.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η «μαεστρία» της «εκ δεξιών» καταργήσεως της Διακοπής του Μνημοσύνου των αιρετικών!




Μια ακόμη «Σύνοδος» έχει καταγραφεί στην εκκλησιαστική μας ιστορία. 
Ποιο είναι το χρέος μας;

Τὸ ἀντιαιρετικὸ γραφεῖο τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς (κι ὄχι ὁ κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος τηρεῖ μετὰ τὴν Σύνοδο “σιγὴν ἰχθύος”), ἐπιχειρεῖ, ἐνδεδυμένο τὸν βαρύτιμο μανδύα τῶν σοῦπερ ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, νὰ ἀποσβέσει τοὺς κραδασμοὺς ποὺ προκάλεσε στὴν Ἐκκλησία ἡ Κολυμπάριος ληστρικὴ Σύνοδος καὶ νὰ ἀποτρέψει τὴν ἀπομάκρυνση τῶν πιστῶν ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς καὶ ὅσους συμπορεύονται μαζί τους!
Πρὸς τὸ σκοπὸ αὐτὸ πλειοδοτεῖ σὲ κατηγορίες καὶ καταγγελίες (ὅλες αὐτὲς οἱ ἐπισημάνσεις σωστές) ὅσων ἐκεῖ ἀποφασίστηκαν.
Ἔτσι, ἀναφέρεται στοὺς ἤδη διακόψαντες τὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη (ἀλλὰ δὲν ἀναφέρει λέξη γιὰ τὸν π. Παΐσιο Παπαδόπουλο, ἴσως γιατὶ ὁ Πειραιῶς εἶναι μέλος τῆς Ἱ. Δ. Συνόδου ποὺ θὰ πάρει ἀπόφαση γιὰ τὴν τυχὸν τιμωρία του!)·
ἀναφέρεται στὸν καθηγητὴ Κυρ. Κυριαζόπουλο ποὺ μιλᾶ γιὰ τὶς παρατυπίες καὶ ἀντικανονικότητες τῆς Συνόδου·
παραλληλίζει τὴν Κολυμπάριο Σύνοδο μὲ τὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας: «Όλα αυτά μας θυμίζουν τις δόλιες μεθοδεύσεις κατά την Ψευδοσύνοδο της Φεράρας- Φλωρεντίας και αποδεικνύουν τετραγωνικά ότι στη “Σύνοδο” αυτή δεν ήταν παρόν το άγιο Πνεύμα».
ὑπενθυμίζει τὴν θέση τοῦ «του άγιου Μάξιμου του Ομολογητού, ότι «δεν αρκεί η ‘εξαφάνιση’ η ‘παρασιώπηση’ ενός κειμένου αιρετικού το οποίο εγκρίθηκε συνοδικά, αλλά απαιτείται η συνοδική καταδίκη του, ώστε να μηβλάπτει τις ψυχές όσων το διαβάσουν…».
καὶ καταλήγει στὸ συμπέρασμα ὅτι πρέπει νὰ παραμείνουμε …ἐγκλωβισμένοι στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ νὰ συνεχίσουμε νὰ κοινωνοῦμε μὲ τοὺς παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστὲς «ἄχρι καιροῦ», ἕως ὅτου δηλαδή, κάποια ἄλλη Σύνοδος ποὺ θὰ συγκροτήσουν οἱ 4 Ἐκκλησίες, καταδικάσουν τὶς 10 Ἐκκλησίες ποὺ συγκρότησαν και ἀπεδέχθησαν τὰ ἐκεῖ ἀποφασισθέντα!!! Ὡσὰν νὰ ἀγνοεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας βράζει στὸ ἴδιο Οἰκουμενιστικὸ καζάνι μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο!
Ξεχνᾶ ὅμως ὅτι μετὰ τὴν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ ὅσους τὴν ἀποδέχτηκαν!
Ξεχνᾶ ὅτι ὁ καθηγητὴς Κυριαζόπουλος (στοῦ ὁποίου τὶς θέσεις ἀναφέρεται)ζητᾶ μὲν τὴν συγκρότηση Συνόδου ποὺ θὰ καταδικάσει τὶς αἱρετίζουσες ἀποφάσεις τοῦ Κολυμπαρίου, ἀλλὰ ὀρθοδόξως πράττων, καὶ ἕως τότε,ἀποτειχίστηκε ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές!
Ξεχνᾶ ὅτι ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐπισημαίνει ὅτι ἕνα αἱρετικὸ Συνοδικὸ κείμενοβλάπτει τις ψυχές ὅσων τὸ διαβάζουν!!! Καὶ ξεχνᾶ ὅτι ὁ ἅγιος Μάξιμοςἀποτειχίστηκε ἀπὸ 4 Πατριάρχες καὶ τοὺς Ἐπισκόπους τους καὶ δὲν περίμενε πρῶτα νὰ συγκληθεῖ Σύνοδος γιὰ νὰ καταδικάσει τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰσυνέτεινε ΟΧΙ μὲ χαρτοπόλεμο, ἀλλὰ μὲ τὴν διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου τους στὴν καταδίκη τους! καί, ἐπίσης, ξεχνᾶ ὅτι ὅλα ὅσα περιγράφει στὸ ἄρθρο του (ὁ π. Παῦλος Δημητρακόπουλος τοῦ ἀντιαιρετικοῦ γραφείου Πειραιῶς) παραπέμπουν στὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς ΑΒ Συνόδου, παραπέμπουν στὶς περιόδους ἐκεῖνες τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὶς ὁποῖες εἶχε ἐκφραστεῖ Συνοδικὰ μιὰ αἵρεση καὶ οἱ Ἅγιοι τῆς κάθε ἐποχῆς ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς; Νὰ θυμίσουμε τὰ γεγονότα καὶ τὰ ὀνόματα τῶν Ἁγίων; Εἶναι γνωστότατα.
Ἄρα, λοιπόν, ὁ π. Παῦλος, περιγράφει τὴν αἵρεση ποὺ διὰ τῆς Συνόδου ἐκφράστηκε καὶ ἤδη ἐφαρμόζεται, ἀλλὰ δόλια, ξεχνᾶ νὰ μᾶς πεῖ ὅτι οἱ Ἅγιοι σ’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἀπομακρύνονταν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺςγιὰ νὰ ἀποφύγουν τὸν συμφυρμό μαζί τους καὶ τὸν μολυσμὸ ἐκ τῆς αἱρέσεως καί, φυσικά, ζητοῦσαν νὰ γίνει Σύνοδο γὰ τὴν καταδίκη τῶν αἱρετικῶν.

Τὰ συγκεκριμένα σημεῖα τῆς περιγραφῆς τῆς αἱρέσεως ὑπὸ τοῦ ἀντιαιρετικοῦ γραφείου Πειραιῶς (καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Πειραιῶς, ποὺ μετὰ τὴν Σύνοδο ἔχει μιλήσει γιὰ πολλά θέματα, ἐκτὸς ἀπ’ αὐτό!).
Γράφουν:
«Οι φόβοι και οι ανησυχίες, που εκφράστηκαν στην μεγάλη και πολύ σημαντική, πανορθοδόξου εμβελείας, Ημερίδα, που διοργάνωσαν στις 23.3.2016 οι Ιερές Μητροπόλεις Πειραιώς, Γλυφάδας, Κυθήρων και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως και η «“Σύναξη Κληρικών και Μοναχών” κατά τις εισηγήσεις των ομιλητών, ότι δηλαδή η μέλλουσα να συγκληθεί Σύνοδος δεν θα είναι γνήσια Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά μιαοικουμενιστική “Σύνοδος”, δυστυχώς επαληθεύτηκαν! … Ότι η «Αγία και μεγάλη Σύνοδος», όπως την ονόμασαν οι θιασώτες της, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόπειρα επαναλήψεως της Φεράρας–Φλωρεντίας… κατοχύρωσε και νομιμοποίησε συνοδικά την παναίρεση του Οικουμενισμού και αναγνώρισε ως Εκκλησίες τους ετεροδόξους… Κατεπάτησε και ακύρωσε στην πράξη θεοπνεύστους Ιερούς Κανόνες διαχρονικού κύρους… Προσκάλεσε εκπροσώπους των αιρετικών …ως τιμώμενα πρόσωπα».
«Οι αποφάσεις ήταν προειλημμένες», κι αὐτὸ ἀποτελεῖ «κατ’ ουσίαν εμπαιγμό του αγίου Πνεύματος και ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα της παναιρέσεωςτου Οικουμενισμού».
«Από το ξεκίνημά της η Σύνοδος είχε οικουμενιστικούς στόχους, που όμως οι γενικότερες παγκόσμιες γεωπολιτικές μεταβολές, οι αντιδράσεις του πιστού λαού του Θεού και άλλα εξωτερικά εμπόδια, δεν επέτρεψαν την πραγματοποίησή της. Ωστόσο οι θιασώτες της έψαχναν να βρουν τις κατάλληλες συνθήκες. Και οι συνθήκες αυτές έγιναν ευνοϊκές μόλις φέτος το 2016». [σ.σ.: Μήπως ἔχει καμιὰ ἰδέα ὁ π. Παῦλος, γιατὶμόλις στὸ 2016 βρῆκαν οἱ Οἰκουμενιστὲς τὶς κατάλληλες συνθῆκες; Μήπως (ἐκτὸς τῶν πολλῶν ἄλλων) ἐπειδὴ στὶς συμπεριφορὲς καὶ στὰ πρόσωπα τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, βρῆκαν τοὺς καλύτερους συμμάχους τους; Ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ μὲ τὸν ἀγώνα τους δὲν τοὺς ἐνόχλησαν ἰδιαίτερα, ἀφοῦ ἦταν ἀγώνας ἰδιό-τροπος καὶ ὄχι ἁγιοπατερικός; Ἀγώνας λεκτικῶν ἀντιδράσεων (χαρτοπόλεμος) καὶ κατὰ τὰ ἄλλα, ὡς πρὸς τὶς πράξεις βρίσκονταν καὶ βρίσκονται κοινωνοῦντες μὲ ἐκείνους ποὺ ὀνομάζουν παναιρετικούς «ἐντός, ἐκτὸς καὶ ἐπὶ τὰ αὐτά»;].
Ήταν μια «Σύνοδος» που εναρμονίστηκε πλήρως με τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής Συνόδου, την Εκκλησιολογία, της οποίας αντιγράφει με θαυμαστή ακρίβεια. Γι’ αυτό άλλωστε πανηγύρισε ο «Πάπας», όταν πληροφορήθηκε τις αποφάσεις της «Συνόδου». Ο έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος του Βατικανού και των απανταχού παπικών αφιέρωσε πλήθος άρθρων με επαινετικά σχόλια για τη «Σύνοδο» της Κρήτης. Καταλαβαίνει ο καθένας, τι σημαίνει αυτό, όταν πανηγυρίζουν οι εχθροί της Εκκλησίας και λυπούνται και θλίβονται τα μέλη Της!».
«Και τώρα τίθεται το ερώτημα: Τι δέον γενέσθαι; Ποιο είναι το χρέος μας ως κλήρος και ως πιστός λαός του Θεού μετά την πραγματοποίηση αυτής της «Συνόδου»; Απλούστατα, καλούμαστε να μιμηθούμε τους αγίους Πατέρες μας και να αγωνιστούμε, όπως αγωνίστηκαν αυτοί σε παρόμοιες περιστάσεις…».
«Πολύ σωστά επισημάνθηκε από πατέρες της “Συνάξεως” ο θεοφώτιστος λόγος του άγιου Μάξιμου του Ομολογητού, ότι «δεν αρκεί η ‘εξαφάνιση’ η ‘παρασιώπηση’ ενός κειμένου αιρετικού το οποίο εγκρίθηκε συνοδικά, αλλά απαιτείται η συνοδική καταδίκη του, ώστε να μη βλάπτει τις ψυχές όσων το διαβάσουν…».
«Πολλοί κελιώτες μοναχοί, γύρω στους 300 μέχρι στιγμής, έχουν ήδη διακόψει το μνημόσυνο του Πατριάρχου και ο αριθμός συνεχώς αυξάνεται. Το Άγιον Όρος αυτή τη στιγμή μοιάζει με ένα καζάνι που βράζει και αυτό είναι κάτι που τρομάζει, και πολύ μάλιστα, το Φανάρι…». [Εἶναι καί …«ἀγαθοί»! Τί τὄθελαν νὰ τὸ γράψουν αὐτό! Ἀφοῦ διαπιστώνουν ὅτι ἡ διακοπὴ μνημοσύνου εἶναι ἡ μόνη τακτικὴ ποὺ«τρομάζει τὸ Φανάρι» (καὶ δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι ἀλλιῶς, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι ἡ ἁγιοπατερικὴ ὁδός στάσεως κατὰ τῶν αἱρετικῶν) γιατί αὐτοὶ διαλέγουν νὰ ἀκολουθήσουν τὸν χαρτοπόλεμο; Γιατί δὲν ἀκολουθοῦν τοὺς Ἁγίους; Ἀκόμα κι ἂνεἶναι δυνητικὴ αὐτὴ ἡ στάση –ποὺ δὲν εἶναι- γιατί δὲν ἀποφασίζουν νὰ τὸ «τρομάξουν» -ἀκολουθώντας τοὺς Ἁγίους- ἀφοῦ βλέπουν ὅτι τὸν χαρτοπόλεμο τὸ Φανάρι δὲν τὸν ὑπολογίζει, ὅτι μὲ τὸν χαρτοπόλεμό τους προχωρεῖ ἀκάθεκτο;].

«Αυτό λοιπόν που κατά την ταπεινή μας γνώμη πρέπει να γίνει τώρα, είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την συγκρότηση μιας νέας αληθινής Ορθοδόξου Συνόδου, η οποία θα καταδικάσει τον Οικουμενισμό».

Ὅλο τὸ κείμενο:

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 9η Σεπτεμβρίου 2016

ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΜΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΜΑΣ;

Έχουν περάσει δύο και πλέον μήνες από την σύγκληση της «Συνόδου» της Κρήτης, η οποία προβλήθηκε και διαφημίστηκε επί δεκαετίες από τους θιασώτες της ως η μέλλουσα να συνέλθει «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» και η αγωνία του πιστού λαού του Θεού και η προσδοκία του να πληροφορηθεί, να λάβει έγκυρες και αυθεντικές απαντήσεις σχετικά με την φύση της εν λόγω «Συνόδου», την νομιμότητα της συγκλήσεώς της, τον τρόπο οργανώσεώς της και την ορθότητα, η μη των αποφάσεών της,βρίσκεται στο αποκορύφωμά της.

Οι φόβοι και οι ανησυχίες, που εκφράστηκαν στην μεγάλη καιπολύ σημαντική, πανορθοδόξου εμβελείας, Ημερίδα, που διοργάνωσαν στις 23.3.2016 οι Ιερές Μητροπόλεις Πειραιώς, Γλυφάδας, Κυθήρων και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως και η «Σύναξη Κληρικών και Μοναχών» κατά τις εισηγήσεις των ομιλητών, ότι δηλαδή η μέλλουσα να συγκληθεί Σύνοδος δεν θα είναι γνήσια Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά μια οικουμενιστική «Σύνοδος», δυστυχώς επαληθεύτηκαν! Μια απλή αντιπαραβολή των πορισμάτων της Ημερίδος με όσα απεφασίσθησαν, ελέχθησαν και επράχθησαν στη «Σύνοδο» της Κρήτης αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Τις προβλέψεις της Ημερίδος επιβεβαίωσε ένα πλήθος δημοσιευμάτων στο διαδίκτυο και τα ΜΜΕ από αρχιερείς, από την «Σύναξη Κληρικών και Μοναχών», από χριστιανικά σωματεία και οργανώσεις, από κληρικούς, καθηγητές Θεολογικών και άλλων Σχολών, αγιορείτες μοναχούς και άλλους φορείς. Οι παρά πάνω ευστοχότατες, άριστες θα λέγαμε, δημοσιεύσεις αναλύουν, εκτιμούν και αξιολογούν τις επί μέρους πλευρές και παραμέτρους της «Συνόδου» αυτής και όλες μαζί συγκλίνουν σ’ ένα γενικό συμπέρασμα: Ότι η «Αγία και μεγάλη Σύνοδος», όπως την ονόμασαν οι θιασώτες της, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόπειρα επαναλήψεως της Φεράρας -Φλωρεντίας. 

Και τούτο, διότι η «Σύνοδος» αυτή:
Α) Δεν αποτελεί οργανική συνέχεια των αρχαίων μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων, διότι δεν έχει τίποτε κοινό μ’ αυτές. Τούτο αποδεικνύεται από το ότι: 1. Όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι συνεκαλούντο πρωτίστως και κυρίως για να καταδικάσουν αιρέσεις της εποχής των. Η «Σύνοδος» της Κρήτης καμιά αίρεση δεν επεσήμανε, ούτε κατεδίκασε, (η λέξη αίρεση είναι άγνωστη στα κείμενά της), αντίθετα μάλιστα κατοχύρωσε και νομιμοποίησε συνοδικά την παναίρεση του Οικουμενισμού και αναγνώρισε ως Εκκλησίες τους ετεροδόξους. 2. Στις Οικουμενικές Συνόδους, κάθε επομένη Σύνοδος επεκύρωνε τις δογματικές αποφάσεις όλων των προηγουμένων. Αντίθετα η «Σύνοδος» της Κρήτης καμία από τις δογματικές αποφάσεις των προγενέστερων Οικουμενικών Συνόδων δεν θεώρησε χρέος της να επικυρώσει. Και τούτο διότι αν το έπραττε, θα ήταν αναγκασμένη να ανανεώσει την καταδίκη των ετεροδόξων ως αιρετικών, πράγμα που δεν το ήθελε επ’ ουδενί λόγω. 3. Κατεπάτησε και ακύρωσε στην πράξη θεοπνεύστους Ιερούς Κανόνες διαχρονικού κύρους, όπως αυτούς που απαγορεύουν τις συμπροσευχές, τους μεικτούς γάμους κλπ. 4. Προσκάλεσε εκπροσώπους των αιρετικών κοινοτήτων των Παπικών, Προτεσταντών, Αγγλικανών και Μονοφυσιτών ως τιμώμενα πρόσωπα, κάτι που είναι μια πρωτοφανής καινοτομία, ξένη προς την Συνοδική μας Παράδοση. Ποτέ στην ιστορία των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων δεν υπήρξε το φαινόμενο να προσκαλούνται αιρετικοί ως τιμώμενα πρόσωπα, αλλά πάντοτε ως υπόδικοι και ως απολογούμενοι, ως ένοχοι αιρετικών διδασκαλιών. 5. Οι αποφάσεις τις οποίες έλαβε ήταν προδιαγεγραμμένες και προαποφασισμένες. Οι προειλημμένες αποφάσεις, όπου ο ανθρώπινος παράγων παίζει τον κυρίαρχο, ή και τον αποκλειστικό ρόλο στη λήψη των αποφάσεων, αποτελούν κατ’ ουσίαν εμπαιγμό του αγίου Πνεύματος και ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Πως είναι δυνατό με τέτοιου είδους ανθρώπινες μεθοδεύσεις, ξένες προς την Παράδοση της Εκκλησίας μας, να θεωρηθεί μια τέτοια Σύνοδος ως γεγονός Πεντηκοστής, όπου θα πνεύσει και θα ομιλήσει δια των Συνοδικών μελών το ίδιο το άγιο Πνεύμα, αφού οι αποφάσεις είναι ήδη προειλημμένες; 6. Είχε μια μακροχρόνια πορεία προπαρασκευής 93 ετών. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές γεγονός στην ιστορία της Εκκλησίας μας, διότι σε καμιά άλλη Σύνοδο, Οικουμενική, η Τοπική, της αρχαίας Εκκλησίας, δεν υπήρξε τόση εργώδης και μακροχρόνια προετοιμασία. Ο λόγος είναι προφανής. Από το ξεκίνημά της η Σύνοδος είχε οικουμενιστικούς στόχους, που όμως οι γενικότερες παγκόσμιες γεωπολιτικές μεταβολές, οι αντιδράσεις του πιστού λαού του Θεού και άλλα εξωτερικά εμπόδια, δεν επέτρεψαν την πραγματοποίησή της. Ωστόσο οι θιασώτες της έψαχναν να βρουν τις κατάλληλες συνθήκες. Και οι συνθήκες αυτές έγιναν ευνοϊκές μόλις φέτος το 2016. 

Β) Στερείται Κανονικότητος και Νομιμότητος.
Η «Σύνοδος» αυτή συγκλήθηκε κατά παράβασιν του Κανονισμού Οργανώσεως και Λειτουργίας, που υπογράφηκε κατά την Σύναξη των Προκαθημένων τον Ιανουάριο του 2016. Ο εν λόγω Κανονισμός μεταξύ άλλων προέβλεπε, ότι η Σύνοδος «συγκαλείται υπό της Α. Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου, συμφρονούντων και των Μακαριωτάτων Προκαθημένων πασών των υπό πάντων ανεγνωρισμένων κατά τόπους Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών»(αρθ. 1). Ωστόσο όπως είναι γνωστό τέσσαρες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, (Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας και Αντιοχείας), ζήτησαν την αναβολή της «Συνόδου», με σκοπό την εκ νέου μελέτη των προσυνοδικών κειμένων, διότι αυτά περιείχαν αντιφάσεις, ασάφειες και κακόδοξες διατυπώσεις. Επειδή όμως το αίτημά τους απερρίφθη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τελικά δεν έλαβαν μέρος στη «Σύνοδο». Επομένως η «Σύνοδος» συνεκλήθη χωρίς να πληρούται ο όρος, που προβλέπει ο Κανονισμός: «συμφρονούντων και των Μακαριωτάτων Προκαθημένων», χωρίς δηλαδή την σύμφωνη γνώμη όλων των Προκαθημένων. Πέραν τούτου τον εν λόγω Κανονισμό δεν υπέγραψε το Πατριαρχείο Αντιοχείας, οπότε καταπατήθηκε και η αρχή της ομοφωνίας, η οποία συνομολογήθηκε από όλους τους προκαθημένους ως πάγια αρχή σ’ όλες τις φάσεις της διαδικασίας συγκλήσεως και διεξαγωγής της «Συνόδου». Επί πλέον, όπως παρατηρεί ο κ. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.: «Είχε, μη έγκυρα, στην ημερήσια διάταξή της ως θέματα το σχέδιο κειμένου ‘Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού’, το οποίο δεν είχε υπογραφεί από τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας στη Σύναξη των Προκαθημένων του Σαμπεζύ του Ιανουαρίου 2016, όπως και τα λοιπά πέντε (5) σχέδια κειμένων τα οποία δεν είχαν υπογραφεί από το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών».

Γ) Η «Σύνοδος» είχε σοβαρότατο έλλειμα συνοδικότητος, τόσο κατά την περίοδο της προετοιμασίας της, όσο και κατά την διεξαγωγή της διότι 1.Τα προσυνοδικά κείμενα παρέμεναν άγνωστα επί μακρά σειρά ετών στις Ιεραρχίες των κατά τόπους Εκκλησιών και δεν έτυχαν συνοδικής μελέτης και επεξεργασίας από τις εν λόγω Ιεραρχίες. Κοινοποιήθηκαν τον Φεβρουάριο του 2016, μόλις λίγους μήνες πριν από την έναρξη της «Συνόδου», οπότε δεν δόθηκε επαρκής χρόνος συνοδικής μελέτης και επεξεργασίας. 2. Δεν συμμετείχαν σ’ αυτήν όλοι οι επίσκοποι της ανά την Οικουμένην Ορθοδοξίας, αλλά μόνον εικοσιτέσσερις από κάθε Τοπική Αυτοκέφαλη Εκκλησία. Από το σύνολο των 800 περίπου Επισκόπων της ανά την Οικουμένην Εκκλησίας συμμετείχαν μόλις 156, ένα μικρό ποσοστό, που αντιστοιχεί μόλις στο 19,5% περίπου του συνολικού αριθμού των επισκόπων παγκοσμίως. 3. Στις συνοδικές αποφάσεις υιοθετήθηκε το σχήμα: μία ψήφος - μία Εκκλησία, πράγμα που αποτελείμια πρωτοφανή συνοδική καινοτομία. Οι κληθέντες να συμμετάσχουν στη «Σύνοδο» επίσκοποι ήταν απλώς διακοσμητικά στοιχεία, διότι δεν είχαν δικαίωμα ψήφου. Αποφασιστική ψήφο είχαν μόνο οι δέκα παρόντες Προκαθήμενοι, πράγμα που προσβάλλει την ισότητα των επισκόπων, διότι μεταβάλλει τους προκαθημένους από «πρώτους μεταξύ ίσων» (primos inter pares) σε «πρώτους άνευ ίσων» (primos sine paribus). 4.Καταφρονήθηκε επιδεικτικά στην όλη συνοδική διαδικασία ο συνοδικός ρόλος του υπόλοιπου κλήρου, του μοναχισμού και του πιστού λαού του Θεού, λες και τα θέματα της πίστεως είναι μια ιδιωτική υπόθεση των αρχιερέων και των Προκαθημένων. Καταφρονήθηκαν οι Εισηγήσεις και τα Πορίσματα της Ημερίδος, που έγινε στον Πειραιά, (23.3.2016) και οι επισημάνσεις εγκρίτων καθηγητών των Θεολογικών Σχολών, (όπως του κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη) και άλλες δημοσιεύσεις καταξιωμένων θεολόγων. Καταφρονήθηκαν οι επισημάνσεις και παρατηρήσεις των είκοσι αγιορειτικών Μονών και εν γένει όλου συλήβδην του αγιορειτικού και λοιπού Μοναχισμού. Προ πάντωνκαταφρονήθηκαν και δεν ελήφθησαν υπ όψιν επισημάνσεις και παρατηρήσεις αγίων ανδρών, όπως του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, του οσίου Φιλόθεου Ζερβάκου κ.α., οι οποίοι ομίλησαν εν αγίω Πνεύματι περί της μελλούσης Συνόδου.

Δ) Η «Σύνοδος» της Κρήτης αυτοαναγορεύθηκε ως η υπέρτατη αυθεντία και ο έσχατος κριτής σε θέματα πίστεως και επομένως παραθεωρήθηκε το γεγονός ότι έσχατος κριτής, της ορθότητας και της εγκυρότητας των αποφάσεων των Συνόδων είναι το πλήρωμα της Εκκλησίας, οι κληρικοί, οι μοναχοί και ο πιστός λαός του Θεού, ο οποίος, με την γρηγορούσα εκκλησιαστική και δογματική του συνείδηση επικυρώνει, η απορρίπτει τις αποφάσεις των Συνόδων. Αποτέλεσμα της πεπλανημένης αυτής αντιλήψεως είναι η αξίωση των μελών της «Συνόδου», να γίνουν αποδεκτές οι αποφάσεις της πανορθοδόξως.

Ε) Δεν έλαβε Ορθόδοξες αποφάσεις. Το δογματικού περιεχομένου κείμενο με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» νομιμοποιεί συνοδικά, αντί να καταδικάσει και θεσμοθετεί τον Οικουμενισμό. Αντί να ανανεώσει την καταδίκη των ετεροδόξων ως αιρετικών και αντί να τους καλέσει σε μετάνοια και επιστροφή στην Ορθοδοξία, αναγνώρισε την ιστορική ονομασία τους ως «Εκκλησιών»! Όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί από την «Σύναξη Κληρικών και Μοναχών»: «Οι διορθώσεις και οι βελτιώσεις, τις οποίες επρότεινε η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, ακόμη και αν εγίνοντο συνοδικά δεκτές, δεν επρόκειτο βέβαια να καταστήσουν το κείμενο ορθόδοξο και αποδεκτό, αφού ούτε τα απαράδεκτα κείμενα των Θεολογικών Διαλόγων εκρίνοντο [κείμενα του Balamand, του Πόρτο Αλέγκρε, της Ραβέννας, του Πουσάν κ.λ.π.] ούτε πολύ περισσότερο η με αντορθόδοξους όρους συμμετοχή μας στο ‘Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών’. Αντίθετα, μέσα στο κείμενο επαινούνται και εγκωμιάζονται. Η δε ορθή πρόταση το ‘χριστιανικές εκκλησίες’ να γίνει ‘χριστιανικές κοινότητες’ συνάντησε λυσσώδη αντίδραση και απορρίφθηκε με ανιστόρητες, αθεολόγητες, παράλογες, σοφιστικές αντιπροτάσεις, τις οποίες υιοθέτησε, άγνωστο πως, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών, που δεν υπεστήριξε, ως όφειλε, την απόφαση της Συνόδου της Ιεραρχίας της Ελλάδος και υπερέβη αναιτιολόγητα την εξουσιοδότηση, που είχε λάβει από αυτήν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εγκυρότητα των αποφάσεων που ελήφθησαν. Αναμένονται οι απαραίτητες εξηγήσεις που οφείλουν να δώσουν στο Σώμα της Ιεραρχίας τόσο ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος, όσο και οι υπόλοιποι Ελλαδίτες Ιεράρχες της ‘συνόδου’ της Κρήτης».

ΣΤ) Οικοδόμησε ένα «νέο είδος συνόδου». Όπως απερίφραστα ομολόγησε ένας από τους Προκαθημένους, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, η Σύνοδος αυτή «δεν είναι αντίγραφο των παλαιών συνόδων αλλά ένα νέο είδος Συνόδου». Ήταν μια «Σύνοδος» όχι «επομένη τοις Αγίοις Πατράσι», αλλά μια «Σύνοδος» οικουμενιστικών προδιαγραφών, τέτοια που ταιριάζει στο πνεύμα, στις απαιτήσεις και στην ατμόσφαιρα της Νέας Εποχής και της Πανθρησκείας, προς την οποία οδεύει ολοταχώς η ανθρωπότητα. Ήταν μια «Σύνοδος» που εναρμονίστηκε πλήρως με τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής Συνόδου, την Εκκλησιολογία, της οποίας αντιγράφει με θαυμαστή ακρίβεια. Γι’ αυτό άλλωστε πανηγύρισε ο «Πάπας», όταν πληροφορήθηκε τις αποφάσεις της «Συνόδου». Ο έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος του Βατικανού και των απανταχού παπικών αφιέρωσε πλήθος άρθρων με επαινετικά σχόλια για τη «Σύνοδο» της Κρήτης. Καταλαβαίνει ο καθένας, τι σημαίνει αυτό, όταν πανηγυρίζουν οι εχθροί της Εκκλησίας και λυπούνται και θλίβονται τα μέλη Της! Το ότι η «Σύνοδος» αυτή κινήθηκε σε οικουμενιστικά πλαίσια φαίνεται και από το γεγονός ότι απέφυγε να αξιολογήσει την πορεία των μέχρι τώρα γενομένων Διαλόγων και να ομολογήσει την χρεοκοπία και το αδιέξοδο, στο οποίο αυτοί έχουν φθάσει. Τελικά οι Διάλογοι εξυπηρέτησαν και προώθησαν τους στόχους της Νέας Εποχής και της Παγκοσμιοποιήσεως. Απέφυγε να καταδικάσει τα κείμενα του Balamand (1993), του Porto Alegre (2006), της Ραβέννας (2007) και του Πουσάν (2013), τα οποία είναι γεμάτα από εκκλησιολογικές αιρέσεις. Αντίθεταεπήνεσε το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών» και τα παραχθέντα από αυτό κείμενα.

Ζ) Έχασε τον πανορθόδοξο χαρακτήρα της. Στην «Σύνοδο» δεν συμμετείχαν όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, αλλά μόνον δέκα, πουεκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθοδόξων πιστών, ενώ οι υπόλοιπες τέσσερις, οι Εκκλησίες της Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας και Γεωργίας που εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) των Ορθοδόξων, δεν συμμετείχαν, για τους λόγους που αναφέραμε παρά πάνω. Η «Σύνοδος» σε τελική ανάλυση μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια διευρυμένη «Σύνοδος» Προκαθημένων!

Η) Απέφυγε να ασχοληθεί με θέματα επείγοντα και φλέγοντα, όπως τοημερολογιακό, που τραυμάτισε και εξακολουθεί να τραυματίζει μέχρι σήμερα την ενότητα της Εκκλησίας, όπως και με το θέμα της Ουνίας, που εξακολουθεί να αποτελεί μια ανοιχτή πληγή στο σώμα της. Η όλως απερίσκεπτη και πραξικοπηματική αλλαγή του ημερολογίου από τον Μασόνο Οικουμενικό Πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη, δημιούργησε ένα άνευ προηγουμένου εορτολογικό διχασμό στο σώμα της Εκκλησίας, προς μεγίστη χαρά των εχθρών της, Παπικών και Προτεσταντών και ο οποίος ταλανίζει την Εκκλησία εδώ και έναν σχεδόν αιώνα! 

Θ) Στο παρασκήνιο της Συνόδου της Κρήτης χρησιμοποιήθηκαν αθέμιτες μεθοδεύσεις και ασκήθηκαν απαράδεκτες πιέσεις προς τους ολίγους εκείνους επισκόπους, που δεν δέχθηκαν να υπογράψουν το κακόδοξο κείμενο με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος αποκάλυψε, ότι δέχτηκε απίστευτες ύβρεις και απειλές από Επισκόπους, επειδή υπερασπίσθηκε την μοναδικότητα της Ορθοδοξίας ως την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού. Το πρωτόγνωρο και αλγεινό φαινόμενο των πλαστογραφιών είδε επίσης το φως της δημοσιότητας. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, Προκαθήμενος υπέγραψε στα πρακτικά της Συνόδου για λογαριασμό, (δηλαδή «αντ’ αυτών», παρόντων των ιδίων), όλων εκείνων των επισκόπων της Εκκλησίας του, που αρνήθηκαν να υπογράψουν! Όλα αυτά μας θυμίζουν τις δόλιες μεθοδεύσεις κατά την Ψευδοσύνοδο της Φεράρας- Φλωρεντίας και αποδεικνύουν τετραγωνικά ότι στη «Σύνοδο» αυτή δεν ήταν παρόν το άγιο Πνεύμα. 
Και τώρα τίθεται το ερώτημα: Τι δέον γενέσθαι; Ποιο είναι το χρέος μαςως κλήρος και ως πιστός λαός του Θεού μετά την πραγματοποίηση αυτής της «Συνόδου»; Απλούστατα, καλούμαστε να μιμηθούμε τους αγίους Πατέρες μας και να αγωνιστούμε, όπως αγωνίστηκαν αυτοί σε παρόμοιες περιστάσεις. Στο σημείο αυτό θεωρούμε αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ σημαντικό. Να απαντήσουμε σε μια λανθασμένη αντίληψη, ότι δήθεν η «Σύνοδος» της Κρήτης πέθανε και ετάφη. Ότι είναι από μόνη της άκυρη. Ότι σε λίγο καιρό θα ξεχαστεί και κανένας δεν θα την θυμάται και επομένως δεν χρειάζεται να γίνει κανένας αγώνας για την συνοδική καταδίκη της. Αλλοίμονο αν νομίσουμε ότι η «Σύνοδος» πέθανε και ετάφη και με την σκέψη αυτή παραμείνουμε αδρανείς και αδιάφοροι από φόβο και δειλία, μήπως μπούμε σε περιπέτειες και κινδύνους. Θα είμαστε αναπολόγητοι εν ημέρα Κρίσεως, ότι δεν πράξαμε το καθήκον μας. Πολύ σωστά επισημάνθηκε από πατέρες της «Συνάξεως» ο θεοφώτιστος λόγος του άγιου Μάξιμου του Ομολογητού, ότι «δεν αρκεί η ‘εξαφάνιση’ η ‘παρασιώπηση’ ενός κειμένου αιρετικού το οποίο εγκρίθηκε συνοδικά, αλλά απαιτείται η συνοδική καταδίκη του, ώστε να μη βλάπτει τις ψυχές όσων το διαβάσουν» (Βλ. «Περί των πραχθέντων εν τη πρώτη αυτού εξορία, ήτοι εν Βιζύη» 12, PG 90, 145 B.C.) Πολύ σωστά επίσης παρατηρεί ο καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου κ. Κυριάκος Κυριαζόπουλος ότιη «Σύνοδος» «δεν είναι έγκυρη, ούτε αυτοδικαίως άκυρη, αλλά είναι ακυρώσιμη, ήτοι μπορεί να ακυρωθεί από μια όντως Ορθόδοξη Πανορθόδοξη Σύνοδο, η οποία μπορεί ενδεχομένως να συγκληθεί στο μέλλον». Οι θιασώτες και οι διοργανωτές της την θεωρούν βέβαια αυτοδικαίως έγκυρη και στο μέλλον θα επικαλούνται τις αποφάσεις της για να δικαιολογούν και να κατοχυρώνουν τις οικουμενιστικές παρεκτροπές τους. Κατ’ επέκταση θα στηρίζονται στις αποφάσεις αυτές για να επιβάλλουν ποινές και αφορισμούς σε όσους αντιδρούν. Οι διωγμοί έχουν ήδη αρχίσει στο άγιον Όρος. Τέσσερις μοναχοί από την Ιερά Μονή Χιλανδαρίου εδιώχθηκαν από την Μονή της μετανοίας τους, επειδή αρνήθηκαν να δεχθούν τις αποφάσεις της «Συνόδου». Επίσης ο π. Σάββας, προϊστάμενος της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας καθαιρέθηκε από το αξίωμα του προϊσταμένου εξ’ αιτίας της αντιαιρετικής του δράσεως, όλως αδίκως και κατά παράβασιν του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους. Ωστόσο παρά τις διώξεις το κύμα των αντιδράσεων διογκώνεται όλο και περισσότερο. Πολλοί κελιώτες μοναχοί, γύρω στους 300 μέχρι στιγμής, έχουν ήδη διακόψει το μνημόσυνο του Πατριάρχου και ο αριθμός συνεχώς αυξάνεται. Το Άγιον Όρος αυτή τη στιγμή μοιάζει με ένα καζάνι που βράζει και αυτό είναι κάτι που τρομάζει, και πολύ μάλιστα, το Φανάρι.
Αυτό λοιπόν που κατά την ταπεινή μας γνώμη πρέπει να γίνει τώρα, είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την συγκρότηση μιας νέας αληθινής Ορθοδόξου Συνόδου, η οποία θα καταδικάσει τον Οικουμενισμό. Για να φθάσουμε όμως σ’ αυτό το αποτέλεσμα χρειάζεται προηγουμένως προσέγγιση και συνεργασία μεταξύ των τοπικών Εκκλησιών, που δεν έλαβαν μέρος στην «Σύνοδο» και απορρίπτουν τις αποφάσεις της. Επίσης απαιτείται συνεργασία και συνεννόηση των παρά πάνω τοπικών Εκκλησιών με όλους εκείνους τους επισκόπους, που ανήκουν σε άλλες τοπικές Εκκλησίες και οι οποίοι, είτε δεν έλαβαν μέρος στη «Σύνοδο» και απορρίπτουν τις αποφάσεις της, είτε έλαβαν μεν, αλλά δεν υπέγραψαν τις αποφάσεις της. Απαιτείται περαιτέρω συνεργασία όλων των παρά πάνω επισκόπων με τους αγιορείτες πατέρες, με μοναστήρια εκτός αγίου Όρους και με άλλα μοναστήρια σε άλλες Ορθόδοξες χώρες, που απορρίπτουν τις αποφάσεις της «Συνόδου». Επίσης περαιτέρω συνεργασία με τον υπόλοιπο κλήρο και τον πιστό λαό του Θεού.
Ας παρακαλέσουμε τον Θεό με πολλές προσευχές και δεήσεις να ευλογήσει την ταπεινή μας διακονία, να χαρίσει σε όλους, όσους αγωνίζονται προς την κατεύθυνση αυτή, ενότητα, ομοψυχία και ομολογιακό φρόνημα, ώστε να φθάσουμε με την Χάρη Του στην ευλογημένη εκείνη ώρα, που θα συγκληθεί η αληθινή «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» της Ορθοδοξίας, οπότε θα πανηγυρίσει ο ουρανός και η γη, η θριαμβεύουσα και η στρατευομένη Εκκλησία του Χριστού. Αμήν!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών

Η Πανορθόδοξος Σύνοδος και αι επιπτώσεις της εις τον μοναχισμόν του Αγ. Όρους



Γράφει ο Μοναχός Πρόδρομος

Τους τελευταίους μήνες στο Αγ. Όρος παρατηρείται μία αναταραχή λόγω των γνωστών θεμάτων της πανορθοδόξου Συνόδου και πιο συγκεκριμένα για την προσπάθεια του Φαναρίου να χαρακτηρίσει ως εκκλησία τους Λατίνους. Πολλοί πατέρες υπόγραψαν κείμενο διακοπής του μνημοσύνου του Πατριάρχη, τον οποίο και χαρακτηρίζουν ως αιρετικό. Ακούστηκε ότι στην Ι. Μονή Χιλιανδαρίου τέσσερις μοναχοί αρνήθηκαν να μνημονεύουν τον Πατριάρχη και διώχθηκαν. Η αντίδραση σιγά σιγά παίρνει διαστάσεις, θα γίνει ανεξέλεγκτη.

Πάμε για σχίσμα.

Με πολύ πόνο βλέπουμε μοναχούς, που πορεύονταν μαζί μέσα στην χάρη της ασκήσεως να χωρίζονται, να απομακρύνονται, ο αριθμός αυξάνεται και άλλοι ετοιμάζονται με επανάσταση και κόψιμο του μνημοσύνου.

Ίσως πρέπει να προλάβει το Πατριαρχείο, η Ιερά Κοινότητα και τα μοναστήρια ενεργώντας με πατρική αγάπη να διασωθεί η ενότητα των μοναχών. Ας αφήσουμε τις αγάπες προς τους φραγκολατίνους της ΕΕ, την αγάπη προς τους πατέρες συνασκητές που δώρισαν την ζωή τους στον Θεό οφείλουμε, για αυτήν την αγάπη θα δώσουμε λόγο. Για την αγάπη προς τους Λατίνους δεν έχουμε καμία υποχρέωση όσο παραμένουν στα αιρετικά πιστεύω τους. Θα απολογηθούν γιαυτούς οι Άγιοι Μάρκος Ευγενικός, και οι αγιορείτες Αγ. Κοσμάς (Αιτωλός) και Αγ. Κοσμάς ο Πρώτος. Το Άγιο Όρος σφράγισε με αίμα και πανηγυρίζει την αντίσταση προς τους Λατινόφρονες και τους ακολούθους των. Δεν ξεχνιούνται αυτά έτσι απλά εν ονόματι της γενικής αγάπης προς όλους. Μακάρι να ξεφύγουν από τις αιρέσεις τους οι Παπικοί και τους στρώνουμε χαλί να μπουν στην Εκκλησία. Το Άγιο Όρος ζει στο οξυγόνο των άκτιστων ενεργειών του Θεού (κατά τον Αγιορείτη Αγ. Γρηγόριο τον Παλαμά)· αν κοπεί αυτό το οξυγόνο, θα διαλυθεί. Οι Λατίνοι ακούν για άγιο Γρηγόριο και παθαίνουν ομαδική αλλεργία. Τι μας ενώνει λοιπόν με αυτούς;

Μόνο οι εκβιαστικές επιταγές σκοτεινών κύκλων θέλουν μία τέτοια ένωση. Μία ένωση που θα εξαφανίσει όποια εκκλησία την αποδεχθεί. Αυτά τα εξωθεσμικά κέντρα ενεργούν εκβιάζοντας χρόνια τώρα το σκλαβωμένο Πατριαρχείο μας και την σκλαβωμένη πλέον Χώρα μας.

Ας ελπίσουμε ότι το Πατριαρχείο θα σκύψει με πατρική αγάπη ν’ ακούσει τις ανιδιοτελείς φωνές του αγγελικού σχήματος, ώστε να δοθούν εξηγήσεις και εγγυήσεις ότι δεν θα πουληθεί η πίστη μας, λόγω απειλών και εκβιασμών, αλλά και του πακτωλού χρημάτων της πολιτικής ηγεσίας, μέσα σε ένα απειλητικό περιβάλλον πολέμων, ανέχειας και λιτότητας.

Παραθέτουμε κάποια αποσπάσματα ομιλιών από την ανακομιδή των λειψάνων του Αγ. Κοσμά του Πρώτου (18 Νοεμβρίου 1981) στο ναό του Πρωτάτου Καρυών προς επίρρωση των ανωτέρω.

Ο Πρωτεπιστάτης Προηγούμενος Ματθαίος Βατοπαιδινός στον πάνσεπτο Ιερό Ναό του Πρωτάτου μεταξύ άλλων ανέφερε: «Πιστός συνεχιστής της ευσεβούς Αγιορείτικης Παραδόσεως το Ιεροκοινοτικόν Σώμα ήχθη εις την ιστορικήν απόφασιν αυτού, όπως προβή εις την ανακομιδήν των λειψάνων του υπό των Ενωτικών αποκταθέντος Πρώτου Κοσμά, αποκταθέντος, τούτο το λέγω και το διακηρύττω μετά πεποιθήσεως, τόσον εξ ιδίας αντιλήψεως όσον και εκ της εκθέσεως του ιατρού κ. Χατζηεμμανουήλ κατά την γενομένη γνωμάτευση αυτού, και εκ της διατάξεως των λειψάνων άτινα κείνται ανέπαφα ως ευρέθησαν, και ημπορεί ο καθένας να εκφέρη την γνώμην του. Και όμως ευρέθησαν άνθρωποι κατέχοντες υψηλάς θέσεις εν τη Εκκλησιαστική Γραμματολογία και απεφάνθησαν γράφοντες ότι ο του 13ου αιώνος θρυλούμενος διωγμός των Αγιορειτών είναι μύθος. Την απάντησιν δεν την δίδομεν ημείς, αλλά τα ευρεθέντα δια της ανακομιδής λείψανα του Οσίου Ιερομάρτυρος Κοσμά, όλως δε ιδιαιτέρως η διάταξις αυτών, εντός του ευρεθέντος τάφου. Την ως άνω απάντησιν την δίδει το Ιεροκοινοτικόν Σώμα προς τους δυσφορούντας».

Ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αρχιμ. Γεώργιος σε ομιλία του στον Ιερό Ναό του Πρωτάτου ανέφερε μεταξύ άλλων εμπνευσμένα και ομολογιακά: «Εδώ τελειούται μαρτυρικώς ο ομολογητής του Αγίου Όρους Ιερομάρτυς Κοσμάς, του οποίου το σεβάσμιο, ευωδιάζον και χαριτόβρυτο μαρτυρικό λείψανο ανεκαλύφθη, μερίμνη της Σεβαστής Ιεράς Κοινότητος, στο Νάρθηκα του πανσέπτου αυτού Ναού. Εδέχθη τον μαρτυρικό θάνατο ο μακάριος από αγάπη προς τον Χριστό. Το μαρτύριο είναι ο,τι υψηλότερο έχει να προσ­φέρει ο άνθρωπος προς τον Θεό. Μακάριε και Σεπτέ Πρώτε του Αγίου Όρους, Ιερομάρτυς του Χριστού Κοσμά, πρώτος στο ιερό διακόνημα του Πρώτου της Ιεράς Κοινότητος, πρώτος και στο μαρτύριο και την ομολογία του Χριστού. Πρώτος στην έδρα του Πρωτάτου, πρώτος και στην αγχόνη και τον θάνατο και τον τάφο. Το πολύαθλο και μαρτυρικό σου σώμα ως πολύτιμο θησαυρό έκρυψε και εφύλαξε η ιερά αυτή γη. Τώρα, με θεία νεύσι, ως αστήρ εωθινός ανατέλλεις πάλι στο Αγιώνυμο αυτό Όρος και στην απανταχού Εκκλησία του Θεού, για να φωτίσης και οδηγήσης τις ψυχές μας στην ακλινή ομολογία του Θεανθρώπου Χριστού. Σφραγίζονται σήμερα τα στόματα όσων ηθέλησαν να αμφισβητήσουν την ομολογία των Αγιορειτών και την μαρτυρική τους τελείωσι από τους λατινόφρονες. Χάρις στην ιδική σου θυσία ημπορεί η Ορθόδοξος Εκκλησία και το Άγιον Όρος να λέγουν προς τον σύγχρονο άνθρωπο «έρχου και ίδε», τον αληθινό Χριστό, το πλήρωμα της αληθείας του και της Χάριτός του, τον όλο Χριστό, την κεφαλή και το σώμα του. Η φωνή σου ως φωνή υδάτων πολλών ακούγεται σήμερα. Από τον τάφο σου ένας μυστικός ποταμός αναβλύζει, του οποίου τα ορμήματα ευφραίνουν την Πόλιν του Θεού, την Αγία ανά την οικουμένην Ορθόδοξο Καθολική Εκκλησία. Ευλογημένη η άσκησίς σου. Ευλογημένη η ομολογία σου. Ευλογημένος ο μαρτυρικός σου θάνατος. Ευλογημένη η επί 700 χρόνια σπορά σου στην Αγιορειτική γη. Ευλογημένη και η φανέρωσίς σου στους δύσκολους για τον κόσμο και την Εκκλησία καιρούς μας. Το Άγιον Όρος στο πρόσωπό σου και στα πρόσωπα των άλλων αγίων Αγιορειτών οσιομαρτύρων των ελεγξάντων τους Λατινόφρονες δεν συνεβιβάσθη ούτε συμβιβάζεται. Η αγχόνη σου επιβάλλει και σε μας να ανανεώσουμε σήμερα την ομολογία την ιδική σου και των λοιπών οσιομαρτύρων, όντες διάδοχοί σας και συνεχισταί της παραδόσεώς σας. Ομολογούμε, λοιπόν, όπως έγραψαν οι Αγιορείται προς τον λατινόφρονα Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η τὸν Παλαιολόγο, λήγοντος του 13ου αιώνος, ότι “Πάσα η του Χριστού και Θεού ημών ποίμνη εν σώμά εστιν, υπό μιας κεφαλής διοικούμενον, ος εστι Χριστός Ιησούς”».

Καρυές Αγ. Όρους 14.7.2016
Εφημερίδα “Ορθόδοξος Τύπος”

Πατήρ Θεόδωρος Ζήσης: Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης σὲ σύγκριση μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Σύνοδο τῆς Κωνσταντινούπολης (1273)



Γράφει ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, Ὁμότιμος Καθηγητὴς Α.Π.Θ.
(Ἐπίλοιπα Ἁγίων Πατέρων καὶ Συνόδων) 

1. Ἀποδοχὴ ἢ ἀπόρριψη τῆς Συνόδου;
Ἐπειδὴ κάποιοι ὑποστηρικτὲς τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης ἐνδύονται τὸν μανδύα τῶν ἐμβριθῶν ἱστορικῶν καὶ ἐκκλησιολόγων καὶ μὲ ἀνέρειστες ἀερολογίες, συκοφαντίες, ὕβρεις καὶ ἀπειλὲς περὶ καθαιρέσεων καὶ ἀφορισμῶν ἐπιβεβαιώνουν ὅσα περὶ ληστρικότητος τῆς «Συνόδου» κατήγγειλαν ἐπίσκοποι ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴν «Σύνοδο», ἐμεῖς θὰ συνεχίσουμε μὲ νηφάλιο ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἐπιστημονικὸ λόγο νὰ συμβάλλουμε στὴν μὴ ἀποδοχὴ καὶ ἀπόρριψη τῆς «Συνόδου», ἡ ὁποία, ὅπως διὰ πολλῶν ἐδείξαμε, δὲν ἔχει κανένα γνώρισμα συνοδικότητος καὶ Ὀρθοδοξίας. Τὴν ἀπαραίτητη αὐτὴ διεργασία τῆς ἀποδοχῆς ἢ τῆς ἀπορρίψεως ὁποιασδήποτε συνόδου, ὁλοφάνερη καὶ αὐτονόητη γιὰ τὴν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία καὶ τοὺς γνῶστες τῆς πατερικῆς καὶ συνοδικῆς γραμματείας, μόνον ὀπαδοὶ τοῦ παπικοῦ ἀντισυνοδικοῦ ἀλαθήτου, τοῦ φασιστικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, ἀπαίδευτοι δὲ καὶ ἀγράμματοι στὴν γνώση τῶν Ὀρθοδόξων...
κειμένων καὶ πηγῶν, μόνον αὐτοί, παπίζοντες, φασίζοντες καὶ ἀγνοοῦντες μποροῦν νὰ ἀπορρίπτουν.

2. Ὁ Αὐτοκράτωρ Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγος πιέζει καὶ ἀπειλεῖ τὴ σύνοδο τοῦ 1273. Πολιτικὰ τὰ κριτήρια.
Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν συνόδων ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ παρόμοια θέματα πρὸς αὐτὰ τῆς «συνόδου» τῆς Κρήτης, ἰδιαίτερα δὲ πρὸς τὸ κεντρικὸ καὶ ἐπίμαχο θέμα «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», θὰ ἐπιλέξουμε τὴν πατριαρχικὴ σύνοδο ποὺ συνῆλθε τὸ 1273 στὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ ὁμολογητοῦ καὶ ἁγίου πατριάρχου Ἰωσὴφ τοῦ Α´ (1267-1275, 1282-1283), τὴν μνήμη τοῦ ὁποίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας στὶς 30 Ὀκτωβρίου. Ἡ σύνοδος ἐκαλεῖτο νὰ ἐξετάσει τὸν φιλοπαπικό «Τόμο», ποὺ ἔστειλε ὁ αὐτοκράτωρ Μιχαὴλ ὁ Παλαιολόγος (1259-1282), γιὰ νὰ πείσει τοὺς συνοδικοὺς ἀρχιερεῖς νὰ συμφωνήσουν στὴν ἕνωση μὲ τὸν πάπα, ὥστε νὰ ἀποφευχθεῖ ἡ ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Φράγκους μὲ μία νέα σταυροφορία ποὺ ἑτοίμαζε ὁ πάπας ὑπὸ τὸν Κάρολο Ἀνδεγαβικό. 

Ἂς σημειώσουμε ὅτι μόλις εἶχαν περάσει δώδεκα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀπελευθέρω­ση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Φράγκους (1261), ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγου, καὶ πάλι ἐπισειόταν ὁ ἴδιος σοβαρὸς κίνδυνος ἀπὸ τοὺς «ἀδελφούς» μας τῆς Δύσεως. Στὸν ἀναγκαστικὸ διπλωματικὸ διάλογο ποὺ ἄνοιξε ὁ αὐτοκράτωρ μὲ τὸν πάπα, ἐπειδὴ ἐγνώριζε ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἀδύνατον νὰ συναινέσει σὲ ἕνωση, χωρὶς ἡ Δύση νὰ ἀποκη­ρύξει τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς πλάνες της, κατέληξε σὲ μία συμφωνία ἡ ὁποία θὰ ἄφηνε ἄθικτες καὶ ἀσυζήτητες τὶς θεολογικὲς διαφορές, τὰ ὀρθόδοξα ἤθη καὶ ἔθιμα, καὶ θὰ προσέφερε στὸν πάπα τρία δῶρα: τὸ πρωτεῖο, τὸ ἔκκλητο καὶ τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του στὶς ἀκολουθίες. Πρόκειται οὐσιαστικῶς γιὰ τὸ ἐπαίσχυντο μοντέλο τῆς Οὐνίας, τὸ ὁποῖο ἐπέβαλαν σὲ κατακτημένους καὶ πτωχοὺς λαοὺς διὰ τῆς βίας, ἑτοιμάζουν δὲ συνεσκιασμένα καὶ τώρα νὰ προωθήσουν στὸν θεολογικὸ διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τῇ συνεργίᾳ «Ὀρθοδόξων» κληρικῶν καὶ θεολόγων.

Δὲν ἐγνώριζαν ὁ πατριάρχης Ἰωσὴφ καὶ οἱ συνοδικοὶ ἀρχιερεῖς τὸν ἐπικρεμάμενο κίνδυνο γιὰ τὴν αὐτοκρατορία καὶ τὸν λαό της; Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀσκήσουν τὴν περιβόητη καὶ παρεξηγημένη «οἰκονομία» ποὺ τοὺς ζητοῦσε ὁ αὐτοκράτωρ, γνώστης πολιτικὰ καὶ στρατιωτικὰ τοῦ μεγάλου κινδύνου, καὶ ἀποφασισμένος γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ νὰ ἀσκήσει πιέσεις, νὰ ἐξορίσει, νὰ φυλακίσει, νὰ βασανίσει, νὰ καθαιρέσει ὅσους ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Ἐκκλησίας θὰ ἀντιδροῦσαν στὰ ἑνωτικά του σχέδια; Ἤδη εἶχε ἀποφασισθῆ ἡ σύγκληση τῆς παπικῆς συνόδου τῆς Λυών (1274)[1], ὅπου ἀναμενόταν ἡ ὑπογραφὴ τῆς ἑνώσεως ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἀντιπροσωπία. Ἔπρεπε ὅμως ἐνωρίτερα νὰ γνωρίζει ὁ αὐτοκράτωρ ἂν ὁ πατριάρχης καὶ ἡ σύνοδος θὰ ἔκαναν ἕνα βῆμα πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἔστειλε τὸν χρυσόβουλο «Τόμο» μὲ τὶς θέσεις του, ἀναμένοντας τὴν ἀπάντηση τῆς συνόδου.

3. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης γιὰ πρώτη φορὰ ἀντιτίθεται στὴν συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση.
Ὁ πατριάρχης Ἰωσὴφ καὶ ἡ σύνοδος ἔστειλαν ὡς ἀπάντηση τὸν δικό τους συνοδικό «Τόμο», ἕνα ἐξαιρετικὸ θεολογικὸ κείμενο, ὅπου ἀκραιφνέ­στατα ἐκφράζεται ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, χωρὶς τὴν παραμικρὴ παρέκκλιση ἀπὸ τὴν προηγούμενη συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση, ἡ ὁποία συνεχίσθηκε ἀλώβητη καὶ στὴν συνέχεια καὶ ἔφθασε μέσῳ τῆς ἀπορρίψεως τῆς ψευδοσυνόδου Φερράρας – Φλωρεντίας στὶς συνόδους τῆς Τουρκοκρα­τίας μέχρι καὶ τοῦ τέλους τοῦ 19ου αἰῶνος.

Ἡ συνολικὴ αὐτὴ πατερικὴ καὶ συνοδικὴ παράδοση αἰώνων χαρακτηρίζει ἀνενδοίαστα καὶ ἀπερίφραστα τοὺς Λατίνους – Παπικοὺς ὡς αἱρετικούς, ὅπως καὶ τοὺς ἐξ αὐτῶν προελθόντας Προτεστάντες, ποὺ κληρονόμησαν πολλὲς παπικὲς αἱρέσεις καὶ προσέθεσαν πολὺ περισσότε­ρες δικές τους. Κατὰ συνέπειαν ὡς πρὸς τὶς σχέσεις πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ποὺ τώρα ὀνομάζονται «λοιπὸς χριστιανικὸς κόσμος», ἡ συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση εἶναι ἀναντίρρητη καὶ ὑποχρεωτική· ἀπαγορεύει τὴν μετ᾽ αὐτῶν κοινωνία (συμπροσευχὲς κ.ἄ.) καὶ σὲ ὅσους τὴν παραβαίνουν ἐπιβάλλει τὶς ποινὲς τῆς καθαιρέσεως γιὰ τοὺς κληρικοὺς καὶ τοῦ ἀφορισμοῦ γιὰ τοὺς λαϊκούς.

Ὅσοι ὀνειρεύονται αὐτὸν τὸν καιρὸ καὶ προτείνουν καθαιρέσεις καὶ ἀφορισμοὺς ἂς ψάξουν νὰ τὰ ἐφαρμόσουν στοὺς ἐκθεμελιωτὰς τῆς σταθερῆς συνοδικῆς καὶ κανονικῆς αὐτῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία καταρρακώθηκε καὶ ἐπίσημα στὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης. Εἶναι ἡ πρώτη σύνοδος καθ᾽ ὅλην τὴν δεύτερη χιλιετία καὶ μετ᾽ αὐτήν, ποὺ ὄχι μόνον ἀποφεύγει νὰ ὀνομάσει καὶ νὰ καταδικάσει τὶς αἱρέσεις, ἀλλὰ τὶς ὀνομάζει καὶ ἐκκλησίες. Ἐπὶ πλέον ἀντὶ νὰ ἀπαγορεύει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἐπαινεῖ τὴν συμμετοχὴ καὶ συμπερίληψή μας στὸ προτεσταντικὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δηλαδὴ σὲ ἕνα «Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων». 

Ἐπαινεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ὁποίους παρήγαγαν κείμενα ποὺ δικαιολογοῦν καὶ ἀθωώνουν τὶς αἱρέσεις. Μνημονεύουμε μόνον τὸν Διάλογο μὲ τοὺς Ἀντιχαλκηδονίους – Μονοφυσίτες, ποὺ τοὺς ἀναγνωρίσαμε ὡς Ὀρθοδόξους[2], καὶ τὸν Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς (Balamand 1993) στὸν ὁποῖο ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἀθωώσαμε καὶ δικαιολογήσαμε τὴν Οὐνία, δεχθήκαμε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι οἱ αἱρετικοὶ Λατῖνοι τοῦ Παπισμοῦ ἀποτελοῦν μαζὶ μὲ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἔχουν ἀποστολικὴ διαδοχή, Χάρη καὶ Μυστήρια, ἔγκυρο Βάπτισμα, ὥστε νὰ ἀπαγορεύεται ὁ ἀναβαπτισμός, καὶ εἶναι συνυπεύθυνοι γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου[3]. Ποιοί; Οἱ αἱρετικοὶ Λατῖνοι ποὺ ὁδήγησαν καὶ ὁδηγοῦν ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, ὁλόκληρους λαούς, ὁλόκληρες χῶρες καὶ ἠπείρους στὸν ἀποχριστιανισμὸ καὶ στὴν πνευματικὴ καταστροφή;

4. Γιατὶ πήραμε ἀποστάσεις ἀπὸ τὴν γραμμὴ τοῦ Φαναρίου.
Ἂς κάνουν τὸν κόπο νὰ διαβάσουν οἱ προκατειλημμένοι ἐπικριτές μας τὴν αὐστηρὴ κριτικὴ ποὺ ἀσκήσαμε στὶς ἀποφάσεις αὐτὲς[4] καὶ θὰ ἀρχίσουν, ἂν εἶναι καλοπροαίρετοι, νὰ καταλαβαίνουν γιὰ ποιούς λόγους ἀποξενωθήκαμε ἀπὸ τὸ σημερινὸ οἰκουμενιστικὸ περιβάλλον τοῦ Φαναρίου, ὄχι ὅμως καὶ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, τὴν πατερικὴ καὶ συνοδικὴ γραμμὴ τῆς ὁποίας μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, μὲ πιστότητα ἀκολουθοῦμε. Σὲ ποιόν νὰ κάνουμε ὑπακοή; Στὸν σημερινὸ λατινόφρονα καὶ οἰκουμενιστὴ πατριάρχη ἢ στοὺς προηγουμένους ἀντιπαπικοὺς πατριάρχες καὶ μεγάλους Ἁγίους; Στὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἀμνηστεύει καὶ ἀθωώνει τὶς αἱρέσεις, ἢ στὸ σύνολο τῶν προηγουμένων, ἀληθινὰ ὀρθοδόξων, συνόδων, ποὺ καταδικά­ζουν ἀπερίφραστα τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ; Ποῦ ὑπάρχει φατρία καὶ παρασυναγωγή; Σὲ ἐκείνους ποὺ συμφωνοῦν μὲ τοὺς Ἁγίους καὶ τὶς Ὀρθόδοξες συνόδους ἢ σὲ ἐκείνους ποὺ δικαιολογοῦν τὶς αἱρέσεις καὶ ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴν συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση;

5. Καμμία ὀρθόδοξη σύνοδος δὲν ἔκανε φιλοπαπικὰ βήματα πρὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος.
Ὁ ἅγιος πατριάρχης Ἰωσὴφ καὶ ἡ πατριαρχικὴ σύνοδος τοῦ 1273 δὲν ἔκαναν τὸ φιλοπαπικὸ βῆμα, ποὺ περίμεναν ἐναγωνίως ὁ αὐτοκράτωρ καὶ ὁ πάπας, καὶ τοὺς στενοχώρησαν. Μετὰ ἀπὸ δύο αἰῶνες ἄλλος αὐτοκρά­τωρ καὶ ἄλλος πάπας περίμεναν τὸ ἴδιο βῆμα, μετὰ τὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-1439), ἀλλὰ καὶ πάλι ἀπογοητεύθηκαν. Ἀπογοητεύθηκαν οἱ παπικοὶ καὶ οἱ φιλοπαπικοὶ καθ᾽ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, διότι οἱ παπικὲς καὶ προτεσταντικὲς ἱεραποστολὲς ὡς καὶ ἡ περιβόητη Οὐνία δὲν εἶχαν τὰ προσδοκώμενα ἀποτελέσματα. Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ἀγρυπνοῦσε τότε καὶ ἐφύλαττε· εἶχαν τότε ὄντως γνῶσιν οἱ φύλακες. Μὲ ἐπανειλημμένες συνοδικὲς ἀποφάσεις, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες παρουσιάσαμε πρὶν ἀπὸ τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης[5], ἐλπίζοντας νὰ ἀφυπνίσουμε κάποιους ἐπισκόπους καὶ τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα, κατεδίκασε μὲ αὐστηρὲς ἐκφράσεις ὡς αἱρέσεις τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Προτεσταντισμό. 

Ἦταν ἀδύνατο ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἀληθινή, νὰ ἀμνηστεύσει καὶ νὰ ἀθωώσει τὶς αἱρέσεις, νὰ ἔλθει σὲ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, πρὶν ἀποκηρύξουν τὴν αἵρεση. Τὸ ἐξέφρασε αὐτὸ ἀξιωματικὰ μεταξὺ τῶν δύο ψευδοσυνόδων, τῆς Λυὼν καὶ τῆς Φεράρας – Φλωρεντίας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Λατίνους. Τοὺς εἶπε ὅτι εἶναι ἀδύνατο, δὲν θὰ σᾶς δεχθοῦμε ποτὲ σὲ κοινωνία, μέχρις ὅτου ἐξακολουθεῖτε νὰ ὑποστηρίζετε τὴν αἵρεση τοῦ Filioque, τὴν ἐκπόρευση δηλαδὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ»: «Οὐδέποτ᾽ ἂν ὑμᾶς κοινωνοὺς δεξαίμεθα, μέχρις ἂν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα λέγητε»[6].

6. Ἡ χαρὰ τοῦ πάπα γιὰ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης
Τὸ φιλοπαπικὸ αὐτὸ βῆμα ποὺ δὲν ἔγινε ποτὲ στὴν ὀρθόδοξη πατερικὴ παράδοση τὸ ἔκανε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, σύμφωνα καὶ μὲ ἐκτιμήσεις τοῦ σημερινοῦ πάπα Φραγκίσκου, ὁ ὁποῖος ἐξέφρασε τὴ χαρά του γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, λέγοντας ὅτι «τὸ πρῶτο βῆμα ἔγινε» καὶ ἐννοώντας ὅτι γιὰ πρώτη φορὰ σὲ ὀρθόδοξη σύνοδο δὲν χαρακτηρίζονται οἱ Λατῖνοι ὡς αἵρεση, ἀλλὰ ὡς ἐκκλησία. Εἶχε συστήσει μάλιστα ἐνωρίτερα στοὺς πιστοὺς τοῦ Παπισμοῦ νὰ προσευχηθοῦν γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης. 

Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεση ἀλλὰ ἐκκλησία μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση, εἶναι εὔκολο στὴν συνέχεια νὰ ἀποκατασταθεῖ πλήρως ἡ κοινωνία στὸ κοινὸ Ποτήριο μὲ παραμένουσες τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς διαφορὲς ἀνάμεσα στὶς δύο πλευρές, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχει ἐπισημάνει ὁ καρδινάλιος Kurt Koch, συμπρόεδρος στὸν Θεολογικὸ Διάλογο μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Ἂς χαίρονται λοιπὸν μαζὶ μὲ τὸν πάπα οἱ σημερινοὶ λατινόφρονες ὑποστηρικτὲς τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης. 

Ἐμεῖς λυπούμαστε γιὰ τὴν νέα αὐτὴ ἀποστασία, ἀκολουθοῦμε τὴν σταθερὴ καὶ ἀδιάκοπη συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση ποὺ χαρακτηρίζει τοὺς Λατίνους ὡς αἱρετικοὺς καὶ θὰ νοιώσουμε μεγάλη χαρά, ἂν ἀξιωθοῦμε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία νὰ ὑποστοῦμε διώξεις, ὕβρεις καὶ συκοφαντίες, ὅπως ὑπέστη καὶ ὁ πατριάρχης Ἰωσήφ, καθαιρεθεὶς καὶ ἀντικατασταθεὶς ἀπὸ τὸν περιβόητο Ἰωάννη Βέκκο, ὁ ὁποῖος στὴν συνέχεια σὲ συνεργασία μὲ τὸν αὐτοκράτορα Μιχαήλ, ἤγειρε τοὺς φοβεροὺς διωγμοὺς ἐναντίον τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων καὶ ἔγινε αἰτία νὰ ὑποστοῦν φρικτὰ μαρτύρια οἱ ὁσιομάρτυρες Ἁγιορεῖτες καὶ ὁ πρῶτος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἱερομάρτυς Κοσμᾶς, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ ἀποδεχθοῦν τὶς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Λυών (1274). Τὶς δύο ἐπιστολὲς ποὺ ἔστειλαν οἱ Ἁγιορεῖτες πρὸς τὸν λατινόφρονα αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η´ τὸν Παλαιολόγο καὶ στὴν νέα λατινόφρονα σύνοδο μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ πατριάρχη Ἰωσήφ, λίγο πρὶν τὴν ἀνάδειξη σὲ πατριάρχη τοῦ Ἰωάννη Βέκκου, θὰ τὶς παρουσιάσουμε σὲ ἑπόμενο ἄρθρο μας γιὰ ἀναζωπύρωση τῆς μνήμης καὶ ἐνίσχυση τῆς ἁγιορειτικῆς ἐπαγρύπνησης στοὺς σημερινοὺς δύσκολους καιρούς.

7. Στὸ ἴδιο θέμα διαφορετικὴ ἀπάντηση ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης
Ὁ συνοδικὸς «Τόμος» ποὺ ἐστάλη ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἰωσὴφ ὡς ἀπάντηση στὸν «Τόμο» τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαὴλ εἶναι ἕνα ἀρκετὰ ἐκτενὲς κείμενο ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ παρουσιασθεῖ ἐδῶ ἀναλυτικά. Στὸ πρῶτο μέρος ἀναπτύσσει τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ ἀσκεῖται ἡ οἰκονομία, γιὰ τὴν μεγάλη αἵρεση τῶν Λατίνων σχετικὰ μὲ τὴν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ γιὰ τὴν παρεξηγημένη ἔννοια τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης. Στὸ δεύτερο μέρος παρατίθενται οἱ λατινόφρονες θέσεις τοῦ αὐτοκρατορικοῦ «Τόμου» καὶ ἀναιροῦνται, ἰδιαίτερα αὐτὲς γιὰ τὴν παραχώρηση στὸν πάπα τοῦ πρωτείου, τοῦ ἐκκλήτου, τῆς μνημόνευσης τοῦ ὀνόματός του· ἐκτενῶς ἀναλύονται τὰ περὶ ἀγάπης καὶ εἰρήνης. Στὸ τρίτο μέρος, πρὸς κατοχύρωση τῶν ὀρθοδόξων θέσεων, παρατίθενται κείμενα συνοδικὰ καὶ πατερικά[7].

Ἐμεῖς ἐνδεικτικὰ καὶ πολὺ σύντομα θὰ παραθέσουμε κάποιες θέσεις γιὰ νὰ φανεῖ μὲ πόση τόλμη, παρρησία, ὀρθόδοξη σαφήνεια καὶ ἀνακρίβεια, χωρὶς διπλωματικὲς ἀσάφειες, ἀντιφάσεις καὶ ἀποκρύψεις, ἐκφράζονται οἱ ὀρθόδοξες σύνοδοι, πρὸς τὶς ὁποῖες δὲν ἔχει καμμία σχέση ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης. Ἕνα ἀπὸ τὰ θέματα στὰ ὁποῖα ἐκλήθη νὰ ἀπαντήσει ἡ σύνοδος τοῦ 1273 τῆς Κωνσταντινούπολης μὲ ἐρώτημα τοῦ αὐτοκράτορος, εἶναι τὸ ἴδιο θέμα, τὸ κεντρικὸ θέμα τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, δηλαδὴ τὸ ἂν οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοὶ ἢ ὄχι, καὶ ποιές πρέπει νὰ εἶναι οἱ σχέσεις μας μὲ αὐτούς, ὅπως τώρα στὴν Κρήτη τὸ ποιές εἶναι οἱ σχέσεις μας «πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον». 

Ἀκόμη καὶ στὸν τίτλο ἀποφεύγεται τώρα ἡ λέξη αἵρεση, ἐνῶ μία ὀρθόδοξη διατύπωση, ὅπως γράψαμε καὶ παλαιότερα, θὰ ἀπαιτοῦσε νὰ γραφεῖ: «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὰς παλαιὰς καὶ συγχρόνους αἱρέσεις». Δὲν ἦταν ἀρκετὸ πάντως γιὰ τοὺς αἱρετίζοντας Οἰκουμενιστὰς τὸ ὅτι ἀποφευγόταν ἡ λέξη «αἵρεση» καὶ στὸ κείμενο ὀνομάζονταν «χριστιανικὲς κοινότητες», ὅπως ἐπρότεινε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος· ἤθελαν καὶ πέτυχαν νὰ χαρακτηρίζονται οἱ αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες, πρᾶγμα ποὺ χαροποίησε τοὺς κακοδόξους καὶ κατήσχυνε τοὺς Ὀρθοδόξους, ὅπως εἴδαμε ἀπὸ τὴν ἔκφραση τῆς χαρᾶς τοῦ πάπα Φραγκίσκου. Ἂς μάθουν λοιπὸν ὅλοι ὅτι ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ δὲν ἐκφράζουν διαχρονικὰ οὔτε τὴν Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως οὔτε τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Συνόδων καὶ Ἁγίων Πατέρων.

Ὁ ἅγιος πατριάρχης Ἰωσὴφ μὲ τὴν σύνοδό του τοῦ 1273 ἀπαντᾶ εὐθέως καὶ μὲ ἀπολυτότητα στὸ ἐρώτημα τοῦ αὐτοκράτορος σὲ ποιά ἀπὸ τὶς τρεῖς τάξεις ποὺ διακρίνει ὁ Μ. Βασίλειος τοὺς ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας κατατάσσει ἡ σύνοδος τοὺς Λατίνους: στοὺς αἱρετικούς, στοὺς σχισματικοὺς ἢ στοὺς παρασυναγώγους. Ἡ ἀπάντηση ποὺ στηρίζεται ὄχι σὲ προσωπικὲς ἐμπαθεῖς γνῶμες ἀλλὰ στοὺς θεοφόρους Πατέρες καὶ στοὺς θείους κανόνες εἶναι ὁλοφάνερη. Οἱ Λατῖνοι ἀνήκουν στὴν πρώτη τάξη, τῶν αἱρετικῶν, ἄξιοι παντελοῦς ἀποκοπῆς ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας: 

«Ἐπεὶ γὰρ ἐρώτησις προέβη ἀπαιτοῦσα ἡμᾶς εἰπεῖν ἐν ποίᾳ τάξει ἔχομεν τοὺς Ἰταλοὺς τῶν παρὰ τῷ μεγάλῳ Βασιλείῳ διαιρουμένων τοῦ κοινοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἐν τῇ τῶν αἱρετικῶν, ἐν τῇ τῶν σχισματικῶν, ἢ ἐν τῇ τῶν παρασυναγωγὰς ποιούντων -ταύτας γὰρ τὰς διαφορὰς ἐν τούτοις ὁ μέγας ἐκεῖνος εἶναί φησι-, μηδὲν δὲ “ἀπὸ κοιλίας” φωνεῖν προετράπημεν, ἀλλ᾽ ἐκ τῶν θεοφόρων πατέρων καὶ τῶν θείων κανόνων καὶ νόμων, τοῦτο δὴ καὶ ποιησόμεθα πάντως· καὶ ὅσα οἱ νόμοι καὶ οἱ κανόνες καὶ οἱ θεῖοι πατέρες εἰς τὸ προκείμενον συμβαλλόμενα ἐξεφώνησαν, ταῦτα δὴ καὶ προθήσομεν καὶ δειχθήσεται. Οἴδαμεν γὰρ τοῦτο καὶ προδιαγγέλλομεν ὅτι ἐν τῇ πρώτῃ τάξει τῶν ἄνωθεν ἀπηριθμημένων, τῶν ἀποβάλλεσθαι δὴ παντάπασιν ἀξίων καὶ οἱ Ἰταλοὶ τάττεσθαι καθεστήκασιν ἄξιοι»[8].

8. Αἱρέσεις ἢ ἐκκλησίες;
Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης ἀπήντησε ὄχι μὲ βάση τοὺς θεοφόρους Πατέρες καὶ τοὺς θείους κανόνες καὶ νόμους, ἀλλά «ἀπὸ κοιλίας». Ἐπειδὴ οἱ ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας ὑποχρεωτικὰ ἐντάσσονται στὶς τρεῖς τάξεις κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, τῶν αἱρετικῶν, τῶν σχισματικῶν καὶ τῶν παρασυναγώγων, ἐφευρίσκει τέταρτη, ἀνύπαρκτη τάξη, στὴν φαντασία μόνον τῶν συνοδικῶν τῆς Κρήτης ὑπάρχουσα, τὴν τάξη τῶν «ἑτεροδόξων ἐκκλησιῶν». Δὲν βρέθηκε κάποιος νὰ τοὺς πεῖ ὅτι μὲ αὐτὸ κοροϊδεύουν καὶ τοὺς ἑτεροδόξους (=αἱρετικούς) καὶ τὴν ἐκκλησία, διότι τὸ «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» εἶναι «ἀντίφασις ἐν τοῖς ὅροις»· οἱ ἐκκλησίες εἶναι πάντοτε ὁμόδοξες καὶ ὁμογνώμονες, καὶ οἱ ἑτερόδοξοι, δηλ. οἱ αἱρετικοί, δὲν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἐκκλησίες. Ἀνατρέπει λοιπὸν ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης ὅλη τὴν προηγούμενη συνοδικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση, μετονομάζει τοὺς αἱρετικοὺς σὲ ἑτεροδόξους καὶ τοὺς καθιστᾶ ἐκκλησίες.

Εἶναι ἐπισφαλὲς τὸ ἐπιχείρημα ὅτι τὸν ὅρο «ἐκκλησίες» ὡς τεχνικὸ ὅρο τὸν χρησιμοποιοῦν πολλοί, καὶ ἑπομένως ἔχουν ἄδικο ὅσοι διαμαρτύρονται. Εἶναι ἐπισφαλὲς ἐπιχείρημα γιὰ δύο λόγους. Ἐν πρώτοις, διότι ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου ἀπὸ μεμονωμένα πρόσωπα (π.χ. Ἀνδροῦτσος, Τρεμπέλας κ.ἄ.) δὲν εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὴν χρήση του ἀπὸ ἐπίσημη σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας· ἂς μᾶς δείξουν καὶ ἂς παραπέμψουν σὲ κάποιο συνοδικὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ὀνομάζει τοὺς αἱρετικοὺς ἐκκλησία. Ὑπάρχει πουθενὰ στὰ συνοδικὰ κείμενα τέτοια θεολογικὴ παραδοξολογία; Ὁμιλοῦν ποτὲ γιὰ ἐκκλησία τῶν Ἀρειανῶν, τῶν Πνευματομάχων, τῶν Μονοφυσιτῶν, τῶν Εἰκονομάχων; Δὲν τοὺς ὀνομάζουν ὅλους αὐτοὺς αἱρέσεις μὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς, δὲν τοὺς καταδικάζουν καὶ τοὺς ἀναθεματίζουν; 

Ἤδη εἴπαμε ὅτι τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες. Ἂν κάποιοι, μὲ διαβρωμένη τὴν ὀρθόδοξη συνείδηση καὶ μὲ ἐλλιπῆ ἱστορικὴ καὶ θεολογικὴ γνώση, θεωροῦν τὸν Παπισμὸ ὡς ἐκκλησία, ἂς μᾶς ἐξηγήσουν γιατὶ ἐπὶ αἰῶνες τώρα δὲν ἔχουμε «κοινωνίαν ἐν τοῖς μυστηρίοις» (intercommunio), καὶ γιατί τουλάχιστον δύο φορὲς συνοδικὰ καὶ ἐπίσημα, στὴν Λυὼν καὶ στὴν Φερράρα, δὲν ἔγινε ἡ ἕνωση; Ἔκαναν λάθος ὅσοι ἀντέδρασαν, ἔκαναν λάθος ὅσοι ἐμαρτύρησαν γιὰ νὰ μὴ κοινωνήσουν μὲ τοὺς Λατίνους, οἱ Κύπριοι Ὁσιομάρτυρες τῆς Καντάρας καὶ οἱ Ἁγιορεῖτες Ὁσιομάρτυρες; Ἀφοῦ λοιπὸν οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, ὡς καὶ οἱ ἀρχαῖοι Μονοφυσίτες, εἶναι ἐκκλησίες, γιατί δὲν τολμοῦν ὅσοι τὸ ἰσχυρίζονται νὰ συλλειτουργήσουν μαζί τους καὶ νὰ κοινωνήσουν δημόσια καὶ φανερὰ ἀπὸ κοινὸ Πατήριο;

Ὁ δεύτερος λόγος ποὺ καθιστᾶ ἐπισφαλὲς τὸ ἐπιχείρημα ὅτι τό «ἐκκλησίες» χρησιμοποιεῖται εὐρέως ὡς τεχνικὸς ὅρος στὴν θεολογικὴ βιβλιογραφία, συνάγεται ἐκ τοῦ ὅτι κάποιοι ὅροι ἐπιβάλλονται καὶ χρησιμοποιοῦνται, χωρὶς νὰ εἶναι ὀρθοί, λόγῳ τῆς ἐπικρατούσης καὶ κυριαρχούσης δυνάμεως αὐτῶν οἱ ὁποῖοι ἐπιβάλλουν τοὺς ὅρους. Εἶναι γνωστὸν καὶ ἔχει ἀποδειχθῆ διὰ πολλῶν ὅτι ἡ ἑλληνικὴ ἀκαδημαϊκὴ θεολογία ἔχει ὑποστῆ τοῦ κόσμου τὶς ἐπιδράσεις ἀπὸ τὴν Δύση, ἀπὸ τοὺς Παπικοὺς καὶ ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες, καὶ ὡς πρὸς τὴν χρήση τῆς θεολογικῆς ὁρολογίας. 

Ὁ ὅρος π.χ. «καθολικός» ἢ «καθολική» σημαίνει ὀρθόδοξος, ὀρθόδοξη, καὶ προσιδιάζει κατ᾽ ἐξοχὴν στοὺς Ὀρθοδόξους καὶ στὴν Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὅμως χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ χαρακτηρίζονται οἱ Λατῖνοι, οἱ Παπικοὶ ὡς «Καθολικὴ Ἐκκλησία». Οἱ ὅροι ἐπίσης «ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν», «ἑνωτικοί» καὶ «ἀνθενωτικοί» εἶναι ἐσφαλμένοι, χρησιμοποιούμενοι εὔλογα μόνον ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς θεολόγους καὶ ἱστορικούς, ἄκριτα ὅμως καὶ παράλογα ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους. Γιὰ μᾶς ἀντὶ τοῦ «ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν» τὸ σωστὸ εἶναι «ἕνωση μὲ τὴν Ἐκκλησία», ἀντὶ τοῦ «ἑνωτικοί» τὸ λατινίζοντες, λατινόφρονες, φιλοπαπικοὶ καὶ ἀντὶ τοῦ «ἀνθενωτικοί» τὸ ὀρθόδοξοι. 

Καὶ αὐτὸ διότι ὑπὸ τὴν ἀληθῆ ἔννοια τῆς ἑνώσεως στὴν πίστη καὶ στὰ δόγματα κατ᾽ ἐξοχὴν ἑνωτικὸς εἶναι ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ἐνῶ ὁ Βησσαρίων ποὺ ἐπρόδιδε τὰ δόγματα καὶ τὴν πίστη καὶ ἤθελε τὴν ψευδῆ ἕνωση, μὲ τὸν πάπα ἦταν ἀνθενωτικός. Μὲ τὴν λογικὴ τῆς συνηθισμένης ὁρολογίας θὰ ἔπρεπε καὶ στὸ χῶρο τῆς ἱστορίας, ἂν ἐπικρατοῦσε ἡ ἄποψη τῆς Ρεπούση, ἡ σφαγὴ τῆς Σμύρνης νὰ ὀνομάζεται «συνωστισμός» καὶ ἡ «γενοκτονία» τῶν Ποντίων καὶ τῶν ἄλλων κατὰ τὸν ὑπουργὸ Παιδείας Ν. Φίλη νὰ ὀνομάζεται ἁπλῶς διωγμὸς ἢ ἐκδίωξη. Ἄλλο λοιπὸν ἡ ἐπιβολὴ καὶ ἡ χρήση κάποιας ὁρολογίας καὶ ἄλλο τὸ ἂν ἡ ὁρολογία αὐτὴ εἶναι ὀρθή. Καὶ ἡ χρήση τοῦ ὅρου ἐκκλησίες, γιὰ τὶς αἱρέσεις εἶναι θεολογικά, ἱστορικὰ καὶ λογικὰ ἀπαράδεκτη.

9. Μὲ τὸ μέρος τοῦ Χριστοῦ ἢ μὲ τὸ μέρος τῶν Λατίνων;
Πρὸς ἐνίσχυση τῶν λεχθέντων μερικὲς ἀκόμη θέσεις, ὅπου οἱ Παπικοὶ ὀνομάζονται αἱρετικοί, ἀπὸ τὸν συνοδικό «Τόμο» τῆς Κωνσταντινούπολης τοῦ 1273. Λέγουν οἱ ἀληθινὰ Ὀρθόδοξοι συνοδικοὶ ὅτι ἀποδεικνύεται μὲ ὅσα ἐκθέσαμε ὅτι οἱ Ἰταλοί (=Λατῖνοι, Παπικοί), σφάλλουν στὰ ὑγιῆ δόγματα, εἶναι ἀρνηταὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀνήκουν στὴν τάξη τῶν αἱρετικῶν μὲ μαθηματικὴ ἰσχυρότατη ἀναγκαιότητα. Ἡ Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία τὸ ἐβεβαίωσε αὐτὸ μὲ ἀναντίρρητη ἐπιχειρηματολογία καὶ τοὺς ἔθεσε πολλὲς φορὲς σὲ ἀναθεματισμό. 

Πῶς λοιπὸν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ζητήσει ὁποιαδήποτε κοινωνία μαζί τους ἢ νὰ συναριθμεῖ τὸν δικό του χῶρο μὲ τὸν χῶρο τῶν Λατίνων; Νομίζουμε ὅτι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ πράξει αὐτό, ἐὰν ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι μὲ τὸ μέρος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἐπὶ λέξει τὸ κείμενο: «Ὃν τοίνυν ἀρνητὴν τῆς Τριάδος, ὡς τῶν ὑγιῶν δογμάτων ἀποσφαλλόμενον, ὁ λόγος ἀπέδειξεν, ὃν τῇ τῶν αἱρετικῶν συστοιχίᾳ καὶ γραμμικῶν, ὅ φασιν, ἰσχυρότερον ἀναγκῶν, ὃν καὶ ὑπὸ ἀναθεματισμὸν τίθεσθαι ἐν πολλοῖς καὶ πολλάκις παρὰ τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ, ἀναντιρρήτοις ταῖς ὑφηγήσεσιν, ἐπιστώσατο, πῶς ἄν τις τῆς οἱασοῦν ἀξιώσειε κοινωνίας ἢ τὴν ἑαυτοῦ μερίδα μετ᾽ ἐκείνου συναριθμήσειεν; Οὐκ ἔγωγε, οἶμαι οὐδείς· οὔκουν εἰ τὴν μετὰ Χριστοῦ μερίδα ποθεῖν»[9].

Διαβεβαιώνει ὁ «Τόμος» ὅτι οἱ πρὸ αὐτῶν Ἅγιοι Πατέρες ἔκριναν ὅτι οἱ Λατῖνοι εἶναι ἄξιοι ἀποβολῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὰ θεοσύνθετα συγγράμματα τοῦ πατριάρχου Γερμανοῦ (1223-1240) καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ θείων ἀρχιερέων, τὰ ὁποῖα ἐπικυρώθηκαν κατὰ καιροὺς μὲ συνοδικὲς συναντήσεις καὶ ψήφους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ξαναγίνουν δεκτοὶ σὲ κοινωνία, χωρὶς νὰ μεταβληθοῦν καθόλου πρὸς τὸ καλύτερο. Ἂν συνταχθοῦμε μαζί τους, δικαιολογημένα θὰ συναποβληθοῦμε μαζί τους, καὶ ἐπειδὴ ὡς καλὴ ἐλιὰ θὰ μπολιασθοῦμε μὲ ἀγριελιά, θὰ μᾶς περιμένει, τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον: 

Καὶ ἐπὶ λέξει τὸ κείμενο: «Εἰ γοῦν οἱ Ἰταλοί, ἐπαναληπτέον γὰρ αὖθις τὸν λόγον πρὸς τὸ ἐξ ἀρχῆς προτεθέν, παρὰ τῶν πρὸ ἐμοῦ ἁγίων πατέρων ἀποβολῆς ἐκρίνοντο ἄξιοι -οἶδε πᾶς ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τοῦ ἐν πατριάρχαις μακαριστοῦ Γερμανοῦ θεοσυνθέτοις συγγράμμασιν, ὃν ἡμεῖς τε οἴδαμεν καὶ οὗ ἀκηκόαμεν, ἔτι δὲ τῶν πρὸ αὐτοῦ θείων ἀρχιερέων καὶ μακαρίων ἀνδρῶν, ἃ συνοδικαῖς ἀκροάσεσι καὶ ψήφοις κατὰ καιροὺς τὸ κῦρος εἰλήφασιν-, εἶτα ἐγὼ παραδέξομαι τούτους μὴ μεταβαλλομένους πρὸς τὸ κρεῖττον κατὰ μηδέν; καὶ συντετάξομαί γε δήπουθεν τούτοις καὶ συναποβληθείην ἐνδίκως, καὶ ὡς εἰς ἀγριέλαιον ἐκ καλιελαίου ἐγκεκρισθεὶς τὸ πῦρ ἀνταλλάξομαι τὸ αἰώνιον»[10].

Θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ παραθέσουμε πλῆθος θέσεων τοῦ ὀρθοδόξου συνοδικοῦ «Τόμου» τοῦ 1273 κατὰ τῶν Λατίνων ὡς αἱρετικῶν καὶ ἀποβλήτων. Θεωροῦμε ὅτι ἀξίζει νὰ ἐνημερωθεῖ ὁ ἀκατήχητος καὶ ἀποίμαντος λαός, ὁ ὁποῖος ἔχει χάσει τὸν πνευματικό του προσανατολισμὸ μέσα στὴ σύγχυση καὶ στὴν πολυγνωμία. Θὰ παραθέσουμε μία ἀκόμη, γιὰ νὰ ταρακουνηθοῦν λίγο οἱ ἐφησυχάζοντες καὶ κοιμώμενοι ποιμένες. 

Εἴμαστε βέβαιοι πὼς οἱ κακοπροαίρετοι θὰ ἀντιδράσουν σὲ ὅλα αὐτά, θὰ στραφοῦν καὶ ἐναντίον τῆς σταθερῆς καὶ ἀδιάκοπης συνοδικῆς καὶ πατερικῆς παραδόσεως, θὰ ἰσχυρισθοῦν μαζὶ μὲ τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο ὅτι «οἱ πατέρες ἡμῶν οἱ προκαλέσαντες τὸ σχίσμα ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». Ὅλοι πάντως οἱ προηγούμενοι πατριάρχες μέχρι καὶ τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος, μεταξὺ αὐτῶν πολλοὶ Ἅγιοι, ἐκτιμοῦν σταθερὰ καὶ ἀδιάκοπα ὅτι θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως ὑπῆρξαν ὄχι οἱ «οἱ πατέρες ἡμῶν», ἀλλὰ οἱ Παπικοί, οἱ Λατῖνοι καὶ οἱ αἱρετικοὶ ὅλων τῶν αἰώνων. 

Στὸν καθρέπτη τῆς ὀρθοδόξου συνοδικῆς καὶ πατερικῆς παραδόσεως ἂς καθρεπτισθοῦν οἱ συντελεστὲς καὶ οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, γιὰ νὰ ἀντικρύσουν τὸ κακοποιημένο τους πρόσωπο, καὶ ἂς ἀφήσουν τὶς ἀερολογίες, τὶς καυχήσεις γιὰ ἱστορικὸ ἐπίτευγμα καὶ τὶς κολακεῖες πρὸς τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο. Λέγει ὁ ὀρθόδοξος συνοδικός «Τόμος» τοῦ 1273, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους, ὅτι σεῖς, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὴν ἐμνηστεύθη ὡς νύφη ἄμωμη καὶ ἀμίαντη, πρέπει νὰ προφυλαχθῆτε ἀπὸ τὸ μίασμα αὐτὸ τῶν Λατίνων· νὰ μὴ κολλήσετε στοὺς ἑαυτούς σας τὸν μολυσμό τους, γιατὶ θὰ σᾶς ἀποστραφεῖ ὁ νυμφίος τῶν ψυχῶν καὶ θὰ καταισχυνθῆτε αἰώνια. Δὲν πρέπει νὰ δώσετε τόπο στὸν Διάβολο. 

Καὶ ἐπί λέξει: «Διὰ τοῦτο, ὑμεῖς, ἡ τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησία, ἣν ἑαυτῷ νύμφην “ἄμωμον” καὶ ἀμίαντον ἐμνηστεύσατο, φυλάξασθε ἀπὸ τοῦ μιάσματος τούτου, παρακαλῶ, τοῦ τῶν Ἰταλῶν· μὴ προσάψωμεν ἑαυτοῖς τὸν ἐκ τούτων μιασμόν, καὶ ἀποστραφῇ ἡμᾶς ὁ τῶν ψυχῶν νυμφίος καὶ αἰωνίως καταισχυνώμεθα. “Μὴ δῶμεν τόπων τῷ διαβόλῳ”»[11].

Ἐπίλογος
Μᾶς ἀφήνει καθόλου περιθώρια ἡ συνοδικὴ καὶ πατερικὴ Παράδοση νὰ ὀνομάζουμε τὶς αἱρέσεις ἐκκλησίες καὶ νὰ συναποτελοῦμε μαζί τους τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»; Θὰ εἴμαστε μὲ τοὺς λατινόφρονες πατριάρχες Ἰωάννη Βέκκο (1275-1282), Ἰωάννη Καλέκα (1334-1347) καὶ τὸν ἀποστάτη καρδινάλιο Βησσαρίωνα ἢ μὲ τοὺς ὀρθοδόξους πατριάρχες Μ. Φώτιο (858-867, 877-886), Μιχαὴλ Κηρουλάριο (1043-1058), Γερμανὸ Β´ (1222-1240), Ἀρσένιο (1255-1259, 1261-1265), Ἰωσὴφ Α´ (1267-1275, 1282-1283), Γρηγόριο Β´ Κύπριο (1283-1289), Ἀθανάσιο Α´ (1289-1293, 1303-1310), Γεννάδιο Σχολάριο (1354-;), οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ὁποίους τιμῶνται ὡς Ἅγιοι; Μὲ τοὺς Ἁγίους Γρηγόριο Παλαμᾶ, Μᾶρκο Εὐγενικό, Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, Νικόδημο Ἁγιορείτη, Ἀθανάσιο Πάριο καὶ τοὺς ὁσιομάρτυρες τῆς Καντάρας καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους; Ἡ ἀπάντηση εἶναι εὔκολη καὶ προφανής. Λυπούμαστε γιὰ ὅσους ἀποδέχονται καὶ πολὺ περισσότερο γιὰ ὅσους ἐγκωμιάζουν τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης.


[1]. Γιὰ τὴν σύνοδο τῆς Λυὼν (1274) βλ. τὴν διδακτορικὴ διατριβὴ τοῦ Χρηστου Αραμπατζη, Ἡ Σύνοδος τῆς Λυών. Πρόσωπα καὶ Θεολογία, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2002. Του Αυτου, Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ Ρώμη κατὰ τὸν 13ο αἰώνα. Θεολογικὴ καὶ ἱστορικὴ προσέγγιση, ἐκδ. Μεταμόρφωσις, Θεσσαλονίκη 2001. Καὶ στὶς δύο μελέτες ὑπάρχει πλούσια σχετικὴ βιβλιογραφία. 

[2]. Μεταξὺ πολλῶν ἄλλων ποὺ ἐγράφησαν, ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους βλ. καὶ Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Ἡ «Ὀρθοδοξία» τῶν Ἀντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτῶν, Θεσσαλονίκη 1994. Του Αυτου, Εἶναι οἱ Ἀρμένιοι Ὀρθόδοξοι; Οἱ θέσεις τοῦ Μ. Φωτίου, Θεσσαλονίκη 1995. Τὰ ἴδια καὶ στὸ βιβλίο μας Τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας. Οἰκουμενισμὸς καὶ Παπισμός, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 104 ἑ.ἑ. 

[3]. Βλ. σχετικὰ Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Οὐνία. Ἡ καταδίκη καὶ ἡ ἀθώωση, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 156 ἑ. 

[4]. Στὰ σημειούμενα στὶς προηγούμενες ὑποσημειώσεις βιβλία μας καὶ στὴν συνεχῆ καὶ ἐκτενῆ ἀρθρογραφία μας στὰ τεύχη τοῦ περιοδικοῦ Θεοδρομία ποὺ συμπληρώνει ἐφέτος τὸ 18ο ἔτος τῆς ἐκδόσεώς του, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸ 1999. 

[5]. Βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Ἀπό τὴν Ὀρθοδοξία στὸν Οἰκουμενισμό. Ἡ μεγάλη ἀνατροπὴ τοῦ 20οῦ αἰώνα», στὸ βιβλίο μας Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Πρέπει νὰ ἐλπίζουμε ἢ νὰ ἀνησυχοῦμε;, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 23 ἑ.ἑ. 

[6]. Ὅτι οὐχὶ καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἀλλ᾽ ἐκ μόνου τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Λόγος πρῶτος, εἰς Π. Χρηστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. Α´, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 26. 

[7]. Τὸ κείμενο ἐκδίδεται εἰς V. Laurent - J. Darroyzes, Dossier Grec de l' union de Lyon (1273-1277), Institut Francais d’ Études Byzantines, Paris 1976, σελ. 136-301. 

[8]. Αὐτόθι, σελ. 143. 

[9]. Αὐτόθι, σελ. 163. 

[10]. Αὐτόθι, σελ. 172. 

[11]. Αὐτόθι, σελ. 289.

Γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά ἀποθαρρυνόμαστε πνευματικά;



Αὐτή τή δοκιμασία, μπορεῖ ἐπίσης νά τήν ἐπιτρέπει ὀ Θεός γιά δύο κυρίως λόγους.
Ὁ ἕνας λόγος εἶναι γιά νά ταπεινωθοῦμε.
Μᾶς ἐγκαταλείπει Ἐκεῖνος γιά κάποιο διάστημα καί ἐμεῖς, βλέποντας ταπεινομένοι τήν ἀδυναμία μας, δέν νιώθουμε πλέον καμία ἔφεση γιά τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, μέ τήν ὀποία Ἐκεῖνος μᾶς εἶχε πρίν χαριτώσει. Ἔχοντας ἐξάλλου τήν αἴσθηση ὅτι μέσα σ' αὐτή τήν ἐγκατάλειψη οὔτε οἰ στεναγμοί οὔτε ἡ προσωπική μας ἐπιμέλεια εἶναι ἱκανά νά μᾶς ἐπαναφέρουν στήν πρώτη χαρά καί στήν καθαρότητα, συνειδητοποιοῦμε ὅτι ἡ ἀγαλλίαση πού αἰσθανόμασταν πρίν, δέν ἦταν καρπός τοῦ δικοῦ μας ζήλου, ἀλλά δῶρο τῆς εύσπλαγχνίας Του. Καταλαβαίουμε πλέον ἀπό τήν ἐμπειρία μας ὅτι πρέπει νά μᾶς σκεπάσει μέ τή Χάρη Του καί νά μᾶς φωτίσει.

Ὁ ἄλλος λόγος πού ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά πέσουμε σ' αὐτόν τόν πειρασμό εἶναι ὅτι θέλει νά δοκιμάσει μ' αὐτό τόν τρόπο τήν ἐπιμονή, τή σταθερότητα καί τόν πόθο τῆς ψυχῆς μας. Θέλει νά μᾶς διδάξει πόσο θερμά καί ἐπίμονα πρέπει νά Τοῦ ζητοῦμε τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν Αὐτό ἔχει ἤδη ἐγκαταλείψει τήν ψυχή μας. 
Μᾶς ἐκπαιδεύει ἐπίσης, γιά νά συνειδητοποιήσουμε, μετά ἀπό αὐτή τήν ἐμπειρία, πόσο θά μᾶς στοιχίσει τό νά ξαναβροῦμε τή χαμένη πνευματική χαρά μας καί τήν ἀγαλλίαση τῆς καθαρῆς καρδιᾶς.
Μᾶς καθοδηγεῖ, ὥστε νά φιλοτιμηθοῦθμε νά καταβάλλουμε περισσότερο ζῆλο καί νά κάνουμε ἐντατικότερο ἀγώνα, γιά νά διαφυλάττουμε τή Χάρη. Γιατί συνήθυω εἴμαστε πιό ἀμελεῖς, ὅταν πρόκειται νά διαφυλάξουμε κάτι, τό ὁποῖο θεωροῦμε ὅτι μποροῦμε εὔκολα καί ἄκοπα νά τό ξαναβροῦμε. 

Συνομιλία μέ τόν Ἀββᾶ Δανιήλ,
ἐκ τοῦ βιβλίου:
Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου
Τόμος Α΄

Η ΑΔΕΛΦΗ ΒΡΥΑΙΝΗ



«Και το λεπτό ακόμη να το εκμεταλλεύεστε, να βαδίζετε με την ώρα, με το λεπτό, κομποσχοινάκια πιο πολλά, μετανίτσες πιο πολλές, ανάγνωση περισσότερη. Να αποφεύγετε την αργολογία, διότι με την αργολογία χάνει ο άνθρωπος, σβήνει το μεγαλείο από την ψυχή του ανθρώπου. Και ένα κόμπο ακόμη αν έχουμε παραπάνω, κι αυτόν μας τον γράφει ο Άγγελος. Ένα κομποσχοινάκι, ένα καλό λογισμό να τον βάλουμε στην άκρη. Όλα αυτά ο Χριστός μάς τα αποταμιεύει κι όταν θα ’ρθεί η ώρα για να φύγεις, έχεις τις βαλίτσες σου έτοιμες, τις φορτώνεσαι χωρίς κόπο και μόχθο και περνάς ανεμπόδιστα τα τελώνια. Να μη φεύγει ο νους μας από την μνήμη του Θεού ούτε δευτερόλεπτο.

»Να βλέπουμε μόνο και μόνο τον εαυτό μας. Τον νου μας να τον πηγαίνουμε συνέχεια στον θρόνο του Θεού. Θέλουμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας; Να πηγαίνουμε συνέχεια στον θρόνο του Χριστού. Απ’ τον θρόνο του Χριστού, στον θρόνο της Παναγίας· και να λέμε λογάκια στην Κυρία Θεοτόκο, να την ευχαριστούμε που μας ανέχεται, που μας δίνει το φαγάκι μας, τον ύπνο μας. Αυτό το μεγαλείο πού θα το βρούμε; Πουθενά.


»Θα σας πω και κάτι άλλο που είδα. Τα δίνει ο Θεός, για να ξέρω να σας κυβερνήσω και να δούμε πώς θα σωθούμε. Έφθασα σε μια μάνδρα που ήταν ατελείωτη. Μέσα ήταν όλο γραφεία. Γραφεία εδώ, γραφεία εκεί, όλο γραφεία. Κι εκεί λοιπόν μου ’κάναν έλεγχο τα κομποσχοινάκια μου. Προτού μπω, είδα ότι είχα τρεις λίρες χρυσές στα χέρια μου και τις έπαιζα και μου λέει ο λογισμός ότι είναι τα τάλαντα αυτά, η Χάρις του Θεού. Αυτό το χρυσάφι το έχει αυτός που θα κάνει το θέλημα του Θεού. Μπαίνω λοιπόν μέσα και άρχισαν να μου τα κάνουν όλα έρευνα, την αγρυπνία μου, την νηστεία μου, τα κομποσχοίνια. Άλλος σφράγιζε, άλλος δεν σφράγιζε. Και με καθυστερούσαν και ήθελα να φύγω. Μετά λοιπόν έφυγα με δυσκολία και βρέθηκα σε μια εξέδρα μετέωρη που δεν είχε βάσεις. Κρεμόταν στον ουρανό. Από ’δω να είναι ο “βρυγμός των οδόντων”, μια κόλαση απέραντη, ούτε να την φανταστεί κανείς· κι απ’ την άλλη ήταν ένα τάγμα Αγγέλων και Αγίων και στην μέση ήταν ο Χριστός μας, που καθόταν σ’ ένα μαρμάρινο θρόνο και το πρόσωπό Του από την λάμψη δεν μπορούσα να το αντικρίσω. Κι εγώ καθόμουν απ’ την δεξιά πλευρά. Κάτω δε ήταν χάος μαύρο. Κι έβλεπες λοιπόν τσουβαλιές οι δαίμονες να ρίχνουν ψυχές σ’ αυτό το στόμιο μέσα. Εν ριπή οφθαλμού ’πέφταν οι τσουβαλιές. Να ρίχνουν καλογέρους, να βλέπεις αρχιερείς, χίλιοι δυο· και λέω με τον νου μου, πόσοι δαίμονες υπήρχαν και πόσες τσουβαλιές έριχναν μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο! Έρχονταν ένας-ένας να κριθούν στον Χριστό, παπάδες, δεσποτάδες, και ξεπηδούσαν λέοντες απ’ το χάος εκείνο και τους άρπαζαν από τα πόδια και τους έριχναν μέσα στην αφάνεια. Κι έλεγα: “Αχ, Χριστέ μου! Τι θα γίνει;”. Φοβόμουν κιόλας, επειδή βρισκόμουν μεταξύ αφάνειας και στεριάς· και ξύπνησα. Είχα μια βδομάδα να φάω απ’ το κλάμα και τον οδυρμό. Πόσο έκλαψα, πόσο θρήνησα, τι να σας πω! Μετά απ’ αυτό που είδα, δεν κοιτούσα τίποτα γύρω μου. Ήρθε μια αλλοίωση στην ψυχή μου, σαν να έσβησε ο κόσμος από μπροστά μου. Σκέψου, ο Δίκαιος Κριτής! Όλα είναι μια πραγματικότητα. Μας τα δείχνει αυτά ο Θεός, μόνο και μόνο για να μας συνεφέρει…


»Η ώρα του θανάτου είναι πολύ δύσκολη. Εκείνη την ώρα τρέχουν οι Άγγελοι να πάρουν την ψυχή, τρέχουν και οι δαίμονες με τα χειρόγραφα και γίνεται πόλεμος, γίνεται μάχη. Παρουσιάζει ο Άγγελος τα δικά του χειρόγραφα, λέει: “Έχει εξομολογηθεί, έχει τόσες αρετές, έχει εκείνο, έχει το άλλο”. Πηγαίνει και ο δαίμονας με τα δικά του και ανάλογα παίρνουν την ψυχή ή οι Άγγελοι ή οι δαίμονες.

»Μια αδελφή δυσκολεύτηκε, γιατί ένα βράδυ δεν είπε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Σκεφτείτε! Η αδελφή Βρυαίνη, όταν κόντευε να πεθάνει, ανακάθισε στο κρεβάτι και εμείς της κρατούσαμε την πλάτη κι έλεγε:
–Δεν έχω λόγους να ευχαριστήσω τον μεγάλο μου αδελφό.
–Ποιος είναι; Τι σου έκανε; τη ρωτάω.
–Είναι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Πολύ με βοήθησε, πάρα πολύ. Δεν έχω λόγους να ευχαριστήσω και τον μικρό μου αδελφό.
–Ποιος είναι ο μικρός σου αδελφός;
–Ο φύλακας Άγγελος της ψυχής μου. Δεν έχω λόγους να ευχαριστήσω τον Γέροντά μου, δεν έχω λόγους να ευχαριστήσω την Γερόντισσά μου. Ένα πράγμα μόνο δεν βλέπω μπροστά μου, Γερόντισσα· που δεν μ’ άφηνες να πλένω τα πιάτα.
»Επειδή ήταν ασθενής, δεν την άφηνα. Όλες οι εργασίες που έκανε πέρασαν από μπροστά της και ήταν όλες διαμαντένιες.
»Μετά λέει:
–Πες τις αδελφές να μην οκνεύουν (=να μην τεμπελιάζουν), γιατί η οκνηρία είναι το μεγαλύτερο θανάσιμο αμάρτημα.

»Όλα, ό,τι κάνει κανείς, όλα τα βλέπει μπροστά του διαμαντένια. Ό,τι εργάζεται κανείς δεν πάει χαμένο. Ο Θεός όλα τα πληρώνει. Όσο κοπιάζει κανείς περισσότερο, άλλο τόσο παίρνει Χάρη. Είχε πολλή αγάπη η αδελφή Βρυαίνη στον φύλακα Άγγελο της ψυχής, πολλή αγάπη στον Αρχάγγελο Μιχαήλ και στην Παναγία. Μας είπε πολλά πράγματα και τελείωσε με το “Ιησού! Ιησού!”. Όλες οι νοσοκόμες έλεγαν πως, “τέτοιο θάνατο δεν είδαμε μέχρι τώρα!”».


ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ
(ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ, 1921–1995)

[«Λόγια Καρδιάς»
–Γερόντισσα Μακρίνα Βασσοπούλου
(1921–1995)–
Μέρος 2ο, Λόγος 36ος και 40ος,
(Παραμονή Αγίων Πάντων 1986
και 26 Δεκεμβρίου 1987),
σελ. 349–350 και 383–385,
Έκδοση Ιεράς Μονής
Παναγίας Οδηγητρίας
Πορταριά Βόλου, 2013.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]

Ῥωμανίδης: Σήμερα σπανίζει ἡ νοερὰ προσευχὴ στοὺς ἐπισκόπους. Δὲν ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί χρειάζονται τὴν νοερὰ προσευχὴ ὅταν προσέρχονται στὴν Σύνοδο γιὰ νὰ τούς φωτίση ἡ Θεία Χάρις


Εἰκόνα τοῦ «Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ» 

Ἡ Ἐκκλησία εἶχε ὡς παράλληλο ἔργο της τὸ νὰ προστατεύη τὸ Κράτος ἀπὸ τοὺς κομπογιαννίτες γιατρούς, δηλαδὴ ἀπὸ τούς αἱρετικούς. Οἱ Τοπικές καὶ Οἰκουμενικές Σύνοδοι ἐφρόντιζαν ἀκριβώς γι’ αὐτό. Στὰ Πρακτικὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων βρίσκομε τὴν φράσι: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν». Δηλαδή: Ἐφάνη καλὸν εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ εἰς ἡμᾶς… Αὐτὸ τὸ ἔλεγαν οἱ παρευρισκόμενοι στὶς Συνόδους αὐτές, διότι, εἶχαν στὴν κατοχὴ τους τὴν νοερὰ προσευχή, διὰ τῆς ὁποίας ἐπληροφοροῦντο περὶ τῆς ἀληθείας τῶν Ὅρων ποὺ διετύπωναν.
Σήμερα ὅμως, ποὺ σπανίζει ἡ νοερὰ προσευχὴ στοὺς ἐπισκόπους, ἂν συνέλθη μία Σύνοδος ἐξ ἐπισκόπων καὶ σηκωθοῦν κατὰ τὴν ἔναρξι καὶ ποῦν ὅλοι μαζὶ «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν…», θὰ ἔλθη...
ὁπωσδήποτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ τoύς φωτίση; Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι κανονικοὶ ἐπίσκοποι καὶ συνέρχονται σὲ Σύνοδο καὶ κάνουν προσευχή; Ὅμως δὲν ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἔτσι. Μόνο δηλαδὴ κάτω ἀπὸ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις. Χρειάζονται καὶ ἄλλες. Χρειάζεται ὁ προσευχόμενος νὰ ἔχη ἤδη ἐνεργουμένη τὴν νοερὰ προσευχὴ μέσα του, ὅταν προσέρχεται στὴν Σύνοδο, γιὰ νὰ τὸν φωτίση ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Στὶς ψευδο-συνόδους οἱ προσερχόμενοι δὲν εἶχαν αὐτὴν τὴν προσευχητικὴ κατάστασι.

Οἱ παλαιοὶ ἐπίσκοποι ὅμως εἶχαν τέτοια πνευματικὴ ἐμπειρία καί, ὅταν προσήρχοντο ὡς Σῶμα, ἤξεραν τί τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τούς πληροφοροῦσε μέσα στὴν καρδιὰ γιὰ ἕνα συγκεκριμένο θέμα. Καί, ὅταν ἔβγαζαν ἀποφάσεις, ἤξεραν ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους ἦταν σωστές. Διότι εὐρίσκοντο σὲ κατάστασι φωτισμοῦ, ἐνῶ ὠρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς εἶχαν φθάσει καὶ στὸν δοξασμό, δηλαδὴ στὴν θέωσι.

Ὁπότε βλέπομε ὅτι στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία κυριαρχοῦσε τὸ χαρισματικὸ στοιχεῖο (δηλαδὴ κυριαρχοῦσαν τὰ μέλη μὲ χαρίσματα Ἁγίου Πνεύματος), ἐνῶ τὰ καθιδρυματικᾶ στοιχεῖα, δηλαδὴ τὰ τυπικὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ διοικητικὰ προσόντα ἀκολουθοῦσαν. Αὐτὸ εἶναι σαφέστατο καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία καὶ στοὺς μεγάλους Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀπὸ τὴν 1η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (4ος αἰὼν ) μέχρι τὴν 9η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔλαβε χώραν ἐπὶ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (14ος αἰὼν).

Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν συμμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν καρδιὰ τὴν ξέρουν καλὰ μόνο ὅσοι ἔχουν τὴν νοερὰ προσευχὴ ἐνεργουμένη μέσα στήν καρδιά τους. Ἡ νοερὰ προσευχὴ εἴναι μία ἐμπειρικὴ ἐξακρίβωσις καὶ ἐπιβεβαίωσις τῆς θεραπείας τοῦ νοὸς τοῦ ἀνθρώπου. Μία τέτοια θεραπεία εἶναι ἐφικτὴ σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἐφ’ ὅσον πληροῦνται οἱ πνευματικὲς προϋποθέσεις τῆς θεραπευτικῆς μεθόδου. Δὲν εἶναι δηλαδὴ προωρισμένη ἢ σχεδιασμένη μόνο γιὰ κάτι καλογήρους, μόνο δηλαδὴ γιὰ κάποιους ποὺ φορᾶνε ράσα, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Διότι στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν φαίνεται πουθενὰ νὰ γίνεται διάκρισις μεταξὺ μοναστικῆς πνευματικότητος καὶ λαϊκῆς πνευματικότητος. Ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει μόνο γιὰ μία πνευματικότητα. Ἔχετε βρὴ ποτὲ στὴν Ἁγία Γραφὴ κάποιο χωρίο πού νὰ μιλάη ξεχωριστὰ γιὰ πνευματικότητα λαϊκῶν ἢ γιὰ πνευματικότητα κληρικῶν; Δὲν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα στὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι μία γιὰ ὅλους τούς πιστούς.

Αὐτὴ ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι στὴν οὐσία της μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία προσφέρεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Εἶναι σχεδιασμένη γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς μοναχοὺς ἢ τοὺς παπάδες ἢ τοὺς μορφωμένους ἢ διανοούμενους, διότι μέσα της δὲν ἔχει καθόλου διανόησι. Οὔτε ἔχει σχέσι μὲ τὰ ἐξωτερικὰ καὶ φαινόμενα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ μὲ τὰ ἐσωτερικὰ καὶ κρυπτά.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Πατερικὴ Θεολογία», τοῦ πατρὸς Ἰωάννου Σ. Ῥωμανίδου (†)

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ



«όπλω κυκλώσει σε η αλήθεια αυτού» (Ψαλμ. 90,4)

Αναμφίβολα, ζούμε σε περίοδο εθνοαποδόμησης, διεθνιστικής διάλυσης, νέο-οθωμανικής υποταγής και, το χειρότερο, στο κλίμα της αποστασίας της Κρήτης, που κατοχύρωσε συνοδικά την παναίρεση του Οικουμενισμού.

Γράφει ο Απ. Παύλος στους Γαλάτες (1,7):
«Ο ουκ έστιν άλλο, ει μη τινες εισιν οι ταράσσοντες υμάς και θέλοντας μεταστρέψαι το Ευαγγέλιον του Χριστού». Ταραχή μεγάλη και σήμερα, όπως τότε. Η σύνοδος της Κρήτης, πράγματι έχει μεταβάλλει το Ευαγγέλιο του Χριστού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, λέγει, δεν είναι η μοναδική Εκκλησία. Υπάρχουν, υποστηρίζει, και άλλες αληθινές Εκκλησίες (Παπισμός, Προτεσταντισμός κ.λ.π.).
Ο Ι. Χρυσόστομος στην ερμηνεία της επιστολής αυτής, μεταξύ άλλων γράφει: «Διότι όπως και εις τα βασιλικά νομίσματα, όποιος κόψει ολίγον ό,τι έχει χαραχθή επάνω, καθιστά κίβδηλον όλον το νόμισμα, έτσι και εκείνος ο οποίος διαστρέφει και το ελάχιστον από την υγιή πίστιν καταστρέφει τα πάντα».
Και λίγο παρακάτω ο Ι. πατήρ τονίζει: «Ας ακούουν τι λέγει ο Παύλος, ότι διέστρεψαν το Ευαγγέλιον και κατ’ ελάχιστον μόνο καινοτομούντες».
Όλοι μας έχουμε το πνευματικό και ιστορικό χρέος, να κινηθούμε στις πνευματικές γραμμές άμυνας που οριοθέτησαν οι Πατέρες.
Στις σελίδες της Αγίας Γραφής και της Πατερικής γραμματείας, βρίσκουμε πολλά αγωνιστικά κείμενα για το δύσκολο δρόμο της ομολογιακής ορθόδοξης μαρτυρίας.
Τέτοια κείμενα βρίσκουμε και στις σελίδες των τόμων 75 εως 79 της Ελληνικής Πατρολογίας, όπου υπάρχουν οι «ΔΙΑΛΟΓΟΙ» του Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου πάπα Ρώμης (540-604 μ.Χ.).
Είναι τα αιχμάλωτα κείμενα της Ορθοδοξίας, γραμμένα στη Λατινική διάλεκτο.
Είναι κείμενα ορθόδοξα και αποτελούν, πράγματι, το μεγαλύτερο έλεγχο κατά της σύγχρονης αίρεσης του Παπισμού. Αντίθετα, τα κείμενα των οικουμενιστών είναι επιδερμικά, μονομερή, αβαθή, αιρετικά και χωρίς αιιτιώδη σύνδεση με Αγία Γραφή και με την Πατερική διδασκαλία.
Στο 3ο βιβλίο των «ΔΙΑΛΟΓΩΝ» υπάρχει κεφάλαιο με τίτλο: «ο αγώνας για την πίστη».
Στο βιβλίο αυτό διαβάζουμε, για το μέγιστο θαύμα στα πρόσωπα ομολογητών Αφρικανών επισκόπων, που με κομμένη τη γλώσσα τους από τους αιρετικούς Αρειανούς, δεν έχασαν τη συνηθισμένη ομιλία τους.
Με κομμένες γλώσσες, διατύπωναν ολοκληρωμένα Ορθόδοξα επιχειρήματα.
Μόνο ένας, που αμάρτησε σαρκικά, έχασε το χάρισμα αυτό.
Ερώτημα: Μήπως η μόλυνση-ασέλγεια της διάνοιας με οικουμενιστικές ιδέες, είναι η αιτία που πολλές «ορθόδοξες» γλώσσες επισκόπων, ηγουμένων και Ι. Μονών, σιωπούν για την σύνοδο της αποστασίας;
Ας πάρουν θάρρος από τη διήγηση του Αγ. Γρηγορίου του Μεγάλου.
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΒΟΛΟΣ
Υ.Γ. Συνεχίζεται η συλλογή υπογραφών διαμαρτυρίας για τις διώξεις των Αγιορειτών Πατέρων και όποιος επιθυμεί μπορεί να επικοινωνεί με το e-mail: ellas88@outlook.com
Το κείμενο υπογράφεται από τους παρακάτω 120 υπογράφοντες:

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΣΤΑΜΟΥ
ΜΑΡΙΑ ΤΣΕΚΟΥΡΑ
ΙΟΥΛΙΑ ΜΟΣΧΟΥ
ΕΙΡΗΝΗ ΤΣΙΜΠΕΡΙΔΟΥ
ΜΑΡΙΑ ΤΣΑΓΓΟΥΛΗ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΦΑΤΣΗΣ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΦΑΤΣΗ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΟΣΧΟΣ
ΣΟΦΙΑ ΝΙΚΟΛΟΥ
ΑΔΑΜΑΝΤΙΑ ΤΣΙΜΠΕΡΙΔΟΥ
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΥ-ΚΑΡΒΟΥΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
ΚΑΡΒΟΥΝΗ ΖΩΗ
ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΣ ΣΠΥΡΟΣ
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
ΚΡΙΚΩΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΚΡΙΚΩΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΜΠΕΡΤΣΑ ΓΕΩΡΓΙΑ
ΜΠΕΡΤΣΑ ΜΑΡΙΑ
ΜΠΕΡΤΣΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ
ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΟΥ Κ.
ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΙΟΥΛΙΑ
ΛΩΡΙΤΟΥ ΕΛΕΝΗ
ΜΩΡΟΥ ΕΛΕΝΗ
ΠΟΛΙΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΣΟΥΠΛΙΩΤΗ ΕΥΑΝΘΙΑ
ΘΑΛΙΟΥ ΕΥΛΑΜΠΙΑ
ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓ.
ΠΑΝΤΑΖΗ ΧΡΥΣΟΥΛΑ
ΠΑΝΤΑΖΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
ΠΑΝΤΑΖΗ ΓΕΩΡΓΙΑ
ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΠΑΝΤΑΖΗ ΜΑΡΙΝΑ
ΜΠΟΜΠΟΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΠΟΜΠΟΤΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
ΣΑΝΙΔΑ ΑΝΤΙΓΟΝΗ
ΣΑΝΙΔΑ ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ
ΣΑΝΙΔΑ ΡΗΓΟΥΛΑ
ΣΑΝΙΔΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
ΣΑΝΙΔΑ ΔΗΜΗΤΡΑ
ΤΣΙΟΜΗΤΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΤΣΙΚΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ
ΚΑΛΛΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΚΑΛΛΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΚΑΛΛΙΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
ΖΕΡΒΑ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΕΥΘΥΜΙΑ
ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ
ΚΑΡΑΜΠΕΤΣΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑ
ΑΫΦΑΝΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
ΑΫΦΑΝΤΗ ΜΑΡΙΑ
ΓΕΩΡΓΟΥΔΗ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΗ
ΧΡΗΣΤΙΔΗ ΕΛΕΝΗ
ΛΙΝΑΡΙΤΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
ΛΙΝΑΡΙΤΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ
ΜΠΑΛΔΙΜΤΣΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
ΜΠΑΛΔΙΜΤΣΗ ΜΑΡΙΑ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΤΙΜΟΛΕΩΝ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗ ΜΑΡΙΑ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗ ΑΡΤΕΜΙΣ
ΤΡΙΚΑ ΜΑΡΙΑ
ΝΤΟΤΣΙΑ ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ
ΧΑΤΖΗΣΤΑΜΟΥΛΗ ΜΑΡΙΑ
ΓΑΪΤΑΝΙΔΗΣ ΘΕΟΔΟΣΗΣ
ΜΑΡΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΜΑΡΙΑΝΟΥ ΕΥΘΥΜΙΑ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ
ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΑ
ΚΑΡΑΜΠΑΛΙΚΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΚΑΡΑΜΠΑΛΙΚΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΝΤΟΤΣΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
ΓΔΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΦΩΤΕΙΝΗ
ΠΑΠΠΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΣΙΟΥΡΑ ΓΛΥΚΕΡΙΑ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΚΡΗΣ
ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ
ΖΩΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ
ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΖΩΙΤΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑ
ΠΟΛΙΤΗ ΕΥΑΝΘΙΑ-ΜΑΡΙΑ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΥΣΑ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΜΑΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
ΠΟΛΙΤΗ ΒΗΣΣΑΡΙΑ
ΖΩΙΤΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΚΙΖΕΡΙΔΗ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ
ΚΙΖΕΡΙΔΗ ΜΑΡΙΑ
ΚΙΖΕΡΙΔΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΒΑΪΤΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΑΔΑΜ ΚΩΝ/ΝΟΣ
ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
ΣΑΡΙΚΑΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ
ΓΡΑΜΕΝΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ
ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΜΑΝΙΝΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
ΛΟΥΚΙΑ ΜΑΝΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΦΟΥΡΚΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΧΑΤΖΗΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΑΣΔΕΡΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΣ
ΜΥΛΩΝΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ
ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ
ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
ΚΑΤΣΙΚΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ
ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛΕΚΤΡΑ