰ κτίσματα τοῦ λόφου Σιὼν θὰ πατηθοῦν ὑπὸ τῶν Ἐθνῶν. Δηλαδὴ τί θὰ πεῖ αὐτό; 
Τὰ ἔθνη εἶναι οἱ μὴ χριστιανοί. Θὰ εἶναι ὁ Ἀντίχριστος ποὺ θὰ ἔχει ἐπιβάλει τὴν θέλησή του. Αὐτὸ θὰ γίνει τρισήμισυ χρόνια, ὅσο θὰ εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Ἀντιχρίστου.

Συγκριτικὰ τώρα, ...τοπογραφικὰ πάρτε το, πάρτε την πόλη, πάρτε καὶ τὸ Ναό. Εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν θὰ προσκυνήσουν τὸν Ἀντίχριστο. Αὐτὸ ἀντιπροσωπεύει ὅ,τι μετρήθηκε. Γιατί; Διότι ὅ,τι μετρᾶται, ἀνήκει στὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἀνήκει στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι δὲν μετρᾶται, δὲν ἀνήκει στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ. 
Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ Θεός: «Οὐ μὴ μνησθῶ»=δὲν θὰ σὲ θυμηθῶ, ...δὲν σὲ ἀναγνωρίζω. Πάρτε λοιπόν, συγκριτικά, τὸ ἕνα ποσὸν καὶ τὸ ἄλλο ποσόν. Ὁλόκληρη τὴν πόλη, μ’ ἕνα μικρὸ μέρος μόνο ἐπάνω στὸ λόφο Σιών. Γι’ αὐτὸ σᾶς εἶπα, ἀπὸ κεῖ, πάνω-κάτω, καταλαβαίνουμε ὅτι λίγοι θὰ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ σωθοῦν.

Μὲ τὴν καλὴ σημασία: φιλοδοξεῖτε νὰ σωθεῖτε; Ἐὰν ναί, πρέπει νάχουμε ἐγρήγορση. Καὶ τὰ λέμε αὐτά, γιατὶ δὲν ξέρουμε αὔριο τί ἔρχεται. Ὄχι ἐπὶ θύραις, ἔχει μπεῖ μέσα ὁ ἐχθρός. Δὲν λέω τὶς αἱρέσεις μόνο, δὲν λέω ...πάμπολλα. 
Ἕνα θὰ πῶ μόνο, τὸν Οἰκουμενισμό. 
Ὁ ὁποῖος Οἰκουμενισμός, φορεῖς του ἔχει αὐτὴ τὴν στιγμὴ Πατριάρχες, Ἀρχιεπισκόπους, Ἐπισκόπους κ.ο.κ. 
Τὰ ἀκούσατε; 
Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει φορεῖς του: 
Πατριάρχες, Ἀρχιεπισκόπους, Ἐπισκόπους κ.ο.κ. 
Τὸ καταλάβατε; 
Πῶς λοιπόν, θὰ παίρνει τὸ μυαλό μας στροφές, ὅταν αὔριο θὰ μᾶς ποῦν –προοδευτικὰ ἐννοεῖται, μὲ τὴ μέθοδο τοῦ σαλαμιοῦ, λίγο-λίγο– καὶ τοῦτο κι ἐκεῖνο. 
Δὲν θὰ ἀντιδράσουμε; Θὰ πιαστοῦμε στὸν ὕπνο;
Ἀλλοίμονο σὲ κεῖνον ποὺ δὲν θὰ ἀντιδράσει.

Κι ἂν εἶναι λίγοι, ἐκεῖνοι ποὺ θάχουν μείνει ὄρθιοι (δὲν ξέρω, πάντως δὲν θὰ προσκυνήσουνε, πάντως δὲν θὰ δεχθοῦν), μπορεῖ ἡ φωνή τους νὰ μὴν ἀκουστεῖ, μπορεῖ χίλια δυό, μπορεῖ νάχουμε τὸ μαρτύριο, ...ἀλλὰ δὲν θὰ ἀποδεχθοῦν, δὲν θὰ ἀποδεχθοῦν. Παρακαλῶ προσέξατέ το.
Γι’ αὐτὸ λέγει ἡ Σοφία Σειράχ, «οὐαὶ τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν ὑπομονὴν [καρδίαν] καὶ τί ποιήσουσιν ὅταν ἐπισκέπτηται ὁ Κύριος;» (Σοφία Σειρὰχ 2, 14). Τὸ κείμενον ἔχει ὑπομονήν, ἀλλὰ οἱ Πατέρες βάζουν τὴν λέξη «καρδίαν». Ἀλλοίμονο σὲ κείνους, λέει, πούχουν χάσει τὴν καρδιά τους, τὸ νοῦ τους. 
Κι ὅταν θὰ τοὺς ἐπισκεφθεῖ ὁ Κύριος, τί θὰ κάνουν;».


Ἀπομαγνητοφώνηση:
«Φιλορθόδοξος Ένωσις "Κοσμάς Φλαμιάτος"»
(*) Ἀπὸ ὁμιλίες π. Ἀθανάσιου Μυτιληναίου στὴ Σοφία Σειρὰχ μὲ ἀριθ. 172 (ἀπὸ 53:00 ἑξῆς) καὶ 173 (ἀπὸ 41:00 ἑξῆς). Διεύθυνση ἱστολογίου: http://www.pantocrator.info/gr/modules.php?name=Downloads&d_op=viewdownload&cid=41&min=170&orderby=titleA&show=10

Η Κλίμακα των Αρετών



Η ελάττωσις του κακού γεννά την αποχή από το κακό.

Η αποχή από το κακό είναι η αρχή της μετανοίας.

Η αρχή της μετανοίας είναι η αρχή της σωτηρίας.

Η αρχή της σωτηρίας είναι η καλή πρόθεσις.

Η καλή πρόθεσις γεννά τους κόπους.

Αρχή των κόπων είναι οι αρετές.

Η αρχή των αρετών είναι το άνθος της πνευματικής ζωής.

Το άνθος της αρετής είναι η αρχή της πνευματικής εργασίας.

Η πνευματική εργασία είναι τέκνο της αρετής και αυτής τέκνο η συνέχισις και συχνότης της εργασίας.

Καρπός και τέκνο της συνεχούς και επιμελούς εργασίας είναι η έξις: (η μόνιμη δηλαδή συνήθεια).

Τέκνο της έξεως είναι η ποίωσις (να γίνει δηλαδή η αρετή ένα με την ψυχή. Φυσική κατάστασίς της).

Η ποίωσις στο καλό γεννά το φόβο του Θεού.

Ο φόβος γεννά την τήρηση των εντολών - είτε των επουρανίων είτε των επιγείων.

Η τήρησις των εντολών είναι απόδειξις της αγάπης προς τον Θεόν.

Αρχή της αγάπης είναι το πλήθος της ταπεινώσεως.

Το πλήθος δε της ταπεινώσεως είναι θυγατέρα της απαθείας.

Η απόκτησις της απαθείας είναι η πληρότης της αγάπης, δηλαδή η πλήρης κατοίκησις του Θεού σε όσους έγιναν με την απάθεια «καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεό όψονται».

Η ιστορία είναι μια μακρόχρονη προεργασία τοκετού: εδώ κάτω υφαίνεται αργά το πνευματικό σώμα μας, όπως το φυσικό σώμα μέσα στον κόλπο της μητέρας.

Αντίθετα όμως απ' ο,τι το παιδί μέσα στο μητρικό κόλπο, ο άνθρωπος στην πορεία του για τον εξαγνισμό, δέχεται πολλές αποκαλύψεις, για τη ζωή στην οποία πρόκειται να γεννηθεί.

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας

ΠΕΡΙ ΑΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ




Αγνωμοσύνη είναι η λησμοσύνη τής ευεργεσίας που έγινε και η έλλειψη κάθε φιλικού αισθήματος προς τον ευεργέτη. 

Αχαριστία είναι η απροθυμία να ανταποδώσει κανείς τη χάρη που έλαβε.

Ο αγνώμων έχει αναίσθητη ψυχή, γιατί είναι αναίσθητος στην ευεργεσία που δέχτηκε. 

Ο αγνώμων έχει ασυμπαθή καρδιά, γιατί καμιά συμπάθεια δεν γεννιέται για τον ευεργέτη, ούτε αναπτύσσεται κανένα συναίσθημα αγάπης προς αυτόν. 
Η καρδιά του είναι άδεια από αγάπη.

Ο αγνώμων δεν αγαπάει ούτε τον Θεό που τον γέμισε με αγαθά ικανοποιώντας τις επιθυμίες του. Γιατί αφού τον ευεργέτη του που βλέπει δεν αγαπάει, πώς θα μπορούσε να αγαπάει τον Θεό που δεν βλέπει;

Ο αγνώμων έχει διεστραμμένο μυαλό, γιατί πείθει τον εαυτό του με παραλογισμούς, ότι δεν οφείλει καμιά χάρη στον ευεργέτη του και καμιά ευγνωμοσύνη. 

Του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης

«Όποιος φυλάττει τις Εντολές, ευρίσκει μέσα τους τον Θεό»

Οι εντολές του Θεού είναι ανώτερες από όλους τους θησαυρούς του κόσμου


Σταχυολογούμε κάποιες από τις σκέψεις του Αββά Ισαάκ του Σύρου, που καλό θα είναι να μας προβληματίσουν όλους και να γίνουν αιτία να δούμε πιο πνευματικά τα πράγματα της ζωής μας.

– Οι εντολές του Θεού είναι ανώτερες από όλους τους θησαυρούς του κόσμου και όποιος τις φυλάττει, ευρίσκει μέσα τους τον Θεό.

– Στους ανθρώπους είναι βδελυκτή η πτωχεία, στον Θεό όμως είναι πολύ περισσότερο βδελυκτή η υπερήφανη ψυχή και ο υψηλόφρων και επηρμένος νους. 
Στους ανθρώπους τιμάται ο πλούτος, από τον Θεό όμως τιμάται η ταπεινωμένη ψυχή!

– Απόκτησε την γλυκύτητα των χειλέων κατά τους λόγους σου καιόλους τους ανθρώπους θα τους έχεις φίλους.

– Αγάπησε τους αμαρτωλούς, μίσησε όμως τα έργα τους και μην τους καταφρονήσεις για τα ελαττώματα τους, μη τυχόν και εσύ πειρασθείς με παρόμοια κακά.

– Η συνεχής μελέτη των Αγίων Γραφών γεμίζει την ψυχή με τον ακατάληπτο θαυμασμό και την θεία ευφροσύνη.

– Καθώς η σκιά ακολουθεί το σώμα έτσι και το έλεος ακολουθεί την ταπεινοφροσύνη.

– Αν θέλεις να δώσεις στους πτωχούς δώσε από τα δικά σου, αν όμως θελήσεις να δώσεις από τα ξένα γνώριζε ότι αυτή η ελεημοσύνη είναι πικρότερη από τα ζιζάνια.

– Να μην ξεχωρίζεις τον πλούσιο από τον φτωχό και να μην θέλεις να μάθεις τον άξιο από τον ανάξιο, αλλά να είναι για σένα όλοι οι άνθρωποι ίσοι στο αγαθό.

– Δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη παρά μόνο η αμετανόητη.

– Οι Άγιοι δεν έχουν καιρό αργίας διότι είναι απασχολημένοι με τα πνευματικά.

– Ο ελεήμων είναι ιατρός της ψυχής του, διότι διώχνει από μέσα του το σκοτάδι των παθών όπως συμβαίνει με τον δυνατό άνεμο.

– Ο επαινούμενος δικαίως, δεν ζημιώνεται αλλά αν του φανεί γλυκύς ο έπαινος, είναι εργάτης άμισθος.

– Τα πάθη ξερριζώνονται και φυγαδεύονται με την αδιάλειπτη μελέτη του Θεού, και αυτό είναι το ξίφος που τα φονεύει.

– Δίψασε για τον Χριστό για να σε μεθύσει με την αγάπη Του.

– Η προσευχή του ταπεινού πάει κατευθείαν από το στόμα στα αυτιά του Θεού.

– Ο ασθενής στη ψυχή που διορθώνει τους άλλους είναι σαν τον τυφλό που δείχνει τον δρόμο σε άλλους.

– Η μετάνοια είναι το πλοίο, ο φόβος του Θεού ο κυβερνήτης και η αγάπη Του το θείο λιμάνι.

– Η αγία οδός του Θεού και ο θεμέλιος κάθε αρετής είναι η νηστεία και η αγρυπνία μαζί με την εγρήγορση στην προσευχή.

– Η ησυχίανεκρώνει τις εξωτερικές αισθήσειςκαι διεγείρει τις εσωτερικές κινήσεις, ενώ η συναναστροφή με τα εξωτερικά, ενεργεί τα αντίθετα τούτων, δηλαδήδιεγείρει τις εξωτερικές αισθήσεις και νεκρώνει τις εσωτερικές κινήσεις.

– Μη φοβηθείς τους πειρασμούς διότι δι΄ αυτών βρίσκεις τα πολύτιμα αγαθά. Προσευχήσου να μην εισέλθεις στους ψυχικούς πειρασμούς αλλά για σωματικούς να ετοιμάζεσαι με όλη την δύναμη σου, διότι χωρίς αυτούς δεν μπορείς να πλησιάσεις τον Θεό, μέσα τους είναι αποτεθειμένη η θεία ανάπαυση. Όποιος αποφεύγει τους πειρασμούς των θλίψεων και όχι των επιθυμιών, αποφεύγει την αρετή.

– Από την πολυλογία συγχύζεται και ο πιο λογικός νους.

Τελικά σήμερα που όλοι οι άνθρωποι είναι πολυάσχολοι και δεν έχουν χρόνο για να μελετήσουν και να διαβάσουν πνευματικά βιβλία, αντίθετα έχουν χρόνο να περνούν ατέλειωτες ώρες στην Τηλεόραση σε ανούσιες συζητήσεις και κουραστικές φλυαρίες σκέφτομαι και ερωτώ τον καθένα από εσάς; Μήπως είναι καιρός να περνάμε λίγο πιο πνευματικά τον χρόνο μας;

Η λύπη κατά τούς Πατέρες

Ἡ Λύπη στήν εὑρύτερη σκέψη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας

Ἡ φύση τῆς λύπης

Ἡ λύπη, κατά τούς ἁγίους Πατέρες, εἶναι δύναμη τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἐνυπάρχει στή φύση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει χαρακτηριστκά ὅτι τή λύπη τήν ἔβαλε ὁ Θεός στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε, χρησιμοποιώντας την κανείς σωστά, νά λάβει μεγάλο κέρδος.
Σέ ἕνα ἄλλο ἐπίσης σημεῖο ὁ ἴδιος Πατέρας συμπληρώνει, λέγοντας ὅτι, ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά ἐπιδείξει πολλή ἀνδρεία, ὥστε νά ἀντιμετωπίσει αὐτή τή δύναμη τῆς ψυχῆς μέ γενναιότητα καί νά καρπωθεῖ τό χρήσιμο στοιχεῖο πού αὐτό ἐνέχει, ἀπορρίπτοντας ὅ,τι περιττό. Ὡς χρήσιμο θεωρεῖ τό νά λυπᾶται κανείς ὅταν ὁ ἴδιος ἤ κάποιος ἄλλος ἄνθρωπος ἔχει πέσει σέ ἁμαρτίες· ἐνῶ ὡς ἄχρηστο θεωρεῖ τό νά διακατέχεται ἡ ψυχή ἀπό τό πάθος τῆς λύπης, ἐξαιτίας διαφόρων ἀντίξοων καταστάσεων καί πειρασμῶν τῆς παρούσας ζωῆς.
Στό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπίπεδο σκέψεως κινοῦνται ὅλοι οἱ νηπτικοί Πατέρες ἐπισημαίνοντας ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά λυπᾶται κανείς γιά τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλά μόνο γιά ἐκεῖνα πού γίνονται ἀντίθετα πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τά εἴδη τῆς λύπης

Ἡ φυσική ὅμως αὐτή δύναμη τῆς ψυχῆς, μετά τήν πτώση τοῦ Προπάτορα, διαστράφηκε. 
Ἡ λύπη ἀπό δύναμη τῆς ψυχῆς ἔγινε «τυραννίς», πάθος δριμύ πού συνακολούθησε τόν ἐκπεσόντα σέ ὅλες τίς φάσεις τῆς μετέπειτα ζωῆς αὐτοῦ τοῦ ἴδιου, ἀλλά καί τῶν ἀπογόνων του.
Ἡ λύπη, ὡς δύναμη τῆς ψυχῆς, δέν εἶναι, ἀσφαλῶς, διαφορετικῆς φύσεως ἀπό τήν ἐκφυλισμένη μορφή της, δηλαδή ἀπό τη λύπη-πάθος, ὅπως αὐτή βιώνεται ἀπό τό μεταπτωτικό ἄνθρωπο. Ἀλλά τά δύο αὐτά εἴδη διαφέρουν, κατά τούς Πατέρες, ὡς πρός τό στόχο στόν ὁποῖο ἐπικεντρώνονται καί ὡς πρός τόν σκοπό τόν ὁποῖο ἐξυπηρετοῦν.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής διακρίνει τή λύπη σέ δύο εἴδη:
α) Αὐτή πού ἀφορᾶ στίς αἰσθήσεις, τῆς ὁποίας αἰτία εἶναι ἡ στέρηση τῶν ἡδονῶν καί,
β) Αὐτή πού ἔχει ἐπιπτώσεις στό νοῦ, τῆς ὁποίας γεννήτορας καί τροφός εἶναι ἡ στέρηση τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν.
Ὁ ἅγιος Πατέρας σημειώνει μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση, λέγοντας ὅτι τά θλιβερά συμβάντα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀνάλογα τῶν 
λογισμῶν καί τήν ἐν γένει πολιτεία του. Καί, ἄν αὐτά ἀξιοιποιηθοῦν σύμφωνα μέ τίς Εὐαγγελικές ἐντολές, μέ μετάνοια δηλαδή καί προσευχή, αὐτά λειτουργοῦν θεραπευτικά καί ἐλευθερώνουν ἀπό τά πάθη τήν ψυχή του. Ἄν πάλι δέν δεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τίς διάφορες θλίψεις ὡς φάρμακα πνευματικά καί ἀδιαφορήσει –πολύ περισσότερο, ἄν θεωρήσει ὡς αἴτιους τῶν κακῶν τούς συνανθρώπους του ἤ καί τόν ἴδιο τόν Θεό καί παραμείνει ἀναπηρέαστος καί ἀθεράπευτος ἀπό τό καυστικό καί ἰαματικό φάρμακο τῶν θλίψεων– τότε δίκαια χάνει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί παραδίδεται στή σύγχυση τῶν παθῶν καί ἐνδίδει στή δαιμονική ἐπιρροή. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μᾶς συστήνουν τήν ὑπομονή καί τήν προσευχή, ὡς τόν ἐπιτυχέστερο τρόπο καί ὡς τή μόνη θεάρεστη ὁδό γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν ἑκάστοτε πειρασμῶν καί τῶν θλίψεων.
Ὁ ἀββάς Κασσιανός, καταγράφοντας τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς κάθε μορφῆς λύπης, λέει ὅτι ἡ λύπη-πάθος εἶναι ὀξεία, ἀνυπόμονη, δύσκολη στήν ἀντιμετώπιση, γεμάτη μνησικακία, πικρία, καί συχνά, ἀπελπισία. Αὐτή παραλύει τή δύναμη τοῦ ἀνθρώπου γιά ζωή καί δράση καί τοῦ κρύβει τήν ἐλπίδα. Κι αὐτό γιατί αὐτή τοῦ ἐμπνέει τήν ἐγωκεντρική ἀντίδραση καί ἐν πολλοῖς τόν παραλογισμό. Ἀντίθετα, «ἡ κατά Θεόν» λύπη, ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικά ὁ ἀπόστολος Παῦλος «φέρνει τόν ἄνθρωπο σέ μετάνοια καί τοῦ ἐξασφαλίζει τήν αἰώνια σωτηρία».
Ἡ σωτήρια αὐτή λύπη εἶναι ἐπιπλέον ὑπάκουη, εὐγενική, ταπεινή, πραεῖα καί ὑπομονετική. Κι αὐτό, γιατί ἡ κατά Θεόν λύπη πηγάζει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί εἶναι δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ «κατά Θεόν» λύπη, εἶναι εὐλογημένη ἐπιδίωξη κάθε πιστοῦ καί ἐργαλεῖο πρόσφορο γιά τήν ἄσκηση καί τήν πνευματική προκοπή του. Παρόλα αὐτά, αὐτή ἡ μορφή τῆς λύπης πρέπει νά λειτουργεῖ ὡς πένθος, ὄχι γιά συγκεκριμένα ἁμαρτήματα, ἀλλά ὡς αἴσθηση τῆς διακοπῆς τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, πράγμα πού τόν καθιστᾶ «κατάχρεον» ἐνώπιόν Του.
Οἱ Πατέρες μάλιστα θεωροῦν ὅτι, ἐκτός ἀπό τήν «κατά Θεόν», εὐλογημένη λύπη καί τήν ἄλλη, τή διεστραμμένη καί ἐμπαθή μορφή της, ὑπάρχει καί ἓνα τρίτο εἶδος λύπης, τήν ὁποία χαρακτηρίζουν ὡς ἀναιτιολόγητη ἤ καλύτερα ὡς ἀνοημάτιστη σπατάλη δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Αὐτό τό εἶδος τῆς λύπης τό ἀνάγουν στό ἐπίπεδο τῆς ζηλόφθονης δαιμονικῆς παρέμβασης στό ἔργο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἀναιτιολόγητη λύπη συχνά ὑποθάλπει, κατά τή γνώμη τῶν Πατέρων, δαιμονική παρέμβαση ἤ ἀκόμα καί κυριαρχία. Ὁ δαίμονας δηλαδή ἔχει –ὄχι βέβαια πάντα, ἀλλά τουλάχιστον περιπτωσιακά καί ἐν μέρει– τήν εὐθύνη τῆς ὕπαρξης καί τῆς λειτουργίας τοῦ πάθους τῆς λύπης. Θεωροῦν μάλιστα τήν ὕπαρξη τῆς λύπης, σέ ὅλες τίς μορφές καί τίς ἐκφάνσεις της, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἄμεσης ἤ ἔμμεσης δαιμονικῆς ἐνέργειας.
Τό πάθος τῆς λύπης, ἐν τέλει, εἶναι ἀπό τά βασικότερα ὅπλα τοῦ δαίμονα ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου καί συχνά ἡ ὕπαρξή της εἶναι ἐνδεικτικό στοιχεῖο τῆς δικῆς του ἐνέργειας, ἡ ὁποία συντελεῖ τόσο στή γέννηση, ὅσο καί στήν ἀνάπτυξη καί τή μόνιμη ἐγκατάστασή της στήν ψυχή.
Δέν εἶναι ὅμως ἀπολύτως ὑπεύθυνος ὁ Πονηρός γιά τίς ἐπιπτώσεις πού θά ἔχουν στόν ἄνθρωπο τά βέλη πού ἐξαπολύει ἐναντίον του. Ἀλλά συχνά, συμβαίνει νά προϋπάρχει, τῆς δαιμονικῆς ἐπέμβασης στήν ψυχή, ἡ λύπη. Αὐτό λοιπόν πού κάνει τότε ὁ δαίμονας εἶναι νά ἐκμεταλλεύεται τήν ὑπάρχουσα ἀνειρήνευτη κατάσταση τῆς ψυχῆς καί μάλιστα, μέ τέτοιο δόλιο τρόπο, ὥστε ἡ ἐπέμβασή του νά εἶναι δύσκολα ἀντιληπτή καί ἔτσι νά συντελεῖ στήν ἀνάπτυξη τοῦ πάθους καί τήν ἐγκατάστασή του, κυριαρχικά πλέον, στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ λύπη, σέ γενικές γραμμές, εἶναι ἀπεγνωσμένη προσπάθεια ἔκφρασης τοῦ αἰσθήματος τῆς ἀποτυχίας, τῆς μειωμένης αὐτοεκτίμησης καί τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου γιά αὐτοπραγμάτωση.
Ἡ Πατερική σκέψη καί σοφία ἐπιμένει στό ὅτι δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς πηγή τῆς λύπης κάποιο ἐξωτερικό συμβάν. Ἡ ἀπώλεια πολύτιμων ἀγαθῶν ἤ ἡ ἀνεκπλήρωτη ἐπιθυμία δέν μποροῦν νά δικαιολογήσουν τή γέννηση καί κυρίως τήν ἐμμονή της στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί μάλιστα τοῦ πιστοῦ.
Ὅλα αὐτά ἀσφαλῶς, εἶναι οἱ ἀφορμές, οἱ ὁποῖες, πράγματι, ἐπιδροῦν ποικιλότροπα καί ἐπηρεάζουν, κατά τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο, τόν ἄνθρωπο καί τή ζωή του. Μποροῦν ὅμως, ὁπωσδήποτε, νά ἀναχαιτισθοῦν ἐπιτυχῶς ἀπό αὐτόν καί νά παραμείνουν μόνο μέχρι τό στάδιο τῆς προσβολῆς τοῦ λογισμοῦ.
Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος, μή ὄντας σέ κατάσταση νήψης καί προσευχῆς, δέν ἀντιδρᾶ πάντα ἔγκαιρα καί κατάλληλα. Ἔτσι παραδίδεται ἀμαχητί στό δαίμονα τῆς λύπης, ὁ ὁποῖος, στή συνέχεια, φροντίζει νά ἀποκρύψει ὕπουλα, ἀπό τά πνευματικά αἰσθητήρια τοῦ θύματός του, τήν ἀλήθεια. Παρουσιάζει λοιπόν ἔντεχνα, ὡς ἀπολύτως δικαιολογημένη τήν κατάσταση τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης του, ὑποβάλλοντάς του τό λογισμό ὅτι δῆθεν αἰτία ὅλων τῶν κακῶν πού τοῦ συμβαίνουν εἶναι ἕνα συγκεκριμμένο συμβάν ἤ κάποιες ἀτυχεῖς συγκυρίες.
Ἐπιπλέον ὁ Πονηρός, ὅταν ἐπιτύχει καί καταλάβει τό λογισμό τοῦ ἀνθρώπου, τότε ἐμφανίζει ὡς ὑπεύθυνο γιά ὅλα, ὄχι ἀσφαλῶς τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο καί τήν ἀδυναμία του, ἀλλά τίς ἀντίξοες περιστάσεις τῆς ζωῆς, τίς ἄστοχες καί κακόβουλες ἐνέργειες τῶν συνανθρώπων του, τίς στερήσεις καί τίς ἀνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες του ἤ ἀκόμα καί τόν Ἴδιο τόν Θεό, τόν Ὁποῖο μάλιστα χαρακτηρίζει, ὡς ἄδικο καί ἀνελεήμονα.
Συνεπῶς, γιά τήν ἀναιτιολόγητη λύπη δέν εὐθύνεται ἀποκλειστικά ὁ διάβολος. Δέν τή γεννάει δηλαδή ὁ Πονηρός «ἐκ τοῦ μή ὄντος». Ἀλλά τό στοιχεῖο αὐτό τοῦ πάθους ἐνυπάρχει ὡς δύναμη στή φύση τοῦ ἀνθρώπου καί τό ἐκμεταλλεύεται ὁ Πονηρός, προκειμένου νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο,πού ἔχει πέσει στά δίχτυα τῆς λύπης, στήν ἀπόγνωση καί τήν καταστροφή.
Ὡς αἴτια τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, οἱ Πατέρες καταγράφουν ἐνδεικτικά:
α) Τήν ματαίωση ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ τήν ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ.
β) Τήν κενοδοξία
γ) Τό θυμό, τήν ὀργή καί τή μνησικακία
α) Ἡ ματαίωση ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ ἡ ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ.
Οἱ ἐπιδιώξεις καί οἱ ἐπιθυμίες τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνήθως ἀντίστοιχες τῆς ἐμπάθειας πού τόν διακατέχει. Γι’ αὐτό συχνά, προσπαθεῖ κανείς νά στηριχθεῖ σέ ἐπίγεια καί φθαρτά πράγματα, οἰκοδομώντας τά ὄνειρα καί τίς ἐλπίδες του «στήν ἄμμο». Ἔτσι, ὅταν ἔρχεται ἡ θύελλα τῶν πειρασμῶν, οἱ καταιγίδες τῆς «κατά κόσμον» ἀποτυχίας του, ἡ στέρηση τῆς τρυφῆς καί τῆς ἀνάπαυσης, ταράζεται καί θλίβεται, ἀνάλογα μέ τόν βαθμό πού εἶναι κανείς στηριγμένος σ’ αὐτά.
Συνιστοῦν λοιπόν, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας νά μή στηρίζεται ὁ ἄνθρωπος σέ τίποτα φθαρτό καί ἐφήμερο, οὔτε νά ψάχνει τή χαρά καί τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς του στίς ἡδονές καί τίς ἐπιθυμίες τῆς ἀπόλαυσης τοῦ κόσμου τούτου. Γιατί οἱ ἐπιθυμίες τῆς σαρκός μόνο φθορά μποροῦν νά προσπορίσουν στόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ κατά τό Εὐαγγελικό εἶναι ἀπατηλές καί μάταιες.
β) Ἡ κενοδοξία
Ἡ ἀναζήτηση ἀναγνώρισης, τιμῆς καί δόξας καί ἡ ἀποτυχία τῆς προσπάθειας γιά τήν ἀπόκτησή τους εἶναι, κατά τούς Πατέρες, τά βασικότερα αἴτια τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, πού συντελοῦν στό νά παραμένει ἀνοιχτή καί ἀνικανοποίητη ἡ ἄβυσσος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Κι αὐτό, γιατί αὐτά παράγουν ἄφθονη τροφή στούς ἀνέλπιδους καί θλιβερούς λογισμούς τοῦ φιλόϋλου καί κενόδοξου ἀνθρώπου.
Ἡ ἐπίδειξη τῶν χαρισμάτων, «ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου», ἡ ἐπίδειξη τῶν ἀγαθῶν ἤ καί τῶν ἀρε- τῶν, καθώς καί οἱ ποικίλες ἄλλες ἐμπαθεῖς ἐπινοήσεις τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἀνάδειξή του, εἶναι μερικοί ἀπό τούς πλέον συνήθεις τρόπους τοῦ ἐγώ, ὥστε νά ἐπιπλεύσει καί νά ἐπιδειχθεῖ. Γιατί ὅλα αὐτά προσπορίζουν στόν ἄνθρωπο τόν ἀντίστοιχο θαυμασμό καί τήν ἀναγνώρισή του ἐκ μέρους τοῦ στενοῦ καί τοῦ εὑρύτερου περιβάλλοντός του.
Οἱ βαθιές καί θεμελειώδεις ἀναζητήσεις καί τά ὑπαρξιακά ἐρωτηματικά ξεπροβάλλουν τότε ἐντονότερα καί ἡ στιγμή τῆς ἀποτυχίας εἶναι γιά τόν κενόδοξο ἄνθρωπο βαριά καί καταλυτική. Γιατί ὁ μή ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δέν εἶναι σέ θέση, –ἔχοντας ὡς βάση τή λογική «τοῦ αἰῶνος τούτου»– νά ἀποκρυπτογραφήσει τό μήνυμα τῆς ἀδοξίας πού ἐνέχει ὁ σταυρός τῆς ἀποτυχίας, τόν ὁποῖο καλεῖται στό ἑξῆς νά σηκώσει. Ἡ αὐτοεκτίμησή του ἐξαντλεῖται, τό αὐτοείδωλό του πέφτει καί ἄν δέν βρεθεῖ στό δρόμο του ἄνθρωπος «Κυρηναῖος», βοηθός διακριτικός καί φιλάδελφος, γιά νά τόν συνδράμει καί νά τόν καθοδηγήσει στήν «ὁδό τοῦ Μαρτυρίου» του, τότε ἀποδομεῖται ἤ καί πολλές φορές, συντρίβεται ἀνεπανόρθωτα.
Ἐπιπλέον, ἡ κενοδοξία εἶναι περιεκτική κακία, ρίζα καί μητέρα πολλῶν ἄλλων παθῶν, ὅπως γιά παράδειγμα τῆς φιλαρχίας καί τῆς φιλαργυρίας. Ὁ ἅγιος Κασσιανός παρομοιάζει πολύ εὔστοχα τήν κενοδοξία μέ τό κρεμμύδι. «Ὅταν βγάζουμε», λέει, «ἀπό τό κρεμμύδι μιά φλούδα, βρίσκουμε ἀμέσως ἀπό κάτω μιά ἄλλη. Καί ὅσο βγάζουμε φλοῦδες, τόσο βρίσκουμε ἄλλες ἀπό κάτω».
Σέ κάθε περίπτωση, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος βρίσκεται ὑπό τό κράτος τῆς λύπης, ἐμφανίζεται νά ἔχει πληγωμένο ἤ μειονεκτικό «ἐγώ» καί ὑπερβολική φιλαυτία.
Ἡ λύπη λοιπόν, εἶναι τό ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα τοῦ πάθους τῆς κενοδοξίας καί τῶν ποικίλων ἐκφάνσεών της καί προδίδει ἀνειρήνευτη ἐσωτερική κατάσταση καί ἀνέλπιδο βίο.
γ) Ὁ θυμός, ἡ ὀργή καί ἡ μνησικακία
Ἡ ὑποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου στά πάθη γενικά, ἀλλά καί εἰδικώτερα στά πάθη τοῦ θυμοῦ, τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας εἶναι πηγή λύπης. Ἐπιπλέον, αὐτά εἶναι ἐνδεικτικά τῆς ματαίωσης κάποιας ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ τῆς ἀπώλειας ὑλικῶν ἀγαθῶν ἤ ἀκόμη καί μείωσης τῆς ἐκτίμησης καί ἀμαύρωση τῆς ἰδέας πού ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος τρέφει γιά τόν ἑαυτό του.
Στίς περιπτώσεις αὐτές ἡ ὀργή καταλαμβάνει τόν ἄνθρωπο καί γεμίζει τήν ψυχή του λύπη καί ἀθυμία, ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας του νά ἀπολαύσει τό ἀντικείμενο τῆς ἐπιθυμίας του. Κι’ αὐτό γιατί, καθώς λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, βαθιά μέσα στήν ἐπιθυμία τῆς ἡδονιστικῆς ἀπόλαυσης κρύβεται ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη.
Λυπᾶται ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος καί θρηνεῖ, ὅταν ἀντιληφθεῖ ὅτι κάποιος τόν προσέβαλε καί σπίλωσε τήν τιμή καί τήν ἀξιοπρέπειά του. Αὐτή τή λύπη οἱ Πατέρες τή θεωροῦν ὡς σύμπτωμα τῆς νόσου τῆς ὑπερηφάνειας, στήν ὁποία τό πάθος στηρίζεται, ἀπό τήν ὁποία ζωοποιεῖται, τρέφεται καί μεγαλώνει τόσο, ὥστε νά φθάνει νά παραμένει ἰσχυρό, κυρίαρχο, καί συχνά, ἀθεράπευτο.
Ἡ ὀργή στρέφεται, συχνά, εὐθέως κατά τοῦ ἀνθρώπου πού, διά τῆς προσβολῆς, ἐπέφερε τό κτύπημα καί εἶναι ἐνδεχόμενο νά ἐκφρασθεῖ ἀκόμα καί μέ βίαιες ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Ὁ ἄλλος τότε γίνεται ἀποδέκτης σκληρῶν λόγων ἤ ἀκόμη καί χειροδικίας, ἐφόσον, στή συνείδηση τοῦ ὀργισμένου, αὐτός ἔχει χάσει πλέον τή θέση τοῦ ἀδελφοῦ.
Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι καί ἡ ἑρμηνεία πού δίνει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ὁ ὁποῖος στήν Καθολική Ἐπιστολή του ἀναφέρεται σ’ αὐτό τό θέμα, λέγοντας ὅτι ὅλοι οἱ πόλεμοι καί οἱ ἀντιδικίες μεταξύ τῶν ἀνθρώπων προέρχονται ἀπό τή στέρηση τῆς ἐπιθυμίας τῶν ἡδονῶν, οἱ ὁποῖες ἀσφαλῶς εἶναι ταυτόχρονα πολέμιοι καί φονεῖς τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο ἔχει λάβει ὁ πιστός καί πού συνοδεύουν τή ζωή του σέ ὅλη τήν ἐπίγεια πορεία του.
Στήν ἴδια βάση κινεῖται καί ἡ σκέψη ὅλων γενικά τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής θεωρεῖ μάλιστα, ὅτι τό φιλόυλο καί φιλήδονο πνεῦμα πού κυβερνάει τόν ἄνθρωπο, τόν ἐξαγριώνει, τοῦ στερεῖ τήν ἀγάπη τοῦ ἀδελφοῦ καί τόν κάνει σκληρό, δύσθυμο καί συχνά, ἀδελφοκτόνο. Ἀλλά, καθώς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, τά ἄπρεπα ἤ προσβλητικά, ἐνδεχομένως, λόγια κάποιου συνανθρώπου, δέν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ πραγματικός λόγος καί ἡ αἰτία τῆς ὀργῆς τοῦ θιγμένου, Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι αὐτά ἀπευνθύνθηκαν σέ ἄνθρωπο πού ἡ ὀργή του τόν πρόδωσε καί τόν ἀποκάλυψε, ὡς ὑπερόπτη καί λάτρη τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας του.
Ἡ ὀργή, καί κυρίως, ἡ μνησικακία, φωλιάζουν καί χρονίζουν στήν ψυχή γιατί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στό νά μηρυκάζει τά λόγια καί τά γεγονότα πού τόν ἔχουν προσβάλει καί νά ἐπανακαθορίζει τή στάση του ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου του· καί μάλιστα, μέ περισσότερο μένος καί συγχυσμένη διάνοια. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης θεωρεῖ τήν κατάσταση αὐτή ὡς σκουλήκι πού κατατρώει τόν νοῦ καί τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ μάταιη καί ἀδικαιολόγητη λύπη.
Ὡς ἀπόδειξη τοῦ ὅτι τό σκουλήκι τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας, εἶναι αὐτό πού κατατρώει τό νοῦ καί γεμίζει τήν ψυχή μέ ἀφόρητη θλίψη, φέρεται τό γεγονός ὅτι, αὐτός πού πάσχει ἐξαιτίας τους, φέρνει στό νοῦ του τόν ἀδελφό του μέ ἀπέχθεια καί τόν θεωρεῖ ὡς πηγή πειρασμῶν καί λύπης.
Τό πάθος τῆς ὀργῆς φθείρει τό «κατ’ εἰκόνα» τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ στερεῖ τή δωρεά τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ χρηστότητα, ἡ ἀγαθωσύνη, ἡ πίστη, ἡ πραότητα καί ἡ ἐγκράτεια, καταστάσεις πού εἶναι ἀκριβῶς ἀντίθετες τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας. Ὅταν λοιπόν, λείψουν ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτές οἱ ἀρετές καί ἐπικρατήσει στήν ψυχή ἡ ὀργή καί ἡ μνησικακία, τότε ὁ ἄνθρωπος ἐρημώνεται, φτωχαίνει καί καταλαμβάνεται ἀπό τό δαιμονικό πνεῦμα διχοστασίας, σύγχυσης, φόβου καί λύπης. Ἐνδέχεται μάλιστα, αὐτός νά ὁδηγηθεῖ μέχρις μίσους τοῦ συνανθρώπου του· ὁπότε, εἴτε τό πάθος τῆς ὀργῆς ἐκδηλωθεῖ ἔμπρακτα, εἴτε παραμείνει φωλιασμένο καί ἀνενέργητο στά ἐνδότερα τῆς ψυχῆς, κατατάσσει τόν πάσχοντα ἀπό αὐτό στό ἐπίπεδο τοῦ μισάδελφου καί ἀδελφοκτόνου.
Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες συστήνουν στόν ἄνθρωπο, πού κατατρώγεται ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου του, νά ἀποδιώκει τή λύπη πού αἰσθάνεται, ἀπό τήν προσβολή πού τοῦ ἔχει γίνει, μέ προσευχή καί μέ εἰλικρινή καί ἀμέριστη φιλανθρωπία. Ἔτσι, καί ὁ ἴδιος θά λυτρωθεῖ ἀπό τό σκουλήκι τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας πού τόν κατατρώει, ἀλλά καί τόν συνάνθρωπό του θά ἐλεήσει. Γιατί, μέ τήν ἐλεήμονα, διαλακτική, φιλάδελφη καί φιλήσυχη στάση του, θά συντελέσει στή μετάνοια καί τή σωτηρία του.

Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης: 
Προϋποθέσεις καί τρόποι

Καταστάσεις αἰτιολογημένης ἤ ἀναιτιολόγητης λύπης, ἀντιμετωπίζει συχνά ὁ μεταπτωτικός καί «ὑπό ἀναγέννησιν» ἄνθρωπος. Ἡ πείρα τῶν ἁγίων Πατέρων μᾶς ἀνοίγει καί ἐδῶ δρόμους, ὑποδεικνύοντάς μας ὁρισμένα κομβικά σημεῖα-στόχους, πρός τούς ὁποίους θά πρέπει νά ἐπικεντρώσουμε ἰδιαίτερα τήν προσοχή μας καί νά δώσουμε τήν πνευματική μάχη κατά τοῦ τροφοδότη καί δημιουργοῦ τῆς ἀνέλπιδης καί φθοροπιοιοῦ αὐτῆς κατάστασης.
Ὡς βασική προϋπόθεση γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, θεωρεῖται:
α) Ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί ἡ ἐξ αὐτῆς γόνιμη αὐτομεμψία.
Τό Ψαλμικό «Τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστί διαπαντός», εἶναι ἀκριβῶς, τό ὁρμητήριο καί τό ἐπιθυμητό βίωμα, τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἀποτελέσει τή βάση ἐκκινήσεως γιά τή μεταποίηση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης σέ εἰλικρινή μετάνοια καί στόν ἐξ αὐτῆς καρπό, τό «χαροποιόν πένθος».
Τό νά μεμφόμαστε τόν ἑαυτό μας καί νά ἀναθέτουμε τά πάντα στόν Θεό, εἶναι κατά τόν ὅσιο Ἡσύχιο, πηγή ἀνακούφισης, χαρᾶς καί ἀφανισμοῦ τῶν «ἀλόγων» λογισμῶν , οἱ ὁποῖοι πολεμοῦν σκληρά τόν ἄνθρωπο.
Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἐρημίτης, ἐπίσης λέει ὅτι ἡ ἄγνοια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί ἡ λήθη τῆς ἁμαρτίας, εἶναι ἐκεῖνα πού βαρύνουν τό νοῦ καί κάνουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου νά σκεπάζεται καί νά τυραννιέται κάτω ἀπό τό νέφος τῆς ἀθυμίας. Αὐτός λοιπόν, λέει ὁ ὅσιος, πού γνώρισε τήν ἀλήθεια δέν ἀντιδρᾶ ἀρνητικά καί δύσθυμα στίς ἐμπαθεῖς ἐπιθέσεις καί τίς ποικίλες θλίψεις πού τόν βρίσκουν. Κι’ αὐτό γιατί γνωρίζει καλά ὅτι οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις, ἄν ἀντιμετωπισθοῦν «ἐν Χριστῷ», ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στό φόβο τοῦ Θεοῦ. Συστήνει, ἐπίσης, ὁ Ὅσιος σ’ αὐτόν πού ἔχει ἐπίγνωση τῆς ἀδυναμίας του, νά μήν ἐπαναφέρει στό νοῦ του τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες του. Γιατί ἡ μνήμη τους, καί μάλιστα χωρίς τήν ἀπαιτούμενη μετάνοια καί τόν πόνο, μπορεῖ νά ἀφαιρέσουν ἀπό τήν ψυχή του τήν ἐλπίδα· καί πολύ περισσότερο, νά τόν ὁδηγήσουν στήν ἐπανάληψη τοῦ παλαιοῦ μολυσμοῦ.
Θεωρεῖ, ἐπιπλέον, ὁ ὅσιος Πατέρας, ὅτι εἶναι προϋπόθεση τό νά γνωρίσει ὁ πιστός ὄχι μόνο δογματικά ἀλλά καί ἔμπρακτα τήν ἀλήθεια, ὥστε νά ἐξομολογεῖται στόν Θεό, ὄχι μέ τό νά φέρει στό νοῦ του μιά-μιά τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες του, ἀλλά μέ τό νά δείχνει ὑπομονή καί καρτερία στίς ἀκούσιες θλίψεις καί τούς πειρασμούς πού τόν βρίσκουν.
Ἄν λοιπόν ἀντιμετωπίζει κανείς τίς θλίψεις, προσδοκώντας τά μέλλοντα ἀγαθά, ἔχει ἤδη βρεῖ τήν ἐπίγνωση τῆς Ἀλήθειας καί θά ἀπαλλαγεῖ γρήγορα ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη. Ἔτσι, ἔχοντας συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας του, θά λειτουργεῖ πλέον τή γόνιμη καί ψυχωφελή αὐτομεμψία, καθώς καί τήν καθαρτική ἐξομολόγηση.
β) Νήψη καί ἡ προσευχή
Ἡ πνευματική ἐγρήγορση καί ἡ προσευχή εἶναι τό ἀσφαλές φυλακτήριο τῶν λογισμῶν τοῦ πάθους τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης. Ὁ δαίμονας πού σχετίζεται μέ αὐτά τά πάθη, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, καιροφυλακτεῖ γιά νά βρεῖ τόν ἄνθρωπο ἀφύλακτο, σέ πνευματική νωθρότητα καί ραθυμία, ὥστε νά τόν παρασύρει διά τῆς φαντασίας καί νά καταλάβει ἀνενόχλητος τό λογισμό καί τήν καρδιά του. Μᾶς συμβουλεύουν, λοιπόν, νά ἐλέγχουμε τή φαντασία μας, ὥστε νά σταματήσουμε, εἰ δυνατόν, τήν ἔφοδο τοῦ πάθους στό στάδιο τῆς προσβολῆς. Γιατί, χωρίς τό πέρασμα ἀπό τήν κερκόπορτα τῆς φαντασίας, ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά καταλάβει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ προσευχή βέβαια, πρέπει νά εἶναι διαρκής καί καθαρή, καί μάλιστα τόν καιρό τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης, ἐντονότερη, πιό ἐπίμονη καί ἀπαλλαγμένη ἀπό λογισμούς μνησικακίας. Διαφορετικά θά μοιάζει κανείς μέ ἄνθρωπο πού προσπαθεῖ νά βγάλει νερό ἀπό τό πηγάδι, κρατώντας τρύπιο κουβά.
Ὁ σωστός τρόπος καί οἱ προϋποθέσεις γιά νά προσευχηθεῖ κανείς εἶναι τό νά ἔχει φόβο Θεοῦ, νά καταβάλει κόπο, νά ἔχει εἰρηνική καί νηφάλια σκέψη καί νά τηρεῖ τούς λογισμούς ἄγρυπνα, μήπως, διά τῆς φαντασίας, χάσει τόν καρπό τῆς προσευχῆς του.
Νά, λοιπόν, λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ὁ οὐρανός βρίσκεται μέσα σου. Κι’ ἄν ἔχεις καθαρή καρδιά, θά δεῖς ἐκεῖ τούς φωτεινούς Ἀγγέλους.
γ) Ἡ πνευματική μελέτη
Ὡς πνευματικό λειμώνα καί πηγή γνήσιας χαρᾶς χαρακτηρίζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τίς θεῖες Γραφές. Τίς συγκρίνουν, συχνά, μέ τά ἀγαθά τοῦ Παραδείσου καί μάλιστα τίς βρίσκουν ἀκόμα πιό εὐφρόσυνες καί καρποφόρες.
Πράγματι ἡ πνευματική μελέτη παρηγορεῖ τήν ψυχή καί συνεργεῖ στό ἔργο καί τήν καρποφορία τῆς προσευχῆς. Γιατί, μελετώντας κανείς τό λόγο τοῦ Θεοῦ ξεφεύγει ἀπό τήν τυραννία τῆς ἐφήμερης ἀνάπαυσης καί διατηρεῖ τήν ἐλπίδα γιά τά μέλλοντα καί αἰώνια.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ζωντανός, δραστικός καί πιό κοφτερός ἀπό δίκοπο μαχαίρι, λέει ὁ Ἀπόστολος, καί μπαίνει βαθιά μέχρι τό μεδούλι τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, λειτουργεῖ θεραπευτικά γιά τήν ψυχή. Κι αὐτό γιατί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει ἀναγεννητική δύναμη καί Χάρη. Γι’ αὐτό μπορεῖ νά ἐπαναφέρει τό σκοτισμένο λογισμό καί νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τά βέλη τῶν δαιμονικῶν προσβολῶν καί τῆς ἄκαιρης φαντασίας. Τότε, ἐπανέρχεται ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς καί ἡ θέληση γίνεται ἀποφασιστικότερη, στήν ἀντίστασή της κατά τοῦ πάθους τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά ἀνορθωθεῖ καί νά κερδίσει πάλι ὅ,τι ἔχει ἤδη χάσει, ὄντας κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῆς λύπης.
Μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ πληροφορεῖται ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος ἐναργέστερα γιά τήν αἰτία τῆς πτώσεώς του, ὥστε νά μπορεῖ πλέον νά ἐπιλέγει τήν καλύτερη καί ἀσφαλέστερη ὁδό, γιά τήν ἐπιστροφή του στόν «οἶκο τοῦ Πατρός». Γι’ αὐτό, μᾶς παροτρύνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, νά συγκεντρώνουμε βιβλία πνευματικά. Γιατί ὅπου βρίσκονται τέτοια βιβλία, ἀπό ἐκεῖ φεύγει κάθε δαιμονική ἐνέργεια καί ὁ ἄνθρωπος βρίσκει εἰρήνη καί παρηγοριά.
δ) Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, τοῦ θανάτου καί τῆς μέλλουσας Κρίσης
Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηριώδης αὐτή κατάσταση πού ἀναγεννᾶ τήν ψυχή καί τήν ζωογονεῖ, γιατί βγάζει ἀπό τό σκοτάδι τῆς λήθης στή χαρά τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλευθερίας «τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ».
Ὁ ὅσιος Νεῖλος παροτρύνει τόν πιστό νά διατηρεῖ διά τῆς εὐχῆς καί τῆς πνευματικῆς γενικά ἄσκησης, τή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ὅπως, λέει ὁ Ὅσιος, ἀναπνέουμε ἀδιάκοπα, ἔτσι πρέπει νά κρατᾶμε τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί νά μελετοῦμε τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας καί τῆς παράστασής μας ἐνώπιόν Του, κατά τήν ὁποία θά ἀποδώσουμε λόγο, ὡς οἰκονόμοι καί διαχειριστές τῶν χαρισμάτων καί τῶν δωρεῶν Του πρός ἐμᾶς.
Ἡ μελέτη τοῦ θανάτου μπορεῖ ἐνδεχομένως νά φέρνει λύπη στήν ψυχή, λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἀλλά αὐτή ἡ λύπη εἶναι θεόσδοτη καί σωτηριώδης γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ ἐξάλλου, πάντα συνοδεύει τή μνήμη τοῦ θανάτου καί γι’ αὐτό ἡ λύπη αὐτή εἶναι «λύπη θεοφιλής» «χαροποιός» καί γεμάτη πνευματική εὐφροσύνη.
ε) Ἡ «κατά Θεόν πτωχεία», ἡ σιωπή καί ἡ ἡσυχία
Ἡ κατά Θεόν πτωχεία εἶναι ἡ ἑκούσια ἀποποίηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ὅλων γενικά τῶν κτήσεων, τῶν δικαιωμάτων καί τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μέ αὐτά. Κι’ αὐτό γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπορρίψει κάθε σχέση μέ τά ὑλικά ἀγαθά καί μέ τό κοσμικό, γενικά, φρόνημα, «τό φρόνημα τῆς σαρκός», ὅπως τό ἀποκαλεῖ χαρακτηριστικά ὁ Ἀπόστολος, τότε ἐλαχιστοποιοῦνται ἤ καί συχνά, μηδενίζονται τά αἴτια τῆς λύπης.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει ξεκάθαρα ὅτι ἡ σιωπή, ἡ «κατά Θεόν πτωχεία» καί ἡ ἡσυχία εἶναι παράγοντες δημιουργίας τῆς «πτωχείας τοῦ πνεύματος». Γιατί ὁ ἄνθρωπος, σβήνοντας κάθε σχέση του μέ τά ἀγαθά καί τό φρόνημα τοῦ κόσμου τούτου, ἐλαφρύνεται καί καθαρίζεται ἀπό τά πάθη καί μοιάζει μέ ἄγραφη πλάκα πού εἶναι καλυμμένη μέ κέρινη ἐπιφάνεια. Σ’ αὐτή λοιπόν λέει, τήν ἰσόπεδη πλάκα ὑπάρχει δυνατότητα νά ἐγγραφοῦν καθαρά καί νά παραμείνουν ἀνόθευτα τά Θεῖα δόγματα, ἀπαλλαγμένα ἀπό τίς ἐμπαθεῖς ἐπηρροές καί τίς διαστρεβλωμένες ἁμαρτωλές προσμίξεις τους.
Παρομοιάζει μάλιστα ὅ ἅγιος Ἱεράρχης τή λύπη καί τά ἄλλα πάθη μέ ἄγρια θηρία. Καί, ὅπως λέει, τά θηρία, ὅταν παγώσουν, ἀδυνατοῦν πλέον νά ἔχουν τήν ἐπιθετική δύναμή τους ἐνεργή, ἔτσι καί ἡ λύπη χάνει τή σφοδρότητα καί τήν καυστικότητά της, ὅταν αὐτή δέν συντηρηθεῖ μέ τό αἴ-σθημα ἀσφάλειας πού πηγάζει ἀπό τήν κτήση τῶν ἀγαθῶν. Ἔτσι, μπορεῖ κανείς νά τήν ὑπεβεῖ πιό εὔκολα, γιατί αὐτή χάνει τή βαρύτητα καί τή σημασία της καί γίνεται πλέον «εὐκαταγώστη».
Οἱ ἅγιοι Πατέρες σημειώνουν ἰδιαίτερα τό θέμα τῆς «κατά Θεόν» σιωπῆς καί ἡσυχίας, ὡς παράγοντα ἰσχυρό καί ὡς προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη, καθώς καί γιά τήν ἑτοιμασία τῆς ψυχῆς νά δεχθεῖ τό μήνυμα τῆς Εὐαγγελικῆς εἰρήνης καί τῆς χαρᾶς.
Ἡ πτωχεία καί ἡ ἀκτημοσύνη εἶναι ἐπίσης ὁδοί πού διευκολύνουν τή μετάνοια τῆς ψυχῆς καί τήν ἐλευθερία της ἀπό τήν «προσπάθεια» πού ἔχει πρός τήν κτίση καί τά ἐφήμερα ἀγαθά της. Κι αὐτό, γιατί δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σέ θέση νά διαχειρίζονται τά ἀγαθά, τίς σχέσεις καί τά χαρίσματά τους ἀπαθῶς, πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ στέρησή τους ἀποτελεῖ πηγή καί τροφοδότιδα τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας.
Ἡ ἀντίδραση πού ἐπέδειξε ὁ πλούσιος νέος τοῦ Εὐαγγελίου στήν ὑπόδειξη πού τοῦ ἔγινε ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἐπιβεβαιώνει τήν ἀλήθεια τοῦ πράγματος. Ὁ νέος αὐτός εἶχε ἑλκυσθεῖ ἀπό τό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί τό κήρυγμά Του γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἐπιθύμησε νά ἀποκτήσει τήν τελειότητα τῶν «τέκνων τοῦ Θεοῦ». Ὅταν ὅμως ἄκουσε ὅτι, ἡ ἀποποίηση τῶν ἀγαθῶν του ἦταν προϋπόθεση τῆς ἀποκτήσεως τῆς ἐλευθερίας του, ὥστε νά μπορέσει ἀπρόσκοπτα νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό, «ἔφυγε σκυθρωπός». Καί ἑρμηνεύοντας ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τήν περίεργη αὐτή στάση τοῦ νέου, λέει: Συμπεριφέρθηκε ἔτσι, «γιατί εἶχε κτήματα πολλά».
ζ) Ἡ ἐξαγόρευση τῶν λογισμῶν
Ὁ πόλεμος μέ τούς λογισμούς εἶναι ἀφανής καί ἐπώδυνη μορφή τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἀλλά καί ἡ πλέον σημαντική καί ἀποφασιστική κίνηση γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη καί τήν ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας.
Τό πεδίο μάχης μέ τούς λογισμούς, ἀλλά καί τό ἔδαφος στό ὁποῖο αὐτοί γεννιοῦνται καί ἀναπτύσσονται εἶναι ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας διδάσκουν ὅτι οἱ ἐπιθέσεις τῶν λογισμῶν μποροῦν εὔκολα νά ἀναχαιτισθοῦν, παραμένοντας μόνο στό στάδιο τῆς προσβολῆς, ἄν ὁ ἀγωνιστής τοῦ πνεύματος δέν τούς δεχθεῖ καί, πολύ περισσότερο, ἄν, μέ σθένος, τούς ἀντικρούσει.
Αὐτό ὅμως ἀπαιτεῖ μεγάλη πείρα καί ἰσχυρή θέληση. Ἀλλά, ἐπειδή ἡ ἀντίδραση ἐκ μέρους ἐκείνου πού πλήττεται ἀπό αὐτούς, δέν εἶναι σθεναρή καί ἔγκαιρη, οἱ λογισμοί εἰσέρχονται στήν ψυχή, βρίσκοντας πρόσφορο ἔδαφος καί ἐκλεκτούς συνεργούς, τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου καί μάλιστα, τήν ὑπερηφάνεια. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος στερεῖται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, βυθίζεται στό σκοτάδι τῆς λύπης καί συχνά, καταλαμβάνεται καί ἀπό τόν βρόγχο τῆς ἀπελπισίας. Γιατί, καθώς λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός, μπορεῖ κανείς νά χάσει τή Χάρη καί ἀπό ἕναν κακό λογισμό. Γιατί, μέ τόν κακό λογισμό εἰσέρχεται στήν ψυχή μιά ἐχθρική δύναμη καί τότε ὁ νοῦς σκοτίζεται καί βασανίζεται ἀπό κακές σκέψεις. Γι’ αὐτό, μάθε, λέει, νά σταματᾶς ἀμέσως τούς λογισμούς. Ἄν, ὅμως, ξεχάσεις καί δέν τούς διώξεις ἀμέσως, τότε πρόσφερε μετάνοια.
Οἱ λογισμοί μπορεῖ νά εἶναι πονηροί, βλάσφημοι καί νά ὑποκινοῦν τό ἄνθρωπο σέ ἀπιστία πρός τόν Θεό καί ἰδιαίτερα, πρός τό Πρόσωπο τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ-Λόγου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀπό αὐτούς, συνεχίζει ὁ ἅγιος Σιλουανός, οἱ πονηροί κυρίως, λογισμοί γεννιοῦνται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια τῆς ψυχῆς καί πλήττουν ἰδιαίτερα αὐτόν, ὁ ὁποῖος ἀσχολεῖται μέ τή ζωή τοῦ ἄλλου.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως, ἐνῶ, πολλές φορές, δέν φαίνεται νά ἐνοχλεῖται ἀπό τούς κακούς λογισμούς, νά ἀδιαφορεῖ –ἀντίθετα, συλλαμβάνεται συχνά νά ἀνοίγει διάλογο ἄνισο καί ἐπιζήμιο μαζί τους– ἐντούτοις, αἰσθάνεται μεγάλη δυσκολία νά τούς ἀποκαλύψει καί νά τούς ἐκθέσει σέ κάποιον μεγαλύτερο καί ἐμπειρότερο στόν πνευματικό ἀγώνα, ἄνθρωπο.
Ἀλλά κάνοντας ἔτσι, παραμένοντας δηλαδή, κανείς ἀνενεργός, σέ ράθυμη καί ἀναποφάσιστη κατάσταση, χάνει τή δύναμη καί, κατά συνέπεια, τή δυνατότητα νά τούς ἀντικρούσει εὔστοχα, ὥστε νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τή θανατηφόρα ἐπίδραση καί φορτικότητά τους.
Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων Πατέρων ὅμως, καί μάλιστα τῶν Νηπτικῶν, μᾶς ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ ἀποκάλυψη «τῶν κρυφίων» τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς ἐλευθερίας του καί μάλιστα, γιά τόν εὔχαρη καί εἰρηνικό βίο, καί τήν ἄσκηση τῆς προσευχῆς.
Ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας ἐπιμένει ὅτι πρέπει κανείς νά ἀναφέρει στούς ἐμπειρότερους περί τά πνευματικά, ὄχι μόνο τούς κακούς, ἀλλά καί τούς καλούς λογισμούς. Κι’ αὐτό, γιατί πολλές φορές, οἱ καλοί λογισμοί εἶναι «προβατόσχημοι». Κρύβουν δηλαδή, μέσα τους ὑπερήφανα βιώματα, καλλιεργοῦν «ὑπερόπτη νοῦ» καί τελικά ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο σέ πλῆθος ἀδιεξόδων καί ἄβυσσο ἀπελπισίας.
Ὁ ἄνθρωπος, βέβαια, μπροστά στή δυσκολία του νά ἀποκαλύψει τούς λογισμούς του, προφασίζεται, συχνά, ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει τή δύναμη καί τήν ἀπαιτούμενη γνώση καί ἐμπειρία, ὥστε νά τούς ἀντιμετωπίσει μόνος του, χωρίς ἄλλη βοήθεια καί συμπαράσταση. Ἄλλοτε πάλι, ἰσχυρίζεται ὅτι δέν ἔχει συναντήσει κάποιον ἐμπειρότερο καί παλαίμαχο στόν πνευματικό ἀγώνα, κατά τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἄνθρωπο, ὥστε νά τόν ἐμπιστευθεῖ καί νά ἀκολουθήσει μέ σιγουριά τίς συμβουλές του.
Ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, συμβουλεύοντας τά πνευματικά του παιδιά, σχετικά μέ αὐτό τό θέμα, λέει χαρακτηριστικά ὅτι δέν πρέπει κανείς νά βασίζεται ποτέ στό λογισμό του οὔτε νά διστάζει, σέ περίπτωση πραγματικῆς ἔλλειψης ὁδηγοῦ, νά συμβουλεύεται, ἀκόμα καί ἕνα μικρό παιδί. Γιατί, ὁ Πανάγαθος Θεός, βλέποντας τήν ταπείνωσή του, θά φωτίσει ἀκόμα καί ἕνα μικρό παιδί, ὥστε νά τοῦ ἀπαντήσει θεοδίδακτα καί νά τόν κατεθύνειμέ γεροντική σωφροσύνη.
η) Ἡ ἀποδοχή τῶν ἀκουσίων θλίψεων ὡς παιδείας τοῦ Κυρίου καί ἡ μεταποίησή τους σέ ἑκούσιες.
Ὁ κύριος παράγοντας πού προκαλεῖ στόν ἄνθρωπο τή λύπη εἶναι τά διάφορα ἐξωτερικά συμβάντα πού συντελοῦνται χωρίς τή δική του θέληση –καί ἐνδεχομένως τή συμμετοχή– καί τά ὁποῖα ἔχουν δυσάρεστες ἐπιπτώσεις σ’ αὐτόν καί στό περιβάλλον του.
Γενεσιουργός αἰτία τῆς λύπης εἶναι ἐπίσης καί ὅσα πλήττουν τόν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο, εἴτε αὐτά ἀναφέρονται στή σωματική του ὑπόσταση καί ἀκεραιότητα (ἀσθένειες, πτωχεία κτλ.), εἴτε αὐτά θίγουν τήν εἰκόνα καί τήν ἰδέα πού ὁ ἴδιος τρέφει γιά τόν ἑαυτό του.
Ὅταν λοιπόν, βρεθεῖ κανείς στό μάτι τοῦ κυκλώνα τῆς λύπης, τότε συνήθως κατευθύνει τά βέλη τῶν ἀντιδράσεών του πρός τούς ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ του συντελεστές τῆς δημιουργίας τῶν ἀδοκήτων πειρασμῶν του. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ὅμως, οἱ ὁποῖοι γνώρισαν, μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά ἐνδότερα τοῦ ἀνθρώπινου εἶναι καί τῶν κινήσεών του, μᾶς βοηθοῦν, μέ τήν ἐμπειρία καί τό θεοφώτιστο λόγο τους, νά ἀλλάξουμε ὀπτική γωνία. Μᾶς συνιστοῦν δηλαδή, νά στρέψουμε τόν προβολέα μας πρός τόν «ἔσω ἄνθρωπο», ὁ ὁποῖος, ὄντας δέσμιος τῶν παθῶν του, δέν ὑποψιάζεται ὅτι πάσχει. «Πάσχει», καθώς λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, «ἕως ὅτου αὐτός ταπεινωθεῖ».
Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἐρημίτης μιλώντας πάνω στό ἴδιο θέμα εἶναι ἀκριβέστερος καί ἀποκαλυπτικότερος: «Οἱ διάφορες θλίψεις, λέει, πού βρίσκουν τόν ἄνθρωπο εἶναι γεννήματα τῆς κακίας πού ὁ ἴδιος ἔχει μέσα του».
Γι’ αὐτό μᾶς συνιστᾶ, ὅταν βρισκόμαστε κάτω ἀπό λυπηρές καί δυσάρεστες καταστάσεις, νά μή θεωροῦμε τούς συνανθρώπους μας ὡς αἴτιους τῶν συμφορῶν μας, ἀλλά νά ὑπομένουμε. Γιατί αὐτός ὁ τρόπος τῆς ἀντιμετώπισης φανερώνει γνωστικό ἄνθρωπο καί γίνεται αἰτία καθαρισμοῦ του ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἔτσι ἐπίσης, ἐπαναφέρει κανείς τή «μνήμη τοῦ Θεοῦ» στήν καρδιά του. Κι’ αὐτό γιατί, καθετί δυσάρεστο θλίβει τήν ψυχή «κατά ἀναλογίαν» τῆς λήθης τοῦ Θεοῦ, τῆς διάσπασης τοῦ νοῦ καί τοῦ διασκορπισμοῦ του εἰς «χώραν μακράν.
Εἶναι μοναδικῆς σημασίας ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Μάρκου, ὁ ὁποῖος, ὡς ἔμπειρος καί γνωστικός πνευματικός ὁδηγός, ἀποφθέγγεται, λέγοντας ὅτι κάθε ἀκούσια θλίψη ἔχει τήν αἰτία της σέ κάποια ἄλλη, ἑκούσια πτώση. Γιατί, σύμφωνα μέ τό λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, συνεχίζει ὁ Ὅσιος, κανένας δέν εἶναι ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος γιά τόν ἑαυτό του.
Ὡς ἑκούσιο θεωρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή τό λογισμό καί ὡς ἀκούσιο τό δυσάρεστο γεγονός πού ἐπακολούθησε. Γιατί, ὁ Θεός ἐπιτρέπει ὥστε νά πλήξουν τόν ἄνθρωπο οἱ ἀκούσιες θλίψεις, μέ τή μορφή ἀκούσιων συμβάντων. Κι αὐτό τοῦ συμβαίνει ἐξαιτίας τῆς παράβασης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος ἑκουσίως καταπάτησε.
Αὐτός, συμπληρώνει ὁ Ὅσιος, εἶναι ὁ πνευματικός νόμος. Ἀνάλογα μέ τό βαθμό τῆς ἑκούσιας κακίας εἶναι καί τό μέγεθος τῆς ἀκούσιας καρποφορίας. Αὐτή, βέβαια, τήν ὀδυνηρή συνέπεια δέν μπορεῖ κανένας νά τήν ἀποφύγει, παρά μονάχα, μέ τή βοήθεια τῆς προσευχῆς καί τῆς μετάνοιας.
Ἄν ἀντικρούσει ὁ ἄνθρωπος τά θλιβερά καί τούς πειρασμούς πού τόν βρίσκουν, ἐκτός προσευχῆς καί ὑπομονῆς, τότε ὄχι μόνο αὐτά δέν ὑποχωροῦν, ἀλλά ἐπιτίθενται σφοδρότερα καί ὀδυνηρότερα. Ὁ πιστός, λοιπόν, κάνοντας τόν πνευματικό ἀγώνα του, θά πρέπει πάντα νά θυμᾶται ὅτι μέσα στίς ἀκούσιες θλίψεις πού δέχεται, βρίσκεται κρυμμένο μέ τρόπο ἄδηλο καί θαυμαστό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο σέ μετάνοια καί «εἰς νομάς αἰωνίους».
Μεταξύ ἀκουσίων καί ἑκουσίων θλίψεων, δέν ὑπάρχει ἀσφαλῶς, καμιά σύνδεση καί ἀλληλουχία, ὡς πρός τό εἶδος καί τό χρόνο πού αὐτές συντελέσθηκαν, ἀλλά συμβαίνουν σύμφωνα μέ τή φιλάνθρωπη λειτουργία τοῦ νόμου τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ.
Ἄν λοιπόν μέ αὐτά τά δεδομένα σκέπτεται καί λειτουργεῖ ὁ ἄνθρωπος, δέν θά τρέφει βιώματα ἀναξιοπαθοῦντα, οὔτε θά πέφτει στούς βρόγχους τῆς λύπης, ἀλλά θά ἀξιοποιεῖ προσευχητικά τά ἀκούσια θλιβερά γεγονότα τῆς ζωῆς του κατά τρόπο θετικό, δηλαδή, μέ ταπείνωση, αὐτογνωσία καί ὑπομονή.
Ἐνεργώντας ἔτσι, δέν θά ἐκτεθεῖ στόν κίνδυνο τῆς κατάρρευσης, ἀλλά θά ἀποδέχεται καθετί εὐχαριστιακά. Καί αὐτό σημαίνει ὅτι καθετί λυπηρό θά γίνεται σ’ αὐτόν δάσκαλος Θεογνωσίας καί ἔναυσμα γιά τήν προσπάθεια τῆς κάθαρσής του ἀπό τίς «ἐν ἐπιγνώσει» ἤ «ἐν ἁγνοίᾳ» ἁμαρτίες του.
Οἱ ἀκούσιες θλίψεις, τελικά, δέν παράγουν τό δηλητήριο τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας, ἀλλά εἶναι εὐεργέτιδες καί διάκονοι στήν ἐργασία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τά τερατώδη πάθη. Γιατί ἡ ὁδός πού ὑποδεικνύουν οἱ ἀκούσιες θλίψεις διασώζει, διά τῆς συνεχοῦς μετανοίας, τή σωστή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί τόν ἀδελφό, τόν ὁποῖο δέν δακτυλοδεικτοῦν ὡς ὑπεύθυνο τῶν συμφορῶν του, ἀλλά τόν ἀποδέχονται, ὡς καθρέπτη τῆς ἁμαρτωλότητας καί τῆς δικῆς του ἐμπάθειας.
Τότε μόνο δέν θά δεχόμαστε τούς κεραυνούς τῆς ἀκούσιας λύπης, ὅταν μέ τή ζωή καί τά βιώματά μας δέν θλίβουμε κανένα, δηλαδή ὅταν δέν λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, μέ τό Ὁποῖο ἔχουμε σφραγισθεῖ, γιά νά ὁδηγηθοῦμε στή σωτηρία.

Από τό βιβλίο: Ὠδή στό ἐφήμερο - Ἡ λύπη κατά τούς Πατέρες
Ἐκδόσεις “ΕΟΙΜΑΣΙΑ” Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Για την καλλιέργεια της ψυχής μας

Για να προκόψεις στην αρετή χρειάζεται να γνωρίσεις τον Θεό και να Τον αγαπήσεις. 
Και θα Τον γνωρίζεις καλύτερα όσο περισσότερο τον αγαπάς. Πρέπει να σταυρώσεις τα πάθη σου και τις κακές σου επιθυμίες, για να έρθει μέσα στη ψυχή σου η χάρη Του.
Η βάση των αρετών είναι η ταπείνωση. Και για να αποκτήσουμε αρετές πρέπει πρώτα να βάλουμε το θεμέλιο των αρετών που είναι η ταπείνωση.
Πρέπει ν’ απαλλαγείς από τα σαρκικά πάθη, για να μπορέσεις να προκόψεις στην αρετή...

Η πρόοδος στην αρετή δεν είναι εύκολο πράγμα. Χρειάζεται αγώνας σκληρός για πολλά χρόνια. Πρώτα θα γνωρίσουμε την αρρώστια μας, θα πιστέψουμε ότι είμαστε άρρωστοι πνευματικά, και μετά θα προχωρήσουμε στη θεραπεία. Οι Πατέρες διδάσκουν ότι ποτέ στη ζωή μας δεν θα δούμε τον Θεό αν δεν κόψουμε τα πάθη μας. 
Αυτός είναι ο σωστός και μοναδικός τρόπος για να πλησιάσουμε τον Θεό. Τα αγαθά της Ουράνιας Βασιλείας δεν δίνονται στους ράθυμους και σ’ αυτούς που δεν έχουν καρπό αρετής.
Οι θλίψεις και οι στενοχώριες, οι αρρώστιες, το βάρος της σάρκας, οι ανάγκες του σώματος, οι συμφορές και αυτός ο θάνατος αντιμετωπίζονται με τη βοήθεια του Θεού. Αυτή όμως η βοήθεια θα έλθει, όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται ν’ αποκτήσει τις αρετές.
Η άσκηση της αρετής έχει μεγάλη σημασία στην καλλιέργεια της ψυχής, και η αρετή δεν αποκτιέται με ωραία λόγια, αλλά με κόπο, με μόχθο και ιδρώτα. 
Είναι μακάριος ο άνθρωπος που συνεχώς ανεβαίνει.

Αγίου Ισαάκ του Σύρου

Περί δεισιδαιμονίας και δεισιδαίμονα



Δεισιδαιμονία είναι ο δίχως λογική φόβος του Θεού. Πρόκειται περί υπερβολής και ακρότητας, αφού το μέτρο διατηρεί μόνο η ευσέβεια. Ο δεισιδαίμονας έχει φοβική συνείδηση, γιατί δεν την έχει αναπτύξει και στέκεται προς το θείο γεμάτος φόβο και με τρόπο που δεν ταιριάζει στον Θεό. Έχει ατελή γνώση περί των θείων ιδιωμάτων και πιστεύει για τον Θεό πράγματα ανάξια γι’ Αυτόν. Ο δεισιδαίμονας έχει εσκοτισμένο τον νου και ταραγμένη τη διάνοια. Ο Πλούταρχος λέει για τη δεισιδαιμονία: «Είναι φοβερό το σκοτάδι της δεισιδαιμονίας και όταν καταλάβει τον άνθρωπο ενσπείρει σ’ αυτόν λογισμούς σύγχυσης και τύφλωσης και μάλιστα σε πράγματα που είναι απαραίτητοι οι συλλογισμοί».
Ο δεισιδαίμονας φοβάται εκεί που δεν υπάρχει φόβος και ταράζεται εκεί που όφειλε να βρει την ειρήνη. Φαντάζεται πάντοτε ότι ο Θεός τον καταδιώκει και ζητάει τη σωτηρία από περιδέραια, τα οποία κρεμάει στον λαιμό του. Πιστεύει σε πλάνους και δέχεται σαν αλήθεια καθαρές ανοησίες. Παντού διακρίνει τη επικράτηση των σκοτεινών δυνάμεων και τους αποδίδει μεγαλύτερη δύναμη από τον Θεό. Ο δεισιδαίμονας είναι ηθικά ανελεύθερος και διανοητικά ταπεινωμένος . Πάσχει από θρησκευτική καταδίωξη και είναι ψυχικά άρρωστος. Ο δεισιδαίμονας είναι άνθρωπος δυστυχισμένος και ζει βίο άθλιο.

Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως 
Από το βιβλίο: «Το γνώθι σαυτόν
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ»

Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό



Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και Μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση. Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των Εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον; Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους.

Άγιος Νεκτάριος