.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἐκκλησία καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος



Γράφει ὁ πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

Ὁ Μέγας Ἀντώνιος καὶ ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμὸς

1. Δὲν εἶναι ἀναχρονιστικὴ ἡ συνάφεια. Παρόμοιο διαθρησκειακὸ καὶ διαχριστιανικὸ περιβάλλον. 

Στὸ τελευταῖο μας ἄρθρο μὲ τίτλο «Μακράν τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡ συνάντηση Βαρθολομαίου καὶ πάπα» εἴχαμε ἐξαγγείλει ὅτι θὰ συνεχίζαμε τὴν ἔκθεση τῶν ἐκτιμήσεών μας μὲ βάση τὴ διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται μέσα στοὺς βίους τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ διδασκάλων. Ἐπειδὴ μάλιστα ὁ Ἅγιος Σπυρίδων, ὁ θαυματουργὸς πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας, ἒδιωξε τὸν πάπα μέσα ἀπὸ τὸν ναό του μὲ ἕνα ἐντυπωσιακὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε, ἐνῶ οἱ σημερινοὶ προκαθήμενοι, τὸν εἰσάγουν στοὺς ὀρθόδοξους ναούς, τὸν ἀσπάζονται, τὸν θυμιάζουν καὶ τὸν πολυχρονίζουν, σχεδιάσαμε νὰ παρουσιάσουμε αὐτὸ τὸ θαῦμα, ὅπως τὸ διασώζει καὶ τὸ σχολιάζει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, μεγάλος λόγιος καὶ...

διδάσκαλος τοῦ Γένους καὶ μέλος τῆς τριάδος τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων τοῦ 18ου αἰῶνος. Ὁ σχεδιασμὸς αὐτὸς καὶ ἡ προτεραιότητα παραμένει, μὲ μία μικρὴ χρονικὴ παρέκκλιση, λόγω τῆς ἐορτολογικῆς συγκυρίας. 

Ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, σὲ ναὸ τοῦ ὁποίου στὴ Θεσσαλονίκη ὑπηρετοῦμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου ἤδη δεκατρία χρόνια, μᾶς ἔδωσε τὴν εὐκαιρία καὶ πάλι νὰ ἐντρυφήσουμε στὸ θαυμάσιο «βίο» του, πρότυπο ἀπὸ πλευρᾶς γραμματολογικῆς ὅλων τῶν μεταγενέστερων «βίων» Ἁγίων, τὸν ὁποῖο συνέγραψε ὁ διατελέσας μαθητὴς του ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ στύλος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὄντως Μέγας Ἀθανάσιος.

Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ «Βίου» ἀναλίσκεται στὰ ἀσκητικὰ κατορθώματα τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, στοὺς ἀγῶνες του ἐναντίον τῶν δαιμόνων καὶ στὴ σχετικὴ διδασκαλία του, ὅπως καὶ στὸ μεγάλο ὄντως κατόρθωμά του νὰ γίνει ὁ «πολιστὴς τῆς ἐρήμου», νὰ γεμίσει τὴν ἔρημο μὲ μοναστήρια, θεμελιωτὴς ἔτσι καὶ ἀρχηγὸς γενόμενος τοῦ ἀναχωρητικοῦ βίου: «Ἔπεισε πολλοὺς αἰρήσασθαι τὸν μονήρη βίον, καὶ οὕτω λοιπὸν γέγονε καὶ ἐν τοῖς ὄρεσι μοναστήρια καὶ ἡ ἔρημος ἐπολίσθη ὑπὸ μοναχῶν ἐξελθόντων ἀπὸ τῶν ἰδίων καὶ ἀπογραψαμένων τὴν ἐν τοῖς οὐρανοῖς πολιτείαν». 

Τὴν μακροχρόνια ξενιτεία του ἀπὸ τὸν κόσμο διέκοψε δύο φορές, προκειμένου νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ συμβάλει στὴ διάσωση τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ ὅπως τώρα, ἔτσι καὶ τότε, κινδύνευε ἀπὸ ἐξωτερικοὺς καὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ ἐσωτερικοὺς ἐχθρούς. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν παρουσιάσθηκε συνδιαλεγόμενος καὶ συναλλασόμενος «ἐπὶ ἴσοις ὄροις» μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες, διεκδικώντας μέρος τῆς ἀλήθειας, ποὺ ὑπάρχει δῆθεν σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες, ὅπως βλάσφημα ἰσχυρίζονται σημερινοὶ δῆθεν χριστιανοὶ ἡγέτες τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων τοῦ Ἀντιχρίστου, ἀλλὰ ὡς μοναδικὴ ἀλήθεια, ἡ μοναδικὴ ὁδὸς σωτηρίας, ὡς τὸ ἀληθινὸ φῶς ποὺ ἀντικατέστησε ὄχι ἰσχνότερα φῶτα, ἀλλὰ τὸ σκότος τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς πλάνης: «Ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρα καὶ σκιὰ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Δὲν εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἕνας δρόμος, μία ἀλήθεια, ἕνα φῶς ἀνάμεσα σὲ ἄλλους δρόμους, σὲ ἄλλες ἀλήθειες, σὲ ἄλλα φῶτα, ἀλλὰ ἐγὼ εἶμαι ἡ μοναδικὴ ἀλήθεια, ὁ μοναδικὸς δρόμος, τὸ μοναδικὸ φῶς: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή». «Ἐγὼ εἰμὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήση ἐν τὴ σκοτία, ἂλλ΄ ἔξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς».

Αὐτὴν τὴν ἀποκλειστικότητα τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ὁποία ὁρισμένοι χαρακτηρίζουν καὶ σήμερα ὡς ἀκραία καὶ φονταμενταλιστική, συκοφαντοῦντες καὶ διώκοντες ὅσους μὲ συνέπεια καὶ πιστότητα τὴν προβάλουν ὡς κήρυγμα καὶ ὡς ζωή, ἐπλήρωσαν ἀκριβὰ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, προτιμήσαντες νὰ βασανισθοῦν καὶ νὰ χύσουν τὸ αἷμα τους παρὰ νὰ συμβιβασθοῦν μὲ τὶς ἄλλες «ἀλήθειες», νὰ συνυπάρξουν στὸ πολυπολιτισμικὸ μοντέλο τῶν διαθρησκειακῶν σχέσεων καὶ συναντήσεων, ἀπὸ ἀγάπη δῆθεν γιὰ τοὺς ἄλλους. 

2. Διδάσκαλοι ἀπραξίας καὶ ὑποκρισίας. Οἱ πολύξεροι καὶ οἱ ταπεινοί.

Ὅταν λοιπόν, πρὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἐμαίνετο ὁ διωγμὸς στὴν Ἀλεξάνδρεια ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν ἐπὶ Μαξιμίνου τὸ 311, ὁ Μέγας Ἀντώνιος σὲ ἡλικία ἑξήντα ἐτῶν (γεννήθηκε τὸ 251) ἄφησε γιὰ λίγο τὴν ἔρημο, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχὴ καὶ ἦλθε στὴν Ἀλεξάνδρεια ἄφοβος καὶ ἀτρόμητος μὲ διάθεση καὶ πόθο νὰ μαρτυρήσει καὶ νὰ ἐνθαρρύνει τοὺς ὁδηγουμένους στὸ μαρτύριο. Ἀψήφησε καὶ ἀγνόησε τὶς ἀπαγορεύσεις τοῦ δικαστοῦ νὰ φύγουν οἱ μοναχοὶ ἀπὸ τὴν πόλη καὶ νὰ μὴ παρίστανται στὶς αἴθουσες τῶν δικαστηρίων. Ἐμφανίστηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα σὲ περίβλεπτη θέση στὸ δικαστήριο, ἀποδεικνύοντας τὴν προθυμία τῶν Χριστιανῶν νὰ ἀγωνισθοῦν γιὰ τὴν πίστη τους καὶ νὰ μαρτυρήσουν, «αὐτὸς ἀτρέμας εἰστήκει, δεικνὺς ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν τὴν προθυμίαν, ηὔχετο γὰρ καὶ αὐτὸς μαρτυρῆσαι, καθὰ προεῖπον».

Τὸν φύλαξαι βέβαια ὁ Θεὸς καὶ δὲν μαρτύρησε, γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο μὲ τὴν ζωή του, αὐτὸς ὅμως δὲν περιορίσθηκεστο κελλί του, στὴν ἔρημο, ἀλλὰ «ὑπηρέτει συνήθως τοῖς ὁμολογηταῖς, καὶ ὡς συνδεδεμένος αὐτοῖς ἢν κοπιῶν ἐν ταῖς ὑπηρεσίαις». Ὅταν κινδυνεύει ἡ πίστις, ἡ Ὀρθοδοξία, πρώτη πνευματικὴ προτεραιότητα εἶναι ἡ ὑπεράσπισή της, ὁ ἀγώνας ἡ συμπαράσταση πρὸς ὅσους ἀγωνίζονται, ἡ μέχρι θανάτου καὶ αἵματος προθυμία. Ὅλα τὰ ἄλλα πνευματικὰ καθήκοντα ἕπονται. Ὅσοι πράττουν καὶ συμβουλεύουν τὰ ἀντίθετα, ἁπλῶς συγκαλύπτουν μὲ προφάσεις τὴν ἀπροθυμία καὶ δειλία τους, καὶ γίνονται διδάσκαλοι καὶ καθηγητὲς τῆς ἀπραξίας καὶ τῆς ὑποκρισίας.

Δὲν πρόκειται βέβαια ἐδῶ νὰ παρουσιάσουμε πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Μέγας Ἀντώνιος τοὺς μεγάλους καὶ σπουδαγμένους φιλολόγους καὶ φιλοσόφους τῆς εἰδωλολατρίας μὲ ἀκαθαίρετη ἐπιχειρηματολογία, ἀφήνοντάς τους, αὐτὸς ὁ ἀγράμματος, ἄναυδους καὶ ἐκστατικούς. Ἴσως αὐτὸ τὸ κάνουμε ἄλλη φορᾶ, γιατί καὶ πάλι ἡ εἰδωλολατρία, παγανισμὸς ἐμφανίζεται δυναμικὰ μὲ ἰσχυροὺς προστάτες. Δὲν τὰ ἤξερε ὁ Ἅγιος ὅλα, ὅπως ἐκεῖνοι, δὲν ἦταν πολύξερος κατὰ κόσμον, ἤξερε ὅμως ὅλα τὰ τῆς πίστεως, ἤξερε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων καὶ ἐπιπλέον ἦταν θεοδίδακτος καὶ θεοφώτιστος.

Ἡ πίστη δὲν εἶναι θέμα πολυγνωσίας καὶ μάθησης, ἀλλὰ ὑποταγῆς ταπεινῆς ὄχι στὴ γνώμη τῶν πολλῶν, ἀλλὰ στὴν ἀλήθεια, τὴν διαχρονικὴ καὶ αἰώνια τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν δὲν ἀπογυμνωθεῖ κανεὶς ἀπὸ τὴν δοκησισοφία καὶ τὴν γνωσιολογική του καύχηση, γιὰ νὰ ἐνσωματωθεῖ ταπεινὰ στὸν νοῦ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων, ποὺ ἀνοίγει τοὺς πνευματικοὺς ὁρίζοντες, τότε θὰ διαπορεῖ καὶ θὰ διερωτᾶται γιὰ τὴ βεβαιότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν πολυγνωσία, ἀκόμη καὶ ἁπλῶν πιστῶν καὶ θὰ τοὺς κατηγορεῖ ὡς πολύξερους καὶ ἐγωϊστές, χωρὶς ταπείνωση.

Ταπείνωση ὅμως δὲν εἶναι νὰ δέχεσαι τὴν γνώμη τῶν πολλῶν, ἀλλὰ τὴν γνώμη τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, γιατί πολλὲς φορὲς οἱ πολλοὶ συντάσσονται μὲ τὸ ψεῦδος καὶ δίνουν ἰσχὺ σ' αὐτὸ μὲ τὴν πλειοψηφία τους. Ἂν ἡ ἀποδοχὴ τῆς γνώμης τῶν πολλῶν, ὅταν διαφωνοῦν μὲ τὴν ἀλήθεια, ἀποτελοῦσε δεοντολογικὴ στάση, οὔτε τὸ Εὐαγγέλιο θὰ γίνονταν δεκτό, ὑποστηριζόμενο ἀπὸ ἐλάχιστους Ἀποστόλους, οὔτε ἡ Ἐκκλησία θὰ διεσώζετο μέσα στὴν πλημμυρίδα τῶν ἀπίστων καὶ αἱρετικῶν. 

3. Ἡ στάση τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, πρότυπο μίμησης γιὰ ὅλους σήμερα.

Αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦμε τώρα νὰ κάνουμε ἐδῶ εἶναι νὰ παρουσιάσουμε πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ἡ ὁποία ἀπειλοῦσε ἐσωτερικὰ τὴν Ἐκκλησία, ἔχουσα τὴν ὑποστήριξη αὐτοκρατόρων, ἡγεμόνων, πατριαρχῶν καὶ ἐπισκόπων, ὅπως συμβαίνει καὶ σήμερα μὲ τὶς παναιρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ εἶναι πολὺ πιὸ ἐπικίνδυνες, γιατί ἀναιροῦν τὸ σύνολο τῶν δογμάτων τῆς πίστεως καὶ μεταβάλουν τὴν θεϊκὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου σὲ συνήθη ἀνθρώπινη διδασκαλία, ἀποσύρουν τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, τοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς Πατέρας, καὶ ἐγκαθιστοῦν τὸν ἀλάθητο πάπα τῆς Ρώμης καὶ τὴν πανσπερμία τῶν αἱρέσεων τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν δῆθεν Ἐκκλησιῶν.

Ἡ παρουσίαση αὐτὴ εἶναι πολὺ διδακτικὴ καὶ γιὰ ὅσους καμώνονται πὼς δὲν βλέπουν τὸν κίνδυνο, γιὰ «σοβαροὺς» πνευματικοὺς ποὺ παρασύρουν ἢ φέρνουν σὲ πολὺ δύσκολη θέση τὰ πνευματικά τους παιδιά, ποὺ βλέπουν καλύτερα μὲ τὰ μάτια τῶν Ἁγίων καὶ ἀρχίζουν νὰ ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ἀξιοπιστία τῆς πνευματικῆς καθοδήγησης. Καὶ ἀσφαλῶς οἱ Ἅγιοι εἶναι πιὸ ἀξιόπιστοι ἀπὸ τοὺς ὁποιουσδήποτε Γέροντες καὶ πνευματικούς, ὅταν δὲν ὀργίζονται γιὰ τὴν αἵρεση καὶ δὲν ἀγωνίζονται νὰ τὴν φανερώσουν καὶ νὰ τὴν ἀποδιώξουν. 

Ἄφησε λοιπὸν γιὰ δεύτερη φορὰ ὁ Μέγας Ἀντώνιος τὴν ἔρημο καὶ κατέβηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια, τῆς ὁποίας ὁ ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος καὶ πατριάρχης, ὁ Μ. Ἀθανάσιος, βρισκόταν ὑπὸ συνεχῆ διωγμὸ καὶ διαδοχικὲς ἐξορίες καὶ τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο ὑπὸ τὴν διαποίμανση Ἀρειανῶν αἱρετικῶν, ὅπως τώρα ὑπὸ τὴν διαποίμανση οἰκουμενιστῶν ἢ φιλοοικουμενιστῶν πατριαρχῶν καὶ ἐπισκόπων.

Ὁ Μ. Ἀντώνιος, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ «Βίος» του, καὶ στὰ θέματα τῆς πίστεως «πάνυ θαυμαστὸς ἢν καὶ εὐσεβής». Δὲν εἶχε καμμία κοινωνία μὲ τοὺς σχισματικοὺς Μελιτιανούς, γιατί γνώριζε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴν πονηρία καὶ τὴν ἀποστασία τους. Ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς Μανιχαίους καὶ ἄλλους αἱρετικοὺς δὲν μίλησε ποτὲ φιλικά, παρὰ μόνο γιὰ νὰ τοὺς νουθετήσει καὶ νὰ τοὺς μεταβάλει σὲ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθοδόξους. Πίστευε καὶ ἐδίδασκε ὅτι ἡ φιλία καὶ ἡ συναναστροφὴ μαζί τους εἶναι βλάβη καὶ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς. Ἐσιχαίνετο καὶ τὴν αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν καὶ παρήγγελε σὲ ὅλους οὔτε νὰ τοὺς πλησιάζουν οὔτε νὰ δέχονται τὴν κακή τους πίστη.

Ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν κάποτε κάτι φανατικοὶ Ἀρειανοί, ἀφοῦ συζήτησε μαζί τους καὶ κατάλαβε πὼς εἶναι ἀσεβεῖς, τοὺς ἒδιωξε ἀπὸ τὸ ὅρος ποὺ ἀσκήτευε, λέγοντας ὅτι τὰ λόγια τους εἶναι χειρότερα καὶ ἀπὸ τὸ δηλητήριο τῶν φιδιῶν. Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀποτελεῖ θὰ λέγαμε κανόνα, ὁ ὁποῖος ὁλοκάθαρα μᾶς παρουσιάζει, ἀψευδέστατα καὶ ἀπλανέστατα, πῶς πρέπει νὰ γίνονται οἱ διάλογοι μὲ τοὺς αἱρετικούς, καὶ πῶς πρέπει ἀνθρώπινα καὶ κοινωνικὰ νὰ ρυθμίζουμε τὴ σχέση μας μαζί τους, ἀλλὰ συγχρόνως δείχνει πὼς σήμερα γκρεμίζονται ὅλα τὰ ὅρια ποὺ ἔθεσαν οἱ Πατέρες ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστᾶς, οἱ ὁποῖοι ἀγκαλιάζουν τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀσπάζονται ὡς εὐσεβεῖς καὶ ὁμοπίστους καὶ οὔτε διανοοῦνται ὄχι νὰ τοὺς διώξουν καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνουν, ἀλλὰ οὔτε νὰ τοὺς νουθετήσουν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία.

Οἱ διάλογοι γίνονται ἐπὶ ἴσοις ὄροις. Ἐξίσωση τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀλήθειας, τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης. Ὅταν διαλέγεσαι ἐπὶ «ἴσοις ὄροις», αὐτὸ σημαίνει ὅτι δίνεις τὶς ἴδιες πιθανότητες νὰ ἐπικρατήσει τὸ ψεῦδος ἐπὶ τῆς ἀλήθειας, ὅτι ἀμφιβάλλεις γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ψάχνεις νὰ τὴν βρεῖς. Ὁ διάλογος ὅμως τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων, εἶναι ὅπως ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Σαμαρείτιδα, τῶν Ἀποστόλων πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ἐθνικούς, τῶν Πατέρων πρὸς τοὺς αἱρετικούς, πρόσκληση καὶ νουθεσία νὰ ἐπανέλθουν στὴν ἀλήθεια, νὰ συναχθοῦν μέσα στὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἕνωση καὶ εἰρήνη, τὰ ἄλλα εἶναι ψευδοενώσεις, ψευδοειρῆνες καὶ ψευδοδιάλογοι. 

Ἐπειδή, λοιπόν, τὸ κείμενο αὐτὸ ὑποδεικνύει τὸν δρόμο τῆς ἀληθινῆς ἑνώσεως ἀπὸ τὸ στόμα ἑνὸς μεγάλου Ἁγίου, καὶ πραγματοποιεῖ τὸ «ἴνα πάντες ἐν ὦσι», γιὰ τὸ ὁποῖο κόπτονται καὶ πολυπραγμονοῦν οἱ Οἰκουμενισταί, τὸ παραθέτουμε ἐπὶ λέξει: «Καὶ τὰ πίστει Δὲ πάνυ θαυμαστὸς ἢν καὶ εὐσεβής. Οὔτε γὰρ Μελιτιανοῖς τοῖς σχισματικοῖς πότε κεκοινώνηκεν, εἰδῶς αὐτῶν τὴν ἐξ ἀρχῆς πονηρίαν καὶ ἀποστασίαν, οὔτε Μανιχαίοις ἢ ἄλλοις τισὶν αἱρετικοῖς ὡμίλησε φιλικά, ἢ μόνον ἄχρι νουθεσίας τῆς εἰς εὐσέβιαν μεταβολῆς, ἡγούμενος καὶ παραγγέλλων τὴν τούτων φιλίαν καὶ ὁμιλίαν βλάβηνκαι ἀπώλειαν εἶναι ψυχῆς. Οὕτω γοῦν καὶ τὴν τῶν Ἀρειανῶν αἵρεσιν ἐβδελύσσετο, παρήγγελε Τὲ πάσι μήτε ἐγγίζειν αὐτοῖς μήτε τὴν κακοπιστίαν αὐτῶν ἔχειν. Ἀπελθόντας γοῦν ποτὲ τίνας πρὸς αὐτὸν τῶν Ἀρειομανιτῶν, ἀνακρίνας καὶ μαθῶν ἀσεβοῦντας, ἐδίωξεν ἀπὸ τοῦ ὅρους λέγων ὄφεων ἰοῦ χείρονας εἶναι τοὺς λόγους αὐτῶν».

4. Φοβερὴ ἡ ὀπτασία τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου γιὰ τοὺς αἱρετικούς:

Ἄλογα κτήνη γύρω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα.

Είναι ὄντως φοβερὸ τὸ ὅραμα ποὺ εἶδε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος σχετικὰ μὲ τὴν παρουσία αἱρετικῶν μέσα σὲ ὀρθόδοξους ναούς. Τὸ ὅραμα αὐτὸ αἰτιολογεῖ, ἐξηγεῖ παραστατικὰ γιὰ ποιὸ λόγο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀπαγορεύουν μὲ συνοδικοὺς κανόνες τὴν εἴσοδο αἱρετικῶν σὲ καθαγιασμένους χώρους, τὴν συμμετοχή τους σὲ ἀκολουθίες καὶ λειτουργίες, τὶς συμπροσευχὲς καὶ τὰ συλλείτουργα. Οἱ αἱρετικοὶ μὴ δεχόμενοι τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων, ἐπηρεάζονται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ τὸν πατέρα τους τὸν διάβολο, στὴν προβολὴ πλανεμένων ἀπόψεων. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ διδασκαλία τους «μᾶλλον ἄγονος καὶ ἄλογος καὶ διανοίας ἐστὶν οὐκ ὀρθῆς, ὡς ἡ τῶν ἡμιόνων ἀλογία». 

Συγκλονίσθηκε λοιπόν, καὶ ἐτρόμαξε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, ὅταν ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ δεῖ στὸ ὅραμά του τοὺς Ἀρειανοὺς νὰ περικυκλώνουν τὸ Ἅγιο Θυσιαστήριο ὡς ἡμίονοι (= μουλάρια), νὰ τὸ λακτίζουν καὶ νὰ τὸ μιαίνουν. Τόση ἦταν ἡ λύπη καὶ ἡ στεναχώρια του, ὥστε ἔβαλε τὰ κλάμματα, ὅπως πικράθηκαν καὶ ἔκλαυσαν πολλοὶ εὐσεβεῖς, ὅταν εἶδαν τὸν αἱρεσιάρχη πάπα νὰ εἰσάγεται μέσα στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι, τὸν ὁποῖο μάλιστα Ἅγιο κατήργησε τὸ Βατικανό, καὶ νὰ τὸν μολύνει.

Εἴμαστε βέβαιοι πώς, ἂν διαβάσουν καὶ μάθουν αὐτὸ τὸ ὅραμα τοῦ Ἁγίου οἱ πατριάρχες, οἱ ἀρχιεπίσκοποι καὶ οἱ ἐπίσκοποι, ἂν βέβαια ἐξακολουθοῦν ὡς Ὀρθόδοξοι νὰ σέβονται καὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ζωὴ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, θὰ διακόψουν τὶς λειτουργικὲς ἀμοιβαῖες φιλοξενίες καὶ ἐπισκέψεις, τὶς ἑβδομάδες συμπροσευχῆς καὶ τὶς ἀποστολὲς ἀντιπροσωπειῶν στὶς θρονικὲς ἑορτές. Γιατί διαφορετικὰ θὰ συμπεριλαμβάνονται καὶ αὐτοὶ ὡς συνεργοὶ στὸ φρικτὸ ὅραμα τοῦ Μ. Ἀντωνίου. 

Κατὰ τὴν διήγηση τοῦ Μ. Ἀθανασίου στὸ «Βίο», ἐνῶ ἠσχολεῖτο μὲ τὸ ἐργόχειρό του καθιστὸς ὁ Μ. Ἀντώνιος, περιῆλθε σὲ ἕνα εἶδος ἐκστάσεως καὶ ἀναστέναζε πολὺ βλέποντας τὴν ὀπτασία. Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὴ ὥρα στράφηκε πρὸς τοὺς παρισταμένους μοναχούς, ἐξακολούθησε νὰ στενάζει και νὰ τρέμει. Ἔπεσε στὰ γόνατα γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ ἔμεινε γονατιστὸς ἐπὶ πολὺ ὥρα. Ὅταν σηκώθηκε ἔκλαιγε ὁ Γέροντας. Ἐτρόμαξαν οἱ παριστάμενοι καὶ ἐφοβήθηκαν πολύ, γι' αὐτὸ τὸν παρακάλεσαν νὰ τοὺς ἐξηγήσει.

Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπίεσαν πολὺ καὶ τὸν ἐξεβίασαν ἀναστέναξε πάλι καὶ εἶπε: «Παιδιά μου εἶναι καλύτερα νὰ πεθάνω, πρὶν νὰ συμβοῦν ὅσα εἶδα στὴν ὀπτασία. Θὰ πέσει στὴν Ἐκκλησία ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ παραδοθεῖ σὲ ἀνθρώπους ποὺ εἶναι ἄλογα κτήνη. Εἶδα τὴν Ἁγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ, στὸ Κυριακό τῆς σκήτης νὰ περικυκλώνεται σ' ὅλες τῆς πλευρές ἀπό μουλάρια, τὰ ὁποῖα κλωτσοῦσαν καὶ χοροπηδοῦσαν, ὅπως συνηθίζουν νὰ κάνουν αὐτὰ τὰ ἄλογα κτήνη. Εἴδατε καὶ ἀντιληφθήκατε πῶς ἐστέναζα προηγουμένως; Τὸ ἔκανα γιατί ἄκουσα φωνὴ ποὺ ἔλεγε: «Θὰ μιανθεῖ τὸ θυσιαστήριό μου».

Αὐτὰ εἶδε ὁ Γέροντας. Καὶ μετὰ ἀπὸ δύο ἀκριβῶς ἔτη ἔγινε ἐπίθεση τῶν Ἀρειανῶν καὶ ἡ ἁρπαγὴ τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἅρπαξαν τὰ ἱερὰ σκεύη μὲ τὴ βία, τὰ ἔδωσαν σὲ εἰδωλολάτρες νὰ τὰ κρατοῦν, τοὺς ἐξανάγκασαν νὰ μετέχουν στὶς συνάξεις τους καὶ παρόντων αὐτῶν ἔκαναν στὴν Ἁγία Τράπεζα ὅ,τι ἤθελαν. Τότε καταλάβαμε ὅλοι μας, λέγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὅτι τὰ λακτίσματα ἐκεῖνα τῶν ἡμιόνων προεμήνυαν στὸν Ἀντώνιο ὅσα πράττουν τώρα οἱ Ἀρειανοὶ ὡς κτήνη.

Μετὰ τὴν ὀπτασία ἒνιωσε τὴν ἀνάγκη ὁ Γέροντας νὰ ἐνθαρρύνει καὶ νὰ παρηγορήσει τοὺς γύρω του λέγοντας: «Μὴ λυπάσθε, παιδιά μου, γιατί ὅπως ὀργίσθηκε ὁ Κύριος, ἔτσι πάλι καὶ θὰ θεραπεύσει τὸ κακό. Σύντομα ἡ Ἐκκλησία θὰ ἐπαναποκτήσει τὴν ὀμορφιά της καὶ θὰ λάμψει. Θὰ δεῖτε αὐτοὺς ποὺ ἐξορίστηκαν νὰ ἐπιστρέφουν, τὴν ἀσέβεια νὰ ὑποχωρεῖ καὶ νὰ κρύβεται, καὶ τὴν εὐσεβῆ πίστη νὰ ἐμφανίζεται καὶ νὰ κυριαρχεῖ παντοῦ, ἀρκεῖ σεῖς νὰ μὴν μιανθῆτε ἀπὸ τὴν αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν, γιατί δὲν εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων, ἀλλὰ τῶν δαιμόνων καὶ τοῦ πατρὸς αὐτῶν τοῦ διαβόλου, ἄλογη καὶ ἄκαρπη, σὰν τὴν ἀλογία τῶν ἡμιόνων». 

Ἐπιλογος

Ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἔχει καταλάβει τὴν Ἐκκλησία ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες. Ὁ Παπισμὸς καὶ ὁ Οἰκουμενισμὸς θριαμβεύουν. Τότε ὁ Μ. Ἀθανάσιος καὶ οἱ ἄλλοι Πατέρες κατενόησαν τὸν κίνδυνο, ποὺ περιέγραφε τὸ ὅραμα τοῦ Μ. Ἀντωνίου. Τώρα βλέπουμε νὰ μολύνονται οἱ ναοὶ καὶ τὰ θυσιαστήρια ἀπὸ συμπροσευχὲς καὶ συλλείτουργα μὲ τοὺς «ἀλόγους» αἱρετικοὺς καὶ ἐνισχύουμε τὴν μόλυνση καὶ τὴν ἐπαινοῦμε, συλλακτίζοντες κι ἐμεῖς μέσα εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων.

Ἂν παρακολουθήσει κανεὶς οἰκουμενίστικα συλλείτουργα καὶ συμπροσευχές, σὰν αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὴν Καμπέρα, στὴν Ζ' Γενικὴ Συνέλευση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν δῆθεν Ἐκκλησιῶν, καὶ σὰν αὐτὰ ποὺ γίνονται συχνὰ μὲ τὴ συμμετοχὴ ἱερέων ὁμοφυλοφίλων ποὺ τολμοῦν καὶ κρατοῦν τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο καὶ γυναικῶν ἐπισκόπων καὶ ἱερειῶν, ἡ εἰκόνα ὑπερβαίνει καὶ τὸ ὅραμα τοῦ Μ. Ἀντωνίου.

Μόνη ἐλπίδα γιὰ νὰ ἐπανεύρει ἡ Ἐκκλησία τὴν ὀμορφιὰ της εἶναι ἡ σύσταση καὶ συμβουλὴ τοῦ Μ. Ἀντωνίου: «Μόνον μὴ μιάνετε ἑαυτοὺς μετὰ τῶν Ἀρειανῶν». Μόνο νὰ μὴ μιανθοῦμε ἀπὸ τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Παπισμὸ καὶ Οἰκουμενισμό, μὲ τοὺς φιλοπαπικοὺς καὶ οἰκουμενιστᾶς Ὀρθοδόξους. Ἐπειδὴ μέχρι τώρα δὲν τὸ ἐπράξαμε δυναμικὰ καὶ ἀποφασιστικά, γι' αὐτὸ παρατείνει ὁ Θεὸς ἐπὶ ἔτη τὴν ὀργή του, τὴν αἰχμαλωσία τῶν Ὀρθοδόξων στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μέχρι πότε ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ θὰ ἐπιτρέπουμε τὰ ἄλογα κτήνη, τοὺς αἱρετικούς, νὰ λακτίζουν καὶ νὰ μιαίνουν τὰ Ἱερὰ καὶ τὰ Ἅγια τῆς Ὀρθοδοξίας; Ὅσο ἀπρακτοῦμε καὶ βρίσκουμε διάφορες προφάσεις πνευματικοφανεῖς, τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως θὰ ἵσταται ἐν τόπω ἁγίω. 


Περιοδικὸ "Θεοδρομία"
Ἔτος Θ, Τεῦχος 1 . Ἰανουάριος - Μάρτιος 2007

FIAT LUX: Μασονο - παπικο - βαβυλωνιακό Παν-δαιμόνιο στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου




Παγκόσμια μαζική μύηση στο μασονικό εωσφορικό φως.

Ρώμη (Βαβυλώνα), 8 Δεκεμβρίου 2015: την μέρα κατά την οποία οι παπικοί εορτάζουν την άμωμο σύλληψη της Θεοτόκου (μία από τις πολυάριθμες αιρετικές, δογματικές κακοδοξίες τους), πραγματοποιήθηκε στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου ένα κυριολεκτικά κτηνώδες light show (σόου φώτων) που ονομάστηκε "FIAT LUX : Illuminating Our Common Home", για να προωθήσει την αντιμετώπιση της (ανύπαρκτης) κλιματικής αλλαγής.


Εκεί που νομίζαμε ότι ο αιρεσιάρχης πάπας εξάντλησε τα περιθώρια της φρικτής, εωσφορικής του πτώσης με την προώθηση της παμβέβηλης πανθρησκείας, στις 8 Δεκεμβρίου ξεπέρασε τον εαυτό του διαπράττοντας μέγιστη, μισητή ανομία, "κερνώντας όλα τα έθνη από το μεθυστικό κρασί της πορνείας και της ακολασίας", στέλνοντας δισεκατομμύρια ψυχές στην χιλιάδες προ Χριστού εποχή της Βαβυλώνας, δίχως εισιτήριο επιστροφής.

Στις 8 Δεκεμβρίου ήταν η μέρα κατά την οποία άρχισε το νέο έκτακτο ιωβηλαίο έτος, όπως το όρισε με εγκύκλιο επιστολή ο πάπας Φραγκίσκος και φέρει την ονομασία "Το πρόσωπο της ευσπλαχνίας", με σύνθημα τον στίχο "Να είστε σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι και ο Πατέρας σας" (Κατά Λουκάν 6:36). Στα λατινικα : misericordes sicut pater. Το ιωβηλαίο έτος misericordes sicut pater άρχισε στις 8 Δεκεμβρίου 2015 και θα λήξει στις 16 Νοεμβρίου 2016. Για το ιωβηλαίο αυτό έτος σχεδιάστηκε μια εικόνα λογότυπο με τον Χριστό (σε παπική απόδοση) και συντέθηκε ένας ομώνυμος ύμνος.
Η εικόνα αυτή των δύο προσώπων με τρία μάτια (!!!), που αποτελεί μια βλάσφημη απεικόνιση του Χριστού, τοποθετήθηκε στο κέντρο της πρόσοψης του ναού του Αγίου Πέτρου και καθ΄όλη την διάρκεια του σόου, προβλήθηκαν πάνω της τα κτήνη της γης και της θάλασσας, με αποτέλεσμα να φαίνεται η εικόνα άλλοτε στην κοιλιά ενός ζώου και άλλοτε στο στόμα τους, όπως φαίνεται στις παρακάτω φωτογραφίες.

Πώς αποφάσισε να εορτάσει ο πάπας την έναρξη του νέου ιωβηλαίου; Με την διοργάνωση μιας άνευ προηγουμένου δαιμονιώδους, μαζικής, υποσυνείδητης, παγκόσμιας μύησης στο μασονικό-τεκτονικό φως του εωσφόρου.

Ας ξεκινήσουμε με την ονομασία, η οποία είναι γνωστή σε μυημένους και μη ....
FIAT LUX σημαίνει : γενηθήτω φως (Γένεσις 1:3)
Κατά την μύηση στον πρώτο βαθμό της μασονίας, δένουν τα μάτια του υποψήφιου και προς το τέλος τον ρωτούν : "Τι είναι αυτό που επιθυμείς περισσότερο ;" 
Ο υποψήφιος απαντά : "Φως"
Και η απάντηση που παίρνει είναι : "Fiat lux!" "Γενηθήτω φως".
Εκείνη την στιγμή του αφαιρούν απότομα την κορδέλα με την οποία είναι δεμένα τα μάτια του από την αρχή της μύησης.
Ταυτόχρονα ανάβει ένα πολύ έντονο εκτυφλωτικό φως μπροστά στα μάτια του.
Ο πάπας Φραγκίσκος συνοδεία ολόκληρης της σατανικής μασονο - παλαιο - ειδωλολατρικής παρασυναγωγής του, θέλησε να δημοσιοποιήσει πλέον παγκοσμίως την επιλογή του: Επιλέγει και θεοποιεί το φως που δημιούργησε ο Θεός κατά την δημιουργία του κόσμου, δηλαδή το υλικό φως, το κτιστό φως.
Για αυτό και επέλεξε την ονομασία Fiat lux-γενηθήτω φως, που προέρχεται από το πρώτο κεφάλαιο της Γένεσις. Το ότι ο Θεός μετά την υλική δημιουργία του σύμπαντος κόσμου, έστειλε στην πτωτική ανθρωπότητα το φως το αληθινό, το φως το άκτιστο, αυτό που προϋπήρχε ανέκαθεν και αϊδίως, δηλαδή τον Χριστό, τον Έναν της Τριάδος, αυτό αφήνει τον αιρεσιάρχη πάπα παγερά αδιάφορο.
Αρνείται ξεκάθαρα και τα ίδια τα λόγια του ίδιου του Χριστού : “ Εγώ είμι το φως του κόσμου' ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ' εξει το φως της ζωής (Ιωάν. η', 12)”.




Εδώ ο πολυδιαφημισμένος μασονικός συμβολισμός φωτογράφισης προσώπων, όπου φαίνεται μόνο το ένα μάτι.

Πάνω από 50 τεράστιοι προτζέκτορες χρησιμοποιήθηκαν για να προβάλουν πάνω στην πρόσοψη της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου εικόνες με άγρια ζώα από το ζωικό και θαλάσσιο βασίλειο, μετατρέποντας τον ναό κυριολεκτικά και μεταφορικά σε "κατοικία" θηρίων. 
Αν μη τι άλλο η πρωτοβουλία αυτή δικαιολογείται, γιατί αυτό είναι το φυσικό περιβάλλον που αντιστοιχεί στην πνευματική κατάσταση του παπισμού.
Οι εικόνες συνοδεύονταν από βρυχηθμούς, ουρλιαχτά, αλυχτίσματα, κραυγές, μουγκρητά, γρυλίσματα, κραξίματα και ήχους της ζούγκλας, δηλαδή το φυσικό περιβάλλον που αντιστοιχεί στην πνευματική κατάσταση του παπισμού.




"Ύστερα απ' αυτά, είδα έναν άλλο "άγγελο να κατεβαίνει από τον ουρανό' είχε μεγάλη εξουσία, κι η γη φωτίστηκε από τη λαμπρότητα του.2 Αυτός έκραξε με δυνατή φωνή: «Έπεσε, έπεσε η "Βαβυλώνα η μεγάλη! Έγινε κατοικία δαιμονίων, καταφύγιο για κάθε "πνεύμα "ακάθαρτο, για κάθε όρνιο ακάθαρτο και για κάθε θεριό ακάθαρτο και μισητό.3 Από το μεθυστικό κρασί της "πορνείας της έχουν πιει όλα τα έθνη. Οι βασιλιάδες της γης πόρνεψαν μαζί της, κι οι έμποροι όλου του κόσμου πλούτισαν απ' τη χλιδή της ακολασίας της." Αποκάλυψις Ιωάννου 18 : 1-3
Καθώς Βαβυλώνα είναι η Ρώμη, η παρακάτω εικόνα βρίσκει πλήρη εκπλήρωση, κυριολεκτική και μεταφορική στο εδάφιο αυτό της Αποκάλυψης του Ιωάννου.
Η παρακάτω εικόνα που βλέπουμε, μοιάζει όντως με φυλακή, καταφύγιο και κατοικία ορνίων και θεριών, που ζουν εντός του ναού.



​'Ολα αυτά με την... ευγενική... χορηγία πολλών εκατομμυρίων δολαρίων και με την συνεργασία της Παγκόσμιας Τράπεζας (στην οποία διαφεντεύει το Βατικανό), της Μασονίας και Νεοεποχίτικων εταιρειών και καλλιτεχνών.
"Να είστε νηφάλιοι και άγρυπνοι. Ο αντίπαλος σας ο διάβολος περιφέρεται σαν το λιοντάρι που βρυχιέται, ζητώντας κάποιον να καταβροχθίσει. Αντισταθείτε σ' αυτόν, μένοντας ακλόνητοι στην πίστη σας." Πέτρου Α' 5 : 8

​​
Και όμως... δεν είναι η πρώτη φορά που έλαβε χώρα αυτό το δαιμονικό τσίρκο. Η πρωτότυπη παράσταση προβλήθηκε αρχές του περασμένου Αυγούστου, στο Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ (The Empire State Building) της Νέας Υόρκης.
Με μόνη διαφορά ότι στην Νέα Υόρκη προβλήθηκε και η εικόνα της ινδουιστικής θεάς της καταστροφής, Κάλι, μια από τις πιο σκοτεινές, σατανικές, αιμοδιψείς οντότητες του ινδουιστικού πάνθεου.
Η λατρεία της Κάλι, απαιτούσε ανθρωποθυσίες, κυρίως μικρών παιδιών και υποσχόταν στους οπαδούς της πλούτη.
Αυτές οι ανθρωποθυσίες γίνονταν στην Ινδία μέχρι και πριν από 200 χρόνια. Από τότε ενσωματώθηκε στο νεοεποχίτικο παγανιστικό πάνθεο και λατρεύεται ως θεότητα της μητέρας γης.
Η παρακάτω εικόνα μιλάει από μόνη της...



Ο καλλιτέχνης που επιμελήθηκε την εικόνα αυτή, αλλά και άλλες που προβλήθηκαν στην Νέα Υόρκη και στο Βατικανό, είναι ένας από τους κορυφαίους ειδικούς στην ψηφιακή ζωγραφική, ο Andrew Jones.
Ειδικεύεται στο να ζωγραφίζει τρομακτικές ελληνικές, ρωμαϊκές και ανατολικές παγανιστικές οντότητες. Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του, χρησιμοποιεί ψυχεδελικές ουσίες καθώς σχεδιάζει τις οντότητες αυτές, οι οποίες κατευθύνουν και το χέρι του...
Οπότε έχει ενδιαφέρον να δούμε ένα ενδεικτικό δείγμα της δουλειάς του...
Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε το λογότυπό του και ο συμβολισμός είναι τόσο ξεκάθαρος που οποιαδήποτε περιγραφή, είναι περιττή …


Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον θα είχε όμως η άποψη του "πράσινου" πατριάρχη Βαρθολομαίου και των οικουμενιστών για τα πρόσφατα παπικά τεκταινόμενα, μιας και συμμερίζονται απόλυτα την "βαθειά" ανησυχία του πάπα Φραγκίσκου για το περιβάλλον και την (ανύπαρκτη) κλιματική αλλαγή.
Άραγε συνειδητοποιούν ότι ετοιμάζονται να επιβιβαστούν μαζί με όλα τα θηρία στην κιβωτό της απωλείας της αιωνίου ζωής που ετοίμασε ο διάβολος ;
Μετά από το πρόσφατο μασονο-παπικο-βαυλωνιακό ανοσιούργημα που παρακολουθήσαμε, θεωρώ πως ο πιο κατάλληλος επίλογος είναι αυτή η προσευχή :
Χριστέ, το φως το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ' ημάς το φως του προσώπου Σου, ίνα εν αυτώ οψόμεθα φως το απρόσιτον.


Ιστολόγιο Κατάνυξις ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ
Αναστασία Αντιπαπα-δάκη

Μήπως «χριστιανεύουμε» ἀντίχριστα;



Δυσκολευόμαστε νὰ συνυπάρχουμε μὲ τοὺς ἄλλους. Πνιγόμαστε μὲ τοὺς λογισμούς, «πῶς μὲ εἶδε, πῶς μὲ κοίταξε, τί σκέφθηκε, πῶς θὰ τοῦ φερθῶ, τί νὰ πῶ, πῶς νὰ τὸ πῶ». Κατὰ τὰ ἄλλα μπορεῖ τὸ βράδυ νὰ κάνουμε μετάνοιες καὶ προσευχές, νὰ τρῶμε ἀλάδωτα, νὰ ἔχουμε πνευματικὸ καὶ νὰ κοινωνοῦμε τακτικά.

Ὅμως ὁ ναρκισσισμός μας νὰ μὴν μᾶς ἀφήνει νὰ ζήσουμε χριστιανικά. Ἔχουμε ἐκκλησιαστικοποιήσει τὸν ἐγωισμό μας, ἔχουμε κάνει τὴν «πνευματικὴ ζωὴ» μία ζωὴ ἀποξένωσης ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ ὄχι κοινωνίας μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτόνομες νομοτελειακὲς πράξεις ἠθικῆς καὶ "κάθαρσης παθῶν" ἔχουν ἀντικαταστήσει τὸν Χριστό.

Δὲν ἀναζητοῦμε τὸν Χριστό, οὔτε τὸν ἄλλο. Ἡ ἀγαπολογία δίνει καὶ παίρνει στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους• μοιάζει ὅμως μὲ τὴν κακιὰ μητριὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς μιᾶς καὶ εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν ἄσκηση ποὺ ἀναζητᾶ τὴν Χάρη. Ἔχουμε καταφέρει τὸ ἀκατόρθωτο: νὰ…. αὐτοθεωνόμαστε χριστιανικά, νὰ ταπεινωνόμαστε ναρκισσιστικά, νὰ ἀσκούμαστε ἀντιχριστιανικά, νὰ αὐτοδικαιωνόμαστε ἐξομολογητικά, νὰ κατακρίνουμε-ἀπορρίπτουμε τοὺς ἄλλους ἀγαπητικά, νὰ ἐκκλησιαζόμαστε ἀτομικά...νὰ «χριστιανεύουμε» ἀντιχριστα.

ἀρχιμ. Παῦλος Παπαδόπουλος

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr

Στή μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση καί στήν σωτηρία ὑπάρχει μόνο τό ΣΗΜΕΡΑ, τό ΤΩΡΑ!



Τά πονηρά πνεύματα ἐπιζητοῦν πάντοτε νά ἐμποδίζουν ὅ,τι κάνουμε γιά τή σωτηρία μας.
Ἀλλοίμονο, ἔτσι χλιαροί ὅπως εἴμαστε, λέμε στόν ἑαυτό μας:
«Περίμενε, δέν ἔχω κάνει ἀκόμα τό τάδε, δέν ἔχω δοκιμάσει ἀκόμα τό δεῖνα…Θά μετανοήσω ἀργότερα. Ἀφοῦ τά κάνω ὅλα αὐτά, θά μετανοήσω, Θεέ, καί θά πάψω νά λοξοδρομῶ δεξιά κι ἀριστερά».
Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι πού θέλουν νά κάνουμε τά πονηρά πνεύματα· θέλουν νά ἀναβάλλουμε τή σωτηρία μας γιά αὔριο ἤ γιά μεθαύριο καί οὔτω καθεξῆς μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς μας.

Γέρων Θαδδαῖος τῆς Βιτόβνιτσα

Ο Θεός ποτίζει τη δίψα για αγάπη



Κάθε διψασμένο για αγάπη ποτίζει ο Θεός.
Κάθε διψασμένο για απάτη ποτίζει ο πονηρός.

Με τον ερχομό μας σ’ αυτή τη ζωή ξεκινάμε μια εξαντλητική πορεία προς το άγνωστο. Καθημερινά διψάμε και αποκάμνουμε από την κόπωση και τον ιδρώτα του ανηφορικού μας Γολγοθά. Και η δίψα μας είναι διπλή, σωματική και ψυχική, αφού ως άνθρωποι έχουμε σώμα και ψυχή.
Και όπως διψάει το σώμα και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς νερό, έτσι διψάει και η ψυχή. Ποιά, όμως, είναι η δίψα της; Μα οι ευγενείς πόθοι, οι επιθυμίες και τα όνειρα. 
Αν στα ζώα πετάξεις λίγο σανό μένουν ευχαριστημένα, τον άνθρωπο, όμως, μπορεί να τον βάλεις μέσα σε παλάτι, μπορεί να του δώσεις όλα τα υλικά αγαθά, μπορεί να τον ντύσεις με μετάξια και πορφύρες και να παραμένει ανικανοποίητος. Τούτο συμβαίνει γιατί αυτός ζητάει κάτι ανώτερο, κάτι υψηλότερο...
Ο Δημιουργός και Θεός μας έχει μεριμνήσει τόσο για το ξεδίψασμα του σώματός μας όσο και της ψυχής μας. Στην πορεία μας έχει δημιουργήσει πηγές με ολόδροσο νερό, που ευφραίνει και δυναμώνει σωματικά τους οδοιπόρους της ζωής. Δεν φτάνουν, όμως, μόνο λίγες πηγές, γιατί το ξεδίψασμά μας είναι προσωρινό.
Μετά από λίγο θα θελήσουμε πάλι να πιούμε νερό και μέχρι το τέλος της πορείας μας θα χρειασθούμε αμέτρητες πηγές, για να μην πεθάνουμε από τη δίψα. Για το ξεδίψασμα των ψυχών χρειάζεται νερό άϋλο, νερό τονωτικό μεγάλης διάρκειας, και γι’ αυτό μας προσφέρεται ο ίδιος ο Θεάνθρωπος, ο γλυκύτατος Ιησούς μας, ο οποίος είναι η πηγή της ζωής και μας φωνάζει: «Ο διψών ερχέσθω προς με και πινέτω» (Ιωάν. ζ 37). 
Όποιος διψάει ας έρθει σ’ Εμένα και ας πιεί. Και όποιος πιεί από το νερό, που Εγώ θα του δώσω «ου μη διψήση εις τον αιώνα» (Ιωάν. δ 14), δεν πρόκειται να ξαναδιψάσει μέχρι το τέλος της ζωής του, που θα τον φέρει κοντά Μου, στην ουράνια Βασιλεία Μου.
Δεν είναι τραγικό να έχουμε δίπλα μας ολόδροσα, τρεχούμενα νερά, να μας περιβάλλουν καταρράκτες χάριτος, και εμείς να καιγόμαστε από δίψα; Να βλέπουμε τα νερά και να μην τα πλησιάζουμε; Να διψούμε μέχρι θανάτου και να μην σκύβουμε να πιούμε από το νερό που μας προσφέρεται πλούσια από το Χριστό μας, τον μόνο που μας αγαπά ειλικρινά και θέλει τη σωτηρία μας;
Δυστυχώς για εμάς τους ανθρώπους κυριαρχεί το αναπάντητο ερώτημα: Αλήθεια, διψάμε για το «ύδωρ το ζων» (Ιωάν. δ 11), διψάμε για αλήθεια, για δικαιοσύνη, για αγάπη, για ειλικρίνεια, για ειρήνη; Διψούμε για ζωή, μιας άλλης ποιότητας; Αν ναι, τότε διψάμε για Χριστό και Εκείνος μας ποτίζει με το το νερό της χάριτός Του, της παντοτινής χαράς, της θεϊκής Του δυνάμεως, της υγείας, της επιζητήσεως της αιωνιότητος.
Αν όχι τότε προσπαθούμε να σβήσουμε τη δίψα μας με διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες, με διασκεδάσεις, με ξέφρενο κυνήγι χρημάτων, φήμης και δόξας που δεν μας συνοδεύει μετά το θάνατό μας, αφού είναι δόξα πρόσκαιρη, δόξα που την παρασύρει σαν ατμό ο αέρας του θανάτου. Και τότε η καρδιά μας παραμένει ανικανοποίητη, στεγνή.
Διψάμε για αγάπη; Θέλουμε να μας αγαπούν ανυπόκριτα οι άλλοι και να αγαπάμε πραγματικά; Να, ο Χριστός μας, η αυταγάπη, που μας καλεί κοντά Του λέγοντάς μας: «Ελάτε κοντά μου, να μάθετε να αγαπάτε άδολα όλους, «καθώς εγώ ηγάπησα υμάς». Ελάτε κοντά μου και προσπαθείστε να βρίσκεσθε σε συνεχή εγρήγορση και αγώνα. Αλλά μην ελπίζετε ότι θα ξεδιψάσετε με τα έργα σας η με την αξία και τα προσόντα σας, αυτά που Εγώ σας έδωσα.
Μόνο το έλεος Μου ξεδιψάει και σώζει. Η βασιλεία των ουρανών δεν λαμβάνεται ως αντιμίσθιο των έργων σας, αλλά χάρη των οικτιρμών Μου, γι’ αυτό με ταπεινό φρόνημα, αυτό που Με συγκινεί,να λέτε: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμεν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17. 10).
Όταν διψάμε για αγάπη μας ποτίζει με το νερό της αγάπης Του ο ίδιος ο Θεός μας. Όταν, όμως, διψάμε για κακία και απάτη, τότε μας ποτίζει με το φαρμακερό νερό του ο πονηρός, και φαρμακωμένους μας οδηγεί κοντά του, στο «σκότος το εξώτερον» (Ματθ. κε 30).
Διψάμε για ελευθερία; Οι ηγέτες μιλούν για ελευθερία, ενώ φτιάχνουν θηλιές για τις ψυχές των λαών τους. Μόνον ο Υιός του Θεού της Αγάπης μπορεί να μας ελευθερώσει από τα πάθη που μας πνίγουν και να είμαστε αληθινά ελεύθεροι.
Το νερό δεν μας ξεδιψάει, όταν το κοιτάμε, αλλ’ όταν το πίνουμε. Και πρέπει να πιούμε πολύ. Ο Χριστός να μπει μέχρι το βάθος των σκέψεων, των αισθημάτων, της υπάρξεώς μας με τη διαρκή επιζήτησή Του, με την ασίγητη προσευχή μας και με τη μετάληψη του Σώματος και Αίματός Του.
Σκεφθείτε ένα ζωγράφο να έχει πάρει όλα τα σύνεργά του μαζί με ραδιόφωνα, καπέλλα, φωτογραφικές μηχανές και ο,τι ο τεχνικός πολιτισμός προστάζει και να έχει πάει σε μια έρημο να ζωγραφίσει έχοντας όμως ξεχάσει το πιο απαραίτητο, το παγούρι με το νερό. Μπορεί να ανοίγει το ραδιόφωνο και να ακούει απατηλά λόγια και τραγούδια.
Όταν, όμως, θα διψάσει, τι να τα κάνει όλα αυτά που προσφέρει ο μηχανικός πολιτισμός; Μένει διψασμένος στην έρημο. Αυτή την εικόνα παρουσιάζει ο προφήτης Δαυίδ λέγοντας· Δίψασε η ψυχή μου, Κύριε, μέσα σε τούτη την έρημο· «Εδίψησέ σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σαρξ μου εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω» (Ψαλ. 62,1).
Εμείς οι πιστοί διψασμένοι οδοιπόροι στην έρημο της ζωής δεν χρειάζεται παρά να σκύψουμε και να πιούμε. Η πίστη μας είναι πηγή ύδατος ζώντος. Το λέει και ο Προφήτης Ιεζεκιήλ στην Παλαιά Διαθήκη. Είδε αυτός ένα όραμα. Είδε να βγαίνει νερό από το Ναό και να γίνεται ρυάκι.Για χίλια μέτρα μήκος το νερό έφτανε μέχρι τον αστράγαλο. 
Στα επόμενα χίλια μέτρα ανέβηκε ως τα γόνατα, στα επόμενα χίλια έφτασε μέχρι τη ζώνη, και στα επόμενα χίλια έγινε πλέον ποταμός αδιαπέραστος. Στις όχθες του αναπτύχθηκε πλουσία βλάστηση και καρποφόρα δέντρα, ενώ στα ζωογόνα νερά του κατοικούσαν άφθονα ψάρια.
Ο ποταμός αυτός εικονίζει την πίστη μας και την αύξησή της μέσα στους αιώνες. Είναι το ρυάκι, που πήγασε από τις πληγές του Εσταυρωμένου. Σιγά – σιγά μεγάλωσε και έγινε αείρροος ποταμός που αρδεύει συνεχώς με τα νάματά του το πρόσωπο όλης της γης. Αυτή είνε η Εκκλησία που ίδρυσε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο ευλογούμενος και υπερυψούμενος εις τους αιώνας.

Θέλω να κοινωνήσω στην Τήνο (Ένα συγκλονιστικό θαύμα της Παναγίας Μας)



Σέ κάποια φτωχογειτονιά τοῦ Πειραιᾶ ζοῦσε ἕνα τυφλό παιδάκι, ὁ Νίκος. Ἡ μητέρα του ἦταν καλή, εὐσεβής, ἐνάρετη. Ταχτικά πήγαινε στήν ἐκκλησία καί παρακαλοῦσε τόν Χριστό νά χαρίση φῶς στό παιδί της.

Ὁ πατέρας ἦταν ἀδιάφορος στά θρησκευτικά ζητήματα. Πολλές φορές κορόϊδευε τή γυναῖκα του γιά τή θρησκευτικότητά της. Οὔτε στήν ἐκκλησία πήγαινε, οὔτε σταυρό ἔκανε.Ἡ μάννα ἔτρεξε σ’ ὅλους τούς ὀφθαλμίατρους, γιά νά ἐξετάσουν τοῦ παιδιοῦ της τά μάτια.Ὅλοι τήν ἀπέλπισαν. Δέν ὑπῆρχε θεραπεία μέ τίποτε, Ἀφοῦ ἔκλεισαν οἱ πόρτες τῆς γῆς, ἡ μάννα χτύπησε τοῦ οὐρανοῦ τίς θύρες.

Ἀποφάσισε νά πάει τό παιδί της στήν Τῆνο.

– Γιῶργο, σκέφτηκα νά πάω στήν Τῆνο.

– Τζάμπα θά χαλάσης τά λεφτά σου. Δέν γίνεται τίποτα. Πάρ’ το απόφασι. Ὁ Νίκος θά μείνη τυφλός.

– Ἐγώ μέ τό παιδί θά πᾶμε στή χάρι Της. Ποῦ ξέρεις· τόσα θαύματα γίνονται κάθε χρόνο.

– Θαύματα, εἶπες; Στ’ ἀλήθεια, γυναίκα, πιστεύεις στά παραμύθια τῶν παπάδων; Αὐτά εἶναι λόγια, γιά νά πηγαίνη ὁ κόσμος καί νά ἐκμεταλλεύωνται τούς ἀφελεῖς. Νά μήν πᾶς πουθενά. Ἐγώ λεφτά χαμένα δέν δίνω.

– Ἐγώ θά κοινωνήσω στήν Τῆνο. Θά πάω. Θέλω νά πάω. Κάτι μοῦ λέει μέσα μου νά πάω. Γιά τό Νίκο, τό παιδί μου, ἄς πάμε μαζί. Ἔλα νά παρακαλέσωμε τή Μεγαλόχαρη γιά τό σπλάγχνο μας.

– Εἶσαι ἀνόητη, μοῦ φαίνεται. Δέν πήγαμε σέ «κοτζάμ» καθηγητάδες, δέν γυρίσαμε ἕνα σωρό γιατρούς; Ὅλοι δέν μᾶς εἶπανε τά ἴδια; Σέ ρωτῶ ἔχεις ἐσύ καμμιά ἐλπίδα;

– Ναί ἔχω. Πιστεύω νά μέ λυπηθῆ ἡ Μεγαλόχαρη. Ἕνα τό ’χω ἡ δόλια. Θά μέ καταλάβη.

– Ἐγώ δέν τά πιστεύω αὐτά. Ἀλλά, ἐπειδή ἐπιμένεις, πήγαινε μονάχη σου. Ἐγώ δέν ἔρχομαι.

Πλησίαζε Δεκαπενταύγουστος, ἡ περίοδος τῆς Παναγίας. Ἡ Μαρία ἀποφάσισε νά περάση «δεκαπεντάρι» στήν Τῆνο. Δεκαπέντε μέρες νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία. Κάθε βράδυ πήγαινε στήν Παράκλησι τῆς Παναγίας. Πολλές φορές κοινώνησε, πολλές φορές ἔκλαψε, δάκρυσε, παρακάλεσε τήν Παναγία γιά τό ἄρρωστο παιδί της.

Ὦ! Γλυκειά τοῦ κόσμου Δέσποινα, ξέρεις τόν μοναδικό, τόν μεγάλο καημό τῆς ζωῆς μου. Τό παιδί μου εἶναι τυφλό, τό μονάκριβο ἀγόρι μου. Ὅλα τά παιδιά, Παναγιά μου, βλέπουν, παίζουν, τρέχουν, χαίρονται τόν ἥλιο, τή θάλασσα, τά πάντα, γιατί τό δικό μου νά ζῆ στό σκοτάδι; Ὁ Γυιός Σου, Παναγιά μου πού θεράπευσε τόσους πολλούς τυφλούς, ἀνήμπορους, δυστυχισμένους, ἄς θεραπεύση καί τό παιδί μου. Στίς 15 Αὐγούστου τό νησί πλημμύρισε ξένους προσκυνητές. Ἀπό τά πέρατα τῆς Ἑλλάδας ἔφθασαν πονεμένοι, ἄρρωστοι, παράλυτοι, γιά νά ζητήσουν τήν θεραπεία, τήν βοήθεια τῆς Μεγαλόχαρης.

Ἡ Μαρία σηκώθηκε ἀπ’ τά μεσάνυχτα. Μέ κομμένη ἀνάσα πῆρε τόν ἀνηφορικό δρόμο πρός τήν θαυματουργή εἰκόνα. Σέ λίγο ἀνέβαινε τά μαρμάρινα σκαλοπάτια κρατώντας τό τυφλό παιδί της. Πλησίασε πάλι τήν Παναγία, μέ τά τόσα θαύματα. Γονάτισε μ’ εὐλάβεια, μέ βουρκωμένα μάτια. Παναγιά μου. Αὔριο φεύγομε ἀπ’ τό μυρωμένο, τ’ ὄμορφο νησί σου. Κάμε τό θαῦμα σου, χρυσοπαναγιά μου. Θεράπευσε τό γυιό μου, πού σοῦ ’φερα στήν χάρι Σου.

Ὁ Νίκος γονάτισε δίπλα στήν μητέρα του καί ψιθύρισε: Μεγαλόχαρη, Εἶμαι τυφλό παιδί. Δέν βλέπω τή φύσι, τήν ὄμορφη θάλασσα, τά πράσινα δένδρα. Κόσμο ἀκούω καί κόσμο δέν βλέπω. Σήμερα πού θά φύγωμε γιά τό σπίτι μας, Παναγιά μου, σέ παρακαλῶ γιά τόν πατέρα μου. Χάρισέ του φωτισμό καί σύνεσι. Κάνε τον νά πικραίνη λιγώτερο τήν καλή μου μανούλα. Βοήθησε τόν πατέρα μου νά γίνη καλός ἄνθρωπος. Νά μήν βλαστημᾶ, νά πηγαίνη στήν ἐκκλησία, νά κάνη τόν σταυρό του…Σταυροκοπήθηκε ὁ Νίκος. Τότε ἔνιωσε κάτι ἀλλιώτικο μέσα του. Μισάνοιξε τά βλέφαρα. Κάτι ἄρχισε νά διακρίνη. Ἔβλεπε μαῦρες σιλουέτες νά κινοῦνται.

– Μάννα, βλέπω! βλέπω! βλέπω!- Θαῦμα! Θαῦμα! Δοξασμένο τ’ ὄνομά Σου Παναγία μου!

Μιά μυριόστομη κραυγή ἀκούστηκε: «Θαῦμα! Θαῦμα!»Ἡ Μαρία ἔμεινε ἀρκετή ὥρα δακρυσμένη μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας.Δέν πίστευε στά μάτια της. Ἔβλεπε τό παιδί της νά βλέπη καί δόξαζε ἀπ’ τά τρίσβαθα τῆς καρδιᾶς της τόν Θεό.Καταχαρούμενοι γύρισαν στόν Πειραιᾶ. Ὁ ἄπιστος πατέρας, ὅταν εἶδε μέ τά μάτια του, τό ἐκπληκτικό θαῦμα συγκινήθηκε, ἔκλαψε, ἄλλαξε. Ἔπαψε τίς εἰρωνεῖες, ἄρχισε μ’ εὐλάβεια νά κάνη τό σταυρό του, νά πηγαίνη ταχτικά στήν ἐκκλησία, ἐξωμολογεῖτο, κοινωνοῦσε, δόξαζε τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ. Λόγος πικρός δέν ἔβγαινε πιά ἀπό τά χείλη του.Στό σπίτι ἐκεῖνο ὑπῆρχε πόνος, θλῖψις, δάκρυα, σκοτάδι, βρισιά, εἰρωνεία, βάσανα. Τώρα βασιλεύει χαρά, εὐτυχία, φῶς, τραγούδι.Ἡ θεία Κοινωνία, ἡ δροσιά τοῦ Παραδείσου, χάρισαν ὑγεία, χαρά, εὐτυχία.

ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ Ζ. ΛΑΓΟΥΡΟΥ «TA ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ» – Ἐκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»

ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΕΡΑΣΗ Ο ΛΟΓΟΣ ΜΑΣ



«Και μόνο το να υποφέρει κανείς από πειρασμούς και δοκιμασίες, είναι πράγματι φοβερό και ικανό να καταβάλλει τη ψυχή. Όταν όμως δεν υπάρχει κι εκείνος που θα μπορούσε να παρηγορήσει και να σηκώσει μαζί μας το φορτίο της θλίψης, τότε η συμφορά γίνεται ακόμη μεγαλύτερη. Διότι όταν η ψυχή βρίσκει κάποιον να επικοινωνεί, τότε αναπαύεται και αναπνέει. Οι ψυχές των πονεμένων ανθρώπων δεν θέλουν από μας πολλά λόγια. Δεν έχει “πέραση” ο δικός μας ο λόγος, όταν το νέφος της στεναχώριας στέκεται μπροστά από τη ψυχή».


ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Η ΣΚΟΥΡΙΑ ΤΟΥ «ΠΡΕΠΕΙ»




Δεν μας πάει η σκουριά του «πρέπει».
Και λούστρο «σωτηρίας» να βάλεις πάνω της,
στο τέλος θα το πάρει χαμπάρι η καρδιά
και θα αρνείται τον Παράδεισο
για τον οποίο είναι φτιαγμένη…

π. Δαμιανός

Τὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα



Κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, θὰ σᾶς ὁδηγήσω, ἀδελφοί, σ’ ἕνα πνευματικὸ θέαμα.

Κάποτε ὁ μεγάλος ὅσιος τοῦ Θεοῦ Ἀντώνιος, ὁ ἐρημίτης τῆς Αἰγύπτου, μὲ θεία ἀποκάλυψη εἶδε τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου ἁπλωμένες σὰν δίχτυα πάνω σ’ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ τὴν παγίδευση καὶ τὴν ψυχικὴ καταστροφὴ τῶν ἀνθρώπων. Στέναξε τότε μὲ πόνο ὁ ὅσιος καὶ ρώτησε τὸν Κύριο: «Ποιὸς τάχα, Κύριε, θὰ μπορέσει νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα καὶ νὰ σωθεῖ;»(1).

Βυθίζομαι μὲ τὴ σκέψη στὴν παρατήρηση τῶν διχτυῶν τοῦ διαβόλου. Εἶναι ἁπλωμένα ὄχι μόνο ἔξω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ μέσα του. Τὸ ἕνα δίχτυ εἶναι σφιχτοδεμένο μὲ τὸ ἄλλο. Κάποια δίχτυα εἶναι στημένα σὲ σειρές. Ἄλλα ἀφήνουν μεγάλα ἀνοίγματα, αὐτὰ ὅμως ὁδηγοῦν σὲ ἀναρίθμητες πτυχώσεις ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι ἀδύνατο νὰ ξεφύγει κανείς. Θρηνῶ πικρά, βλέποντας τὰ πολύπλοκα

σατανικὰ δίχτυα! Αὐθόρμητα ρωτάω κι ἐγώ, ὅπως ὁ ἐρημίτης ὅσιος: “Κύριε, ποιὸς μπορεῖ νὰ γλιτώσει ἀπ’ αὐτά;”.

Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ διάφορα βιβλία ποὺ μεταδίδουν δῆθεν τὸ φῶς τῆς γνώσεως, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα βυθίζουν στὸ σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ ἔχουν γραφεῖ μὲ τὴν ἀπροκάλυπτη ἤ συγκαλυμμένη ἐπήρεια τοῦ σκοτεινοῦ καὶ μοχθηροῦ κοσμοκράτορα. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ προέρχονται ἀπὸ λογικὴ ἀρρωστημένη καὶ φθαρμένη λόγω τῆς προπατορικῆς πτώσεως. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ περιέχουν «τὴν ἀνθρώπινη δολιότητα καὶ τὰ τεχνάσματα ποὺ μηχανεύεται ἡ ἀπάτη», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ ἀποστόλου(2), καθὼς προέρχονται ἀπὸ συγγραφεῖς οἱ ὁποῖοι «χωρὶς λόγο ὑπερηφανεύονται μὲ τὸ ὑποδουλωμένο στὴν ἁμαρτία μυαλὸ τους»(3).

Ὁ πλησίον, στὴν ἀγάπη τοῦ ὁποίου ὀφείλω νὰ ἀναζητῶ τὴ σωτηρία, κι αὐτὸς γίνεται γιὰ μένα δίχτυ, ποὺ μὲ παγιδεύει καὶ μὲ ὁδηγεῖ στὸν θάνατο, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι πιασμένος στὰ δίχτυα ψεύτικων διδασκαλιῶν καὶ πλανερῶν σοφιστειῶν.

Ὁ δικός μου νοῦς εἶναι σημαδεμένος ἀπὸ τὴν πτώση, εἶναι καλυμμένος μὲ τὸ πέπλο τοῦ ζόφου, εἶναι δηλητηριασμένος ἀπὸ τὸ ψέμα. Ὁ ἴδιος ὁ νοῦς μου, λοιπόν, πλανεμένος καθὼς εἶναι ἀπὸ τὸν κοσμοκράτορα, ἁπλώνει ἀνεπίγνωστα τὰ δικά του δίχτυα, γιὰ νὰ αὐτοπαγιδευθεῖ. Ἀκόμα κι ὅταν ἦταν στὸν παράδεισο ὁ ἄνθρωπος, ἀδιάκριτα καὶ ἀπερίσκεπτα θέλησε ν’ ἀποκτήσει μία γνώση ὀλέθρια, θανάσιμη!(4). Καὶ μετὰ τὴν πτώση του, ἔγινε ἀκόμα πιὸ ἀδιάκριτος, ἀκόμα πιὸ ἀπερίσκεπτος. Μὲ θρασύτητα μεθᾶ ἀπὸ τὸ ποτήρι τῆς φαρμακερῆς γνώσεως, διώχνοντας ἀποφασιστικὰ ἀπὸ τὴν ψυχὴ του τὴν ἐπιθυμία νὰ γευθεῖ τὸ θεϊκὸ ποτήρι τῆς σωτήριας γνώσεως.

Καὶ γιὰ τὴν καρδιά μου πόσα δίχτυα! Δίχτυα χοντρὰ καὶ δίχτυα λεπτά! Ποιὰ ἀπ’ αὐτὰ νὰ θεωρήσω πιὸ ἐπικίνδυνα, πιὸ φοβερά; Δὲν ξέρω. Ὁ κυνηγὸς εἶναι ἔμπειρος καὶ ἐπιδέξιος· αὐτὸν ποὺ θὰ ξεφύγει ἀπὸ τὰ χοντρὰ δίχτυα του, θὰ τὸν πιάσει στὰ λεπτά. Ὁ σκοπὸς τοῦ κυνηγιοῦ εἶναι ἕνας: ἡ ψυχικὴ καταστροφή.

Τὰ δίχτυα εἶναι στημένα καὶ καμουφλαρισμένα μὲ ποικίλους τρόπους καὶ μὲ ἐξαιρετικὴ τέχνη. Ἡ πτώση εἶναι μεταμφιεσμένη, εἶναι ντυμένη μὲ ροῦχα θριάμβου —μὲ τὴν ὑποκρισία, μὲ τὴν κενοδοξία, μὲ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια— καὶ κρύβει ἀπατηλὰ τὸ σκοτεινὸ πρόσωπό της πίσω ἀπὸ ἕνα πνευματικό, ἕνα οὐράνιο προσωπεῖο ἀρετῆς. Ἡ ἀκόλαστη ἀγάπη εἶναι συχνὰ κρυμμένη πίσω ἀπὸ μιά φαινομενικὰ ἁγία ἀγάπη. Ἡ σαρκικὴ γλυκύτητα παρουσιάζεται συχνὰ σὰν γλυκύτητα πνευματική. Ὁ κοσμοκράτορας μὲ ὅλα τὰ μέσα προσπαθεῖ νὰ κρατήσει τὸν ἄνθρωπο δεμένο μὲ τὴ φθαρμένη φύση του. Κι αὐτὸ φτάνει γιὰ τὴν ἀποξένωση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸν Θεό, ἔστω καὶ χωρὶς μεγάλες πτώσεις στὴν ἁμαρτία. Τὰ βαριὰ ἁμαρτήματα τὰ ὑποκαθιστᾶ ὁλοκληρωτικά, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀκριβεῖς ὑπολογισμοὺς τοῦ νοητοῦ κυνηγοῦ, τὸ ὑπερήφανο φρόνημα ἑνὸς χριστιανοῦ ἱκανοποιημένου ἀπὸ τὶς ἀρετές του, τὶς ἀρετὲς τῆς φθαρμένης φύσεως, ἑνὸς χριστιανοῦ πεσμένου στὴν αὐταπάτη· αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Κύριο.

Καὶ γιὰ τὸ σῶμα μου πόσα δίχτυα! Τὸ ἴδιο τὸ σῶμα τί δίχτυ ποὺ εἶναι! Καὶ πόσο ἐπωφελεῖται ἀπ’ αὐτὸ ὁ κοσμοκράτορας! Συγκαταβαίνοντας στὶς κατώτερες ροπὲς καὶ ἐπιθυμίες τοῦ σώματος, φτάνουμε νὰ μοιάζουμε στὰ ἄλογα ζῶα. Τί γκρεμός! Τί ξεπεσμὸς ἀπὸ τὴ θεία ὁμοίωση! Φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πέφτουμε σ’ αὐτὸν τὸν βαθὺ καὶ φοβερὸ γκρεμό, ὅταν παραδινόμαστε στὶς βαριὲς σαρκικὲς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες, ἀκριβῶς γιὰ τὴ βαρύτητά τους, ὀνομάζονται πτώσεις(5). Ἀλλὰ καὶ οἱ ἐλαφριὲς σαρκικὲς ἀπολαύσεις δὲν εἶναι λιγότερο ὀλέθριες. Γιὰ χάρη τους παραμελοῦμε τὴν ψυχή μας καὶ λησμονοῦμε τὸν Θεό, τὸν οὐρανό, τὴν αἰωνιότητα, τὸν προορισμό μας.

Ὁ κοσμοκράτορας μὲ τὶς σαρκικὲς ἀπολαύσεις κατορθώνει νὰ μᾶς κρατᾶ σὲ διαρκή περισπασμὸ καὶ νὰ μᾶς προξενεῖ νοητικὸ σκοτισμό. Οἱ θύρες, διαμέσου τῶν ὁποίων ἡ ψυχὴ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν ὁρατὸ κόσμο, εἶναι οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις. Μέσ’ ἀπ’ αὐτές, λοιπόν, τὶς θύρες ὁ κοσμοκράτορας εἰσάγει ἀκατάπαυστα στὴν ψυχὴ αἰσθητικὲς ἱκανοποιήσεις, ποὺ τὴν ὁδηγοῦν στὴν αἰχμαλωσία τῆς ἁμαρτίας. Ἐντυπωσιακὰ ἠχεῖ ἡ μουσικὴ στὶς περιβόητες ἐπίγειες συναυλίες, μία μουσικὴ ποὺ ἐκφράζει καὶ ξεσηκώνει διάφορα πάθη. Τέτοια πάθη προβάλλονται καὶ στὶς ἐπίγειες θεατρικὲς παραστάσεις, τέτοια πάθη ἀναμοχλεύονται μ’ ὅλες τὶς ἐπίγειες τέρψεις. Ὁ ἄνθρωπος μὲ κάθε δυνατὸ μέσο κυνηγᾶ τὴν ἀπόλαυση τοῦ κακοῦ ποὺ τὸν σκοτώνει. Μεθυσμένος ἀπ’ αὐτό, λησμονεῖ τὸ σωτήριο θεῖο ἀγαθὸ καὶ τὸ ἀπολυτρωτικὸ Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου.

Νὰ μιά ἁπλὴ ἀπεικόνιση τῶν διχτυῶν ποὺ ἔχει ἁπλώσει ὁ κοσμοκράτορας γιὰ τὴ σύλληψη τῶν χριστιανῶν. Ναί, μόνο ἕνα ἄτεχνο ζωγράφισμά τους ἐπιχείρησα, ἀδελφοί, ἀλλὰ αὐτὸ ἀσφαλῶς θὰ σᾶς προκάλεσε τρόμο, ἀσφαλῶς θὰ γέννησε μέσα σας τὸ ἐρώτημα: “Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα;”.

Ἀκόμα δὲν τελείωσε, ὅμως, ὁ φοβερὸς πίνακας! Ἀκόμα κινεῖται ὁ χρωστήρας μου ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ!

Τί λέει. λοιπόν, ὁ Θεός; Κάνει μία προφητεία, ποὺ ἤδη ἐπαληθεύεται. Στοὺς ἔσχατους καιρούς, προαναγγέλλει, «ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν θὰ ψυχρανθεῖ»(6). Ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ πιὸ στέρεος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι στοὺς ἔσχατους καιροὺς θὰ αὐξηθοῦν τόσο τὰ διαβολικὰ δίχτυα ὅσο καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ πιάνονται σ’ αὐτά.

Πράγματι! Κοιτάζω τὸν κόσμο. Καὶ τί βλέπω; Τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, ἂν τὰ συγκρίνουμε μ’ ἐκεῖνα τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐποχῆς, αὐξήθηκαν πολύ, πολλαπλασιάστηκαν ἀνυπολόγιστα. Πολλαπλασιάστηκαν τὰ βιβλία μὲ τὶς ψεύτικες διδασκαλίες. Πολλαπλασιάστηκαν οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐνσαρκώνουν διάφορες πλάνες καὶ τὶς μεταδίδουν στοὺς ἄλλους. Πολλοὶ λίγοι, ἐλάχιστοι εἶναι πιὰ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἁγία ἀλήθεια. Ἐνισχύθηκε ὁ σεβασμὸς πρὸς τὶς φυσικὲς ἀρετὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἡ γνώση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν μειώθηκε καὶ ἡ ἔμπρακτη ἐργασία τους σχεδὸν ἐξαφανίστηκε. Ἡ ὑλιστικὴ ζωὴ κυριαρχεῖ καὶ ἡ πνευματικὴ ζωὴ τρεμοσβήνει. Οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ οἱ βιοτικὲς μέριμνες καταβροχθίζουν τὸν χρόνο μας. Δὲν ἔχουμε καιρὸ οὔτε νὰ σκεφτοῦμε τὸν Θεό. «Ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, θὰ ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν», κι ἐκείνων ἀκόμα ποὺ θὰ ἀγαποῦσαν θερμὰ τὸν Θεό, ἂν τὸ κακὸ δὲν ἦταν τόσο διάχυτο, ἂν τὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου δὲν εἶχαν τόσο πολλαπλασιαστεῖ.

Δικαιολογημένη ἦταν ἡ λύπη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Πιὸ δικαιολογημένη εἶναι ἡ λύπη τοῦ χριστιανοῦ τοῦ καιροῦ μας, ποὺ βλέπει τὰ σατανικὰ δίχτυα. Εὔλογο εἶναι τὸ θρηνητικὸ ἐρώτημά του: “Κύριε, ποιὸς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα καὶ νὰ σωθεῖ;”.

Τὴν ἀπάντηση τὴν ἔδωσε ὁ Κύριος στὸν μεγάλο ὅσιο τῆς ἐρήμου: «Ἡ ταπεινοφροσύνη ξεφεύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα, ποὺ δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν!»(7).

Θεϊκὴ ἀπάντηση! Ἀπάντηση ποὺ διώχνει ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀμφιβολία. Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ μὲ δυὸ λόγια ἀποκαλύπτει τὸν σίγουρο τρόπο κατατροπώσεως τοῦ ἐχθροῦ μας, τὸν σίγουρο τρόπο διαλύσεως τῶν πολύπλοκων παγίδων του, ποὺ στήνει μὲ μαεστρία χάρη στὴν πολυχρόνια καὶ καταχθόνια ἐμπειρία του.

Ἂς περιτειχίσουμε μὲ τὴν ταπείνωση τὸν νοῦ, μὴν ἀφήνοντάς τον νὰ κυνηγᾶ τὶς γνώσεις ἀνεξέλεγκτα καὶ ἀπερίσκεπτα. Ἂς τὸν φυλάξουμε ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν, ποὺ κρύβονται συχνὰ πίσω ἀπὸ τὸ ὄνομα καὶ τὸ προσωπεῖο τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἂς τὸν κάνουμε νὰ ὑπακούει ταπεινὰ στὴν Ἐκκλησία, «ἀνατρέποντας ψεύτικους ἰσχυρισμοὺς καὶ καθετὶ ποὺ ὀρθώνεται μὲ ἀλαζονεία ἐναντίον τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ»(8. Ὅλος θλίψη, ὅλος δυσκολία εἶναι στὴν ἀρχὴ γιὰ τὸν νοῦ ὁ στενὸς δρόμος(9 τῆς ὑπακοῆς στὴν Ἐκκλησία. Τελικά, ὅμως, αὐτὸς ὁ δρόμος τὸν φέρνει στὴν εὐρυχωρία καὶ τὴν ἐλευθερία τῆς πνευματικῆς γνώσεως. Μπροστὰ στὴν πνευματικὴ γνώση ἐξαφανίζονται ὅλες οἱ ἐνστάσεις τῆς σαρκικῆς καὶ τῆς ψυχικῆς λογικῆς ἐναντίον τῆς ἀκριβοῦς ὑποταγῆς στὴν Ἐκκλησία.

Ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε στὸν νοῦ μας τὴ μελέτη πνευματικῶν βιβλίων πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν συντάξει οἱ συγγραφεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ συγγραφεῖς γιὰ τοὺς ὁποίους ὑπάρχει σαφὴς ἐκκλησιαστικὴ μαρτυρία ὅτι ἀποτελοῦν ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅποιος μελετᾶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων αὐτῶν συγγραφέων, ὁπωσδήποτε κοινωνεῖ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ οἰκοῦσε μέσα τους καὶ μιλοῦσε μὲ τὸ στόμα τους. Ὅποιος, ἀντίθετα, μελετᾶ τὰ συγγράμματα τῶν αἱρετικῶν, ἔστω κι ἂν αὐτοὶ ἀποκαλοῦνταν ἅγιοι, κοινωνεῖ μὲ τὸ πονηρὸ πνεῦμα τῆς πλάνης(10 καί, δείχνοντας τὸν κρυφὸ ἐγωισμό του μὲ τὴν ἀνυπακοὴ στὴν Ἐκκλησία πέφτει στὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα.

Τί νὰ κάνουμε μὲ τὴν καρδιά μας; Αὐτὴ τὴν ἀγριελιὰ ἂς τὴν μπολιάσουμε μ’ ἕνα κλαδάκι ἀπὸ ἥμερη καὶ καρποφόρα ἐλιά, ἂς τὴν κεντρίσουμε μὲ τὰ χαρακτηριστικά τοῦ Χριστοῦ, ἂς τῆς μεταδώσουμε τὴν εὐαγγελικὴ ταπείνωση, ἂς τὴν ἀναγκάσουμε νὰ οἰκειωθεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θὰ διαπιστώσουμε τότε τὴν ἐναντίωσή της στὸ Εὐαγγέλιο, τὴν ἀκατάπαυστη ἀντιλογία της στὶς θεῖες ἐντολές, τὴν πεισματικὴ ἀνυποταξία της στὸν Κύριο. Σ’ αὐτὴ τὴν ἀντίδραση τῆς καρδιᾶς μας θὰ δοῦμε σὰν σὲ καθρέφτη τὴν πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὴ δική μας πτώση. Βλέποντάς την, ἂς κλάψουμε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ Πλάστη καὶ Σωτήρα μας, ἂς πονέσουμε λυτρωτικά. Καὶ ὅσο δὲν θεραπευόμαστε ἀπὸ τὰ πάθη, ἂς παραμένουμε σ’ αὐτὸν τὸν πόνο. Γιατί «καρδιὰ συντριμμένη καὶ ταπεινωμένη δὲν θὰ τὴν ἐγκαταλείψει ὁ Θεὸς»(11), δὲν θὰ τὴν ἀφήσει στὰ χέρια τοῦ ἐχθροῦ. Ὁ Θεός, ὡς Πλάστης μας καὶ ἀπόλυτος Κύριός μας, μπορεῖ νὰ ἀναπλάσει τὴν καρδιά μας, ἂν αὐτὴ ἀδιάλειπτα Τὸν ἱκετεύει μὲ δάκρυα καὶ νὰ τὴ μεταβάλει ἀπὸ καρδιὰ φιλάμαρτη σὲ καρδιὰ φιλόθεη, ἁγία.

Ἂς φυλᾶμε συνεχῶς τὶς σωματικές μας αἰσθήσεις, μὴν ἀφήνοντας τὴν ἁμαρτία νὰ περνᾶ μέσ’ ἀπ’ αὐτὲς στὸ ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς. Ἂς χαλιναγωγήσουμε τὰ φιλοπερίεργα μάτια μας καὶ τὰ φιλοπερίεργα αὐτιά μας. Ἂς ἐπιβάλουμε σκληρὴ τιμωρία στὴ γλώσσα μας, τὸ μικρὸ αὐτὸ μέλος τοῦ σώματος ποὺ προκαλεῖ τόσο ἰσχυροὺς σεισμούς. Ἂς ταπεινώσουμε τὶς ἄλογες σαρκικὲς ὁρμὲς μὲ τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἀγρυπνία, τὸν σωματικὸ κόπο, τὴ συχνὴ μνήμη τοῦ θανάτου, τὴν ἀδιάλειπτη καὶ προσεκτικὴ προσευχή. Πόσο λίγο διαρκοῦν οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις! Καὶ μὲ πόση δυσοσμία τελειώνουν! Ἀπεναντίας, ὅταν τὸ σῶμα, περιτειχισμένο μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ φύλαξη τῶν αἰσθήσεων, λουσμένο στὰ δάκρυα τῆς μετάνοιας καὶ ἁγιασμένο μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, γίνεται μυστικὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅλες οἱ ἀπόπειρες τοῦ ἐχθροῦ γιὰ τὴν παγίδευση τοῦ ἀνθρώπου ἀποτυχαίνουν.

Ἡ ταπεινοφροσύνη καταστρέφει ὅλα τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν! Ἀμήν.

Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov


Σημειώσεις1. Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας, ἀπόφθεγμα ζ΄. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., Β΄, 26. 2. Ἐφ. 4:14. 3. Κολ 2:18. 4. Βλ. Γεν. 2:16-17 3:1-6. 5. Βλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου. ὅ.π., ΙΕ΄, 40. 6. Ματθ. 24:12. 7. Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, ὅ.π. 8. Β΄ Κορ. 10:4-5. 9. Πρβλ Ματθ. 7:14. 10. Πρβλ. Ὁσίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Βιβλίον Α΄. Περὶ διακρίσεως. 11. Πρβλ. Ψαλμ. 50:19.

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Ιεροκατηγορία

Πτύσμα στήν δυτικήν ὀφρύν



Ἐπιστρέφοντας ἀπό τό ἐξωτερικό, μετά ἀπό τίς ἀναπόφευκτες συγκρίσεις μέ τά καθ’ ἡμᾶς, συχνά βλέπει κανείς τήν πατρίδα καί τόν λαό του μέ τρόπο διαφορετικό ἀπό τόν συνήθη καί καθημερινό. Σέ μένα συμβαίνει νά γίνεται πιό τρυφερή αὐτή ἡ ματιά, πιό συμπονετική, εἰδικά ἐπιστρέφοντας ἀπό χῶρες δυτικές, πλουσιότερες καί ἰσχυρότερες: σάν νά κοιτᾶς τήν ἄρρωστη, γερασμένη μάνα σου… Νά τί περίεργα περνοῦσαν ἀπό τόν νοῦ μου τίς προάλλες:

Ναί ρέ, ἐμεῖς εἴμαστε οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες, δέν σᾶς γεμίζουμε τό μάτι; Θέλατε νά δεῖτε ἀνάμεσά μας Λεωνίδες καί Περικλῆδες, ἔτσι; Δεῖξτε μας κι ἐσεῖς τούς σημερινούς ἔστω Σαίξπηρ, Ναπολέοντες καί Ντά Βίντσι, καί θά τό κάνουμε κι ἐμεῖς. Κι ἄς ξοδέψαμε τήν ἐθνική μας ἀλκή σέ Λεῦκτρα καί Γαυγάμηλα, κι ἄς μεταβάλαμε τήν ἐθνική μας μεταφυσική ἐναγκαλιζόμενοι τό Ὑψηλό, κι ἄς δαμάσαμε γιά χίλια χρόνια τά ἐξ ἀνατολῶν στίφη. 
Μά κι ἐκ δυσμῶν, Καταλανικές ἑταιρεῖες, Ἑνετοί ἔμποροι, μπουλούκια Σταυροφόροι, ὅλοι ἐτοῦτοι πέρασαν ἀπό πάνω μας ἀλλά δέν μᾶς ἐξαφάνισαν. Ἀκόμα κι ὅταν ἐνέσκηψε ἡ Κατάρα τῆς Ἀσίας, ὅταν μᾶς σβήσατε ἀπό τή μνήμη σας γιά νά παραστήσετε – ἡμετέροις ἀναλώμασι – τούς κληρονόμους τῆς προγονικῆς μας αἴγλης, ὡς συμπλεγματικοί βάρβαροι. πού ἕνας ζωγράφος μας πέρασε ἀπό τήν Κρήτη στά μέρη σας καί κάνατε 300 χρόνια γιά νά τόν καταλάβετε! Κι ἐμεῖς, μέ τό πιό σιχαμερό ποδάρι στόν σβέρκο μας, μέ τό πιό αἱμοβόρο εἶδος τῆς μογγολικῆς στέπας νά βατεύει τόν τόπο καί τόν τρόπο μας, ἐπιζήσαμε! Ἀναστηθήκαμε καί γαμήσαμε τόν σεβαστό σας Γκράν Σινιόρε τῆς Πόλης καί “τήν πουτάνα τόν Μωχαμέτη του”. ἤρθατε νά “βοηθήσετε” στό τέλος, μόνο γιά τά συμφέροντά σας. 
Κι αὐτά τά πρόστυχα τ’ ἀντέξαμε, καί τούς νεναίκους σας καί τίς συμμαχίες σας, χρόνους κοντά διακόσιους. Καταστροφές κι Ἐμφύλιοι καί προδοσίες ἄφησαν λίγη τή μαγιά, μά ἀκόμα αὐτή ὑπάρχει. Τώρα τό πρόβλημα, μᾶς λέτε, εἶναι τά δανεικά πού σπαταλούσαμε ἐπί 30 χρόνια. Γι’ αὐτό ρημάζει ἡ χώρα.
Ἐγώ πάλι γιατί πιστεύω ὅτι φταίει πού ἀργεῖ 185 χρόνια ὁ δεύτερος Ἕλληνας Κυβερνήτης;

Τὰ παιδάκια τοῦ σωλήνα καὶ ἡ… Μπουμπουλίνα



«Ἄχ, τὰ παιδάκια τοῦ σωλήνα

ποτὲ δὲν βγήκατε ταξίδι 

ἐκεῖ ποὺ ζοῦσε ἡ Μπουμπουλίνα 

Ὕδρα, Ψαρὰ καὶ Γαλαξίδι» 

Νίκ. Γκάτσος 

Μεγάλη πνευματικὴ φυσιογνωμία, ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης (1867-1945), κολοσσιαία ἡ προσφορά του στὴν νεοελληνικὴ ἱστορία, ἰδίως τοῦ Εἰκοσιένα. Καρπὸς τῆς πολύχρονης καὶ ἀσίγαστης προσπάθειάς του γιὰ τὴν ἀνάδειξη τῆς Παλιγγενεσίας ἦταν, μεταξὺ ἄλλων, ἡ ἀνακάλυψη, ἡ ἀποκρυπτογράφηση, λόγῳ τῆς δύστροπης γραφῆς, καὶ ἡ ἔκδοση τῶν ἀπομνημονευμάτων τοῦ Μακρυγιάννη (1907), ἡ βιογραφικὴ ἀρχειακὴ μελέτη του γιὰ τὸν Καραϊσκάκη, τὴν ὁποία ἔγραψε μὲ τρεμάμενα χέρια, ἐν μέσῳ τῆς βαρυχειμωνιᾶς τῆς Κατοχῆς (1943), καὶ πολλὰ ἄλλα σπουδαῖα ἔργα, μὲ τὰ ὁποῖα ξαναζωντανεύει, μὲ τὴν στιβαρὴ καὶ πλούσια, δημώδη γλῶσσα του, τὰ «Μεγάλα Χρόνια». Ἔτσι, «Μεγάλα Χρόνια», τιτλοφόρησε κι ἕνα ἐξαιρετικὸ βιβλίο του, τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε τὸ 1930. Τὸ συγκεκριμένο βιβλίο περιέχει μικρὲς ἱστορίες ἀπὸ τὸ ἀθάνατο ’21, ὀσμὴ εὐωδίας …ἡρωικῆς, μοσχοβολᾶ τὸ ὀλιγοσέλιδο αὐτὸ πετράδι, μεταλλεῖο πολύτιμο, γιὰ ὅσους κατανοοῦν ὅτι ἡ παράδοσή μας εἶναι ἡ ρίζα καὶ τὸ θεμέλιο τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου.

Πολλὲς φορὲς ἀποσπῶ ἀπὸ τὸ βιβλίο, ἱστορίες τοῦ Βλαχογιάννη καὶ τὶς διδάσκω στοὺς μαθητές μου, νὰ γνωρίσουν τὰ παιδιὰ ὅτι κάποτε σὲ τοῦτο τὸν κατασυκοφαντημένο τόπο, ζοῦσαν ἄνθρωποι, ἀπροσκύνητοι καὶ ἀδούλωτοι λεβέντες, ποὺ ἀνέβαιναν στὰ κορφοβούνια γιά, «Νά ᾽χουν τὰ βράχια ἀδέρφια τους, τὰ δέντρα συγγενάδια, νὰ τοὺς ξυπνοῦν...

οἱ πέρδικες, νὰ τοὺς κοιμοῦν τὰ ἀηδόνια/καὶ στὴν κορφὴ τῆς Λιάκουρας νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους…».

Χρόνια ζητιανεύουμε στὰ ξένα παζάρια, ἐλεεινὰ ψίχουλα πνευματικῆς ζωῆς καὶ τροφῆς, περιφρονώντας τὰ τιμαλφῆ, τὰ ἀτίμητα πλούτη τῆς ἐθνικῆς μας παράδοσης, γι’ αὐτὸ καὶ καταντήσαμε «τῶν Εὐρωπαίων περίγελα καὶ τῶν ἀρχαίων παλιάτσοι».Ἀφήσαμε κι ὅλο αὐτὸ τὸ νεοταξικὸ κηφηναριό, νὰ διοχετεύσει τὶς κουτσουλιές του μὲς στὴν ἐκπαίδευση, νὰ «μορφώνουμε» ραγιάδες, «σκυφτοὺς γιὰ τὸ χαράτσι», ὅπως γράφει ὁ Παλαμᾶς στὸ ἔξοχο ποίημά του «Γύριζε».

Τὸ ἔχω ξαναγράφει: Τὸ μέλλον τῆς πατρίδας δὲν κρίνεται στὸ ἐρεβῶδες «Μαξίμου» οὔτε στὴν Βουλὴ τῶν ἀσυστόλων ἢ ἀπὸ τοὺς ἀργυραμοιβοὺς τῶν Βρυξελλῶν. Τὸ μέλλον της κρίνεται στὶς σχολικὲς τάξεις. Ἀπὸ τὰ θρανία θὰ ξεπηδήσει τὸ μέλλον. Ἂν ξεκουμπιστεῖ τὸ ψευτορωμαίικο κι ὅλο αὐτὸ τὸ φοβερὸ σκουπιδαριό, ποὺ τὸ δορυφορεῖ καὶ ἔρθει τὸ «ποθούμενο», ὀφείλουμε νὰ διδάσκουμε στὰ παιδιά, μία γενιά, μόνο τὸ Εἰκοσιένα.

Λάμπει ἡ πίστη καὶ ἡ φιλοπατρία στὰ αἱματοβαμμένα κείμενα τῶν ἀγωνιστῶν. Πίστη καὶ φιλοπατρία εἶναι οἱ δύο πνεύμονες, μὲ τοὺς ὁποίους ἀνάσαινε τὸ Γένος ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Ὅσο ἀναπνέουμε τὶς ἀναθυμιάσεις ποὺ ἀναδίδουν τὰ σάπια ὑποπροϊόντα τοῦ χρεωκοπημένου «δυτικοῦ πολιτισμοῦ», θὰ βρισκόμαστε σὲ κατάσταση ἀφασίας.

Ἀπὸ τὰ «Μεγάλα Χρόνια» του Βλαχογιάννη, γιὰ νὰ ἐπανέλθω, μοίρασα καὶ διαβάσαμε στὴν τάξη μου, ἕνα καταπληκτικὸ κείμενο μὲ τίτλο «ὁ χαρακόπος».

Τὸ παραθέτω:

«Ὁ γέρος, ἐκεῖ ποὺ ψυχοπάλευε, φώναξε τὸ παιδί του, τὸν ἀκριβό του κληρονόμο.
Τοῦ εἶπε:
-Ὁ ἥρωας ὁ παππούς σου πεθαίνοντας μοῦ ἄφησε ἕνα θησαυρό, αὐτὸν ποὺ βλέπεις. (Καὶ τοῦ ᾽δειξε ἕνα κουτὶ χρυσόδετο). Μοῦ ἄφησε τ’ ἅγιο τ’ ὄνομά του νὰ λατρεύω καὶ νὰ λιβανίζω τὸ κουτί. Τώρα σοῦ τ’ ἀφήνω καὶ τὰ δύο. Ἐγὼ στὸ κουτὶ αὐτὸ καὶ στ’ ὄνομα δὲ μπόρεσα νὰ βάλω τίποτε ἄλλο παρὰ τοὺς κόπους μου μονάχα γιὰ νὰ στρώσω τὴ ζωή σου ἀναπαμένη κι ἤρεμη. Κύτταξε νὰ ζήσης νὰ χαρῆς τὰ πλούτη σου -ὅμως τὸ κουτὶ νὰ τό ᾽χης φυλαχτό, καὶ τ’ ὄνομα τιμή σου. Κατάρα σοῦ ἀφήνω!

Πέθανε ὁ γέρος. Κι ὁ νιὸς σ’ ὄχι πολλὰ χρόνια σκόρπισε τ’ ἀγαθὰ ποὺ ἀπόχτησε ἄκοπα καὶ λέρωσε καὶ τ’ ὄνομά του τὸ πατρογονικό. Τὸ κουτὶ ὅμως δὲν τὸ πείραζε, ὄχι σὰν ἱερὸ πράμα ποὺ ἦταν, ἀλλὰ σὰν καταφύγιό του στερνὸ ποὺ θὰ γινότανε μία μέρα.
Τέλος ἔσωσε τὰ λιγοστὰ λεφτὰ ποὺ τοῦ ᾽μεναν. Ἔφτασε καὶ στὸ κουτί. Ἔπιασε τ’ ἄνοιξε μ’ ἀντικλείδι. Κ’ ηὗρε μέσα κόκκαλα ξερὰ καὶ τίποτ’ ἄλλο. Λοιπὸν αὐτὸς ἦταν ὁ ἀτίμητος θησαυρός; Ἡ ἀπελπισία του ξέσπασε σ’ ὀργὴ μεγάλη γιὰ τοῦ πατέρα του τὸ χλευασμό. Μὲ τὸν παππού του δὲν εἶχε κανένα λόγο νὰ θυμώνη. Καὶ τὰ κόκκαλα τίποτα δὲν τούλεγαν. Τὸν ἄλλον ὅμως, τὸν πατέρα, ἤθελε νὰ τὸν ξεδικηθῆ. Καὶ πῶς;

Ἄξαφνα παρηγορήθηκε. Ἔκλεισε πάλι μὲ φροντίδα τὸ κουτί. Τὸ πῆρε καὶ τὸ πῆγε σ’ ἕναν τοκογλύφο.
-Σοῦ φέρνω τὸ ἱερώτερο κειμήλιο τοῦ σπιτιοῦ μου, εἶπε, τοῦ παπποῦ τὰ κόκκαλα. Δάνεισέ μου ἕνα κατοστάρικο.
Ὁ τοκιστὴς χωρὶς ν’ ἀνοίξη τὸ κουτί, τὸ κύτταξε ἀπόξω μὲ προσοχή.
-Τὸ κουτί σου δὲν ἀξίζει καὶ μεγάλα πράματα, εἶπε.
-Χάρισμά σου τὸ κουτί, ἀποκρίθηκε τὸ παληκάρι. Ἐγὼ σοῦ πουλῶ τὰ κόκκαλα. Τὰ θέλεις;
Ὁ τοκοφλύφος χαμογέλασε. Ἀμίλητος, ἔδωσε τὸ κατοστάρικο. Ἄδειασε ὕστερα τὰ κόκκαλα μέσ’ τὰ σκουπίδια καὶ κράτησε μονάχα τὸ κουτί».
(σελ. 130, ἔκδ. ΕΣΤΙΑΣ)

Αὐτὴ εἶναι νομίζω ἡ ἱστορία τῆς σύγχρονης Ἑλλάδας. Ἔτσι μὲ τὸν ἁψύ, βουνίσιο λόγο τοῦ Βλαχογιάννη, μαθαίνουν καὶ εὔκολα κατανοοῦν, τὸ δράμα τῆς πατρίδας τους, τὰ μικρὰ παιδιά.

Στὸ κείμενο τοῦ Βλαχογιάννη συλλαβίζουμε τὴν νεώτερη ἱστορία μας. Εἴμαστε μία μικρὴ χώρα. «Ἕνα πέτρινο ἀκρωτήρι στὴ Μεσόγειο, ποὺ δὲν ἔχει ἄλλο ἀγαθὸ παρὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ λαοῦ της, τὴ θάλασσα καὶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου». (Ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Σεφέρη στὴν Στοκχόλμη τὸ 1963, ὅταν παρέλαβε τὸ Νόμπελ). Τὸ κουτί, ἡ χρυσόδετη λειψανοθήκη -τὰ κόκκαλα τῶν Ἑλλήνων, τὰ ἱερὰ- εἶναι (ἦταν;) ὁ ἀτίμητος θησαυρός μας. Οἱ ἡρωικῶς ἀθλήσαντες παπποῦδες μας, οἱ Κολοκοτρωναῖοι, οἱ Καρατασαῖοι, «ἔκαμαν τὸ πατριωτικόν τους χρέος, ἔκτισαν μεγάλην πατρίδα». (Παπαδιαμάντης).

Οἱ γιοί τους, οἱ πατεράδες μας, μέχρι τὴν γενιὰ τοῦ ’40, κρατοῦσαν τὸ δεντρολίβανο τῆς πίστεως καὶ τῆς φιλοπατρίας καὶ θυμιάτιζαν τὸ Εἰκονοστάσι τοῦ Γένους. Μεθοῦσαν μὲ τ’ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα.Καὶ μετὰ μᾶς πλάκωσαν τὰ μιάσματα τοῦ φραγκολεβαντινισμοῦ καὶ τὰ ἀποστήματα τῆς δυτικολαγνείας, «οἱ νάνοι, οἱ ἀνορθούμενοι ἐπ’ ἄκρων ὀνύχων» ποὺ σκόρπισαν τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἀπόχτησαν ἄκοπα καὶ λέρωσαν καὶ τ’ ὄνομα τὸ πατρογονικό. («Παλιοψάθα τῶν Ἐθνῶν», ὁ καημὸς τοῦ Μακρυγιάννη. «Τὰ παιδάκια τοῦ σωλήνα»).

Ἔσωσαν τὰ λεφτά, γευτήκαμε καὶ τὶς γουρουνοτροφές, τὰ ξυλοκέρατα καί, ἀντὶ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ πατρογονικό μας ἀρχοντικό, πήγαμε στοὺς τοκογλύφους, στὶς χαμογελαστὲς συμμορίες τῆς οἰκουμένης.Ἐπαῖτες, ψωμοζητοῦντες, ἐκλιπαροῦμε γιὰ ἕνα «κατοστάρικο», μία δόση δανείου, πουλώντας τὰ κόκκαλα, τὴν λειψανοθήκη τῆς μνήμης καὶ τῆς ἀξιοπρέπειας. Καὶ οἱ τοκογλύφοι, τὰ λερναῖα θηρία, πέταξαν στὰ σκουπίδια -τὰ ἅγια τοῖς κυσὶ- τὰ λευκασμένα ὀστᾶ τῶν παππούδων. Γιὰ ἕνα «κατοστάρικο» πουλᾶμε καὶ μνήμη καὶ πατρίδα.

Ρώτησα τοὺς μαθητές μου. Καὶ τώρα τί κάνουμε ἐμεῖς, οἱ γιοί, οἱ ἀνίατα χαροκόποι; (=γλετζέδες);
«Νὰ πᾶμε νὰ ψάξουμε στὰ σκουπίδια, νὰ φτιάξουμε καινούργια λειψανοθήκη». «Νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς σὰν τοὺς παπποῦδες μας». (Ἀθῶες ψυχές, ὅπως τὶς ἔπλασε ὁ Θεός. Ἐμεῖς, οἱ τρανοί, θὰ γελάσουμε μὲ εἰρωνεία. Ἔχει γεμίσει φωλιὲς φόβου, ἀπιστίας καὶ δουλοπρέπειας ἡ ψυχή μας).

Καὶ ὅταν σὲ ρωτάει ὁ μικρὸς μαθητής, «ἐσεῖς τί λέτε νὰ κάνουμε, κύριε;», τί ἀπαντᾶς; Ἔχω μὲς στὴν αἴθουσα, κρεμασμένα στοὺς τοίχους, κάδρα τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ ’21. (Ἡ μόδα εἶναι νὰ ἀναρτοῦμε ἀφίσες μὲ γατάκια, σκυλάκια ἢ διάφορες νεοταξικὲς σαχλαμάρες).Ἔδειξα μὲ τὸ χέρι μου τὴν Μπουμπουλίνα, τὸν Μάρκο, τὸν Παῦλο Μελᾶ καὶ ψέλισσα – δὲν εἶχα ἄλλη ἀπάντηση, ντρέπομαι γιὰ τὴν Ἑλλάδα ποὺ τοὺς παραδίδουμε- νά, ὅ,τι ἔκαναν αὐτοί…

Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος-Κιλκίς 

ΑΝ ΤΟΛΜΗΣΗ ΚΑΝΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΛΗΡΙΚΟΣ Ή ΜΟΝΑΧΟΣ ΝΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΘΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΟΨΕΙ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ· ΤΟΝ ΑΦΟΡΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΘΑΙΡΟΥΝ ΚΑΙ ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΜΠΟΥΛΤΟΖΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΙΣΟΠΕΔΩΣΟΥΝ!!! ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟΤΕ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥΣ;;;

O π. Αυγουστίνος απαντά και στον πατριάρχη και σ όλους εκείνους που με το πρόσχημα της αγάπης υποτιμούν την αξία της πίστεως.

«Πρόσωπα υψηλά ιστάμενα, που βρίσκονται σε θρόνους μεγάλους και υψηλούς λένε ότι παραπάνω από τους αγώνας του M. Αθανασίου, παραπάνω από τους αγώνας του Mάρκου του Eυγενικού, παραπάνω από τους αγώνας των πατέρων της Eκκλησίας, παραπάνω από όλα είναι σήμερον η αγάπη. Λένε την λέξη αγάπη και τρέχουν συρόπια από τα στόματά τους.
Tι έχομε ν’ απαντήσομε σ” όλους αυτούς;
΄Oλοι όσοι λένε και γράφουν τέτοια πράγματα, για να μειώσουν την αίγλην των ιερών αγώνων των μεγάλων Πατέρων της Eκκλησίας· αυτοί κάνουν μία μεγάλη αμαρτίαν. Ποια είναι αυτή η μεγάλη αμαρτία;
Yποτιμούν την αξία της Πίστεως εις τον χριστιανισμό· Διότι τι είναι η πίστης;
Αγάπη και ο Γιαπωνέζος έχει, αγάπη και ο κινέζος έχει, αγάπη και ο χιλιαστής έχει, αγάπη και ο μασόνος έχει, αγάπη έχει και ο άθεος, αλλά η αγάπη του χριστιανού είναι κάτι ιδιαίτερο, είναι ένα υπερφυσικό ρεύμα το οποίον έρχεται εκ των ουρανίων αψίδων κάτω εδώ εις την μαύρην γη.
Yποτιμούν την αξία της πίστεως, διατί;
Θα σας απαντήσω μὲ μία εικόνα.
O χριστιανισμός είναι ένα δένδρο αθάνατο. O χριστιανισμός είναι η πελωρία δρύς. O χριστιανισμός είναι ένα δένδρο το οποίο δεν το φύτευσεν άνθρωπος, αλλά το φύτευσεν αυτή η Αγία Tριάς και κανείς δαίμων δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεριζώσει το ιερό τούτον δένδρο, το αγλαόκαρπον και εσκιόφυλλον του χριστιανισμού.
Eίναι δένδρο ο χριστιανισμός. Ας πέφτουν τα τσεκούρια, ας χτυπούν οι άθεοι, δεν θα μπορέσουν ποτέ την ρίζαν να την εκριζώσουν. Tα καλαριά μπορεί να τα σπάσουν, τους ανθούς μπορεί να τους ρίψουν, τους καρπούς μπορεί να τους φάγουν, αλλά κάτω η ρίζα είναι τόσο βαθειά, που καμία δύναμη στον κόσμο δεν θα μπορέσει να εκριζώσει την Oρθόδοξο Πίστη.
Διατί ποια είναι η ρίζα;

Αν ερωτήσετε ένα επιστήμονα· Ποίον είναι το σπουδαιότερον μέρος του δένδρου; Tα άνθη, οι καρποί, ο κορμός, τα φύλλα; Όχι. Eίναι εκείνο που δεν φαίνεται. Eίναι εκείνο το άσχημο πράγμα, που είναι ένα κούτσιουρο κριμένο μέσα στην γη. Kαι όμως εκείνη η ρίζα της μηλιάς και όλων των δένδρων είναι χημείον ολόκληρον, δεν θα μπορέσει ποτέ η επιστήμη να μας φτιάξει τέτοιες ρίζες, που να βγάζουν ουράνιο χυμό και να σχηματίζουν δένδρα πελώρια.

΄Oπως λοιπόν εις το δένδρον το σπουδαιότερο μέρος είναι η ρίζα, ούτω και εις τον χριστιανισμό το σπουδαιότερον μέρος είναι η Πίστις ημών.
Tο κηρύττει ο απόστολος Παύλος όταν λέει· ότι άνευ πίστεως ουδείς δύναται ευαρεστείσε τον Θεόν.
Tο είπε ο Θεάνθρωπος· «ο πιστεύσας και βαπτισθής σωθήσετε». πριν είπει· «Tο αγαπάτε αλλήλους, μας είπε· Πιστεύετε εν τω Eυαγγελίω και μετανοείτε.
Προηγείτε η Πίστις, που είναι η ρίζα του δένδρου. Tα άνθη είναι οι ενθουσιασμοί, είναι τα ωραία αισθήματα, οι δε οι καρποί, είναι οι αρεταί, τα δε φύλλα είναι οι τύποι της Eκκλησίας. Δίνουν και αυτά την ομορφιά του δένδρου.
Eίδατε τι όμορφο είναι το δένδρο την Άνοιξη, που είναι γεμάτο με φύλλα; Έχουν όλα σημασία στην Oρθοδοξία. Kαι το κεράκι που ανάβεις και το λιβάνι και οι εικόνες και τα άλλα, τύποι είναι. Αλλά όπως από ένα φύλλο καταλαβαίνεις τι δένδρο είναι. Eνα φύλλο φτάνει για να σου πω· εάν είναι ελιά.
Δως μου έναν άνθρωπο για να σου πω τι πιστεύει. Mε τον τρόπο με τον οποίον εξασκεί την εξωτερική λατρεία, τους τύπους δυνάμεθα να συμπεράνουμε.
Eπαναλαμβάνομε·
Δένδρον ο χριστιανισμός, ρίζα η πίστης, άνθη τα αισθήματα, καρποί οι αρεταί, ων μείζον η αγάπη και τα φύλλα είναι ο στολισμός της Eκκλησίας, οι τύποι, οι ιεραί ακολουθίαι, τα ορατά σημεία της πίστεως μας.
Λοιπόν, όταν εσύ βάζεις την πίστη, θέλεις να ξεριζώσεις την ρίζα, αλλά όταν φύγει η ρίζα δεν υπάρχει πλέον ούτε δένδρο, ούτε τίποτε.
Yποτιμούν την πίστη, η οποία είναι η ρίζα της χριστιανικής μας Θρησκείας.
Αλλά, τι ακούω; ένα άλλο παραμύθι. Θ` έρθουν ημέρες και ήρθαν αυτές οι μέρες, που θα πούνε ευτυχισμένοι οι άνθρωποι που δεν έχουν αυτιά για να ακούνε και μάτια για να βλέπουν. θα ακούσομε τέτοια πράγματα στην γη που ο άνθρωπος θα προτιμούσε να μην έχει αυτιά.
Άκουσα τις ημέρες αυτές να λένε· Mα γιατί τόσο πολύ επιμένετε. Kαλά και Προτεστάντες και φράγκοι από τα 1000 πράγματα τα 990 συμφωνάνε, τα 10 δεν συμφωνάνε, γιατί είστε τόσο σκληροί, γιατί βλέπετε αυτά που δεν συμφωνούμε και δεν βλέπετε αυτά που συμφωνούμε; Ας παραβλέψουμε αυτά που δεν συμφωνούμε και άς ενωθούμε για να γίνουμε μία αδελφότης και μία ποίμνη και εις ποιμήν.
O λογισμός αυτός αδελφοί μου, σας εξομολογούμε δημοσία και εμένα στην αρχή με συνεκλόνισε. Προχθές εδιάβαζα τον μέγα Αθανάσιο και δίδει απάντηση στο επιχείρημα αυτό που ακούετω και επί της εποχής του Αρειανισμού.
Διότι έλεγαν εις στον M. Αθανάσιο·
Mα συμφωνούμε· και την βάπτιση παραδεχόμεθα και τα μυστήρια παραδεχόμεθα και τα πάντα παραδεχόμεθα. Ας ενωθούμε λοιπόν και να παραβλέψουμετις διαφορές.
Tι απαντά ο M. Αθανάσιος; Ακούστε το παράδειγμά του και θαυμάσατε την πανσοφία του ανδρός.
Ακούστε, λέει, την πονηριά που μας κάνουν. Eίναι, σαν να υποθέσουμε, ότι έχεις κάποιον άρρωστο στο σπίτι σου και να πονάει εδώ στα στήθη και να βογγάει.
Tα μάτια του είναι εν τάξη. T αυτιά του είναι εν τάξη, η καρδιά του είναι εν τάξη, τα πόδια του είναι εν τάξι, τα χέρια του είναι εν τάξη, αλλά έχει έναν πόνο εδώ στα στήθη.
Kαλεί τον γιατρό και κάθεται κοντά στον άρρωστο και λέει· Tι ωραία μάτια έχει αυτός ο άρρωστος! Tι ωραία χέρια και πόδια έχει ο άρρωστος! Tι γερή καρδιά έχει αυτός ο άρρωστος!
Mα χριστιανέ μου, δεν σε καλέσαμε για τα γερά μέρη του σώματος. Eδώ τι γίνεται· αυτός ο πόνος μπορείς να μας πεις που οφείλεται; Α, λέει.
Έτσι κάνουν και αυτοί, παραβλέπουν τις πληγές, αλλά άνθρωπε· ένα σπυράκι βγάζεις και τρέχεις και φοβάσαι, μήπως το σπιράκι αυτό μια μέρα σε διαλύσει και σε οδηγήσει στον θάνατο. Ένα σπυράκι, ένα σφάλμα, μια παρεκτροπή από την πίστη είναι μεγάλο πράγμα. Γι’ αυτό πρέπει να προσέξουμε, λέγει ο M. Αθανάσιος, να κρατήσομε ακερέαν την πίστιν ημών.



Έγινε και αυτό, στο τέλος μας είπαν και μ@λ@κες

Το ανοσοποιητικό σύστημα του Ελληνικού Λαού έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη.
Οι Δούρειοι Ίπποι-Ιοί προσβάλλουν χωρίς αντίσταση τον Οργανισμό, ο οποίος αδυνατεί να τους αναγνωρίσει και να τους καταπολεμήσει.
Σαράντα ένα χρόνια κομματοκρατίας και συναλλαγής κατέστρεψαν τα αντισώματα της Πατρίδος, ο μεγάλος αδελφός μετέτρεψε την Ελλάδα σε ένα τρελοκομείο, στο οποίο οι γιατροί, που ο αδελφός ορίζει, είναι ημίαιμα, φονιάδες και ανθέλληνες. Ανήκουν στη γενιά της ιδιοτέλειας, της υποκρισίας και της ήσσονος θυσίας.
Η δικαστική εξουσία ανύπαρκτη, οι αποφάσεις της είναι “sur mesure” του μεγάλου αδελφού, αδυνατεί να χειρουργήσει γιατί δεν έχει συνταγματικό δικαστήριο.
Οι υπηρετούντες στα Ελληνικά ΜΜΕ θεωρούνται ως τα μεγάφωνα του μεγάλου αδελφού, είναι αυτοί που ασκούν τις ψυχολογικές επιχειρήσεις, αποκοιμίζουν και προκαλούν σοκ στο Λαό.
Η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων είναι κατώτερη των περιστάσεων, μετέτρεψαν το θηρίο του Έθνους σε «ελεφαντάκι του Τσίρκου».
Η ηγεσία της Ελληνικής εκκλησίας βρίσκεται εκτός αποστολής, άοσμη πλήρως υποταγμένη στη Νεα Τάξη.
Τέλος η παραγωγική υποδομή του Έθνους με την βοήθεια των ανθελληνικών Τραπεζών διελύθη πλήρως. Ποίος θα δώσει συντάξεις στα περήφανα γηρατειά;
Αγαπητοί συμπατριώτες έρχεται ο διαμελισμός της Ελλάδος, οι Αριστεροί και οι Δεξιοί εργάζονται μεθοδικά γι αυτό. Οι Δούρειοι Ίπποι και οι Πατριδοκάπηλοι με την βοήθεια των ΜΚΟ καταφέρνουν τα τελευταία κτυπήματα στο διασωληνομένο κορμί της Ελλάδος.
Δεν υπάρχει κόμμα για να σας σώσει μόνο μία επανάσταση ή ένας πόλεμος θα μπορούσαν να σταματήσουν την κατάντια αυτού του Λαού.
Το παρακάτω βίντεο μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει.
Έγινε και αυτό, στο τέλος μας είπαν και μ@λ@κες.



Όταν ο Θεός απλώνει το χέρι Του

Γράφει ο Τραπεζούντιος

Σας καταθέτω μία αληθινή ιστορία που μου διηγήθηκε ένας παιδικός μου φίλος για την απόφασή του ν’αλλάξει τη ζωή του και να στραφεί πιο πολύ στον δρόμο του Θεού.

Αφορμή γι΄αυτήν την απόφαση στάθηκε ο χωρισμός του μετά από 16 χρόνια γάμου. Ενός γάμου που δεν είχε πνευματικό οδηγό, για να μπορέσει να λειάνει τις γωνίες, να ισορροπήσει το ζευγάρι, να διδάξει την υπομονή, την συγχώρεση, τον σεβασμό του ενός προς τον άλλο. Ήταν ένας γάμος που πήγαινε με τον αυτόματο πιλότο! Συνεχώς έπεφτε χωρίς κανένας να κάνει κάτι για να τον σώσει. Μοιραία ήρθε το τέλος του γάμου. Το αποτέλεσμα; Πόνος για όλους…

Βλέπω τον αδελφικό μου φίλο απέναντί μου να δακρύζουν τα μάτια του, καθώς είναι συναισθηματικά πολύ φορτισμένος και μου ζητάει λίγα λεπτά να ηρεμήσει, για να μπορέσει να μου διηγηθεί πως ο πανάγαθος Θεός μας του άπλωσε το χέρι Του στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του, όταν οι άνθρωποι τον καταδίκαζαν και τον εγκατέλειπαν. Όμως ο πολυεύσπλαχνος Θεός μας δεν τον άφησε μόνο του, αλλά τον στήριξε ώστε να σηκωθεί και να μετανοήσει για τα λάθη του. Ψέλλισε τότε έναν στίχο από τον ξβ΄ ψαλμό του Δαυίδ:

“ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου, ἐμοῦ δὲ ἀντελάβετο ἡ δεξιά σου”
(ψαλ. 62, 9)

Τα λόγια του ήταν λόγια καρδιάς, μίας πονεμένης και πληγωμένης καρδιάς. Μου είπε τα εξής:

«Μία μέρα κατά την διάρκεια της εργασίας μου με πλησίασε ένας συνάδελφός μου, πιστός φίλος και Χριστιανός, και μου μίλησε για έναν Γέροντα που έρχεται από μία πόλη της Δυτικής Μακεδονίας και εξομολογεί τα πνευματικά του παιδιά εδώ στην Αθήνα. Με παρότρυνε να τον επισκεφτώ και να του μιλήσω. Έτσι κι έγινε. Από την πρώτη εξομολόγηση ένιωσα πως ήταν η αγκαλιά του πανάγαθου Θεού μας και Πατέρα προς το παιδί Του. Ήταν αγάπη ανιδιοτελής. Μέσα μου μαινόταν ένας πόλεμος. Τι κάνω τώρα; Συνεχίζω τη ζωή μου μέσα στα πάθη μου και μακρυά από τον Θεό ή ξεκινάω τον αγώνα να σκοτώσω τον παλιό μου εαυτό και να ξαναγεννηθώ; Την απάντηση την έδωσα την επόμενη φορά που πήγα στον Γέροντα:

“Την μάχη θα την δώσω στο πετραχήλι σου Γέροντα κι όχι στους ψυχολόγους με ψυχοφάρμακα”.

Μόνο ο πνευματικός μας πατέρας με την Χάρη του Θεού μπορεί να γιατρέψει τις πληγές της ψυχής μας και να μας οδηγήσει με ασφάλεια στον δρόμο Του. Μετά από 7 χρόνια εξομολόγησης καταλαβαίνω ότι είναι πολύ δύσκολο και επώδυνο να πολεμάς με τον ίδιο σου τον εαυτό και να προσπαθείς να βγάλεις τ’αγκάθια από τις πληγές σου με πολύ πόνο και κόπο. Όμως, έρχεται αυτή η όμορφη και γλυκιά αγάπη του Θεού που μιλάει στην καρδιά σου και λέει:

“ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΚΑΙ ΜΗΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΣΑΙ. 
ΜΗΝ ΤΟ ΒΑΖΕΙΣ ΚΑΤΩ ΘΑ ΕΙΜΑΙ ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ. 
ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΠΡΟΔΩΣΩ ΠΟΤΕ!”

Όλα αυτά μέσα από την εξομολόγηση με τον Άγιο Γέροντά μου. Πόση δύναμη μου έδωσε ο Γέροντας; Πόση αγάπη; Άραγε, πόσο πολύ προσευχήθηκε για το πνευματικό του παιδί; Τι γλυκό που ήταν το χάδι του στο κεφάλι μου; Μου έλεγε:

“Μαζί θα την δώσουμε τη μάχη. Δύναμη και Πίστη στον Κύριό μας!”

Οι συμβουλές του θα μείνουν χαραγμένες μέσα στην ψυχή μου για πάντα. Όλα αυτά είναι λίγα για να περιγράψω αυτά που ένιωσα στην εξομολόγηση, στο πετραχήλι του Γέροντα. Η υπακοή στον πνευματικό με βοήθησε και με βοηθάει μέχρι σήμερα να συνεχίζω τον αγώνα μου. Τα αγκάθια είναι πολλά ακόμα, όμως τώρα έχω και την ανθρώπινη βοήθεια που μου έστειλε ο Θεός, μία υπέροχη σύζυγο, για να συνεχίσουμε μαζί αυτό το υπέροχο πνευματικό ταξίδι για την βασιλεία των Ουρανών. Έχω τον αγαπημένο μου φίλο και συνάδελφο και πάνω απ’ όλα τον Θεό μέσω του πνευματικού μας Γέροντα.»