.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πως τα πρωτόκολλα των σοφών της Σιών επιβεβαιβαιώνονται καθημερινώς εις την Ελλάδα





Ἡ μεγάλη δικαίωσις τοῦ μακαριστοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Π.Ο.Ε. καὶ τοῦ «Ο.Τ.» Χαραλάμπους Βασιλοπούλου, ὁ ὁποῖος ἠσχολήθη μὲ τὸ θέμα καὶ ἔγραψε καὶ σχετικὸν βιβλίον μετὰ ἑρμηνευτικῶν σχολίων
Ὅποιος μελετήσει τὰ πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιών, τὰ ὁποῖα ἐγράφησαν πρὶν ἀπὸ ἑκατὸν δέκα ἔτη θὰ διαπιστώση ὅτι αὐτὰ εὑρίσκουν πλήρη ἐπιβεβαίωσιν εἰς τὰς ἡμέρας μας. Ἡ ἐπιβεβαίωσις ὅμως δικαιώνει καὶ τὸν ἱδρυτὴν τῆς Πανελληνίου Ὀρθοδόξου Ἑνώσεως (Π.Ο.Ε.) καὶ τοῦ «Ο.Τ.».
Εἰς αὐτὰ περιγράφεται ἡ σημερινὴ συμπεριφορὰ τοῦ τύπου, ἡ διάβρωσις τῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τοῦ Σιωνισμοῦ μέσῳ τοῦ ἑβραιομασωνισμοῦ, ἡ πρόκλησις οἰκονομικῶν κρίσεων εἰς τὰ Χριστιανικὰ κράτη καὶ ἡ συγκέντρωσις τοῦ χρυσοῦ ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων τοῦ σιωνισμοῦ, ἡ ἀποκτήνωσις – ἀποβλάκωσις τῆς νεολαίας οὕτως ὥστε αὕτη νὰ μὴ ἀντιδρᾶ εἰς κρίσιμα ζητήματα. Θὰ παραθέσωμεν ὡρισμένα ἀποσπάσματα ἐκ τῶν πρωτοκόλλων μὲ τὴν προτροπὴν νὰ προμηθευτῆτε ἀπὸ τὴν Π.Ο.Ε. τὸ σχετικὸν βιβλίον τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλοπούλου. Τὴν γνησιότητα τῶν πρωτοκόλλων ἀμφισβητεῖ τὸ κεντρικὸν ἰσραηλιτικὸν συμβούλιον. Τὰ ὅσα περιγράφονται ὅμως εἰς αὐτὰ ἀνταποκρίνονται πλήρως εἰς τὴν σημερινὴν πραγματικότητα.

Ὀ ρόλος τοῦ τύπου.

Διὰ τὸν ρόλον τοῦ τύπου ἀναγράφονται εἰς αὐτὰ τὰ ἀκόλουθα:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XII
…ποιὸς εἶναι ὁ σημερινὸς ρόλος τοῦ τύπου; Χρησιμεύει νὰ ἐξάπτη τὰ πάθη τῶν μαζῶν καὶ νὰ συντηρῆ τὶς ἐγωϊστικὲς ἐπιδιώξεις τῶν κομμάτων. Σήμερα δὲν ὑποστηρίζει τὸ δίκαιο, διαστρεβλώνει μὲ χίλιες ψευτιὲς τὴν ἀλήθεια καὶ κολακεύει τὶς ματαιοδοξίες. Γιὰ τὴν πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων δὲν χρησιμεύει σὲ τίποτε. Ἐμεῖς θὰ τοῦ περάσουμε δυνατὰ χαλινάρια· τὸ ἴδιο θὰ κάνουμε καὶ στὰ ἄλλα ἔντυπα...
θὰ μεταβάλλουμε τὴν Δημοσιότητα. ...σὲ μία μεγάλη πηγὴ προσόδων γιὰ τὸ κράτος μας. ... ἀνάμεσα στὰ ἔντυπα, ποὺ θὰ μᾶς ἐπικρίνουν, θὰ ὑπάρχουν καὶ μερικά, ποὺ θὰ τὰ ἐκδίδουμε καὶ θὰ τὰ κατευθύνουμε ἐμεῖς καὶ ποὺ θὰ ἐπικρίνουν καταστάσεις, ποὺ θὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἀλλαγή τους. Μὲ λίγα λόγια: Τίποτε δὲν θὰ ἀνακοινώνεται στὸ κοινό, χωρὶς τὸν ἔλεγχό μας.
Αὐτὸ τὸ τελευταῖο, τὸ ἔχουμε — σ᾽ἕνα μεγάλο ποσοστὸ — πετύχει καὶ σήμερα, μὲ τὰ διάφορα εἰδησεογραφικὰ Πρακτορεῖα, ποὺ συγκεντρώνουν ἀπ᾽ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου, τὶς διάφορες εἰδήσεις καὶ τὰ νέα. Τότε, ποὺ ὅλα αὐτὰ τὰ Πρακτορεῖα θὰ βρίσκονται μόνον στὰ δικά μας χέρια, δὲν πρόκειται νὰ δίνουν στὴν δημοσιότητα, παρὰ αὐτά, ποὺ θὰ θέλαμε ἐμεῖς.
... (τὸν τύπο) θὰ τὸν κτυπήσουμε ἀνελέητα — ὅπως καὶ κάθε ἔντυπο
—μὲ κάθε εἴδους δασμοὺς καὶ ἐπιβαρύνσεις, ποὺ θὰ αὐξάνονται στὸ μέτρο, ποὺ θὰ αὐξάνεται καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν φύλλων κυκλοφορίας του... ἔτσι, οἱ φόροι, οἱ δασμοὶ καὶ οἱ διάφορες ἐπιβαρύνσεις, θὰ καταπραΰνουν τὶς φλογερὲς καὶ κούφιες ἐπιθυμίες τῶν ματαιόδοξων συγγραφέων καὶ ὁ φόβος τῆς τιμωρίας τους θὰ τοὺς ὑποχρεώσει νὰ μποῦν στὴν ὑπηρεσία μας…».

Διὰ τὸν ἐπιούσιον τῶν Χριστιανῶν

Εἰς τὸ κεφάλαιον XIII γράφονται μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς:
«Ἡ ἀνάγκη τῶν Χριστιανῶν γιὰ τὸν ἐπιούσιο, θὰ τοὺς ὑποχρεώση νὰ παρακολουθοῦν σιωπηλοὶ τὰ γεγονότα καὶ θὰ τοὺς κάνη ταπεινοὺς ὑπηρέτες μας... Μερικοὶ ἀνόητοι, ποὺ φαντάζονται τὸν ἑαυτό τους σὰν ὄργανα τοῦ πεπρωμένου, θὰ ριχτοῦν τότε μὲ πάθος πάνω στὰ “νέα” αὐτὰ προβλήματα, χωρὶς νὰ ὑποψιαστοῦν οὔτε τὸ γιατί, οὔτε τὸ πῶς ξεφύτρωσαν. Τὰ μεγάλα ζητήματα, τὰ ζητήματα δηλαδὴ καὶ τὰ μυστικὰ τῆς Πολιτικῆς, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι προσιτὰ καὶ κατανοητὰ παρὰ μόνο ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ τὴν ἐφεῦραν καὶ τὴν ἀνέπτυξαν πρὶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες καὶ τὴν κατευθύνουν ὡς τὰ σήμερα.
Θὰ στρέψουμε καὶ αὐτῶν (τῶν λαϊκῶν μαζῶν) ἀλλοῦ τὴν προσοχὴ καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τους. Θὰ τὶς κατευθύνουμε πρὸς τὶς διασκεδάσεις, τὶς γιορτές, τὴν πορνεία, τὰ τυχερὰ παιχνίδια, καὶ κάθε εἴδους ἀπολαύσεις. Πολὺ σύντομα, ὅπως θὰ διαπιστώσετε, θὰ εἰσηγηθοῦμε, διὰ τοῦ τύπου, τὴν καθιέρωσι κάθε εἴδους διαγωνισμῶν, ἐκθέσεων καὶ ἐπιδείξεων στὸν τομέα τῆς τέχνης, τῶν σπὸρ κ.λπ. Τὸ ἐνδιαφέρον τους γι᾽ αὐτὰ τὰ μηδαμινὰ πράγματα, θὰ τοὺς κάνη ν᾽ ἀποτραβήξουν τὶς σκέψεις τους ἀπὸ φλέγοντα ζητήματα καί ἔτσι νὰ ἀναθέσουν σὲ μᾶς, νὰ καταπιαστοῦμε μ᾽ αὐτά.
Πάντως ὁ ρόλος ὅλων αὐτῶν τῶν οὐτοπιστῶν τοῦ φιλελευθερισμοῦ, θὰ τελειώση ὁριστικά, μόνον τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ ἀναγνωρισθῆ τὸ καθεστώς. Ὡς τὴν ἡμέρα ὅμως ἐκείνη ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἀεροβάτες μᾶς εἶναι χρήσιμοι, μᾶς προσφέρουν ἄπειρες καὶ πολύτιμες ὑπηρεσίες, ὅπως ἔχουμε ἀποδείξει. Ὡς τὴν ἡμέρα ἐκείνη, δὲν πρέπει νὰ σταματήσουμε, οὔτε γιὰ μία στιγμή, νὰ παρακινοῦμε τὰ πνεύματα νὰ ἐπινοοῦν καὶ ἄλλες, πιὸ πολλές, πιὸ νέες, πιὸ ἀνεδαφικὲς καὶ πιὸ παράλογες, κοινωνικές, πολιτικές, φιλοσοφικὲς κ.λπ. θεωρίες, ποὺ ἐμεῖς θὰ τὶς χειροκροτοῦμε καὶ θὰ τὶς προβάλλουμε μὲ τὰ ὄργανά μας σὰν ἕνα ἅλμα, σὰν μία Πρόοδο τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος.
Πρόοδος! Νὰ μία λεξούλα, ποὺ κρύβει τόση μαγεία καὶ τέτοιο μυστήριο, ὅσο καμία ἄλλη. Μ᾽ αὐτὴ τὴν τόσο μικρὴ λεξούλα ἐμεῖς καταφέραμε τόσα πολλὰ καὶ τόσα μεγάλα!
Ὁδηγήσαμε τὴν ἀνθρωπίνη σκέψι σὲ τόση σύγχυσι, σὲ τέτοιο σκοτεινὸ ἀδιέξοδο καὶ σπρώξαμε τὴν ἀνθρωπότητα νὰ κυνηγᾶ τέτοιες χίμαιρες, πού... δὲν βρέθηκε οὔτε ἕνα, ἀπ᾽ αὐτὰ τὰ “μεγάλα πνεύματα”, οὔτε ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς θεότυφλους καὶ ἠλιθίους χριστιανοὺς “σοφούς”, νὰ ὑποψιαστῆ ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν τόσο ἠχηρὴ αὐτὴ λέξι, κρύβεται μία τεράστια πλάνη, μία ἀπάτη μεγάλης ὁλκῆς, σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις καὶ ἐκδηλώσεις τῆς ἀτομικῆς καὶ κοινωνικῆς ζωῆς…».

Πῶς θὰ ἐκμηδενίσουν τὸ Χριστιανικὸν ἱερατεῖον.

Εἰς τὸ κεφάλαιον XVII γράφουν:
«Ἔχουμε προνοήσει καὶ ἔχουμε πάρει ἀπὸ καιρὸ μέτρα ... νὰ ἐκμηδενίσουμε τὴν ἐπιρροὴ τοῦ Χριστιανικοῦ Ἱερατείου πάνω στοὺς λαούς, προκαλώντας τὴν ἀποτυχία τῆς ἀποστολῆς του, ποὺ καὶ τώρα ἀκόμη ἀποτελεῖ σοβαρὸ ἐμπόδιο, στὴν ἐκπλήρωσι τῶν σχεδίων μας...
Λίγα χρόνια μᾶς μένουν ἀκόμη, γιὰ νὰ δοῦμε τὴν πλήρη χρεωκοπία τῆς Χριστιανικῆς θρησκείας. Μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες δὲν ἔχουμε ἀσχοληθεῖ ἀκόμα. Αὐτὲς θὰ ἐξαφανιστοῦν εὐκολώτερα ἀπὸ τὴν Χριστιανική, ὅταν θὰ ἔρθη ἡ κατάλληλη ὥρα…».

Αἱ οἰκονομικαὶ κρίσεις καὶ ἡ ἀπόσυρσις τοῦ χρυσοῦ.

Εἰς τὸ κεφάλαιον XΧ γράφουν:
«Προκαλέσαμε στὰ χριστιανικὰ κράτη πολλὲς οἰκονομικὲς κρίσεις, μὲ τὸν σκοπὸ νὰ ἀποσύρουμε ἀπὸ τὴν κυκλοφορία τὸ χρυσὸ καὶ νὰ τὸν κλείσουμε στὰ χρηματοκιβώτιά μας ἢ στὶς τράπεζές μας. Ὅλα αὐτὰ τὰ τεράστια κεφάλαια, ποὺ στὴν πορεία τους, πρὸς τὶς τράπεζές μας, παρέσυραν καὶ τὰ ἀποθεματικὰ τῶν κρατῶν, παρέμεναν στάσιμα καὶ καραδοκοῦσαν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία. Τὰ κράτη, μὴ μπορώντας νὰ ἀντλήσουν ἔσοδα ἀπὸ τὴν δική τους οἰκονομία καὶ πιεζόμενα νὰ ἀντιμετωπίσουν τὰ ἐπείγοντα προβλήματά τους, βρέθηκαν στὴν ἀνάγκη νὰ προσφύγουν σὲ δάνεια, δηλαδὴ στὶς τράπεζές μας. Ὅμως αὐτὰ τὰ δάνεια — ὅπως κάθε δάνειο — ἐπεβάρυναν τὰ οἰκονομικά τους μὲ πρόσθετες δαπάνες, μὲ τὴν πληρωμὴ δηλαδὴ τόκων. Ἔτσι τὰ κράτη ὑπο- δουλώθηκαν στὸ κεφάλαιο.
Ἀπὸ τὴν στιγμή, ποὺ ἐμεῖς ἔχουμε ἀποσύρει ἀπὸ τὴν κυκλοφορία τὴν πιὸ μεγάλη ποσότητα χρυσοῦ, ὁ ὑπόλοιπος ποὺ βρίσκεται στὴν διάθεσι τῶν κρατῶν, δὲν φτάνει νὰ καλύψη τὶς τεράστιες ποσότητες χαρτονομίσματος, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ νὰ κινηθῆ ἡ ἀγορά.
Ἂς μὴ ἔχουμε αὐταπάτες!... Τὰ δάνεια, τὰ ὁποιαδήποτε δάνεια, ἀποδεικνύουν τὴν ἀδυναμία τῶν κρατῶν, καὶ ἀποτελοῦν τὴν “Δαμόκλεια σπάθη”, ποὺ κρέμεται πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια τῶν κυβερνήσεων, ποὺ ἀντὶ νὰ καταφύγουν σὲ μία πρόσκαιρη φορολογικὴ ἐπιβάρυνσι τῶν ὑπηκόων τους, ἔρχονται μὲ ἁπλωμένα χέρια νὰ ζητήσουν ἐλεημοσύνην ἀπὸ τοὺς τραπεζίτες μας. Τὰ δάνεια εἶναι βδέλλες, ποὺ δὲν ξεκολλᾶνε εὔκολα ἀπὸ τὰ σώματα τῶν κρατῶν. ... κι αὐτὰ γιατί οἱ κυβερνῆτες τους ἔχουν συμφέρον νὰ προσφεύγουν στὰ δάνεια, ἐφόσον, μὲ τὶς προμήθειες ποὺ παίρνουν ἀπὸ τὴν σύναψί τους, ἐξυπηρετοῦν καὶ τὰ προσωπικά τους συμφέροντα.
Ἐφόσον τὰ δάνεια ἦσαν ἀκόμα ἐσωτερικά, τὰ χριστιανικὰ κράτη, δὲν ἔκαναν τίποτ᾽ ἄλλο παρὰ νὰ μεταφέρουν τὸ χρῆμα ἀπὸ τὰ θυλάκια τῶν πτωχῶν στὰ θυλάκια τῶν πλουσίων. Ἀπὸ τὴν στιγμὴν ὅμως, ποὺ βρήκαμε καὶ ἐξαγοράσαμε τὰ πρόσωπα, ποὺ χρειαζόμαστε, γιὰ νὰ μεταφέρουμε τὰ δάνεια πάνω σὲ ξένα ἐδάφη, δηλαδὴ στοὺς τραπεζίτες μας, τότε ὅλος ὁ πλοῦτος τῶν κρατῶν διωχετεύτηκε στὰ θησαυροφυλάκιά μας καὶ ὅλοι οἱ χριστιανικοὶ λαοὶ ἄρχισαν νὰ πληρώνουν σὲ μᾶς “φόρον ὑποτελείας”.

Τὰ ἐξωτερικὰ δάνεια.

Εἰς τὸ κεφάλαιον XΧI γράφουν:
«Ἀναφορικὰ μὲ τὰ ἐξωτερικὰ δάνεια, ... ἐνῶ ὡς τώρα ἐχρησίμευσαν, γιὰ νὰ γεμίζουν τὰ χρηματοκιβώτιά μας μὲ τὰ χρήματα τῶν χριστιανικῶν ἐθνῶν, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἐπικρατήση τὸ δικό μας παγκόσμιο καθεστώς, τὸ ἕνα καὶ ἑνιαῖο κράτος μας, δὲν θὰ ὑπάρχη πιὰ ξένο, ἐξωτερικό. Ἐμεῖς ἐκμεταλλευόμαστε τὴν διαφθορὰ καὶ τὴν ἀδιαφορία τῶν χριστιανῶν καὶ εἰσπράττουμε διπλάσιο καὶ τριπλάσιο χρῆμα ἀπὸ ἐκεῖνο, ποὺ δίνουμε σὰν δάνειο στὰ κράτη τους.
Ὅταν ὅμως τελειώση ἡ κωμωδία, τότε διαπιστώνουν ὅτι τὸ δάνειο κατέληξε σὲ παθητικό, μεγάλο παθητικὸ μάλιστα. Τὸ δάνειο ἔχει κιόλας ἐπιβαρυνθεῖ μὲ τόκους, πού, γιὰ νὰ πληρωθοῦν, χρειάζονται καινούργια δάνεια, ποὺ μεγαλώνουν τὰ κρατικὰ χρέη, καὶ φτάνουν νὰ ἔχουν προορισμὸ νὰ καλύπτουν μόνον τοὺς τόκους καὶ τὰ ἄλλα ἔξοδα τοῦ δανείου. Τότε ἐπιβάλλεται καινούργια φορολογία, ποὺ μποροῦμε νὰ τὴν χαρακτηρίσουμε παθητική, ἀφοῦ τὰ ἔσοδά της χρησιμοποιοῦνται ὄχι γιὰ ἔργα ἢ ἄλλες κρατικὲς λειτουργίες, ἄλλα γιὰ νὰ καλυφθῆ τὸ παθητικό, ποὺ ἄφησε τὸ δάνειο στὸν Κρατικὸ προϋπολογισμό».

Καὶ πάλιν διὰ τὸν χρυσόν.

Εἰς τὸ κεφάλαιον XΧII γράφουν:
«Κρατᾶμε στὰ χέρια μας τὴν μεγαλύτερη δύναμι τοῦ σημερινοῦ κόσμου: τὸν χρυσό. Εἴμαστε σὲ θέσι, μέσα σὲ δύο μέρες, νὰ βγάλουμε ἀπὸ τὶς κάσσες μας ὁποιαδήποτε ποσότητα ἀπὸ αὐτόν, θελήσουμε. Μὲ ποιὸ ἄλλο λοιπὸν μέσον, θὰ μπορούσαμε νὰ ἀποδείξουμε τὴν παντοδυναμία μας, κι ἀκόμη, ὅτι ὁ Θεὸς διάλεξε τὴν δική μας φυλή, γιὰ νὰ κυριαρχήση στὸν κόσμο;».

Ορθόδοξος Τύπος, 6 /09/2013

Η ζωή δεν σχεδιάζεται, αλλά ζείτε!



Η αρχή, πέρασε. Το παρόν, μας προκαλεί. Το μέλλον, μας ατενίζει. Και εμείς μπροστά σε ένα τέλος που ξημέρωσε ακόμα αναρωτιόμαστε ποιοι είμαστε, που είμαστε και που πάμε;
Η ζωή, πολλές φορές βεβηλώνεται από τα σχέδιά μας, από τις στιγμές εκείνες που αυτοανυψωνόμαστε σε αρχιτέκτονες του μέλλοντός μας.

Γιατί το κάνουμε αυτό; Είναι τελικά θέμα αυτοεικόνας; Της καθοριστικής αντίληψης που έχει κανείς για τον εαυτό του, σχετικά με το τι πρέπει να έχει καταφέρει και βιώσει ώστε να μπορεί να επιδοκιμάσει τη ζωή που έζησε;
Αν είναι έτσι, ο φόβος του θανάτου μπορεί να περιγραφεί ως φόβος του «να μην μπορείς να επιτύχεις αυτό που σχεδίαζες».
Αν έχουμε τη βεβαιότητα ότι αυτή η πληρότητα (τα σχέδιά μας) δεν θα επιτευχθεί ποτέ, ξαφνικά δε ξέρουμε πώς να ζήσουμε το χρόνο, ο οποίος δεν μπορεί πλέον να είναι μέρος μιας "πλήρους-επιτυχημένης" ζωής.
Η ζωή δεν σχεδιάζεται. Ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης της ζωή μας είναι η ίδια η ζωή. Τα σχέδια των ανθρώπων οδηγούν σε εμμονές επιτυχίας. Η επιτυχία βρίσκεται μέσα στη μαγευτική γοητεία του απρόοπτου που μπορεί να μας οδηγήσει στην κατανόηση του σκοπού της ζωή μας.
Πιστεύουμε τελικά ότι η Θεία Πρόνοια είναι παρών σε κάθε πτυχή του παρόντος μας;
Οι άνθρωποι τρέχουν να προλάβουν την ζωή η οποία ήδη (τις πιο πολλές φορές) τους έχει προσπεράσει. Προσπαθούν να αρπάξουν μία στάλα ευτυχίας στο μέλλον τους, εκβιάζοντας το παρόν τους.
Ο κόσμος δυστυχώς θυσιάζεται στο βωμό ενός επίγειου μέλλοντος. Τι νόημα έχει λοιπόν να σχεδιάσεις κάτι το οποίο θα τελειώσει με το θάνατο; Τι νόημα έχει να ξεπεράσεις το παρόν σου εάν το μέλλον σου περιορίζεται χρονικά και τοπικά;
Κάθε πράξη, κάθε λόγος, κάθε κίνηση και σκέψη έχει νόημα όταν αγγίζει τα έσχατα και έπειτα εισάγεται μέσα στο αιώνιο. 
Κάθε ζωή έχει νόημα όχι γιατί υπάρχει τέλος, αλλά διότι με το τέλος της, δημιουργεί μία Καινή Ζωή.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Ἡ πνευματική κρίση - αἴτια - ἀποτελέσματα



Μπροστά στίς σοβαρότατες, τραγικές καί πρωτόγνωρες δυσχέρειες τῆς ἐποχῆς πού ζοῦμε, τρεῖς λύσεις εὑρίσκονται ἐνώπιόν μας.
Ἡ μία λύση εἶναι νά κλείσουμε τά μάτια καί νά ποῦμε ὅτι δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Νά γίνουμε στρουθοκάμηλοι. Ἀλλά ἡ λύση αὐτή, μοιάζει μέ τό νά ἐπιχειρήσης, τήν θεραπεία τοῦ πυρετοῦ, σπάζοντας τό θερμόμετρο.
Ἡ ἄλλη λύση εἶναι, νά συμμορφωθοῦμε μέ τόν αἰῶνα τοῦτον. Νά γίνουμε ὄρνιθες. Δηλαδή, ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ἡ ἔκφραση –κοινῶς- ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΤΑ. Ὅταν ὅμως, εἶσαι ἀετός, δέν μπορεῖς νά πῆς: «Θά κόψω τά φτερά μου, καί θά γίνω ἑρπετό, γιά νά ζῶ κι ἐγώ, ὅπως ζοῦν τά ἑρπετά». Ἀλλά ὁ μαδημένος ἀετός, ὁ ἀετός χωρίς φτερά, δέν εἶναι κἄν ἀετός, εἶναι μελλοθάνατος.
Μένει μία τρίτη λύση, ἡ χριστιανική ἀντίσταση. «Ἀντιστῆναι τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ» λέγει ὁ Ἀπόστολος (Ἐφεσ. στ΄ 13). Τό ''ὄχι'', εἶναι μία πολύ μικρή λέξη. Ἔρχονται ὅμως στιγμές, πού ἀπαιτεῖται γιγάντιο χριστιανικό ἀνάστημα, γιά νά τήν προφέρης.
Μέ τήν βόήθεια τοῦ Θεοῦ, ἄς ἀποκτήσουμε ὅλοι αὐτό τό γιγάντιο ἀνάστημα, μέ προσευχή, μέ μετάνοια, μέ ἀντίσταση, πού θά ἔχει διάκριση, χωρίς ἀκρότητες καί φανατισμούς, μέ ὀρθή πίστη καί πειθώ, νά μήν δεχθοῦμε καί νά ποῦμε ΟΧΙ σ’ ἐκεῖνα πού θέλουν νά μᾶς ἐπιβάλλουν!
Ποῦ φθάσαμε!..... Νά διεκδικοῦμε τά δεδομένα, τά προφανῆ, νά διεκδικοῦμε τά κεκτημένα!
Ὅσο βαρύ φορτίο κι ἄν προσπαθήσουν νά μᾶς φορτώσουν, νά μήν γονατίσουμε, ἁπλῶς νά εἴμαστε ἕτοιμοι γιά γερές πλάτες. Καί γερές πλάτες ἔχουμε, ὅταν ἔχουμε μέσα μας τόν Χριστό, ὅταν ζοῦμε κατά Θεόν.
Ὁ Χριστός μέ τήν Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση Του ἔθεσε τήν Ἐκκλησία μέσα στόν κόσμο. Ὁ Σατανᾶς ἐφρύαξε καί ἀγωνίζεται νά θέση τόν κόσμο, τήν ἐκκοσμίκευση, μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἐπιπλέον δέ, τώρα θέλει νά διώξη καί τούς ἐναπομείναντας πιστούς ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἡ Ἐκκλησία ἱδρύθηκε μέ τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση...
τοῦ Χριστοῦ καί σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή Του θά συνεχίση τήν πορεία Της μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὅπου ἐκεῖ ἀνήκει τό πραγματικό καί ὁριστικό εἶναι τῆς Ἐκκλησίας Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία οὐσιαστικά εἶναι ΕΙΚΩΝ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ. Καί πρέπει ὁ καθένας μας νά ἀναζωγραφῆ τά ὑστερήματα τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ, καί νά σηκώνη καί νά ἀντιμετωπίζη τούς σταυρούς, ἀπ’ ὅπου κι ἄν προέρχωνται. Εἴτε εἶναι προσωπικοί, εἴτε ἀπό τόν Σατανᾶ, εἴτε ἀπό τόν κόσμο.

Ἡ πολιτική σημερινή ἀνθρωπίνη δικαιοσύνη μοιάζει μέ τήν ἀράχνη, πού μέ τόν ἱστό της (τούς νόμους της δηλαδή), μπορεῖ νά πιάνη τά μικρά ζωΰφια, τά κουνουπάκια καί τίς μυγοῦλες καί νά τά καταβροχθίζη. Ἀδυνατεῖ ὅμως νά συλλάβη τά μεγάλα θηρία τοῦ δάσους (δηλαδή τοῦ ΚΡΑΤΟΥΣ) τίς ΑΡΚΟΥΔΕΣ καί τά ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ, πού τήν ἀγνοοῦν –τήν περιφρονοῦν καί τήν ξεσκίζουν!...Καί μετά ἀπό ὅλα αὐτά, ἔχουν τό θράσος νά ξεφωνίζουν: «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ», γιά νά καλύψουν τόν παράνομο, ἐξωφρενικό πλοῦτο, τά καμουφλαρισμένα συμφέροντά τους καί γιά νά προχωρήσουν στά διαβολο-κατευθυνόμενα σχέδιά τους.

Οἱ ἄνθρωποι σήμερα ζοῦν σάν νά πρόκειται νά μήν πεθαίνουν καί πεθαίνουν σάν νά μήν ἔχουν προλάβει νά ζήσουν.
Καί νομίζουν ὅλοι αὐτοί πού ζοῦν μέσα στήν κρυμμένη σατανική χλιδή ὅτι κοιμοῦνται ἥσυχα. Ἡ στιγμή τῆς πραγματικῆς ἡσυχίας, δέν εἶναι ἐκείνη πού κοιμόμαστε, ἀλλά ἐκείνη πού κοιμᾶται ἥσυχη ἡ συνείδησί μας.

ΟΥΑΙ!  ΣΤΟΥΣ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟΥΣ!...

Ἄνθρωποι μικροί, χωρίς Χριστό, χωρίς ἀξίες καί ἠθικό ἀνάστημα, πού κατάφεραν, ἀνέντιμα, νά ἀναρριχηθοῦν σέ μεγάλα κοσμικά ἀξιώματα. Τό μόνο πού πέτυχαν ἤ θά πετύχουν εἶναι ὅ,τι καί ὁ νᾶνος πού ἔκλεψε καί φόρεσε στολή γίγαντα –ΤΗΝ ΓΕΛΟΙΟΠΟΙΗΣΗ.

Ὁ κόσμος εἶναι σήμερα τόσο διεφθαρμένος, ὥστε ὑπάρχει ἕνα ἐπάγγελμα, πού μπορεῖ νά δοξάση ὅποιον τό ἐξασκήσει, γιατί λίγοι τό ξέρουν. Τό ἐπάγγελμα αὐτό εἶναι ἡ τιμιότητα.
Μέ θλίψη καί πόνο λέγω, ἀγαπτοί μου ἀδελφοί: Ποῦ φθάσαμε!....
Ἔλεγε ὁ Διογένης: «Μέ τό φανάρι ψάχνω νά βρῶ ἄνθρωπο».
Φοβᾶμαι καί λυπᾶμαι, μήπως στόν καιρό πού ζοῦμε, πρέπει νά λέμε, πρίν ζητήσεις τόν ἄνθρωπο, ψάξε γιά τό φανάρι.

Τόν ἄνθρωπο, λέει ὁ Ἀριστοτέλης, τόν ξεχωρίζουν ἀπό τό ζῶον, δύο πράγματα, «ὁ γέλως καί ἡ αἰδώς», δηλαδή τό γέλιο καί ἡ ντροπή. Τό ζῶον δέν γελάει ποτέ, καί δέν ντρέπεται γιά τίποτε. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως, πού δέν γελάει ποτέ, ρέπει πρός τήν ψυχοπάθεια ὅπως αὐτοί πού γελᾶνε χωρίς λόγο... Κοιτάξτε γύρω σας. Στήν κοινωνία πού ζοῦμε. Βλέπετε συχνά ὑγιῆ χαμόγελα; Πολύ σπάνιο.
Ὅπου δέν ὑπάρχει Χριστός -ὑπάρχει ψυχίατρος. Καί ἐκεῖνος πού δέν ντρέπεται γιά τίποτε, ρέπει πρός τήν ἀποκτήνωση. Καί ζοῦμε στήν ἐποχή πού δέν ὑπάρχει ντροπή. Πατᾶμε ἐπί πτωμάτων καί αὐτό εἶναι τραγικό καί κτηνῶδες. Ἐάν δέν συμμορφωθοῦμε, τά ἀποτελέσματα θά εἶναι ὀλέθρια.

ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΘΕΟΙ καί αὐτό μᾶς ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ.
Στήν Ἀμερική, στόν τεράστιο ζωολογικό κῆπο τῆς Νέα Ὑόρκης, ὅπου ἐκτίθενται ὅλα τά θηρία τῆς γῆς, ὑπάρχει μία μικρή σπηλιά μέ τήν ἐπιγραφή: «Ἐδῶ κατοικεῖ, τό φοβερώτερο θηρίο πού ζεῖ στόν πλανήτη». Ὁ ἐπισκέπτης, περίεργος, προχωρεῖ στό βάθος τῆς σπηλιᾶς καί βλέπει ξαφνικά ἕνα πελώριο καθρέφτη πού μέσα του ἀντικρύζει, φυσικά, τό εἴδωλό του. Στήν βάση ὑπάρχει ἡ ἐπεξήγησι : «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό φοβερώτερο θηρίο τῆς γῆς, γιατί ἀπό τήν ἐμφάνισή του μέχρι σήμερα, ψάχνει νά βρῆ τρόπους, γιά νά ἀφανίση τό εἶδος του».

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί! Ὁ ἄνθρωπος, στήν κλίματα τῶν ἀξιῶν, εἶναι προτελευταῖος. Ἐπάνω, στό πρῶτο, τό κορυφαῖο σκαλί, στέκει ὁ Θεός. Κατωθέν του, στό ἔσχατο σκαλί, κυλιέται τό κτῆνος, ἡ ἀθλιότητα. Γιά τό ἐπάνω, γιά τόν Θεό, ἀπαιτεῖται ἅλμα ἀγωνιστικό (ὅπως ἔκαναν οἱ Ἅγιοι μας). Γιά τό κάτω, πήδημα θανάτου. Ἡ ἐπιλογή, μεταξύ ἀθλιότητος καί Μεγαλείου ἀνήκει στόν ΙΔΙΟ τόν ἄνθρωπο. Δυστυχῶς, πολλοί, σήμερα, ἔχουν ἐπιλέξει τήν ἀθλιότητα.

Οἱ πολιτικοί μας, οἱ ἄρχοντες, οἱ διοικοῦντες τήν διαλυμένη χώρα μας, διαμορφώνουν, λόγῳ συμφερόντων, καί γνωρίζουν καλά τίς τιμές γιά μισθούς, τίς τιμές γιά φόρους, τίς τιμές γιά περικοπές! ΜΟΝΟ ΤΙΜΕΣ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ!.. Δέν γνωρίζουν ὅμως ἀπό ἀξίες. Περιφρονοῦν, δέν ὑπολογίζουν, δέν σέβονται καί θέλουν νά ἀφανίσουν ἀξίες καί θεσμούς. Ὅπου δέν ὑπάρχει Χριστός, αὐτές δυστυχῶς εἶναι οἱ συνέπειες. Οἱ συνέπειες τῆς πνευματικῆς κρίσεως. ΑΥΤΗ εἶναι ἡ κρίση πού περνάει ἡ χώρα μας (καί γενικά ἡ ἀνθρωπότητα).

Φταίνε μόνο οἱ μεγάλοι; ΟΧΙ... Φταῖμε καί ἐμεῖς!... Οἱ μεγάλοι τήν δουλεία τους ἔκαναν! Ἐμεῖς τί κάναμε; Βάλαμε μετάνοια καί βοηθήσαμε τά σχέδιά τους!.... Γίναμε σκουλήκια καί παραπονιόμαστε καί ἀναρωτιόμαστε γιατί μᾶς πατοῦν! Δέν μπορεῖ κανείς, νά ἀνεβῆ στήν πλάτη σου, ἐκτός ἐάν ΕΣΥ ὁ ΙΔΙΟΣ σκύψης. Σκύψαμε, λοιπόν, ὑπεκύψαμε, συμβιβαστήκαμε, ἀνεχτήκαμε, ὑπεχωρήσαμε, ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΜΕ, ΔΕΛΕΑΣΤΗΚΑΜΕ καί ἄλλα πολλά....

Γιατί ὅλα αὐτά;
Ἀπό τά πάθη μας, ἀπό τά λάθη μας. Ὑπάρχουν λάθη, πού τά δικαιολογῶ καί πάθη πού τά συγχωρῶ, εἶναι.... τά δικά μου. Ἐγωισμός, ὑπερηφάνεια, πλεονεξία, φιλαυτία, αὐταρέσκεια κ.λ.π. Εἶναι αὐτό τό φρόνημα Χριστιανικό; Τί ἔκαναν οἱ Ἅγιοί μας; Ταπείνωση, λιτότητα καί πολλά ἄλλα.
Μᾶς σερβίρανε τήν ὑπερκατανάλωση καί τήν δεχθήκαμε μέ σατανική εὐχαρίστηση.

ΕΙΠΕ ΓΕΡΩΝ: «Κάποιος, εἶχε τά πάντα, ὅλα ὅσα ἤθελε, ἐκτός ἀπό τά ἀναγκαῖα. Γι’ αὐτό ἤτανε φτωχός».
Ὁ Σατανᾶς δέν μᾶς παρασύρει ἀπότομα στήν καταστροφή. Μᾶς ἑλκύει λίγο-λίγο. Ἀλλά ἐμεῖς δέν χρειαζόμαστε μεγάλη ἕλξη, τρέχουμε ἀπό μόνοι μας. Καί μετά ἀπό τήν ὑπερκατανάλωση καί ὅλα τά ὑπόλοιπα, μᾶς πασσάρανε καί τήν οἰκονομική κρίση. Θά ὑπῆρχε οἰκονομική κρίση ἄν δέν προϋπῆρχε πνευματική κρίση;
Εἴμαστε λοιπόν συνυπεύθυνοι. Καί κατά τά ἄλλα εἴμαστε Χριστιανοί. Καί φθάσαμε σήμερα μέσα στό κράτος μας, μέσα στά σπίτια μας καί παντοῦ νά μᾶς σπέρνουν τόν φόβο καί τήν ἀνασφάλεια γιά νά μᾶς ἀποπροσανατολίσουν. Καί τώρα πιά ὁ Σατανᾶς χορεύει, ἤ μᾶλλον ὁ Σατανᾶς τραγουδάει κι ἐμεῖς χορεύουμε στόν δικό του ρυθμό.

Φταίει μόνο ὁ Σατανᾶς; ΟΧΙ! .... Ἐμεῖς τοῦ δώσαμε τήν ἄδεια. ΕΜΕΙΣ, ἡ κακή μας προαίρεση, τά πάθη μας καί πάνω ἀπ’ ὅλα τό ΕΓΩ ΜΑΣ.
Γνώσεις ἔχουμε πολλές. ΓΝΩΣΗ ΔΕΝ ἔχουμε. Ἡ ἐποχή μας πνίγεται ἀπό πληροφορίες ἀλλά πεθαίνει ἀπό δίψα γιά γνώση. Γι’ αὐτό μία ζωή ὀρθολογισμό, ζοῦμε ἀνάμεσα στό πῶς, στό πότε, στό ποῦ καί στό γιατί. Τό πρῶτο βῆμα πρός τήν γνώση εἶναι νά καταλάβη κανείς τήν ἄγνοιά του.
Οἱ Ἀρχαῖοι ἔλεγαν: «Γνῶθι σαυτόν». ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΠΟΥΜΕ πρῶτα «Γνῶθι Θεόν», διότι χωρίς ''γνῶθι Θεόν'', δέν ὑπάρχει ''γνῶθι σαυτόν''. Ἀλλά ποῦ τέτοιο πρᾶγμα!.... Μᾶς ἀφήνει τό ἐγώ μας; Μᾶς ἀφήνουν οἱ πλάνες μας, μᾶς ἀφήνει ἡ κοσμική δόξα;
Εἶπε ὁ Παστέρ: Θά ἔδινα εὐχαρίστως ὅλη τήν δόξα μου ὡς ἐπιστήμονας, γιά ἕνα ψίχουλο ἀπό τήν δόξα τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ὁ ὁποῖος δέν ἤξερε οὔτε νά διαβάζη.

Ἐμεῖς καί μόνο στή σκέψη ὅτι θά χάσουμε τήν κοσμική δόξα, τίς ὑπερβολικές ἀνέσεις καί πολυτέλειες, μᾶς πιάνει κατάθλιψη.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ χριστιανισμός ἐκπολιτίζει, ἀλλά ὁ πολιτισμός δέν ἐκχριστιανίζει. Θεωροῦμε κατόρθωμα ὅτι φθάσαμε σέ μηχανές πού «σκέπτονται» καί ἐνεργοῦν σάν «ἄνθρωποι». Ὁ κίνδυνος ὅμως εἶναι νά καταντήσουν οἱ ἄνθρωποι νά σκέπτονται καί νά αἰσθάνωνται σάν μηχανές. Ἤ, μήπως ἤδη ἔχουμε καταντήσει ἔτσι; Διερωτῶμαι....

Τήν ἐποχή μας κατακλύζουν οἱ ''κομπιοῦτερς - μνῆμες''. Ὁ σύγχρονος ὅμως ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος χωρίς Χριστό, πάσχει κυρίως ἀπό ''κομπιοῦτερ - λήθης''. Δηλαδή, θέλει καί προσπαθεῖ νά ξεχάση τούς φόβους του, τίς ἀνασφάλειές του καί τίς ἐν γένει ἐνοχές του καί ΟΧΙ νά ἀποβάλλη τά πάθη του καί ὅλες τίς συνέπειες ἀπό αὐτά. Ἐνῶ, ὅταν καί ἐάν ζοῦμε κατά Θεόν, θέλουμε, ὄχι νά ξεχάσουμε τά πάθη μας, ἀλλά νά τά θεραπεύσουμε. 

Πολλοί ἄνθρωποι καταναλώνουν τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς τους, γιά νά κάνουν ἄθλιο τό ὑπόλοιπο. Γι’ αὐτό, συχνά ἀντιπαθοῦμε τούς σωστούς ἀνθρώπους -ὄχι γιά τό τί εἶναι-ἀλλά γιά τό τί εἴμαστε ἐμεῖς! ....
Δέν μᾶς συμφέρει νά κυκλοφοροῦν σωστοί ἄνθρωποι στήν πιάτσα. Θίγεται τό λερωμένο ἐγώ μας καί φοβόμαστε μήν ἀποκαλυφθῆ καί τσαλακωθῆ...
Στό χτύπημα τῆς θύρας τοῦ Παραδείσου, βαρειά ἀντήχησε ἡ ἐρώτηση: «Ποιός εἶναι»; ρώτησε ἀπό μέσα ὁ Χριστός. «Ἐγώ», ἀπήντησε ὁ ἀσκητής. Ἡ πόρτα ἔμεινε κλειστή. Ἔφυγε πάλι ὁ ἀσκητής γιά τήν ἔρημο, ὑποβλήθηκε σέ νέες πνευματικές ἀσκήσεις καί ξαναγύρισε. Χτύπησε τήν πόρτα καί στό ἐρώτημα ''Ποιός εἶναι;'' αὐτήν τήν φορά ἀπήντησε «Ἐσύ». Ἄνοιξε, τότε, διάπλατα ἡ θύρα, γιατί εἶχε τώρα πιά ἀνακαλύψει ποιό ἦταν ἐκεῖνο τό ἐμπόδιο πού τήν κρατοῦσε πρίν κλειστή. Ἦταν τό ''ἐγώ'' τοῦ ἐγωιστή ἀνθρώπου, πού ἔπρεπε τώρα νά ἀντικατασταθῆ μέ τό ''Ἐσύ'' τοῦ Χριστοῦ.

Ὅποιος νίκησε τόν ἑαυτό του, δέν ἔχει νά φοβᾶται κανέναν ἀντίπαλο.
Εἶπε Γέρων: «Σέ ὅλη μου τήν ζωή πάλαιψα μέ τόν ἑαυτό μου, γιά νά σώσω τόν ἑαυτό μου ἀπό τόν ἑαυτό μου». Ψάχνουμε γύρω μας, ἔχουμε ἀτελείωτους λογισμούς μέ τούς πνευματικούς μας, μέ τούς φίλους, μέ τούς γνωστούς, μέ τούς ἄλλους, μέ ὅλους. Πάντοτε φταῖνε οἱ ἄλλοι. Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, ψάξε μέσα σου, ψάξε γιά σένα. Ἀπό σένα πηγάζουν ὅλα, ἀπό τά πάθη σου, ἀπό τόν ἐγωϊσμό σου, ἀπό τίς ζήλειες σου, ἀπό τίς κακίες, τά κόμπλεξ σου καί τόσα ἄλλα. Ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός μας εἶναι ὁ ἴδιος μας ὁ ΕΥΑΤΟΣ.
Μή στάζεις δηλητήριο, δέν προξενεῖς τίποτε στούς ἄλλους. Ἐσύ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ αὐτοδηλητηριάζεσαι καί αὐτοτιμωρεῖσαι.
Ἐκεῖνοι πού μποροῦν, πράττουν. Ἐκεῖνοι πού δέν μποροῦν, σχολιάζουν. Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία, ὅτι ἀπαιτεῖ τυφλή ὑπακοή τό δόγμα της; Ἐκεῖνοι πού πιστεύουν στίς χειρότερες ἐφημερίδες, στά ἐντελῶς διεστραμμένα καί παραπλανητικά κανάλια τῶν τηλεοράσεων καί πιό συχνά στίς πιό γελοῖες δεισιδαιμονίες.

Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία ὅτι ὑποβιβάζει τόν ἄνθρωπο; Ἐκεῖνοι πού διεκδικοῦν τόν πίθηκο γιά πατέρα, ἤ γιά πεθερό - ὅπως θέλετε πάρτε το -, τήν τύχη γιά δάσκαλο, τήν ἡδονή γιά κανόνα τῆς ζωῆς, τό μηδέν γιά τέλος.
Ποιοί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία πώς δέν εἶναι ἐπιεικής; Ὅσοι δέν ἐπιτρέπουν σέ κανέναν νά ἔχη ἄλλη γνώμη ἀπό τήν δική τους.
Κατηγοροῦν ἐπισκόπους, παπᾶδες, μοναχούς, ἀλλά ποιό τό ὄφελος; Ἡ λάσπη πού ρίχνουμε στούς ἄλλους, λερώνει μόνον τόν ἑαυτό μας. Εἰρωνεύονται καί χλευάζουν ταπεινούς ἀνθρώπους, γνησίους Χριστιανούς πού ἀγωνίζονται γιά τήν πίστη τους. Ὅποιος μιλᾶ μέ καταφρόνηση γιά ταπεινό ἄνθρωπο, εἶναι σάν νά ἄνοιξε τό στόμα του ἐναντίον τοῦ Θεοῦ....

Σέ μία λαϊκή ἐξέγερση, ὁ λαός εἶχε πετροβολήσει ἕνα ἄγαλμα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οἱ αὐλικοί, τότε, συνέστησαν στόν Μέγα Κωνσταντῖνο νά προβῆ σέ παραδειγματική τιμωρία. «Ἔγκλημα διέπραξαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί», τοῦ εἶπαν. «Τόλμησαν νά λιθοβολήσουν τό σεπτό πρόσωπό σου». «Μά, τί λέτε;» εἶπε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος μέ ἀγαθότητα, φέρνοντας συγχρόνως τά δάκτυλά του στό πρόσωπό του. «Ἐγώ, δέν νοιώθω καμμία πληγή στό μέτωπό μου, λέγει ὁ Ἅγιος. Τούς συγχωρῶ ὅλους».
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, στήν ἐποχή μας ΛΙΓΑ μέτωπα καθαρά ὑπάρχουν!.... Ἀλλά ποῦ ἔχουμε καταντήσει! Λερωμένα δάκτυλα νά δείχνουν καί νά κατηγοροῦν τά καθαρά μέτωπα.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι σάν τό τζάκι. Ἄλλοι παίρνουν ἀπ’ αὐτό τήν φλόγα καί ἄλλοι τήν στάχτη. Οἱ πρῶτοι ἀσχολοῦνται καί ἐμβαθύνουν στά «θεῖα» καί ὑπερκόσμια καί ἀνεξάντλητα τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπολαμβάνουν ζεστασιά, καί ὄχι μόνο. Οἱ ἄλλοι, ἀπασχολοῦνται, ἀνασκαλεύουν, κουτσομπολεύουν καί ὄχι μόνο, τά ἀνθρώπινα, τά εὐτελῆ, πού συμβαίνουν ἀπό ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, καί γεύονται στάχτη.

Κάποιος, κουτοπόνηρος, πλησίασε ἕναν ἀσκητή καί τόν ρώτησε: «Τί εἶναι Γέροντα γιά τόν Θεό 1.000 χρόνια;» «Ἕνα λεπτό τῆς ὥρας, παιδί μου», ἀποκρίθηκε ὁ ἀσκητής.... «Καί τί εἶναι μία βαλίτσα χρυσάφι;» «ΤΙΠΟΤΕ, μία δραχμή», εἶπε ὁ ἀσκητής. «Τότε, παρακάλεσε, Γέροντα, τόν Θεό νά μοῦ δώση μία δραχμή!...».
Τόν λοξοκοίταξε ὁ ἀσκητής, σιώπησε, καί σέ λίγο τοῦ ἀπάντησε:
«Τό εἶπα στόν Θεό καί μοῦ εἶπε νά περιμένης ἕνα λεπτό τῆς ὥρας!..».

Ἕνας ἄλλος, ἐξυπνάκιας, θέλοντας νά κάνη φτηνό πνεῦμα καί νά εἰρωνευτῆ, πλησίασε μετά τό κήρυγμα τόν Ἱερέα καί τόν ρώτησε: «Πάτερ δέν μᾶς εἴπατε κάτι! Στήν κόλαση, τούς ἁμαρτωλούς τούς ψήνουν ἤ τούς βράζουν;» «Δέν ξέρω φίλε μου», εἶπε ὁ Ἱερέας. «Αὐτό θά τό διαπιστώσεις μόνος σου»!
Ἅνθρωποι, ποὺ ἀντί νά ἀγωνίζωνται πῶς θά ζήσουν κατά Θεόν, ἀπεραντολογοῦν σέ σχολαστικές συζητήσεις περί Θεοῦ καί Ἁγίων! Ἄν τύχη καί δοῦν δύο πόρτες, πού στή μία εἶναι γραμμένο ''ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ'' καί στή ἄλλη ''Διάλεξις περί Παραδείσου'' θά προτιμήσουν νά μποῦν στήν δεύτερη πόρτα....

Νά μή λατρεύης τόν Θεό πού ΕΣΥ δημιούργησες, ἀλλά τόν Θεό πού δημιούργησε ἐσένα!... Μέ τίς ἀτέρμονες δογματικές συζητήσεις, ἐκζητήσεις καί ἐκκλησιολογικές φιλονεικίες ἐπιχειροῦμε νά μποῦμε στά οἰκογενειακά τοῦ Θεοῦ. Καί τό μόνο πού καταφέρομε εἶναι νά μένωμε, δυστυχῶς, ἔξω ἀπό τήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ.

Ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ὅλοι εἴμαστε, ἀναμφισβήτητα, παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πόσοι ἀπό μᾶς βρίσκονται στό σπίτι τοῦ Πατέρα τους»;
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Θεός δέν ζητᾶ συνηγόρους, πού προβάλλουν μέ τά λόγια τους τήν ἀξία τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ζητᾶ πιστούς πού νά δείχνουν, μέ τόν ἄψογο βίο τους, τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ καλύτερη ὑπεράσπιση τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀλλά καί ἡ χειρότερη δυσφήμισή του, προέρχεται ἀπό τόν βίο καί τήν πολιτεία τῶν φερομένων ὡς πιστῶν του. Πολλοί μιλοῦν γιά τόν Χριστιανισμό μέ τό μέτρο, ἀλλά τόν ζοῦν μέ τόν πόντο. Ἡ διαφορά μεταξύ τοῦ φανατισμοῦ καί τῆς πίστης εἶναι ὅτι τήν πίστη μπορεῖς νά τήν ἐξηγήσης, χωρίς νά γίνης ἔξω φρενῶν. Ὁ φανατικός ἄνθρωπος εἶναι σάν ἐκεῖνον πού φωνάζει δυνατά, μόνο καί μόνο γιά νά ἀκούη τόν ἀντίλαλο τῆς φωνῆς του ὁ ἴδιος. Ποιός εἶναι ὁ φανατικός; Ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἀλλάζει γνώμη, ἀλλά δέν ἀλλάζει καί θέμα.

Πολλοί ἄνθρωποι φιλονεικοῦν γιά τήν θρησκεία, γράφουν περί αὐτῆς, μάχονται γι᾽ αὐτή, λένε ὅτι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν χάριν αὐτῆς, ἐκτός ἀπό τό νά ζοῦν σύμφωνα μέ αὐτήν.
Ἕνας σοφός εἶπε γιά τόν δραστήριο ἄνθρωπο, πού ἀγωνίζεται χωρίς σκοπό: «Τρέχει, τρέχει ἀκούραστα, πάνω - κάτω στό γήπεδο, μόνο πού ξεχνάει πώς ὑπάρχει καί μπάλα»!
Ὁ πιστός πού θέλει νά κάμη ἐναρμόνια τή ζωή του, πρέπει νά στρέψη τήν πλάτη του στίς παραφωνίες καί στά ἀτελείωτα φάλτσα τοῦ κόσμου.

Πολλοί θεολογοῦμε, ἀλλά πόσοι θεοπρακτοῦμε; Πόσοι δηλαδή κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;
Ἕνας Γέροντας ἀσκητής συνήθιζε νά λέη: «Ἄν ὁ Θεός μέ πρόσταζε νά περάσω διά μέσου ἑνός τοίχου, θά τό ἔκανα. Ἡ δική μου δουλειά θά ἦταν νά περάσω, ἡ δική Του, ἡ δουλειά τοῦ Θεοῦ, νά γκρεμίση τόν τοῖχο».

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἐκεῖνα στά ὁποῖα σκοντάφτουμε εἶναι τά πετραδάκια. ΟΧΙ τό βουνό.
Οἱ κλέφτες, παλαιά, πεταλώνανε τά ἄλογά τους ἀνάποδα, ὥστε νά παραπλανοῦν τούς διῶκτες τους, πού ἔψαχνα τά χνάρια τους. Ἔτσι καί ὁ Διάβολος, δέν μᾶς κάνει μετωπική ἐπίθεση, ἀλλά μᾶς στήνει παγίδες. Καί ὅταν μπαίνει στήν καρδιά μας, καί ὅταν προσποιῆται ὅτι τάχα φεύγει.

Ἔλεγε κάποιος Γέροντας: «Γι’ αὐτό χρειάζεται ΛΑΓΩΝΙΚΟ, γιά νά τόν πιάσης τόν Διάβολο, καί ΤΕΤΟΙΟ Λαγωνικό εἶναι ὁ καλός ἐξομολόγος». Ἀρκεῖ νά ἔχη προηγηθεῖ μετάνοια. Διότι, ἐξομολόγηση ΧΩΡΙΣ μετάνοια, δέν εἶναι κἄν ἐξομολόγηση. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀμετανόητος, πού συνεχῶς ἁμαρτάνει καί οὔτε κἄν προσπαθεῖ νά μετανοήση, εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν θέλει τελικά νά μετανοήση. Εἶναι σάν ἐκεῖνον πού σκότωσε τούς γονεῖς του καί στήν ἀπολογία ζήτησε ἀπό τό Δικαστήριο νά τόν λυπηθῆ, γιατί ἦταν ὀρφανός!

Ἐκτός τῶν ἄλλων πού προανεφέραμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἕνα πάρα πολύ σοβαρό θέμα, πού ἀπασχολεῖ τήν ἐποχή μας, εἶναι ἡ διάλυση τῆς οἰκογένειας. Ὑπάρχει σήμερα σωστή χριστιανική οἰκογένεια; Σπάνιο! ...

Ἡ καλή οἰκογένεια, εἶναι ὅπως ἡ κατοικία. Δέν φυτρώνει, κατασκευάζεται ἀπό τήν χριστιανική ἀγωγή τῶν γονέων, πού δέν ξέρω σέ ποιό βαθμό ὑπάρχει σήμερα καί ἀπό τήν παιδεία τῶν σχολείων πού σήμερα εἶναι ἀνύπαρκτη ἕως πολύ ἀρνητική.
Παλαιότερα, τό ἀνδρόγυνο ἔπρεπε νά ἔχη ἕνα πολύ σοβαρό λόγο γιά νά χωρίση. Σήμερα, ἀναζητεῖ ἕνα πολύ σοβαρό λόγο γιά νά μή χωρίση.

Συζητᾶνε οἱ γονεῖς πολύ γιά τά παιδιά τους. Δέν συζητᾶνε ὅμως μέ τά παιδιά τους.
Λέει ἕνα γνωμικό: «Σέ ὅποιο σπίτι δέν μπαίνει ὁ ἥλιος, μπαίνει ὁ γιατρός». Οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι, στίς σημερινές οἰκογένειες, διαπιστώνουν ὅτι: «Σέ ὅποιο σπίτι δέν μπαίνει ὁ Χριστός, μπαίνει ὁ ψυχίατρος». Ἕνα παιδί, ἐπισκέφθηκε ἕναν ψυχίατρο, καί ὁ γιατρός τόν ρώτησε: «Σέ ἀγαπᾶνε, παιδί μου, οἱ γονεῖς σου;» Καί τό πληγωμένο παιδί ἀπάντησε: «Τό πρόβλημα δέν εἶναι ἄν μέ ἀγαπᾶνε, ἀλλά ἄν ἔχουν οἱ ἴδιοι ἀγάπη μεταξύ τους».

Μία κυρία εἶπε σέ κάποιο Γέροντα γιά τόν γυιό της, ὅτι δέν ἔδινε καμμία σημασία στά ὅσα αὐτή τοῦ ἔλεγε γιά τόν Θεό καί τήν πίστη. «Θά σᾶς δώσω μία συμβουλή», τῆς εἶπε ὁ Γέροντας. «Νά μιλήσετε στόν Θεό γιά τόν γυιό σας καί ὄχι μόνο στόν γυιό σας γιά τόν Θεό».

Μέ πόνο καί λύπη εἶπε κάποιος: «Μή καταπιέζετε τά παιδιά σας. Σκεφθεῖτε ὅτι ἔχουν ‟δίκαιο’’. Μεγαλώνουν σ’ ἕνα κόσμο ἐντελῶς ἀπάνθρωπο. Ἐσεῖς, μεγαλώσατε σ’ ἕναν κόσμο, ὅπου εἴχατε καί πεῖνα καί ἀνέχεια καί δυστυχία καί φτώχεια. Ἑπομένως μπορούσατε νά ἐλπίζετε!... Σήμερα, τά παιδιά σας δέν ἔχουν σέ τί νά ἐλπίζουν, ὅταν τά ἔχουν πρό πολλοῦ ὅλα. Καί τοῦ πουλιοῦ τό γάλα, χάμπουργκερ, χρήματα, τηλεόραση, ὑπολογιστές, κινητά, μηχανάκια, ἐπώνυμα ὡραῖα ροῦχα κ.λ.π.. εἶναι τά φτωχά, μπουκωμένα. Λυπηθεῖτε τα!» Καί μετά ψάχνουμε νά βροῦμε τί φταίει! ...

Οἱ σήμερα τιμώμενοι Ἅγιοι μας καί γενικά ὅλοι οἱ Ἅγιοί μας, ἀπό τί ἔγιναν Ἅγιοι; Ἀπό τά θαύματα; ΟΧΙ! Αὐτό εἶναι δουλειά μόνο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά, ἀπό τήν προσωπική τους Ἀρετή ἔγιναν Ἅγιοι!
Ἡ ἀρετή εἶναι κατάσταση ἐμπόλεμη. Ἕνας πόλεμος διαρκής καί ἀκατάπαυστος κατά τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας.

Δέν ἔδωσε στόν Χριστό τίποτε ἐκεῖνος πού δέν τοῦ τά ἔδωσε ὅλα. Ὁ Χριστός -μία λάθος ἀντίληψη πού ἔχομε - δέν ἀποτελεῖ ὑπόσχεση γιά τήν μή δημιουργία θύελλας. Ἀποτελεῖ ὅμως ἀσφάλεια μέσα στή θύελλα.

Ἄς συνετισθοῦμε καί ἄς ἀκούσωμε τόν συνεχῆ καί ποικίλλο συναγερμό μέ ὅλα αὐτά πού συμβαίνουν τόν καιρό ἐτοῦτο. Διάλυση κράτους, οἰκογένειας, παιδείας, ἀνελέητος καί πονηρός πόλεμος κατά τῆς θρησκείας μας καί λοιπά. Ὅλα αὐτά, εἶναι σειρῆνες καί χτυπᾶνε.

Ἅς μετανοήσουμε καί ἄς προσευχηθοῦμε. Εἴμαστε ὅλοι συνυπεύθυνοι. Νά ἀρνηθοῦμε ὅλα ὅσα θέλουν νά μᾶς περάσουν. Δέν διεκδικοῦμε κάτι, ἁπλῶς τά δεδομένα, τά ἀπαιτοῦμε. Ἄς ἀποκτήσουμε τό φρόνημα τῶν τοπικῶν προστατῶν Ἁγίων μας. Ταπείνωση –προσεύχή-μετάνοια.

Τί εἶναι μετάνοια; Ἀλλάζω νοῦ! Παύω νά ἁμαρτάνω. Μίμησις τῶν Ἁγίων.
Ἄν οἱ δύσκολες περιστάσεις μᾶς βροῦν κοντά στό Θεό, τότε σίγουρα θά βροῦμε τόν Θεό μέσα στίς δύσκολες περιστάσεις.
Αὐτός ὁ ὁποῖος δέν εἶναι πνευματικός ἕως τήν σάρκα του, τελικά γίνεται σαρκικός ἕως τό πνεῦμα του.

Ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἐλευθερίες. Ὑπαρχει ἡ ψεύτικη ἐλευθερία, ὁπότε εἶναι κανείς ἐλεύθερος νά κάνη ὅ,τι θέλει, καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία ὁπότε εἶναι κανείς ἐλεύθερος νά κάνη ὅ,τι πρέπει. Κι ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ξέρουμε τί πρέπει νά κάνουμε. Νά ἀναλάβουμε, λοιπόν, ὅλοι μας τίς εὐθῦνες μας πρίν εἶναι πολύ ἀργά.

Νά ψάξουμε νά βροῦμε τό σφουγγάρι πού θά σβύσει τίς ἀνορθογραφίες πού γεμίζουν τόν μαυροπίνακα πού ἔχουμε μέσα στήν ψυχή μας. Γιά πολλούς ἀνθρώπους τό πρόβλημα δέν εἶναι πού δέν μποροῦν νά βροῦν τήν λύση, ἀλλά πού δέν μποροῦν νά δοῦν οὔτε τό πρόβλημα.
Τό ἐρώτημα δέν πρέπει νά εἶναι ποιός ἔχει δίκαιο, ἀλλά ποιό εἶναι τό δίκαιο!

Ὅταν οἱ θεσμοί διατρέχουν κίνδυνο, ἡ σιωπή δέν εἶναι χρυσός. Εἶναι κάρβουνο πού μουτζουρώνει!... Καί μία σπίθα, εἶναι ἀρκετή γιά νά δημιουργήσει πυρκαγιά. Καί στήν περίπτωσή μας ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ. Γιατί ὅπως εἴμαστε ὑπόλογοι γιά κάθε βλαβερό μας λόγο, ἔτσι εἴμαστε ὑπόλογοι καί γιά κάθε ΕΝΟΧΗ ΣΙΩΠΗ μας. Εἶπε κάποιος: «Τήν ἐποχή μας βαραίνει ἡ ἐνοχή, ὄχι τόσο γιά τίς κακές πράξεις τῶν κακῶν ἀνθρώπων, ὅσο ἡ ἀποτρόπαιη, ἀπαράδεκτη, σιωπή τῶν καλῶν ἀνθρώπων γιά τίς κακουργίες τῶν κακῶν».

Στήν παρούσα ζωή, ὁ ἕνας, μικρός ἤ μεγάλος, θά κρίνεται πάντοτε ἀπό τούς ἄλλους. Στή μέλλουσα ὅμως ζωή οἱ πολλοί, δηλαδή οἱ πάντες, θά κριθοῦμε ἀπό τόν ΕΝΑ! Τό Θεόν. Ἡ ἀπόφαση γιά τούς πολλούς θά εἶναι τότε ἡ ἐτυμηγορία τοῦ ΕΝΟΣ. Ἐδῶ σ’ αὐτή τήν ζωή, οἱ κρίσεις τῶν ἀνθρώπων γιά τούς ἄλλους στηρίζονται σέ ὅ,τι βλέπουν μόνον ὡς θεατές. Ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ γιά ὅλους μας ὅμως βασίζεται σέ ὅσα γνωρίζει, ὡς τέλειος καρδιογνώστης ὁ Θεός.

Προσπάθησε, νά μήν ἐξογκώνης τά σφάλματα τῶν ἄλλων! Νά μή σέ χαρακτηρίζη δηλ. ἡ τακτική τοῦ γελοιογράφου, πού ἐξογκώνει κάτι γιά νά τό σατυρίση. Νά σέ διακρίνη, ἀντίθετα, ἡ εὐγένεια τοῦ καλοῦ ζωγράφου πού διορθώνει κάτι γιά νά τό ὀμορφήνη. Μήν ἀσχολεῖσαι μέ τό κακό πού βλέπεις πανεύκολα γύρω σου. Προσπάθησε νά ἀνακαλύψης τήν ἀρετή, πού εἶναι συνήθως κρυμμένη. Νά εἶσαι ἐξερευνητής τῶν μαργαριταριῶν τῆς ἀρετῆς στόν ἀπέραντο ὠκεανό τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι ρακοσυλλέκτης τῆς κακίας στόν σκουπιδοντενεκέ τῆς ἀνθρωπίνης ἀπέραντης ἀθλιότητας!....

Πολλοί ἄνθρωποι σέβονται καί τιμοῦν τούς πεθαμένους Ἁγίους, ἀλλά τούς βασάνιζαν καί τούς ἐδίωκαν, ὅταν ζοῦσαν. Μᾶς κουβαλήσανε καί τούς –δῆθεν Κυρίους- ἀπό τό Διεθνές Νομισματικό ταμεῖο σάν ἀθῶα περιστέρια πού θά φέρουν τήν λύση. Μόνο πού δέν εἶναι περιστέρια. Κόρακες, κοράκια εἶναι. Καί, ἐννοεῖται, ὅτι μεταξύ τους: Κόρακας, κοράκου μάτι δέν βγάζει ποτέ! Ὅσο μέ ἐμᾶς, τούς πῆρε ὁ πόνος!.... Ἄν ἔχουμε δάσκαλο καί ὁδηγό κοράκια, μέ μαθηματική ἀκρίβεια, θά μᾶς ὁδηγήσουν σέ ψοφίμια. Τέτοιους ὁδηγούς ΔΕΝ χρειαζόμαστε. ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΘΕΛΟΥΜΕ.

Ἐμεῖς πρέπει νά ἔχουμε ὁδηγό τό ΔΙΗΝΕΚΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ τόν Χριστό, τό ταμεῖο τῆς ἀστείρευτης Θείας Χάριτος. ΟΧΙ λοιπόν ΔΟΥ ΝΟΥ ΤΟΥ (ΔΝΤ), ἀλλά ΔΟΥ ΠΟΥ ΤΟΥ, δηλαδή ΔΙΗΝΕΚΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ. Σ’ αὐτό τό ΔΙΗΝΕΚΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ, μέ χριστιανική αὐταπάρνησι, κατέθεταν οἱ σήμερα τιμώμενοι Ἅγιοι μας. Καί ΤΩΡΑ, ΠΑΜΠΛΟΥΤΟΙ, μποροῦν καί θέλουν νά μᾶς δίδουν πλούσιες καί ἀνεξάντλητες ΔΩΡΕΕΣ, ἀπό τήν ἀστείρευτη τράπεζα τοῦ οὐρανοῦ, ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΩΡΕΑΝ, μέ μόνο ἀντάλλαγμα τήν δική μας ἀγαθή προαίρεση.

Ἄς μή χάσουμε, λοιπόν, τήν ΕΥΚΑΙΡΙΑ. Ἰδού καιρός πνευματικῆς κατάθεσης. Ὁ δέ ΤΟΚΟΣ αὐτῆς τῆς συνδιαλλαγῆς, σύμφωνα μέ τήν ἀψευδῆ καί προφητική ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ εἶναι, γι’ αὐτή τήν ζωή, ὁ τόκος ὑπερπολλαπλάσιος, γιά δέ τήν ἄλλη ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΑΙΩΝΙΟΣ.
Ἡ σημερινή δέ θλιβερή κατάστασις μεγιστοποιεῖ τελικά τήν μεγάλη σημασία, ὠφέλεια καί ἀνάγκη τῆς σημερινῆς ἐξαισίας ἑορτῆς. Ὁπότε καί ἡ εὐγνωμοσύνη μας, βεβαίως καί εἶναι ἀκόμα πιό μεγάλη πρός τόν Ἐπίσκοπό μας κ.κ. Νικόλαον, πού ὡς γνωστόν ἐθέσπισε τήν σημερινή ἑορτή.

Εὔχομαι, ὁλόθερμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, διά πρεσβειῶν τῶν Φθιωτῶν Ἁγίων μας, στά δύσκολα χρόνια πού ζοῦμε, ἀντιστεκόμενοι θεοπρεπῶς, νικηταί τῆς ἁμαρτίας, νά εἰσέλθουμε εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἐκεῖ ὅπου ΟΛΩΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ μᾶς περιμένουν οἱ τοπικοί μας Ἅγιοι! ... Ἀμήν. Γένοιτο!...
Ἀμήν.Γένοιτο.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
Ὁμιλία κατά τήν ἀγρυπνία πρός τιμήν τῶν Φθιωτῶν Ἁγίων 
εἰς τόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Λαμίας

Το μισάνοικτο παράθυρο.



Φθινόπωρο. Αν και νωρίς το απόγευμα, ο ήλιος ήδη μας έχει αποχαιρετίσει. Το μοναστήρι λουσμένο σε αποχρώσεις του δειλινού μοιάζει σαν ανέκδοτο ποίημα που πρώτη φορά το θωρείς.
Περιδιαβαίνω τους χώρους της άσκησης και της σιωπής. Μου κεντρίζει την προσοχή ένα μισάνοικτο παράθυρο. Πλησιάζω με δέος…
Ένα καντηλάκι αχνοφαίνεται καθώς τρεμοπαίζει από το απαλό αεράκι που εισβάλει μέσα στο δωμάτιο. Νωχελικά η ευωδιά του θυμιάματος απλώνεται στον χώρο. Και εκεί, μπροστά στο λιτό εικονοστάσι μία μορφή απόκοσμη στέκει γονατισμένη, βουβή, γεμάτη μυστήριο.
Στο ημίφως διακρίνεται το πρόσωπό του. Ένας μοναχός. Δεν έχει περάσει τα 40 χρόνια ζωής και όμως τα μαλλιά και τα γένια του έχουν ντυθεί στα άσπρα… είναι σαν να παραδόθηκε εδώ και καιρό στον χρόνο.
Το κάλλος της νιότης χάθηκε μέσα στην άσκηση, στην νηστεία, στην αγρυπνία, στις εκούσιες στερήσεις, στην προσευχή.
Ακίνητος. Γονατιστός. Τα ροζιασμένα χέρια του κρατούν ένα μικρό κομποσχοίνι. Φωνή δεν ακούς, μόνο τα χείλη ανοιγοκλείνουν σε ένα συγκεκριμένο χορό. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό».
Από τα κλειστά του μάτια δραπετεύουν μερικά δάκρυα. Μπορείς να αισθανθείς τον πόνο του και την χαρά του. Την αγωνία και την ηρεμία του. 
Ακίνητος. Γονατιστός.
Μετά από αρκετή ώρα κάνει να σηκωθεί. Δυσκολεύεται. Έχει ώρα σε αυτή τη στάση και τα πόδια του τον προδίδουν. Το σώμα του μουδιασμένο προσπαθεί να υπακούσει. 
Τώρα, στέκει όρθιος. Καμπουριασμένος. Λευκασμένος μέσα στα μαύρα. Βουβός. Πνιγμένος μέσα στην νίψη της στιγμής.
Ξάφνου γυρνά προς το μέρος μου. Τα μάτια του καρφώνονται στα δικά μου. Το μισάνοικτο παράθυρο με πρόδωσε. Η ανάσα μου ακούγεται σαν δυνατός κρότος μπροστά στην σιωπή του. Δεν μου μιλά. Μόνο μου γνέφει. Μου γνέφει και απομακρύνεται. Χάνεται μέσα από το εκστατικό βλέμμα μου.
Τα μάτια του κουρασμένα αλλά καθάρια ακόμα σαν να με κοιτούν. Δεν μου είπε τίποτα όμως μου μίλησε.
«Και λοιπόν; 
Τι κατάλαβες που με είδες; 
Είδες έναν αμαρτωλό μοναχό να ζητά έλεος. Είδες έναν επαίτη της Αγάπης Του. Είδες έναν ταλαίπωρο μοναχό ναν παλεύει ακόμα με τα πάθη του».
Εγώ όμως δεν είδα αυτό…Είδα την άβυσσο της ταπείνωσης. Είδα την ανυπόκριτη άσκηση. Είδα την γνησιότητα της πίστεως. Είδα την ελπίδα μες στο δάκρυ. Είδα το Φως της Ανάστασης μέσα στο ημίφως.Είδα το κάλλος της σιωπής.Είδα την νίκη της προσευχής.
Με είδε και έφυγε… αλλά δεν έφυγε ποτέ από μπροστά μου.
Χάθηκε, αλλά πότε δεν ξεθώριασε η μορφή του από την καρδιά μου.
Μου γνέφει κάθε ημέρα, κάθε στιγμή και μου λέει:
«Και τι κατάλαβες που με είδες; 
Ωφελήθηκες σε τίποτα; 
Εσύ πότε θα αλλάξεις; 
Εσύ πότε θα μετανοήσεις;
Εσύ πότε θα ζήσεις; 
Πότε θα δεις; 
Πότε θα ακούσεις; 
Πότε θα αγγίξεις;
Ξέρεις καλά για τι μιλάω…για Ποιον μιλάω...
Πότε θα βιώσεις την Παρουσία Του;
Πότε θα δεις το Φως Του;
Πότε θα ακούσεις τον Λόγο Του;
Πότε θα οσφρανθείς το κέλευσμά του;
Πότε θα αγγίξεις τα ιμάτιά Του;
Ξέρεις καλά για Ποιον μιλάω.
Για Εκείνον που διψά η ψυχή σου. Που αναζητά η λογική σου. Που ψάχνουν οι ερωτήσεις σου. Για Εκείνον τον Άγνωστο που θέλεις να γνωρίσεις...»
Μου γνέφει ο μοναχός εκείνος κάθε ημέρα, μου μιλά, με προτρέπει να κάνω το βήμα, μου δίνει κουράγιο να συνεχίσω.
Μου γνέφει ο μοναχός εκείνος κάθε ημέρα και μετά χάνεται. Και μένω μόνος με τις επιλογές μου. Μένω ακίνητος, βουβός, γονατιστός μπροστά στο τώρα.
Έχει περάσει καιρός από τότε που στάθηκα μπροστά σε εκείνο το μισάνοικτο παράθυρο. Δεν ξέρω αν προόδευσα πνευματικά από εκείνη την στιγμή.Ένα ξέρω, ότι με στοίχειωσε εκείνο το νεύμα του μοναχού. Με στοίχειωσε η γνησιότητά του. Με στοίχειωσε η σιωπή του. Με στοίχειωσε η άδολη μορφή του.
Δεν γνωρίζω τι απέγινε αυτός ο μοναχός. Δεν τον ξαναείδα. Δεν χρειάζεται να τον ξαναδώ. Ότι ήταν να μου δώσει, μου το έδωσε. Μου πρόσφερε Αλήθεια. Μου έδειξε το κάλλος της ταπείνωσης. Μου απέδειξε ότι και εγώ μπορώ, αρκεί να τολμήσω...
Ένα μισάνοικτο παράθυρο με εισήγαγε σε ένα μυστικό κόσμο. Τον κόσμο του Θεού. Και γι’ αυτό είμαι ευγνώμων…

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Ἡ σημερινή πνευματική κατάστασις στήν Ἑλλάδα




Τώρα (το 1983), συμβαίνει να βρισκώμαστε σε μία καμπή στην ιστορία της Εκκλησίας, που ο ίδιος ο κομπογιαννίτης γιατρός (δηλαδή ο μη δυνάμενος να θεραπεύση ή να καθοδηγήση σωστά πνευματικός πατήρ) δεν έχει επίγνωσι ότι είναι κομπογιαννίτης. Ο κομπογιαννίτης όμως είναι σε θέση να αναγνωρίση έναν πραγματικό γιατρό, όταν συναντηθή με αυτόν ή όχι; 
Η απάντησις είναι, ότι, αν έχη πορρωμένη συνείδησι, δεν θα τον αναγνωρίση. Αυτό συνέβη με τον Ιούδα, ο οποίος εγνώρισε μεν τον Χριστόν, αλλά όχι όπως οι άλλοι Απόστολοι. Ο Ιούδας δεν κατάλαβε ποιος ήταν ο Χριστός. 
Γιατί; 
Διότι πνευματικά δεν ήταν εν τάξει. Δηλαδή ο Ιούδας απεδείχθη κομπογιαννίτης και ούτε τον εαυτό του μπόρεσε να σώση.
Σήμερα δίνει η Ορθόδοξη Θεολογία την δυνατότητα σε κάποιον να ανιχνεύση τον πραγματικό γιατρό και να τον διακρίνη από έναν κομπογιαννίτη; 
Δηλαδή μπορούμε σήμερα να ανιχνεύσωμε τον αληθινό πνευματικό πατέρα, εκείνον που είναι σε θέσι να θεραπεύη, ανάμεσα σε πολλούς άλλους; 
Ή αλλιώς μπορούμε σήμερα να ανιχνεύσωμε τον άγιο μέσα στο πλήθος; Δύσκολο φαίνεται. Δηλαδή οι Χριστιανοί σήμερα έχουν φθάσει στο σημείο δύσκολα να ξεχωρίζουν τους πνευματικούς γιατρούς από τους κομπογιαννίτες. Και φθάσαμε σ’ αυτήν την κατάστασι, διότι αντικαταστήσαμε την Πατερική Θεολογία με Δυτικού τύπου Θεολογία, με Θεολογία των δογμάτων, με Θεολογία του βιβλίου δηλαδή και όχι εμπειρική, η οποία δεν οδηγεί στην κάθαρσι της ψυχής από τα πάθη. Καταδιώξαμε την Ησυχαστική παράδοσι και την αντικαταστήσαμε με τα δόγματα ή με την ηθική (ευσεβισμό). Και αυτό συνέβη από τους χρόνους μετά την Ελληνική Επανάστασι του 1821, με πρωταίτιο τον Αδαμάντιο Κοραή.

Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (+)

http://www.oodegr.com

Η ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΥΝΑΜΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΤΙΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

”Πάντοτε χαίρετε. Αδιαλείπτως προσεύχεσθε. Κατά πάντα ευχαριστείτε, τούτο είναι το θέλημα του Θεού προς εσάς εν Χριστώ Ιησού” (Α’ Θεσσαλονικείς 5, 16-18).

”Λαλούντες μεταξύ σας με ψαλμούς και ύμνους και ωδές πνευματικές, τραγουδώντας και ψάλλοντας στην καρδιά σας στον Κύριο, ευχαριστώντας πάντοτε για τα πάντα τον Θεόν και Πατέρα εν ονόματι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού” (Εφεσίους 5, 19-20).

Τα παραπάνω εδάφια της Καινής Διαθήκης, του Λόγου του Θεού, μας δείχνουν πόσο σημαντικό είναι η προσευχή μας στον Χριστό να συνοδεύεται από δοξολογία και ευχαριστία για τα πάντα στην ζωή μας. Ο πιο βέβαιος δρόμος για τον Θεό και για την δική μας εσωτερική ολοκλήρωση περνά μέσα από την δοξολογία του Θεού για οτιδήποτε συμβαίνει στην ζωή μας. Ακόμη και οι δυσκολίες και τα προβλήματα αρχίζουν να μοιάζουν ως ευλογία στην ζωή μας αν ευχαριστούμε και δοξάζουμε για αυτές τον Θεό. Σας φαίνεται δύσκολο να το δεχθείτε, να το κατανοήσετε;

Και όμως, μέσα από τι δυσκολίες και τις δοκιμασίες ανακαλύπτουμε τις εσωτερικές μας δυνάμεις, συνειδητοποιούμε τον εαυτό μας και αναγνωρίζουμε την παρουσία του Θεού ανάμεσά μας. Εάν λοιπόν αποδεχόμαστε τις αναποδιές που έρχονται στην ζωή μας ως αφορμές που μας δίνει ο Θεός να αγωνισθούμε και να ωφεληθούμε πνευματικά, να δυναμώσουμε και να στερεωθούμε στην πίστη, τότε αναγνωρίζουμε το χέρι του Θεού πίσω από όσα μας συμβαίνουν και υποτασσόμαστε στο θέλημά Του, τότε θα αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα με περισσότερη γαλήνη, με αποδοχή και ως ευλογία. Δεν χρειάζεται πάντοτε να αναζητούμε το γιατί πίσω από όσα μας συμβαίνουν, διότι αυτό σημαίνει πως αμφιβάλλουμε για την αγάπη του Θεού και ότι αμφισβητούμε την αλήθεια ότι ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από μας τι μας συμφέρει πνευματικά και αναλόγως προγραμματίζει τα συμβαίνοντα στην ζωή μας. ”άλλωστε, τα πάντα συνεργούν στο αγαθό σε εκείνους που αγαπούν τον Θεό και έχουν κληθεί σύμφωνα με τον προορισμό Του” (Ρωμ.). Ας δούμε λοιπόν πως αυτές οι αλήθειες της πίστεώς μας βρίσκουν εφαρμογή στην καθημερινότητά μας και λειτουργούν ως πνευματικοί νόμοι του Θεού.

Συχνά στον καθημερινό μας λόγο επαναλαμβάνουμε την φράση ”δόξα τω Θεώ”. Πόσοι όμως την λένε απλώς τυπικά και μηχανικά, από συνήθεια, χωρίς να κατανοούν το βαθύ νόημα που κρύβεται πίσω από την φράση αυτήν; Δεν μπορούμε να δοξάζουμε τον Θεό χωρίς να έχουμε επίγνωση για τον λόγο που Τον δοξολογούμε. Όταν είμαστε πραγματικά και ειλικρινά ευγνώμονες στον Θεό για όσα έρχονται στην ζωή μας, αναγνωρίζουμε την παντοδυναμία και το έλεος του Θεού. Δοξολογία στον Θεό σημαίνει συνεχής και αδιάλειπτη προσευχή, χαρά και ευχαριστία προς τον Κύριο, διότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού (Α’ Θεσσαλονικείς 5, 16-18).

Αν έχουμε συνηθίσει να δοξάζουμε τον Θεό για τα πάντα, η πίστη μας θα δυναμώνει και η πνευματική μας διάθεση θα διακρίνεται από χαρά και ευχαριστία. Βεβαίως, στα εύκολα και τα ευχάριστα της ζωής μας έρχεται εύκολα και αβίαστα να δοξάζουμε τον Θεό. Στα δύσκολα όμως; Πολλές φορές όμως το βρίσκουμε δύσκολο να δοξάζουμε τον Θεό και να αναγνωρίζουμε το χέρι του Θεού πίσω από δυσάρεστα και αρνητικά πράγματα που μας συμβαίνουν. Τότε αφήνουμε κατά μέρος την πίστη μας στον Θεό, κλονίζεται η εμπιστοσύνη μας και στην θέση της πίστης βάζουμε την λογική μας προσπαθώντας να βρούμε μία εξήγηση λογική σε όσα μας συμβαίνουν. Όμως με την περιορισμένη ανθρώπινη σκέψη δεν μπορούμε να βρούμε απαντήσεις. Μόνον μέσα από την πίστη, την απόλυτη εμπιστοσύνη και δοξολογία στον Θεό λυτρωνόμαστε από ανησυχίες, αμφιβολίες, άγχη και στενοχώριες, γιατί η καρδιά μας στηρίζεται στον Κύριο.

Αυτή είναι η βάση της δοξολογίας μας. Γνωρίζουμε ότι ο Θεός μας αγαπά και έχει κάποιο σχέδιο για μας. ”ξέρουμε ότι τα πάντα συνεργούν στο αγαθό σε κείνους που αγαπούν τον Θεόν, σε όσους έχουν κληθεί σύμφωνα με τον προορισμό Του” (Ρωμ. 8, 28). Εάν κάποτε βρεθούμε σε δυσκολίες και θελήσουμε να ανακαλύψουμε το νόημα των θλίψεων και των προβλημάτων, να μην εμπιστευόμαστε στο μυαλό μας, στην λογική, αλλά να στηριζόμαστε με πίστη στην αγάπη του Θεού και να Τον δοξάζουμε για όσα φέρνει στην ζωή μας.

Ένα παράδειγμα από αληθινό περιστατικό για να το κατανοήσουμε καλύτερα. Οι γονείς μιας κοπέλας που υπέφερε πολλούς μήνες από σοβαρή ασθένεια και συχνά νοσηλευόταν στο νοσοκομείο και οι ιατροί είχαν διαγνώσει ανίατη ασθένεια, στράφησαν στον Θεό ως την τελευταία τους ελπίδα προσευχόμενοι θερμά, με δάκρυα για το θαύμα, για την θεραπεία. Μέσα τους όμως βαθιά υπήρχε μία πικρία, ένα παραπονεμένο γιατί στον Θεό που επέτρεψε ασθένεια στην κόρη τους. Η κατάσταση της υγείας της κοπέλας διαρκώς χειροτέρευε παρ’ όλες τις προσευχές των γονέων τους. Όταν κάποιος ιερέας πνευματικός τους συμβούλευσε στις προσευχές τους να δοξάζουν και να ευχαριστούν τον Θεό για την ασθένεια της κόρης τους, η συμβουλή αυτή τους φάνηκε βαριά. Να ευχαριστούν τον Θεό γιατί η κόρη τους ήταν βαριά άρρωστη; Η λογική τους επαναστατούσε, δεν το δεχόταν. Κάποια στιγμή, αποκαμωμένοι από τα δάκρυα και τις προσευχές, σκέφθηκαν να δοκιμάσουν αυτό που τους είχε πει ο πνευματικός. Γονάτισαν προσευχόμενοι στον Θεό με διάθεση ευχαριστίας και εμπιστοσύνης στον Θεό που επέτρεψε να έρθει στην οικογένειά τους μία τόσο σοβαρή δοκιμασία. Δέχθηκαν πως ο Θεός γνωρίζει καλύτερα για την κόρη τους και σεβάσθηκαν το θέλημά του. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Η κοπέλα άρχισε να καλυτερεύει έως ότου θεραπεύθηκε εντελώς. Μέσα από αυτήν την ασθένεια που ήταν μία δοκιμασία πίστεως, οι γονείς πλησίασαν τον Θεό, πίστευσαν, προσευχήθηκαν. Ήταν μία πνευματική εμπειρία που τους άλλαξε όλη τους την ζωή. Και πότε ήλθε αυτή η αλλαγή; Μόλις εμπιστεύθηκαν τον Κύριο και στα δύσκολα προσευχήθηκαν με δοξολογία και ευχαριστία. Είπαν το ”δόξα τω Θεώ” μέσα από την καρδιά τους και το εννοούσαν.

Όταν ειλικρινά δοξολογούμε τον Θεό, θα δούμε μία σημαντική αλλαγή στην ζωή μας και στους γύρω μας. Εκεί που κάποτε αισθανόμασταν θλίψη και στενοχώρια σε δύσκολες καταστάσεις, θα αρχίσουμε να αισθανόμαστε χαρά και ασφάλεια που μας χαρίζει η απόφασή μας να εμπιστευθούμε την καρδιά μας στον Θεό. Ιδού πως το εκφράζει ο ψαλμωδός: ”να ευφραίνεσαι στον Κύριο και θα σου δώσει τα αιτήματα της καρδιάς σου” (Ψαλμ. 35, 4). Μόλις αρχίσουμε να απολαμβάνουμε την παρουσία του Κυρίου στην ζωή μας, όταν η καρδιά μας χαίρεται να συνομιλεί με τον Θεό και να εκτελεί το θέλημά Του, τότε όλα τα προβλήματα θα μοιάζουν λιγότερο βασανιστικά, διότι θα έχουμε την βεβαιότητα ότι ο Κύριος θα απαντήσει στα προβλήματά μας και θα δώσει λύση. Πνευματική προϋπόθεση; Να δοξάζουμε τον Θεό με χαρά και διάθεση ευχαριστίας.

Ας δούμε μίαν άλλην ιστορία αληθινή. Δύο γονείς είχαν ένα γιο που, ενώ ήταν επιμελής μαθητής και υπάκουος γιος, σεβόμενος τους γονείς, όταν πήγε στο πανεπιστήμιο, ξέφυγε, έμπλεξε με κακές παρέες και έγινε αδιάφορος για τις σπουδές του, ξενυχτούσε, έπινε ναρκωτικά. Επέλεξε ένα ανήθικο και άσωτο τρόπο ζωής. Για μήνες οι γονείς προσεύχονταν με αγωνία και πόνο ψυχής, αλλά αισθάνονταν πως οι προσευχές τους έμεναν αναπάντητες. Κάποιος φίλος οικογενειακός τους συμβούλευσε να έχουν εμπιστοσύνη στο σχέδιο του Θεού για τον γιο τους, και ότι μέσα από την άσωτη ζωή που διήγε η χάρις του Θεού θα τον απελευθέρωνε. Με νέα ελπίδα οι γονείς άρχισαν να προσεύχονται με διαφορετικό τώρα τρόπο. Δόξαζαν τον Θεό που παρ’ όλες τις άσχημες συνθήκες και τις κακές συντροφιές που είχε ο γιος τους, ο Κύριος τον προστάτευε και τον κρατούσε ζωντανό και γερό. Μόλις άρχισαν να προσεύχονται με πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό, τα εμπόδια που ορθώνονταν στην προσευχή τους κάμφθηκαν, ο Θεός τους έδωσε ενθάρρυνση και υπομονή, και τέλος, φώτισε τον νέο να συνέλθει, να εγκαταλείψει την ανηθικότητα και τα ναρκωτικά και ως τον άσωτο του Ευαγγελίου, να επιστρέψει μετανιωμένος στο σπιτικό του.

Αυτό ζητούσε ο Θεός από τις προσευχές των δύο γονέων, να αλλάξουν την πνευματική τους ματιά, να αλλάξουν τρόπο σκέψης, και να αρχίζουν να δοξολογούν τον Θεό ακόμη και στα δύσκολα. Τότε ήταν που ο Θεός τους έδωσε νέα δύναμη στην προσευχή τους και απάντηση στα αιτήματά τους. Ίσως δεν μπορούμε πάντοτε να κατανοήσουμε με το μυαλό μας τον τρόπο που ενεργεί ο Θεός στην ζωή μας, μπορούμε όμως να πλατύνουμε την καρδιά μας και να δεχθούμε με ευχαρίστηση, όχι γκρίνια και μεμψιμοιρία, το θέλημα του Θεού.

Αυτή η πνευματική αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα όσα συμβαίνουν σε μας και στους γύρω μας, δεν κατορθώνεται μόνον με την δική μας θέληση, αλλά απαιτεί και την συνεργασία του Θεού. Η ειλικρινής προσευχή που δοξάζει την παντοδυναμία και παντογνωσία του Θεού και υποτάσσεται στην θεία πρόνοια, εμπεριέχει μεγάλη πνευματική δύναμη από κάθε άλλο είδος προσέγγισης του Θεού. Εάν εν μέσω δυσμενών και αρνητικών καταστάσεων υπερβαίνουμε τον εαυτό μας και βρίσκουμε την δύναμη να δοξάζουμε τον Κύριο, μεγαλύτερη θα είναι η θεία βοήθεια που θα λάβουμε την κατάλληλη στιγμή. Διαβαίνοντας εν μέσω προβλημάτων και των παγίδων του πονηρού βρίσκουμε το κουράγιο να μην είμαστε γκρινιάρηδες, αλλά να παραδεχόμαστε ότι με τις δικές μας δυνάμεις δεν έχουμε καμμία πιθανότητα να υπερνικήσουμε το κακό και τον πονηρό, στηρίζοντας τις ελπίδες μας στον Θεό, τότε στην πνευματική μας μάχη θα έχουμε ένα ασύγκριτο συμπολεμιστή, συμπαραστάτη και βοηθό, θα αισθανόμαστε τον Θεό στο πλευρό μας να μας στηρίζει.

Πολλές φορές οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί κατακλύζουν την καρδιά μας και νιώθουμε ανίσχυροι απέναντι στα προβλήματα. Φοβόμαστε, αγχωνόμαστε, αγανακτούμε. Ο Θεός από μας περιμένει να κάνουμε την πνευματική υπέρβαση, ένα άλμα πίστης και εμπιστοσύνης στις υποσχέσεις και την προστασία του Θεού. Το βλέπουμε αυτό ξεκάθαρα στο παράδειγμα των Ισραηλιτών που επί σαράντα έτη περιπλανώμενοι στην έρημο δεν κατόρθωναν να εισέλθουν στην Γη της Επαγγελίας. Γιατί? Διότι ενώπιον του Θεού αποδείχθηκαν άπιστοι, σκληροτράχηλοι, γεμάτοι παράπονα για τις ταλαιπωρίες και τις στερήσεις που υπέφεραν στην έρημο, λησμονώντας τις ευεργεσίες και την προστασία του Θεού, πως τους ελευθέρωσε από την δουλεία και την σκληρή εργασία στην Αίγυπτο, πως τους προστάτευε από τον Φαραώ, πως τους χορηγούσε το μάννα, και πως τους καθοδηγούσε με την μορφή μιας πύρινης στήλης που προπορευόταν. Αποτέλεσμα; Ούτε ο Μωϋσής ούτε κανείς άλλος από αυτούς που βγήκαν από την Αίγυπτο (πλην δύο) πέθαναν χωρίς να αξιωθούν να εισέλθουν στην Γη της Επαγγελίας. Αντιθέτως, μόλις οι Ισραηλίτες εμπιστεύθηκαν τις υποσχέσεις του Θεού, με την εμπνευσμένη ηγεσία του Ιησού του Ναυή, κατόρθωσαν σε σύντομο χρονικό διάστημα να κατακτήσουν οχυρές πόλεις, όπως η Ιεριχώ, να νικήσουν πολυάριθμους εχθρούς, και να εγκατασταθούν στην Χαναάν. Το κλειδί της επιτυχίας είναι η εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις του Θεού.

Το βλέπουμε και στο πρόσωπο του Χριστού, που διαρκώς στην προσευχή Του ευχαριστούσε και δόξαζε τον Θεό Πατέρα. Για παράδειγμα, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον θάνατο του Λαζάρου, του αγαπημένου του φίλου, περικυκλωμένος από πλήθος ανθρώπων που θρηνούσαν, και δέχθηκε το παράπονο της Μάρθας και της Μαρίας πως ”εάν είχες έρθει νωρίτερα Κύριε, ο αδελφός μας Λάζαρος δεν θα είχε πεθάνει”, πως αντέδρασε ο Χριστός; Μπροστά στον τάφο του Λαζάρου προσευχήθηκε δυνατά για να Τον ακούσουν όλοι, και είπε στον Θεό Πατέρα: ”Πάτερ, σε ευχαριστώ που με άκουσες” (Ιω. 11, 41), και μετά ανέστησε τον Λάζαρο. Ακόμη και μπροστά στο φοβερό γεγονός του θανάτου, της απώλειας ενός αγαπημένου μας προσώπου, ο Κύριος μας διδάσκει να προσευχόμαστε και να ευχαριστούμε τον Θεό.

Μας φαίνεται δύσκολο μέσα στον πόνο μας για τον θάνατο να έχουμε την δύναμη να δοξάζουμε τον Θεό; Να θυμηθούμε τον Ιώβ, που έχασε την περιουσία του, τα κοπάδια, οι γιοι και οι θυγατέρες του πέθαναν, ο ίδιος αρρώστησε, οι φίλοι και η γυναίκα του, αντί να τον ενθαρρύνουν, τον προέτρεπαν να βλασφημήσει και να κατηγορήσει τον Θεό για την κατάστασή του; Ο Ιώβ όμως ξέσπασε σε δοξολογία του Θεού. ”Ο Θεός μου έδωσε, ο Θεός μου αφαίρεσε, ας είναι το όνομά Του ευλογημένον”’. Είναι η ίδια ακριβώς φράση δοξολογίας και ευχαριστίας που αναπέμπουμε στον Θεό λίγο πριν το τέλος κάθε θείας λειτουργίας. ”είη το Όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος”. Ο Θεός ευλόγησε τον Ιώβ γιατί ανεδείχθη πιστός και του ανταπέδωσε πολλαπλάσιες ευλογίες, πλούτη, κοπάδια, περισσότερους γιους και θυγατέρες.

Μήπως λησμονούμε ότι η παρουσία του Χριστού επί γης έγινε αφορμή δοξολογίας της δυνάμεως του Θεού; Κάθε θαύμα, κάθε θεραπεία που επιτελούσε ο Χριστός στο όνομα του Θεού Πατέρα, οδηγούσε τους ανθρώπους να δοξάζουν και να ευχαριστούν τον Θεό. Αυτός είναι ο πυρήνας του ευαγγελικού μηνύματος (ευαγγέλιο σημαίνει την καλή, την ευχάριστη είδηση). Ο Χριστός μιλώντας στην συναγωγή της Ναζαρέτ εφήρμοσε την εκπλήρωση της προφητείας του Ησαϊα στο πρόσωπό Του. Τι έλεγε η προφητεία; ”Πνεύμα Κυρίου είναι επάνω μου, γι’ αυτό με έχρισε, με απέστειλε να ευαγγελίσω (=να φέρω το μήνυμα της χαράς) στους φτωχούς, για να γιατρέψω τους συντετριμμένους στην καρδιά, να κηρύξω ελευθερία στους αιχμαλώτους και ανάβλεψη στους τυφλούς, να αποστείλω τους ψυχικά τσακισμένους σε ελευθερία, να κηρύξω ευπρόσδεκτον το έτος του Κυρίου” ( Λουκ. 4, 18-19). Εάν μέσα στις θλίψεις και τις ασθένειές μας ο Θεός μας φέρνει στην ζωή μας το μήνυμα της χαράς μέσω της παρουσίας του Χριστού. Εμείς έχουμε την δύναμη εν μέσω θλίψεων και στενοχωριών να εμπιστευθούμε την αγάπη του Θεού, να αποδιώξουμε κάθε αμφιβολία και γογγυσμό, και να δοξάσουμε, να ευχαριστήσουμε τον Κύριο με όλη μας την καρδιά για όσα επιτρέπει στην ζωή μας, και κυρίως, για την παρουσία Του στην ζωή μας; Ο Χριστός έρχεται κοντά μας για να μας δώσει νέο πνεύμα, νέα ζωή, καινούργια καρδιά και σκέψη. ”εάν κάποιος είναι εν Χριστώ, είναι νέο κτίσμα, τα αρχαία παρήλθαν, ιδού τα πάντα έγιναν νέα” ( Β’ Κορ. 5, 17).

Αρχιμ. Κυρίλλου

Ὅποιος αἰσθάνθηκε τίς ἁμαρτίες του...



Ὅποιος αἰσθάνθηκε τίς ἁμαρτίες του, εἶναι ἀνώτερος ἀπό ἐκεῖνον πού ἐγείρει νεκρούς μέ τήν προσευχή του μέσα στήν κοινωνία τῶν πολλῶν. Ὅποιος στενάζει μιά ὥρα γιά τήν ψυχή του, εἶναι ἀνώτερος ἀπό ἐκεῖνον πού ὠφελεῖ ὅλον τόν κόσμο μέ τήν ἐμφάνισή του.
Ὅποιος ἀξιώθηκε νά ἰδῆ τόν ἑαυτό του, αὐτός εἶναι ἀνώτερος ἀπό ἐκεῖνον πού ἀξιώθηκε νά ἰδῆ τούς ἀγγέλους· διότι ὁ τελευταῖος ἐπικοινωνεῖ μέ τούς σωματικούς ὀφθαλμούς, ἐνῶ ἐκεῖνος βλέπει μέ τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς.

Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος ( ΕΠΕ, τόμ., 8Β, σελ. 119-121 )

Διάλογος στό τραῖνο.



Ἐπήγαινα κάποτε μέ τόν τραῖνο ἀπό τήν πόλι Φωσκάνη στήν πόλι Μπακέου. Ἐπειδή ἤμουν ἄρρωστος ἀπό τήν καρδιά μου καί μή μπορώντας νά ὑπομένω τό κάπνισμα τῶν ἄλλων, ἔβγαλα εἰσιτήριο πρώτης θέσεως, ὅπου ἦταν ἕνα βαγόνι γιά μή καπνιστές.
Ἐπλήρωσα λίγα χρήματα περισσότερα, ἀλλά ἤμουν ἥσυχος καί δέν εἶχα πρόβλημα μέ τόν καπνό. Ἐταξίδευα μόνος μου σ᾿ αὐτό τό βαγόνι, ἀλλά καί δέν ἤξερα ποιός μετά ἀπό λίγο θά ἔλθη κοντά μου. Ἐπῆρα τήν θέσι καί τό κάθισμά μου καί περίμενα τήν ὥρα μέχρι ν᾿ἀναχωρήση τό τραῖνο.
Ὅταν τό τραῖνο ἦταν ἕτοιμο νά ξεκινήση, σηκώθηκα καί μπῆκα γιά λίγο στό βαγόνι πού ἦταν οἱ ἀνώτεροι ὑπάλληλοι τῆς ὑπηρεσίας.
Ἐγώ δέν ἤξερα τί βαθμούς εἶχαν, διότι ὅταν ἐγώ ἤμουν στόν στρατό στά νειᾶτα μου, τότε εἶχαν μέ σειρήτια τούς διαφόρους βαθμούς τους, ἐνῶ τώρα ἔχουν τά ἀστέρια.
Ἦταν ἀκόμη καί ἕνας ὁ ὁποῖος μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν ἀνθυπασπιστής μέ τήν γυναῖκα του καί μέ τό παιδάκι τους. Τήν γυναῖκα του τήν μετέφερε ἀπό τό νοσοκομεῖο τοῦ Ἰασίου. Πιάνοντας μαζί του γιά λίγο κουβέντα, μοῦ εἶπε τά ἑξῆς: «Ἐγώ εἶμαι ὁπλοποιός καί ὑπεύθυνος τοῦ ὁπλοστασίου τοῦ στρατοῦ, τῆς ἀεροπορικῆς ὑπηρεσίας». Καταγόταν ἀπό τά μέρη Ποντολένι.
Ἐγώ ὄντας μοναχός καί ἀνάμεσα σέ μία ὁμάδα ἀξιωματούχων τοῦ στρατοῦ, ἐσκεπτόμουν: τί διάλογο ἠμπορῶ νά κάνω ἐγώ μ᾿ αὐτούς; Ἤμουν ἐκεῖ ἀφοσιωμένος στήν προσευχή μου καί ἐκαθόμουν μέ ἡσυχία, διότι ἐγνώριζα ὅτι ἔχω νά ταξιδεύσω δύο φορές μ᾿ αὐτούς. 
Ἕνα ταξίδι μου μέχρι τήν πόλι Μπακέου καί μέ ἄλλο τραῖνο γιά τήν κωμόπολι Ταρκέου. Ἐπήγαινα στόν π. Κασσιανό, τόν ἡγούμενο τῆς μονῆς Ταρκέου καί στόν π. Ἰανουάριο.
Ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς, μικρός στήν ἡλικία καί κοντός, δέν σιωποῦσε καί ἔλεγε διάφορα ἀστεῖα.
-Κυττᾶξτε σήμερα τό τραῖνο θά πάη καλά στό ταξίδι του, διότι ἔχουμε κι ἕνα παπᾶ μαζί μας!
-Ξέρεις, εἶπε ὁ ἄλλος, λένε, πώς ὅταν παρουσιάζεται παπᾶς μπροστά σου, ὅλα σοῦ πᾶνε κατά διαβόλου! Αὐτό τώρα ὅμως δέν εἶναι σωστό, διότι τό τραῖνο πάει καλά μέ τόν παπᾶ μέσα. Ὑπάρχουν ξέρετε καί δεισιδαιμονίες, ὅπως: «Εἴθε νά μή συναντήσης μπροστά σου παπᾶ, γιατί θά πάθης κακό». Ἐγώ τούς ἄκουα μέ τό στόμα μου κλειστό.
-Τί ἀφέλεια ὑπάρχει καί σ᾿ αὐτούς τούς παππάδες! Αὐτοί λένε ὅτι ὅλη ἡ οἰκουμένη θά γίνη μία γενεά (ποίμνη) καί μέ ἕνα ποιμένα μέ λευκά γένεια. Αὐτός, ὅπως λένε, ἔκανε τόν οὐρανό καί τήν γῆ καί τά βουνά καί τήν θάλασσα...Ἀκοῦστε, εἶπε ἕνας ἄλλος, ἐπειδή εἶναι καί παππᾶς ἐδῶ, νομίζω ὅτι εἶναι καλόν νά λέμε τέτοιες διηγήσεις γιά τόν Θεό.
-Ἀκούσατε; Ἕνας «γενάρχης»!
Ἕνας ἦλθε καί ἐκάθισε δεξιά ἀπό μένα.
-Ἀπό ποῦ εἶσαι, πάτερ;
Ἀντί νά τούς εἰπῶ, ὅτι εἶμαι ἀπό τήν Μονή Συχαστρία, τούς εἶπα ὅτι εἶμαι ἀπό τήν μονή Νεάμτσου, διότι αὐτή ἡ μονή εἶναι παλαιά καί πιό ξακουστή στόν κόσμο.
-Ποῦ πηγαίνεις;
-Μέχρι ἐκεῖ στήν σκήτη Ταρκέου.
-Ἐγώ εἶμαι ἀπό τήν κοινότητα Χρεάσκα τῆς ἐπαρχίας Ντοροχόϊ.
-Νομίζω ὅτι ἦταν αὐτός πού ἔλεγε τά παραπάνω εἰρωνικά λόγια. Ἁπλώνει τό χέρι του νά μοῦ δώσει κεράσια. Ἦταν ἡ ἐποχή παραγωγῆς τῶν κερασιῶν.
-Σᾶς εὐχαριστῶ!
-Πάτερ, ποῦ εἶναι ἡ γενέτειρά σας;
-Κατάγομαι ἀπό τό χωριό Σουλίτσα τοῦ νομοῦ Μποντοσάνι.
-Ἔε, δέν εἴμεθα καί πολύ μακριά. Εἴμεθα ἀπό τόν ἴδιο νομό.
Ἔτσι ἀρχίσαμε τήν συζήτησι. Μεσολάβησε ἄλλος καί μ᾿ἐρώτησε:
-Πάτερ, μή στενοχωρηθῆτε, τί εἶσθε; Ἱερεύς, καθηγητής, δάσκαλος. Τί εἶσθε;
-Εἶμαι ἕνας ἁπλός μοναχός. Πηγαίνω κι ἐγώ πιό πέρα, μέχρι τό Μπακέου.
-Ἄκουσες γιά ὅλα τά ἰδικά μας. Τώρα εἴμεθα κι ἐμεῖς περίεργοι νά μάθουμε γιά τόν Θεό! Τί λένε τά βιβλία σας γιά τόν Θεό; Τά πάντα γιά τόν Θεό γράφονται στήν Βίβλο πού εἶναι καί δικό σας βιβλίο, ὅτι ὁ Θεός ἐδημιούργησε τόν οὐρανό, τήν γῆ, τόν κόσμο, ἀλλά ἐμεῖς ἔχουμε ἄλλη θεωρία γιά τόν κόσμο.
-Κυττᾶξτε, ἀδελφοί μου. Κατ᾿ ἀρχήν νά ἔχω τόν λόγο τῆς τιμῆς σας ὅτι δέν θά στενοχωρηθῆτε μέ ὅσα, θά ἀκούσετε. Ἐγώ εἶμαι ἕνας ἁπλός μοναχός, ἀλλά, ἐάν ἀρχίσω νά διηγοῦμαι γιά τόν Θεό, αὐτό τό τραῖνο θά πρέπει νά ταξιδεύση τρεῖς φορές ὁλόκληρη τήν ὑδρόγειο σφαῖρα καί τότε μόνο θά ἠμπορέσω νά τελειώσω. Τόσα πολλά ἔχω νά εἰπῶ γιά τόν Θεό!
-Ἀκοῦστε, λοιπόν, τί θά μᾶς εἰπῆ ὁ παπᾶς, ἔλεγαν μεταξύ τους!
-Εἶχαν μία μεγάλη περιέργεια. Πρίν ἀρχίσω νά τούς ὁμιλῶ γιά τόν Θεό, τούς εἶπα ὅτι θά τούς τραγουδήσω ἕνα τραγούδι τοῦ Θεοῦ. Δέν θά εἶναι μεγάλο, τούς εἶπα.
-Πάτερ, κρατοῦμε τόν λόγο της τιμῆς μας. Καί τρελλός νά εἶσαι δέν θά στενοχωρηθοῦμε. Ἐμεῖς ὅμως θέλουμε νά σ᾿ ἐρωτήσουμε. Ἔχουμε τήν ὡραία εὐκαιρία νά συνομιλήσουμε μ᾿ ἕνα μοναχό. Εἴμεθα ἀρχηγοί τοῦ κράτους καί ὅλοι πᾶμε μέχρι τήν πόλι Μπακέου. Τί λέτε ἐσεῖς, πάτερ;
Τό τραῖνο δέν ἔχει ἀκόμη ξεκινήσει. Ὅταν ἀνεχώρησε, σηκώθηκα καί ἔκαμα τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Αὐτοί ὄχι. Δική τους δουλειά.
Τότε σηκώθηκε ἕνας. Ἦταν ταγματάρχης. Ἐγώ δέν τό ἤξερα, ἀλλά μοῦ τό εἶπαν ὅτι εἶχε ἕνα ἀστέρι καί ἕνα γαλόνι, λόγῳ τῆς πολυχρονίου ὑπηρεσίας του. Τούς λέγω:
-Νά μέ συγχωρῆτε. Ἐμπήκατε σ᾿ αὐτό βαγόνι μόνο ἀνώτεροι ἀξιωματικοί τοῦ κράτους, ἀλλά ὑπηρέτησα κι ἐγώ στόν στρατό, τήν ἐποχή πού οἱ ἀξιωματικοί μας εἶχαν τούς βαθμούς τους μέ σειρῆτια. Ἐγώ αὐτούς τούς ἀστερίσκους δέν γνωρίζω τί δηλώνουν, διότι βλέπω ὅτι ἔχετε δύο καί τρία ἀστέρια στούς ὤμους σας. Μή στενοχωρηθῆτε, διότι δέν γνωρίζω τούς βαθμούς σας, διότι στήν μονή πού μένω εἶμαι ἕνας ἄχρηστος καλόγερος!
-Πάτερ, μοῦ αὐτοπαρουσιάσθηκαν μόνοι τους λέγοντας, ἐγώ εἶμαι διοικητής, ἐγώ εἶμαι ὑποδιοικητής, ἐγώ εἶμαι ταγματάρχης καί ἐγώ εἶμαι καπετάνιος.
Ὁ ταγματάρχης εἶπε τά ἐξῆς ἐν συνεχείᾳ:
-Πάτερ, πρόσεξε, θέλω νά σοῦ εἰπῶ κάτι. Δέν εἶναι ἕνας παραλογισμός νά πιστεύουμε ἐμεῖς σέ κάτι πού δέν φαίνεται; Ἐσεῖς λέγετε ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά τόν εἶδε κάποιος κάποτε τόν Θεό; Εἶναι μία ἀνοησία νά πιστεύη κάποιος σέ κάτι πού δέν τό βλέπει! Νά μοῦ εἰπῆς ποιός τόν εἶδε καί μπορεῖ νά πιστεύση ἕνας μορφωμένος ἄνθρωπος σέ κάτι πού δέν τό εἶδε.
-Κύριοι, λέγω, σᾶς εἶπα ἀπό τήν ἀρχή μοῦ δίδετε τόν λόγο τῆς τιμῆς σας, ὅτι δέν θά στενοχωρηθῆτε; Λοιπόν, ἀπό τώρα ἀρχίζουμε μία πολύ σοβαρή συζήτησι!
-Ναί, πάτερ, κρατοῦμε τήν ὑπόσχεσίν μας.
-Σᾶς βλέπω ἔξυπνους άνθρώπος καί μπροστά σας αἰσθάνομαι σάν ἕνας ἀνόητος, ἀλλά ἄς ἀρχίσουμε νά διηγούμεθα γιά τόν Θεό. Εἴμεθα ὅλοι ἄνθρωποι καί σάν ἄνθρωποι θά μιλήσουμε. Ἀκοῦστε με, κύριοι: Ἔχω ἀπό τήν ἀρχή νά σᾶς εἰπῶ ὅτι ὅλοι ἐσεῖς πού εἶσθε στό βαγόνι σήμερα, ὅλοι εἶσθε τρελλοί!
-Ἀκοῦτε, τί λέγει αὐτός ὁ παπᾶς, ὅτι εἴμεθα τρελλοί! 
-Πῶς, παππᾶ, μᾶς θεωρεῖς τρελλούς; Ἐμεῖς εἴμεθα ἀξιωματικοί!
-Βλέπω ὅτι εἶσθε. Ἐάν δέν ἔχω δίκαιο, στόν πρῶτο σταθμό τοῦ τραίνου, παραδώστε με στήν ἀστυνομία. Ἀλλά πρῶτα θέλω νά σᾶς ἐξηγήσω γιατί σᾶς θεωρῶ τρελλούς.
Μοῦ εἶπαν: Λέγε μόνο τί πιστεύεις γιά τόν Θεό! Μή σταματᾶς νά λέγης ὅ,τι ξεκινήσεις γιά τόν Θεό ἀπό ἐδῶ καί πέρα.
Χάρηκα γιά τά λόγια τους αὐτά.
-Πρῶτα θά σᾶς εἰπῶ τί λέγει τό Ἅγιο Πνεῦμα στό Ψαλτήριο, πού εἶναι βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στήν ἀρχή τοῦ ψαλμοῦ 13 καί τοῦ 52. «Εἶπε ἄφρων (ἀνόητος) μέσα ἀπό τήν καρδιά του, ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός!
Δεύτερον. Εἶπες ἡ ἀφεντιά σου, ἔλα πιό κοντά μου, ὅτι εἶναι ἀνοησία νά πιστεύης γιά κάτι πού δέν φαίνεται;
-Ναί, ἐγώ τό εἶπα.
-Ἀλλά ἐγώ σᾶς εἶπα ὅτι ὅλοι σας δέν ἔχετε μυαλό. Ὅλοι εἶσθε τρελλοί. Ξέρετε γιατί; Ἔχω δίκαιο νά σᾶς ὀνομάζω τρελλούς.
-Γιατί εἴμεθα τρελλοί;
-Διότι ἐγώ δέν εἶδα τόν νοῦ κανενός οὐδέποτε! Ὁπότε, δέν εἶναι μία ἀνοησία νά πιστεύω ὅτι ἔχετε μυαλό, ἀφοῦ ποτέ δέν τό εἶδα; Ἐάν λέγετε ὅτι δέν εἶσθε τρελλοί, σᾶς παρακαλῶ νά μοῦ δείξετε τό μυαλό σας. Ποῦ εἶναι ὁ νοῦς σας; Πῶς νά πιστεύσω ἐγώ ὅτι ἔχετε νοῦ, ἐάν δέν δεχθῆτε νά μοῦ τόν δείξετε νά τόν ἰδῶ νά πιστεύσω κι ἐγώ ὅτι ἔχετε νοῦ; 
-Κυττᾶξτε ὁ παππᾶς μᾶς ἔβαλε «στόν τοῖχο».
Γελοῦσαν μεταξύ τους κυττάζοντας ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ἡ συζήτησις ἦταν καί ὡραία καί σοβαρή καί εὐτράπελη.
Πῶς νά πιστεύσω ὅτι ἔχετε μυαλό, ἀφοῦ ὅση ὥρα εἶμαι ἐδῶ, δέν τό εἶδα; Οὔτε τό δικό σας μυαλό εἶδα, οὔτε τό δικό μου. Πῶς εἶναι ἄραγε; Ἄσπρο, μαῦρο, κόκκινο, πράσινο; Τί σχῆμα ἔχει; Τετραγωνικό, ἑξαγωνικό, ὀρθογώνιο; Ἐάν μοῦ δείξετε τίς ἰδιότητες τοῦ νοῦ, τότε ἐγώ θά πιστεύσω ὅτι ἔχετε νοῦ, ἀλλά, ἀφοῦ δέν τόν εἶδα, δέν μπορῶ ἀκόμη νά πιστεύσω ὅτι ἔχετε!
Ὁ Θεός εἶναι νοερά ὕπαρξις, λογική καί ὅπως δέν ἠμπορεῖτε νά ἰδῆτε τόν νοῦν σας, ἔτσι δέν ἠμπορεῖτε νά ἰδῆτε καί τόν Θεό. Καί ἡ ψυχή μας ὁμοιάζει μέ τόν Θεό: ἔχει νοῦν, λόγον καί πνεῦμα, ἔτσι ὅπως τήν ἔπλασε ὁ Θεός.
-Κύτταξε τώρα, πάτερ! Μπορεῖς νά μᾶς εἰπῆς κάτι σχετικό μέ τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου;
-Οἱ ἄνθρωποι πού κατοικοῦν σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη πιστεύουν ὅτι ἔχουν μυαλό. Δέν εἶναι ἔτσι; Πιστεύουν ὅτι ἔχουν μυαλό, χωρίς ὅμως νά τό ἔχουν ἰδεῖ ποτέ. Ἰδού ἕνα ἐπιχείρημα ὅτι ὅλος κόσμος πιστεύει ὅτι ἔχει μυαλό! Καί ἐσεῖς πιστεύετε καί ἐγώ, ἀλλά δέν τόν εἴδαμε ποτέ.
Ἀλλά τήν ζωή σας, τήν εἴδατε ποτέ; Ποιός εἶδε τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου; Καί μετά ἀπ᾿ ὅλα αὐτά ποιός λέγει ὅτι εἶναι νεκρός, ἐνῶ εἶναι ζωντανός καί ἔχει ζωή; Ποιός ἀπό ἐσᾶς ἔχει ζωή;
-Πῶς δἐν ἔχουμε ζωή, ἀφοῦ εἴμεθα ζωντανοί, πάτερ;
-Ἐγώ δέν πιστεύω ὅτι ἔχετε. Οὔτε νοῦν, οὔτε ζωή ἔχετε, διότι δέν τά βλέπω. Καί δέν εἶναι μία τρέλλα νά πιστεύω σέ κάτι πού δέν φαίνεται; 
-Γιά κυττᾶξτε τόν παππᾶ, μᾶς λέγει τώρα ὅτι εἴμεθα ὄχι μόνο τρελλοί, ἀλλά καί νεκροί. Δέν ἔχουμε δηλαδή οὔτε μυαλό, οὔτε ζωή!
-Ἐάν δέν τήν βλέπουμε, δέν εἶναι λοιπόν μία τρέλλα νά πιστεύουμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ζωή;
-Ἀλλά τί σημαίνει ζωή, πάτερ;-
-Πολύ καλά. Ἀπό τίς ἐκδηλώσεις της πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχει, παρότι δέν τήν βλέπουμε.
Ἔτσι εἶναι καί ὁ Θεός. Ποιές εἶναι οἱ ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο;
Καί ἀμέσως ἄρχισα νά λέγω ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς.
-Ἡ ἀφεντιά σας, ἔχετε φαντασία;
-Ναί.
-Τήν εἴδατε κάποτε; Ὄχι! Ἔχετε ὀργή; Τήν εἴδατε κάποτε; Ἔχετε σκέψεις καί λογισμούς; Τούς εἴδατε κάποτε; Ἔχετε τήν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ; Ἔχετε ὅλες αὐτές τίς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς πού λέγονται τό ἐπιθυμητικό καί τό λογικό μέρος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου;
Ἐκτός ἀπ᾿ αὐτά, ἔχετε τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι: Ὁ λογισμός, ἡ ἀπόφασις, ἡ ὀργή, ὁ διαλογισμός, ἡ λύπη, ἡ χαρά; Εἴδατε κάποτε ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι οἱ ψυχικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου;
-Κλεῖσε τό στόμα σου ἐσύ, ἔλεγες ὁ ἕνας. Βρέ ἀνόητε, δέν ἔθεσες καλά τό ἐρώτημα ἀπό τήν ἀρχή, τοῦ ἔλεγε ὁ ἄλλος. Ὁ ἕνας κακολογοῦσε τόν ἄλλον.
-Πῶς νά πιστεύσω ὅτι ἔχετε μυαλό, ἀφοῦ ὅση ὥρα εἶμαι ἐδῶ, δέν τό εἶδα; Οὔτε τό δικό σας μυαλό εἶδα, οὔτε τό δικό μου. Πῶς εἶναι ἄραγε; Ἄσπρο, μαῦρο, κόκκινο, πράσινο; Τί σχῆμα ἔχει; Τετραγωνικό, ἑξαγωνικό, ὀρθογώνιο; Ἐάν μοῦ δείξετε τίς ἰδιότητες τοῦ νοῦ, τότε ἐγώ θά πιστεύσω ὅτι ἔχετε νοῦ, ἀλλά, ἀφοῦ δέν τόν εἶδα, δέν μπορῶ ἀκόμη νά πιστεύσω ὅτι ἔχετε!
Ὁ Θεός εἶναι νοερά ὕπαρξις, λογική καί ὅπως δέν ἠμπορεῖτε νά ἰδῆτε τόν νοῦν σας, ἔτσι δέν ἠμπορεῖτε νά ἰδῆτε καί τόν Θεό. Καί ἡ ψυχή μας ὁμοιάζει μέ τόν Θεό: ἔχει νοῦν, λόγον καί πνεῦμα, ἔτσι ὅπως τήν ἔπλασε ὁ Θεός.
-Κύτταξε τώρα, πάτερ! Μπορεῖς νά μᾶς εἰπῆς κάτι σχετικό μέ τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου;
-Οἱ ἄνθρωποι πού κατοικοῦν σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη πιστεύουν ὅτι ἔχουν μυαλό. Δέν εἶναι ἔτσι; Πιστεύουν ὅτι ἔχουν μυαλό, χωρίς ὅμως νά τό ἔχουν ἰδεῖ ποτέ. Ἰδού ἕνα ἐπιχείρημα ὅτι ὅλος κόσμος πιστεύει ὅτι ἔχει μυαλό! Καί ἐσεῖς πιστεύετε καί ἐγώ, ἀλλά δέν τόν εἴδαμε ποτέ.
Ἀλλά τήν ζωή σας, τήν εἴδατε ποτέ; Ποιός εἶδε τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου; Καί μετά ἀπ᾿ ὅλα αὐτά ποιός λέγει ὅτι εἶναι νεκρός, ἐνῶ εἶναι ζωντανός καί ἔχει ζωή; Ποιός ἀπό ἐσᾶς ἔχει ζωή;
-Πῶς δἐν ἔχουμε ζωή, ἀφοῦ εἴμεθα ζωντανοί, πάτερ;
-Ἐγώ δέν πιστεύω ὅτι ἔχετε. Οὔτε νοῦν, οὔτε ζωή ἔχετε, διότι δέν τά βλέπω. Καί δέν εἶναι μία τρέλλα νά πιστεύω σέ κάτι πού δέν φαίνεται; 
-Γιά κυττᾶξτε τόν παππᾶ, μᾶς λέγει τώρα ὅτι εἴμεθα ὄχι μόνο τρελλοί, ἀλλά καί νεκροί. Δέν ἔχουμε δηλαδή οὔτε μυαλό, οὔτε ζωή!
-Ἐάν δέν τήν βλέπουμε, δέν εἶναι λοιπόν μία τρέλλα νά πιστεύουμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ζωή;
-Ἀλλά τί σημαίνει ζωή, πάτερ;-
-Πολύ καλά. Ἀπό τίς ἐκδηλώσεις της πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχει, παρότι δέν τήν βλέπουμε.
Ἔτσι εἶναι καί ὁ Θεός. Ποιές εἶναι οἱ ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο;
Καί ἀμέσως ἄρχισα νά λέγω ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς.
-Ἡ ἀφεντιά σας, ἔχετε φαντασία;
-Ναί.
-Τήν εἴδατε κάποτε; Ὄχι! Ἔχετε ὀργή; Τήν εἴδατε κάποτε; Ἔχετε σκέψεις καί λογισμούς; Τούς εἴδατε κάποτε; Ἔχετε τήν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ; Ἔχετε ὅλες αὐτές τίς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς πού λέγονται τό ἐπιθυμητικό καί τό λογικό μέρος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου;
Ἐκτός ἀπ᾿ αὐτά, ἔχετε τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι: Ὁ λογισμός, ἡ ἀπόφασις, ἡ ὀργή, ὁ διαλογισμός, ἡ λύπη, ἡ χαρά; Εἴδατε κάποτε ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι οἱ ψυχικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου;
Μᾶς λέγει ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ᾿εἰκόνα καί ὁμοίωσιν Θεοῦ. Ὄχι κατά τήν ἐξωτερική μορφή, ἀλλά μόνο κατά τήν ἐσωτερική, τήν ψυχική μορφή.
Ἰδού πόσες δυνάμεις ἔχει ἡ ψυχή μας! Καί ποτέ δέν εἶδε ὁ ἄνθρωπος τήν ὀργή του, τό λογικό του, τήν πεῖνα, τήν χαρά, τήν λύπη, τήν φαντασία, τήν ἐλευθερία του, τήν ζωή του, τόν νοῦ του! Κι ὅμως ὅλα αὐτά ὑπάρχουν! Καί στήν φιλοσοφία διδάσκονται ὅτι ὑπάρχουν ὅλες αὐτές οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Ἀλλά κανείς δέν εἶδε τήν ψυχή του, οὔτε τήν ψυχή τῶν ἄλλων ἀνθρώπων!
-Τί λέτε ἐσεῖς; Δέν εἶναι ἔτσι; 
-Πῶς δέν εἶναι; 
-Ἐάν δέν εἶχες ψυχή, δέν θά ἠμποροῦσες νά μιλήσης μαζί μου! Δέν ἠμπορεῖς νά ζήσης οὔτε ἕνα λεπτό χωρίς τόν Θεό, ἄν δέν εἶχες τήν ζωή. Ὅλες οἱ ἰδιότητες τῆς ψυχῆς πού ἀπαριθμήσαμε, εἶναι τό κατ᾿ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ Θεός εἶναι ἀόρατος! Ἐάν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μορφή καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἐδῶ στήν γῆ, σημαίνει τήν ὕπαρξι τῆς ψυχῆς μέ τά τρία χαρακτηριστικά της: τόν νοῦ, τόν λόγο καί τό πνεῦμα.
Εἶδες κάποτε τόν λόγο; Εἶδες τό πνεῦμα μέ τό ὁποῖον ὁμιλεῖς; Ἰδού ποιές εἶναι οἱ δυνάμεις καί οἱ ἀόρατες ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί γι᾿ αὐτό ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα καί ὁμοίωσιν Θεοῦ! Καί ἐσεῖς δέν εἴδατε βέβαια αὐτές τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ἀλλά πιστεύετε καί τό ζῆτε καθημερινά, ὅπως ὅλος ὁ κόσμος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐπιθυμία, λογική, ἐλεύθερη θέλησι, ζωή, νοῦ, φαντασία κλπ.
Εἶπε ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς: Θά ἦταν καλλίτερα νά σιωπούσαμε. Δέν τοποθετήσαμε καλά τό πρόβλημά μας ἀπό τήν ἀρχή. Αὐτός πρέπει νά εἶναι διευθυντής ἐκκλησιαστκῆς σχολῆς!
-Ὄχι, κύριε, νά μᾶς εἰπῆ ὁ παππᾶς τήν ἀλήθεια! Βλέπεις ὅτι ὅλοι πιστεύουμε σ᾿ αὐτά καί δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν ἔχη αὐτές τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ἀλλά τό πρόβλημα εἶναι ὅτι δέν τίς βλέπουμε! Τοῦ ἀπήντησε ἕνας ἄλλος.
-Καί ἐσύ εἶπες μία ἀνοησία νά πιστεύης σ᾿ αὐτό τό ὁποῖο δέν βλέπεις! Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι τρελλοί, ἀλλά ἐμεῖς δέν πιστεύουμε κάτι πού δέν τό βλέπουμε.
Σηκώθηκε ἀπό ἀνάμεσά τους ἕνας γιατρός:
-Πάτερ, ἐγώ εἶμαι ταγματάρχης γιατρός. Κάνω ἐγχειρήσεις καί βυθίζω τό νυστέρι μέσα στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, κόπτω σάρκες, χειρουργῶ ἐπί 30 χρόνια καί δέν εὑρῆκα πουθενά τήν ψυχή! Καί πῶς νά πιστεύσω ὅτι ὑπάρχει, οὔτε τήν εὑρῆκα μέ τό νυστέρι μου;
Δεῖξε μου καί μένα ποῦ εἶναι ἡ ψυχή!-Ἡ ἀφεντιά σου εἶσαι γιατρός;
-Ναί.
Καί γι᾿ αὐτό δέν πιστεύεις ὅτι ὑπάρχει ψυχή, διότι δέν τήν εἶδες;
-Ναί.
-Ἐσεῖς σάν γιατρός καί κάθε γιατρός πιστεύετε ὅτι ὑπάρχει πόνος στόν ἄνθρωπο;
-Ὑπάρχει, πάτερ, διότι, ὅταν τραυματίζεται ὁ ἄνθρωπος, πονεῖ καί τρέχει τό αἷμα.
-Ναί, τραυματίζεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά φαίνεται πουθενά ὁ πόνος μέ τά μάτια;
-Ὄχι, αὐτό δέν φαίνεται!
-Καί θέλεις νά ἰδῆς τήν ψυχή! Καί τόν πόνο, πού εἶναι μία ἀντίδρασι τοῦ σώματος, φυσική στόν ἄνθρωπο, δέν τόν βλέπεις καί ὅμως τόν ὁμολογεῖς ὅτι ὑπάρχει. Ἀφοῦ λοιπόν, δέν ἠμπορεῖς νά ἰδῆς τόν πόνο, δέν ἠμπορεῖς νά ἰδῆς καί τήν ψυχή. Καί μάλιστα τήν πνευματική ὕπαρξι τῆς ψυχῆς.
-Ἄκουσε τώρα καί σύ μέ τήν ἰατρική σου σοφία, ὅτι λέγεις ἀνοησίες, πού ἔχουν παραλύσει τό κεφάλι σου! Εἶπες ὅτι δέν εἶδες τόν πόνο, ἔε; Ἀλλά καί ποιός διάβολος εἶδε τόν πόνο; Ὅμως ὅλος ὁ κόσμος πιστεύει ὅτι ὑπάρχει ὁ πόνος.
-Ἔε, δέν μιλᾶς ἐσύ; Ποιός σοῦ ἐστούπωσε τό στόμα;
-Ἐγώ ἔδιωξα πλέον τόν διάβολο ἀπ᾿ ἐδῶ!
-Ναί, εἶναι ὡραῖα, κύριε, νά διηγούμεθα κι ἐμεῖς στούς ἄλλους. Πές μας ἀκόμη κάτι ἄλλο, πάτερ!
Τότε ἄρχισε ὁ ἕνας: Πάτερ, πάντοτε ἐγνωρίζαμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἐναντίον τῆς ἐπιστήμης. Κύτταξε, οἱ Ρῶσσοι ἔκαναν ἕνα δορυφόρο, ὁ ὁποῖος περιστρέφεται γύρω ἀπό τήν γῆ τρεῖς φορές μέ τόν ἀστροναύτη Γιούρι Γκαγκάριν καί προσγειώθηκε ὁμαλά πάλι στήν γῆ.
-Καί τί σημαίνει αὐτό; 
-Αὐτά εἶναι τά ἐπιτεύγματα καί οἱ πρόοδοι τῆς ἐπιστήμης, χωρίς τήν συμμετοχή τῆς θρησκείας.
-Τίποτε δέν ἐκάνατε!
-Ὁρῖστε μας, αὐτός ὁ παππᾶς εἶναι ἐνάντια στήν ἐπιστήμη! Πάτερ, μοιάζετε μέ ἐκεῖνον πού ἦταν «κόντρα» στόν Γαλιλλαῖο!
-Περιμένετε νά σᾶς εἰπῶ! Ξέρετε τί ἐκάνατε ἐσεῖς; Εἴδατε μέλι ἀπ᾿ αὐτό τό μελίσσι; Μία μέλισσα, πού ἔζησε στήν κυψέλη της μετά βγῆκε ἔξω καί ξαναγύρισε μέσα στήν φωλιά της. Καί νομίζετε ὅτι τό ἔμαθε αὐτό ὅλος ὁ κόσμος! 
-Ἀκοῦστε, τί λέγει αὐτός ὁ παππᾶς!
-Ὁ Θεός ἔκαμε ὅλο τό Ἡλιακό καί πλανητικό σύστημα καί ὁ κάθε πλανήτης ἀπέχει ἀπό τόν ἄλλον δισσεκατομμύρια χιλιόμετρα. Πρέπει λοιπόν νά δοξάζουμε τόν Θεό, ὅπως λέγει τό Ψαλτήριο τοῦ Δαβίδ: «Οἱ ούρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγέλλει τό στερέωμα». 
Οἱ ἀστροναύτες Ἰσαάκ Νεύτων καί ὁ Κέπλερ καθώς καί ἄλλοι σοφοί, ἐγνώρισαν τόν Θεό μόνον ἀπό τίς σπουδές τους ἐπάνω στά οὐράνια ἀστρικά σώματα καί φαινόμενα.
Οἱ οὐρανοί μᾶς διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἔκαμε τίποτε στόν τομέα τῆς ἐπιστήμης. Ἐπῆρε ἕνα κουταλάκι νερό ἀπό τόν εἰρηνικό ὠκεανό καί ἰσχυρίζεται ὅτι τόν ἤπιε ὅλον. Αὐτός ὁ ὠκεανός ἔχει 17.000 χιλ. μῆκος καί 18.000 φάρδος, ἐνῶ τό βάθος του φθάνει μέχρι τά 11 χλμ., πού εἶναι τό βαθύτερο βάθος στόν κόσμο. Καί ὁ ἄνθρωπος ἐπῆρε ἕνα κουταλάκι νερό καί εἶπε ὅτι, ἰδού, ἤπια ὅλον τόν Εἰρηνικό Ὠκεανό. Αὐτό τό ἔργο ἔκαμε μόνο ὁ ἄνθρωπος!
Πέραν ἀπ᾿ αὐτά, ὁ Θεός δέν μᾶς ἔδειξε μόνο τήν παντοδυναμία Του σ᾿ αὐτά τά μεγάλα ἔργα, ἀλλά καί στά πιό μικρά. Ἕνας βασιλεύς τῆς Γαλλίας ἐκάλεσε μία γυναῖκα ξυλογλύπτη, πού ἦταν διάσημη καί τῆς εἶπε νά φτιάξη τήν μορφή του, σάν καβαλλάρη ἐπάνω στό ἄλογό του, ἔτσι ὅπως ἦταν. 
Ἐκείνη ἔκαμε τό σχέδιο καί τοῦ εἶπε: «Ἰδού εἶμαι ἕτοιμη νά κάνω τήν μεγαλειότητά Σου». Καί ἐπῆρε ἕνα κομμάτι μάρμαρο καί ἐσμίλευσε τόν βασιλέα ἀκριβῶς, ὅταν ἐπήγαινε στόν πόλεμο μέ τό ἄλογό του καί στήν λοιπή φυσική του ζωή. Καί τότε ὁ βασιλεύς τῆς ἔδωσε ἕνα δίπλωμα ἀριστείας μέ τό ὁποῖο τήν ἐπαινοῦσε ὅτι ἦταν ἡ μαγαλύτερη μαρμαρογλύπτρια. Καί τῆς εἶπε: «Τώρα δέν εἶναι μεγάλο ἔργο νά σμιλεύση κάποιος τήν μορφή ἑνός ἀνθρώπου, ἀλλά θά εἶναι μεγάλο, ἐάν μπορέση νά τήν κάνη σέ σμικρογραφία (μινιατοῦρα). Θέλω νά γίνη ἡ μορφή μου μέ τό ἄλογό μου στήν πιό μικρή μορφή, ὅσο εἶναι δυνατόν».
Ἐκεῖ στό ἐργαστήριο ἦταν ἕνας ἄλλος γλύπτης πού ἐδούλευε στήν μινιατοῦρα. Αὐτός εἶδε ὅτι ὁ βασιλεύς εἶχε στό δακτυλίδι του μία ὡραία πέτρα, μεγάλης ἀξίας καί εἶπε: «Κάνω ἐγώ γιά τήν Μεγαλειότητά Σου, ἀλλά δός μου τήν πέτρα αὐτή ἀπό τό δακτυλίδι σου». «Καί τί ἔχεις νά κάνης μ᾿ αὐτήν; Εἶναι πολύ ἀκριβή! Ἐάν τήν χάσης, δέν πρόκειται νά τήν πληρώσης, οὔτε μέ ὁλόκληρο τό ἔθνος σου».
Καί ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Ἐάν τήν χάσω, καλά, ἐάν δέν τήν χάσω, θά κάνω τήν μορφή σου ἀπ᾿ αὐτή τήν πέτρα». Πῶς μπορεῖς νά τό κάνης αὐτό;» «Αὐτό εἶναι δική μου δουλειά». Ἔπιασε ἐκεῖνος καί τοῦ ἔκανε ἀπ᾿ αὐτή τήν πέτρα ἕνα ὠρολόγιο. Τέλειο ὠρολόγιο, ὅπως εἶναι καί λειτουργοῦν ὅλα τά ὠρολόγια τοῦ κόσμου. Καί ἐπάνω στό καπάκι τοῦ ὠρολογιοῦ ἔφτιαξε τήν μορφή τοῦ βασιλέως. Αὐτός ἦταν γλύπτης ἀληθινός! Τότε ὁ βασιλεύς τοῦ εἶπε: «Αὐτό ἀξίζει περισσότερο ἀπ᾿ ὅλη τήν βασιλεία μου! Καί τώρα πέστε μου ἐμένα ἄν αὐτό δέν εἶναι μεγαλοφυΐα!-Σίγουρα, πάτερ, ἐκεῖνος ὁ γλύπτης ἐδούλευσε σέ μινιατοῦρα. Ποιός δέν μπορεῖ νά κάνη κάτι τό μεγάλο; Ἀλλά νά κάνη κάποιος ἕνα τόσο μικρό καί λεπτό ἔργο!....
-Ἔτσι κάνει καί ὁ Θεός. Δείχνει τήν δύναμί του ὄχι μόνο στά μεγάλα, ἀλλά καί στά μικρά, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
Σκεφθῆτε ὅτι μέσα σ᾿ἕνα αὐτί ὑπάρχουν 8 ἐξάκις ἑκατομμύρια ἄτομα. Ἀστρονομικός ἀριθμός καί νά σκεφθοῦμε ὅτι ἕνα (1) ἑξάκις ἑκατομμύρια εἶναι τό νούμενο ἕνα (1) μέ 21 μηδενικά. Αὐτά τά ἄτομα γιά νά τά μετρήση ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ζήση 250.000 χρόνια, πού ὑπολογίζεται περισσότερο ἀπό ἕνα δισσεκατομμύριο δευτερόλεπτα. Ὁπότε, πέστε μου, τί ἔκανε ὁ ἄνθρωπος μέ τήν δική του γνῶσι καί ἐπιστήμη σήμερα; 
Ὅταν λοιπόν, βλέπουμε τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ, σέ μιά μικρογραφία (μινιατοῦρα) νά ἐργάζεται τόσα ἀνεκλάλητα καί ἀκατάληπτα πράγματα στόν ἀνθρώπινο νοῦ, ὅταν βλέπουμε ὅτι καί στόν μικρόκοσμο ὑπάρχει ἡ κίνησις τῶν στοιχείων, τά ὁποῖα εἶναι ἀόρατα μέ τό γυμνό μάτι τοῦ ἀνθρώπου, τότε καταλαβαίνουμε ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ἀπ᾿ Αὐτόν καί δι᾿ Αὐτοῦ καί εἰς Αὐτὀν τά πάντα ἐδημιουργήθηκαν.
-Ἀδελφοί, δέν ἠμπορεῖτε οὔτε μία φορά νά ἀνοιγοκλείσετε τά μάτια σας, χωρίς τόν Θεό!
-Ἀλλά γιατί, πάτερ;
-Ἡ ζωή μας εἶναι ἀπό τόν Θεό, τόν χορηγό τῆς ζωῆς μας καί ἐάν πεθάνη κάποιος, ἔστω καί νά θέλη, μπορεῖ νά κρατήση τά μάτια του ἀνοικτά; Ὄχι βέβαια....
Βλέπω ὅτι πλησιάζουμε στόν σταθμό τῆς πόλεως Μπακέου καί πρέπει νά κατέβω.
-Πάτερ, ἐάν εἶναι δυνατόν μή κατεβαίνης. Αἰσθανόμεθα ἄσχημα νά ἀποχωρισθοῦμε.
Σᾶς λέγω τήν ἀλήθεια ὅτι μερικοί μέ ἀσπάσθηκαν στά μάγουλά μου, ἐνῶ ἄλλοι μοῦ ἔδιναν κεράσια καί ἄλλοι καραμέλλες. Ἄλλοι μοῦ ἔδωσαν καί ὀνόματα γιά μνημόνευσι στήν ἐκκλησία.
-Πάτερ, θέλουμε νά σοῦ γράψουμε, ἀλλά νά μᾶς εἰπῆς τί ἐσπούδασες; Πρέπει νά εἶσαι διευθυντής ἤ ἕνας καθηγητής ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς.
-Ἐγώ θά σᾶς εἰπῶ, ἀλλά νά μέ πιστεύσετε! Εἶμαι ἕνας τσοπάνης καί φύλακας τῶν προβάτων ἑνός μοναστηριοῦ.
-Καί ποῦ πηγαίνεις τώρα;
-Πηγαίνω σέ μία σκήτη. Σᾶς εἶπα, ὅτι εἶμαι τσοπάνης, ἀλλά, ἐάν θέλετε νά συνομιλήσετε μ᾿ ἕνα ἡγούμενο ἑνός μοναστηριοῦ ἤ μ᾿ ἕνα ἐπίσκοπο, θά ἰδῆτε ὅτι τά ξέρουν καλλίτερα αὐτά ἀπό μένα.
-Ἀλλοίμονό μας, τζάμπα ζοῦμε! Εἴμεθα ἀνόητοι! Πόσα ἐμάθαμε ἀπ᾿ αὐτόν τόν μοναχό!
Τούς εἶπα πολλά γιά τ᾿ ἀστέρια, γιά τήν κίνησι τοῦ πλανητικοῦ συστήματος. Τούς εἶπα γιά τούς ἀνέμους, πού ὑπάρχουν μέν, ἀλλά δέν φαίνονται, γιά τά ζώδια καί γιά τίς ἀποστάσεις τους ἀπό τόν ἥλιο καί γιά ἄλλα φαινόμενα ἀστρικά. Ἤθελα νά τούς εἰπῶ ἀπό τήν Ἑξαήμερο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γιά τήν ζωή τῶν μεγάλων ψαριῶν, γιά τήν ζωή τῶν ἀνθέων, γιά τήν κίνησι τῶν οὐρανίων ἀστέρων, ἀλλά ἐχωρίσαμε μέ πολύ πόνο στήν καρδιά.
-Κύριοι, μέ προκαλέσατε σ᾿ αὐτή τήν συζήτησι, γιά τήν ὁποίαν δέν εἶχα ἑτοιμασθῆ καθόλου νά μιλήσω. Συγχωρέστε με καί πηγαίνετε μέ ὑγεία. Εὔχομαι νά γίνετε στρατηγοί. Κι ἐγώ πηγαίνω στήν δουλειά μου!
Ἀλλάξαμε ἐμεῖς τραῖνο. Μόνο ὁ ἀνθυπασπιστής ἦλθε μέ τήν γυναῖκα του μαζί μου, διότι καταγόταν ἀπό τήν κοινότητα Ποντολένι. Ἐκάθισαν δίπλα μου.
Μοῦ εἶπε ἐκεῖνος: «Πάτερ, ἀπό τότε πού γεννήθηκα δέν εἶχα ἀκούσει, ὅσα μᾶς εἴπατε σήμερα στό τραῖνο. Νά γνωρίζης ὅτι ἔμεινε κάτι στήν καρδιά ὅλων μας. Αὐτοί ὅπου καί νά πηγαίνουν, θά διηγοῦνται ὅτι συνωμίλησαν μ᾿ ἕνα μοναχό, τσοπάνη. Ἐμίλησες στήν καρδιά μας γιά τόν Θεό μέ κάθε ἐπιχείρημα. Θά μείνη γιά πάντα στό νοῦ μου αὐτός ὁ διάλογος, ὅσο θά ζῶ.

Κλεόπα Ἡλιέ

Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010