.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Περί των ειδών του πολέμου των λογισμών, και ότι πρέπει με πολύ κόπο να αντιστεκόμαστε στα πάθη μας.



Οι Άγιοι Πατέρες είπαν για τον νοητό πόλεμο ότι το πρώτο στάδιο είναι η προσβολή του λογισμού, κατόπιν ο συνδυασμός, μετά η συγκατάθεση, ύστερα η αιχμαλωσία και τέλος το πάθος.
Η προσβολή, έγραψαν οι Πατέρες, Ιωάννης της Κλίμακος, Φιλόθεος Σιναΐτης και πολλοί άλλοι, είναι έ­νας απλός λογισμός η παρουσία στον νου μιας εντυπώσεως, η οποία εισέρχεται στην καρδιά και εκδηλώνεται στον νου. Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει ότι η προσβολή εί­ναι μία ενθύμηση, την οποία κάνει ο εχθρός λέγοντας: «Κάνε αυτό ή εκείνο», όπως ακριβώς εμφανίσθηκε στον Κύριο και τον προέτρεπε: «Ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται» (Ματθ. 4, 3), και γενικά οποιαδήποτε σκέψη που γίνεται στον ανθρώπινο νου από τον διάβολο. Γι’ αυ­τό οι Άγιοι Πατέρες λέγουν αυτό το είδος πολέμου δεν συνιστά αμαρτία για τον άνθρωπο, διότι είναι μία νοερά προσβολή του εχθρού της σωτηρίας μας, η οποία, όπως λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, δεν προέρχεται από εμάς και συνεπώς δεν μας μεγαλύνει ούτε μας ταλαιπωρεί. Μ’ αυτό τον τρόπο προσέβαλε ο διάβολος τους πρωτοπλάστους και εξεδίωξε εκ του παραδείσου και του Θεού, λόγω της παραβάσεως της εντολής Του, ώστε να μπορεί κατόπιν να προσβάλει κάθε άνθρωπο με τους κα­κούς λογισμούς. Μόνον οι τέλειοι μπορούν να μένουν ακλόνητοι, παρότι και αυτοί μερικές φορές προσβάλλον­ται, όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος.
Ο συνδυασμός, λέγουν οι Πατέρες είναι η εμπαθής ή απαθής συνομιλία με τον λογισμό που εμφανίζεται, όπως την δέχεται ο νους από τον νοητό εχθρό, δηλαδή η συζήτηση και εκούσια απασχόληση με αυτόν. Αυτή η εκδήλωση του λογισμού δεν είναι τελείως αναμάρτητος και είναι αξιέπαινος αυτός που θα διορθώσει τον κακό λογι­σμό με την βοήθεια του Θεού. Έτσι λοιπόν, εάν δεν αποκρούσει αμέσως την προσβολή του λογισμού που κάνει ο διάβολος στον άνθρωπο και θελήσει λίγο να ομιλήσει μ’ αυτόν, ο διάβολος αναγκάζει την σκέψη του να προχωρήσει προς την αμαρτία. Πρέπει λοιπόν να αγωνιζόμαστε να επανέλθει ο νους μας προς το καλλίτερο, και πως πρέπει να επιστρέψουμε τον νου μας προς τους καλούς λογι­σμούς, θα το φανερώσουμε παρακάτω με την βοήθεια του Θεού.
Η συγκατάθεση, είπαν οι Πατέρες, είναι η κάμψη της ψυχής, λόγω ηδονής, στον εμφανισθέντα λογισμό ή στην μορφή που σχηματίσθηκε στον νου. Αυτό συμβαίνει εάν δεχθούμε την φαντασία ή την πονηρά ενθύμηση του εχθρού και λίγο-λίγο υποχωρήσουμε στις προτροπές του. Αυτό, είπαν οι Πατέρες, συμβαίνει σ’ αυτούς που δεν ασκούνται στην πνευματική εργασία. Συνεπώς λοιπόν, εάν δεν μάθει κάποιος την άσκηση της εργασίας των αρετών και ενώ έλαβε πλήρως από τον Θεό την βοήθεια για την αποδίωξη των κακών λογισμών, ζει με ακηδία και δεν αγωνίζεται, δεν είναι απαλλαγμένος της αμαρτίας, λόγω της αδιαφορίας του στην απόκρουση των κακών και πονηρών λογισμών. Και εάν θα είναι κάποιος από τους αδόκιμους και αρχαρίους μοναχούς και αδύνατος στην εκδίωξη των λυσσαλέων επιθέσεων του πονηρού, αμέσως να τρέχει κράζοντας προς τον Κύριο, με ταπείνωση και εξουθένωση του εαυτού του, να τον βοηθήσει, όπως είναι γραμμένο: «Εξομολογείσθε τω Κυρίω και επικαλείσθε το όνομα το άγιον αυτού» (Ψαλμ. 84, 1). Και ο Θεός κατά το μέγα έλεός Του θα τον συγχωρήσει για την αδυναμία του αυτή. Αυ­τά είπαν οι Πατέρες γι’ αυτούς που είναι στον πνευματικό αυτό πόλεμο και νικήθηκαν όχι με την θέλησή τους αλλά λόγω της ισχυρής προσβολής του λογισμού. Όμως ο νους να ανδρειώνεται για να μην κάνει την ανομία με την πράξη, όπως λέγει ο Γρηγόριος ο Σιναΐτης.
Η αιχμαλωσία είναι η υποχώρηση στο πάθος. Γι’ αυ­τήν είπε ο ανωτέρω άγιος Γρηγόριος: Όποιος δέχεται με την θέλησή του τις πονηρές προτροπές του νοητού εχθρού, συζητά και συγκαταβαίνει σ’ αυτές, νικήθηκε πλέον, δεν αντιδρά στην αμαρτία και επιθυμεί να την πράξει ακόμη και όταν δεν είναι βολικό με το έργο, επειδή ίσως δεν είναι ο κατάλληλος καιρός ή ο τόπος ή εμποδίζει κάποια άλλη δυσκολία. Αυτή η εκούσια προσχώρηση στο κακό είναι πολύ εφάμαρτη και χωρίς αμφιβολία τιμωρείται.
Η υποδούλωση η αναγκαστική και ακούσια της καρδιάς ροπή, καταστρέφει την προσωπική μας φρόνηση και το αυτεξούσιο, επειδή ενώθηκε με αυτήν (καρδιά) ο εμπαθής λογισμός. Έτσι λοιπόν, εάν θα υποδουλωθεί η καρδιά από τον κακό λογισμό και σύρεται με βία χωρίς να μπορεί να αντιδράσει, θα μπορέσει μόνο με την βοήθεια του Θεού να επιστρέψει στην πρώτη της κατάστασή. Και εάν κυβερνάται σαν από θύελλα και κύματα από τους πονηρούς λογισμούς χάνοντας την ελευθερία της και μην μπορώντας να επανέλθει στην ψυχική της αρμονία και ει­ρήνη, αυτό οφείλεται στην εσωτερική ταραχή που δημιουργείται από την υπερβολική και ακράτητη είσοδο των πονηρών λογισμών. Έτσι επέρχεται μία σύγχυση με­ταξύ των αμαρτωλών σκέψεων και της ψυχικής αρμο­νίας της ψυχής. Η σύγχυση αυτή με άλλο τρόπο κρίνεται, όταν συμβαίνει στον καιρό της προσευχής, και με άλ­λο τρόπο όταν γίνεται σε άλλη στιγμή. Άλλο το είδος των λογισμών όταν είναι συνηθισμένο και άλλο όταν έρ­χεται έξωθεν από τους κακούς λογισμούς. Έτσι λοιπόν, είναι πιο εφάμαρτο εάν αιχμαλωτισθεί ο νους από τους κακούς λογισμούς στην ώρα της προσευχής διότι εκείνη την στιγμή ο νους πρέπει να κατευθύνεται προς τον Θεό και να προσέχει στην προσευχή, προφυλασσόμενος από οποιαδήποτε ξένη σκέψη. Εάν δεν γίνεται στην ώρα της προσευχής και οι λογισμοί εισέλθουν, λόγω διαφόρων πειρασμών της ζωής, αυτό δεν είναι αμαρτία, διότι και οι άγιοι ασχολούντο με συστηματικό πρόγραμμα με τα χρει­ώδη της ζωής. Πάντως πρέπει πάντοτε να προφυλαγόμαστε από τους κακούς λογισμούς.
Ενώ το πάθος, λέγουν οι Πατέρες είναι αυτό το οποίο για πολύ χρόνο φωλιάζει στην ψυχή και την ταράζει πάντοτε με τους εμπαθείς λογισμούς που σπείρει ο νοη­τός εχθρός μας. Και από την συχνή και αλλεπάλληλη υποχώρηση στο κακό, γιγαντώνεται και γίνεται συνήθεια η αμαρτία, που ενισχύεται ακόμη από την φαντασία και επανάληψη του κακού. Αυτό συμβαίνει, διότι ο διάβολος παρουσιάζει ενώπιον του ανθρώπου κάθε είδους εμπαθή έργα και του ανάβει την φλόγα για ν’ απολαύσει αυτά. Περισσότερο όμως οφείλεται αυτό, όταν ο ίδιος ο άνθρωπος συνομιλεί με τον λογισμό του και από απροσεξία συγκατατίθεται σ’ αυτόν ή με τη θέλησή του σκέπτεται το πα­ράνομο έργο, αφού πλέον δεν έχει τον φόβο των αιωνίων βασάνων και αδιαφορεί για την μετάνοια· δηλαδή δεν του φαίνεται κακό και δεν προσεύχεται για να λυτρωθεί από το πάθος. Όταν ένας κολάζεται στα αιώνια βάσανα του άδου δεν σημαίνει ότι κολάσθηκε επειδή πολεμήθηκε από κάποιο πάθος αλλά από αμετανοησία, διότι εάν συνέβαινε αυτό δεν θα υπήρχε για κανέναν συγχώρηση, έως ότου φθάσουν στην τελεία απάθεια, όπως λέγει ο Πέτρος ο Δα­μασκηνός. Διότι είπαν οι Πατέρες ότι, αυτοί που κυριεύθηκαν από πάθη, πρέπει να τα καταπολεμήσουν κατόπιν με πολλή άσκηση. Επί παραδείγματι, εάν κάποιος υπετάγη στο πάθος της πορνείας πρέπει να απομακρυνθεί ολοκληρωτικά με εκείνο το πρόσωπο που αμάρτησε και από κάθε σχέση και συνομιλία μαζί του, από την ψαύση ενδυμάτων του και από τα διεγερτικά μυρωδικά του. Διότι εάν δεν φυλάξει εκείνος τον εαυτό του από όλα αυτά, επαναλαμβάνει το πάθος και πορνεύει με τον λογισμό στην καρδιά του, ανάβοντας μόνος του την κάμινο των παθών του και επιτρέποντας να μπαίνουν μέσα του, σαν ένα θηρίο, όλοι οι κακοί λογισμοί.


Οσίου Νείλου Σόρσκυ, 
Περί νοεράς εργασίας, 
εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», σ. 29-33


Κανένα όπλο δεν είναι τόσο αποτελεσματικό στα χέρια του διαβόλου όσο η απόγνωση.

Αυτά, λοιπόν, έχοντας υπόψη μας, ποτέ να μην απελπιζόμαστε. Κανένα όπλο δεν είναι τόσο αποτελεσματικό στα χέρια του διαβόλου όσο η απόγνωση. Γι’ αυτό και δεν του προξενούμε τόση ευχαρίστηση όταν αμαρτάνουμε, όση όταν απελπιζόμαστε…

… Γνωρίζοντας λοιπόν, πως ο ουράνιος Πατέρας μας , ο Καλός Ποιμένας, όχι μόνο δεν μας περιφρονεί, όταν επιστρέφουμε σ’ Αυτόν, αλλά και με μεγαλύτερη προθυμία και στοργή μας δέχεται απ’ ό,τι εκείνους που κατόρθωσαν την αρετή, γνωρίζοντας πως όχι μόνο δεν τιμωρεί τους πλανεμένους, αλλά και βγαίνει σε αναζήτησή τους και χαίρεται περισσότερο γι’ αυτούς, όταν τους βρει, παρά για όσους έχει κοντά Του, ούτε ν’ απελπιζόμαστε πρέπει, όταν βρισκόμαστε στην αμαρτία, ούτε όμως και να ξεθαρρεύουμε όταν κάνουμε το καλό∙ αλλά, και όταν αμαρτάνουμε, να μετανοούμε, και όταν ασκούμε την αρετή, να προσέχουμε μην πέσουμε. Γιατί προδοσία της σωτηρίας μας είναι και τα δυο τούτα, δηλαδή τόσο το να ξεθαρρεύουμε, όταν βρισκόμαστε στο δρόμο της αρετής, όσο και το ν’ απελπιζόμαστε, όταν πέφτουμε στην αμαρτία…

… «Σήμερα», λοιπόν, όσο δηλαδή διαρκεί η παρούσα ζωή, ας μην απελπιζόμαστε. Στηρίζοντας τις ελπίδες μας στον Κύριο και αναγνωρίζοντας την άπειρη φιλανθρωπία Του, ας πετάξουμε πρόθυμοι μακριά μας κάθε κακία, ας πιαστούμε από την αρετή, ας δείξουμε απέραστη μετάνοια, ας καθαριστούμε εδώ απ’ όλα τ’ αμαρτήματά μας, για να μπορέσουμε με παρρησία να σταθούμε στο φοβερό βήμα του Χριστού και να μπούμε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Θεού μας.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

http://katixitikoinois.blogspot.gr

Ας μην αφήνουμε την λύπη να μας κυριεύει τόσο...


Αξιολύπητοι, βλέπεις, είναι οι αμαρτωλοί, έστω κι αν κανένας δεν τους κατηγορεί. Αξιοζήλευτοι, απεναντίας, είναι οι ενάρετοι, έστω κι αν ο κόσμος όλος τους κατατρέχει. Γιατί, όταν η συνείδηση ενός ανθρώπου είναι ήσυχη, όσες τρικυμίες κι αν ξεσηκώνονται εναντίον του, αυτός θα βρίσκεται πάντα σε λιμάνι γαλήνιο. Όταν, όμως, η συνείδησή του είναι ταραγμένη, ακόμη κι αν όλα του έρχονται ευνοϊκά, θα βασανίζεται, σαν τον ναυαγό στη φουρτουνιασμένη θάλασσα.

Αλλά και με την πέψη των τροφών, τί συμβαίνει; Όταν το στομάχι μας είναι γερό, όσο δύσπεπτο φαγητό κι αν τρώμε, το χωνεύουμε ομαλά, δίχως να ταλαιπωρούμαστε από βαρυστομαχιά, ξυνίλες ή καούρες. Όταν, όμως, το στομάχι μας έχει κάποια βλάβη, και την πιο εύπεπτη τροφή αν του προσφέρουμε, τη δέχεται με δυσκολία, σαν να είναι η πιο βαρειά.

Τί εννοώ με όλα αυτά; Ότι η ψυχή που υποφέρει από λύπη και αθυμία, δεν μπορεί ούτε απ' όσα της λες να ωφεληθεί ούτε κάτι ωφέλιμο να πει. Όπως ένα πυκνό σύννεφο, που σκεπάζει τον ήλιο, εμποδίζει τις ακτίνες του να φθάσουν στη γη, έτσι και η λύπη, που σαν άλλο σύννεφο σκεπάζει την ψυχή, δεν αφήνει τις ακτίνες της λογικής να την φωτίσουν. Γι' αυτό ο υπερβολικά λυπημένος άνθρωπος συνήθως είτε παραλογίζεται είτε βυθίζεται σε σιωπή. Μα και οι άλλοι, που τον βλέπουν, προτιμούν κι αυτοί να σωπάσουν. Θυμάστε τους τρεις φίλους του Ιώβ; Όταν τον αντίκρισαν γεμάτο πληγές και καθισμένο πάνω στην κοπριά, ξέσπασαν σε κλάματα και ξέσκισαν τα ρούχα τους. Έπειτα έμειναν μαζί του εφτά μερόνυχτα, αλλά, βλέποντας πόσο μεγάλος ήταν ο πόνος του, κανένας τους δεν άνοιξε το στόμα του για να μιλήσει. Γνώριζαν καλά, βλέπεις, ότι, γι' αυτούς που υποφέρουν, τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο από την ησυχία και την σιωπή (Ιώβ 2:11-13).

Ας μην αφήνουμε την λύπη, πάντως, να μας κυριεύει τόσο, ώστε να μας οδηγεί σε παράλογες ενέργειες είτε σε αδιάκριτη εσωστρέφεια. Μας βρήκε ένας πειρασμός, μια δοκιμασία, μια συμφορά; Ο Θεός, που παραχώρησε τον πειρασμό, γνωρίζει και πότε πρέπει να λήξει. Αυτός, ως παντοδύναμος, μπορεί να μας απαλλάξει από κάθε κακό, όταν έρθει η κατάλληλη ώρα, προπαντός όταν μετανοήσουμε για τις αμαρτίες μας και επιστρέψουμε κοντά Του.

Άγιος Ιωάννης ο χρυσόστομος

http://1myblog.pblogs.gr

"O Θεός όμως, όταν εξαλείφει τα αμαρτήματα, δεν αφήνει σημάδι ούτε επιτρέπει να παραμείνει κάποιο ίχνος επάνω στην ψυχή"



«Aλήθεια, ποιό λιμάνι μπορεί να συγκριθεί με το λιμάνι της εκκλησίας; Ποιός παράδεισος μπορεί να συγκριθεί με τον παράδεισο των συγκεντρωμένων πιστών; Δεν υπάρχει εδώ φίδι που γυρεύει να μάς βλάψει, μόνο ο Xριστός που μάς οδηγεί μυστικά. Δεν υπάρχει εδώ Eύα που μάς εξαπατά και μάς ρίχνει κάτω, μόνο η εκκλησία που μάς ανορθώνει. Δεν έχει εδώ φύλλα δέντρων, αλλά καρπούς πνευματικούς. Δεν έχει εδώ φράχτη με αγκάθια, παρά αμπέλι γεμάτο σταφύλια. Aν πάλι βρώ κάποιο αγκάθι, το μεταβάλλω σέ ελιά. Γιατί αυτά που βρίσκονται εδώ δεν έχουν φύση αδύναμη, που δέν μπορεί ν’ αλλάξει, αλλά έχουν τιμηθεί με την ελευθερία να επιλέγουν. Aν πάλι λύκο βρώ, τον κάνω πρόβατο- όχι γιατί αλλάζω τη μορφή του, αλλά γιατί στρέφω αλλού την επιθυμία του. Γι’ αυτό δεν θά ‘ταν λάθος αν θεωρούσαμε την εκκλησία πιό σπουδαία από την κιβωτό. Γιατί η κιβωτός δεχόταν βέβαια τα ζώα και τά διατηρούσε ζώα- η εκκλησία όμως δέχεται τα ζώα και τά αλλάζει.Tί εννοώ μ’ αυτό: Mπήκε στην κιβωτό ένα γεράκι, βγήκε πάλι γεράκι- μπήκε ένας λύκος, βγήκε πάλι λύκος. Eδώ μπαίνει κανείς γεράκι και βγαίνει περιστέρι- μπαίνει λύκος και βγαίνει πρόβατο- μπαίνει φίδι και βγαίνει αρνί- όχι επειδή μεταβάλλεται η φύση του, αλλά επειδή διώχνεται μακριά η κακία.

Γι’ αυτό φέρνω το λόγο διαρκώς στη μετάνοια. Γιατί η μετάνοια, που στόν αμαρτωλό φαντάζει φοβερή και τρομερή, γιατρεύει τα παραπτώματα- εξαφανίζει τις παρανομίες- σταματά το δάκρυ- δίνει παρρησία μπροστά στο Θεό- είναι όπλο κατά του διαβόλου- μαχαίρι που τού κόβει το κεφάλι- ελπίδα σωτηρίας- αφαίρεση της απελπισίας. Aυτή ανοίγει στον άνθρωπο τον ουρανό. Aυτή τον οδηγεί στον παράδεισο. Aυτή νικά τον διάβολο. Γι’ αυτό ακριβώς και σάς μιλώ συνέχεια γι’ αυτήν.

Όπως από την άλλη κι η υπερβολική αυτοπεποίθηση μάς οδηγεί στην πτώση. Eίσαι αμαρτωλός; Mήν απελπίζεσαι. 
Δεν σταματώ, σά φάρμακα αυτά τα λόγια συνεχώς να σάς τα δίνω. Γιατί ξέρω καλά τί όπλο δυνατό που είναι κατά του διαβόλου το νά μή χάνεις την ελπίδα σου. Aν έχεις αμαρτήματα, μήν απελπίζεσαι. Δεν παύω διαρκώς αυτά τα λόγια να τά επαναλαμβάνω. Aκόμα και αν αμαρτάνεις κάθε ημέρα, κάθε ημέρα να μετανοείς. Άς κάνουμε ό,τι ακριβώς και με τα σπίτια τα παλιά που είναι ετοιμόρροπα: αφαιρούμε τα παλαιά και σάπια υλικά και τ’ αντικαθιστούμε με καινούργια- και δέ λησμονούμε διαρκώς να τά περιποιούμαστε. Πάλιωσες σήμερα από την αμαρτία; Γίνε πάλι καινούργιος με τη μετάνοια. Mα είναι στ’ αλήθεια δυνατό, αυτός που θά μετανοήσει να σωθεί; – αναρωτιούνται μερικοί. Eίναι, και πολύ μάλιστα. Όλη μου τη ζωή μέσα στίς αμαρτίες την πέρασα- και άν μετανοήσω, θα σωθώ; 
Nα είσαι απολύτως βέβαιος γι’ αυτό. Kι από που φαίνεται αυτό; Aπ’ τη φιλανθρωπία του Kυρίου σου. Nομίζεις ότι από τη μετάνοιά σου μόνο παίρνω το θάρρος να μιλάω έτσι; Nομίζεις ότι από μόνη η μετάνοια έχει τη δύναμη να βγάλει από πάνω σου τόσα κακά; Aν ήταν μόνον η μετάνοια, δικαιολογημένα να φοβόσουν. Όμως μαζί με τη μετάνοια ενώνεται αξεδιάλυτα η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους. Kαι όριο αυτή η αγάπη δε γνωρίζει.

Oύτε μπορεί κανείς να εξηγήσει με τα λόγια την απεραντοσύνη της αγάπης του Θεού. H δική σου κακία έχει ένα όριο- το φάρμακο όμως όριο δεν έχει. H δική σου κακία, όποια και νά είναι, είναι μία ανθρώπινη κακία. Aπό την άλλη όμως βρίσκεται η αγάπη του Θεού για τούς ανθρώπους, μια αγάπη που δέν περιγράφεται με λόγια. Nα έχεις λοιπόν θάρρος, γιατί αυτή η αγάπη νικάει την κακία σου. Φαντάσου μία σπίθα να πέφτει μές στο πέλαγος. Eίναι ποτέ δυνατό να σταθεί ή να φανεί; Ό,τι είναι η σπίθα μπρός στο πέλαγος, είναι και η κακία μπρός στη φιλανθρωπία του Θεού. Ή μάλλον η διαφορά είναι ακόμη πιό μεγάλη. Γιατί το πέλαγος, όσο πλατύ κι αν είναι, κάπου τελειώνει βέβαια. H αγάπη όμως του Θεού για τούς ανθρώπους τέλος δεν γνωρίζει. Όλα αυτά σάς τ’ αναφέρω βέβαια όχι για νά σάς κάνω ράθυμους κι απρόσεκτους, αλλά για νά σάς οδηγήσω στη μετάνοια με πιό μεγάλη προθυμία.

Πολλές φορές συμβούλεψα να μένετε μακριά από τα πονηρά θεάματα. Σύ, τώρα, ενώ άκουσες τα λόγια μου, δεν πείστηκες. Πήγες σέ πονηρά θεάματα- παράκουσες τις συμβουλές μου. Όμως και πάλι μή διστάσεις να ‘ρθείς στην εκκλησία και ν’ ακούσεις. Mα άκουσα τις συμβουλές και δέν τις τήρησα – θα πείς. Πώς γίνεται να έρθω πάλι; Mα αντιλήφθηκες τουλάχιστον αυτό, πώς δεν τίς τήρησες- νιώθεις τουλάχιστον ντροπή- κοκκινίζεις- χωρίς κανείς να σ’ αναγκάζει, μόνος σου βάζεις ένα χαλινό στον εαυτό σου- έχεις τουλάχιστον τις συμβουλές μου ριζωμένες μέσα σου- χωρίς να είμαι εγώ παρών, η διδαχή μου σέ γιατρεύει. Nαί, σίγουρα, δεν τήρησες τις συμβουλές μου. Όμως από την άλλη καταδίκασες τον εαυτό σου. Aυτό σημαίνει ότι τήρησες τις συμβουλές μου στο μισό μ’ όλο που δέν τις τήρησες. Mόνο και μόνο επειδή είπες: δεν τήρησα τις συμβουλές. Γιατί, πραγματικά, όποιος κατηγορεί τον εαυτό του επειδή δεν ετήρησε τις συμβουλές μου, βρίσκεται καθ’ οδόν να τίς τηρήσει. Πήγες σέ πονηρά θεάματα; Διέπραξες κάποια παρανομία; Aιχμαλωτίστηκες από συνήθεια πονηρή; Kι ύστερα πάλι έφερες στο νού τα λόγια μου κι ένιωσες μέσα σου ντροπή; Έλα στην εκκλησία! Ένιωσες λύπη μέσα στην καρδιά σου; Zήτησε τη βοήθεια του Θεού! Ήδη έχεις κάνει ένα βήμα πρός τα εμπρός. Aλίμονο, ενώ άκουσα τις συμβουλές σου, δεν τίς ακολούθησα. Πώς γίνεται να ‘ρθω στην εκκλησία πάλι; Πώς γίνεται ν’ ακούσω πάλι; Nάρθεις και νά ξανάρθεις ακριβώς γι’ αυτό, γιατί δεν τήρησες τις συμβουλές μου. Για να τίς ξανακούσεις και νά τις τηρήσεις.

Για πές μου, αν ο γιατρός βάλει ένα φάρμακο επάνω στην πληγή και δέν γίνεις καλά, δεν θά στο δώσει πάλι άλλη μέρα; Eίναι ένας ξυλοκόπος- θέλει να κόψει μια βελανιδιά. Παίρνει τσεκούρι- αρχίζει να χτυπά τη ρίζα. Aν δώσει ένα χτύπημα καί δεν πέσει το άκαρπο δέντρο, δεν θά δώσει δεύτερο χτύπημα, δεν θά δώσει τρίτο, τέταρτο, δέκατο; Aυτό κάνε και σύ. Bελανιδιά είναι η πονηρή συνήθεια- άκαρπο δέντρο. Tα βελανίδια της είναι τροφή μόνο για χοίρους, που δέν έχουν λογική. Pίζωσε με το χρόνο μέσα στο μυαλό σου- νίκησε τη συνείδησή σου με το φύλλωμά της. O λόγος μου τσεκούρι. Tον άκουσες μια μέρα. Πώς είναι δυνατό σέ μία μέρα να πέσει κάτω αυτό που έχει πιάσει ρίζες μέσα σου τόσο καιρό; Λοιπόν, αν έρθεις δυό, αν έρθεις τρείς, αν έρθεις εκατό, αν έρθεις αναρίθμητες φορές ν’ ακούσεις, διόλου περίεργο δεν είναι. Mόνο προσπάθησε ν’ απαλλαγείς από ένα πράγμα πονηρό και δυνατό- από την πονηρή συνήθεια. Oι Iουδαίοι μάννα έτρωγαν, κι όμως ζητούσαν τα κρεμμύδια που έτρωγαν στην Aίγυπτο. «Kαλά – λέγαν- περνούσαμε στην Aίγυπτο». Άσχημο πράγμα η συνήθεια και ιδιαίτερα κακό! Λοιπόν, κι αν καταφέρεις νάρθεις δέκα μέρες, κι αν καταφέρεις νάρθεις είκοσι ή τριάντα, δεν σ’ αγκαλιάζω, δεν σέ επαινώ γι’ αυτό, δεν σού χρωστώ ευγνωμοσύνη. Mόνο μήν αποκάμεις- να μήν κουραστείς- αλλά νιώθε ντροπή και έλεγχε τον εαυτό σου.

Σάς μίλησα πολλές φορές για τήν αγάπη. Ήρθες και άκουσες, κι ύστερα πήγες κι άρπαξες από τον αδερφό σου; Δεν ακολούθησες τα λόγια μου στη πράξη; Nα μη ντραπείς να ‘ρθείς στην εκκλησία πάλι. Nτροπή να νιώθεις όταν αμαρτάνεις, μη ντρέπεσαι όταν μετανοείς. Kοίταξε τί σου έκανε ο διάβολος. Yπάρχουν δύο πράγματα- η αμαρτία και η μετάνοια. H αμαρτία είναι τραύμα- η μετάνοια φάρμακο. Όπως ακριβώς για τά σώματα υπάρχουν φάρμακα και τραύματα, το ίδιο και γιά την ψυχή- υπάρχουν τα αμαρτήματα και η μετάνοια.

H αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή- η μετάνοια έχει το θάρρος και τήν παρρησία. Θέλω να με ακούσεις, σε παρακαλώ, με προσοχή, μήπως και δεν αντιληφθείς πώς είναι η τάξη των πραγμάτων, και χάσεις έτσι την ωφέλεια. Πρόσεξε τί θα πώ! Yπάρχει το τραύμα- υπάρχει και τό φάρμακο. Yπάρχει η αμαρτία- υπάρχει και η μετάνοια. Tο τραύμα είναι η αμαρτία- το φάρμακο η μετάνοια. Στο τραύμα υπάρχει πύον και μόλυνση- υπάρχει ντροπή- υπάρχει χλεύη. Στη μετάνοια υπάρχει παρρησία- το φάρμακο η δύναμη να καθαρίζει αυτό που έχει μολυνθεί. Στην αμαρτία υπάρχει μόλυνση- υπάρχει ελευθερία- υπάρχει καθαρισμός του αμαρτήματος. Παρακολούθησε με προσοχή τα λόγια μου! Mετά την αμαρτία έρχεται η ντροπή- μετά τη μετάνοια ακολουθεί το θάρρος και η παρρησία. Έδωσες προσοχή σ’ αυτό που είπα; Aυτή την τάξη των πραγμάτων την αντέστρεψε ο διάβολος, και έδωσε στην αμαρτία παρρησία, και στη μετάνοια έδωσε ντροπή.

Δεν πρόκειται να φύγω από κοντά σας- θα μείνω ως αργά- μέχρι να σάς ξεκαθαρίσω αυτό το θέμα. Oφείλω να τηρήσω την υπόσχεση που έχω δώσει. Mου είναι αδύνατο ν’ αφήσω ανοιχτό αυτό το θέμα και νά φύγω. Yπάρχει λοιπόν τραύμα- υπάρχει και φάρμακο. Tο τραύμα έχει μέσα του τη μόλυνση- το φάρμακο την ικανότητα να καθαρίζει αυτό που είναι μολυσμένο. Eίναι δυνατό να υπάρχει μέσα στο φάρμακο μόλυνση; Eίναι δυνατό να υπάρχει μέσα στο τραύμα γιατρειά; Δεν έχει κάθε πράγμα τη δική του τάξη; Mήπως μπορεί ν’ αλλάξει και νά πάει αυτό μ’ εκείνο και εκείνο με το άλλο; Aποκλείεται αυτό.

Άς δούμε τώρα και τή φύση των αμαρτημάτων. H αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή, και κλήρος της είναι η περιφρόνηση. H μετάνοια μέσα της έχει παρρησία- μέσα της έχει τη νηστεία- και κτήμα της μετάνοιας είναι η δικαιοσύνη. Γιατί, όπως λέει η Γραφή: «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για νά γίνεις δίκαιος» και «Όποιος ελέγχει πρώτος αυτός τον εαυτό του, είναι δίκαιος». Γνωρίζοντας, λοιπόν, ο διάβολος πώς η αμαρτία μέσα της έχει την ντροπή κι αυτό μπορεί τον άνθρωπο που έλκεται από την αμαρτία να τον κρατήσει μακριά της- γνωρίζοντας από την άλλη πως η μετάνοια έχει την παρρησία και το θάρρος μέσα της και πως αυτό μπορεί να προσελκύσει στη μετάνοια αυτόν που θέλει να μετανοήσει, αντέστρεψε την τάξη των πραγμάτων κι έδωσε στη μετάνοια ντροπή, ενώ στην αμαρτία έδωσε το θάρρος και τήν παρρησία. Kι από που φαίνεται αυτό; Θα σου τό εξηγήσω. Kαταλαμβάνεται ένας άνθρωπος από μία επιθυμία πονηρή και δυνατή- και τήν ακολουθεί, όπως ένας αιχμάλωτος- δεν ντρέπεται- δεν κοκκινίζει. Πράττει την αμαρτία- ίχνος ντροπής πουθενά- δεν κοκκινίζει καθόλου. Όμως, για νά μετανοήσει, ντρέπεται. Mά, άνθρωπέ μου, όταν έπραττες την αμαρτία δεν ντρεπόσουν και τώρα που ήρθες να μετανοήσεις, τώρα ντρέπεσαι; Nιώθει ντροπή ο άνθρωπος. Nαί, το καταλαβαίνω. Mά, για πές μου, γιατί τότε που έπραττε την αμαρτία δεν ντρεπόταν; Πράττει την αμαρτία και δεν ντρέπεται, και ντρέπεται να πεί τα λόγια της μετάνοιας; Δεν είναι παρά έργο της κακίας του διαβόλου αυτό. Aυτός είναι που τή στιγμή της αμαρτίας εμποδίζει τον άνθρωπο να αισθανθεί ντροπή, και τόν αφήνει έτσι εκτεθειμένο απέναντι στην αμαρτία- γιατί γνωρίζει ότι, αν νιώσει ο άνθρωπος ντροπή, θα φύγει μακριά από την αμαρτία. Tη στιγμή πάλι της μετάνοιας κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται ντροπή- γιατί γνωρίζει ότι αυτός που αισθάνεται ντροπή, δεν φθάνει στη μετάνοια. Διπλό είναι το κακό που κάνει: Έλκει στην αμαρτία, από τη μιά, και απομακρύνει από τη μετάνοια, απ’ τήν άλλη.

Γιατί να ντρέπεσαι λοιπόν; Δεν ένιωθες ντροπή τότε που έπραττες την αμαρτία καί νιώθεις τώρα που έρχεσαι να βάλεις φάρμακο επάνω στην πληγή. Tώρα που απαλλάσσεσαι από την αμαρτία, τώρα ντρέπεσαι; Όφειλες τότε να αισθάνεσαι ντροπή- έπρεπε τότε να ντρεπόσουν- τότε, όταν έπραττες την αμαρτία. Aμαρτωλός γινόσουν και δεν ένιωθες ντροπή, γίνεσαι δίκαιος και ντρέπεσαι; «Λέγε τις αμαρτίες σου συ πρώτος, για να γίνεις δίκαιος». Ώ μέγεθος φιλανθρωπίας του Kυρίου! Δεν είπε «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για να μην τιμωρηθείς», αλλά «Λέγε τις ανομίες σου συ πρώτος, για να γίνεις δίκαιος». Δεν έφθανε που δεν τον τιμωρείς, τον κάνεις δίκαιο κι από πάνω; Nαι, και πολύ δίκαιο μάλιστα. Πρόσεξε ακριβώς αυτά τα λόγια! Λέει: Tον κάνω δίκαιο αυτόν που θα μετανοήσει. Θέλεις να μάθεις και σε ποιά περίπτωση το έκανε αυτό; Tότε με τον ληστή. Mέ το νά πεί ο ληστής στο σύντροφό του απλώς και μόνο εκείνα τα γνωστά μας λόγια! «Mα ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι εσύ; Kι εμείς δίκαια βέβαια- έχουμε μία τιμωρία όπως μάς αξίζει, για όλα όσα κάναμε»- την ίδια εκείνη τη στιγμή του λέει ο Σωτήρας: «Σήμερα κιόλας μαζί μου θα είσαι στον παράδεισο». Δεν του είπε: «σέ απαλλάσσω από την κόλαση κι από την τιμωρία», αλλά τον βάζει στον παράδεισο, αφού τον κάνει δίκαιο.
Eίδες πώς έγινε ο άνθρωπος με την εξομολόγηση της αμαρτίας δίκαιος; Eίναι μεγάλη η φιλανθρωπία του Θεού! Θυσίασε τον Yιό, γιατί λυπήθηκε τον δούλο, παρέδωσε τον Mονογενή, για ν’ αγοράσει δούλους αχάριστους- πλήρωσε, δίνοντας για τίμημα το αίμα του Yιού Tου. Ώ μέγεθος φιλανθρωπίας του Kυρίου! Kαι μή μου πείς πάλι τα ίδια- «έχω πολλές αμαρτίες» και «πώς θα μπορέσω να σωθώ;». Eσύ δεν μπορείς, μπορεί όμως ο Kύριός σου και είναι τόση η δύναμή Tου, ώστε τα αμαρτήματα τα εξαλείφει. Παρακολούθησε με προσοχή αυτά τα λόγια! Tα αμαρτήματα τα εξαλείφει, έτσι που ίχνος τους δε μένει. Bέβαια για τά σώματα αυτό δεν είναι δυνατό. Aκόμα κι αν αμέτρητες φορές θα προσπαθήσει ο γιατρός, ακόμα κι αν θά βάλει φάρμακα επάνω στην πληγή, γιατρεύει βέβαια την πληγή- πολλές φορές όμως πληγώνεται κανείς στο πρόσωπο και ενώ το τραύμα θεραπεύεται, μένει κάποιο σημάδι, που ασχημίζει και τό πρόσωπο, αλλά και που θυμίζει πώς υπήρξε κάποτε ένα τραύμα. Kαι αγωνίζεται με χίλιους τρόπους ο γιατρός να εξαλείψει πέρα από την πληγή και τό σημάδι. Mα όμως δεν τά καταφέρνει, γιατί τον αντιμάχεται η φύση του ανθρώπου η ασθενική και η αδυναμία της ιατρικής και τών φαρμάκων.

O Θεός όμως, όταν εξαλείφει τα αμαρτήματα, δεν αφήνει σημάδι ούτε επιτρέπει να παραμείνει κάποιο ίχνος επάνω στην ψυχή- αλλά μαζί με την υγεία χαρίζει και τήν ομορφιά- μαζί με την απαλλαγή από την τιμωρία δίνει και τή δικαιοσύνη- κι εκείνον που αμάρτησε, τον κάνει να ‘ναι ίσος με αυτόν που δέν αμάρτησε. Γιατί αφαιρεί το αμάρτημα και κάνει όχι μόνο να μην υπάρχει τώρα πια αυτό, αλλά και να μην έχει υπάρξει ούτε και στο παρελθόν. M’ αυτόν τον τρόπο ολοκληρωτικά το εξαλείφει.

Γνωρίζοντας, λοιπόν, το φάρμακο αυτό της μετάνοιας, ας απευθύνουμε δοξολογία στο Θεό. Γιατί η δόξα και η δύναμη αιώνια είναι δική Tου. Aμήν.»

Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου 

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ!


Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο και όχι δικαστήριο των ψυχών. Δεν καταδικάζει για τα αμαρτήματα, αλλά παρέχει συγχώρηση των αμαρτημάτων.
Τίποτα δεν κάνει τόσο χαρούμενη τη ζωή μας, όσο η ευχαρίστηση που νιώθουμε στην Εκκλησία. Στην Εκκλησία συντηρούν τη χαρά τους οι χαρούμενοι, στην Εκκλησία αποκτούν την ευθυμία οι στεναχωρημένοι και την ευφροσύνη οι λυπημένοι, στην Εκκλησία βρίσκουν την ανακούφιση οι ταλαιπωρημένοι και την ανάπαυση οι κουρασμένοι.

«Ελάτε» λέει ο Κύριος, «κοντά μου όλοι, όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι (με θλίψεις και αμαρτίες), κι εγώ θα σας ξεκουράσω» (Ματθ. 11:28).

Τι πιο ποθητό θα μπορούσε να υπάρξει απ’ αυτή τη φωνή; Τι πιο γλυκό απ’ αυτή τη πρόσκληση; Ο Κύριος σε προσκαλεί στην Εκκλησία για πλούσιο γεύμα. Σε μεταφέρει από τους κόπους στην ανάπαυση κι από τα βάσανα στην ανακούφιση. Σε απαλλάσσει από το βάρος των αμαρτημάτων σου. Γιατρεύει τη στεναχώρια με την ευχαρίστηση και τη λύπη με τη χαρά.

Κανένας δεν είναι πραγματικά ελεύθερος και χαρούμενος, παρά μόνο εκείνος που ζει για τον Χριστό. Αυτός ξεπέρασε όλα τα κακά και δεν φοβάται τίποτα!

Από το βιβλίο: Θέματα Ζωής Β' - Ιερά Μονή Παρακλήτου

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Περί νοερᾶς προσευχῆς




Περί νοεράς προσευχής 

Το θέμα τώρα της νοεράς προσευχής είναι πολύ ενδιαφέρον. Η νοερά προσευχή είναι μία καθαρά εμπειρική κατάστασις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται περί εμπειρίας. Ούτε ένας ψυχίατρος μπορεί να αρνηθή ότι η νοερά προσευχή είναι καθαρή εμπειρία. Η διαφορά μας με τους ψυχιάτρους θα ήταν όχι στο γεγονός αυτό καθ’ εαυτό, αλλά στην αιτία που προκαλεί την νοερά προσευχή. Δηλαδή, αν το θέμα αυτό τεθή υπ’ όψιν των επιστημόνων των θετικών επιστημών, π.χ. ψυχολόγων, ψυχιάτρων, παθολόγων, βιολόγων κ.λ.π. σαν ένα φαινόμενο άξιο παρατηρήσεως και μελέτης, θα είναι υποχρεωμένοι οι άνθρωποι αυτοί, εφαρμόζοντες την επιστημονική μέθοδο ερεύνης, να προβάλουν υποθέσεις. 

Βέβαια η Εκκλησία έχει την δική της κατατεθειμένη εμπειρία του φαινομένου. Ένας, που έχει νοερά προσευχή μέσα του, «ακούει» ο ίδιος την προσευχή αυτή να λέγεται μέσα στην καρδιά του. 

Και υπάρχει εκατοντάδων ετών παράδοσις αυτής της πνευματικής καταστάσεως. Από τους αγίους έχει δοθή μία συγκεκριμένη ερμηνεία σ’ αυτήν την πάραδοσι της νοεράς προσευχής και βάσει αυτής της ερμηνείας η Εκκλησία γνωρίζει ότι η νοερά προσευχή είναι μία πνευματική εμπειρία και ότι είναι αποτέλεσμα της επενεργείας του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή είναι μια μακραίωνη παράδοσις, που κανείς δεν μπορεί να αρνηθή την ύπαρξί της, διότι υπάρχουν πάρα πολλά συγγράμματα των Πατέρων επάνω στο θέμα αυτό, εκτός από όσα αναφέρονται γι’ αυτήν στην Αγία Γραφή. Και υπάρχουν σήμερα άνθρωποι, που ζουν αναμεταξύ μας, οι οποίοι γνωρίζουν από προσωπική τους εμπειρία, επειδή την ζουν, ενεργουμένη μέσα τους, την νοερά προσευχή. 

Οπότε, εφ’ όσον αυτοί οι επιστήμονες αποδεχθούν αυτήν την πραγματικότητα, μετά θα πρέπη να προβάλουν τις δικές τους υποθέσεις για να εξηγήσουν το φαινόμενο αυτό της νοεράς προσευχής. Βέβαια μεταξύ τους θα υπάρχουν και μερικοί, που θα πουν ότι αυτό είναι ένα εφεύρημα των παπάδων, ιδίως εδώ στην Ελλάδα! Θα πουν ότι αυτά τα λένε οι παπάδες, ότι είναι προϊόν της φαντασίας τους. Μακάρι όμως οι παπάδες να ησχολούντο με τέτοια πράγματα εδώ στην Ελλάδα. 

Άλλοι τώρα από αυτούς τους επιστήμονες ίσως πουν ότι αυτό είναι ένα είδος υπνωτισμού. Είχα μία σχετική συζήτησι με γιατρούς, μάλιστα με καθηγητές Πανεπιστημίου, οι οποίοι έλεγαν ότι αυτό είναι ένα είδος υπνωτισμού! Όμως, έστω, ας είναι έτσι γι’ αυτούς. Αλλά ένας ψυχίατρος είναι υποχρεωμένος να ασχοληθή συστηματικά με το θέμα αυτό. 

Σχετικά με τον υπνωτισμό τώρα, ο οποίος πράγματι είναι μία εμπειρία. Ο ψυχίατρος όμως θα πρέπη να μπορή να εξακριβώση, αν η νοερά προσευχή είναι ένα είδος υπνωτισμού ή όχι. Ο υπνωτισμός μπορεί να οδηγήση σε παραίσθησι, που σημαίνει σε ασυνταξία ως προς την σωστή σύνθεσι των εμπειρικών εντυπώσεων, που έχει ο άνθρωπος μέσα στην μνήμη του. Όμως όλα τα στοιχεία, που συνθέτουν μία παραίσθηση, είναι παρμένα από τις αισθήσεις. Διότι ο άνθρωπος που φθάνει σε παραίσθησι, φθάνει σ’ αυτήν, όχι διότι έχει χάσει την επαφή του με τα αισθητά, αλλά επειδή η μνήμη του έχει εκτροχιασθή και η σύνθεσις των εντυπώσεων, που γίνεται μέσα στο μυαλό του, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αταξία στην ταξινόμησι των εντυπώσεων. Έτσι έχομε τους ανισόρροπους, καθώς και αυτούς που ονειρεύονται στον ξύπνιο τους. Τα στοιχεία δηλαδή των αισθήσεων, που συνθέτουν μία παραίσθησι, είναι υπαρκτά. Εκείνος, που βρίσκεται σε παραίσθησι μπορεί να βλέπη κάτι, που δεν υπάρχει εκείνην την στιγμή μπροστά του, που είναι όμως υπαρκτό 24. 

Όσον αφορά στον υπνωτισμό, εκείνος που υπνωτίζεται μπαίνει σε μία κατάστασι κώματος, σαν δηλαδή να βρίσκεται σε κώμα και, αφού βρίσκεται σε κωματώδη κατάστασι, ενθυμείται πράγματα από το παρελθόν και απαντά στα ερωτήματα εκείνου που τον υπνώτισε. Οπότε, σαν υπνωτισμένος που είναι, δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα. 

Όσον αφορά τώρα στην νοερά προσευχή, δεν έχομε να κάνωμε με κάτι υπαρκτό, που έχει ήδη κατατεθή στην μνήμη και το οποίο ανακαλείται από την μνήμη και έτσι ονειρεύεται ο άνθρωπος. Δεν συμβαίνει το ίδιο, όπως σε μία παραίσθησι, που βλέπει κανείς κάτι, χωρίς όμως να υπάρχει πράγματι γύρω του εκείνο που βλέπει εκείνην την στιγμή ούτε να υποπίπτη στις αισθήσεις του εκείνην την στιγμή. Στην περίπτωσι της νοεράς προσευχής ό,τι συμβαίνει στην καρδιά του ανθρώπου και ό,τι αισθάνεται ο άνθρωπος, λαμβάνει χώραν εκείνην την στιγμή που το αισθάνεται. Δεν είναι κάτι του παρελθόντος. Είναι μία εμπειρία του παρόντος. Το να είναι επίσης κανείς σε εγρήγορσι πνεύματος, πράγμα που συμβαίνει κατά την νοερά προσευχή, δηλαδή ούτε υπνωτισμένος να είναι ούτε να βρίσκεται σε παραίσθησι, και ταυτόχρονα να βιώνη κάτι το πολύ ξεκάθαρο μέσα του, μέσα στην καρδιά του, κάποιον άλλον, που προσεύχεται μέσα του για λογαριασμό του «στεναγμοίς αλαλήτοις»25, τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει στον υπνωτισμό. Κατά την νοερά προσευχή ο άνθρωπος έχει πλήρη συνείδησι ότι κάτι οικείο προς την φύσι του και ενεργούμενο έσωθεν, όχι όμως από τον ίδιο λαμβάνει χώρα μέσα του, το οποίο όχι μόνο βιώνει ξεκάθαρα αλλά ταυτόχρονα το παρατηρεί, και το οποίο μπορεί εκούσια να συμμετέχη. 

Το βάρος την αποδείξεως την αληθείας αυτής της εμπειρίας δεν ανήκει στους Ορθοδόξους, οι οποίοι την κατέχουν, αλλά στους επιστήμονες, οι οποίοι την αμφισβητούν ή θέλουν να την ερευνήσουν. Αν πάλι οι επιστήμονες δώσουν ιδική τους ερμηνεία σ’ αυτό το φαινόμενο της νοεράς προσευχής, αυτοί οι ίδιοι θα πρέπη να αποδείξουν ότι η ιδική τους ερμηνεία είναι η σωστή ερμηνεία. Διότι οι Ορθόδοξοι έχουν παράδοσι αιώνων της ερμηνείας της νοεράς προσευχής, της οποίας η αλήθεια είναι αδιαφιλονείκητος για τους Ορθοδόξους. Και είναι αυτή η ερμηνεία αδιαφιλονείκητος, διότι δεν είναι ερμηνεία παρελθούσης εμπειρίας, η οπoία δεν μπορεί να εξακριβωθή ή να επαναληφθή, αλλά είναι ερμηνεία μιας ζώσης, αληθινής, σημερινής εμπειρίας και πραγματικότητος, που συνεχώς επαναλαμβάνεται και συνεχίζεται και παραδίδεται από γενεά σε γενεά μέσα στην Ορθόδοξο Εκκλησία. 

Η Εκκλησία στην γλώσσα της, που είναι η εκκλησιαστική γλώσσα, λέγει διά στόματος του αποστόλου Παύλου: «Δεν μιλούμε με την ανθρώπινη σοφία, αλλά με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος»26. Τι εννοεί μ’ αυτό; Γιατί ο Απόστολος αντιπαρατάσσει την δύναμι του Αγίου Πνεύματος με την σοφία του κόσμου τούτου; Διότι ο άνθρωπος, που έχει γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος, που έχει δηλαδή έλθει μέσα του το Άγιο Πνεύμα και έχει κατοικήσει μέσα στην καρδιά του, αυτός ο άνθρωπος αισθάνεται ζωντανά μέσα στην καρδιά του την δύναμι, δηλαδή την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, και έτσι δεν πείθεται ότι έχει γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος από λόγια άλλων ούτε από φιλοσοφικά ή θεολογικά επιχειρήματα άλλων, αλλά γνωρίζει ότι είναι ναός του Αγίου Πνεύματος από άμεση και προσωπική του εμπειρία· διότι νιώθει, ακούει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, που κάνει τον παπά και τον ψάλτη μέσα στην καρδιά του. Δηλαδή είναι η συμμαρτυρία του Αγίου Πνεύματος στο πνεύμα του ανθρώπου εκείνο το πράγμα, που δίνει στον άνθρωπο αυτόν την απόλυτη βεβαιότητα ότι έχει γίνει το σώμα του ναός του Θεού, αφού το Πνεύμα το Άγιο ήλθε και σκήνωσε στην καρδιά του. Αυτήν την κατάστασι περιγράφει ο απόστολος Παύλος, όταν λέγη: «Το Πνεύμα του Θεού κράζει μέσα στις καρδιές μας το αββά ο Πατήρ»27. Φωνάζει δηλαδή μέσα μας το Άγιο Πνεύμα απευθυνόμενο προς τον Πατέρα και λέγει: «Πατέρα μου»! 

Αυτό λοιπόν, που περιγράφει ο απόστολος Παύλος, είναι μία πραγματικότητα ή μία φαντασιοπληξία; Πετούσε στα σύννεφα ο απόστολος Παύλος, όταν το έλεγε αυτό; Αν προσέξετε καλά σε όσα λέει ο απόστολος Παύλος στο κεφ. 8 της προς Ρωμαίους επιστολής του, θα δήτε ότι μιλάει για πραγματική προσευχή στην καρδιά του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι μόνο ο απόστολος Παύλος που μιλάει έτσι. Και ο Δαυΐδ στους Ψαλμούς του μιλάει έτσι και η Παλαιά Διαθήκη μιλάει έτσι. Γι’ αυτό βλέπομε εδώ ποιος ήταν ο λόγος που οι αρχαίοι Χριστιανοί, που προητοιμάζοντο για την νοερά προσευχή, πρώτα αποστηθίζανε όλο το Ψαλτήρι. Αυτήν τη μεγάλη σημασία είχε το Ψαλτήρι γι’ αυτούς· στο να τους βοηθήσει να εργασθούν την νοερά προσευχή. 

Δεν ξέρω πόσοι Χριστιανοί σήμερα έχουν διαβάσει ολόκληρο το Ψαλτήρι. Τα παληά χρόνια το διάβαζαν επάνω στους πεθαμένους πριν την κηδεία. Ίσως τότε να ήταν η μόνη φορά που διάβαζαν ολόκληρο το Ψαλτήρι. Το διάβαζε ο παπάς και, αν είχε κοντά του κανένα ψάλτη, έβαζε και τον ψάλτη και το διάβαζε. Τα παληά χρόνια, για να χειροτονηθή κανείς επίσκοπος, έπρεπε να αποδείξη ότι ήξερε το Ψαλτήρι28. Γιατί; Γιατί το Ψαλτήρι είχε τόσο μεγάλη σημασία μέσα στην Εκκλησία; Διότι το Ψαλτήρι έχει προσευχές σχετικές με την νοερά προσευχή. Διότι η νοερά προσευχή στην Εβραϊκή παράδοσι, στην Προφητική παράδοσι, αλλά και στην αρχαία Χριστιανική παράδοσι, γινόταν και με τους Ψαλμούς. Γι’ αυτόν τον λόγο λέει ο απόστολος Παύλος «προσεύξομαι τω πνεύματι, προσεύξομαι και τω νοΐ. Ψαλώ τω πνεύματι, ψαλώ και τω νοΐ»29. Οπότε η νοερά προσευχή δεν είναι μόνο προσευχή με λόγια, αλλά είναι και ψαλμωδία, ψαλμός δηλαδή. Γι’ αυτό έχομε και δείγματα από την Παράδοσι ότι η νοερά ευχή γινόταν και με τους Ψαλμούς. Ένα από αυτά τα παραδείγματα είναι εκείνο του Αγίου Ιωάννου του Κασσιανού, ο οποίος διδάσκει νοερά προσευχή με Ψαλμούς. Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες γι’ αυτό το πράγμα 30. 

Οπότε χρειάζεται καμμία φιλοσοφική απόδειξις γι’ αυτά τα θέματα, εφ’ όσον εκείνοι, που πιστεύουν και έχουν φθάσει σ’ αυτήν την κατάσταση της νοεράς προσευχής, έχουν μέσα τους αυτήν την εμπειρία; Και, εφ’ όσον υπάρχη αυτή η εμπειρία, σε τι χρειάζεται η μεταφυσική; Σε τι χρειάζεται η φιλοσοφία; Σε τι βοηθάει η φιλοσοφία; Βοηθήθηκε ποτέ κανείς ουσιαστικά στην ζωή του από καμμία φιλοσοφία στο να αποκτήση αυτήν την κατάστασι της νοεράς προσευχής, που ενεργεί αδιάλειπτα μέσα στην καρδιά, ώστε να γίνη ναός του Αγίου Πνεύματος; 

Όταν κανείς δεν έχη τέτοια εμπειρία, αλλά θέλη να την αποκτήση, τότε πηγαίνει και διδάσκεται από τους έχοντας την εμπειρία αυτή. Η εμπειρία αυτή της νοεράς προσευχής είναι συνήθως - αν και υπάρχουν εξαιρέσεις - απαραίτητη προϋπόθεσις για να φθάση κάποιος στην εμπειρία της θεώσεως, κατά την οποία αποκτά εμπειρία της ακτίστου δόξης του Θεού. Αυτή η εμπειρία της θεώσεως είναι αποκλειστικά δώρο Θεού, το οποίο ο Θεός χαρίζει σε όποιους θέλει, όταν θέλη και για όσο θέλει και δεν εξαρτάται από την ανθρώπινη προσπάθεια. Προϋπόθεσις όμως υπό συνήθεις συνθήκες είναι το να έχη κανείς την νοερά προσευχή. 

Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (+)
Καθηγητού Πανεπιστημίου 

Επιμέλεια - Σχόλια: Μοναχού Δαμασκηνού Αγιορείτου 

Σημειώσεις 

24. Αυτό συμβαίνει με τα παραισθησιογόνα, όπως π.χ. το LSD. Βέβαια, παραίσθησι μπορεί να έχη κάποιος και κατά τον υπνωτισμό, όταν εισαχθή από τον υπνωτιστή δαιμονική ενέργεια, οπότε ο υπνωτισμένος έρχεται σε επαφή με πονηρά πνεύματα. 

25. Βλ. Ρωμ. 8, 26. 

26. Α’ Κορ. 2, 4: «... Και ο λόγος μου και το κήρυγμά μου ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν αποδείξει Πνεύματος και δυνάμεως». 

27. Γαλ. 4, 6. «Ότι δε εστε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του υιού αυτού εις τας καρδίας υμών κράζον· αββά ο πατήρ». 

28. Κανών β’ της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου. 

29. Α’ Κορ. 14, 15. 

30. Στο «Ρουμανικό Γεροντικό», που έγραψε ο π. Ιωαννίκιος Μπάλαν, (έκδ. «Ορθοδόξου Κυψέλης»), αναφέρεται η περίπτωσις ενός λαϊκού Χριστιανού, ο οποίος είχε αδιάλειπτη την νοερά προσευχή, απαγγέλλοντας διαρκώς του Ψαλμούς. 


Μία πνευματική ἐμπειρία σέ ἕνα σουβλατζίδικο!


Ανεξίτηλα εντυπωμένη θα μείνει στην ψυχή μου μία χαριτωμένη και θαυμαστή διήγηση που μου είχε αναφέρει μετά απορίας και δέους ένα νέο και υπερβολικά απλό παιδί ο Κώστας (αγνός πατριώτης τότε, πιστεύω και τώρα, έχω αρκετό χρόνο να τον δώ), πριν καιρό.

Βασανίστηκα αρκετά εδώ και πολλά χρόνια αν θα έπρεπε να την δημοσιεύσω αφού αποτελεί αφ’ενός πολύ προσωπική εμπειρία Χάριτος αλλά και φοβούμενος μήπως κάποιοι παρεξηγήσουν και χλευάσουν το αναφερόμενο γεγονός. Τελικά όμως αποσιωπώντας το επώνυμο του Κώστα τολμώ να αναφέρω ότι έζησε αυτός ο νέος και ο καθένας ας πεί ότι θέλει.

Ένα απόγευμα, εντός της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ενώ είχα αποτελέψει το Απόδειπνο ήρθε ο Κώστας για να με χαιρετίσει. Μόλις είχε τελειώσει την δουλειά από ένα κατάστημα κοντά στην Εκκλησία που δούλευε. 
- Πάτερ καλησπέρα, συγνώμη που σας κουράζω αλλά θέλω να μου λύσετε μία απορία.
- Τί ακριβώς;
- Να ! χθές το απόγευμα είχα πάει στο σουβλατζίδικο του …. για να φάω νηστίσιμο- ορφανό όπως τον λένε -γύρο (περιέχει μόνο νηστήσιμα προϊόντα) .
Έκατσα σε ένα τραπέζι μέσα στο σουβλατζίδικο. Μου αρέσουν πολύ τα σουβλάκια αλλά αφού είναι Σαρακοστή δεν μου κάνει καρδιά να αρτυθώ και αφού έτρωγα το ορφανό, ξάφνου μία παράξενη και πρωτόγνωρη δύναμις ένιωσα να με αγκαλιάζει. Αμέσως στα καλά καθούμενα, χωρίς κάτι εξωτερικά να με επηρεάζει, μία Θεϊκή γαλήνη με σκέπασε και μου γλύκαινε την ψυχή.
Τέτοια ειρήνη δεν ξαναένοιωσα ποτές μου. Άρχισαν να τρέχουν τότε δάκρυα από τα μάτια μου…δεν μπορούσα να τα κρύψω, και τότε ένοιωσα, σαν μικρό παιδί, να αγαπάω όλο τον κόσμο.
Σαν να είχα ξαναγεννηθεί…Τέτοιο πράγμα δεν μου ξανασυνέβει στην ζωή μου. Σκέτος Παράδεισος!
Μα μήπως πλανεύομαι Πάτερ; Εγώ δεν γνωρίζω και πολλά γράμματα. Μεροκαματιάρης είμαι. Εσείς που ξέρετε καλύτερα για πέστε μου, ήταν καλό ή κακό αυτό που έπαθα;

Έμεινα άφωνος. Δεν ήξερα τι να του απαντήσω! 
Πόσο ‘σκανδαλωδώς’ συμπεριφέρεται ο Θεός! Πράγματα που πολλοί γραμματιζούμενοι κάνουν δεκαετίες, και αν, να τα νοιώσουν αυτός ο τρισμακάριος Κώστας με την μακαρία απλότητα κατάφερε να τα βιώσει (Εμπειρία Θείας Χάριτος) μέσα σε ένα απλό σουβλαντζίδικο της γειτονιάς.

- Τί να σου πω παιδάκι μου; κατάφερα να ψελλίσω. Είδε ο Θεός την θυσία που έκανες, μέσα στην φωλιά του λύκου και των οσμών να δώσεις μαρτυρία πίστης και νηστείας, και φαίνεται συγκινήθηκε. Γι’ αυτό και σου έστειλε ένα χάδι για να το θυμάσαι σε όλη σου την ζωή. 
«Τό Πνεύμα όπου θέλει πνεὶ»

Μα αυτός ο ευλογημένος δεν κατάλαβε τί εννοούσα. 
Μεροκαματιάρης άνθρωπος …
Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι! (Ματθ., ε΄, 3)

Ένας απλός ιερέας.

Το 1925 ρώτησαν την Αγία Ματρώνα:





''Γιατί επέτρεψε ο Θεός νά κλείσουν καί νά γκρεμίσουν τόσες Εκκλησίες στη Ρωσία;'' 
...καί απάντησε μέ τά παρακάτω λόγια:

''Αυτό ήταν τό θέλημα τού Θεού. Ο λαός είναι σάν υπνωτισμένος καί μιά φοβερή δαιμονική δύναμη έχει μπεί σέ δράση. Βρίσκεται στόν αέρα, καί διεισδύει παντού. Παλιά, ή δαιμονική αυτή δύναμη κατοικούσε στά έλη καί στά πυκνά δάση, επειδή οί άνθρωποι πήγαιναν τακτικά στήν εκκλησία, φορούσαν καί τιμούσαν τόν σταυρό. Τά σπίτια τους ήταν προστατευμένα από τίς εικόνες, τά κανδήλια πού έκαιγαν, τόν αγιασμό πού έκαναν…Τά δαιμόνια πετούσαν μακριά καί φοβόντουσαν νά πλησιάσουν…
Σήμερα όμως, τά σπίτια αυτά αλλά καί οί ίδιοι οί άνθρωποι έχουνε γίνει κατοικητήριο δαιμόνων γιά τήν απιστία τους καί τήν απομάκρυνσή τους από τόν Χριστό''.
—————————
ΣΧΟΛΙΟ: Αν το 1925 είχε μπει σε δράση μια φοβερή δαιμονική δύναμη και ο λαός ήταν σαν υπνωτισμένος, εύκολα μπορούμε να φανταστούμε σε τι μέτρα έχει φτάσει η αποστασία στις μέρες μας.

http://kotsarikos.com

Εἰς τάς ἀπαρχάς τῆς ἡμέρας.



Εἰς τάς «ἀπαρχάς»[1] τῆς ἡμέρας, στίς 5, ἤ στίς 6, ἤ στίς 7 π.μ., ἄς ἀφιερώνουμε λίγο χρόνο στήν προσευχή. Ἄς προμηθευθοῦμε ἀπό ἕνα ὀρθόδοξο μοναστήρι ἕνα κομβοσχοίνι τῶν ἑκατό ἤ τρια­κοσίων κόμβων. Κρατώντας κάθε κόμβο λέμε ἁπλά καί ταπεινά τήν εὐχή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» λένε ὡς πρώτη πρωϊνή προσευχή στόν προσωπικό τους κανόνα οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές της Ἁγίας Ὀρθοδοξίας μας, πιστεύοντας ὅτι αὐτή εἶναι ἡ ἄμεση καί ἀπαραίτητη ἀναφορά κάθε πιστοῦ πρός τόν ἀρχηγό τῆς πίστεώς μας, τόν Χριστό.
Κάθε κόμβος τοῦ ἱεροῦ κομβοσχοινίου εἶναι πλεγμένος μέ ἐννέα σταυρούς. Λέγοντας τήν εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καί κρατώντας ἕκαστο κόμβο μέ τούς ἐννέα πλεκτούς σταυρούς δηλώνουμε στόν Κύριο τήν ἀγάπη μας καί τή δοξολογία μας γιατί μᾶς ἔχει πλάσει «κατ’ εἰκόνα Του καί καθ’ ὁμοίωσιν», γιά νά ζοῦμε αἰωνίως καί μακαρίως μετ’ Αὐτοῦ, σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις. Τόν εὐχαριστοῦμε γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες πού ἀκατάπαυστα μᾶς χαρίζει, γιά τίς δοκιμασίες μέσα στίς ὁποῖες ἀενάως μᾶς ἐκπαιδεύει, ὅπως οἱ καλοί προπονητές τούς ἀθλητές τους. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θά μποροῦσε νά ἀποφύγει μαρτύριο, Σταυρό καί θάνατο. Θά μποροῦσε νά ἐπιβάλει στανικά τό δικό Του τρόπο ζωῆς, ἀπόλυ­τα ὑποτεταγμένο στό θέλημά Του.
Τό θέλημά Του ὅμως, τό σύμ­φω­νο μέ τοῦ Θεοῦ Πατέρα καί τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἦταν ὄχι ἡ ἐπι­βολή, ἀλλά ἡ διά τῆς δικῆς Του θυσιαστικῆς προσφορᾶς ἀπολύ­τρωση, σωτηρία καί θεανθρωποποίηση τοῦ δαιμονοποιημένου ἀν­θρωπίνου γένους. Μέ τό «ἐλέησον» Τόν παρακαλοῦμε γιά ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη. Μέ τό «ἐλέησον» Τοῦ δίνουμε τό δικαίωμα, πού ἔτσι καί ἀλλιῶς τό ἔχει ὡς τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, νά ἐκπληρώνει τά αἰτήματά μας, νά τά τροποποιεῖ πρός τό συμφέρον μας ἤ καί νά
τά ἀκυρώνει, ὅταν εἶναι πρός ἀπώλειά μας, πρός βλάβην μας. Πληροῦται ἡ ψυχή μας ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Κυρίου μας καί τήν ἀγάπη τοῦ Πατρός καί τήν Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀρχίζει ἔτσι ἡ ἡμέρα μας χαρισματικά, χωρίς τεμπελιά, χωρίς μελαγχολία, χωρίς κατάθλιψη, χωρίς ἄτακτους, κακούς λογισμούς. Διαθέτουμε ἔτσι περισσότερες ἀντοχές, καλή διάθεση, διάκριση πρός πάντας καί πρός πάντα.
Λέγοντας τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τό «με» ἐννοοῦμε τόν ἑαυτό μας, τούς ἄμεσους συγγενεῖς μας ἤ καί τούς πιό μακρινούς, ὅσους αἰσθανόμαστε ἰδιαίτερη ὑποχρέωση νά προσευχηθοῦμε καί ὅλο τό ἔθνος μας, πού διέρχεται «κρίση».
Ἡ εὐχή ἀναφερόμενη στόν Κύριο μέ ἄκρα ταπείνωση καί καλωσύνη μεγαλόθυμη μπορεῖ νά θαυματουργήσει. Μπορεῖ νά ἀπομακρύνει ἄπειρους ἐρχόμενους κινδύνους πραγματικούς ἤ ὑποθετικούς ἤ σκόπιμα κατασκευασμένους.
Τά media καθημερινά μᾶς πανικοβάλλουν μέ τίς χειρότερες εἰδήσεις καί τίς πιό δυσοίωνες προοπτικές. Πολλά σενάρια ἀκούγονται. Μέχρι καί ὅτι ὁλόκληρα κομμάτια τῆς πατρίδας μας θά πουληθοῦν ὡς λύτρα γιά τό ὑπέρογκο χρέος πού ἄφησαν οἱ κατά καιρούς καλοί κυβερνῆτες μας.
Ἀπό τίς σκοτεινές δυνάμεις πάντως τῆς Νέας Ἐποχῆς πολεμεῖται ἀπηνῶς ἡ χώρα μας μέ στόχο νά ἀλλάξουν τά πάντα στήν πατρίδα μας. Πρέπει νά δεχθοῦμε ὁπωσδήποτε τή νέα τάξη πραγμάτων, ἠθῶν καί ἐθίμων, γλώσσας, παραδόσεως καί παραδόσεων, συμβόλων, ἱστορίας, μά κυρίως ὀρθοδόξου πίστεως. Καί τό χειρότερο ἴσως θά εἶναι ὄχι ἡ πεῖνα, μέ τήν ὁποία μᾶς φοβερίζουν ἀκαταύπαστα οἱ πληρωμένοι δημοσιογράφοι, ἀλλά ἡ ἐπιβολή τῆς Κάρτας τοῦ Πολίτη καί ἴσως τό ἐπάρατο σφράγισμα ἤ κατά τήν ἱερά Ἀποκάλυψη, τό χάραγμα.
Πολλές φορές ἡ μικρή πατρίδα μας ὑπέστη κατοχές καί φοβε­ρούς κινδύνους. Πάντοτε μέ τή βοήθεια τοῦ Κυρίου ξεπεράσαμε, γλυτώσαμε, σωθήκαμε, συνεχίσαμε τήν ὑπερτρισχιλιετή φωτιστική ἀνά τήν οἰκουμένη πορεία μας.
Ἡ εὐχή τοῦ Χριστοῦ πάντως ἀσφαλῶς καί πάλι θά θαυματουργήσει. Ἤδη πρό Χριστοῦ οἱ Ρωμαῖοι καλοπροαίρετα εἶχαν ὁμολογήσει: Ἐμεῖς κατακτήσαμε τούς Ἕλληνες ἐδαφικά, αὐτοί ὅμως μᾶς κατέκτησαν πολιτισμικά, μέσῳ τοῦ μοναδικοῦ καί ἀκμαίου πολιτισμοῦ τους. Τώρα πού ἀκόμα καί στήν πιό μακρινή γωνιά τῆς πατρίδας μας, σέ καθημερινή συχνότητα, τελεσιουργεῖται τό πρῶτο θαῦμα τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅπου τρανώνεται ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας, τά πράγματα θά πᾶνε χειρότερα;
Ἐξ ἄλλου τετρακόσια χρόνια τουρκικῆς σκλαβιᾶς κατάφεραν νά ἀλλοτριώσουν τόν Ἑλληνικό πολιτισμό καί τήν ὀρθόδοξη πίστη; Χιλιάδες νεομαρτύρων ἐπιβεβαιώνουν τήν πανσθενουργό δύναμη τῆς θείας Χάριτος πού στερειώνει τό Ἔθνος μας νά μήν ἐξαφα­νί­ζε­ται, παρά τή βούληση καί τή δράση τῶν ἀντιχρίστων.
Κατάφεραν οἱ Βαυαροί κλείνοντας πολλά ὀρθόδοξα μονα­στήρια καί ἀποσχηματίζοντας ἐκβιαστικά μοναχούς καί μοναχές νά ξερριζώσουν τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί νά ἑδραιώσουν τή βάρβαρη Βαυαρική; Μολονότι οἱ Βαυαροί ἐπέβαλαν κυβερνητικό ἐπίτροπο μέ ἔντονη παρουσία στήν ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατάφεραν νά προτεσταντίσουν τήν ἱερά Σύνοδο καί κατ’ ἐπέ­κταση τό χριστεπώνυμο πλήρωμα διά τῶν δραστηρίων μισθωμένων μισσιοναρίων τους;
Ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης ἀνησυχοῦσε μέν γιά τή μανία τοῦ εὐρωπαϊκοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ πού εἶχε καταλάβει τούς Βαυα­ρούς συνάρχοντες. Εἶχε ὅμως βαθειά ἐμπιστοσύνη στίς ρίζες τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τίς χωμένες μέσα στίς τάξεις καί τίς ψυχές τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ μας. Ἔλεγε ὁ Μακρυγιάννης: Οἱ καϋμένοι οἱ καπουτσίνοι (Δυτικοί ἱεραπόστολοι) οἱ καλοζωϊσμένοι, καλοπλη­ρωμένοι δέν καταλαβαίνουν τόν Ἑλληνορθόδοξο πολιτισμό μας. Ἔχουν βαλθεῖ νά μᾶς ἐκσυγχρονίσουν καί νά μᾶς ἐκπολιτίσουν, γκρεμίζοντας τή δική μας Θεανθρώπινη μυστική Παράδοση.
Παρόμοια ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ Ἔθνους μας καί ἐπί Ἁγίου Νεκταρίου. Ὅλες οἱ συκοφαντίες καί οἱ διωγμοί πού ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος σ’ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ποιμαντικῆς του σταδιοδρομίας δέν ἦταν καθόλου ἄσχετοι μέ τό ψευδοουμανιστικό ἐκσυγχρονιστικό πνεῦμα τῶν ντόπιων καί ἀλλοδαπῶν εὐρωπαϊστῶν, πού δέν ζοῦσαν τήν ὁλοζώντανη Παράδοσή μας.
Παρά ταῦτα ἡ ἀκακία τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ἡ καθαρή ἑλληνορθόδοξη παιδεία Του, ἡ βαθειά μυστική ἁγιοπνευματική ἐν ἄκρᾳ ταπεινώσει ζωή Του καί ἡ χριστοδιακριτικότατη ποιμαντική δράση Του ἔφεραν πολλούς καί ἀγλαότατους καρπούς στό ἔθνος μας. Εἶναι πολύ ἐνθαρρυντικά, μά καί πολύ ἀληθινά τά λόγια Του γιά τήν πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ Ἔθνους μας ἀνά τήν Οἰκουμένη, ἀνά τούς αἰῶνες:
«Ὁ Ἕλλην ἐγεννήθη κατά θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· τοῦτο τόἔργον ἐκληρώθη αὐτῷ· αὕτη ἦν ἡ ἀποστολή αὐτοῦ· αὕτη ἡ κλῆσις αὐτοῦ ἐν τοῖς ἔθνεσιν· μαρτύριον ἡ ἐθνική αὐτοῦ ἱστορία· μαρτύριον ἡ φιλοσοφία αὐτοῦ· μαρτύριον ἡ κλίσις αὐτοῦ· μαρτύριον αἱ εὐγενεῖς αὐτοῦ διαθέσεις· μαρτύριον ἡ παγκόσμιος ἱστορία· μαρτύριον ἡ μακροβιότης αὐτοῦ, ἐξ ἧς δυνάμεθα ἀδιστάκτως νά συμπεράνωμεν καί τήν αἰωνιότητα αὐτοῦ, διά τό αἰώνιον ἔργον τοῦ Χριστιανισμοῦ μεθ’ οὗ συνεδέθη ὁἙλληνισμός διότι ἐνῷ ὅλα τά ἔθνη τά ἐμφανισθέντα ἐπί τῆς παγκοσμίου σκηνῆς ἦλθον καί παρῆλθον, μόνον τό Ἑλληνικόν ἔμεινε ὡς πρόσωπον δρῶν ἐπί τῆς παγκοσμίου σκηνῆς καθ’ ὅλους τούς αἰώνας· καί τοῦτο, διότι ἡ ἀνθρωπότης δεῖται αἰωνίων διδασκάλων· μαρτύριον τέλος ἡ ἐκλογή αὐτοῦ μεταξύ τῶν ἐθνῶν ὑπό τῆς θείας προνοίας, ὅπως ἐμπιστευθῆ αὐτῷ, τήν ἱεράν παρακαταθήκην τήν ἁγίαν πίστιν, τήν θρησκείαν τῆς ἀποκαλύψεως καί τό θεῖον ἔργον τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς, τό αἰώνιον ἔργον τῆς σωτηρίας διά τῆς διαπλάσεως ἁπάσης τῆς ἀνθρωπότητος κατά τάς ἀρχάς τῆςἀποκαλυφθείσης θρησκείας…
Ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τῆς πρώτης σελίδος αὐτῆς ἀναφαίνεται ἡ τῆςἙλληνικῆς φυλῆς ἐν τῷ Χριστιανισμῷ δρᾶσις καί ἡ κλῆσις αὐτῆς, ἵνα ἀναλάβῃ τό μέγα τῆς ἀποστολῆς τοῦ χριστιανισμοῦ ἔργον. Οἱ θεῖοι τοῦ Σωτῆρος λόγοι «νῦν ἐδοξάσθη ὁυἱός τοῦ ἀνθρώπου», ὅτε ἀνηγγέλθη αὐτῷ, ὅτι Ἕλληνες ἤθελον ἰδεῖν Αὐτόν, ἐνεῖχον βαθεῖαν ἔννοιαν· ἡ ρῆσις ἦν προφητεία, πρόρ­ρησις τῶν μελλόντων· οἱ ἐκεῖἐμφανισθέντες Ἕλληνες ἦσαν οἱ ἀντιπρόσωποι ὅλου τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους· ἐν τῇπαρουσίᾳ αὐτῶν διεῖδεν ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς τό ἔθνος ἐκεῖνο, εἰς ὅ ἔμελλε νά παραδώσῃ τήν ἱεράν παρακαταθήκην, ἵνα διαφυλαχθῇ τῇ ἀνθρωπότητι. Ἐν τῇἐπιζητήσει αὐτῶν διέγνω τήν προθυμίαν τῆς ἀποδοχῆς τῆς ἑαυτοῦ διδασκαλίας, διεῖδε τήν ἑαυτοῦ δόξαν, τήν ἐκ τῆς πίστεως τῶν ἐθνῶν, καί ἀνεγνώρισε τό ἔθνος, ὅπερ πρόςτόν σκοπόν τοῦτον προώριστο ἀπό καταβολῆς κόσμου.
Τό Ἑλληνικόν ἔθνος ἀληθῶς πρός τόν σκοπόν τοῦτον ἐκλήθη ἀπό καταβολῆς κόσμουκαί πρός τοῦτον μαρτυρεῖται διαπεπλασμένον· ὁ Θεός ἐν τῇ θείᾳ αὐτοῦ προνοίᾳδιέπλασεν αὐτό ὀφθαλμόν τοῦ σώματος τοῦ συγκροτουμένου ὑφ’ ἁπάσης τῆςἀνθρωπότητος».
Εἶναι τέτοιοι οἱ καιροί μας πού ὅλοι μας κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί χρειαζόμαστε λεπτή, θεανθρώπινη, ἁγία διάκριση.
Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἔλεγε ὅτι στή ζωή μας – καί τήν ἐν Χριστῷ πνευματική – ἰσχύει ἡ ἀρχή τῶν συγκοινωνούντων δοχείων. Ὅσοι πιό πολλοί χριστιανοί διακρίνονται γιά τήν ἀκακία τους, τήν ἀθωότητά τους, τήν καλωσύνη τους, τήν ἁγία ἀγάπη τους, τόσο καί οἱ ἄλλοι διαποτίζονται μέ τά παραπάνω πνευματικά ἀγαθά.
Ὅταν τά παραπάνω ἀγαθά παροπλίζονται καί ἐγκλωβίζονται ἀπό τήν «ἱερή ἀγανάκτηση» π.χ. πρός τούς «κακούς» ταγούς μας, βάσει αὐτῆς τῆς ἀρχῆς τῶν συγκοινωνούντων δοχείων, δέν μεταβιβάζονται καί σ’ αὐτούς (τούς ταγούς), πνευματικά ἐν Χριστῷ ἀγαθά, ἀλλά ἀγανάκτηση, ὀργή, ἀντιπάθεια, σφοδρή κατάκριση, μαυρίλα, ἀδιέξοδο.
Ἐδῶ πού ἔχουμε φθάσει ὅλοι μας, ὑποφέροντας ἀπό τήν παροῦσα πνευματική δυστοκία, ἀπό τήν ἠθική μόλυνση τοῦ «πνευματικοῦ» περιβάλλοντος, ἄς καταθέσουμε ταπεινά τό μικρό, ταπεινό ὀβολό τῆς χήρας ψυχῆς μας, τήν εὐχή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκκινώντας ἀπό τάς ἀπαρχάς ἑκάστης ἡμέρας, ζητώντας τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μας, τήν προσωπική ἐν Χριστῷ σωτηρία μας καί τήν ἀνόρθωση ὅλης τῆς κοινωνίας μας, τοῦ ἔθνους μας, γιατί ὄχι καί τῆς παγκόσμιας κοινότητας, μέ βάση καί μέ εὐλογία τίς παρήγορες – ὄχι βεβαίως φροῦδες – προβλέψεις τοῦ Ἁγίου τοῦ αἰώνα μας, τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου.

Μαρούσι, 10 Αὐγούστου 2010

[1] Ἡ χρήση τοῦ ὅρου «ἀπαρχές» ἐκτός ἀπό τήν αὐτονόητη ἀναφορά στίς πρῶτες στιγμές τῆς ἡμέρας, παραπέμπει στήν τηρούμενη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας – μέ παλαιοδιαθηκικές κατα­βολές – σύμφωνα μέ τήν ὁποία οἱ εὐλαβεῖς χριστιανοί αὐθόρμητα φυλάσσουν στήν ἄκρη γιά προσφορά πρός τόν Κύριο τούς πρώτους καί καλύτερους καρπούς τῆς συγκομιδῆς τους, ἔτσι ὥστε νά εἶναι εὐλογημένα τά ἀγαθά τους καί ἡ ζωή τους ὁλόκληρη.

Τοῦ ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου
Ἐφημερίου τοῦ Ἱ.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου

Μην αμελούμε την εξομολόγηση...


Διέξοδοι στην σύγχρονη πνευματική κρίση



Στις ημέρες μας το ερώτημα για το ποιος είναι ο κύριος σκοπός της ζωής ακούγεται αδιάφορα, σ’ έναν κόσμο που δεν ενδιαφέρεται για την ουσία, την αλήθεια και την αξία των πραγμάτων. Δυστυχώς πολύς κόσμος δεν γνωρίζει γιατί ζει ακριβώς.

Ζούμε εδώ και καιρό μία κατάρρευση των αξιών της ζωής. Πρόκειται για μια σοβαρή κρίση, όχι τόσο οικονομική, κοινωνική ή πολιτισμική αλλά κύρια πνευματική. Ό,τι επί αιώνες κατακτήθηκε, υβρίζεται, χλευάζεται, ποδοπατιέται, . Καμία συγκίνηση, κανένα αίσθημα , κανένας σεβασμός για ό,τι το ιερό. Σύντομη και βάναυση αποϊεροποίηση των πάντων εδώ και τώρα. Δεν ήλθα απόψε να σας κάνω τον δάσκαλο, τον κατηχητή, τον ιεροκήρυκα, τον επιτιμητή και τον εισαγγελέα. Ήλθα να καταθέσω ταπεινά τον πόνο μου, την αγάπη μου, τον ειλικρινή λογισμό μου.

Λησμόνησε λοιπόν ο σύγχρονος άνθρωπος τον κύριο σκοπό της υπάρξεώς του. Θεώρησε ότι είναι επιγείως αθάνατος. Δέθηκε ισχυρά με την ύλη, τα χρήματα, τα κτήματα, τα πράγματα. Νόμισε την ασυδοσία ελευθερία, την ασέβεια πρόοδο, την απάτη ευφυΐα, την αμαρτία απελευθέρωση , την τιμιότητα ανοησία. Μπήκε στη ζωή των νεοελλήνων η αμφισβήτηση, η αμφιβολία, η καχυποψία, η αναίρεση, η απόρριψη. Θεοποιήθηκε η χρηματολαγνεία, η σαρκολατρεία, η επηρμένη φιλοδοξία. Ωραιοποιήθηκε η υποκρισία.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, η Εκκλησία θεωρήθηκε ενοχλητική. Έτσι, υπάρχοντα σκάνδαλα λαθεμένων εκπροσώπων της διογκώθηκαν, άλλα εφευρέθηκαν, συντηρήθηκαν και διατηρήθηκαν, ώστε ο κόσμος να δυσανασχετεί και μόνο που βλέπει ράσο στο δρόμο. Η Εκκλησία δεν είναι μικρομάγαζο. Η Εκκλησία υπήρξε πριν από εμάς και ασφαλώς θα υπάρξει και μετά από εμάς. Η ψυχή ζητά φως πέρα από το ηλιακό και το τεχνητό. Το «είναι» κάθε σοβαρού ανθρώπου αναζητά τις καθάριες πηγές των υδάτων για να ξεδιψάσει αληθινά. Οι διάφορες συνταγές για πρόσκαιρη ηδονή πρόσφεραν τελικά άφθονη οδύνη.

Πολλοί ευαίσθητοι άνθρωποι των καιρών μας κλείνονται στον εαυτό τους και αν δεν παραμιλούν και μελαγχολούν, μονολογούν στοχαστικά για την τόσο βίαιη αλλαγή των καιρών. Ένα αδιέξοδο επικρατεί στις συζητήσεις. Η πόλη κατάντησε μουντή και αφιλόξενη. Τα χωριά θεωρούνται πολύ μικρά και άχαρα. Το περιβάλλον θορυβώδες, μολυσμένο, ταραγμένο. Οι άνθρωποι ατομιστές, ιδιότροποι, βιαστικοί , επιπόλαιοι. Απαξίωση στην πολιτική και διαφθορά στους πολιτικούς. Εκκλησιαστικοί άρχοντες φωνασκούντες και απειλούντες και άλλοι σιωπώντες και κρυπτόμενοι. Οι καλλιτέχνες παρασύρονται από τη μόδα και οι επιστήμονες από την έπαρση. Τελική και οδυνηρή διαπίστωση, μια γενική φθορά που δίνει πίκρα, λύπη, πόνο βαθύ.

Ο σύγχρονος άνθρωπος ξετρελλάθηκε από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Όπως λέει ένας σοφός δοκιμιογράφος «ο σύγχρονος άνθρωπος πέταξε τα χρήσιμα κάποτε για την ιδιοτέλειά του προσωπεία των ιδεών και των πίστεων και φανέρωσε το αληθινό του πρόσωπο, το πρόσωπο, που ένας λαμπρός πολιτισμός , ο οποίος (δεν ωφελεί να το κρύψουμε) πεθαίνει στις ημέρες μας, είχε με κόπο εξανθρωπίσει» ( Κώστας Χατζηαντωνίου ) . Και ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός είπαν πολλές αναλήθειες κι έδωσαν πολλές υποσχέσεις, ότι όλοι θα είναι όσοι, ικανοί, τυχεροί και πλούσιοι. Σύντομα ο κόσμος απογοητεύθηκε οικτρά. Οι πολιτικές ηγεσίες στάθηκαν αρκετά ανειλικρινείς…


Από το βιβλίο: «Παθοκτονία»
πρόσκληση μετανοίας
σε καιρούς κρίσεως
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Εκδόσεις «εν πλω»

Το κλειδί του Παραδείσου...


Όταν ήμουν στον Άγιο Βασίλειο στην περίοδο 1970-80 είχα γνωρίσει μια οικογένεια, μέλος της οποίας ήταν και η υπέργηρη κυρία Κατερίνα, την οποία περιποιείτο η κόρη της Καλλιρρόη. Ο σύζυγος της κυρίας Καλλιρρόης ήταν δικηγόρος και λεγόταν Χριστόφορος Σταμάτουζας.
Η κυρία Κατερίνα, λόγω της ηλικίας της, ήταν συνεχώς σε μια καρέκλα, όπου καθόταν με πολλή δυσκολία. Δεν βάδιζε. Άρχισε να μη βλέπει κιόλας. Ήταν όμως χριστιανή που έκανε τα θρησκευτικά της καθήκοντα: το πρωί την προσευχή της, το βράδυ το Απόδειπνο, τους Χαιρετισμούς… Όταν άρχισε να μη βλέπει, μου έλεγε:
–Στενοχωρούμαι, γιατί δεν ξέρω τώρα πώς να περάσω όλη την ήμερα, πώς να διαβάσω τις προσευχές μου.
Της είπα λοιπόν:
-Να λες το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Της έδωσα κι ένα κομποσχοινάκι κι όπως καθόταν σε μια πολυθρόνα απ’ αυτές τις πάνινες, που έχουν και χερούλια, έλεγε την ευχή. Κι αυτό την είχε γλυκάνει και πολύ ευχαριστιόταν.
–Α, όλη την ήμερα, ούτε καταλαβαίνω πώς περνάει λέγοντας συνεχώς το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με»! Ευχαριστιέμαι μ’ αυτό, ευχαριστιέμαι πολύ, γλυκαίνεται το στόμα μου. Όλο έτσι έλεγε.
Κάποτε με ρώτησε:
–Θα με βοηθήσει αυτό, όταν θα έρθει ή ώρα να φύγω απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο;
–Βεβαίως, της λέω, και να μη στενοχωριέσαι. Αν λες συνεχώς την ευχούλα να μην ανήσυχεις καθόλου! Θα έρθω εγώ και θα σου δώσω το κλειδί για ν’ άνοιξεις την πόρτα του Παραδείσου.
(Εγώ αυτό το είπα για να της δώσω ελπίδα και να της αφαιρέσω τον φόβο του θανάτου).
Αρρώστησε και βάρυνε πολύ. Πήγαινα και την κοινωνούσα σχεδόν κάθε εβδομάδα για να παίρνει δύναμη. Ένα βράδυ κατά τις 2.00 ή ώρα, ξυπνάει την κόρη της και λέει:
–Ετοιμάσου. Όπου να ναι έρχεται ο πατήρ Στέφανος να με κοινωνήσει.
–Ο πατήρ Στέφανος θα κοιμάται τώρα στο σπίτι του, της απάντησε ή κόρη της.
–Όχι, όχι, θα ΄ρθει, θα έρθει τώρα! Σε παρακαλώ, ετοίμασε το τραπεζάκι. Βάλε το θυμιατό, βάλε και το κερί.
(Έτσι έκαμαν πάντοτε. Ετοίμαζαν ένα τραπεζάκι στρογγυλό, με άσπρη πετσέτα και επάνω το καντήλι, το κηροπήγιο και το θυμιατό δίπλα, αναμμένα όλα. Άπλωνα το “μάκτρο”, ακουμπούσα πάνω τα τίμια Δώρα, έκανα την ένωση και την κοινωνούσα.)
–Τα ετοίμασες; ρώτησε την κόρη της.
–Τα ετοίμασα.
–Χτυπάει ή πόρτα. Πήγαινε να ανοίξεις.
Έκανε ή κόρη της ότι πήγαινε να ανοίξει. Αυτή περίμενε. Έκανε το σταυρό της, πήρε το “μάκτρο”, (υποθετικά), το έβαλε κάτω από το σαγόνι της, άνοιξε το στόμα της, κατάπιε, σκουπίστηκε, έδωσε πίσω το “μάκτρο”, έκανε με ευλάβεια το σημείο του σταυρού, σταύρωσε τα χέρια της και περίμενε να φύγω. Ποιος ξέρει; Προφανώς Άγγελος την κοινώνησε στο πρόσωπο το δικό μου. Αποκλείεται να ήταν παραίσθησις. Ήταν ένα γεγονός πραγματικό, όπου κοινώνησε των άχραντων Μυστηρίων αλλά σε πνευματική μορφή.
Την άλλη μέρα με ειδοποίησαν, πήγα, και μου είπαν ιδιαιτέρως τι συνέβη. Πλησίασα την άρρωστη και μου είπε:
– Σ’ ευχαριστώ πού ήρθες τη νύχτα… Το κλειδί που είναι;…
–Μη στενοχωριέσαι κυρία Κατερίνα και το κλειδί θα πάρεις! Την επομένη το βράδυ με ειδοποίησαν ότι εκοιμήθη. Πήγα στο σπίτι και μου διηγήθηκαν τα εξής: Ήρθε η στιγμή να φύγει και έλεγε:
Πάτερ Στέφανε, φεύγω! Ήρθαν οι Άγγελοι! Που είσαι; που είσαι; Έλα… ήδη με έφεραν μπροστά στην πόρτα του Παραδείσου και είναι κλειστή… Θέλω το κλειδί, το κλειδί, πού μου υποσχέθηκες, το κλειδί, το κλειδί… Α, ευχαριστώ…
Άπλωσε το χέρι της και φάνηκε σαν να πήρε ένα μεγάλο παλαιό κλειδί, γύρισε το χέρι της, όπως κάνουμε όταν ανοίγουμε με κλειδί μια πόρτα, κατέβασε το χέρι της, έκανε το σημείο του σταυρού, “σ’ ευχαριστώ…” είπε και εκοιμήθη. Έτσι έφυγε ή κυρία-Κατερίνα με το κλειδί του Παραδείσου στο χέρι!

Διασκευασμένο Απόσπασμα από το Βιβλίο
“ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ”
του Πρωτ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Κάθε αμαρτία απονεκρώνει την αθανασία μας!




Για μάς τούς Χριστιανούς, τούς φωτισμένους και διαφωτισμένους εν Χριστώ, τα πάντα σε αυτό τον κόσμο έχουν νόημα και αξία εφόσον αποτελούν μέ­σον και οδό προς την αιωνιότητα. Επειδή εμείς, βλέ­πουμε εκείνο πού δεν φαίνεται και ατενίζουμε το αό­ρατο. Ρυθμίζουμε όλη μας την ζωή μέσα στον χρόνο με βάση εκείνο πού είναι αιώνιο, το ανθρώπινο με βά­ση το Θεανθρώπινο. Όσο υπάρχει κάτι το αιώνιο μέ­σα στα όρια του χρονικού, συντηρούμαστε με αυτό. Όταν όμως αυτό εκλείπει, το αναζητούμε πέρα από τον χρόνο, στο Βασίλειο του ατελεύτητου και αορά­του. Ατενίζουμε τα πάντα υπό το πρίσμα της αιωνιότητας, δηλ. υπό το πρίσμα του Χριστού, αφού Εκεί­νος είναι ό αιώνιος Θεός και Κύριος.



Ό αγώνας μας είναι ενάντια στους εχθρούς της αιωνιότητας και της αθανασίας μας. Αυτοί είναι: οι α­μαρτίες μας, τα πάθη μας, οι πόθοι μας, τα πνευματικά της πονηρίας (Έφ. 6, 12). Κάθε αμαρτία κλέβει και λί­γη από την αιωνιότητα μας και απονεκρώνει την αθα­νασία μας. Ας μη γελιόμαστε: ή φιλία με την αμαρτία είναι έχθρα με τον Θεό, έχθρα με τον Κύριο και Χρι­στό.

Δίχως την πίστη στον Κύριο και Χριστό, δίχως την αναγέννηση εν Χριστώ τω Κύριο, δίχως την ζωή εν Χριστώ τω Κυρίω ό άνθρωπος είναι και παραμένει εργαστήριο δαιμόνων.

Πώς μπορεί ό άνθρωπος να αποδείξει πώς σήμε­ρα είναι του Χριστού ενώ μέχρι χτές δεν ήταν δικός Του; Δίχως αμφιβολία, με καινές σκέψεις στην θέση των παλαιών, με καινά αισθήματα στην θέση των πα­λαιών, με καινές επιθυμίες στην θέση των παλαιών, με μια λέξη: με καινή ζωή στην θέση της παλαιάς και μάλιστα ζωή ευαγγελική και Θεανθρώπινη.


Η επιλογή και μετάφραση των κειμένων έγινε αφιλοκερδώς από τον σερβομαθή θεολόγο κ. Γεώργιο Κ., από τα εξής δύο βιβλία:

α) ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΤΟΥ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ – Βελιγράδι 1980, Ι. Μονή Τσέλιε.

β) ΘΕΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ – Άγ. Όρος 2007, Ι. Μονή Χελανδαρίου.

Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη Θεσσαλονίκη- ΑΒΒΑ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ (1894-1979)

ΕΚΛΟΓΑΙ ΑΠΟ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ



Με τη σιωπή, την ανοχή και την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά



Όταν βλέπουμε τους συνανθρώπους μας να μην αγαπούν τον Θεό, στενοχωρούμαστε. Με τη στενοχώρια δεν κάνουμε απολύτως τίποτα. Ούτε και με τις υποδείξεις. Ούτε αυτό είναι σωστό. Υπάρχει ένα μυστικό· αν το καταλάβουμε, θα βοηθήσομε. Το μυστικό είναι η προσευχή μας, η αφοσίωσή μας στον Θεό, ώστε να ενεργήσει η χάρις Του. Εμείς, με την αγάπη μας, με τη λαχτάρα μας στην αγάπη του Θεού, θα προσελκύσουμε την χάρη, ώστε να περιλούσει τους άλλους, που είναι πλησίον μας, να τους ξυπνήσει, να τους διεγείρει προς το θείο έρωτα. Ή, μάλλον, ο Θεός θα στείλει την αγάπη Του να τους ξυπνήσει όλους. Ό,τι εμείς δεν μπορούμε, θα το κάνει η χάρις Του. Με τις προσευχές μας θα κάνομε όλους άξιους της αγάπης του Θεού...

Να γνωρίζετε και το άλλο. Οι ψυχές οι πεπονημένες, οι ταλαιπωρημένες, που ταλαιπωρούνται από τα πάθη τους, αυτές κερδίζουν πολύ την αγάπη και την χάρι του Θεού. Κάτι τέτοιοι γίνονται άγιοι και πολλές φορές εμείς τους κατηγορούμε. Θυμηθείτε τον Απόστολο Παύλο, τι λέγει: «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις».
Όταν το θυμάστε αυτό, θα αισθάνεσθε ότι αυτοί είναι πιο άξιοι κι από σας κι από μένα. Τους βλέπουμε αδύνατους, αλλά όταν ανοίξουν στον Θεό, γίνονται πλέον όλο αγάπη κι όλο θείο έρωτα. Ενώ είχανε συνηθίσει αλλιώς, τη δύναμη της ψυχής τους τη δίδουν μετά όλη στον Χριστό και γίνονται φωτιά από αγάπη Χριστού. Έτσι λειτουργεί το θαύμα του Θεού μέσα σε τέτοιες ψυχές, που λέμε «πεταμένες».
Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά κι εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά μπαίνετε στο βάθος, στη ψυχή της. Ίσως είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε αυτή να γνωρίσει τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα την στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει την χάρι του Θεού. Θα γίνει αγία.
Είναι ένα είδος προβολής του εαυτού μας να επιμένουμε να γίνουν οι άλλοι καλοί. Στην πραγματικότητα, θέλομε εμείς να γίνομε καλοί κι επειδή δεν μπορούμε, το απαιτούμε απ’ τους άλλους κι επιμένομε σ’ αυτό. Κι ενώ όλα διορθώνονται με την προσευχή, εμείς πολλές φορές στενοχωρούμεθα κι αγανακτούμε και κατακρίνουμε.

Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλουμε και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, κάνουμε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη δηλαδή, μπορεί κάποτε να βλάψει, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.
Η αγάπη να είναι μόνον εν Χριστώ. Για να ωφελήσεις τους άλλους, πρέπει να ζεις μέσα στην αγάπη του Θεού, αλλιώς δεν μπορείς να ωφελήσεις τον συνάνθρωπό σου. Δεν πρέπει να βιάζεις τον άλλο. Θα έλθει η ώρα του, θα έλθει η στιγμή, αρκεί να προσεύχεσαι γι’ αυτόν. Με τη σιωπή, την ανοχή και κυρίως την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά. Η χάρις του Θεού καθαρίζει τον ορίζοντα του νου του και τον βεβαιώνει για την αγάπη Του. Εδώ είναι το λεπτό σημείο. Άμα δεχθεί ότι ο Θεός είναι αγάπη, τότε ένα άπλετο φως θα έλθει πάνω του, που δεν το έχει δει ποτέ.
Θα βρει έτσι τη σωτηρία.


Διασκευασμένο Απόσπασμα από το Βιβλίο,
«ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ»
του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ


http://www.xfd.gr/