.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ή σημερινή γενιά έχει σταματήσει ν' απευθύνει ευχαριστήριες προσευχές προς τον Κύριο, και περιορίζεται να του απευθύνει συνεχώς μόνο αιτήματα σαν τον αχάριστο ζητιάνο.



Γράφει ή μοναχή Νεκταρία (Κοντσέβιτς):Ό Γέροντας μου είχε βάλει να κάνω κανόνα στο κελί μου να λέω 30 φορές "Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με την αμαρτωλή", 10 φορές το "Ύπεραγία Θεοτόκε, σώσον με", 10 φορές το "Άγιε άγγελε φύλακα μου, πρέσβευε στον Θεό για μένα" και 10 φορές το "Άγιοι Πάντες πρεσβεύσατε υπέρ εμού". Και πρόσθεσε: «Καθώς θα λες "Άγιοι Πάντες πρεσβεύσατε υπέρ εμού", όλοι οί Άγιοι στον Παράδεισο θα λένε "Κύριε ελεησόν" και θα είναι αυτό ένα κέρδος για σένα». Τώρα κάθε φορά πού λέω "Άγιοι Πάντες πρεσβεύσατε υπέρ εμού", αναλογίζομαι πώς όλοι μαζί οί Άγιοι στον Παράδεισο γονατίζουν μπροστά στον θρόνο του Θεού και λένε "Κύριε ελεησόν".

Όσιος Ελεάζαρ του Ανζέρσκ

Ευχαριστία, δοξολογίαΥπενθύμιζε επανειλημμένως στα πνευματικά του τέκνα να ευχαριστούν τον Κύριο για όλα τα ελέη του. Σαν παράδειγμα ειλικρινούς ευγνωμοσύνης ανέφερε τον Οσιο Ελεάζαρ της Σκήτης του Ανζέρσκ:
Ό Όσιος αυτός βγήκε μια νύχτα στον εξώστη του κελιού του και ατενίζοντας την ομορφιά και την γαλήνη της φύσεως της Σκήτης του Άνζέρσκ, πού τον περιέβαλλε, αισθάνθηκε συγκίνηση μέχρι του σημείου να δακρύσει. Και μέσα από την καρδιά του πού πλημμύρισε από θεία αγάπη, βγήκε ένας βαθύς αναστεναγμός: «"Ω Κύριε, τι ομορφιά είναι αυτή πού έχεις δημιουργήσει για μας! Με τι μέσα και τι τρόπους μπορώ εγώ, ένα αξιοκαταφρόνητο σκουλήκι, να σ' ευχαριστήσω για όλα τα μεγάλα και πλούσια ελέη πού μου έχεις δώσει;».
Ή δύναμη του αναστεναγμού και ή προσευχή του οσίου άνοιξαν τους ουρανούς και μπροστά στα μάτια της ψυχής του εμφανίστηκαν μυριάδες Άγγελοι φωτεινοί, πού έψαλλαν την μεγάλη αγγελική δοξολογία "Δόξα εν ύψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν άνθρώποις ευδοκία", ενώ μια αόρατη φωνή είπε στον Όσιο:
-Και συ επίσης, Ελεάζαρ, να ευχαριστείς τον Πλάστη και Δημιουργό σου μ' αυτά τα λόγια της δοξολογίας.



Και ό στάρετς Νεκτάριος υπογράμμισε αναστενάζοντας:

- Ή σημερινή γενιά έχει σταματήσει ν' απευθύνει ευχαριστήριες προσευχές προς τον Κύριο, και περιορίζεται να του απευθύνει συνεχώς μόνο αιτήματα σαν τον αχάριστο ζητιάνο.

στάρετς Νεκτάριος

http://proskynitis.blogspot.gr

Πολεμώντας εναντίον του εαυτού μας, πολεμούμαστε από τον ίδιον τον εαυτό μας


Σὲ τί βρίσκεται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα. Γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ κάποιος, πρέπει νὰ πολεμᾷ. Τὰ τέσσερα ἀναγκαῖα σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο.
Τὸ μεγαλύτερο καὶ τελειότερο κατόρθωμα, ποὺ μπορεῖ νὰ πῇ ἢ νὰ συλλογισθῇ ὁ ἄνθρωπος, εἶναι τὸ νὰ πλησίαση κάπως στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ αὐτόν.
Λοιπόν, ἐὰν ἐσύ, ἀγαπητέ μου ἐν Χριστῷ ἀναγνώστη, ἐπιθυμεῖς νὰ φθάσης σὲ αὐτὴν τὴν κορυφή, πρῶτα πρέπει νὰ γνωρίσῃς, ἀπὸ τί ἀποτελεῖται ἡ πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἡ χριστιανικὴ τελειότητα (1). 
Γιατὶ, εἶναι πολλοί, ποὺ λένε, πὼς αὐτὴ ἡ ζωὴ καὶ ἡ τελειότητα βρίσκεται στὶς νηστεῖες, στὶς ἀγρυπνίες, στὶς γονυκλισίες, στὶς χαμαικοιτίες καὶ σὲ ἄλλες παρόμοιες σκληραγωγίες τοῦ σώματος. Ἄλλοι πάλι λένε πὼς βρίσκεται στὶς πολλὲς προσευχὲς καὶ στὶς μεγάλες ἀκολουθίες. Καὶ ἄλλοι πολλοὶ νομίζουν, ὅτι ἡ τελειότητα βρίσκεται ὁλόκληρη στὴ νοερὰ προσευχή (2), στὴ μοναξιὰ καὶ στὴν ἀναχώρησι, στὴ σιωπὴ καὶ στὴν ἐκπαίδευσι μὲ τὸν κανόνα· δηλαδή, τὸ νὰ βαδίζουν μὲ τὸν κανόνα καὶ τὸ μέτρο, καὶ οὔτε νὰ φτάνουν σὲ ὑπερβολές, οὔτε σὲ ἐλλείψεις. Οἱ ἀρετὲς ὅμως αὐτές, μόνες τους, δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε ὡς χριστιανικὴ τελειότητα, ἀλλὰ εἶναι ἄλλοτε μέσα καὶ ὄργανα, γιὰ νὰ ἀπολαύσῃ κάποιος τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄλλοτε πάλι εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καὶ ὅτι μὲν εἶναι πολὺ δυνατὰ ὄργανα, γιὰ τὴν ἀπόλαυσι τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία, γιατὶ βλέπουμε πολλοὺς ἐνάρετους ποὺ τὰ μεταχειρίζονται ὅπως πρέπει, μὲ αὐτὸ τὸν σκοπόν, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν δηλαδὴ ἰσχὺ καὶ δύναμι κατὰ τῆς κακίας καὶ τῆς χαλαρότητας, γιὰ νὰ δυναμώνουν ἐναντίον τῶν πειρασμῶν καὶ τῆς πλάνης τῶν τριῶν κοινῶν ἐχθρῶν, δηλαδὴ τῆς σάρκας, τοῦ κόσμου καὶ τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ παίρνουν ἀπὸ ἐκεῖνες τὴν πνευματικὴ βοήθεια, ποὺ εἶναι ἀναγκαῖες σὲ ὅλους τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ, καὶ μάλιστα στοὺς ἀρχαρίους, καὶ ἁπλά, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦν νὰ πάρουν τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· δηλαδή, «Πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· Πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος· Πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως· Πνεῦμα φόβου Θεοῦ», καθὼς τὰ ἀπαριθμεῖ ὁ Ἡσαΐας (11,2).
Ὅτι αὐτὲς οἱ πράξεις εἶναι καὶ καρπὸς τοῦ Πνεύματος καὶ ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν «ἀγάπη, χαρά, πίστι, ἐγκράτεια» (Γάλ. 5,22), ὅπως εἶπε ὁ Παῦλος, καὶ αὐτὸ εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία. Γιατὶ οἱ πνευματικοὶ ἄνδρες παιδεύουν τὸ σῶμα μὲ αὐτὲς τὶς σκληραγωγίες,  γιατὶ λύπησε τὸν Ποιητή του (3) καὶ γιὰ νὰ τὸ κρατᾶνε πάντα ταπεινωμένο καὶ ὑποτεταγμένο στὸ νὰ ἐργάζεται τὰ τοῦ Θεοῦ. 
Σιωποῦν καὶ μονάζουν, γιὰ νὰ ἀποφεύγουν καὶ τὴν παραμικρὴ λύπη πρὸς τὸν Θεό. Προσεύχονται καὶ προσέχουν στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ στὰ ἔργα τῆς εὐσέβειας, γιὰ νὰ ἔχουν τὸ πολίτευμά τους στοὺς οὐρανούς· μελετᾶνε τὴ ζωὴ καὶ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου μας, ὄχι γιὰ τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ γνωρίσουν περισσότερο τὴν δική τους κακία, καὶ τὴν ἀγαθότητα καὶ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθοῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ τὸ νὰ ἀπαρνοῦνται τὸν ἑαυτό τους καὶ μὲ τὸ σταυρὸ στοὺς ὤμους, γιὰ νὰ θερμαίνωνται περισσότερο στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ των.
Οἱ ἀρετὲς ὅμως ποὺ ἀναφέρθηκαν, μποροῦν νὰ προξενήσουν σὲ ἐκείνους, ποὺ θέτουν ὅλο τους τὸ βάρος σὲ αὐτές, περισσοτέρη βλάβη ἀπὸ τὶς φανερὲς ἁμαρτίες· ὄχι ἐξαιτίας αὐτῶν (γιατί, αὐτὲς εἶναι ὅλες ἁγιώτατες), ἀλλ᾿ ἐξ αἰτίας ἐκείνων ποὺ τὶς μεταχειρίζονται, ἐπειδή, αὐτοὶ προσέχοντας σ᾿ αὐτὲς μόνο, ἀφήνουν τὴν καρδιά τους νὰ τρέχῃ στὰ δικά τους θελήματα καὶ τὰ θελήματα τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος βλέποντάς τους πὼς πηγαίνουν ἀπὸ τὸν εὐθὺ δρόμο, τοὺς ἀφήνει ὄχι μόνον νὰ ἀγωνίζωνται μὲ χαρὰ σὲ αὐτοὺς τοὺς σωματικοὺς ἀγῶνες, ἀλλὰ ἀκόμη νὰ ἐπεκτείνωνται, μὲ τὸν μάταιο λογισμό τους, καὶ ὡς στὰ μεγαλεῖα του Παραδείσου. Ὅθεν καὶ νομίζουν οἱ τοιοῦτοι πὼς ὑψώθησαν μέχρι τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ πὼς αἰσθάνονται τὸν Θεὸ μέσα τους· καὶ κάποτε, βυθισμένοι μέσα σὲ κάποιες σκέψεις καὶ λογισμοὺς περιέργους καὶ ὑψηλούς, νομίζουν πὼς ἄφησαν σχεδὸν τὸν κόσμο αὐτὸν καὶ ἁρπάγησαν μέχρι τὸν τρίτο οὐρανό.
Ἀλλά, σὲ πόσα σφάλματα εἶναι μπλεγμένοι αὐτοὶ καὶ πόσο εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ τελειότητα, μπορεῖ νὰ τὸ καταλάβη ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἤθη τους. Γιατὶ, αὐτοὶ θέλουν νὰ προτιμοῦνται ἀπὸ τοὺς ἄλλους σὲ κάθε τί ποὺ ὑπάρχει· εἶναι ἰδιόρρυθμοι καὶ ἰσχυρογνώμονες στὸ θέλημά τους, εἶναι τυφλοὶ σε ὅλα τὰ δικά τους, μὲ ἐπιμέλεια ὅμως ἐξετάζουν τοὺς λόγους καὶ τὶς πράξεις τῶν ἄλλων, ἂν τοὺς ἀγγίξη κάποιος λίγο στὴ μάταιη ὑπόληψι τῆς τιμῆς τους, ποὺ αὐτοὶ νομίζουν πὼς ἔχουν καὶ ποὺ (σὲ ὑπόληψι) θέλουν νὰ τοὺς ἔχουν καὶ οἱ ἄλλοι· ἢ ἐὰν τοὺς ἐμπόδιση κάποιος ἀπὸ κεῖνες τὶς εὐλάβειες καὶ τὶς ἀρετές, μὲ τὶς ὁποῖες καταπιάνονται (ὁ Θεὸς νὰ φυλάει!) ἀμέσως συγχύζονται, ἀμέσως ἀνάβουν ὅλοι ἀπὸ θυμὸ καὶ γίνονται ἔξαλλοι.
Καί, ἂν ὁ Θεὸς θέλοντας νὰ τοὺς φέρῃ σὲ ἀκριβὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ στὸν ἀληθινὸ δρόμο τῆς τελειότητας, τοὺς στείλη θλίψεις καὶ ἀρρώστειες ἢ παραχωρήσῃ νὰ τοὺς ἔρθουν διωγμοὶ (οἱ ὁποῖοι εἶναι τὸ δοκιμαστήριο ποὺ δοκιμάζει τοὺς γνήσιους καὶ ἀληθινοὺς δούλους του), τότε φανερώνουν τὰ κρυφὰ τῆς καρδιᾶς τους, πὼς εἶναι διεφθαρμένοι ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. 
Γιατὶ, σὲ κάθε λυπηρὸ γεγονὸς ποὺ συμβαίνει, δὲν θέλουν νὰ ἀκολουθήσουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μένουν ἀναπαυμένοι στὶς δίκαιες, ἂν καὶ κρυφὲς κρίσεις τοῦ Θεοῦ, οὔτε θέλουν κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ ταπεινωθέντα καὶ παθόντα Υἱοῦ αὐτοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ταπεινωθοῦν κάτω ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα, ἔχοντας γιὰ ἀγαπητοὺς φίλους τους τοὺς διῶκτες, σὰν ὄργανα τῆς θείας ἀγαθότητας καὶ συνεργοὺς τῆς σωτηρίας τους.
Ὁπότε εἶναι φανερὸ πὼς βρίσκονται σὲ μεγάλο κίνδυνο. Γιατὶ, ἔχοντας τὸ ἐσωτερικὸ μάτι, δηλαδὴ τὸν νοῦ τους, σκοτεινό, βλέπουν μὲ ἐκεῖνο τὸν ἑαυτόν τους· καὶ σκεπτόμενοι νὰ πετύχουν τὶς ἐξωτερικὲς πράξεις ποὺ κάνουν, πὼς εἶναι καλές, νομίζουν πὼς ἔφτασαν στὴν τελειότητα· καὶ κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο ὑπερηφανευόμενοι, κατακρίνουν τοὺς ἄλλους. 
Γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀλλάξη ἄλλος κάποιους ἀπὸ αὐτούς, πάρα μόνο μία ξεχωριστὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ εὐκολώτερα μετατρέπεται στὸ καλὸ ὁ φανερὸς ἁμαρτωλός, παρὰ ὁ ἀπόκρυφος καὶ σκεπασμένος μὲ τὸ κάλυμμα τῶν φαινομενικῶν ἀρετῶν.

Τώρα λοιπὸν ποὺ γνώρισες πολὺ καλὰ ὅτι ἡ πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἡ τελειότητα δὲν στέκεται σὲ αὐτὲς τὶς ἀρετές, ποὺ εἴπαμε, γνώριζε ὅτι δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ ἄλλα παρὰ ἀπὸ (4) τὴν γνῶσι τῆς ἀγαθότητας καὶ τῆς μεγαλειότητας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δικῆς μας μηδεναμηνότητας καὶ κλίσεως σὲ κάθε κακὸ στὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ μας· στὴν ὑποταγή, ὄχι μόνο του Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν κτισμάτων, γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὴν ἀποστροφὴ κάθε δικοῦ μας θελήματος, τέλειας ὑπακοῆς στὸ Θεῖο θέλημα· καὶ ἀκόμη, νὰ τὰ θέλουμε ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ τὰ κάνουμε ξεκάθαρα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ (5) καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀρέσουμε σὲ αὐτόν, καὶ γιατὶ ἔτσι θέλει καὶ αὐτὸς καὶ ἔτσι πρέπει νὰ τὸν ἀγαπᾶμε καὶ νὰ τὸν ὑπηρετοῦμε.
Αὐτὸς εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, αὐτὸς ποὺ ἔχει γραφτεῖ ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στὶς καρδίες τῶν πιστῶν δούλων του. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας, τὴν ὁποία ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεός. Αὐτὸς εἶναι ὁ γλυκὸς ζυγὸς τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸ φορτίο του τὸ ἐλαφρό. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὴν ὁποία μᾶς προσκαλεῖ ὁ λυτρωτής μας καὶ Διδάσκαλος μὲ τὸ δικό του παράδειγμα καὶ μὲ τὴ φωνή του (6).

Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ, ποὺ ἐπιθυμεῖς νὰ φθάσης στὸ ὕψος αὐτῆς τῆς τελειότητας, ἐπειδὴ καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ κάνῃς μία ἀκατάπαυστη πάλη μὲ τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ νικήσῃς γενναῖα καὶ νὰ ἐξουδετερώσῃς ὅλα τὰ θελήματα μεγάλα καὶ μικρά, ἀναγκαστικά, πρέπει νὰ ἑτοιμασθῇς μὲ κάθε προθυμία τῆς ψυχῆς σου σὲ αὐτὸ τὸν πόλεμο (γιατί, τὸ στεφάνι δὲν δίνεται σὲ ἄλλο, παρὰ μόνο στὸν γενναῖο πολεμιστή)· ὁ ὁποῖος πόλεμος, καθὼς εἶναι δυσκολώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλο πόλεμο (γιατὶ πολεμώντας ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας, πολεμούμαστε ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτό μας), ἔτσι καὶ ἡ νίκη ποὺ πετυχαίνουε σὲ αὐτόν, θὰ εἶναι ἐνδοξότερη ἀπὸ κάθε ἄλλη, καὶ περισσότερο εὐπρόσδεκτη στὸν Θεό. Γιατὶ ἂν θελήσῃς νὰ θανατώσῃς τὰ ἄτακτα πάθη σου, καὶ τὶς ἐπιθυμίες καὶ θελήματά σου, θὰ ἀρέσῃς στὸν Θεὸ περισσότερο, καὶ θὰ τὸν ὑπηρετῆς καλύτερα, παρὰ νὰ μαστιγώνεσαι μέχρι νὰ βγάλης αἷμα, καὶ νὰ νηστεύῃς περισσότερο ἀπὸ τοὺς παλιοὺς ἐρημῖτες, καὶ παρὰ νὰ ἐπέστρεφες στὸ καλὸ χιλιάδες ψυχές, ὄντας ἐσὺ κυριευμένος ἀπὸ τὰ πάθη (7).
Γιατὶ, ἂν κι ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ περισσότερο τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ψυχῶν, ἀπὸ τὴ νέκρωσι ἑνὸς μικροῦ θελήματος, ὅμως ἐσύ, ἀγαπητέ, δὲν πρέπει νὰ θέλῃς, οὔτε νὰ κάνῃς τίποτα ἄλλο βασικώτερο, ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾷ, καὶ θέλει πλέον ἀποκλειστικὰ ἀπὸ σένα· γιατὶ αὐτός, βεβαιότατα, καλύτερα εὐχαριστεῖται στὸ νὰ ἀγωνίζεσαι γιὰ νὰ ἀπονεκρώσῃς ἐσὺ τὰ δικά σου πάθη, παρὰ στὸ νὰ κάνῃς ὁποιοδήποτε ἄλλο πρᾶγμα, καὶ ἂς εἶναι μεγάλο καὶ σπουδαῖο, παραβλέποντας τὰ πάθη σου.

Τώρα λοιπόν, ποὺ ἔμαθες ἀπὸ τί ἀποτελεῖται ἡ χριστιανικὴ τελειότητα καὶ ὅτι γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃς πρέπει νὰ ἔχῃς ἕνα παντοτινὸ καὶ σκληρότατο πόλεμο ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ σου, εἶναι ἀνάγκη νὰ προμηθευτῇς τέσσερα πράγματα, σὰν ὁπλισμὸ πολὺ ἀσφαλῆ καὶ ἀναγκαῖο, γιὰ νὰ γίνῃς νικητὴς σὲ αὐτὸν τὸν ἀόρατο πόλεμο καὶ νὰ λάβης τὸ στεφάνι. Καὶ αὐτὰ εἶναι: α) τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι ποτὲ τὸν ἑαυτόν σου, β) τὸ νὰ ἔχῃς πάντα ὅλο σου τὸ θάρρος καὶ τὴν ἐλπίδα στὸ Θεὸ γ) τὸ νὰ ἀγωνίζεσαι πάντα· καὶ δ) τὸ νὰ προσεύχεσαι. Γιὰ αὐτὰ θέλω νὰ σοῦ μιλήσω ξεχωριστά, σὺν Θεῷ, σύντομα.


[1]. Ἡ τελειότητα τῶν χριστιανῶν ἀπαιτεῖται σὰν ἐντολὴ καὶ παραδίδεται στὴν Καινὴ Διαθήκη γιατὶ λέγει ὁ Κύριος· «νὰ εἶσθε τέλειοι, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὁ Πατέρας σας» (Ματθ. 5,48). Καὶ ὁ Παῦλος λέει «τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε» (Α´ Κορινθ. 14,20)· καὶ πάλι «νὰ εἶσθε τέλειοι καὶ νὰ ἐκπληρώνετε σὲ ὅλα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ» (Κολοσ. 4,12). Καὶ πάλι· «Στὴν τελειότητα ἂς ὁδηγούμαστε» (Ἐβρ. 6,1). Προανεκηρύχθηκε αὐτὴ σὰν ἐντολὴ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, γιατὶ λέει στοὺς Ἰουδαίους ὁ Θεὸς στὸ Δευτερονόμιο: «Νὰ εἶσαι τέλειος ἀπέναντι Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου» (18,18). Καὶ ὁ Δαβὶδ διατάζει τὰ ἴδια στὸν υἱό του τὸν Σολομῶντα. «Καὶ τώρα παιδί μου Σολομῶντα, νὰ γνωρίσῃς τὸν Θεὸ τῶν πατέρων σου καὶ νὰ τὸν ὑπηρετήσῃς μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ προθυμία ψυχῆς» (Α´ Παραλ. 28,9). Συμπεραίνουμε λοιπόν, ὅτι ἀπαιτεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ ἀσκοῦν καὶ νὰ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ τὴν τελειότητα, δηλαδὴ ζητάει ἀπὸ μᾶς ὁ Θεός, νὰ γίνουμε τέλειοι σὲ ὅλες τὶς ἀρετές.
[2]. Γιὰ αὐτὴ βλέπε στὸ μς᾿ κεφάλαιο.
[3]. Σημείωσε, ὅτι, κατὰ τοὺς θεολόγους, βλάβη τοῦ Θεοῦ λέγεται, κάθε ἁμαρτία ἁπλά, γιατὶ βλάπτει, πληγώνει καὶ ἐναντιώνεται στὸ Θεόν. Καὶ κατὰ τὸ ὅτι αὐτὴ μὲν δὲν ὑπάρχει σὰν ζωντανὸς ὀργανισμός, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὸ εἶναι τοῦ Θεοῦ, καὶ καθότι εἶναι κακό, βλάπτει τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, καθότι εἶναι ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία, βλάπτει τὴν δύναμί του, καθότι ἀγνωσία, βλάπτει τὴν σοφία του. Καὶ ἁπλά, καθότι αὐτὴ εἶναι καὶ λέγεται ἀτελειότητα καὶ παράλειψη, βλάπτει καὶ ἐναντιώνεται στὶς ἄπειρες τελειότητες τοῦ Θεοῦ καὶ καθότι παράβαση καὶ ἀνομία βλάπτει καὶ πληγώνει τοὺς νόμους καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ καθώς, κάθε λόγος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζεται βλασφημία, γιατὶ βλάπτει τὴν φήμη καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ κάθε ἁμαρτία βλάβη λέγεται τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο γιατὶ ἀπὸ μόνη της ἐναντιώνεται σὰν μεγαλύτερο κακὸ στὸ μεγαλύτερο κακό, ἀλλὰ γιατὶ καὶ σὰν γίνεται στὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, κάνει νὰ βλασφημῆται ὁ Κτίστης αὐτῶν, πὼς εἶναι καὶ αὐτὸς τέτοιος κακός, καὶ στὴ συνέχεια ὅτι ἔκτισε καὶ τέτοια κακά· καθὼς καὶ ἡ ἀρετὴ τῶν κτισμάτων, κάνει νὰ δοξάζεται καὶ ὁ Κτίστης τους.
[4]. Βλέπε ἀγαπητέ, πόσο ἄριστη εἶναι ἡ τάξι καὶ ἡ μέθοδος, ποὺ μεταχειρίζεται αὐτὸ τὸ βιβλίο. Ἐπειδὴ κάθε τάξι καὶ τέχνη, ἀπὸ τὸ σκοπό της γνωρίζεται, σύμφωνα μὲ τὸ φιλοσοφικὸ ἀξίωμα καὶ τὸ τέλος ποὺ προκατασκευάζεται καὶ στοχεύεται σύμφωνα μὲ τὴν διάνοια, ἀρχὴ γίνεται καὶ λόγος τῆς ἐργασίας καὶ τῆς ἐπιχειρήσεως κάθε πράγματος· γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ βιβλίο αὐτό, πρὶν ἀπὸ κάθε τί ἄλλο, προσθέτει ἐδῶ στὴν ἀρχή, τὴν τελειότητα καὶ τὸ σκοπὸ ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀοράτου πολέμου, ὥστε γνωρίζοντας τὰ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ πρόκειται νὰ πολεμήσουν, νὰ μὴν πλανηθοῦν μὲ τίποτα ἄλλο, ἀλλὰ νὰ κατευθύνωνται πρὸς αὐτό, σὰν σὲ σημεῖο καὶ πρὸς μία κατεύθυνσι νὰ ὁδηγοῦν ὅλες τὶς πράξεις τους.
[5]. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Ἀπόστολος διατάζει νὰ κάνουμε γενικὰ ὅλα μας τὰ ἔργα γιὰ μόνο τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ λέγοντας «Εἴτε τρῶτε, εἴτε πίνετε, εἴτε κάτι ἄλλο κάνετε, ὅλα νὰ τὰ κάνετε γιὰ τὴν δόξα» (Α´ Κορ. 10,31).
[6]. Καὶ ἀληθινά, τὸ νὰ ὑποτασσώμαστε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ πάντα καὶ νὰ προτιμᾶμε αὐτὸ ἀπὸ τὸ δικό μας, καὶ μὲ τὴν φωνή του μᾶς τὸ ἐδίδαξε ὁ ἀρχηγὸς καὶ τελειωτὴς τῆς σωτηρίας μας Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος μᾶς παράγγειλε νὰ προσευχώμαστε καὶ νὰ λέμε «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς... γεννηθήτω τὸ θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,10), καὶ μὲ τὸ παράδειγμά του, γιατὶ καὶ στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς του, ἀμέσως ποὺ μπῆκε στὸ κόσμο, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐζήτησε νὰ κάνῃ κατὰ τὸν Παῦλο ποὺ λέει: «Νά, ἔρχομαι νὰ κάνω τὸ θέλημά σου» (Ἑβρ. 10,9)· καὶ στὸ μέσον τοῦ Εὐαγγελίου του, αὐτὸ ἔλεγε «κατέβηκα ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὄχι γιὰ νὰ κάνω τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ θέλημα ἐκείνου ποὺ μ᾿ ἔστειλε» (Ἰωάν. 6,38)· καὶ στὸ τέλος τῆς ζωῆς του, αὐτὸ τὸ ἴδιο ἐσφράγισε λέγοντας, στὴν προσευχή· «Πάτερ, ἂς μὴ γίνῃ τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ δικό σου» (Λουκ. 22,42).
[7]. Τὰ ἴδια σχεδὸν λέει καὶ ὁ ἄββας Ἰσαὰκ (λόγ. κγ´), ὅπου λέει: «Εἶναι καλύτερο νὰ λύσῃς τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὸν σύνδεσμο τῆς ἁμαρτίας, παρὰ νὰ ἐλευθερώσῃς δούλους ἀπὸ τὴν δουλεία»· καὶ ἄλλα πολλὰ σύμφωνα μὲ αὐτὰ ποὺ ἐξηγοῦνται ἐδῶ (ἀνάγνωσε καὶ τὸν νς᾿ λόγο τοῦ ἰδίου).

Από το βιβλίο «Αόρατος Πόλεμος»
Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη, Κεφάλαιο Α, Μέρος 1ο

xristianos.gr

ΠΑΝΩ ΑΠ΄ ΟΛΑ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



…Από την ψυχή των Ελλήνων αναβλύζουν αενάως δυνάμεις. Ποιές δυνάμεις κρατούν όρθια την Ελλάδα πάνω στα ιστορικά βράχια της; η γεωγραφική της θέση; τα όπλα της; η ανδρεία των παιδιών της ; το ένδοξο παρελθόν της ; η προστασία των συμμάχων της ; Έχουν κι αυτά σημασία. Μα πάνω απ΄ όλα αυτά είναι η δύναμη του Θεού, που δεν αφήνει το μικρό αυτό έθνος να εξαφανιστεί. Επιτρέπει εκείνος θύελλες και καταιγίδες, για να το αναδείξει ακόμη μια φορά και να καταισχύνει όσους μισούν την αλήθεια και το φως.

Η Ελλάδα δε θα καταστραφεί. Έχει σημαία το σταυρό, πηδάλιο το Ευαγγέλιο, πυξίδα την αγνή της συνείδηση, άγκυρα την ελπίδα, πολικό αστέρα τις θυσίες των αναρίθμητων μαρτύρων, Κυβερνήτη το Χριστό. Ο Κύριος είναι μαζί της. Όταν φαίνεται να καταποντίζεται, Εκείνος εκτείνει τον βραχίονά του τον ισχυρό και μας εμψυχώνει φωνάζοντας«Έλληνες θαρσείτε, εγώ ειμί.μη φοβείσθε», και μας σώζει. Μας σώζει θαυματουργικά. «Τίς Θεὸς μέγας, ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν, σὺ εἶ ὁ Θεός, ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος» ! (Ψαλμ. 76, 14 – 15). Ο Χριστός σώζει την πατρίδα.

Αδελφοί ! Το πλοίο της Ελλάδος εξακολουθεί να κλυδωνίζεται. Μέσα σ΄ αυτό είμαστε όλοι. Τέτοιες ώρες ποιός θα μείνει αναίσθητος ; Όταν το πλοίο κινδυνεύει, από τον πλοίαρχο μέχρι τον τελευταίο ναύτη όλοι αγωνίζονται για τη σωτηρία του. Όλοι ας κοπιάσουμε, ας αγρυπνήσουμε για την πατρίδα. Ταυτοχρόνως να χρησιμοποιούμε τον ασύρματο της προσευχήςμε το σήμα «Κύριε σώσον με !».



ΠΗΓΗ : + ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ,
ΑΙΣΙΟΔΟΞΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΓΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟ ΣΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΜΑΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σελ. 33.

«ΤΩΡΑ ΠΑΜΕ Ή ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ Ή ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΟ ΜΕΤΩΠΟ»



«Ο Θεός επιτρέπει να γίνει τώρα ένα τράνταγμα γερό. Έρχονται δύσκολα χρόνια. Θα έχουμε δοκιμασίες μεγάλες……… Να το πάρουμε στα σοβαρά, να ζήσουμε πνευματικά. Οι περιστάσεις μας αναγκάζουν και θα μας αναγκάσουν να δουλέψουμε πνευματικά. Καλόν όμως είναι να το κάνουμε χαρούμενα και προαιρετικά και όχι από θλίψεις, αναγκαστικά. Πολλοί Άγιοι θα παρακαλούσαν να ζούσαν στην εποχή μας, για να αγωνισθούν………. Τώρα δεν πάμε να υπερασπισθούμε την Πατρίδα ή να αγωνισθούμε, για να μη μας κάψουν οι βάρβαροι τα σπίτια μας………… ούτε πάμε για ένα έθνος ή για μια ιδεολογία. Τώρα πάμε ή για τον Χριστό ή για τον διάβολο. Είναι καθαρό μέτωπο…………. Πάντως, θα δούμε φοβερά πράγματα. Θα δοθούν πνευματικές μάχες. Οι Άγιοι θα αγιασθούν περισσότερο και οι ρυπαροί θα γίνουν ρυπαρότεροι (Αποκάλυψη 22, 11). Νιώθω μέσα μου μια παρηγοριά. Μια μπόρα είναι, και ο αγώνας έχει αξία, γιατί τώρα δεν έχουμε εχθρό τον Αλή-Πασά ή τον Χίτλερ ή τον Μουσολίνι, αλλά τον διάβολο. Γι΄ αυτό θα έχουμε και ουράνιο μισθό».


ΠΗΓΗ : ΣΩΤΗΡΧΟΣ Μ.Π., ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΓΙΟΣ, 
εκδ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2009, σ. 54.

Η μετάνοια του εξωμότου Επισκόπου



Κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας ένας Επίσκοπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, συνεργεία του πονηρού, εξώμοσε και έγινε Μωαμεθανός. Κάποτε λοιπόν κατά την εορτή του Μπαϊραμιού, την ώρα που όλοι οι Τούρκοι έτρωγαν και γλεντούσαν, ζήτησαν από τον εξωμόσαντα να τους διακωμωδήσει τα μυστήρια των Χριστιανών για να γελάσουν.

Αυτός στην αρχή αρνιόταν, αφού όμως είδε ότι επέμεναν, πήρε ένα ποτήρι το σήκωσε ψηλά και εκφώνησε μελωδικά το «Πάντων ημών μνησθείη Κύριος ο Θεός», κάνοντας ταυτόχρονα και το γύρο του τραπεζιού, όπου οι Τούρκοι κάθονταν και έτρωγαν.

Άφησε το ποτήρι στο τραπέζι και γύρισε να δει αν διασκέδασαν μ’ αυτό οι συνδαιτυμόνες του. Όμως τότε διεπίστωσε έκλπηκτος πως οι Τούρκοι όχι μόνο δε γελούσαν, αλλά τον κοιτούσαν έντρομοι. «Ε, βρε», τους είπε, «εγώ σας το έκανα για να γελάσετε και σεις τι με κοιτάτε σαν χαμένοι;».

Μετά από λίγη ώρα ένας απ’ αυτούς απάντησε: «Παπά εφέντημ, όση ώρα το έκανες αυτό ήσουνα δύο πήχεις πάνω από τη γη».
Ακούγοντας αυτό ο Επίσκοπος εξεπλάγη και βγαίνοντας έξω έκλαψε μετανοιωμένος λέγοντας: «Εγώ αρνήθηκα τον Κύριο, αλλά αυτός δεν με εγκατέλειψε. Η θεία Χάρις Του με σκεπάζει ακόμα».

Την ίδια νύχτα ανεχώρησε κρυφά για το Άγιον Όρος, όπου έζησε την υπόλοιπη ζωή του με μετάνοια και αυταπάρνηση, χωρίς να γνωρίζει κανείς ποιος ήταν εκτός από τον Πνευματικό του.

«Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία» Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής

agioritikovima.gr

ΠΕΡΙ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΩΝ



Τα μάτια αποτελούν τα δύο πλοκάμια της ψυχής με τα οποία προσλαμβάνει η ψυχή όσα της αρέσουν. Τα μάτια είναι τα δύο λυχνάρια του σώματος, αλλά και οι δύο κλέπτες της αμαρτίας. Κατά τον Μέγα Βασίλειο είναι τα δύο ασώματα χέρια, με τα οποία η ψυχή πιάνει και από μακριά τα ορατά που αγαπά, και όσα δεν μπορεί να πιάσει με τα χέρια, διότι και το μάτι είναι πιο λεπτή αφή από τα χέρια.

Απαιτείται μεγάλη προσοχή, γιατί αυτή η αίσθησις είναι πρωτοκλέπτης των κλεπτών, και το να βλέπουμε με περιέργεια και πλεονασμό πρόσωπα θα μας βλάψει ψυχικά. Και αυτό διότι τα μάτια ζωγραφίζουν βαθύτερα τα είδωλά τους από ότι οι άλλες αισθήσεις.και γι΄ αυτό πρέπει να φυλαγόμαστε από τα βέλη της ηδονής, διότι από τον μετεωρισμό των ματιών αποκτά κανείς καταστρεπτικά πάθη. Από αυτές τις πόρτες μπαίνουν οι περισσότεροι κλέπτες και κυριεύουν την ακρόπολη της ψυχής. Στον Σειράχ 26,9 διαβάζομε. «πορνεία γυναικὸς ἐν μετεωρισμοῖς ὀφθαλμῶν».

Είναι αναντίρρητο από όλους το πολυθρύλητο αξίωμα, μας πληροφορεί ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, που λέγει, από το να βλέπεις, γεννιέται το επιθυμείς, όπως και από το να μη επιθυμείς, γεννιέται το να μη βλέπεις.

Τα αυτιά είναι το δεύτερο αισθητήριο, που καλούμεθα να προσέξουμε, ώστε να το προφυλάξουμε από μελωδίες διεφθαρμένες, για να μην εκθηλύνεται και σχηματιστούν στην φαντασία ανάρμοστες ζωγραφιές, που θα κινήσουν την όρεξη στην καρδιά και να ελκύσουν την ψυχή σε συγκατάθεση.

Σαν φρόνιμοι χριστιανοί πρέπει να αποκλείουμε τα αυτιά μας από τις σύγχρονες αμαρτωλές σειρήνες και να μη ακούμε άσματα πονηρά ή διαβολές.

Το αισθητήριο της γεύσεως είναι αχόρταγο και μοιάζει με τρύπιο πιθάρι, γι΄ αυτό καλούμεθα να αποκλείσομε τα πολυποίκιλα φαγητά, τις τρυφές και σπατάλες, διότι γεννούν πάθη και κακίες στην ψυχή και το σώμα. Της λαιμαργίας έκγονα είναι όλα σχεδόν τα σαρκικά πάθη.

Με τις τρυφές και τα φαγοπότια οδηγούμεθα σε ασέλγειες και απώλεια της σωφροσύνης. Η καλοπέρασις μας βλάπτει όλους, μας κρημνίζει σε πάθη ατιμίας, στην αθεΐα και ασέβεια, και μας αποκλείει την μετάνοια. 

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ

ΠΗΓΗ : ΨΥΧΟΣΩΤΗΡΙΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ 48-49

Ἡ Βυζαντινή μουσική θεραπεύει τήν κατάθλιψη



Μουσικό χειρόγραφο-Μονή Παντοκράτορος 1433

Ἡ βυζαντινή μουσική, ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο ἀναίμακτα. Ἕνα σπουδαῖο θεραπευτικό μέσο γιά τήν ταλαίπωρη ψυχή τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου, τοῦ ἐμπαθοῦς, εἶναι πράγματι ἡ Βυζαντινή μουσική. Διά τοῦτο δίδασκε ὁ σοφός ἰατρός τῆς ψυχῆς-Γέρων: «Ἡ βυζαντινή μουσική εἶναι πάρα πολύ ὠφέλιμη. Κανένας χριστιανός δέν πρέπει νά ὑπάρχει χωρίς νά ξέρει βυζαντινή μουσική. Πρέπει ὅλοι νά μάθομε. Ἔχει ἄμεση σχέση μέ τήν ψυχή. Ἡ μουσική ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο ἀναίμακτα. Χωρίς κόπο, ἀγαλλόμενος, γίνεσαι ἅγιος». Εἰδικά γιά τήν θεραπεία τῆς κατάθλιψης ἡ βυζαντινή μουσική εἶναι ἕνα πολύ ἀποτελεσματικό μέσο.



Ἡ Βυζαντινή μουσική, δίδασκε, θεραπεύει τήν κατάθλιψη.
«Μιά φορά (διηγεῖται ὁ Γέροντας) εἶχε κάποιος δαιμόνιο, ὁ βασιλιάς Σαούλ, καί πήγαινε ὁ Δαβίδ καί τοῦ ἔψαλλε καί ὁ δαίμονας ἔφευγε. Πήγαινε μέ τό ψαλτήρι-τό ψαλτήρι ἦταν ὄργανο. Ὅταν τόν ἔπιανε τό δαιμόνιο τῆς μελαγχολίας, πήγαινε ὁ Δαβίδ καί τοῦ ‘παιζε τό ψαλτήρι κι ἔτσι ἔφευγε ὁ δαίμονας. Ποῦ ‘ναι αὐτοί πού τρέχουνε νά βροῦνε θεραπεία γιά τήν κατάθλιψη.
Ὅταν μάθουνε βυζαντινή μουσική καί ἰδοῦνε τή μαυρίλα νά ‘ρχεται, πάπ! ἕνα δοξαστικό κι ἡ μαυρίλα πού ἔρχεται νά σέ καταλάβει, ὡς ἕνα εἶδος ψυχικῆς μελαγχολίας, γίνεται ὕμνος πρός τόν Θεό. Ἐγώ τό πιστεύω αὐτό. Ἀπόλυτα τό πιστεύω. Σᾶς τό λέω ὅτι ἕνας μουσικός, πού ἀγαπάει τή μουσική, πού εἶναι εὐσεβής, μπορεῖ μιά δυσκολία του νά τήνε κάνει ἔργο μουσικό ἤ ἕνα ἕτοιμο ἔργο νά τό ψάλει, νά τό ἀποδώσει. Ἔτσι, προκειμένου νά κλαίει καί νά καταπιέζεται, προσφέρει μιά δοξολογία στόν Θεό».
Ὁ ὑγιής ἄνθρωπος ζεῖ μέσα στήν ἁρμονία. Ἡ ἀρετή εἶναι ἁρμονία. Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ἡ βυζαντινή μουσική εἶναι πάρα πολύ εὔκολη, ὅταν τήν ἐρωτευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι τόση ἡ ὠφέλεια τῆς ἁρμονίας στήν ψυχή!. Αὐτός πού ξέρει μουσικά καί ἔχει ταπείνωση, ἔχει τήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Πάει νά θυμώσει, νά ἐκραγεῖ, ἀλλά φοβᾶται τή δυσαρμονία, διότι καί ὁ θυμός καί ὅλες αὐτές οἱ ἁμαρτωλές καταστάσεις δέν εἶναι μέσα στήν ἁρμονία. Κι ἔτσι μισεῖ σιγά σιγά τήν κακία καί ἐγκολπώνεται τήν ἀρετή, πού εἶναι ἁρμονία.
Ὅλες οἱ ἀρετές ἔχουν ἁρμονία. Οὔτε στενοχώριες μπορεῖ νά ἔχεις, οὔτε… Μπορεῖς νά ζεῖς μέσα στή χαρά. Ἅμα καταλάβεις πώς ἔρχεται καμιά μαυρίλα στόν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς σου, λέεις ἕνα ὡραῖο τροπάριο καί ἡ μαυρίλα γίνεται ὕμνος στόν Θεό. Τή δύναμη αὐτή πού θά σέ στενοχωροῦσε καί θά σέ καταπίεζε, τήν ἴδια δύναμη τή βουτᾶς καί τήν ἁγιάζεις».

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΕ ΔΑΙΜΟΝΙΟ




Θαύμα Οσίου Μαρτίνου Επισκόπου Φραγκίας όντας εν ζωή - 
Το δαιμόνιο της αυτοκτονίας.

Ο Άγιος ενώ περνούσε μέσα από την πόλη (ο άγιος ήταν επίσκοπος Κωνσταντίνης της σημερινής Τουρζ της Γαλλίας), βρήκε...
σε ένα μέρος κάποιον νέο απηγχονισμένο και είπε στους εκεί παρευρισκομένους.
«Τούτο το κακό έγινε συνεργεία του διαβόλου», Και αφού στάθηκε προς την ανατολή, έκανε προσευχή στον Θεό αρκετή ώρα. Έπειτα είπε: «Το πνεύμα το ακάθαρτο και πονηρό, που παρακίνησε τούτον τον νέο να κρεμασθεί στην αγχόνη εν ονόματι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού φανερώσου μπροστά σε όλους, για να σε δούμε». Αμέσως με τα λόγια αυτά φανερώθηκε το δαιμόνιο σαν αραπόπουλο, κρατώντας στα χέρια του σχοινί, τα μάτια του ήσαν σαν φωτιά, τα χείλη του μαύρα, τα δόντια του λευκά, τα χέρια του μακριά, τα πόδια του στραβά και η γλώσσα του κρεμασμένη έξω από το στόμα του, σαν του λυσσασμένου σκυλιού.
Τότε του λέγει ο Άγιος: «Πνεύμα ακάθαρτο και πονηρό, ποιά είναι η εργασία σου;» Εκείνο απάντησε: «Η εργασία μου είναι να παρακινώ τους ανθρώπους σε αυτοκτονία, διότι σε αυτό με διόρισε ο αρχηγός μου ο σατανάς». Λέγει ο Άγιος: «Και για ποιά αιτία παρακίνησες τούτον τον νέον να κρεμασθεί;».
Τότε το δαιμόνιο άρχισε να κατηγορεί τον αυτόχειρα, λέγοντας:
«Αυτός ο άνθρωπος ήταν πρώτα ειδωλολάτρης και υστέρα έγινε Χριστιανός, όμως δεν ζούσε σύμφωνα με τις εντολές που παράλαβε, αλλά έκανε τα κακά του θελήματα, και δεν σκεπτόταν την αιώνια κόλαση. Είχε δοθεί όλως διόλου στις κακίες, βάζοντας με την θέληση του τον λαιμό του κάτω από τον ζυγό της αμαρτίας και αφού πληγώθηκε ολόκληρος από το κεφάλι έως τα πόδια έχασε την ελπίδα της σωτηρίας του. Έτσι βρήκα και εγώ την ευκαιρία και τον παρακίνησα να κρεμασθεί, για να τον έχω μαζί μου στην κόλαση. Διότι αυτός είναι ο δικός μου μεγάλος αγώνας».Τότε ο Άγιος είπε στον δαίμονα: «Δόλιε και φονιά, συ είσαι εχθρός και κατήγορος και συ παρακίνησες τούτον τον δυστυχή να παραδοθεί στο σκοτάδι και στην απώλεια, και τον κατάντησες σε άθλια κατάσταση, τώρα δε τον κατηγορείς, ότι αυτός έγινε αίτιος να κρεμασθεί και όχι συ; Γι αυτό σε προστάζει ο Ιησούς Χριστός, δι’ εμού του ταπεινού, να πας να κατοικήσεις στην άκρη της οικουμένης έως ότου έλθει η συντέλεια του κόσμου και να κατεβείς με τους συντρόφους σου στον Άδη, ο όποιος είναι ετοιμασμένος για σας».Και αμέσως ο δαίμονας χάθηκε.
Μετά από αυτά πλησίασε ο Άγιος τον νεκρό και είπε αυτήν την προσευχή:
«Κύριε ο Θεός μου, ο έχων άμετρον συμπάθειαν και πέλαγος ευσπλαγχνίας ανεκδιήγητον, μη παρίδης το πλάσμα των χειρών σου, αλλά ως αγαθός και φιλάνθρωπος επίβλεψον εξ ύψους αγίου σου, και ανάστησον τον νεκρόν τούτον, ίνα δοξάζηται το πανάγιον όνομά σου εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Και αμέσως αναστήθηκε ο νεκρός και πέφτοντας στα πόδια του Αγίου είπε:
«Σε ευχαριστώ, Άγιε του Θεού, διότι δεν με άφησες τον αμαρτωλό στον φρικτό και πικρό εκείνο τόπο του Άδου, αλλά σε παρακαλώ οδήγησέ με, για να τύχω της σωτηρίας μου». Τότε ο Άγιος είπε:
«Επειδή, παιδί μου δοκίμασες και είδες το μεγάλο κακό, που προξενούν στον άνθρωπο οι αμαρτίες, γι αυτό άξια μετανόησε, κλάψε για τις αμαρτίες σου, μίσησε αυτές και πάρε απόφαση από σήμερα να απέχεις από κάθε κακό».Αφού κατόπιν του έδωσε τον πρέπονται κανόνα και αφού τον καθοδήγησε πως πρέπει να περνά την ζωή του και να κάνη έργα της μετανοίας τον άφησε να φύγει. 

Οσίου Μαρτίνου Επισκόπου Φραγκίας

http://www.g-titomixelakis.eu

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ

Κατ᾽ ἀρχάς, νά εὐχηθῶ σέ ὅλους σας, ἔστω καί λίγο καθυστερημένα, Καλή καί Ἁγία Τεσσαρακοστή μέ πλουσία τήν πνευματική σας καρποφορία. Μέ νηστεία, καί σέ ποιότητα, καί σέ ποσότητα, γιατί ἡ νηστεία εἶναι ἡ ἀρχή κάθε καλοῦ. Εἶναι τό Α τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Εἶναι τό πρῶτο βῆμα, ἰσχυροποιεῖ τήν θέλησι, σταυρώνεται ὁ ἄνθρωπος, ὠφελεῖται ὁ ὀργανισμός, διότι γίνεται μιά κάποια σχετική ἀποτοξίνωσις, καί, πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, κάνομε ὑπακοή εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία κι ἔτσι θάβομε τόν ἐγωκεντρισμό μας. Ἐπειδή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπαιτεῖται ταπείνωσις ἀπό τόν ἄνθρωπο γιά νά νηστέψη. Γιά νά νηστέψη δηλαδή, ὄχι ὅποτε θέλει ὁ ἴδιος, ἤ γιά ἄλλους λόγους, ἀλλ᾽ ὅποτε καί ὅπως ὁρίζη ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία καί ἐπειδή ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Πρίν ὅμως προχωρήσωμε στήν συνέχεια τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, νά συμπληρώσωμε τήν ἀπάντησί μας σέ κάποια ἀπορία, ἡ ὁποία μεταξύ τῶν ἄλλων μᾶς ἐρωτοῦσε, ἄν εἶναι ἐμφανεῖς οἱ καρποί τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ.
Εἴχαμε πῆ, ἄν ἐνθυμῆσθε, ὅτι, ὅσο προχωράει ὁ ἄνθρωπος καί πολεμάει στό πνευματικό του μέτωπο, τότε ἀνάλογα καί ἀντίστοιχα, ἐπιτρέπει, παραχωρεῖ δηλαδή ὁ Θεός, νά πολεμήση, ὁ ἑκάστοτε ἀγωνιστής, καί μέ πιό δυνατούς, μέ πιό ἰσχυρούς, μέ πιό ὕπουλους ἀντιπάλους. Ἔτσι, δέν καταλαβαίνει πάντα ἄμεσα, τήν πρόοδό του ὁ ἀγωνιστής. Ἄλλωστε, τό καθαρό κέρδος ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα δέν εἶναι τόσο ὁ ἴδιος ὁ πνευματικός ἀγῶνας, αὐτός καθ᾽ ἑαυτός, ἀλλά ἡ πραγματική ταπείνωσις πού προκύπτει ἀπό αὐτόν. Καί ὁ ἄνθρωπος δέν στεφανώνεται γιά τίς ἀρετές καί τούς ἀγῶνες του, ἀλλά στεφανώνεται γι᾽ αὐτήν τήν ταπείνωσι, πού εἶναι ἀπόρροια τοῦ προσωπικοῦ του πνευματικοῦ ἀγῶνα καί ἡ ὁποία ἀποκτᾶται ἀκριβῶς μετά ἀπό αὐτόν.
Ἀλλά, γιά νά ἔλθη ἡ ταπείνωσις, πρέπει ἀπαραίτητα, μά ἀπαραίτητα, νά παραχωρηθοῦν πειρασμοί. Χωρίς ἀγῶνα, ἡ ταπείνωσις νά ξέρετε, ἤ εἶναι νόθος, ἤ ἔστω τῶν ἀρχαρίων. Δέν εἶναι ἡ πλουτοποιός ταπείνωσις τῶν πραγματικῶν ἀγωνιστῶν. Καί χωρίς πειρασμούς, δέν μπορεῖς ἄνθρωπέ μου νά γνωρίσης τήν ἀδυναμία σου. Πάντα θά ἔχης ἄγνοια, δέν θά ξέρης τόν ἑαυτό σου, θά πετᾶς στά σύννεφα, θά ἔχης μαῦρα πνευματικά μεσάνυκτα. Χωρίς πειρασμούς δέν μπορεῖς νά ταπεινωθῆς πραγματικά.
Εἶναι ὄντως μυστήριο. Ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος προχωρεῖ πνευματικά, σωστά ἐννοεῖται, τόσο περισσότερο βλέπει πόσο, μά πόσο, πίσω εἶναι. Καί νά δῆ κάποια βελτίωσι, ταυτόχρονα μέ τήν βελτίωσι, βλέπει τότε καθαρώτερα, πιό ρεαλιστικά, πιό ὀρθά, πιό ξάστερα, πόσο ὑστερεῖ. Καί αὐτό, τοῦ δίνει ἀκριβῶς νέα ὤθησι γιά νέες πνευματικές ἀποφάσεις καί πνευματικούς ἀγῶνες.
Ὅποιος κάνει κάποια πνευματική προσπάθεια καί μέ αὐτήν αἰσθάνεται αὐτάρκεια, νομίζει δηλαδή ὅτι αὐτό εἶναι ἀρκετό καί δέν χρειάζεται κάτι περισσότερο, αὐτός δέν ἔχει καταλάβει τίποτε ἀπό τό τί θά πῆ ὀρθή πνευματική ζωή, τό τί θά πῆ γνήσια Ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Ἀγνοεῖ ὅτι ἡ τελειότης, καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν τελείων, εἶναι ἀτέλεστος. Ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ''ἡ τῶν τελείων ἀτέλεστος τελειότης''. Καί αὐτή ἡ κατάστασις ἐπεκτείνεται καί στήν ἄχρονη αἰωνιότητα.
Βέβαια, ἡ πρόοδος τῶν σεσωσμένων εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, πού θά ἔλθη μετά τήν Δευτέρα Αὐτοῦ φρικτή Παρουσία, θά γίνεται ἄκοπα. Ὄχι ὅπως τώρα δηλαδή, πού γιά νά προοδεύση κανείς πρέπει νά χύση, πνευματικά ἐκλαμβανόμενο, αἷμα. Τώρα ἡ πρόοδος γίνεται μόνο μετά ἀπό πνευματικό ἱδρῶτα. Ἀκόμη καί αὐτή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία ξεπερνᾶ σέ δόξα, ἀσύγκριτα μάλιστα, καί αὐτά τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ, σήμερα, τήν στιγμή πού ὁμιλοῦμε, ἄν τό θέλετε, εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό χθές. Καί αὔριο θά εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό σήμερα. Ἄκοπα ὅπως εἴπαμε. Καί θά εἶναι ἁγιωτέρα ἀπό σήμερα, μέ τήν ἔννοια, ὅτι θά εἶναι δεκτικωτέρα περισσοτέρου θείου Φωτός, διότι ἁπλούστατα τό θεῖο Φῶς δέν εἶναι δεξαμενή πού κάποτε στερεύει.
Βέβαια, γιά νά τό ξεδιαλύνωμε μιά γιά πάντα, ὁ ἄνθρωπος ὅσο περισσότερο προοδεύει, τόσο περισσότερο βλέπει τό πόσο πίσω εἶναι. Αὐτή ἡ νέα κατάστασις δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ τήν μελαγχολία, τήν ἀπογοήτευσι καί ὅλα τά συνεπακόλουθα αὐτῶν. Ἁπλῶς αἰσθάνεται μέν ἀσύγκριτα καλύτερα ἀπό πρίν, παρ᾽ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχει μία καλή καί σωτήρια ἀνησυχία, ἡ ὁποία αὐτή καλή ἀνησυχία εἶναι ὑπερτέρα πάσης νηφαλιότητος, πάσης ἠρεμίας, πάσης εἰρήνης. Καί αὐτή ἡ καλή ἀνησυχία τόν ὠθεῖ στό νά προχωρήση σέ νέους ἀγῶνες καί σέ νέες πνευματικές καταστάσεις, ἐφ᾽ ὅσον μπροστά του βλέπη ὅτι τοῦ ἀνοίγονται νέοι πνευματικοί ὁρίζοντες. Ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες,αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ἕναν ''ἀκόρεστο κορεσμό''. Ἐνῶ δηλαδή αἰσθάνεται γεμᾶτος, ταυτόχρονα μέ αὐτό τό ''γέμισμα'' αἰσθάνεται καί μία ὤθησι γιά νέους ἀγῶνες. Βέβαια αὐτά εἶναι μυστήρια τοῦ Πνεύματος καί τά καταλαβαίνουν μόνον ὅσοι ἀγωνίζονται. Πῶς δηλαδή ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται γεμᾶτος καί ταυτόχρονα θέλει νά γεμίση ἀκόμη, μά ἀκόμη, πιό πολύ.
Ἄς μή μᾶς φαίνεται παράξενο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Οἱ ἀνθρώπινες λέξεις, τά ἀνθρώπινα λεκτικά σχήματα δέν μποροῦν νά ἀποδώσουν ἐπαρκῶς τά φαινόμενα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, δέν μποροῦν νά τά ὁλοκληρώσουν, οὔτε κἄν, καλά-καλά νά τά προσεγγίσουν. Ἄν μυστήριο καλύπτη τήν ζωή γύρω μας καί μέσα μας, κατά γενική ὁμολογία ὅλων, κατά μείζονα λόγο μυστήριο ἀνεξάντλητο ὑπάρχει στά πνευματικά φαινόμενα, πού ἐκπηγάζουν ἀπό τόν Θεό καί κατευθύνονται στά λογικά Του κτίσματα, τά ὁποῖα Τόν ἀναζητοῦν.
Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ὅμως στό σημεῖο αὐτό, νά συμπληρώσωμε καί κάτι ἀκόμη στήν σχετική ἐρώτησι, πού ἐρωτᾶ ἐάν καταλαβαίνη ὁ ἀγωνιζόμενος μέ τήν εὐχή τήν προσωπική του πρόοδο.
Σέ αὐτό ἀπαντοῦμε, ὅτι στήν ἀρχή τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα, ὁ Θεός ἀπό συγκατάβασι μᾶς προσεγγίζει. Καί ἕνας ἀπό τούς τρόπους προσεγγίσεώς Του εἶναι νά μᾶς δίνη κάποιες πνευματικές ''καραμέλες'' γιά νά μᾶς προσελκύση, γιά νά μᾶς γλυκάνη μέ τήν Χάρι Του, γιά νά μᾶς τραβήξη καί νά μᾶς ξεκολλήση ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἡ ἁμαρτία, ἰδιαίτερα στήν ἀρχή, μᾶς ἐξαπατᾶ. Φαίνεται πολύ γλυκειά, ἄσχετα ἄν τελικά βέβαια, ἀργά ἤ γρήγορα ὁδηγῆ σέ ἀφάνταστη πικρία, καί σέ αὐτήν τήν ζωή, καί πολύ περισσότερο στήν αἰωνία ζωή.
Στήν ἀρχή λοιπόν τῆς πνευματικῆς στροφῆς μας αἰσθανόμεθα, κάποιες στιγμές, αἰσθητά τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κάνωμε κάποια πνευματική στροφή, τό αἰσθανόμεθα αὐτό. Αἰσθανόμεθα μία κατάνυξι, μία ὄρεξι, πού πρίν ὅλα αὐτά γιά μᾶς ἴσως ἦταν καί ἀνεξήγητα.
Μετά ὅμως μέ τόν καιρό, φαινομενικά, ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται τήν ἄρσι, τό σήκωμα, τό πάρσιμο τῆς Χάριτος, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν περίπτωσι, διότι οἱ περιπτώσεις τῶν πνευματικῶν καταστάσεων καί τῶν ἀγωνιζομένων εἶναι ἀναρίθμητες καί πολυποίκιλες. Καί αὐτήν τήν στιγμή φυσικά δέν μπαίνομε σέ λεπτομέρειες. Ἁπλῶς ἐδῶ ἀναφέρομε ὅτι, ἄν τυχόν κάποιος ἐνδιαφέρεται, τόν παραπέμπομε στόν Ρῶσο ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο πού ἔγραψε τό βιβλίο μέ τίτλο '' Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης'' καί ὅπου ἀλλοῦ θέλει. Στήν Πατερική Γραμματολογία ἐπεξηγεῖται τό πῶς αἴρεται ἡ Χάρις στούς ἀγωνιζομένους.
Λοιπόν, φαινομενικά ὁ ἄνθρωπος ἀπό κάποια στιγμή καί μετά, ἀρχίζει νά βιώνη τήν ἄρσι τῆς ἀρχικῆς Χάριτος, τό πάρσιμό Της. Καί ἀναγκάζεται πλέον νά παλαίψη μέ τά πάθη, πού πρῶτα ἦσαν θαμμένα μέσα του, καί ἀπό τά ὁποῖα ἴσως πάθη ἐνόμιζε, ἐσφαλμένα βέβαια, ὁ ἀγωνιστής, ὅτι ἀπαλλάχθηκε, δῆθεν, μιά γιά πάντα. Γι᾽ αὐτό ποτέ μά ποτέ, δέν πρέπει νά ξεθαρρεύωμε στήν πνευματική ζωή, ἕως τελευταίας μας πνοῆς. Ὅπως ἔλεγε ὁ σοφός ἱερέας, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος: ''Σάρξ-πλάξ''. Δηλαδή, τά πάθη τῆς σάρκας, καί ὄχι μόνο αὐτά βέβαια, μόνο ἡ ταφόπλακά μας θά τά σταματήση. Πρίν μπῆ ἡ ταφόπλακα ἀπό πάνω μας, πάντα ὑπάρχει, ἀνα πᾶσα ὥρα καί στιγμή, ὁ κίνδυνος τά πάθη τῆς σάρκας νά ἐκδηλωθοῦν μέ τήν α´ ἤ β´ μορφή.
Ἐπαναλαμβάνομε λοιπόν ὅτι, ἀπό κάποια στιγμή καί μετά, φαίνεται ὅτι ἡ Χάρις ἐγκαταλείπει τόν ἀγωνιστή ἄνθρωπο, ἀλλά στήν πραγματικότητα, αὐτή ἡ ἴδια ἡ Χάρις, μυστικά τοῦ δίνει τήν δύναμι, τήν ψυχική ἀντοχή, τό κουράγιο νά ἀντέξη στίς διάφορες ὀδυνηρές πνευματικές δοκιμασίες. Διότι, ἄν στήν πραγματικότητα ὄντως μᾶς ἐγκατέλειπε ἡ θεία Χάρις, τότε αὐτόματα θά πέφταμε στό κενό, ὅπως ἔλεγε σχετικά ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, καί μάλιστα σέ μεγάλη ἡλικία εὑρίσκετο τότε, λίγο πρίν τόν θάνατό του. Τί ἔλεγε; Ἀκοῦστε λόγο: «Ἄν μέ ἐγκαταλείψη ἡ Χάρις, θά μέ δῆτε πρῶτον νά χορεύω στίς ταβέρνες, στίς διασκεδάσεις, στά μπουζούκια». Συγγνώμη πού τά λέμε λίγο ἁπλᾶ, ἀλλά ἔτσι ἀκριβῶς τά ἔλεγε, γελῶντας χαριτωμένα ὁ Γέροντας, γιά νά δείξη ὅτι ὅλα ὅσα ἔχομε τά ὀφείλομε στήν θεία Χάρι.
Ἡ Χάρις βέβαια δέν ἐγκαταλείπει ποτέ τόν ἄνθρωπο, ἐκτός καί ἄν εἶναι μόνιμα ὑπερήφανος, ἤ ἐκτός ἄν, τελικά, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἐν ψυχρῷ ἐγκαταλείψωμε τήν Χάρι καί γενικώτερα παρατήσωμε καί ἀχρηστεύσωμε τά διάφορα θεῖα ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς ἔχουν δοθῆ, γιά τόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Ἀκόμη λοιπόν καί τότε πού ὁ ἄνθρωπος βιώνει τήν ἄρσι τῆς Χάριτος καί δοκιμάζεται καί πάσχει, οὐσιαστικά καί τότε μέ μυστικό τρόπο, ἡ ἴδια ἡ Χάρις τόν ἐνισχύει. Καί, ἄς γίνωμε ἀκόμη πιό παραστατικοί. Θυμηθεῖτε τόν Μέγα Ἀντώνιο, πού ἐπί δέκα ἕξι ὁλόκληρα χρόνια ἔπασχε συνεχῶς ἀπό τά δαιμόνια. Καί τί πειρασμούς δέν τοῦ προξενοῦσαν! Καί μόνο μετά ἀπό τήν δοκιμασία αὐτή, τόν περιέλαμψε θεῖο Φῶς καί εἶπε στόν Χριστό, ὅταν τοῦ ἐνεφανίσθη: «Ποῦ ἤσουν, Κύριε;» Καί τοῦ εἶπε ὁ Χριστός: «Δίπλα σου ἤμουν Ἀντώνιε καί παρακολουθοῦσα τούς ἀγῶνες σου».
Ἔτσι συμβαίνει συνήθως στά πνευματικά. Στήν ἀρχή, κάποια χαρά δοκιμάζει ὁ ἀγωνιζόμενος. Μετά ὅμως, δοκιμασίες πολλές, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί μέ τό ἀντίστοιχο θεῖο σχέδιο. Λοιπόν, στήν ἀρχή χαρά, καί μετά δοκιμασίες πολλές. Καί, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνη πίσω - ἐδῶ φαίνονται τά παλληκάρια, στήν πρᾶξι - ἐάν δέν ἀπογοητευθῆ, ἀλλά συνεχίση νά ἀγωνίζεται, νά πάσχη, ἔ, μετά, ἀκολουθεῖ ἀσύγκριτη, μεγαλυτέρα πνευματική χαρά.
Θέλω νά πιστεύω, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅτι ἔστω καί λίγοι ἔχουν αὐτή τήν μικρή γευσούλα τῆς Χάριτος. Ἀλλά πολύ φοβᾶμαι, ὅτι ἄν ὄχι ὅλοι μας, σχεδόν ὅλοι μας, μετά, δέν δείχνομε τή ἀπαιτουμένη καρτερία στίς πνευματικές δοκιμασίες πού ἀκολουθοῦν, καί δέν κάνομε ἀγῶνα ὅπως πρέπει, καί ἔτσι, στερούμεθα, ἀλλοίμονο μας, τήν μεγάλη χαρά πού ἀκολουθεῖ καί πού ὅταν ἔλθη, ξεπερνᾶ σέ ἀπόλαυσι, σέ ποσότητα, σέ ποιότητα, κάθε ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ζωῆς. Αὐτή ἡ οὐράνια χαρά εἶναι ἀνώτερη ἀπό κάθε ἀπόλαυσι αὐτῆς τῆς ζωῆς, εἴτε αὐτή ἡ ἀπόλαυσι εἶναι νόμιμη, εἴτε εἶναι παράνομη. Ὁ,τιδήποτε γήινο, καί τό πιό ἐπαινετό, ὠχριᾶ μπροστά στήν γοητεία καί στήν ἡδονή, ἡ ὁποία προξενεῖται ἀπό αὐτήν τήν πνευματική χαρά.
Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, στήν ἀρχή ὁ Θεός μᾶς δίνει ἕνα πνευματικό γλυκάκι γιά νά μᾶς τραβήξη ἀπό τήν ἁμαρτία. Μετά ὅμως μᾶς δίνει τά ἀπαραίτητα ἐργαλεῖα γιά νά κουρασθοῦμε προσωπικά καί νά φτιάξωμε μόνοι μας γλυκά, νά φτιάξωμε πνευματικό ''ζαχαροπλαστεῖο''. Νά γίνωμε πνευματικοί ''ζαχαροπλάστες''. Ἀλλά αὐτό, θέλει κόπο. Θέλει τήν ἰδική μας ἐργασία πρῶτα. Ἤ, ὅπως ἔλεγε, πάλι ὁ ἴδιος Γέροντας, ἀκόμη πιό παραστατικά: «Ὅταν ἔχης ἕνα μικρό δενδράκι, ἕνα μικρό φυτό, στήν ἀρχή, αὐτό τό μικρό φυτό θέλει μόνο πότισμα, θέλει μόνο ''χάϊδεμα''. Μετά ὅμως, ὅταν μεγαλώση λίγο, ἄν δέν τό κλαδέψης τό φυτό, τό δένδρο, ὅσο καί νά τό ποτίζης, δέν κάνει τήν προβλεπόμενη προκοπή, δέν βγάζει δηλαδή τούς ἀναμενόμενους καρπούς».
Ἔ, κάπως ἔτσι ἰσχύει καί στά πνευματικά. Γιά νά βγοῦν πνευματικοί καρποί, χρειάζεται ἀπαραίτητα πνευματικό κλάδεμα, χρειάζεται πνευματική ἐγχείρησις. Ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, στίς ἀρχές μέν εἶχε φοβερή ἐπίσκεψι τῆς Χάριτος καί μάλιστα εἶδε τόν ἴδιο τόν Χριστό μέσα σέ θεῖο Φῶς. Μετά ὅμως τόν ἐγκατέλειψε - ἐξ ὑποκειμένου πάντα, ἐννοεῖται - ἡ Χάρις, καί τότε εἶχε ἐπί χρόνια φοβερό μαρτύριο δαιμονικῶν προσβολῶν. Ἔπασχε συνεχῶς ἀπό λογισμούς. Ἐπί παραδείγματι, ἄλλες φορές τοῦ ἔλεγαν οἱ λογισμοί ὅτι ἦταν ἅγιος καί ἄλλες φορές τοῦ ἔλεγαν ὅτι θά χανόταν. Ἀφοῦ νά σκεφθῆτε, ἔκανε στρωτές μετάνοιες καί ἔβλεπε μπροστά του δαιμόνια μεταμορφωμένα νά κάθωνται ὄρθια καί νά σαρκάζουν. Καί εἶχε τήν πικροτάτη αἴσθησι, ὅτι προσκυνοῦσε, μέ τίς μετάνοιες πού ἔκανε, ὄχι τόν Χριστό, ἀλλά τόν διάβολο.
Σέ μᾶς βέβαια δέν ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, οὔτε διαβόλους νά δοῦμε, οὔτε τίποτε ἀπό αὐτά. Ἀλλά, ξέρεις τί εἶναι ἀδελφέ μου, νά κάνης μετάνοια, νά προσκυνᾶς τόν Θεό, καί νά βιώνης ὅτι προσκυνᾶς, ἀντί γιά τόν Χριστό, τόν διάβολο; Νά μή τύχῃ τέτοιο πρᾶγμα! Καί ἐν συνεχείᾳ, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σιλουανός: «Ἄν δέν εἶχα δεχθῆ τήν πρώτη δυνατή Χάρι, δέν θά ἄντεχα, οὔτε ἕνα βράδυ, τό δαιμονικό αὐτό μαρτύριο. Ἀλλά, ἦταν τόσο ἔντονη, γλυκειά καί καθοριστική αὐτή ἡ Χάρις πού δέχθηκα, πού ἄντεξα, ἐπί πολλά χρόνια, ἀναρίθμητες τέτοιες μακάβριες δαιμονικές νύχτες». Καί σέ κάποια ἄλλη συνάφεια, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σιλουανός στόν Χριστό: «Κύριε, θέλω νά προσευχηθῶ καί δέν μέ ἀφήνουν οἱ λογισμοί». Καί τότε ἄκουσε θεϊκή φωνή πού τοῦ ἔλεγε: «Ἔτσι ὑποφέρουν οἱ ὑπερήφανοι». Καί ἐν συνεχείᾳ, ἄκουσε τό περίφημο καί γνωστό σας πλέον: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ᾅδη, καί μήν ἀπελπίζεσαι». Νά ἔχης, δηλαδή, συντετριμμένο νοῦ καί νά μή στενοχωριέσαι γι᾽ αὐτά πού σοῦ συμβαίνουν.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὡς πρός τήν ἀπορία αὐτή. Ἐπειδή τά θεωρήσαμε πολύ βασικά καί χρήσιμα, γι᾽ αὐτό καί τά ἀναφέραμε, γιατί πολλοί ἀπό μᾶς, ἐνῶ στήν ἀρχή κάνωμε κάποιο ἀγῶνα, μετά, μέ τό παραμικρό, τά παρατᾶμε, ἀγνοῶντας τά ''παιχνίδια'' τῆς Χάριτος. Ἔ, πῶς νά τό κάνωμε; Θέλομε καί ἐκεῖ Παράδεισο, καί ἐδῶ Παράδεισο; Συνέχεια; Δέν γίνεται. Ὁ Παράδεισος γιά νά κατακτηθῆ θέλει πολύ κόπο. Τί λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ; «Ἀδελφέ μου, ἄνθρωπέ μου, θέλεις νά ἀνεβῆς στόν οὐρανό καί ὑπολογίζεις κόπους καί πόνους καί θυσίες; Δέν βλέπεις πῶς κινοῦνται οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι γιά ἄλλες κοσμικές ὑποθέσεις; Διδάξου ἀπό αὐτούς».
Καί ἐν προκειμένῳ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, νά τό ξέρωμε καλά, θέλει πολύ ἀγῶνα, θέλει καρτεροψυχία, θέλει πολύ ὑπομονή, δέν γίνεται σέ ἕνα βράδυ, σέ δύο βράδυα, σέ ἕναν μῆνα νά ἐπιτύχωμε αὐτά τά ὁποῖα θά θέλαμε. Βέβαια, τό ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ ἀπέκδυσις τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό κυρίως πρέπει νά ζητοῦμε διά τῆς προσευχῆς. Θέλει ὅμως πολύ ὑπομονή καί πολύ κόπο. Δέν μοῦ ἀρέσει νά σᾶς τά ὡραιοποιῶ. Θέλω νά σᾶς λέγω τήν ἀλήθεια.
Μία ἄλλη ἀπορία εἶναι ἡ ἑξῆς: '' Ἄν ἐπιτρέπεται ἡ προσευχή γιά τούς ἀλλοθρήσκους''.
Σέ αὐτήν, ἐλλείψει χρόνου, ἀπαντοῦμε ἐπιγραμματικά: Φυσικά καί ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί γιά τούς ἀλλοθρήσκους. Γι᾽ αὐτούς, ἐπί παραδείγματι, ἡ προσωπική μας προσευχή, μέ τό κομβοσχοίνι, ἤ χωρίς αὐτό, ἄς εἶναι ὡς ἑξῆς: Νά λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησε τόν δοῦλο σου τάδε, ἤ τούς δούλους σου τάδε''. Θά τά ἀναλύσωμε ὅμως ὅλα αὐτά καί πιό κάτω. Ὅμως, δέν πρέπει τά ὀνόματα αὐτά τῶν ἀλλοθρήσκων ἤ τῶν αἱρετικῶν, ὅταν δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι δηλαδή, νά τά δίνωμε στούς ἱερεῖς γιά νά μνημονεύωνται στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, στίς Θεῖες Λειτουργίες, στήν Προσκομιδή, κλπ. Δηλαδή, σέ καμμία περίπτωσι, δέν πρέπει αὐτά τά ὀνόματα νά μνημονεύωνται στήν Θεία Λειτουργία.
Αὐτά, εἴχαμε νά ποῦμε ὡς προς τίς σχετικές μέ τό θέμα μας ἀπορίες.
Τώρα, ἄς ὑπενθυμίσωμε, ὅτι στό θέμα τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, εἴχαμε φθάσει, στήν προηγουμένη σύναξί μας, στό τρίτο στάδιο τῆς προσευχῆς, ὅπου ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ, στήν κατάστασι αὐτή, μέ τήν καρδιά του, χωρίς πλέον καμμία βία ἤ ἀνθρωπίνη προσπάθεια, νά λέη τήν εὐχή, εἴτε ἐργάζεται χειρωνακτικά, εἴτε ἀκόμη καί διανοητικά, ἀκόμη καί ὅταν κοιμᾶται. Αὐτή ἡ κατάστασις, τό ξανατονίζομε, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Καί τά δῶρα Του τά δίνει ὁ Θεός ὅποτε Ἐκεῖνος κρίνει καί θέλει. Ἀλλά δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε, ὅτι τά δῶρα Του τά δίνει ὁ Θεός σέ ὅσους, καί μόνο σέ ὅσους, ἀγωνίζονται, καί μάλιστα σωστά.
Μία φορά, ὁ νεοφανείς Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης κουβέντιαζε μέ κάποιον ἄλλον ἀγωνιστή μοναχό. Καί ἔλεγε ὁ ἄλλος μοναχός στόν Ἅγιο Σιλουανό: «Ὅλα καλά, ὅταν κάνω κάποια χειρονακτική ἐργασία, μπορεῖ ταυτόχρονα νά λέγεται καί ἡ εὐχή μέ τόν νοῦ μου. Τήν κρατάω καλά μέ τόν νοῦ μου. Ἀλλά, ὅταν κάνω μιά πρᾶξι πού θέλει ἰδιαίτερη προσοχή, εἶναι δηλαδή διανοητική ἐργασία, τότε δέν μπορῶ, ταυτόχρονα, νά κρατήσω καί τήν εὐχή στό μυαλό μου γιατί τό μυαλό μου εἶναι ἀφοσιωμένο, πέρα γιά πέρα, εἰς τήν ἐργασία ἐκείνη». Αὐτά ἐκμυστηρεύθηκε ὁ μοναχός ἐκεῖνος στόν Ἅγιο Σιλουανό. Τότε, ὁ Ἅγιος Σιλουανός χαμογέλασε ἐλαφρά, μέ πόνο καί ἀγάπη, καί τοῦ εἶπε: «Σέ μᾶς, δέν συμβαίνει ἔτσι...». Μόνο αὐτήν τήν φρασούλα τοῦ εἶπε. Καί ἐννοοῦσε φυσικά, ὅτι κατεῖχε τήν καρδιακή προσευχή. Δηλαδή ὅ,τι καί νά ἔκανε, εἴτε εὑρίσκετο ἀνάμεσα σέ τόσους ἐργάτες, πού εἶχε μεγάλη ὑπευθυνότητα τότε ὁ ἅγιος Σιλουανός ὡς οἰκονόμος πού ἦτο εἰς τό Μοναστήρι - ἄν ἐνθυμοῦμαι καλά -, παρά δηλαδή τίς ἐργασίες πού εἶχε, παρά τό πλῆθος τῶν ἐργατῶν πού κατηύθυνε, παρά τίς τόσες ἐξωτερικές, πολλές φορές, ἀντιξοότητες πού ἀντιμετώπιζε, μέσα του κρατοῦσε αὐτήν τήν καρδιακή προσευχή, ὡς δῶρο Θεοῦ.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς κάνωμε μία παρένθεσι. Ἄλλωστε, πιστεύω, οἱ πιό πολλοί θά τό γνωρίζετε. Πρόκειται γιά τόν π. Φώτιο ἀπό τήν Μυτιλήνη, ἕναν χαριτωμένο παππούλη, πολύ μεγάλης ἡλικίας τώρα, πού εἶχε λειτουργήσει στό Μοναστήρι καί μᾶς εἶχε ἐπισκεφθῆ ἀρκετές φορές, ὁ ὁποῖος προσωπικά ἐγνώρισε τόν πατέρα τότε Σιλουανό, νῦν Ἅγιο Σιλουανό. Τότε, μεταξύ τῶν ἄλλων, μᾶς διηγήθηκε ὁ π. Φώτιος καί τό ἑξῆς:
Αὐτό συνέβη, ὅταν ἦτο ὁ π. Φώτιος νέο καλογέρι εἰς τό Ἅγιον Ὄρος. Τότε πῆγε κάποια στιγμή, γιά κάποια δουλειά, στό Ρωσικό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, εἰς τό ὁποῖο ἀσκήτευε ὁ π. τότε Σιλουανός. Ἐκεῖ λοιπόν, κάποια στιγμή, ὁ παπα-Φώτιος χρειάσθηκε, γιά κάποια δουλειά, τόν π. Σιλουανό. Τόν ἀνεζήτησε καί ἀφοῦ δέν τόν εὕρισκε, στήν συνέχεια ἐπῆγε καί ἐκτύπησε τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του, ὅπως ἦτο φυσικό. Ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὅμως, ἄν καί συμπτωματικά ἐκοιμᾶτο, ἀμέσως ἐσηκώθηκε καί ἤρεμα καί πρόθυμα ἐξυπηρέτησε τόν π. Φώτιο. Καί μάλιστα ἔμεινε μαζί του γιά ἀρκετή ὥρα, ἐπειδή ἐπρόκειτο γιά δουλειά σοβαρή πού ἀπαιτοῦσε πολύ χρόνο. Τοῦ ἔκανε δέ πολύ καλή ἐντύπωσι, τοῦ π. Φωτίου, ἡ προθυμία, ἡ ἠρεμία, ἡ καλωσύνη τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ. Ὅταν ὅμως μετά ἀπό λίγο, ὅλα αὐτά τά ἀνέφερε, εὐχαριστημένος καί αὐθόρμητα, σέ κάποιους ἄλλους μοναχούς πού ἀσκήτευαν τότε στό Ρωσικό Μοναστήρι, ὅταν δηλαδή ὁ π. Φώτιος εἶχε ἀποχαιρετήσει τόν π. Σιλουανό, τότε ἔμαθε, ὅτι ὁ Ἅγιος Σιλουανός, τήν στιγμή πού τόν ξυπνοῦσε ὁ π. Φώτιος, ἀκριβῶς πρίν ἀπό λίγο εἶχε πάει στό κελλί του γιά νά ξεκουρασθῆ ὕστερα ἀπό ὁλονύκτια ἀγρυπνία. Καί τότε ἐθαύμασε, ὁ π. Φώτιος, ἀκόμη πιό πολύ τήν πραότητα τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ καί τήν κρυφή ἐσωτερική του ἐργασία, πού δηλαδή δέν τοῦ ἀνέφερε οὔτε μία λεξούλα σάν παράπονο, ὅπως «ξέρεις, εἶμαι ἀπό ἀγρυπνία, περίμενε λίγο, κλπ.». Τίποτε ἀπό αὐτά. Τέτοια λεπτότης, τέτοια διάκρισις ἐχαρακτήριζαν τόν Ἅγιο Σιλουανό. Δέν τοῦ εἶπε: «Ξέρεις, μόλις ξάπλωσα. Ἄν θέλης, ἔλα ἀργότερα, δέν μπορῶ τώρα,...». Οὔτε ἔκανε ἔστω ἕναν ὑπαινιγμό. Τέτοια ἐντύπωσι ἔκανε τοῦ π. Φωτίου ὅλη αὐτή ἡ στάσι τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, πού ὅλα αὐτά τοῦ ἔμειναν γιά τόσα πολλά χρόνια μέσα στήν διάνοιά του. Τόσο μεγάλη ἐντύπωσι, πού ἀρκεῖ νά σκεφθῆ κανείς, ὅτι μᾶς τά διηγήθηκε μετά ἀπό 60 περίπου, ἴσως καί περισσότερο, χρόνια. Νέο καλογέρι τότε, γέρων τώρα, καί τά θυμόταν σάν νά ἦταν χθές, σάν νά ἦταν αὐτήν τήν στιγμή.
Λοιπόν, ἄς συνεχίσωμε:
Ὁ π. Παΐσιος ἐπισκέφθηκε κάποιον μοναχό στά τελευταῖα του, ὁ ὁποῖος ξεψυχοῦσε. Ἐκεῖνος ὁ μοναχός, ἀπό ὑπερβολική ταπείνωσι, ἔλεγε στόν π. Παΐσιο, ὅτι ἐπέρασε μία ὁλόκληρη ζωή στήν ματαιότητα, στήν ἁμαρτία. Ἔλεγε: «Εἶμαι σκέτη ἁμαρτία. Δέν ἔκανα τίποτε». Τότε ὁ π. Παΐσιος, γιά νά τοῦ δώση θάρρος, ἐπειδή ἐγνώριζε τήν κρυφή του πνευματική ἐργασία, τοῦ εἶπε: « Ἄς ἀφήσωμε τά ἄλλα, τό παρελθόν. Ἐν τάξει. Δέν ἔκανες τίποτε. Τώρα, ὅταν κοιμᾶσαι ἀδελφέ, ἡ εὐχή δέν λέγεται ἀπό μόνη της;» Καί ἀπήντησε ὁ ψυχορραγῶν μοναχός: «Ἔ αὐτό γίνεται, τοὐλάχιστον. Αὐτό ἔλειπε νά μή γινόταν καί αὐτό!» Δηλαδή, λίγο-πολύ τό ἐθεωροῦσε φυσικό νά γίνεται ἡ προσευχή στόν ὕπνο, νά ἐνεργῆται ἀπό μόνη της. Καί ἱκανοποιημένος ἀπό αὐτήν τήν ἀπάντησι ὁ π. Παΐσιος εἶπε στόν μοναχό αὐτόν, πρό τοῦ τέλους του: «Ἔ, ἀφοῦ αὐτό γίνεται, μή φοβᾶσαι γιά τό οὐράνιο ταξεῖδι σου. Ὅλα θά πᾶνε καλά. Ὁ Θεός θά σέ σώση».
Συγχωρέστε με, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀλλά τώρα μοῦ ἔρχονται κι ἄλλες σχετικές ἱστορίες ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος. Μοῦ ἔρχεται εἰς τό μυαλό ἕνα παρόμοιο περιστατικό, πού μᾶς τό ἐδιηγεῖτο πάλι ὁ π. Παΐσιος:
Κάποτε ψυχορραγοῦσε ἕνας ρουμᾶνος μοναχός. Αὐτός ἦταν ὑποτακτικός σέ κάποιον Γέροντα - καί οἱ δύο ἦσαν πολύ μεγάλης ἡλικίας. Ὅταν ψυχορρραγοῦσε ὁ ὑποτακτικός, πῆγε, ἀνήμερα τῆς Παναγίας, ἔτσι συνέπεσε, ἕνας πρακτικός γιατρός ἀπό ἐκεῖ κοντά, ὀνόματι Δανιήλ. Αὐτός ὁ γιατρός πῆγε γιά νά προσφέρη στόν ψυχορραγοῦντα ὑποτακτικό τίς τελευταῖες ἀνθρώπινες δυνατές βοήθειες. Τότε ἀπεγνωσμένα ὁ Γέροντας τοῦ ψυχορραγοῦντος μοναχοῦ ἔλεγε μέ ἀγωνία πρός τόν πρακτικό γιατρό, σέ σπαστά Ἑλληνικά - γιατί, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἦτο Ρουμᾶνος: «Μή Ντανῆλο - Δανιήλ, δηλαδή -, μή κάνης τίποτε. Ἄσε καλύτερα, νά πεθάνη σήμερα. Γιατί, σήμερα εἶναι μεγάλη γιορτή. Εἶναι τῆς Παναγίας. Γιατί, καί νά κάνης κάτι, ἤ θά πεθάνη αὔριο, ἤ μεθαύριο. Καλύτερα νά πεθάνη σήμερα, πού εἶναι γιορτή. Μεγάλη εὐλογία. Εἶναι τῆς Παναγίας». Ἄς μή κάνωμε σχόλια τώρα τό πῶς ἀντιμετωπίζομε ἐμεῖς τέτοιες καταστάσεις....
Αὐτή ἡ μέθοδος τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, ἔχει τρία κύρια μεγάλα πλεονεκτήματα:
Κατ᾽ ἀρχάς, δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές συνθῆκες τόπου καί χρόνου. Δέν θέλει δηλαδή νά ἔχωμε δικό μας εἰδικό χῶρο, εἰδικό δωμάτιο, βιβλία, καί ἄλλον ἐξοπλισμό. Μποροῦμε νά λέμε τήν εὐχή παντοῦ καί πάντοτε, εὐκαίρως-ἀκαίρως, εἴτε ὅταν εἴμαστε ἀπερίσπαστοι, εἴτε παράλληλα καί ταυτόχρονα μέ ἄλλες ἀσχολίες. Καί ὅταν ταξειδεύωμε, καί ὅταν κάνωμε ὁποιαδήποτε δουλειά, καί ὅταν περπατᾶμε, καί στά διαλείμματα τῶν ἐργασιῶν, καί ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή, ὅπως ἤδη ἔχομε ἐξηγήσει. Μέ μία λέξι, δέν ὑπάρχει ἀκατάλληλη στιγμή γιά τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Πάντα ἐνδείκνυται, πάντα ἐπιβάλλεται. Ὄχι ἁπλῶς ἐπιτρέπεται, ἀλλά καί ἐπιβάλλεται. Πάντα εἶναι ὠφέλιμη, πάντα εἶναι σωτήρια. Καί ἀντί συνεχῶς νά σκεπτώμεθα καί νά ἀκοῦμε ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα πού, ἄν δέν εἶναι βλαβερά, εἶναι τό ὀλιγώτερο ἀνώφελα καί μάταια, καί τά ὁποῖα μᾶς κουράζουν, μᾶς ἀποπροσανατολίζουν, μᾶς θολώνουν τό μυαλό, ἀντί λοιπόν νά κάνωμε ὅλα αὐτά, μποροῦμε νά δίνωμε, ἄν ὄχι πάντα, τοὐλάχιστον ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν, ὡς στερεά πνευματική τροφή, στόν ἑαυτό μας, τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο μεγάλο πλεονέκτημα. Δέν ἀπαιτεῖται εἰδικός χῶρος, δέν ἀπαιτοῦνται εἰδικές συνθῆκες.
Δεύτερο μεγάλο πλειονέκτημα πού ἔχει αὐτός ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς, εἶναι ὅτι δέν ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερος προσωπικός μας φιλολογικός καί θεολογικός καταρτισμός. Δέν χρειάζονται ἰδιαίτερες γνώσεις. Διότι, πολλά τά αἴτια μέν, ἄς μή κρυβώμαστε δέ. Λίγο πολύ, ὅλοι μας ὑστεροῦμε σέ θεολογικο-φιλολογική κατάρτησι καί δέν καταλαβαίνομε, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ, τά ἐξαίσια, κατά τά ἄλλα, βαθειά, βαθύτατα, νοήματα τῶν τροπαρίων, πού ψάλλονται εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία κατά τήν διάρκεια τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Ἐπειδή, γιά νά καταλάβη κάποιος καλά τά ἐξαίσια αὐτά τροπάρια, πρέπει νά ξέρη, καί τήν Παλαιά Διαθήκη, καί τήν Καινή Διαθήκη, καί τούς βίους τῶν Ἁγίων, τά συγγράμματα τῶν Ἁγίων, ἐκκλησιαστική ἱστορία, δογματική, νά ξέρη καί κάποια ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Καί πολλές φορές, ἄν εἶναι ἰαμβικοί οἱ στίχοι τῶν τροπαρίων, ὅπως κατά τά Χριστούγεννα, Θεοφάνεια καί κάποιες ἄλλες γιορτές, πρέπει νά ξέρη καλά ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Καί ὅλα αὐτά βέβαια, ἐφ᾽ ὅσον ἀποδίδωνται σωστά καί ἀπό τούς ἱεροψάλτες.
Ὅπως καταλαβαίνετε, ὅλα αὐτά γιά νά συντρέχουν ταυτόχρονα, δέν εἶναι καί τόσο εὔκολο, γιά νά μή ποῦμε ὅτι εἶναι πολύ δύσκολο. Ὁπότε εἶναι φυσικό πολλές φορές, νά αἰσθανώμεθα κάποια ἀνία κατά τήν διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν μέσα στόν ναό. Γιατί, ἄν δέν καταλαβαίνη κάποιος τί ἀκούει, ὅσο καί ἄν ὑπάρχη ἕνα ἐξαίσιο πνευματικό κλῖμα ἀπό τήν ψαλμωδία, δέν εἶναι παράξενο νά αἰσθάνεται ἀνία. Ὁπότε, ἀντί νά ἔχωμε πολλές φορές αὐτό τό ὄχι σωτήριο αἴσθημα, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν καταλαβαίνομε τό νόημα τῶν λεγομένων, εἶναι πολύ ὠφέλιμο καί χρήσιμο, παράλληλα μέ τό ἐξαίσιο πνευματικό κλῖμα τό ὁποῖο δημιουργεῖται μέ τήν βυζαντινή ψαλμωδία, νά λέμε παράλληλα, κάπου - κάπου, καί τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, τό ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με''. Ἤ, ἐάν ἐκείνη τήν στιγμή τό τροπάριο ἀναφέρεται στήν Παναγία, μποροῦμε νά λέμε τό ''Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με'', ἤ, ἄν κάποιο τροπάριο ἀναφέρεται σέ κάποιον Ἅγιο, νά λέμε ''Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ''. Εἶναι πολύ πιό χρήσιμο, πολύ πιό ὠφέλιμο.
Βέβαια, στό σημεῖο αὐτό νά ποῦμε ὅτι φταῖμε λίγο-πολύ ὅλοι μας, πού, ἐνῶ μαθαίνωμε ξένες γλῶσσες, ἐνῶ μαθαίνωμε ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα, βλαβερά, ἀνώφελα, δέν κάνομε μία προσπάθεια νά βελτιώσωμε τά Ἑλληνικά μας, τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά μας. Καί σέ λίγο, θά ἔλθουν νά μᾶς τά μάθουν οἱ Γερμανοί καί οἱ ξένοι γιατί, ὅπως πάει τό πρᾶγμα, θά τά ἔχωμε ξεχάσει. Τί νά μᾶς μάθουν δηλαδή οἱ ξένοι; Τήν δική μας ἐξαισία γλῶσσα! Καί αὐτό εἶναι μεγάλη μας ντροπή. Τί λέγω γιά τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἐδῶ, καλά - καλά, δέν ξέρομε τήν ἁπλῆ καθαρεύουσα καί μέ αὐτά τά μονοτονικά συστήματα, πού εἶναι ντροπή πού τά υἱοθετήσαμε, δέν ξέρω κι ἐγώ τί νά πῶ, σέ λίγο, θά πᾶμε καί στό ἀτονικό σύστημα. Ἀλλά, ἄς μή ξεφύγω ἀπό τό θέμα μας. Ὅμως ἄν κάνωμε μία προσπάθεια καί ἀπό μόνοι μας, μποροῦμε νά βελτιωθοῦμε στό θέμα αὐτό.
Ἀλλά, καί πέραν τούτου, ἄν μεγάλοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς τάξεως τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, εὑρῆκαν μεγαλυτέρα πνευματική ἀνάπαυσι καί ὠφέλεια στήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, παρά στά πολλά λόγια τῶν ἄλλων προσευχῶν, παρά στήν Ὑμνολογία, πόσῳ μᾶλλον ἐμεῖς, πού ὅπως εἴπαμε στερούμεθα τόν ἀπαραίτητο θεολογικό καί φιλολογικό καταρτισμό.
Βέβαια, γιά νά εἴμαστε πιό ὁλοκληρωμένοι καί γιά νά μήν ὑπάρχη καί καμμία παρανόησις, κατά γενική ὁμολογία, στήν ἀνθρωπίνη μας φύσι ταιριάζει ἡ ἀλλαγή, ἡ ποικιλία. Διαφορετικά δημιουργεῖται στόν ἄνθρωπο μία μορφή πνευματικοῦ μουχλιάσματος. Ὁπότε, εἶναι πιό ξεκούραστο, πιό φυσικό, πιό ὠφέλιμο καί πιό ἀποδοτικό, ἄλλοτε νά ψάλλωμε ἐσωτερικά, ἤ ἐξωτερικά, καί ἄλλοτε νά λέμε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ ψιθυριστά, ἤ νοερά. Τό ἕνα δέν ἀντιμάχεται τό ἄλλο. Ἴσα-ἴσα, τό ἕνα συμπληρώνει καί βελτιώνει τό ἄλλο. Ἔτσι εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη μας φύσις. Διότι ὅ,τι ὑπάρχει στήν ἁγία μας Ἐκκλησία, εἶναι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι κατατεθειμένο. Καί, ἄν κάνωμε διακριτική χρῆσι ὅλων αὐτῶν, μεγιστοποιεῖται ἡ προσωπική μας πρόοδος. Ἄλλωστε, αὐτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια.
Ἐπί παραδείγματι: Ὅταν λέμε μία προσευχή, ἤ ἀκοῦμε στήν ἐκκλησία μία προσευχή, εἴτε εἶναι ψαλμωδία, εἴτε εἶναι ψαλμός τοῦ Δαυΐδ, εἴτε εἶναι ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἅμα κάποιος συγκεκριμένος στίχος μιᾶς προσευχῆς μᾶς κεντήση ἰδιαίτερα, μᾶς ''τρυπήση'', μᾶς κατανύξη, ἄν μιλήση ἰδιαίτερα μέσα μας, τότε, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἁμαρτία νά ἀδολεσχοῦμε γύρω ἀπό αὐτόν τόν στίχο, ἀλλά ἐπιβάλλεται καί συμφέρει πνευματικά αὐτή ἡ ἐργασία.
Αὐτά λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος τονίζει περίπου τό ἑξῆς: «Μή χάσης, λέγει, τήν εὐκαιρία αὐτή, γιατί, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ στίχου, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ λογισμοῦ, διά μέσου αὐτοῦ τοῦ φαινομένου, σέ ἐπισκέφθηκε ὁ Θεός, γιά νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες σου, γιά νά φωτισθῆς καί γιά πολλούς ἄλλους λόγους». Βλέπετε, στήν Ὀρθοδοξία δέν ὑπάρχουν ποτέ συνταγές, ποτέ δέν ὑπάρχουν πνευματικά καλούπια. Πάντα ὑπάρχει ἡ διάκρισις, πού εἶναι ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν πνευματικῶν φαινομένων καί ὅλων τῶν πνευματικῶν ἀρετῶν.
Ἀλλά, ἄς μή ξεφύγωμε πιό πολύ.
Καί τό τρίτο μεγάλο πλεονέκτημα πού ἔχει αὐτή ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, πού ἔμμεσα τό προαναφέραμε, εἶναι ὅτι ἡ ἐνέργεια τῆς εὐχῆς αὐτῆς μένει ἀκεραία, θά λέγαμε, καί μετά τό πέρας τῆς προσευχῆς.
Γιά παράδειγμα, ὅποιος λέγει τήν εὐχή ψιθυριστά, ὅταν δηλαδή εἶναι μόνος του, τότε, σιγά-σιγά, καί χωρίς νά τό καταλαβαίνη, ὅταν εὑρεθῆ σέ δημόσιο χῶρο, τοῦ ἔρχεται ἡ εὐχή ἀπό μόνη της καί τήν λέγει μέ τόν νοῦ του. Δηλαδή, συνεχίζει ἡ ἐνέργεια τῆς προσευχῆς μετά τό τελείωμά της.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἴχαμε νά ποῦμε ὡς πρός τά τρία κύρια πλεονεκτήματα πού ἔχει ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ ἔναντι τῶν ἄλλων θεαρέστων προσευχῶν.
Τώρα ἐπίσης, ἐκτός ἀπό τόν ἑαυτό μας, ἐνδείκνυται νά προσευχώμεθα, μέ τόν ἴδιο πάντα τρόπο, γιά ὁλόκληρη τήν οἰκογένειά μας, γιά ἄτομα στά ὁποῖα αἰσθανόμεθα κάποια πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη, γιά ἀνθρώπους πού ἔχουν κάποια εἰδική ἀνάγκη, περιπέτεια, συμφορά, κάποια ἀρρώστεια, καί γενικῶς, γιά ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα καί γιά ὅλους τούς ζῶντας λέγοντας ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''. Καί τοῦτο ἐπειδή ἡ ἀνθρωπότης, πιό πολύ ἀπό ὅλα, πάσχει ἀπό ἔλλειψι προσευχῆς. Καί ὅ,τι πολλές φορές δέν ἐπιτυγχάνομε μέ ἕνα σωρό διδασκαλίες, ἐκβιασμούς, τσακωμούς, ἀπειλές, δοσοληψίες, συζητήσεις, πού τελειωμό δέν ἔχουν καί πολλές φορές μᾶς φθείρουν καί μᾶς βγάζουν ἐκτός τόπου καί χρόνου, μποροῦμε νά τό ἐπιτύχωμε μέ τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, γιατί αὐτή κρύβει μέσα της τεραστία πνευματική δύναμι. Μποροῦμε λοιπόν νά ἀναφέρωμε κάποια ἰδιαίτερα συγκεκριμένα ὀνόματα μία μόνο φορά εἰς τήν ἀρχή, καί μετά, ὅσες φορές θέλομε, νά λέμε γενικά ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''. Εἴχαμε πῆ δηλαδή στήν ἀρχή ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησε τούς δούλους σου τάδε, τάδε, τάδε, καί ὅλην τήν ἀνθρωπότητα''. Μετά, συνεχίσαμε νά λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''..... Στό ''ἡμᾶς'' συμπεριλαμβάνονται, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα καί ἐπί πλέον κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό καί ἰδιαίτερο τρόπο, τά ὀνόματα πού προαναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά στήν ἀρχή.
Δέν χρειάζεται δηλαδή νά ζαλιζώμαστε συνεχῶς μέ πολλά ὀνόματα καί νά τά ἀναφέρομε συνεχῶς, γιατί αὐτό διαχέει τήν πνευματική μας προσοχή καί οὔτε εἶναι ἐφικτόν καί δυνατόν νά τούς θυμηθοῦμε ὅλους. Γι᾽ αὐτό, μποροῦμε νά λέμε ἐπί πλέον καί ἐν κατακλεῖδι: ''Καί τοῖς ἐντειλαμένοις ἡμῖν τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπέρ αὐτῶν''. Ὁ Θεός γνωρίζει γιά ποιούς θέλομε νά προσευχηθοῦμε, ποιούς θά ἔπρεπε νά ἀναφέρωμε καί ποιούς λησμονήσαμε ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ μας. Ἔτσι, ἄς ἀφήσωμε τόν Θεό νά κατευθύνη Ἐκεῖνος αὐτήν τήν ταπεινή μας προσευχή, ὅπου ὑπάρχει ἀνάγκη, ὅπου πρέπει, ὅπου εἶναι τό θεῖο Του θέλημα. Δηλαδή, ἐμεῖς νά λέμε ''Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς'', ἀναξίως βέβαια, καί νά ἀφήνωμε τόν Θεό νά ἐνεργῆ γιά λογαριασμό μας.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἴχαμε νά ποῦμε γιά σήμερα.
Ἄς σταματήσωμε ἐδῶ καί θά συνεχίσωμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἑπόμενη φορά.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

(Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999)

ΠΕΜΠΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Άπασα η Θεία και Ιερά Γραφή της νέας τε και παλαιάς Διαθήκης, μας παρακινά κατά πολλά εις την Προσευχήν, και κηρύττει μας την υπερθαύμαστον αρετήν και ευγένειάν της. Αμή ας αφήσωμεν τας άλλας ενεργείας, οπού κάμνει, και μόνον ας ειπούμεν διά την εδικήν μας υπόθεσιν. Κυρίως και καθολικά με την προσευχήν ευρίσκομεν εις τας θλίψεις βοήθειαν, καθώς πολλάκις εφάνη. Ο Προφητάναξ λέγει, πως όταν είχεν θλίψιν τινά, εβόα προς Κύριον δια προσευχής και ευθύς τον ελύτρωνεν, ως φαίνεται εις τον γ΄. κ΄. και ριθ΄. Ψαλμόν, και εις άλλους πολλούς. Και δια τους Εβραίους λέγει ο αυτός, ότι πολλάκις εβόων προς Κύριον, και ελύτρωνέ τους από τας θλίψεις.
Ωσαύτως και ο Βασιλεύς Μανασσής, διά προσευχής έτυχε παρά Θεού λύτρωσιν, και αμαρτημάτων συγχώρησιν. Οι θεοπάτορες, και η του Σαμουήλ Μήτηρ Άννα διά προσευχής ελυτρώθησαν της στειρώσεως. Και απλώς αυτό το καταφύγιον είχασιν όλοι οι Άγιοι δούλοι του Θεού εις τας θλίψεις τους, ότι δεν μακραίνει ποτέ η ευσπλαγχνία του Θεού από την προσευχήν του δικαίου, καθώς αυτός έταξε, λέγων˙..Επικάλεσόν με εν ημέρα θλίψεώς σου, και εξελούμαι σε, και δοξάσεις με. Καθώς όσοι περνούσι μεγάλον και βαθύν ποταμόν, διά να μη δειλιάσουν, δεν κυττάζουσι τα ποτάμια ύδατα, αλλά απάνω προς Ουρανόν, ούτω και ημείς όταν μας περικυκλώσουν τα των θλίψεων ύδατα, οπού συμβαίνουσι πολλάκις εις την παροικίαν μας, μην έχωμεν εις την θλίψιν τα όμματα, διά να μη ταραχθούμεν, ή να μικροψυχήσωμεν αλλά μάλλον ας στραφούμεν προς Ουρανόν, οπού είναι η σωτηρία μας, επικαλούμενοι με δέησιν ταπεινήν την θείαν χάριν και έλεος, ότι εξ Ουρανού μας έρχεται η βοήθεια. Και διατί ορέγεται ο Κύριος, να τρέχωμεν προς αυτόν εις τας θλίψεις μας, διά τούτο τας στέλλει πολλάκις, διά να μας σύρνουν τα λυπηρά προς εκείνον, διατί είμεσθεν ως τα βρέφη, οπού όταν δεν τους λείπει τίποτες, ούτε τινά θλίψιν έχουσι, γυρίζουν ολημερής, και παίζουσι, χωρίς να ενθυμηθούν των γονέων τους˙ αμή όταν πεινάσουν ή πέσουν και βαρέσουσι ποθέν, τότε τρέχουσιν εις τους γονείς μετά δακρύων, να τους δώσουν βοήθειαν. Το θυμίαμα, είναι της προσευχής αντίτυπον, το οποίον όταν το βάλης εις τα ανθράκια, ανεβαίνει η ευωδία προς Ουρανόν. Ούτω και η προσευχή γενομένη εις το πυρ των θλίψεων, κατευθυνθείσα ανέρχεται προς τον Κύριον, από τον οποίον μας έρχεται η βοήθεια. Μη νομίσετε, ότι απλώς και ως έτυχε παρέδωκαν ημίν οι Άγιοι Πατέρες την Προσευχήν περισσότερον από όλα, αλλά διατί εγνώριζαν την ακρίβειάν της, ότι καθώς αυτή είναι μέσον, και λαμβάνομεν όλα τα καλά διά μέσου της, ούτως ακόμη λυτρούμεσθεν δι’ αυτής πάντων των κακών και δυσχερών, οπού μας συμβαίνουσι. Διά τούτο και ο Δεσπότης έλεγε τοις εαυτού Μαθηταίς. Γρηγορείτε, και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Και πάλιν ομιλώντας διά τους διωγμούς οπού θέλουν είσται την ημέραν της Κρίσεως, είπε. Γρηγορείτε, και προσεύχεσθε εν παντί καιρώ, διά να δυνηθήτε, να υπομείνετε αυτά όλα τα θλιβερά, οπού μέλλει να έλθουσι, το οποίον κάμνοντες και ημείς, θέλομεν εύρει βοήθειαν. Επεί ουν η προσευχή είναι τοσούτον ωφέλιμος, μη βαρεθής, να μελετάς ημέραν και νύκτα τον Νόμον του Θεού, και να προσεύχεσαι εις τας θλίψεις. Και εάν ιδή ο φιλόπαις και πολυέλεος Κύριος, ότι συμφέρει σοι η θεραπεία του σώματος, δίδει σου την. Εί δέ πάλιν είναι διά κόλασιν της ψυχής σου, κάλλιον να ήσαι ασθενής προς ώραν τω σώματι, πάρεξ να τιμωρείσαι αιωνίως εις του Άδου τα κολαστήρια.

ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ, ΑΓΑΠΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ ΚΡΗΤΟΣ, 
ΤΟΥ ΕΝ ΤΩ ΑΓΙΩ ΟΡΕΙ ΤΟΥ ΑΘΩ ΑΣΚΗΣΑΝΤΟΣ