.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος!



Δείτε την γαλήνη που έχει ο φάρος ακόμα και όταν κτυπάτε αλύπητα από τα μανιασμένα κύματα. Δεν φοβάται, δεν δειλιάζει, γιατί γνωρίζει ότι έχει βαθιά και γερά θεμέλια. Έτσι λοιπόν και ο άνθρωπος του βιώνει την εν Χριστώ ζωή, μένει γαλήνιος ακόμα και μέσα στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες, ακόμα και όταν τα μανιασμένα κύματα του πόνου και των πειρασμών τον κτυπούν.
Μένει γαλήνιος γιατί έχει βαθιά και γερά θεμέλια. Έχει ταπείνωση, μετάνοια, πίστη και ελπίδα στον Θεό. Έχει νιώσει την αγάπη του Θεού στην ύπαρξή του και γι’ αυτό δεν φοβάται πλέον. Δεν φοβάται τίποτα, ακόμα και τον θάνατο. Ο άνθρωπος του Θεού, είναι σαν έναν φάρο. Φωτίζει και καθοδηγεί τους χαμένους. Μένει αμετακίνητος απέναντι στην αμαρτία, μένει πράος, ήσυχος και ειρηνικός όταν τον κτυπήσουν πειρασμοί και δυσκολίες.

Η επίγεια ζωή μας είναι σαν την θάλασσα, γεμάτη εκπλήξεις. Άλλοτε ευχάριστες, άλλοτε δυσάρεστες. Χωρίς Χριστό η ζωή μας δεν είναι τίποτα άλλα παρά μία βρώμικη σταγόνα μπροστά στον αιώνιο και απέραντο ωκεανό της Χάριτος που η εν Χριστώ ζωή προσφέρει στον άνθρωπο. Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος για τους άλλους. Όχι με λόγια, όχι με υποδείξεις. Αλλά με την σιωπή σου, με την ταπείνωση σου, με την συγχωρετικότητά σου, με την αγάπη σου, με την μετάνοιά σου, με την ζωή σου.
Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος… πάψε να φοβάσαι τα κύματα των πειρασμών, πάψε να απελπίζεσαι με τις πρώτες δυσκολίες. Έχεις οδηγό της ζωής σου τον Αρχηγό της Ζωής και του Θανάτου, έχεις Πατέρα που σε αγαπά, έχεις Θεό που έγινε Άνθρωπος για σένα, έχεις θεμελιωτή της πίστεώς του, τον Παράκλητο.
Είσαι χριστιανός; Μάλλον...είμαι χριστιανός;

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Οικουμενιστές και αντι-Οικουμενιστές προχωρούν από την Αγιοπατερική Παράδοση στην «μεταπατερική» ασυνέχεια!

Ἀπὸ τὴν Ἁγιοπατερικὴ Παράδοση
στὴν «μεταπατερικὴ» ἀσυνέχεια.

Σὲ ἄρθρο ποὺ ἐντοπίσαμε στὸ "Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό", μᾶς λέγει ὁ π. Γεώργιος, ὅτι πρὶν τὴν ἐμφάνιση καὶ ἐπικράτηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, «ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἀνατολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία οὐ μόνον αἱρετικόν οὐ προσίεται δόγμα, ἀλλά καί τάς ὑποψίας αὐτάς ἀποκρούεται» («Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, Ἰ. Καρμίρη, σ. 791).
Σημειώστε· ἀποκρούεται ἀκόμα καὶ τὰς «ὑποψίας»!
Μετὰ τὸ 1902 καὶ κυρίως τὸ 1920, ὅμως, διὰ τῆς Οἰκουμενικῆς κινήσεως(συνεχίζειὁ π. Γεώργιος), προωθεῖται καὶ πραγματοποιεῖται «προοδευτικήἐξίσωση τῶν δυτικῶν Ὁμολογιῶν μέ τή Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία… ὉΟἰκουμενισμός ἔχει ἀποβεῖ ἀληθινή βαβυλώνιος αἰχμαλωσία» καὶ ὡς ἐκ τούτου, συμπεραίνει ὁ π. Γεώργιος, «ὁ Οἰκουμενισμός ἀποδείχθηκε πλέον ὡςἐκκλησιολογική αἵρεση, ὡς ἕνας “δαιμονικός συγκρητισμός”».
Καὶ ἡ ἔλειψη αὐτοκριτικῆς ὁδηγεῖ τὸν π. Γεώργιο στὸ ἑπόμενο μονόπλευρο συμπέρασμα: «Ἀντί, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία μας, νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς μόνης δυνατότητας σωτηρίας ἀνθρώπου καί κοινωνίας, πράττει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Συμφύροντας τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεση, στά ὅρια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί οὐσιαστικά καταξιώνοντας τήν αἱρετική πλάνη, ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας».
Διέλαθε τῆς προσοχῆς τοῦ π. Γεωργίου ὅτι στὶς «Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους» ποὺ χρησιμοποιεῖ, δίνεται καὶ ἡ ἀπάντηση τῆςστάσεως πρὸς ὅλους τοὺς αἱρετικούς· ὄχι μόνον πρὸς ὅσους παραβαίνουν τόσο μεγάλα πράγματα τῆς Πίστεως (ὡς οἱ ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΙ Οἰκουμενιστές), ἀλλὰ καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ «μικρόν τι τούτων παραβαίνουσι»!!! Διαβάζουμε στὶς «Ἀποκρίσεις…»:
«Ἐν γὰρ τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτὲ ἡ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις· ταῦτα γὰρ ἀσάλευτά εἰσι, καὶ ὑπὸ πάντων τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀπαράβατα ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ διαφυλάττονται· καὶ ὁ μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ὡς σχισματικὸς καὶ αἱρετικὸς κατακρίνεται καὶ ἀναθεματίζεται, καὶ ἀκοινώνητοςπαρὰ πᾶσι λογίζεται».
Κατηγορεῖτε, π. Γεώργιε, τὴν «ἐκκλησιαστική ἡγεσία», ἡ ὁποία δὲν «ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀλλὰ κάνετε κι ἐσεῖς (οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές) τὸ ἴδιο. Κοινωνεῖτεμὲ αὐτὴ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία καὶ μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, παρότι διαπιστώνετε ὅτι εἶναι αἱρετικοί, ὅτι ἡ αἵρεσή τους εἶναι ἕνας «δαιμονικόςσυγκρητισμός»! παρότι γνωρίζεται πολὺ καλῶς ὅτι ἡ αἵρεση «ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας»! παρότι γνωρίζετε ὅτι ἡ στάση τῶν Ἁγίων, καὶ ἡ στάση τῆς Συνόδου ποὺ συνέταξε τὶς "«Ἀποκρίσεις…πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους»" εἶναι ἡ Διακοπὴ τῆς κοινωνίας μετὰ τῶν Παναιρετικῶν Οἰκουμενιστῶν ποὺ ἔχουν διὰ τῆς αἱρέσεως κάνει σχίσμα στὴν Ἐκκλησία! Καὶ ποιός εὑρίσκεται στὸ χῶρο τῶν Ἁγίων, πάτερ; (ἂς τὸ σκεφθεῖ αὐτὸ καὶ ὁ κ. Τελεβάντος): Ἐκεῖνος ποὺ κοινωνεῖ μὲ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κάνει "δογματικὸ σχίσμα" στὴν Ἐκκλησία (κατὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη), ἢ ὅσοιδιακόπτουν τὴν μετ' αὐτῶν κοινωνία;

Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι αὐτὰ τὰ γράψατε πρὶν τὴν Σύνοδο στὸ Κολυμπάρι, στὴν ὁποία αὐτὰ νομιμοποιήθηκαν Συνοδικά!!!

Toῦ π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ

Ἀπὸ τὴν Ἁγιοπατερικὴ Παράδοση
στὴν «μεταπατερικὴ» ἀσυνέχεια

Παράδοση στήν γλώσσα τῆς Ὀρθοδοξίας σημαίνει τήν ἀδιάκοπη συνέχεια τοῦ ὀρθοδόξου τρόπου ὑπάρξεως, πού κλείνει μέσα του τήν ἀληθινή πίστη, ὡς φρόνημα καί στάση ζωῆς σέ ὃλες τίς πτυχές της.
1. Ἡ Θεολογία καί Ποιμαντική Πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέχρι τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς (1453) εἶχε ὡς κύριο στόχο της τήν διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς «ἅπαξ τοῖς ἁγίοις παραδοθείσης πίστεως» (Ἰούδ. 3), γιά τήν συνέχεια τῆς ὁμολογίας καί παραδόσεως τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Αὐτό ὅμως ἀπαιτοῦσε καί τήν λόγῳ καί ἔργῳ ἀπόκρουση τῶν αἱρέσεων γιά τήν προστασία τοῦ Ποιμνίου καί τήν διασφάλιση τῆς δυνατότητας σωτηρίας, δηλαδή θεώσεως.
Ἔτσι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τόν 15ο ὥς τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα παρέμεινε ἀμετακίνητη στή στάση της ἀπέναντι στόν δυτικό χριστιανισμό, τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό (Λουθηρανισμό, Καλβινισμό, κ.λπ.) καί τόν Ἀγγλικανισμό, πού χαρακτηρίζονται σαφῶς ὡς αἱρετικές ἐκπτώσεις ἀπό τή Μία Ἐκκλησία.
Στά ὀρθόδοξα δογματικοσυμβολικά κείμενα(1) αὐτῆς τῆς περιόδου ἐκφράζεται θετικά ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική πίστη καί ἀποκρούονται οἱ πλάνες τῶν δυτικοχριστιανικῶν ὁμάδων, πού ἔχουν στερηθεῖ τόν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας, σέ μία ἀδιατάραχτη συνέχεια καί συμφωνία μέ τήν βυζαντινή ἀντιρρητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Παρέμεινε ἔτσι ἀκμαία ἡ ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, κατά τήν ὁποία «ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἀνατολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία οὐ μόνον αἱρετικόν οὐ προσίεται δόγμα, ἀλλά καί τάςὑποψίας αὐτάς ἀποκρούεται»(2).
Ὁμολογεῖται, ἐπίσης, χωρίς περιστροφές, ὅτι «αὐτή μόνη ἡ τῶν Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων (πάλαι μέν Ἑλλήνων, νῦν δέ Γραικῶν καί Νέων Ρωμαίων διά τήν Νέαν Ρώμην καλουμένων) Χριστιανῶν πίστις ἐστίν ἀληθής μόνη ἀκραιφνεστάτη»(3).
Μέ ἀπόλυτη δέ κατάφαση τῆς ὀρθοδόξου ταυτότητος διαπιστώνεται, ὅτι «τά Λουθηροκαλβινικά καί Παπιστικά δόγματα οὐ συνάδει τῇ Ὀρθοδόξῳ ἡμῶν πίστει, ἀνθίστανται δέ μᾶλλον αὐτῇ καί πόρρω τῆς ἀληθείας ἀπεσχοίνισται»(4) (ἔχουν ἀπορριφθεῖ).
Μόνη, συνεπῶς, παραδεκτή βάση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως εἶναι ἡ ἀπόλυτος ἑνότης τῆς πίστεως καί ἡ ὁμοφροσύνη στά δόγματα διά τῆς ἀνεπιφυλάκτου παρά τῶν ἑτεροδόξων ἀποδοχῆς τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων. Μέ βάση δέ τήν σχετική δήλωση τοῦ ἁγίου Μάρκου διακηρύσσεται ἐκ νέου ὅτι «ἐν τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτέ ἡ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις»(5). Καί ὅλα αὐτά λέγονται σέ περίοδο ἐξουθενωτικῆς δουλείας καί ταπεινώσεως τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων.

2. Ἡ ἀταλάντευτη αὐτή στάση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας ἀπέναντι στήν ἑτερόδοξη Δύση ἄλλαξε ἐπίσημα στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ἐπί πατριαρχίας Ἰωακείμ τοῦ Γ΄ (+1912). Αὐτό σημαίνει ὅτι μέ πνεῦμα θετικό ἐγκαινιάζεται στό ἐθναρχικό κέντρο μία νέα στάση ἀπέναντι στήν ἀποκρουόμενη ἕως τότε Δύση, κατά τό πνεῦμα τοῦ φιλοδυτικισμοῦ καί τῶν «οἰκουμενικῶν σχέσεων». Τό κύριο σημεῖο ἀναφορᾶς δέν θά εἶναι πλέον ἡ Ἀνατολή, ἀλλά ἡ Δύση, μέ ὅ,τι αὐτή ἐκφράζει. Ἡ ἀλλαγή αὐτή ὁριοθετεῖται ἀπό τρία σπουδαῖα κείμενα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τήν Ἐγκύκλιο τοῦ πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄ τό 1902(6), τό Διάγγελμα τοῦ 1920(7) καί τήν Ἐγκύκλιο τοῦ 1952(8). 
Ἡ πρώτη πραγματοποιεῖ τό οἰκουμενιστικό ἄνοιγμα στὴ Δυτική Χριστιανοσύνη, ἐνῷ τά ἄλλα ἔχουν καθαρά προγραμματικό χαρακτῆρα, ἐγκαινιάζοντας καί προωθώντας τήν πορεία πρός τόν Οἰκουμενισμό μέ τήν «Οἰκουμενική Κίνηση». Ἡ συμμετοχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σ’ αὐτήν ὁδήγησε στίς σημερινές ἐλεγχόμενες ἀπό τήν ὀρθόδοξη συνείδηση σχέσεις. Αὐτό ὅμως συνδέεται ἄμεσα μέ τήν προοδευτική ἐξίσωση τῶν δυτικῶν Ὁμολογιῶν μέ τή Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία. Μέ τό Διάγγελμα τοῦ 1920 τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προσέφερε τόν καταστατικό χάρτη γιά τήν στάση, πού ὄφειλε νά τηρήσει στό μέλλον ἡ ὀρθόδοξη παράταξη μέσα στήν Οἰκουμενική Κίνηση.
Ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1902 ἄνοιξε τόν δρόμο στή συμμετοχή μας στήν Οἰκουμενική Κίνηση, τό Διάγγελμα τοῦ 1920 προετοίμασε τήν εἴσοδό μας στό ΠΣΕ, ἐνῷ ἡ ἐπί Πατριάρχου Ἀθηναγόρα Ἐγκύκλιος τοῦ 1952(9) λειτούργησε ὡς ὁλοκλήρωση καί ἐπισφράγιση τῆς προγραμματισμένης αὐτῆς πορείας. Γι’ αὐτό μεγάλοι ὀρθόδοξοι Θεολόγοι, ὅπως ὁ Ἰωάννης Καρμίρης καί ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, παρά τήν ἀφοσίωσή τους στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, δέν παρέλειψαν νά ἐκφράσουν τόν δισταγμό τους στά ἀνοίγματα αὐτά καί τίς ἐπιφυλάξεις τους γιά τίς μέσῳ αὐτῶν δρομολογημένες ἐξελίξεις(10).
Ὑπεύθυνη ὅμως καί ἀντικειμενική κριτική στήν Οἰκουμενική Κίνηση ἔχει ἀσκήσει ὁ ὅσιος Ἰουστῖνος (Πόποβιτς), χαρακτηρίζοντας τόν Οἰκουμενισμό μέ τόν ἀκόλουθο τρόπο:

«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδιά ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν Οὑμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμόν. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἳρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις». Καί διερωτᾶται:
«Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτό τό πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καί ὀργανισμός τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθῆ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της θεολόγοι, ἀκόμη καί Ἱεράρχαι, νά ἐπιζητοῦν τήν ὀργανικήν μετοχήν καί συμπερίληψιν εἰς τό ΠΣΕ; Ἀλλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία»(11).
Ὁ Οἰκουμενισμός σ’ ὅλες τίς διαστάσεις καί ἐκδοχές του ἔχει ἀποβεῖ ἀληθινήβαβυλώνιος αἰχμαλωσία σχεδόν ὅλων τῶν τοπικῶν ἡγεσιῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ καύχηση καί ὁ αὐτοθαυμασμός τῶν Οἰκουμενιστῶν μας «γιά μία δῆθεν νέα ἐποχή, πού ἄνοιξε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο» μέ τίς πατριαρχικές Ἐγκυκλίους τῶν ἐτῶν 1902 καί 1920, δέν δικαιώνονται, διότι «αὐτό πού κατορθώθηκε εἶναι νά νομιμοποιήσουμε τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ». Αὐτό εἶναι τό κατασταλαγμένο συμπέρασμα τοῦ π. Θεοδώρου Ζήσηα(12), τό ὁποῖο ἀδίστακτα προσυπογράφω. 

3. Εἶναι, λοιπόν, φανερό ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός ἀποδείχθηκε πλέον ὡςἐκκλησιολογική αἵρεση, ὡς ἕνας «δαιμονικός συγκρητισμός», πού ἐπιδιώκει μία ὁμοσπονδιακή ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν δυτική αἱρετική πανσπερμία. Ἔτσι ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἐπηρεάζει σωτηριολογικά τόν μή ὀρθόδοξο κόσμο, διότι ἔχει ἐγκλωβιστεῖ αὐτή, στά πρόσωπα τῶν κατά τόπους ἡγεσιῶν της, στίς παγίδες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού κατεργάζονται τήν φθορά καί τήν ἀλλοτρίωσή της.
Ἀντί, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία μας, νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς μόνης δυνατότητας σωτηρίας ἀνθρώπου καί κοινωνίας, πράττει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Συμφύροντας τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεση, στά ὅρια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί οὐσιαστικά καταξιώνοντας τήν αἱρετική πλάνη, ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας.
Στήν κατεύθυνση δέ αὐτή ἀκριβῶς ἀποδεικνύεται δαιμονική ἡ παρέμβαση τῆς λεγομένης «Μεταπατερικῆς Θεολογίας», ἡ ὁποία προσφέρει θεολογική κάλυψη καί στήριξη στήν οἰκουμενιστική μας ὑστερία καί στήν κατεδάφιση τῶν πατερικῶν καί παραδοσιακῶν μας θεμελίων. Αὐτό δέν γίνεται, βέβαια, μέ τήν κατ’ εὐθεῖαν πολεμική κατά τῆς συνοδικῆς καί πατερικῆς πίστεως -τοὐναντίον αὐτή συχνά ἐπαινεῖται ὑποκριτικά καί ἐξαίρεται- ἀλλά μέ τήν ἀμφισβήτησητῶν νηπτικῶν προϋποθέσεών της, τήν ἀποφυγή τῆς καταδίκης τῶν αἱρέσεωνκαί τήν de facto, ἔτσι, ἀναγνώρισή τους ὡς Ἐκκλησίας, σωτηριολογικοῦ δηλαδή μεγέθους, ἰσοτίμου μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Μέ αὐτό τόν τρόπο παραμερίζονται τελικά οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἡ διδασκαλία τους μέ τήν ἀνομολόγητη ἀνατροπή τῆς πίστεως καί πράξεως τῆς ἁγιοπατερικῆς Παράδοσης. Ἡ μεταπατερικότητα, δηλαδή, εἶναι, στήν οὐσία της ἀντιπατερικότητα, διότι ἀποδυναμώνει τήν πατερική παράδοση, χωρίς τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία παραμένει ἀθωράκιστη στή δίνη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σχεδίων τῆς Νέας Ἐποχῆς. Καί γιά νά παραφράσουμε τόν Ντοστογιέφσκυ: «Χωρίς Πατέρες ὅλα ἐπιτρέπονται»! Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο ὅμως τόν Παλαμᾶ, «τοῦτό ἐστιν ἀληθής εὐσέβεια, τό μή πρός τούς θεοφόρους Πατέρας ἀμφισβητεῖν»! Ἡ ἀπόλυτη δηλαδή ὑπακοή στούς Ἁγίους Πατέρες μας.

Σημειώσεις
1. Βλ. Ἰω. Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. 1, Ἀθῆναι 1962 καί τ. ΙΙ, Άθῆναι 1953.
2. «Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, Ἰ. Καρμίρη, σ. 791.
3. Στό ἴδιο, σ. 789. 4. Στό ἴδιο, σ. 793. 5. Στό ἴδιο, σ. 791.
6. Βλασίου Ι. Φειδᾶ, Αἱ Ἐγκύκλιοι τοῦ 1902 καί τοῦ 1904 ὡς πρόδρομοι τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920 ἐν τῇ εὐρυτέρᾳ οἰκουμενικῇ προοπτικῇ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, Ὀρθοδοξία 2003, σ.129-139 (ἐδῶ:129).
7. Διάγγελμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Πρός τάς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», Ἰω. Καρμίρη, σ. 950.
8. Στό ἴδιο, σ. 960.
9. Ἀπευθύνεται «πρός τάς αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας».
10. Ὁ μέν π. Φλωρόφσκυ τό 1961 ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό ΠΣΕ, ὁ δέ Ἰωάννης Καρμίρης (τὸ 1953) δηλώνει περίφροντις ἀπό τίς ἐξελίξεις: «Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀνεπιφύλακτος καί ἄνευ ὅρων συμμετοχή (τῆς Ὀρθοδοξίας) εἰς δογματικά συνέδρια καί ἡ ὀργανική σύνδεσις αὐτῆς μετά πολυαρίθμων ποικιλωνύμων Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν καί αἱρέσεων ἐπί βάσεως δογματικῆς καί ἐκκλησιολογικῆς ἐν τῷ Παγκοσμίῳ Συμβουλίῳ τῶν Ἐκκλησιῶν θά ἐσήμαινε παρέκκλισιν ἀπό τῆς ὑπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Διαγέλματος τοῦ 1920 χαραχθείσης γραμμῆς περί συνεργασίας αὐτῆς μόνον ἐν τοῖς ζητήμασι τοῦ Πρακτικοῦ Χριστιανισμοῦ καί γενικῶς δέν θά ἦτο σύμφωνος πρός τάς θεωρητικάς ἀρχάς τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν μακραίωνα παράδοσιν αὐτῆς, ὡς καί τήν διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν μεγάλων Πατέρων αὐτῆς» (ὅπ. π., σ. 953).
11. π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
12. Βλ. ἄρθρο του στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» τῆς 16.7.2004.

«Ας με λένε Μπουμπουλίνα κι ας ψοφάω απ΄ την πείνα!»

Προφητεύει ο Άγιος Γαβριήλ από την Γεωργία:

«Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην Εκκλησία, θα βαπτίζονται και θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό».


Δηλαδή οι πιστοί του Αντιχρίστου θα τηρούν μετά ακρίβειας όλα τα θρησκευτικά και λειτουργικά καθήκοντα παραμένοντας τοπικά και τυπικά εντός της υποταγμένης πια στην Νέα Τάξη Εκκλησίας μας, αλλά ουσιαστικά θα υπηρετούν τον Αντίχριστο.

Το ισχυρότερο όπλο που χρησιμοποιεί ο Αντίχριστος στα χρόνια μας δεν είναι ούτε η φωτιά ούτε το τσεκουρι αλλά Η ΠΛΑΝΗ. Αφού «ἐκεῖνος ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ὅτι ψεύστης ἐστί» (Ιωάνν. η΄ 44). 
Και αποκορύφωμα αυτής της πλάνης και τελευταίο προπύργιο θα είναι Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ  που προωθήθηκε κατά πολύ από την ψευτοσύνοδο του Κολυμπαρίου.


Θα επιτρέψει ο Αντίχριστος και τα όργανά του στην Ορθόδοξο Εκκλησία να συνεχίζει να λειτουργεί κατά τα αιώνια τυπικά της, μα έχοντας αλλοιώσει τον πυρήνα της και απολέσει πια τον πολύτιμο μαργαρίτη που είναι ο Χριστός κραδαίνοντας μονάχα το όστρακο. 
Θα κατέχουν οι άρχοντες της Εκκλησίας την τυπική σφραγίδα της αλλά θα έχουνε χάσει την σφραγίδα της Ορθής πίστης και Πατερικής παράδοσης.
Τοιουτοτρόπως θα πηγαίνει ο δείνα στην Εκκλησία θεωρώντας ότι ακολουθεί τον Χριστό μα εντούτοις θα ακολουθεί με πιστότητα τον Αντί-χριστο.
Δυστυχώς οι Επίσκοποι-Μητροπολίτες μας (υπερφίαλοι σαν τους κόκορες) ξεπέσανε σε ευγνώμονες θεματοφύλακες των πολιτικών συμφερόντων της εκάστοτε εξουσίας που τους έφτιαξε Δεσποτάδες (κατά την λαϊκή ρήση: «φτιάχνω Παπάδες») Γι΄ αυτό και ουδέποτε θα διανοηθούν να εγκαταλείψουν την βάρκα και να θυσιάσουν για τον Χριστό την εφήμερη εξουσία τους αφού αυτή είναι η μόνη που νοηματοδοτεί την αξιολύπητη και προσκυνημένη ζωούλα τους.
Φωνάζουν και κομπορρημονούν δείχνοντας τα δόντια τους σαν το σκυλί που από απόσταση ασφαλείας γαυγίζει, αλλά έως ότου τεντωθεί το σχοινί στο λαιμό τους.


Εξαντλούνται σε κάλπικους λεονταρισμούς για εφέ και φιγούρα, σε χαρτοπόλεμο και άντε καμία κουβέντα παραπάνω στο ξύλινο κήρυγμα τους αλλά πάντοτε εκ του ασφαλούς.
Το μόνο που υπαρξιακά τους ενδιαφέρει είναι η Διοικητική τους υπόσταση και το πως με κάθε ηθικό ή ανήθικο μέσο θα κρατηθούν σαν τα στρείδια από αυτήν αφού μέσω αυτής και μόνο νοιώθουν ότι υπάρχουν (κατά το λαϊκόν και πάλι: «Ας με λένε Μπουμπουλίνα κι΄ ας ψοφάω απ΄την πείνα!»).

 

 Αλλά και έστω αν βρεθεί ένας που θα τολμήσει το αξεπέραστο θα πρέπει να τον εκθέσουμε στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας ως το σπανιότατο είδος της ιστορίας του πλανήτη μας .
Σε αυτές τις έσχατες και πολύ προσεχείς καταστάσεις λοιπόν ποια η θέση των Ορθοδόξων Χριστιανών;


Πιστεύω ότι όσοι διαθέτουν και την παραμικρή, ως κόκκο σινάπεως, πίστη και τιμιότητα, είτε Ιερείς και Μοναχοί, είτε λαϊκοί θα αναγκαστούν αργά ή γρήγορα, (με ότι αυτό θυσιαστικά συνεπάγεται παίρνοντας πάνω τους το στίγμα του αποτειχισμένου, σχισματικού καιαφορεσμένου)να εξέλθουν και να απελευθερωθούν από τα διοικητικά και πνευματικά πλαίσια της εξουσίας των Οικουμενιστών Μητροπολιτών της Εκκλησίας μας (και της αυλής τους) λατρεύοντας εν διωγμώ και εν Σταυρώ μεν αλλά με ήσυχη και ανεπαυμένη συνείδηση τον Χριστό και την αλήθεια Του. 
Οὐδεὶς οἰκέτης δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ (Λουκ. ιστ΄ 13).

Ένας ενοχλητικός Μοναχός

ΤΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ «Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε» (Α΄ Κορ. 3,9)

Μία ἀπὸ τὶς ἀνάγκες ποὺ ἔ­χει ὁ ἄνθρωπος ἐ­δῶ στὴ γῆ εἶνε ἡ στέγη, τὸ σπίτι. Βράδιασε; Ὅπως τὸ πουλὶ κι αὐ­τὸ τὸ ἄγριο θηρίο γυρίζει στὴ φωλιά του, καὶ δὲν ὑπάρχει ζων­τα­νὸ ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ φωλιά, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος ἔ­χει ἀνάγκη ἀπὸ ἕνα μέρος ποὺ θὰ στεγά­σῃ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν οἰ­κογένειά του. Κανείς δὲν θέλει νά ᾽νε ἄ­στεγος· ὅλοι προσπαθοῦν νὰ χτίσουν ἕνα σπίτι. Κάνουν τὰ πάντα γι᾽ αὐτό· καὶ οἰκόπεδα ἀγοράζουν, καὶ χρή­ματα δανείζον­­ται, καὶ τότε θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους εὐτυ­­χῆ ὅταν μπορέσουν νὰ μποῦν μέσα στὸ σπίτι.
Σπίτια διάφορα, μεγάλα, πολυώροφα, παλά­τια, οὐρανοξύστες. Ὁ κόσμος θεωρεῖ αὐτοὺς ποὺ κατοικοῦν σὲ τέτοια μέγαρα εὐτυχισμένους. Ἀλλὰ εἶνε ἔτσι; Ὅταν ὁ Θεὸς σείει τὴ γῆ, τότε τὰ σπίτια πέφτουν κ᾽ οἱ ἄνθρωποι φο­νεύονται. Τὸ εἶπε κι ὁ Χριστός· ὅταν στὰ Ἰερο­σόλυμα τοῦ ἔδειχναν τὶς μεγάλες οἰκοδομὲς εἶπε· Ὅλα αὐτὰ θὰ γκρεμιστοῦν, δὲ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθῳ» (Λουκ. 19,44). Τὰ καλύβια εἶνε εὐλογη­μένα· τὰ μέγαρα ποὺ στήθηκαν μὲ ἀδικίες καὶ πλεονεξίες, ἂν ἕνας ἄγγελος Κυρίου τὰ πιά­σῃ καὶ τὰ στύψῃ, θὰ στάξουν αἷμα ἀ­δικημένων.
Ἀλλὰ γιατί, ἀδελφοί μου, σᾶς ἀπασχολῶ μὲ τὰ σπίτια, μικρὰ καὶ μεγάλα; Διότι γι᾽ αὐτὸ μᾶς μιλάει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· ὁλόκληρος ὁ σημερινὸς ἀπόστολος λέει γιὰ κάποια οἰ­κοδομή. Θὰ ἤμουν εὐτυχής, ἂν μποροῦσα νὰ κάνω τὸν καθένα σας νὰ ἐπιθυμή­σῃ ν᾽ ἀγορά­σῃ ἕνα διαμέρισμα σ᾽ αὐτήν! Εἶνε μιὰ μεγάλη – τεράστια οἰκοδομή· ἀρχίζει ἀπὸ ᾽δῶ στὴ γῆ καὶ φτάνει μέχρι τὸν οὐ­ρανό· χωράει μέσα ὅ­λους, ὄχι μόνο τοὺς βασιλιᾶδες ἀλλὰ καὶ τοὺς πιὸ φτωχούς· οἰκοδομὴ ἀ­θάνατη καὶ αἰωνία. Ποιά ἆραγε νὰ εἶνε αὐτὴ ἡ οἰκοδομή; καὶ πῶς μπορεῖ καθένας μας ν᾽ ἀποκτήσῃ ἕνα μέ­ρος σ᾽ αὐ­τήν, νὰ συμπεριληφθῇ στοὺς ἐνοίκους της; Μᾶς τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε» (Α΄ Κορ. 3,9). Ἡ οἰκοδομὴ αὐτὴ εἶνε ἡ Ἐκκλησία.

Ἀλλ᾽ ὅταν λέμε «Ἐκκλησία», ἀγαπητοί μου, δὲν ἐννοοῦμε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ. Τὰ κτήρια μπορεῖ νὰ τὰ γκρεμίσουν οἱ ἄπιστοι καὶ μιὰ μέρα νὰ μὴν ὑπάρχῃ καμμιά ἐκκλησιὰ πάνω στὴ γῆ. Ἡ οἰκοδομὴ ὅμως τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλη­σία, εἶνε κάτι ἄλλο, πολὺ μεγαλύτερο καὶ ὑψη­λότερο. Ἡ Ἐκκλησία θὰ ὑπάρχῃ στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπως τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν.
Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια· Ἐκκλησία εἶνε ὅλοι ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό. Ἐκκλησία δὲν εἶνε μόνο ὁ δεσπότης μὲ τὰ χρυσᾶ καὶ τὶς μίτρες, ὁ παπᾶς καὶ ὁ διᾶκος, οἱ ἐπίτροποι καὶ οἱ ψαλτάδες καὶ οἱ νεωκόροι·

Ἐκκλησία εἶνε καὶ μιὰ γριούλα ἀγράμματη ποὺ τὸ Δεκαπεν­ταύγουστο γονατίζει στὴν Παναγιά, κ᾽ ἕνα παι­δάκι φτωχὸ ποὺ ἀκούει τὸ μάθημα τοῦ κατηχητικοῦ καὶ τραγουδάει σὰν ἀηδονάκι τὰ τραγούδια τοῦ Χριστοῦ μας, κ᾽ ἐκεῖνος ὁ ζητιάνος ποὺ προσκυνάει τὶς εἰκόνες καὶ ζητάει τὴν προστασία τῶν ἁγίων· καθένας ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, ἀπὸ τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ κρατάει στὴν ἀγκαλιὰ ἡ μάνα μέχρι τὸν ἀσπρομάλλη γέρο, ὅλοι εἶνε Ἐκκλησία, οἰκοδομὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δέχεται τοὺς μεγάλους, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο οἱουδήποτε χρώματος, κοινω­νικῆς καταστάσεως καὶ φυλῆς. Προχωρῶ. Ἐκ­κλησία δὲν εἴμαστε μόνο ὅσοι ζοῦμε σήμερα· Ἐκκλησία εἶνε καὶ οἱ γονεῖς μας καὶ οἱ παποῦ­δες μας, γενεὲς γενεῶν, ὅλοι ὅσοι κοιμοῦν­ται στὰ νεκροταφεῖα. Γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ὑπάρχει θάνατος· «δὲν εἶνε Θεὸς νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων» (Λουκ. 20,38). Ὅλοι αὐτοὶ εἶνε Ἐκκλησία. Μὲ τὴ διαφο­ρά, ὅτι ὅσοι εἶνε ἀκόμα ἐδῶ στὴ γῆ λέγονται Ἐκκλησία στρατευομένη, γιατὶ κάνουν πόλεμο, ἐνῷ ὅσοι πέρασαν τὶς πύλες τοῦ θανάτου καὶ εἶνε στὰ οὐράνια λέγονται Ἐκκλησία θρι­αμβεύουσα. Αὐτὴ εἶνε Ἐκκλησία, καὶ αὐτὴν ὀνομάζει «οἰκοδομὴ» ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Ἀλλὰ ὅπως κάθε οἰκοδομὴ ἔχει θεμέλιο κι ὅσο πιὸ μεγάλη εἶνε τόσο τὰ θεμέλια πρέπει νά ᾽νε πιὸ γερὰ καὶ νά ᾽νε χτισμένη πάνω σὲ βράχο, ἔτσι καὶ αὐτὴ ἡ πνευματικὴ οἰκοδομή, τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, ἔχει θεμέλιο. Θεμέλια ὑπάρ­χουν πολλά· θεμέλιο γιὰ τὸ χρηματιστήριο εἶ­νε τὸ χρῆμα, θεμέλιο γιὰ τὸ πανεπιστήμιο εἶνε ἡ σοφία καὶ ἡ γνῶσι, θεμέλιο γιὰ τὸ κράτος εἶνε τὰ ὅπλα καὶ ὁ στρατός. Καὶ θεμέλιο γιὰ τὴν Ἐκκλησία ποιό εἶ­νε; Τίποτε ἀπ᾽ αὐτά. Ἀλ­λοίμονο ἂν ἡ Ἐκκλησία στηριχθῇ στὴ βία, στὴν ἔπαρσι τῆς ἐπιστήμης, στὸ χρῆμα καὶ στὰ τιμο­λόγια. Τότε θὰ ἔρθῃ γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὁ προφήτης Ἠλίας μὲ τὴ ῥομφαία του, νὰ μᾶς κόψῃ ὅ­λους τοὺς κληρικούς, ὅσοι μεταβάλλουν τὸν οἶ­κο τοῦ Θεοῦ σὲ «οἶκον ἐμπορίου» (Ἰω. 2,16). Δὲν ἔ­χουν θέσι οἱ δίσκοι. Τί φο­βερὸ τὴν ἱερώτερη στιγμὴ ν᾽ ἀκούγωνται τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα! Μὴ δίνουμε δικαίωμα στοὺς χιλι­αστὰς καὶ τοὺς προτεστάντες νὰ κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία μας. Εἶμαι βέβαιος, ὅτι ὁ λαὸς θὰ δώσῃ περισσότερα χωρὶς δίσκους.
Ποιό εἶνε λοιπὸν τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησί­ας μας; Μεγάλο λόγο λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τὸν θεμέλιο λίθο τῆς Ἐκκλησίας δὲ μποροῦν νὰ τὸν κλονίσουν οὔτε ὅλοι οἱ δαίμο­νες. Κανείς, λέει ὁ ἀπόστολος, δὲν μπορεῖ νὰ βάλῃ ἄλλον θεμέλιο στὴν Ἐκκλησία ἐκτὸς ἀ­πὸ αὐτὸν ποὺ ὑπάρχει, καὶ αὐτὸς εἶνε Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός (Α΄ Κορ. 3,11). Θεμέλιό της δὲν εἶνε ὁ τάδε βασιλιᾶς ἢ ἡ τάδε βασίλισσα ἢ οἱ κυ­ρίαρχοι τοῦ κόσμου· θεμέλιο εἶνε ὁ σταυρωθεὶς καὶ ἀναστὰς Χριστός, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Γι᾽ αὐτὸ εἶνε πολὺ μικρὸς αὐτὸς ποὺ θὰ τὰ βάλῃ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Τὸ εἶπε ὁ ἴ­διος ὁ Χριστός. Ὅταν ρώτησε τοὺς ἀποστόλους «Τί λέει ὁ κόσμος γιὰ μένα;» καὶ ἄλλοι εἶπαν «Εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἠλίας», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἰερεμίας ἢ ἕ­νας τῶν προφητῶν», τοὺς λέει· «Ἐσεῖς τί ἰδέα ἔχετε γιὰ μένα;». Τότε ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπήντησε· «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καὶ ὁ Χριστὸς χάρηκε καὶ τοῦ λέει· «Σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὄχι ὅπως τὰ ἑρμηνεύουν οἱ φράγκοι, ἀλλ᾽ ὅπως τὰ ἑρμηνεύουν οἱ πατέρες· Πέτρε, εἶπες μιὰ μεγάλη ἀλήθεια. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, ὅτι ἐγὼ δὲν εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶμαι αὐτὸς ὁ Θεός, ὁ ἕνας τῆς ἁγίας Τριάδος, αὐτὴ ἡ πίστις στὸ πρόσωπό μου, αὐτὸ εἶνε τὸ θεμέλιο ἐπάνω στὸ ὁ­ποῖο θὰ θεμελιώσω τὴν Ἐκκλησία μου (Ματθ. 16,16-18).
Μιὰ οἰκοδομὴ ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ θεμέλιο ἔχει καὶ στύλους, κολῶνες. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας. Ποιές εἶνε οἱ κολῶνες, οἱ στῦλοι της; Ἂν διαβάσετε τοὺς ὕμνους καὶ τὰ ἀπολυτίκια, θὰ δῆτε ὅτι κολῶνες ποὺ μετὰ τὸ Χριστὸ στηρίζουν τὴν ἁγία μας πίστι, «κρηπῖδες», «βάσεις», «στῦλοι» τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, λέγονται οἱ προφῆται, οἱ ἀπόστολοι, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ εἶνε οἱ στῦλοι της.
Μιὰ οἰκοδομὴ ἐπίσης χτίζεται μὲ λιθάρια, πλῆθος λιθάρια. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἂν ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ θεμέλιο καὶ οἱ πατέρες οἱ στῦ­λοι, ἐμεῖς εἴμαστε τὰ λιθάρια της. Ὁ κάθε πιστὸς εἴμαστε ἕνα λιθαράκι, λιθαράκι ὄχι νεκρὸ ἀλλὰ ζωντανό, ποὺ τὸ παίρνει ἡ ἁγία Τρι­άδα μέσα ἀπ᾽ τὰ χώματα τὴ λάσπη καὶ τὴ βρώμα, τὸ πλένει καὶ τὸ καθαρίζει μὲ τὸ ἅγιο βάπτι­σμα, καὶ τὸ πελεκάει γιὰ νὰ τὸ βάλῃ στὴ θέσι του. Ὅπως ὁ μάστορας χτυπάει κάθε πέτρα μὲ τὴ σμίλη καὶ τῆς δίνει τὸ σχῆμα ποὺ θέλει, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε ἐλαττώματα, μᾶς χτυπάει – πελεκάει ὁ Θεός. Πῶς; Μὲ τὴ θλῖψι, τὰ δυστυ­χήματα, τὸν πόνο, τὰ δάκρυα, ἔτσι γινόμαστε πέτρες κατάλληλες γιὰ τὴν θεία οἰκοδομή.
Ἂς προσέξουμε κάτι ἀκόμη. Σ᾽ ἕνα τοῖχο, γιὰ νὰ κολλήσῃ τὸ ἕνα λιθάρι μὲ τὸ ἄλλο, χρει­άζε­ται κονίαμα, λάσπη μὲ ἀσβέστη· χωρὶς αὐτὸ σπίτι δὲν χτίζεται. Ἔτσι καὶ στὴν οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ποιό εἶνε ἐκεῖνο ποὺ ἑνώνει τὸν ἕ­να Χριστιανὸ μὲ τὸν ἄλλο καὶ μᾶς κάνει ἕνα; Ἡ ἀγάπη· ἡ ἀγάπη ὅπως τὴν δίδαξε καὶ τὴν ἐ­φήρμοσε ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἀπόστολοι. Ἔτσι βλέπουμε ὅτι στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς ἦταν «ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πράξ. 4,32).

Μιὰ προφητεία καὶ τελείωσα. Εἶπε ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ὅτι θά ᾽ρθη μέρα ποὺ καὶ τὰ ἄ­στρα θὰ πέσουν σὰν τὰ φύλλα τῆς συκιᾶς (βλ. Ματθ. 24,29. Μᾶρκ. 13,25. Ἀπ. 6,13). Ἀπὸ τότε ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία του πέ­ρα­σαν δυὸ χιλιάδες χρόνια καὶ θὰ περάσουν κι ἄλλα. Στὸ διάστημα αὐτὸ πολλὰ ἔγιναν καὶ θὰ γίνουν· θὰ πέσουν θρόνοι καὶ βασίλεια, θ᾽ ἀλ­λάξῃ ὁ χάρτης πολλὲς φο­ρές. Μέσ᾽ στὸν ὠκεα­νὸ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ χρόνου τί μένει; Μικρὰ – μεγάλα καρά­βια θὰ πνιγοῦν, ἀλλὰ ἕνα θὰ μεί­νῃ ἀβύθιστο καὶ θὰ θριαμβεύῃ αἰωνίως· ἡ Ὀρθό­δοξος Ἐκκλη­­σία τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο κι ἂν τὴν πο­λεμήσουν οἱ διῶ­κται, οἱ αἱρέσεις, οἱ δαίμονες, ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ· γιατὶ ἔχει θεμέλιο τὸ Χριστό, κι ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ ᾅδου δὲν θὰ μπορέ­σουν νὰ τὴ νι­κήσουν (Ματθ. 16,18). Ὅποιος πάει κόν­τρα μὲ τὴν Ἐκκλησία θὰ σπάσῃ τὰ μοῦτρα του, θὰ γί­νῃ στάχτη· ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ μὲ τὸν Κύ­ρι­ον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖ­τε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Προφήτου Ἠλιού (σήμερα Παντανάσσης) Τζιτζιφιῶν – Ἀθηνῶν τὴν 4-8-1963.

«ΜΗ ΧΤΙΣΕΤΕ ΠΟΤΕ ΤΖΑΜΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ…» Πέντε χρόνια ἀπὸ τὴν διακοσιοστὴ ἐπέτειο τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας ἐμεῖς θὰ τολμήσουμε νὰ ὑψώσουμε στὴν πρωτεύουσά μας, ἀντὶ τῶν Καμπαναριῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, τὶς λόγχες τοῦ Ἰσλάμ, τοὺς μιναρέδες τοῦ τεμένους, βγάζοντας μὲ τὰ ἴδια μας τὰ χέρια τὰ μάτια μας

Αὐτὰ εἶπε σὲ Ἕλληνα διπλωμάτη, φιλέλληνας Αἰγύπτιος ἀξιωματοῦχος, μουσουλμάνος τὸ θρήσκευμα, ἐμπιστευτικά, συνταξιδεύοντας ἀεροπορικὰ ἀπὸ Κων/λη γιὰ Ἀθήνα. «Ἀφῆστε τους νὰ προσεύχονται ὅπως καὶ τώρα, ἄτυπα, ὅπου μποροῦν καὶ θέλουν. Ἐπίσημο ὅμως τζαμὶ μὴ τοὺς χτίσετε»!!

Γιατί ἄραγε μίλησε ἔτσι ἕνας μουσουλμάνος; Μήπως ἀπὸ ἀκραῖο φιλελληνισμὸ καὶ ἔσχατη ἀγάπη γιὰ τὴν Ἑλλάδα; Ἢ μήπως ἀπὸ βαθιά, ἐσωτερική, ἀπὸ πρῶτο χέρι καὶ ἀπὸ μέσα γνώση τοῦ τί εἶναι ἕνα Ἰσλαμικὸ τέμενος καὶ τί σημαίνει ἕνα τζαμί; Δὲν ἀποκλείεται κανένα ἀπὸ τὰ δύο ἐνδεχόμενα. Ὅμως… Εἶναι σὰ νὰ ἔλεγε: «Ξέρετε τί δύναμη ἔχουν οἱ ἰμάμηδες, οἱ χοτζάδες, οἱ μουφτῆδες καὶ οἱ μουλάδες; Θεὸς νὰ σὲ φυλάει! Ἔχουν ἐξουσία ζωῆς καὶ θανάτου. Μπορεῖ νὰ φανατίσουν μέχρις ἐσχάτων ὁλόκληρο πλῆθος πιστῶν. Ἐλέγχουν ἀπὸ τὸν ἀριθμὸ τῶν γεννήσεων μέχρι τὸ ποιὸς θὰ γίνει καμικάζι, μάρτυρας τοῦ Ἰσλάμ… Δεῖτε σχετικὲς προβολὲς στὸ Διαδίκτυο… Μάλιστα ὅταν ἔχουν ἕνα χῶρο ἄβατο καὶ ἀπόρθητο, ἐπενδεδυμένο μὲ ἱερότητα, ὅπως ἕνα τέμενος, εἶναι τελείως ἀνεξέλεγκτοι. Ποιός θὰ τολμήσει νὰ πατήσει τὸ πόδι του ἐκεῖ μέσα; Ὅταν ὅμως εἶναι σκόρπιοι, ἔχουν καὶ κάποιο φόβο… Σὲ μία πολυκατοικία, σὲ μία γειτονιά… Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι, μπορεῖ καὶ ἡ ἀστυνομία νὰ ἐπέμβει… Σὲ ἕνα τζαμὶ εἶναι μόνο αὐτοὶ καὶ ὁ Ἀλλάχ…».

Ἐμεῖς πέρα ἀπὸ κάθε διάκριση καὶ σύνεση ψηφίσαμε στὴν Ἑλληνικὴ Βουλὴ τὴν ἀνέγερση τζαμιοῦ καὶ μάλιστα μὲ χρήματα τοῦ Δημοσίου γιὰ λόγους ἐλέγχου τῶν πραγμάτων καὶ τῶν δράσεων στὸ θρησκευτικὸ αὐτὸ κτήριο. Ἀλήθεια, θὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴ δυνατότητα καὶ ἐξασφάλιση; Θὰ μποροῦμε νὰ ἐλέγχουμε τὰ πράγματα; Πόσο γελασμένοι εἴμαστε! Πόσο θλιβεροὶ εἴμαστε! Ἅπαξ καὶ χτίσαμε τὸ τζαμὶ καὶ τοὺς δώσαμε τὰ κλειδιά, πάει μετά… Στὴ Θράκη, γιὰ παράδειγμα, ὅπου ὑφίσταται ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία καὶ τὸ ὑπεύθυνο κράτος καὶ τόσα ἀσφαλῶς δαπανῶνται καὶ οἱ ὑπάρχουσες ὑποδομὲς καὶ δομὲς ἐλέγχονται ἀπὸ ἑλληνικοὺς κρατικοὺς φορεῖς καὶ ἀξιωματούχους, παντοῦ, καὶ ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχουν μουσουλμανικὲς κοινότητες, τί ἀκοῦμε καὶ τί μαθαίνουμε; «Ἁλωνίζει τὸ τουρκικὸ προξενεῖο τῆς Κομοτηνῆς… Πιέζονται οἱ Πομάκοι νὰ ἀκολουθήσουν γλώσσα καὶ νοοτροπία τουρκική… Μητέρα Πατρίδα καὶ Μητέρα Πατρίδα φωνάζουν συνεχῶς… Σημαῖες καὶ σημαιοῦλες κυκλοφοροῦν… Ὑπάρχουν μουφτῆδες ἐπίσημοι καὶ ἀνεπίσημοι… Ὑποτροφίες καὶ σπουδὲς στὰ μαῦρα βάθη τῆς Τουρκίας… Ἐπισκέψεις καὶ ἐπιδοτήσεις… Κηδεῖες καὶ κόμματα μὲ συγκεκριμένα χρώματα…»

Εἶναι δυνατὸν τώρα νὰ ἐλεγχθεῖ ἕνας κλειστὸς θρησκευτικὸς χῶρος, ὅταν δὲν μπορεῖ πλήρως νὰ ἐλεγχθεῖ ἕνας ἀνοιχτός; Καὶ τοῦτο, διότι κάθε μουσουλμανικὴ σπιθαμὴ θεωρεῖται ἱερή, μάλιστα δὲ ὑπάρχουν μουσουλμανικὲς χῶρες ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ὅλη ἡ ἐπικράτειά τους εἶναι ἕνα ἀπέραντο τζαμί!! Δηλαδὴ τί σημαίνει αὐτό; Τὸ τζαμὶ βγαίνει πρὸς τὰ ἔξω, προσευχητικὰ καὶ θρησκευτικά, πρὸς τὰ μέσα ὅμως δὲν μπαίνει κανένας, χωρὶς νὰ θεωρηθεῖ βέβηλος καὶ ἄπιστος… μὲ ὁποιαδήποτε ἀφορμή. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι κινδύνεψε νὰ καεῖ ἡ Ἀθήνα γιὰ σκισμένες σελίδες τοῦ Κορανίου ἐνδεχομένως, ἀλλὰ καὶ τί τράβηξαν ἀπὸ τὸν φανατισμὸ καὶ τὴ μισαλλοδοξία τῶν μουσουλμάνων οἱ πρόγονοί μας στὴν Τουρκοκρατία καὶ δὴ οἱ Νεομάρτυρες…

Ἂς ρωτήσουν οἱ ὑπεύθυνοι πολιτικοὶ τί γίνεται στὰ τζαμιὰ τῆς Ἀνατολῆς… Ἀκόμη καὶ στὴν Εὐρώπη… Τί ἀπειλὲς ἐκτοξεύουν τὰ πρώην χριστιανόπουλα, τὰ σπουδαγμένα μάλιστα, παιδιὰ τῆς Εὐρώπης, ποὺ ἀσπάστηκαν τὸ Ἰσλάμ, πρὸς τοὺς ἐπὶ δεκαετίες συμπολίτες τους. Νομίζουμε ὅτι εἶναι ἀμέτοχα τὰ ἱδρύματα αὐτὰ στὴν ἀνάπτυξη τοῦ λεγόμενου φονταμενταλισμοῦ, στὴν ἐπιβολὴ κατὰ περιοχὴ τοῦ νόμου τῆς Σαρία, στὴ στρατολόγηση μαχητῶν τοῦ προφήτη, ὄχι γιὰ νὰ πᾶνε κάτω στὴ Συρία, ἀλλὰ γιὰ νὰ φέρουν τὸ μήνυμα τοῦ προφήτη μέσα στὴν Εὐρώπη, μὲ τὰ γνωστὰ ἀποτελέσματα;

Γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά; Ἀπὸ ἄγνοια πρωτίστως καὶ ἀπὸ πολιτικὴ σκοπιμότητα καὶ μυωπία. Νομίζουν οἱ ἀδαεῖς ὅτι τὸ Ἰσλὰμ εἶναι μία θρησκεία σὰν ὅλες τὶς ἄλλες, ὅτι ὑπάρχει σκληρὸ καὶ μαλακὸ Ἰσλάμ, ὅτι μπορεῖ νὰ γίνει τὸ ἴδιο κι ἐδῶ, ὅπως κάνουμε κι ἐμεῖς – μόλις καὶ μετὰ βίας – σὲ κάποιες μουσουλμανικὲς χῶρες, καὶ διατηροῦμε Πατριαρχεῖα, ναοὺς καὶ μοναστήρια…

«Πλανῶνται οἱ δυστυχεῖς πλάνην οἰκτράν»! Ἐμεῖς ἤμασταν ἐκεῖ. Μᾶς βρῆκε τὸ Ἰσλάμ. Ἐκεῖ ὑπάρχουν ἐξισλαμισμένοι καὶ κρυφοὶ χριστιανοὶ καὶ ἡ συνείδηση δὲν τοὺς ἀφήνει καὶ γιὰ θρησκευτικοὺς καὶ γιὰ τουριστικοὺς λόγους νὰ πειράξουν τὰ ὀρθόδοξα οἰκήματα. Λίγοι ὅμως ναοὶ καταστράφηκαν στὴν ἐγγὺς Ἀνατολὴ καὶ στὴ Β. Ἀφρική; Δὲν διώκεται ὁ Χριστιανισμὸς στὴν Αἴγυπτο; Ὑπάρχουν, ἀλήθεια, ἐκτὸς ἀπὸ ἐρείπια, ναοὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία; Ὑπάρχουν ναοὶ στὴ Σαουδικὴ Ἀραβία, στὰ Ἐμιράτα κλπ; Ἐδῶ μία ἔρημη θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης θέλουμε νὰ ἐπαναλειτουργήσουμε καὶ ἡ καχυποψία καὶ ἡ ἐπιφύλαξη τῆς Ἄγκυρας – αὐτὸ ποὺ στοιχειωδῶς δὲν ἔχουμε ἐμεῖς – δὲν τὸ ἐπιτρέπουν. Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὴν Παναγία Σουμελᾶ καὶ τὴν Ἁγιὰ – Σοφιά;

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὸ Φανάρι ἀνακαινίσθηκε μὲ ἑλληνικὰ χρήματα – δωρεὰ Ἀγγελόπουλου – καὶ μεῖς πᾶμε νὰ χτίσουμε ὁλόκληρο τζαμὶ σὲ καιρὸ φτώχειας; Οἱ Τοῦρκοι δὲν ἀφήνουν ἑλληνορθόδοξες ἐκκλησιὲς – ἀναγνωρισμένα μνημεῖα τῆς Οὐνέσκο – στὴ ἱστορικὴ μορφὴ καὶ χρήση ποὺ εἶχαν, καὶ τὶς μετατρέπουν σὲ τζαμιά, στὸν 21ο αἰώνα, καὶ μεῖς στὸ κέντρο τῆς Ἑλλάδος τοὺς χαρίζουμε ὁλόκληρο τέμενος; Δὲν ὑπάρχει αἴσθηση κοινῆς λογικῆς καὶ λογικὴ ἀμοιβαιότητας στὸ ἑλληνικὸ κοινοβούλιο;

Ἡ ἄγνοια τῶν βουλευτῶν ἔγκειται στὸ τί εἶναι τὸ Ἰσλάμ. Τὸ Ἰσλὰμ εἶναι κατὰ βάση ἐπίθεση, ἐπέκταση, ἅλωση, βία… Ἄλλοτε φέρεται σὰ θρησκεία καὶ ἄλλοτε σὰν ἐπελαύνουσα ἔνοπλη δύναμη καὶ κράτος. Ὑπάρχουν δὲ ἀρκετὲς ἐκδοχὲς τῆς ἰσλαμικῆς πίστης, ποὺ ὁπωσδήποτε δὲν μποροῦν νὰ καλυφθοῦν ὅλες κάτω ἀπὸ ἕνα γενικὸ τέμενος. Συνεπῶς τὸ ἕνα τέμενος θὰ φέρει τὸ ἄλλο… Καὶ τίνος χατήρι νὰ χαλάσεις μετά… Καὶ μὲ δικά σου χρήματα ἀσφαλῶς… Ἀλλιῶς μεροληπτεῖς ὑπὲρ τοῦ πρώτου τεμένους…

Καὶ ἡ γύρω περιοχή; Καὶ ἂν βρεθεῖ ἐκεῖ μία αἰτία βεβήλωσης καὶ ἡ γῆ μολυνθεῖ ἀπὸ χοιρινὸ ἢ κάτι ἄλλο, θὰ ψάχνουμε μετὰ γιὰ ἄλλα χωράφια; Μὴ κρίνουμε ἀπὸ τὴν ἀνοιχτοσύνη καὶ ἀνεκτικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας… Κάθε τρεῖς καὶ λίγο μετὰ θὰ ἔχουμε καὶ μία διαδήλωση διαμαρτυρίας στὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν μὲ τὶς πράσινες σημαῖες, τὶς ποδιές, τὰ σαρίκια, τὶς μαντῆλες, τὶς κελεμπίες καὶ τὰ οὐρανομήκη «Ἀλλαχοῦ ἀκμπάρ».

Κι ἕνα τελευταῖο: Μᾶς χωρίζουν μόλις πέντε χρόνια ἀπὸ τὴ διακοσιοστὴ ἐπέτειο τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας 1821 – 2021 μ.Χ. Καὶ ἀντὶ οἱ ἀχάριστοι καὶ ἀμνήμονες, οἱ ταλαίπωροι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, νὰ βάλουμε τὰ δυνατά μας, ἔστω μὲ τὰ ἴδια χρήματα τοῦ προϋπολογισμοῦ τοῦ τζαμιοῦ, νὰ φτιάξουμε ἐπὶ τέλους τὸ ΤΑΜΑ τοῦ ΕΘΝΟΥΣ, τὴν ὑπόσχεση τῶν Πατέρων μας, τὸ ἐλάχιστο Ἀντίδωρο στὸ Θεὸ γιὰ τὸ μεγάλο ΔΩΡΟ τῆς Ἐλευθερίας μας ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἐμεῖς θὰ τολμήσουμε νὰ ὑψώσουμε στὴν πρωτεύουσά μας, ἀντὶ τῶν Καμπαναριῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, τὶς λόγχες τοῦ Ἰσλάμ, τοὺς μιναρέδες τοῦ τεμένους, βγάζοντας μὲ τὰ ἴδια μας τὰ χέρια τὰ μάτια μας. Κρίμα!!!

τῆς «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΛΑΜΙΑΣ»

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΦΟΒΕΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ !!

Ο χρόνος μας είναι μετρημένος. Περιμένουμε χρόνια δύσκολα, χρόνια επικίνδυνα και γι αυτήν την ζωή μας. Λύσσαξε ο διάβολος κι άνοιξε το στόμα του σαν άδης να μας καταπιή όλους μέσα



Οι καιροί λοιπόν απαιτούν ακόμα περισσότερη προσευχή, 
μετάνοια και εγρήγορση από όλους μας.

Ο χρόνος μας είναι μετρημένος. Περιμένουμε χρόνια δύσκολα, χρόνια επικίνδυνα και γι αυτήν την ζωή μας. Λύσσαξε ο διάβολος κι άνοιξε το στόμα του σαν άδης να μας καταπιή όλους μέσα. Μακάριος ο άνθρωπος, που θα ξεφύγη από τα δόντια του και θα πετάξη στον ουρανό και θα σωθή. Κάθε χρόνο και χειρότερη γίνεται η κατάστασις. Η αμαρτωλότης και η γυμνότης έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο, που φωνάζει από μόνο του το πράγμα, ότι θα επέμβη η θεια δικαιοσύνη.

Γι αυτό πρέπει, τόσο εμείς να βιαζώμεθα, όσο και να νοιώθουμε συμπάθεια για τους αδελφούς μας, όχι μόνο τους οικείους μας, αλλά και τους εν Χριστώ οικείους αδελφούς, που έχουμε χρέος να τους πονούμε. Διότι εάν εμείς κινδυνεύουμε, που είμαστε μέσα στο λιμάνι της Παναγίας πόσο μάλλον αυτοί οι άνθρωποι, που βρίσκονται συνεχώς εκτεθειμένοι μπροστά στην πρόκλησι της αμαρτίας!

Αν εμείς καιώμεθα μακρυά από την φωτιά, αυτοί οι άνθρωποι τι γίνονται, που οι φλόγες τους περικυκλώνουν;

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

Και όταν είχαμε περισσότερα, πάλι δεν μέναμε ευχαριστημένοι...


Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος βρισκόταν φυλακισμένος στὴ Ρώμη, κατὰ τὴν πρώτη φυλάκισή του, οἱ Χριστιανοὶ τῶν Φιλίππων τοῦ ἔστειλαν μὲ τὸν Ἐπαφρόδιτο διάφορα χρήσιμα πράγματα, γιὰ νὰ τοῦ συμπαρασταθοῦν. Ὁ Ἅγιος ἀπάντησε μὲ τὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολή του, στὴν ὁποία τοὺς εὐχαριστεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη ποὺ τοῦ ἔδειξαν καὶ προσθέτει μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: Δείξατε ἔμπρακτα τὴν ἀγάπη σας, διότι ἀναλογισθήκατε ὅτι ὑποφέρω. Ἀλλὰ δὲν ὑποφέρω. Διότι ἐγὼ ἔμαθα σὲ ὅποιες περιστάσεις κι ἂν βρίσκομαι, νὰ ἀρ­κοῦμαι σ̕ ὅσα ἔχω. «Ἐγὼ γὰρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρ­κης εἶναι». Γνωρίζω νὰ ὑπομένω καὶ τὶς ταπεινώσεις τῶν στερήσεων, γνωρίζω καὶ νὰ ζῶ χωρὶς πολυτέλεια καὶ ἀλαζονεία, ὅταν τὰ ἔχω περίσσια. Σὲ κάθε περίσταση καὶ σὲ καθετὶ ποὺ μοῦ συμβαίνει, ἔχω μάθει τὸ μυστικό: καὶ νὰ χορταίνω καὶ νὰ πεινῶ, καὶ νὰ κάνω καλὴ χρήση ὅταν τὰ ἔχω ἄφθονα, καὶ νὰ ὑπομένω εὐχάριστα τὴ στέρηση (Φιλιπ. δ΄ 11-12).

Καὶ ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τοὺς στίχους αὐτούς, «ἴσος ἦν ἔν τε ἐνδείᾳ ἔν τε πλησμονῇ, οὔτε ἐκεῖθεν πιεζόμενος, οὔτε ἐντεῦθεν χαυνούμενος» (PG 62, 289). Ἦταν ὁ ἴδιος καὶ στὴ στέρηση καὶ στὴν ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν: οὔτε δυσανασχετοῦσε στὴ στέρηση, οὔτε γινόταν μαλθακὸς στὴν ἀφθονία. Συνήθισε νὰ ἀρκεῖται στὰ ἀπαραίτητα. Ἀσκήθηκε νὰ εἶναι εὐχαριστημένος καὶ μὲ τὰ πολλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα.

Αὐτὸ τὸ δύσκολο μάθημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς τὸ ἔμαθε ὁ Ἀπόστολος στὶς ἱεραποστολικὲς περιοδεῖες του. Πόσες φορὲς βρέθηκε σὲ ἀνάγκη! «Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν», γράφει στοὺς Κορινθίους (Α΄ Κορ. δ΄ 11). Ἐκεῖ ὅπου πήγαινε, ἄλλοτε προσφέρονταν καλοδιάθετοι ἄνθρωποι νὰ τὸν φιλοξενήσουν κι ἄλλοτε ὄχι. Ἄλλοτε βρισκόταν κατάλυμα γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ κι ἄλλοτε ὄχι. Ἄλλοτε εἶχε ἄφθονα τὰ πρὸς τὸ ζῆν κι ἄλλοτε ὄχι. Σὲ κάποιες πόλεις ποὺ ἔμενε λίγες ἡμέρες, τὸν φρόντιζαν οἱ Χριστιανοί. Σὲ ἄλλες πόλεις ὅπου ἔμενε μεγαλύτερο χρονικὸ διάστημα, ἐργαζόταν ὁ ἴδιος ὡς σκηνοποιὸς γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὰ πρὸς τὸ ζῆν.

Ἀπὸ τὶς δύσκολες ἐξωτερικὲς συν­θῆ­κες ποὺ καθημερινῶς συναντοῦσε, διδάχθηκε νὰ μένει εὐχαριστημένος μὲ ὅσα εἶχε, ὅσα κι ἂν ἦταν. Δὲν γόγγυζε ποτὲ γιὰ τὴν τροφή, ποὺ ἄλλοτε εἶχε ἄφθονη, ἄλλοτε λίγη κι ἄλλοτε καθόλου! Ἀλλὰ ἔμαθε νὰ εἶναι εὐχαριστημένος καὶ μὲ τὰ πολλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα. Ἔμαθε νὰ λέει «Δόξα σοι, ὁ Θεός», ὅπως κι ἂν ἔρχονταν τὰ πράγματα.

Αὐτὸς ὁ ἀσκητικὸς τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ζοῦσε ὁ θεῖος Ἀπόστολος, πόσα ὡραῖα μηνύματα μᾶς δίνει! Μᾶς μαθαίνει νὰ ἀρκούμαστε στὰ λίγα. Νὰ μὴν ἔχουμε τὴν τάση νὰ μαζεύουμε πολλά. Ἀλλὰ καὶ ὅταν μᾶς περισσεύουν, νὰ μὴν ἐκτρεπόμαστε στὴν τρυφὴ καὶ στὰ ξεφαν­τώματα.

Ἐμεῖς συνήθως δὲν μένουμε εὐχαριστημένοι οὔτε μὲ τὰ πολλὰ οὔτε μὲ τὰ λίγα. Ἀποτελοῦν δυστυχῶς ἐξαίρεση οἱ ἄνθρωποι ποὺ μένουν εὐχαριστημένοι μ̕ αὐτὰ ποὺ ἔχουν. Μετριοῦνται στὰ δάκτυλα αὐτοὶ ποὺ λένε: Δόξα σοι, ὁ Θεός, περάσαμε καὶ σήμερα! Κι ἂς ἦταν λιτὸ τὸ τραπέζι τους. Οἱ πολλοὶ διαρκῶς γκρινιάζουμε καὶ παραπονούμεθα. Ἰδίως τώρα μὲ τὴν κρίση ὅλο γκρίνιες ἀκούει κανείς. Πόσα παράπονα βγαίνουν καθημερινῶς ἀπὸ τὰ χείλη μας!

Ἀλλὰ καὶ ὅταν εἴχαμε περισσότερα, πάλι δὲν μέναμε πλήρως εὐχαριστημένοι. Καὶ τότε ἀκούγονταν γκρίνιες καὶ παράπονα. Καὶ τότε γίνονταν ἀπεργίες καὶ πορεῖες διαμαρτυρίας μὲ παραπλήσια αἰτήματα. Γενικῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν μένουμε ποτὲ εὐχαριστημένοι μ̕ αὐτὰ ποὺ ἔχουμε. Ἂν ἔχουμε λίγα, θέλουμε νὰ ἀποκτήσουμε πιὸ πολλά. Ἂν ἔχουμε πολλά, θέλουμε νὰ ἀποκτήσουμε ἀκόμη περισσότερα!

Ἀλλὰ γιατί νὰ εἴμαστε πάντοτε ἀνικανοποίητοι; Γιατί νὰ παρασυρόμαστε ἀπὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα; Γιατί θέλουμε ὅλα νὰ εἶναι δικά μας; Δὲν μᾶς χρειάζονται τόσο πολλά. Ὅταν γεννηθήκαμε, δὲν φέραμε τίποτε στὸν κόσμο. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ ὅταν θὰ φύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, δὲν θὰ πάρουμε τίποτε ὑλικὸ μαζί μας. Ὅλα ἐδῶ θὰ μείνουν.

Ἂς μένουμε λοιπὸν εὐχαριστημένοι μ᾿ αὐτὰ ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Μεγαλοδύναμος, ὅσα κι ἂν εἶναι. «Ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 8). Ἐφόσον ἔχουμε τροφὲς καὶ ἐνδύματα καὶ κατοικία γιὰ νὰ μᾶς σκεπάζει, σ᾿ αὐτὰ νὰ ἀρκούμαστε. Νὰ μένουμε εὐχαριστημένοι καὶ μὲ τὰ πολλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ δίνουμε αἶνο καὶ δόξα στὸν εὐλογητὸ Τριαδικὸ Θεό μας.

ΑΓΑΠΗ, Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΣΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ

Από το Συναξάρι της 18ης Αυγούστου, του οσίου Αρσενίου του εν Πάρω (1800–1877), επιλέγουμε ένα μικρό πλην όμως άκρως ωφέλιμο απόσπασμα:
«… Εκτός από τις εθελούσιες κακοπάθειες της ασκήσεως, ο όσιος Αρσένιος χρειάστηκε να δοκιμάσει και θλίψεις προερχόμενες από τους προκρίτους του νησιού, ακόμα και από τον μητροπολίτη, ο οποίος τον έπαυσε προσωρινά από τα ιερατικά καθήκοντά του.
Ωστόσο χαιρόταν για τις θλίψεις αυτές, όπως ο άγιος Παύλος (βλ. Β΄ Κορ. 7, 4) και προσευχόταν για τους εχθρούς του. Υπέφερε επίσης για τις ταραχές και διχοστασίες ανάμεσα στις μοναχές της Μονής Μεταμορφώσεως, σε σημείο που αφού οι επιπλήξεις του παρέμεναν άκαρπες, αποφάσισε να τις εγκαταλείψει στην κακή τους θέληση. Στον δρόμο όμως συνάντησε τον μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, ο οποίος τον παρότρυνε να υπομένει τις αμαρτίες και τα πάθη των πνευματικών του τέκνων, όπως ο Χριστός υπομένει τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, και έτσι ο Αρσένιος αποφάσισε να επιστρέψει στην μονή…».


Δοκιμάζουμε ουκ ολίγες θλίψεις από τους «προκρίτους», τους «προϊσταμένους» και τους «διοικητές» της μικρής και μεγάλης, της προσωπικής, διαπροσωπικής και αχανούς κοινωνίας, από τις μωρές, απάνθρωπες και απρόσωπες εξουσίες της, από κάθε έναν που επιβουλεύεται δολερά, σκληρά και άσοφα την ελευθερία και την ειρήνη μας και, για πολλούς και περιπεπλεγμένους λόγους, γίνεται εύκολα και αιφνίδια, ένας αδυσώπητος «μάστορας» και «αφέντης» στη ζωή και πορεία μας.
Αντί να απολαύσουμε την ποθητή ενότητα, τη γαλήνη και την ξεκούραση, λαμβάνουμε πικρότατη πείρα των «ταραχών» και των «διχοστασιών» που επικρατούν σήμερα σε κάθε σχέση με τα όποια πρόσωπα. Και τα πρόσωπα ως συνήθως έχουν αμετάβλητους λογισμούς και ανυποχώρητες διαθέσεις. Άσπρο εμείς–μαύρο οι άλλοι. Η ενότητα, η συμψυχία και η ανιδιοτέλεια ως επί το πλείστον ανύπαρκτες. Μια βάρβαρη αρένα έχουν καταντήσει σχεδόν όλα τα συναπαντήματά μας, γιατί διαπιστώνουμε έντρομοι ότι αυτό που επικρατεί παντού είναι ένας πόλεμος «κακών θελημάτων». Κάθε άνθρωπος και ένα σκαιό θέλημα, μια παράλογη ιδέα, μια ανεδαφική πρόληψη και μια ανομολόγητη πλάνη. Ποιος να εγκαταλείψει τον εαυτό του, τον ταυτισμένο βαθιά υπαρξιακά με τα στρεβλά θελήματα και τις αγιάτρευτες εμμονές του, προκειμένου να ακούσει την καρδιά του άλλου; Κανένας δεν αντέχει κανέναν, κανένας δεν ακούει κανέναν, κανένας δεν αναγνωρίζει κανέναν. Πώς να σταθεί λοιπόν μέσα στη βαβελική και φαύλη κοινωνία μας η αγάπη και η υψηλότερη έκφρασή της που είναι η συγχώρεση; Το θέμα από μόνο του είναι όντως ένα τραγικό αδιέξοδο.
Αν στραφούμε όμως, ολόψυχα και αδίβουλα, στον καρδιακό χριστιανισμό θα βρούμε συγκλονιστικές απαντήσεις που δεν φανταζόμασταν ότι υπάρχουν για μας. Η ζωή μας αν δεν ιχνηλατεί βαθμιαία τον Χριστό, αν δεν αποτελεί εγκάρδια μίμηση της ζωής Του, αν δεν ακολουθεί έμπρακτα τα βήματά Του, τότε θα είναι μια αβίωτη ζωή που σε πολλά επίπεδα έχει ήδη συνθηκολογήσει με την κόλαση, η οποία πάλι δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απουσία αγάπης και η παρουσία απόγνωσης.
Η υπομονή στις θλίψεις δεν είναι ένας ψυχολογικός πειθαναγκασμός: είναι μυστήριο που ανάγεται στο ίδιο πρόσωπο του Χριστού, είναι η ακατάλυτη δύναμη των αγίων Του που έγιναν ένα μ’ Αυτόν. Η συγχώρεση πάλι δεν είναι μια στείρα ηθική εντολή που μας κάνει αυτόματα «καλύτερους» και «ανώτερους» ανθρώπους έναντι των άλλων: είναι η οντολογική μας κατά Χριστόν καταξίωση, γιατί μόνο στη θεϊκή αγάπη εμείς βρίσκουμε την πλήρη αποκατάστασή μας. Το θέλημα στον άνθρωπο συνιστά φιλαυτία και, με δαύτη, κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να ακούσει τη φωνή και το κέλευσμα του διπλανού του, κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει τα αιτήματα της καρδιάς του άλλου, κανείς δεν μπορεί να εισέλθει στην ενότητα των προσώπων που είναι το χαρακτηριστικό της εν Χριστώ ζωής, ο τρόπος της παραδείσιας αγάπης.
Παύουν όλα τα παραπάνω να είναι λόγια και θεωρίες, πότε; Όταν εμείς λάβουμε μέσα μας αισθαντικά τις αιώνιες εμπνεύσεις και ενισχύσεις που αποζητά η καρδιά μας και που δίνονται είτε από τον Ίδιο τον Χριστό είτε από τους αγίους Του. Ο σημερινός άνθρωπος έχει ανάγκη από τούτη την έμπνευση του Πνεύματος, για να αρχίσει επιτέλους να αγαπάει. Αλλά η έμπνευση του Πνεύματος δεν κατέρχεται παρά μόνο όταν δει «κάτι» μέσα μας, μέσα στην κρυμμένη και αφανή μας προαίρεση, «κάτι» που να την ελκύει δυνατά. Ο εμπνευσμένος εσωτερικά άνθρωπος δεν δύναται να έχει αγάπη δίχως υπομονή και συγχώρεση, γιατί δεν υπάρχει ποτέ αγάπη χωρίς αυτά τα δύο. Ο εμπνευσμένος άνθρωπος αγαπά αληθινότερα και καλύτερα, γιατί η υπομονή και η συγχώρεση δεν καλλιεργούν ποτέ μέσα του το θέλημα, τη φαντασία και την αυταπάτη. Και η έμπνευση αυτή είναι περισσότερο μια ακαταμάχητη τρέλα, παρά μια αναγκαία λογική ώθηση. Κι όταν αγαπά κανείς εμπνευστικά, τότε μόνο μπορεί να υπομένει, τότε μόνο επιθυμεί να συγχωρεί την κακότητα· προσπερνά το σάλο, την ταραχή, την ποταπότητα και την ακαταστασία και επιστρέφει δριμύς και χαλκέντερος πίσω στη δική του «μονή», πίσω στο αγαπημένο μετερίζι του αγώνα του, ανανεωμένος και δυνατός. Να μας δίνει η αγάπη του Χριστού κάθε έμπνευση και κραταίωση στην καρδιά, ώστε να συνεχίσουμε με ενότητα, υπομονή, ανδρεία και αγάπη την πορεία μας…

π. Δαμιανός

Πρόσεχε μήπως περνά ο καιρός μες στη γκρίνια...



Πρόσεχε μήπως περνά ο καιρός μες στη γκρίνια, και δεν μπορείς στο τέλος να χαρείς τίποτα.
Και φεύγει ολόκληρη ζωή, χωρίς να πεις μια μέρα:''χάρηκα σήμερα, ήταν όμορφα!''

π. Ανδρέας Κονάνος

Κάπου είχα ακούσει πως καμία προσευχή δεν πάει χαμένη...

Κάπου είχα ακούσει πως καμία προσευχή δεν πάει χαμένη… 
Κάθε ικεσία που βγαίνει ειλικρινά, γεμάτη δάκρυα, ποτέ δεν χάνεται... 
Κατευθείαν πηγαίνει στον δικό Του θρόνο. 

Εκείνος, φίλε μου, πάντα σε κοιτάζει.Όχι βλοσυρά, όχι σαν κακός εκδικητής.
Μα σαν στοργικός πατέρας, έτοιμος να σε σηκώσει αν χτυπήσεις, έτοιμος αν στενοχωρηθείς να σε παρηγορήσει...

Όμως, έχεις και μια μητέρα ακόμα. Την δική Του μητέρα που και εσένα αγαπάει όσο δεν φαντάζεσαι...
Είναι η πιο γλυκιά μητέρα του κόσμου. Όποτε την χρειαστείς και την ζητήσεις, αμέσως θα έρθει.
Αν από την καρδιά σου την φωνάξεις, Εκείνη στη στιγμή θα είναι δίπλα σου. Ξέρεις πώς; Με ένα χάδι.

Ένα αθόρυβο, ουράνιο χάδι. Η αγκαλιά της Παναγίας είναι η πιο μεγάλη, η πιο σίγουρη, η πιο στοργική, η ωραιότερη...

Περιμένει μονάχα από σένα να προσπαθείς. Να αγαπάς το παιδί Της και να προσεύχεσαι.Όσα είναι τα άστρα τ'ουρανού, ας είναι και οι προσευχές σου.

Γι'αυτό, αδερφή και αδερφέ, σου λέω: μην στενοχωριέσαι!
Κοίτα ψηλά

Πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται οἱ λογισμοί;



Εἶναι ἀδύνατον ὁ νοῦς νά μήν προβληθεῖ ἀπό λογισμούς, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος πού ἀγωνίζεται ἔχει τή δύναμη νά τούς δεχθεῖ ἤ νά τούς ἀπορρίψει.

Ἡ γέννηση τοῦ λογισμοῦ μέσα μας δέν ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό ἐμᾶς. Ἡ ἀποδοχή ὅμως ἤ ἡ ἀπόρριψή τους, εἶναι θέμα τῆς δικῆς μας ἐπιλογῆς. 

Εἴπαμε ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά μήν ἔλθουν στό νοῦ μας διάφοροι λογισμοί. Δέν πρέπει ὅμως νά ρίξουμε ὅλο τό φταίξιμο στήν ἔφοδο τῶν λογισμῶν ἤ στά πονηρά πνεύματα πού τούς σπέρνουν μέσα μας. Γιατί, ἄν δεχθοῦμε αὐτό τό πράγμα, τότε καταργοῦμε τήν ἐλεύθερη βούληση καί τόν ἑκούσιο ἀγώνα γιά τήν πνευματική προκοπή μας. 

Νομίζω ὅμως ὅτι μποροῦμε, ὥς ἕνα σημεῖο, νά ἐλέγχουμε τήν ποιότητα τῶν λογισμῶν μας καί νά ἀφήνουμε τήν καρδιά μας νά γεμίσει εἴτε μέ ἅγιες καί πνευματικές σκέψεις, εἴτε μέ γήινες. 
Γι' αὐτό διαβάζουμε καί μελετᾶμε συνεχῶς τίς Ἅγιες Γραφές, ὥστε νά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά ἀναμοχλεύουμε μέσα μας τά πνευματικά πράγματα. 
Ψάλλουμε συχνά τούς Ψαλμούς τῆς μετανοίας, γιά νά κρατοῦμε ζωντανή τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 
Κάνουμε ἀκόμα μέ προθυμία ἀγρυπνίες καί νηστεῖες καί προσευχές, γιά νά ταπεινώνεται ὁ λογισμός καί νά μή νοιάζεται γιά τά γήινα πράγματα, ἀλλά νά ἀσχολεῖται μέ τά οὐράνια. 

Διότι, ἄν ἀμελήσουμε αὐτά τά ἔργα καί ζοῦμε μέ ἀπροσεξία, ἡ ψυχή θά σκληρυνθεῖ ἀπό τή ρυπαρότητα τῆς ἁμαρτίας καί εἶναι βέβαιο ὅτι τελικά θά στραφεῖ πρός τίς σωματικές ἀπολαύσεις καί θά ἐκπέσει. 

Συνομιλία μέ τόν Ἀββᾶ Μωϋσῆ,
ἐκ τοῦ βιβλίου:
Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου
Τόμος Α΄
Ἐκδόσεις: "ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ"




Τίποτε περιττό δεν υπάρχει στις Άγιες Γραφές, ούτε προφέρεται τίποτε χωρίς λόγο



Αλλά δυστυχώς μερικοί είναι τόσο χονδροειδείς και βραδείς στη σκέψη ώστε νομίζουν ότι είναι περιττά όχι μόνον ονόματα, αλλά και ολόκληρα βιβλία όπως π.χ. το Λευιτικόν και ο Ιησούς του Ναυή και άλλα περισσότερα.
Κατ' αυτόν τον τρόπο πολλοί απ' αυτούς τους ανόητους απέρριψαν την Παλαιά Διαθήκη. Και, αφού πήραν κατήφορο ακολουθούντες την πονηρή αυτή συνήθεια, περιέκοψαν και πολλά τμήματα της Καινής Διαθήκης.

Αλλά με αυτούς δε θ' ασχοληθούμε για πολύ. Αυτοί μοιάζουν με μεθυσμένους, με τους οποίους δεν είναι εύκολη η συνεννόηση. Ούτε όσα φαίνονται μικρά στη Γραφή υπάρχουν τυχαίως χωρίς λόγο και σκοπό, διότι όλα αυτά είναι τύποι όσων επρόκειτο να συμβούν και γράφησαν προς νουθεσία μας.
Γι' αυτό και ο θείος Παύλος έγραφε προς τον Τιμόθεο «Πρόσεχε τη αναγνώσει, τη παρακλήσει» (Α' Τιμ. 4:13). δηλ. να καταγίνεται με επιμέλεια στην ανάγνωση των Αγίων Γραφών και με την παρηγοριά των θλιβομένων. Και με αυτά, τον προέτρεπε να μελετά με προσοχή τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.
Ποιόν δε προέτρεπε; Τον Τιμόθεο, ο οποίος είναι γνωστόν, ότι είχε τόσο πνεύμα, ώστε να μπορεί να κάνει θαύματα... και να ανιστά ακόμη και νεκρούς (Εις την Προς Ρωμαίους ομιλία 31η IX, 821).

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

H ΠΕΡΙΟΔΟΣ EΞΑΠΑΤΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΕΩΣ EΝOΣ OΛΟΚΛΗΡΟΥ ΛΑΟY ΠΑΡHΛΘΕΝ

Ἡ μεθοδευμένη ἐξαπάτησις τοῦ Ἑλληνορθοδόξου λαοῦ μας ἤρχισε τό 1901 μέ τήν εἰσαγωγήν τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τό Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως[1] καί συνεχίζεται ἕως τό 2016, ἐπί 115 συναπτά ἔτη, ἀλλ’ ἐσχάτως μέ τήν ἀπαράδεκτον δουλοπρεπῆ ἀνθελληνικήν πολιτικήν τῶν μνημονιακῶν κυβερνήσεων καί τήν ἐγκατάλειψιν τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τό Οἰκουμενιστικόν Συνέδριον τῆς Κρήτης,[2] τά πράγματα θά πρέπει νά ἀρχίσουν νά ἀλλάσσουν καί ἡ παραπλάνησις νά γίνῃ συντόμως παρελθόν. Εὐχόμεθα καί ἐλπίζομεν ἡ τοῦ Θεοῦ μας πολυευσπλαγχνία νά ἀνατρέψῃ τήν κακήν ταύτην πορείαν τοῦ περιουσίου λαοῦ Του, κατόπιν μετανοίας ὅλων μας. Καθ’ ὅτι ἀπωλέσαμεν τήν υἱοθεσίαν καί ἐάν δέν ὑπάρξῃ συντόμως μετάνοια, ἀπoλούμεθα, ὡς Ἔθνος καί λαός.
Ἡ παραπλάνησις ἡμῶν εἶναι τόσον μεγάλη ὥστε ἐλησμονήσαμεν τόν πρωτεύοντα σκοπόν τῆς ζωῆς μας καί ἀσχολούμεθα μόνον μέ τήν οἰκονομικήν κρίσιν, τήν ὁποίαν ἐδημιούργησαν αἱ διεφθαρμέναι κυβερνήσεις μας, τῇ προτροπῇ τῶν βαρβάρων τῆς δύσεως, μέ στόχον των τήν πτωχοποίησιν τοῦ λαοῦ μας καί τήν ὑποταγήν του εἰς τούς δυνάστας τούτους. 
Ἀλλ’ ἡ πραγματική ἡμῶν κρίσις εἶναι ἡ πνευματική κατάπτωσίς μας, ἡ χλιαρότης μας, ἡ ἀποστασία μας ἀπό τόν παραδοσιακήν πίστιν μας, τῆς ὁποίας μοναδική ἐπιδίωξις εἶναι ἡ ἡμῶν ψυχική σωτηρία. Τό λάθος τῆς εὐπιστίας μας ταύτης, θανάσιμον.
Παρ’ ὅλην τήν παραπληροφόρησιν, ὁ λαός μας ἀφυπνίσθη καί ἀπαιτεῖ τήν κατάργησιν τῆς Εὐρωπαϊκῆς δουλείας, τῆς Παπικῆς ὑποταγῆς, τῶν εἰσηγμένων συστημάτων ἐκμεταλλεύσεως τοῦ Ἕλληνος πολίτου, ὡς καί τήν ἀνηλεῆ πληρωμήν «ἐνοικίου» διά τήν ἰδιόκτητον κατοικίαν του, τήν ὁποίαν ἀπέκτησεν μέ πολύν κόπον καί θυσίας, εἰς τόν κατευθυνόμενον ὑπό τῶν ξένων, ἀνθελληνικόν κρατικόν μηχανισμόν. 
O Θεός ἐδημιούργησε τόν πλανήτην γῆν δι’ ἅπαντας ἡμᾶς καί ἡ ἰδιοκτησία εἶναι ἔμφυτος καί θεόσδοτος (δῶρον Θεοῦ). Ἡ ἰδιωτική ἰδιοκτησία καί ὁ Ἐθνικός πλοῦτος δέν εἶναι εἰς τήν δικαιοδοσίαν τοῦ ΔΝΤ καί τῆς Τρόϊκας, τήν ὁποίαν λατρεύουν καί ὑπακούουν ὑποτασσόμενοι οἱ ψευδο-πολιτικοί μας τοῦ ἐπιγείου ἀντι-«δημοκρατικοῦ τόξου».
Δέν ἐπιτρέπομεν εἰς τούς Νεοεποχίτας τῆς Τρόϊκας καί εἰς τούς προδότας ἡμετέρους (κλέπτας ΠΑΣΟΚους, ψευδο-συντηρητικούς Νεο-Δημοκράτας, ἀπατεῶνας ΣΥΡΙΖΑίους καί λοιπούς ἀποπροσανατολιζομένους κεντρῲους) νά μειώνουν τούς μισθούς μας εἰς τό ἐπίπεδον πείνης, τάς συντάξεις εἰς ἐπίπεδον ἐξαθλιώσεως τῶν ἀξιοπρεπῶν ἀλλ’ ἀδυνάμων ὑπερηλίκων πατέρων μας, καί νά αὐξάνουν τούς φόρους εἰς ἐπίπεδον ἐφαρπαγῆς καί ἐκποιήσεως τοῦ ἀτομικοῦ ἰδιωτικοῦ πλούτου τῶν πτωχοποιημένων Ἑλλήνων.
Ἐξηπάτησαν ἀναιδεστάτως τόν λαόν μας ἐπί 42 ἔτη, οἱ ἀνθέλληνες καί ἀντίχριστοι οὗτοι ψευδο-πολιτικοί μας, ὑποσχόμενοι εὐημερίαν, ἀνεξαρτησίαν, παραμονήν ἐκτός τῆς ἐπιρροῆς τῆς δούλης τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων δύσεως (ΕΕ, ΝΑΤΟ καί ΟΝΕ), ἀλλά τελικῶς, τόν ὑπέταξαν ἄνευ ὅρων εἰς τούς δολίους τούτους δούλους τῆς παγκοσμιοποιήσεως. Ὁ πλοῦτος τῆς Ἑλλάδος παρήχθη καί παράγεται ὑπό τῶν Ἑλλήνων καί δέν ἔχουν κανέν δικαίωμα αἱ ἀνθελληνικαί κυβερνήσεις νά τόν δίδουν εἰς τούς Γερμανούς, τούς Κινέζους καί τούς λοιπούς ξένους κερδοσκόπους καί καιροσκόπους.
Ἅπασαι αὗται αἱ διεφθαρμέναι, ἄθεοι, ἀνθελληνικαί καί ἀντίχρισται κυβερνήσεις, δέν ἐνδιαφέρονται διά τούς Ἕλληνας, τήν Ἑλλάδα καί τόν Ἑλληνορθόδοξον πολιτισμόν μας, ἐκτός μόνον διά τούς ξένους ὑποστηρικτάς των, οἱ ὁποῖοι τούς κολακεύουν, τούς ὑποτιμοῦν, τούς διασύρουν διεθνῶς, τούς ἐκμεταλλεύονται, ἀλλά καί τούς στηρίζουν ἰδιοτελῶς εἰς τήν ψευδο-ἐξουσίαν των, ἐν ᾧ οὐσιαστικῶς, οἱ ξένοι οὗτοι ἐκτελοῦντες διατεταγμένην ὑπηρεσίαν, ἐνδιαφέρονται νά ἱκανοποιήσουν τούς στόχους τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, τήν ὑποταγήν τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τήν καταπολέμησιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Πλανῶνται ὅμως οὗτοι, ξένοι καί ἡμέτεροι δουλοπρεπεῖς παγκοσμιοποιηταί τῆς ἀδαημονίας.
Οἱ ἐν ἀγνοίᾳ καί δουλείᾳ ψευδο-πολιτικοί οὗτοι κατέστρεψαν τήν πίστιν μας, τήν παράδοσίν μας, τόν πολιτισμόν μας, τήν γλῶσσάν μας,[3] τήν παιδείαν μας, τήν οἰκονομίαν μας, τήν εὐημερίαν καί τήν ἀξιοπρέπειάν μας καί κατέστησαν τήν χώραν δούλην, ὑποτακτικήν καί ὑποχείριον εἰς τούς ἀνθέλληνας αἱρετικούς τῆς δύσεως. Εἴδετε ποτέ τινά τῶν ψευδο-πολιτικῶν μας νά ἐκκλησιάζεται, νά προσεύχεται, νά καταψηφίζῃ ἀντιχρίστους νόμους,[4] νά ἀκολουθῇ τά χρηστά ἤθη καί ἔθιμά μας; 
Οὐδέποτε! Κατήργησαν ἅπαντας τούς θεσμούς καί δέν ἐντρέπονται διά τόν παράνομον βίον των, τήν διαφθοράν των, τάς ἀπάτας των, τά ψεύδη των, τάς ἀπραγματοποιήτους ὑποσχέσεις διά ψηφοθηρίαν καί μόνιμον ἐξαπάτησιν τοῦ λαοῦ μας. Πῶς εἶναι δυνατόν, κατόπιν ὅλων αὐτῶν τῶν ἐγκλημάτων, νά τούς ἐμπιστευώμεθα, νά τούς ἀκολουθῶμεν καί νά τούς ἐκλέγωμεν; Εἴμεθα συνυπεύθυνοι εἰς τό τῆς καταστροφῆς τῆς Ἑλλάδος ἔργον των.
Δυστυχῶς, τήν ἰδίαν θέσιν (λόγῳ τε καί ἔργῳ) μέ τήν πολιτείαν κατέχει καί ἡ Ἐκκλησία. Δέν εἶναι δυνατόν, ὁ θεοσεβής λαός μας νά ἀνέχεται πλέον οἱονδήποτε ψευδο-ἡγέτην, πολιτικόν ἤ «πνευματικόν». Ἅπαντες οὗτοι δέν ἐκπροσωποῦν Ἑλληνισμόν καί Ὀρθοδοξίαν, ἀλλά μόνον ἀνθελληνισμόν καί κακοδοξίαν. Θά πρέπει νά τό ἀντιληφθοῦν πλέον καί οἱ ἴδιοι, μέ τήν ἀποστροφήν τοῦ λαοῦ καί τήν ἀπόρριψίν των, ὥστε νά ἀποχωρήσουν ἀπό τήν χώραν τῶν ἡρώων καί ἁγίων. Ἄς ὑπάγουν εἰς Βρυξέλλας, Ρώμην ἤ ὅπουδήποτε ἀλλοῦ αἰσθάνονται ὅτι ταυτίζονται μέ ταύτας. Δέν εἶναι ἀντάξιοι τοιούτων προγόνων, ὡς τῶν ἡμετέρων, τῆς Ἱστορίας μας καί τοῦ μεγαλείου μας. Εἶναι κατώτεροι τῶν περιστάσεων καί συνεπῶς, ἀνίκανοι καί ἀνάξιοι νά κατευθύνουν καί νά ἡγοῦνται τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Ἔθνους μας.
Οἱ ξένοι καί ἐγχώριοι οὗτοι πράκτορες κατέστησαν τήν χώραν μας κέντρον ἀπορρίψεως καί ἀποκαταστάσεως λαθρομεταναστῶν, καί δή τζιχαντιστῶν μουσουλμάνων, ὁλοκλήρου τῆς Εὐρώπης, ἡ ὁποία εἶναι ὑπεύθυνος διά τήν δημιουργίαν των μέ τήν διάλυσιν τῆς Γιουγκοσλαβίας καί τήν ἵδρυσιν τριῶν μουσουλμανικῶν κρατῶν εἰς τά Βαλκάνια. Προσφάτως δέ, μέ τόν ἐγκληματικόν, ἄδωρον, ἀλλ’ ἀειτάραχον πόλεμόν των εἰς Ἰράκ καί Ἀφγανιστάν καί μέ τήν διάλυσιν τῆς Συρίας καί τῆς Λιβύης διά νά ἱκανοποιήσουν τό σχέδιον τῶν Νεο-ἐποχιτῶν κυρίων των (τῶν «νεο-προδρόμων»). Ἡ δύσις κατέστη δούλη ἐν ἐλευθερίᾳ ἀπό τόν 18οναἰῶνα (Γαλλικήν Ἐπανάστασιν[5] καί Ἀμερικανικήν ὑποταγήν[6]). Εἰς τούς μουσουλμάνους τούτους, οἱ ὁποῖοι κατεδυνάστευσαν τήν χώραν καί τόν λαόν μας ἐπί 400 ἔτη, τούς ἐδημιούργησαν οἱ ἐθνοπατέρες μας καί Πρόγραμμα Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν εἰς τό Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης[7] καί ἐψήφισαν οἱ ἀνθέλληνες οὗτοι εἰς τήν Βουλήν ἀκόμη καί ὑπέρ ἀνεγέρσεως Μουσουλμανικοῦ Τεμένους εἰς τόν Βοτανικόν.[8]
Ἐπί πλέον, κατεσπατάλησαν καί κατέκλεψαν τόν Ἐθνικόν πλοῦτον τῆς χώρας καί ἐξηπάτησαν τόν ἁπλοῦν λαόν μας ἐπί τεσσαράκοντα ἔτη, ὥστε νά διατηρήσουν τό σαθρόν, νοσηρόν καί σάπιον πολιτικόν των σύστημα, τό «τῶν κομμάτων τοῦ δημοκρατικοῦ τόξου», ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται ἄνευ αἰδοῦς οἱ ἀδιάντροποι,[9] κατά τόν λαόν μας. Ἐπέβαλλον τήν πολιτικήν διαφθράν, τήν ὁποίαν ἀνήγαγον εἰς ἐπιστήμην καί ἐφήρμοσαν τήν κοινωνικήν ἀδικίαν ἐπί τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δέν ἦσαν φανατικοί ὀπαδοί των καί ἄλλους ἠνάγκασαν εἰς ὑποχρεωτικήν μετανάστευσιν καί ἐγκατάλειψιν τῆς ἱερᾶς των πατρίδος.
Τέλος, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, δι’ οὕς ὁ παρών λόγος, θά πρέπει νά φύγουν καί ἐάν ὄχι, νά διωχθοῦν ἐκ τῆς χώρας, ὥστε νά δωθῇ ἡ Ἑλλάς εἰς τούς Ἕλληνας καί πάλιν καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νά ἐπανέλθῃ ἐν μετανοίᾳ ἐκεῖ, ὅπου ἦτο πρό τοῦ 1920, εἰς τήν Πατερικήν θεολογίαν καί τήν Παραδοσιακήν πίστιν της. Ποῖος ἔδωκε τό δικαίωμα εἰς τούς προδότας πολιτικούς νά ὑποτάξουν τόν ὑπερήφανον Ἕλληνα εἰς τά μνημόνια τῆς ἀπάτης τῶν ἀσχέτων Εὐρωπαίων καί τοῦ ἀπεχθοῦς ΔΝΤ; 
Ποῖος ἔδωκε τό δικαίωμα εἰς τούς δύο «πνευματικούς» ἡγέτας τό 1924 νά ὑποτάξουν τήν Ὀρθοδοξίαν εἰς τήν κακοδοξίαν τῆς δύσεως; 
Ἡ ἐποχή τῆς ἐξαπατήσεως καί παραπλανήσεως τοῦ εὐπίστου λαοῦ μας παρῆλθε διά παντός καί οἱ συνένοχοι τῶν ἐγκλημάτων κατά τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος τῶν Ἑλλήνων θά πρέπει νά καταδικαστοῦν εἰς ἀποπομπήν καί καθαίρεσιν.

Ἰωάννου Ν. Καλλιανιώτου
Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστήμιου τοῦ Scranton

[1] Ὅρα, «ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ τοῦ Καθηγητοῦ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ Κυριάκου Κυριαζόπουλου».https://paterikiparadosi.blogspot.com/2016/07/blog-post_18.html

[2] Ἀπό τήν 19ην ἕως τήν 26ην Ἰουνίου 2016.

[3] Ὅρα, Χρήστου Γιανναρᾶ, «Η ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΛΩΣΣΙΑΣ»,https://christianvivliografia.wordpress.com/2016/08/09/%e1%bc%a1-%ce%ba%ce%b1%ce%ba%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%b3%ce%b7%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%ba%e1%bd%b4-%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b9%cf%84%ce%b9%ce%ba%e1%bd%b4-%cf%84%e1%bf%86%cf%82-%e1%bc%80%ce%b3%ce%bb%cf%89/

[4] «… δικαιοσύνη ‹οὖν› τὰ τῆς πό‹λεω›ς νόμιμα, ‹ἐν› ᾗ ἂν πολιτεύηταί τις, μὴ ‹παρ›αβαίνειν.» Δηλαδή, «Δικαιοσύνη εἶναι νά μήν παραβαίνῃς τούς νόμους καί τά ἔθιμα τῆς πόλης, τῆς ὁποίας εἶσαι πολίτης». [Ἀντιφῶν ὁ Σοφιστής (5οςαἰών π.Χ.) ἀπόσπ. 44Α]. Ὅρα,

http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=212

[5] Ὅρα, http://judeo-masonic.blogspot.com/2010/02/5-french-revolution.html

[6] Ὅρα, http://judeo-masonic.blogspot.com/2010/02/illuminati-in-america.html

[7] Ὅρα, http://kaiomenivatos.blogspot.com/2016/02/blog-post_22.html

[8]Ὅρα, TV News ANTENNA καί ALPHA 4/8/2016.http://www.iefimerida.gr/news/281742/perase-me-eyreia-pleiopsifia-i-diataxi-gia-temenos-ston-votaniko. 
Ἐπίσης,https://www.facebook.com/notes/panayote-dimitras/%CF%80%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%BF-%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BA%CF%8D%CF%81%CF%89%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CE%AD%CE%B3%CE%B5%CF%81%CF%83%CE%B7%CF%82-%CF%84%CE%B6%CE%B1%CE%BC%CE%B9%CE%BF%CF%8D-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CE%BF%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%B1%CF%80%CE%BF-%CF%83%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B5%CE%AF%CE%BC-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-/351932821499101/

[9] Ἐνθυμοῦμαι τήν γιαγιά μας, ἡ ὁποία ἀπεκάλεσε τήν 7 ἐτῶν ἐγγονή της «ξεδιάντροπη» διότι ἐφόρεσε φόρεμα μέ κοντό μανίκι. Αὐτός ἦτο ὁ πολιτισμός μας!..

Πῶς προσευχόμεθα;



Ἄν παρακαλούσαμε κάποιον ἄρχοντα - ὄχι γιά νά μᾶς γλιτώσει τήν ζωή μας, ἀλλά ἁπλά γιά νά μᾶς κάμει κάποια μικρή «καλωσύνη», – δέν θά προσηλώναμε σ’ αὐτόν τά μάτια μας καί τήν καρδιά μας; Δέν θά «κρεμόμασταν» κυριολεκτικά ἀπό τήν ὄψη τοῦ προσώπου του, μέ ἔντονη προσοχή, γιά νά εἰσπράξουμε τήν συγκατάθεσή του ἔστω μέ ἕνα νεῦμα του; Δέν θά τρέμαμε, μήπως κάποιος ἀκατάλληλος ἤ ἀδέξιος δικός μας λόγος τόν ἐρεθίσει καί τοῦ κόψει τήν καλή γιά μᾶς διάθεση;

Ἄν βρισκόμαστε σέ κάποιο δικαστήριο καί εἴχαμε ἀπέναντί μας τόν ἀντίδικο, καί ἐμεῖς τήν πιό κρίσιμη ὥρα ἀρχίζαμε νά βήχουμε, νά φτύνουμε, νά γελᾶμε, νά χασμουριόμαστε ἤ νά κοιμόμαστε, τότε, δέν θά ἔσπευδε ἀμέσως ἡ ἄγρυπνη κακή διάθεση τοῦ ἀντιπάλου μας νά ξεσηκώσει ἐναντίον μας τήν αὐστηρή κρίση τοῦ δικαστῆ;

Τώρα λοιπόν, πού παρακαλοῦμε τόν Οὐράνιο Κριτή, τόν ἀλάθητο μάρτυρα ὅλων τῶν μυστικῶν τῆς καρδιᾶς μας, καί Τόν ἱκετεύουμε νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο – ἐνῶ παράλληλα ἔχουμε ἀπέναντί μας τόν κακόβουλο καί σκληρό κατήγορό μας διάβολο – δέν θά πρέπει νά ἐντείνουμε τήν προσοχή καί νά κάνουμε ὅσο μποροῦμε πιό θερμή τήν προσευχή μας; Δέν θά πρέπει νά παρακαλοῦμε ἐπίμονα τόν Κύριο, νά μᾶς δώσει ἔλεος καί εὐσπλαχνία; 

Τί λέτε; Δέν θά εἴμαστε καί ἐμεῖς ἀσφαλῶς ἔνοχοι – καί μάλιστα ὄχι γιά κάποιο ἐλαφρό ἁμάρτημα, ἀλλά γιά μιά πολύ σοβαρή ἀσέβεια - ἄν, τήν ὥρα πού στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, παύουμε νά ἔχουμε τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας Του καί νιώθουμε σάν νά ἔχουμε μπροστά μας ἕναν κάποιον, ...τυφλό καί κουφό ἀκροατή;

Διαφορετικά, γιατί δέν χύνουμε οὔτε ἕνα δάκρυ γιά τήν χλιαρότητά μας ἤ γιά τήν ὀκνηρία, πού μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν προσευχή;

Διαφορετικά, γιατί δέν τό θεωροῦμε πτώση μας, τό ὅτι κατά τήν διάρκεια τῆς προσευχῆς ἀφήνουμε τόν νοῦ μας νά αἰχμαλωτίζεται - ἔστω καί γιά λίγο - ἀπό λογισμούς ἄσχετους καί ξένους γιά τά λόγια τῆς προσευχῆς μας; 

Γιατί νά μή θρηνοῦμε καί νά μή ζητοῦμε γι’ αὐτή τήν πτώση μας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ;

Γιατί νά μή καταλαβαίνουμε, τί μεγάλη ζημιά παθαίνει ἡ ψυχή μας, ὅταν ξεφεύγει ὁ νοῦς μας ἀπό τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ, καί καταντάει νά σκέφτεται πράγματα ἄλλα; Δέν τό καταλαβαίνουμε ὅτι ἔτσι μᾶς ἐμπαίζουν οἱ δαίμονες;

Αὐτά ἐμεῖς. 

Ἀντίθετα οἱ ἅγιοι, ἔστω κι ἄν γιά μιά στιγμή τούς νικοῦσαν λογισμοί καί τούς ἀποσποῦσαν ἀκούσια ἀπό τήν προσευχή, αὐτό τό θεωροῦσαν σάν ἕνα εἶδος ἱεροσυλίας. Καί παρ’ ὅλο πού μέ ἀστραπιαία ταχύτητα ἐπανάφεραν τούς «ὀφθαλμούς» τῆς καρδιᾶς τους πρός τόν Θεό, κατηγοροῦσαν τούς ἑαυτούς τους ὅτι εἶναι ἀσεβεῖς. Τά σκοτάδια τῶν γήινων λογισμῶν, ἔστω κι ἄν ἦσαν φευγαλέα, τούς ἦσαν κάτι τό ἀνυπόφορο. Καί ἀπεχθάνονταν καθετί, πού ἀπομάκρυνε τόν νοῦ τους ἀπό τό Φῶς τό Ἀληθινό.

Ἅγιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος