.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Μνημονεύετε τους bloggers, αυτούς που σώζουν τα αυτονόητα



Δύο μέρες μετά της ΠΑΝΑΓΙΑΣ παιδικός μου φίλος με ειδοποιεί μισο-πέλαγα του Βόρειου Αιγαίου.
¨¨ Κώστα σε μία ώρα θα βρίσκομαι στο λιμάνι της πόλης σου που όπως έμαθα πρόσφατα το μετονομάσατε σε λιμένα ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ για να τιμήσετε αυτόν το Άγιο Προστάτη σας ¨¨
Όταν τον άκουσα χάρηκα γιατί είχα να δω τον φίλο μου πολύ καιρό και ήθελα να μάθω νέα για την νέα του επαγγελματική ζωή καθότι έκανε μια τολμηρή αλλά σωτήρια υπέρβαση στην ζωή του.
Είχε τελειώσει προγραμματιστής και έκανε μάλιστα και μεταπτυχιακό. Πριν δύο όμως χρόνια η ανεργία και οι άμεσες οικογενειακές υποχρεώσεις τον οδήγησαν στην στρωμένη δουλεία του πατέρα του. Άλλωστε από μικρό παιδί δίπλα του γνώριζε καλά αυτή την τίμια δουλειά. Τώρα κουμαντάριζε ένα καλό θαλασσινό σκαρί και περιδιάβαινε με κέντρο την Χαλκιδική τους πλούσιους ψαρότοπους στο Βόρειο Αιγαίο. Πριν λίγο καιρό μου εκμυστηρεύθηκε ότι ξέχασε την ανεργία και μάλιστα το πλήρωμα του αντικαταστάθηκε με ¨¨ άνεργους ¨¨ Έλληνες επιστήμονες!!
Μόλις έδενε το ψαροκάικο εγώ κατέβαινα με το ποδήλατο μου στο λιμάνι για να τον συναντήσω. Όλο το πλήρωμα ήταν αναμαλλιασμένο αλλά και στις επιφάνειες του πλοίου υπήρχε μία επίστρωση από γκρίζα τέφρα.
¨¨ Τι έγινε ρε παιδιά και είσθε έτσι? Από πού έρχεσθ娨
Στην κουπαστή αμέσως εμφανίσθηκε ο φίλος μου ο προγραμματιστής.
¨¨ Μην τρομάζεις αδελφέ που μας βλέπεις έτσι σε αυτό το χάλι, σαν μπαρουτοκαπνισμένους, δεν ερχόμασθε από πόλεμο!!¨¨
¨¨Βρεθήκαμε σε μία καλάδα ανάμεσα στην Θάσο και στο Άγιο Όρος την επόμενη της ΠΑΝΑΓΙΑΣ μετά το μεσημέρι, όταν ξέσπασε ένας δυνατός νοτιάς που ερχόταν από νοτιοανατολικά αλλά συνέχεια άλλαζε προανατολισμό. Είχαμε πάρει από πριν πρόγνωση καιρού αλλά δεν προλαβαίναμε να μαζέψουμε τα δίκτυα, έτσι καθυστερήσαμε. Ξαφνικά μακριά και απέναντι, βορειοδυτικά της Θάσου είδαμε να ανεβαίνει μία στήλη καπνού. Καταλάβαμε ότι ήταν φωτιά, η οποία μάλιστα εξαπλωνόταν γρήγορα λόγω των θυελλωδών ανέμων που επικρατούσαν εκείνη την ώρα. Δεν το περιμέναμε ότι ένα τεράστιο σύννεφο κάπνας και ζεστής σκόνης από αποκαίδια στροβιλιζόμενο θα έπεφτε με πρωτόγνωρη ορμή επάνω μας. Τα αφήσαμε όλα και άρον-άρον τραβήξαμε προς την Αθωνική Χερσόνησο. Ξαποστάσαμε σε ένα φυσικό υπήνεμο ταρσανά και έτσι μας βρήκε το βράδυ γιατί οι αγέρηδες κρατούσαν στην ίδια ένταση , αλλά τώρα όσο νύκτωνε βλέπαμε και υψηλές φλόγες να κατακαίνε ένα μεγάλο κομμάτι από το πανέμορφο νησί της Θάσου¨¨
Με συγχωρείς φίλε μου που σε πήρα μονότερμα αλλά άκου και την συνέχεια γιατί είναι συγκλονιστική.
¨¨ Είχε νυχτώσει και τα ρούχα μας ήταν μέσα στην κάπνα, είχαμε ρίξει λίγο νερό στα μάτια, αλλά από σεβασμό προς την Ιερότητα του χώρου δεν θελήσαμε να πέσουμε στην θάλασσα και να κάνουμε μπάνι﨨 ¨¨ Έτσι είχαμε πέσει στις κουκέτες μας εκτός από εμένα που με πόνο κοιτούσα τις φλόγες που κατέτρωγαν αυτό το όμορφο νησί που πέρασα τα παιδικά μου καλοκαίρια στο σπίτι της γιαγιάς μου¨¨
¨¨ Ο αέρας δυνάμωνε μαζί και οι φλόγες όμως μέσα στο απόλυτο σκοτάδι της στεριάς είδα ένα πολύ δυνατό φώς να κινείται προς την δική μας πλευρά. Πίστεψα πως ήταν κάποιος Αγιορείτης Πατέρας με ισχυρό προβολέα!! και ερχόταν να μας ρωτήσει πως βρεθήκαμε εδώ.
Με μιας σαλτάρισα από το πλοίο για να μην βάλω τον Γέροντα στην ταλαιπωρία να πλησιάσει στους βράχους που δέσαμε. Όσο τον πλησίαζα το φώς λιγόστευε και μόλις αντίκρισα την φιγούρα του σαν να έσβησε ¨¨ ο προβολέας¨¨. Απέναντι μου είχα ένα σεβάσμιο παππούλη μεγάλης και απροσδιόριστης ηλικίας . Άλλωστε είχε αρκετό σκοτάδι και δεν μπορούσα να καταλάβω πολλά πράγματα.¨¨
¨¨ Ευλογείται Γέροντα του είπα πρώτος και εκείνος μου απάντησ娨
¨¨ΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ και της ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΜΗΤΡΟΣ ΤΟΥ που από σήμερα εδώ στο ΠΕΡΙΒΟΛΗ ΤΗΣ μπήκαμε στην Πορεία προς την εορτή της ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ¨¨ Σημειωτέον ότι η εορτή της ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ της ΘΕΟΤΟΚΟΥ στο Άγιον Όρος εορτάζεται με το παλαιόν.
¨¨ Από απορία ρώτησα αμέσως το γέροντα τι δυνατό φακό έχει? Και εκείνος μου απάντησε αφήνοντας με άναυδο, δείχνοντας μάλιστα και τα άδεια χέρια του, ότι δεν είχε κανένα φακό!!! ¨¨
¨¨ Γέροντα έπρεπε κανονικά να κουβαλάς επαγγελματικό προβολέα γιατί εγώ έβλεπα από την μεριά σου ένα μεγάλο φώς¨¨ Ο Γέροντας σιώπησε και άλλαξε την κουβέντα ρωτώντας με πως βρεθήκαμε εδώ και αν χρειαζόμασθαν κάτι? Αφού του εξήγησα την περιπέτεια μας έγνεψε το κεφάλι του και μου έδειξε τις φλόγες απέναντι στην Θάσο, λέγοντας μου¨¨
¨¨Άραγε τι ετοιμάζουν για εμάς? Και ποιοι το ετοιμάζουν?
Δεν χρειάζεται να είσαι πολύ έξυπνος για να καταλάβεις ότι η φωτιά μπήκε απέναντι από το νέο πεδίο γεωτρήσεων πετρελαίου ανάμεσα στο Άγιο Όρος και την Θάσο. Οπότε μπορείς καταλάβεις τι έρχεται ?
¨¨ Άδραξα την ευκαιρία και άρχισα να τον ρωτάω με αυτά τα παράξενα που βιώνουμε τον τελευταίο καιρό¨¨
¨¨ Ποιο τελευταίο καιρό παιδί μου? αυτά γινόταν πάντα από παλιά, τώρα όμως ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΣ επιτρέπει να ανοίξουμε τα μάτια μας για να δούμε κατάφατσα τον προαιώνιο εχθρό μαζί με τα όργανα του μέσα στην ίδια την πατρίδα μας που την πολεμάει λυσσαλέα γιατί του χαλνάει τα σχέδια του πάνω στην γη. Να ήξερες σε τι κατάντια φτάσαμε εδώ μέσα στην Ορθόδοξη Ελλάδα? Απερίγραπτο το χάλι μας!! ΝΑ ΜΗΝ ΜΙΛΑΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ!!
Θα σε ρωτήσω κάτι και να μου απαντήσεις ειλικρινά. Οι γενιές που πέρασαν μνημόνευαν με τιμή και καμάρι τους Αγωνιστές του 21, του 40, αλλά και εκείνους τους Έλληνες που έπεσαν υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Εμάς παλληκάρι μου που ξευτιλισθήκαμε έτσι, πως θα μας μνημονεύουν οι επόμενες γενιές? Όταν τις έχουμε οι ίδιοι προδώσει στον εχθρό...¨¨
¨¨ Ένας κόμπος ανέβηκε στο λαιμό μου, δεν ήξερα τι να απαντήσω γιατί την στιγμή που μιλούσε ο Γέροντας δεν έφεγγε ο προηγούμενος προβολέας του, αλλά τα μάτια του φωσφόριζαν σε σημείο που με τύφλωναν!!! ¨¨
¨¨ Κατάλαβε ότι δεν μπορούσα να μιλήσω και συνέχισ娨
¨¨ Να ξέρεις όμως κάτι, όλο αυτό τον καιρό της σιωπής των ταγών- κεφαλών μας ο ΑΓΙΟΣ ΤΡΙΑΔΙΚΟΣ ΘΕΟΣ δεν μας άφησε μόνους. Μας έφερε μάλιστα και κάποιους από το πουθενά για να αποκαλύπτουν τα βρώμικα σχέδια των εχθρών της Πίστης και της Πατρίδας μας. ¨¨
¨¨ Σήκωσε το χέρι του και μου έδειξε εκεί ψηλά προς τον Άθωνα, λέγοντας μου¨¨
¨¨ Εγώ εκεί ψηλά στην σπηλιά μου λέγω στους φίλους μου να μνημονεύουν τους bloggers, αυτούς που ¨¨ σώζουν ¨¨ τα αυτονόητα δηλ αυτούς που νοιάζονται για ΧΡΙΣΤΟ και ΕΛΛΑΔΑ.¨¨
¨¨Ο κόμπος με αυτά που άκουγα μεγάλωνε στο λαιμό μου, τι να τον ρωτήσω? Αν μπορεί να έχετε διαδίκτυο εκεί μέσα στην σπηλιά σας ?
Μόνος του κατάλαβε τις απορίες μου και μου είπε αυθόρμητᨨ
¨¨ Κάποια πράγματα μην τα ψάχνεις με το μυαλό!!¨¨
¨¨Από οικονομία αγάπης όμως θα σου πω ότι το φώς του προβολέα που είδες είναι το ΦΩΣ της ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ του ΚΥΡΙΟΥ μας που μας συνοδεύει όταν κατεβαίνουμε από τον ΑΘΩΝΑ. Αυτό το ΦΩΣ σε λίγο θα λάμψει στην προδομένη πατρίδα μας και θα την ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ για το όφελος όλης της οικουμένης!!!¨¨
¨¨ Με τους τελευταίους αυτούς λόγους ο Γέροντας εξαφανίσθηκε από μπροστά μου μέσα στο πυκνό σκοτάδ騨 ΄
¨¨ Έτριψα τα μάτια μου , μήπως κοιμόμουν, αλλά κατάλαβα ότι ήμουν ξύπνιος και μάλιστα έξω από το καίκι ¨¨ ¨¨ Γύρισα πίσω για να δω αν κάποιος άλλος από το πλήρωμα είδε αυτά που έζησα προ ολίγου. Όλοι ήταν κουρασμένοι και ξεκουραζόταν.¨¨
Τώρα ο κόμπος δεν έπιασε τον παιδικό φίλο μου αλλά εμένα. Τον κάλεσα στο σπίτι μου για να τον φιλέψω και να μου τα πει από την αρχή για να μπορέσω να τα καταλάβω καλύτερα...

ΜΕΤΑ ΤΙΜΗΣ
ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΑΡΔΑΚΑΣ.

Ἐγκωμιαστικὸς Λόγος εἰς τὴν Ἀποτομὴν τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (νεοελληνικὴ ἀπόδοση).



Ὄντως λαμπρὰ καὶ θεϊκῆς χαρμοσύνης πλήρης ἡ σημερινὴ σύναξη, ποὺ μᾶς συγκέντρωσε ὅλους ἐμᾶς, ἀγαπητοὶ Χριστιανοί, γιὰ νὰ γιορτάσουμε σήμερα τὸ πνευματικὸ πανηγύρι. Καὶ δίκαια χαρακτηρίζεται λαμπρά, ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ ἐπώνυμο τοῦ ἁγίου, τοῦ ὁποίου τελοῦμε τὴν μνήμη, μιὰ καὶ εἶναι καὶ θεωρεῖται «λύχνος φωτός».
Χωρὶς ἀμφιβολία δὲν πρόκειται γιὰ λύχνο, ποὺ περιαυγάζει τοὺς σωματικούς μας ὀφθαλμοὺς μὲ γήϊνη ἀκτινοβολία. Γιατὶ αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ λάμψη θὰ ἦταν παροδική, μὲ συνεχεῖς διακοπὲς ἀπὸ κάθε ἐμπόδιο, ποὺ θὰ παρεμβαλλόταν σὰν σκιά.
Ἀντίθετα, πρόκειται γιὰ φῶς, ποὺ καταυγάζει μὲ τὴν ἀκτινοβολία τῆς θείας Χάριτος τὶς καρδιὲς ὅλων ἐκείνων, ποὺ ἀνέκαθεν ἔχουν συναχθεῖ στὴν ἑορτή, γιὰ φῶς, ποὺ ἀνυψώνει τὸν νοῦ στὴ θεωρία τῆς ἀθλήσεως τοῦ δικαίου.
Κι ἔτσι, καθὼς μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας θὰ ἀτενίζουμε τὸ μακάριο τοῦτο πάθος, θὰ δημιουργοῦμε παράλληλα καὶ τὴν προϋπόθεση τῆς προσωπικῆς μας εὐφροσύνης. Γιατὶ τὸ αἷμα ὁποιουδήποτε ἄλλου, ποὺ ἀπὸ ξίφος ἔρρευσε κάτω στὴ γῆ, οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ τέρψει τὴν ἀνθρώπινη ὅραση οὔτε ἡ διήγηση τοῦ γεγονότος νὰ καλύψει μὲ σεβασμὸ τὴν μνήμη τοῦ νεκροῦ.
Γιατί, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ἑλκύσει τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἀπὸ τὴν φύση του ἀγαπᾶ τὴ ζωή, μιὰ αἱματοχυσία ποῦ ὁδηγεῖ στὸ θάνατο; Μᾶλλον τὸ ἀντίθετο θὰ τὸν ὁδηγοῦσε μὲ τὴν ἀπέχθεια ζωγραφισμένη στὸ πρόσωπό του σὲ συναισθήματα συμπαθείας καὶ ἐλέους γιὰ τὸ πάθημα, ἐκτὸς βέβαια ἐὰν κανεὶς βρίσκεται σὲ κατάσταση ἀλλοφροσύνης ἢ ἀποκτηνώσεως, μὴ μπορώντας νὰ ἀντιδράσει λογικὰ σὲ αὐτὰ ποὺ βλέπει, ὅπως κάνουν τὰ ἄγρια θηρία.
Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς πετεινούς, ποὺ ἐνῷ ἄλλοι σφάζονται, αὐτοὶ χαίρονται, λαλοῦν, πηδοῦν δεξιὰ - ἀριστερά, μένοντας μόνο σὲ αὐτὸ ποὺ βλέπουν καὶ χωρὶς νὰ συλλογίζονται, ὅτι θὰ ἔλθει καὶ ἡ δική τους ἡ σειρὰ νὰ πάθουν τὸ ἴδιο. Τὸ αἷμα, ὅμως, τοῦ δικαίου τὸ βλέπει κανεὶς καὶ τέρπεται, ἀκούει γι᾿ αὐτὸ καὶ τοῦ μεταφέρονται χαροποιὰ ἀγγέλματα, ἀξίζει νὰ τὸ ψαύει μὲ τὰ χείλη προσκυνηματικά.
Γιατὶ ἡ προσφορὰ αὐτοῦ τοῦ αἵματος χαρίζει τὴν μετοχὴ στὴν ἀθάνατη καὶ ἀληθινὴ ζωή. Καὶ πιστεύω, ὅτι ὄχι μόνο ἡ σταγόνα τοῦ αἵματος, ἀλλὰ καὶ ὀ,τιδήποτε δικό του, εἴτε λείψανο εἴτε μία τρίχα εἴτε κάτι ἀπ᾿ ὅσα φοροῦσε ἢ ἄγγιζε, εἶναι περιζήτητο καὶ πολύτιμο σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔχει βάλει σκοπό του νὰ ζεῖ μὲ εὐσέβεια.
Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει κάτι τέτοιο στὸ σπίτι του ἣ στὴν ἐκκλησία, δηλαδὴ ὁλόκληρο λείψανο ἢ ἕνα μέρος ἢ κάτι ἀπειροελάχιστο, τὸ θεωρεῖ καύχημά του, σὰν νὰ κατέχει κάποιο θησαυρό, ποὺ τοῦ χαρίζει ἁγιασμὸ καὶ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν σωτηρία. Καὶ προσέρχεται μὲ εὐλάβεια στὴ λειψανοθήκη μὲ τὴν ἱερὴ σκόνη καὶ ἀσπάζεται μὲ ἅγιο φόβο τὰ ἄψαυστα ἅγια λείψανα.

Τίμιο τὸ αἷμα τῶν προφητῶν.

Τέτοιο, κατὰ τὴ γνώμη μου, ἦταν καὶ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἂν καὶ γιὰ τοὺς γονεῖς στάθηκε τότε αἰτία ἀσυνήθιστου καὶ γοεροῦ θρήνου. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσαν, ἐνῷ μέχρι τότε δὲν εἶχαν ἐμπειρία τοῦ νεκροῦ, νὰ μὴν χάσουν τὰ λογικὰ τοὺς γιὰ τὴ σφαγὴ τοῦ υἱοῦ τους, νὰ μὴν θρηνήσουν καὶ νὰ μὴν ξεσπάσουν σὲ γοερὲς κραυγές, καθὼς ξαφνικὰ τὸν βλέπουν νὰ κείτεται κατὰ γῆς αἱμόφυρτος καὶ πεσμένος νεκρὸς ἀπὸ τὸ φονικὸ χέρι τοῦ ἀδελφοῦ;
Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἀμώς, ποὺ θανάτωσε μὲ ξίφος ὁ βασιλιὰς Ἀμασίας, ἀφοῦ συνέχεια τὸν βασάνιζε ἀνελέητα. Παραδίδει σὲ θάνατο τὸν δίκαιο, καθὼς τὸν πλήγωσε μὲ ρόπαλο στὸν κρόταφο, μιὰ κι ὁ ἴδιος πληγωνόταν μὲ τὰ προφητικὰ βέλη. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Μιχαίου, ποὺ τὸν σκότωσε γκρεμίζοντας τὸν ὁ Ἰωράμ, ὁ γυιὸς τοῦ Ἀχαάβ, ἐπειδὴ δίδασκε μὲ εἰλικρίνεια καὶ θάρρος τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γιατὶ τὸν ἔλεγχε, καθὼς μαρτυρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή, γιὰ τὴν ἀσεβῆ συμπεριφορὰ τῶν προγόνων του. Τέτοιο ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ἡσαΐου. Τὸν χώρισε σὲ δυὸ μέρη μὲ πριόνι ὁ Μανασσῆς, ποὺ εἶχε παρασύρει στὴν εἰδωλολατρεία τὸν μανιώδη στὰ πάθη καὶ ἐπιπόλαιο στὴν πίστη Ἰσραηλιτικὸ λαό, ἐπειδὴ δὲν ἄντεχε νὰ ἀκούει τὶς προφητικὲς ἀποκαλύψεις.
Τὸ ἴδιο ἅγιο στάθηκε καὶ τὸ αἷμα τοῦ γενναίου Ἐλεάζαρ, ποὺ μαρτύρησε μὲ τὰ ἑπτὰ παιδιὰ καὶ τὴν θεοσεβῆ μητέρα τους· αἷμα, ποὺ σκόρπισε ἀσύστολα ὁ Ἀντίοχος μέσα ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, μὴ ὑποφέροντας τὴν σθεναρὴ ἀντίσταση τῶν ἀκαταμάχητων γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς σφράγισε ὁ θάνατος μέσα στὴν τέλεια πίστη τους.
Τέτοιο στάθηκε γιὰ μᾶς καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ προφήτου Ζαχαρίου. Χύθηκε μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο ἀπὸ τὸ ἀφηνιασμένο καὶ ὠμότατο μαχαίρι τῶν Ἰουδαίων, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὰ προφητικὰ λόγια. Καὶ τί χρειάζεται νὰ ἀναφέρω περισσότερα παραδείγματα ἀπὸ τὸ νὰ μιλήσω συνοπτικὰ γιὰ τὸ ἅγιο αἷμα τῶν ἀποστόλων, τῶν προφητῶν καὶ τῶν μαρτύρων, αἷμα ποὺ πολλοὶ ἀλιτήριοι ἔκαναν νὰ ξεχυθεῖ ποικιλοτρόπως, σὰν νερὸ ἄφθονο ποὺ περικυκλώνει τὴ γῆ καὶ σβήνει τὴν ἀσέβεια;

Τὸ αἷμα ποὺ βοᾷ.

Τέτοιο, λοιπόν, ἦταν καὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ Βαπτιστοῦ καὶ Προδρόμου τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο πρόκειται νὰ μιλήσουμε. Αὐτὸ χύθηκε σὰν πολυτελὲς μύρο ἀπὸ τὸν ἱερὸ τράχηλο καὶ εὐωδιάζει τὴν οἰκουμένη.
Αἷμα, ποὺ σύναξε ὄχι ἡ γαστριμαργία οὔτε ἡ οἰνοποσία οὔτε ἡ τροφὴ κρεάτων ἢ κάποιου ἄλλου ἐδέσματος, ἀπὸ ὅσα συνηθίζουν νὰ λιπαίνουν καὶ νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ὀρέξεις, ἀλλὰ αἷμα, ποὺ σιγὰ - σιγά, ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ σπάργανα μέχρι τὸ τέλος, αὔξησε ἡ χάρη τῆς ἐγκρατείας. Γιατί, ὅπως λέει ὁ Κύριος, «ᾖλθε ὁ Ἰωάννης, ποὺ οὔτε ἔτρωγε, οὔτε ἔπινε». Αἷμα, ποὺ κενώθηκε, πρὶν ἀπὸ τὸ πανάγιο Αἷμα τοῦ Δεσποτικοῦ καὶ ἀθανάτου ποτηρίου.
Γιατὶ ἔπρεπε ὁ πρόδρομός του φωτός, ὅπως ἀνέτειλε μὲ τὴ γέννησή του ἀπὸ στεῖρα μητέρα καταυγάζοντας αὐτοὺς ποὺ ζοῦσαν πάνω στὴ γῆ, ἔτσι νὰ λάμψει καὶ στοὺς νεκροὺς περνώντας μέσα ἀπὸ τὸ θάνατο ὡς φωτόμορφος κήρυκας. Αἷμα, ποὺ μὲ πολὺ περισσότερη παρρησία βοᾷ πρὸς τὸν Κύριο ἀπ᾿ ὅ,τι τὸ αἷμα τῆς σφαγῆς τοῦ Ἄβελ.
Καὶ γίνεται τοῦ φόνου ἡ ἐκτέλεση ἀναβόηση μυστικῆς φωνῆς, ποὺ δὲν προέρχεται ἀπὸ φωνητικὰ ὄργανα, ἀλλὰ ποὺ γίνεται ἀντιληπτὴ μὲ τὴ δύναμη τῆς ἴδιας της πράξεως. Αἷμα σεβασμιώτερο ἀπὸ αὐτὸ τῶν πατριαρχῶν, πολυτιμότερο τῶν προφητῶν καὶ ὁσιώτερο τῶν δικαίων. Ἀκόμη καὶ τῶν ἀποστόλων διαπρεπέστερο καὶ τῶν μαρτύρων ἐνδοξότερο, καθὼς μαρτυρεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Αἷμα χαριέστατο, ποὺ καλλωπίζει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πιὸ ὄμορφο ἀπὸ κάθε ποικολόχρωμο καὶ σπάνιο ἀνθοστολισμό, αἷμα, ποὺ κενώθηκε κατὰ τὸ τέλος τοῦ παλαιοῦ νόμου ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης καὶ ἄνθος, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ προοίμιο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.

Δίκαιος ἔλεγχος.

Ἀλλὰ ἂς συνθέσουμε τὸν λόγο ἀπὸ τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια γιὰ τὸ πῶς κενώθηκε αὐτὸ τὸ αἷμα, ἀπὸ ποιὸν καὶ γιὰ ποιὰ αἰτία. « Ὁ Ἡρῴδης, λοιπόν, λέει τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Γιατὶ τοῦ ἔλεγε ὁ Ἰωάννης: Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ συζεῖς μὲ αὐτήν. Καὶ ἐνῷ ἤθελε νὰ τὸν θανατώσει, φοβήθηκε τὸν λαό, γιατὶ ὅλοι τὸν θεωροῦσαν προφήτη».
Κατ᾿ ἀρχὰς ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐξακριβώσουμε, ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ Ἡρῴδης, ἐπειδὴ ἡ συνωνυμία προξενεῖ ἀσάφεια γιὰ τὸ συγκεκριμένο πρόσωπο. Φανερὸ εἶναι, πὼς πρόκειται γιὰ τὸν τετράρχη.
Γιατὶ ὁ πατέρας του ὁ Ἡρῴδης, ὁ φονέας τῶν νηπίων, εἶχε πεθάνει ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια. Καὶ γιὰ ποιὸν λόγο τὸν ἤλεγχε ὁ Ἰωάννης; Γιατὶ ἔχοντας ἀπομακρύνει τὴ νόμιμη γυναῖκα του ὁ Ἡρῴδης, δηλαδὴ τὴν κόρη τοῦ βασιλιὰ Ἀρέτα, συνῆψε παράνομο δεσμὸ μὲ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου.
Γιατὶ εἶχε τὴ δυνατότητα, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ἂν ἐκείνη ἦταν ἄτεκνη, νὰ τὴν νυμφευθεῖ, γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ ἀπόγονος στὸν ἀδελφό του. Παντελῶς, ὅμως, ἀπαγορευόταν, ἐφ᾿ ὅσον εἶχε μία κόρη, τὴν συνωνόματη Ἡρῳδιάδα (τὴν Σαλώμη), τὸ γέννημα τῆς ὀχιᾶς, τὸ διαβολικὸ ὄργανο τοῦ δικοῦ της ἀφανισμοῦ.
Εὔλογος, λοιπόν,ὁ ἔλεγχος τοῦ Ἰωάννου. Καὶ ἔλεγχος ὄχι ὑβριστικός, ἀλλὰ συμβουλευτικός, χωρὶς νὰ δημιουργεῖ τραύματα, ἀλλὰ ἀπεναντίας, νὰ θεραπεύει πληγές. Γιατί, τί λέει; «Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὴν ἔχεις». Τὸν ἐπαναφέρει στὴν τάξη τῆς θείας νομοθεσίας, μιλώντας κάπως ἔτσι: «Δὲς καὶ πληροφορήσου μὲ ἀκρίβεια, γιὰ τὸ τί σου παραγγέλλει ὁ μωσαϊκὸς νόμος. « Ἐὰν μένουν μαζὶ δυὸ ἀδελφοὶ καὶ πεθάνει ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς χωρὶς νὰ ἔχει ἀφήσει ἀπογόνους, δὲν ἐπιτρέπεται ἡ χήρα του νὰ παντρευθεῖ ξένον ἄνδρα.
Θὰ τὴν νυμφευθεῖ ὁ ἀδελφὸς τοῦ ἄνδρα της καὶ θὰ τὴν λάβει ὡς νόμιμη σύζυγο καὶ τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ θὰ λάβει τὸ ὄνομα τοῦ νεκροῦ καὶ ἔτσι δὲν θὰ σβήσει τὸ ὀνομά του ἀπὸ τὸ Ἰσραήλ». Αὐτὰ σοῦ παραγγέλλει ὁ νόμος. Ἐσύ, ἀντίθετα, συζεῖς μὲ τὴν γυναῖκα, ποὺ ἔχει ἤδη παιδὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό σου.
Μή, λοιπόν, παραβεῖς τὸν κανόνα τοῦ νομοθέτου. Κι οὔτε μὲ ἀνόσιο αἷμα νὰ μολύνεις τὴν βασιλικὴ πορφύρα. Κι οὔτε ἐσύ, ποὺ ὀφείλεις νὰ ἀποτελεῖς γιὰ τοὺς ἄλλους τὸ ὑπόδειγμα τῆς ὑποταγῆς στοὺς νόμους, ἐμφανισθεῖς ὡς αἴτιος παρανομίας στοὺς ὑπηκόους σου. Κι ἂν πέσεις σὲ αὐτὸ τὸ παράπτωμα, δίκαια θὰ κριθεῖς, «γιατὶ ἡ τιμωρία, γιὰ ὅσους βρίσκονται στὴν ἐξουσία, εἶναι ἄμεση».

Ὁ αἰχμάλωτος τῶν παθῶν φυλακίζει τὸν ἐλεύθερο.

Αὐτός, ὅμως, κατέχοντας τὴν ἐξουσία καὶ λησμονώντας ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἐξεμάνη, ἄναψε ἀπὸ θυμὸ καὶ ἀπέσεισε ἀπὸ πάνω του τὸν ἔλεγχο. Δὲν μιμήθηκε τὸν Δαυΐδ, ποὺ ὅταν τὸν ἤλεγξε ὁ προφήτης Νάθαν ἐπὶ μοιχείη, ἐβόησε: «Ἁμάρτησα στὸν Κύριο».
Καὶ ὁ Κύριος γιὰ τὴν ταπείνωσή του αὐτή, τοῦ συγχώρησε τὸ ἁμάρτημα. Ἀντίθετα, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν φυλάκισε. Αὐτὸν ποὺ μὲ τὸν ἀσκητικό του βίο ζοῦσε τὴν ὕψιστη ἐλευθερία, τὸν δέσμευσε ὁ αἰχμάλωτος στὸ πάθος τῆς ἀσελγείας.
Ἔδεσε τὸν ἀπελευθερωμένο ἀπὸ κάθε ἐμπαθῆ σχέση ὁ ἤδη δεσμευμένος στὴ γοητεία τῆς ἀκολασίας.
Ἔβαλε στὴ φυλακὴ τὸν φύλακα καὶ κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας ὁ κατάδικος γιὰ τὴν πράξη τῆς ἀκαθαρσίας. «Ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδας, τῆς γυναίκας τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου». Γιὰ τὴν Ἡρῳδιάδα, τὴν ὅμοια στοὺς τρόπους μὲ τὴν Δαλιδὰ καὶ συνεργὸ τοῦ διαβόλου. Γιατί αὐτή, τὸν συγκοιταζόμενο μαζί της, μᾶλλον δὲ παράνομο ἐραστή της, τὸν ἐξώθησε σὲ μανία κατὰ τοῦ Ἰωάννου. Δὲν ἀνέχομαι λέει, νὰ εἶμαι βασίλισσα καὶ νὰ χλευάζομαι ἀπὸ τὸ παιδὶ τοῦ Ζαχαρίου. Καθήλωσε στὴ φυλακὴ τὴ γλῶσσα, ποὺ μὲ στηλιτεύει. Σκότωσε ὅσο πιὸ γρήγορα γίνεται μὲ ξίφος αὐτόν, ποὺ μὲ λόγια σὰν βέλη μου πληγώνει τὴν ψυχή.
«Καὶ θέλοντας νὰ τὸν σκοτώσει φοβήθηκε τὸν ὄχλο, γιατὶ θεωροῦσε τὸν Ἰωάννη ὡς προφήτη». Καὶ συμβαίνει, ὅταν θέλουν οἱ ἄρχοντες νὰ πράξουν κάτι παράνομο, νὰ μὴν κάνουν εὐθὺς ἀμέσως τὴν ὁρμητική τους διάθεση πράξη, ἀλλὰ ἀναβάλλουν ἀπὸ ντροπὴ καὶ φόβο στὸν λαὸ καὶ καραδοκοῦν, πότε θὰ βρεθεῖ ἡ κατάλληλη εὐκαιρία νὰ ξεχύσουν τὴ μοχθηρία τους.

Οἱ ρίζες τῆς ἀνομίας καρποφοροῦν.

«Στὴ γιορτὴ τῶν γενεθλίων του Ἡρῴδη, ἀνάμεσα στοὺς καλεσμένους, χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη, γι᾿ αὐτὸ καὶ τῆς ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο, πὼς θὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι κι ἂν τοῦ ζητήσει».
Κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ποὺ ὄφειλε νὰ ἀναπέμπει δοξολογία στὸ Θεό, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ φῶς αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἐκεῖνος προτίμησε τὸ ἔργο τοῦ σκότους. Γιατὶ ἡ περίσταση ἐκείνη ἦταν εὐκαιρία γιὰ χαρὰ πνευματικὴ καὶ ὄχι γιὰ χορὸ καὶ μάλιστα γυναικώδη ἐνώπιον ἀνδρῶν.
Καὶ ποιὸ τὸ ἀποτέλεσμα; Ὁ ὅρκος. Καὶ ἀπὸ τὸν ὅρκο; Ὁ φόνος. Ξερρίζωσε τὶς ρίζες τῆς κακίας καὶ δὲν θὰ βλαστήσει καρπὸς ἀνομίας. Ἄν, ὅμως, φυτρώσουν οἱ πρῶτες, ἀσφαλῶς καὶ θὰ ἀποδώσουν τοὺς καρπούς τους. «Χόρεψε ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδας ἐν μέσῳ τῶν καλεσμένων καὶ ἄρεσε στὸν Ἡρῴδη».
Καὶ σὲ τί ἄλλο μποροῦσε νὰ ἔχει ἐκπαιδευθεῖ ἀπὸ τὴν μητέρα της ἡ πρόξενος τῆς πορνείας κόρη ἀπὸ τὸ νὰ χορεύει ἀδιάντροπα καὶ μάλιστα μὲ τέτοια τέχνη καὶ ἐπιτήδευση στὸ χορό, ὥστε νὰ ἀρέσει στὸν Ἡρῴδη; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος μὲ ὅρκο δέθηκε νὰ τῆς χαρίσει, ὅ,τι τοῦ ζητήσει.
Σὲ τέτοιο βαθμὸ φθάνει ἡ προπέτεια αὐτῶν, ποὺ βακχικὰ ὀργιάζουν στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας, ὥστε νὰ ἀποφαίνονται ἀπερίσκεπτα γιὰ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα ἔρχεται στὸ νοῦ τους. Καὶ αὐτὴ δασκαλεμένη ἄριστα ἀπὸ τὴν μητέρα της ἄδραξε τὴν εὐκαιρία γιὰ τὸν ἀποτροπιαστικὸ θάνατο, ποὺ ἀπὸ καιρὸ πάσχιζε νὰ πραγματοποιήσει ἡ Ἡρῳδιάδα, ἡ μάννα τῆς ὀχιᾶς. Καὶ ... ἐράσει τὸ ξίφος τὸν ἱερὸ τράχηλο τοῦ Προδρόμου, ἀλλὰ διαπραγματεύθηκες νὰ σοῦ δοθεῖ ἡ ἁγία κεφαλὴ καὶ ἐπὶ πίνακι. Ὢ ἀκόλαστη καὶ θηριωδέστερη καὶ ἀπὸ τὴν Ἰεζάβελ!

Συμπόσιο ἀνόσιο.

«Καὶ λυπήθηκε, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ βασιλιάς. Ἐπειδή, ὅμως, εἶχε ὁρκισθεῖ καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐκτεθεῖ στοὺς καλεσμένους, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τῆς δοθεῖ ἡ κεφαλή. Καὶ ἔστειλε καὶ ἀποκεφάλισε τὸν Ἰωάννη στὴ φυλακή. Καὶ μεταφέρθηκε ἐπὶ πίνακι ἡ κεφαλὴ τοῦ Προδρόμου καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της».
Φοβερὸς καρπὸς διαβολικῆς προμελέτης. Ποιὸς τόλμησε νὰ καταφέρει κατὰ τῆς θείας κεφαλῆς θανατηφόρο ξίφος; Ὁ δεύτερος Δωήκ, ὁ ἄνομος ὑπηρέτης, ποὺ δὲν μιμήθηκε ἐκείνους, ποὺ μὲ φρόνηση ἀντιτάχθηκαν στὸν βασιλέα Σαούλ, ὅταν αὐτὸς ἔδωσε διαταγὴ νὰ φονεύσουν τοὺς προφῆτες τοῦ Θεοῦ. «Καὶ προσφέρθηκε, λέει ἡ Γραφή, ἡ κεφαλὴ ἐπὶ πίνακι».
Πῶς νὰ χαρακτηρίσουμε αὐτὸ τὸ γεῦμα; Συμπόσιο ἢ φονευτήριο; Καὶ πῶς νὰ ὀνομάσουμε αὐτοὺς τοὺς καλεσμένους; Συνδαιτυμόνες ἢ ἔκδοτους στὴ μέθη; Ὢ φοβερὸ θέαμα! Πονηρὸ ὅραμα! Ἐκεῖ παρετίθετο ὄρνιθα ὡς γεῦμα, ἐδῶ προσφερόταν προφητικὴ κεφαλή.
Ἐκεῖ κερνοῦσαν καθαρὸ οἶνο, ἐδῶ κρουνηδὸν ἔρρεε τὸ αἷμα τοῦ δικαίου. Φοβερὴ ἡ ἀγγελία καὶ φρικτὴ ἡ ἀφήγηση: «Καὶ δόθηκε στὴν κόρη, κι αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της». Ἀλλοίμονο, τί ἀτόπημα! Ἡ ἀτίμητη κάρα, ἡ ἁγνὴ καὶ ἄψαυστος καὶ στοὺς ἀγγέλους σεβάσμια, γιὰ μία ἄτιμη πράξη προσφέρθηκε στὴ μιαρὴ καὶ βέβηλο κόρη.
Καὶ τὴν ἔδωσε στὴν μητέρα της σὰν νὰ παρέθετε γεῦμα σ᾿ αὐτήν, ποὺ ὀργίαζε ἀπὸ τὴν μανιώδη ἐπιθυμία τοῦ θανάτου τοῦ προφήτου. Σὰν νὰ τῆς ἔλεγε: Φᾶγε, μητέρα, τὶς σάρκες αὐτοῦ ποὺ ἔζησε ὡς ἄσαρκος. Πιὲς τὸ αἷμα αὐτοῦ ποὺ θυσίασε τὸ αἷμα του στὴν ἄσκηση. Τώρα πιὰ ἀσφαλίσαμε μία γιὰ πάντα τὸ στόμα ἐκείνου, ποὺ μᾶς στηλίτευε.

Ἡ εἰκόνα τῆς ταφῆς.

«Καὶ ἦλθαν, συνεχίζει τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ μαθητές του καὶ πῆραν τὸ σῶμα καὶ τὸ ἐνταφίασαν». Πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, σὺ ὁ φιλομαθής, ἁγιογραφημένη τὴν εἰκόνα τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ δικαίου, καὶ τοὺς μὲν εἰκονομάχους μὴ σταματήσεις νὰ ἐπιπλήττεις ὡς ἐχθρούς της ἀληθείας, σὺ δὲ μελετώντας τὴν ἱστορία μὲ καθαρότητα ἀποκόμισε τὴν ὠφέλεια. Δές, πῶς σύρεται ὁ ἅγιος ἀπὸ τὴν φυλακὴ σιδηροδέσμιος.
Πῶς ὁ ἀποτρόπαιος δήμιος προτείνει ἀπάνθρωπα τὸ ξίφος κατὰ τῆς ἱερᾶς κεφαλῆς. Πῶς μετὰ τὴν ἀποτομὴ ἡ μυρόβλυτη κάρα προσφέρεται στὴν μανιασμένη ἀπὸ ὄργια Ἡρῳδιάδα. Καὶ δές, πῶς θάπτεται τὸ ἱερὸ σῶμα ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μαθητῶν του, ποὺ τὸν παραστέκουν ὁλογυρὶς μὲ θερμὰ δάκρυα καὶ βαθὺ πόνο ψυχῇς.
Καὶ ἄλλος μὲν ἐναγκαλίζεται τὰ πόδια τοῦ Ἁγίου, ἄλλος πασχίζει νὰ συναρμόσει τὴν κεφαλὴ μὲ τὸ ὑπόλοιπο σκήνωμα, ἐνῷ κάποιος τρίτος θυμιάζει καὶ ψάλλει τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ἐκεῖ βρίσκομαι κι ἐγώ, ἀκροατές, μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου καὶ βλέπω τὴν ταφὴ τοῦ δικαίου νὰ γίνεται μὲ εἰρήνη, ὅπως ἀναφέρεται στὴν Γραφή. Θεωρῶ τὸ ἀγγελικὸ ἐκεῖνο πρόσωπο, ποὺ οἱ ὀφθαλμοί του σὰν δυὸ φωστῆρες βασίλεψαν καὶ ποὺ ἡ ὄψη του ἀντιφέγγιζε τὴν ἀκτινοβολία τῆς Χάριτος. Δὲν ἀναπνέει τῆς πρόσκαιρης ζωῆς τὴν ζωτικὴ ἐνέργεια, ἀλλὰ κατ᾿ ἐξοχὴν ἀναπνέει τῆς Θείας Χάριτος τὴν εὐωδία.
Ἀσπάζομαι ἐκεῖνες τὶς ἱερὲς χεῖρες, ποὺ ἡ ἁφή τους στάθηκε ἀνέπαφη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ποὺ ὁ δάκτυλός τους καθυπέδειξε στοὺς ἀνθρώπους Αὐτόν, ποὺ πῆρε πάνω Του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Προσκυνῶ τοὺς ὡραίους ἐκείνους πόδας τοῦ εὐαγγελιζομένου τὰ ἀγαθὰ στοὺς ἀνθρώπους, τοῦ Προδρόμου, ποὺ προευτρέπισε τὴν ὁδὸ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἂς μοῦ παραχωρηθεῖ γιὰ προσκύνηση καὶ ἡ τιμία ἅλυσις, ποὺ μ᾿ αὐτὴν κρατήθηκε δέσμιος ὁ πολυτίμητος ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἄγγελος.
Ἂς μοῦ δοθεῖ καὶ τὸ ἱερὸ ἐκεῖνο πινάκιο, ποὺ πάνω του κατατέθηκε ἡ πανσεβάσμια κάρα, ἡ πολυτιμότερη καὶ ἀπὸ τὸν χρυσό. Καὶ οὔτε τὴν μάχαιρα τοῦ στυγνοῦ φονιᾶ, ποὺ διαπέρασε τὸν ἱερὸ τράχηλο, ἂν εὕρισκα, θὰ ἄφηνα ἀπροσκύνητη καὶ οὔτε τὸ χῶμα, ἂν τύχαινε νὰ βρῶ, ὅπου ἐφυλακίσθηκε ὁ θησαυρός, θὰ δίσταζα νὰ καταφιλήσω, μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι θὰ μοῦ μεταγγίσει Χάρη. Μακαριστὲ τάφε καὶ ἄπικρη πέτρα, ποὺ κρατᾷς μέσα σου κλεισμένο τὸ τρισευλογημένο ἐκεῖνο σκήνωμα, πολυτιμότερο ἀπὸ πολλὰ σμαράγδια καὶ μαργαριτάρια.
Ἐκεῖ, λοιπόν, παρευρισκόταν ὀρατῶς ὅλη ἡ ὁμήγυρις τῶν μαθητῶν καὶ ἀοράτως πλῆθος ἀγγελικῶν δυνάμεων, ποὺ ἐγκωμίαζαν, τιμοῦσαν, ἀνύψωναν στὸν οὐρανὸ καὶ μετέφεραν στὴν αἰώνια χαρὰ αὐτόν, τὸν ἔνσαρκο ἄγγελο, τὸν γνήσιο φίλο τοῦ Κυρίου, τὸν νυμφαγωγὸ τοῦ νυμφίου, τὸν ἄσβεστο λύχνο τοῦ ἀρρήτου φωτός, τὴν ζωντανὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὸν ὑπεράνω τῶν προφητῶν καὶ μεγαλύτερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Τέτοια, λοιπόν, ὅπως εἰπώθηκε, εἰρηνική, ὑπῆρξε ἡ ταφὴ τοῦ δικαίου, πρόξενος ἀγαλλιάσεως καὶ σωτηρίας στὸν κόσμο.

Ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς μᾶς ἀνταμείβει.

Ἄραγε ὁ παράφρων Ἡρῴδης διέφυγε ἔπειτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὴν δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ; (τὴν δικαιοκρισία). Ὄχι βέβαια. Ἀντίθετα, ὅπως ἀναφέρεται, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ ἐγκλήματος κατασφάττεται ὕστερα ἀπὸ ἀνταρσία ὅλων τῶν ὑπηκόων του.
Κι αὐτὸ συνέβη, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς συνετίζει παιδευτικὰ αὐτούς, ποὺ πρόκειται νὰ βασιλεύσουν στὸ μέλλον, ὥστε νὰ μὴν περιπέσουν στὰ ἴδια ἐγκλήματα. Ἀλλά, ἀφοῦ ἐπανέλθω στὸ προκείμενο, ἂς ἀναβοήσω μὲ φωνή, ποὺ ἁρμόζει στὴ σημερινὴ ἡμέρα. Ἡμέρα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων τιμᾶται γιὰ τὸ ἐλεγκτικό του κήρυγμα καὶ ὁ παράφρων Ἡρῴδης ἀπὸ ὅλους ὅσους ἔχουν φόβο Θεοῦ στηλιτευόμενος ἐπὶ μοιχείη περιφρονεῖται.
Σήμερα ἡ κεφαλὴ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου προσφέρεται ὡς ἱερὸ σφάγιο ἐπὶ πίνακι καὶ ἡ μοιχαλίδα Ἡρῳδιάδα παρὰ τὴν θέλησή της καταδικάζεται αἰώνια. Σήμερα τὸ αἷμα Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου γιὰ τὴν φύλαξη τοῦ θείου νόμου χύνεται καὶ ὁ ἐχθρός του Προδρόμου διὰ τῆς παρανομίας (μὲ τὴν κάκιστη διαγωγή του) δίκαια διαπομπεύεται.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος γιὰ τὴν παρρησία του πρὸς τὸν Ἡρῴδη χάριν τῆς δικαιοσύνης φονεύεται καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς διδασκόμενοι νὰ μὴν χωρίζονται ἀπὸ τὶς νόμιμες γυναῖκες τοὺς τὸν ἤδη διαζευχθέντα βασιλέα ἀπεχθάνονται. Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήνει ὁρόσημο πάνω στὴ γῆ καὶ παραγγέλλει ν᾿ ἀρκεῖται κάθε ἄνθρωπος στὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ νὰ μὴν προχωρεῖ πάρα πέρα.
Σήμερα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κατέρχεται στὸν Ἅδη καὶ οἱ νεκροὶ ἀφουγκράζονται (εὐαγγελίζονται) τὴν ἀνείπωτη χαρὰ τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα οἱ οὐρανοὶ μὲ πανευφρόσυνη ἀγαλλίαση ὑποδέχονται τὸν ἀποκεφαλισθέντα γιὰ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ οἱ ἄνθρωποι πάνω στὴ γῆ ἀναπέμπουν ἑόρτιους ὕμνους.
Καὶ μοῦ φαίνεται, πὼς μᾶς παρακολουθεῖ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ μέγας τοῦ Κυρίου Πρόδρομος καὶ πὼς θὰ μᾶς ἀνταμείψει σὰν ὑμνῳδούς του μὲ θεία χαρίσματα. Μεταξὺ τῶν προφητῶν σὰν πρωϊνὸς διάττοντας ἀστέρας ποὺ καταγαύζει ἀνάμεσα στοὺς ἀποστόλους, σὰν ἥλιος μεταξὺ ἡλίων ποὺ προλάμπει καὶ ὑπερλάμπει, ἐν μέσῳ τῶν μαρτύρων σὰν οὐρανὸς κατάκοσμος μὲ τὰ ἄστρα τῶν θαυμάτων, μεταξὺ τῶν δικαίων ὑπέρτερος, ὑπερέχων γιὰ τοὺς πολλοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης φαίνεται ψηλότερος καὶ ἀπὸ τοὺς ψηλόκορμους κέδρους τοῦ Λιβάνου αὐτὸς ποὺ χαροποίησε σήμερα τὴν οἰκουμένη.
Γιατί, ἂν πολλοὶ θὰ χαροῦν, κατὰ τὰ εὐαγγελικὰ λόγια, μὲ τὴν γέννησή του, ἀνάλογη θὰ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ πνευματικὴ εὐφροσύνη, γιὰ τὸ μαρτύριό του, τὸ ὁποῖον ἀξιωθήκαμε νὰ πανηγυρίσουμε ὅλοι ἐμεῖς, ἱερεῖς καὶ ἐρημῖτες, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, γιατί ὅλοι μετέχουμε στὴν ἀγαλλίαση, ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ μνήμη του.
Ἰδιαίτερα, ὅμως, ἐμᾶς, ποὺ ἐγκαταβιώνουμε στὸν ἱερὸ τοῦτο οἶκο. Εἴθε νὰ τύχουμε ἐκτενέστερα ἀκόμη τῶν θείων πρεσβειῶν Του πρὸς τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, στὸν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, καθὼς καὶ στὸν Πατέρα καὶ τὸ πανάγιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, γιὰ σήμερα καὶ γιὰ πάντα καὶ αἰώνια. Ἀμήν.

Ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τοῦ Προδρόμου Καρυῶν Καρυστίας
Πνευματικὴ πανήγυρις

anavaseis.blogspot.com

Ο μαρτυρικός θάνατος του Ιωάννου του Προδρόμου.


Ἕνα ἀπό τά αἰσχρά ἐγκλήματα πού στιγματίζουν τήν ἱστορία τοῦ κόσμου μας εἶναι ἡ ἀποτομή τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου (29 Αὐγούστου). Τόν ἄνθρωπο τόν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Κύριος χαρακτήρισε ὡς «μείζονα ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» (Μθ 11,11 πρβλ. Λκ 7,28) τόν ἀποκεφάλισε τό καπρίτσιο μιᾶς διεφθαρμένης γυναίκας, πού κατόρθωσε νά ξεμυαλίσει ἕναν ἀσύνετο βασιλιά. Εἶναι ἀξιοσημείωτη ἡ λιτότητα μέ τήν ὁποία ἀποδίδουν τό γεγονός τά ἱερά Εὐαγγέλια (Μθ 14,3-12· Μρ 6,16-29· Λκ 3,19-20· 9,7-9), σέ ἀντίθεση πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο τό προσεγγίζει ἡ ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀξίζει νά παραθέσουμε ἕνα δεῖγμα: Πῶς ἀποδίδει ἡ ἐκκλησιαστική μας ποίηση τά ἱστορούμενα στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο (14,3-4).
Ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἡρώδη νά συζευχθεῖ τή γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου, ἐνῶ ἀκόμη ἐκεῖνος ζοῦσε, ἦταν παράνομη (πρβλ. Λε 18,16· 20,21). Μέ ἐκφραστικά ἐπίθετα καί ἀρνητικά φορτισμένες λέξεις οἱ ὑμνογράφοι διατυπώνουν πληθωρικά τόν ἀποτροπιασμό τους γι᾿ αὐτή τήν παρανομία.
Τήν ὀνομάζουν γενικά «ἄνομον πρᾶξιν» ἤ «παρανομίαν» καί εἰδικότερα «συζυγίαν τήν ἄσεμνον» ἤ «παράνομον μῖξιν», τονίζοντας τήν ἠθική ἀπαξία καί τήν πνευματική ἐκτροπή μέ τίς ἐκφράσεις «παρανόμου μοιχείας τήν πρᾶξιν» καί «θεοστυγῆ μῖξιν».
Ἀλλά δέν ἀρκεῖται ἡ ὑμνογραφία μόνο στό χαρακτηρισμό τῆς πράξεως. Χαρακτηρίζει ἐπίσης -καί μάλιστα μέ σκληρούς χαρακτηρισμούς- τά πρόσωπα, πράγμα πού ἀποφεύγει ἡ εὐαγγελική διήγηση. Ὁ Ἡρώδης, «ὁ τοῦ νόμου ταῖς ποιναῖς ὑπεύθυνος», συλλαμβάνεται «παρανομῶν» καί «πράττων ἀσέμνως τά ἀσελγῆ». Χαρακτηρίζεται ὡς «δεινός», «δείλαιος», «ἄνομος», «δυσσεβής», «ἀσελγής», «ἄφρων» ἀλλά καί «παρά-φρων», ὅπως σημειώνει τό Συναξάρι. «Ἔχθιστος», «ἄδικος», «ψεύδους ἔκγονος», «ἔκφρων οστρῳ» ἤ «μαινόμενος οστρῳ» πάσχει ἀπό «ψυχοβλαβῆ μέθην καί οἶστρον ἀκόλαστον». «Θελγόμενος ἀκολασίᾳ γυναικείᾳ» καί «κεντούμενος ἀσεβεῖ θηλυμανίᾳ ἀπέ-τεμε κεφαλήν προδρομικήν». 
Ἡ Ἡρωδιάς χαρακτηρίζεται ἐπίσης μέ ἀντίστοιχα πρός τήν πράξη της ἐπίθετα: «μοιχαλίς», «ἀνοσιουργότροπος», «κακοδαίμων», «ὠμή λέαινα», πού γιά τήν ἐκπλήρωση τοῦ σατανικοῦ της σχεδίου χρησιμοποίησε καί τή θυγατέρα της «φονοτρόπῳ συμβουλῇ». 
Μέ ἔντονη συναισθηματική φόρτιση οἱ ὑμνογράφοι, καθώς ἐκφράζουν τήν ὀργή καί τόν ἀποτροπιασμό τους γιά τά πρόσωπα τῶν ἐνόχων (Ἡρώδη καί Ἡρωδιάδας), ἀφήνουν νά φανεῖ μέσα στίς συνθέσεις τους ὅλη ἡ ἐπιδοκιμασία καί ὁ θαυμασμός τους γιά τόν Ἰωάννη. Στήν περίπτωση τῆς ἀντίθεσής του πρός τόν Ἡρώδη ὁ Ἰωάννης εἶναι ὄχι μόνο γνώστης τοῦ νόμου, μέ τόν ὁποῖο ἔχει ἐκτραφεῖ, ἀλλά καί «νόμου σφραγίς». Γι᾿ αὐτό, ὅπως σημειώνει ὁ μοναχός Ἰωάννης «προκινδυνεύει τῶν ἐντολῶν τοῦ νόμου». Αὐτό τό φρόνημα, τοῦ ὑπερασπιστοῦ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τοῦ δίνει τό δικαίωμα νά ἐλέγχει «παρρησίᾳ ἀμέμπτῳ». 
Μέ πολλούς καί ποικίλους τρόπους οἱ ὑμνογράφοι ἐξυμνοῦν τήν παρρησία καί τό θάρρος τοῦ Ἰωάννη, νά στηλιτεύσει μέ δύναμη τήν παρανομία τοῦ Ἡρώδη «οὐκ ἔξεστι λέγων μοιχεύειν τοῦ ἀδελφοῦ σου Φιλίππου τήν γυναῖκα». Μάλιστα, κατά τό δεύτερο τροπάριο τῆς στ΄ ὠδῆς τοῦ πρώτου κανόνα στή μνήμη τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου, ὁ ἔλεγχος τοῦ παρανόμου βασιλιᾶ συνεχίζεται καί «μετά τό τέλος», μετά τό θάνατο, τοῦ προφήτη. Ὁ «τῆς παρανομίας κατήγορος» ἐξακολουθεῖ νά διασύρει, καί θά διαπομπεύει τούς ὑπευθύνους στούς αἰῶνες. Καί πρό τῆς ἐκτομῆς καί μετά ἀπ᾿ αὐτήν ἐλέγχει καί καταισχύνει «τῆς ἁμαρτίας τήν φάλαγγα». Καί μέ τόν ἔλεγχο αὐτό «τρανώνει τόν νόμον τοῦ Θεοῦ», δηλαδή κάνει μία πιστή μετάφραση, ἑρμηνεία καί ἀνάπτυξη τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ γιά ὅλους. 

Σ. Καρακασίδου – Περιοδικό “Απολύτρωσις”

ΓIA THN AΛΗΘΕΙΑ!

«Ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας…» (ἀπολυτίκιον)


ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ, ἀγαπητοί μου, μεγάλη ἑορτή. Σήμερα, 29 Αὐγούστου, εἶνε ἡ ἀποτομὴ τῆς κεφαλῆς τοῦ τιμίου Προδρόμου. Γιὰ νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ἑορτή, πρέπει νοερῶς νὰ ζήσουμε τὸ γεγονός. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ μεταφερθοῦμε στὴν ἐποχὴ ἐκείνη.

Κοντὰ στὰ Ἰεροσόλυμα, στὴ δυτικὴ ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου, ὑπῆρχε στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ ἕνα φρούριο. Ἦταν οἱ φυλακὲς τῆς Μαχαιροῦντος, φυλακὲς καταδίκων. Σῴζονται μέχρι σήμερα κάποια ἐρείπια.
Μπαίνοντας μέσα βλέπουμε ἕναν ἄνθρωπο πολὺ συμπαθῆ. Εἶνε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. ―Στὴ φυλακὴ ὁ Ἰωάννης; τί ἔκανε;… Ἔγκλημα! ―Τί εἶν᾿ αὐτὰ ποὺ λές; Ἐμεῖς ξέρουμε, ὅτι τὸ ἐγκώμιό του ἔπλεξε ὁ διος ὁ Χριστός. «Μνήμη δικαίου μετ᾿ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία Κυρίου, Πρόδρομε…». Ὁ Κύριος βεβαιώνει ὅτι, μεταξὺ τῶν μυριάδων ποὺ γέννησαν οἱ γυναῖκες τῆς παλαιᾶς διαθήκης, δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν βαπτιστή (βλ. Ματθ. 11,11). 
Γνωρίζουμε ἀκόμη ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια, ὅτι ἀπὸ μικρὸς ἀφιερώθηκε στὸ Θεό. Πῆγε στὴν ἔρημο, κ᾿ ἐκεῖ ἡ τροφή του ἦταν «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον» (ἔ.ἀ. 3,4). Ἔτσι πέρασε τὴ ζωή του. Ἦταν ἅγιος. Πῶς ἐσὺ λές, ὅτι ἔκανε ἔγκλημα;… Καὶ ὅμως ἐπιμένω, ἔκανε ἔγκλημα ὁ Ἰωάννης, τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα. Τὸ δὲ μεγαλύτερο ἔγκλημα εἶνε, ὅτι εἶπε τὴν ἀλήθεια.
Σὲ ἐποχὲς διαφθορᾶς καὶ ἐκφυλισμοῦ, τὸ νὰ πῇ κάποιος τὴν ἀλήθεια εἶνε ἔγκλημα. Ὁ Σωκράτης τὸ πλήρωσε μὲ τὸ κόνιο καὶ ὁ Χριστός μας μὲ τὸ σταυρό. Ἔτσι καὶ ὁ Ἰωάννης «μεμαρτύρηκε τῇ ἀληθείᾳ» (Ἰωάν. 5,33), γι᾿ αὐτὸ ψάλλουμε «…ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας…» (ἀπολυτ.). Στὴ γλῶσσα τοῦ Θεοῦ εἶνε ἱερὸ καθῆκον νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια· ἀλλὰ στὴ γλῶσσα τοῦ κόσμου αὐτὸ εἶνε ἔγκλημα.
Ὁ Ἰωάννης εἶπε τὴν ἀλήθεια σὲ ὅλους. Ἔστησε τὸ βῆμα του στὸν Ἰορδάνη, κ᾿ ἐκεῖ ἤρχοντο τὰ πλήθη. Ἦρθαν πολιτικοὶ ἄρχοντες. Τί τοὺς εἶπε· 
―Μὴν ἐκμεταλλεύεστε τὸ φτωχὸ λαό. Ἦρθαν στρατιωτικοί, καὶ τοὺς εἶπε· 
―Μὴ χρησιμοποιεῖτε τὸ ξίφος σας, τὴ βία· μὴ πιέζετε τὸ λαό. Ἦρθαν πλούσιοι· 
―Δῶστε ἀπὸ τὰ πλούτη σας· ὅποιος ἔχει δυὸ πουκάμισα νὰ δώσῃ τὸ ἕνα, κι ὅποιος ἔχει δυὸ ψωμιὰ νὰ δώσῃ τὸ ἕνα. Ἦρθαν κατόπιν οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ποὺ ἐκαυχῶντο γιὰ τὴν ἁγιότητά τους, καὶ τί τοὺς εἶπε· 
―Εἶστε δέντρα ἄκαρπα, φωτιὰ καὶ τσεκούρι σᾶς περιμένει (βλ. Ματθ. 3,10)· εἶστε «γεννήματα ἐχιδνῶν», πῶς θὰ ἐκφύγετε «ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς» τοῦ Κυρίου; (ἔ.ἀ. 3,7). Τέτοιος ἤτανε. Αὐτή εἶνε ἡ ἀλήθεια, ποὺ δὲ᾿ γνωρίζει ψιμύθια.
Τέλος ὁ ἔλεγχος ἔφτασε στὸ ἀποκορύφωμα ὅταν ἐξερράγη ἕνα σκάνδαλο στὴν κορυφὴ πλέον τῆς κοινωνικῆς πυραμίδος. Ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης Ἀντύπας, ὁ τετράρχης, διέπραξε ἕνα ἀνοσιούργημα. Ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ ζοῦσε παρανόμως μὲ τὴν Ἡρῳδιάδα, μοιχαλίδα συγγενῆ του, σύζυγο τοῦ ἀδερφοῦ του Φιλίππου. Ὅλα μαζὶ τὰ κακά· καὶ ἐγκατάλειψις – ἄρνησις συζύγου, καὶ μοιχεία, καὶ αἱμομειξία.
Ἔγκλημα αὐτό. Τὸ ἤλεγξε ἆραγε κανένας; Τσιμουδιά! Ποῦ οἱ φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς; ποῦ οἱ ἱερεῖς; Τίποτα! Μόνο «πολυχρόνια» ξέρανε νὰ ψάλλουν, οἱ κόλακες. Ἕνας μόνο βρέθηκε καὶ εἶπε τὴν ἀλήθεια· ὁ Ἰωάννης! Δὲν ἀνεχόταν ἡ συνείδησί του τέτοια παρανομία. Ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα καὶ εἶπε στὸν Ἡρῴδη· «Οὐκ ἔξεστί σοι», βασιλεῦ, «ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18). Κεραυνὸς νά ᾿πεφτε στὰ ἀνάκτορα δὲν θὰ ἐσείοντο τόσο ὅσο μὲ τὴ φωνὴ αὐτή. Τὸ ἀποτέλεσμα; Συνελήφθη ἀμέσως καὶ τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακές.
Νά τὸ «ἔγκλημά» του· εἶπε τὴν ἀλήθεια!
Καὶ μετά; Τὸν εἶχε κρατούμενο ὁ Ἡρῴδης, ἀλλὰ δὲν τὸν ἐκτελοῦσε. Τὸν εὐλαβεῖτο. Ἤξερε, ὅτι λέει ἀλήθεια. Συνέβη ὅμως τὸ ἑξῆς. Ἑώρταζε τὰ γενέθλιά του ὁ Ἡρῴδης καὶ ἔκανε συμπόσιο. Μαζεύτηκαν ὅλοι οἱ ἀξιωματοῦχοι. Φαγητὰ καὶ ποτὰ ἐκλεκτά, μουσικὴ καὶ χορός. Τέλος νά καὶ παρουσιάζεται ἡ Σαλώμη, ἡ κόρη τῆς Ἡρῳδιάδος, καὶ χόρεψε ἕναν ἀπὸ τοὺς διεφθαρμένους χορούς. Ὅλοι εἶχαν μεθύσει ἀπ᾿ τὸ κρασὶ καὶ χαυνωθῆ ἀπ᾿ τὴν ἀκολασία. Τότε ὁ βασιλιᾶς εἶπε στὴν κόρη· Μοῦ ἄρεσες πολύ, γι᾿ αὐτὸ σοῦ δίνω ὅ,τι μοῦ ζητήσῃς, μέχρι καὶ τὸ μισὸ βασίλειό μου. Πολλὰ μποροῦσε νὰ ζητήσῃ ἡ Σαλώμη, χρυσάφι κτήματα περιουσίες. Δὲ᾿ ζήτησε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Ὤ κακία γυναικός! ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Πῆγε ἡ πονηρὴ καὶ συμβουλεύτηκε τὴ μάνα της. Κ᾿ ἐκείνη τῆς εἶπε· Νὰ ζητήσῃς τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννου! Δὲν τὸ περίμενε ὁ βασιλεύς· καὶ δὲν κατώρθωσε νὰ ξεφύγῃ. Παρ᾿ ὅλο ποὺ πολὺ λυπήθηκε, διέταξε τὸν σπεκουλάτορα, τὸ φρούραρχο ἀξιωματικό, αὐτὸς πῆγε στὴ φυλακὴ καὶ μὲ μιὰ σπαθιὰ ἀποκεφάλισε τὸν τίμιο Πρόδρομο.

Τὸ δρᾶμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου συνεχίζεται, ἀγαπητοί μου. Διότι καὶ σήμερα, στὴ διεφθαρμένη γενεά μας, τὸ νὰ πῇς τὴν ἀλήθεια θεωρεῖται ἔγκλημα καὶ θέλει ἡρωϊσμό.
Ζοῦμε μέσ᾿ στὸ ψέμα. Ἡ γυναίκα μπορεῖ πρὸ ὀλίγου νὰ ἦταν μὲ τὸν ἐρωμένο της, καὶ μετὰ γλυκομιλάει στὸν ἄντρα της σὰ᾿ νὰ μὴ συνέβη τίποτε. Ὁ ἄντρας γυρίζει ὅλη νύχτα, κι ὅταν ἐπιστρέφει στὸ σπίτι παριστάνει τὴν ἀθῴα περιστερά. Ψέμα ἡ γυναίκα, ψέμα ὁ ἄντρας, ψέμα τὰ παιδιά. Ψέμα οἱ δάσκαλοι, ποὺ διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸν πίθηκο. Παντοῦ ψέμα. Τὸ ψέμα ἔγινε ποταμός, πλημμύρισε ὁ κόσμος. Στὰ δικαστήρια εἶνε ζήτημα μέσ᾿ στοὺς ἑκατὸ μάρτυρες ἕνας νὰ λέῃ τὴν ἀλήθεια. Ἔτσι ἀθῷοι πᾶνε στὴ φυλακή, καὶ ἔνοχοι περπατοῦν ἐλεύθεροι ἔξω. Στὴν ἐκκλησία ἄλλοτε ὑπῆρχαν θαρραλέοι κήρυκες ποὺ ἀσκοῦσαν ἔλεγχο. Τώρα; Γιατί ἔγινε ἡ κομμουνιστικὴ ἐπανάστασι στὴ Ῥωσία τὸ 1917 καὶ χύθηκε τόσο αἷμα; Διότι οἱ τσάροι ὠργίαζαν στὰ ἀνάκτορα, καὶ ἕνας Ρασπούτιν τοὺς κολάκευε. Κανείς δὲ᾿ μιλοῦσε! Ἔτσι ἐξερράγη ἡ ἐπανάστασις, καὶ ἔγιναν ἄλλα τεράστια ἐγκλήματα. Ἕναν ἔσφαξε ὁ τσάρος, ἑκατὸ σφάξανε αὐτοί· καὶ γέμισαν οἱ φυλακές. 
Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἱερεῖς πάλι σιωπή. Ἕνας μόνο βρέθηκε σὰν τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ὁ Σολτζενίτσιν. Εἶδε τὸ χάος, τὰ συρματοπλέγματα, τοὺς φυλακισμένους, τοὺς νεκρούς, τὰ ἔζησε ὅλα αὐτά, καὶ ἔγραψε ἕνα βιβλίο ποὺ ἔσεισε τὸν κόσμο. Τελικῶς δὲ᾿ μπόρεσε νὰ ζήσῃ ἐκεῖ· μόλις γλύτωσε, καὶ πῆγε στὴν Ἀμερική. Τώρα, μετὰ τόσα χρόνια, ἀναγνωρίζουν ὅτι εἶχε δίκιο. Πολὺ ψέμα ἐπίσης καὶ στὴ διπλωματία. Ἐπιστήμη ψεύδους. Οἱ διπλωμάτες μιλοῦν περὶ εἰρήνης, καὶ μέσα τους ἑτοιμάζουν πόλεμο.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μᾶς διδάσκει νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια πρὸς ὅλους. Διδάσκει ὅμως καὶ πόσο κοστίζει ἡ ἀλήθεια. Τόλμησε νὰ πῇς τὴν ἀλήθεια. Ἂν εἶσαι ὑπάλληλος, πὲς στὸν προϊστάμενό σου τὴν ἀλήθεια· σὲ ἀπέλυσε. Ἂν εἶσαι ἐργάτης, τόλμησε στὸ ἐργοστάσιο νὰ ὑποδείξῃς τὰ πρέποντα· σὲ ἀπέλυσαν. Ἕνας πιστὸς γυμνασιάρχης δίδασκε ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸ Θεό, ἐνῷ ἕνας νεαρὸς καθηγητὴς δίδασκε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἀπὸ τὸν πίθηκο· ὁ μὲν ἐπαύθη ἀπὸ γυμνασιάρχης, καὶ γυμνασιάρχης ἔγινε ὁ ἄλλος ποὺ ἔλεγε τὸ ψέμα.
Ὁ ὑποφαινόμενος χρόνια δουλεύω στὸ ἔθνος μου καὶ ―ἐπιτρέψατέ μου νὰ τὸ πῶ― ἐκήρυξα τὴν ἀλήθεια. Ἤλεγξα ὅλες τὶς καταστάσεις· καὶ βασιλεῖς, καὶ πρωθυπουργούς, καὶ ἄλλους ἄρχοντας. Κατὰ κάποιο τρόπο, ἐγὼ ὁ ἀτελὴς καὶ ἁμαρτωλός, μιμήθηκα τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Καὶ διώχθηκα γι᾿ αὐτό. Ἐνῷ ἄλλοι ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ ―δὲν μισῶ κανένα― δὲν τόλμησαν νὰ ποῦν τὸ «Οὐκ ἔξεστί σοι»· εἶχαν ἀγαστὲς σχέσεις μὲ τοὺς σκανδαλοποιούς.
Ἡ ἀλήθεια εἶνε τοῦ Θεοῦ, τὸ ψέμα εἶνε τοῦ διαβόλου. Μεγάλο πρᾶγμα ἡ ἀλήθεια! Κάνει θαύματα. Κάποιος ἦρθε ἀπὸ τὴν Αὐστραλία καὶ ζητοῦσε διαζύγιο. Εἶχαν διαφωνία καὶ κατηγοροῦσε τὴ γυναῖκα του, ποὺ τὸν ἀγαποῦσε. Κάποια στιγμὴ συνῆλθε. Σηκώθηκε ἀπὸ τὸ κάθισμα, γονάτισε καὶ τί εἶπε· «Πάτερ μου, ἐξομολογοῦμαι ἐνώπιόν σας· ἁμάρτησα, πῆγα μὲ ξένες γυναῖκες, ἀλλὰ τώρα ἀποφάσισα νὰ κόψω». Ἔκλαψε, καὶ ἡ γυναίκα τὸν συγχώρησε.
Νὰ δώσῃ ὁ Θεός, νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια παντοῦ· στὸ δημόσιο βίο, στὶς προσωπικὲς σχέσεις, στὴν οἰκογενειακὴ ζωὴ ἄντρες καὶ γυναῖκες, γονεῖς καὶ παιδιά. Ἀλήθεια καὶ μόνο ἀλήθεια νὰ λαλοῦμε. Στὶς φλέβες μας τρέχει αἷμα μαρτύρων καὶ ἡρώων, ποὺ ἀγωνίστησαν καὶ πέθαναν γιὰ τὴν ἀλήθεια. Χάριν τῆς ἀληθείας νὰ εμεθα ἕτοιμοι γιὰ θυσίες. Τότε θὰ πᾶμε μπροστὰ καὶ θὰ δοῦμε καλύτερες μέρες, καὶ ἡ γλῶσσα μας θὰ ὑμνῇ τὸ Χριστό· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 29-8-1989)

Τό «κεράκι» πρίν ἀπό τό Εὐαγγέλιο.



Στις 29 Αυγούστου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου, που χαρακτηρίστηκε στην Καινή Διαθήκη ως «λύχνος καιόμενος και φαίνων» (Ιω. 6,18), και ως Πρόδρομος του Κυρίου και ως «μείζων εν γεννητοίς γυναικών» (Ματ. 11, 11). Για να γίνουν δε πιο κατανοητά τα όσα αναφέρονται στη μνήμη αυτή, θα κάνουμε λόγο πρώτα για τα όσα αναφέρονται στο γεγονός της φυλάκισης, κατόπιν για τη γιορτή των Γενεθλίων του Ηρώδη και τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη και τελικά για τα όσα ακολούθησαν το μαρτυρικό θάνατο του Αγίου, που δίκαια χαρακτηρίστηκε ως «Πρώτος πριν από τον Ένα». Ένα μονάχα θα έλεγα ακόμη προλογικό, ότι δηλαδή

«Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων, σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Πρόδρομε.
Ανεδείχθης γαρ όντως των Προφητών σεβασμιώτερος, ότι και εν ρείθρον βαπτίσας κατηξιώθης τον κηρυττόμενον, ότι της αληθείας υπεραθλήσας, χαίρων ευαγγελίσω και τοις εν Άδη, Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου, και παρέχοντα ημίν το μέγα έλεος».


α) Ο έλεγχος του Ηρώδη από τον Άγιο και η φυλάκιση του Ιωάννη

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της Καινής Διαθήκης, ο Ηρώδης Αντύπας, που ήταν τετράρχης της Γαλιλαίας, είχε έλθει σε αθέμιτες σχέσεις με την Ηρωδιάδα, που ήταν γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου, του τετράρχου της Ιτουραίας και Τραχωνίτιδος, διώχνοντας άδικα από κοντά του τη νόμιμη σύζυγό του, που ήταν κόρη τού Βασιλιά της Αραβίας, Αρέτα. Το γεγονός δε αυτό και οι προκλητικότατες εμφανίσεις της Ηρωδιάδας, που συναγωνιζόταν σε αδιαντροπιά με την κόρη της Σαλώμη, προκάλεσαν, όπως ήταν επόμενο, μέγα σκάνδαλο στο λαό και κακό παράδειγμα για όλους τους Ιουδαίους. Για το λόγο αυτό ο Άγιος Ιωάννης, όταν πληροφορήθηκε, διαμαρτυρήθηκε εντονότατα, υψώνοντας «εν ισχύι τη φωνή του και λέγοντας προς τον ακόλαστο εκείνο βασιλιά ότι ουκ εξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου» (Μάρ. 6,18). Από το μήνυμα όμως αυτό ο Ηρώδης δεν συνετίστηκε, ώστε να απομακρύνει παρευθείς την Ηρωδιάδα από το παλάτι και να διορθώσει τα κακώς κείμενα, αλλά εξακολούθησε να συζεί με αυτήν παράνομα και αθεόφοβα. Παρόλα όμως αυτά, δεν θέλησε να εκδικηθεί τον Άγιο γιατί ένιωθε εσωτερικά κάποιο είδος ενοχής και ταυτόχρονα ένα δέος προς το πρόσωπο του Ιωάννη, ενώ ταυτόχρονα αισθανόταν και κάποιο φόβο για μια πιθανή εξέγερση του λαού, που έτρεχε προς τον Ιωάννη θεωρώντας αυτόν άγιο. «Ενείχεν αυτώ, λέγει η Αγία Γραφή, και ήθελεν αυτόν αποκτείναι και ουκ ηδύνατο» (Μάρ. 6, 19).
Η Ηρωδιάδα όμως , κατά το Μ. Γαλανό, «είχεν ιδικήν της ψυχολογίαν». (Οι βίοι των Αγίων, τ.Η., Αθήναι 1988, 92). Έχοντας δηλαδή πωρωμένη τη συνείδησή της, μίσησε τον Άγιο από τα βάθη της ψυχής της τόσο, ώστε να ζητεί από τον Ηρώδη επίμονα τη θανάτωσή του. Για το λόγο δε αυτό ο Ηρώδης πρόσταξε τη σύλληψη και φυλάκιση του Ιωάννη στα υπόγεια των ανακτόρων του, που είχε στο φρούριο της Μαχαιρούντας, ενώ η Ηρωδιάδα ζητούσε μια ευκαιρία κατάλληλη για να βγάλει από τη ζωή τον Άγιο, γιατί ούτε το Θεό φοβόταν, ούτε τους ανθρώπους λογάριαζε.
Ενώ, δηλαδή, ο Ηρώδης κατέβαινε κάθε τόσο στα υπόγεια του παλατιού του, όπου άκουγε «ηδέως» τον Άγιο και αυτός τα όσα άκουγε «πολλά εποίει» (Μάρ. 6, 20), το μίσος της Ηρωδιάδας αυξανόταν καθημερινά όλο και περισσότερο, ώστε να καταστεί, κατά την εικόνα της κλίμακας, σαν μια οχιά φαρμακερή «τον ιόν της κακίας περιφέρουσα» και σαν τρίβυλος απανταχόθεν κεντούσαν».
Αντίθετα εντελώς προς την Ηρωδιάδα ο Ιωάννης την ίδια εποχή έλεγε για τον Κύριον ότι «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιω. 3, 30), διδάσκοντας λόγω και έργω την ταπείνωση.

β) Η γιορτή του Ηρώδη και η άδικη θανάτωση του Αγίου

Ενώ όμως τα πράγματα κυλούσαν ήρεμα, κατά τα πιο πάνω, στη γιορτή των Γενεθλίων του Ηρώδη διοργανώθηκε στο παλάτι της Μαχαιρούντας ένα συμπόσιο φανταχτερό, στο οποίο έλαβαν μέρος όλοι οι άρχοντες της Γαλιλαίας, δηλαδή οι μεγιστάνες, οι χιλίαρχοι και γενικότερα οι ανώτεροι αξιωματικοί και οι σημαίνοντες. Κατά τη γιορτή δε αυτή η κόρη της Ηρωδιάδας, Σαλώμη, άρχισε να χορεύει έναν προκλητικότατο και λάγνο χορό, εξάπτοντας τα σαρκικά πάθη όλων των θεατών της, καθώς και του ίδιου του γερο-κολασμένου και μεθυσμένου Ηρώδη, που τόσο πολύ ενθουσιάστηκε επάνω στην παραζάλη του, ώστε να της τάξει με όρκο ότι θα της έδινε ό,τι του ζητούσε, έστω και αν αυτό ήταν το μισό του βασίλειο. Η ματαιόδοξη Σαλώμη έτρεξε τότε παρευθύς να συμβουλευτεί τη μητέρα της Ηρωδιάδα, λέγοντας με αγωνία: - «Τι αιτήσομαι;». Τι να ζητήσω; Αυθόρμητα τότε η κυριευμένη από λυσσαλέα οργή εναντίον του Αγίου Ηρωδιάδα αποκρίθηκε: - «Την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού» (Μάρκ. 6, 24). Και η Σαλώμη, άγνωστο γιατί, πειθάρχησε. Έτρεξε δηλαδή παρευθύς στον Ηρώδη και είπε: - «Θέλω, ίνα μοι δως εξ αυτή επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού» (Μάρκ. 6, 25). Θέλω δηλαδή να μου δώσεις αυτή την ώρα και χωρίς χρονοτριβή την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστή σε μια πιατέλα.
Στο άκουσμα του αιτήματος αυτού ο Ηρώδης τα έχασε γιατί ήταν κάτι που ποτέ δεν το περίμενε. Για τούτο τη στιγμή εκείνη δεν ήξερε πραγματικά τι να κάνει. Επειδή όμως όλοι οι συνδαιτημόνες είχαν ακούσει τους όρκους του και περίμεναν να ιδούν εάν θα τους εφήρμοζε, υποχώρησε για άλλη μια φορά στις αξιώσεις της Ηρωδιάδας, παρότι του ζητούσε το πιο μεγάλο και άδικο έγκλημα. Για το σκοπό αυτό έστειλε παρευθύς ένα σπεκουλάτορα (=δήμιο) στο υπόγειο του παλατιού του, προστάζοντας αυτόν να του φέρει την κεφαλήν του Αγίου. Και αυτό έγινε. Ο δήμιος, δηλαδή, αποκεφάλισε τότε τον αγιότερο των ανθρώπων όλων των εποχών και έφερε αμέσως την κεφαλή στον Ηρώδη, που την παρέδωσε στη Σαλώμη κι εκείνη με τη σειρά της στην Ηρωδιάδα, που ένιωσε, κατά τον Μ. Γαλανό, «ηδονή θαίνης» (Οι βίοι των Αγίων τ.Η, Αθήναι 1988, 93), δηλαδή την πιο άγρια και σατανική χαρά. Τόσο μεγάλο μάλιστα ήταν το μένος της Ηρωδιάδας τη στιγμή εκείνη, ώστε, κατά την παράδοση, να φτύνει για ώρες την τίμια εκείνη κεφαλή, περιλούζοντας ταυτόχρονα και με ακατανόμαστες ύβρεις. Όταν δε κουράστηκε, έθαψε την κεφαλή του Αγίου σε κάποιο μέρος της αυλής, όπου κάθε μέρα μετέβαινε για να εκσπάσει τους κρουνούς της λυσσώδους οργής της, βρίζοντας χυδαία και καταπατώντας το χώμα που σκέπαζε το ιερότατο εκείνο λείψανο.
«Μα πάλι ανάπαυση δεν έβρισκε, γράφει χαρακτηριστικά ο ποιητής Βερίτης, στης αμαρτίας της το μεθύσι: νεκρή σου η κεφαλή κι’ εφώναζεν ουκ έξεστί σοι!

γ) Τα μετά το μαρτυρικό θάνατο του Αγίου

Ενώ όμως στο παλάτι του Ηρώδη, που χαρακτηρίστηκε από τον Κύριο ως «αλώπηξ» (Λουκ. 13, 32), ακόμη γλεντούσαν, κάποιοι από τους μαθητές του Αγίου ήρθαν το βράδυ και παρέλαβαν το νεκρό σώμα του, που είχε ριχτεί κάπου έξω από το παλάτι, και το έθαψαν ευλαβικά. Η ψυχή του όμως είχε πετάξει ήδη κατάλευκη στους ουρανούς. «Ο μεν ουν Ιωάννης, σημειώνει για τούτο ο Νικηφόρος Καλλιστος στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, τω υπέρ Χριστού μαρτυρίου τιμηθείς, τους ουρανούς, ων ην άξιος, είληχε κατοικίαν» (Μ. 145, 692 β’). Οι απάνθρωποι όμως αίτιοι της θανάτωσής του βρήκαν κατά τα έργα τους.
Η Ηρώδης Αντύπας, δηλαδή, που για κάποιες πρόσκαιρες ηδονές είχε πουλήσει την ψυχή του στο σατανά, στα λίγα χρόνια που έζησε κατόπιν είχε συνεχώς εφιάλτες από τους οποίους καταδιωκόταν παντού σαν τον πρώτο φονιά της ιστορίας, τον Κάιν. «Έναν κρυφό σαράκι, γράφει ο Ι. Καρατζάς, τον έτρωγε τον Ηρώδη, που αντί να εξαφανισθή μετά τον αποκεφαλισμό, αντίθετα μεγάλωνε και θέριευε» (Ιωάννης ο Πρόδρομος, Αθήναι 1977, ι. 159). Δεν πέρασαν πολλά χρόνια άλλωστε και ο βασιλιάς της Αραβίας Αρέτας, που θεώρησε μεγάλη προσβολή την αποπομπή της κόρης του από τον Ηρώδη, στράφηκε με όλες τις δυνάμεις του εναντίον των δυνάμεων του τετράρχη, τον οποίο κατανίκησε ολοσχερώς. Ύστερα δε από την πανωλεθρία αυτή ο Ηρώδης θέλησε κάποια στιγμή το 37 μ.Χ. να μεταβεί στη Ρώμη για να δικαιολογήσει την κατάσταση. Μη μπορώντας όμως να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, εξορίστηκε από τον αυτοκράτορα Καλλιγούλα στη Βιέννη, την «προς το βάθος της Εσπερίας κειμένην» (Μ. 145, 693), στην οποία έζησε κάποιο καιρό συντροφευμένος από την Ηρωδιάδα και τις τύψεις του, μέχρις ότου τον βρήκε ο πιο άδοξος θάνατος.
Πολύ χειρότερα, όμως, ήταν ο θάνατος της Σαλώμης, που, κατά τις διηγήσεις του ιστορικού Νικηφόρου Καλλίστου, δεν μπορούσε να ησυχάσει από τα αισθήματα ενοχής που την έπνιγαν και για το λόγο αυτό επιδόθηκε σε ταξίδια μακρινά. Σε ένα δε από τα ταξίδια αυτά, που έκανε σε καιρό χειμώνα, θέλησε να διαβεί ένα παγωμένο ποτάμι «πεζεύουσα». Κατά τη διάβαση δε αυτή ο πάγος έσπασε κάτω από τα πόδια της και το σώμα της βυθίστηκε στα παγωμένα νερά, ενώ το κεφάλι της σκάλωσε στον πάγο εκείνο. Καθώς δε «υπωρχείτο σπαργώσα» στο υγρό στοιχείο, η μιαρή κεφαλή της κόπηκε κατ’ «υπόψιν έκειτο πάσιν», οδηγούνταν αυτόματα «εις υπόμνησιν ων έδρασε τους θεωμένους (Μ. 145, 693). Όλοι δηλαδή οι θεατές θυμήθηκαν τότε την κεφαλή του Ιωάννου, που είχε ζητήσει «επί πίνακι» και κατάλαβαν το γιατί πέθανε και η ίδια κατά τον τρόπο αυτό, βρίσκοντας κατά τα έργα της. Για το λόγο αυτό άλλωστε είναι γραμμένο στην Ιερή Αποκάλυψη ότι «τα έργα αυτών ακολουθεί μετ’ αυτών» (14, 13), ενώ και από τον Απόστολο Παύλο σημειώθηκε θεόπνευστα ότι ο Θεός «αποδώσει εκάστω κατά τα έργα αυτού» (Ρωμ. 2, 6).
Τελείως αντίθετη όμως προς την Ηροστράτειο δόξα αυτών των πιο πάνω ήταν η δόξα του μεγάλου προφήτη, που ο ίδιος ο Κύριος χαρακτήρισε ως των γεννητών τον πιο μεγάλο. «Ουκ εγήγερται, έλεγε, εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού» (Ματ. 11, 11). Για τούτο και ο ποιητής Βερίκης έγραψε τα εξής:
«Ω της ερήμου εσύ μονάκριβε, σαν ποιο τραγούδι να σου ψάλλω, το στόμα της αλήθειας σ’ έκραξε των γεννητών τον πιο μεγάλο».
Κλείνοντας το όλο θέμα θα έλεγα, μαζί με το Νικηφόρο Κάλλιστο, ότι ο Ιωάννης ήταν «άνθρωπος το φαινόμενον, θεοειδής δε τις και υπερκόσμιος το νοούμενον» (βλ. Μ. 145, 685 C). Για τούτο δίκαια η Εκκλησία χαρακτήρισε με το στόμα των υμνογράφων της τον Άγιο ως «των προφητών σεβασμιώτερον», γιατί «υπεράθλησε της αληθείας» και ευαγγελίσθηκε «και τοις εν Άδη, Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί, τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου και παρέχοντα ημίν το μέγα έλεος».
Αυτόν δε ακριβώς τον Άγιο, τον πιο μεγάλο, κατά τους λόγους του Κυρίου, «εν γεννητοίς γυναικών, πρέπει σαν χριστιανοί να τιμούμε «επαξίως». Βλέποντας δε το κεράκι που προηγείται του ιερού Ευαγγελίου σε κάθε θεία λειτουργία, ας ενθυμούμεθα τον Τίμιο Πρόδρομο, τον οποίο συμβολίζει, και ας διδασκόμεθα από την αφιέρωση και την ασκητική ζωή, από το κήρυγμα της μετανοίας , από την κατάδειξη του Σωτήρος στους Μαθητές και προπάντων από την παραδειγματική του ταπείνωση απέναντι του Κυρίου και το μαρτυρικό θάνατο. Να έχουμε δε και μεις ως σύνθημα της ζωής το «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιω. 3,30), που είχε και ο Ιωάννης, ώστε να είμαστε και μεις, όπως και εκείνος, φίλοι του Κυρίου και κληρονόμοι της βασιλείας Του.

Του κ. Αχιλλέα Πιτσίλκα, διδάκτορα Θεολογίας
Εφημερίδα «Ελευθερία» 29/08/2009


aktines.blogspot.com

Ἐννέα Σωτήριες Ἱκεσίες εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο





«Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά Σου. 
Ευλογημένη Συ εν γυναιξί, και Ευλογημένος ο Καρπός της κοιλίας Σου, 
ότι Σωτήρα έτεκες, των ψυχών ημών»

Πρόλογος
Άγχος, απελπισία, κατάθλιψη, σύγχυση, έννοιες οικίες στον σημερινό άνθρωπο που διαισθάνεται ότι ίσως και να μην έχει αύριο στη ζωή του.
Πράγματι υπάρχει πολύς πόνος, ταραχή, ανασφάλεια και οδύνη γύρω μας, αλλά και σε μας τους ίδιους ακόμη. Όλοι μας νιώθουμε ότι στην καθημερινότητά μας βιώνουμε ένα κλίμα γενικής αβεβαιότητας. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες δείχνουν να τελματώνουν, οι συνειδήσεις φαίνονται παγερές, τα λόγια των ανθρώπων ακούγονται ψεύτικα.

Χάσαμε απ’ ότι φαίνεται στη ζωή μας τις ουσιαστικές χαρές και αρκούμαστε να συνηθίζουμε ευκαιριακές ικανοποιήσεις.

Ο σημερινός άνθρωπος δείχνει ανήμπορος να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια γύρω του τα πράγματα και καταφεύγει από πονηρία σε πονηρία και από ψεύδος σε ψεύδος. Πλεονέκτης, εγωιστής, απαιτητικός, νευρωτικός, υποκρίνεται σκυθρωπός στις σχέσεις του, στις κοινωνικές εκδηλώσεις, στην εργασία του και δυστυχώς και στην οικογένειά του.
Παλεύει με τα δικά του πάθη και τα πάθη των άλλων. Ο νους του θολωμένος περισπάται στα μάταια πολλάκις και σε μεταφυσικές πλάνες, προκειμένου να επουλώσει τα υπαρξιακά κενά του, βασανιζόμενος και καταδυναστεύοντας τη φύση της ψυχής του. Δεν ξέρει αληθινά τι του φταίει. Δυστυχώς πολλά μπορεί κανείς να περιγράψει για τη σημερινή κατάσταση στην οποία περιήλθε ο άνθρωπος και η κοινωνία. Το θέμα είναι ΕΝΑ όμως:

Ο άνθρωπος έχασε το δρόμο του. Δεν σκέφτεται τον Θεό. Το λυπηρό είναι ότι τον θυμάται όταν θέλει μονάχα να γογγύσει και να βρίσει. Όπως συμπεριφέρεται προς τον συνάνθρωπό του, έτσι πολλές φορές με αναίδεια συμπεριφέρεται και προς τους Αγίους, την Παναγία, τον Χριστό, αγνοώντας ότι μόνο σ’ αυτούς θα βρει πάντοτε τη γαλήνη, την αλήθεια, την ζεστασιά, τη σιγουριά, που τόσο ανάγκη έχει από όλα αυτά.

Συσσωρεύει πάνω του με άγνοια πολλάκις, αλλά με ευσυνείδητη δυστυχώς αδιαφορία τις αρνητικές ενέργειες και συνήθειες του διαβόλου και μάλιστα τις τρέφει ποικιλοτρόπως, νομίζοντας ότι έτσι κατακτάει ή κατευθύνει τις ανθρώπινες δυνάμεις του.

Τι κρίμα. Οι ψυχές μας υποφέρουν και ενώ το γνωρίζουμε, το νιώθουμε, δεν κάνουμε τίποτα απολύτως, τουναντίον επιθυμούμε να καταπιανόμαστε με τα αντίθετα, με ό,τι φέρνει δυσφορία στο τέλος μέσα μας. Και όλα αυτά διότι «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος».

Κι όμως ολόκληρη αυτή η ομίχλη εξαφανίζεται όταν ο άνθρωπος γνωρίσει το μυαλό του, την ψυχή του, τις πράξεις του προς τον Θεό. Μόλις Τον αναζητήσει, μόλις Του εξομολογηθεί τις αδυναμίες του, τα πάθη του, τις στενοχώριες του, τις αμαρτίες του, τους πόθους του, τις αγωνίες του, τότε ο άνθρωπος πραγματικά μέσα του ειρηνεύει, παίρνει θάρρος, χαίρεται. Θέλει να ζήσει τα πάντα μέσα στη Σοφία του Θεού, ελπίζει, έχουν νόημα οι πεποιθήσεις του, γιατρεύεται, αποκτάει δύναμη για ζωή, απολαμβάνει την ύπαρξή του και ό,τι έχει γύρω του, ό,τι βλέπει, ό,τι ακουμπάει, ό,τι νιώθει.

Όλα αλλάζουν, ο εσωτερικός του κόσμος μεταστοιχειώνεται. Τρέφεται και χαίρεται πλέον μόνο από καλούς λογισμούς που τον πλουτίζουν από μια ΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ, που μεταλλάσει μέρα με τη μέρα τη ζωή του και τις αξίες της. Τότε αρχίζει και βλέπει, πάνω του και γύρω του συνέχεια θαύματα της Χάριτος του Θεού προς τον άνθρωπο και ευφραίνεται. Δίνει ΑΓΑΠΗ και εισπράττει ΑΓΑΠΗ και από ανθρώπους και από τον Ίδιο τον Θεό και αέναα ΧΑΙΡΕΤΑΙ.

Τότε, θέλει να ζει κοντά σε ανθρώπους που αγαπούν τον Θεό. Θέλει να γνωρίσει και να μοιάσει στους Αγίους, να κοιτάξει κατάματα την Μεγαλόχαρη Παναγία, ν’ απλώσει το χέρι του να ακουμπήσει τον Ίδιο τον Χριστό, να Τον αγκαλιάσει.

Τότε ως εκ θαύματος, του αποκαλύπτεται στην ψυχή η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ που είναι ο Ίδιος ο Χριστός. Κάθε μέρα το νιώθει όλο και περισσότερο. Τα αδιέξοδα το ένα μετά το άλλο γκρεμίζονται.

Ο άνθρωπος ξαναγεννιέται. Εύχεται και προσεύχεται. Διαβαίνει το δρόμο προς τον Παράδεισο. Έτσι απλά ο άνθρωπος απαλλάσσεται από τα σκοτάδια της δυστυχίας που τον εξουθενώνουν μακριά από τον Θεό.

Αυτό το μικρό αλλά σπουδαίο ποίημα που ακολουθεί, είναι ένα θαύμα δωρεάς από την ΙΔΙΑ την Παναγία και τη Χάρη Της, συνάνθρωπέ μου.

Η Δέσποινα του κόσμου, η Παναγία μας, δώρησε με τη Χάρη των Αγίων Ονομάτων Της να επιζητούμε τη λύση, τη δύναμη, την παρουσία Της, το θαύμα Της, σε ό,τι μας απασχολεί στη ζωή μας.

Εντρύφησε στη μελέτη των ικεσιών αυτών και στην παρακλητική τους δύναμη και θα δεις κάθε μέρα όλα να ΑΛΛΑΖΟΥΝ στην ψυχή σου, στο μυαλό σου, στη ζωή σου.

Η Χάρη Της θα σε γεμίζει συνέχεια με τα άρρητα της Αγάπης Της. Την Αγάπη που γεύεται και ο Ουράνιος κόσμος, αλλά και ολόκληρη η Οικουμένη.

«Άξιον εστίν ως αληθώς μακαρίζειν 
Σε την Θεοτόκον, 
την αειμακάριστον 
και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών. 
Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ, 
και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, 
την αδιαφθόρως, 
Θεόν Λόγον τεκούσαν,
 την όντως Θεοτόκον, 
Σε μεγαλύνομεν»



ΠΡΩΤΗ ΕΥΧΗ

Παναγία Θεοτόκε Παρθένε βασιλεύουσα, Κάλλος Ουράνιο, την πίστη ημών ευφραίνουσα, η Υψηλοτέρα των Ουρανών, το ύδωρ της ζωής, η Δυναστεία των αγαθών, Ζωοδότειρα, Ηγεμονίς, Άνθος εύοσμον, του Δημιουργού των πάντων Θεού εικόνα έμψυχη, χαράς πηγή συμβάντων, Δόξα των Αγγέλων, η αείρρυτος η υμνωδία.

Η Ασύγκριτος, Θεού οσμή και ευωδία, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Ζωηφόρε, της Τριάδος της Αγίας Ευλογία, Δύναμις Θεία, νόσων ιατρός, Γιάτρισσα Αγία. Ο λόγος και το έλεος της άπειρης Αγάπης του Θεού, Πεσόντων ανάκληση, Όπλο σωτηρίας κάθε αμαρτωλού, η φοβερή κατάπτωση του εχθρού, Δύναμις Αγία. Λυτήριον λύπης, Διάδωσμα πιστών και Θεραπεία.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΥΧΗ

Ουρανών Υψηλοτέρα, Άγιον Ρόδον το Αμάραντον, Δεομένη Μήτηρ των πιστών, Άνθος χαράς ακράδαντον, Άρμα λαμπρόν βασιλικόν της Τρισηλίου Αρχής.

Ανακαίνιση του Κόσμου, στολή ουσίας κτιστής. Η Δέσποινα πάντων ημών, η παρισταμένη τω Θεώ, Όμμα αθέατων θεωριών, το παλάτιο το αγαθό, Ίαση ωκεία, Γοργοϋπήκοε, φοβερή βροντή Θεία, Πορταΐτισσα, και Δύναμις ασθενούντων, η παραμυθία, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Η λυχνία η φωτοφόρος, Μυριώνυμη Ουρανών. Η λύτηρα των νόσων, σωτηρία των Χριστιανών. Βρύση ιαμάτων, Φως θαυμάτων, αθώωση ενόχων. Πρεσβεία θερμή, Θεόνυμφε, Ευλογημένη Κόρη. Άρτος ζωής, Ξίφος δίστομο, Ελπίδα μόνη.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΤΡΙΤΗ ΕΥΧΗ

Θεοτόκε κραυγάζομέν Σε, γενού τροφός ζωής εις πάντας τους επικαλουμένους Σε, Σιών στοργής, Ψυχοσώστρια, Αγαθή χειμερία των δεινών, Ελευθερώτρια, Απαλλαγή πειρασμών και συμφορών.

Κυοφορία Αγνή χαράς, το καθάρσιον λυτήριον. Καταργήσασα φθορέα φρενών, δαιμόνων αμυντήριον, Άρμα Ουράνιον, Θεού φόβος καταχθονίων, Φαρμακολύτρια, τέλος κατάρας, ζωής ταμείον, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Η Ρύτειρα των δόλων, Στήριγμα των αθλοφόρων. Το Τείχος το Ακαταμάχητον, η εξάλειψη δαιμόνων, Κραταιή πασών των δαιμόνων ράβδος φοβερή, Πλύση μιαρών, και πάσης ασθενείας συντριβή, Ζώσα Υπέρλαμπρη χαρά, Υπερτέρα ουρανών. Αρχή θαυματουργίας, επίσκεψις των ασθενών.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΥΧΗ

Ελεούσα, Παναγία, νοερών Χάρις, πορφυρή, Στάχυ ολόχρυσο Θεϊκό, καρποφορία Θεϊκή.

Η καθάρια καθέδρα, Κόρη η πολυώνυμη, Κυρία Θεόστεφτη, Θεοχωρία, μετάνοια φωτόνυμη, Αγαθή, νουθεσία αόρατος, θυμίαμα σωφροσύνης, Εφτάφωτη λυχνία, βασιλεία εύοσμη αγιοσύνης, Λαμπρό οχύρωμα, αδιάσειστο Όρος Θείον, Κατοικητήριον του Χριστού, Αγνότητα Αγίων, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Άφθαρτη χαρά της οικουμένης, Σοφία μυστική, Πύρινη στήλη ουρανού, πέλαγος στοργής, άχραντη τιμή, Ουράνια Θεοφιλία, σάλπισμα Αγγέλων κραταιόν, Τιμιωτέρα ανωτέρων στρατευμάτων φοβερών, Άθλος των δικαίων, Άρρητος περιουσία αγαθών, Άνθος Ευαγγελίου, Γη επαγγελίας, Επιστασία Θείων Βουλών.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΠΕΜΠΤΗ ΕΥΧΗ

Θεομήτωρ, Θεοκυήτωρ, Δέσποινα Μαρία, Θεοτόκε, δροσοσταλιά Θεού η Αγία, Άρωμα παρθενίας της Θείας Δημιουργίας.

Ευλογία Αρετής, Φως της Αληθείας. Αμβροσία Ουράνια, Χρυσαφένια, αστέρων ποίημα, Εάρ παντοδυναμίας, Αγάπης κυρίαρχον κύημα, η γλυκιά φωνή, Μεσιτεία η Αγαθή, φρόνημα ευσεβείας, Χορηγία εύλαλη αληθινή, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Ο ποθητός λιμήν, κάθε πόνου η γαλήνη, αρρώστων η πνοή, παρηγοριάς γλυκιά σαγήνη, μυστική Ουράνια ευτυχία, ψυχών αθανασία, Χάρις Αγία του Θεού, Παραδείσου μαρτυρία, Ασύλληπτος Θεουργία, Ειρήνης και Αγάπης η λατρεία, Υπεράγαθη, του Κόσμου Κάλλος, Μητέρα Παναγία.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΕΚΤΗ ΕΥΧΗ

Παναγία Μήτηρ του Ιησού, Ηλίου η αχτίδα, Πόθος και αγωνία του Κόσμου η ελπίδα, Μυστική βοήθεια σε κάθε δύσκολη πορεία, Λυτρωτικό ξεκίνημα ζωής, Υπερκόσμια θεωρία, Ακοίμητη κανδήλα, Λυχνία Εκκλησιών το Φως, Πολιτεία απαθείας, εξίλασμα πάντων, δικαίων ο ναός, Σοφία Ακήρατη, Ακένωτη πηγή, χώρα Θεού, Αρχή και τέλος, Νύμφη Ανύμφευτη Ιησού Χριστού, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Άσπιλον δάκρυ ανάπαυσης ανθρώπων πονεμένων, Παράκληση αφανής, Δώρον θαυμάτων αγιασμένων, Επίγνωση Αληθείας, Αποστόλων ο φωτεινός ο φάρος, Ανείπωτη ωραιότης, Αγίασμα ομορφιά και κάλλος, η νίκη της ζωής, το φτερούγισμα Αγγέλων, Ανάπλαση πιστών, Ανάπαυση πόνων φέρουσα.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΕΒΔΟΜΗ ΕΥΧΗ

Πάνσεμνη, Κεχαριτωμένη, Θεόν φέρουσα η Ευλογημένη, ενδιαίτημα Αγίου Πνεύματος, η Λευκοφορεμένη, Θαύμα δείξασα αρρήτως, χαρίτων θάλασσα, Ζωής ύδωρ, Δυναστεία αγαθών, Ηγεμονίς και Γιάτρισσα, Μύρον εύοσμον του Δημιουργού των πάντων, Θεού εικόνα έμψυχη χαράς, πηγή συμβάντων, Κρουνός διάλυσης οδύνων, κολυμβήθρα της ζωής, Θεοτόκε, κιβωτός των πιστών, Υπέρμαχος η Αρραγής, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Ανόρθωση των ανθρώπων, αμυντήριο των εχθρών, Αστραπή καταλάμπουσα, προσαγωγή παντοίων αγαθών. Δυνάμενη πάντα, δαιμόνων θρήνος και οδυρμός, Τείχος Απροσμάχητον, θάλψοις

βασάνοις, Νικοποιός, Θεοτίμητη, Δόξα Αγίων, οχύρωμα συνεκτικόν, Παντοκρατόρισσα, προστασία φοβερή, σωρός καλών.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΟΓΔΟΗ ΕΥΧΗ

Ευαγγελίστρια, η Παναμώμητος, άβυσσος της ευσπλαχνίας, η Διαζώσουσα, η Δαιμονοκαθαιρέτης, πλούτος ευεργεσίας, Πανυπερούσιον φως, κεραυνός δαιμόνων, και ευφροσύνη, Βάτε φλογοφόρε, σκήπτρο εξουσίας, Ζωήρητη μυρσίνη, Μεσίτρια ευλογημένη, Θείο εγκαλλώπισμα αϊδίου Φωτός, Εγγυήτρια ανέλαβε της ψυχής μας ελπίς και ιατρός, επάκουσε την δέηση ημών της Εκκλησίας Δομήτωρ, θεραπεία των αμαρτωλών, Παναγία Συ η Αντιλήπτωρ, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Δοχείον Θείον, Ηλιόμορφη, Κηδεμών και βοηθός, Ισχύς και συντριμμός, Κρίνο εύοσμο, κόσμου αρωγός, Αΐδια ωδή των ευσεβών, Αμαρτωλών η σωτηρία, Αγγέλων η Κυρία, Τράπεζα Θεϊκή, Πορφύρα Αγία, Παρρησία προς Θεόν, θέωση θνητών, καταφύγιον Ιερόν, θέαμα φλογερόν, αφάνισις πονηρίας, βέλος το πικρόν.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


ΕΝΑΤΗ ΕΥΧΗ

Θεόνυμφη λαμπάδα, τον Ήλιον φέρουσα Χριστόν, Όχημα του Λόγου, Άστρον άδυτον, εγκαλλώπισμα πιστών, Ουράνεια κλεις, Ίαμα και Ίλεως, Δέηση ζωής, Λυτήριον λύπης, φόβον καταργήσασα, χρυσοφαής, Αγνότης Μακαρία, Γέφυρα αιώνιας σωτηρίας, Ύμνος Ασωμάτων, γεγεννημένη νήψις γαλουχίας, Μυριώνυμη, και Μυριώχαρη, άϋλη, Μυροβλύτισσα, Οδηγήτρια, Γρηγορούσα, κόρη Μεσοπαντίτισσα, βοήθησον τον/την δούλον/ην σου (τάδε).

Κυριώνυμη Παναγία, Ναέ Θεού, ακατάλυτος, Ουρανώσασα τον χουν, Όμβρος ζωοδότης άλυτος, Όνομα πολυπόθητον, Σκήνωμα οχυρώσασα απόρθητον, Στήριγμα ευσεβών, σκεύος Ιερόν αλώβητον, Αγίας Τριάδος δώρημα το τέλειον παρρησίας, η Χάρις νοερών, παρισταμένη τω Θεώ, φλοξ αθανασίας.

Η Δόξα πάσα, η Αρχαγγελιώτισσα, το Άξιον Εστί. Η Γνώση της Σοφίας, Μήτηρ του Ιησού, Παραδείσου η Αρχή.


Μοναχού Κυπριανού Αγιορείτου 

Παναγία ἡ προστάτις



Η Παναγία υπήρξε διαχρονικά η προστάτις των Ρωμηών. Η βασιλεύουσα των πόλεων θεωρούσε ότι δεν την έσωζαν τα ισχυρά της τείχη από τις αλλεπάλληλες εναντίον της επιδρομές, αλλά η σκέπη της. «Τη υπερμάχω στρατηγώ» είναι ύμνος, που οι κάτοικοί της προσέφεραν ως ένδειξη ευγνωμοσύνης μετά από σωτηριώδη επέμβασή της. ΚΙ όταν η σκέπη της απομακρύνθηκε από την Πόλη εξ αιτίας των κριμάτων αρχόντων και λαού, ο λαός μας ένοιωσε την Παναγία να πονά περισσότερο από τον ίδιο και της αφιέρωσε το τραγούδι της παρηγοριάς «Σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις». Και μέσα στη φοβερή σκλαβιά σ’ αυτήν κατέφευγε να παρηγορηθεί, να πάρει δύναμη, να αντέξει. Την εμπιστευόταν, γιατί κι εκείνη ως μητέρα είχε πολύ πονέσει και κατανοούσε τον ανθρώπινο πόνο. Γι’ αυτό ήταν γοργοεπήκουος, ώστε να μεταφέρει την παράκληση του πονεμένου ανθρώπου στον γυιό της, Κύριό της και Κύριό μας. Άλλωστε μας το υποσχέθηκε κατά τη μετάστασή της και το τήρησε, ώστε να το ομολογούμε:
«Ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών». Τις ψυχές μας και τις ζωές μας, όπως τις ζωές των στρατιωτών που «ημύνοντο του πατρίου εδάφους», το οποίο επιβουλευόταν πρόσφατα ιταμός επίδοξος κατακτητής. 
Τα ονόματα που έδωσε ο λαός στην Παναγία μας ανέρχονται σε δύο εκατοντάδες περίπου. Η κοίμησή της γιορτάζεται πανηγυρικά σε ναούς και εξωκκλήσια. Είναι το πιο λαμπρό πανηγύρι, του θέρους, το Πάσχα του καλοκαιριού. Με σεβασμό στη μνήμη της η Εκκλησία ετοιμάζει το κλίμα με τη νηστεία που επέβαλε. Η τέλεση της ακολουθίας των παρακλητικών κανόνων κάθε απόγευμα συμβάλλουν στην καλύτερη ετοιμασία. Όμως εμείς εννοούμε πλέον διαφορετικά τον εορτασμό. Με τη νηστεία δεν έχουμε αγαθές σχέσεις και τις παρακλήσεις τις βρίσκουμε βαρετές. Όσο για τη γιορτή της κοίμησής της την έχουμε μετατοπίσει στην παραμονή της ημέρας που η Εκκλησία μας όρισε. Τότε στήνουμε το γλέντι έχοντας μάλιστα ατράνταχτο επιχείρημα: Τότε μόνο μπορεί να παραταθεί αυτό ως τις πρωινές ώρες, αφού η αργία της επομένης προσφέρεται για ανάπαυση λόγω της αργίας. Για εκκλησιασμό δεν γίνεται λόγος, καθώς αυτός έχει αποσυνδεθεί από τον βίο μας. Και σπεύδουν κάποιοι να διαδώσουν την ανησυχία τους από τον διαφαινόμενο κίνδυνο χωρισμού της Εκκλησίας από την Πολιτεία. Μήπως όμως αυτός ο χωρισμός, πέρα από τις οδυνηρές συνέπειες για το Γένος και όχι για την Εκκλησία, θα έχει και καλά; Θα θέσει τέρμα στην υποκρισία του εορτασμού των εκκλησιαστικών εορτών με άκρως αντιεκκλησιαστικό πνεύμα. Βέβαια ο κόσμος έχει εφεύρει από καιρό υποκατάστατα των εορτών της Εκκλησίας. Είναι οι ποικίλες εορτές τοπικών προϊόντων φυτικών και εναλίων. Αγνοούν οι πρωτοστατούντες για λόγους εμπορικούς στην οργάνωση αυτών ότι η Εκκλησία έχει ειδική ευχή για τους καρπούς της γης. Όρισε μάλιστα κατά την 6η Αυγούστου, ημέρα της Μεταμορφώσεως να ευλογεί τα γεννήματα της αμπέλου. Ο κόσμος όμως θέλει να πορεύεται ερήμην της Εκκλησίας. Και οι την Εκκλησία διοικούντες παρασύρονται από το πνεύμα του κόσμου και τη γλώσσα του. Έτσι αντί του προσκυνήματος χρησιμοποιείται ολοένα και ευρύτερα κατά τα τελευταία έτη ο όρος θρησκευτικός τουρισμός.
Στην εποχή μας απαξιούμε την Παναγία. Αδιαφορούμε, λοιδωρούμε ή και βλασφημούμε ακόμη το όνομά της, εμείς οι ανεπτυγμένοι, οι καλλιεργημένοι, οι πολιτισμένοι, που δεν ακουμπούμε πλέον σε μάταιες ελπίδες, για να τακτοποιήσουμε τα του βίου μας. Εμείς έχουμε βεβαιότητες που απορρέουν από την επιστημονική μας γνώση και την οικονομική μας ευμάρεια. Μόνο σαν η επιστήμη, δια των εκπροσώπων της, «σηκώσει ψηλά τα χέρια» και όταν μας ζώσει η οικονομική ανέχεια θυμούμαστε αυτήν που τόσες φορές επικαλούνταν καθημερινά οι πρόγονοί μας και σταυροκοπιούνταν μπροστά στο εικονοστάσι, όπου άσβεστο παρέμεινε το καντηλάκι υπό συνθήκες πολύ ασφυκτικότερης ανέχειας. Τότε στερούσαν το λαδάκι από το οικογενειακό φαγητό, όχι όμως και από το καντήλι! Ο «ορθολογισμός» υπαγορεύει ειρωνικά μειδιάματα για τις «φαιδρές» αυτές καταστάσεις του παρελθόντος. ΚΙ όμως στο βάθος έχουμε την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά. Ότι έχουμε αποκλίνει από της σωστή πορεία και γευόμαστε τους πικρούς καρπούς της αποστασίας.
Ο «ορθολογισμός», της αλαζονείας γέννημα, υποτάσσεται μόνο στην ανάγκη. Ο Βίκτωρ Ουγκώ στην εισαγωγή του σπουδαίου έργου του «Η Παναγία των Παρισίων» (στο οποίο όμως δυστυχώς η ίδια η Παναγία είναι απούσα από τον ναό της) γράφει: Ο άνθρωπος προσεύχεται από ανάγκη. Είναι στατιστικά αληθές αυτό, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων καταφεύγει στην προσευχή μόνο εξ ανάγκης. Αγνοείται όμως κατά τρόπο θλιβερό η μειοψηφία εκείνη που καθημερινά και ευχαριστεί, μη ούσα αγνώμων, αλλά και δοξολογεί τον Θεό και την Παναγία μητέρα του. Εκεί στο αγιώνυμο όρος, το «Περιβόλι της Παναγιάς» ακατάπαυστα προσεύχονται υπέρ του κόσμου (όλου του κόσμου) ταπεινοί μοναχοί, που δέχονται πλούσια τη χάρη της, όπως έχουμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε, όσοι καταφεύγουμε εκεί για προσκύνημα και όχι για θρησκευτικό τουρισμό!
Θα κλείσω με απόσπασμα από το έργο του αγράμματου Μακρυγιάννη «Οράματα και θάματα: «Τι τζιβαϊρικόν πολυτίμητον έχομεν οι ορθόδοξοι χριστιανοί και δεν το γνωρίζομεν, οι ταλαίπωροι, και μας τυφλώνει η κακία μας και η παραλυσία μας και η διοτέλειά μας, και χανόμαστε αδίκως εδώ και εις την άλλη ζωή, και φεύγομεν από την δικαιοσύνη του θεού και της βασιλείας του και εργαζόμαστε έργα του διαβόλου. Μη στοχάζεστε, αδελφοί αναγνώστες, ότι θέλω να σας απατήσω και να σας παρακινήσω στανικώς. Εκείνο οπού θέλει ο καθένας, είναι νοικοκύρης να το κάμει ό, τι αγαπάγει, και ο ίδιος ο πλάστης τον έχει ευταξούσιον τον άνθρωπον κάμει και ανεξάρτητον και τόδειξε και ποιος είναι ο ίσιος δρόμος και ποιος ο στραβός».
Ως πότε θα φερόμαστε από τον «ορθολογισμό» μας στον δρόμο τον στραβό;
Ως πότε θα παραμένουμε αμετανόητοι για τις αμαρτίες μας;
Ως πότε θα στηρίζουμε τις ελπίδες στους δημαγωγούς και λαοπλάνους, που δεν διστάζουν να ξεπουλήσουν ακόμη και την πατρίδα τους, καθώς έπαψαν να πιστεύουν σ’ αυτήν, αφού προηγουμένως αρνήθηκαν τον Θεό;

Ας καταφύγουμε και πάλι ταπεινά στην αγκαλιά της Εκκλησίας και άς συμψάλλουμε: «Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου».

 (Ἀπόστολος Παπαδημητρίου)

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»
http://www.alopsis.gr

Κοίμησις, Ταφή, Ανάστασις, Ανάληψις της Θεοτόκου.

Απομαγνωτοφωνημένη ομιλία του αρχιμ Αθανασίου Μυτιληναίου 
η οποία εκφωνήθη 
στις 14/08/1980 
σε αγρυπνία της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Η απομαγνωτοφώνηση έγινε από εμένα, επομένως για το οποιοδήποτε λάθος έχω την αποκλειστική ευθύνη.



Η θέσις, αγαπητοί μου, της Υπεραγίας Θεοτόκου, μέσα εις την ιστορία της σωτηρίας μας, είναι σημαντικοτάτη. Και τούτο διότι εστάθη το όργανον της σωτηρίας μας. Είναι εκείνη η οποία έδωσε τον εαυτόν της, να γίνει κλίμακα για να κατέλθει ο Θεός στη γη, και ταυτοχρόνως γίνεται κλίμακα για να ανέλθει ολόκληρη η ανθρωπότητα στον ουρανό.

Έτσι ο Θεός δια της Θεοτόκου, γίνεται άνθρωπος και οι άνθρωποι δια της Θεοτόκου γίνονται θεοί. Να λοιπόν ότι η θέσις της υπεραγίας Θεοτόκου, είναι σημαντικοτάτη εις την ιστορία της σωτηρίας. Εις εκείνο το θαυμαστό όραμα του Ιακώβ με την κλίμακα που εστηρίζετο ο Θεός εις την κορυφήν, η κλίμακα αυτή δεν προϋποθέτει μόνον, την κάθοδον του Θεού, αλλά και την άνοδο του Ιακώβ, δηλαδή την άνοδο των ανθρώπων.

Έτσι αγαπητοί μου, η Θεοτόκος κατέχει κεντρικοτάτη θέση μέσα στην σωτηρίαν μας και συνεπως και στην λατρεία μας. Ολόκληρος ο Άυγουστος είναι αφιερωμένος εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Σημειώσατε ότι δεν έχουμε λίγες Θεομητορικές εορτές μέσα εις τον λειτουργικόν χρόνον.

Αλλά την κορυφή των Θεομητορικών εορτών την κατέχει εορτή της Κοίμησις της Θεοτόκου, αυτή που εορτάζουμε στις 15 Αυγούστου. Είναι μια εορτή κατά την οποία εορτάζουμε την Κοίμηση, την ταφή, την Ανάσταση και την Μετάσταση της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Αυτά τα τέσσερα χαρακτηριστικά στοιχεία. Όταν ρίξουμε μια ματιά στην ορθόδοξο εικονογραφία μας, θα δούμε κατά έναν θαυμαστό τρόπο να ιστορούνται αυτά τα τέσσερα χαρακτηριστικά. Βεβαίως αφότου άρχισαν οι αιρέσεις, πότε να στρέφονται εναντίον του προσώπου του Κυρίου μας Ιησού, πότε εναντίον της Θεοτόκου, η Εκκλησίας μας επαγίωσε πλέον μέσα στις εικόνες, που μας προσφέρει για να διδαχθούμε το δόγμα όσο και για να τιμήσουμε τα πρόσωπα αυτά, τον Κύριον Ιησούν και την Υπεραγία Θεοτόκο, οι εικόνες εφεξής έχουν πλέον όχι μόνον ιστορικόν χαρακτήρα, ιστορική διάσταση αλλά και δογματική διάσταση.

Έτσι βλέποντας την εικόνα της Κοιμήσεως, βλέπουμε τα εξής: Την Υπεραγίαν Θεοτόκον νεκράν επάνω εις ένα κρεβάτι. Γύρω της είναι οι Απόστολοι. Σε μια θεία δόξα που δεν ανήκει στον παρόντα κόσμο, γι’ αυτό και οι αγιογράφοι, αγιογραφούν αυτό το σημείον κατά έναν τρόπο που να δίδεται η εντύπωσις ότι πρόκειται για κάτι το εξωκοσμικόν, βρίσκεται ο Ιησούς Χριστός. Κρατάει στα χέρια του την ψυχή της μητέρας Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποία οι αγιογράφοι πάρουσιάζουν ως ένα νήπιο.

Με αυτό το νήπιο θέλουν να δείξουν την ψυχή της Παναγίας. Άγγελοι δορυφορούν τον Χριστόν μέσα στην θεία Του δόξα, που κρατά στα χέρια του την ψυχή της μητέρας Του. Αυτό αποτελεί τον ουρανόν.

Κάτω εις την γην οι Απόστολοι, κλαίουν, αλλά το κλάμα τους είναι συγκρατημένο. Είναι ένα κλάμα λύπης, γιατί έχασαν την μητέρα του Κυρίου τους, αλλά και χαράς διότι είναι ο πρώτος άνθρωπος, αληθινά άνθρωπος, όχι θεάνθρωπος ο οποίος ανέρχεται δεδοξασμένος στον ουρανό.

Αυτά βλέπουμε αγαπητοί μου την εικονογραφία της Κοιμήσεως. Αλλά πώς έχουν τα πράγματα έτσι, και πως βρέθηκαν οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, αφού κατά την παράδοση η Θεοτόκος εκεί εκοιμήθη.

Έλαβε ειδοποίησιν από τον Υιόν της, ότι θα απέλθει μέσα εις τρεις ημέρες. Σημειώσατε ότι αυτά που σας λέγω, δεν τα αναφέρει η Αγία Γραφή, αλλά τα αναφέρουν Πατέρες της Εκκλησίας μας, όπως ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο άγιος Μόδεστος Ιεροσολύμων, ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο άγιος Γερμανός αρχιεπίσκοπος Κων/πολεως, και άλλοι οι οποίοι όχι απλώς τα σημείωνουν αλλά πλέκουν και το εγκώμιον εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον.

Εγκώμια αγαπητοί, τα οποία είναι με βάθος μεγάλο θεολογικό. Εκοιμήθη η Θεοτόκος την τρίτη ημέραν και τότε το Πνεύμα του Θεού ήρπασε τους Αποστόλους, που ευρίσκοντο στα διάφορα σημεία της οικουμένης κηρύσσοντες τον λόγο του Θεού και ευρέθησαν όλοι εις τα Ιεροσόλυμα.

Μέσα εις την παράκλησιν τι λέμε; Ειδικά εις εκείνο το εξαποστειλάριο το οποίο ψάλλουμε ειδικά τον δεκαπενταύγουστο: «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε», δηλαδή, ω! Απόστολοι που ήρθατε από τα πέρατα της οικουμένης και ήρθατε εδώ εις τα Ιεροσόλυμα, «κηδεύσατέ μου το σώμα, εν χωρίω Γεθσημανή», δηλαδή, εις τον τόπον της Γεθσημανής, κηδεύσατέ μου το σώμα. Πλην του Θωμά.

Ο Θεός οικονομησε ο Θωμάς να μην είναι παρών, ο οποίος έφτασε τρεις ημέρες μετά την Κοίμηση της Θεοτόκου. Αλλά όταν ο Θωμάς έφτασε, ελυπήθη πάρα πολύ, διότι δεν ήταν παρών δια να ίδει δια τελευταία φορά την μητέρα του Κυρίου Του και διδασκάλου Του. Γι’ αυτό επήγαν εις τον τάφον, να τον ανοίξουν και να Την προσκυνήσει.

Αλλά τότε παρατηρήθη το εξής: ο μεν τάφος δεν είχε το σώμα αλλά είχε μόνο τα άμφια, τον ιματισμόν δηλαδή της Θεοτόκου και επίσης ήταν γεμάτος από ευωδία καταπληκτική. Τότε κατενόησαν οι απόστολοι ότι η Υπεραγία Θεοτόκος ανεστήθη και ανελήφθη εις τον ουρανόν.

Πράγματι έχουμε την Κοίμησιν, την Ταφήν, την Ανάστασιν και την Μετάστασιν δηλ. την Ανάληψιν εις τους ουρανούς. Αυτό έχει πάρα πολύ σημασία και θεολογική αξία διότι η Υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πρώτος άνθρωπος, όπως λέγει σε ένα εγκώμιό του ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος μετά του σώματος θεούται και ανέρχεται στην βασιλεία του Θεού, προ της τελικής κρίσεως.

Διότι ουδείς έχει εισέλθει ακόμη εις την βασιλεία του Θεού παρά μόνο ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Κανένας άνθρωπος δεν υπάρχει εις την βασιλεία του Θεού. Ούτε ο ληστής. Ο ληστής βρίσκεται στον παράδεισον. Και ο παράδεισος είναι ο τόπος των ψυχών που αναμένουν την ανάστασιν των νεκρών.

Δεν είναι λοιπόν ούτε ο ληστής, δεν είναι ούτε ο απόστολος Πέτρος, ούτε ο απόστολος Παύλος, ούτε ο προφήτης Ηλίας, ο οποίος δεν εδοκίμασε θάνατον και θα επανέλθει εις την γην. Κανείς δεν έχει εισέλθει εις την βασιλείαν του Θεού, πλην της Θεοτόκου. Και εισήλθε με το σώμα της, όπως ακριβώς εισήλθε και ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός της.

Ήταν δυνατό ποτέ η Μητέρα της Ζωής να ίδει φθοράν, να ίδει διαφθοράν; Όπως ο Ιησούς Χριστός, ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού απέθανεν και ετάφη αλλά δεν είδε διαφθοράν, δηλ. δεν έλιωσε μέσα εις τον τάφον, αλλά ανεστήθη, έτσι έδωσε και την ανάσταση εις την μητέρα Του, από την οποία εδανείσθη την ανθρωπίνη φύση, όλη την ανθρωπίνη φύση, και το σώμα και την ψυχήν, και αυτά τα εθέωσε και τα ανέβασε εις αυτήν την Βασιλεία του Θεού. Αυτό για μας λέει πολλά πράγματα.

Η Θεοτόκος είναι ο πρώτος άνθρωπος που ανέρχεται εις την βασιλεία του Θεού και συνεπώς αποτελεί το πιο χαρούμενο γεγονός μετά από το Πάσχα. Και γι’ αυτό θεωρείται δεύτερο Πάσχα,κατά το οποίος εορτάζουμε, όχι απλώς την Κοίμηση, όπως θα εορτάζαμε την επέτειο του θανάτου ενός προσώπου, αφαλώς όχι με χαρά, αλλά το προβάδισμα ενός ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού.

Και γι’ αυτό, για μας είναι ένα Πάσχα, όχι κενόν περιεχομένου, αλλά ένα Πάσχα που έρχεται να μας δώσει την εγγύησιν, ότι πέρασε ένας άνθρωπος εκείνον τον χώρον που δεν θα μπορούσε ποτέ ανθρωπίνη φύσις να τον περάσει.

Γιατί Πάσχα σημαίνει διάβασις, κι όταν οι Εβραίοι πέρασαν την Ερυθρά θάλασσα, γιόρταζαν τυπικώς το αληθές Πάσχα, το οποίο είναι εκ του θανάτου εις την ζωήν, εκ του φθαρτού κόσμου εις την αφθαρσίαν και εκ του κτιστού κόσμου εις την βασιλείαν του Θεού. Ποιος θα μπορούσε να περάσει;

Βεβαίως ο Χριστός. Αλλά από πίσω του έρχεται ο πρώτος άνθρωπος. Έτσι, δεν είναι υπερβολή να πούμε, ό,τι θα λέγαμε για τον Ιησούν Χριστόν το ίδιο θα λέγαμε και για την Υπεραγίαν Θεοτόκον.
Αγαπητοί μου για μας είναι μεγάλη ελπίδα η Υπεραγία Θεοτόκος. Είναι πολύ μεγάλη ελπίδα. Γι’ αυτό ο λαός μας την αγαπά πολύ. Βλέπετε ότι δεν υπάρχει σπίτι που να μην έχει την εικόνα της Παναγίας.

Δεν υπάρχει χωριό, πόλη που να μην έχει έστω ένα εκκλησάκι ή παρεκκλησι αφιερωμένο στην Υπεραγία Θεοτόκο. Αν θα ‘πρεπε να καταγράψομε πόσες εκκλησιές της Παναγίας υπάρχουν σ’ όλη την Ελλάδα, για να μιλήσουμε μόνο για τον ελληνικόν χώρον και όχι για όλον τον ορθόδοξον χώρον, θα βλέπαμε ότι οι εκκλησίες που υπάρχουν προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι πάρα πολλές.
Σε μια ανάγκη μας, την Παναγία φωνάζουμε. Είναι δε τόσο ζυμωμένο αυτό με την ύπαρξή μας, με το κύτταρο μας, έτσι ώστε όπως λέμε «μάνα μου» σ’ έναν κίνδυνο, έτσι φωνάζουμε αυθορμήτως, χωρίς να δουλέψει το μυαλό μας, θα έλεγα από μέσα από τα έγκατά μας, φωνάζουμε «Παναγιά μου». Μέσα μας, μέσα στα βιώματά μας, υπάρχει το πρόσωπό της.

Κι αυτό δείχνει ότι ο ορθόδοξος κόσμος αγαπά και τιμά, την Υπεραγία Θεοτόκο. Την θεωρούμε ότι είναι το εργαστήριο της σωτηρίας μας. Την θεωρούμε ότι είναι η πόλις του μεγάλου βασιλέως. Δεν είναι απλώς η επίγειος Ιερουσαλήμ αλλά είναι η αιωνία Ιερουσαλήμ.

Είναι η δωδεκάτειχος πόλις που έχει τα δώδεκα τείχη, που είναι οι Απόστολοι, και αυτή είναι η πόλις που έχει κάτοικό της τον Υιόν της, τον Ιησούν Χριστόν. Ο πρώτος πολίτης, αλλά και εμείς αγαπητοί, καλούμεθα να γίνουμε πολίτες αυτής της πόλης.

Αλλά κατοικώ την πόλιν, κατοικώ την Θεοτόκον. Μπαίνω μέσα εις την ζωήν της Θεοτόκου και αυτό μέσα εις ένα εγκώμιόν του ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει τα εξής: Ελάτε όλοι νοερά να συνεκδημήσουμε μ’ εκείνη η οποία έχει συνεκδημήσει. Ελάτε όλοι να φύγουμε μαζί μ’ εκείνη η οποία έφυγε από τον κόσμον αυτόν.

Όπως λέμε εις τους Χαιρετισμούς: «Ξένον τόκον ιδόντες ξενωθώμεν του κόσμου», δηλαδή, αφού είδαμε έναν παράξενον τόκον, τον Ιησούν Χριστόν, που Τον εγέννησε η Θεοτόκος, ότι δηλαδή είναι ο Εμμανουήλ, ο «μαζί μας ο Θεός», ας αποξενωθούμε από τον κόσμο, από τον αμαρτωλόν κόσμον, από την αμαρτίαν. Για να μπορέσουμε να βρεθούμε με τον τόκον της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Ήρθε, υπηρέτησε το έργο του Θεού, το μέγα σχέδιο του Θεού, υπηρέτησε το «σεσιγημένον μυστήριον χρόνοις αιωνίοις» κατά έναν θαυμαστόν τρόπον, και έγινεν η Κυρία των Ουρανών. Μαζί της λοιπόν, ας ανέβουμε νοερά. Ακόμα η ώρα μας δεν έχει έλθει να φύγουμε. Θα φύγωμε όμως.

Επειδή όταν θα φύγουμε θα ζητούν οι δαίμονες την ψυχήν μας, γι’ αυτός ας φύγωμε από τώρα, νοερώς. Κι εκείνος ο οποίος θα φύγει νοερώς μαζί της, όταν θα έρθει η ώρα της οριστικής αναχωρήσεως, τότε η Υπεραγία Θεοτόκος θα τον αναμένει στον ουρανόν και θα ίδει το πρόσωπό της.

Εκείνο το πρόσωπο το οποίο ευλαβούνται τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και υποκλίνονται μπροστά στης. Είναι εκείνη η οποία φοράει τον ήλιο, οπως μας αποκαλύπτει το βιβλίο της Αποκαλύψεως, και έχει κάτω από τα πόδια της την Σελήνη.

Που σημαίνει ότι φοράει την μονιμότητα, γιατί ο δίσκος του ηλίου είναι πάντοτε στρογγυλός, και έχει κάτω από τα πόδια της την διαρκώς αλλοιουμένη με τις φάσεις της σελήνη, σύμβολο του κόσμου που περνά, που ρέει, του κόσμου του μεταβαλλομένου.

Έτσι κι εμείς αγαπητοί, ας βάλουμε κάτω από τα πόδια μας την σελήνη του κόσμου τούτου, τον μεταβαλλόμενον κόσμον και ας μένουμε μέσα εις την μονιμότητα του θείου φωτός, της θείας δόξης, μέσα εις την οποία εισήλθε η Υπεραγία Θεοτόκος και μας αναμένει.

Εἰς τήν Κοίμησιν...



«Ἥταν ἀνάγκη ἡ ψυχή τῆς Παναγίας νά χωρισθεῖ
ἀπό τό ὑπεράγιο σῶμα Της.
Μέ τήν κοίμησή Της χωρίσθηκε καί ἑνώθηκε μέ
τήν ψυχή τοῦ Υἱοῦ της.
Ἀλλά καί τό σῶμα Της, ἀφοῦ ἔμεινε γιά λίγο στή γῆ,
ἀναχώρησε κι αὐτό μαζί μέ τήν ψυχή.
Διότι ἔπρεπε νά περάσει ἀπό ὅλους τούς δρόμους,
ἀπό τούς ὁποίους πέρασε ὁ Σωτήρας.
Νά λάμψει καί στούς ζωντανούς, διά μέσου ὅλων,
τήν ἀνθρώπινη φύση».

( Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα,
Εἰς τήν Κοίμησιν, Ἡ Θεομήτωρ, σ. 215)

Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου...



«Κάποτε, μέσῳ τῆς προμήτορος Εὔας ὁ θάνατος εἰσῆλθε καί κυρίευσε τόν κόσμο. Τώρα ὅμως συναντώντας τήν μακαρία θυγατέρα ἐκείνης, τήν Παναγία, ἀποκρούστηκε καί κατανικήθηκε. 

Ἄς χαρεῖ λοιπόν τό γυναικῖο φῦλο, πού ἀντί ντροπῆς ἀποκομίζει δόξα. 

Ἄς χαρεῖ καί ἡ Εὔα, διότι δέν εἵναι πιά καταραμένη, ἀλλά ἔχει νά ἐπιδείξει ἀπόγονό της εὐλογημένο, τήν Μαρία. 

Ἄςσκιρτήσει ἡ κτίση ὁλόκληρη, καθῶς ἀντλεῖ μυστικά τά νάματα τῆς ἀφθαρσίας ἀπό τήν παρθενική πηγή καί ἀπαλλάσσεται ἔτσι ἀπό τήν θανατηφόρα δίψα».

Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου(Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου,
Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, 
Περ. Ἁγιορείτικη Μαρτυρία τ. 4).