Ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, ἔβαλε μέσα του καί τά σπέρματα ὅλων τῶν ἀρετῶν, μέ τήν προϋπόθεση νά τά καλλιεργήσει καί νά προχωρήσει ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωσιν».Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ πρωτόπλαστοι ἀστόχησαν μέ τήν παρακοή τους στήν ἐντολή τοῦ Δημιουργοῦ, ἀμαυρώνοντας ἔτσι τό «καλόν λίαν» δημιούργημα τοῦ Πλάστη μας, κληροδοτώντας καί σ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος τήν κυριαρχίαν τοῦ διαβόλου.
Ἀπό τότε μέχρι καί σήμερα, καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες ὁ πονηρός νά ἐξαλείψει ἀπό τήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων τήν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ καί βασιλέψει γιά πάντα στό ἀνθρώπινο γένος, ὁ πλάνος καί διάβολος. Τυφλωμένος ἀπό τήν ὑπερηφάνειά του δέ βλέπει τήν ἀδυναμία του. Οἱ προσπάθειες του πέτυχαν σέ μεγάλο βαθμό, ἔστω καί προσωρινά, καί παρασύρει στήν πλάνη του καί διαστρέφει τά καλά σπέρματα πού ὑπάρχουν στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων καί τούς ὁδηγεῖ στό σκοτεινό δρόμο τῆς κόλασής του.
Παρ’ ὅλη τή φαινομενική κυριαρχία του, δέν πέτυχε νά ἐξαλείψει τόν πυρῆνα τοῦ « καθ’ ὁμοίωσιν» καί νά ὑποτάξει τελεσίδικα τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι ἀκόμα διατηρεῖται σ’ ὅλες τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, καί σ’ αὐτούς ἀκόμα πού φαίνεται νά ἔχει ἀπόλυτη κυριαρχία, ἡ θεϊκή καταβολή. Μιά σπίθα σιγοκαίει πάντοτε καί περιμένει νά φυσήξει ἕνα ἀεράκι πού θά τήν φουντώσει γιά νά κάψει τά δεσμά, νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ διαβόλου ὁ ἄνθρωπος καί νά ἐπανέλθει κοντά στό Δημιουργό του. Αὐτό τό διαπιστώνουμε καθημερινά ἀπό τή μεταστροφή καί τή μετάνοια τόσων ἀνθρώπων πού ἀπαρνοῦνται τήν πλάνη τοῦ σατανᾶ καί ἐπιστρέφουν στό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωφροσύνης.
Ὅσοι λοιπόν ἀπαρνοῦνται τήν τυραννική κυριαρχία τοῦ σατανᾶ, ἀλλά καί ὅσοι ἀπό καιρό βαδίζουν τό δρόμο τοῦ Κυρίου, κινδυνεύουν νά παρασυρθοῦν ἀπό τά δελεάσματα καί τίς ὕπουλες προτροπές τοῦ μισόκαλου διαβόλου καί χρειάζεται νά ἐφοδιασθοῦν μέ τά κατάλληλα μέσα γιά νά τόν ἀποφεύγουν καί νά μένουν προσηλωμένοι στόν ἀγώνα τῆς σωτηρίας.
Τἀ μέσα αὐτά εἶναι σωστή ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ πού ἔβαλε μέσα μας καί πού πρέπει νά τίς ἐργαζόμαστε σωστά, γιατί εἶναι τά ὅπλα μας μέ τά ὁποῖα θά πολεμήσουμε τόν ἄγρυπνο ἐχθρό μας.
Ὁ πιστός πρέπει νά ἐργάζεται καί νά κατορθώνει ὅλες τίς ἀρετές μαζί. Ὑπάρχουν ἀρετές ξεχωριστές μέ πρωταρχική σημασία. Ἀνάμεσά τους πρώτη καί μεγάλη εἶναι ἡ ἀρετή τῆς «ταπεινοφροσύνης», ἡ ὁποία εἶναι πολύ δυνατό ὅπλο, καί καταστρέφει ριζικά τό σατανικό ὀχύρωμα, τά σχέδια τοῦ διαβόλου.
Αὐτό τό μεγάλο ὅπλο, ἡ μεγάλη ἀρετή, θά μᾶς ἀπασχολήσει στίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν, γιά νά διαφωτίσουμε τόν ἀναγνώστη καί νά τόν ὁδηγήσουμε στήν ἐφαρμογή της.
Ἡ ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης εἶναι μεγάλη καί δύσκολη ἀρετή. Γιά νά τήν κατορθώσει ὁ χριστιανός, θά πρέπει νά τά βάλει μέ τόν ἑαυτό του, μέ τήν ὑπερηφάνειά του, μέ τή φιλαυτία του καί μέ τά διάφορα πάθη του, κακά πού δημιούργησεν ἡ ἁμαρτία καί ἀσκοῦν μεγάλη ἐπιρροή στήν ψυχή του. Θά πρέπει δέ γι’ αὐτό νά καταβάλει πολύ μεγάλη προσπάθεια μέ συντρόφους τήν προσευχή, τήν προσοχή καί τήν ἐπιμονή, ἀλλά καί τή σωστή γνώση γύρω ἀπό τό θέμα. Εἶναι πολλά τά ἐμπόδια στήν ἐργασία αὐτή, καί γιά τοῦτο στίς σελίδες πού ἀκολουθοῦν, θά προσπαθήσουμε νά βοηθήσουμε, τό κατά δύναμη, τούς ἀδελφούς μας, ὥστε νά δοκιμάσουν τήν ἐφαρμογή τῆς μεγάλης αὐτῆς ἀρετῆς καί νά ὠφελήσουν τήν ψυχή τους.
Οἱ δικές μας δυνάμεις καί ἐμπειρίες δέν εἶναι βέβαια καί τόσο ἱκανές, γιά ν’ ἀναπτύξουν ἀποτελεσματικά τήν ἀρετή αὐτή. Γιά τό λόγο αὐτό θά ἀνατρέξουμε στά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί στή σοφία, τή γνώση καί τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, μεταφέροντας ἐδῶ ὅ,τι χρήσιμο καί ὠφέλιμο βροῦμε. Καταβάλλουμε, πιστεύουμε, κι ἐμεῖς τό δίλεπτο τῆς χήρας στήν πνευματική διαφώτιση τῶν χριστιανῶν, γιά νά ἔχουν ὅπλα δυνατά νά πολεμοῦν στόν πνευματικό τους ἀγώνα ἐναντίον τῶν άσάρκων δαιμόνων καί νά ἐξομαλύνουν τό δρόμο τους πρός τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Εὐχόμαστε καί προσευχόμαστε ὅπως ὁ ἀγαθός Θεός εὐλογήσει τή μικρή αὐτή προσπάθειά μας, ὥστε νά φυτευθεῖ, νά αὐξηθεῖ καί νά καρποφορήσει στίς ψυχές τῶν ἀναγνωστῶν μας ἡ μεγάλη ἀρετή τῆς ταπείνωσης καί ταπεινοφροσύνης καί νά φέρει τά ἀγαθά ἀποτελέσματα πού ὅλοι ἐπιθυμοῦμε, ἀλλά δύσκολα τά ἀποκτοῦμε.
Ἡ ταπείνωση
Στή λέξη «ταπείνωση» τά διάφορα λεξικά δίνουν τήν ἔννοια τοῦ ἐξευτελισμοῦ, τῆς μηδαμινότητας, τῆς καταστροφῆς, πού προκαλοῦν ἄλλοι σέ ἄλλους ἀνθρώπους ἠθελημένα, γιά νά τούς καταστρέψουν ἠθικά, κοινωνικά καί οἰκονομικά, ἐπειδή τούς ἐχθρεύονται ἀπό ζήλεια ἤ μίσος, θεωρώντας τους ἐχθρούς τους.
Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια πού δίνει καί ὁ κόσμος στή λέξη «ταπείνωση». Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τή γνωρίσαμε πολλές φορές στή ζωή μας, ἴσως ἀκόμα νά εἴχαμε καί ἰδίαν ἐμπειρία.
Ὑπάρχει ὅμως καί ἄλλη ἑρμηνεία καί τρόπος ἐφαρμογῆς τῆς ταπείνωσης, πού, ἀντί νά καταστρέψει, ὑψώνει τόν ἄνθρωπο, τόν κάνει ἅγιο καί λέγεται ἁγία ταπείνωση. Αὐτή εἶναι πού μᾶς ἐνδιαφέρει καί αὐτή θά μᾶς ἀπασχολήσει.
Ἕνας μεγάλος Ὅσιος ὁ Ἰωάννης, ὁ ἐπικαλούμενος προφήτης, σέ ἐρώτηση τί εἶναι ἡ ταπείνωση ἔδωκε τόν ἑξῆς ὁρισμό: «Ταπείνωση εἶναι νά πιστεύεις ὅτι δέν εἶσαι ἄξιος νά σέ λογαριάζουν οἱ ἄλλοι, καί νά κόψεις τό δικό σου θέλημα καί νά ὑπομένεις τά ἔξωθεν ἐπερχόμενα σέ σένα χωρίς ταραχή. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ταπείνωση στήν ὁποία δέ βρίσκει χῶρον ἡ κενοδοξία».
Ἡ ταπείνωση εἶναι ὅπως ἕνα μαχαίρι πού, ἄν τό χρησιμοποιεῖς γιά νά ἐξυπηρετεῖς τή ζωή σου, εἶναι ἐργαλεῖο ὠφέλιμο. Ἄν ὅμως τό χρησιμοποιεῖς γιά νά κάνεις κακό, τότε γίνεται φονικό ὅπλο. Ἀκόμα μποροῦμε νά παρομοιάσουμε τήν ταπείνωση μ’ ἕνα συστατικό πού μπορεῖ κάποιος νά τό χρησιμοποιήσει σάν φάρμακο καί ἄλλος νά τό χρησιμοποιήσει σάν δηλητήριο.
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου χρησιμοποιοῦν τήν ταπείνωση, γιά νά πληγώσουν τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἐνῶ ὁ Θεός καί οἱ ἄνθρωποί Του τή χρησιμοποιοῦν σάν φάρμακο, γιά νά θεραπεύσουν τά ψυχοφθόρα πάθη τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς φιλαυτίας, καί τοῦ ἐγωϊσμοῦ.
Κι ἄν ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι τοῦ διαβόλου χρησιμοποιοῦν τήν ταπείνωση γιά νά καταστρέψουν κάποιον ἄνθρωπο πιστό στό Θεό, αὐτός μπορεῖ νά μετατρέψει τό ἀποτέλεσμα σέ εὐεργετικό μέσο σωτηρίας, μέ τήν ὑπομονή, τήν ἀγάπη, τή σωφροσύνη καί τήν καταφυγή του στόν Κύριο.
Μορφές ταπείνωσης
Στή πορεία τῆς ζωῆς του ὁ ἄνθρωπος θά συναντήσει τρεῖς μορφές ταπείνωσης. Ἡ μιά προέρχεται ἀπό τήν κακία τῶν ἀνθρώπων, ἡ δέ ἄλλη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ τρίτη εἶναι ἡ ἑκούσια ταπείνωση, ἡ ταπεινοφροσύνη πού ὁ ἴδιος θά θελήσει νά ἐπιβάλει στόν ἑαυτό του.
α) Συμβαίνει πολλές φορές ἄνθρωποι, κυριευμένοι ἀπό ζήλεια καί φθόνο γιά τήν πρόοδο τῶν συνανθρώπων τους, νά θέλουν νά ταπεινώσουν, νά ἐξευτελίσουν κάποιο, γιά νά ἱκανοποιήσουν τά ζηλόφθονά τους αἰσθήματα. Χρησιμοποιοῦν γι’ αὐτό τή συκοφαντία καί τό διασυρμό, μέ ἀποτέλεσμα νά βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος σέ πολύ δύσκολη θέση, γιατί στά μάτια τῶν ἄλλων εἶναι ἐκτεθειμένος στά ψεύδη καί στίς συκοφαντίες. Αὐτή εἶναι μιά μορφή ταπείνωσης πού συχνά συναντοῦμε στό σύγχρονο κόσμο μας, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὑλόφρονας, ὑπερήφανος ἀτομιστής, τόν ἐνδιαφέρει μόνο ὁ στενός του κύκλος καί ἡ καλοπέραση. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων, δυστυχῶς βρίσκεται σ’ αὐτή τήν καταστρεπτική ὁδό πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο μακρυά ἀπό τήν ὁδό τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
β) Ἄλλη μορφή ταπείνωσης εἶναι αὐτή πού ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιεῖ σάν φάρμακο σωτήριο γιά θεραπεία τῶν παθῶν καί σωτηρία τῆς ψυχῆς καί συνίσταται στό ἑξῆς: Ὅταν ὁ παντογνώστης Κύριος βλέπει τόν πιστό του ἄνθρωπο νά παρασύρεται ἀπό τίς ἀδυναμίες του καί νά κινδυνεύει νά χάσει τόν Παράδεισο, τότε ἐπεμβαίνει μέ ἀγάπη καί ἐπιτρέπει στόν πειραστή διάβολο νά τόν δοκιμάσει μέ διάφορους τρόπους καί πειρασμούς, πάντοτε μέχρι κάποιου βαθμοῦ, γιά νά ἀνοίξουν τά μάτια τῆς ψυχῆς του καί νά ξαναβρεῖ τό δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί τῆς βασιλείας Του. Ἐδῶ ὅμως ὑπάρχει μιά μεγάλη διαφορά. Ἐνῶ ἡ ἀνθρώπινη δοκιμασία φτάνει μέχρι καταστροφῆς , ἡ δοκιμασία τοῦ Θεοῦ ἔχει ὅρια μέχρι ἐκεῖ πού ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος καί ὄχι περισσότερο. Δέν ἀφήνει ὁ Θεός, τόν ἄνθρωπο νά λυγίσει κάτω ἀπό τό βάρος τῶν δοκιμασιῶν, ἀλλά ἐπεμβαίνει, τόν στηρίζει καί τόν σώζει. Ἡ δοκιμασία πού προέρχεται ἀπό τό Θεό εἶναι φιλάνθρωπη.
Παραδείγματα ὑπάρχουν πολλά ἀπό τούς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τόσο ἀπό ἄτομα ὅσο καί ἀπό ἔθνη. Ὁ βασιλέας Δαυΐδ, γιά παράδειγμα, ξέφευγε ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Κύριος τόν ταπείνωνε μέ διάφορους τρόπους καί ξανάβρισκε τό δρόμο του.Ὁ ἴδιος ὁμολογοῦσε: «πρίν μέ ταπεινώσεις , Θεέ μου, ἐγώ εἶχα ἁμαρτήσει ἐνώπιόν σου». Ἀκόμα παραδέχεται ὅτι ὠφελήθηκε ἀπό τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου. «Εὐεργετικό καί σωτήριο ὑπῆρξε τό γεγονός, ὅτι μέ τήν πατρική σου παιδαγωγία διά τῶν θλίψεων μέ ἐταπείνωσες, γιά νά μάθω καλύτερα τίς ἐντολές σου» (Ψαλμ.118, 68-71).
Καί τό ἰουδαϊκό ἔθνος, ὁ λαός τοῦ Κυρίου, ὅταν υἱοθετοῦσε τά ἔθιμα τῶν εἰδωλολατρῶν γειτόνων του, ἐπέτρεπεν ὁ Θεός νά πολεμηθοῦν ἀπό ἄλλα ἔθνη καί νά ταπεινωθοῦν, πράγμα πού τούς ἄνοιγε τά μάτια καί μετανοοῦσαν καί σώζονταν.
Αὐτά τά παραδείγματα συνεχίζονται καί στήν ἐποχή τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἕνας Παῦλος δοκιμάζεται κατά παραχώρηση Θεοῦ καί ταπεινώνεται, γιατί αὐτό ἀπαιτοῦσε τό συμφέρο του κατά τήν παντογνωσία τοῦ Κυρίου. Εἶναι καί πολλά ἄλλα τέτοια πού παρουσιάζει ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου καί θά ἀναφέρουμε ἀργότερα.
γ) Ὑπάρχει καί μιά τρίτη μορφή ταπείνωσης πού συναντοῦμε στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ μοναχούς καί λαϊκούς ἀνθρώπους. Εἶναι ἡ ἑκούσια ταπείνωση, δηλαδή τό ταπεινό φρόνημα σ’ ὅλη τή ζωή τοῦ πιστοῦ. Ὁ χριστιανός πού ἔχει ἐρωτική διάθεση γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐφαρμόζει σ’ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς του τό ταπεινό φρόνημα. Αὐτός πού ἀπεφάσισε νά φορέσει τό ἔνδυμα τῆς ταπεινοφροσύνης, προσπαθεῖ νά ἐξαφανίσει ἀπό τή ζωή του τήν ὑψηλοφροσύνη, τήν ὑπερηφάνεια, τή φιλαυτία καί ὅλα τά ἑωσφορικά πάθη. Ἀπό τή στιγμή πού πῆρε αὐτή τή γενναία ἀπόφαση, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του κατώτερο ἀπό κάθε ἄνθρωπο. Στήριγμα τοῦ πιστοῦ, στήν περίπτωση αὐτή, εἶναι ὁ Κύριος, στή βοήθεια τοῦ Ὁποίου ἐλπίζει.
Εἶναι ἄλλωστε γνωστή ἡ ταπεινοφροσύνη μερικῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας πού ὀνομάσθησαν «διά Χριστόν σαλοί». Αὐτοί γιά τόν κόσμο ἦσαν τρελλοί, γιατί δέχονταν τίς ὕβρεις, τήν κακομεταχείριση, τή λοιδορία ἀτάραχα, χωρίς νά ἀντιδροῦν, ἐνῶ ἦσαν σώφρονες καί σοφοί. Ἡ σοφία καί ἁγιότητά τους γινόταν γνωστή στό τέλος τῆς ζωῆς τους καί μετά θάνατον, ὅταν γινόταν γνωστόν τί οὐσιαστικά ἦσαν.
Ἐπειδή εἶναι σπουδαία καί ἀναγκαία ἡ μορφή αὐτή τῆς ταπείνωσης, τῆς ἐφαρμογῆς, δηλαδή, τῆς ταπεινοφροσύνης, τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος, θά προχωρήσουμε νά τήν ἐξετάσουμε περισσότερο στή συνέχεια.
Ἡ ταπεινοφροσύνη
(Ἡ ἔννοια τῆς ταπεινοφροσύνης)
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής δίνει τόν ἑξῆς ὁρισμό γιά τήν ταπεινοφροσύνη: «Ταπεινοφροσύνη εἶναι μιά συνεχής προσευχή μέ δάκρυα καί πόνο. Διότι αὐτή ἐπικαλεῖται τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο οὔτε νά στηρίζεται ἀπερίσκεπτα στή δύναμή του καί στή σοφία του, οὔτε νά ὑπερηφανεύεται ἐναντίον ἄλλου, τά ὁποῖα εἶναι φοβερά νοσήματα, ὀφειλόμενα στό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας».
Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τό ἐργαστήρι πού διαλύει τά ἀρνητικά ἀποτελέσματα τῆς ταπείνωσης στήν ὁποίαν ὑποβάλλει στόν ἄνθρωπο ἡ κακία τῶν δαιμόνων καί τῶν ἀνθρώπων. Δηλαδή τήν προσβολή, τόν ἐξευτελισμό, τήν ἀδικία, τή συκοφαντία πού θά ὑποστεῖ ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, ἐνεργοποιεῖ τήν ταπεινοφροσύνη πού σάν ἄλλο ἐργαλεῖο μετατρέπει τήν ὀργή τήν ἐκδίκηση σέ συγχωρητικότητα καί ἀγάπη, ἀποφεύγοντας ἔτσι τήν ἁμαρτία καί πληγώνει τό διάβολο στό κέντρο τῆς καρδίας του.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ πραγματικά ταπεινόφρονας;
Ἀπό τήν ἀρχή θά πρέπει νά διευκρινήσουμε ποιός εἶναι ὁ ταπεινόφρονας, γιατί ὑπάρχουν καί μερικοί ἄνθρωποι πού ἀπό τή φύση τους εἶναι πρᾶοι καί ἥσυχοι καί φαίνονται ὅτι εἶναι ταπεινοί, ὄταν ὅμως ἔλθει ἡ στιγμή τῆς δοκιμασίας, δέν ἐφαρμόζουν τήν ταπεινοφροσύνη καί διαμαρτύρονται. Αὐτοί οἱ φαινομενικά ταπεινοί, μόλις τούς «πατήσεις τόν κάλλο», διαμαρτύρονται ἐντονότατα καί φωνάζουν καί ἀπειλοῦν. Ποῦ εἶναι λοιπόν ἡ ταπεινοφροσύνη τους;
Ὁ πραγματικά ταπεινός ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού ἐνῶ εἶναι μεγάλος σέ πλούτη, ἀξιώματα, καί χαρίσματα, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του κατώτερο ἀπό κάθε ἄνθρωπο. Ταπεινόφρονας ἐπίσης εἶναι αὐτός πού ἐνῶ τὀν συκοφαντοῦν, δέν ταράζεται, ἐνῶ τόν κατηγοροῦν γιά πράγματα πού δέν ἔκαμε, δέν φοβᾶται, ἐνῶ τόν προσβάλλουν, μένει ἀτάραχος ἀφήνοντας τήν κρίση του καί τήν ἀπολογία του στόν Κύριο πού εἶπε «ἐμοί ἐκδίκησις ἐγώ ἀνταποδώσω»· αὐτός εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ Κύριος θά δικάσει δίκαια καί θά καταδικάσει δίκαια τό συκοφάντη, ἐνῶ τόν ταπεινό θά τόν δικαιώσει μέ τόν τρόπο πού ὁ Ἴδιος γνωρίζει« ἵνα (αὐτόν) ὑψώσει ἐν καιρῷ».(A.Πέτρ. 5. 6).
Δύσκολο ἔργο ἡ ταπεινοφροσύνη
Εἶναι πολύ δύσκολο ὅμως αὐτό τό ἔργο χωρίς θεϊκή βοήθεια καί συνδρομή, γιατί ὁ κόσμος τόν ταπεινό τό θεωρεῖ βλάκα καί χαζό καί ἐκμεταλεύσιμο. Ἐνώπιον ὅμως τοῦ Θεοῦ εἶναι διαμάντι πανάκριβο. Ὁ Μάρκος ὁ Ἀσκητής ὑπεραμύνεται τοῦ ταπεινόφρονα λέγοντας: « Ἡ ταπεινοφροσύνη δέν εἶναι καταδίκη συνειδήσεως, ἀλλά χάρις Θεοῦ καί ἀκριβής πληροφορία τῆς συμπάθειάς Του».
Καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος λέγει, ὅτι ἡ ἑκούσια ταπεινοφροσύνη εἶναι δόξα τοῦ Θεοῦ· γράφει:« Σμίκρυνε τόν ἑαυτό σου εἰς ὅλα ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων καί θά ὑψωθεῖς ἐπάνω ἀπό τούς ἄρχοντας τοῦ αἰώνα τούτου. Ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου καί θά δεῖς τή δόξα τοῦ Θεοῦ ἐντός σου. Διότι ὅπου βλαστάνει ἡ ταπείνωση, ἐκεῖ ἀναβλύζει ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἀγωνίζεσαι φανερά νά ταπεινωθεῖς, ὁ Θεός θά σέ κάνει νά δοξασθεῖς ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους· ἄν ἔχεις τήν ταπείνωση στήν καρδιά σου ἐκεῖ στήν καρδιά σου θά σοῦ φανερώσει ὁ Θεός τή δόξα Του. Ὅταν ἐργάζεσαι τήν ἀρετή, νά φροντίζεις νά σέ καταφρονοῦν οἱ ἄνθρωποι καί τότε θά τιμηθεῖς ἀπό τό Θεό. Μίσησε τήν τιμή, γιά νά τιμηθεῖς. Ἐκεῖνος πού ἀποφεύγει τήν τιμή, τόν καταδιώκει ἡ τιμή καί γίνεται κήρυκας τῆς ταπεινώσεώς του». Ὁ ἴδιος λέγει ἀλλοῦ γιά τήν τέλεια ταπεινοφροσύνη τά ἀκόλουθα: « Ὁ ἄνθρωπος πού κατόρθωσε νά ἐννοήσει πόσο ἀσθενής εἶναι στά πνευματικά, αὐτός ἔφθασε στήν τέλεια ταπεινοφροσύνη καί τήν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί παρακινεῖται συνεχῶς νά εὐχαριστεῖ τό Θεό καί γίνεται πλουσιώτερος στήν ἀπόκτηση θείων χαρισμάτων. Στόμα πού εὐχαριστεῖ πάντοτε τό Θεό, δέχεται ἀπό τό Θεό εὐλογία. Καί στήν καρδιά πού διαμένει στή συνεχή πρός τό Θεό εὐχαριστία, αὐξάνει διαρκῶς ἐντός αὐτῆς ἡ θεία Χάρη. Ἀπό τή Χάρη προηγεῖται ἡ ταπείνωση, ὅπως ἐμπρός ἀπό τόν πειρασμόν τρέχει ἡ ὑπερηφάνεια.»
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ταπεινοφροσύνη καί τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκριβῶς ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀέρα γιά τήν ἀναπνοή του. Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τό δένδρο τῆς ζωῆς πού συνεχῶς ὑψώνεται πρός τόν οὐρανό, ἀλλά καί κάτω ἀπό τή δροσερή του σκιά, ὁ ταπεινός ἄνθρωπος βρίσκει τή γαλήνη τήν ἡρεμία καί προφυλάσσεται ἀπό τά στρές καί τά ἀγχώδη διλλήματα καί μέριμνες τοῦ κόσμου τούτου.
Ἀξία τῆς ταπεινοφροσύνης
Ἀφοῦ εἴδαμε τήν οὐσία τῆς ταπεινοφροσύνης, στή συνέχεια θά δοῦμε καί τήν ἀξία της, δηλαδή τήν ὠφελιμότητά της καί τήν ἀγαθή ἐπίδραση πού ἔχει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Θά ἀρχίσουμε ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ, τήν Ἁγία Γραφή, γιά νά δοῦμε ποιά χωρία τή συστήνουν καί πῶς τήν ἀξιολογοῦν.
Στίς Παροιμίες γράφει: «στόμα δέ ταπεινοῦ μελετᾶ σοφίαν» (κεφ. 11. 2).
Δηλαδή ὁ ταπεινός ἄνθρωπος βλέπει τή μηδαμινότητά του καί διακρίνει τήν ἀξία τοῦ κάθε πράγματος. Προτιμᾶ ἀντί νά ἀσχολεῖται μέ τή σοφία τοῦ κόσμου, νά μελετᾶ τή σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι γίνεται κατά Θεόν σοφός, πράγμα πού τόν βοηθᾶ νά βαδίζει πιό εὔκολα τό δρόμο τοῦ Θεοῦ μέ τή διάκριση πού ἀποκτᾶ.
Διαβάζουμε, πάλιν στό πιό πάνω βιβλίο:« Εἰσίν οἱ πλουτοῦντες ἑαυτούς μηδέν ἔχοντες καί εἰσίν οἱ ταπεινοῦντες ἑαυτούς ἐν πολλῷ πλούτῳ» (13. 17).
Θέλει νά πεῖ ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού καυχοῦνται γιά τόν πρόσκαιρο πλοῦτο τους, ἀλλά οὐσιαστικά εἶναι φτωχοί, γιατί δέν ἔχουν τόν αἰώνιο πνευματικό πλοῦτο. Καί ὑπάρχουν οἱ ταπεινοί οἱ ὁποῖοι εἶναι φτωχοί καί ὅμως, ἡ ταπείνωσή τους τούς ἐξασφαλίζει πολύ πνευματικό καί αἰώνιο πλοῦτο.
Στό βιβλίο τοῦ Σοφοῦ Σειράχ, γράφει: «Προσευχή ταπεινοῦ νεφέλαις διῆλθεν» (Σ. Σειράχ,35. 17).
Ἐδῶ παρουσιάζει τή δύναμη πού ἔχει ἡ προσευχή τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου καί τήν παρρησία ὥστε νά διασχίζει τούς νεφελώδης οὐρανούς καί νά φθάνει στό Θεό.
Ὁ βασιλιάς Δαυΐδ προτείνει τήν ταπείνωσή του στό Θεό καί ζητᾶ νά τοῦ συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του.« Δές τήν ταπείνωσή μου καί τόν κόπο μου καί συγχώρεσε ὅλες τίς ἁμαρτίες μου».
Ἐκεῖ πού φανερώνεται ὅλο τό μεγαλεῖο τῆς ταπεινοφροσύνης καί οἱ εὐλογημένοι καρποί της εἶναι στήν Καινή Διαθήκη. Σάν δένδρο ἀγλαόκαρπο εἶναι φυτευμένο ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό στή γῆ μας, ἀφοῦ Ὁ Θεός Λόγος, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς παναγίας Τριάδας, ταπεινώθηκε λαμβάνοντας δούλου μορφή, μόνο καί μόνο γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή δουλεία τοῦ σατανᾶ, κάνοντας ἔτσι τήν ταπείνωση θεϊκήν ἀρετή. Ἄς δοῦμε πῶς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει αὐτή τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου:«Ἐκεῖνος (ὁ Θεός Λόγος) ἄν καί ἦταν στή μορφή τοῦ Θεοῦ, δέν ἐθεώρησεν εὐκαιρία γιά ἀπόλαυσι τό ὅτι ἦταν ἴσος μέ τό Θεό, ἀλλ’ ἐξουδένωσε τόν ἑαυτό του μέ τό νά λάβει τή μορφή δούλου, μέ τό νά ἔλθῃ στή μορφή τῶν ἀνθρώπων, καί ἀφοῦ κατά τή μορφή βρέθηκε ἄνθρωπος (ἀφοῦ πραγματικῶς ἔγινε ἄνθρωπος), ἐταπείνωσε τόν ἑαυτό του μέ τό νά γίνει ὑπήκοος μέχρι θανάτου...»(Φιλ 2. 6).
Ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρας μας φόρεσε, σάν ἄλλο ἔνδυμα, τήν ταπείνωση καί τή πτωχεία, βιώνοντάς την ὁ ἴδιος καί διδάσκοντάς την καί προτρέπει κι ἐμᾶς νά Τόν μιμηθοῦμε. «...μάθετε ἀπ’ ἑμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδία» (Ματθ.11.29).
Στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία Του ὕψωσε τούς ταπεινόφρονες μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, μόλις ἄνοιξε τό στόμα Του, ὁ Κύριος,γιά νά μιλήσει, εἶπε στόν πρῶτο «Μακαρισμό»: «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(Ματθ. 5.2). Πτωχοί τῷ πνεύματι, ἐδῶ, δέν εἶναι οἱ τρελλοί, ἀλλά εἶναι οἱ ταπεινόφρονες, οἱ ὁποῖοι συναισθανόμενοι τήν πνευματική τους φτώχεια καταφεύγουν στό Θεό γιά νά πλουτίσουν καί γιά τοῦτο εἶναι εὐτυχισμένοι, ἐπειδή γι’ αὐτούς εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καί οἱ Ἀπόστολοι μιμούμενοι τόν Ἀρχηγό τους, στή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, ἐργάζονταν «μετά πάσης ταπεινοφροσύνης», ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Λουκᾶς(Πράξεις, 20.19).
Ἐπειδή ἔχει μεγάλο κέρδος ἡ ταπεινοφροσύνη, δέν τή ζοῦσαν μόνον οἱ ἴδιοι, ἀλλά ζητοῦσαν καί ἀπό τούς χριστιανούς νά τήν ἐφαρμόζουν στή ζωή τους. «Τῇ ταπεινοφροσύνη ἀλλήλους ἡγούμενοι» συμβουλεύει ὁ Παῦλος τούς Χριστιανούς. Δηλαδή μέ ταπεινοφροσύνη νά θεωρεῖτε τούς ἄλλους πιό μεγάλους ἀπό σᾶς καί νά τούς δίνετε τό προβάδισμα.
Ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος συμβουλεύει τούς πιστούς: «ταπεινώθητε οὖν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καί ὑψώσει ὑμᾶς» (Ἰακ. 4.10).
Καί εἶναι σύμφωνο αὐτό μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου «Ὁ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται». Τό βραβεῖο πού λαμβάνει ὁ ταπεινός, τόσο στή ζωή αὐτή ὅσο καί στήν αἰώνια εἶναι ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού τόν ὑψώνει ἐνώπιον ἀνθρώπων καί ἀγγέλων.
Ἐπαναλαμβάνοντες λέμε ὅτι εἶναι μεγάλη ἀρετή ἡ ταπείνωση, γιατί ὁ ταπεινός ἄνθρωπος μιμεῖται τό Θεό ἔμπρακτα, γίνεται πολύ ἀγαπητός καί ἔχει πλούσια τή Χάρη τοῦ Κυρίου. Ἔχει μεγαλύτερο κέρδος ἀπό αὐτό; Εἶναι πάρα πολλά τά παραδείγματα ἀπό τήν Καινή Διαθήκη πού μιλοῦν γιά τήν ταπείνωση, ἀλλά,γιά νά μή μακρυγορήσουμε ἀναφέραμε αὐτά τά λίγα.
Τή μεγάλη ἀξία καί ὠφέλεια πού ἔχει ἡ ταπεινοφροσύνη γνώριζαν ἐκ πείρας οἱ Πατέρες καί οἱ Ὅσιοι τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας καί ἔχουν ἀσχοληθεῖ πολύ μέ τήν ἀρετήν αὐτή.
Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος ἀρχίζει τόν ιθ΄ Λόγο του ὡς ἑξῆς: «ἄνθρωπε ταπεινέ, θέλεις νά εὕρεις τήν αἰώνιον ζωήν; Κράτησον τήν πίστην καί τήν ταπείνωσιν εἰς ἑαυτόν· διότι διά τούτων εὑρίσκεις τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ...» Καί στόν κ΄Λόγον του λέγει: «Τόν ταπεινόφρονα οὐδείς μισεῖ ποτέ, οὐδέ ἐπιπλήττει, οὐδέ καταφρονεῖ· ἐπειδή ἀγαπᾶ αὐτόν ὁ δεσπότης αὐτοῦ καί διά τοῦτο ἀγαπᾶται παρά πάντων... Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ κυκλώνει αὐτόν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, καί τότε ἡ καρδία αἰσθάνεται τή θεία βοήθεια... πληροῦται χαρᾶς καί ὁδηγεῖται πρός τήν προσευχή.» Δηλαδή ἡ ὠφέλεια εἶναι διπλή εἶναι ὅμως καί πολλαπλή, ἐπειδή ἡ μιά ἀρετή ἀκολουθεῖ τήν ἄλλη. Ὁ ταπεινός γίνεται κάτοχος πολλῶν ἀρετῶν. Εὐλογία Θεοῦ! Ὁ Θεός δοξάζει τόν ταπεινό, γιατί ὅπου ταπείνωση ἐκεῖ καί τοῦ Θεοῦ ἡ δόξα φαίνεται νά τρέχει σάν ἄλλη πηγή.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος σέ ὁμιλία του, ἔλεγε: «Δέν ὑπάρχει τίποτε ὅμοιο μέ τήν ταπεινοφροσύνη. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός ἄρχισε τούς Μακαρισμούς μέ τήν ἀρετή αὐτή...Εἶναι ἀδύνατο χωρίς αὐτή νά σωθοῦμε» Καί ἀλλοῦ προτρέπει: «Ἄν θέλεις νά ἀπολαύσεις παρηγοριά ἀπό τό Θεό, ταπεινώσου, σύντριψε τόν ἑαυτό σου».
Καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συμβουλεύει: «Στή χριστιανική ζωή πρέπει νά προσερχόμαστε μέ πολλή προσοχή καί ταπεινοφροσύνη γιά νά λάβουμε τόν πλοῦτο τοῦ Χριστοῦ. Σέ κάθε ἐκδήλωση τῆς ζωῆς μας νά θυμόμαστε νά ἐφαρμόζουμε τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου. Μόνον ἔτσι θά καταστρέψουμε τίς παγίδες τοῦ διαβόλου».
Περισσότερες ἀναφορές θά δοῦμε ἀργότερα.
Πῶς ἀποκτᾶται ἡ ταπείνωση καί ταπεινοφροσύνη
Μετά ἀπό ὅσα εἴπαμε γιά τήν ἀξία τῆς ταπείνωσης ταπεινοφροσύνης, ἔρχεται φυσικά τό ἐρώτημα: Πῶς ἀποκτᾶται ἡ μεγάλη αὐτή ἀρετή; Μέ ποιό τρόπο θά τήν κάνουμε κτῆμα μας;
Τήν ἀπάντηση θά τή βροῦμε σίγουρα στήν ἐμπειρική σοφία τῶν Πατέρων τῆς ὀρθόδοξης μας Ἐκκλησίας. Τά μεγάλα πράγματα σίγουρα χρειάζονται κόπο καί μεγάλη προσπάθεια, γιά νά ἀποκτηθοῦν. Αὐτό βέβαια ἰσχύει καί γιά τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης.
Στήν ἐποχή μας εἶναι σπάνιο πράγμα ἡ ταπείνωση. Μπορεῖ σ’ ἕνα ἄνθρωπο νά βρεῖς ἐργασία μερικῶν ἀρετῶν, ἀλλά ταπείνωσης μόλις κάποια μυρωδιά θά διακρίνεις.
Μιά πρώτη ἀπάντηση γιά τό πῶς ἀποκτᾶται ἡ ταπείνωση μᾶς δίνει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «Πρός τοῦτο τόν ἐρωτῶντα θέλει ἀποκριθεῖ αὐτή ἡ ταπεινοφροσύνη οὕτως· εἶναι ἀρκετόν εἰς τόν μαθητήν νά γίνη κατά τήν μάθησιν ὅμοιος μέ τό διδάσκαλό του, καί εἰς τόν δοῦλον νά γίνη ὅμοιος μέ τόν Κύριόν του. Βλέπε ἐκεῖνον ὅστις ὥρισεν αὐτήν, καί δωρεῖται αὐτό τό χάρισμα, διά τίνος τρόπου ἀπέκτησεν αὐτήν· γίνου λοιπόν καί σύ ὅμοιος μέ αὐτόν, καί θέλεις εὕρει αὐτήν...διά τῆς τελειότητος πασῶν τῶν ἀρετῶν δυνατόν νά ἀποκτήση τις τήν ταπείνωσιν» (Λόγ. Κ΄). Δηλαδή νά μιμηθεῖ κάποιος τήν ζωήν τοῦ Κυρίου πού εἶναι ὁ δάσκαλος τῆς ταπείνωσης, μελετώντας συχνά τή ζωή Του μέσα ἀπό τά Εὐαγγέλια, καί νά προσπαθεῖ νά μιμεῖται τή συμπεριφορά Του.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, στό βίο τῆς Συγκλητικῆς, γράφει:«Εἶναι δύσκολο νά ἀποκτηθεῖ ἡ ταπεινοφροσύνη, χρειάζεται μεγάλο ἀγώνα. Ἄν δέν ἀπομακρυνθεῖ κάποιος ἀπό κάθε εἴδους δόξαν, δέ θά δυνηθεῖ νά ἀποκτήσει τήν ταπεινοφροσύνη, τό μεγάλο αὐτό θησαυρό».
Ὁ Ἀββᾶς Σισώης, λέγει:« Ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στήν ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ ἐγκράτεια, ἡ συνεχής καί ἀδιάλειπτη πρός τό Θεό προσευχή καί τό νά ἀγωνιζόμαστε νά εἴμαστε κατώτεροι ἀπό κάθε ἄνθρωπο».
Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Γιά νά γίνει κάποιος ἀληθινά ταπεινός, πρέπει νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του φτωχό καί τελευταῖο ἀπ’ ὅλους. Νά ἀγωνίζεται νά μή θυμώνει, νά μήν ἀγανακτεῖ, νά μή φωνάζει καί νά νοιώθει πικρία, θυμό καί ὀργή ἐναντίον κανενός, νά μήν εἶναι ἀλαζόνας, φαντασμένος καί ὑπερήφανος. Νά μιμηθεῖ τόν Κύριο στήν ἁπλότητα καί τήν ταπεινοφροσύνη».
Ἀπ’ ὅ,τι ἔχω διαπιστώσει, διαβάζοντας γιά τήν ταπείνωση, ἡ ἀρχή τῆς κατάκτησης τῆς ἀρετῆς ἀρχίζει ἀπό τή συνεχή ἕρευνα καί τήν παραγματική γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μέ τήν αὐτογνωσία θά διαπιστώσουμε τήν μηδαμηνότητά μας καί τήν ἀδυναμία μας. Θά γνωρίσουμε τίς ἀτέλειες καί τίς ἁμαρτίες μας. Καί τό ἑπόμενο βῆμα πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι νά συγκρίνουμε τίς δικές μας παραβάσεις τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐνοχή μας ἐνώπιόν Του, μέ τίς εὐεργεσίες πού μᾶς παρέχει καθημερινά. Καί τότε θά δοῦμε τήν ἀχρειότητά μας, τήν ἀχαριστία μας καί τήν ἐνοχή μας καί, ἄν ἔχουμε μέσα μας κάποια λογική καί γνώση, θά ἀρχίσει μέσα μας νά ριζοβολᾶ ἡ ἁγία ταπείνωση.
Ζωντανό παράδειγμα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἐνθυμούμενος τήν προηγούμενη του διαγωγή ἀπέναντι τοῦ Ἰησοῦ καί τῶν μαθητῶν του, ἀντιλαμβάνεται τήν ἀδικία πού διέπραττε καί ταπεινώνεται καί ὁμολογεῖ ὅτι ἐδίωξε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ὀνομάζει τόν ἑαυτό του«ἔκτρωμα» καί «ἐλαχιστότερο τῶν Ἀποστόλων», τή στιγμή πού ἔκανε τεράστιον ἔργο καί πολλούς κόπους ἔπαθε καί στερήσεις ὑπέμεινε γιά τό Χριστό, ταπεινούμενος ἔγινε ὑπηρέτης πάντων.
Καί τό νά θυμᾶται ὁ ἄνθρωπος ὅτι τόν περιμένει θάνατος καί σίγουρα θά φύγει ἀπό τή ζωή αὐτή, βοηθᾶ στήν ταπείνωσή του. Ἀλλά καί ἡ νοσταλγία τοῦ Παραδείσου βοηθᾶ στό νά θυσιάσει ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγωϊσμό του καί νά γίνει ταπεινός. Καί τό σκότος τῆς κόλασης ἐνθυμούμενος ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται. Ὅλα αὐτά ταπεινώνουν τό φρόνημα καί συντρίβουν τήν ψυχή, μέ ἀποτέλεσμα νά δέχεται τά σπέρματα τῆς ταπείνωσης καί ταπεινοφροσύνης.
Παραδείγματα ταπείνωσης
Παραδείγματα ταπείνωσης βρίσκουμε πολλά στήν Ἁγία Γραφή καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Θά προβάλουμε μερικά, τά πιό γνωστά ὑπενθυμίζοντάς τα στόν ἀναγνώστη μας.
α) Τό μεγαλύτερο καί θαυμαστώτερο παράδειγμα ταπείνωσης κάτω ἀπό τόν οὐρανό εἶναι ἡ ταπείνωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, γιά τήν ἀναγέννηση καί ἐπαναφορά τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στόν Παράδεισο, τόν ὁποῖον εἶχε χάσει μέ τήν παρακοή του. Αὐτήν τήν ταπείνωση δέν μπορεῖ νά χωρέσει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, οὔτε καί τῶν Ἀγγέλων ἀκόμα. Ἕνας Θεός ταπεινώνεται, σμικρύνει τή δόξα Του, περιστέλλει τή λαμπρότητά Του, ἐνδύεται σάν ἄλλο ἔνδυμα, τό εὐτελές καί ταπεινό ἀνθρώπινο σῶμα καί γίνεται ὅμοιος μέ τούς ἁμαρτωλούς, χωρίς ὅμως ὁ Ἴδιος νά νά μετέχει καμιᾶς ἁμαρτίας. Ὅλη Του ἡ ζωή, ἀπό τή γέννηση μέχρι καί τό διά σταυροῦ θάνατό Του, εἶναι μιά ταπείνωση. Ταπείνωση πού ὁδήγησε στή δόξα τῆς Ἀνάστασής Του.
Ἀφήνουμε κατά μέρος τό εὐτελές σπήλαιο πού γεννήθηκε, τήν περιφρόνηση πού ἔδειχναν οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων στό πρόσωπό Του καί στεκόμαστε σ’ ἕνα γεγονός πού μᾶς διέσωσε ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, πού μᾶς διδάσκει πῶς πρέπει νά ἐφαρμόσουμε κι ἐμεῖς τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης.
Ἐνῶ ἔτρωγαν τό τελευταῖο δεῖπνο, πρίν ἀπό τό ἑβραϊκό πάσχα, « ... σηκώνεται ἀπό τό δεῖπνο καί βγάζει τά ἐξωτερικά ἐνδύματα, καί, ἀφοῦ πῆρε μιά ποδιά, ζώσθηκε, ἔπειτα ρίχνει νερό στή λεκάνη καί ἄρχισε νά πλύνῃ τά πόδια τῶν μαθητῶν καί νά τά σκουπίζει μέ τήν ποδιά, μέ τήν ὁποία ἦταν ζωσμένος.» Βέβαια διαμαρτυρήθηκαν οἱ μαθητές, ἀλλά Αὐτός μέ ἐπιχειρήματα τούς ἔπεισε καί τούς προέτρεψε μάλιστα νά Τόν μιμηθοῦν στή ζωή τους, λέγοντας· « παράδειγμα (δηλαδή) σᾶς ἔδωσα, γιά νά κάνετε καί ἐσεῖς, ὅπως ἔκανα ἐγώ». (Ἰωάν.13 κεφ.)
Αὐτό τό παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι γιά μᾶς ὁ ὁδηγός πού πρέπει νά μᾶς καθοδηγεῖ γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ταπεινοφροσύνης, ἄν πραγματικά τό ἐπιθυμοῦμε. Ἐκτός αὐτοῦ εἶναι σ’ ὅλους γνωστά αὐτά πού ἀκουλούθησαν, οἱ ἐμπαιγμοί, οἱ ἐμπτυσμοί, τά ραπίσματα καί τά ἄλλα πού συνέβησαν μέχρι καί τό σταυρό καί τήν ταφή Του, πού μαρτυροῦν τήν ἄκρα ταπείνωση πού δέχθηκε γιά μᾶς.
Ἄλλο σπουδαῖο παράδειγμα πού λάμπει σάν ἄστρο φωτεινό στό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας καί δείχνει τό δρόμο σ’ ὅσους θέλουν νά κάνουν κτῆμα τους τήν ταπεινοφροσύνη, εἶναι τό παράδειγμα τῆς Παναγίας μας. Μελετώντας τή ζωή της βλέπουμε ὅτι ἀπό τήν παιδική ἡλικία μέχρι καί τήν κοίμησή της, ἦταν ἕνα ζωντανό παράδειγμα ταπεινοφροσύνης καί ὑποταγῆς στό θεῖο θέλημα. Ἀποκορύφωμα τῆς ταπεινοφροσύνης τῆς Παρθένου Μαρίας ἦταν ἡ στιγμή πού ὁ Ἄγγελος τῆς ἐφανέρωσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὅτι θά γεννοῦσε τό Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἡ ἀπάντησή της ἦταν:«Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου»(Λουκ.1.38).
Ἰδού ἡ πραγματική ταπείνωση. Ἐξαφάνισε τό θέλημά της, ἀγνόησε τό δικό της συμφέρον, ὑποτάχθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά ὑπολογίσει τήν ἀδυναμίαν τῆς φύσεώς της καί ὅταν ἐπισκέφθηκε τήν Ἐλισάβετ, ὁμολόγησε τήν ταπείνωσή της λέγοντας: «ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ (ὁ Κύριος)» (συνέχεια τῶν ἁνωτέρω). Ὅμως αὐτή της ἡ ταπείνωση τήν ὕψωσε καί τήν τοποθέτησε δίπλα στό θρόνο τοῦ Υἱοῦ της, ἀπ’ ὅπου βοηθᾶ ὅλους τούς ταπεινούς πού ζητοῦν τή βοήθειά της.
Ἄλλο παράδειγμα μεγάλης ταπεινοφροσύνης εἶναι ὁ μέγας Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἐκοπίασε γιά τή τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο Ἀπόστολο, κι ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Λουκᾶς« Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πολλῶν δακρύων καί πειρασμῶν...» (Πράξ. 20.19) ἐκήρυττε τό λόγο τοῦ Κυρίου, κι ὅμως ἔλεγε: «...ἐγώ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν Ἀποστόλων ὅς οὔκ εἰμι ἱκανός καλεῖσθαι Ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ.»(Πράξ. 15. 9).
Καί σέ ἄλλο χωρίο ὀνομάζει τόν ἑαυτό του « ἔκτρωμα». Καί τοῦτο, γιατί ἐνθυμούμενος τά προηγούμενα ἁμαρτήματά του λυπᾶται καί ταπεινοφρονεῖ. Αὐτή του ἡ ταπεινοφροσύνη ὅμως εἶναι ἐκείνη πού τόν ἀνέβασε μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ.» Ἔζησε τή ζωή του μέσα σέ δοκιμασίες καί θλίψεις καί διωγμούς γιά τό Χριστό καί τώρα χαίρεται καί ἀγάλλεται στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
Καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουμε πολλά παραδείγματα τῆς ἁγίας ταπείνωσης, τά ὁποῖα βρίσκουμε στούς διάφορους βίους τῶν Ἀγίων, μέ ἀπόκορύφωμα «τούς διά Χριστόν σαλούς», πού δέχονταν τίς ἀποδοκιμασίες καί τά περίγελα τῶν ἀλλων χωρίς καθόλου νά προσβάλλονται, νά στενοχωροῦνται ἤ νά μεμψιμοιροῦν καί στό τέλος τους εἶχαν τήν καλήν μαρτυρία ἀπό τό Θεό.
Ἕνα γνωστό παράδειγμα εἶναι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος πού κοιμήθηκε τό 1920. Ὅσοι διάβασαν τό βίο του, θά διαπίστωσαν τή μεγάλη του ταπεινοφροσύνη. Συκοφαντημένος, διωγμένος ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων πηγαίνει στήν Ἀθήνα, ἀλλά, πρίν φθάσει ἐκεῖ, ἔφθασεν πρίν ἀπό αὐτόν ἡ συκοφαντία καί ἡ διαβολή, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποφέρει πολύ χωρίς ὅμως νά διαμαρτύρεται. Αὐτή του ἡ ταπεινοφροσύνη καί ὑπομονή, ἔλκυσε τή Χαρη τοῦ Θεοῦ πού τόν καταξίωσε νά κάνει θαύματα τόσο στό τέλος τῆς ζωῆς του ὅσο καί μετά τό θάνατό του.
Νομίζω, ἀγαπητέ ἀναγνώστη, ὅτι τά λίγα αὐτά παραδείγματα χωρίς νά χρειάζονται σχόλια ἤ φιλολογία ὁδηγοῦν στόν προβληματισμό. Θά μπορούσαμε βέβαια νά φέρουμε σωρείαν παραδειγμάτων, ἀλλά νομίζω ὅτι τά πολλά παραδείγματα δέ θά βοηθοῦσαν περισσότερο ἁπλῶς θά μακρυγορούσαμε πράγμα πού προσπαθοῦμε νά ἀποφύγουμε. Ἄν θέλαμε αὐτά τά παραδείγματα μποροῦμε νά τά ἀξιοποιήσουμε μέ τόν προβληματισμό μας: Ἄν ἕνας Παῦλος, πού ἔφτασε «μέχρι τρίτου οὐρανοῦ», θυμόταν τά ἁμαρτήματά του καί ταπεινοφρονοῦσε καί θεωροῦσε τόν ἑαυτό του «ἔκτρωμα», τί θά ποῦμε ἐμεῖς; Ἕνα ἐρώτημα στόν ἑαυτό μας πού πρέπει νά μᾶς συνταράσσει.
Στά παραδείγματα πού ἀναφέραμε βλέπουμε ὅτι αὐτοί πού ταπείνωσαν θεληματικά τόν ἑαυτό τους, ὑπέστησαν, βέβαια, πολλούς κόπους, θλίψεις καί ταπεινώσεις, ἀλλά τό τέλος φανερώνει τό μεγάλο τους κέρδος πού εἶναι ἡ τιμή καί ἡ δόξα πού ἔλαβαν ἀπό τό Θεό, μέ τά διάφορα χαρίσματα πού τούς ἔδωκε. Συμπεραίνουμε λοιπόν ὅτι εἶναι πολύ ὠφέλιμη ἡ ταπείνωση καί θά τό δοῦμε πιό κάτω.
Ἡ ταπείνωση ὠφελεῖ
Ἡ ταπείνωση μπορεῖ νά λογαριάζεται ἀπό τούς ὑψηλόφρονες καί ὑλόφρονες χαζομάρα, βλακεία, ἐξευτελισμός, κλπ., ἀλλά στήν πραγματικότητα ὠφελεῖ πολύ τόν ἄνθρωπο, τόσο στή ζωή αὐτή ὅσο καί στήν αἰώνια. Αὐτό φάνηκε μέ τά λίγα παραδείγματα πού εἴδαμε πρίν, ἀλλά καί θά φανεῖ περισσότερο στή συνέχεια.
Ὁ χριστιανός ἄνθρωπος μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης, σιγά σιγά καθαρίζεται ἀπό τά ψυχοφθόρα πάθη τῆς ἁμαρτίας. Τόν ταπεινό ἄνθρωπο ἀγαπᾶ καί ἐκτιμᾶ τόσο ὁ κόσμος ὅσο καί ὁ Θεός πού ἀναπαύεται στήν ψυχήν τοῦ ταπεινοῦ. Ἡ εὐλογημένη αὐτή ἀρετή, πού χρειάζεται κόπο καί προσπάθεια γιά νά ἀποκτηθεῖ, χαρίζει στόν ἄνθρωπο τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καί ἑπομένως τή χαρά, τήν εὶρήνη καί τήν ἐλευθερία. Γι’ αὐτό καί ὁ Δαυΐδ λέγει: « ὁ Κύριος ἐπέβλεψεν ἐπί τήν προσευχήν τῶν ταπεινῶν». Πάντοτε δίνει πολλήν προσοχή ὁ Κύριος στίς προσευχές τῶν ταπεινῶν ἀνθρώπων.
Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος μέ τήν ταπεινή του συμπεριφορά ἀφοπλίζει τό διάβολο καί διαλύει ὅλες του τίς παγίδες. Καί τοῦτο γιατί, ἄν κατηγορηθεῖ καί συκοφαντηθεῖ, δέν ἀντιδρᾶ καί περιορίζει τό κακό στήν ἀρχή του. Ἄν ζημιωθεῖ, δέν ἀνταποδίδει, δέν δίνει συνέχεια ἤ ἀντεκδίκηση καί τό κακό σταματᾶ καί πληγώνει τό διάβολο στήν καρδιά του. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος ἀγαπᾶ, συγχωρεῖ, ἐλεεῖ καί συμπαθεῖ, γιατί μοιάζει μέ τόν Κύριό του, ὁ Ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει καί πάσχων οὐκ ἠπείλει». Καί τέλος εἶναι μιά ψυχή πού ἰδιαίτερα θά ἐπιβλέψει σ’ αὐτήν ὁ βασιλέας τῶν οὐρανῶν καί θά τήν τοποθετήσει στή βασιλεία Του μαζί μέ ὅλους τούς δικαίους καί ἁγίους.
Ἀλλά ἡ ταπείνωση βοηθᾶ ἀποτελεσματικά τήν κοινωνία μας ἄν ὅλοι τήν ἐγκολποθοῦμε. Ἡ σημερινή μας κοινωνία μαστίζεται ἀπό πολλά καί διάφορα κακά, πού ὅλοι γνωρίζουμε καί γιά τά ὁποῖα ἀγανακτοῦμε πολλές φορές. Μέ λύπη βλέπουμε νά ὑπάρχει κοινωνική ἀκαταστασία καί ἔνταση στίς διαπροσωπικές σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, νά γίνονται ἐγκλήματα καί ἀδικίες, ἐπειδή κυριαρχεῖ ὁ ἐγωϊσμός, ὁ ἀτομικισμός, ἡ φιλαυτία. Αἰτία ἡ ἀπουσία τῆς ταπεινοφροσύνης ἡ ὁποία ἐξαφανίζει ὅλα τά πάθη. Μέ τήν ἔλλειψη τῆς ἀρετῆς τῆς ταπεινοφροσύνης, ἀπουσιάζει ἡ αὐτογνωσία, ἡ δικαιοσύνη, ἡ εὐταξία καί ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων μέ ἀποτέλεσμα τά δυσάρεστα πού βλέπουμε καί ἀκοῦμε καθημερινά.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἀποφάσιζαν νά γίνουν ταπεινόφρονες, ἄν ἡ ταπεινοφροσύνη γινόταν ἀρετή ὅλων τῶν χριστιανῶν σίγουρα θά ἐξαλείφονταν ἤ καί θά περιορίζονταν στό ἐλάχιστο τά τόσα κακά πού μᾶς βασανίζουν σήμερα. Θά ξεριζωνόταν ἡ ἀνθρώπινη ματαιοδοξία, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ φιλαυτία, ὁ θυμός, ἡ ὀργή καί κάθε ἀδικία καί θά βασίλευε ἡ εὐταξία, ὁ σεβασμός καί ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί σίγουρα θά εἴχαμε μιά ἰδανική κοινωνία πρός ὄφελος ὅλων.
Ἐμπόδια στήν ταπεινοφροσύνη
Στή συνέχεια θά ἐπισημάνουμε δύο μεγάλα ἐμπόδια πού δέν ἀφήνουν τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης νά ριζώσει στήν ψυχή τοῦ χριστιανοῦ. Ἡ ἀναφορά αὐτή εἶναι ἀναγκαία ἐνημέρωση, γιά νά προφυλάξει ὅλους μας, γιατί τά ἐμπόδια αὐτά εἶναι πάθη τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ μας καί δέν πρέπει νά τά ἀφήσουμε νά ριζώσουν στήν ψυχή, ἐπειδή ἐξαφανίζουν κάθε ἴχνος ταπείνωσης καί ἐγκαθιστοῦν στήν ψυχή τήν ὑψηλοφροσύνη, τή φιλαυτία καί τόν ἐγωϊσμό.
α) Τό πρῶτο ἐμπόδιο εἶναι ἡ ματαιοδοξία. Ματαιοδοξία εἶναι τό νά κυνηγᾶμε τή δόξα σέ πράγματα πού στεροῦνται ἀξίας ἤ πού ἡ ἀξία τους εἶναι μάταια, προσωρινή καί ἐφήμερη. Παράδειγμα συγκεκριμένο: νά ἐξαρτοῦμε τήν ὑπόστασή μας, τή κρίση μας, γιά τόν ἑαυτό μας καί τή συμπεριφορά μας σ’ ὅλη μας τή ζωή, ἀπό τίς κρίσεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, πράγμα πού ἔπρεπε νά μήν ἔχει καθόλου σημασία γιά μᾶς. Αὐτή μας ἡ τάση μᾶς ὑποχρεώνει νά συμπεριφερόμαστε ὄχι ὅπως ἐμεῖς θέλουμε, ἀλλά σύμφωνα μέ τίς ἐπιθυμίες τῶν ἄλλων, ἀνεξάρτητα ἄν εἶναι σωστό ἤ ὄχι. Δυστυχῶς ἡ ματαιοδοξία δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο ἕνα προσωπεῖο, ὄχι αὐτό πού πραγματικά εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ἕνα προσωπεῖο φτιαγμένο ὅπως θά τό ἤθελαν οἱ ἄλλοι πού δέν ἀνταποκρίνεται στόν πραγματικό μας ἑαυτό. Αὐτό τό ψεύτικο προσωπεῖο δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά δεῖ τά ἐλαττώματά του καί τίς ἐλλείψεις του, γιά νά τίς διορθώσει καί ὁδηγεῖται ἀπό τό πάθος νά ἀρέσει σέ ἄλλους, στό δρόμο τῆς ὑποκρισίας, τῆς προσποίησης καί τῆς ἁμαρτίας, γιά νά ἀπολαύσει τή μάταιη δόξα. Καί τό χειρότερο, τό προσωπεῖο πού κατασκευάζει ἡ ματαιοδοξία μπαίνει σάν τεῖχος μεταξύ μας καί τοῦ Θεοῦ καί μᾶς χωρίζει ἀπό Αὐτόν μέ τραγικά γιά μᾶς ἀποτελέσματα.
Ἡ ματαιοδοξία φορεῖ σ’ ὅλους μας καί κάποιο προσωπεῖο καί μᾶς παρασύρει ἐκεῖ πού δέν πρέπει. Ἕνα ἁπλό παράδειγμα θά τό βεβαιώσει .Ξεκινᾶ κάποια κυρία γιά νά πάει νά ἐκκλησιαστεῖ, νά παρακολουθήσει τή Θεία Λειτουργία καί τή βλέπεις νά φτιάχνεται σάν ψεύτικη κούκλα. Γιατί τό κάνει αὐτό, ἀφοῦ πάει νά συναντήσει τό Θεό καί νά προσευχηθεῖ; Μήπως τό ζητᾶ αὐτό ὁ Κύριος; Ἀσφαλῶς ὄχι, ἀλλά φτιάχνεται ἔτσι γιά τά μάτια καί τήν κρίση τῶν ἄλλων. Κατασκευάζει ἕνα προσωπεῖο ξένο πρός τόν ἑαυτό της πού τή χωρίζει ἀπό τό Θεό της. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς ἄνδρες. Βλέπουμε συχνά μερικούς νά προσποιοῦνται στή συμπεριφορά τους, γιά νά τύχουν ἐπαίνου ἀπό τούς ἄλλους, ἐνῶ δέν εἶναι αὐτοί πού φαίνονται στήν πραγματικότητα. Αὐτό ἰσχύει καί στίς ἄλλες ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς μας. Ντρεπόμαστε νά κάνουμε κάτι πού πρέπει, γιατί φοβόμαστε τήν κρίση τῶν ἄλλων καί φοράμε τό προσωπεῖο καί καλύπτουμε τόν πραγματικό μας ἑαυτό. Τρῶμε στό Ἑστιατόριο καί σηκωνόμαστε χωρίς ἕνα σταυρό, γιατί φοβόμαστε ὅτι θά μᾶς περιγελάσουν οἱ ἄλλοι. Ἄν ἐρευνήσουμε τή ζωή μας, θά βροῦμε πολλά καί διάφορα προσωπεῖα πού μεταμορφώνουν τόν πραγματικό μας ἑαυτό. Ματαιοδοξοῦμε χωρίς κανένα κέρδος, μάλλον καταστροφή κερδίζουμε.
Ἐπιβάλλεται, νομίζω, νά μᾶς ἀπασχολήσει σοβαρά τό κακό αὐτό· ἄν θέλουμε νά εὐαρεστήσουμε στόν Κύριο, πρέπει νά φαινόμαστε αὐτοί πού πραγματικά εἴμαστε προσπαθώντας νά βελτιώσουμε τόν κακό μας ἑαυτό καί νά διώξουμε ἀπό τή ζωή μας τή κακή ματαιοδοξία.
Καί σίγουρα μποροῦμε νά διώξουμε ἀπό τή ζωή μας τό μεγάλο αὐτό κακό. Ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα παίρνουμε ἀπό τόν τελώνη Ζακχαῖο, στό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ ( κεφ.19. 1 καί ἑξῆς).
Στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, εἶχε ἀνάψει ἡ φλόγα γιά νά δεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Καί τί σοφίστηκε; Νά ἀνεβεῖ σ’ ἕνα δένδρο, γιά νά δεῖ τόν Κύριο πού θά περνοῦσε ἀπ’ ἐκεῖ. Αὐτός ἕνας Ρωμαῖος πολίτης, ἕνας ἀξιωματοῦχος τῆς πολιτείας μέ τόσο ὐψηλή θέση, νά σκαρφαλώνει στό δένδρο καί νά τόν βλέπει ὁ κόσμος! Πόσοι δέ θά γελοῦσαν βλέποντάς τον ! Κι’ ὅμως. Δέ σκέφτηκε καθόλου «τί θά πεῖ ὁ κόσμος», γιατί ἄν ἄφηνε τή ματαιοδοξία νά κυριαρχήσει, δέ θά ἀνέβαινε στή συκομωρέα καί δέ θά ἔβλεπε τό Χριστό. Πέταξε λοιπόν τό προσωπεῖο καί ἐκδηλώθηκε ὅπως ἀκριβῶς ἔνοιωθε. Καί ἀφοῦ κρήμνησε τό χωριστικό τεῖχος, τό προσωπεῖο, συναντήθηκε μέ τόν Κύριο. Καί αὐτή ἡ συνάντηση ἦταν καθοριστική γιά τή σωτηρία του. Ἄχ, αὐτό τό προσωπεῖο ! Πόσο κακό μᾶς προξενεῖ! Μᾶς κρατᾶ μακρυά ἀπό τή σωτηρία.
Πρέπει, νομίζω, νά ψάξουμε νά βροῦμε ἀπό ποῦ ἄντλησε τή δύναμη ὁ Ζακχαῖος νά ἀγνοήσει, νά χαλάσει τό προσωπεῖο, τή μάσκα καί νά δείξει τήν ἐλευθερία του.
Μέ βεβαιότητα λέμε ὅτι ἐκεῖνο πού βοηθησε τό Zακχαῖο νά ἀγνοήσει τήν κρίση τῶν ἄλλων, ἦταν ὁ σφοδρός πόθος του νά γνωρίσει τό Χριστό. Ἰδού τό ἀποτελεσματικό φάρμακο ἐναντίον τῆς ματαιοδοξίας μας. Ὁ σφοδρός δικός μας πόθος νά εὐαρεστήσουμε στόν Κύριο καί νά συναντηθοῦμε μαζί Του, θά μᾶς δίνει τή δύναμη νά ἀδιαφοροῦμε γιά τίς κρίσεις τῶν ἄλλων καί νά μήν ἐξαρτοῦμε τίς ἀγαθές μας πράξεις καί ἐνέργειες ἀπό αὐτές .
Ἄν ταπεινοφρονοῦμεν ἔτσι, σίγουρα θά μᾶς ποῦν καί χαζούς καί βλάκες καί ὀπισθοδρομικούς καί ἄλλα. Ἄν περιφρονήσουμε ὅπως ὁ Ζακχαῖος τίς κρίσεις τῶν ἄλλων καί προχωρήσουμε στό σκοπό μας πετώντας τό προσωπεῖο, θά συναντήσουμε τόν Κύριο, ὅπως καί ὁ Ζακχαῖος.
Ἕνα δεύτερο φάρμακο ἐναντίον τῆς ματαιοδοξίας, βρῆκα στά κείμενα πού ἔχω μελετήσει. Αὐτό εἶναι ἡ καλή ὑπερηφάνεια. Ἴσως ξαφνιάζει λίγο ἡ λέξη, ἀλλά, ὅταν διαβάσετε τό περιστατικό, τότε θά καταλάβετε περί τίνος πρόκειται.
Ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος Μακάριος μιά μέρα εἶδε μερικούς μοναχούς νά κοροϊδεύουν ἕνα νεώτερό τους μοναχό, ὁ ὁποῖος παρ’ ὅλα τά πειράγματα τῶν ἄλλων μοναχῶν, δέν ἔδειχνε κανένα ἴχνος ταραχῆς, δέν ἔδινε καμιά σημασία. Τότε ὁ Ἅγιος Μακάριος ἔμεινε κατάπληκτος ἀπό τή γαλήνη πού εἶχε ὁ νέος αὐτός μοναχός. Πῆγε κοντά του καί τόν ρώτησε, πῶς συμβαίνει ἕνας τόσο νέος μοναχός νά ἀποκτήσει τόση ἀπάθεια. Ἡ ἀπάντηση τοῦ νέου μοναχοῦ ἦταν ἡ ἑξῆς: « Γιατί νά δίνω σημασία στά γαυγίσματα τῶν σκύλλων; Δέν προσέχω σ’ αὐτούς, γιατί ὁ Θεός εἶναι ὁ μοναδικός πού ἀποδέχομαι σάν κριτή μου». Βλέπουμε ἐδῶ ὅτι ὁ νέος αὐτός μοναχός στηριζόταν στό Θεό, Αὐτόν ἀναγνώριζε γιά πραγματικό κριτή του καί γι’ αὐτό τὄχε καύχημα καί ἀδιαφοροῦσε γιά τίς κρίσεις τῶν ἄλλων. Τὄχε καμάρι καί καύχημα δικαιολογημένο τό ὅτι στηριζόταν μόνο στήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί ὅ,τι στηρίζεται στό Θεό εἶναι σωστό ἀληθινό καί μπορεῖ κάποιος νά τό καυχιέται καί νά τό ἔχει κρυφό καμάρι.
Κι ἐμεῖς, ὅταν δοθοῦμε ὁλόψυχα στόν Κύριο, μποροῦμε νά καυχόμαστε γιά τό στήριγμα μας καί νά ἀδιαφοροῦμε γιά τίς ἁμαρτωλές κρίσεις τῶν ἄλλων, πού εἶναι σάν τά γαυγίσματα τῶν σκύλλων πού σβύνουν καί χάνονται στόν ἀέρα. Βλέπετε ὑπάρχει καί καλή ὑπερηφάνεια πού ἐφαρμόζεται μέ τή διάκριση πού χρειάζεται, προπάντων ὅταν πρόκειται νά ἀντισταθοῦμε στήν ἁμαρτία. Ἄς ποῦμε ὅτι ἀφοῦ ἐγώ ἔχω τέτοιο στήριγμα καί κριτή τό Θεό μου, γιατί νά προσέχω τό διάβολο καί πειραστή καί νά προσαρμόζομαι μέ τίς ἁμαρτωλές καί πρόσκαιρες κρίσεις ἀνθρώπων; Μόνο τό Θεό ἀναγνωρίζω κριτή μου καί τό θέλημα Αὐτοῦ πρέπει νά κάμνω.
Και ἕνα δεύτερο ἐμπόδιο καί πολύ ἐπικίνδυνο ἐπισημάνουμε. Αὐτό εἶναι ἡ ταπεινολογία. Τί σημαίνει αὐτό;
Ὅπως σέ κάθε γνήσιο νόμισμα, οἱ παράχαράκτες δημιουργοῦν κι ἕνα κίβδηλο, ψεύτικο πού ὅμως μοιάζει μέ τό γνήσιο, ἔτσι συμβαίνει καί στίς ἀρετές. Ἀπέναντι ἀπό κάθε ἀληθινή ἀρετή ὁ διάβολος δημιουργεῖ καί μιά παρόμοια, ἀλλά ψεύτικη, προσποιημένη ἀρετή καί προσπαθεῖ μέ τό προσωπεῖο αὐτό νά παραπλανήσει τόν ἄνθρωπο. Αὐτό συμβαίνει καί μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης πού γίνεται ταπεινολογία
Τί εἶναι ὅμως ἡ ταπεινολογία θά πρέπει νά τό διευκρινήσουμε καί νά διαφωτίσουμε τόν ἀναγνώστη. Ταπεινολογία εἶναι ἡ προσποιημένη ταπεινοφροσύνη. Εἶναι μιά κατάσταση πού περιέχει φιλαυτία καί ὑπερηφάνεια καί δέν ἔχει καθόλου σχέση μέ τήν ταπεινοφροσύνη. Ἀπέχει ὅσο ὁ ουρανός ἀπό τή γῆ μέ τήν ἁγία ταπεινοφροσύνη.
Συνήθως ὁ ταπεινολόγος προσποιεῖται τόν ταπεινό, γιά νά εἶναι ψηλά στά μάτια τῶν ἄλλων, ὅπως ὁ Φαρισσαῖος τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπειδή θέλει νά αὐτοπροβάλλεται, προσποιεῖται τόν ταπεινό, γιά ἱκανοποιήσει τό ἀρρωστημένο ἐγώ του. Ὁ ταπεινολόγος μέ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις ὑποκρίνεται ὅτι εἶναι ταπεινός, μέ σκοπό νά τόν ἐπαινέσουν, ἀλλά κάποτε ξεσκεπάζεται καί φέρνει τό ἀντίθετο ἀποτέλεσμα, γιατί δέν ἔχει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ στίς ἐνέργειές του. Φαίνεται ταπεινός μέχρι πού νά τοῦ θίξουν καί στό ἐλάχιστο τό συμφέρον του. Τότε δέν τό ἀνέχεται καί σάν φαρμακερό φίδι ξερνᾶ τό δηλητήριό τῆς συγκεκαλυμμένης κακίας του.
Αὐτοί οἱ τύποι δυστυχῶς εἶναι γεμάτοι ματαιοδοξία, ἡ ὁποία δημιουργεῖ προσωπεῖο καί δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά δεῖ τόν πραγματικό ἑαυτό του. Εἶναι μιά μεγάλη πλάνη τοῦ διαβόλου, πού ἔχει σάν σκοπό νά κρατήσει τόν ἄνθρωπο μακρυά ἀπό τή σωτηρία.
Ἡ ταπεινολογία εἶναι ἡ χειρότερη μορφή ὑποκρισίας καί φαρισαϊσμοῦ, ἁμαρτίες πολύ ἐπικίνδυνες καί δυσκολοθεράπευτες. Τόν ταπεινολόγο σίγουρα τόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός, γιατί ἔγινε αἰχμάλωτος καί παίγνιο τῶν δαιμόνων καί δύσκολα μπορεῖ νά θεραπευτεῖ ἄν τό θελήσει ἀκόμα.
Μπορεῖ ὁ ταπεινολόγος νά ξεγελάσει τούς ἀνθρώπους, ἀλλά τό Θεό ὄχι καί ἄν δέ μετανοήσει, θά ρεζιλευτεῖ τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἐνώπιον Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων.
Δέν ὑπάρχει κανένας σοβαρός λόγος νά γίνεται ὁ ἄνθρωπος ταπεινολόγος, γιατί δέν ἔχει νά κερδίσει τίποτε μἄλλον ἔχει νά χάσει τή σωτηρία του. Ἑπομένως ἄς φαινόμαστε αὐτοί πού πραγματικά εἴμαστε ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, χωρίς τό προσωπεῖο τῆς μεταμόρφωσης. Μόνον ἔτσι θά ἀναπτυχθοῦμε πνευματικά καί θά βοηθηθοῦμε ἀπό τόν Κύριο νά ἀποκτήσουμε καί τήν ἀληθινή ταπείνωση. Τότε θά μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεός καί θά μᾶς σέβονται καί οἱ ἄνθρωποι.
Ὁ σεβαστός λευίτης Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης συμβουλεύει γιά τό θέμα αὐτό τά πιό κάτω: « Νά εἶσαι ὅσο πιό πρᾶος, ταπεινός καί πιό ἁπλός κατά τή συμπεριφορά σου καί τίς σχέσεις σου πρός τούς ἄλλους. Πρόσεχε ὅμως ἀπό τήν ὑποκρισία τῆς κούφιας ταπεινολογίας. Πρόκειται γιά ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα ἁμαρτήματα. Νά παραδέχεσαι μέ βαθιά συναίσθηση, κι ὄχι ἁπλῶς νά λές, ὅτι εἶσαι ὁ πρῶτος τῶν ἁμαρτωλῶν καί ἄρα ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων. Ἀπό τήν ὑπερηφάνεια προέρχεται ἡ αὐτοϊκανοποίηση, ἡ ψυχρότητα καί ἡ ἀνειλικρίνεια στή συμπεριφορά μας πρός ὅσους δέν εἶναι σέ θέση νά ἱκανοποιήσουν τή δική μας ἀνάγκη».
Ὁ ταπεινολόγος κάποτε ξεσκεπάζεται καί γίνεται περίγελως ἀνθρώπων καί δαιμόνων. Μπορεῖ ὀ ταπεινολόγος, ἄν τό θέλει, νά ἀφήσει τόν ἑαυτό του στά χέρια καί στήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί μέ πολλήν προσευχή καί ἐγκράτεια νά ἀκολουθήσει τόν πραγματικό δρόμο τῆς ταπεινοφροσύνης, σηκώνοντας καί τό σταυρό πού συνεπάγεται ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς αὐτῆς.
Ἀναφορές άγίων άνδρών γιά τήν ταπείνωση - ταπεινοφροσύνη
Διαβάζοντας διάφορα βιβλία γιά τό θέμα τῆς ταπείνωσης ταπεινοφροσύνης, βρῆκα μιά μελέτη τοῦ μακαριστοῦ Σέρβου Ἀρχιμ. Ὶουστίνου Πόποβιτς, (ἡ ταπείνωση κατά τόν Ἰσαάκ τό Σύρο μέσα ἀπό τούς διάφορου λόγους του). Στό βιβλίο «Ὁδός Θεογνωσίας» σελ. 198.
« Ἡ πίστη ἔχει δικό της τρόπο σκέψεως, διότι ἔχει δικό της τρόπο ζωῆς. Ὁ χριστιανός ὄχι μόνο ζεῖ μέ τήν πίστη, ἀλλά καί σκέφτεται μέ τήν πίστη. Ἡ πίστη δίνει τή νέα κατηγορία τῆς σκέψεως μέ τήν ὁποίαν πραγματώνεται ὅλο τό γνωσιολογικό ἔργο τοῦ ἀνθρώπου πού πιστεύει. Ἡ νέα αὐτή κατηγορία τῆς σκέψεως εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Στήν ἀπέραντη πραγματικότητα τῆς πίστεως ὁ νοῦς ταπεινώνεται μπρός στά ἀπόρρητα μυστήρια τῆς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ζωῆς. Τήν ὑπερηφάνειαν τοῦ νοῦ ἀντικαθιστᾶ ἡ ταπείνωση· τήν ἀλαζονεία ἡ ταπεινοφροσύνη. Ὁ ἀσκητής τῆς πίστεως περιφρουρεῖ κάθε σκέψη του μέ τήν ταπείνωση καί ἔτσι ἐξασφαλίζει γιά τόν ἑαυτό του τή γνώση τῆς Αἰώνιας ἀλήθειας.
Ἀντλώντας τή δύναμή της ἀπό τήν προσευχή ἡ ταπεινοφροσύνη προχωρεῖ ἀπό αὔξηση σέ αὔξηση, ἡ ὁποία δέν ἔχει τέλος. Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ διδάσκει, ὅτι ἡ προσευχή καί ἡ ταπεινοφροσύνη βρίσκονται πάντοτε σέ ἀνάλογη συμμετρία: μέ τήν αὔξηση τῆς προσευχῆς αὐξάνει καί ἡ ταπεινοφροσύνη καί τό ἀντίστροφο Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ δύναμη ἡ ὁποία«συνάγει τήν καρδίαν» καί δέν τήν ἀφήνει νά διασκορπίζεται στίς ὑπερήφανες σκέψεις καί ἐμπαθεῖς ἐπιθυμίες. Τήν ταπείνωση ὑποστηρίζει καί προφυλάσσει τό Ἅγιον Πνεῦμα καί αὐτή πλησιάζει ὄχι μονάχα τόν ἄνθρωπο στό Θεό, ἀλλά καί τό Θεό στόν ἄνθρωπο. Ἀκόμα ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ αἰτία τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτῆς τῆς βαθυτάτης ἑνώσεως τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο. Ἡ ταπεινοφροσύνη «Θεόν ποιεῖ τόν ἄνθρωπον ἐπί τῆς γῆς». Ἡ ταπεινοφροσύνη «στολή θεότητος ἐστιν». « Ὁ γάρ Λόγος ὁ ἐνανθρωπίσας αὐτήν ἐνεδύσατο, καί ὡμίλησε ὑμῖν δι’ αὐτῆς ἐν τῷ σώματι ἡμῶν».
Ἡ ταπείνωση εἶναι μυστική θεία δύναμη, ἡ ὁποία δίνεται μόνο στούς ἁγίους, μόνο στούς τέλειους στήν ἀρετή, καί δίνεται διά τῆς χάριτος. Ἡ ταπείνωση« συγκλείει ἐν ἐν ἑαυτῇ τά πάντα». Μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «τά μυστήρια τοῖς ταπεινόφροσι ἀποκαλύπτονται». Γι’ αὐτό καί αὐτοί εἶναι τέλειοι «ἐν τῇ σοφία». «Ὁ ταπεινόφρων πηγή ἐστι τῶν μυστηρίων τοῦ καινοῦ αἰῶνος».
Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ σωφροσύνη· « τά δύο (ταῦτα) ἐνέχυρον ἐκ τῆς Τριάδος ἑτοιμάζουσιν ἐν τῇ ψυχῇ». Ἡ σωφροσύνη εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ταπεινοφροσύνης· μέ τή σωφροσύνη θεραπεύεται ὁ νοῦς καί γίνεται σώφρων. « Ἀκολουθεῖ δέ τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἡ ἐπιείκεια, καί τό συνᾶξαι ἑαυτόν, ὅπερ ἐστί σωφροσύνη τῶν αἰσθήσεων». Ἠ ταπεινοφροσύνη στολίζει τήν ψυχή μέ σωφροσύνη.
Καθώς στρέφεται πρός τόν κόσμον ὁ ταπεινόφρων ἄνθρωπος, ἐκφράζει ὅλην τήν προσωπικότητά του μέ τήν ταπείνωση. Μιμεῖται αὐτόν τόν σαρκωθέντα Θεό.«Καθάπερ ψυχή οὐκ ἔστι γνωστή, οὐδέ τοῖς σωματικοῖς ὀφθαλμοῖς ὁρατή, οὕτως ὁ ταπεινόφρων οὐ γινώσκεται μεταξύ τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ ταπεινόφρων «σμικρύνει ἑαυτόν πρός πάντας ἀνθρώπους», ἀλλ’ ὁ Θεός γι’ αὐτό τόν δοξάζει, διότι « ὅπου βλαστάνει ἡ ταπείνωση, ἐκεῖ ἡ τοῦ Θεοῦ δόξα βρύει» ἐκεῖ ὁ ὀφθαλμός τοῦ φυτοῦ τῆς ψυχῆς ἀνθίζει σέ ἄνθος ἀμάραντο».
Στίς ἑπόμενες σελίδες θά μεταφέρουμε μερικές ἀναφορές ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Ἅγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἔμαθαν ἀπ’ αὐτά πού ἔπαθαν στή ζωή τους καί σίγουρα ὠφελοῦν ὅλους ἐμᾶς τούς ἐμπερίστατους χριστιανούς πού ζοῦμε σ’ ἕνα κόσμο μεγάλων πειρασμῶν καί προκλήσεων καί παραπλάνησης.
Κι ἄλλες ἀναφορές Πατέρων
Ἀντώνιος ὁ Μέγας:
« Εἶδα ὅλες τίς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ ἁπλωμένες σ’ ὅλη τή γῆ· καί στενάξας εἶπα· ποιός ἄραγε μπορεῖ νά τίς ξεπεράσει χωρίς νά πάθει τίποτε; Καί τότε μιά φωνή μοῦ ἀπάντησε· ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἀθανάσιος ὁ Μέγας:
«Ἡ ταπείνωση ἀπό τή φύση της ὑψώνει τόν ἄνθρωπο καί ἔχει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ... Ἐπειδή εἶναι ἀγαθή καί σωτήρια τήν ἐφόρεσε ὁ Κύριος, ὅταν ἐκπλήρωσε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων»
Αββᾶ Δωρόθεος:
«Ἡ ταπείνωση εἶναι μεγάλη ἀρετή καί ἔχει τή χάρη τοῦ Θεοῦ στίς ψυχές τῶν ταπεινῶν ἀνθρώπων. Περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο χρειαζόμαστε τήν ταπεινοφροσύνη... γιατί μέ τήν ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται οἱ παγίδες τοῦ ἐχθροῦ.»
Βασίλειος ὁ Μέγας:
« Προκοπή τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ προκοπή στήν ταπείνωση. Γνώση θεοσεβείας, σημαίνει γνώση ταπείνωσης καί πραότητας. Ἡ ταπείνωση εἶναι μίμηση Χριστοῦ, ἡ δέ ἔπαρση καί θρασύτητα καί ἀναίδεια, εἶναι μίμηση διαβόλου».
Ὁ Ἀββὰς Ἠσαΐας:
« Ἐκεῖνος πού ἔχει ταπεινοφροσύνη, δέν ἔχει γλῶσσα νά ἐλέγξει τόν ἀμελῆ ἤ αὐτόν πού καταφρονεῖ. Οὔτε καί μάτια ἔχει, γιά νά προσέχει τά ἐλαττώματα τῶν ἄλλων. Δέν ἔχει αὐτιά, γιά νά ἀκούσει ὅσα δέν ὠφελοῦν τήν ψυχήν του. Ἀγάπησε τήν ταπείνωση καί αὐτή θά σέ σκεπάσει ἀπό τίς ἁμαρτίες σου. Νά μή βαρεθεῖς γιά κάποιο κόπο, γιατί ὁ κόπος καί ἡ κακοπάθεια γεννοῦν τήν ταπείνωση. Ἡ δέ ταπείνωση συγχωρεῖ ὅλες τίς ἁμαρτίες».
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Αὐτή εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἀπ’ ὅλες τίς ἀρετές, τό νά κατορθώνει κανείς νά ταπεινοφρονεῖ. Μέ τήν ταπείνωση καί πραότητα ἔρχεται ἡ θεία βοήθεια. Ἡ ταπεινοφροσύνη κάνει δικαίους τούς ἁμαρτωλούς. Ἀπό τήν ταπεινοφροσύνη κατορθώνεται ἡ ὁμόνοια. Χωρίς αὐτήν εἶναι ἀδύνατο νά σωθοῦμε. Ὅσοι ἐπιθυμοῦν ταπεινοφροσύνη νά μήν σταματοῦν νά ἐξετάζουν καί νά ἀνακρίνουν καθημερινά τόν ἑαυτό τους».
Ἰσαάκ ὁ Σύρος:
«Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος τιμᾶται ἀπ’ ὅλους. Οἱ ἐχθροί τῆς ἀλήθειας δέν μποροῦν νά καταφρονήσουν τήν ταπείνωση. Ἄν καί εἶναι φτωχός ἐκεῖνος πού ἀπέκτησε τήν ταπείνωση, τιμᾶται γι’ αὐτήν σάν νά φορεῖ πορφύραν καί στεφάνι... Νά ὑπομένεις τόν ἐξευτελισμό καί τήν ταπείνωση μέ καλή θέληση, γιά νά ἀποκτήσεις τό θάρρος τῆς ἀνεμποδίστου ἀναφορᾶς πρός τό Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπομένει θεληματικά κάθε σκληρό λόγο, χωρίς ὅμως νά ἔχει ἁμαρτήσει πρός ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος τοῦ τόν εἶπε, φορεῖ μέν στήν κεφαλή ἀκάνθινο στέφανον, γίνεται ὅμως μακάριος, γιατί σέ καιρόν τόν ὁποῖο δέ γνωρίζει, στεφανώνεται ἄφθαρτα. Ἡ τελειότητα τῆς ταπεινώσεως εἶναι τό νά μπορεῖς νά δεχθεῖς μέ χαράν ἐξευτελισμό καί κάθε ψεύτικη κατηγορία. Γιατί ἐκεῖνος πού εἶναι πραγματικά ταπεινόφρονας, ὅταν ἀδικεῖται, δέν ταράσσεται οὔτε ἀπολογεῖται γιά τήν ὑπόθεση πού ἀδικήθηκε, ἀλλά δέχεται σάν ἀλήθεια τή συκοφαντία καί δέ φροντίζει νά πείσει τούς ἀνθρώπους ὅτι ἀδικήθηκε ἀλλά ζητᾶ συγχώρηση».
Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος:
«Αὐτό εἶναι τό θεμέλιο τοῦ δρόμου πού ὁδηγεῖ στό Θεό, τό νά βαδίζεις τό δρόμο τῆς ζωῆς μέ ὑπομονή μεγάλη, μέ ἐλπίδα καί ταπεινοφροσύνη χωρίς ἐγωϊσμό.
Ἅν, λοιπόν κανείς δέν ἔχει πολλήν ταπείνωση, αὐτός παραδίνεται στό σατανᾶ, ἀπογυμνώνεται ἀπό τή θεία Χάρη πού τοῦ δόθηκε, καί δοκιμάζεται ἀπό πολλές θλίψεις καί τότε ἐκδηλώνεται ἡ ὑπερηφάνειά του, γιατί εἶναι γυμνός καί ταλαίπωρος. Πρέπει αὐτός πού δέχεται τόν πλοῦτο τοῦ Θεοῦ νά ζεῖ μέ πολλή ταπεινοφροσύνη, μέ συντριβή καρδιᾶς καί νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ὅτι εἶναι φτωχός καί δέν ἔχει τίποτα δικό του. Αὐτός πού ταπεινώνει ἔτσι τόν ἑαυτό του μπορεῖ νά διατηρεῖ τή Χάρη».
Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής:
«Ἡ ταπείνωση καί ἡ κακοπάθεια ἐλευθερώνουν τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε ἁμαρτία, καθώς κόβει ἡ μιά τά πάθη τῆς ψυχῆς καί ἡ ἄλλη τά πάθη τοῦ σώματος».
Ἁγία Συγκλιτική, γιά τά νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης:
«Ὅπως τό κερί λειώνει κοντά στή φωτιά, ἔτσι καί ἡ ψυχή παραλύει ἀπό τούς ἐπαίνους καί χάνει τή δύναμή της. Ἀντίθετα, ὅπως ἡ ψύξη, τό κερί πού διαλύθηκε ἀπό τή θερμότητα τό πήζει καί τό κάνει στερεό, ἔτσι καί ἡ ὕβρη καί ἡ καταφρόνηση συσφίγγουν τήν ψυχή καί τήν στερεώνουν. Διότι ὅπως λέγει καί ἡ Ἁγία Γραφή:« Νά χαίρεστε καί νά εὐχαριστῆσθε, ὅταν σᾶς ὀνειδίζουν καί σᾶς καταδιώκουν» καί τά ὑπόλοιπα. Καί σέ ἄλλο σημεῖον πάλιν« μέ τή θλίψη μ’ ἔκανες μεγάλο» (Ψαλμ. 4. 1).
Ὄχι δέ μόνον αὐτό, ἀλλά καί τήν σπουδαιοτέραν τῶν ἀρετῶν, τήν ταπεινοφροσύνη δηλαδή, ἡ ἐξουδένωση εἶναι ἐκείνη πού τήν ἐμφυτεύει, ἐκ φύσεως, μέσα στήν ψυχή. Διότι πραγματικά νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης εἶναι οἱ χλευασμοί, οἱ ὕβρεις καί τά κτυπήματα, ἡ περιφρόνηση πού μᾶς κάνουν... Εἶναι τόσο μεγάλη ἀρετή ἡ ταπεινοφροσύνη, ὥστε ὁ διάβολος πού μπορεῖ νά μιμεῖται ὅλες σχεδόν τίς ἀρετές, αὐτήν οὔτε κἄν γνωρίζει τί εἶναι. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἐπειδή γνωρίζει τήν ἀσφάλεια καί τή σταθερότητα τῆς ταπεινοφροσύνης, μᾶς προστάζει νά τήν στερεώσουμε ἐπάνω μας, ὥστε νά εἶναι ἀναπόσπαστη ἀπό τόν ἑαυτό μας καί αὐτή νά συγκρατεῖ καί νά συσφίγγει ὅλες τίς ἀρετές. Ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἀδύνατο νά κατασκευαστεῖ πλοῖο χωρίς καρφιά, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος χωρίς ταπεινοφροσύνη... Ἀρχή λοιπόν καί σκοπός καί σέ σένα ἄς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη».
Φιλόθεος ὁ Σιναΐτης:
«Ἔχουμεν ἀνάγκη ἀπό πολλήν ταπείνωση, ἐφ’ ὅσον μέ τή Χάρη τοῦ Κυρίου φροντίζουμε γιά τή φύλαξη τοῦ νοῦ. Ταπείνωση πρῶτον ἀπέναντι στό Θεό καί ἔπειτα ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους. Μέ κάθε τρόπο καί ἀπό παντοῦ, ὀφείλουμε νά συντρίβουμε τήν καρδιά μας, μεταχειριζόμενοι κάθε τί πού ταπεινώνει. Συντρίβει καί ταπεινώνει τήν καρδιά ἡ ἀνάμνηση τῆς παλιᾶς μας ζωῆς, ἄν τή θυμούμαστε λεπτομερῶς.Ὅπως καί ἡ συνεχής μνήμη τοῦ θανάτου... Ἀκόμα ταπεινώνουν τήν ψυχή καί οἱ πολλές εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς ὅταν τίς μετροῦμε μιά μιά καί τίς φέρνουμε στό νοῦ μας».
Μερικές ἐρωτήσεις πρός τόν αναγνώστη γιά τήν εφαρμογή της ταπείνωσης
Στήν ἰδιοτροπία τοῦ ἤ τῆς συζύγου σου, ἀπάντησες μέ καλωσύνη χωρίς καί χωρίς νεῦρα;
Στήν ἀταξία ἤ τήν παρακοή τοῦ παιδιοῦ σου φέρθηκες μέ ἀγάπη καί ὑπομονή καί στίς σοβαρές ἀπαιτήσεις του προσπάθησες μέ λογικά ἐπιχειρήματα καί μέ ἀγάπη νά τόν πείσεις;
Στό δρόμο, ἀντιμετώπισες μέ ὑπομονή καί πραότητα τήν κακή συμπεριφορά ἤ τό λάθος τοῦ συνανθρώπου σου;
Στήν ἐργασία σου, ἀνέχθηκες μέ ὑπομονή καί χωρίς μορφασμούς τήν ἰδιοτροπία τοῦ συναδέλφου σου ἤ τοῦ προϊσταμένου σου;
Στή διάρκεια τῆς ἡμέρας σκέπασες τά λάθη τῶν ἄλλων, χωρίς νά τούς ἐκθέσεις;
Τίς κατηγορίες ἤ συκοφαντίες πού προῆλθαν ἀπό φθόνο καί κακία ἄλλων τίς ἀγνόησες μέ σιωπή καί γαλήνη;
Σέ ἐκείνους πού σοῦ προξένησαν ζημιά ἀπό λάθος ἤ ἠθελημένα ἔδειξες μακροθυμία καί συγχώρεση;
Τίς προκλητικές συμπεριφορές ἤ φράσεις πού ἄφηναν ὑπονοούμενα γιά σένα καί τήν ὑπόληψή σου τίς ἀγνόησες χωρίς κακία;
Ἔχεις προσευχηθεῖ γι’ αὐτούς πού σέ πίκραναν ἤ σέ ζήμιωσαν ἤ σέ ἐχθρεύονται;
Ἄν ἀπαντήσεις θετικά ἤ ἄν προσπαθεῖς νά συμπεριφέσαι θετικά στίς πιό πάνω ἐρωτήσεις, σίγουρα βρίσκεσαι σέ καλό δρόμο, στό δρόμο τῆς ταπεινοφροσύνης. Σοῦ εὔχομαι νά τόν κρατήσει στερεά καί νά τόν πλατύνεις μέχρι τό τέλος, μέ τή βοήθεια πάντοτε τοῦ Κυρίου πού θά λαμβάνεις ἄν θέλεις καί διά τῆς συνεχοῦς προσευχῆς σου.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ.