.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πώς θεραπεύονται οι αναμνήσεις

Ρώτησα μια ηλικιωμένη γυναίκα στην Εκκλησία του Παλαιού Νεκροταφείου, όταν σχόλασε η Θεία Λειτουργία: πώς θεραπεύονται οι αναμνήσεις και μου είπε, «τις ξαναζούμε υπό το πνεύμα του Χριστού».
Βέβαια, αυτό δεν μπορεί κανείς να το κάνει μόνος του. Πρέπει να γίνει εντός της Εκκλησίας, υπό την καθοδήγηση γέροντος στην εξομολόγηση. Δεν μπορούμε να θεραπεύσουμε από μόνοι μας τον εαυτό μας. Στην Ορθοδοξία πιστεύουμε ότι η θεραπεία είναι ενέργεια της Θείας Χάρης. Από εμάς εξαρτάται να αφαιρέσουμε τα εμπόδια που εμποδίζουν την Θεία Χάρη να μας επισκεφθεί: 
Αδελφοί, καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού, γράφει ο Απόστολος Παύλος στην Δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή του.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου
"Πνευματικό ημερολόγιο"

Ορθή δογματική συνείδηση

Τα θέματα της ορθοδόξου πίστεως έχουν αιώνια, πανανθρώπινη σημασία. Δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε και γι’ αυτό ας ακολουθούμε πιστά τους Πατέρες της Εκκλησίας. Αν πάλι έχουμε την τάση να ερευνούμε και τα θέματα αυτά, ας τα ερευνούμε με οδηγό τους Πατέρες της Εκκλησίας. Δεν μπορούμε να έχουμε την άγνοιά μας για οδηγό. Αν δεν ξέρουμε την σημασία του Συμβόλου της Πίστεως, ας ρωτήσουμε τους Πατέρες, αντί να ψάχνουμε με την λογική μας να την μάθουμε. Παλιά οι άνθρωποι δέχονταν τις αλήθειες που παρέλαβαν στην Εκκλησία χωρίς να τις αμφισβητήσουν. Έτσι τις παραλάβαμε και έτσι τις παραδίδουμε στους νεωτέρους, έλεγαν. Σήμερα θέλουν να βεβαιωθούν με τη λογική τους για την αλήθεια των πραγμάτων, ακόμα και για πράγματα που δεν προσφέρονται για λογική επεξεργασία, όπως είναι η Πίστη, η Ελπίδα, η Αγάπη και όλη η αλυσίδα των αρετών.

Ένα παράδειγμα. Αναρωτιέται κάποιος με οδηγό την λογική του και την άγνοιά του: Τι πειράζει αν δεν πιστεύω στο Χριστό αν έχω αγάπη και τις άλλες αρετές; Τι πειράζει αν δεν πιστεύω ότι η Χάρη του Χριστού είναι άκτιστη αλλά είναι κτιστή, δηλαδή δημιούργημα του Θεού και όχι η ίδια η ενέργεια του Θεού ή αν το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα και εκπορεύεται κι από τον Υιό ή αν ο Πατέρας δεν είναι Πατέρας αλλά μητέρα; Ένας δεν είναι ο Θεός; Γιατί να υπάρχουν διάφορες θρησκείες αντί μία θρησκεία σε όλη τη γη; Τι πειράζει αν υπάρχουν κι άλλοι σωτήρες του κόσμου εκτός από τον Χριστό;

Φυσικά δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε όλες αυτές τις απορίες με την λογική μας χωρίς τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν μέσα τους το Χριστό και γνωρίζουν ότι όλα είναι του Χριστού. Ότι αν η αγάπη και κάθε αρετή δεν είναι του Χριστού, δεν είναι τίποτα.

Η λογική θα λάβει οπωσδήποτε τις απαντήσεις που ζητεί. Οι αιρέσεις προσφέρονται να ικανοποιήσουν την περιέργειά της και να τον προετοιμάσουν να δεχθεί τον Αντίχριστο. Ποιος είναι ο Αντίχριστος; Είναι αυτός που θα επιβάλει την παγκόσμια ειρήνη, την παγκόσμια θρησκεία και την παγκόσμια εξουσία, αυτήν του Μεγάλου Αδελφού. Πρόγευση όλων αυτών έχουμε λάβει ήδη από την κατάργηση της δημοκρατίας και τον φανερό ή κρυμμένο ολοκληρωτισμό σε όλες τις εκφάνσεις της σύγχρονης ζωής στον κόσμο.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

Ὄχι ἀντιοικουμενιστὲς ἀλλὰ μέλη τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας



Δὲν εἶμαι βέβαιος ἂν κατάλαβα καλά τα ὅσα μᾶς εἶπε ὁ σεβαστὸς ἱερομόναχος, ὅταν τὸν ἐπισκεφτήκαμε στὸ μοναστήρι. Προσπάθησα νὰ τὰ μεταφέρω στὸ χαρτὶ μὲ φόβο καὶ ἐπιφύλαξη, ἀλλὰ καὶ παράκληση νὰ δείξουν κατανόηση οἱ ἀναγνῶστες στὰ ἀτοπήματα τῶν διατυπώσεών μου, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ὀρθότητα καὶ τὴν ἀκρίβεια, διότι εἶναι κρίμα νὰ τὸν ἐκθέσω ἔναντί τῆς ἀληθείας. 
Μᾶς εἶπε:
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ἅπαν. Ἡ Ἐκκλησία τῶν προφητῶν, τῶν ἀποστόλων, τῶν ἀσκητῶν, τῶν μαρτύρων, τῶν ὁσίων, τῶν δικαίων, τῶν ὁμολογητῶν καὶ ὅλων των ἁγίων, ὅλων των αἰώνων. Εἶναι τὸ φῶς καὶ ἔχει ὅλη τὴν ἀλήθεια. 
Ἀγκαλιάζει τὸ παρελθόν, τὸ παρόν, τὸ μέλλον, τὴν αἰωνιότητα. Ὡς ἅγιος τόπος καὶ τρόπος, εἶναι ὁ ἐγγυητὴς καὶ παροχεύς, ἀπάντησης καὶ πλήρωσης, στὶς ἅπασες ἀνάγκες τῆς κτίσεως, κυρίως δὲ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀντιβασιλιὰ τῆς δημιουργίας, ἕως ἐσχάτων τῆς ἀβύσσου τῆς καρδιᾶς του. 
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ μοναδικὸ μέσο, τὸ ἀποκλειστικό, τὸ ταπεινό, τὸ χωρὶς ἀλαζονεία ὄχημα, ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ πιστεύει καὶ νὰ λέει κάθε ὀρθόδοξος καὶ μάλιστα ἐπίσκοπος, ποὺ ὡς φορέας τῆς πλήρους ἀλήθειας ὁδηγεῖ....

ἀσφαλῶς τὰ μέλη της στὴ σωτηρία.
Ἡ πίστη ἡ ὁποία ἐκπηγάζει ἀπὸ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, πληροὶ ὀντολογικῶς καὶ κορεννύει ἀκορέστως τὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἕνα μόνο πράγμα χρειάζεται: Νὰ θέλει ὁ ἄνθρωπος. 
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἅπασα θέση, δὲν εἶναι ἡ ἀντίθεση. Οὔτε δίνει ἀφορμή, ὥστε νὰ γίνει αἴτιος γὶ` αὐτήν. Δὲν κομματιάζεται. Δὲν δημιουργεῖ κομμάτια τύπου πολιτικῶν κομμάτων. Δὲν εἶναι ἐργαστήριο παραγωγῆς ὀπαδῶν πρὸς χειραγώγηση. Δὲν ξεκόβει, νὰ σταθεῖ ἔναντι. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀντιτίθεται, δὲν ἀπολογεῖται, διότι εἶναι ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες. Ἀπὸ ποιὸν νὰ ἐλεγχθεῖ; Πῶς καὶ σὲ ποιὸν καὶ γιατί νὰ ἀντισταθεῖ καὶ νὰ ἀπολογηθεῖ ὁ παντοδύναμος Χριστός; Νὰ ἀπολογηθεῖ τὸ φῶς στὸ σκοτάδι; Ἡ ἀλήθεια στὴν πλάνη; 
Ἡ ἀγάπη στὴν ἀπάτη; Ἡ παντοδυναμία στὴν οὐτιδανότητα; Ὁ δημιουργὸς στὸ πλάσμα του; Εἶναι ὁ ἀκλόνητος βράχος ἐπάνω στὸν ὁποῖο σπάζουν τὰ κύματα τοῦ σκότους, τοῦ ψεύδους, τῆς προδοσίας, τῆς ἄρνησης. Εἶναι ὅμως καὶ ὁ μοναδικὸς «εὔδιος λιμένας», μέσα στὸν ὁποῖο ἀσφαλίζεται καὶ ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴ σωτηρία.
Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀντί-. Δὲ ἔχει καὶ –ἰσμό. 
Δὲ χρειάζεται πρὸ-θέσεις, δὲν ἔχει ἀνάγκη τὶς προθέσεις, κυριολεκτικῶς καὶ μεταφορικῶς. 
Δὲν ἐνεργεῖ σκόπιμα, ὑστερόβουλα, μηχανευόμενη τὸ ὁτιδήποτε. Εἶναι ἁπλή, ἔχει τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν καθαρότητα. Δὲν τοποθετεῖται μερικῶς καὶ ἀντὶ-θέτως κατὰ οἱουδήποτε «λείμματος», τὸ ὁποῖο ἀρνεῖται καὶ παύει νὰ πιστεύει στὴ γνησιότητά της καὶ τὴ μοναδικότητα τῆς σωτηριώδους δυνάμεώς της. Ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγει «ἀγκάλας πατρικᾶς» καὶ ἀναμένει. 
Λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία δὲν παράγει ἰδεολογία, ὥστε νὰ δίνει δικαίωμα ὕπαρξης σὲ ἄλλο κομμάτι ὡς ἀντίπαλος. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νὰ εἶναι μέσα στὰ ὅριά της, βάσει τῶν ἁγιοπνευματικῶν προϋποθέσεών της. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νὰ μείνει ἔξω καὶ νὰ λάβει τὸ ὄνομα, τὴ στάση καὶ τὸ χαρακτηρισμὸ ποὺ τοῦ ἀρέσει.
Τὰ πρόβατα ποὺ μένουν ὅμως μέσα, δὲν χαρακτηρίζονται μὲ κανέναν ἄλλο τρόπο, ἐκτὸς ἀπ` αὐτόν: εἶναι μέλη τῆς Ἁγίας, Ἀνατολικῆς, Ὀρθόδοξης, Καθολικῆς, Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχουν ἀντιοικουμενιστὲς οὔτε ἀντιοικουμενισμός. 
Ὑπάρχουν μέλη, ταπεινὰ ἀγωνιζόμενα γιὰ τὴ σωτηρία τους, μέσα στὴν ἀληθινὴ Κιβωτὸ τῆς Σωτηρίας. Οἱ ἀποκλίναντες καὶ ἐκτραπέντες τῆς ἁγίας ὁδοῦ, ναί, εἶναι οἰκουμενιστὲς καὶ θέτουν ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, διότι παρεκκλίνουν τῆς πίστεως τῶν Πατέρων. 
Οἱ μένοντες στὴν πίστη τῶν Πατέρων παραμένουν μέλη της, τέκνα της καὶ ὄχι ἀντιοικουμενιστές. Προσεύχονται δὲ μὲ πόνο, διότι τὰ ἀδέλφια τοὺς ἐγκαταλείπουν τὴν «Κιβωτὸ Σωτηρίας» καὶ πλέουν ἕρμαια, ἰδία εὐθύνη, στὸ πέλαγος τῆς σύγχυσης τοῦ παγκόσμιου ἰσοπεδωτικοῦ συγκρητισμοῦ.
Ἄνευ φόβου καὶ ἄνευ πάθους ἀλλὰ μετὰ πολλῆς ἐν Χριστῷ ἀγωνίας.

Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 2-9-2016

TO "ΘΗΡΙΟ" ΜΑΣ ΚΗΡΥΞΕ ΠΟΛΕΜΟ!

Στα απόνερα της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Μετά τις τυμπανοκρουσίες, τα μεγάλα λόγια, τις διακηρύξεις και τις διαβεβαιώσεις, οι πρόσφατες ειδήσεις του εκκλησιαστικού χώρου έρχονται να επιβεβαιώσουν με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο όλους αυτούς που εξέφρασαν σφοδρές επιφυλάξεις και αντιρρήσεις για τη χρησιμότητα της λεγόμενης Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης. 
Έλεγαν πολλοί, με το πέρας των εργασιών της Συνόδου, ότι αυτή δεν υπήρξε ποτέ ορθόδοξη. 
Ότι πραγματοποιήθηκε μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τα ιδιοτελή – και τελείως ξένα με το ορθόδοξο ήθος –κίνητρα των διοργανωτών της. 
Και, εν τέλει, να προσδώσει πανορθόδοξο κύρος στην κατρακύλα όσων επιθυμούν την απροϋπόθετη προσέγγιση με τους ετεροδόξους χριστιανούς και κυρίως με τον «αγιώτατο εκ Δύσεως αδελφό». Και τα τελευταία γεγονότα, δυστυχώς, τους δικαιώνουν.

Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης συμμετείχε σε διαχριστιανικό συμπόσιο για τον επανευαγγελισμό της Ευρώπης από κοινού με λατίνο καρδινάλιο (ούτε λόγος βέβαια για την αλλοίωση του Ευαγγελίου από τους λατίνους). 
Ο Πατριάρχης Κων/πόλεως, όπως ανακοινώθηκε, θα συμμετάσχει σε κοινή προσευχή με τον Πάπα και τον προκαθήμενο των Αγγλικανών για την ειρήνη στον κόσμο (ούτε λόγος για τους ιερούς Κανόνες που το απαγορεύουν). Στη Χάλκη, υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διοργανώθηκε ημερίδα όπου εκλήθησαν εκπρόσωποι άλλων χριστιανικών ομολογιών (κάποιοι τις ονομάζουν Εκκλησίες) να αποτιμήσουν(!) τα αποφασισθέντα στην Σύνοδο των Ορθοδόξων. 
Στη Θεσσαλονίκη, με τις «ευλογίες» Πάπα και Πατριάρχη, διοργανώνεται αυτές τις ημέρες Συνέδριο για την περιεκτική οικολογία με βασικό άξονα την εγκύκλιο Laudato Si του «επισκόπου της πρεσβυτέρας Ρώμης". 
Ο Μητροπολίτης Βοστώνης, πριν ακόμη στεγνώσει το μελάνι όσων - με βία και νοθεία, όπως έχει καταγγελθεί – «ομόφωνα» αποφάσισαν οι προκαθήμενοι των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, έσπευσε να υποβάλλει τα σεβάσματά του στον Πάπα και ασφαλώς δεν παρέλειψε να συμπροσευχηθεί μαζί του κατά την παπική λειτουργία στη βασιλική του αγίου Πέτρου. Και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό…

Και ρωτώ, λοιπόν, ο αδαής. Είναι τυχαίος αυτός ο καταιγισμός διαχριστιανικών προσεγγίσεων αμέσως μετά τη Σύνοδο; 
Αυτή είναι η σύγχρονη μαρτυρία της Ορθοδοξίας στον πλανεμένο σύγχρονο άνθρωπο; 
Ο συγχρωτισμός του τύπου «όλοι το ίδιο είμαστε, όλοι στον ίδιο Θεό πιστεύουμε» είναι επίσημη θέση της Εκκλησίας μας; 
Αυτή είναι η Παράδοση των αγίων Πατέρων και των Συνόδων; Θα συμφωνούσε με αυτές τις πρακτικές ο άγιος Παϊσιος, ο άγιος Πορφύριος, ο άγιος Νεκτάριος, ο άγιος γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο γέρων Ιάκωβος και τόσοι άλλοι άγιοι του καιρού μας; 
Ποια η αντίδραση της ποιμενούσης Εκκλησίας σε όλα αυτά; 
Συγκατατίθεται ή ενόχως σιωπά; Ποια η άποψη των ποιμένων μας Μητροπολιτών; 
Τα Μοναστήρια μας, οι θεματοφύλακες της Πίστεως και της Παράδοσής μας, συμφωνούν; Γιατί αποθρασύνονται όλο και περισσότερο οι συμμετέχοντες σε παρόμοιες δράσεις; 
Ποιος τους νομιμοποιεί; 
Που βρίσκεται, μέσα σε όλες αυτές τις συναντήσεις «αγάπης και καταλλαγής» το Άγιο Πνεύμα; 
Επειδή κι αυτός ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό, σταματώ εδώ.

Επιθυμώ απλώς, τελειώνοντας, να εκφράσω την μεγάλη αγωνία μου για όσα έρχονται. Ελπίζω και εύχομαι ο Θεός να μην επιτρέψει την επέλαση της σύγχρονης αυτής αίρεσης. Και προσεύχομαι, στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, να φανερώσει ομολογητές ιεράρχες, κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς που θα αντιταχθούν στον πειρασμό, θα προασπίσουν την κληρονομιά μας, θα μιμηθούν τους αγωνιστές της Πίστεως και θα κατατροπώσουν τον πονηρό. Τρέφω αυτή την ελπίδα. Άλλωστε, «οὗ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις».

Του Γεωργίου Μηλιώτη, εκπαιδευτικού

Επιτρέπεται κάποιο ζευγάρι να χωρίσει; Τι πραγματικά λέει η εκκλησία;;; Γιατί ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης ΔΙΕΚΟΨΕ το μνημόσυνο του Πατριάρχη του;

Αφιερώστε ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ λίγο χρόνο να ακούσετε τα σημερινά λόγια του πατρός Ευθυμίου Τρικαμηνά (σε ένα παρεκκλήσι, λίγο έξω από την Σουρωτή Θεσσαλονίκης), για τον γάμο, για το αν επιτρέπει η εκκλησία το διαζύγιο και τον δεύτερο/τρίτο γάμο.

Απίστευτα χρήσιμο στην εποχή μας που τα περισσότερα ζευγάρια χωρίζουν.

Επίκαιρο όμως και αναφορικά με την ίδια την "εκκλησία".
Το θέμα σχετίζεται με αυτό που αποκαλέστηκε"μοιχειανή Αίρεση" της εποχής του Αγ. Θεοδώρου του Στουδίτου.
Ο αυτοκράτορας ξαναπαντρεύτηκε με την ευλογία του πατριάρχη, αφού όμως πρώτα "ξεφορτώθηκε" την γυναίκα του, κλείνοντας την υποχρεωτικά σε μοναστήρι.

Ο Άγιος διέκοψε το μνημόσυνο του Πατριάρχη του. Ήξερε ότι εφόσον ως εκκλησία (ο Πατριάρχης) ευλόγησε έναν παράνομο γάμο, θα ακολουθούσαν και άλλοι τέτοιο. 
Έτσι ενεργούσαν οι Άγιοι Πατέρες της Ορθοδοξίας. Όταν παραβιαζόταν η αλήθεια και επικρατούσε η πλάνη, την ομολογούσαν, ακόμη κι αν χρειαζόταν να διακόψουν το μνημόσυνο του Πατριάρχη τους και να υποστούν τις συνέπειες. .
Σημειωτέον, η 2η γυναίκα του αυτοκράτορα ήταν εξαδέρφη του Αγίου Θεοδώρου, είχε λοιπόν κάθε λόγο να αποσκοπεί σε προσωπικά οφέλη αν τηρούσε στάση σιωπής.
Επισημαίνουμε ότι η διακοπή μνημοσύνου έγινε για ΜΗ δογματικό θέμα. Και Δεν είχε ακόμη καταδικαστεί ως αίρεση από "Σύνοδο"
Τι γίνεται όμως σήμερα; Ομολογούμε ή σιωπούμε;

Τελικά ποιος λέει την αλήθεια; 
ο Χριστός ή η Σύνοδος που "κατ οικονομίαν" επιτρέπει μέχρι 3 γάμους (και ισάριθμα διαζύγια;)

Την απάντηση θα δείτε στο βίντεο που ακολουθεί. Γιατί έφτασε η ώρα να μάθουμε την αλήθεια:



Ιστολόγιο "Ο Παιδαγωγός"

Πηγή βίντεο

Οἱ θέσεις τοῦ Ἁγίου εἶναι σαφεῖς: ἀπαιτεῖται ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ ὁποιαδήποτε αἵρεση ἢ αἱρετικὸ ἔρχεται σὲ σαφῆ ἀντίθεση μὲ τὶς Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἡ συγκεκριμένη αἵρεση ἔχει καταδικαστεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἴτε ὄχι.


Παράδειγμα ἡ Διακοπὴ μνημοσύνου (στὴν ὁποία προέβη ὁ Ὅσιος Θεόδωρος) τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν Ταρασίου καὶ Νικηφόρου, οἱ ὁποῖοι γιὰ λόγους «οἰκονομίας» 
ἐπικοινώνησαν μὲ ἐκείνους ποὺ ἐξέφραζαν τὴν μοιχειανή αἵρεση. 
Τὸ πρόβλημα ἔληξε ἀργότερα, μὲ δικαίωση τῶν ἁγιοπατερικῶν θέσεων ποὺ ὑποστήριξε ὁ ὅσιος Θεόδωρος.

Ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ μοιχειανὴ αἵρεση δὲν εἶχε καταδικαστεῖ ἀπὸ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπως ἡ Εἰκονομαχία. Ὁ Ὅσιος ἀποτειχίστηκε καὶ ἀπὸ τὴν μία αἵρεση καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, (ἀσχέτως ἂν ἡ μία εἶχε καταδικασθεῖ καὶ ἡ ἄλλη δὲν εἶχε καταδικασθεῖ), καὶ δὲν περίμενε 100 χρόνια, μήπως κάποια Σύνοδος ἀποφασίσει τὴν καταδίκη τῆς αἱρέσεως (ὅπως συμβαίνει σήμερα μὲ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ). 

Τὸ αὐτὸ προέτρεπε νὰ κάνουν καὶ οἱ ἄλλοι.

Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής, και η αποτείχιση του



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ

Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας,
κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας,ωμολόγησε την Ορθόδο­ξο Πίστι σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές ο­μοιότητες με την ιδική μας…

Η πολιτική των τότε αυ­τοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές. Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Είχαν χρησιμοποιη­θή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων.

Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησια­στική οικονομία. Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρ­χικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελη­τισμού. Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνεί­δησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέω­σαν με το μαρτύριό τους.

Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραμα­τίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθο­δόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κα­τεδίκασε τον Μονοθελητισμό. Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης.

Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πα­τριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκ­πέσει στην αίρεσι…

Η αναφορά του είναι στην ορθο­δοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.

Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο…

Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελη­τών συνομιλητών του.

Είναι συγκινητική η ταπείνω­σις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη. Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.

Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνή­σια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.

Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθή­ση τον λαό του Θεού να αντιληφθή ποιοι είναι σε κά­θε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του.

Αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμε­ρα την ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.

Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμή­σεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κά­στρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο.

Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυ­τοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνε­ται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:

ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασι­λεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σέναποια εί­ναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθη­καν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρί­ζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εν­νοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι’ αυ­τήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ’ αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε α­κανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώ­νται για τα τεθέντα εμπόδια και γι’ αυτούς που τα έβα­λαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.

ΘΕΟΔ.: Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρεί­τε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χρι­στού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέ­πει να λέγεται γι’ Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».

ΘΕΟΔ.: Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέ­χονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθη­κα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύ­ριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλο­εξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώ­τον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέ­γω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο α­θετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και ανα­ντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογί­ζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκά­λους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολε­μηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μονα­δικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των ο­ποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθι­νούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέ­χεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδα­ποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκά­λους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγι­ναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν κα­ταντήσει σ’ αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μή­πως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της πα­ρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους ε­αυτούς σας κι εμάς.
Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ε­νώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ’ αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται ενα­ντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!

Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέπο­τε θα γίνω συγκοινωνός μ’ αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:

ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοι­νωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.


ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήμα­τος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;

ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρη­στεύθηκε.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσε­βή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοι­χο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.

ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύ­ρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν ενα­ντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγ­καλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.

ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμά­των δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους α­γίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζε­ται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ’ αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.

ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του εί­ναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέ­ρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέρ­γειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γί­νη η ένωσις.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγρα­φη συγκατάθεσι από σας γι’ αυτό το πράγμα, διότι εί­μαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κα­τάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέ­ρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επί­σκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η πε­ρί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυ­τά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέ­ρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατά­κριμα του αναθέματος.

ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το ό­νομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι’ αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέ­τοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκα­τάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέ­λευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλη­σιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.

ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πά­ρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημ­βρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρεί­ται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.

ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε. εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.

Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χα­ρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια. Έβαλαν με­τάνοια και έγινε προσευχή. Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έ­βαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων. Αφού ειπώθηκαν αυτά, ό­ταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεο­δόσιος:

ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;

Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω αν­δρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρού­σης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύ­λος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέ­λομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.

Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πα­τρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύ­σιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδό­σιος. Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού. Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υπο­χρεώνοντας κι αυτόν να καθήση. Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:

ΤΡΩΙΛΟΣ: Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεο­στήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κά­νης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;

Ο Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;

Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:

ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.

Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λό­γω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περή­φανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ’ αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.

Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:

ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω. γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.

Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:

ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χω­ρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.

Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:

ΕΠΙΦ.: Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Ε­πειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε. Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία. Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς. Θα κάνουμε τότε και την σύ­ναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχρα­ντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού.Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ’ όλη την οικουμένη. Γιατί γνω­ρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον ε­δώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου απο­σχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».

Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως.Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;

Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν ό­λοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μά­λιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύ­θηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επί­σκοπος και είπε:

ΘΕΟΔ.: Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέ­ρωμε στον αγαθό μας βασιλέα. Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχά­σουν, κάθησαν πάλι. Με θυμό όμως και αγριότη­τα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες.

Τότε του είπε ο Επιφάνιος:

ΕΠΙΦ.: Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς ε­μάς και την πόλι μας και τον βασιλέα; Αληθινά, είμα­στε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα. Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέ­λειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κί­νησις και ίδιον του νοός η θέλησις. Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα. Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.

Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νο­ερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;

ΕΠΙΦ.: Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.

Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος α­γιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.

Και είπε ο Τρώιλος:

ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε, ότι (ο Τύ­πος) δεν ανήρεσε τίποτε, αλλά διέταξε να κατασιγά­σουν (οι διϊστάμενες απόψεις) για να ειρηνεύσουμε ό­λοι.

Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.

Και είπε ο Τρώιλος:

ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.

Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πα­τρός μου του εν ουρανοίς». Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιο­σύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν». Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτή­ριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κα­νένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κιν­δυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.

Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:

ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;

Και είπε ο αββάς Μάξιμος:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.

ΕΠΙΦ.: Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν ό­πως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία; Α­ληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση κα­θένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.

Απαντώντας σ’ αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ’ αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.

Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντι­νούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους. Ανεθε­μάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύ­μων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ’ αυτούς.

Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο. Αφού χρησιμοποίησαν και γι’ αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχο­ντες λέγοντας:
Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέ­σως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πο­λυάνθρωπο ανάκτορό του. Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστά­σιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου. Στη συ­νέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώ­δη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας. Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων. Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας. Γιατί η κατάρα που εφεύρατε ε­ναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.

Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώ­ρησε κόβοντας τα μέλη τους. Τέλος τους περιέφερε σ’ όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική…
(Από το τεύχος 21 του έτους 1996 του περιοδικού Ο Ο­ΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, σελίς 6-20).

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
(Διάλογος με τον Θεοδόσιο, επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας.)

Η ΑΓΙΑ ΤΡΕΛΛΑ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΖΩΗΣ

Τὸ νὰ ζεῖ κανεὶς στὴ σημερινὴ ἐποχὴ σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τοῦ Εὐαγγελίου ἀποτελεῖ τρέλλα. Ὅταν ὅλα γύρω μας διέπονται ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ χρήματος, τῆς ἰδιοτέλειας, τοῦ ἄκρατου εὐδαιμονισμοῦ καὶ τῆς φιληδονίας, ἡ γνήσια χριστιανικὴ ζωὴ ἀποτελεῖ μία τρέλλα. Στὴν κοινωνία τοῦ παραλόγου ἡ λογικὴ τῆς ἀγάπης δὲν ἔχει θέση. Καὶ ὅταν ἡ ἀγάπη φτερουρίσει μακριὰ ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν προσώπων, τότε ἡ κοινωνία γίνεται ζούγκλα, ὅπου βρίσκει ἐφαρμογὴ ἡ δύναμη τοῦ ἰσχυροτέρου καὶ ὅπου, δυστυχῶς, ἰσχύει ἡ ρήση, «ὁ θάνατός σου ἡ ζωή μου».

Τὸ φαινόμενο αὐτὸ τῆς συμφεροντολογίας, τῆς ἐπιπλεύσεως τῶν φελλῶν, τῆς βασιλείας τοῦ ἀγκαθιοῦ καὶ τῆς ἀνήθικης ζωῆς δὲν εἶναι κάτι καινούργιο. Δὲν προβάλλεται σὰν κάτι τὸ νέο. Οἱ ἄνθρωποι ἀνέκαθεν, σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, μακριὰ ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ ἠθική, ἐκεῖ ὅπου τὰ πάντα ἐπιτρέπονται, εἶχαν ροπὴ σὲ αὐτό. Γιὰ τὴν κατάργησή του ἐνσαρκώθηκε καὶ ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς Λόγος. Ἡ παρανομία καὶ ἡ ἁμαρτία γιὰ νὰ καταπατηθοῦν ἔπρεπε μόνο ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς νὰ ἔλθει στὴ γῆ, γιὰ νὰ τὴν καταργήσει μὲ τὴ θεϊκή του δύναμη. Ὁ Κύριός μας μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ ἀγωνιστικοῦ παλμοῦ τοῦ Τιμίου Του Προδρόμου, ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς Του σταυρικῆς θυσίας μᾶς ἔδειξε τὸ δρόμο τῆς ἁγίας τρέλλας. Προσέξατε, ὅμως, ἄλλο ἄνθρωπος «τρελλὸς» καὶ ἄλλο «ἅγιος τρελλός». Ἀπέχουν οἱ ἔννοιές τους τόσο, ὅσο ἡ γῆ μας ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ὁ «τρελλὸς» ἄνθρωπος βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν δυνάμεων τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀσθενείας, τοῦ σκότους. Ὁ «ἅγιος τρελλός» βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς ὑγειοῦς ἀντιστάσεως, τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ μας, ποὺ μᾶς δίδαξε μὲ τὸ στόμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Μὴ συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ» (Ῥωμ. ιβ´ 2).

Ὁ «ἅγιος τρελλός» ἐφαρμόζει τὸ περίφημο contra torendum, δηλαδή, «ἀντίθετα στὸ ρεῦμα» ποὺ σημαίνει ὅτι ἔχει πνευματικὲς ἀντιστάσεις, καὶ ὅπως τὰ ζωντανὰ ψάρια μέσα στὰ ποτάμια δὲν τὰ παρασύρει τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, ἔτσι καὶ αὐτὸς δὲν παρασύρεται ἀπὸ τὸ ρεῦμα τῆς σύχρονης εὐμάρειας καὶ καλοζωΐας. Τοὐναντίον τὰ ψώφια ψάρια θὰ τὰ ξεβράσει τὸ κοσμικὸ ρεῦμα στὴ θάλασσα τῆς δυστυχίας καὶ τῆς αἰώνιας καταδίκης, ὅπου «ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων» (Ματθ. η´ 12).

Ὁ «ἅγιος τρελλός» δυναμωμένος ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας διασαλπίζει παντοῦ τὶς πρὸς αὐτὸν εὐεργεσίες Του καὶ μὲ τὴ δύναμη ποὺ ἔχει ἀποκτήσει ἀπὸ τὴ χάρη Του ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ, αὐτῶν ποὺ ὅλη τὴν ἡμέρα τὸν κυκλώνουν. Διασαλπίζει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ οἰκογενειακό του περιβάλλον, στὸν ἐργασιακό του χῶρο, στὶς παρέες του, στὸ δρόμο ὅπου περπατάει. Ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τῶν κηρύκων τῆς ἀσεβείας καὶ τοῦ κοσμικοῦ καὶ παγκοσμιοποιημένου φρονήματος, ἐναντίον ὅλων αὐτῶν οἱ ὁποῖοι ἱδρώνουν νὰ ξεθεμελιώσουν ὅ,τι χριστιανικό, ὅ,τι Ὀρθόδοξο, ὅ,τι ἀληθινὸ καὶ ἅγιο διακήρυτταν οἱ Ἅγιοι τῆς πίστεώς μας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες στὸ μόνο ἀληθινὸ Θεό. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι μὲ τόλμη καὶ παρρησία ἐπαναστατοῦσαν ἐναντίον τοῦ εἰδωλολατρικοῦ καὶ ἁμαρτωλοῦ κατεστημένου καὶ τῶν ὑποβολέων του, αὐτοῦ ποὺ ἀνάλογα μὲ τὰ ἰδιοτελῆ του συμφέροντα ρύθμιζαν τὴν πορεία τοῦ λαοῦ. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι διασάλπιζαν, τέλος, τὸ μήνυμα τοῦ Χριστοῦ μας ὡς μήνυμα ζωῆς, ὡς μήνυμα νίκης προβάλλοντας τὸ αἰώνιο σύμβολό της, τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας.

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ πρωταθλητὲς τοῦ σταδίου τῶν ἀγώνων τῆς πίστεως ἔπαιρναν δύναμη νὰ ὁμολογήσουν Χριστὸ περίτρανα ἐνώπιον τῶν ἀπίστων καὶ μάλιστα γαλήνιοι, ἐνῶ ἤξευραν ὅτι ἡ ὁμολογία τους αὐτὴ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε στὸ μαρτυρίο, τὸ ὁποῖο, ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀπωθοῦσε, ἀλλὰ τοὺς αὔξανε τὴ φλόγα τῆς πίστεως. Ὁμολογοῦσαν Χριστό, σὲ ἀντίθεση μὲ ἐμᾶς τοὺς σημερινοὺς Χριστιανούς, τοὺς δειλοὺς καὶ φοβιτσιάρηδες. Ποιός ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει τόλμη σήμερα νὰ πάει σὲ μιὰ συγκέντρωση ἀθέων καὶ νὰ ὑψώσει τὸ λάβαρο μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ; Ποιὸς ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει τὸ ψυχικὸ σθένος νὰ πάει ἐνώπιον ἀσελγῶν καὶ ὑβριζόντων μὲ λόγια καὶ πράξεις τὸν Χριστό μας νὰ φωνάξει τὸ Προδρομικό «οὐξ ἔξεστί σοι» (Μάρκ. στ΄ 18). Ποιός ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει τὸ ψυχικὸ σθένος νὰ πάει σὲ μιὰ παρέλαση ὁμοφυλοφίλων καὶ νὰ σηκώσει τὴν προδρομικὴ ρομφαία λέγοντας ὅτι δὲν σᾶς ἐπιτρέπεται νὰ διαστρέφετε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ τὴν προβάλλετε ὡς φυσικὴ μὲ τὴ διαφορετικότητά της, ὅπως τὴν ὀνομάζετε; Ποιός ἀπὸ ἐμᾶς ἐφαρμόζει πλήρως τὴν Κυριακὴ προσευχὴ καὶ μάλιστα τὴ φράση, «ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου» (Ματθ. ϛ´ 10), ὅπου παρακαλοῦμε τὸν Κύριό μας νὰ μᾶς ἀξιώνει νὰ μὴν τὸν ὑβρίζουμε μὲ τὴν καθημερινή μας συμπεριφορά, ἀλλὰ νὰ τὸν ἁγιάζουμε γενόμενοι κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς «Φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. ε´ 14), «ἅλας τῆς γῆς» (Ματθ. ε´ 13) καὶ «πόλις ἐπάνω ὄρους κειμένη» (Ματθ. ε´ 14).

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες τῆς πίστεώς μας ἔπαιρναν δύναμη ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ δὲν τοὺς ἔνοιαζε ἂν οἱ ἄλλοι τὸ θάρρος τους τὸ ὀνόμαζαν τρέλλα. Πίστευαν στὸ τάλαντο τῆς ἁγίας τρέλλας καὶ μὲ χαρὰ φώναζαν «ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. α´ 21).

Ὅταν ἔλεγαν στὸ σεβάσμιο Μητροπολίτη Φλωρίνης, τὸν μακαριστὸ Γέροντα Αὐγουστῖνο Καντιώτη μὲ τὸ ὑψηλὸ ἀγωνιστικὸ φρόνημα, ὅτι τὸν ἀποκαλοῦσαν τρελλό, αὐτὸς ἀπαντοῦσε, ὅτι εἶχε ἔμφυτη τὴν ἁγία τρέλλα καὶ μὲ αὐτὴ ἐπαναλάμβανε τὰ λόγια τῆς διδαχῆς τοῦ μεγάλου μας ἱεραποστόλου, Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ: «Χριστὸς καὶ Ἑλλάδα μᾶς χρειάζονται». Καὶ ὅταν αὐτὸς διωκόταν γιὰ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του καὶ τὴν πίστη του στὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, μὲ χαρὰ φώναζε «τίς ἡμᾶς χωρίσει τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, θλῖψις ἢ στενοχωρία, ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα (Ῥωμ. η´ 35).

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ὁμολογοῦσαν Χριστό, ἐμεῖς σήμερα ὁμολογοῦμε; Ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὴν τόλμη καὶ τὴν ἁγία τρέλλα νὰ μιμηθοῦμε τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς Ἐξόδου τοῦ Μεσολογγίου ποὺ ἔλεγαν στὸν Ἰμπραήμ: «Τὸ Κάστρο μας θέλεις; Τὰ κλειδιά του εἶναι κρεμασμένα στὰ κανόνια μας! Ἔλα νὰ τὰ πάρεις!». Ἔχουμε τὴν τόλμη νὰ φωνάξουμε στοὺς μοντέρνους θεολόγους, ποὺ παραχαράσσουν τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα μας: «Τὴν πίστιν μας θέλετε νὰ ταπεινώσεστε ἢ νὰ ἀλλοιώσετε; Θὰ περάσετε ἀπὸ τὰ πτώματά μας». Μὲ τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημά μας ἔχουμε τὴν ἁγία τρέλλα νὰ διασαλπίζουμε τὸ λόγο τοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου: «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία»;

Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, πρότυπό μας ἤθους καὶ ἀγωνιστικοῦ φρονήματος, ἦταν ἕνας ἅγιος τρελλός, ποὺ πήγαινε ἀντίθετα στὸ ρεῦμα τῆς ἁμαρτίας. Δὲν τὸν τρόμαζε ἡ δύναμη τῆς ἐξουσίας. Δύναμή του ἦταν ὁ ἔμφυτος ἠθικὸς νόμος καὶ ὁ νόμος τῆς ἀγάπης ποὺ ἦλθε ὁ Χριστός μας, ὁ ἑπόμενός του, νὰ ἐφαρμόσει. Μόνο ἕνας τρελλὸς τὰ βάζει τόσο ἔντονα μὲ τὴ διεφθαρμένη ἐξουσία. Καὶ ὁ τρελλὸς αὐτὸς πρέπει νὰ τὸ πιστεύει ὅτι «Οὐκ ἔχομεν ᾧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ´ 14). 
Γιὰ τὴν ἁγία του τρέλλα ὁ τίμιος Πρόδρομος ὑπέμεινε ἀπότμηση τῆς κεφαλῆς του καὶ εἶναι ὁ τελευταῖος μάρτυρας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ὁ πρῶτος τῆς Καινῆς. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας τὸν ἐπαίνεσε μὲ τὰ λόγια Του, ὅτι «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου, τοῦ βαπτιστοῦ» (Ματθ. ια΄ 11). Ὀφείλουμε νὰ τὸν μιμηθοῦμε στὴν ἁγία τρέλλα, ἀφοῦ τρέλλα εἶναι ἡ ἠθικὴ ζωὴ μέσα σὲ μιὰ ἀνήθικη κοινωνία, εἶναι ἡ φιλαδελφία σὲ μιὰ ἀνάδελφη σύναξη προσώπων, εἶναι τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα σε μιὰ παγκοσμιοποιημένη κοινότητα, εἶναι τὸ ἡσυχαστικὸ πνεῦμα μέσα σε ἕνα ταραγμένο κόσμο. Τιμή μας, λοιπόν, νὰ μᾶς θεωροῦν οἱ ἄλλοι καὶ ἐμᾶς «τρελλοὺς ἐν Χριστῷ», γιατὶ μιὰ σάπια κοινωνία μόνο ἡ ἁγία τρέλλα μπορεῖ νὰ τὴν ἀλλάξει καὶ νὰ τὴν ἐπαναφέρει στὴν ὑγιεινή της κατάσταση.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας


Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου - Διά τους πενθούντας



...Αν λοιπόν κάνουμε συνεχείς προσευχές υπέρ αυτού, αν δίνουμε ελεημοσύνη· και αν ακόμα εκείνος είναι ανάξιος, ο Θεός θα δείξει το έλεός του σ' αυτόν. Αν και χάρη του Παύλου διέσωσε άλλους και για χάρη άλλων δείχνει ευσπλαχνία για άλλους, πώς δεν θα κάνει το ίδιο και για μας; Από τα χρήματα εκείνου από τα δικά σου, από όπου θέλεις, βοήθησε πρόσφερε λάδι, μάλλον σε νερό.

Δεν έχει δικές του ελεημοσύνες να επιδείξει; ας είναι συγγενικές. Δεν έχει να παρουσιάσει τις δικές του ελεημοσύνες; ας δείξει εκείνες που έγιναν γι' αυτόν. Έτσι η σύζυγός του με θάρροςθα παρακαλέσει το Θεό γι' αυτόν, εφόσον κατέθεσε λύτρο γι' αυτόν. Όσων περισσοτέρων αμαρτημάτων είναι υπεύθυνος, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη από ελεημοσύνη υπάρχει γι' αυτόν. Όχι μόνο αυτό, αλλά διότι τώρα η ελεημοσύνη δεν έχει την ίδια δύναμη, αλλά πολύ μικρότερη. Διότι δεν είναι το ίδιο πράγμα να κάνει κάποιος ελεημοσύνη αυτός ο ίδιος και να κάνει αυτήν άλλος υπέρ αυτού. Όσο λοιπόν μικρότερη είναι αυτή, τόσο μεγαλύτερη κατά το ποσό ας την προσφέρουμε.

Ας μη ασχολούμαστε με σημεία τάφων και εντάφια. Προστάτεψε τις χήρες• αυτό είναι το σπουδαιότερο εντάφιο. Πες το όνομα- ζήτησε να κάνουν όλες τις δεήσεις και τις ικεσίες υπέρ αυτού- θα εξευμενίσει, αυτό το Θεό, αν και δεν έγινε απ' αυτόν η ελεημοσύνη, αλλά άλλος γίνεται αίτιος ελεημοσύνης γι' αυτόν. Και αυτό είναι νόμος της φιλανθρωπίας του Θεού. Χήρες, που στέκονται γύρω και κλαίνε, όχι μόνο από τον παρόντα, αλλά και από τον μέλλοντα θάνατο μπορούν να διασώσουν κάποιον. Πολλοί άνθρωποι ωφελήθηκαν από τις ελεημοσύνες που έγιναν από άλλους. Διότι αν και όχι τελείως, όμως βρήκαν κάποια παρηγοριά- διότι εάν δεν συμβαίνει αυτό, πώς σώζονται τα παιδιά; αν και αυτά βέβαια, τίποτε δεν συνεισφέρουν, αλλά οι γονείς συνεισφέρουν το παν και στις γυναίκες πολλές φορές χαρίσθηκαν παιδιά, που δεν πρόσφεραν αυτά τίποτε. Πολλούς δρόμους μάς έχει δώσει ο Θεός για τη σωτηρία μας, μόνο να μην αμελούμε. (Πράξ. 9, 26-43).

...Δεν γίνονται άσκοπα οι προσφορές γι' αυτούς που πέθαναν, ούτε οι ικεσίες, ούτε οι ελεημοσύνες• όλα αυτά το Πνεύμα τα διέταξε, θέλοντας να ωφελούμαστε εμείς μεταξύ μας. Διότι πρόσεχε. Ωφελείται εκείνος με τη βοήθεια σου, ωφελείσαι συ εξ αιτίας εκείνου- περιφρόνησες τα χρήματα, αφού αποφάσισες να επιτελέσεις κάτι το σπουδαίο- και εσύ έγινες αίτιος της σωτηρίας αυτού, και εκείνος για σένα έγινε αίτιος ελεημοσύνης. Να μη αμφιβάλλεις, ότι θα αποκομίσεις κάποια ωφέλεια. Δεν αναφωνεί άσκοπα ο διάκονος "υπέρ εκείνων που έχουν κοιμηθεί εν Χριστώ, και υπέρ εκείνων που κάνουν το μνημόσυνο γι' αυτούς"- δεν είναι ο διάκονος εκείνος, που αναφωνεί αυτά, αλλά το Πνεύμα το άγιο - αυτό δε εγώ το λέγω χάρισμα. Τι λέγεις; Στα χέρια του είναι η θυσία και όλα βρίσκονται ενώπιόν του τακτοποιημένα- παραβρίσκονται άγγελοι, αρχάγγελοι, παραβρίσκεται ο Υιός του Θεού- με τόση φρίκη στέκονται όλοι- παραστέκονται εκείνοι ψάλλοντας, ενώ όλοι σιγούν και νομίζεις ότι τυχαία γίνονται όλα τα τελούμενα; Λοιπόν και τα άλλα, γίνονται τυχαία και τα υπέρ της εκκλησίας και τα υπέρ των ιερέων προσφερόμενα και τα υπέρ του πληρώματος της εκκλησίας; μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά όλα γίνονται με πίστη. (Πράξ. 9, 26-43).

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου -Περί ελεημοσύνης, περί μετανοίας και διά τους πενθούντας 

Ἡ σχέση μας μὲ τοὺς κεκοιμημένους


Ἀπό τὶς πνευματικὲς παρακαταθῆκες 
τῆς Γερόντισσας τῆς Ἀττικῆς

Εἶναι ἄγνωστο σὲ πολλοὺς ἀνθρώπους, ὅτι οἱ ψυχὲς ποὺ φεύγουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, εἶναι ζωντανὲς καὶ βρίσκονται σὲ μία σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους τους ἐδῶ στὴ γῆ. Δὲν μποροῦμε νὰ προχωρήσουμε στὴ ζωή μας, ἐὰν κρατᾶμε ὁποιαδήποτε κακία ἢ μίσος σὲ κάποιον κεκοιμημένο μας. Πρέπει νὰ τὸν συγχωρήσουμε ὅ,τι καὶ ἂν μᾶς ἔκανε, διότι ἡ ψυχὴ τοῦ κεκοιμημένου δὲν ἀναπαύεται, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ δική μας.
Ἂν θέλουμε ἑπομένως ἡ ζωή μας νὰ προχωράει ἤρεμα, ἀλλὰ καὶ ἡ ψυχή μας νὰ ἔχει εἰρήνη, θὰ πρέπει νὰ τακτοποιήσουμε τὰ συναισθήματά μας, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς καὶ μὲ τοὺς κεκοιμημένους μας. Οἱ ἄνθρωποί μας ποὺ φεύγουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, συνεχίζουν νὰ μᾶς ἀγαπᾶνε, γιατί ἡ ἀγάπη ποὺ εἴχαμε μεταξὺ μας ὅσο ζοῦσαν δὲν χάνεται.
Ἐμεῖς συνήθως τοὺς ξεχνᾶμε καὶ τοὺς νεκρώνουμε, γιατί εἴμαστε δεμένοι μὲ τὴν ὕλη καὶ ξεχνᾶμε τὴν αἰώνια ζωή! Γιατί τί νόημα θὰ εἶχε νὰ φτιάξει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο νὰ ζήσει ἐδῶ στὴ γῆ κάποια χρόνια καὶ μετὰ νὰ τὸν φάνε τὰ σκουλήκια; Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἒφτιαξε ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸν τὸν ὡραῖο κόσμο γι’ αὐτὴ τὴ ζωή, ποὺ εἶναι κλάσμα τῆς αἰωνιότητας, ἕνα πολὺ ὡραιότερο κόσμο γιὰ τὴν αἰώνια ζωή. Ἄλλωστε ὁ Θεὸς δὲν ἒφτιαξε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ πεθάνει, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια.
Ἑπομένως εἶναι ζωντανὲς οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων μας, γι’ αὐτὸ νὰ τοὺς μιλᾶμε καὶ...
νὰ ἔχουμε σχέση μαζί τους. Νὰ προσευχόμαστε στὸ Θεὸ νὰ τοὺς βοηθάει. Ἀκόμα δὲν θὰ παραλείπουμε τὰ τρισάγια, τὰ μνημόσυνα, τὰ σαρανταλείτουργα, γιατί αὐτὰ βοηθᾶνε τὶς ψυχές. Ἐπίσης νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη μὲ ἀγάπη γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων μας καὶ ἂν δὲν ἔχουμε χρήματα, μία καλὴ πράξη ἀρκεῖ γιὰ νὰ τὶς βοηθήσουμε. Ἐπίσης τὸ κομποσχοίνι βοηθάει πολὺ τὶς ψυχὲς λέγοντας: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσε τὸν δοῦλο σου ἢ τὴν δούλη σου…. τάδε».

Καθὼς ἐπίσης οἱ γυναῖκες ποὺ ἔχουν κάνει ἀμβλώσεις θὰ πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν παιδιῶν τους εἶναι ζωντανές. Ἂς μὴν πρόλαβαν νὰ τὰ γεννήσουν, οἱ ψυχὲς δημιουργοῦνται ἀμέσως μὲ τὴ σύλληψη. Αὐτὲς οἱ ψυχοῦλες βρίσκονται μὲ πόνο πολὺ διότι δὲν ἔχουν ἀγάπη ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους στὴ γῆ. Ἀλλὰ νιώθουν ὅτι τὰ σκότωσαν, τὰ πέταξαν, τὰ ξεφορτώθηκαν. Γι’ αὐτὸ πολλοὶ ἄνθρωποι (ὄχι μόνο οἱ μητέρες ἀλλὰ καὶ οἱ πατεράδες) ποὺ ἔχουν περάσει ἀπὸ τέτοιες καταστάσεις παθαίνουν καταθλίψεις καὶ δὲν ξέρουν πολλὲς φορὲς τὴν αἰτία.

Αὐτὸ ἐπίσης μπορεῖ νὰ συμβεῖ καὶ σὲ ἀνθρώπους ποὺ συμβούλεψαν μία μητέρα νὰ κάνει ἄμβλωση καὶ νὰ τοὺς τρώει μετὰ ἡ συνείδησή τους! Γιὰ νὰ τακτοποιηθεῖ αὐτὴ ἡ περίπτωση αὐτῶν τῶν ψυχῶν, θὰ πρέπει οἱ γονεῖς νὰ μετανοήσουν γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἔκαναν στὰ παιδιά τους καὶ τοὺς στέρησαν τὴ ζωή! Ἡ ἐξομολόγηση σὲ πνευματικὸ (καὶ ὄχι σὲ εἰκόνα), εἶναι τὸ φάρμακο γιὰ τὴν κατάθλιψη, καὶ ὄχι τὰ φάρμακα.

Ἔπειτα νὰ δημιουργήσουν οἱ γονεῖς σχέση ἀγάπης μὲ τὰ παιδιά τους, διότι εἶναι ζωντανὰ καὶ ἐπικοινωνοῦν μαζί τους. Δηλαδὴ νὰ τοὺς μιλᾶνε, νὰ τοὺς ζητᾶνε συγνώμη γι’ αὐτὸ ποὺ τοὺς ἔκαναν καὶ νὰ τὰ ἀγαπήσουν. Νὰ τοὺς μιλᾶνε σὰν νὰ τὰ εἶχαν κοντά τους. Ἀπὸ μαρτυρία μίας γυναίκας ποὺ ἄρχισε νὰ μιλᾶ στὸ παιδί της ποὺ εἶχε κάνει ἄμβλωση, ὅταν ἔμαθε ἀπὸ τὴν γερόντισσα ὅτι πρέπει νὰ δημιουργήσει σχέση ἀγάπης μαζί του, ἔπειτα ἀπὸ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα, τὸ εἶδε στὸν ὕπνο της. Ἦρθε στὴν ἀγκαλιὰ της ἕνα μικρὸ ἀγοράκι καὶ τύλιξε τὰ χεράκια του γύρω ἀπὸ τὴ μέση της. Ἐκείνη ἄρχισε νὰ τὸ φιλάει κλαίγοντας καὶ ξύπνησε μὲ πολὺ χαρά, μὴ μπορώντας νὰ πιστέψει σὲ αὐτὸ ποὺ εἶδε καὶ ἒνιωσε…

Ἐπίσης εἶναι πολὺ σημαντικὸ οἱ ἄνθρωποι νὰ συμμετέχουν στὴ ζωὴ τῶν κεκοιμημένων τους καὶ ἂν ἀκόμη εἶχαν κάποιες προστριβὲς μαζί τους ὅταν ζοῦσαν, τώρα μποροῦν νὰ τοὺς ζητήσουν συγγνώμη καὶ νὰ ἀποκαταστήσουν τὴ σχέση τους. Ἔτσι, σιγὰ – σιγὰ ἀποκαθίσταται ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη τῶν ἀνθρώπων καὶ φεύγουν ἀπὸ πάνω τους οἱ ἐνοχὲς καὶ ἡ κατάθλιψη. Ἑπομένως ἄνθρωποι ποὺ πάσχουν ἀπὸ κατάθλιψη, ἂς ψάξουν τὸ παρελθόν τους, μήπως εἶναι καὶ αὐτὸ μία ἀπὸ τὶς αἰτίες.


ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΕΓΟΜΕΝΟ ‘’ΕΠΑΝΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ’’

«Ελάτε να συλλαβίσωμεν εν προσευχή το Ευαγγέλιον της Ορθοδοξίας 
και την Ορθοδοξίαν του Ευαγγελίου» 

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς

Έχει προβληματίσει αρκετούς Ορθόδοξους Χριστιανούς, η πρόσφατη διοργάνωση στη Θεσσαλονίκη, από 28 Αυγούστου μέχρι 30 Αυγούστου 2016, του ΙΔ΄ Διαχριστιανικού Συμποσίου με θέμα ‘’Ευαγγελισμός και Επανευαγγελισμός στην Ευρώπη του 21ουαιώνα’’, που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Ποντιφικού Ινστιτούτου Antonianum της Ρώμης.

Πως μπορούμε να ομιλούμε στην ουσία για ‘’κοινό’’ επανευαγγελισμό μαζί με τους Παπικούς, που παραχάραξαν ευαγγελικές αλήθειες, όπως στο θέμα του Filioque, διαστρέφοντας το Αγιογραφικό χωρίο, «το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται» (Ιω. 15,26) και στο θέμα του παπικού πρωτείου, διαστρέφοντας το Αγιογραφικό χωρίο, «συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ. 16,17);

Στην απόφαση ή ‘’σημείωμα’’ (περί του ριφθέντος πιττακίου εν τη αγία τραπέζη παρά των από Ρώμης πρέσβεων κατά του αγιωτάτου Πατριάρχου κυρού Μιχαήλ, μηνί Ιουλίω Ινδικτ. ζ΄) της Συνόδου της Κωνσταντινούπολης που έγινε στις 20 Ιουλίου 1054, γίνεται η εξής αναφορά σχετικά με την αιρετική προσθήκη του Filioque: «μήτε τη Γραφή προσέχειν εθέλοντες».

Θα πρέπει να σημειώσομε ότι στην Ευρώπη, οι Παπικοί κάνουν λόγο για ‘’νέο ευαγγελισμό’’, αφορμώμενοι από σχετική αναφορά του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄.
Τι είδους ‘’νέο ευαγγελισμό’’ μπορούμε να περιμένομε από αυτούς που στρέβλωσαν ευαγγελικές αλήθειες; «Η Ορθοδοξία ως μοναδικός φορεύς και φύλαξ του τελείου και παμφώτου Προσώπου του Θεανθρώπου Χριστού πραγματοποιείται αποκλειστικώς με τα θεανθρώπινα – ορθόδοξα μέσα, τας ασκητικάς εν χάριτι αρετάς, όχι με μέσα δανεισμένα από τον Ρωμαιοκαθολικισμόν ή τον Προτεσταντισμόν, διότι αυτοί είναι χριστιανισμοί κατά την έκδοσιν του υπερηφάνου ευρωπαίου ανθρώπου, και όχι του ταπεινού Θεανθρώπου», λέγει ο Ομολογητής Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς.

«Έχετε παρατηρήσει πως εις την ορθόδοξον ψυχήν μας δεν ανταποκρίνεται η ορθολογιστικο-σχολαστική παιδεία της ρωμαιοκαθολικής και προτεσταντικής Ευρώπης;», ρωτά ο Ομολογητής Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς. «Η Ορθόδοξος Εκκλησία κατέχει την ακεραίαν διδασκαλίαν του Θεανθρώπου Χριστού, διότι ίσταται άνευ υποχωρήσεων εις την θεανθρωπίνην μεθοδολογίαν των Αγίων Αποστόλων και των Οικουμενικών Συνόδων», αναφέρει αλλού ο Ομολογητής αυτός Άγιος.

Η εν Αγίω Πνέυματι ζωή της Εκκλησίας δεν έχει διακοπεί αλλά συνεχίζεται. Ο πάντα επίκαιρος λόγος του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, απαντά στην θεματολογία του ΙΔ΄ Διαχριστιανικού Συμποσίου, με την εξής ορθόδοξη προτροπή : «Ελάτε να συλλαβίσωμεν εν προσευχή το Ευαγγέλιον της Ορθοδοξίας και την Ορθοδοξίαν του Ευαγγελίου».

Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου

Καλύτερα στάβλοι ή να μαγαρίζονται από τους Οικουμενιστές αιρετικούς!

ΙΕΡΟΙ ΝΑΟΙ: 




Τελικά η προειδοποίηση Του Θεού, στην Αποκάλυψη, προς τον Επίσκοπο της Εφέσου πραγματοποιήθηκε και μετά από 1800 χρόνια σχεδόν η Εκκλησία της Μ. Ασίας εξορίστηκε και μεταφυτεύθηκε στην παλαιά Ελλάδα.
«τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τὴν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐὰν μὴ μετανοήσῃς.» (Αποκ. β΄ 5)


Η αύξηση της ανομίας και της αποστασίας καθώς και το πολυπολιτισμικό περιβάλλον της Μ. Ασίας στις αρχές του 20ου αιώνα, ειδικά μάλιστα στην Σμύρνη που έδρευαν πολλοί Παπικοί αιρετικοί και Προτεστάντες, έφεραν έναν νέο συγκρητισμό και μία άμβλυνση του Ορθόδοξου ήθους και έτσι ήρθε επακόλουθα η καταστροφή.
Στην περίπτωση αυτή όπως αποδείχτηκε προτιμά ο Θεός μία Εκκλησία, ένας Ιερός Ναός, με άπαντα τα εν αυτώ, να καταστρέφεται, ή να καίγεται ή ακόμη να μετατρέπεται σε στάβλο παρά να μαγαρίζεται από τον κόπρο της αιρέσεως και της απιστίας.
Διότι οι Ναοί ξαναφτιάχνονται, ψυχές όμως αθάνατες και Εικόνες του Θεού που χάνονται στην αίρεση και στην πλάνη δεν ξαναορθώνονται.
Άραγε τί μέλλον έχει σήμερα η Εκκλησία μας και οι Ναοί μας στον Ελλαδικό χώρο που παρείσφρυσε με πραξικοπηματικό τρόπο η παναίρεση του Οικουμενισμού;


Ο δυσβάχταχτος ΕΝΦΙΑ και οι λοιπές υπερφορολογήσεις στους Ναούς, οι εκολαπτόμενοι Τζιχαντιστές στην πατρίδα μας που περιμένουν να κάνουν την κίνησή τους, οι αντιεξουσιαστές με τις γνωστές επιθέσεις και βεβηλώσεις των Εκκλησιών και άλλοι, ακονίζουνε ήδη τα μαχαίρια τους…

Θα αφήσει ο Θεός λοιπόν τους Ναούς να μαγαρίζονται και να βεβηλώνονται από αυτήν την πολυαίρεση της Πανθρησκείας ή θα επιτρέψει να καταστραφούν, να καούν ή να δημευθούν και να μετατραπούν και πάλι σε σύγχρονους στάβλους (Κλαμπ, Μπαρ, εστιατόρια, γήπεδα, τζαμιά) όπως στην ευρώπη;

Μικροί στόχοι...



Δεν φτάνει το βάσανο της οδύνης που περνάς, (άγχος, θλίψη, πανικός, εμμονές, φόβος κ.α), μα προσθέτεις ακόμη δύο καταστροφικά, «το γιατί και το πότε». «Γιατί» να τα περνάω όλα αυτά, και «πότε» θα θεραπευτώ να λυτρωθώ; 
Νομίζω, ότι αυτή η στάση δεν βοηθάει σε τίποτα. Η ζωή σου, δεν μοιάζει με κανενός άλλου, οπότε μην συγκρίνεις. Μην λες, «όταν θα γίνω καλά, θα κάνω αυτό ή εκείνο». Γίνε σήμερα καλά, εδώ στο τώρα, όπως μπορείς, πέρασε όμορφα την μέρα σου. Βάζε μικρούς στόχους για να πετύχεις μεγάλους. 
Και κατάλαβε κάτι σημαντικό, ότι, συνήθως δεν θεραπεύονται τα τραύματα μας, αλλά μαθαίνουμε να ζούμε μαζί τους, δίχως να μας πικραίνουν…

π. λίβυος

Μεγάλο κακό η υποκρισία



«Υπόκρισίς εστιν έτερον έχειν και έτερον ποιείν» 
(Χρυσόστομος)

Της υποκρισίας το αμάρτημα, που πολλοί δυστυχώς από εμάς το θεωρούν ως πλεονέκτημα και το χειροκροτούν ως προσόν ωφέλιμο και ως αναγκαία δήθεν οικονομία, είναι μέγα αμάρτημα και πολλών και ποικίλων αμαρτιών πρόξενος.

Η υποκρισία ρίζα έχει την πονηρία, καρπούς δε το ψεύδος, την απάτη, τη δολιότητα, την αισχροκέρδεια, την αδικία, τη βλάβη, και γενικά την εξόντωση του πλησίον. Για μερικούς όλα αυτά ίσως φαίνονται αστεία και παράδοξα, αλλά αν θελήσουμε να πλησιάσουμε και να ρωτήσουμε τον Θεό, θα πληροφορηθούμε ότι θέλει τα ήθη των ανθρώπων τίμια, τον νου καθαρό και την ψυχή αγία, γι’ αυτό προστάζει λέγοντας: «Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου· το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν» (Ματθ. 5:37). Ώστε, αν άλλα έχουμε στην καρδιά και άλλα με τα χείλη μας λέμε, αυτά είναι γεννήματα της πονηρίας και εφευρέματα του διαβόλου. Όταν άλλο σκεπτόμαστε και άλλο λέμε, ή όταν άλλο λέμε και άλλο πράττουμε, πέφτουμε στο αμάρτημα της υποκρισίας, δηλαδή είμαστε ψεύτες, απατεώνες, επιβλαβείς, δόλιοι κ.τ.τ.

Αν προσέξουμε τους υποκριτές, θα τους βρούμε να κάνουν ελεημοσύνες, προσευχές, νηστείες, να ελέγχουν τα «κάρφη», δηλαδή και τα μικρότατα σφάλματα των άλλων, να είναι ζηλωτές υπέρ της θρησκείας, να διδάσκουν αρετή, να μιλούν, να ντύνονται, να βαδίζουν κατά πάντα θεοσεβώς, να είναι ενδεδυμένοι εν γένει την αρετή και τη θεοσέβεια. Αλλά αν εξετάσουμε ακριβέστερα τα περιστασιακά που συνοδεύουν τις πράξεις τους, δηλαδή γιατί λένε και πράττουν το καθετί, θα δούμε καθαρά ότι αυτοί κανέναν άλλο σκοπό δεν έχουν, παρά να φανούν άγιοι ενώπιον των ανθρώπων και να δοξασθούν από αυτούς, όπως άλλωστε και ο Κύριος για αυτούς είπε ότι «Πάντα τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23:5)· γι’ αυτό και οι κατ’ εξοχήν υποκριτές Φαρισαίοι άκουσαν από το στόμα Του τα οκτώ εκείνα «Ουαί» που διαβάζουμε στο 23ο κεφάλαιο του Ματθαίου, που σε καμία άλλη τάξη αμαρτωλών δεν είπε, παρά σε αυτούς: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί» κ.λ.π.

Δυστυχώς όμως σήμερα η υποκρισία υπό διάφορα πέπλα έχει εισέλθει παντού και έχει μολύνει τα πάντα. Η ζύμη αυτή των Φαρισαίων, η υποκρισία, έχει υποσκάψει όλα τα θεμέλια και χρειάζεται μεγάλη προσοχή στον κόσμο αυτό, όπως και ο Κύριος μάς δίδαξε λέγοντας: «Προσέχετε εαυτοίς από της ζύμης των Φαρισαίων, ήτις εστίν υπόκρισις» (Λουκ. 12:1).

Την υποκρισία η πονηρία μας, με την υπόδειξη του διαβόλου, την μετέβαλε σε περισπούδαστο πράγμα και ακούμε παντού να λέγεται ότι η σκοπιμότητα είναι αναγκαία στα πάντα και το θεομίσητο αυτό προϊόν του Σατανά να θεοποιείται από τους ανθρώπους, να αλλάζει ονομασία και από υποκρισία να λέγεται πολιτική, και έτσι καταχειροκροτουμένη να εισέρχεται στα ανάκτορα, στην αγορά, στα βουλευτήρια, στην Επιστήμη, αλλοίμονον και στην ίδια την Εκκλησία. Και να νομίζεται ως μεγάλη αρετή, η πολιτική η λεγομένη, που στην πραγματικότητα είναι υποκρισία, την οποία ο Κύριος κατακεραύνωσε με οκτώ «Ουαί».

Μάλιστα, ο άνθρωπος που μπορεί να πολιτεύεται σήμερα ανάλογα με τις περιστάσεις, τα πρόσωπα και τα συμφέροντά του, χειροκροτείται και θεωρείται μέγας, παρότι στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας υποκριτής, που άλλοτε γίνεται φίδι, άλλοτε αλεπού, άλλοτε λέων κ.ο.κ. ανάλογα με τα συμφέροντά του, που γίνεται δηλαδή τα πάντα τοις πάσι, όχι, όπως ο Παύλος, για να σώσει κάποιους (Α’ Κορ. 9:22), αλλά για να ωφεληθεί αυτός κάτι και κάποιους άλλους να καταποντίσει. Η μέθοδος αυτή η διαβολική, η οποία λέγεται πολιτική ή σκοπιμότητα, στην ουσία είναι η υποκρισία με φράκο, την οποία ντύθηκε ο διάβολος και έχει δυστυχώς υποσκάψει τα θεμέλια της Κοινωνίας, της Εκκλησίας, της Οικογένειας.

Αρχιτέκτων, όπως είπαμε, της αμαρτίας αυτής είναι ο ίδιος ο διάβολος, ο οποίος πρώτος ντύθηκε το σχήμα του φρόνιμου όφη, του αγαθού αυτού ζώου, κατά τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής, η οποία λέει: «Ο δε όφις ην φρονιμώτατος πάντων των θηρίων των επί της γης ων εποίησε Κύριος ο Θεός» (Γεν. 3:1), καθώς και οι υποκριτές ντύνονται το σχήμα του προστάτη, του φίλου, του ενδιαφερομένου, του κόλακα, του θρήσκου. Αυτός ο υποκριτής ο διάβολος είπε πρώτος το Ναι του Θεού, Ου. Εκεί δηλαδή που ο Θεός είπε «θανάτω αποθανείσθε», αυτός ο ψεύτης, ο δόλιος, ο φθονερός, ο υποκριτής είπε «ου θανάτω αποθανείσθε» και απάτησε και έβλαψε το ανθρώπινο γένος. Όπως και σήμερα πάσης φύσεως υποκριτές πολιτικοί βλάπτουν πόλεις, χωριά, χώρες, λαούς.

Και πράγματι, η διαβολική αυτή υποκρισία έσβυσε την εμπιστοσύνη την τόσο αναγκαία και γι’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή. Έσβυσε την εμπιστοσύνη και άναψε την υποψία και την αμφιβολία, από τις οποίες βλάστησαν στον κόσμο όλα τα κακά. Δεν γνωρίζεις πότε σου λέει αλήθεια ο άλλος ή πότε υποκρίνεται. Αμφιβάλλει ο κύριος για την εμπιστοσύνη του υπηρέτη, όπως και ο υπηρέτης για το ενδιαφέρον του κυρίου του. Αμφιβάλλουν οι φίλοι για την φιλία των φίλων. Ο αδελφός δεν εμπιστεύεται τον αδελφό, ο πατέρας υποπτεύεται το παιδί, όπως και το παιδί τον πατέρα του. Ο άνδρας φοβάται για την τιμή της γυναίκας του και η γυναίκα αμφιβάλλει για τη σωφροσύνη του άντρα της. Φοβούνται όλοι αυτοί την υποκρισία, η οποία δυστυχώς υπάρχει παντού, παρότι είναι το αμάρτημα για το οποίο ο Κύριος οκτάκις επανέλαβε τα «ουαί» Του, και το μόνο αμάρτημα που ο Κύριος αποκάλυψε ονομαστικά και τα είδη των κολαστηρίων του.

Η αμαρτία αυτή της υποκρισίας, αγαπητοί, είναι η αμαρτία η εκ διαμέτρου αντίθετη στην αρετή της απλότητας, η οποία είναι χαρακτηριστικό της θείας φύσεως και κόσμημα, μέσω του οποίου ο Θεός στόλισε τον άνθρωπο όταν τον έπλασε· γι’ αυτό καθ’ υπερβολήν μισώντας την ο Θεός, παραδειγματικώς τους υποκριτές θα τιμωρήσει.

Ας ακούσουν λοιπόν οι υποκριτές, αυτοί που δεν λένε το ναι της καρδιάς τους ναι, αλλά ου, και το ου της καρδιάς τους ου, αλλά ναι, ότι η υποκρισία είναι μεγάλη αμαρτία, και ας μη καυχώνται λέγοντας ότι είναι αρετή αναγκαία και χρήσιμη, για να πλανούν μέσω αυτής τους συνανθρώπους τους παρουσιαζόμενοι ενώπιον αυτών ως αγαθοί και δίκαιοι, καθότι έρχεται ώρα, όταν ο των πάντων Κριτής και Δεσπότης, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στο φοβερό Του Βήμα θα αφαιρέσει της υποκρισίας τους το κάλυμμα και θα φανερωθούν οι απατηλές περιπλοκές της καρδιάς τους, το ψεύδος της γλώσσας τους, όπως και η απόκρυφη πονηρία της ψυχής τους.

Ας είναι λοιπόν μακριά από εμάς η αμαρτία αυτή της υποκρισίας και ας είναι σε μας «το ναι ναι, και το ου ου», για να πει και για μας ο Κύριος: «Ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ω δόλος ουκ έστι» (Ιω. 1:48).

Δημήτριος Παναγόπουλος
(Ιανουάριος 1961)

ΤΟ ΚΕΝΟ ΤΩΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ



Ποιος θα μας μάθει επιτέλους να απογοητευόμαστε ολοένα και πιο δύσκολα και να στεκόμαστε ανδρείοι στα πράγματα; Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ο συναισθηματισμός μάς κάνει να στρεφόμαστε άσκοπα και ανούσια σε ονείρατα που έχουν γίνει προ πολλού σκόνη και σε μεθυστικές αναπολήσεις του παρελθόντος που δεν έχουν πια κανένα απολύτως νόημα.

Εξομολογούμαστε, κοινωνάμε, νηστεύουμε, προσευχόμαστε, διαβάζουμε, είμαστε συνέχεια «μέσα στην εκκλησία», μα βλέπουμε ότι είμαστε πάντα κολλημένοι στο επάρατο τίποτα, στο κενό που μας τρελαίνει κι ας μη το λέμε πουθενά, κι ας μη τολμούμε να το παραδεχτούμε. Οι χριστιανοί πρέπει να είναι «άτρωτοι» και «τέλειοι», κάθε φορά, όλες τις φορές, μια για πάντα! Η κατάρα της θρησκευτικής εικόνας που κατάπιε ολοσχερώς το εγκάρδιο και ελεύθερο είναι. Το σχήμα του φαίνεσθαι υπέταξε για τα καλά τη σκέψη, το φρόνημα, τον παλμό. Γιατί δεν αισθανόμαστε εντάξει; Πού είναι η αποκατάσταση, η πληρότητα, η ισορροπία, το νόημα και η ευστάθεια του είναι μας;

Αλλά ας πούμε και μια αλήθεια: Η πνευματική ζωή δεν είναι το πηχτό λούστρο πάνω στη σκουριά και τη μούχλα των απωθημένων ή αποτυχιών μας. Η χάρη του Θεού είναι παντοδύναμη, αλλά ταυτόχρονα και ανεξιχνίαστη. Η χάρη του Θεού είναι πανθαύμαστη, αλλά και απροσωπόληπτη. Η χάρη του Θεού είναι πάνστοργη, αλλά συνάμα και αδυσώπητη. Όσο η συντριβή της καρδιάς την ελκύει, άλλο τόσο περισσότερο η αναλγησία του ανθρωπίνου πνεύματος την αποκρούει. Κανένας δεν μπορεί να παρερμηνεύσει τίποτα από αυτό που ήδη ζούμε και κανένας δεν μπορεί να εξοφλήσει κάτι από τον αγώνα μας. Όλα τα αντίθετα μπορεί να συμβούν και να βιωθούν μέσα σε μια πρωτόφαντη και παιδαγωγική αρμονία.


Ο Θεός δεν είναι ο σφαγέας της ανθρώπινης φύσης ούτε ο βίαιος μεταρρυθμιστής των αδυναμιών μας. Πολλές φορές η χάρη Του μπορεί να ταυτίζεται πιο πολύ με τη σιωπή και την αναμονή, παρά με τη γρήγορη αλλαγή που τόσο εμείς επιθυμούμε για μας χωρίς Αυτόν. Αυτός μας θέλει δικούς Του, εφόσον εμείς Τον θέλουμε δικό μας. Με ποιο τρόπο θα γίνει αυτό; Με τον τρόπο της εκκλησίας, με τον τρόπο του προσώπου και με τον τρόπο των συνθηκών. Με τον τρόπο που αναιρεί κάθε μελετώμενο τρόπο. Ο Θεός σιωπά, όχι γιατί θέλει να παιδεύσει τη λογική μας, αλλά προφανώς γιατί προσαρμόζει τον τρόπο Του στην αναπηρία και την ευτέλειά μας. Κάτι που μέσα στα θεία πράγματα μπορεί κάλλιστα να θεωρείται από την κρίση μας τιμωρία, εγκατάλειψη και απουσία, για τον Θεό μπορεί να είναι η αυθεντικότερη έκφραση αρχοντιάς της αγάπης Του. Δεν είναι όλα δικά μας, δεν γίνονται όλα όπως τα περιμένουμε, όπως τα διαβάσαμε στα βιβλία, όπως τα ξέρουμε από τους κανόνες, τις διατάξεις, τις διακηρύξεις. Τα βιβλία ως συνήθως καταγράφουν τη ζωή των θείων μυστηρίων και πραγματικοτήτων, αλλά η ζωή, σαν ζωή του Πνεύματος και της αλήθειας, τα υπερβαίνει δυναμικά κι ας μην εννοούμε να το συνειδητοποιήσουμε αυτό. Οι δικοί μας φόβοι είναι που χαράζουν τα όρια αντίληψης σε αυτό που δεν έχει όρια. Η αγάπη και η αλήθεια υπερβαίνουν αισθαντικά κάθε βατό και υπερβατό.

Είναι απίστευτο! Ποιο; Που είμαστε απολύτως «μόνοι» έναντι στα μυστήρια του Θεού, στο θείο Του πρόσωπο, και που είναι κι ο Θεός «μόνος» έναντι σε μας. Είναι εκπληκτικό! Ποιο; Που είμαστε απολύτως «πάγκοινοι» και αλληλοκοινωνούμενοι μέσα στην ανεμπόδιστη ροή του χρόνου, του κόσμου, της ανθρωπότητας και του σιωπηλού εαυτού μας. Αυτό ασφαλώς δεν συνιστά δοκησισοφία, πλάνη, αναίρεση δογμάτων και αποκαλύψεων, αλλά αποτελεί πνευματική εσωτερικότητα ελευθερίας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ανάπτυξής μας μέσα στην εκκλησία, όρος εκκλησιαστικοποίησης της ύπαρξής μας.

«Εκκλησία» σημαίνει λατρευτική, θεοερωτική ένωση προσώπων, από ένα διαρκές κάλεσμα και ένα κέλευσμα που δεν παύει και δεν ακυρώνεται παρά μόνο όταν δεν συμφωνεί μαζί του η ελευθερία μας. Αυτός που δεν ενώνεται ολοϋπαρκτικά με τον Θεό και το μικρό θεό, τον αδελφό του, θα είναι πάντα διασπασμένος, διχασμένος, συγχυσμένος και απορημένος. Έτσι, με αυτή την έννοια, και «εξομολογημένος» ή «κοινωνημένος» να είσαι, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι τελείως απαράδεκτο ή παράδοξο να νιώθεις ένα βασανιστικό «κενό» μέσα σου, εφόσον αυτό το κενό πηγάζει από έναν εσωτερικό και ανομολόγητο επαμφοτερισμό, μια διβουλία και μια διψυχία, μια ανικανότητα να ερωτευθείς αποκλειστικά το θείο Πρόσωπο που σου δίνει ζωή, που είναι η ζωή της ζωής σου. Αλλά το θέμα είναι τι ή μάλλον ποιον ακριβώς θεωρείς εσύ «ζωή». Μήπως ακόμη και αυτό που δεν είναι;

Μας λείπει φοβερά η σταθερότητα και η ευθύτητα έναντι του εαυτού μας και έναντι του Θεού. Είμαστε κενοί, γιατί ριζώνουμε μέσα στους λογισμούς μας, ριζώνουν και αυτοί μέσα μας. Οι λογισμοί, που είναι οι σαρωτικές προβολές των ασίγαστων επιθυμιών μας. Επιθυμούμε τόσο πολύ, που φτάσαμε στο σημείο να ζούμε μόνο από επιθυμίες και μόνο γι’ αυτές. Αγαπάμε τις επιθυμίες μας, δεν τις εγκαταλείπουμε, δεν τις περιορίζουμε, δεν τις μεταστοιχειώνουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, διότι μέσα από αυτές εμείς τροφοδοτούμαστε. Μέσα στη θλίψη και τις δοκιμασίες της ζωής αυτές οι επιθυμίες είναι για μας το αγαπημένο δεκανίκι, το βάλσαμο που κρύβει δηλητήριο. Η μάχη πρέπει να διεξαχθεί μέσα στο ταμείο της καρδιάς. Και σ’ αυτό, ούτε ο Θεός ούτε ακόμη και ο Πνευματικός μας δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Αν δεν παρθεί η απόφαση από τη ψυχή να γίνει ευθεία έναντι του Θεού, το κενό θα γιγαντώνεται και θα πολλαπλασιάζεται και ο Θεός θα είναι συνέχεια ένας «ξένος» και ένας «άγνωστος» για μας.

Η ουσία του χριστιανισμού βρίσκεται όχι στην τέρψη των κηρυγμάτων, αλλά στη μάχη εναντίον των λογισμών και των επιθυμιών. Αν δεν υπάρχει από μέρους μας ειλικρινής διάθεση για αγώνα και αντίσταση εναντίον του παλαιού εαυτού μας, ο οποίος κρατά στα χέρια του σφιχτά τους λογισμούς και τις επιθυμίες του, τότε ο χριστιανισμός μετατρέπεται μέσα μας σε κάτι φρούδο, ανώδυνο και ευχάριστο, σε μια ιδέα, σε μια φιλοσοφία, σε μία «καλή πράξη» ή συνεισφορά, σε ένα εκδήλωμα και σε μια συμπεριφορά, σε κάτι το εξωτερικό που είναι για τους πολλούς άκρως επαινετό και επευφημούμενο. Στην ουσία όμως πρόκειται για ένα επιζήμιο κατάπλασμα και για μια τακτική συγκάλυψης: μαθαίνουμε να σκεπάζουμε ό,τι μας αποκαλύπτει και αποφεύγουμε αυτό που μας θεραπεύει. Γιατί; Γιατί εμείς δεν είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε, να αναπτυχθούμε και να βαδίσουμε προς τη Χάρη του Θεού, ευθείς, ακέραιοι, ειλικρινείς, καθαροί. Πληθώρα ατακτοποίητων αισθημάτων εντός μας, αστάθειες και παλινωδίες, αιτιάσεις εναντίον του Θεού και των όποιων καλών και υπομονετικών πατέρων, έλλειψη ευχαριστίας και δοξολογίας, όλα αυτά και άλλα παρόμοια, αν μη τι άλλο, φανερώνουν άνθρωπο ανικανοποίητο, συγχυσμένο, άστατο, δίβουλο και μαρτυρικά αναποφάσιστο να εκλέξει την «αγαθή μερίδα» του Κυρίου. Όμως αυτή η «αγαθή μερίδα» είναι το στοίχημα της ζωής μας, το νόημα, η ουσία, η αξία και η καταξίωσή της.

π. Δαμιανός