.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΜΟΙΡΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΣΜΑ

Η φωνή Σου αγκαλιάζει ολάκερη τη ψυχή μου, αλλά βλέπω σ’ αυτήν απορημένος να θρονιάζει εκείνη η μεγαλειώδη και σεβαστική σιγή που δεν απόκτησε ακόμη η προσευχή της μεγάλης μου αδημονίας. Κατά πάντα ακατάληπτη η οδός Σου, εντείνει αβίαστα την αγάπη μας προς Εσένα, για να φυλάξουμε μέσα μας γρανιτένιες αντοχές προς τον παλαιό εαυτό μας και προς τον εχθρό του εαυτού μας, που φθονούν τη σχέση που μας προτείνεις διαρκώς. Κι όπως είχε πει κι ένας αββάς της ερήμου «όποιος έχει καρδιά μπορεί να σωθεί», εάν βέβαια τη σπάσει ή τη μοιραστεί για Σένα, πού ’σαι παντοτινά ο φίλος Μοιραστής και το γλυκύ μας Μοίρασμα…

π. Δαμιανός

http://toeilhtarion.blogspot.gr

Τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων



Μιὰ χάρη ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ δύο ἀγαπημένοι μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, λίγο πρὶν τὸ Πάθος Του.
-Διδάσκαλε, τοῦ εἶπαν, θέλουμε αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε νὰ μᾶς τὸ κάνεις. -Τὶ θέλετε νὰ κάνω γιὰ σᾶς; ρώτησε Ἐκεῖνος. -Ὅταν θὰ ἐγκαταστήσεις τὴν ἔνδοξη βασιλεία Σου, τοῦ ἀποκρίθηκαν, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά Σου καὶ ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά Σου. -Δὲν ξέρετε τὶ ζητᾶτε, τοὺς εἶπε τότε ὁ Ἰησούς. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι τῶν παθημάτων ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ καὶ νὰ βαπτιστεῖτε μὲ τὸ βάπτισμα μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βαπτιστῶ ἐγώ;-Μποροῦμε, τοῦ λένε.
Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπάντησε:
-Τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ θὰ τὸ πιεῖτε, καὶ μὲ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων μου θὰ βαπτιστεῖτε. Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν μπορῶ νὰ σᾶς τὸ δώσω ἐγώ, ἀλλὰ θὰ δοθεῖ σ” αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμαστεῖ. (βλ. Μάρκ. 10: 35-40)

Ὁ πόνος, σωματικός ἢ ψυχικός, ἀπὸ τὶς δοκιμασίες καὶ τὰ βάσανα τούτης τῆς ζωῆς εἶναι τὸ ἀναπόφευκτο πικρὸ ποτήρι τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πόνος εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή του. Θάνατοι, ἀρρώστιες, κατατρεγμοί, διαμάχες, φτώχεια, ἀποτυχίες, μοναξιά, φοβίες, ἀγωνίες, πειρασμοί… Πολύς καὶ ποικίλος πόνος, ποὺ ὀρθώνει ἀμείλικτα ερωτήματα στὶς ψυχές καὶ προσδίδει ἀπύθμενη τραγικότητα στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.
Δὲν τὸν δημιούργησε ὁ Θεός τὸν πόνο, ἀλλὰ μπῆκε στὴ ζωή τῶν ἀνθρώπων μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας. Ὁ νέος Ἀδὰμ ὅμως, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησούς, σήκωσε στοὺς ὤμους Του μαζὶ μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν πανανθρώπινο πόνο. Ἔτσι μεταμόρφωσε τὸν ἐξουθενωτικὸ χαρακτῆρα τοῦ πόνου σὲ σωτήριο φάρμακο καὶ ἀνέδειξε τὶς θλίψεις ὡς κατ” ἐξο­χήν ὁδὸ θεραπείας, ἐξαγιασμοῦ καὶ τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπὸ τότε ὁ Χριστός παραμένει ἡ μοναδική ἀδιάψευστη ἐλπίδα τῶν πονεμένων. Τα λόγια Του ἀντηχοῦν παρήγορα μέσα στοὺς αἰῶνες: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11:28). «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔξετε. Ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16:33).
Δίχως τὸν Χριστὸ τὰ ἀνθρώπινα δεινὰ εἶναι φορτίο βαρύ καὶ ἀσήκωτο. Μὲ τὸν Χριστὸ ὁ πόνος μετατρέπεται σὲ γλυκασμό, ἡ οδύνη σὲ παράκληση, ἡ ἀγωνία σὲ ἐλπίδα, τὸ ἄγχος σὲ ὑπομονή, ὁ Γολγοθᾶς σὲ Ἀνάσταση.
Οι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, βλέποντας κάθε δοκιμασία ὡς ἐπίσκεψη Θεοῦ καὶ ἀφορμή πνευματικοῦ κέρδους, χαίρονταν στὰ παθήματά τους, ἐνῶ ἀντίθετα ἀνησυχοῦσαν στὶς μακρὲς περιόδους ἀναψυχῆς.
Τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὶς θλίψεις παρουσιάζει μὲ γλαφυρὸ τρόπο στὶς ἐπόμενες σελίδες ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ (1807-1867), ἐπίσκοπος Καυκάσου καὶ Μαύρης Θάλασσας. Ὑπῆρξε σύγχρονος καὶ ἰσάξιος τῶν μεγάλων στάρετς τῆς Ρωσίας, ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου καὶ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης.
Ο ἅγιος Ἰγνάτιος, μαζὶ μὲ τὸ λαμπρὸ παράδειγμα τῆς ὁσιακῆς του βιοτῆς, ἄφησε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ὡς κληρονομιὰ πολύτιμη καὶ τὰ ἐμπνευσμένα του συγγράμματα. Σὲ αὐτὰ ἡ εὐαγγελική ἀλήθεια καὶ ἡ ἁγιοπατερική διδαχή παρουσιάζονται μὲ τρόπο οἰκεῖο στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο.
Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ περιέχεται στὸν δεύτερο τόμο τῆς ἑλληνικῆς μεταφράσεως τῶν ἔργων του, «Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες Β’», ποὺ ἐπιμελεῖται καὶ ἐκδίδει ἡ Μονή μας. Τὸ προσφέρουμε μὲ τὴν ὁλόθερμη εὐχὴ νὰ ἀγγίξει παραμυθητικὰ τὴν ψυχή κάθε πονεμένου ἀναγνώστη καὶ νὰ τοῦ προσθέσει ὑπομονή, μεγαλοψυχία, ἐλπίδα καὶ πίστη στὸν «δι” ἡμᾶς παθόντα καὶ ἀναστάντα» Κύριο.
Θρόνους καὶ δόξα ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο δύο ἀγαπημένοι Του μαθητές. Κι Ἐκεῖνος τοὺς πρόσφερε τὸ ποτήρι Του (βλ. Μάρκ. 10:35-40).
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μαρτύριο, τὰ παθήματα.
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ σ” ἐκείνους ποὺ τὸ πίνουν χαρίζει ἐδῶ στὴ γῆ τὴν πρόγευση τῆς εὐλογημένης βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑτοιμάζει στὸν οὐρανὸ θρόνους αἰώνιας δόξας.
Ἄφωνοι στεκόμαστε ὅλοι μπροστὰ στὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ παραπονεθεῖ γι” αὐτὸ τὸ ποτήρι, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Γιατὶ Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς πρόσταξε νὰ τὸ γευθοῦμε, τὸ ἦπιε πρῶτος ἀπ” ὅλους.
Ὡ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ! Θανάτωσες στὸν παράδεισο τοὺς προπάτορές μας, ἐξαπατώντας τους μὲ τὸ δόλωμα τῆς αἰσθησιακῆς ἡδονῆς καὶ μὲ τὸ δόλωμα τῆς λογικῆς(βλ. Γεν. 2:9, 16-17. 3:1-7). Ὁ Χριστός, ὁ Λυτρωτὴς τῶν καταδικασμένων ἀνθρώπων, ἔφερε στὴ γῆ, στοὺς πεσμένους καὶ ἐξορίστους, τὸ δικό Του ποτήρι, τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας. Ἡ πίκρα τοῦ ποτηριοῦ Του ἐξαφανίζει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τὴ θανάσιμη καὶ ἁμαρτωλή ἡδονή. Ἡ ταπείνωση, ποὺ ξεχειλίζει ἀπὸ τὸ ποτήρι Του, θανατώνει τὸ ὑπερήφανο σαρκικὸ φρόνημα. Ὅποιος πίνει τοῦτο τὸ ποτήρι μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ἀποκτᾶ πάλι τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ τὴ στερηθήκαμε ἐξαιτίας τῆς γεύσης τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ.
Θα πιῶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, «θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας»(Ψαλμ. 115:4).
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ τὸ δέχεται ὁ χριστιανός, ὅταν τὶς θλίψεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς τὶς ὑπομένει μὲ τὸ πνεῦμα τῆς εὐαγγελικῆς ταπεινοφροσύνης.
Ὁ ἅγιος ἀπόστολος Πέτρος ὅρμησε μὲ γυμνὸ μαχαίρι νὰ ὑπερασπίσει τὸν Θεάνθρωπο, ποὺ ἦταν περικυκλωμένος ἀπὸ τοὺς ἀνόμους. Μὰ ὁ πραότατος Κύριος Ἰησοῦς εἶπε στὸν Πέτρο: «Βάλε τὸ μαχαίρι στὴ θήκη. Θέλεις νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;» (Ἰω. 18:11).
Λέγε κι ἐσὺ τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ παρηγορήσεις καὶ νὰ δυναμώσεις τὴν ψυχή σου, ὅταν οἱ συμφορές σὲ περικυκλώνουν: «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
Πικρὸ εἶναι τὸ ποτήρι. Μιὰ μόνο ματιὰ ἂν τοῦ ρίξει ὁ ἄνθρωπος, χάνει τὴ λογική του. Ἐσύ, ὅμως, στὴ θέση τῆς λογικῆς βάλε τὴν πίστη καὶ πιὲς μὲ γενναιότητα τὸ πικρὸ ποτήρι. Σοῦ τὸ προσφέρει ὁ Πατέρας σου, ὁ πανάγαθος καὶ πάνσοφος Πατέρας σου.
Δὲν σοῦ τὸ ἑτοίμασαν οὔτε οἱ Φαρισαῖοι οὔτε ὁ Καϊάφας οὔτε ὁ Ἰούδας! Δὲν σοῦ τὸ δίνουν οὔτε ὁ Πιλᾶτος οὔτε οἱ στρατιῶτες του! «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
Οἱ Φαρισαῖοι ραδιουργοῦν, ὁ Ἰούδας προδίδει, ὁ Πιλᾶτος προστάζει τὸν ἄνομο φόνο, οἱ στρατιῶτες ἐκτελοῦν τὸ πρόσταγμά του. Ὅλοι, μὲ τὶς πονηρές τους πράξεις, ἑτοίμασαν τὴ βέβαιη καταστροφή τους. Μὴν ἑτοιμάζεις κι ἐσὺ τὴν ἐξίσου βέβαιη καταστροφή σου μὲ τὴ μνησικακία, μὲ τὴν ἐπιθυμία ἢ τὴν πρόθεση ἐκδικήσεως καὶ μὲ τὴν ἀγανάκτηση ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν σου.
Ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι παντοδύναμος καὶ παντεπόπτης. Βλέπει τὶς θλίψεις σου. Ἄν, λοιπόν, ἦταν ἀπαραίτητη καὶ ὠφέλιμη γιὰ σένα ἡ ἀποφυγή τοῦ ποτηριοῦ Του, ὁπωσδήποτε θὰ σοῦ τὸ ἔπαιρνε.
Ὅπως μαρτυροῦν ἡ Ἁγία Γραφή καὶ ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ὁ Κύριος πολλὲς φορὲς ἔχει ἐπιτρέψει νὰ δοκιμαστοῦν μὲ θλίψεις ἀγαπημένα Του πρόσωπα, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἔχει ἀπομακρύνει τὶς θλίψεις ἀπὸ τοὺς φίλους Του, σύμφωνα μὲ τὶς ἀνεξιχνίαστες βουλές Του.
Ὅταν ἐμφανίζεται μπροστὰ σου τὸ ποτήρι, μὴν κοιτᾶς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σοῦ τὸ δίνουν. Σήκωσε τὰ μάτια σου στὸν οὐρανὸ καὶ λέγε: «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
«Θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας» (Ψαλμ. 115:4). Δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι, τὸ ἐχέγγυο τῶν οὐράνιων καὶ αἰώνιων αγαθών. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ μὲ διδάσκει τὴν ὑπομονή: «Για νὰ μποῦμε στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ πολλές θλίψεις» (Πράξ.14:22). Πῶς εἶναι δυνατὸ ν” ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι αὐτό, τὸ μέσο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ φτάσω στὴν οὐράνια βασιλεία καὶ θὰ τὴν οἰκειωθῶ ὁλοκληρωτικά; Ναί, θὰ δεχθῶ τὸ ποτήρι, θὰ δεχθῶ τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ!
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι, στ” ἀλήθεια, δῶρο τοῦ Θεοῦ. «Σ” ἐσᾶς», ἔγραφε ὁ μέγας Παῦλος στοὺς χριστιανούς τῶν Φιλίππων, «δόθηκε τὸ χάρισμα ὄχι μόνο νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ ὑποφέρετε γι” Αὐτόν» (Φιλιπ. 1:29).
Τὸ ποτήρι φαινομενικὰ τὸ παίρνεις ἀπὸ χέρια ἀνθρώπινα. Τὶ σημασία ἔχει γιὰ σένα ἂν σοῦ τὸ δίνουν δίκαια ἢ ἄδικα; Ἐσὺ ὀφείλεις νὰ φερθεῖς σωστά, ὅπως ταιριάζει σ” ἕναν ἀκόλουθο τοῦ Ἰησοῦ: Μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ ζωντανὴ πίστη νὰ δεχθεῖς τὸ ποτήρι. Καὶ ἀφοῦ τὸ δεχθεῖς, μὲ ἀνδρεία νὰ τὸ πιεῖς ὅλο, ὡς τὴν τελευταῖα του σταγόνα.
Ὅταν παίρνεις τὸ ποτήρι ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων, νὰ σκέφτεσαι ὅτι προέρχεται ἀπ” Αὐτόν, ποὺ εἶναι ὄχι ἁπλῶς Ἀθῶος ἀλλὰ καὶ Πανάγιος. Καὶ καθὼς θὰ τὸ σκέφτεσαι, νὰ ἐπαναλαμβάνεις γιὰ σένα καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ταλαίπωρους ἁμαρτωλοὺς τὰ λόγια τοῦ μακάριου καὶ συνετοῦ ἐκείνου ληστοῦ, ποὺ σταυρώθηκε στὰ δεξιὰ τοῦ σταυρωμένου Θεανθρώπου: «Ἐμεῖς δίκαια τιμωρούμαστε γι” αὐτὰ ποὺ κάναμε… Θυμήσου με. Κύριε, ὅταν ἔρθεις στὴ βασιλεία Σου»(Λουκ. 23:41-42).
Μετὰ γύρισε στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ σοῦ δίνουν τὸ ποτήρι, καὶ πές τους: «Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἐσεῖς, τὰ ὄργανα τῆς δικαιοσύνης καὶ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἀπὸ τώρα καὶ στὴν αἰωνιότητα». Ἄν, ὡστόσο, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὰ λόγια σου, μὴ ρίξεις τὰ πολύτιμα μαργαριτάρια τῆς ταπεινώσεως στὰ πόδια ἐκείνων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὰ ἐκτιμήσουν. Πὲς καλύτερα τὰ λόγια αὐτὰ μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ σου.
Μόνο ἔτσι θὰ ἐκπληρώσεις τὴν ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ λέει: «Νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ δίνετε εὐχές σ” ἐκείνους ποὺ σᾶς δίνουν κατάρες» (Ματθ. 5:44).
Νὰ προσεύχεσαι στὸν Κύριο γι” αὐτούς ποὺ σὲ λύπησαν ἢ σὲ πρόσβαλαν. Νὰ Τὸν παρακαλᾶς νὰ τοὺς ἀνταποδώσει πρόσκαιρα καὶ αἰώνια ἀγαθὰ σ” αὐτὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, καὶ νὰ τοὺς τὸ λογαριάσει σὰν ἀρετὴ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Ἀκόμα κι ἂν ἡ καρδιὰ σου δὲν θέλει νὰ φερθεῖς μ” αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἀντιδρᾶ, ἐσὺ ἀνάγκασέ την. Τὸν οὐρανὸ μποροῦν νὰ τὸν κληρονομήσουν μόνο ὅσοι ἀσκοῦν βία στὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν (βλ. Ματθ. 11:12).
Ἂν δὲν θέλεις νὰ φερθεῖς ἔτσι, τότε δὲν θέλεις νὰ εἶσαι ἀκόλουθος καὶ μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μὲ προσοχὴ κοίταξε βαθιὰ μέσα σου καὶ ἀναρωτήσου: Μήπως βρῆκες ἄλλο δάσκαλο; Μήπως ὑπο­τάχθηκες σ” αὐτόν; Δάσκαλος τοῦ μίσους εἶναι ὁ διάβολος.
Φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ἡ ἀδικία ἢ ἡ καταπίεση τοῦ πλησίον. Ἀκόμα πιὸ φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ὁ φόνος. Ἄν, ὅμως, μισεῖς τὸν καταπιεστή σου, τὸν συκοφάντη σου, τὸν προδότη σου, τὸν φονιά σου, ἂν δὲν ξεχνᾶς τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, ἢ καὶ τοὺς ἐκδικεῖσαι, διαπράττεις ἁμαρτία βαριὰ σχεδόν ὅσο καὶ ἡ δική τους. Ἄδικα παριστάνεις στὸν ἑαυτό σου καὶ στοὺς ἄλλους τὸν δίκαιο. «Ὅποιος μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι ἀνθρωποκτόνος», διακήρυξε ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ (Α” Ιω. 3:15).
Ἡ ζωντανή πίστη στὸν Χριστό μᾶς μαθαίνει νὰ δεχόμαστε τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τὸ γευόμαστε, ξεχύνει στὶς καρδιές μας τὴν ἐλπίδα στὸν Χριστό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστό, πάλι, χαρίζει στὶς καρδιές δύναμη καὶ παρηγοριά.
Τὸ παράπονο γιὰ τὸ ποτήρι ποὺ ἔχει προοριστεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ ἀγανάκτηση, ἡ ἀνυπομονησία, ἡ μικροψυχία καὶ προπαντὸς ἡ ἀπελπισία εἶναι ἁμαρτίες μπροστὰ στὸν Κύριο, εἶναι τὰ κακόμορφα παιδιὰ τῆς ἐγκληματικῆς ἀπιστίας.
Εἶναι ἁμαρτία νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας, ὅταν αὐτοὶ γίνονται ὄργανα τῶν δοκιμασιῶν μας. Πολὺ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων κατεβαίνει σ” ἐμᾶς κατευθείαν ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ὅποιος πίνει τὸ ποτήρι μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ εὐχές πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ τοῦ τὸ προσφέρουν, αὐτὸς ἔφτασε στὴν ἁγία ἀνάπαυση, στὴ χάρη τῆς εἰρήνης τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀπὸ τώρα κιόλας ἀπολαμβάνει τὸν πνευματικὸ παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
Τὰ πρόσκαιρα βάσανα αὐτὰ καθεαυτὰ εἶναι ἀσήμαντα. Ἐμεῖς τὰ θεωροῦμε σημαντικά, ἐπειδὴ εἴμαστε κολλημένοι στὴ γῆ καὶ στὰ φθαρτά, ἐπειδὴ εἴμαστε ψυχροὶ ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τὴν αἰωνιότητα.
Ὅσες θλίψεις κι ἂν δοκιμάζουμε στὴν παροῦσα ζωή, αὐτὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς περιμένουν στὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὴν παρηγοριὰ ποὺ ἀπὸ ἐδῶ κιόλας μᾶς χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
«Αὐτὰ ποὺ τώρα ὑποφέρουμε», λέει ὁ ἀπόστολος, «δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στὸ μέλλον» (Ρωμ. 8:18).
Οἱ ψυχές ποὺ δοκιμάζουν διάφορες θλίψεις, εἴτε φανερές, ἀπὸ τὶς ἐνέργειες μοχθηρῶν ἀνθρώπων, εἴτε ἀφανείς, ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση αἰσχρῶν λογισμῶν μέσα στὸν νοῦ, ἢ ὑποφέρουν ἀπὸ σωματικές ἀσθένειες, ἂν ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος, θὰ ἀξιωθοῦν νὰ στεφανωθοῦν ὅπως οἱ μάρτυρες καὶ ν” ἀποκτήσουν ὅση κι ἐκεῖνοι παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ὑπομένεις τὴν πικρὴ καὶ ἀηδιαστική γεύση τῶν φαρμάκων. Ὑπομένεις τὸν τόσο ὁδυνηρὸ ἀκρωτηριασμὸ καὶ καυτηριασμὸ κάποιου μέλους σου. Ὑπομένεις τὸ μακροχρόνιο βάσανο τῆς πείνας καὶ τὴν ἐπίσης μακροχρόνια ἀπομόνωση στὸ δωμάτιό σου, λόγω σοβαρῆς ἀρρώστιας. Ὑπομένεις τὰ πάντα, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ κλονισμένη ὑγεία τοῦ σώματός σου, τὸ ὁποῖο, καὶ καλὰ νὰ γίνει, ὁπωσδήποτε θὰ ξαναρρωστήσει, ὁπωσδήποτε θὰ πεθάνει καὶ θὰ λιώσει. Ὑπόμενε, λοιπόν, καὶ τὴν πίκρα τοῦ ποτηριοῦ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ φέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴν αἰώνια μακαριότητα στὴν ἀθάνατη ψυχή σου.
Τὸ ποτήρι σοῦ φαίνεται ἀνυπόφορο, θανατηφόρο; Τότε, ἂν καὶ ὀνομάζεσαι χριστιανός, δὲν ἀνήκεις στὸν Χριστό. Γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς μαθητές τοῦ Χριστοῦ τὸ ποτήρι Του εἶναι ποτήρι χαρᾶς. Γι” αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, μετὰ τὸν ξυλοδαρμό τους μπροστὰ στὸ συνέδριο τῶν πρεσβυτέρων τῶν Ἰουδαίων, «ἔφυγαν χαρούμενοι, ἐπειδὴ ὁ Θεός τοὺς ἀξίωσε νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ» (Πράξ. 5:41).
Πικρές εἰδήσεις ἄκουσε ὁ δίκαιος Ἰώβ. Ἡ μιὰ μετὰ τὴν ἄλλη ἐρχόταν κι ἔπεφτε βαριὰ πάνω στὴν ἀκλόνητη καρδιὰ του. Ἀπ” ὅλες πιὸ βαριὰ ήταν ἡ τελευταία: Ὅλοι του οἱ γιοὶ κι ὅλες του οἱ κόρες ἔχασαν ξαφνικὰ τὴ ζωή τους μὲ θάνατο βίαιο καὶ τραγικὸ(βλ. Ἰώβ 1:13-19). Ἀπὸ τὴ μεγάλη του θλίψη ὁ δίκαιος Ιώβ ξέσκισε τὰ ρούχα του κι ἔριξε στάχτη στὸ κεφάλι του. Ὕστερα, ὅμως, δείχνοντας τὴ ζωντανή του πίστη, ἔπεσε καταγῆς, προσκύνησε τὸν Κύριο καὶ εἶπε: «Ἐγώ γυμνὸς βγῆκα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου, γυμνός καὶ θὰ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο. Ὁ Κύριος τὰ ἔδωσε ὅλα, ὁ Κύριος καὶ τὰ πῆρε πίσω. Ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κι ἔγινε. Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου σ” ὅλους τοὺς αἰῶνες!»(Ιώβ 1:21).
Μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς νὰ ἐμπιστεύεσαι Ἐκεῖνον ποὺ καὶ τὶς τρίχες τοῦ κεφαλιοῦ σου τὶς ἔχει μετρημένες (βλ. Ματθ. 10:30). Αὐτὸς γνωρίζει πόσο πρέπει νὰ πιεῖς ἀπὸ τὸ θεραπευτικὸ ποτήρι ποὺ σοῦ προσφέρει, γιὰ νὰ γίνεις καλά.
Ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν ἀφήνει τοὺς πιστούς δούλους Του νὰ δοκιμαστοῦν πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις τους. «Ὁ Θεός, ποὺ κρατάει τὶς ὑποσχέσεις Του», γράφει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παύλος, «δὲν θὰ ἐπιτρέψει σὲ κανέναν πειρασμὸ νὰ ξεπεράσει τὶς δυνάμεις σας. Ἀλλά, ὅταν ἔρθει ὁ πειρασμός, θὰ δώσει μαζὶ καὶ τὴ διέξοδο, ὥστε νὰ μπορέσετε νὰ τὸν ἀντέξετε» (Α” Κορ. 10:13).
Οἱ ἄνθρωποι γνωρίζουν πόσο βάρος μπορεῖ νὰ σηκώσει ἕνα ζώο. Πολύ περισσότερο ἡ ἄπειρη Σοφία τοῦ Θεοῦ γνωρίζει πόσο βαριές δοκιμασίες μπορεῖ νὰ σηκώσει μιὰ ψυχή.
Ὁ κεραμοποιός γνωρίζει καὶ τὴν ἔνταση τῆς φωτιᾶς καὶ τὸν χρόνο ποὺ πρέπει νὰ μείνουν σ” αὐτὴν τὰ πήλινα σκεύη, γιὰ νὰ ψηθοῦν σωστά. Γιατί, ἂν παραψηθοῦν, σπάζουν, κι ἂν πάλι μισοψηθοῦν, εἶναι ἀκατάλληλα γιὰ χρήση. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός γνωρίζει πόσον καιρὸ πρέπει νὰ βαστήξει ἡ φωτιὰ τῆς δοκιμασίας καὶ πόσο δυνατή πρέπει νὰ εἶναι αὐτὴ ἡ φωτιά, ὥστε τὰ λογικὰ Του σκεύη, οἱ χριστιανοί, νὰ γίνουν ἰκανοὶ γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Κοίτα συχνὰ τὸν Ἰησοῦ: Μπροστὰ στοὺς σταυρωτές Του στεκόταν ἄφωνος, «σὰν τὸ ἀρνὶ μπροστὰ σ” αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει». Παραδόθηκε στὸν θάνατο «σὰν τὸ ἀθῶο πρόβατο ποὺ ὁδηγεῖται στὴ σφαγή» (Ησ. 53:7. Πράξ. 8:32). Μὴν πάρεις ἀπ” Αὐτόν τὰ μάτια σου, Καὶ τὶς θλίψεις σου θὰ τὶς διαλύσει μια οὐράνια, πνευματική γλυκύτητα. Μὲ τὶς πληγές τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεραπευ­θοῦν οἱ πληγές τῆς καρδιᾶς σου.
«Φτάνει, ἐὼς ἐδώ!», εἶπε ὁ Κύριος σ” ἐκείνους ποὺ θέλησαν νὰ Τον ὑπερασπίσουν στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Κι ὕστερα ἄγγιξε τὸ κομμένο αὐτὶ τοῦ δούλου, ποὺ εἶχε ἔρθει γιὰ νὰ Τὸν συλλάβει, καὶ τὸν θεράπευ­σε (βλ. Λουκ. 22:51).
«Μήπως νομίζεις», ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος σ” ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὸ μαχαίρι προσπάθησε νὰ πάρει μακριά Του τὸ ποτήρι, «ὅτι δὲν μπορῶ νὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα μου, κι Αὐτὸς νὰ μοῦ στείλει γιὰ συμπαράσταση πάνω ἀπὸ δώδεκα λεγεώνες ἀγγέλων;» (Ματθ. 26:53).
Στὸν καιρὸ τῶν συμφορῶν μὴ ζητᾶς βοήθεια ἀπὸ ἀνθρώπους. Μὴ χάνεις πολύτιμο χρόνο, μὴ σπαταλᾶς τὶς ψυχικές σου δυνάμεις γυρεύοντας αὐτὴ τὴν ἀνίσχυρη βοήθεια. Ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ περιμένεις βοήθεια. Μὲ δική Του ἐντολή, ὅταν πρέπει, θὰ ἔρθουν οἱ ἄνθρωποι νὰ σὲ βοηθήσουν.
Σώπαινε ὁ Κύριος μπροστὰ στὸν Πιλᾶτο καὶ τὸν Ἡρώδη. Δὲν εἶπε οὔτε λέξη γιὰ νὰ δικαιωθεῖ. Τὴν ἁγία καὶ σοφὴ σιωπή Του νὰ μιμεῖσαι, ὅταν βλέπεις πὼς οἱ ἐχθροί σου ἐπιδιώκουν νὰ σὲ καταδικάσουν ὁπωσδήποτε, γιὰ νὰ κρύψουν μὲ τὴ δική σου καταδίκη τὴ δική τους κακή προαίρεση.
Όπως κι ἂν εμφανιστεῖ μπροστά σου τὸ ποτήρι, εἴτε σὰν τὰ σύννεφα, ποὺ μαζεύονται σιγά-σιγὰ καὶ προειδοποιοῦν γιὰ τὴν καταιγίδα, εἴτε αἰφνίδια, σὰν δυνατός ἀνεμοστρόβιλος, ἐσὺ πὲς στὸν Θεό: «Ἄς γίνει τὸ θέλημά Σου»! (Λουκ. 11:2).
Εἶσαι μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ, ὑπηρέτης τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκεῖνος εἶπε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ὑπηρετεῖ, ἂς ἀκολουθεῖ τὸν δικό μου δρόμο, κι ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐκεῖ θὰ εἶναι κι ὁ δικός μου ὑπηρέτης» (Ιω. 12:26). Ὁ Ἰησοῦς πέρασε τὴν ἐπίγεια ζωή Του μὲ μαρτύρια. Ἦταν κατατρεγμένος ἀπὸ τὴ γέννησή Του ὡς τὸν τάφο. Ἡ κακία Του ἑτοίμαζε πικρὸ θάνατο ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν στὰ σπάργανα. Μὰ κι ὅταν πραγματοποίησε τὸν σκοπό της, δὲν ἱκανοποιήθηκε. Προσπάθησε νὰ ἐξαφανίσει ἀπὸ προσώπου γῆς ἀκόμα καὶ τὴ μνήμη Του.
Στ” ἀχνάρια τοῦ Κυρίου βαδίζοντας ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί Του, διάβηκαν ἀπὸ τὸν δρόμο τῶν πρόσκαιρων βασάνων στὴ μακάρια αἰωνιότητα. Μαζὶ μὲ τὶς σαρκικές ἀπολαύσεις δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχει καὶ πνευματική κατάσταση. Νὰ γιατὶ ὁ Κύριος δὲν παύει νὰ προσφέρει τὸ ποτήρι Του στοὺς ἀγαπημένους Του: Ἐπειδή μ” αὐτὸ τοὺς κάνει νεκροὺς γιὰ τὸν κόσμο καὶ ἱκανούς γιὰ τὴ ζωή τοῦ Πνεύματος. «Ἔτσι δείχνει ὁ Θεὸς τὴν πρόνοιά Του γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, μὲ τὸ νὰ τοῦ στέλνει διαρκῶς θλίψεις», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος.
Ὅταν προσεύχεσαι, ζήτα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀπομακρύνει ἀπὸ σένα κάθε συμφορά, κάθε πειρασμό. Δὲν πρέπει νὰ ρίχνεσαι μὲ αὐτοπεποίθηση καὶ ἀπερίσκεπτη τόλμη στὴ δίνη τῶν θλίψεων. Σ” αὐτὴ τὴν αὐτοπεποίθηση κρύβεται ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν, ὅμως, οἱ θλίψεις ἔρχονται ἀπὸ μόνες τους, μὴν τὶς φοβᾶσαι. Μὴ νομίζεις πως ἦρθαν τυχαῖα, ἀπὸ τὴ συνδρομή τῶν περιστάσεων. Ὄχι. Ἀπὸ τὴν ἀνεξιχνίαστη πρόνοια τοῦ Θεοῦ παραχωρήθηκαν. Γεμάτος πίστη, γεμάτος ἀνδρεία καὶ μεγαλοψυχία, ταξίδευε ἄφοβα μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τ” ἄγρια κύματα πρὸς τὸ ἤσυχο λιμάνι τῆς αἰωνιότητας. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς σὲ καθοδηγεῖ ἀόρατα.
Μάθε νὰ λὲς μὲ βαθιὰ εὐλάβεια τὴν προσευχὴ ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος στὸν Πατέρα Του ἐκεῖ, στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, τὶς τόσο δύσκολες ὧρες πρὶν ἀπὸ τὰ παθήματα καὶ τὸν σταυρικὸ θάνατό Του. Μ” αὐτὴ τὴν προσευχὴ νὰ ἀντιμετωπίζεις καὶ νὰ νικᾶς κάθε θλίψη. «Πατέρα μου», εἶπε ὁ Κύριος, «ἂν εἶναι δυνατόν, ἂς μὴν πιῶ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Ὅμως ἂς μὴ γίνει τὸ δικό μου θέλημα ἀλλὰ τὸ δικό Σου» (Ματθ. 26:39).
Νὰ προσεύχεσαι στὸν Θεὸ νὰ διώχνει μακριὰ σου τὶς συμφορές, ἀλλὰ συνάμα νὰ ἀπαρνεῖσαι τὸ θέλημά σου ὡς θέλημα ἁμαρτωλό, θέλημα τυφλό. Τὸν ἑαυτό σου, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα σου, τὶς περιστάσεις, τὶς παροῦσες καὶ τὶς μελλοντικές, τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου, ὅλους νὰ τοὺς ἐμπιστεύεσαι καὶ ὅλα νὰ τ” ἀφήνεις στὸ πανάγιο καὶ πάνσοφο θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός. Τὸ πνεῦμα εἶναι πρόθυμο, ἡ σάρκα ὅμως εἶναι ἀδύναμη» (Μάρκ. 14:38). Ὅταν μᾶς κυκλώνουν οἱ θλίψεις, πρέπει νὰ πυκνώνουμε τὶς προσευχές, γιὰ νὰ ἐλκύουμε πιὸ ἰσχυρὰ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ μόνο μὲ τὴ βοήθεια τῆς χάριτος μποροῦμε νὰ ξεπεράσουμε ὅλες τὶς πρόσκαιρες ἐπίγειες συμφορές.
Ὅταν πάρεις τὸ οὐράνιο δῶρο τῆς ὑπομονής, νὰ προσέχεις ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ διατηρήσεις τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, ἡ ἁμαρτία θὰ γλιστρήσει στὴν ψυχή ἢ στὸ σῶμα σου καὶ θὰ διώξει μακριά σου τὴ χάρη. Τότε ἡ θλίψη, ποὺ παραχωρήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴ σωτηρία σου καὶ τὴν τελείωσή σου, θὰ πέσει πάνω σου βαριὰ καὶ θὰ σὲ συντρίψει μὲ τὴ λύπη, τὴν ἀκηδία καὶ τὴν ἀπελπισία, ἐπειδὴ στὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲν ἔδειξες τὴν εὐλάβεια ποὺ τοῦ πρέπει.
Οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἔψαλλαν ὕμνους χαρᾶς, ἐνῶ βρίσκονταν μέσα σὲ ἀναμμένα καμίνια, ἐνῶ πατοῦσαν πάνω σὲ καρφιά, ἐνῶ ἦταν δεμένοι σὲ τροχούς μὲ κοφτερὰ σπαθιά, ἐνῶ ἔβραζαν μέσα σὲ καζάνια μὲ κοχλαστὸ νερὸ ἢ λάδι. Καὶ ἡ δική σου καρδιά, ὅταν μὲ τὴν προσευχή ἐλκύσει τὴν παρηγορητική χάρη καὶ μὲ τὴν πνευματική ἐγρήγορση τὴ φυλάξει μέσα της, τότε καὶ στὶς δυστυχίες καὶ στὶς πικρές συμφορές θὰ ψάλλει ὕμνους χαρᾶς, ὕμνους δοξολογίας καὶ εὐχαριστίας στὸν Θεό.
Ὁ νοῦς ποὺ καθαρίστηκε μὲ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, γίνεται θεατὴς πνευματικῶν ὁραμάτων. Ἀρχίζει νὰ βλέπει τὴν ἀόρατη στὸν σαρκικὸ νοῦ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγκαλιάζει τὰ πάντα, νὰ βλέπει τὸν νόμο τῆς φθορᾶς σ” ὅλα τὰ φθαρτά, νὰ βλέπει τὴν ἀσύλληπτη ἀλλὰ τόσο κοντινή σὲ ὅλους αἰωνιότητα, νὰ βλέπει τὸν Θεὸ στὰ μεγάλα Του ἔργα, στὴ δημιουργία καὶ τὴν ἀναγέννηση τοῦ κόσμου. Ἡ ἐπίγεια ζωή του φαίνεται σὰν ἕνα σύντομο ταξίδι, τὰ γεγονότα της τοῦ φαίνονται σὰν ὅνειρα καὶ τὰ ἀγαθά της τοῦ φαίνονται σὰν πρόσκαιρες ὀφθαλμαπάτες, σὰν φευγαλέες ἀλλὰ ὁλέθριες πλάνες τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιάς.
Καὶ γιὰ τὴν αἰωνιότητα; Τὶ καρπὸ δίνουν οἱ πρόσκαιρες αὐτὲς θλίψεις; Ὅταν ὁ ἅγιος ἀπόστολος Ἰωάννης ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ἀνοιχτὸ τὸν οὐρανό, κάποιος ἀπὸ τοὺς κατοίκους του, δείχνοντας ἕνα αμέτρητο πλῆθος ὁλόλαμπρων λευκοφορεμένων πιστῶν, ποὺ γιόρταζαν μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ τὴ σωτηρία τους, τὸν ρώτησε: «Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ φοροῦν λευκές στολές κι ἀπὸ ποῦ ἦρθαν;». Κι ὁ Θεολόγος Ἰωάννης τοῦ ἀπάντησε: «Κύριέ μου, ἐσὺ ξέρεις». Τότε ὁ οὐρανοπολίτης τοῦ εἶπε: «Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πέρασαν τὸν μεγάλο διωγμό, ποὺ ἔπλυναν τὴ στολή τους καὶ τὴ λεύκαναν μὲ τὸ αἶμα τοῦ Ἀρνίου. Γι” αὐτὸ στέκονται μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν λατρεύουν μέρα καὶ νύχτα στὸν ναό Του, κι Αὐτὸς ποὺ κάθεται στὸν θρόνο θὰ εἶναι πάντα μαζί τους. Δὲν θὰ πεινάσουν πιά, οὔτε θὰ διψάσουν ποτέ. Δὲν θὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν ἥλιο οὔτε ἀπὸ ἄλλον καύσωνα. Τὸ Ἀρνίο, ποὺ εἶναι στὴ μέση τοῦ θρόνου, σὰν καλός βοσκός θὰ τοὺς κατευθύνει καὶ θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὶς νεροπηγές τῆς ζωῆς. Ὁ Θεός θὰ ἐξαφανίσει κάθε δάκρυ ἀπὸ τὰ μάτια τους» (Αποκ. 7:13-17).
Ἡ αἰώνια ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ αἰώνιο μαρτύριο στὸν ἄδη, ἡ αἰώνια κοινωνία μὲ τοὺς δαίμονες καὶ τοὺς δαιμονοποιημένους ἀνθρώπους, ἡ αἰώνια φωτιά, ἡ αἰώνια παγωνιά, τὸ αἰώνιο σκοτάδι τῆς γέεννας -νὰ τὶ εἶναι πραγματικὰ θλίψη, θλίψη μεγάλη, φρικτή, ἀφόρητη!
Στὴ μεγάλη αἰώνια θλίψη ὁδηγοῦν οἱ ἐπίγειες ἀπολαύσεις.
Ἀπ” αὐτὴ τὴ θλίψη προφυλάσσει καὶ σώζει τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ ὅποιον τὸ πίνει εὐγνωμονώντας καὶ δοξολογώντας τὸν Θεό. Μὲ τὸ πικρὸ ποτήρι τῶν πρόσκαιρων θλίψεων ὁ Πανάγαθος προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὸ ἀπέραντο καὶ αἰώνιο ἔλεός Του. Ἀμήν.

Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἡ φωνὴ τῶν Πατέρων – Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου

http://www.orthodoxfathers.com/logos/potiri-thlipseon

Θερμοὶ καὶ σταθεροὶ στὴν προσευχὴ



Ὁ δρόμος τῆς παρούσης ζωῆς ποὺ καλούμαστε νὰ βαδίσουμε, εἶναι καὶ ἀνηφορικὸς καὶ δύσβατος καὶ ἐπικίνδυνος. Ὁ σοφὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης παρατηρεῖ: «Ἐπίγνωθι ὅτι ἐν μέσῳ παγίδων διαβαίνεις, καὶ ἐπὶ ἐπάλξεων πόλεων περιπατεῖς» (Σ. Σειρ. θ΄ 13)· γνώριζε καλὰ ὅτι περνᾶς μέσα ἀπὸ παγίδες καὶ περπατᾶς πάνω σὲ ἐπάλξεις φρουρίων πόλεων, ποὺ εἶναι ἐκτεθειμένες στὰ βλήματα ἐκείνων ποὺ τὶς πολιορκοῦν. Ὡστόσο μεγάλος βοηθὸς γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση ὅλων αὐτῶν τῶν δυσκολιῶν, τῶν ἐμποδίων καὶ τῶν κινδύνων εἶναι ἡ προσευχή. Σ’ αὐτὴν νὰ προσφεύγουμε καὶ νὰ ἐπιμένουμε συνεχῶς.
Ἐὰν ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ὅπλο μας σὲ καιροὺς εἰρηνικοὺς καὶ ὁμαλούς, σὲ καιροὺς ποὺ ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀποστασία καὶ τὸ σαρκικὸ φρόνημα ὀργιάζουν κυριολεκτικά, ὅπως εἶναι οἱ δικοί μας, ἡ προσευχὴ εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητη. Εἶναι ἐπείγουσα ἀνάγκη τὸ ὅπλο αὐτὸ νὰ μὴ φύγει ἀπὸ τὰ χέρια μας. Διότι ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα καὶ ἡ νοοτροπία τοῦ κόσμου γεννοῦν στὴν ψυχὴ ἀμφιβολίες ὡς πρὸς τὴν πίστη, δημιουργοῦν ράθυμη χαυνότητα καὶ αἰσθήματα ἀπογοητεύσεως ὅτι τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ διορθωθεῖ.
Ὅμως ὅλες αὐτὲς οἱ σκέψεις καὶ οἱ φόβοι εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ. Μᾶς τὸ ἐπεσήμανε ὁ Κύριος μὲ τὴ θαυμάσια παραβολὴ τοῦ δικαστοῦ, ὁ ὁποῖος οὔτε τὸν Θεὸ φοβόταν οὔτε τοὺς ἀνθρώπους ντρεπόταν (βλ. Λουκ. ιη΄ [18] 1-8).
Ὑπῆρχε, δίδαξε ὁ Κύριος, σὲ κάποια πόλη ἕνας δικαστής. Αὐτὸς οὔτε τὸν Θεὸ ὑπολόγιζε οὔτε καὶ τὴν ἐπίκριση τῶν ἀν­θρώπων ἐλάμβανε ὑπ’ ὄψιν. Ἦταν καὶ ἀσεβὴς καὶ ἀναίσχυντος. Στὴν ἴδια πόλη ὑπῆρχε καὶ μιὰ χήρα ποὺ δὲν εἶχε κανέναν προστάτη. Αὐτὴ ἐρχόταν στὸ δικαστὴ καὶ τοῦ ἔλεγε: «Κάνε δίκαιη κρίση καὶ προστάτεψέ με ἀπὸ αὐτὸν ποὺ μὲ ἀδικεῖ». Ὡστόσο ὁ δικαστὴς ὅλο καὶ ἀνέβαλλε καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο στὴν ἀδύναμη καὶ ἀπροστάτευτη χήρα, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἔπαυε νὰ τὸν ἐνοχλεῖ καὶ νὰ τὸν πιέζει. Γι’ αὐτὸ καὶ κάποια στιγμή, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὸ καιρό, ὁ δικαστὴς σκέφτηκε καὶ εἶπε: «Ἂν καὶ δὲν φοβοῦμαι τὸν Θεὸ καὶ δὲν ντρέπομαι κανέναν ἄνθρωπο, ὅμως μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ ἡ χήρα αὐτὴ μὲ ἐνοχλεῖ ἀσταμάτητα καὶ μοῦ εἶναι φορτική, θὰ τῆς ἀποδώσω τὸ δίκαιο γιὰ νὰ μὴ μὲ ἐνοχλεῖ καὶ μὲ πιέζει». Ἐδῶ σταμάτησε γιὰ λίγο ὁ Κύριος καὶ μετὰ πρόσθεσε: «Ἀκούσατε τί εἶπε ὁ ἄδικος δικαστής; Ἒ λοιπόν, ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀποδώσει τὸ δίκαιο τῶν ἐκλεκτῶν του, ποὺ μὲ τὶς προσ­ευχές τους φωνάζουν πρὸς αὐτὸν μέρα καὶ νύχτα νὰ τοὺς βοηθήσει, αὐτὸς ὅμως πρὸς τὸ παρὸν ἀναβάλλει τὴν κρίση του γιὰ τὸ καλό τους;».
Μὲ τὴν πολὺ σύντομη ἀλλὰ κατεξοχὴν ἐκφραστικὴ αὐτὴ παραβολὴ ὁ Κύριος δὲν μᾶς διδάσκει ἁπλῶς νὰ προσευχόμαστε. Μᾶς διδάσκει ὅτι, ὅταν προσευχόμαστε καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεος καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἴτε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, εἴτε γιὰ τοὺς ἄλλους, εἴτε γιὰ τὴν Ἐκκλησία Του γενικότερα, πρέπει νὰ εἴμαστε σταθεροὶ καὶ ἐπίμονοι. Νὰ ἐπιμένουμε ὅταν ζητοῦμε δύναμη, ὥστε ν’ ἀντιμετωπίσουμε τοὺς πνευματικούς μας ἐχθρούς, τὰ πάθη καὶ τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες, ποὺ εἶναι οἱ βιαιότεροι καὶ χειρότεροι ἐχθροί μας. Νὰ ἐπιμένουμε, διότι οἱ προσευχὲς ποὺ ἀπευθύνουμε στὸν ἅγιο Θεὸ ποτὲ δὲν ἀποβαίνουν μάταιες. Ἡ Παραβολὴ διδάσκει ὅτι ἡ προσ­ευχή μας πρέπει νὰ διακρίνεται γιὰ τὴ θερμότητα, τὴ συχνότητα, τὴ σταθερότητα καὶ τὴν ἐπιμονή. Πῶς μποροῦμε νὰ περιμένουμε νὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Θεός, ὅταν βλέπει ὅτι εἴμαστε ψυχροὶ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς; Διότι ἂν εἴμαστε θερμοί, θὰ εἴμαστε καὶ ἐπίμονοι. Θὰ προσευχόμαστε καὶ στὸ σπίτι καὶ στὸ δρόμο καὶ στὴν ἐργασία μας μὲ προσευχὴ ταπεινή, σιωπηλή, ἤρεμη σὰν ἕνα ἀκατάπαυστο ρεῦμα ποὺ ἀνεβαίνει ἀπὸ τὰ κάτω, ἀπὸ τὴ γῆ, πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν οὐρανό. 
«Εὐχομένη καρτερικῶς ἡ χήρα», διδάσκει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «τὸν ὠμὸν καὶ ἀπηνῆ (τὸν σκληρό, ἀπότομο καὶ ἄκαμπτο) ἐξιλεώσατο δικαστήν». Ἀφοῦ δὲ ἐκείνη κατόρθωσε νὰ ἐξευμενίσει «τὸν ἄδικον, πολλῷ μᾶλλον σύ (μπορεῖς νὰ ἐξευμενίσεις) τὸν ἥμερον», δηλαδὴ τὸν πανάγαθο Θεό. Καὶ εἶναι πολλοὶ οἱ ἐκλεκτοὶ ποὺ ἀπευθύνονται σ’ Αὐτόν. Ἐκλεκτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται κατὰ τῶν παγκάκων δαιμόνων καὶ τῶν κοσμικῶν ὀργάνων τους. Καὶ αὐτοὶ δέονται καὶ παρακαλοῦν τὸν Κύριο νὰ νεκρώσει τὴ διαφθορὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Νὰ ὑπερασπίσει καὶ νὰ βοηθήσει τὴν Ἐκκλησία, ποὺ καταδιώκεται. Νὰ ἀποδώσει ἀσφάλεια καὶ εἰρήνη στὸν κόσμο.
Καὶ κάτι ἄλλο. Ἡ χήρα ἦταν ξένη καὶ ἄγνωστη στὸ δικαστή. Ἐνῶ ὁ προσευχόμενος πρὸς τὸν Θεὸ λαὸς εἶναι ὁ ἐκλεκτός Του, τὸν ὁποῖο Ἐκεῖνος γνωρίζει καλὰ καὶ ἀγαπᾶ καὶ εὐαρεστεῖται σ’ αὐτόν. Ἡ χήρα ἦταν μία, ἐνῶ ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλοὺς ποὺ συμφωνοῦν στὰ αἰτήματά τους τόσο, ὥστε οἱ φωνές τους νὰ ἀκούονται ὡς «φωναὶ βοώντων» πρὸς τὸν θρόνο τῆς χάριτος. Ἡ χήρα ἐρχόταν πρὸς τὸν δικαστή, ἐκεῖνος ὅμως τῆς γύριζε τὴν πλάτη. Ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ «προσέρχεται μετὰ παρρησίας» καὶ φωνάζει· «ἀββᾶ ὁ Πατήρ», ὅπως τὸν δίδαξε ὁ Θεός, ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ. Ὁ κριτὴς ἦταν ἄδικος καὶ ἀναίσχυντος, ἐνῶ ὁ Θεὸς εἶναι «Πατὴρ δίκαιος» (Ἰω. ιζ΄ [17] 25) καὶ θεωρεῖ δόξα Του τὸ νὰ ὑποστηρίζει τὰ ἀδύνατα καὶ ἀδικούμενα παιδιά του. Ἡ χήρα ζητοῦσε ἀπὸ τὸν δικαστὴ τὸ δικό της δίκαιο. Ὁ πιστὸς λαὸς ζητάει δίκαιο γιὰ τὸ ὁποῖο ἐνδιαφέρεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός, διότι τὸ θεωρεῖ καὶ δικό Του. Ἡ χήρα δὲν εἶχε κανένα συνήγορο, ὅταν παρουσιαζόταν στὸ δικαστή. Ἐμεῖς· «παράκλητον ἔχομεν πρὸς τὸν Πατέρα», τὸν Υἱό Του, ὁ Ὁποῖος «ζῇ εἰς τὸ ἐντυγχάνειν ὑπὲρ ἡμῶν». Ἡ χήρα δὲν εἶχε καμία ὑπόσχεση ἀπὸ τὸν ἄδικο δικαστή, ποὺ νὰ τῆς ἔδινε κάποιες ἐλπίδες. Ἐμεῖς, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε τὴν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου: «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» (Λουκ. ια΄ 9). Ἡ χήρα μποροῦσε νὰ πηγαίνει στὸν κριτὴ ὁρισμένες ἡμέρες καὶ ὧρες.
Ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ Τὸν ἐπικαλεῖται ὁποτεδήποτε, μέρα καὶ νύχτα.
Ὁ ἄδικος κριτὴς ἐνοχλεῖτο ἀπὸ τὶς ἐπίμονες παρακλήσεις τῆς χήρας, ἐνῶ ὁ ἅγιος Θεὸς εὐαρεστεῖται στὶς ἐπίμονες προσευχές μας.
Ἂς μὴν ἀποκάμνουμε λοιπὸν προσευχόμενοι θερμὰ καὶ ἐπίμονα στὸν ἅγιο Θεό. Καὶ ἂς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἡ προσευχή μας θὰ εἰσακουστεῖ.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”


Πάντα ξημερώνει...

Να δίνουμε στο εαυτό μας το δικαίωμα να στεναχωρηθεί. Η θλίψη δεν είναι κατάρα. Τα συναισθήματα, οι πόνοι, οι καημοί πρέπει να εκφράζονται, αλλιώς όπως έλεγε και άγιος Πορφύριος γίνονται αρρώστιες. Απλά να θυμόμαστε, ότι όσο μεγάλη κι αν είναι η νύχτα πάντα, μα πάντα ξημερώνει…..

Πατήρ Λίβυος

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΗΣ;

ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ 'ΟΙ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ' (ΑΠΟ Betacam - 1990 )

Ερμηνεία του «Πάτερ ημών». (Αμβροσίου, επισκόπου Μεδιολάνων )



Οι άγιοι Απόστολοι παρεκάλεσαν τον Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι, καθώς Ιωάννης εδίδαξε τους μαθητάς αυτού» (Λουκ. ια´, 1)
Τότε ο Κύριος τους παρέδωσε την Κυριακή προσευχή (Ματθ. στ´, 9-13).

Πάτερ ημών

Η πρώτη λέξι, πόσο είναι γλυκειά! Μέχρι τώρα δεν τολμούσαμε να στρέψωμε το βλέμμα προς τον ουρανό. Χαμηλώναμε τα μάτια στην γη και, ξαφνικά, δεχθήκαμε την χάρι του Χριστού κι όλα τα αμαρτήματά μας συγχωρέθηκαν. Από πονηροί δούλοι, που ήμασταν, εγίναμε καλοί «υιοί». Μην υπερηφανευώμεθα, όμως, για την δική μας προσπάθεια, αλλά για την χάρι του Χριστού. «Χάριτί εστέ σεσωσμένοι», λέγει ο Απόστολος Παύλος (Εφεσ. β´, 5). Το να ομολογήσωμε την χάρι, δεν είναι οίησι, δεν είναι έπαρσι, αλλά πίστι. Το να διακηρύξωμε αυτό που ελάβαμε δεν είναι υπερηφάνεια, αλλά αφοσίωσι• ας υψώσωμε τα μάτια προς τον Πατέρα, που μας αναγέννησε με το λουτρό του Βαπτίσματος, προς τον Πατέρα, που μας «εξηγόρασε» με τον Υιό Του κι ας πούμε: «Πάτερ ημών». Είναι αυτή μια καλή, μια ταπεινή καύχησι. Σαν ένα παιδί, τον ονομάζομε πατέρα. Αλλά, μη διεκδικούμε κάποιο προνόμιο. Με τον ειδικό κι απόλυτο τρόπο δεν είναι Πατέρας παρά του Χριστού μονάχα• για μας είναι ο κοινός Πατέρας. Γιατί μόνο Εκείνον τον εγέννησε, ενώ εμάς μας εδημιούργησε. Ας λέμε λοιπόν και μεις, κατά χάριν, «Πάτερ ημών», για να γίνωμε άξιοι να είμαστε παιδιά Του. Ας κάνωμε δική μας την εύνοια και την τιμή, που εχάρισε στην Εκκλησία.

Ο εν τοις ουρανοίς

Τι σημαίνει «ο εν τοις ουρανοίς»; ας ακούσωμε την Γραφή, που λέγει: «Υψηλός επί πάντα τα έθνη (υψηλότερος από όλα τα έθνη), ο Κύριος, επί τους ουρανούς η δόξα αυτού» (Ψαλμ. ριβ´, 4). Παντού θα δούμε να γίνεται λόγος ότι ο Κύριος είναι στους ουρανούς, για τους οποίους λέγει ο ψαλμωδός: «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού» (Ψαλμ.ιη´, 2). Ο ουρανός είναι εκεί οπού έχουν σταματήσει οι αμαρτίες. Ο ουρανός είναι εκεί οπού οι παραβάσεις τιμωρούνται. Ο ουρανός είναι εκεί οπού δεν υπάρχει καμμιά πληγή θανάτου.

Αγιασθήτω το όνομά σου

Τι σημαίνει «αγιασθήτω;». Σαν να ευχώμαστε να αγιασθή Εκείνος, που είπε: «άγιοι έσεσθε, ότι άγιος εγώ Κύριος ο Θεός υμών» (Λευϊτ. ιθ´, 2). Σαν να έχη την δύναμι ο δικός μας λόγος, να αυξήση τη δική Του αγιότητα… Όχι, δεν είναι αυτό. Ζητάμε να αγιασθή ο Θεός «εν ημίν», εντός μας. Το αγιαστικό του έργο να φθάση σε μας.

Ελθέτω η βασιλεία σου

Άρα γε δεν είναι αιώνια η βασιλεία του Θεού; Ο Ιησούς λέγει: «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον» (Εγώ γι αυτό γεννήθηκα και γι’ αυτό ήλθα στον κόσμο, Ιωάν. ιη´, 37), και μεις λέμε: «ελθέτω η βασιλεία σου», σαν να μην έχη έλθει• όμως, το αίτημα αυτό έχει ένα διαφορετικό νόημα. Ο Θεός έρχεται, όταν δεχώμαστε την χάρι Του. Ο ίδιος το βεβαιώνει: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστί» (Λουκ. ιζ´, 21).

Γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης

Με το Αίμα του Χριστού όλα ειρήνευσαν και στον ουρανό και στην γη. Ο ουρανός αγιάσθηκε, ο διάβολος εκδιώχθηκε. Βρίσκεται πια εκεί, οπού βρίσκεται ο άνθρωπος, τον οποίον απάτησε. «Γενηθήτω το θέλημά σου» σημαίνει να έλθη ειρήνη στην γη, όπως υπάρχει στον ουρανό.

Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον

Προτού εκφωνήσει ο ιερέας, κατά την Θ. Ευχαριστία, τα λόγια του Χριστού: «Λάβετε φάγετε… πίετε εξ αυτού πάντες…», αυτό που προσφέρομε ονομάζεται άρτος. Μετά την εκφώνησι δεν το ονομάζομε πια άρτο, αλλά Σώμα. Γιατί, όμως, στην Κυριακή προσευχή, την οποίαν απαγγέλλομε μετά τον καθαγιασμό, λέμε «τον άρτον ημών»; … 
Αλλά, προσθέτομε «τον επιούσιον», δηλαδή τον απαραίτητο για την συντήρησι της ουσίας• την υπόστασι της ψυχής μας δεν την ενισχύει ο άρτος ο υλικός, που μπαίνει στο σώμα μας, αλλ’ ο άρτος ο ουράνιος• τον ονομάζομε, όμως, κι «επιούσιο», που σημαίνει επίσης «καθημερινό», γιατί οι αρχαίοι ονόμαζαν την «αύριον»: «επιούσαν ημέραν». Έτσι εκφράζομε δύο έννοιες με μια λέξι.

Εάν, όμως, ο άρτος αυτός είναι και καθημερινός και απαραίτητος για την συντήρησι της ουσίας, γιατί περιμένομε να περάση ένας ολόκληρος χρόνος, για να μεταλάβωμε; ας λάβωμε κάθε ημέρα αυτό που μας χρειάζεται κάθε ημέρα. Ας ζούμε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είμεθα άξιοι να μεταλαμβάνωμε κάθε ημέρα. Γιατί, εκείνος που δεν είναι άξιος να τον λαμβάνη κάθε ημέρα, δεν θα είναι άξιος να τον δεχθή ούτε μια φορά τον χρόνο. Ο Ιώβ προσέφερε κάθε ημέρα θυσία για τους γιους του, από φόβο μήπως διέπραξαν κανένα αμάρτημα με τα λόγια ή με τις ενθυμήσεις της καρδιάς τους (Ιώβ α´, 5). Και μεις ακούμε πως, κάθε φορά που προσφέρεται η αναίμακτος θυσία, αναπαριστάνεται ο θάνατος και η Ανάστασι και η Ανάληψι του Κυρίου, και ξαναδίδεται η συγχώρησι των αμαρτιών, και δεν δεχώμεθα τον άρτο της ζωής; Όποιος έχει μια πληγή ζητάει κάποιο φάρμακο. Το να είμαστε υποταγμένοι στην αμαρτία είναι μια πληγή. Το ουράνιο φάρμακο είναι τα άχραντα Μυστήρια.

Αν μεταλαμβάνωμε κάθε ημέρα, τότε η κάθε ημέρα είναι για μας μία «σήμερον». Εάν σήμερα ο Χριστός είναι μέσα μας, αναγεννάει κι ανασταίνει την σημερινή μας ημέρα. Με ποιόν τρόπο; Ο Πατήρ ο εν τοις ουρανοίς λέγει στον Ιησού: «Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Ψαλμ. β´, 7). Το «σήμερον» είναι η ημέρα κατά την οποίαν ο Χριστός ανασταίνεται. Υπάρχει το χθες και το σήμερα• όμως, ο Απόστολος λέγει: «Η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν» (Ρωμ. ιγ´, 12). Η νύχτα της «χθες» πέρασε. Η σημερινή ημέρα έφθασε.

Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών,
ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών

Ποιό άλλο είναι το «οφείλημα», το χρέος, εκτός από την αμαρτία; αν δεν δεχώμασταν χρήματα από έναν ξένο δανειστή, δεν θα χρωστούσαμε. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο μας καταλογίζεται αμαρτία.

Είχαμε στην διάθεσί μας το «χρήμα» και ωφείλαμε μ αυτό να γεννηθούμε πλούσιοι. Ήμασταν πλούσιοι, πλασμένοι «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού» (Γεν. α´, 26-27). Εχάσαμε αυτό που κατείχαμε, δηλαδή την ταπείνωσι, όταν από υπερηφάνεια προεβάλαμε διεκδικήσεις. Εχάσαμε το χρήμα μας. Εμείναμε γυμνοί σαν τον Αδάμ. Πήραμε από τον διάβολο ένα δάνειο, που δεν μας ήταν απαραίτητο. Κι έτσι εμείς, που ήμασταν ελεύθεροι «εν Χριστώ», εγίναμε αιχμάλωτοι του διαβόλου. Ο εχθρός κρατούσε το γραμμάτιο. Αλλ’ ο Κύριος το κάρφωσε πάνω στον Σταυρό και το έσβησε με το Αίμα Του (Κολ. β´, 14-15). Εξάλειψε το χρέος και μας ελευθέρωσε. Επομένως έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό που λέμε: «Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Ας το προσέξωμε: «άφες ημίν…, ως και ημείς αφίεμεν…», (Συγχώρησέ μας…, όπως κι εμείς συγχωρούμε). Αν συγχωρούμε, τότε κάνομε κάτι που είναι απαραίτητη προϋπόθεσι για να συγχωρηθούμε. Αν δεν συγχωρούμε, πώς ζητούμε, πώς απαιτούμε από τον Θεό να μας συγχωρήση;

Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, 
αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού

Ας το προσέξωμε αυτό: «Μη εισενέγκης», μη μας αφήνεις να πέσωμε σε πειρασμό, στον οποίο δεν μπορούμε να αντισταθούμε. Δεν λέγει: «Μη μας οδηγείς στον πειρασμό». Αλλά σαν αθλητές, που θέλουμε να αγωνιστούμε, ζητάμε να έχωμε την δύναμι να αντισταθούμε στον εχθρό, δηλαδή στην αμαρτία. Ο Κύριος, που σήκωσε στους ώμους Του τις αμαρτίες μας και συγχώρησε τα λάθη μας, είναι ικανός να μας προστατεύση και να μας φυλάξη από τα τεχνάσματα του διαβόλου, που μας πολεμάει, ώστε ο εχθρός, που γεννάει συνεχώς το κακό, να μη μας κατακτήση• όποιος εμπιστεύεται στον Θεό, δεν φοβάται τον διάβολο. Γιατί «ει ο Θεός υπέρ ημών, τίς καθ’ ημών;» (Ρωμ. η´, 31). Σ’ Αυτόν, λοιπόν, ανήκει η τιμή και η δόξα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.



Ἡ ἀνδρεία (καί περί θρασύτητος καί δειλίας)


"τοῖς δὲ δειλοῖς
καὶ ἀπίστοις 
καὶ ἐβδελυγμένοις 
καὶ φονεῦσι 
καὶ πόρνοις 
καὶ φαρμακοῖς 
καὶ εἰδωλολάτραις 
καὶ πᾶσι τοῖς ψευδέσι
τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ 
τῇ καιομένῃ ἐν πυρὶ καὶ θείῳ, 
ὅ ἐστιν ὁ θάνατος ὁ δεύτερος".
(Ἀποκ. 21:8)


Ἡ ἀνδρεία βοηθεῖ τόν ἄνθρωπο νά ὐπομένη τούς πειρασμούς καί τάς δοκιμασίας, προκειμένου νά ἐπιτύχῃ πᾶν ἔργον ἀγαθόν. Ἡ θρασύτης καί ἡ δειλία εἶναι δύο πάθη τά ὁποῖα χαρακτηρίζονται ἐκ τῆς ἀδυναμίας. Ὁ ἀνδρεῖος ὅμως πιστεύει καί ἐλπίζει εἰς τόν Κύριον καί διά τῆς βοηθείας αὐτοῦ ἀνταπεξέρχεται εἰς τούς διαφόρους πειρασμούς.
Κατά τόν Ἀριστοτέλην, ὁ ὑπομένων καί φοβούμενος ἐκεῖνα τά ὁποῖα πρέπει καί πρός χάριν ἐκείνου πού πρέπει καί κατά τόν πρέποντα τρόπον καί χρόνον, ἐπίσης καί ὁ ἔχων θάρρος ὑπό ὁμοίας συνθήκας, αὐτός εἶναι ὁ ἀνδρεῖος.

Ὁ ἀνδρεῖος ὑφίσταται ψυχικάς διαθέσεις καί προβαίνει εἰς πράξεις, ἀναλόγως πρός τήν ἀξίαν των καί καθώς τοῦ ὑπαγορεύει ὁ ὀρθός λογισμός. Ἡ ἀνδρεία ὡς ψυχική κατάστασις εἶναι κάτι καλόν. Ὅμοιος φυσικά εἶναι καί ὁ τελικός σκοπός της, διότι ἑκάστη ψυχική διάθεσις προσδιορίζεται ἐκ τοῦ τελικοῦ σκοποῦ. Πρός χάριν λοιπόν τοῦ καλοῦ ὀ ἀνδρεῖος ὑπομένει τούς κινδύνους καί διαπράττει ὅσα ἔχουν σχέσιν πρός τήν ἀνδρείαν.
Ὁ θρασύς ἀπομιμεῖται τόν ἀνδρεῖον. Εἰς τήν πραγματικότητα πολλοί ἐξ αὐτῶν εἶναι θρασύδειλοι. Ὁ δειλός κατέχεται ἀπό ὑπερβολικό φόβο, ἐν σχέσει πρός τά πράγματα.
Οἱ θρασεῖς εἶναι παράτολμοι καί ἀπερίσκεπτοι καί πρό τῆς ὑπάρξεως κινδύνου θέλουν νά ἐμφανίζονται ὡς ἀνδρεῖοι, κατά δέ τήν ὥραν τοῦ κινδύνου ἀποχωροῦν. 
Οἱ ἀνδρεῖοι ὅμως κατά τήν ὥραν τοῦ κινδύνου εἶναι ὁρμητικοί, πρό δέ τῆς δράσεως εἶναι ἥρεμοι (Ἠθικά Νικομάχεια 1116 γ΄10).

Χαρακτηριστικόν γνώρισμα τοῦ ἀνδρείου εἶναι, ὅτι καί τήν ζωήν του θυσιάζει, προκειμένου νά ἐπιτύχη τοῦ σκοποῦ του. Ἰδιαιτέρως ἡ ἀνδρεία εἶναι κύριον στοιχεῖον τῆς ζωῆς τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας. "Ὁ πόθος διά τήν μακαριωτέρα ζωήν καθιστᾶ νεκρόν τόν πόνον τῆς σφαγῆς. Ὁ μάρτυς δέν βλέπει κινδύνους, ἀλλά στεφάνους. Δέν φοβεῖται τάς πληγάς, ἀλλά μετρᾶ τά βραβεῖα. Δέν βλέπει τούς δημίους πού μαστιγώνουν ἐδῶ κάτω, ἀλλά φαντάζεται τούς ἀγγέλους πού ἐπευφημοῦν ἐπάνω" (Μεγάλου Βασιλείου, ὁμιλία εἰς τόν μάρτυρα Βαρλαάμ).

Γενικῶς οἱ μάρτυρες διά νά κρατήσουν τήν ὁμολογίαν των, ὅτι εἶναι χριστιανοί, ἐθυσίασαν τήν ζωή των, πρᾶγμα τό ὁποῖον προξενεῖ τόν θαυμασμόν μας: "Ὦ μακάριαι γλῶσσαι, πού ἀφήκατε ἐκείνην τήν ἱεράν ὁμολογίαν τήν ὁποίαν ὁ ἀέρας μέν πού τήν ἐδέχθη ἡγιάσθη, οἱ ἄγγελοι δέ πού τήν ἤκουσαν τήν ἐπεκρότησαν, ὁ διάβολος μαζί μέ τά δαιμόνια ἐπληγώθη, ὁ δέ Κύριος τήν κατέγραψεν εἰς τούς οὐρανούς!" (Μ. Βασιλείου, ὀμιλία εἰς τούς Ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας). 


Μοναχός Μάρκελλος Καρακαλληνός
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Η Θεία πρόνοια! Γέροντα, πώς θα γνωρίζουμε ποιο είναι το θέλημα του Θεού;



Ρώτησα κάποια φορά τον π. Γαβριήλ.

“Γιατί ψάχνεις το θέλημα του Θεού; Από σένα το μόνο που ζητείται είναι να τηρείς τις δέκα εντολές, να νηστεύεις, να εξομολογείσαι και να κοινωνάς.

Αλλά στους μοναχούς και τους ιερείς όλα χρειάζονται.

Πρέπει να ρωτάς την καρδιά σου. Κι όταν η καρδιά σου σε πείθει, αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Όταν οι άγιοι παρακαλούσαν τον Κύριο, ο Κύριος τούς έδειχνε το θέλημά Του.

Όμως κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει την πρόνοια του Θεού. Υπάρχει τοκατ’ ευδοκία θέλημα του Θεού και το κατά συγκατάβαση.

Στη δεύτερη περίπτωση, επειδή ο Θεός μάς έχει δώσει απόλυτη ελευθερία, όλοι, και οι δαίμονες και οι άνθρωποι, κάνουμε ό,τι θέλουμε.

Όταν όμως ο Θεός αποφασίζει να παρέμβει, ούτε τα πονηρά πνεύματα, ούτε οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Για παράδειγμα, ήταν θέλημα του Θεού να καούν τα Σόδομα και τα Γόμορρα.

Δεν μπορούσε να γίνει τίποτα άλλο. Ο Κύριος ήθελε να δώσει τέλος στο παγιωμένο εκείνο κακό.

Όταν γίνεται κάτι, μερικοί λένε: «Ήταν θέλημα Θεού!». Πού το ξέρουν; Άγιοι είναι;

Μπορεί ο άνθρωπος να επαναφέρει στην ορθόδοξη πίστη είκοσι ανθρώπους. Όμως ούτε τότε πρέπει να πει ότι ήταν θέλημα του Θεού, γιατί ο Θεός μπορεί να σου είχε δώσει τέτοια δύναμη και χάρη, που έπρεπε να επαναφέρεις όχι είκοσι, αλλά σαράντα ανθρώπους στην πίστη.

Αν ετοιμάζεσαι να κάνεις κάτι, πρέπει να λες: «Γενηθήτω το θέλημα Σου».

Η θεία πρόνοια κυβερνά τα πάντα. Άλλοτε επιτρέπει κι άλλοτε ευλογεί σύμφωνα με το θέλημά Του ο Θεός.

Όταν για κάποιο ζήτημα δεν ξέρεις τι να κάνεις, τι να αποφασίσεις, τότε πρέπει να ανοιχτείς στη θεία πρόνοια και να πάψει αυτό να σε απασχολεί.«Ας γίνει το θέλημα Σου, Κύριε!». Τα παλαιά χρόνια, όταν δεν μπορούσαν να αποφασίσουν, έτσι έκαναν”.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ (1929-1995), Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ.

Σε ειρωνεύονται για την πίστη σου;

Πως πρέπει να φερόμαστε και τι πρέπει να λέμε όταν κάποιος μας ειρωνεύεται για την Πίστη μας;

Ὅταν μᾶς εἰρωνεύονται οἱ ἄλλοι, ὄχι γιὰ λάθη ποὺ κάναμε, ἀλλὰ γιατὶ ἐκκλησιαζόμαστε ἀνελλιπῶς, γιατὶ ἔχουμε πολλὰ παιδιά, γιατὶ «πηγαίνουμε μὲ τὸ σταυρὸ στὸ χέρι», γιατὶ νηστεύουμε καὶ τὰ ὅμοια, δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ λυπούμαστε.

Συνήθως παίρνουμε στάση ἄμυνας. Δὲν τοὺς ἀνεχόμαστε νὰ λένε σὲ βάρος μας πικρόλογα.Ἡ ὑποτιμητική τους συμπεριφορὰ πρὸς ἐμᾶς πάρα πολὺ μᾶς στοιχίζει. Ἄλλα παθήματα τὰ ὑπομένουμε εὐκολότερα, ἀλλὰ τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου δὲν μποροῦμε νὰ τὶς ἀντέξουμε. Ἀλλὰ γιατί δυσκολευόμαστε νὰ ὑπομείνουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου; Διότι ἐρεθίζουν τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας, τὸ πιὸ βαθύρριζο πάθος ποὺ φωλιάζει στὶς καρδιές μας. Θέλουμε νὰ προστατεύσουμε τὴν τιμή μας. Κάνουμε ὅ,τι περνάει ἀπὸ τὸ χέρι μας γιὰ νὰ μὴν πέσει τὸ κύρος μας. Κάποιες φορὲς προχωροῦμε καὶ στὴν ἀντεπίθεση. Προσπαθοῦμε νὰ βάλουμε στὴ θέση τους αὐτοὺς ποὺ μᾶς προσέβαλαν. Ἀλλὰ μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν νίκες οἱ θυμώδεις ἀντιδράσεις μας στὰ πικρόλογα τῶν ἄλλων;

Ὅταν ἀντιδροῦμε ἀπὸ ἐγωισμὸ ἢ ἀπὸ πληγωμένη φιλαρέσκεια, δὲν εἴμαστε νικητές, ἀλλὰ ἡττημένοι. Πνευματικῶς ὠφελούμαστε περισσότερο, ἂν μάθουμε νὰ ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου. Τότε ἀποκομίζουμε μεγάλη ὠφέλεια. Πρωτίστως διότι ἐλευθερωνόμαστε ἀπὸ τὸ βασανιστικὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας. Τὸ πάθος αὐτὸ θέλει νὰ ἀκούει συνεχῶς ἐπαίνους. Ἀλλὰ οἱ ἔπαινοι δὲν τὸ θεραπεύουν. Ἀπεναντίας τὸ τρέφουν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φουντώνει ἀκόμη περισσότερο.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀπὸ τὴν πλουσιότατη πείρα του μᾶς προτρέπει νὰ δεχόμαστε μὲ εὐχαρίστηση τοὺς «καυτῆρες» τῶν ὀνειδισμῶν ὡς φάρμακο καὶ γιατρικὸ γιὰ τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς μας. Διότι οἱ ὀνειδισμοὶ μᾶς ἐξαγνίζουν. Ὅσο καλὸ καὶ καρποφόρο καὶ παχὺ κι ἂν εἶναι τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς, ὅταν τοῦ λείπει τὸ πότισμα μὲ τὸ νερὸ τῆς ἀτιμίας, θὰ χορταριάσει καὶ θὰ βλαστήσει ἀγκάθια ὑπερηφανείας, πορνείας καὶ ἀφοβίας (Λόγος Δ΄ 24). Οἱ τιμὲς καὶ τὰ ἐγκώμια αὐξάνουν τὴ χολὴ τῶν παθῶν (Λόγος Δ΄ 103). Ἀντὶ νὰ μᾶς κάνουν καλύτερους, μᾶς κάνουν χειρότερους. Ἐνῶ οἱ παρατηρήσεις, οἱ ταπεινώσεις καὶ οἱ ἐξουθενώσεις τῶν ἄλλων καθαρίζουν τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὰ πάθη. Ἐπίσης, ὅταν ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου, γινόμαστε μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ μαθητεύουμε στὸ Πάθος τοῦ Κυρίου μας.

Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὀνειδίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὀνειδιζόμαστε κι ἐμεῖς. «Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ’ ἐμέ» (Ψαλμ. ξη΄ 10). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς διώχθηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ διωκόμαστε κι ἐμεῖς. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰω. ιε΄ 20). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὑβρίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὑβριζόμαστε κι ἐμεῖς. Οἱ γλῶσσες τοῦ κόσμου δὲν θὰ σταματήσουν νὰ εἰρωνεύονται. Ἀλλὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὰ εἰρωνικὰ σχόλιά τους δὲν λογίζονται ὡς ὕβρεις, ἀλλ’ ὡς παράσημα.

Στὴν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα δὲν θὰ μετρήσουν ὡς εἰρωνεῖες, ἀλλ’ ὡς διάσημα. Θὰ γίνουν ὁ φωτοστέφανος μὲ τὸν ὁποῖο θὰ στεφανώσει ὁ ἀγωνοθέτης Κύριος τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ ἀγώνα.

Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος θεολόγος προτρέπει νὰ τρέχουμε στοὺς ὀνειδισμούς, ὅπως τρέχουν τὰ διψασμένα ἐλάφια στὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων. «Ἐφόσον γνωρίζετε ὅτι ὁ Θεὸς τιμᾶ τοὺς δούλους Του ποὺ δέχονται ἀτιμώσεις καὶ τοὺς δοξάζει μέσα ἀπὸ τὶς ὕβρεις, νὰ τρέχετε βιαστικὰ μέσῳ ὅλων αὐτῶν πρὸς τὴν ἀθάνατη πηγὴ σὰν διψασμένα ἐλάφια». Εἶναι δεῖγμα μεγάλης ἀρετῆς νὰ ὑπομένει ὁ χριστιανὸς ὑβριστικοὺς λόγους χωρὶς νὰ λυπᾶται. «Τοῦτο (ἐστί) δεῖγμα μεγίστης ἀρετῆς, τὸ φέρειν ὕβριν ἀλύπως», παρατηρεῖ ὁ ἑρμηνευτὴς Ὀλυμπιόδωρος. Καὶ ἀναφέρει ὡς παράδειγμα τὸν πολύαθλο Ἰώβ, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε ἁλυσίδα ταπεινώσεων. Ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη ἔχασε τὴν περιουσία του, τὸ σπίτι του, τὰ παιδιά του, γέμισε μὲ πληγὲς καὶ ζοῦσε στὴν κοπριά, ἀκούγοντας πικροὺς λόγους ἀκόμη κι ἀπὸ τὴ σύζυγο κι ἀπὸ τοὺς φίλους του. Ἀλλὰ ὑπέμεινε τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ μνημονεύεται ὡς τύπος Χριστοῦ.

Ἡ θεοπρεπὴς ἀντιμετώπιση τῶν ὀνειδισμῶν ἀποτελεῖ κριτήριο γνησιότητος τῶν χριστιανῶν. Ὅσοι ὑπομένουν ὀνειδισμοὺς γιὰ τὴ χριστιανική τους ἰδιότητα, εἶναι πανευτυχεῖς καὶ μακάριοι.«Εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν ὀνόματι Χριστοῦ, μακάριοι» (Α΄ Πέτρ. δ΄ 14). Μὴ λησμονοῦμε τὸν μακαρισμὸ τοῦ Κυρίου μας: «Μακάριοι εἶστε ἐσεῖς οἱ μαθητές μου, ὅταν σᾶς χλευάσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ σᾶς καταδιώξουν καὶ ἐξαιτίας μου ποῦν κάθε εἴδους ψεύτικες κακολογίες καὶ κατηγορίες ἐναντίον σας» (Ματθ. ε΄ 11). Ὅπως ὁ θεῖος Λυτρωτὴς βάσταξε τὸν ἐπονείδιστο σταυρό Του, ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ σηκώνουμε τὸν δικό μας σταυρό, «τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες» (Ἑβρ. ιγ΄ 13). Νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑβρισθοῦμε καὶ νὰ περιφρονηθοῦμε γι’ Αὐτόν, ὅπως ὑβρίστηκε καὶ περιφρονήθηκε Ἐκεῖνος.

Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ» τεύχος Σεπτεμβρίου 2013 (σελ. 23-24)

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΧΑΣΜΑ



«Ο άσπλαχνος και υπερήφανος πλούσιος του Ευαγγελίου (βλ. Λουκ. 16:19–31), όταν πια είχε πεθάνει, δεν μπορούσε να πηδήσει το μεγάλο χάσμα που τον χώριζε από τον Παράδεισο, τους κόλπους του Αβραάμ. Εμείς που βρισκόμαστε τώρα εν τη ζωή, εάν θέλουμε, μπορούμε με την Χάρη του Θεού να το πηδήσουμε και να βρεθούμε από τώρα στους κόλπους του Θεού, εάν ξεπεράσουμε την ασπλαχνία μας και την υπερηφάνειά μας».

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1924–1994)

[(Αγίου) Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου:
«Επιστολές»
Επιστ. Ε΄, σελ. 194–195,
Έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου
«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσσαλονίκης 20037.]

Λύπη, Φόβος, Πίστη...

The miracle. (το θαύμα) Ενα συγκλονιστικό θαύμα του Αγίου Νικολάου



Η ταινία Το Θαύμα (ЧУДО) του Αlexander Proshkin, η οποία βραβεύτηκε στο 31ο Διεθνές Φεστιβάλ της Μόσχας με το ειδικό βραβείο, βασίζεταισε πραγματικά περιστατικά, ένα θαύμα που συγκλόνισε την πόλη Σαμάρα της Σοβιετικής Ένωσης το 1956.

Ένα αληθινό γεγονός διάρκειας 128 ημερών, που συντάραξε και έφερε σε μετάνοια εκατοντάδες ανθρώπους στην πόλη Κουιμπίσεβ (σημερινή Σαμάρα) της Σοβιετικής Ρωσίας, την εποχή που επικρατούσε το κομμουνιστικό καθεστώς.

Όσοι δεν φορούσαν σταυρό, άρχισαν να φορούν κατά την εποχή εκείνη που μόνο γι’ αυτό ήταν δυνατόν να πληρώσουν με τη ζωή τους... 

Στην πόλη Κουιμπίσεβ ζούσε μία οικογένεια: η ευσεβής μητέρα και η κόρη της Ζωή. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς (31 Δεκεμβρίου) του 1956 η Ζωή προσκάλεσε επτά φίλες της και άλλους τόσους νεαρούς σε δείπνο και χορό. 

Τότε ήταν η νηστεία των Χριστουγέννων (παλαιό ημερολόγιο) και η μητέρα παρακάλεσε την Ζωή να μην προγραμματίσει μια εσπερίδα με χορούς και φαγητό , αλλά η κόρη επέμενε στο δικό της. Εκείνο το βράδυ η μητέρα πήγε στην Εκκλησία να προσευχηθεί.

Μαζεύτηκαν οι καλεσμένοι, αλλά ο αρραβωνιαστικός της Ζωής δεν είχε έρθει ακόμη. Το όνομα του ήταν Νικόλαος. Οι κοπέλες και τα αγόρια χωρίσθηκαν σε ζευγάρια και άρχισαν το χορό.

Η Ζωή έμεινε μόνη της. Από αμηχανία χωρίς να πολυσκεφθεί , κατέβασε την εικόνα του αγίου Νικολάου του Θαυματουργού από τον τοίχο και είπε: 

«Θα πάρω αυτόν τον Νικόλα και θα πάω να χορέψω μαζί του», χωρίς να δίνει σημασία εν τω μεταξύ στις φίλες της, οι οποίες την συμβούλευσαν να μη κάνει αυτήν την βλάσφημη ενέργεια...

Αλλά η Ζωή απάντησε με θράσος: «Αν υπάρχει Θεός, ας με τιμωρήσει!»

Άρχισε να χορεύει , έκανε δύο γύρους , οπότε ξαφνικά μέσα στο δωμάτιο γίνεται ένας φοβερός θόρυβος, ανεμοστρόβιλος, και έλαμψε φως εκτυφλωτικό σαν αστραπή.

Η διασκέδαση γύρισε σε φρίκη και τρόμο. Όλοι έφευγαν φοβισμένοι από το δωμάτιο. 

Μόνο η Ζωή στεκόταν ακίνητη, με την εικόνα του Αγίου κολλημένη στο στήθος , απολιθωμένη και παγωμένη σαν μάρμαρο.

Οι γιατροί που γρήγορα κατέφθασαν, δεν μπόρεσαν να 
την συνεφέρουν με τις προσπάθειες τους. 

Οι βελόνες των ενέσεων, που ήθελαν να της κάνουν, στράβωναν και έσπαζαν
καθώς κτυπούσαν πάνω στο μαρμαρωμένο κορμί της! 


Θέλησαν να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο, αλά δεν μπορούσαν να την μετακινήσουν από την θέση της. Τα πόδια της λές και ήσαν καρφωμένα στο πάτωμα. Αλλά , η καρδιά χτυπούσε! Η Ζωή ήταν ζωντανή . δεν μπορούσε όμως πλέον να φάει ούτε να πιεί…

Τις πρώτες ημέρες το σπίτι της ζωής ήταν κυκλωμένο από πλήθος κόσμου, πιστοί που ήρθαν ή ακόμη και που βάδισαν από μακριά, περίεργοι , γιατροί , και πνευματικά πρόσωπα. 

Αλλά, γρήγορα, κατ’ εντολή των αρχών, το σπίτι έκλεισε για τους επισκέπτες. Δύο αστυνομικοί φύλαγαν σκοπιά εναλλάξ ανά οκτάωρο. Κάποιοι από τους φύλακες που ήσαν ακόμη νέοι (28-30) άσπρισαν από την φρίκη ακούγοντας κάθε νύχτα τη Ζωή να βγάζει τρομακτικές κραυγές.

Νύχτες και νύχτες δίπλα της προσευχόταν η μητέρα. 

-Μαμά, προσευχήσου! Προσευχήσου, γιατί χάνομαι για τις αμαρτίες μου! 
Προσευχήσου! Φώναζε η Ζωή...

Για όλα όσα συνέβησαν ενημέρωσαν και τον Πατριάρχη και τον παρεκάλεσαν να ευχηθεί υπέρ της αναρρώσεως της Ζωής. Ο Πατριάρχης απάντησε:

Εκείνος που την τιμώρησε εκείνος και θα την ελεήσει!

Μεταξύ των προσώπων που επετράπη στο εξής να επισκεφθούν τη Ζωή ήσαν:

1) Εγνωσμένου κύρους καθηγητής της ιατρικής που κατέφθασε από την Μόσχα. Αυτός βεβαίωσε ότι η καρδιά δεν σταμάτησε να χτυπά.

2. Ιερείς, τους οποίους προσκάλεσε η μητέρα της για να πάρουν από τα χέρια της Ζωής τον άγιο Νικόλαο. Αλλά ούτε εκείνοι μπόρεσαν να ξεκολλήσουν την εικόνα από τα απολιθωμένα χέρια της Ζωής.

3. Ο ιερομόναχος Σεραφείμ από την έρημο του Γκλίνσκ, ο οποίος ήρθε στο Κουιμπίσεβ για την εορτή των Χριστουγέννων και τέλεσε αγιασμό και άγιασε την εικόνα. Κατόπιν είπε: «Τώρα πρέπει να περιμένουμε κάποιο σημείο το Πάσχα! Αν δεν γίνει τίποτε , σημαίνει ότι πλησιάζει το τέλος του κόσμου!», δείχνοντας με τα λόγια αυτά την βαθειά του πίστη σ’ ένα θαύμα.


Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΣΙΑΠΟΤΚΙΝ

4. Ο Μητροπολίτης Νικόλαος , ο ποίος επίσης διάβασε παράκληση και είπε: «νέο θαύμα να περιμένουμε το Πάσχα», επαναλαμβάνοντας τον λόγο του ευσεβούς ιερομόναχου.

Η Ζωή έμεινε όρθια 4 μήνες (128 μέρες), μέχρι το Πάσχα ακριβώς, που εκείνη τη χρονιά έπεσε 23 Απριλίου (6 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο).

Όλα αυτά τα γεγονότα συνετάραξαν τους κατοίκους του Κουιμπίσεβ και των περιχώρων. Πολλοί άνθρωποι βλέποντας το θαύμα, ακούγοντας τα ουρλιαχτά και τις παρακλήσεις της να προσευχόμαστε για τους ανθρώπους που χάνονται εξ αιτίας των αμαρτιών τους, ξαναβρήκαν την πίστη τους στον Θεό. 

Γύρισαν στην Εκκλησία με μετάνοια. Όσοι δεν φορούσαν σταυρό , άρχισαν να φορούν κατά την εποχή εκείνη που μόνο γι’ αυτό ήταν δυνατόν να πληρώσουν με τη ζωή τους. Η επιστροφή ήταν τόσο μαζική ώστε δεν έφθασαν τα σταυρουδάκια των εκκλησιών για όλους όσους ζητούσαν.

Σχόλιο (του ρωσικού πρωτοτύπου): Στον σοβιετικό τύπο εκείνης της εποχής είχε επίσης σχολιαστεί η περίπτωση της Ζωή. Απαντώντας στα γράμματα που έφθαναν στην διεύθυνση διάσημης εφημερίδος, ένας αλαζονικός επιστήμων υποστήριξε ότι το γεγονός με την Ζωή πράγματι δεν είναι φανταστικό, αλλά εν τούτοις δήλωσε ότι είναι μια μορφή ακαμψίας άγνωστη ακόμη στην επιστήμη. Είναι προφανής η αναλήθεια μιάς τέτοιας υπόθεσης, διότι: 

Πρώτον, στην ακαμψία δεν υπάρχει τέτοια πετρώδης σκλήρυνσή του δέρματος, ώστε οι γιατροί να μη μπορούν να κάνουν ένεση στον άρρωστο. 

Δεύτερον, μπορεί ένας τέτοιος άρρωστος να μεταφερθεί από τόπο σε τόπο, ενώ η Ζωή δεν μπορούσαν να την μετακινήσουν· αυτή στεκόταν όρθια και μάλιστα τόσο πολύ που οι συνήθεις άνθρωποι δεν μπορούν να σταθούν.

Τρίτον, η αρρώστια καθ’ εαυτή δεν επιστρέφει τον άνθρωπο στον Θεόκαι δεν φέρει αποκαλύψεις από τον ουρανό, ενώ στην περίπτωση της Ζωή όχι μόνο χιλιάδες άνθρωποι ξαναβρήκαν την πίστη τους στον Θεό, αλλά φανέρωσαν την πίστη τους έμπρακτα, δηλαδή βαπτίστηκαν και έζησαν χριστιανικά . Όχι μόνο πίστεψαν ότι υπάρχει Θεός, αλλά και έγιναν Χριστιανοί. Απ’ αυτόν είναι φανερό ότι δεν επρόκειτο για απλή ασθένεια, αλλά για κάποια θεϊκή οικονομία.
________________________________________________________ 

Από το περιοδικό ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, τεύχος 21 του 1996, της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους. Πηγή: proskynitis.blogspot.com


Πρόσελθε...