.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ὁ φονιάς τοῦ ἀδελφοῦ



Ο φονιάς του αδελφούΌταν ο άγιος επίσκοπος Αιγίνης Διονύσιος (1547-1624) ασκήτευε στην Μονή της Παναγίας της Αντιφωνήτριας, δέχτηκε μια νύχτα την επίσκεψη ενός αγνώστου.
Το αγριεμένο του βλέμμα, η κουρασμένη και ταραγμένη μορφή, η σβησμένη φωνή, έδειχναν άνθρωπο που κάτι φοβερό του συνέβαινε. Έτρεμε. Ήταν σαν κυνηγημένο αγρίμι. Τον ρώτησε ο άγιος ποια αφορμή τον έφερε σ΄ εκείνο το μέρος και γιατί ήταν τόσο αναστατωμένος.


-Αμάρτησα, άγιε πατέρα, του αποκρίθηκε με φωνή που έμοιαζε μάλλον με κλάμα. Σκότωσα!… Σε μια στιγμή οργής ο νους μου σκοτίστηκε και έγινα φονιάς. Ένα απόσπασμα με κυνηγάει. Είμαι άθλιος, το ξέρω, αλλά έρχομαι στην αγιοσύνη σου για να με σώσει. Κρύψε με όσο να φύγει το απόσπασμα, για να γλυτώσω.
Μετά την πρώτη γνωριμία με το φονιά, ακολουθεί η τραγική αποκάλυψη: Ο φονιάς που βρίσκεται εμπρός του ήταν φονιάς του αδελφού του! Είχε σκοτώσει τον άρχοντα Κωνσταντίνο Σιγούρο.
Ήταν πολύ αγαπημένα τα δύο αδέρφια. Ο άγιος Διονύσιος του είχε χαρίσει όλη την περιουσία του. Έτσι ο Κωνσταντίνος Σιγούρος ήταν πολύ πλούσιος, ευτυχισμένος και δυνατός άρχοντας του τόπου. Μια άλλη όμως ζακυνθινή οικογένεια – του Μονδίνου – δεν χώνευε την εξαιρετική σε πλούτο και τιμές οικογένεια του Σιγούρου. Δεν ήθελε να της αναγνωρίσει τα πρωτεία.
Από την αφορμή αυτή γεννήθηκε το άγριο μίσος, που όπλισε το χέρι του φονιά εναντίον του Κωνσταντίνου Σιγούρου. Και κάποια μυστική δύναμη που ήθελε να δοκιμάσει τη χριστιανική ψυχή του ασκητού της Αντιφωνήτριας, τον έφερε στα χέρια του αδερφού του.
Στην ψυχή του αγίου ξέσπασε τότε μια δυνατή εσωτερική πάλη. Είχε πληροφορηθεί από τον ίδιο τον εγκληματία τον φόνο του αγαπημένου του αδερφού. Συγχρόνως ο φονιάς τον παρακαλούσε να τον κρύψει, να τον σώσει από το απόσπασμα. Τι θα έκανε; Θα γινόταν εκδικητής, όπως του υπαγόρευε το ανθρώπινο αίσθημά του, και θα τον παρέδιδε στο απόσπασμα, ή θα έπνιγε τον πόνο της ψυχής του και θα τον έκρυβε;
Ο ουρανός στάλαξε στην ψυχή του θάρρος. Νίκησε κάθε ανθρώπινο δισταγμό. Έπνιξε κάθε αδυναμία, που τόσο φυσικό ήταν να κυριαρχήσει έστω και προς στιγμήν. Η ευσπλαχνία και η συγνώμη κυριάρχησαν. Μήπως και ο σταυρωμένος Κύριός μας δεν είχε ζητήσει από τον Πατέρα του να συγχωρήσει τους σταυρωτές του;
Ο χριστιανός νίκησε τον άνθρωπο. Ο ερημίτης τον αδελφό. Ο άγιος δεν βλέπει εμπρός του παρά μονάχα τον δυστυχισμένο φονιά, που εκλιπαρεί την προστασία του. Του την προσφέρει με όλη του την καρδιά, λαμπρύνοντας έτσι τη ζωή του με μια τόσο ηρωική πράξη!
Όταν σε λίγο φάνηκε από το ανηφορικό μονοπάτι το απόσπασμα, παίρνει ο άγιος τον φονιά από το χέρι και τον κρύβει στο κελάρι. Οι διώκτες φτάνουν λαχανιασμένοι και του αναγγέλουν το τραγικό γεγονός. Ο δεσπότης προσποιείται ότι δεν ξέρει τίποτε. Θρηνεί μαζί τους. Και για να κερδίσει χρόνο τους στέλνει στο αντικριστό δάσος για ν΄ αναζητήσουν το φονιά.
Όταν ξεμάκρυναν, κατεβαίνει στο κελάρι, βγάζει έξω τον φονιά και του λέει με φωνή τρεμουλιαστή από τον πόνο.
-Εκείνος που σκότωσες ήταν ο αδερφός μου! Μπορούσα να εκδικηθώ και να σε παραδώσω στην ανθρώπινη δικαιοσύνη. Αλλά δεν το έκανα. Πήγαινε λοιπόν… Φρόντισα να σου ετοιμάσουν κάτω στ΄ ακρογιάλι ένα καΐκι για να σε περάσει στην απέναντι στεριά της Πελοποννήσου. Πήγαινε και προσπάθησε να εξιλεωθείς για το κρίμα σου. Ο Χριστός στον σταυρό συγχώρησε τις αμαρτίες του ληστή, που μετανόησε την τελευταία του στιγμή. Προσπάθησε και συ να γίνεις άξιος της θείας συγνώμης! Γονάτισε τότε ο φονιάς και με πικρά δάκρυα του έβρεχε το χέρι.
Η νύχτα είχε πια απλώσει το σκοτεινό πέπλο της στην άγρια ερημιά του μοναστηριού, όταν μια σιωπηλή συνοδεία πήρε το μονοπάτι, που έφερνε από την Αντιφωνήτρια στ΄ ακρογιάλι. Με προσταγή του αγίου τρεις μοναχοί συνόδεψαν τον φονιά μέχρι το καΐκι, που θα τον έσωζε από τους διώκτες του.

http://orthodoxanswers.gr

Ὁδηγίαι διά τήν προσευχήν ( Πρός Τιμ. Α΄ κεφ. β : 1- 6 )





«Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις,
προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας,
ὑπέρ πάντων ἀνθρώπων,
ὑπέρ βασιλέων καί πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων,
ἵνα ἤρεμον καί ἡσύχιον βίον διάγωμεν
ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι.
Tοῦτο γάρ καλόν καί ἀπόδεκτον ἐνώπιον
τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ,
ὅς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι
καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν.
εἵς γάρ Θεός, εἵς καί μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων,
ἄνθρωπος Χριστός Ἰησοῦς,
ὁ δούς ἑαυτόν ἀντίλυτρον ὑπέρ πάντων,
τό μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις»

Οι Άγιοι ήταν άνθρωποι όμοιοι μ'εμάς.



«Ἐγώ τούς ἐμέ φιλοῦντας ἀγαπῶ, τούς δέ δοξάζοντάς με δοξάσω», λέγει ὁ Κύριος 
(πρβλ. Παρ. η’ 17, Α’ Βασιλ. β’ 30).

Ὁ Θεός δοξάζεται μέ τούς Ἁγίους Του καί οἱ Ἅγιοι δοξάζονται ἀπό τόν Θεό.
Ἡ δόξα πού δίνει ὁ Θεός στούς Ἁγίους εἶναι τόσο μεγάλη, πού ἄν ἔβλεπαν οἱ ἄνθρωποι τον Ἅγιο ὅπως εἶναι, ἀπό τήν εὐλάβεια καί τό φόβο θά ἔπεφταν καταγῆς, γιατί ὁ σαρκικός ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ν᾽ ἀντέξη τή δόξα τῆς οὐράνιας ἐμφανίσεως.
Μήν θαυμάζετε γι᾽ αὐτό. Ὁ Κύριος ἀγάπησε τόσο τό πλάσμα Του, ὥστε ἔδωσε Ἅγιο Πνεῦμα μ᾽ἀφθονία στόν ἄνθρωπο, καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὅμοιος μέ τό Θεό.
Γιατί, λοιπόν, ἀγαπᾶ ὁΚύριος τόσο τόν ἄνθρωπο; Γιατί εἶναι ἡ Αὐτοαγάπη καί ἡ ἀγάπη αὐτή γνωρίζεται μόνο μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τόν Κύριο, τό Δημιουργό του, καί τό Ἅγιο Πνεῦμα γεμίζει μέ τή χάρη Του ὅλο τόν ἄνθρωπο: καί τήν ψυχή καί τό νοῦ καί τό σῶμα.
Ὁ Κύριος ἔδωσε στούς Ἁγίους τή χάρη Του κι ἐκεῖνοι Τόν ἀγάπησαν και προσκολλήθηκαν ὁλοκληρωτικά σ᾽ Αὐτόν, γιατί ἡ γλυκύτητα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ὑπερνικᾶ τήν ἀγάπη γιά τόν κόσμο καί τήν ὀμορφιά του.
Κι ἄν ἔτσι γίνεται στή γῆ, τότε στόν οὐρανό οἱ Ἅγιοι εἶναι ἀκόμα πιό πολύ ἑνωμένοι μέ τόν Κύριο μέ τήν ἀγάπη. Κι ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι ἀνείπωτα γλυκειά καί ἐκχύνεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα κι ὅλες οἱ ἐπουράνιες δυνάμεις μ᾽αὐτήν τρέφονται.
Σέ πολλούς φαίνεται πώς οἱ Ἅγιοι εἶναι μακριά μας. Ἀλλά μακριά εἶναι ἀπό ἐκείνους πού οἱ ἴδιοι ἀπομακρύνθηκαν, ἐνῶ εἶναι πολύ κοντά σ᾽ἐκείνους πού τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ κι ἔχουν τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Πόσο εὐτυχισμένοι καί καλότυχοι εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, πού μᾶς χάρισε ὁ Κύριος ζωή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί εὐφραίνονται οἱ ψυχές μας. Πρέπει ὅμως νά φυλᾶμε μέ σύνεση τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί ἀρκεῖ κι ἕνας ἄσκοπος λογισμός γιά νά ἐγκαταλείψη τήν ψυχή, καί τότε στερούμαστε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἐξαφανίζεται ἡ παρρησία ἀπό τήν προσευχή, χάνεται και ἡ σίγουρη ἐλπίδα πώς θά λάβουμε αὐτό πού ἐπιζητοῦμε.
Οἱ Ἅγιοι χαίρονται γιά τή μετάνοιά μας καί στενοχωριοῦνται ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἐγκαταλείπουν τό Θεό κι ἐξομοιώνωνται ἔτσι μέ τά ἄλογα ζῶα. Λυποῦνται, γιατί οἱ ἄνθρωποι ζοῦν στή γῆ χωρίς νά ξέρουν πώς, ἄν ἀγαποῦσαν ὁ ἕνας τόν ἄλλο, θά ὑπῆρχε ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία.
Οἱ Ἅγιοι ἦταν ἄνθρωποι ὅμοιοι μ᾽ ἐμᾶς. Πολλοί ἀπ᾽ αὐτούς εἶχαν μεγάλες ἁμαρτίες, ἀλλά μέ τήν μετάνοια πέτυχαν τήν Οὐράνια Βασιλεία.
Οἱ Ἅγιοι περπατοῦσαν στή γῆ καί τά χέρια τους ἐργάζονταν, ἀλλά τό πνεῦμα τους ἔμενε πάντα κοντά στό Θεό κι ὁ νοῦς τους δέν ἤθελε ν᾽ ἀποσπασθῆ ἀπό τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ. Γιά χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ὑπέμειναν ὅλες τίς θλίψεις στή γῆ καί δέν φοβόνταν κανένα πόνο, κι ἔτσι δόξαζαν τόν Κύριο. Γι᾽ αὐτό κι ὁ Κύριος τούς ἀγάπησε καί τούς δόξασε καί τούς χάρισε τήν αἰώνια Βασιλεία μαζί Του.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Ένας άγιος σε λάθος μέρος



«Πως μπορούν κάποιοι να βρίσκουν λύση πολύ εύκολα στα πιο περίπλοκα προβλήματα, ενώ άλλοι πανικοβάλλονται όταν έχουν να αντιμετωπίσουν ένα μικρό πρόβλημα και πνίγονται σε μία κουταλιά νερό;” ρώτησα.

Ο Ramesh απάντησε με τη διήγηση της ακόλουθης ιστορίας:

«Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας άνθρωπος που η ψυχή ήταν γεμάτη καλοσύνη. Όταν πέθανε, όλοι υπέθεσαν ότι θα πήγαινε κατ ‘ευθείαν στον Παράδεισο, αφού θεώρησαν ότι ήταν η μόνη επιλογή για έναν καλό άνθρωπο σαν κι αυτόν. Και πράγματι εκεί πήγε.

Εκείνο τον καιρό, ο Παράδεισος δεν ήταν καθόλου οργανωμένος και δεν λειτουργούσε στη εντέλεια. Η γραμματεία ήταν ανεπαρκής, και η κοπέλα που τον υποδέχτηκε έριξε μια βιαστική ματιά στην λίστα με τα ονόματα που είχε μπροστά της. Δεν βρήκε το όνομα αυτού του ανθρώπου, οπότε τον έστειλε κατευθείαν στην Κόλαση.

Στην κόλαση κανείς δεν ελέγχει ποιος εισέρχεται. Ο άνδρας εισήλθε και παρέμεινε στην Κόλαση …

Μερικές μέρες αργότερα, ο Εωσφόρος εισέβαλε από τις πύλες του Παραδείσου, για να ζητήσει εξηγήσεις από τον Άγιο Πέτρο.

“Αυτό που κάνατε ήταν απαράδεκτο!” είπε.

Ο Άγιος Πέτρος ρώτησε τον Εωσφόρο γιατί ήταν τόσο θυμωμένος, και ο οργισμένος Εωσφόρος του απάντησε:

“Στείλατε αυτόν τον άνθρωπο κάτω στην Κόλαση, και αυτός με υπονομεύει διαρκώς! Από την αρχή που ήρθε, ενδιαφερόταν για τους άλλους ανθρώπους, τους άκουγε και τους μιλούσε με αγάπη. Η κατάσταση άλλαξε στην Κόλαση. Τώρα όλοι μοιράζονται μεταξύ τους τα συναισθήματά τους, αγκαλιάζονται και ενδιαφέρονται για τον άλλον. Όμως στην Κόλαση δεν πρέπει να είναι έτσι ! Πάρτε τον πίσω στον παράδεισο! ”

Όταν τελείωσε ο Ramesh την ιστορία, με κοίταξε και μου είπε:

«Ζήσε τη ζωή σου με τόση αγάπη στην καρδιά σου, ώστε ακόμα και αν σε στείλουν κατά λάθος στην κόλαση, ο ίδιος ο διάβολος να σε επιστρέψει στον Παράδεισο»

Ο Θεός επισκέπτεται την ψυχή, άλλοτε σαν «πνοή αύρας λεπτής» κι άλλοτε σαν «συσσεισμός».



«Έλεγεν πάλιν ο Αββάς Ησαΐας, ότι εάν θέλη ο Θεός ψυχήν ελεήσαι, αυτή δε αφηνιάζει και ουκ ανέχεται, αλλά το θέλημα αυτής ποιεί, συγχωρεί αυτήν παθείν άπερ ου θέλει, ίνα ούτως αυτόν επιζητήση».

Ο γέροντας ασκητής προσπαθεί ν’ απαντήσει με τη διακριτική σοφία του στις εσωτερικές ανησυχίες και τους προβληματισμούς μας:

Πόσο ανεξιχνίαστες είναι οι παρεμβάσεις του Θεού στην ανθρώπινη πορεία!

Πόσο παράξενοι, πόσο αλλιώτικοι είναι οι δρόμοι των ανθρώπων για να φτάσουν στη σωτηρία!

Ο Θεός επισκέπτεται την ψυχή, άλλοτε σαν «πνοή αύρας λεπτής» κι άλλοτε σαν «συσσεισμός». Την ελκύει μ’ ένα χάδι πατρικής στοργής ή τη συνεφέρνει μ’ ένα δυνατό χτύπημα.

Τη συναντάει σε κάποιο «φρέαρ του Ιακώβ» να της αποκαλύψει μεγάλες αλήθειες ή κοντά στην «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» να τη θεραπεύσει.

Άλλοτε την προσάγουν σ’ Αυτόν κάποιοι μαθητές Του ή την «πληγώνει» στα βάθη της ένας ασίγαστος πόθος, έως ότου Τον γνωρίσει, για ν’ αναπαυθεί και να φωνάξει μέσα στην ευτυχία της: «Χαρά, χαρά, πλημμύρα χαράς»!

Όμως, λέγει ο άγιος ερημίτης, μερικές φορές, ενώ ο Θεός θέλει να ελεήσει την ψυχή, αυτή σαν τα ατίθασα άλογα αφηνιάζει, αντιδρά, δεν ανέχεται την παιδαγωγία Του, όταν μάλιστα την κάνει να πονάει.

Θεωρεί δέσμευση το νόμο Του, στέρηση της ελευθερίας της και κάνει το θέλημά της.

Τότε ο μεγάλος Παιδαγωγός επιτρέπει να πάθει εκείνο που δε θέλει, ώστε έτσι να συλλάβει την ένδειά της, την αμαρτωλότητα, το χάος μακριά από τη θεία παρουσία και να Τον επιζητήσει.

Σκληροί δρόμοι για να φτάσει κανείς στο Θεό!

Ο Αββάς Μακάριος λέγει:

«Ο Κύριος οίδε τα συμφέροντα και ποιεί μεθ’ ημών έλεος».

Εμείς ας Τον παρακαλούμε: «Κύριε, ως θέλεις και ως οίδας ελέησόν με».

«Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τούς ἄνδρας ἐν παντί τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρίς ὀργῆς καί διαλογισμοῦ»




«Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τούς ἄνδρας ἐν παντί τόπῳ, 
ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρίς ὀργῆς καί διαλογισμοῦ».
(Α΄ Τιμ. β΄: 8)


«Ἐπιθυμῶ νά προσεύχεσθε σέ κάθε τόπο, 
σηκώνοντας χέρια ἅγια, χωρίς ὀργή καί ἀμφιβολία».


 « Ὅσοι προσεύχονται στόν Κύριο, πρέπει νά προσεύχονται μέ ἡσυχία καί γαλήνη καί μέ μεγάλη προσοχή καί τάξη, καί ὄχι μέ ἀνάρμοστες καί ἀλλόκοτες κραυγές. Καί ν᾿ ἀφοσιώνονται στόν Κύριο μέ πνευματική προσπάθεια τῆς καρδιᾶς καί καθαρούς λογισμούς».


( Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου,
Ὁμιλίες Πνευματικές, Ὁμιλία ΣΤ΄ ΕΠΕ-Φ 7: 135).

Γιαγιὰ νὰ μὲ περιμένεις!




«Στὶς ἐφηβικές μου ἀναμνήσεις συνυπάρχουν τὰ πάρτι, ἡ ρὸκ μουσικὴ καὶ ἡ γιαγιά μου. Γιὰ ἐκείνην, ἡ ρὸκ μουσικὴ δὲν ἦταν παρὰ ἕνας κακότεχνος θόρυβος. Πάντως σεβόταν περισσότερο τὴν νεανική μας σύγχυση, ἀπὸ ὅσο ἐμεῖς τὴν νηφάλια σοφία της. Ἤξερε ποὺ πηγαίναμε, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἔμπαινε στὸν πειρασμὸ νὰ ἀντιπαρατεθεῖ πρὸς ὅ,τι θεωροῦσε φυσικὸ γιὰ τὴν ἡλικία μας. Σηκωνόταν, μᾶς φιλοῦσε, εὐχόταν νὰ περάσουμε καλά, κι ὕστερα προσέθετε νὰ ἔχουμε τὸν Χριστὸ στὴν καρδιά μας ἐκεῖ ποὺ θὰ εἴμαστε, καὶ ἂς κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Μετὰ μᾶς σταύρωνε, εὐχόταν νὰ εἶναι ἡ Παναγιὰ μαζί μας, καὶ συμπλήρωνε διστακτικά, σὰν νὰ μὴν ἦταν σίγουρη ἂν ἔπρεπε ἡ ὄχι νὰ τὸ ξεστομίσει, νὰ μὴν ἀργήσουμε, γιατί θὰ προσευχόταν γιὰ μᾶς ὅσο λείπαμε καὶ δὲν ἄντεχε νὰ ξενυχτάει…
Τελειόφοιτός της Ἰατρικῆς, ἀφελῶς πεπεισμένος γιὰ τὴν παντοδυναμία τῆς ἐπιστήμης, βρέθηκα στὴν Μονὴ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἔσσεξ. Ἔμεινα μόνο λίγες μέρες στὸ μοναστήρι ἀλλὰ ἡ ἀνακάλυψη ὑπῆρξε συγκλονιστική. Οἱ μοναχοὶ ζοῦσαν μὲ τὸν τρόπο τῆς γιαγιᾶς μου. Ἀναγνωριστικὰ σημάδια: τὸ κομποσχοίνι, τὸ ἀνεπιτήδευτο χαμόγελο καὶ ἡ ἄνευ ὅρων ἀποδοχὴ τοῦ ἄλλου.Ἐπιστρέφοντας στὴν Ἑλλάδα πῆγα νὰ δῶ τὴ γιαγιά. Μισοαστεία-μισοσοβαρὰ τῆς εἶπα κάποια στιγμή: «Τόσα κομποσχοίνια ἔχεις, δὲν θὰ μοῦ δώσεις κι ἐμένα ἕνα;» Σοβάρεψε ἀπότομα. Σχεδὸν βούρκωσε. Πῆγε καὶ μοῦ ἔφερε ἕνα κομποσχοίνι μεταξωτὸ καὶ εἶπε: «Πάρτο. Εἶναι τὸ δικό σου. Στὸ φυλάω τρία χρόνια καὶ περίμενα πότε θὰ μοῦ τὸ ζητήσεις». Ἡ γιαγιά μου περίμενε νὰ γυρίσω ἀπὸ τὰ πάρτι, ἀπὸ τὴν Ἀγγλία, ἀπὸ.... τὸν λανθασμένο δρόμο. Ἐγώ, καὶ ὅσοι ἄλλοι συμπεριλαμβάνονταν στὴν προσευχή της…
Λίγους μῆνες, πρὶν τὴν ἀναχώρηση ἀπὸ τὰ ἐπίγεια, μὲ εἶχε πάρει ἰδιαιτέρως καὶ μὲ αἰφνιδίασε πάλι. Σὲ ἕνα χαρτοκιβώτιο εἶχε μαζέψει μία σειρὰ μὲ ὅλα τὰ λειτουργικὰ βιβλία. Μὲ τὴν ἴδια ἁπλότητα, πού μου ἔδωσε τὸ «δικό μου» κομποσχοίνι, μοῦ ἄφησε ρητὴ ἐντολή: «Ἂν κάποιος ἀπὸ σᾶς γίνει ἱερέας, θὰ τὰ κρατήσει αὐτός. Ἂν ὄχι, θὰ βρεῖς κάποιο φτωχὸ ναὸ καὶ θὰ τὰ δώσεις ἐκεῖ»…
Στὴν κηδεία της πολλοὶ ἄγνωστοι ἐμφανίστηκαν καὶ μιλοῦσαν γι’ αὐτὴν μὲ εὐγνωμοσύνη. Ὅπως ἐκείνη ἡ ἡλικιωμένη κυρία, ποὺ ἔλεγε ὅτι ἡ γιαγιὰ συνέχισε νὰ τὴν δέχεται στὸ σπίτι της, ὅταν ὅλοι τὴν ἀπέφευγαν. Καὶ αὐτό, γιατί ἀπόκτησε ἕνα ἐξώγαμο παιδὶ λίγο μετὰ τὸν πόλεμο καὶ τὴν θεωροῦσαν πόρνη. Διηγιόταν, ἀνάμεσα στὰ κλάματα, πὼς τῆς ἔχωνε τσάντες μὲ τρόφιμα κάτω ἀπὸ τὸ παλτό, παρακαλώντας τὴν νὰ μὴν τὸ μάθει κανείς…».
Ἡ γιαγιά μου καὶ πολλοὶ ἄλλοι εὐλογημένοι παπποῦδες καὶ γιαγιάδες ἀναπαύονται πιὰ ἐν εἰρήνη. Ἡ εὐθύνη γιὰ τὸ σήμερα καὶ τὸ αὔριο ἔχει περάσει στὰ χέρια μας. Καλούμαστε νὰ καθρεφτίσουμε τὸν ἑαυτό μας στὴν παρακαταθήκη ποὺ μᾶς ἄφησαν καὶ νὰ προβληματιστοῦμε σοβαρὰ γιὰ τὸν τρόπο, ποὺ θὰ διαχειριστοῦμε τὴν πνευματική μας κληρονομιά.

Πρώτ. Ἀδαμάντιου Αὐγουστίδη, 
Ἀναπλ. Καθηγητὴ Θεολογικῆς 
Σχολῆς Πᾶν/μίου Ἀθηνῶν.

Γιά τό μυστήριο τῆς Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως



Ο Θεός με το στόμα του Προφήτου Ησαΐα μάς παραγγέλλει λέγων: «Λούσασθε και καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών. Μάθετε καλόν ποιείν» (Ησ. α' 16).

Η μετάνοια προϋποθέτει αμαρτία. Όποιος δεν έχει αμαρτία, αυτός δεν έχει ανάγκη μετανοίας. Όλοι, και πρώτος εγώ, αισθανόμεθα αμαρτωλοί.

Η αμαρτία είναι τραύμα στην ψυχή, πληγή στην συνείδηση που μας πονάει, τραύμα στο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, της οποίας είμαστε μέλη. Η αμαρτία είναι κάρφωμα και ξανακάρφωμα στο Χριστό. Ποιος δεν έχει τραυματισθεί από την αμαρτία; ποιος δεν έχει αμαρτήσει με τα λόγια, με τις πράξεις του, με τους λογισμούς;ποιος δεν κτυπήθηκε κατάστηθα από τις τύψεις της συνειδήσεως; Όποιος θα πη πως δεν έχει αμαρτήσει, αυτός θα έχει πει το μεγαλύτερο ψέμα....

Αλλ' εάν η αμαρτία είναι το τραύμα, η μετάνοια είναι το φάρμακο· είναι το ευλογημένο δώρο του Θεού στον άνθρωπο....

Πολλοί χριστιανοί, με ευλαβή πόθο, αναζητούν να βαπτιστούν στον Ιορδάνη ποταμό, αλλ' όσες φορές και αν μπούνε στον Ιορδάνη ποταμό και όσα μπουκάλια αγιασμό και αν πιούμε, αν δεν μετανοήσουμε δεν σωζόμεθα. Κοντά μας, δίπλα μας, είναι ο Ιορδάνης ποταμός. Κυλάει μέσα στην Εκκλησία, είναι η γλυκεία μετάνοια και εξομολόγησις. Ας λουσθούμε μέσα στην μετάνοια, διότι με αυτήν σβήνουν όλα τα αμαρτήματα. Και το λουτρό της μετανοίας είναι το δεύτερο βάπτισμα. Αυτό δε το λουτρό του θεϊκού βαπτίσματος, που λέγεται μετάνοια, γίνεται συνειδητά και αποφασιστικά. Πλένομαι, για να μη ξαναλερωθώ, ασχέτως αν δεν τα καταφέρω. Πλην πλένομαι με την απόφαση να μη ξαναλερώσω τον χιτώνα της ψυχής μου.

Το έλεος του Θεού είναι ανταπόκρισις στη μετάνοια του ανθρώπου. Με τον ερχομό του Χριστού, η μετάνοια δεν είναι απλώς μεταμέλεια και εξομολόγησις αμαρτιών, αλλ' είναι άφεσις, συγχώρησις, εξάλειψις τελεία των αμαρτιών. Η μετάνοια είναι ένας θρήνος που οδηγεί στην χαρά. Είναι το χαροποιό πένθος. Η μετάνοια είναι η σπορά των δακρύων, που φέρνει το θερισμό της λυτρώσεως... Με την αμαρτία χάνουμε την ηρεμία της συνειδήσεως. Με το κλάμα της μετα¬νοίας παίρνουμε πίσω αυτό που χάσαμε. Με την αμαρτία χάνουμε το πολυτιμώτερο αγαθό, την ψυχή μας. Πεθαίνει η ψυχή μας. Και αν κλάψουμε για τις αμαρτίες μας, θ' αναστηθή η ψυχή μας....

Να κλάψουμε για τα αμαρτήματα μας, όπως έκλαψε ο Δαβίδ, που έβρεχε το προσκέφαλό του με τα δάκρυα του. Να κλάψουμε όπως η πόρνη, που τα δάκρυα της μοσχοβόλησαν περισσότερο από τα μύρα της, με τα όποια έβρεξε τα πόδια του Χριστού. Να κλάψουμε όπως έκλαψε ο Απόστολος Πέτρος μετά την άρνησι του Διδασκάλου. Να κλάψουμε όπως έκλαψε ο Απόστολος Παύλος όταν θυμόταν ότι δίωξε την Εκκλησία του Χριστού. Να κλάψουμε όπως έκλαψαν οι μεγάλοι αμαρτωλοί που έγιναν άγιοι. Να κλάψουμε για τα δικά μας αμαρτήματα, αλλά να κλάψουμε και για τα αμαρτήματα των άλλων. Αμάρτησε ο άλλος; μη τον κατακρίνης. Κλάψε για την πτώσι του, δέστην σαν δική σου πτώσι. Είμεθα «αλλήλων μέλη». Ο άλλος είναι μέλος του ιδίου με σένα σώματος· μέλος του σώματος του Χριστού. Κλάψε εσύ για τον άλλον, όπως έκλαιγε ο Παύλος και έλεγε: «Ουκ επαυσάμην μετά δακρύων νουθετών ένα έκαστον». Κλάψε εσύ για το παιδί σου που παρανόμησε, για το Χριστιανό που γλύστρισε και έπεσε.

Η αμαρτία είναι φωτιά. Και οι κρουνοί που σβύνουν αυτή την φωτιά, είναι οι κρουνοί της μετανοίας. Αν πιάση φωτιά το διπλανό σπίτι, δεν θα τρέξης και εσύ για να σβύση η φωτιά; Αν αδιαφορήσης, η φωτιά θα επεκταθή και στο δικό σου σπίτι. Έτσι δεν μπορείς ν' αδιαφορήσης όταν ο άλλος καίγεται από τη φωτιά της αμαρτίας. Ρίξε τα δάκρυά σου για να σβεσθή η φωτιά. Αν αδιαφορήσης, θάχης και συ κρίμα, αμαρτία. Κι αν όχι μόνο αδιαφορήσης αλλά γελάς κι όλας και σχολιάζης την αμαρτία του άλλου και την διαπομπεύης, τότε πια θα επιτρέψη ο Θεός να πέσης και εσύ, και η φωτιά της δικής σου αμαρτίας, μπορεί να είναι ο προθάλαμος της κολάσεως, κατά τον ιερό Χρυσόστομο.

Επιμένει ο ιερός Χρυσόστομος, ότι πρέπει να θρηνούμε για τα αμαρτήματα των άλλων, αν αληθινά τους αγαπάμε. Αν ο άλλος βρίσκεται στο στόμα του λύκου, θα τον αφήσουμε να κατασπαραχθή; Αν ο άλλος κινδυνεύη να πνιγή, θα τον αφήσουμε να καταποντισθή;

Η μετάνοια, εξαλείφει όλα τα αμαρτήματα. Έχουμε δύο πραγματικότητες: η μία είναι η φιλανθρωπία του Θεού, η άλλη είναι η αμαρτωλότητα του ανθρώπου. Σας ερωτώ: Ποια από τις δύο είναι μεγαλύτερη; Τα αμαρτήματά μας, όσα κι αν είναι, είναι ωρισμένα και συγκεκριμένα. Η Φιλανθρωπία του Θεού είναι άπειρη, αμέτρητη. Ο ιερός Χρυσόστομος για να παρηγορήση τους αμαρτωλούς, παρουσιάζει το παράδειγμα με το κάρβουνο. Έχεις ένα αναμμένο κάρβουνο. Σε καίει. Αν όμως ρίξης το κάρβουνο αυτό μέσα στο πέλαγος, ποιος θα νικήση· το πέλαγος ή το κάρβουνο; Ασφαλώς το πέλαγος. Ένα τσαφ θ' ακουσθή και θα εξαφανισθή το αναμμένο κάρβουνο.

Κάρβουνο, που κατακαίει τα σωθηκά μας, είναι η αμαρτία. Τι πόνος! Μη το αφήνης. Πάρτο την ώρα της σωστικής εξομολογήσεως και ρίξε το στο Πέλαγος της Φιλανθρωπίας του Θεού. Αμέσως το κάρβουνο της αμαρτίας σου θα σβύση και θα εξαφανισθή. Και αν μου πης πως δεν έχεις ένα κάρβουνο, αλλ' έχεις πολλά αμαρτήματα που σε καίνε, θα σου πω και εγώ, ότι το έλεος του Θεού δεν είναι απλώς πέλαγος· είναι Ωκεανός· είναι κάτι απείρως μεγαλύτερο. Το πέλαγος και ο Ωκεανός έχουν κάποιο μέτρο, κάποια όρια, κάποιο τέλος. Η Φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απροσμέτρητη, απεριόριστη, ατέλειωτη.

Συνεχίζει ο ιερός Χρυσόστομος. Όταν με δάκρυα μετανοούμε, να είσθε βέβαιοι ότι το σφουγγάρι της αγάπης του Θεού σβύνει όλα τα αμαρτήματα. «Το αίμα Ιησού Χριστού του υιού αυτού, καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α' Ιωάν. 1, 7). Και η αγάπη του Θεού σβύνει όλα τα αμαρτήματα, ώστε ούτε ίχνος δεν αφήνει.

Αν εχης ένα τραύμα, γιατρεύεται, αλλά παραμένει το σημάδι, η ουλή. Αν έχης μία αμαρτία, με την μετάνοια συγχωρείται και εξαφανίζεται και ούτε ουλή μένει.

Η μετάνοια οδηγεί σ' ένα καταπληκτικό θαύμα, στη λήθη του Θεού. Ο Θεός, καρδιογνώστης και παντογνώστης, που μέσα στη μνήμη Του είμεθα όλοι οι άνθρωποι, και είναι όλες οι πράξεις μας, αυτός ο Θεός φθάνει στην αμνησία! Λησμονεί τα αμαρτήματα των ανθρώπων που ειλικρινά μετανοούν.

Ω! πόσο θάρρος και παρηγοριά μας δίνει ο ιερός Χρυσόστομος! Ο χρυσός στην γλώσσα και στην καρδιά, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου, μισεί την αμαρτία, αγαπά τον αμαρτωλό· καυτηριάζει τα αμαρτωλά πάθη, αγκαλιάζει τους αμαρτωλούς. Ο Χρυσόστομος φοβάται να μη πέση ο αμαρτωλός σ' ένα από τα δύο άκρα. Το ένα άκρο είναι η απόγνωσις και η απελπισία. Το άλλο είναι η ραθυμία και η επανάστασις. Ο διάβολος έχει δύο όπλα, με τα οποία δίνει τη χαριστική βολή στον αμαρτωλό. Το ένα όπλο είναι για τους ευαίσθητους, το άλλο για τους αναίσθητους.

Για τους ευαίσθητους διαθέτει το όπλο της απογνώσεως, της απελπισίας. Προσπαθεί ν' απελπίση τον αμαρτωλό.

Πω πω! τι είναι αυτό που έκανες; τώρα για σένα δεν υπάρχει σωτηρία. Ποιος θα σε σώση; - όχι άπαντα ο Χριστιανός. Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά της απογνώσεως. Φύγε, αλητήριε, γιατί με τη σκιά σου κρύβεις τον σταυρό του Χριστού, την μεγάλη μου ελπίδα. Αμαρτάνω, ναι, το ξέρω, αλλά πιστεύω στο έλεος του Θεού.

Για τους αναίσθητους έχει το όπλο της ραθυμίας και επαναστάσεως.

Έλα, καϋμένε, καλός είσαι. Και τι έκανες στο κάτω κάτω για να μετανοήσης; Εγκληματίας είσαι; δεν σκότωσες και κανένα; Μακάρι νάσαν όλοι σαν και σένα.

Όχι άπαντα ο Χριστιανός.

Ύπαγε πίσω μου, Σατανά της ραθυμίας και της ψευδαισθήσεως. Φύγε, γιατί η μορφή σου μού κρύβει τον πνευματικό καθρέπτη, για να καθρεπτιστώ και να ιδώ, με συναίσθησι, ότι είμαι γεμάτος πληγές και έχω ανάγκη θεραπείας.

Η μετάνοια έχει μεγάλη δύναμη. Παίρνει το κάρβουνο και το κάνει διαμάντι. Παίρνει τον λύκο και τον κάνει αρνί. Παίρνει τον άγριο και τον κάνει άγιο. Παίρνει τον αιματοβαμμένο ληστή και τον κάνει πρώτο κάτοικο του Παραδείσου. Ακριβώς, επειδή έχει τέτοια δύναμι η μετάνοια, γι' αυτό ο Διάβολος αγωνίζεται ν' αποτρέψη τον άνθρωπο από την μετάνοια. Έτσι εξηγούνται οι αντιρρήσεις πολλών ανθρώπων ως προς την μετάνοια και την εξομολόγησι.

Λέει κάποιος «Αφού θα ξαναπέσω, γιατί να πάω να εξομολογηθώ; Ξέρω ότι θα ξανακάνω τα ίδια...». Αδελφέ μου. Η αμαρτία είναι σαν την αρρώστια. Δεν αρρωσταίνεις μια φορά. Πολλές φορές αρρωσταίνεις από την ίδια αρρώστια. Και κάθε φορά που αρρωσταίνεις πηγαίνεις στο γιατρό και παίρνεις φάρμακα που σου δίνει. Το ίδιο κάνε και για την ψυχή σου. Κάθε φορά που πληγώνεσαι, έστω και αν πληγώνεσαι στο ίδιο μέρος, μετανόησε και εξομολογήσου. Κάποτε το φάρμακο της χάριτος θα γιατρέψη ολότελα την συγκεκριμένη πληγή.

Το αμαρτωλό πάθος μοιάζει πολλές φορές με δένδρο, που ρίζωσε βαθειά και φαίνεται δύσκολο να ξερριζωθή. Είδες τι έκαμναν οι υλοτόμοι στην παλαιά εποχή; Με τσεκούρι έκοβαν το δένδρο. Φαντάσου δένδρο ριζωμένο, με μεγάλο κορμό. Ο υλοτόμος το κτυπά με μια τσεκουριά. Δεν πέφτει ασφαλώς με την πρώτη τσεκουριά. Το κτυπά με δεύτερη, με τρίτη, με δέκα... Κάποτε το δένδρο λυγίζει και πέφτει. Έτσι είναι και το αμαρτωλό πάθος. Μπορεί με την πρώτη τσεκουριά να μην πέση.Συνέχισε με την διαρκή μετάνοια να κτυπάς το πάθος. Να είσαι σίγουρος, πως κάποια μέρα, θα πέση το πάθος, θ' απαλλαγής από την αμαρτία που χρόνια σε βασάνιζε. Έτσι λέει ο Ιερός Χρυσόστομος.

«Μετανοώ, αλλά ντρέπομαι να ομολογήσω τ' αμαρτήματά μου. Είναι τόσα πολλά, ώστε ντρέπομαι να τα παρουσιάσω στον εξομολόγο κληρικό». Η ντροπή πρέπει να υπάρχη, αλλά προ, όχι μετά την αμαρτία. Να ντρεπώμεθα να διαπράξωμε το κακό, να μη ντρεπώμεθα να ομολογήσουμε το κακό.

Η μετάνοια εκφράζεται σαν ομολογία των αμαρτημάτων, σαν εξαγόρευσις. Μη ντρέπεσαι να πης τις αμαρτίες σου. Κάποτε θα γίνη η αποκάλυψις των αμαρτημάτων μας. Ή θα τις αποκαλύψουμε εμείς, μόνοι μας, μπροστά σ' ένα πρόσωπο, στον πνευματικό, ή θα τις αποκάλυψη ο Θεός την ήμερα εκείνη μπροστά σ' όλους τους αγγέλους και τους ανθρώπους. Αν προλάβουμε πρώτοι να κατηγορήσουμε τον εαυτόν μας με την μετάνοια, εξαλείφονται όλες οι αμαρτίες μας και αθωωνόμαστε.

«Είμαι τόσο πολύ αμαρτωλός, που αμφιβάλλω για την σωτηρία μου...». Αδελφέ μου συναμαρτωλέ!
Ο Παράδεισος δεν είναι για τους αναμάρτητους. Είναι για τους αμαρτωλούς. Ο Παράδεισος είναι γεμάτος από αμαρτωλούς που μετανόησαν. Είναι και για μας ανοικτός ο Παράδεισος. Αρκεί να κάνουμε το πρώτο βήμα εμείς· το βήμα της μετάνοιας. Τότε σπεύδει ο Θεάνθρωπος Κύριος να κάνη δέκα βήματα για να μας αγκαλιάση· είναι τα βήματα του ελέους και της συγγνώμης.

Με πόνο θερμής προσευχής ας πούμε:

Κύριε Ιησού Χριστέ, δώρησέ μας αληθινή, δακρύβρεκτη μετάνοια. Εσύ μάς έμεινες μοναδική Ελπίδα σωτηρίας. Είσαι η Αλήθεια μέσα σε τόσα ψέματα. Είσαι η Χαρά μας μέσα σε τόσες θλίψεις. Είσαι η Λύτρωσίς μας μέσα σε τόση αμαρτία. Είσαι η Ειρήνη μέσα σ' ένα κόσμο τόσο ταραγμένο.

Δόξα τη μακροθυμία και τη Ανοχή σου Κύριε. Αμήν.

Γέρων Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης

Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΜΕ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ, 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ" 


O Ευγένιος που καταράστηκε τον Θεό!




ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ – ΝΕΟΤΗΤΑ – ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ

Ο ιερομόναχος πατήρ Σεραφείμ Ρόουζ, κατά κόσμον Ευγένιος (Γιουτζήν), γεννήθηκε το 1934 σε μια τυπική αμερικάνικη οικογένεια στο Σαν Ντιέγκο (ΗΠΑ). Έφηβος ακόμη, άρχισε να ψάχνει την αλήθεια και, καθώς δεν την έβρισκε άρχισε να επαναστατεί. Έχοντας θεωρήσει τα διάφορα αμερικανικά χριστιανικά δόγματα, ψεύτικα, επιδόθηκε στη μελέτη του Νίτσε που τον επηρέασε…
Από την αθεΐα, που οδηγήθηκε, κατέληξε στην απόγνωση, που ο ίδιος την περιέγραφε ως «ζωντανή κόλαση». Το ψυχικό κενό τον οδήγησε στο ποτό.
Ο πόνος του προερχόταν από την αίσθηση ότι ο Θεός τον καταδίωκε, γι’ αυτό μεθούσε και Του φώναζε, να τον αφήσει ήσυχο!Κάποτε μεθυσμένος στάθηκε σε μια βουνοκορφή, σήκωσε τη γροθιά του στον ουρανό, καταράστηκε τον Θεό και Τον προκάλεσε να τον στείλει στην κόλαση!Πίστευε ότι από την κατάσταση της απέλπιδος αθεϊας που είχε βυθιστεί ήταν προτιμότερη η κόλαση, αφού θα επιβεβαιωνόταν ότι ο Θεός υπάρχει…
Στη δεκαετία του 50, ο Ευγένιος έγινε οπαδός του Βουδισμού, ενώ έμαθε κινέζικα, ώστε να μελετήσει αρχαία ανατολικά κείμενα στο πρωτότυπο, ψάχνοντας την αλήθεια. Ωστόσο σε λίγα χρόνια, κατάλαβε ότι ο βουδισμός τον βύθισε σε μεγαλύτερο κενό. Συνέχισε ν’ αναζητά την αλήθεια αλλού, ανάμεσα σε αρχαίες θρησκείες και παραδόσεις, και σε διαφορετικά μονοπάτια.ΘΥΡΑ ΑΛΗΘΕΙΑΣ: Κάποτε επισκέφθηκε μια ορθόδοξη εκκλησία. Έγραψε αργότερα γι’ αυτή την εμπειρία: “Όταν επισκέφθηκα μια ορθόδοξη εκκλησία για πρώτη φορά, μου συνέβη κάτι που σε κανένα βουδιστικό ή άλλο ανατολικό ναό δεν είχα νοιώσει. Κάτι μέσα στην καρδιά μου μου είπε ότι γύρισα σπίτι. Η έρευνα μου για την αλήθεια είχε τελειώσει. (…) Έτσι, γνώρισα τον Χριστό”
Ο Ευγένιος βρίσκοντας την Αλήθεια, αφιέρωσε την υπόλοιπη ζωή του ζώντας γι’ αυτή και μεταδίδοντάς την σε άλλους. Μαζί μ’ ένα Ρώσο, που ονομαζόταν Γκλέμπ, συγκρότησαν την αδελφότητα “Άγιος Γερμανός της Αλάσκας”. Ζούσαν μαζί αφιερωμένοι στην ιεραποστολή. Για πνευματικό τους διάλεξαν τον Άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς, και με την βοήθειά, τις προσευχές και τις ευλογίες του, συγκρότησαν την ιεραποστολική αδελφότητα. Ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς είχε ήδη προφητέψει, ότι σε λίγα χρόνια στην Καλιφόρνια θα γινόταν ένα ορθόδοξο ιεραποστολικό μοναστήρι. Ο Ευγένιος λοιπόν και ο Γκλέμπ άνοιξαν ένα βιβλιοπωλείο στα πλαίσια της ιεραποστολής τους, ενώ νυχθημερόν μετέφραζαν θρησκευτικά κείμενα Πατέρων, που ποτέ δεν είχαν μεταφραστεί στην αγγλική, ενώ παράλληλα τα τύπωναν μ’ ένα χειροκίνητο τυπογραφικό μηχάνημα που αγόρασαν, για να διαδώσουν την Ορθοδοξία στην περιοχή και ακόμα παραπέρα.




ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΖΩΗ

Επειδή όμως γρήγορα ο κόσμος τους κούρασε, και επειδή οι ψυχές τους λαχταρούσαν να ανέβουν υψηλότερα, πιο κοντά στο Θεό, εγκαταλείπουν την πόλη και μεταφέρουν το τυπογραφείο τους σε μια ερημιά της βόρειας Καλιφόρνιας, όπου δεν υπήρχε τίποτε άλλο πέρα από τη φύση.
Εκεί, χωρίς νερό τρεχούμενο, χωρίς ρεύμα και τηλέφωνο, άρχισαν να ζουν σαν ασκητές παλαιών χρόνων, με συντρόφους αρκούδες, νυχτερίδες, φίδια και άλλα ζώα της ερημιάς. Το 1970, οι δυο φίλοι, προχωρώντας πνευματικά, αφιερώθηκαν εξ’ ολοκλήρου σ’ Εκείνον και εκάρησαν μοναχοί.
Ο Ευγένιος έλαβε το όνομα Σεραφείμ, από τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ και ο Γκλέμπ έλαβε το όνομα Γερμανός, από τον άγιο Γερμανό της Αλάσκα. Οι δυο μοναχοί, μακριά από την κοσμική τύρβη, επιδόθηκαν στην άσκηση, ενώ μετέφραζαν συνεχώς ορθόδοξα κείμενα, Πατέρες, κηρύγματα, διδαχές για να υπάρχουν διαθέσιμα αγγλικά κείμενα και να τα μοιράζουν στον κόσμο κερδίζοντας ψυχές. Έτσι, εκπληρώθηκε η προφητεία του Αγίου Ιωάννου Μαξίμοβιτς.
Κάτω από το φως των κεριών, στο μικρό κελί του ο πατήρ Σεραφείμ έγραφε πολλά βιβλία για την πνευματικότητα του σύγχρονου ανθρώπου και μετέφραζε πατερικά κείμενα αγγλική γλώσσα. Μεταξύ των κορυφαίων έργων του είναι το: “Η ψυχή μετά το θάνατο” που βρίσκεται μεταφρασμένο στην Ελληνική στο διαδίκτυο. Εκείνα τα χρόνια, στις κομμουνιστικές χώρες, τα γραπτά του για τον πόνο και την ψυχή μετά τον θάνατο, που διαδίδονταν κρυφά, είχαν ανυπολόγιστη επίδραση σε εκατομμύρια ψυχές στην κομμουνιστική Ρωσία και αλλού, με κίνδυνο της ζωής όσων τα διακινούσαν, αφού όποιον συνελάμβαναν, μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε κάποια “ψυχιατρική” κλινική ή στη Σιβηρία, ή ακόμη και να τον εκτελέσουν. Το μήνυμα του π. Σεραφείμ για τον πόνο και τους διωγμούς εξαιτίας της πίστης στο Χριστό, συγκίνησε βαθια το σταυρωμένο από το άθεο καθεστώς λαό. Μέχρι και σήμερα στη Ρωσία τα έργα του π. Σεραφείμ είναι πασίγνωστα και απολαμβάνουν μεγάλη εκτίμηση.

ΙΕΡΕΑΣ – ΤΟ ΟΣΙΑΚΟ ΤΟΥ ΤΕΛΟΣ 

Στο μεταξύ ο π. Σεραφείμ έγινε ιερέας [1977], με κύριο έργο του τις αναρίθμητες βαπτίσεις που έκανε. Ένας σύγχρονος απόστολος, που εκπλήρωσε το “πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”. Με τις μεταφράσεις του και τις εκδόσεις του οδήγησε χιλιάδες Αμερικανούς στην Ορθοδοξία. Και με τις βαπτίσεις του έσωσε χιλιάδες ψυχές οδηγώντας τις στην αλήθεια. Το όνομά του, το έργο του, η δράση του εξαπλώθηκε και πέρα από την Αμερική.
Αρκούσαν λίγα χρόνια επίγειας ζωής για ν’ αναδείξουν στον ουρανό ένα μεγάλο άγιο που ο χρόνος και ο Θεός θα δικαιώσουν. 
Λέμε λίγα χρόνια επίγειας ζωής γιατί, ενώ ο π. Σεραφείμ έγραφε και βάπτιζε, ξαφνικά αρρώστησε βαριά. Το καλοκαίρι του 1982 αντιμετώπιζε φρικτούς πόνους. Όμως υπέμεινε χωρίς ίχνος γογγυσμού. Παρ’ όλο που πονούσε πολύ, δεχόταν τους προσκυνητές που έφταναν, για να τους δώσει συμβουλές, να τους απαλύνει τον πόνο, να προσφέρει μέχρι τελευταία στιγμή τον εαυτό του για την αγάπη του Θεού και του αδελφού. Κι ενώ δεν ήθελε να εγκαταλέιψει τη μονή, όταν μια μέρα έπεσε λιπόθυμος μέσα σε φρικτούς πόνους, οι πατέρες τον πήγαν στο νοσοκομείο, ενώ εκείνος ψιθύριζε συνεχώς “δόξα Σοι ο Θεός”.
Οι γιατροί εκεί, διαπίστωσαν ότι η σπάνια ανίατη αρρώστια του είχε προκαλέσει γάγγραινα στο παχύ έντερο. Οι γιατροί απορούσαν πώς δεν ούρλιαζε από τους πόνους και πώς άντεχε χωρίς νάρκωση. Τον έβαλαν αμέσως στο χειρουργείο. Εκεί διαπιστώθηκε ότι είχαν πειραχτεί και άλλα ζωτικά όργανα, και παρόλο που του αφαίρεσαν κομμάτι του εντέρου, δεν του έδιναν πιθανότητες ν’ αναρρώσει. Το νέο διαδόθηκε αστραπιαία και κόσμος άρχισε να συρρέει ελπίζοντας όλοι σ’ ένα θαύμα. Ένιωθαν ότι έχαναν τον πατέρα, το στήριγμά, την ελπίδα τους. Καθώς το τέλος πλησίαζε, ο π. Γερμανός γι’ άλλη μια φορά, τον εξομολόγησε, τον κοινώνησε των αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν τέλεσε το ευχέλαιο. Όταν του έτεινε το Ευαγγέλιο για να προσκυνήσει και ενώ ο π. Σεραφείμ βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση, ανασηκώθηκε και αφού προσκύνησε το Ευαγγέλιο που με ζήλο υπηρέτησε και διέδωσε, εξουθενωμένος, έπεσε πάλι στην ίδια κωματώδη κατάσταση. Το τέλος του ήταν μαρτυρικό. Πάντα έλεγε ότι πρέπει να υποφέρουμε πόνους και μαρτύρια γιατί ο πόνος καθαρίζει την ψυχή και την φέρνει πιο κοντά στο Θεό. Όπως κι ο Χριστός μας υπέφερε πολλά για τη σωτηρία μας, έτσι και ο π. Σεραφείμ για την Αγάπη και την Αλήθεια Του, υπέφερε έως τέλους τους πόνους που τον οδήγησαν στην αγκαλιά του Νυμφίου του Χριστού, για ν’ απολαύσει στα ουράνια σκηνώματα του Παραδείσου, όσα ονειρεύτηκε από παιδί η άδολη ψυχήτου. Ήταν 2 Σεπτεμβρίου.
Αν και η θερμοκρασία ήταν σε υψηλά επίπεδα και παρόλο που το σκήνωμά του για τρεις ημέρες εκτέθηκε σε προσκύνημα, ωστόσο ευωδίαζε. Στο πρόσωπό του, το ταλαιπωρημένο από τους πόνους, απλώθηκε ένα μειδίαμα, αμέσως μόλις παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου. Είδε με τα μάτια του, με την ψυχή του, την Αλήθεια, για την οποία έψαξε, αγωνίστηκε, έγραψε και θυσιάστηκε. Ας έχουμε όλοι την ευχή του.Ο Γιουτζήν έγινε μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας το Φεβρουάριο του 1962. Μεταλαμβάνοντας για πρώτη φορά τα Άγια Μυστήρια ένιωσε μια ουράνια, θείκή γεύση στο στόμα του, η οποία παρέμεινε για περισσότερο από μία εβδομάδα.

Κωνστανίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου

trelogiannis.blogspot.gr

Μετά τή Θεία Λειτουργία… Εὐχαριστία




ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΤΗ ΖΗΣΟΥΜΕ

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ:

ΠΩΣ ΘΑ ΕΧΟΥΜΕ ΓΝΗΣΙΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΤΟΥ

ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ:

ΙΙΙ. ΜΕΤΑ ΤΉ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Ἡ εὐχαριστία γιά τή Θεία Λειτουργία πού ζήσαμε, διαφυλάττει τή Θεία Χάρη, πού δεχθήκαμε κατά τή διάρκειά Της.
«Ἐκεῖνο πού φέρνει τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο», λέγει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, «εἶναι ἡ καρδιά πού κινεῖται πάντοτε σέ ἀκατάπαυστη εὐχαριστία»1.
Καί πάλι:«... ἐκεῖνος πού πῆρε ἀπό τόν Θεό δῶρο καί παραμένει ἀχάριστος, ἑτοιμάζει τήν στέρηση τοῦ δώρου. (Αὐτό συμβαίνει) Διότι ἔκανε τόν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ εὐχαριστία (εἶναι αὐτή πού) παρακαλεῖ τό Θεό γιά ἐμᾶς»2. Ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά φυλάξουμε τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ, διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι τό νά τίς θυμόμαστε καί νά εὐχαριστοῦμε συνεχῶς τόν Κύριο γι' αὐτές. «Καλά συνέβησαν; Εὐλόγησε τόν Θεό καί μένει τά καλά. Κακά συνέβησαν; Εὐλόγησε τόν Θεό καί λύονται τά κακά. Διότι καί ὁ Ἰώβ ὅταν ἦταν πλούσιος εὐχαριστοῦσε καί ὅταν ἔγινε φτωχός δοξολογοῦσε. Οὔτε τότε ἅρπαξε, οὔτε τότε ἐβλασφήμησε»3.
Ἡ εὐχαριστία μετά τή Θεία Λειτουργία καί τή Θεία Κοινωνία μᾶς ταπεινώνει, μᾶς χαρίζει συντριβή καρδίας, ντροπή γιάτήν ἁμαρτωλή ἐμπαθῆ κατάστασή μας· μᾶς παρακινεῖ σέ ἐντονώτερο ἀγῶνα γιά τήν σωτηρία.
Ὁ εὐγνώμων πιστός ἀναφωνεῖ: 
«Ὤ! ὕψιστε βασιλεῦ τοῦ οὐρανοῦ, Θεέ μου, πῶς ἦλθες μέσα μου; τί σέ ἔφερε στήν καρδιά μου; Σέ μένα πού εἶμαι ἄθλιος, πτωχός, τυφλός καί γυμνός; 
Καί ὁ Κύριος τοῦ ἀπαντᾶ : «Ἡ ἀγάπη».
Τότε ὁ πιστός συνεχίζει : Ὤ! ἀγάπη ἄκτιστος, Ὤ! ἀγάπη γλυκειά! Τί θέλεις σύ ἀπό ἐμένα;» -«Δέν θέλω ἄλλο παρά ἀγάπη! Δέν θέλω νά ἀνάψει ἄλλο πῦρ στό θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς σου παρά τό πῦρ τῆς ἀγάπης μου. Διά νά κατακαύσει αὐτό τό πῦρ κάθε ἄλλη ἀγάπη καί κάθε ἴδιόν σου θέλημα καί νά μοῦ τό δώσει εἰς ὀσμήν εὐωδίας. Τοῦτο ἐζήτησα καί ζητῶ πάντοτε ἀπό λόγου σου, διότι ἐπιθυμῶ νά εἶμαι ὅλος ἰδικός σου καί σύ ὅλος ἰδικός μου. Πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν θέλει γίνει ποτέ ἐάν δέν ὑποτάξεις τόν ἑαυτό σου, ἀλλά μένεις προσκολλημένος εἰς τήν ἀγάπην τοῦ ἑαυτοῦ σου, εἰς τήν ἰδίαν σου γνώμην καί εἰς κάθε ὄρεξιν καί φιλοτιμίαν σου. Σοῦ ζητῶ τό μίσος τοῦ ἑαυτοῦ σου διά νά σοῦ δώσω τήν ἀγάπην μου. Ζητῶ τήν καρδιάν σου διά νά ἑνωθεῖ μέ τήν ἰδικήν μου, ἥτις διά τοῦτο μοῦ ἠνοίχθη μέ τήν λόγχην ἐπάνω εἰς τόν σταυρόν. Ζητῶ ὅλον σέ διά νά εἶμαι καί ἐγώ ὅλος ἰδικός σου. Σύ βλέπεις ὅτι ἐγώ εἶμαι ἀσυγκρίτου τιμῆς καί ὅμως γίνομαι τόσης τιμῆς ὅσης εἶσαι ἐσύ. Ἀγόρασέ με λοιπόν. Ὤ! ψυχή μου ἀγαπημένη μέ τό νά δοθεῖς εἰς ἐμέ. Ἐγώ θέλω γλυκύτατόν μου τέκνον νά μήν θέλεις τίποτε, νά μήν ἀκούεις τίποτε, νά μήν βλέπεις τίποτε ἐκτός ἀπό ἐμέ καί ἀπό τό θέλημά μου. Διά νά θέλω καί ἐγώ κάθε πρᾶγμα εἰς σέ, νά ἀκούω εἰς σέ καί νά βλέπω εἰς σέ, εἰς τρόπον ὥστε τό ἰδικόν σου μηδέν περιερχόμενον εἰς τήν ἄβυσσον τῆς ἀπειρίας μου νά μεταβάλλεται εἰς ἐκείνην. Καί ἔτσι σύ θέλεις εἶσθαι εἰς ἐμέ ὅλος πληρέστατος εὐτυχέστατος καί μακάριος. Καί ἐγώ εἰς σέ ὅλος θεραπευμένος καί εὐχαριστημένος»4.
Αὐτήν τήν προσευχή καλό εἶναι νά τήν λέμε μετά ἀπό κάθε Θεία Κοινωνία, σάν εὐχαριστία στόν Κύριο.
« Ὅταν ἀναλογιστεῖ ἡ ψυχή», παρατηρεῖ ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής, «τίς εὐεργεσίες τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ ἀπό τήν ὥρα τῆς γεννήσεώς της, ἤ ἀπό πόσους κινδύνους πολλές φορές τήν ἐγλύτωσε ἤ σέ πόσα κακά ὑπέπεσε καί σέ βαρύτερα ἁμαρτήματα (πλημμελήμα­τα) πολλές φορές μέ τή θέλησή της ξεγλύστρησε, καί παρά ταῦτα δέν παραδόθηκε, ὅπως θά ἦταν δίκαιο, στά πονηρά πνεύματα πού τήν ἐξαπάτησαν, σέ ἀπώλεια καί θάνατο, ἀλλά τήν διαφύλαξε μέ μακροθυμία ὁ φιλάνθρωπος Δεσπότης, παραβλέποντας τά βαρειά ἁμαρτήματα καί περιμένοντας τήν ἐπιστροφή της· κι ἐνῶ ἔγινε θεληματικά δοῦλος μέ τά πάθη στούς ἐχθρούς καί τά πονηρά πνεύματα, Αὐτός τήν διέτρεφε προστατεύοντάς την καί φροντίζοντάς την μέ ποικίλους τρόπους· καί τέλος μέ ἕνα ἀγαθό νεῦμα τήν ὁδήγησε στό δρόμο τῆς σωτηρίας... Ποιός τώρα πού ἔχει εὐσυνείδητη γνώμη καί σκέφτεται αὐτά, δέ θά βρίσκεται πάντοτε σέ συντριβή καρδιᾶς; Ἔχοντας τόσες πολλές εὐεργεσίες πού πῆρε ἐκ τῶν προτέρων ὡς ἐνέχυρα, χωρίς αὐτός νά ἔχει κάνει προηγουμένως κανένα καλό, δέ θά ἔχει πάντοτε βέβαιη ἐλπίδα;Ἀφοῦ σκεφτεῖ αὐτό, ὅτι ἄν καί ἐγώ δέν ἔκανα κανένα καλό, ἀντίθετα, ἁμάρτησα πολλά ἐνώπιόν Του, καί στριφογύρισα σέ ἀκαθαρσίες καί ἄλλες πολλές κακίες, Αὐτός δέν ἔκανε σέ μένα ἀνάλογα μέ τίς ἁμαρτίες μου, οὔτε μοῦ ἀνταπόδωσε σύμφωνα μέ τίς παρανομίες μου (Ψαλμ., 102, 10). Ἀντίθετα τόσες πολλές δωρεές καί χάρες (εὐεργεσίες θεϊκές) οἰκονόμησε γιά μένα. Ἄν ὁλοκληρωτικά ἀπό ἐδῶ καί πέρα δώσω τόν ἑαυτό μου νά δουλεύει σ' Αὐτόν (νά ἐργάζεται χωρίς ἀντίρρηση στό θέλημά Του, ὅπως ὁ δοῦλος δέν φέρνει ἀντίρρηση στόν κύριό του), νά δουλεύει μέ κάθε ἁγνή συμπεριφορά καί κατορθώνοντας τίς ἀρετές, πόσα ἀγαθά πνευματικά χαρίσματα θά μέ καταξιώσει, δυναμώνοντάς με καί κατευθύνοντάς καί κατευοδώνοντας σέ κάθε ἔργο ἀγαθό;
Γι' αὐτό ἐκεῖνος πού ἔχει πάντοτε τέτοιες σκέψεις καί δέν ξεχνάει τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, βλέπει (ὅτι τά πράγματα εἶναι) δύσκολα (μέ) τόν ἑαυτό του (ντρέπεται νά βλέπει τήν κακή του κατάσταση) καί τόν βάζει στόν ἴσιο δρόμο καί τόν ὁδηγεῖ ἐπειγόντως πρός κάθε καλή ἄσκηση ἀρετῆςκαί πρός κάθε ἐργασία, πού ἀφορᾶ στήν ἐνάρετη ζωή, καί εἶναι πάντοτε ἕτοιμος στό νά ἐκτελεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ»5. Τότε, μετά τήν Θεία Κοινωνία, τήν Θεία Λειτουργία, ἡ ψυχή ἐνθυμούμενη ὅλα αὐτά συντρίβεται, κατανύτεται καί ἀγαπάει περισσότερο τόν Δεσπότη (τέτοιον φιλανθρωπότατο Δεσπότη).
«Ἡ εὐχαριστία τοῦ λαμβάνοντος», σημειώνει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, «ἐρεθίζει τόν διδόντα τοῦ δοῦναι δωρήματα μεγαλύτερα τῶν προηγουμένων»6· καί ἄν αὐτό συμβαίνει μέ τούς ἀνθρώπους πολύ περισσότερο συμβαίνει μέ τόν Θεό πού εἶναι ἀγάπη. «Ἐκκαλεῖται (προκαλεῖ καί προσκαλεῖ) τήν φιλοτιμία τοῦ Δεσπότη ἡ εὐγνωμοσύνη γιά ὅσα ἔχουν δοθεῖ»7.
«Τέτοιος εἶναι ὁ δικός μας Δεσπότης», λέγει θριαμβευτικά ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Καί συνεχίζει: «Ὅταν ἰδῆ ὅτι εἴμαστε εὐγνώμονες γιά ὅσα ἔχουν ἤδη συμβεῖ, δίνει ἐπί πλέον δωρεές καί ποτέ δέ σταματᾶ τήν εὐεργεσία, ἀμείβοντας τήν εὐγνωμοσύνη αὐτῶν πού ὑπακούουν»8.
Πρέπει νά εὐχαριστοῦμε ἀληθινά γιά τήν Θεία Κοινωνία. Ἡ ἀληθινή εὐχαριστία, παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «διά μέσου τῶν ἔργων ἐκπληρώνεται ἀπό ἐμᾶς»9.
Τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, εὐχαρι­στοῦμε πραγματικά τόν Θεό γιά τή Θεία Λειτουργία πού ζήσαμε. «Ἄς εὐχαριστοῦμε διότι εἴμαστε ἀπό τούς σωζομένους, συμβουλεύει ὁ Χρυσορρήμων, «καί ἐνῶ δέν μπορέσαμε νά σωθοῦμε ἀπό τά ἔργα μας, σωθήκαμε δωρεάν ἀπό τό Θεό. Τήν εὐχαριστία δέ νά μήν τήν κάνουμε μόνο μέ λόγια ἀλλά καί μέ ἔργα καί μέ πράξεις.Διότι αὐτή ἡ εὐχαριστία εἶναι ἀκριβής, ὅταν κάνουμε αὐτά διά μέσου τῶν ὁποίων πρόκειται νά δοξάζεται ὁ Θεός. Διότι καί ἄν ( παρ΄ ὅλο πού) ὑβρίσαμε τόν βασιλέα ἀντί νά δικαστοῦμε τιμηθήκαμε, ἔπειτα (ἐν τούτοις) πάλι ὑβρίσαμε, καί πιαστήκαμε ἔτσι σέ ἔσχατη μορφή ἀχαριστίας, θά ἔπρεπε δίκαια νά τιμωρούμαστε μέ τήν βαρύτερη καταδίκη καί πολύ μεγαλύτερη ἀπό τήν προηγούμενη. Διότι δέν μᾶς ἀπέδειξε τόσο ἀχάριστους ἡ προηγούμενη ὕβρις, ὅπως αὐτή πού ἔγινε μετά τήν τιμή καί πολλή περιποίηση. Ἄς ἀποφύγουμε λοιπόν ἐκεῖνα ἀπό τά ὁποῖα ἀπαλλαχτήκαμε, καί ἄς εὐχαριστοῦμε ὄχι μόνο μέ τό στόμα... Διότι πῶς δέν εἶναι ἄτοπο, ὅταν οἱ μέν οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ἐσύ δέ, διά τόν ὁποῖον ἔγιναν οἱ οὐρανοί, πού δοξάζουν κάνεις τέτοια πράγματα ὥστε νά βλασφημεῖται ἐξαιτίας σου ὁ Θεός πού σέ ἔπλασε»10.

Προδημοσίευση στό διαδίκτυο Γ΄ἔκδοσης (ἐπηυξημένης) τοῦ βιβλίου: (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου)-Τί εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία καί πῶς θά τη ζήσουμε

Σχῆμα μικρό, Σελίδες: 162, Τιμή: 5€, Παραγγελίες στό τηλέφωνο  6944577885  ἤ στό
 e- mail: hristospanagia@yahoo.gr


1 Καλλίστου καί Ἰγνατίου Ξανθοπούλων, Φιλοκαλία, τόμ.Δ, σελ. 216-217, η.
2 Πέτρου Δαμασκηνοῦ, Φιλοκαλία, τόμ. Γ, σελ. 94,10-29.
3 Ἁγ.Ἰωάν. Χρυσσστόμου, Ὅτε ἦλθεν ἀπό τῆς ἐξορίας, ΕΠΕ 33,412.
4 Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου: Ἀόρατος Πόλεμος, ἐκδόσεις Φῶς, Ἀθήνα 1957, σελ. 203-204.
5 Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Φιλοκαλία, τόμ. Α΄, ἐκδόσεις «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1957, σελ. 128 -129.
6 Ἀββᾶ Ἰσαάκ, Ἀσκητικά, σελ. 126.
7 Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα, ΕΠΕ 36,88.
8 Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Εἰς τήν Γένεσιν, ΜΑ, ΕΠΕ 3, 678-680.
9 Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Εἰς τήν Γένεσιν, ΚΣΤ', ΕΠΕ 3, 128-130.
10 Ἁγ. Ἰωάν. Χρυσοστόμου: Ad In epistulam ad Romanos Μ 60, 579.40

Προσευχή του Αγίου Νεκταρίου προς την Παναγία




Δέσποινα παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε,
Παράδεισε πανθαύμαστε, κήπε καλλωπισμένε,
Σε δυσωπώ, Πανάχραντε, χαρίτωσον τον νουν μου,
κατεύθυνον τας σκέψεις μου, φώτισον την ψυχήν μου.

Κόρη με ποίησον αγνόν, πράον, σεμνόν, ανδρείον,
ησύχιον και κόσμιον, ευθύν, όσιον, θείον,
επιεική, μακρόθυμον, των αρετών δοχείον,
άμεμπτον, ανεπίληπτον, των αγαθών ταμείον.

Δος μοι σοφίαν, σύνεσιν και μετριοφροσύνην,
φρόνησιν και απλότητα και ταπεινοφροσύνην.
Δος μοι νηφαλιότητα, όμμα πεφωτισμένον,
διάνοιαν ολόφωτον, πνεύμα εξηγνισμένον.

Απέλασον την οίησιν, την υπερηφανίαν,
τον τύφον, την φυσίωσιν, και την αλαζονείαν,
την ύβριν, το αγέρωχον, την υψηλοφροσύνην,
γλώσσα μεγαλορρήμονα, ισχυρογνωμοσύνην.

Την αστασία την φρικτήν, την περιττολογίαν,
την πονηρία την πολλήν, και την αισχρολογίαν.
Χάρισαί μοι, Πανάχραντε, την ηθικήν ανδρείαν,
το θάρρος, την ευστάθειαν, δος μοι την καρτερίαν.

Δος μοι την αυταπάρνησιν, την αφιλαργυρίαν,
ζήλον μετ’επιγνώσεως και αμνησικακίαν.
Δος μοι ακεραιότητα, ευγένειαν καρδίας,
πνεύμα ευθές, ειρηνικόν, και πνεύμα αληθείας.

Φυγάδευσον, Πανάχραντε, τα πάθη της καρδίας,
τα πολυώνυμα, Αγνή, της ηθικής δειλίας.
Την αναδρίαν την αισχράν, το θράσος, την δειλίαν,
την ατολμίαν την δεινήν και την απελπισίαν.

Άρον μοι, Κόρη, τον θυμόν και πάσαν ραθυμίαν,
την αθυμία, την οργήν, ως και την οκνηρίαν.

Τον φθόνον, την εμπάθειαν, το μίσος, την κακίαν,
την μήνιν, την εκδίκησιν και την μνησικακίαν.

Την έριδα την ευτελή και την πολυλογίαν,
την γλωσσαλγίαν την δεινήν και την βωμολοχίαν.

Δος μοι, Παρθένε, αίσθησιν, δος μοι ευαισθησίαν.

Δος μοι συναίσθησιν πολλήν και ευσυνειδησίαν.

Δος μοι, Παρθένε, την χαράν Πνεύματος του Αγίου.

Δος μοι ειρήνην τη ψυχή, ειρήνην του Κυρίου.

Δος μοι αγάπην, έρωτα θείον, εξηγηγνισμένον,
πολύν, θερμόν και καθαρόν και εξηγιασμένον.

Δος πίστιν ζώσαν, ενεργόν, θερμήν, αγνήν, αγίαν,
ελπίδα αδιάσειστον, βεβαίαν και οσίαν.

Άρον απ’εμού, Παρθένε, τον κλοιόν της αμαρτίας,
την αμέλειαν, την μέθην, την ανελεημοσύνην,
τα κακάς επιθυμίας, την δεινήν ακολασίαν,
γέλωτας της ασελγείας και την πάσαν κακουργίαν.

Σωφροσύνην δος μοι, Κόρη, δος εγκράτειαν, νηστείαν,
προσοχήν και αγρυπνίαν και υπακοήν τελείαν.

Δος μοι προσοχήν εν πάσι και διάκρισιν οξείαν,
σιωπήν και ευκοσμίαν, και υπομονήν οσίαν.

Επιμέλειαν παράσχου, Δέσποινα, προς εργασίαν,
προς τελείωσιν και ζήλον αρετών προς γυμνασίαν.

Την ψυχήν μου, την καρδίαν και τον νουν μου, Παναγία,
τήρει εν αγιωσύνη, φύλαττε εν παρθενία. 


Agioritikovima

Στόν πατέρα πού ἔψαχνε παντοῦ τό φάρμακο γιά τόν γιό του



Παντού έψαχνες φάρμακο και τίποτα. Οπουδήποτε άκουγες για κάποια μάντισσα , πήγαινες. Πήγες στη Βοσνία, στους χότζες για τα γραπτά. Και όταν όλα αυτά δεν βοήθησαν , κάλεσες τελικά και τον ιερέα. Αλλά ούτε η προσευχή του ιερέα βοήθησε. Ο γιος ασθενούσε και πέθανε. Τώρα η ζωή σου κατάντησε χωρίς στόχο και δίχως νόημα. Σκέπτεσαι την αυτοκτονία. Προμηθεύτηκες δηλητήριο, το έβαλες κάτω από το μαξιλάρι σου, και ολόκληρες νύχτες αποφασίζεις , εάν θα το πιείς ή όχι. Ρωτάς, γιατί σε βασανίζει ο Θεός;
Και εγώ θα ρωτήσω κάτι εσένα. Γιατί εσύ βασανίζεις τον Θεό; Γιατί βασανίζεις τον βασανισμένο για σένα στον σταυρό, τον Ιησού Χριστό; Αυτός υπέφερε βαρείς πόνους για να σώσει τους ανθρώπους από τους ψεύτικους θεούς , από τους ψευδείς σωτήρες και απ’ όλες τις σκοτεινές δυνάμεις που ενεργούν μέσω αυτών. Και όμως εσύ παράκαμψες Αυτόν, τον μόνο Αληθινό , και πήγες πρώτα να ζητήσεις βοήθεια από τους εχθρούς Του, μάντισσες και μάγισσες. Ο απόστολος του Χριστού συμβουλεύει ως εξής: «ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ' αὐτὸν ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦΚυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος» ( Ιακ. 5,14 -15 ) . Εσύ, όντως, κάλεσες ιερέα, τον πρεσβύτερο της εκκλησίας , για να διαβάσει την προσευχή στον άρρωστο, αλλά πότε; Όταν απευθύνθηκες πρώτα σ’ όλες τις μάγισσες και τους καταραμένους! Θυμώνοντας πρώτα Εκείνον, ο οποίος είναι ο μόνος που δίνει ζωή και υγεία, τότε άρχισες να τον παρακαλάς. Και ποιός ξέρει με τι καρδιά και τι πίστη! Οπωσδήποτε με μοιρασμένη την καρδιά και με λίγη πίστη. Ο Θεός μας είναι αρωγός σ’ εκείνους , οι οποίοι με ολόκληρη την καρδιά και πλήρη πίστη ανήκουν αποκλειστικά σ’ Αυτόν.
Εάν κάποιος προσεύχεται στον Θεό και στο δαιμόνιο, παραμένει αβοήθητος ,αφού ο Θεός δεν θέλει και ο δαίμονας δεν μπορεί, να τον βοηθήσει. Ο άγιος προφήτης Ηλίας έλεγε στον αλό με τη μοιρασμένη καρδιά: «ἕως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἐπ᾿ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις; εἰ ἔστι Κύριος ὁΘεός, πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ∙εἰ δὲ ὁ Βάαλ, ( δηλαδή το σατανικό είδωλο) πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ.» ( Γ ΄Βασ. 18, 21 ) . Και όταν αρρώστησε ο βασιλιάς Οζοχίας , δεν ζήτησε βοήθεια από τον ζώντα Θεό αλλά έστειλε τους υπηρέτες στο Ακκαρόν στον Βάαλ για να ρωτήσουν , εάν θα γιάνει. Ο άγιος Ηλίας ακούγοντας αυτό πήγε στον βασιλιά και είπε: «τάδε λέγει Κύριος· τίὅτι ἀπέστειλαςἀγγέλους ἐκζητῆσαι ἐν τῷΒάαλ μυῖαν θεὸν ᾿Ακκαρών; οὐχ οὕτως· ἡκλίνη, ἐφ᾿ἧς ἀνέβης ἐκεῖ, οὐκαταβήσῃἀπ᾿αὐτῆς, ὅτι θανάτῳἀποθανῇ» ( Δ΄ Βασ. 1, 16 ) .
Έτσι και εσύ βασάνισες τον Θεό και Τον «θύμωσες». Ο Θεός να σε συγχωρήσει. Όμως ευχαρίστησέ Τον που και τον γιο σου πήρε και εσένα έσωσε από την αυτοκτονία και την ψυχοκτονία. Και επειδή σου άφησε χρόνο για μετάνοια. Να παραδοθείς από τώρα ολόκληρος σ’ Αυτόν μόνο, με όλη σου την καρδιά. Και η αγάπη Του θα ισχυροποιήσει τη ζωή σου, θα φωτίσει τους δρόμους σου, και στον γιο σου θα χαρίσει το Βασίλειο των Ουρανών.
Ειρήνη σε σένα από τον αναστηθέντα Χριστό.


Πηγή: «ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄»
Εκδόσεις «εν πλώ»Σελ. 302-304

http://eisdoxantheou-gk.blogspot.gr

Αγχος! Να θυμάσαι να αφήνεις το ποτήρι κάτω



Μία ψυχολόγος περπατούσε ανάμεσα στο κοινό της όση ώρα τους μιλούσε για την διαχείριση του άγχους. Την στιγμή που ύψωσε ένα ποτήρι με νερό, όλοι σκέφτηκαν ότι θα έκανε την κλασική ερώτηση "είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο;".
Αντί για αυτό όμως, εκείνη, με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο της, έκανε την ερώτηση: "Πόσο βαρύ είναι ένα ποτήρι με νερό;"
Διάφορες απαντήσεις ακούστηκαν με διακύμανση από 100 ως 300 γραμμάρια .
Εκείνη απάντησε: "Το απόλυτο βάρος του δεν έχει σημασία. Εξαρτάται από το πόση ώρα το κρατάμε. Αν το κρατήσω για ένα λεπτό, δεν είναι πρόβλημα. Αν το κρατήσω για μία ώρα, θα μου πονέσει ο ώμος. Αν το κρατήσω για μία ημέρα, θα μουδιάσει ο ώμος μου και θα παραλύσω.
Σε κάθε περίπτωση, το βάρος του ποτηριού δεν αλλάζει, αλλά όσο περισσότερο το κρατήσω τόσο πιο βαρύ θα γίνεται."
Και συνέχισε: "Τα άγχη και οι ανησυχίες στη ζωή είναι ακριβώς όπως αυτό το ποτήρι νερό. Αν τα σκέφτεστε λίγο δεν θα συμβεί τίποτε. Αν τα σκέφτεστε κάπως παραπάνω, θα αρχίζουν να σας ενοχλούν. Και αν τα σκέφτεστε συνεχώς, θα αισθανθείτε παράλυτοι - ανίκανοι να κάνετε οτιδήποτε".

Να θυμάσαι να αφήνεις το ποτήρι κάτω.

ΥΓ
Εμείς θα λέγαμε να αφήσεις το ποτήρι κάτω και να πιάσεις το κομποσκοίνι, να αφήσεις τη ζωή σου στα χέρια του Θεού!