.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ταπεινή Βασίλισσα



Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια κ' η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση. Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι' ένα σωρό ρημοκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της.
Μέσα στο καθένα από αυτά βρίσκεται το παληό και σεβάσμιο εικόνισμά της με το μελαχροινό και χρυσοκέρινο πρόσωπό της, που το βρέχουνε ολοένα τα δάκρυα του βασανισμένου λαού μας, γιατί δεν έχουμε άλλη να μας βοηθήσει, παρεκτός από την Παναγία, «άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών». Το κάλλος της Παναγίας δεν είναι κάλλος σαρκικό, αλλά πνευματικό, γιατί εκεί που υπάρχει ο πόνος κ' η αγιότητα, υπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Το σαρκικό κάλλος φέρνει τη σαρκική έξαψη, ενώ το πνευματικό κάλλος φέρνει κατάνυξη, σεβασμό κι αγνή αγάπη. Αυτό το κάλλος έχει η Παναγία. Κι αυτό το κάλλος είναι αποτυπωμένο στα ελληνικά εικονίσματά της που τα κάνανε άνθρωποι ευσεβείς οπού νηστεύανε και ψέλνανε και βρισκόντανε σε συντριβή καρδίας και σε πνευματική καθαρότητα. Στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά.

Φώτη Κόντογλου

http://lllazaros.blogspot.gr

Και τα δάκρυα να καούν …


(Μικρό διήγημα)

Δεν ήξερε προσευχές και ύμνους απ'έξω ο Πότης …Θαύμαζε και απορούσε με όλους εκείνους που έλεγαν «νερό» τους ψαλμούς , τους χαιρετισμούς της Παναγιάς , τις Παρακλήσεις της και τα κείμενα τα δοξολογητικά ..

Αυτός μόνο το πιστεύω και το Πάτερ ημών γνώριζε από στήθους …Τα υπόλοιπα τα διάβαζε από μέσα ..Απ τα εγκόλπιά του τα μικρά και τα λιγοστά αγιωτικά του τα βιβλία …Δεν είχε βλέπεις και πολύ χώρο στο μικρό του δωμάτιο …Που να βρεθεί με τόσα χαρτιά φυλαγμένα παντού ! Σε συρτάρια , στα ράφια της βιβλιοθήκης του, στην παλιά ντουλάπα , στο κομοδίνο του το διπλανό στο κρεβάτι …Δεν πετούσε τίποτα ο Πότης απ ότι ο Θεός του έστελνε στο δρόμο του …Ό,τι μιλούσε για το μεγαλείο του Χριστού μας, ήταν για κείνον αιώνια ιερό και είχε υποχρέωση να το κρατήσει σαν φυλαχτό για πάντα …

Χιλιάδες Φωνές Κυρίου , κιτρινισμένες απ τον καιρό μετρούσαν τα χρόνια του και τις Αναστάσιμες Κυριακές της ζήσης του …Περιοδικά , φυλλάδια , λόγοι παρακλήσεως και φωτισμού , με παραστάσεις Αγίων τυπωμένες πάνω τους και το ζωοποιόν ξύλο του Σταυρού ζωγραφισμένο από χέρια ευσεβών στοιβάζονταν στης πίστης του τους σωρούς …

Στενοχωριόταν όποτε έβρισκε στον δρόμο του παραπεταμένα τέτοια σωτήρια γράμματα , μα και ό,τι συμβόλιζε τον Ουρανό και τους οικήτορές του ,τον έθλιβε να το συναντά πατημένο χάμω σαν σκουπίδι και άχρηστο πράμα . Μάζευε λοιπόν τα χαρτιά των μνημοσύνων και των κηδειών που ο αέρας έριχνε κάτω , τα σακουλάκια από τα κόλυβα που βρισκε σε κάδους σκουπιδιών έξω από Εκκλησιές , και καθόταν και έκοβε τους Σταυρούς και τους κρατούσε σε ένα συρτάρι…Κι όταν μαζεύονταν αρκετά από δαύτα , τα έπαιρνε και τα έκαιγε στον παλιό φούρνο της γιαγιάς μαζί με τα χαρτιά που τύλιγαν τo ύψωμα, που κάθε Κυριακή ο Παππούλης του κράταγε γιατί είχε πάει το πρόσφορο από βραδύς …Τα σάρωνε ύστερα σε ένα φαράσι που το'χε μόνο για αυτήν την περίσταση , και τα πήγαινε στο χωνευτήρι της Αγιάς Αναστασίας και τα ριχνε μέσα με προσοχή …


-Τι καις συνέχεια ρε Πότη …Πυρομανής θα καταντήσεις τον πείραζαν οι περαστικοί …
-Έλα να σου πω γιατί τα καίω όλατούτα είπε κάποτε σε έναν και εκείνος στάθηκε ν ακούσει:
-Αυτά τα καίω γιατί έχουν πάνω το Σταυρό και δεν πρέπει τούτο το σύμβολο να το πατάμε και να το βρωμίζουμε …Τα άλλα τα μικρά που βλέπεις είναι τα τυλίγματα του υψώματος …Ξέρεις τι τυλίγουν όλα αυτά ; Τον ίδιο του Ουρανό ! Άλλοτε τον Αμνό του Θεού που πάντα Νικά ! Την Μητέρα του την Παναγία ! Άλλοτε τους Αρχαγγέλους και τους Αγίους Αγγέλους ! Τον Πρόδρομο Ιωάννη και όλους τους Προφήτες ! Τους Αγίους Αποστόλους , τους Ιεράρχες τους Μάρτυρες , τους Αγίους Αναργύρους , τους Αγίους Θεοπάτορες τον Ιωακείμ και την Άννα τους Δικαίους , τον Άγιο της ημέρας και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ή τον Μέγα Βασίλειο ανάλογα με του ποιού την Θεία Λειτουργία επιτελέσαμε ! 
Κατάλαβες λοιπόν γιατί όλα τούτα είναι ιερά και δεν πρέπει να καταλήγουν μαζί με ακαθαρσίες και απορίμματα ; Γι αυτό τα καίω για να μην βεβηλωθούν ποτέ ! Ό,τι προσφέρεται στον Κύριο και ό,τι προέρχεται από Εκείνον είναι παντοτινά αγιασμένο και εμείς τιμάμε έστω και στο απειροελάχιστο Εκείνον με το να το ευλαβούμαστε και να το φροντίζουμε ! 
Έτσι κάνω και με τα φιτιλάκια απ το καντήλι και τα καρβουνάκια και το λιβάνι απ το θυμιατήρι … Τίποτε δεν πετώ αδιάκριτα ! Όλα έχουν την αξία τους ! 

Θυμίαμα ενώπιόν Σου ! δεν έχεις ακούσει που λέμε ; Και η φλόγα ποιόν φωτίζει …Τον Κύριο και τους Αγίους Του δεν φωτίζει; …Πήρε χάρη και το φιτίλι λοιπόν …Αγιάστηκε κι αυτό και τόσα άλλα ! Να αφήσουμε τα ολοκάθαρα να καταλήξουν σε σκουπιδότοπους με σαπίλα και δυσωδία ; Αυτά που μας ανοίγουν τον Ουρανό , που σκορπούν πνευματικό άρωμα στην ακάθαρτη ζωή μας ; Δεν είναι ευλογημένο αδελφέ μου ! 

Και στην Εκκλησία έχω πει στην Κυρά – Χρυσάνθη μόλις σκουπίζει, να μην πετάει τις σκόνες όπου και όπου, μα στο χωνευτήρι πίσω απ το Ιερό…Είπαμε όλα ευλογούνται , τίποτα δεν είναι ασήμαντο ! Ως κι το χώμα απ τα παπούτσια μας που μένει στο δάπεδο του Ναού ..Σκέψου πως από εκεί πέρασε στην Θεία Λειτουργία ο ίδιος ο Χριστός…Μόλις κατεβαίνει απ το Δεσποτικό…Ναι ο ίδιος ο Χριστός κατεβαίνει ! για να εισέλθει στο Άγιο Θυσιαστήριο και έπειτα στην Μεγάλη Είσοδο που συμβολίζει τον πηγαιμό του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα για το πάθος και την πορεία Του προς τον Γολγοθά και τον Πανάγιο Τάφο . Τα λεγε όλα τούτα και δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του ! Ο άλλος τον κοιτούσε και εκείνος συγκινημένος με την θέρμη του και την ξεχωριστή του αγάπη, που τίποτα δεν περιφρονούσε και όλα τα περιέβαλε με μια τόσο ασυνήθιστη επιμέλεια…


-Κλαίς βρε Πότη μου ! του είπε …
-Και αυτά του Κυρίου είναι αδελφέ μου!Τα δάκρυα είναι σταλμένα από Εκείνον ! Πολύτιμο γιατρικό για την ψυχούλα μας !
Έβγαλε ένα χάρτινο μαντήλι από την τσέπη και σκούπισε τα μάτια του !
Το ριξε έπειτα και αυτό στην μικρή φωτιά που έκαιγε , σαν την πίστη του και την αγάπη του Χριστού που σκόρπαγε γύρω του !
-Και τα δάκρυα να καούν ! Άγια δώρα ! είπε και σώπασε …


Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από συλλογή διηγημάτων με τίτλο: Το συναξάρι της πλαϊνής πόρτας

Σ᾿ Ἐκείνην!



«Μερικὲς φορὲς ἡ ψυχή μου κρύβει μέσα της πολλὴ ἀγάπη καὶ θέλω νὰ τὴν στείλω καὶ δὲν γνωρίζω ποὺ νὰ τὴν στείλω. Καὶ τότε τὴν ἀπευθύνω εἰς τὴν Μανούλα μου, τὴν Παναγία καὶ τὴν παρακαλῶ αὐτὴ νὰ παρηγορήσει ὅποιον ὑποφέρει καὶ βασανίζεται, ὅποιον τὸν πικραίνουν οἱ αὐταρχικοὶ χαρακτῆρες, ὅποιον φλέγουν τὰ πάθη.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν Παναγία μας εἶναι κάτι τὸ πολὺ τρυφερὸ καὶ ἅγιο. Δὲν μπορεῖς νὰ σκεφθῆς τὴν Παναγία μας καὶ νὰ μὴ πλημμυρίσεις ἀπὸ συναισθήματα ἱερὰ καὶ ἅγια.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν Παναγία μας διαπορθμεύει τὴν ψυχὴ μας εἰς τὸν μέλλοντα αἰώνα, δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Εἶναι κάτι ποὺ δὲν ἐκφράζεται, ἀλλὰ σὲ κάνει νὰ σκιρτᾶς ἀπὸ χαρὰ πρὸς αὐτὴ ποὺ εἶναι ἡ κιβωτὸς τῆς σωτηρίας καὶ ταμεῖον τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.»

Γράφει ὁ Μοναχός Μάρκελλος Καρακαλληνός
Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»

Ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων (καί ἡ κατάσταση τῶν χριστιανῶν στή συντέλεια τῶν αἰώνων!)

Καί ὁ Γρηγόριος συνέχισε:
-Σέ παρακαλῶ λοιπόν, πές μου καί κάτι ἀκόμα: Γιατί στήν ἐποχή μας φανερώθηκαν τόσοι ἅγιοι σ' ὅλο τόν κόσμο; Πολλοί λάμπουνε σήμερα σάν τόν ἥλιο καί τά ὀνόματά τους διαλαλοῦνται παντοῦ. Καί πρῶτα-πρῶτα ὁ Ἀντώνιος, ὁ Ἱλαρίων, ὁ Συμεών, ὁ Παῦλος ὁ ἁπλούστατος καί τόσοι ἄλλοι, πού τούς ξέρει ὁ Κύριος...
-Πρέπει νά ξέρεις, ἀδελφέ μου, ὅτι μέχρι τή συντέλεια τοῦ κόσμου δέν θά λείψουν οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, ὅπως δέν θά λείψουν, βέβαια, καί οἱ ἐργάτες τοῦ σατανᾶ. Στίς ἔσχατες ἡμέρες, ὡστόσο, ὅσοι θά εἶναι ἀληθινά εὐάρεστοι στόν Κύριο, θά κρύβονται ἔξυπνα ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Δέν θά κάνουν σημεῖα καί τέρατα, ὅπως οἱ σημερινοί, ἀλλά θά βαδίζουν στό δρόμο τῶν πρακτικῶν ἀρετῶν μέ πολλή ταπείνωση. Ἔ, λοιπόν, αὐτοί θά δοξαστοῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν πιό πολύ κι ἀπ' τούς θαυματουργούς Ἁγίους! Καί ξέρεις γιατί; Ἐπειδή τότε δέν θά ὑπάρχει κανείς πού νά κάνει θαύματα μπροστά στά μάτια τους, ὅπως γίνεται σήμερα, κ ἔτσι νά θερμαίνεται ἡ πίστη τους καί νά τονώνεται τό ἀγωνιστικό τους φρόνημα. Ἀκόμα καί ἐκεῖ πού θά ἔχουν τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, θά εἶναι ἄνθρωποι ἀσήμαντοι οἱ περισσότεροι, ἀνίδεοι ἀπό ἀρετή. Μά καί τῶν μοναχῶν οἱ πρόκριτοι δέν θά εἶναι καλύτεροι. Κενόδοξοι καί γαστρίμαργοι, θ' ἀποτελοῦν ὄχι ὑπόδειγμα ἀλλά μᾶλλον σκάνδαλο γιά τούς ἀνθρώπους. Γι' αὐτό καί θά παραμεληθεῖ γενικά ἡ ἀρετή. Θά βασιλεύει παντοῦ ἡ φιλαργυρία καί ἡ πλεονεξία. Μοναχοί καί λαϊκοί θά συνάζουν χρήματα καί θά τά τοκίζουν. Δέν θά τά προσφέρουν στόν Θεό, δίνοντάς τά ἐλεημοσύνη στούς φτωχούς. Καί οἱ περισσότεροι, ἀπό ἄγνοια, θά πλανηθοῦν μέσα στό χάος τοῦ ἄνετου δρόμου τῆς ἀπώλειας... 


Ἀλλά εἶπα κιόλας πολλά, παιδί μου, σάν φλύαρος πού εἶμαι. Συγχώρεσέ με, τόν ἀμαρτωλό, καί μήν ξεχνᾶς νά προσεύχεσαι γιά μένα τόν ἄθλιο, πού σπατάλησα μέσα στίς ἀνομίες καί τά νιάτα καί τά γηρατειά μου...
Θαυμάζοντας τήν ταπείνωση τοῦ γέροντα ὁ Γρηγόριος, ἔπεσε στά πόδια του, ζητώντας αὐτός μᾶλλον τίς προσευχές του. Πρέπει νά πώς κι ὁ Γρηγόριος ἦταν ἄνθρωπο θεοφοβούμενος, ἐνάρετος, σπαλχνικός καί φιλομόναχος. Εἶχε μεγάλη ἀγάπη καί ἀφοσίωση στόν γέροντα. Ἀγωνιζόταν νά τοῦ μοιάσει στήν ἐγκράτεια, στήν προσευχή, στήν πραότητα, στήν ταπείνωση, στή φιλοξενία, σέ ὅλα. Μέ τή συνετή καί θεάρεστη πολιτεία του καί μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἔκανε μεγάλη προκοπή στήν πνευματική ζωή. 


ΕΝΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
Ὅσιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανῆς
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

ΟΤΑΝ Ο ALAIN DUREL ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΑΜΒΡΟΣΙΟ

Τον υπολόγιζα σαραντάρη• ήταν λεπτός, όχι πολύ ψηλός, φίνος χιουμορίστας. Παρ’ όλο πού ήταν μεγάλος ασκητής, ποτέ δε γέλασα τόσο πολύ όσο όταν ήμουν κοντά του. Επί ένα χρόνο, ως υπεύθυνος για την περίοδο της δοκιμής μου, με δίδαξε την τέχνη της αγιορείτικης προσευχής. 
«Αν το επιθυμείς», έλεγε, «μπορείς να προσθέσεις προσευχές και μετάνοιες στον κανόνα πού κάνεις στο κελί, αλλά αυτό πού θα προσθέσεις, προπάντων μην το μετράς! 
Να σκέπτεσαι το στόχο και να μη μένεις στα μέσα. Δεν είμαστε μισθοφόροι. ’Αν έρθει ή ώρα της προσευχής και είσαι εξαντλημένος ή άρρωστος, μη φυλακίσεις τη συνείδησή σου σε μια νομικίστικη λογική, κάθισε και επικαλέσου το Θεό μέσα στην καρδιά σου. Κι αν δεν μπορείς ούτε αυτό, μείνε σιωπηλός μπροστά στις εικόνες. ’Αν όμως, αντίθετα, έχεις δυνάμεις, μη διστάσεις να υπερβείς το μέτρο, επειδή ή ζωή μας δε διέπεται από τη λογική τού κόσμου.  
Στον πατέρα Αμβρόσιο οφείλω μια από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές και πνευματικές ανακαλύψεις της ζωής μου: τον Γρηγόριο Νύσσης. Ή ανακάλυψη αυτή έμελλε να μέ οδηγήσει στη συγγραφή τού βιβλίου μου EROS TRANS FIGURE CERF 2007 
Αυτό πρέπει να έγινε προς το τέλος Σεπτεμβρίου, λίγο μετά τον εσπερινό. Ό καιρός ήταν ακόμα πολύ γλυκός και συζητούσαμε στη μέση της αυλής του μοναστηριού, όταν άρχισε να μου μιλά για τον άγιο αυτόν πατέρα πού έχει ονομαστεί «Διδάσκαλος της Οικουμένης» (Άγιος Μάξιμος ό Ομολογητής, Ελληνική Πατρολογία, 91, 161). 
Μού εξέθεσε την πνευματική του διδασκαλία, ένα χα-χαρακτηριστικό της οποίας είναι ή θέση του περί τού άπειρου χαρακτήρα της επιθυμίας τού ανθρώπου ως εικόνας τού Θεού, και μού μίλησε για την αποφατική του προσέγγιση στην πνευματική ζωή. 
«Το ζωντανό Θεό δε θα τον συναντήσετε συσσωρεύοντας γνώσεις, αλλά αντιθέτως, αποβάλλοντας κάθε παράσταση σχετική με Αυτόν. Κάθε έννοια περί Θεού είναι ένα είδωλο πού σάς κόβει το δρόμο της πνευματικής εμπειρίας. Δεν συναντιόμαστε με το Θεό παρά μόνο μέσα στο σκότος της αγνωσίας, εκεί όπου μόνον ή αγάπη μπορεί να γίνει οδηγός μας». 
Ό Αμβρόσιος μού εξήγησε ότι, κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, δε χρειάζεται να αναζητήσουμε το Θεό έξω από μάς, αλλά αντιθέτως πρέπει να καθαρίσουμε τον καθρέφτη της ψυχής μας για να δούμε εκεί να λάμπει ολοφώτεινο το πρόσωπό Του.
Ή διδασκαλία τού πατρός Αμβροσίου επί της μυστικής θεολογίας τού Γρηγορίου Νύσση υπήρξε ένα σημαντικό βήμα στην πορεία μου προς το χριστιανισμό. «Ό μοναχός, κατά τη μυστική του ανάβαση», λέει ό άγιος Γρηγόριος Νύσσης, «προχωρεί “συνεχώς προς τα ενδότερα”» (Ελληνική Πατρολογία, 44, 1036 Α). Ή επιστροφή στον εαυτό του είναι ή κατάσταση πού αρμόζει στο πνεύμα. Με αυτή την έννοια, ή πνευματική κίνηση τείνει κατ’ αρχήν, εξαλείφοντας σταδιακά αυτά πού έχουμε, να ανασυστήσει αυτό πού είμαστε. Ή ψυχή καθαρίζεται αφαιρώντας ένα ένα τα πουκάμισά της και ή υπέρτατη στιγμή είναι εκείνη κατά την όποια, έχοντας ξεφορτωθεί όλα της τα καλύμματα, παρουσιάζεται γυμνή ενώπιον τού Θεού. Φαίνεται ότι ή παρουσία της αυτή είναι ή αντανάκλαση τού εσώτατου βάθους της ψυχής όπου λάμπει ή θεία φλόγα... 
— Μα, έδώ δεν έχουμε τη μυστική ινδική διδασκαλία, ότι επιστρέφουμε στον εαυτό μας και πραγματοποιούμε αυτό πού ήδη είμαστε; πετάχτηκα εγώ. 
— Έδώ θέλει προσοχή, λέει χαμογελώντας ό πατήρ Αμβρόσιος. Ό Γρηγόριος Νύσσης χρησιμοποιεί ελεύθερα τη φιλοσοφία τού Πλωτίνου, ή οποία, με την έννοια αυτή, είναι πολύ κοντά στον ινδουιστικό μυστικισμό, τελικά όμως δίνει έμφαση σε μια πολύ ουσιαστική διαφορά μεταξύ της φιλοσοφίας αυτής και της δικής του: ή ομοίωση με το Θεό δεν είναι έργο τού ανθρώπου αλλά δωρεά. Αυτή και μόνη ή διαφορά αρκεί για να αλλάξει τις έννοιες των διατυπώσεων πού ό Γρηγόριος δανείζεται από τον Πλωτίνο: «Ού γάρ ήμέτερον έργον ουδέ δυνάμεως ανθρώπινης εστί κατόρθωμα ή προς το θείον ομοίωσης, αλλά της του Θεού μεγαλοδωρεάς εστίν...» (Ελληνική Πατρολογία, 46, 372 Ο. 
Ή ομοίωση με το Θεό δεν είναι μια ιδιότητα πού ή ψυχή θα μπορούσε να αποκτήσει απλά επειδή καθαρίστηκε. Είναι χάρις πού δίδεται στην ψυχή ή οποία στρέφεται προς το Θεό. «Μόνη συ γέγονας της ύπερεχούσης πάντα νουν φύσεως απεικόνισμα, του άφθαρτου κάλλους, της αληθινής θεότητος αποτύπωμα, της μακαρίας ζωής δοχείον, του αληθινού φωτός εκμαγείων, προς ό βλέπουσα, εκείνο γίνη. όπερ εκείνος εστί, μιμούμενη τον εν σοί λάμποντα διά της άντιλαμπούσης αυγής εκ της σης καθαρότητος» (Ελληνική Πατρολογία, 44, 805 Ό). 
Έδώ λοιπόν, δεν είμαστε μπροστά σε μια θεότητα εγγενή στην ψυχή, όπως στην ίνδουιστική θρησκεία, αλλά ενώπιον ενός ελευθέρου προσώπου πού μπορεί να στραφεί προς το Θεό και στο όποιο ένας προσωπικός Θεός μετα12δίδει ελεύθερα τη ζωή. Έτσι, ή ψυχή δεν είναι εκ φύσεως όμοια με το Θεό αλλά γίνεται όμοια, όταν στρέφεται προς Αυτόν. Αυτό πού πρέπει να ξαναβρούμε μέσα μας είναι ή χάρις. 
— Δεν καταλαβαίνω, είπα εγώ. Ή ψυχή αποτελείται από την ουσία τού Θεού, ναι ή όχι; 
— Ή ψυχή δεν είναι εκ φύσεως θεϊκή, απάντησε ό πατήρ Αμβρόσιος, ή μάλλον κατέχει μια αντανάκλαση του Θεού που ονομάζεται Ελευθερία, χωρίς να έχει μέσα της το θείο κάλλος των αρετών. Τη χάρη αυτή τη δέχεται από Εκείνον. Για να καθαρθει, πρέπει να στραφεί προς την πηγή της καθαρότητας. Όταν μεταμορφωθεί από το 'Άγιο Πνεύμα, δε θα χρειάζεται πια παρά να κοιτάξει τον εαυτό της για να δει να λάμπει μέσα της ό Θεός όπως σ’ έναν καθρέφτη. 

Μερικές μέρες μετά από την εποικοδομητική αυτή συζήτηση, συνειδητοποίησα την ίδια μου την αναπνοή. Ένα ωραίο πρωί, κατάλαβα ότι ή αναπνοή μου δεν ήταν προαιρετική, αλλά υποκινούμενη από κάτι το εσωτερικό, ότι «άνέπνεα για να με ζήσω», όπως μια μητέρα θηλάζει το παιδί της. Οι αρχαίοι Έλληνες -έχω στο νου μου τούς δασκάλους των ελληνιστικών σχολών- είχαν αντιληφτεί τη χαρά της καθαρότητας, όταν τα πάθη σχολάζουν. Στον ’Άθωνα, γύριζα πίσω στην πηγή του είναι, μέχρι τη δωρεά και, πέρα από τη δωρεά, στο Δωρεοδότη. Ή αποκάλυψη αυτή μακράν του να με κάνει να αναδιπλωθώ στον εαυτό μου, με άνοιξε προς μια ριζική ετερότητα, με συνέδεσε προς ένα υποκείμενο, προς Κάποιον.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ALAIN DUREL. Η ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ. ΑΤΕΡΜΟΝΟΝ

''Φτιάξε τα μαλλιά σου, και θα γίνεις καλά..''

Πρώτα εντοπίζω το βασικό πρόβλημα αυτού που έρχεται να ζητήσει βοήθεια, και μετά προχωρώ στα πνευματικότερα.

Πολλοί εδώ έχουν πετάξει τα ψυχοφάρμακα...

Ήρθε μια και της είπα κάτι τρελό: «Φτιάξε τα μαλλιά σου για να γίνεις καλά». 

Μου λέει: «Γερόντισσα, είσαι τρελή;». 

Τελικά δεν ήμουν και τόσο τρελή. 

Πράγματι, μόλις έφτιαξε τα μαλλιά της και ομόρφυνε, 
ανέβηκε το ηθικό της και πέταξε τα ψυχοφάρμακα...

Στον πονεμένο δεν μπορείς να μιλήσεις κατευθείαν για τον Θεό. 

Πρώτα πρέπει να ηρεμήσεις την ψυχούλα του,  να τον γιατρέψεις, να του δώσεις χαρά και μετά να πας στον Θεό. 

Διδαχές μοναχής Πορφυρίας (πρώην οδηγός ταξί) 


«Από το χάος στο φως.
Στα ίχνη ενός σπουδαίου ανθρώπου του Θεού».

ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΗΝΑ 2012



Το νόημα των Παρακλήσεων προς την Παναγία μας



α. Γιατί παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο
β. Πότε εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;
γ. Πότε δέν εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;
δ. Πῶς εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία;



α. Γιατί παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο

Οἱ παρακλήσεις πρός τή Θεοτόκο ἀναφέρουν τίς ἐπικλήσεις τῶν πιστῶν μέ δεήσεις καί ἱκεσίες πρός τήν Παναγία γιά νά λάβουν τή βοήθειά Της στούς καιρούς τῶν πειρασμῶν, τῶν πόνων, τῶν θλίψεων καί κάθε εἴδους προστασία ἀπό τό θεῖο πρόσωπό Της. Καί τονίζεται χαρακτηριστικά: “Δέξαι παρακλήσεις ἀναξίων σῶν ἱκετῶν”.

Πρῶτον, παρακαλοῦμε τήν Παναγία μέ αἴσθημα πίστεως καί πόνου γιά νά μᾶς βοηθήσει στή ζωή μας ἀπό τούς πειρασμούς, λέγοντάς της: “Πολλοῖς συνεχόμενοις πειρασμοῖς, πρὸς Σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν”. Εἶναι πολλοί οἱ πειρασμοί πού παρασύρουν τόν πιστό στό κακό, στήν ἡδονή, στήν κακία, στήν ἐχθρότητα, στήν περιφρόνηση τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί τόν ὁδηγοῦν στήν πράξη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ πειρασμός εἶναι ὁ προπομπός τῆς ἁμαρτίας γιά νά κλονισθεῖ ἡ πίστη μας καί νά ἀδιαφορήσουμε γιά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ζητᾶμε ἀπό τό Θεό: “καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν” καί ἀπό τήν Παναγία: “Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρὸς Σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν. Ὦ Μῆτερ τοῦ Λόγου καὶ Παρθένε, τῶν δυσχερῶν καὶ δεινῶν με διάσωσον”.
Δεύτερον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά πάθη μας: “Παθῶν με ταράττουσι προσβολαί, πολλῆς ἀθυμίας ἐμπιπλῶσαί μου τὴν ψυχήν”. Ὅπως τό πάθος τῆς ὑπερηφανείας, τοῦ θυμοῦ, τῆς ζήλειας, τοῦ φθόνου, τῆς κατακρίσεως, τῆς πολυλογίας, τῆς γαστριμαργίας κ.ἄ. βασανίζουν τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί τήν καθιστοῦν ἀκάθαρτη. Ὁ ἀγώνας τοῦ χριστιανοῦ πρέπει νά εἶναι καθημερινός γιά νά παραμένει ἥσυχος καί γαλήνιος στήν ψυχή του, χωρίς νά τόν καταδικάζει γιά τίποτα ἡ συνείδησή του. Γι’ αὐτό ζητᾶμε νά μᾶς θεραπεύσει τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς μας λέγοντας: “Ἴασαι ἁγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν”.
Τρίτον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τούς κινδύνους τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας διά τῆς θείας προστασίας Της, λέγοντάς Της: “Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνους τοὺς δούλους Σου Θεοτόκε”. Πολλοί οἱ κίνδυνοι τοῦ ἀνθρώπου πού φέρουν εὔκολα τή συμφορά στή ζωή του. Ἀτυχήματα, ἐπαγγελματικές δυσκολίες, οἰκογενειακές ἀκαταστασίες κ.ἄ. Γι’ αὐτό παρακαλοῦμε τήν Παναγία νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τούς κινδύνους μέ τήν προστασία Της καί νά γίνει “πύργος ἀσφαλείας”, “τεῖχος ἀπροσμάχητον”.
Τέταρτον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία μέ τίς δεήσεις μας νά μᾶς ἐνισχύσει καί νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τίς θλίψεις καί τίς ἀσθένειές μας. “Σοῦ δέομαι τῆς ἀγαθῆς ἐκ φθορᾶς νοσημάτων ἀνάστησον” καί “ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπί τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν”. Μέσα στόν πόνο περισσότερο σκεπτώμεθα τό Θεό καί ἀναζητᾶμε τή θεία βοήθειά Του. Νιώθουμε τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία μας καί τήν Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος πού δέν ἐπόνεσε πολύ δέν μπορεῖ νά νιώσει τόν πόνο τοῦ ἄλλου. Χρειάζεται ὁ πόνος τῆς ἀσθένειας ἤ τῶν δυσκολιῶν τῆς ζωῆς μας γιά νά αἰσθανθοῦμε τήν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου καί νά νιώσουμε ποιοί μᾶς ἀγαποῦν πραγματικά. 
Ὁ πόνος φέρει τή μετάνοια στόν ἄνθρωπο καί εἶναι ἕνας τρόπος σωτηρίας τῆς ψυχῆς του. 
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐπόνεσε πάρα πολύ πάνω στό σταυρό καί ἔδειξε τό δρόμο τοῦ πόνου πού λυτρώνει καί ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο. Ὁ πόνος νικᾶ τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου καί φέρει ἀρετές μέσα στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ. Ὁ ἐγωϊστής ταπεινώνεται μέσα στόν πόνο τῆς ἀσθενείας του καί ζητᾶ ή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῆς Παναγίας. Μέσα στή δυστυχία τῶν θλίψεών του κατανοεῖ τήν εὐτέλεια τῆς ζωῆς του καί ἀναζητᾶ τήν εὐτυχία κοντά στό Θεό. Ὁ πόνος θεραπεύει ἀδυναμίες καί πάθη πού φθείρουν τήν ψυχή. Ὁ πόνος φέρει τούς ἀνθρώπους πιό κοντά καί ὁ ἕνας παρηγορεῖ τόν ἄλλον καί προσφέρει τή βοήθειά του μέ ἀγάπη καί θυσία. Πολλές φορές ὁ πόνος τῆς καρδιᾶς εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν πόνο τοῦ σώματος, πού φέρει σέ μεγάλη ἀμηχανία πράξεων μέσα στή θλίψη τῆς ψυχῆς καί μπορεῖ νά εἶναι ἀποτέλεσμα μοναξιᾶς, συκοφαντίας, κακίας, μίσους καί ζήλειας. Γι’ αὐτό ἔχουμε ἀνάγκη νά λέγουμε τόν πόνο μας στόν ἄλλο, γιά νά ξαλαφρώνουμε ψυχικά καί νά ἀναπαυόμαστε κοντά στήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου. Καί ἡ Παναγία ἐπόνεσε πολύ ψυχικά γιά τήν ἄδικη κακομεταχείριση καί σταύρωση τοῦ Υἱοῦ Της. Καί γίνεται ἡ προστάτις τῶν θλιβομένων καί ἀδικουμένων, ὅταν τήν παρακαλοῦμε: “Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς”. 
Καί πέμπτον, παρακαλοῦμε τήν Παναγία διά τῆς μεσιτείας στόν Πανάγαθο νά μᾶς ἐξαλείψει τό πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων μας: “Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων”, δηλ. τά ἁμαρτήματά μας. Παρακαλοῦμε νά μᾶς σώσει διά τῆς θείας βοηθείας Της καί νά μᾶς ὁδηγήσει σέ μετάνοια. Μᾶς προτρέπει ὁ παρακλητικός κανόνας στήν ἀληθινή μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση καί τή θεία Κοινωνία. Νά ζήσουμε μιά ζωή μετανοίας, γιά νά μήν μολύνεται ἡ ψυχή μας ἀπό πλῆθος ἁμαρτιῶν. Γι’ αὐτό ἡ ἁμαρτία θεωρεῖται ἔγκλημα γιά τήν ψυχή μας, διότι αὐτή ἀποστατεῖ ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὁδηγεῖται στό σκοτάδι τοῦ θελήματος τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Μακρυά ἀπό τό Θεό “ἀπολλύμεθα ὑπὸ πλήθους πταισμάτων”. Ἐκεῖνος πού τιμᾶ ἀληθινά τήν Παναγία δέεται γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του καί ζεῖ διαρκῶς ἐν μετανοίᾳ παρακλητικῇ.
Ἡ Παναγία εἶχε πλήρη ἀφιέρωση στό Θεό μέ ζῆλο ὑπερανθρώπινο πού ξεπερνοῦσε τῶν ἀγγέλων τήν ἁγιότητα. Ἆραγε ὁ δικός μας ζῆλος ὁμοιάζει κατά ἕνα μέρος στή διάθεση τῆς Παναγίας; Πόσο ἐπιζητοῦμε τήν ὁμοίωση μέ τήν Παναγία; Πόσο ἑλκυόμεθα ἀπό τήν ταπεινή ζωή Της; Πόσο ἐπιζητοῦμε οἱ ἀρετές Της νά γίνουν δικές μας; Πόσο ἡ δική μας προσευχή ὁμοιάζει μέ τῆς Παναγίας;

β. Πότε εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;

Εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας πρός τήν Παναγία: 
Ὅταν ἡ πίστη μας εἶναι ἀληθινή καί δέν παρασύρεται ἀπό ἀμφιβολίες καί δυσπιστίες στή θεία βοήθεια. Ὅταν δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας, ἀλλά μέ θέρμη ἐσωτερική καί μέ βεβαιότητα προστρέχουμε στή στοργική Μητέρα τοῦ Θεοῦ γιά τή λύτρωση τῶν δεινῶν μας. Ἐκεῖνος πού στηρίζεται ὁλοκληρωτικά στό Θεό δέν ἀμφιβάλλει γιά τή θεία βοήθειά Του. “Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι” (Μάρκ. θ΄ 23).
Ὅταν προστρέχουμε μέ ταπείνωση στήν Παναγία, γεγονός πού κρύβει τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία μας, δείχνουμε τήν ἀγάπη μας πρός τό θεῖο πρόσωπό Της. Ὅπως ὁ Θεός εὐλόγησε ὑπέρ τό δέον τήν Παναγία, καθ’ ὅτι “ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ”. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δέν ὑπερηνεύεται πού κατέστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀντιθέτως ταπεινώνεται συνεχῶς μέσα στήν προσευχή της καί στή ζωή διαβιώντας ταπεινά καί ἀπέριττα χωρίς τή δόξα τοῦ κόσμου. Τό φρόνημα τῆς ταπεινώσεώς Της παραμένει παράδειγμα πρός μίμηση γιά νά ἀποφεύγουμε κάθε ἐγωϊστική διάθεση τῆς ψυχῆς μας. Μόνο μιά ταπεινή προσευχή πού δείχνει τήν καθαρή ζωή μας χωρίς ἐγωϊσμό γίνεται δεκτή ἀπό τό Θεό: “ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν προσευχὴν τῶν ταπεινῶν καὶ οὐκ ἐξουδένωσε τὴν δέησιν αὐτῶν” (Ψαλμ. ρα΄ 18).
Ὅταν δείχνουμε ἀπεριόριστη ἀγάπη στό Θεό, πού φαίνεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή μας καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. “Ὁ ἔχων τὰς ἐντολὰς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με” (Ἰωάν. ιδ΄ 21). Εἶναι σημαντικό νά ἀγαποῦμε τό Θεό μέ ὅλη μας τήν καρδιά, γιά νά εὐεργετηθοῦμε πλουσιοπάροχα μέ τίς θεῖες δωρεές Του. Ἡ καρδιά μας μᾶς φανερώνει πόσο ἀγαποῦμε τό Θεό, ἀπό τό πόσο χρόνο σκεπτόμαστε Αὐτόν. Ὅσο περισσότερο ἀγαποῦμε τό Θεό, τόσο περισσότερο ζοῦμε ἀληθινά ἐν Χριστῷ καί τιμοῦμε τήν Παναγία καί ὅλους τούς ἁγίους. Γι’ αὐτό μιά προσευχή ἀγαπητική πρός τό Θεό θά εἶναι περισσότερο εὐπρόσδεκτη, διότι θά δείχνει τήν καρδιά μας, πόσο τόν ἀγαποῦμε καί τόν τιμοῦμε μέ τή ζωή μας.
Καί τό σπουδαιότερο, ὅταν ἔχουμε ὑπομονή στίς παρακλήσεις μας. Μέσα στήν ὑπομονή μας δοκιμάζεται ἡ πίστη μας, πόσο ἀνθεκτική εἶναι στούς ἀνέμους τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ὀλιγοπιστίας. “Τό δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν” (Ἰακ. α΄ 2). 
Ἡ ὑπομονή γίνεται γέφυρα ἑνώσεως μετά τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἰσακουσθεῖ ἡ προσευχή μας. Χαρακτηρίζει ἀνθρώπους μέ ὑπομονή, ἐκείνους πού ἔχουν διαπεράσει ἀπό πολλές θλίψεις στή ζωή τους καί εἶναι ἀνθεκτικοί στούς ἐρχόμενους πειρασμούς, διότι ἡ πίστη μας εἶναι στήριγμα στά δεινά τῆς ζωῆς μας.
Ὅταν ὑπάρχει θερμή προσευχή πού νά συγκλονίζει τήν καρδιά μας ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Θεό. Μιά προσευχή πού ἔχει δείγματα ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης καί ἀφοσιώσεως στό Θεό γίνεται δεκτή καί εὐάρεστη. Ἡ προσευχή μᾶς βοηθεῖ νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί κάθε κακή ἐπιθυμία μας. Ἡ καθαρή προσευχή δείχνει πόσο ἀγαποῦμε τό Θεό καί πόσο εἰσακούει ὁ Θεός τήν καρδιακή προσευχή μας. Ἀναφέρεται ὅτι κάποτε ἀσκήτευε στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ ἕνας ἅγιος γέροντας. Μιά μέρα τόν συναντᾶ ἕνας μοναχός καί τοῦ λέγει: 
– Πάτερ μου, ταλαιπωρούμαστε πολύ ἐξ αἰτίας τῆς ἀνομβρίας. 
– Γιατί, ρώτησε ὁ γέροντας, δέν προσεύχεσθε καί δέν παρακαλεῖτε τό Θεό νά βρέξει; 
– Καί προσευχόμαστε, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός, καί λιτανεῖες κάνουμε. Ἀλλά δέν βρέχει. 
– Ἀσφαλῶς, λέει πάλι ὁ ἀσκητής, δέν θά προσεύχεσθε ἐντατικά καί ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς σας. Θέλεις, λοιπόν, νά τό διαπιστώσεις καί σύ; Ἄς προσευχηθοῦμε μαζί. 
– Τότε ὁ γέροντας ἀσκητής ὕψωσε τά χέρια του πρός τόν οὐρανό καί προσευχήθηκε. Καί ἀμέσως ἄρχισε νά βρέχει. 
Μόνο μιά θερμή προσευχή πού βγαίνει μέσα ἀπό τήν καρδιά μας εἰσακούεται ἀπό τό Θεό.
Ἀνάγκη εἶναι νά συνεργεῖ μέ τήν προσευχή καί ἡ νηστεία, διότι λέγει ὁ Κύριος: “τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ” (Ματθ. ιζ΄ 21). Ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία συμπορεύονται γιά νά ταπεινώσουν τό σῶμα καί τήν ψυχή. Εἶναι ἕνας ἀγώνας πνευματικός πού διέρχεται ἀπό τήν καθολική ψυχοσωματική ἄσκηση. Ἡ νηστεία χρειάζεται γιά τήν πάλη ἐναντίον τῶν δαιμόνων καί τῶν σαρκικῶν παθῶν. Ἡ νηστεία δυναμώνει τήν ψυχή στίς ἀρετές καί ἐνισχύει κατά πολύ τήν προσευχή, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀνυψώνεται πιό εὔκολα ὁ νοῦς μας στό Θεό.
Νά ὑπάρχει εἰλικρινής μετάνοια, πού νά φανερώνει τήν ἐσωτερική συντριβή τῆς καρδιᾶς μας καί τή μεταστροφή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. “Ροήν μου τῶν δακρύων μὴ ἀποποιήσῃς”. Ἡ μετάνοια ἐκδηλώνεται στήν ταπεινή ψυχή πού διψᾶ γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτημάτων της καί δέεται γιά τή σωτηρία της. Καί συγχρόνως παρακαλεῖ γιά τή βοήθεια στά προβλήματά της. Ἡ ἐσωτερική μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου ὁδηγεῖ στό νά προκαλέσει τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ πρός βοήθειά Του. Ἡ μετάνοια δέν ἀνορθώνει μόνο τήν πεσμένη ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία ἀλλά καί τήν πεσμένη ζωή του ἀπό τά δεινά καί τίς θλίψεις του.

γ. Πότε δέν εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;

α. Ὅταν κάνουμε ἁμαρτωλή ζωή καί δέν μετανοοῦμε γιά τίς ἁμαρτίες μας. 
β. Ὅταν ὑπάρχει μέσα μας ὑπερηφάνεια καί ἔπαρση. 
γ. Ὅταν ὑπάρχει ὀλιγοπιστία. 
δ. Ὅταν ξεχνοῦμε τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. 
ε. Ὅταν δεν εἶναι γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς μας.

δ. Πῶς εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία;

Πρέπει νά εὐχαριστοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο μέ ὕμνους καί δεήσεις δοξολογικές, γιά νά τιμοῦμε ἄξια τή θεία βοήθειά Της. Τό “Ἄξιόν ἐστι ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν Σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν…”, πρέπει νά τό λέγουμε τακτικά. Ἀκόμη καί ἄλλους ὕμνους πού δείχνουν τή δόξα τῆς Παναγίας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στή γῆ, πού παρουσιάζει ὁ παρακλητικός κανόνας.
Τήν Παναγία εὐχαριστοῦμε γιά ὅλες τίς δωρεές Της πού προσφέρει σέ μᾶς διά τῆς θείας εὐλογίας Της: “ἀπολαύοντες Πάναγνε, τῶν Σῶν δωρημάτων εὐχαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ γινώκοντές σε Θεομήτορα” (Μικρός Παρακλητικός Κανών).
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, ὅταν ἀναγνωρίζουμε τή θέση Της μέσα στήν ἐκκλησία. Εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ πού ἐγέννησε ἀσπόρως τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ Θεομήτωρ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: “Θεοτόκον κυρίως καὶ ἀληθῶς τὴν Ἁγίαν Παρθένον κηρύττομεν· ὡς γὰρ Θεὸς ἀληθὴς ὁ ἐξ αὐτῆς γεννηθείς, ἀληθὴς Θεοτόκος ἡ τὸν ἀληθινόν Θεὸν ἐξ αὐτῆς σεσαρκωμένον γεννήσασα”[1].
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία διότι ἐγέννησε τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Μᾶς πρόσφερε ἕνα καί μοναδικό δῶρο, τή σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἐδώρισε τό τίμιον καί ἁγνό σῶμα Της γιά τή σωτηρία μας. Ἡ προσφορά Της αὐτή εἶναι τό δῶρο πρός τό ἀνθρώπινο γένος.
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία μέ ὕμνους καί λόγους, μέ τούς ὁποίους τονίζουμε τό θεῖο ἔργο Της ἐπί τῆς γῆς. Ὕμνους δοξαστικούς πού ἔχει καθιερώσει ἡ ἐκκλησία γιά νά δοξάσει τό ὑπερύμνητο θεῖο πρόσωπό Της. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: “Ἀληθινά δὲν ὑπάρχει γλώσσα ἀνθρώπου, μήτε ὑπερκόσμιος, ἀγγελικός νοῦς ποὺ νὰ μπορεῖ ἐπάξια νὰ ὑμνήσει Ἐκείνη, μὲ τὴν ὁποία μᾶς δόθηκε ἡ δυνατότητα νὰ θεωροῦμε καθαρὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου”[2]
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, ὅταν προσευχόμαστε γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιά ἐκείνους πού εἶναι μακρυά ἀπό τό Θεό. Μᾶς ζητᾶ νά προσευχόμαστε γιά τή μεταστροφή τῶν ἀνθρώπων στόν Υἱό Της. Νά πλησιάζουμε τόν Κύριο μέ ἀγάπη, γιά νά λάβουμε πλούσιους καρπούς. Νά προσευχόμαστε πάντοτε, καί σέ καλές στιγμές τῆς ζωῆς μας, ὅπου ὑπάρχει ἡ χαρά καί ἡ εὐτυχία. Νά τόν δοξολογοῦμε καί νά τόν ὑμνοῦμε μέ τήν καθαρή ζωή μας. Νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Αὐτός νά εἶναι ὁ ὁδηγός καί ὁ φάρος τῆς ζωῆς μας. Νά εἴμαστε ὑπάκουοι στό ἅγιο θέλημά Του. Νά προοδεύουμε στήν πνευματική ζωή καί νά ἔχουμε πνευματική ἕνωση μέ τό Θεό. 
Ὅπως ἐμεῖς παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιά τή δική μας βοήθεια, τό ἴδιο παρακαλεῖ καί Αὐτή ἐμᾶς νά ἀκοῦμε τόν Υἱό Της, νά ἀκοῦμε καί νά τηροῦμε τίς θεῖες ἐντολές Του γιά τή δική μας σωτηρία. 
Ἡ Παναγία μᾶς δείχνει τό δρόμο πρός τόν οὐρανό, ἀρκεῖ νά τόν διαβοῦμε μέ τίς ἀρετές Της, ὥστε νά γίνουμε ἄξιοι τῆς ἀγάπης Της. 

(Από το βιβλίο του π. Δαμιανού Ζαφείρη "Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ") 
——————————————————————————– 
[1] Ἰωάννης Δαμασκηνός, ΕΠΕ, 1, 23. 
[2] Ἰωάννης Δαμασκηνός, Θεοτόκος, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, σελ. 103.

Ὑπάρχει plan B καὶ λέγεται Παναγία!



«Καὶ σὲ μεσίτριαν ἔχω, πρὸς τὸν φιλάνθρωπον Θεόν»

Πρὸς ὅλους τούς ἀγαπητοὺς φίλους bloggers καὶ πρὸς τὰ μέλη καί φίλους. 
Διαδῶστε τὸ παρακάτω μήνυμα ἐν ὄψει τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ Πάσχα.

Μέσα στὸν Αὔγουστο, τόν μήνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, στηρίξτε τὸ φρόνημα καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ ἐν μέσω δύσκολων συγκυριῶν ποὺ πρόκειται νὰ βιώσουμε… καὶ ἤδη βιώνουμε. «Πυροδοτῆστε» μὲ τὰ πνευματικὰ ὄπλα τῆς ζώσης Πίστεώς μας τὸν καθηγμένο Ἕλληνα. Μὲ ζωντανὲς πνευματικὲς ἀναρτήσεις γίνετε ἡ αἰτία νὰ σηκωθεῖ τὸ κεφάλι τοῦ Ἕλληνα καὶ τῆς Ἑλληνίδος πάλι ψηλά.
Ἡ Ἑλλάδα ποτὲ δὲν πεθαίνει γιατί ἔχει Ἀρχιστράτηγο καὶ βοηθὸ τὴν...
Ὑπεραγία Θεοτόκο. Διαδῶστε το κι ὁ καθένας ἀπὸ τὸ μετερίζι του ἂς κάνει αὐτὸ ποὺ πρέπει…

Ἤδη πολλοὶ ἀπὸ ἐσᾶς ὁμολογεῖτε Χριστὸ καὶ Ἑλλάδα μὲ περισσὸ κόπο καὶ μπορεῖ νὰ αἰσθάνεστε μόνοι ἀλλὰ ἀνήκετε ἀπὸ τώρα στοὺς «πνευματικοὺς συστρατιῶτες τῆς Ρωμιοσύνης» ποὺ ἔρχεται ἀκάθεκτη καὶ πρωταγωνιστικὰ στὸ προσκήνιο τῆς Παγκόσμιας Ἱστορίας.

Ἂς ἐπαναπροσδιορίσουμε πάλι τὶς ζωές μας, ἂς νοηματοδοτήσουμε τὰ ἀγαθὰ τῆς ἐλευθερίας, τῆς πραγματικῆς δημοκρατίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ φιλότιμου καὶ τῆς ἀνθρωπιᾶς.

Καλὴ Παναγία!

Κωνσταντίνος Βαρδάκας

Όταν η Παναγία ήταν η καταφυγή του λαού μας!

«Εγκώμιον εις την Παναγίαν»


Η Θεοτόκος είναι το σπουδαιότερο και Αγιώτερο πρόσωπο, που παρουσίασε η γη. Ποία άλλη ξεπέρασε στην αγιότητα όλους τους Αγίους, τους Προφήτας, τους Πατέρας, τους Ασκητάς, τους Μάρτυρας και τους Αποστόλους;
Είπαν, βεβαίως, μερικοί προτεστάντες ότι, ο Πρώτος μετά τον Ένα (τον Χριστόν), είναι ο Απόστολος Παύλος. Όχι! Κάνουν λάθος.
Πρώτη μετά τον Θεόν Ένα είναι η Παναγία, η Αειπάρθενος Θεοτόκος. Αυτή είναι, κατά τον Άγιον Ανδρέα Κρήτης, η «μετά Θεόν, Θεός». Γι΄ αυτό και δεν ονομάζεται απλώς Αγία, αλλά Παναγία. Η Αειπάρθενος είναι η γυνή, «εξ ης πηγάζει τα κρείττω». Διότι είναι η Ευεργέτις όλου του ανθρωπίνου Γένους. Χάρις στην ιδική Της αρετή, επεσκέφθη την γη ο Ύψιστος Θεός και εσώθη ο κόσμος.
Κανένας άλλος απόγονος της Εύας δεν ευεργέτησε τόσο την ανθρωπότητα, όσο η στοργική Αυτή Μητέρα του Θεού. Υπέφερε Αυτή και ταλαιπωρήθηκε για την σωτηρία ολοκλήρου της ανθρωπότητος.
Αυτή είναι και ευεργέτις του κάθε Ορθοδόξου Χριστιανού προσωπικά. Ποιος πιστός Ορθόδοξος δεν ωφελήθηκε από την Θεοτόκο; Ποιος Χριστιανός στα βάσανά του δεν έτρεξε σ΄ Αυτή και δεν βοηθήθηκε θαυματουργικά; Σ΄ Αυτή δεν καταφεύγουμε περισσότερο και από την μητέρα μας; Στα βάσανα που μας κτυπούν, «Παναγία μου»! δεν φωνάζουμε; Παναγία μου! φωνάζει ο ναυτιλλόμενος μέσα στην αγριεμένη θάλασσα, όταν βλέπη, απειλητικά, τα πελώρια κύματα, έτοιμα να τον καταποντίσουν. Παναγία μου! φωνάζει η πονεμένη μάνα κοντά στο κρεβάτι του ψυχορραγούντος παιδιού της, που το απήλπισαν οι γιατροί. Παναγία μου! ο στρατιώτης, όταν του έρχονται βροχή οι σφαίρες και κυκλώνεται από τους εχθρούς και κινδυνεύει να πιαστή αιχμάλωτος. Παναγία μου! το πεινασμένο ορφανό, που το θερίζει η πείνα και τρέμει από το κρύο. Παναγία μου! ο οικογενειάρχης, που δεν μπορεί να θρέψη τα παιδιά του. Παναγία μου! έλεγε ο Ηράκλειος, όταν πολεμούσε εναντίον των Περσών και ελευθέρωνε τον Τίμιο Σταυρό. Παναγία μου, βοήθα την Ελλάδα μας και τούτη τη φορά, παρακαλούσε ο Κολοκοτρώνης στον κίνδυνο του Δράμαλη, όταν εγκαταλείφθηκε μόνος του. Παναγία μου! φωνάζει η κόρη, Παναγία μου! η παντρεμένη, Παναγία μου! η διαζευγμένη. Παναγία μου! ακούς παντού, από καλύβες και μέγαρα, από τρώγλες και ανάκτορα, από εργοστάσια και ουρανοξύστες, από χωριά και πόλεις, από ερημικά ασκητήρια και πολυθόρυβα πολεμικά στρατόπεδα. Και γιατί όχι; Ποια άλλη στον κόσμο μας συντρέχει τόσο, όσο η Παναγία; Αυτή είναι η Μάνα όλων μας.
Γι΄ αυτό και μεις Αυτήν τιμούμε, Αυτήν αγαπούμε, Ναούς και εξωκκλήσια, Μονές και Λαύρες, προσκυνητάρια και Μητροπόλεις, σ΄ Αυτήν τ΄ αφιερώνουν οι άνθρωποι. Τα μεγαλοπρεπέστατα οικοδομήματα στο Όνομά Της τα κτίζουν. Οι Ναοί Της κοσμούν τις κεντρικώτερες πλατείες των μεγαλοπόλεων και τις καλλίτερες τοποθεσίες των εξοχών. Εις Αυτήν οι αγιογράφοι αφιερώνουν τις ωραιότερες βυζαντινές εικόνες και οι υμνογράφοι τα αριστουργήματα της εκκλησιαστικής υμνωδίας. Οι ψαλμωδοί και οι συνθέτες δημιουργούν τις περιπαθέστερες και λυρικώτερες ψαλμωδίες τους, οι δε καλλιτέχνες συνθέτουν τα πλέον υπέροχα δημιουργήματά τους για την Αειπάρθενο.
Πέρασαν από τον πλανήτη μας, αυτοκρατόρισσες δοξασμένες, καλλονές φημισμένες. Εμεσουράνησαν προς στιγμήν. Έγινε πολύς θόρυβος γύρω από το όνομά τους. Αλλά σε λίγο έπεσαν στην αφάνεια και ξεχάστηκαν δια παντός. Ποιος τις ξέρει και ποιος τις ενθυμείται σήμερα; Κανείς! Την Παναγία όμως ποιος την αγνοεί; Και ποιος πιστός δεν την επικαλείται; Την ξέρουν οι γραμματισμένοι, την τιμούν και οι αγράμματοι. Την σκέπτονται οι τρανοί, Την επικαλούνται και οι «εν ανάγκαις». Φέρτε μου, σας παρακαλώ, έναν που να μη έχει ακούση το Όνομά Της. Θα βρης την Εικόνα Της παντού.
Στο κάθε σπίτι, πιθανόν να μη βρης την φωτογραφία των γονέων τους, ίσως να τρώνε χωρίς λάδι το φαγητό από την φτώχεια. Το καντήλι, όμως, της Παναγίας θα το βρήτε να καίη ακοίμητο. Γιατί; Διότι η Παναγία έζησε και ευεργέτησε τους Πατέρες μας και εμάς. Και σήμερα είναι κοντά μας και θα είναι μέχρι της συντελείας των αιώνων. Άπειρα υπήρξαν και είναι τα θαύματά Της. 

Του μακαριστού Αρχιμ. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου

Πηγή: "orthodox-voice"

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑ'Ι'ΣΙΟ

-Γέροντα,ποιά εικόνα της Παναγίας την αποδίδει περισσότερο; -H Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα,μια φορά την είδα εκεί στο Καλύβι στην Παναγούδα, αν σου το πω σε πόσους θα το πεις; -Σε κανέναν Γέροντα. -Λοιπόν, είδα σε όραμα ότι θα πήγαινα μακρινό ταξίδι και έπρεπε να ετοιμάσω τα χαρτιά μου, Διαβατήριο, συνάλλαγμα κλπ. αλλά οι υπάλληλοι δεν μου έκαναν τα χαρτιά.
Εκεί ήταν πολλοί άνθρωποι,όμως δεν υπήρχε κανείς να με βοηθήσει. Ποιός θα με βοηθήσει, λέω, μα δεν βρίσκεται κανένας, για να ενδιαφερθεί. Είχα μία αγωνία! Και ξαφνικά παρουσιάζεται μία Γυναίκα με λαμπερό πρόσωπο, ντυμένη στα χρυσαφένια. Είχε μια ωραιότητα! Άστραφτε ολόκληρη! «Μην ανησυχείς, εγώ θα σε βοηθήσω,ο Γιός μου είναι Βασιλιάς», μου λέει και με κτύπησε απαλά στο ώμο. Παίρνει τα χαρτιά, και με μια κίνηση τα βάζει στον κόρφο Της. Ω! τι κίνηση ήταν εκείνη!Ύστερα μου είπε «Θα περάσετε δύσκολες μέρες» και μου ανέφερε κάτι που έπρεπε να κάνω κι εγώ.Μετά από καιρό είδα την Παναγία την Ιεροσολυμίτισσα σε ένα βιβλίο και την αναγνώρισα. 


ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ - ΛΟΓΟΙ ΣΤ.  ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

«Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν»

Στά Τίμια Δῶρα δέν ἔχουμε κρυμμένον τόν Χριστό (δέν ὑποκρύπτεται, δέν εὐρίσκεται ἁπλᾶ μέσα, οὔτε εἶναι ἁπλᾶ σύμβολα ὁ ἄρτος καί ὁ οἵνος αὐτοῦ τοῦ Σώματος καί τοῦ αἷματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ προτεστάντες) καί, πολύ περισσότερο, δέν ἔχουμε ἁπλή μυστική ἕνωσι τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε πιστοῦ μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Θά μποροῦσα νά φωνάξω χίλιες φορές: ὄχι! Στήν πραγματική καί ἀληθινή Μεταβολή βρίσκεται Ο ΧΡΙΣΤΟΣ! καί μόνον ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό λέμε «ἐσθίομεν καί πίνομεν», καί ἔτσι γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι καί χριστοφόροι καί ἀποτελοῦμε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού λαμβάνουμε μέσα μας, ἕνα σῶμα καί ἕνα αἷμα. Ἔχουμε τόν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό «κατοικοῦντα καί μένοντα σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι», ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ μιά Λειτουργική του Εὐχή.Βέβαια, τά μάτια μας βλέπουν ἄρτο καί οἵνο, καί ἡ γλῶσσα μας ἔχει γεῦσι ψωμιοῦ καί κρασιοῦ, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. Καί θά τολμήσω νά πῶ: πολλοί ἥταν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἐμάσησαν, δέν ἔφαγαν, δέν κατάπιαν ψωμί καί κρασί, ἀλλά Σῶμα καί αἷμα, Σάρκα καί αἷμα Χριστοῦ, γιά νά ἀκολουθήση ἀπέραντη εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς τους καί γενικά ψυχοσωματική ἀλλοίωσις διά Πνεύματος Ἁγίου.
Ἀπό τή στιγμή, πού κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἱερουργεῖται τό Μυστήριο, δέν ἔχουμε πλέον μπροστά μας ὅ,τι βλέπουν τά μάτια μας, ἤ ὅ,τι αἰσθάνεται ἡ γλῶσσα μας, ἀλλά ἔχουμε Αὐτό πού πιστεύουμε, Αὐτό πού προσκυνοῦμε, Αὐτό πού λατρεύουμε· ἔχουμε Αὐτό τό θεωμένο Σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀληθινό, τό πραγματικό.
Ζοῦσε σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Ρουμανίας, ἕνας κεχαριτωμένος ἱερεύς, ὁ πατήρ Μηνᾶς, ὁ μετέπειτα Ὄσιος Μηνᾶς. Αὐτός, μετά τή Θεία Λειτουργία, γιά νά ξεκουραστῆ, ἔβγαινε στό δάσος, διότι τό μοναστήρι ἥταν μέσα σέ δάση, κι ἐκεῖ ἔψελνε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό μέ ἀναστάσιμα τροπάρια καί μέ πολλά ἄλλα.
Τότε μαζεύονταν τά πουλιά τοῦ δάσους γύρω του: στό κεφαλάκι του, στούς ὤμους του, στά χέρια του, αὐτός δέ τρυφερά τά χάϊδευε. Τίς περισσότερες φορές, ὅταν ὁ πατήρ Μηνᾶς ἔψελνε, τά πουλιά βουβαίνονταν καί τόν ἄκουγαν.
Ἐπειδή οἱ Λειτουργίες ἄρχιζαν νύχτα καί τελείωναν μέ τό χάραμα, ὤσπου νά κάνη Κατάλυσι καί νά ξεντυθῆ, ξημέρωνε, ἔβγαινε ὁ ἥλιος κι ἔτσι ἔβγαινε πρωΐ – πρωΐ μέσα στό δάσος καί χαιρόταν τή φύσι καί τήν παρουσία τῶν πουλιῶν. Κι ἐκεῖ ὅλοι μαζί αἰνοῦσαν καί δοξολογοῦσαν τόν Θεό.
Παρατηρήθηκε, λοιπόν, στά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, ὅτι, ὅταν εἶχαν πανηγυρική Θεία Λειτουργία καί ἀργοῦσε νά τελειώση, καί μάλιστα ἀργοῦσε πολύ μετά τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, τά πουλιά μαζεύονταν πάνω στήν Ἐκκλησία!
Τήν ὥρα τῆς Μεταβολῆς τῶν Τιμίων Δώρων, πού ὁ ἱερεύς ἔλεγε «τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», τότε ὅλα τά πουλιά πάνω στήν Ἐκκλησία βουβαίνονταν! Καί στό «ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας, Ἀχράντου…», στά Ρουμανικά βέβαια, καί ἐνῶ ἡ χορωδία ἔψαλλε τό «Ἄξιόν ἐστι», τότε πάλι τά πουλιά ἄρχιζαν νά κελαηδοῦν!
Παρόμοιο γεγονός μοῦ ἀφηγήθηκε κάποιος πιστός, πού συνέβη καί στόν Ναό τῆς Παναγίας τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς στήν Πάρο, κατά τήν Θεία Λειτουργία τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων τοῦ ἔτους 1998.
Δεκάδες σπουργίτια καί ἄλλα πουλιά, φτερουγίζοντας μέσα κι ἔξω ἀπό τόν Ναό, ἀπό τά ἀνοικτά παράθυρα τοῦ τροῦλλου, κελαηδοῦσαν καί τιτίβιζαν ζωηρά. Τήν ὥρα, ὅμως, τοῦ Καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων βουβάθηκαν καί ἀκινητοποιήθηκαν ὅλα, γιά νά ξαναρχίσουν μετά τό » Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου… »
Τήν πραγματικότητα αὐτή τῆς Μεταβολῆς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἴμα Χριστοῦ μαρτυροῦν καί τά ἴδια τά λόγια τοῦ Κυρίου στό Μυστικό Δεῖπνο, τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης: «Τοῦτο ἐστι τό σῶμά μου… τοῦτο ἐστι τό αἵμά μου…» Θεία λοιπόν εἶναι ἡ σύστασις τοῦ Μυστηρίου. Τό συνέστησε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός.

Πρωτ. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου
Ἀπό τό βιβλίο: «ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ»

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Δύο εμφανίσεις της Θεοτόκου για θέματα Πίστεως

Ο Άγ. Παίσιος ο αγιορείτης - πολέμιος του Οικουμενισμού

Ἡ τραγικότητα τῶν αἱρετικῶν

Στὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς αἱρετικοὺς στρέφει τὴν προσοχή µας τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσµα τῆς προσεχοῦς Κυριακῆς (Τίτ. 3, 8-15). Πολλὲς ἑρµηνεῖες ἔχει λάβει ὁ Ὅρος «αἱρετικὸς» ἀπὸ τοὺς ἑρµηνευτές, καὶ µάλιστα τοὺς νεωτέρους, στὸ χῶρο τῆς Κ. ∆ιαθήκης.
Ὑπάρχει ὅµως καὶ ἡ συγκεκριµένη σηµασία, ποὺ ἔλαβε ὁ Ὅρος στὴ γλώσσα τῶν Ἁγίων Πατέρων, στὴ γλώσσα τῆς Ὀρθοδοξίας. Γιὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας µας «αἱρετικὸς» σηµαίνει: διαστρεβλωτὴς τῆς πίστεως, τῆς ἀποκεκαλυµµένης Ἀληθείας, τοῦ θεόθεν δεδοµένου τρόπου σωτηρίας. Αἵρεση δέ, εἶναι ἀλλοτριωµένη ἐκδοχὴ τοῦ Προσώπου τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ποὺ δὲν µπορεῖ νὰ ὁδηγήσει στὴ σωτηρία, στὴ θέωση, τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ λυτρώσει ἀπὸ τὸ κακὸ τὸν κόσµο. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς ἐν Χαλκηδόνι ∆´ Οἰκουµενικῆς Συνόδου (451), ποὺ τιµᾶ τὴν προσεχῆ Κυριακὴ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία σ᾽ ὅλο τὸν κόσµο, αὐτὴ τὴ σηµασία τοῦ ὅρου ἐπιβάλλουν νὰ κρατήσουµε καὶ µεῖς στὶς παρακάτω σκέψεις.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες, γνήσιοι θεολόγοι
Γιὰ νὰ κατανοήσουµε τὴν τραγικότητα, µέσα στὴν ὁποία ζοῦν καὶ κινοῦνται οἱ αἱρετικοί, πρέπει νὰ δοῦµε τὸ διαµετρικὰ ἀντίθετό τους µέγεθος, δηλαδὴ τοὺς ἁγίους Πατέρες, στὸ κύριο ἔργο τους, τὴν θεολογία. Βέβαια ὁ ἐγκλωβισµένος στὰ κοινωνιολογικὰ σχήµατα τῶν καιρῶν µας θὰ σπεύσει ἐδῶ νὰ διαµαρτυρηθεῖ, µὴ µπορώντας νὰ ἐννοήσει, ὅτι ὅλο τὸ ἔργο τῶν Πατέρων, σὲ κάθε ἐποχή, εἶναι θεολογία. Γιατί ἑνωµένοι µὲ τὸ Θεὸ ἀντιµετωπίζουν οἱ Πατέρες ὄχι µόνο τὰ προβλήµατα τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ζωῆς. Θεὸ - Ἀλήθεια προσφέρουν, ἀντιµετωπίζοντας κρίσεις δογµατικές, ἀλλὰ Θεὸ - Ἀλήθεια προσφέρουν ποιµαίνοντας τὰ πνευµατικά τους τέκνα καὶ ὁδηγώντας τα στὸ πλαίσιο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ ἁγιοπνευµατικὴ κοινωνία.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες θεολογοῦν πάντα µὲ τὸν φωτισµὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος.Γίνονται πρῶτα δοχεῖα καὶ Ναοὶ τοῦ Πνεύµατος, µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν πνευµατικό τους ἀγώνα, καὶ καταξιώνονται νὰ γίνουν Πνευµατοκίνητοι, Θεοκίνητα στόµατα τοῦ Λόγου καὶ χεῖρες τοῦ Πνεύµατος. Ἡ θεολογία τους εἶναι, ἔτσι, ἔκφραση τῶν µυστικῶν ἐµπειριῶν τους. Ἐκφράζουν αὐτό, ποὺ τὸ Πνεῦµα ἀποκαλύπτει µέσα τους, σκορπίζουν γύρω τὸ φῶς Του.Λέγουν αὐτό, ποὺ βλέπουν, στὴ φωτισµένη καὶ θεοφόρο καρδιά τους. ∆ὲν εἶναι, λοιπόν, οἱ στοχαστὲς καὶ φιλόσοφοι τοῦ κόσµου, οἱ διανοητὲς - ὅπως λέµε. Ὁ στοχασµός µας δὲν µπορεῖ ποτὲ νὰ γίνει Θεολογία. Μένει φιλοσοφία, µεταφυσική, ἀναζήτηση ἀνθρώπινη.
Ἡ Θεολογία τῶν Πατέρων εἶναι τὸ ἀποτέλεσµα τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος µέσα τους. Αὐτὸ ὁµολογεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς λίγους, ποὺ δίκαια πῆραν τὸ ὄνοµα τοῦ Θεολόγου τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «∆ὲν εἶναι τοῦ καθενός, νὰ φιλοσοφεῖ γύρω ἀπὸ τὸ Θεό. ∆ὲν εἶναι τοῦ καθενός. Αὐτὸ τὸ πρᾶγµα δὲν εἶναι τόσο φθηνὸ καὶ ταπεινό... ∆ὲν εἶναι τοῦ καθενός, παρὰ µόνο τῶν δοκιµασµένων καὶ ὅσων ἔχουν προχωρήσει στὴ θεωρία (δηλαδὴ στὴ θέα τοῦ Θεοῦ) καὶ ποὺ προηγουµένως ἔχουν καθαρισθεῖ καὶ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶµα, ἢ τουλάχιστον καθαρίζονται τώρα». Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν κάθε δικαίωµα νὰ λέγουν: «ἔδοξε τῷ Πνεύµατι τῷ Ἁγίῳ καὶ ἡµῖν» χωρὶς τὸν παραµικρὸ κίνδυνο νὰ κατηγορηθοῦν γιὰ ἔπαρση.
Ὅπως ἐντελῶς φυσικὰ καὶ ἀπροσποίητα διεκήρυξαν οἱ Ἁγιορεῖτες Ἡσυχαστὲς στὸν Τόµο τοῦ 1341: «Ταῦτα ὑπὸ τῶν Γραφῶν ἐδιδάχθηµεν, ταῦτα παρὰ τῶν ἡµετέρων Πατέρων παρελάβοµεν, ταῦτα διὰ τῆς µικρᾶς ἐγνώκαµεν πείρας...». Ἡ ταπεινοφροσύνη τους φαίνεται στὸ «µικρᾶς»· εἶναι ὅµως ἀναγκασµένοι νὰ µιλήσουν καὶ γιὰ τὴν δική τους θεοπτικὴ ἐµπειρία.

Οἱ Αἱρετικοί, οἱ ἀθεράπευτοι «θεραπευτές»
Ἡ αἵρεση δὲν εἶναι ἁπλὰ λογικὸ λάθος, οὔτε οἱ αἱρετικοὶ ἁπλῶς ἀστοχοῦν στὴν εὕρεση τῆς ἀλήθειας. Στὴν περίπτωσή τους συµβαίνει κάτι βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο. Κατὰ τὸ γράµµα γνωρίζουν τὴν Γραφή, κατὰ τρόπο -πολλὲς φορὲς- ἐκπληκτικό. Τοὺς λείπει ὅµως κάτι οὐσιαστικὸ, καὶ ἡ ἔλλειψή του τοὺς διαφοροποιεῖ ριζικὰ ἀπὸ τοὺς Πατέρες. Τοὺς λείπει ἡ ἁγιοπνευµατικὴ ἐµπειρία τῶν Πατέρων. Ὁ ἐσωτερικὸς φωτισµὸς τοῦ Πνεύµατος. Γιατί δὲν ἔχουν περάσει τὴν θεραπεία τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ ἠθικὰ νὰ εἶναι (ἐξωτερικὰ) ἀνεπίληπτοι. ∆ὲν ἔχουν ὅµως µέσα τους τὸ Πνεῦµα. ∆ὲν βλέπουν, λοιπόν, ὅσα βλέπουν ἐν Πνεύµατι οἱ Πατέρες. Μπορεῖ διανοητικὰ νὰ εἶναι ἐκπληκτικὰ ἀνεπτυγµένοι. Εἶναι πράγµατι γεγονός, ὅτι ὅλοι οἱ µεγάλοι αἱρετικοὶ ἐντυπωσιάζουν µὲ τὴν πολυγνωσία καὶ «σοφία» τους! Ἀκόµη καὶ σήµερα... ∆ὲν ἔχουν ὅµως καθαρὴ τὴν καρδιά, οὔτε ἔχουν µεταβληθεῖ σὲ ναοὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Ἡ αἵρεση προϋποθέτει κακὴ ἢ ἀνύπαρκτη θεραπεία. Γι’ αὐτὸ γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς ἡ Θεολογία εἶναι διανοητικὴ - ἐπιστηµονικὴ ὑπόθεση, λογικὸ καὶ συλλογιστικὸ παιχνίδι. Ἡ ἐµπειρία τῆς θεώσεως, ποὺ καταξιώνει τοὺς Πατέρες, εἶναι αὐτό, ποὺ τοὺς λείπει. Γι’ αὐτὸ ὁ αἱρετικὸς δὲν µπορεῖ νὰ διακρίνει στὸ κρίσιµο σηµεῖο τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη. Γιατί δὲν βλέπει µέσα του τὴν ἀλήθεια, δὲν τὴν γνωρίζει στὴν καρδιά του. ∆ὲν ἔχει τὸ ὄχηµα τῆς «νοερᾶς προσευχῆς» καὶ γι’ αὐτὸ δὲν µπορεῖ νὰ φτάσει στὸν «δοξασµό», ποὺ εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τῆς «πάσης ἀληθείας» ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦµα.
Ἐδῶ ἀκριβῶς ἀποκαλύπτεται καὶ ἡ τραγικότητα ὅλων τῶν αἱρετικῶν, καὶ πρὸ πάντων τῶν αἱρεσιαρχῶν. Ἀφώτιστοι οἱ ἴδιοι, ζητοῦν νὰ φωτίσουν. Ἀθεράπευτοι οἱ ἴδιοι, ζητοῦν νὰ θεραπεύσουν. Ἄθεοι οἱ ἴδιοι (δηλαδὴ χωρὶς τὸν ἀληθινὸ Θεό), ζητοῦν νὰ θεολογήσουν. Θὰ µπορούσαµε νὰ παροµοιάσουµε τοὺς αἱρετικοὺς µὲ ψευτογιατροὺς καὶ τσαρλατάνους, ποὺ ἀπατοῦν. Ἀλλ’ εἶναι κάτι χειρότερο: εἶναι γιατροί, ποὺ προσφέρουν δολοφονικὴ θεραπεία, ποὺ σκοτώνει τὸν ἄνθρωπο αἰώνια. Εἶναι φαρµακοποιοί, ποὺ κυκλοφοροῦν φάρµακα δηλητηριασµένα - ἀλλοιωµένα, ποὺ εἶναι ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν δηµόσια ὑγεία, καὶ ὄχι τὴν σωµατική, ἀλλὰ τὴν πνευµατικὴ καὶ αἰώνια.

Ἡ διαφορὰ στὰ πράγµατα
Ἀκολουθώντας τὴν πατερικὴ θεώρηση τῆς αἱρέσεως, µποροῦµε νὰ συνειδητοποιήσουµε τὴν φθοροποιὸ δύναµή της στὴν ἱερὴ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας µας. Μέσα στὴν ἄµβλυνση τῶν πνευµατικῶν µας αἰσθητηρίων, πολὺ συχνὰ τοποθετοῦµε τὴ διαφορὰ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεων σὲ ἐπίπεδο λεκτικῶν ἢ τυπικῶν παραλλαγῶν. Αὐτὸ ὁδηγεῖ στὴν ἐλαχιστοποίηση τῆς διαφορᾶς καὶ στὴν ἐντύπωση, ὅτι ἡ διαφωνία εἶναι γιὰ ἀσήµαντα πράγµατα, ποὺ µποροῦν εὔκολα µὲ κάποια καλὴ διάθεση καὶ φραστικὴ βελτίωση νὰ θεραπευθοῦν. Αὐτὸ γίνεται στὸν οἰκουµενι(στι)κὸ διάλογο. Καὶ τοῦτο συµβαίνει, γιατί συνήθως νοοῦµε τοὺς ἑαυτούς µας ὡς Ὀρθοδόξους καὶ παραβάλλουµε τοὺς ἑτεροδόξους πρὸς τοὺς ἑαυτούς µας. ∆ὲν εἶναι περίεργο, λοιπόν, ὅτι διακρίνουµε περισσότερες ὁµοιότητες ἀπὸ διαφορές! Ἂν δοῦµε ὅµως τὶς αἱρέσεις ἀπὸ πλευρᾶς πραγµατικότητος πατερικῆς καὶ ἀντιπαραθέσουµε στὴν ἑτεροδοξία τῆς ἐποχῆς µας τοὺς Ἁγίους µας Πατέρες, τότε θὰ διαπιστώσουµε, ὅτι πρόκειται γιὰ διαφορὰ πραγµάτων καὶ ὄχι λέξεων. Πρόκειται γιὰ διαφορὰ πρωταρχικὰ θεραπευτικῆς µεθόδου. Ἡ πνευµατικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας γεννᾶ Ἁγίους Πατέρες, ἐνῷ ἡ «πνευµατικότητα» τῶν αἱρέσεων σπείρει τὸν ὄλεθρο. Γι’ αὐτὸ οἱ Ἅγιοι Πατέρες θὰ µένουν πάντα τὰ «πάγχρυσα στόµατα τοῦ Λόγου», ποὺ θὰ καλοῦν ὄχι µόνο τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ἑτεροδόξους, ἀλλὰ καὶ µᾶς τοὺς κατ’ ὄνοµα µόνο ὀρθοδόξους, στὴν γνήσια ἐν Χριστῷ θεραπεία, ποὺ ὁδηγεῖ στὸν δοξασµὸ καὶ τὴν ἀληθινὴ Θεολογία.

Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Ορθόδοξος Τύπος, 17/7/2015

Μετὰ παρρησίας καὶ ἀκατακρίτως

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ µας εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού µέ παρρησία διατυπώνουν τήν ἄποψή τους γιά διάφορα ἐκκλησιαστικά θέµατα καί εἰδικότερα, γιά τήν παναίρεση τοῦ οἰκουµενισµοῦ. ∆υστυχῶς, στόν οἰκουµενισµό πρωτοστατοῦν µεγαλόσχηµοι κληρικοί, οἱ ὁποῖοι συχνά κραδαίνουν τό σπαθί τῆς τιµωρίας, γιά νά ἐπιβάλουν στούς πιστούς τήν ὑπακοή στίς ἀπαράδεκτες ἐπιλογές τους καί νά «καλλιεργήσουν» στούς ζηλωτές τήν εὐσέβεια πού οἱ ἴδιοι στεροῦνται!
Μέ δεδοµένη τήν τακτική τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων καί τήν ἔλλειψη στοιχειώδους δηµοκρατικῆς εὐαισθησίας καί ὁµολογιακοῦ φρονήµατος, τί πρέπει νά κάνει ὁ συνειδητός χριστιανός; Τό ἐρώτηµα εἶναι εὔλογο καί καίριο. Καί ἡ ἀπάντηση εὔκολη. Ἐκεῖνος πού ὄντως πιστεύει καί ἀγωνίζεται κατά Θεόν, δέν ὑπολογίζει τίς ἀπειλές τῶν ἐνόχων. Ὁ ἴδιος δέν ζητάει ἀπό κανένα καµιά προσωπική βοήθεια, δέν ἐπιζητεῖ τήν ἀναγνώριση ἀπό τούς ἄλλους, δέν ἐπιδιώκει τήν προώθησή του κάπου, ἀλλά ἁπλά ἀνησυχεῖ γιά τήν πορεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγµάτων καί ἐπιθυµεῖ τή βελτίωσή τους.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς κληρικούς, οἱ ὁποῖοι συνήθως ἀντιµετωπίζουν τήν ἐνόχληση ἤ καί τήν ὀργή τῶν ἐπισκόπων τους, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά τούς φιµώσουν γιά νά µή ἀκούγονται φωνές διαφορετικές ἀπό τή…. σιωπή τους! Ἀλλά καί γιά νά µή χαλάει ἡ εἰκόνα, νά µή δηµιουργεῖται ἡ ἐντύπωση στούς ἄλλους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς ὅτι δέν ἐλέγχουν τήν κατάσταση καί ἀφήνουν τούς ζηλωτές νά διαφοροποιοῦνται καί νά παρακινοῦν τούς ἁπλούς ἀνθρώπους σέ «ἀσεβεῖς» ἐνέργειες.
Γιά τούς περισσότερους ἀρχιµανδρίτες βέβαια δέν χρειάζεται νά πῶ κάτι, ἁπλούστατα δέν ὑπάρχει παρρησία, ἀφοῦ περιµένουν ἀνυπόµονα πότε θά γίνουν ἐπίσκοποι, γιά νά πραγµατοποιηθεῖ τό ὄνειρό τους, πού εἶναι καί ὁ µοναδικός σκοπός τῆς ζωῆς τους. Ἡ ὁµολογία πίστεως καί ἡ ἀντίδρασή τους στούς οἰκουµενιστές γι᾿ αὐτούς δέν ἔχουν ἰδιαίτερη ἀξία. Ἀλήθεια, ἔχουν φωνή αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Ἔχουν εὐαισθησία καί θάρρος νά µιλήσουν γιά τήν παν- αίρεση τοῦ οἰκουµενισµοῦ καί νά διαφωνήσουν µέ τούς πρωτεργάτες του; Κατά τά ἄλλα εἶναι θεοφοβούµενοι καί πνευµατικοί καί ὁδηγοῦν τά πνευµατικά τους τέκνα στήν κατά Χριστόν ζωή! Ἔχουν ὅµως ἕτοιµο καί τόν περιφρονητικό τους λόγο γιά τούς διαφορετικούς κληρικούς, πού τούς διακρίνει ἡ παρρησία καί ἐλέγχουν τίς αἱρετικές ἀποκλίσεις καί τήν περιφρόνηση τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας ἐκ µέρους τῶν οἰκουµενιστῶν.
Αὐτά πού γράφω τώρα –τά ἔχω ξαναγράψει πολλές φορές- ἐνοχλοῦν µερικούς ἀδελφούς, ὄχι γιατί δέν περιγράφουν µέ ἀκρίβεια τήν πραγµατικότητα, ἀλλά γιατί ἀποκαλύπτουν εὐρύτερα τή θλιβερή πραγµατικότητα, ἐνῶ θά ἔπρεπε, κατ᾿ αὐτούς, νά εἶναι γνωστή µόνο ἐν οἴκῳ. Καί αὐτό γιά νά µή χαλάσει ἡ ὡραία εἰκόνα, πού προβάλλεται µέ περισσή ὑποκρισία. ∆ηλαδή, τά δυσάρεστα καί σκανδαλώδη νά σκεπάζονται καί τά ὑποκριτικά καί παραπλανητικά νά προβάλλονται πρός ὠφέλειαν τῶν πιστῶν! Σηµειώνω ἕνα σχετικό περιστατικό. Μιά φορά εἶχα στείλει µερικά βιβλία µου σέ µιά ἡγουµένη, µετά ἀπό παραγγελία της καί σέ λίγες µέρες µοῦ ἐπέστρεψε τά µισά, γιατί εἶχε διαπιστώσει ὅτι σέ ἐκεῖνα ἤλεγχα ἐπισκόπους καί κληρικούς, κάτι πού γιά τήν ὁσιωτάτη ἦταν ἀπαράδεκτο. Καί µέ παρακαλοῦσε νά τίς στείλω ἄλλα βιβλία, ἀκίνδυνα. Φυσικά ἀνταποκρίθηκα ἀµέσως, ἀλλά µέ ἀρνητικό τρόπο. Τίς ἐπέστρεψα τά χρήµατα, γιά νά ἠρεµήσει ἡ συνείδησή της. ∆υστυχῶς, ἔτσι σκέφτονται πολλοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. ∆ηµοσίως δέν λένε τίποτα, ψιθυρίζουν ὅµως πολλά καί κάνουν περισσότερα πού εἶναι ἀπαράδεκτα καί τά ὁποῖα, ἐάν περιέγραφε κάποιος, θά ἐξόργιζε τούς ἀναγνῶστες ὄχι γιατί τά ἔγραψε, ἀλλά γιατί συµβαίνουν. Ἀλλά ἄς µή δώσω συνέχεια. Ἐπιστρέφω στό θέµα µου.
Ὁ ἀείµνηστος Φώτης Κόντογλου σέ ἐπιστολή του πρός λατινίζοντα µητροπολίτη τό 1965, ἔγραψε καί κάτι προσωπικό πού ἔχει σχέση µέ τά ὅσα ἀναφέρω ἐδῶ καί εἶναι ἐξόχως διδακτικό: «Αἱ ἀντιλήψεις µου δύναµαι νά βεβαιώσω ὅτι δέν ὀφείλονται εἰς ἐλατήρια µισαλλοδοξίας ἤ ἀγνοίας, ἀλλ᾿ εἰς βαθεῖαν πίστιν καί γνῶσιν τοῦ µυστηρίου τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποίαν ἔσχον, χάριτι Θεοῦ, παιδιόθεν, ἐξ ἧς ἀναβρύει ἡ πρός αὐτήν βαθυτάτη ἀγάπη καί σεβασµός, πιστούµενος διά µιᾶς ζωῆς θυσιῶν καί ἀγώνων, καταδικασάντων µε εἰς ἀκτηµοσύνην ἑκουσίαν, καθ᾿ ὅν χρόνον θά µοί ἦτο εὐχερές νά ἀποκτήσω πολλά χρήµατα, δεδοµένου ὅτι ὁ πλουσιοδότης Κύριος ἐπροίκισε ἐµέ, τόν ἀνάξιον, διά πολλῶν προσόντων, ἐξ ἐκείνων ἅτινα ἐξασφαλίζουν ἐπιτυχίαν ὑλικήν, καί φήµην, ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ τῷ ἀπατεῶνι» (Φωτίου Κόντογλου, Ἀντιπαπικά, 1993, σελ. 19). Μακάρι κάποτε νά ἀποκτήσουµε τήν ἀρετή τῆς παρρσίας καί νά ἐγκαταλείψουµε τή δειλία τοῦ ψιθύρου καί τήν ἐνοχή τῆς κατάκρισης.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάσης
Ορθόδοξος Τύπος, 24/7/2015