.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἀπάντηση Γέροντος Σάββα Λαυριώτη στὸν Σεβ. Μητροπολίτη Κυδωνίας καὶ Ἀποκορώνου κ.κ. Δαμασκηνὸ καὶ στοὺς περὶ αυτὸν

Σεβασμιότατε,

Σὲ πρόσφατη δημόσια σύναξη στὴν ὁποία παρευρεθήκατε στὸν Ἅγιο Παντελεήμονα Χαλέπας, σχολιάσατε ἀρνητικά τὸ πρόσωπο καὶ τὶς ενέργειές μου καὶ ἐσεῖς καὶ οἱ περὶ ὑμῶν. Στοὺς ψευδεῖς καὶ προσβλητικοὺς ἰσχυρισμοὺς ποὺ ἀκούστηκαν γιὰ τὸ πρόσωπό μου (ὅπως ἀνισόρροπος ἀπὸ τὴν Ἡγουμένη) δὲν θὰ ἀπαντήσω, γιατὶ ἄλλος εἶναι ὁ Κριτὴς.

Ἐπιτρέψτε μου ὅμως νὰ ἀπαντήσω στοὺς ψευδεῖς καὶ προσβλητικούς ἰσχυρισμούς μὲ τοὺς ὁποίους ἀλλοιώνετε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη.

Εἰπώθηκαν πολλὰ, ἐπικεντρώνομαι στὰ σπουδαιότερα:

Πρῶτον.

Στὸ 1:08:14’ τοῦ video τῆς σύναξής σας λέτε: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ, ἀλλὰ γιὰ λόγους ἱστορικοὺς καὶ ἁβροφροσύνης λέμε ὅτι ὑπάρχουν κι ἄλλες Ἐκκλησίες».Ἐπίσης εἴπατε: «Ἡ Ἐκκλησία μας, ἔλεγε τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς «σχισματικούς» κι ὄχι «αἱρετικούς» (ἀπὸ εὐγένεια) ἐλπίζοντας κάποτε νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν».

Ἀπάντηση.

Ἀς δοῦμε ὅμως ἀν μᾶς εἴπατε τὴν ἀλήθεια:

Ὁ Χριστὸς ὀνόμασε τοὺς αἱρετικούς: «προβατόσχημους λύκους» (Ματθ.7,15), ἐνῷ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος «ψευδοδιδάσκαλους» καὶ «κατάρας τέκνα».(Β΄Πετρ.2, 14) Ὁ Ἀπ. Παῦλος τοὺς ἀναθεματίζει (Γαλ.1,8-9) καὶ ὁ Ἀπ. Ἰωάννης τοὺς ὀνομάζει «ἀντίχριστους».(Α΄Ἰωάν.2,18 καὶ Β΄Ἰωάν.7).Ὁ Ἀπ. Ἰούδας στὴν ἐπιστολή του ἐξαπολύει μύδρους ἐναντίον τους. Στὴν ἴδια γραμμὴ κινοῦνται καὶ ὅλοι οἱ Πατέρες. Ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν Α΄ Κανόνα του, τοὺς ὀνομάζει «ἐντελῶς χωρισμένους καὶ ξένους» ἀπὸ τὴν πίστη.[1] Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος στὴν 39η ἑορταστικὴ του ἐπιστολὴ τοὺς ὀνομάζει «νεκρούς» πνευματικά,[2] ὁ δὲ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὸν πρῶτο του λόγο Περὶ ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοὺς ὀνομάζει «ὄργανα τοῦ διαβόλου», ὁ ὁποῖος διάβολος, «διὰ τῆς ἐκείνων (τῶν αἱρετικῶν) γλώττης τὸν οἰκεῖον κατὰ τῆς ἱερᾶς Ἐκκλησίας ἐπαφῆκεν ἰόν.»[3]

Ἄλλοι Πατέρες ἀποδίδουν σ’ αὐτούς, διαφόρους χαρακτηρισμοὺς ὅπωςἀκαθάρτους, ἀντιπάλους Χριστοῦ, ἱερόσυλους, ἀντικειμένους καὶἀντιχρίστους[4]. Ἐσεῖς τοὺς ὀνομάσατε «ἱστορικὲς ἐκκλησίες», ἡ Ὀρθοδοξία ποὺ προβάλλεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες εἶναι διαφορετική. Αὐτὴ ὅμως δὲν σας ἐξυπηρετεῖ γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἀποφεύγετε. Δὲν σας ἐξυπηρετεῖ νὰ ὑπενθυμίζετε τὸν Μέγα Ἀντώνιο ποὺ λέει: «Καμμία ἐπικοινωνία νὰ μὴν ἔχετε μὲ σχισματικοὺς καὶ αἱρετικούς. Εἴδατε πὼς καὶ ἐγὼ ἔφευγα ἀπὸ αὐτούς. Φροντίστε πολὺ νὰ εἶστε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μετὰ μὲ τοὺς Ἁγίους, ὥστε μετὰ θάνατον νὰ σᾶς δεχθοῦν στὶς αἰώνιες σκηνὲς ὡς γνώριμοι φίλοι».[5] Οὔτε τὸν Μ. Βασίλειο ποὺ χαρακτηρίζει τοὺς αἱρετικοὺς «ἀναίσχυντους περισσότερο τοῦ προδότου Ἰούδα».[6] Πῶς νὰ ἀποκαλέσετε τοὺς αἱρετικοὺς«χαμένους» ποὺ βρίσκονται «στὴν παλαίστρα τοῦ ψεύδους» ὅπως κάνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, μὲ τὸν αἱρετικὸ Εὐνόμιο;[7]
Ἢ νὰ τοὺς ἀποκαλέσετε «συκοφάντες καὶ κατήγορους τῆς ἀληθείας»[8] ὅπως ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης; Ἤ «διαβόλους» ὅπως ὁ Μ. Ἀθανάσιος ὀνομάζει τὸν αἱρετικὸ Μαγνέντιο;[9] «Ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι κατὰ πρῶτο καὶ κύριο λόγο οἱ ἀκάθαρτοι δαίμονες. Δεύτεροι μετὰ ἀπὸ ἐκείνους ὅσοι πρεσβεύουν τὴν εἰδωλολατρία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν αἱρέσεων», ὁμολογεῖ ἀλλοῦ ὁ Μ. Ἀθανάσιος.[10] 
Αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ταιριάζει στὶς γήινες ἐπιδιώξεις τῶν Οἰκουμενιστῶν. Πρέπει νὰ ἀνασχηματιστεῖ ἐπειγόντως γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν πλήξη καὶ ἀπομόνωση[11], ὅπως ἔλεγε τὸ ἴνδαλμὰ σας, ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας.

Μετονομάσατε τὶς αἱρέσεις σέ «ὁμολογίες» ἤ «ἀρχαῖες ἐκκλησίες» ἤ (στὸ Κολυμπάρι) «ἱστορικὲς ἐκκλησίες», φανερώνοντας γιὰ ἀκόμα μιὰ φορὰ τὸν ὕπουλο, δολερὸ καὶ τόσο ἀγαπητικὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐξαπλώνετε τὴν κακοδοξία, θολώνοντας τὰ νερὰ γιὰ νὰ μὴν ἐξεγερθεῖ ὅ,τι ἀπόμεινε ἀπό τὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Στὸ ἐγχώριο ἀκροατήριο λέτε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ, ἡ Ὀρθόδοξη. Στὸ διεθνὲς ἀκροατήριο (Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν) λέτε ὅτι «ὑπάρχουν ἄλλες 339 «ἐκκλησίες» ποὺ εἶναι φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὡραῖο τὸ κόλπο καὶ ἀποτελεσματικὸ στοὺς πολλοὺς.

Ἐμεῖς συντασσόμαστε μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Κων/πολης τοῦ 1724 ποὺ διατύπωσε μὲ σαφήνεια: «Αἱρετικοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ φεύγουν ἀπὸ τὴν εὐσέβεια (=ὀρθὴ πίστη) ἀφήνοντας τὰ ὀρθὰ δόγματα τῆς πίστεως καὶ τὶς παραδόσεις ποὺ μᾶς παρέδωσε ἡ Ἐκκλησία, πέφτουν δὲ καὶ διολισθαίνουν σὲ νεωτερισμοὺς ἀλλόκοτους, ἰδέες καὶ συνήθειες ἑτερόδοξες καὶ παραχαράσσουν καὶ νοθεύουν τὴν ἀλήθεια ποὺ ἀφορᾷ τὴν εὐσέβεια. Αὐτοὶ οὔτε εἶναι, οὔτε ὀνομάζονται χριστιανοὶ ἀλλ’ ὡς ἑτερόδοξοι καὶ νεωτεριστὲς ξεκόβονται καὶ χωρίζονται ἀπὸ τὴν ἱερὰ μάνδρα τῆς ἐκκλησίας καὶ ἐκβάλλονται «ὡς πρόβατα ψωριῶντα καὶ μέλη σεσηπότα»(=σάπια).[12]

Ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι: «Ὅποιος θέλει νὰ σωθεῖ, πρῶτα ἀπὸ ὅλα πρέπει νὰ κρατήσει τὴν καθολικὴ (Ἀποστολική) πίστη. Ἂν κάποιος δὲν τὴν κρατήσει καθαρὴ καὶ ὁλόκληρη, χωρὶς ἀμφιβολία θὰ κολασθεῖ» ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Μ. Ἀθανάσιος.[13]
Προτιμοῦμε νὰ συνταχθοῦμε μὲ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο ποὺ μᾶς ἐπισημαίνει «Οὐδὲν ὠφελεῖ βίος ὀρθός, δογμάτων διεστραμμένων».[14]

Ἀλλὰ ἡ ἐξαπάτηση τοῦ πληρώματος τῆς ἐκκλησίας ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ πάρα πολλὰ δεδομένα. Λέτε ὅτι μόνο γιὰ λόγους εὐγένειας ὀνομάζετε τοὺς παπικοὺς «ὲκκλησία» ἐνῷ δὲν πιστεύετε ὅτι εἶναι. Ἀν δὲν πιστεύετε ὅτι εἶναι, πῶς δέχεστε τὴν «ἱερωσύνη» τοῦ Πάπα καὶ τῶν Καρδιναλίων του, ἀφοῦ εἶναι ἄμοιροι μυστηρίων; 
Πῶς τὸ 1959 ὁ Ἀθηναγόρας ὀνόμασε τὸν Πάπα «ἁγιώτατο» καὶ«δεύτερο πρόδρομο»;[15] Καὶ ὅτι: «τίποτα δὲν μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν Καθολικὴ[ἐνν.παπικὴ] ἐκκλησία».[16]
Καὶ πῶς τὸ 1967 δήλωσε στὸν Πάπα ὅτι εἶναι φορέας Ἀποστολικῆς χάριτος; Καὶ πῶς τὸ 1972 ὁ Πάπας Παῦλος ὁ ΣΤ΄ διαβεβαίωσε ὅτι : «Μετὰ τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας εὐρισκόμεθα σχεδὸν εἰς τελείαν κοινωνίαν»;

Καὶ πῶς ὁ κ. Βαρθολομαῖος σὲ πάμπολλες ἀναφορὲς του πρὸς τοὺς Πάπες, τοὺς ὀνομάζει «ἁγιώτατους» καὶ συλλειτουργεῖ μαζὶ τους; Καὶ πῶς ὀνομάζετε τὸν Πάπα «προφητικὸ ἀρχηγὸ ὅλων τῶν χριστιανῶν» καὶ «ὁδοδείκτη» καὶ «θησαυρὸ»;[17]
Ὑπῆρξαν αἱρετικοί ποὺ καταδικάστηκαν καὶ ἀναθεματίστηκαν ἀπὸ Ὀρθόδοξες Συνόδους καὶ χάριν εὐγενείας ὀνομάστηκαν «ἁγιώτατοι»; Μᾶς κοροϊδεύετε Σεβασμιότατε; Στὴ Ραβέννα τὸ 2002, ὅταν μεταδόθηκαν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ἀπὸ τὸν κ. Βαρθολομαῖο καὶ τὸν Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιο στοὺς παπικοὺς, μεταδόθηκαν χάριν εὐγενείας σὲ ἀβάπτιστους καὶ ἐκτὸς ἐκκλησίας αἱρετικοὺς, ἤ ὄχι ; Καὶ μὲ κατηγορεῖτε ὅτι ἐγὼ βρίσκομαι σὲ σύγχυση καὶ πλάνη ποὺ ἀντιδρῶ ;

Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος προέτρεπε: «νὰ ἀποφεύγετε τὴν ἐπαφὴ μαζί τους(δηλ.μὲ τοὺς αἱρετικούς) ὅπως τὸ δηλητήριο. Αὐτοὶ εἶναι χειρότεροι ἀπὸ τὸ δηλητήριο, γιατὶ αὐτὸ φτάνει μέχρι τὴν βλάβη τοῦ σώματος, ἐνῷ αὐτοὶ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς λυμαίνονται»[18] καὶ ἐσεῖς μὲ ὑβρίζετε καὶ μὲ διώκετε ποὺ τὸν ὑπακούω;

Ὅταν ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος στὴν Ῥώμη συνάντησε τὸν αἱρετικὸ Μαρκίωνα, ὁ Ἅγιος τὸν ὀνόμασε «πρωτότοκο τοῦ Σατανᾶ» καὶ ἐσεῖς μὲ συκοφαντεῖτε ὡς φανατικὸ, ποὺ παραμένω στὴν γραμμὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων;

Προφανέστατα, ἂν ζοῦσαν σήμερα οἱ Ἅγιοί μας θὰ τους «στολίζατε» μὲ ἀνάλογα ἐπίθετα. Τὶ ἄραγε θὰ λέγατε στὸν Μέγα Ἀθανάσιο ποὺ δίδασκε: «ἀγάπα πάντα ἄνθρωπον. Καὶ εἰρήνευε μετὰ πάντων, χωρὶς αἱρετικῶν. Ὁ γὰρ αἱρετικὸς λύκος ἐστὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ ποίμνης, καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου Πρόδρομος»;[19]
Ἢ στὸν Ἅγιο Κυπριανὸ ποὺ ἔλεγε: «Δέον ὅπως ἀποσυρώμεθα μακρὰν καὶ ἀποφεύγωμεν αὐτοὺς διότι, πᾶς συνδεόμενος μετ’ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν τὴν ὁδὸν τῆς πλάνης καὶ τῆς αἱρέσεως, περιπλανᾶται μακρὰν τῆς ἀληθινῆς ὁδοῦ καὶ θὰ εὑρεθῇ καὶ αὐτὸς εἰς παρομοίαν ἐνοχήν»; Ἢ στὸν ἱερὸ Φώτιο ποὺ ὀνόμαζε τοὺς αἱρετικούς «μανιασμένα σκυλιὰ ποὺ γαυγίζουν»;[20]
Ἢ τέλος στὸν Ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας ποὺ ἔλεγε: «ἀπομακρύνσου ἀπὸ αὐτὸν (τὸν αἱρετικό) καὶ βάλτον μαζὶ μὲ τὸν διάβολο ἢ καλύτερα καὶ ἀπὸ τὸν διάβολο πιὸ κάτω»;[21]

Ἐπιλέξατε νὰ εἶστε φίλοι μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστού καὶ, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, «αὐτὸς ποὺ εἶναι φίλος μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι φίλος μὲ τὸν Χριστό». [22]

Δεύτερον.

Στὸ 1:08:50’ εἴπατε: «Ἱστορικὲς ἐκκλησίες βεβαίως ὑπάρχουν. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Δήμου στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα δὲν λεγόταν ἐκκλησία;»

Ἀπάντηση.

Εἶμαι βέβαιος ὅτι τὸ εἴπατε γιὰ νὰ γελάσει ὁ κόσμος! (Ἀλλὰ δυστυχῶς κανεὶς δὲν γέλασε!) Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Δήμου στὴν ἀρχαία Ἀθήνα ἦταν τὸ ἀντίστοιχο τῆς σημερινῆς Βουλῆς. Ἦταν χῶρος διαλόγου γιὰ τὰ προβλήματα τῆς πόλης. Δὲν ἐπρόκειτο γιὰ ἐκκλησία κάποιου θρησκεύματος!

Τρίτον.

Στὸ 1:10:16’ εἴπατε: «Πρῶτος ἀπὸ ὅλους ὁ Παναγιώτατος [ἐνν.ὁ κ. Βαρθολομαῖος] ἀγωνίζεται γιὰ τὴν πίστη».

Ἀπάντηση.

Γιὰ τὸ πόσο «ἀγωνίζεται» γιὰ τὴν πίστη ὁ κ. Βαρθολομαῖος ἔχουν γραφεῖ πολλὰ βιβλία μὲ ἑκατοντάδες ἀναπάντητες καταγγελίες τῶν παρεκτροπῶν του ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἴσως βέβαια νὰ ἀγωνίζεται, ἀλλὰ γιὰ μιὰ ἄλλη πίστη. Ἀς ἀναφέρω μερικὰ στιγμιότυπα αὐτῆς τῆς πίστης:
Πιστεύει καὶ κηρύττει τὶς ἰδέες τοῦ ἀντίχριστουΟἰκουμενισμοῦ: «Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ὁδοὶ σωτηρίας».[23]
Ἡ μεγαλύτερη ὕβρις ὅλων τῶν ἐποχῶν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ. Ἂν καὶ οἱ ἄλλες θρησκεῖες ὁδηγοῦν στὴν σωτηρία, τότε τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ, ἡ διδασκαλία Του, τὰ θαύματα, ἡ Σταύρωση καὶ ἡ Ανάστασή Του ἦταν ἀνώφελα καὶ μάταια! Μόνο ἕνας διάβολος θὰ μποροῦσε νὰ ὑποστηρίξει τέτοια πράγματα. Καὶ ὅμως οἱ ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς προσκυνᾶτε αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο! Ὅλοι τους ἀξίζουν τὸ τέλειο μῖσος καὶ μόνο γι’ αὐτὸν τὸν λόγο.[24]
Πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι τὸ Κοράνιο(καὶ οἱ Γραφὲς τῶν ἄλλων θρησκειῶν) εἶναι «ἴσο μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἱερὸ ὅπως αὐτή»[25] καὶ ὅτι οἱ Μουσουλμάνοι μποροῦν νὰ πᾶνε στὸν παράδεισο χωρὶς νὰ πιστεύουν στὸν Χριστό.[26]
Πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι πολλὲς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ εἶναι προσωρινές,[27]διαφωνώντας ἀκόμα καὶ μὲ τὸν Κύριο!
Ὀνομάζει «εὐλογημένη» καὶ τιμᾷ τὴν Συναγωγὴτῶν Ἑβραίων, ἐκεῖ ποὺ ὑβρίζεται ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Θεοτόκος.[28]
Πιστεύει καὶ κηρύττει τὴν βασικὴ ἀρχὴ τῆς Μασονίας,ὅτι δηλαδὴ: «ἕκαστος νὰ λατρεύῃ τὸν Ἕνα Θεὸν ὡς [=ὅπως] προτιμᾷ…». «Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται εἰς τὴν εἰρηνικὴν συμβίωσιν τῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστα, αὐτῶν οἱ ὁποῖοι Τὸν λατρεύουν ἀνεξαρτήτως τῶν διαφορῶν, αἱ ὁποῖαι ὑπάρχουν εἰς τὴν πίστιν μεταξὺ τῶν τριῶν μεγάλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν».[29]
Ἐπιδιώκει τὴν κατάργηση ἢ τροποποίηση πλειάδας Ἱερῶν Κανόνων, κάτι, ποὺ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία,εἶναι γνώρισμα αἱρετικοῦ ἀνθρώπου.[30] Ὀνομάζει τοὺς Ἱ. Κανόνες: «Τείχη τοῦ αἴσχους».[31]
Πιστεύει καὶ κηρύττει -σὲ ἀντίθεση μὲ δεκάδες Συνόδους καὶ ἑκατοντάδες Ἁγίους- ὅτι ἡ Ρωμαϊκή «ἐκκλησία» εἶναι κανονική, τὰ μυστήριάτης ἔγκυρα καὶ ὁ Πάπας κανονικὸς Ἐπίσκοπος. Τὸ 1995 συνυπέγραψε μὲ τὸν Πάπα «ΚΟΙΝΗΝ ΜΑΡΤΥΡΙΑΝ ΠΙΣΤΕΩΣ». Τὸ 2011 «ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος δέχτηκε ἐπίσκεψη ὁμάδας φοιτητῶν τοῦ Ποντιφικοῦ Ἰνστιτούτου Sant Apollinare. Ἀναφερόμενος στοὺς φοιτητὲς τοὺς εἶπε: «Ἀκολουθῆστε τὸν Πάπα. Ὁ Πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΣΤ΄ εἶναι ἕνας μεγάλος θεολόγος ποὺ κάνει καλὸ σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες. Ἀκολουθῆστε τον μὲ ἀγάπη καὶ συμπάθεια». [32]
Συμπροσευχήθηκε μὲ Προτεστάντες ποὺ εἶναι διαστρεβλωτὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ, ὑβριστὲς τῆς Θεοτόκου, περιφρονητὲς τῶν Ἁγίων μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίαςκαὶ ὡς Eἰκονομάχοι, βρίσκονται ὑπὸ τὸν ἀναθεματισμὸ τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Κάνει ἀποδεκτὸ τὸ βάπτισμα τῶν Προτεσταντῶν (Λουθηρανῶν).[33]
Τὸν Νοέμβριο τοῦ 1993 προέβη σὲ ἄρση τῶν ἀναθεμάτωνἀνάμεσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ στὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν. Ἡ κάθε πλευρὰ ἀναγνώρισε τὴν ἄλλη ὡς Ὀρθόδοξη. Τὶς καταδίκες καὶ τὰ ἀναθέματα τῆς 4ης Οἰκουμενικῆς πρὸς τοὺς Μονοφυσίτες (ποὺ τὰ ἐπανέλαβαν οἱ ἑπόμενες Σύνοδοι) τὰ ὀνομάζει «παρεξηγήσεις τοῦ παρελθόντος ποὺ ἔχουν ξεπεραστεῖ» ἀφοῦ «δὲν ὑπάρχει θεολογία ποὺ μᾶς χωρίζει»![34]
Ἀναγνωρίζει τὶς χειροτονίες τῶν Ἀγγλικανῶν.[35]
Τὸ 1991 στὸ Μπάλαμαντ τοῦ Λιβάνου ἀποδέχτηκε τὰ μυστήριατῶν παπικῶν καθὼς καὶ τὴν Οὐνία…».[36]
Στὸ συνέδριο τοῦ Π.Σ.Ε., τὸ 2006, στὸ Porto Alegre, ἀποδέχτηκε τὴν κοινὴ δήλωση μὲ τοὺς Προτεστάντες, ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνο Μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὅτι οἱ 348 ἐκκλησίες-μέλη τοῦ ΠΣΕ- εἶναι γνήσιες ἐκκλησίες. Μία δὲ ἀπὸ αὐτὲς εἶναι καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία! Οἱ ποικίλες αἱρετικὲς διδασκαλίες τῶν Προτεσταντῶν θεωροῦνται ὡς διαφορετικοὶ τρόποι ἐκφράσεως τῆς ἰδίας πίστεως καὶ ὡς ποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δεχόμενοι ἔτσι ὅτι τελικὰ δὲν ὑπάρχουν αἱρέσεις!! «Αὐτὲς οἱ ἐκκλησίες καλοῦνται νὰ συμβαδίζουν ἀκόμη καὶ ὅταν διαφωνοῦν».[37]
Μὲ τὰ παραπάνω δεδομένα ἀρνεῖται τέσσερα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως.
Εἶναι Ἁγιομάχος καὶ Πατρομάχος. Εἶπε: «Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν (τὸ Σχίσμα) προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεωςκαὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὀφείλομεν ἐνώπιον Αὐτοῦ ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων»!!![38]
Εἶναι ἀπροκάλυπτα ἁγιομάχος. Αὐτὸς ὅμως ποὺ βλασφημεῖ τοὺς Ἁγίους εἶναι ἀντίχριστος.[39]
Δηλώνει ὅτι εἶναι «εὐλογημένη» ἡ Συναγωγὴτῶν Ἑβραίων. Γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο βεβαίως, ἡ Συναγωγὴ «εἶναι χῶρος δαιμονίων ποὺ συνάζονται οἱ σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ θεομάχοι»[40]

Τέταρτον.

Ὁ π. Εἰρηναῖος στὸ 1:16:14’ εἶπε: «στεναχωριέμαι γιὰ τὰ κείμενα ποὺ ὑπεγράφησαν στὸ Balamand, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ Ὀρθόδοξοι ἀναγνωρίσαμε μυστήρια στοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς». 
Ὁ Σεβασμιότατος στὸ 1:19:39’ προσπάθησε νὰ μετριάσει τὸν πόνο τοῦ π. Εἰρηναίου λέγοντας ὅτι : «Τὰ κείμενα τοῦ Balamand ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ τὶς Τοπικὲς Συνόδους.»

Ἀπάντηση.

Τόσο ψυχρὰ καὶ ἀδιάφορα διαχειρίζεστε ζητήματα γιὰ τὰ ὁποῖα κάποτε, κάποιες χιλιάδες Ὁμολογητῶν τῆς Πίστεως ἔχαναν καὶ τὴν ζωή τους. Ἀκριβῶς ὅπως περιγράφει ὁ Κύριος, τὴν φυγὴ τῶν μισθωτῶν ποιμένων ὅταν ἔρχεται ὁ λύκος. Ἀκόμα ὅμως κι αὐτὴ ἡ ἄχρηστη λύπη σας εἶναι μία ἀπάτη, γιατὶ στὴν πράξη κάνετε ἀποδεκτὰ τὰ μυστήρια αὐτά, ποὺ -γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου καὶ στὴν θεωρία τάχα- δὲν παραδέχεστε. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ζήτησε τὴν λύπη σας καὶ οὔτε τὴν χρειάζεται. Ἡ Ἐκκλησία σᾶς ἔβαλε στὴ θέση τῶν ποιμένων, γιὰ νὰ πράξετε τὸ καθῆκον σας προστατεύοντάς την ἀπὸ τὴν αἵρεση. Ἃν δὲν τὸ πράξετε, θὰ κριθεῖτε ὡς φονιάδες καὶ θὰ δώσετε λόγο γιὰ τὸ αἷμα αὐτῶν ποὺ θανατώνονται πνευματικὰ, ἀπὸ τὴν δηλητηριασμένη τροφὴ τῆς αἵρεσης μὲ τὴν ὁποία τοὺς τρέφετε. [41]

Πέμπτον.

Ὁ Πρωτοσύγκελλος κ. Δαμασκηνός στὸ 1:27:49’ εἶπε: «Κανεὶς δὲν εἶναι πάνω ἀπὸ τἠν Σύνοδο, πάνω ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, πάνω ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους.»

Ἀπάντηση.

Δυστυχῶς γιὰ ἐσᾶς κ. Δαμασκηνὲ, πάνω ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο καὶ Πατριάρχη βρίσκονται πολλὰ ποὺ ἀγνοεῖτε. Βρίσκεται ἡ Ἀλήθεια ὅπως ἐκφράστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ, τὴν Ἱερὰ Παράδοση, τὴν διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων, τῶν Ὁμολογητῶν, τῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Ὁ κάθε Πατριάρχης καὶ Ἐπίσκοπος εἶναι ἕνας προσωρινὸς διακομιστὴς καὶ διάκονος τῆς Ἀλήθειας καὶ ὄχι ὁ παραγωγὸς, διασκευαστὴς καὶ ἰδιοκτήτης της. Ἃν δὲν τὴν μεταλαμπαδεύει ἀκέραιη καὶ ἀνόθευτη ὅπως τὴν παρέλαβε, εἶναι ἕνας λύκος μὲ ἔνδυμα προβάτου. [42]

Ἕκτον.

Ἐπίσης, ὁ Πρωτοσύγκελλος κ. Δαμασκηνὸς στὸ 1:28:53’ εἶπε : «Ὁ π. Σάββας μοῦ εἶπε “γιὰ θέματα πίστεως δὲν ρωτάω κανέναν”. Καὶ ὁ κ. Δαμασκηνὸς συνέχισε: «Αὐτὸ τὸ ἕνα γραμμάριο δηλητήριο διοχετεύτηκε στὴν πόλη μας καὶ στὴν μητρόπολή μας ἀπὸ κάποιον ἄνθρωπο ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του σούπερ ὀρθόδοξο καὶ προστάτη τῆς ἐκκλησίας καὶ πάνω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία…».

Ἀπάντηση.

Εὐτυχῶς ποὺ ἔχω σὰν σύμβουλο καὶ ὁδηγὸ στὴν πνευματικὴ ζωὴ μου ὅλη τὴν Παρακαταθήκη τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὄχι τὸν κ. Δαμασκηνὸ. Κάνω ὑπακοὴ λοιπὸν στὸν φυσικὸ προϊστάμενό μου Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακας ποὺ μᾶς διδάσκει: «Ὅσα ἐναντιοῦνται φανερὰ τοῖς θείοις προστάγμασι δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ ἐρωτῶμεν, μήτε νὰ λαμβάνωμεν περὶ αὐτῶν συμβουλήν, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀποφεύγομεν ὅλαις ἡμῶν ταῖς δυνάμεσιν».[43]
Ἀλλὰ ἂς γνωρίζετε καὶ αὐτὸ: ἔχω Γέροντα ποὺ ὄντως κάνω ὑπακοή καὶ μὲ δίδαξε τὴν μοναχικὴ πολιτεία, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ πῶ τό ἴδιο καὶ γιὰ τὴν καθηγουμένη, τὸν π. Εἰρηναῖο καὶ τὸν π. Δαμασκηνὸ.

Ἕβδομον.

Ὁ Μητροπολίτης στὸ 1:33:16’ ἀνέφερε τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου λέγοντας: «Ὁ ποιῶν ἄνευ γνώμης Ἐπισκόπου διάβολος ἐστί» καὶ ὅτι: «καθῆκον τοῦ μοναχοῦ εἶναι νὰ προσεύχεται». (ὑπονοώντας ὅτι ἐγὼ ἔχω ξεφύγει ἀπὸ τὰ ὅρια τῶν καθηκόντων μου)

Ἀπάντηση.

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἐπισημαίνει τὴν ἐξέχουσα θέση τοῦ Ἐπισκόπου στὴν Ἐκκλησία. Ὅτι εἶναι «τύπος Χριστοῦ» , ὅτι «χωρὶς αὐτὸν δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία»,[44] ὅτι «χωρὶς τὸν Ἐπίσκοπο μὴν κάνετε τίποτα»[45]κ.λ.π. 
Οἱ Ἐπίσκοποι τὸ προβάλλουν αὐτὸ γιὰ νὰ κλείσουν τὰ στόματα τῶν ἐλεγχόντων. Ὅμως αὐτὰ ὁ Ἅγιος τὰ λέει μὲ μία αὐτονόητη προϋπόθεση, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος δὲν εἶναι «μισθωτός» καὶ «ψευδοδιδάσκαλος», γιατὶ ἂν ἀναφέρεται καὶ σὲ αὐτούς, τότε ἔρχεται σὲ λογική καὶ φανερὴ ἀντίφαση μὲ τὸν Κύριό μας καὶ τὸν ἀπ. Παῦλο, πρᾶγμα ἀδύνατο. Ὁ Ἅγιος ἐννοεῖ μόνο τόν «ἄξιο» Ἐπίσκοπο ποὺ καταφέρνει νὰ κάνει τὸ ποίμνιό του νὰ ζεῖ χωρὶς τὴν ἐπιρροὴ καμμίας αἵρεσης. [46]
Τὸ διευκρινίζει, ἀλλὰ οἱ Ἐπίσκοποι τὸ ἀποκρύπτουν. Λέει ὁ Ἅγιος ὅτι αὐτὰ ἀφοροῦν ὄχι τόν τυχόντα Ἐπίσκοπο, ἀλλὰ αὐτὸν ποὺ «δὲν ἀπέκτησε μόνος του, οὔτε μέσῳ ἀνθρώπων τὴν διακονία» (τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος). Δηλαδὴ ἐννοεῖ τόν Ἐπίσκοπο ποὺ εἶναι Θεόκλητος! Ἀλλοῦ πάλι λέει: «Νὰ εἶστε ἀχώριστοι ἀπὸ τὸν Χριστό, τόν Ἐπίσκοπο καὶ τὰ διδάγματα τῶν ἀποστόλων».[47]
Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι «τύπος» Χριστοῦ, ὄχι ἐξ αἰτίας μιᾶς ἀμετάκλητης συμβολαιογραφικῆς πράξης ἀποδοχῆς κληρονομιᾶς ποὺ κατατέθηκε στὸ Πρωτοδικεῖο, ἀλλὰ ἐξ αἰτίας τῆς ὑπόσχεσής του νὰ μεταλαμπαδεύσει στὸ ποίμνιο ἀνόθευτη τὴ σωτηριώδη διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Κατὰ τὴν χειροτονία του σὲ Ἐπίσκοπο ἄκουσε τὴν ἐντολή: «Λάβε τὴν παρακαταθήκην ταύτην καὶ φύλαξον αὐτήν, ἕως τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτε παρ’ Αὐτοῦ μέλλεις ἀπαιτεῖσθε αὐτήν». Μόνο ὅταν φυλᾶνε τὴν Παρακαταθήκη εἶναι «εἰς τύπον Χριστοῦ». Ἐκτὸς καὶ ἂν τύπος -πρότυπο- Χριστοῦ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὁ κακόδοξος ποὺ διαστρέφει τὴν διδασκαλία Του![48]
Οἱ άληθινοὶ Ἐπίσκοποι στοὺς ὁποίους κάνουμε ὑπακοὴ εἶναι αὐτοὶ ποὺ δὲν μεταβάλλουν τὴν Πίστη ἀλλὰ τὴν μεταφέρουν στὸ ποίμνιο ἀτόφια, χωρὶς παραλλαγές καὶ ἐπινοήσεις κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιο. «Κατὰ τὴν παραδοθεῖσαν ἡμῖν παρὰ τῶν Πατέρων Ἀποστολικὴν πίστιν παρέδωκα, μηδὲ ἔξωθεν ἐπινόησα, ἀλλ’ ὅπερ ἔμαθον ἐνεχάραξα συμφώνως τὰς Ἁγίας Γραφάς».[49]

Γιὰ δὲ τὸ καθῆκον τοῦ Μοναχοῦ, βεβαίως αὐτὸ εἶναι τὸ νὰ προσεύχεται. Σὲ περιόδους ὅμως ποὺ ἡ πίστη κινδυνεύει, τότε ἔχει ὑποχρέωση νὰ μὴ σιωπᾶ, κατὰ τὴν θεωρητικὴ καὶ βιωματικὴ διδασκαλία χιλιάδων Ὁμολογητῶν Μοναχῶν καὶ Ἁγίων. Μπορεῖτε νὰ ἀνατρέξετε στοὺς Συναξαριστὲς, γιὰ τὶς ἀμφιβολίες σας.

Ὄγδοον.

Ὁ Μητροπολίτης στὸ 1:33:03’ εἶπε: «Ὅταν δὲν ἀναγνωρίζεις Ἐπίσκοπο θέτεις τὸν ἑαυτὸ σου ἐκτὸς ἐκκλησίας … αὐτοὶ ποὺ παύουν τὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη ἢ Ἐπισκόπου θέτουν τὸν ἑαυτὸ τους ἐκτὸς ἐκκλησίας…».

Ἀπάντηση.

Ὁ Σεβασμιότατος ἢ δὲν τὰ ξέρει καλὰ ἢ καλά τὰ ἀποκρύπτει.

Ὁ 3ος Κανὼν τῆς Γ΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπιτάσσει: «Νὰ μὴν εἶναι ὑποκείμενοι οἱ κληρικοὶ στοὺς Ἐπισκόπους ποὺ ἔχουν ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία». Ἐδῶ φυσικὰ ἐννοοῦνται οἱ μὴ καταδικασμένοι συνοδικῶς Ἐπίσκοποι, γιατὶ ἂν εἶχαν καταδικαστεῖ συνοδικά, θὰ εἶχαν καθαιρεθεῖ, καί δὲν θὰ νοοῦνταν ἡ ὑπακοὴ σὲ αὐτούς, ἀφοῦ θὰ βρίσκονταν ὡς καθηρημένοι ἐκτὸς τῆς διοικητικῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες. ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς»,[50]ἀναφέρει τὰ ἑξῆς γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους: «Ἐὰν οὖν τινα ἴδῃς ἀδελφέ, ὅτι ἔχει σχῆμα σεμνοπρεπές, μὴ πρόσχῃς, ὅτι ἐνδέδυται κώδιον προβάτου, ὅτι ὄνομα ἔχει πρεσβυτέρου, ἢ ἐπισκόπου, ἢ διακόνου, ἢ ἀσκητοῦ, ἀλλὰ τὰς πράξεις αὐτοῦ περιέργασαι· εἰ ἔστι σώφρων, εἰ ἔστι φιλόξενος, ἢ ἐλεήμων, ἢ ἀγαπητικός, ἢ ἐν προσευχαῖς καρτερικὸς ἢ ὑπομονητικός. Εἰ ἔχει κοιλίαν θεόν, καὶ τὸν φάρυγγα ᾅδην, νοσῶν χρήματα, καὶ καπηλεύων τὴν θεοσέβειαν,ἄφες αὐτόν· οὐ γάρ ἐστι ποιμὴν ἐπιστημονικός, ἀλλὰ λύκος ἁρπακτικός. Εἰ δὲ οἶδας τὰ δένδρα δοκιμάζειν ἀπὸ τῶν καρπῶν, ποῖά ἐστι τῇ φύσει, τῇ γεύσει, τῇ ποιότητι, πολλῷ μᾶλλον ἀπὸ τῶν ἔργων ὀφείλεις δοκιμάζειν τοὺς Χριστεμπόρους, ὅτι, φοροῦντες φημάριον εὐλαβείας, ψυχὴν κέ-κτηνται διαβολικήν. Εἰ δὲ καὶ ἀπὸ ἀκανθῶν οὐ συλλέγεις σταφυλάς, ἢ ἀπὸ τριβόλων σῦκα, τί ὑπολαμβάνεις, ὅτι ἀπὸ παραβατῶν ἔχεις τι ἀγαθόν ἀκοῦσαι, ἢ ἀπὸ προδοτῶν μαθεῖν τι χρήσιμον; Ἐκείνους τοίνυν ἀποστρέφου ὡς λύκους Ἀραβικούς, καὶ ἀκάνθας παρακοῆς, καὶ τριβόλους ἀδικημάτων, καὶ δένδρα πονηρά. Ἐὰν ἴδῃς συνετόν, κατὰ τὴν συμβουλεύουσαν σοφίαν, ὄρθριζε πρὸς αὐτόν, καὶ σταθμοὺς θυρῶν αὐτοῦ ἐκτριβέτω ὁ πούς σου, ἵνα παρ’ αὐτοῦ διδαχθῇς νόμου σκιαγραφήματα, καὶ χαρίτων δωρήματα».[51]
Ὅταν λοιπὸν ἡ αἵρεση καταπιεῖ τοὺς ποιμένες καὶ δὲν ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι σὲ κάποιο τόπο, ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ πιστοὶ συνεχίζουν τὴν ζωήν τους. Τότε ὑπάρχει Ἐκκλησία καὶ χωρὶς Ἐπίσκοπο.

Ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια, κι ὄχι ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ὁ Ἐπίσκοπος. «Δὲν ἀνήκουν στὴν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅσοι δὲν βρίσκονται στὴν ἀλήθεια» κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ[52]. 
Φυσικὰ ὑπάρχει ἡ φωτοβολίδα τοῦ ΙΕ΄Κανόνα τῆς ΑΒ’ Συνόδου ἐπὶ Μ. Φωτίου, ποὺ ὄχι δείχνει ὅτι ὑπάρχει ἐκκλησία χωρίς τὸν κακόδοξο Ἐπίσκοπο, ἀλλὰ καὶ ἐπιβραβεύει τοὺς πιστοὺς ποὺ φεύγουν ἀπὸ αὐτὸν.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στὴν ἀναίρεση τοῦ γράμματος τοῦ Πατριάρχου Ἰγνατίου, ἀμφισβητεῖ εὐθέως τὸ ἀξίωμα τοῦ Ἐπισκόπου, ὅταν αὐτὸς δὲν βρίσκεται ὑποταγμένος στὴν Ἀλήθεια: «Καὶ γὰρ οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί· καὶ οἱ μὴ τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδὲ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας εἰσί, καὶ τοσοῦτο μᾶλλον, ὅσον ἂν καὶ σφῶν αὐτῶν κατά-ψεύδοιντο, ποιμένας καὶ ἀρχιποιμένας ἱεροὺς ἑαυτοὺς καλοῦντες καὶ ὑπ’ ἀλλήλων καλούμενοι (ὅσο κι ἂν προσφωνοῦνται ψευδῶς μεταξύ τους ὡς Ἐπίσκοποι καὶ Ἀρχιεπίσκοποι)· μηδὲ γὰρ προσώποις τὸν χριστιανισμόν, ἀλλ’ ἀληθείᾳ καὶ ἀκριβείᾳ πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα (γιατὶ ἐμεῖς δὲν μυηθήκαμε στὸν χριστιανισμὸ μὲ βάση τὰ πρόσωπα, ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀκρίβεια τῆς πίστεως)».[53] 
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, λοιπόν, τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὸ φρόνημα τοῦ Ἐπισκόπου ἐξετάζει, προκειμένου νὰ τὸν ἐντάξει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὴν ἀπόφαση τῆς Συνόδου.[54]

Σὲ ἐπιστολή του ὁ Μ. Βασίλειος, ἡ ὁποία ἐπιγράφεται «Τοῖς ἐν Ταρσῷ Πρεσβυτέροις», διδάσκει στοὺς Πρεσβυτέρους τῆς Ταρσοῦ νὰ μὴν δέχονται σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν ὅτι εἶναι κτίσμα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Μάλιστα, ἐπαναλαμβάνει καὶ λέει ὅτι, προκειμένου νὰ ἐπικοινωνήσουν ἐκκλησιαστικά, νὰ ζητοῦν ὁμολογία πίστεως σὲ δύο πράγματα. Πρῶτον, ἂν συμφωνοῦν μὲ τὶς ἀποφάσεις τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου καὶ δεύτερον, ἂν ὁμολογοῦν ὅτι δὲν εἶναι κτίσμα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἂν δέ, δὲν ὁμολογήσουν καὶ τὰ δύο αὐτά, νὰ μὴν ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ αὐτούς[55] χωρὶς νὰ ἐξαιρεῖ τοὺς Ἐπισκόπους. Χρήσιμο καὶ ἀναγκαῖο εἶναι νὰ πῶ ὅτι, αὐτὴ ἡ διδασκαλία τοῦ Μ. Βασιλείου, λαμβάνει χώρα πρὶν συνέλθει ἡ Β΄Οἰκουμε-νικὴ Σύνοδος γιὰ τὴν τελικὴ καταδίκη τῆς αἱρέσεως τῶν Πνευματομάχων. Ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο δὲν ἐπικοινωνοῦσε ἐκκλησιαστικὰ μὲ ὅσους εἶχαν κάποια αἱρετικὴ διδασκαλία, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τοὺς ἀναθεμάτιζε, ἔστω καὶ ἂν δὲν εἶχε κατάδικασθεῖ ἡ αἵρεση ἀπὸ Σύνοδο. [56]

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγοντας, «ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ ἐστιν ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἢ µετ΄ αὐτοὺς ἐμβληθῆναι ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός»,[57] καταδεικνύει τὴν δυνατότητα τοῦ πιστοῦ νὰ ἀπομακρύ-νεται ἀπὸ τὸν κακὸ Ἐπίσκοπο γιὰ τὴν πνευματικὴ του προστασία.

Συνεπῶς Σεβασμιότατε, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ἀναρωτηθήκατε, «μᾶλλον ἄλλη θεολογία σπουδάσατε».

Ἔνατον.

Ἡ Ἡγουμένη Θεοξένη ἀνέφερε στὸ 1:36:57’ : «Μὀνο ἡ Σύνοδος ἀποφασίζει τὶ εἶναι αἵρεση καὶ ποιὸς εἶναι αἱρετικός κι ὄχι ὁ καθένας, ἀκόμα κι ἂν εἶναι Ἐπίσκοπος. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀσφάλεια στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας». Τὸ ἴδιο ἀνέφερε καὶ ὁ Μητροπολίτης στὸ 1:41:17’.

Ἀπάντηση.

Ἐδῶ συμφωνοῦμε ἀπόλυτα τουλάχιστον ρηματικὰ. Χρειάζεται ὅμως νὰ δοῦμε ποιὸς ἐξαπατᾶ μὲ τὰ λόγια του.

Ἡ Γ΄Οἰκουμενικὴ Σύνοδος μὲ τὸν ζ΄ Κανόνα της ὁρίζει ὅτι: «Σὲ κανέναν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ προσθέτει ἢ νὰ ἀφαιρεῖ ὁτιδήποτε ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ ὅποιος τολμήσει νὰ πράξει κάτι τέτοιο, ἂν μὲν εἶναι κληρικὸς νὰ ἀφορίζεται, ἂν δὲ εἶναι λαϊκὸς νὰ ἀναθεματίζεται». Εἶναι λοιπὸν οἱ παπικοὶ ἀφορισμένοι καὶ ἀναθεματισμένοι ποὺ πρόσθεσαν τὸ filioque; Ἐσεῖς ἤ ἐγώ τοὺς ἀντιμετωπίζω ὅπως ἐπιτάσσει ἡ Γ΄Οικουμενική ;

Tὸν Παπισμὸ καταδίκασαν ἡ Σύνοδος τοῦ 1009; Τοῦ 1054; Τοῦ 1089 στὴν Κωνσταντινούπολη; Τοῦ 1170-1178; Τοῦ 1273 στὴν Κωνσταντινουπόλη; Τοῦ 1324 στὸ Νυμφαῖο; Ἡ Θ΄Οἰκουμενικὴ τοῦ 1341-1351 στὴν Κωνσταντινούπολη; Τοῦ 1441 στὴ Ρωσία; Τοῦ 1443; Τοῦ 1672 στὰ Ἱεροσόλυμα; Τοῦ 1484; Τοῦ 1642; Τοῦ 1672; Τοῦ 1722; Τοῦ 1727; Τοῦ 1838; Τοῦ 1848; Τοῦ 1895 στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τέλος τὸ Πανορθόδοξο Συνέδριο στὴ Μόσχα τὸ 1948;Μετὰ ἀπὸ τόσες Συνοδικὲς ἀποφάσεις γιὰ τὰ ἀντίθεα παπικὰ ἀνοσιουργήματα, τολμᾶτε νὰ ὀνομάζετε τὸν Παπισμὸ «ἀδελφὴ ἐκκλησία»καὶ κρίνετε ἐμένα ὡς «συγχυσμένο» καὶ «ἀνισόρροπη φωνή ποὺ φωνασκεῖ»(1:40:17’) ἐπειδὴ τηρῶ τὶς θεμελιώδεις ἀρχές τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἐγὼ ἐξαπατῶ τὸν λαὸ ἤ ἐσεῖς;

Δέκατον.

Ἡ Ἡγουμένη Θεοξένη ἀνέφερε στὸ 1:38:14’ : «Ποιοὶ εἶναι οἱ αγιορεῖτες Πατέρες;… Ἡ ἐκκλησία δὲν ἀναγνωρίζει τὴν ὕπαρξη ἁγιορειτῶν Πατέρων παρὰ μόνο τὴν διοικητικὴ δομὴ τῶν ἡγουμένων τῶν μοναστηριῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους…. π.χ. “Μοναχὲς τῆς Κρήτης” δὲν σημαίνει τίποτα… δὲν ἔχει καμμία ἀξία μέσα στὴν ἐκκλησία αὐτὸ».

Ἀπάντηση.

Γιὰ τὴν γερ. Θεοξένη ὁ μοναχὸς (ἤ ἕνα σύνολο μοναχῶν) ἔχει ὑπόσταση καὶ ἀξία παρὰ μόνο διὰ τοῦ ἡγουμένου του. Ἡ γερόντισσα δὲν αἰσθάνεται, ὁ μοναχὸς νὰ ἔχει καμμία πνευματικὴ ὑπευθυνότητα, διάσταση καὶ ὑπόσταση ἂν δὲν ὑπάρχει ἡ διοικητικὴ καὶ ἐξουσιαστικὴ ὑπογραφὴ τοῦ προϊσταμένου. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἐκφράζει τὸν Ἰησουϊτικὸ, ἤ Δομινικανὸ, ἤ Φραγκισκιανὸ μοναχισμὸ, ὄχι ὅμως τὸν Ὀρθόδοξο. Ὁ πρύτανης τοῦ Ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας γράφει: «Μόνο ἂν τύχει αἱρετικὸς λόγος πάνω στὸ δένδρο τῆς πίστεως καὶ στὰ κλαδιά του, τότε δὲν πρέπει νὰ κρατιώμαστε ταπεινοί, οὔτε νὰ κρύβεται μὲ σιωπὴ ἡ ἀλήθεια καὶ νὰ φθείρεται ἡ πίστη καὶ νὰ καταφρονῆται ἡ ὀρθοδοξία σὰ νὰ ἦταν ἄφωνο ψάρι, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἀπαντᾷ στοὺς ἀντιθέτους γιὰ νὰ φαίνεται τὸ φῶς καὶ νὰ φεύγει τὸ σκοτάδι ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ μὴν κολάζονται».[58]
Ἡ γερ. Θεοξένη ἐκφράζει τὸ ἀντίστοιχο τῆς ἐπισκοποκεντρικῆς στάσης στὸν χῶρο τοῦ μοναχισμοῦ, γι’ αὐτό καὶ ἦταν πολύ κατάλληλο πρόσωπο νὰ συμμετάσχει σὲ αὐτὴ τὴ Σύνοδο. Στὴν ἀρχαία ἐκκλησία οἱ πιστοὶ ἔλεγξαν τὸν Ἀπ. Πέτρο, γιατὶ συνέφαγε μὲ ἀπερίτμητους (Πράξ. 11,3) καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος δίνει ἐντολὴ στοὺς πιστοὺς νὰ ὑπενθυμίζουν στὸν Ἄρχιππο, ποὺ ἦταν Ἱερέας, τὴν διακονία του (Κολ. 4,17). Γιὰ τὴν γερόντισσα Θεοξένη, ὁ ἔλεγχος ἀπὸ ἕναν ἤ μία ὁμάδα μοναχῶν δὲν ἔχει καμμία ἀξία! Προφανῶς βαδίζει σὲ ἄλλον μοναχικὸ δρόμο, ξένο ἀπὸ αὐτόν τῶν Ὀρθοδόξων Ὁσίων.

Ἐνδέκατον.

Ὁ π. Εἰρηναῖος εἶπε στὸ 1:42:37’ : «Ἂν σχίσεις τὴν ἐκκλησία, καλύτερα νὰ χαθεῖς κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο» .

Ἀπάντηση.

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι κριτήριο καὶ καθῆκον ἑνότητος στὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἡ κοινωνία μόνο, ἀλλὰ πρωτίστως ἡ κοινὴ πίστη. «Ὅταν πάντες ὁμοίως πιστεύομεν τότε ἑνότης ἐστίν (ὑπάρχει)».[59] Πρῶτα προσβάλεται ἡ κοινὴ πίστη καὶ μετὰ ἡ κοινωνία. Τὴν παρέκκλιση ὅμως στὴν κοινὴ πίστη, ὅταν τὴν προκαλοῦν οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποι, τὴν ἀποενοχοποιοῦν καὶ ἐνοχοποιοῦν τοὺς συμμετέχοντες στὸ ἑπόμενο νόμιμο στάδιο, δηλ. αὐτὸ τῆς ἀντίδρασης καὶ διακοπῆς τῆς κοινωνίας. Ὁ Μ. Φώτιος σὲ μία ἐπιστολή του μᾶς πληροφορεῖ γιὰ μία Ἀποτείχιση ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν Καισάρεια. Τὸ ἀξιοσημείωτο εἶναι, ὅτι θεωρεῖ ἀποστάτη τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Καισαρείας Παῦλο καὶ ὄχι τοὺς ἀποτειχισμένους. Διότι ἔγινε προδότης τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως καὶ οἱ πιστοὶ ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ αὐτόν, τὸν ἀποστρέφονταν τελείως καὶ οὔτε «“χαίρετε” δὲν τοῦ ἔλεγαν».[60] 
Μὲ γνώμονα τὴν ἐπιβεβαίωση τοῦ Μ. Βασιλείου, ὅτι: «Οὐχ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν διατέτμηται μόνον,(ἡ Ἐκκλησία) ἀλλὰ καὶ ὑπὸ τῶν τὰ αὐτὰ φρονεῖν ἀλλήλοις λεγόντων διασπᾶται»[61], ἤθελα νὰ σᾶς ἐνημερώσω ὅτι ἐσεῖς κάνετε σχίσμα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τῶν κακόδοξων διδασκαλιών σας.

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος θεωρεῖ ἐκπεσόντα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὴ ἀκόμα τὴν ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ, ὅποιον ξεφεύγει ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Παράδοση.[62] 
Δὲν προστατεύει μὲ εἰδικὲς ρυθμίσεις τοὺς Ἐπισκόπους. Δὲν μέμφεται ὡς τάχα σχισματικούς, οὔτε ἀπειλεῖ αὐτοὺς ποὺ ἐλέγχουν καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τοὺς κακοδόξους Ἐπισκόπους. «Ὅσοι κοινωνοῦν μαζὶ μὲ τοὺς αἱρετικούς, αὐτοὶ ὡς ἀληθῶς ἀποσχίζονται τῆς Ἐκκλησίας»,[63] λέει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, καὶ ὄχι αὐτοὶ ποὺ διακόπτουν τὴν κοινωνία μὲ αὐτούς. «Δὲν εἶναι παντοῦ ἡ ὁμόνοια καλὸ πράγμα, γιατὶ καὶ οἱ ληστές συμφωνοῦν μεταξύ τους», διασαφηνίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.[64]

«Ἐὰν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ἀκολουθοῦσαν κατὰ γράμμα τοὺς ἐπισκόπους, σὲ ὅλα, οὔτε Ἐκκλησία, οὔτε καὶ ὀρθόδοξος χριστιανὸς θὰ ὑπῆρχε!» ἔλεγε ὁ ὅσιος Φιλόθεος Ζερβᾶκος. Καὶ προσέθετε: «Ἐὰν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἀκολουθοῦσαν τοὺς πατριάρχες καὶ ἐπισκόπους· Ἀπολιναρίους, Μακεδονίους, Εὐτυχεῖς, Διοσκόρους, Σαββελίους, Σεβήρους, Εὐσεβίους καὶ πολλοὺς ἄλλους καὶ δεχόνταν τὰ φρονήματά τους, ποῦ τότε Ὀρθοδοξία; Ποῦ χριστιανὸς εὐσεβὴς καὶ ὀρθόδοξος; Καὶ τί λέγω ἀνθρώπους πατριάρχες καὶ μητροπολίτες καὶ δὲν λέγω Συνόδους ἀπὸ 100, 200 καὶ 348 μητροπολίτες καὶ ἐπισκόπους ἀποτελούμενες;!!» [65]

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης διδάσκει: «Οἱ μὲν (αἱρετικοὶ) τέλεον περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν. οἱ δὲ εἰ καὶ τοῖς λογισμοῖς οὐ κατεποντίσθηκαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται (ἐξ αἰτίας τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ χαθοῦν μαζί τους)».[66]
Θεωρεῖ «προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας τὸ νὰ παραμένει κάποιος ἐν κοινωνίᾳ μὲ τὸν κακοδοξοῦντα ἐπίσκοπόν του».[67]
Αὐτές οἱ Πατερικές θέσεις ἐνσωματώθηκαν καὶ στὰ Πρακτικὰ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Ὅποιος δικαιώνει αἵρεση ἂς εἶναι ἀναθεματισμένος».

Πῶς κάνουμε ἐμεῖς σχίσμα ὅταν ὑπακοῦμε τὸν Μ. Ἀθανάσιο ποὺ λέει: «Εἰ δέ τις προσποιεῖται ὁμολογεῖν μὲν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις (ἂν κάποιος προσποιούμενος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστι, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς) τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιούτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· (καὶ ἐὰν σᾶς ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς -καὶ τὸ πράξει- νὰ τὸν ἔχετε ὡς ἀδελφὸ σας) ἐὰν δὲ φιλονίκως ἐπιμένῃ τὸν τοιοῦτον παραιτῆσθε (ξεκόψτε ἀπὸ αὐτόν)».[68]

Καὶ πῶς θὰ ἀπορρίψουμε τὴν διδαχὴ τοῦ Ἁγίου Μελέτιου τοῦ Γαλησιώτη ποὺ λέει: «Αἱρετικοί εἰσιν οἱ λατίνοι καὶ οἱ συγκοινωνοῦντες αὐτοῖς ἀπόλλυνται…»; [69]
Καὶ πῶς μᾶς λέτε νὰ ἀγνοήσουμε τὸν Μ. Ἀθανάσιο ποὺ ἐπιτάσσει: «μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν»; [70]

Ἔτσι λοιπὸν συντασσόμαστε μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο ποὺ τονίζει ὅτι: «καλύτερος εἶναι ὁ χωρισμὸς (τὸ σχίσμα) ὑπὲρ τῆς εὐσεβεἰας, παρὰ ἡ έμπαθὴς ὁμόνοια».[71]

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

«Ἀλλοίμονο σὲ ὅσους μολύνουν τὴν Ἁγία Πίστη μὲ αἱρέσεις ἢ 
συγκαταβαίνουν στοὺς αἱρετικούς», 
 Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος.[72]


Μετὰ τιμῆς, ἀγάπης καὶ ἀληθινῆς ὁμολογίας πίστεως,
Μοναχὸς Σάββας Λαυριώτης

[1] Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Πηδάλιον, Α΄ Κανὼν τοῦ Μ. Βασιλείου, σ. 587.

[2] Ἁγίου Ἀθανασίου λθ΄ ἑορταστικὴ ἐπιστολὴ

[3] Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ΕΠΕ 1, σ.68.

[4] Βλ. Ι.Ρίζου, «Οι ληστές της Θείας διδασκαλίας» Μέρος Α΄σελ.90

[5] Μ. Ἀντωνίου, PG τ. 26, στλ. 969C-972Α

[6] PG 32, 897

[7] PG 45, 249 καὶ PG 54, 572 – 573

[8] PG 89, 77

[9] Ἀπολογία πρὸς Κωνστάντιον

[10] Μ. Ἀθανασίου, Ἑρμηνεία εἰς τὸν ρλη΄ Ψαλμόν, PG 27

[11] Ι.Ρίζου, «Οι ληστές…Μέρος Α΄σελ.26 κ.ε.

[12] Mansi, 37, 209

[13] Σύμβολον τῆς Πίστεως Ἁγίου Ἀθανασίου.

[14] Ἰω. Χρυσόστομος., ΕΠΕ 29, σ.460 – 464

[15] Ι.Ρίζου, «Οι ληστές…Μέρος Α΄σελ.138.

[16] Ό.ά.σελ.140

[17] Ό.ά.σελ.142-151

[18] ΕΠΕ 30,340

[19] Μεγ. Ἀθανασίου, Πίστις τῶν Ἁγίων 318 Πατέρων, P.G. 28, 1641 BC

[20] PG 40., 940

[21] PG 48, 765

[22] Ἐκλογαὶ καὶ Ἀπανθίσματα, Λόγος Α΄, σ. 51, ἐκδ. μοναχοῦ Βίκτ. Ματθαίου 1973.

[23] «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 603, σελ. 15 καὶ «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 494, σελ. 23, Γενεύη 1994 . «Ἐπίσκεψις» 511/30-11-1994 καὶ «Ὀρθόδοξος Τύπος» 11-9-2009, «Ἀδέσμευτος Τύπος» (Μήτση) 21/9/2004, «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀριθ. 523, σ. 12, Γενεύη 1995.

[24] Ἐρώτηση πρὸς τὸν ὅσιο Ἐφραὶμ τὸν Σύρο: Πῶς ἔχει γραφεῖ γιὰ τοὺς αἱρετικούς, ὅτι μίσησα, Κύριε, ἐκείνους ποὺ σὲ μισοῦν; Καὶ ἀλλοῦ ἔχει εἰπωθεῖ ὅτι μισῆστε τοὺς αἱρε­τικοὺς σὰν ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπίσης, ἀλλοῦ ἔχει εἰπωθεῖ ὅτι δὲ θὰ μισήσεις κανέναν ἄνθρωπο; Ἀπάντηση. Τοὺς αἱρετικούς, ὡς βλάσφημους καὶ ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ, ἡ Γραφὴ δὲν τοὺς ὀνόμασε ἀνθρώπους, ἀλλὰ σκύλους καὶ λύκους καὶ γουρούνια καὶ ἀντίχριστους, ὅπως λέει ὁ Κύριος. «Μὴ δώσετε τὰ ἅγια στοὺς σκύλους»4. Καὶ ὁ Ἰωάννης λέει ὅτι «παρουσιάσθηκαν πολλοὶ ἀντίχριστοι». Αὐτοὺς λοιπὸν δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀγαποῦμε, οὔτε νὰ τοὺς συναναστρεφόμαστε, οὔτε νὰ προσευχόμαστε μαζί τους, οὔτε νὰ συντρώ­γουμε, οὔτε νὰ τοὺς δεχόμαστε στὸ σπίτι, οὔτε νὰ τοὺς χαιρετοῦμε, γιὰ νὰ μὴ γίνουμε συμμέτοχοι στὰ πονηρὰ ἔργα τους. “ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ – ΕΡΓΑ”, ΤΟΜΟΣ ΣΤ΄, ἐκδ. “Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας”, Α΄ἐκδ. 1995, σελ. 234-235.

[25] Ἀντιφώνηση πρὸς τὸν πρόεδρο τοῦ Ἰρὰν Mohamend Khatami στὶς 13-1-2002. «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 606, σ. 2 . «Ὀρθ. Τύπος», 15/3/2002. «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 563, σ. 21.

[26] www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3117&Itemid=2, Ἐκκλ. Πρακτορεῖο Εἰδήσεων www.amen.gr 20/1/2013.

[27] «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», 21/9/2003.

[28] Νέα Ὑόρκη, 28η Ὀκτ. 2009. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης παραλαμβάνει τὸ βραβεῖο «Μακκαβαίων» μὲ τὸ ὁποῖο τὸν «τίμησε» ἡ Ἑβραϊκὴ Συναγωγὴ τῆς πόλης.

[29] Ὁμιλία στὸ Μπαχρέϊν, στὶς 25−9−2000. «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 588, σελ. 16 καὶ ἀπὸ μήνυμα ποὺ ἔστειλε στοὺς Μουσουλμάνους ὅλου τοῦ κόσμου μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ Ραμαζανίου. Ρεπορτὰζ τοῦ Νίκου Παπαδημητρίου στὸ “Flash” στὶς 16.12.2001.

[30] Ἀρχιμ. Βαρθολομαίου Ἀρχοντώνη, Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Κανονικῶν Διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, Θεσ/κη 1970, σ. 15.

[31] «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀρ. 423, 15/7/1989, σ, 6-7.

[32] http://entoytwnika.blogspot.com/2011/03/blog-post_28.html#ixzz1cja7kdc6

[33] «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», ἀριθ. 640/31-10-2004: «Κοινὸν ᾿Ανακοινωθὲν τῆς 13ης συναντήσεως μεταξὺ Θεολόγων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως καὶ τῆς Εὐαγγελικῆς ᾿Εκκλησίας ἐν Γερμανίᾳ» (16-22.9.2004).

[34] http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=816

[35] Στεφανίδου Β., Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σ. 711.

[36] Πορίσματα Διορθόδοξου Συνεδρίου γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, Θεσσαλονίκη 2004, περ. «Θεοδρομία», τεῦχ. 4ο.

[37] «Ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἐπὶ εὐκαιρίᾳ τῆς 60ης ἐπετείου ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τοῦ Π.Σ.Ε.», Θεοδρομία 1 (Ἰαν.–Μάρτιος 2008) σ. 145.

[38] «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ» 15-6-1989, «Ἐκκλ. Ἀλήθεια» 16.12.1998 καὶ ἐφημερίδα «Νέοι Ἄνθρωποι» 26-2-1999.

[39] Ἀποκ. ιγ΄6.

[40] Λόγος Κατά Ιουδαίων, 2,4,6

[41] Ε.Π..Ε 31, 142-144

[42] ΒΕΠΕΣ 33,197

[43] Κλίμαξ, Λόγος Δ΄, Περὶ ὑπακοῆς, ρδ΄.

[44] Ιγνατίου Αντιοχείας , P.G. 5, 677A, P.G.5,70 , P.G.5, 676B

[45] Ιγνατίου Αντιοχείας , Προς Φιλαδελφείς 7,2

[46] Ό.ά. 12, 1 και Προς Εφεσίους 6,1

[47] Προς Τραλλιανούς 7,1

[48] Ι.Ρίζου, «Οι ληστές…» Μέρος Β΄,σελ. 148-9

[49] Ἁγ.Ἀθανασίου ἐπιστολὴ πρὸς Σεραπίωνα 1,33

[50] Ματθ. 7, 15.

[51] ΒΕΠΕΣ 33, 197.

[52] Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, «Ἅπαντα», Β΄, σ. 627.

[53] Ἀναίρεσις γράμματος Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Ε.Π.Ε. 3, 606 -Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα 2, 627, 10.

[54] Βλ. Ι.Ρίζου, «Οι ληστές…» Μέρος Β΄, σελ.149

[55] Ε.Π.Ε. 3,252.

[56] Ι.Ρίζου, ό.ά

[57] P.G. 35, 33.και Μ. Ἀθανασίου, Ἐκ τοῦ κατὰ αἱρέσεων, ΒΕΠΕΣ 33, 199.

[58] Κλίμαξ, Ἰωάννου Σιναΐτου, Λόγος κε΄, θ΄.

[59] Ε.Π.Ε. 20, σελ. 696-698.

[60] Ἐπιστ. ΚΣΤ΄ Παύλῳ γεγονότι ἀρχιεπισκόπῳ Καισαρείας καί ἀποστήσαντι, Ε.Π.Ε. 13, 290,25: «Κακός ἐγένου φίλοις καὶ θείου προδότης δόγματος, καὶ τῆς σῆς ὁμολογίας πολέμιος, εἶτα διερωτᾷς, τί δήποτέ σε οἱ εὐσεβεῖς ὡς ἐναγῆ ἀποστρέφονται, μηδὲ τῆς κοινῆς ἀξιοῦντες προσῥήσεως; (ὤ, τί σε δικαίως προσείπω;) φοβερὸν ἡγοῦνται καὶ τὸ διά τοῦ “χαίρειν” κοινωνῆσαι τοῖς ἔργοις σου τοῖς πονηροῖς»!

[61] Μ. Βασιλείου, Ἐπιστολὴ πρὸς Μέγα Ἀθανάσιο, P.G. 32, 425.

[62] Ε.Π.Ε. 1,45.

[63] P.G. 99, 1065CD.

[64] Ι,Χρυσοστόμου , Εἰς Ματθαῖον, ΙΕ΄,Ε.Π.Ε. 10,492.

[65] Ἀρχ. Φιλόθεου Ζερβάκου, Λόγοι πόνου καὶ ἀγάπης. Ἐκδ. “Ὀρθόδοξος Κυψέλη”.

[66] P.G.99, 1164A.

[67] P.G. 99, 1365

[68] Μ. Ἀθανασίου, Τοῖς τὸν μονήρι βίον ἀσκοῦσι…

[69] V.Laurent-j.Darrouzes, Dossier Grecde l; union de Lion, σελ.554,558,559

[70] TLG,Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 466, line15-28.

[71] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 6, 11, Εἰρηνικός 1

[72] Ἁγ. Ἐφραὶμ τοῦ Σῦρου, Λόγος Εἰς τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ.

ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΔΕΔΙΩΓΜΕΝΟΥΣ ΕΝΕΚΕΝ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ

Προς Ηγουμένους Ι.Μ. Μεγ. Λαύρας και Ι.Μ. Χιλανδαρίου,

Δεν θα εμπλακώ στα φιλοφρονητικά και υποκριτικά προσχήματα του τύπου “Πανοσιολογιώτατε, Άγιε Καθηγούμενε” κλπ. Σας έφαγαν οι τίτλοι. Σας εμώραναν οι θρόνοι. Σας ετύφλωσαν οι του Ιούδα μοιχειακοί ενηγκαλισμοί και οι βλάσφημοι παπόφιλοι λιβανισμοί. Σας εφούσκωσαν οι δαιμονόπνευστες κολακείες οι οποίες νεκρώνουν την παραμικρή εναπομείνασα αίσθηση εγρηγόρσεως του “γρηγορείτε και προσεύχεσθε”, την οποία εγρήγορση οφείλατε να διατηρείτε ακέραια ως μοναχοί και ασκητές, αφιερωμένοι υποτίθεται στο εξαγιαστικό και υψοποιό τρίπτυχο: “νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών…”

Σεις απεμπολήσατε τα χαρίσματα, θάψατε τα μύρια τάλαντα και πετάξατε στο κενό των απόκρημνων Αθωνικών βράχων τον μοναχικό σας όρκο, ώ μεγαλόσχημοι προδότες και προβατόσχημοι λύκοι. Μην περιμένετε “λόγους ευγενείας” από μένα. Δεν έμαθα να γλείφω ή να κολακεύω, ούτε αρέσκομαι να γαργαλίζω “ώτα μη ακουόντων”. Ο “υβριστής” Πανταζής θα ξαναχτυπήσει, μα όσο κι αν χτυπάς την πέτρα, πέτρα παραμένει και ύδωρ χάριτος δεν βγαίνει παρά μόνο αν είσαι Μωυσής και εκπηγάσης από τον “απόκρημνον βράχον πλουσίαν πηγήν ύδατος”.

“Εις τούτον τον (Αθωνικόν) βράχον τον μαστιζόμενον από (οικουμενιστικάς) θυέλλας και λαίλαπας και λικνιζόμενον από το πολυτάραχον και πολύρροιβδον κύμα” (του Κολυμβαρίου) δεν θα βρούμε πλέον ίχνος Ορθοδοξόσπορου δικαιοσύνης (Τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη).

Λάβατε τόσες άλλες αξιόλογες επιστολές με πόνο και αγάπη γραμμένες, μ’ ευγένεια και σεβασμό ντυμένες τις οποίες και αυτές πετάξατε στον κάλαθο των αχρήστων. Δυστυχώς δεν στάθηκαν ικανές να προσεγγίσουν και να ευαισθητοποιήσουν τας καρδίας των αείποτε τάχα “αγρυπνούντων υπέρ των ψυχών ημών”. Στου αιρεσιάρχου πατριάρχου σας το “δι’ ευχών” ανασταυρώνετε τον Υιόν και ποτίζετε Αυτόν όξος και χολή, την αποστάζουσα άφθονη και αρκετή από το αιματοβαμμένο σας πετραχίλι του μεγαλοσχήμου. Τί άλλο θα μπορούσα να προσθέσω ο πτωχός, ει μη μόνον την ΩΜΗ ΑΛΗΘΕΙΑ;

Δεν μονάσατε εσείς για την αγάπη του Χριστού, ουδέ για τον θείον πόθο της Περιβολάρισσας Παναγίας. Για πάρτη σας “αφιερωθήκατε” και ένδυμα προβάτου ενδυθήκατε, ω εγκάθετα πιόνια του Διεθνούς Σιωνισμού. Ιδού, αφίεται ο τόπος υμών έρημος! Χρηματοδοτείσθε από την Εωσφορική Μασονία και εμπλέκεσθε σε σκάνδαλα ουκ ολίγα. “Πονηροί και γόητες προκόπτοντες επί το χείρον”, σκάπτετε τον λάκκο των συγχρόνων μαρτύρων-ομολογητών, αλλ’ εκ Θεού Αδεκάστου και Εκδικητού θα τιμωρηθείτε, θα πέσετε και θα θαφτείτε στον ίδιο ακριβώς λάκκο τον οικουμενιστικό. “Εμή εκδίκησις, Εγώ ανταποδώσω, λέγει Κύριος!”

Η Δακρυρροούσα Παντάνασσα, με μαχαιριά πισόπλατη σας εγκατέλειψε οικτρά την καταραμένη στιγμή που αποφασίσατε ερήμην αυτής να στιχουργήσετε παπικάς άδοντες τας μελουργίας, ύμνους Θεοπρεπείς προς κατάπτυστον υποδοχήν του Αιρεσιάρχου, Αντιχρίστου Πάπα το 2006 εν τω Πανσέπτω (“Πανσάπιο”) Οικουμενιστικώ Πατριαρχείω.

Σας αφιερώνω λόγια χρυσά, όχι δικά μου, μα του Παμμεγίστου Πατρός Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, σε δέουσα διασκευή από την καίρια και κρίσιμη Επιστολή Προς τον Συνεξόριστον αυτού Επίσκοπον Κυριακόν.

“Ήκουσα πολλά και δεινά δε διά τον φλύαρον και λατινόφρονα εκείνον ηγούμενον, τον της Λαυρίου Μονής,
τον οποίον εκάθισεν ο Αιρεσιάρχης Πατριάρχης εις τον θρόνον, ότι πολλά έθλιψε και εδίωξε τους αδελφούς μοναχούς,
οπού με εδεφένδευον, και δεν ηθέλησαν να συγκοινωνήσουν με αυτόν τον παναιρετικόν, από τους οποίους πολλοί και απέθανον εις την φυλακήν διά την ιδικήν μου αγάπην. Eκείνος, λέγω, ο προβατόσχημος λύκος, ο οποίος, έχει μεν σχήμα Ηγουμένου, μοιχός δε είναι κατά αλήθειαν. Διότι καθώς η γυνή ονομάζεται μοιχαλίς, όταν, ζώντος του ανδρός της, πάρη άλλον άνδρα, ούτω και αυτός εστί μοιχός ουχί κατά σάρκα, αλλά κατά πνεύμα” (το χοιρότερον).

Μοιχοί Μεγαλοηγούμενοι και μιχαλίδες Μονές! “Κερατώνετε” τον Νυμφίον σας Χριστό διότι, κατά τον όντως Άγιον Γέροντα Παϊσιον τον εξ’ υμών ορμώμενον των Αθωνιτών, “αγαπήσατε ξένη παπική αγκαλιά!” Πηδήσατε ΕΣΕΙΣ την Μάνδρα, εκπέσατε ΕΣΕΙΣ της Αληθείας και της ιεροσύνης και τολμάτε, ώ θρασύδειλοι της παναιρέσεως εραστές και άσπονδοι σιγονταρο-οικουμενιστές, να εγκαλείτε τους ήρωες της Πίστεως ημών, οι οποίοι στων Αγίων Πατέρων το “Δι’ ευχών” έπαυσαν το Μνημόσυνον του Πατριάρχου, καθώς εντέλλονται οι Ιεροί Κανόνες, καθώς εντέλλεται ο Κύριος Παντοκράτωρ: “Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε!”

Εσείς ξέρετε μόνο να αφορίζετε και να αποδίδετε κουτοπόνηρα το “επιτίμιον της ακοινωνησίας”… Ποιοί;;;Εσείς οι ΑΚΟΙΝΩΝΗΤΟΙ, οι κοινωνούντες μετά ακοινωνήτων! Εφ’ όσον δεν ακούτε την κραυγαλέα Φωνή του Πιστού Λαού η οποία, δικαίως επιφέρει πάνω σας την επερχομένη Οργή του Θεού, εφ’ όσον δεν ακούτε τους Αγίους Πατέρας ημών, ΟΥΤΕ λοιπόν και αυτόν τον Λόγον του Θεού θα ακούσετε! Είστε ΑΔΙΚΟΙ. Και ΔΕΝ ΘΑ ΣΩΘΕΙΤΕ! Δεν το λέγω εγώ, το πιστοποιεί, το διαβεβαιώνει και το κατακεραυνώνει ο Θεάνθρωπος Χριστός εν τω εκλεκτώ στόματι Αυτού, του Αποστόλου Παύλου:

“Τολμᾷ τις ὑμῶν, πρᾶγμα ἔχων πρὸς τὸν ἕτερον, κρίνεσθαι ἐπὶ τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν ἁγίων; οὐκ οἴδατε ὅτι οἱ ἅγιοι τὸν κόσμον κρινοῦσι; καὶ εἰ ἐν ὑμῖν κρίνεται ὁ κόσμος, ἀνάξιοί ἐστε κριτηρίων ἐλαχίστων; οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους κρινοῦμεν; μήτι γε βιωτικά; (πόσον μάλλον τα Δογματικά), βιωτικὰ μὲν οὖν κριτήρια ἐὰν ἔχητε, τοὺς ἐξουθενημένους ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τούτους καθίζετε. ΠΡΟΣ ΕΝΤΡΟΠΗΝ ΥΜΙΝ ΛΕΓΩ! Οὕτως οὐκ ἔνι ἐν ὑμῖν σοφὸς οὐδὲ εἷς ὃς δυνήσεται διακρῖναι ἀνὰ μέσον τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, ἀλλὰ ἀδελφὸς μετὰ ἀδελφοῦ κρίνεται, καὶ τοῦτο ἐπὶ ἀπίστων; (οικουμενιστών!) ἤδη μὲν οὖν ὅλως ἥττημα ὑμῖν ἐστιν ὅτι ΚΡΙΜΑΤΑ ΕΧΕΤΕ ΜΕΘ᾿ ΕΑΥΤΩΝ (κρίμα και κατάκριμα και αυτοκαταδίκη!), διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀδικεῖσθε; διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀποστερεῖσθε; ἀλλὰ ΥΜΕΙΣ ΑΔΙΚΕΙΤΕ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΕΡΕΙΤΕ (τους ομολογητάς τούτους μοναχούς της μεγάλης “τιμής παρά τοις Ορθοδόξοις!”), καὶ ταῦτα ἀδελφούς; (εις βάρος των) ἢ ΟΥΚ ΟΙΔΑΤΕ ΟΤΙ ΑΔΙΚΟΙ, ΒΑΣΙΛΕΙΑΝ ΘΕΟΥ ΟΥ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΟΥΣΙ;” (Α’ Κορ. στ’ 1-9).

Συγκληρονόμοι του Πάπα, συμμέτοχοι του Παγκοσμίου Συμβουλίου Βλασφημιών, συνένοχοι του Αιρεσιάρχου υμών Βαρθολομαίου και συγκοινωνοί της παρανόμου, παναθλίας παρασυναγωγής εν Κολυμβαρίω, “οὐκ οἴδατε ὅτι ἀγγέλους κρινοῦμεν;” ΔΕΝ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ πως έχουμε και εμείς οι Λαϊκοί εξουσία και εντολή από τον Τριαδικό ημών Θεό, να ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΥΜΕ Αγγέλους εξ’ ουρανού; Και οι Επίσκοποι ως “άγγελοι” χαρακτηρίζονται στο Ιερό Βιβλίο της Αποκαλύψεως. Και οι Ηγούμενοι, ως άγγελοι της Μονής λογίζονται. Και τί μ’ αυτό;

ΣΑΣ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΥΜΕ! Ιησούν ού φιλείτε! Ανάθεμα διπλό! ΜΑΡΑΝ ΑΘΑ! Ο Κύριος εγγύς! Μετανιώσατε πριν να είναι πια αργά! Έχετε ακόμη περιθώριο. Έχετε καιρόν. Ανανήψατε. Διορθώσατε το ΚΑΚΟ. Επανορθώσατε την Μεγίστη αυτή ΑΔΙΚΙΑ για να βρείτε συγχώρεσε και σωτηρία. Ει δε μη, “ΕΡΧΟΜΑΙ ΤΑΧΥ!” Ο Προφήτης Ηλίας ο Θεσβίτης, ΗΔΗ είναι εδώ, κατά μαρτυρίαν πάλιν του Αγίου Γέροντος Παϊσίου και τροχάει τη μάχαιρα αυτού ενώ θα ξεκινήσει πρώτα να κόβει τας κεφαλάς των δρακόντων δεσποτοκρατών, οικουμενιστών ιεραρχών, ιερέων και μοναχών…

Όσο για εσάς, αγαπητοί και φίλτατοι πατέρες, μοναχοί και αδελφοί, τώρα πια οι νηστείες σας, οι αγρυπνίες σας κι οι ολονύκτιες προσευχές σας, πιάνουν τόπο, σε «Κρανίου Τόπο». Τόπος Αγιάσματος υμών ο Άθω, νυν δε τόπος Μαρτυρίου… “Έστησαν τα τριάκοντα αργύρια”, οι καθηγούμενοι υμών, “την τιμήν του Τετιμημένου!” ΤΙΜΗ ΣΑΣ, Αγιορείται μοναχοί, τιμή σας και παράσημά σας Αγιοπνευματικά! Καύχημα και στεφάνια ιστορικά! Μεθ’ ημών ο Θεός! Χαίρετε και πάλιν ερώ, ΧΑΙΡΕΤΕ, ότι μεθ’ ημών ο Θεός!

Σας συμπαραστεκόμαστε ακόμη και οι πιστοί του εξωτερικού και ας μη σας γνωρίζουμε προσωπικώς, κατ’ όψιν. Βλέπουμε τα χαριτόβρυτα ασκητικά πρόσωπά σας στην οθόνη της τηλεοράσεως και του υπολογιστή μας, και φιλούμε μετά δακρύων την οθόνη, κι ας μας πουν τρελλούς, “καθ’ ότι η τιμή, επί το πρωτότυπον διαβαίνει!” Κι’ αν δεν γνωριζόμαστε κατ’ ιδίαν, σας γνωρίζουμε καλά, σας επιστάμεθα λίαν! Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένοι των Αγίων Πατέρων τα Ιερά και τις ευωδιάζουσες και μυροβλύτισσες κάρες των Μυρίων αγιασμένων Ασκητών στα υπόγεια των Μονών τα σκοτεινά, ξεπροβάλει η πανίερη μορφή σας, με δίστομη μάχαιρα του Πνεύματος και Λόγχη της Αληθείας, με “κόψη που με βιά μετράει την γη” την πεπατημένη της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, τη ζυγίζει, την μετράει και την βρίσκει απελπιστικώς ελλειπή.

Οι προδότες της Πίστεως Οικουμενιστές, θα ντροπιαστούν και πάλι, θα ηττηθούν. Οι από πρώτο χέρι χαμένοι «θα χαθούν από προσώπου του Θεού και οι δίκαιοι ευφρανθήσονται». Ο Θεός «κακούς κακώς απωλέσει» και ας έχουν αντίθετη επωνυμία οι εκδικάζοντες ηγούμενοι εν “εκκλησία πονηρευομένων”, “εν βουλή ασεβών, εν οδώ αμαρτωλών αιρετικών και καθέδρα λοιμών”, “ότι μολυσμόν έχουσι τα Μυστήρια, ΚΑΝ ‘ορθόδοξος’ ει ο αναφέρων…” (Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης).

Εσείς, αγαπητοί πατέρες, εφαρμόζετε το θέλημα του Θεού. Εφαρμόζετε την Ιερά Πατερική Παράδοση. Κάνετε το εκκλησιολογικό, ιερατικό σας καθήκον. Διαθέτετε την πανίερη “εβδόμη αίσθηση” του παναρχαίου Αγιοπατερικού κώδικα Απομακρύνσεως από φθοροποιιών ποιμένων: “ἀλλοτρίῳ δὲ ΟΥ ΜΗ ἀκολουθήσουσιν, ἀλλὰ ΦΕΥΞΟΝΤΑΙ ΑΠ’ ΑΥΤΟΥ!” Και φύγατε και ξεφύγατε από τα λυσσασμένα δόντια του λύκου! “ὅτι οὐκ οἴδασιν τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν!” Δεν αναγνωρίζετε την παναιρετικήν και βλάσφημον φωνήν των οικουμενιστών! Δεν τους αναγνωρίζετε εσείς ως “κανονικούς επισκόπους” αλλ’ ως “ψευδοδιδασκάλους, ψευδοποιμένες και λυκοποιμένες”.

Κρατάτε ασφαλώς την καθοριστική κλείδα και «το απ’ αιώνος απόκρυφον» μυστήριο να παραδίδεστε ολοκληρωτικώς στο προαιώνιο θέλημα του Θεού, το οποίον εκφράζεται στο Διαχρονικό “Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών!”. Βιώνετε βαθύτατα το ανυπέρβλητο ψυχικό μεγαλείο της Αγιοπνευματικής και υπέρτατης χαράς να διώκεσθε ένεκεν του Λατρευτού σας Χριστού, ένεκεν του ονόματος Αυτού, της αγάπης Αυτού και της Αληθείας Αυτού, την οποία υπηρετείτε, διακονείτε και δεν επιτρέπετε σε κανέναν πωρωμένο ιερωμένο, ασχέτως βαθμού, να την διαφθείρει. Ζει, Κύριος ο Θεός!

Παραλλήλως γεύεσθε και πίνετε το πικρότατο ποτήριο της διώξεως και συκοφαντίας, όχι από απίστους και αθέους, όχι από Νέρωνες και Καλιγούλες, αλλά… κρίμασιν οις οίδεν Κύριος, από “εν Χριστώ” υποτίθεται αδελφούς, από ηγουμένους και πνευματικούς, σταυρώνεστε από συσταυρωμένους κάποτε μοναχούς τω της ασκήσεως και αυταπαρνήσεως Σταυρώ. Απορώ, οδύρομαι, θρηνώ. “Καϊν, Κάϊν, πού είναι οι αδελφοί σου;”

Αγαπητοί μας μοναχοί, ιερομόναχοι και Αγιορείτες πατέρες! Σας απευθύνουμε τον παρόντα θερμότατο και αγωνιστικότατο εν Κυρίω χαιρετισμό, από την μακρυνή Αυστραλία:

Χαίρετε δεδιωγμένοι μας αδελφοί!

Χαίρετε Μακάριοι Μοναχοί!

Χαίρετε Χαράν Χριστού, πεφιλημένοι Θεόφιλοι Αγιορείται!

Τώρα γίνεσθε αληθινά μακάριοι, τρισμακάριοι και μακαριστοί.

“Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν!”

“Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ.”

Χαίρετε πατέρες έντιμοι και διαλεχτοί! “Τους τοιούτους εντίμους έχητε!”

Χαίρετε τιμιότατοι μοναχοί! “Νυν δε αξιούσθε της τιμής παρά τοις Ορθοδόξοις!”

“Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν.”

῾”Υμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς Αθωνικῆς γῆς”, το άλας της Ορθοδοξίας!

“Υμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ Ορθοδόξου Κόσμου! Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ἀγίου ὄρους κειμένη!”

“Οὕτω λαμψάτω τὸ (Αγιοπατερικόν) φῶς ὑμῶν, (της Αποτειχίσεως ὑμῶν) ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς!”

Δοξάζουμε λοιπόν και ημείς, τον Επουράνιον Πατέρα ημών! Δόξα Σοι, ο Θεός ημών, δόξα Σοι! Δόξα Σοι, Παναγία Τριάς! Τριάς Αγία Δόξα Σοι! Επί σοί χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η Κτίσις, δόξα σοι!

Υστ. Στερνή παράκληση: Θυμηθείτε και εμάς εδώ στην οικουμενιστική έρημο της Αυστραλίας, που στενάζουμε κάτω από την τυρρανία του βλασφήμου (και βαρέως ασθενούντος) Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού. Όπως κάνατε και εσείς, προς δόξαν Θεού, παύσαμε και εμείς εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Κατ’ άκραν δε οικονομίαν, κατ’ άγνοιαν παιδικήν και μικροτάτην ηλικίαν, κοινωνούμε τα τέκνα μας σε αραιά διαστήματα, κατόπιν ευλογίας του πνευματικού μας, ίνα λάβωσιν χάριν και έλεος.

Αναμένουμε τώρα και ευελπιστούμε εν Κυρίω, ότι θα μας θυμηθείτε και θα μας επισκεφτείτε, να χαρείτε για όνομα του Θεού και για την αγάπη της Φιλτάτης Αγίας μας Ορθοδοξίας, να έλθετε (καλώς ορίσατε!) να μας εξομολογήσετε, να μας κοινωνήσετε κι ορφανούς ΜΗ μας αφήσετε, ότι τρεφόμαστε από τα ψυχία της δικής σας τραπέζης… Ζούμε στον καιρό που κοσκινίζεται και διαχρίζεται η ήρα από το σιτάρι! Ζούμε στον καιρό που προφήτεψε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ότι στις ημέρες του Αντιχρίστου, θα χρειαστεί να ταξιδέψεις από τη μία χώρα στην άλλη για να βρεις ευσεβή, Θεοσεβή, Ορθόδοξο ιερέα!

Ως έσχατος πάντων, πανθαμαρτωλός και ανάξιος θεολόγος, (με μικρό “θ” πάντοτε), σας υπενθυμίζω και υπογραμμίζω ότι δεν τίθεται θέμα “παραβιάσεως εκκλησιαστικών ορίων” ούτε “εισπήδησις” εις ξένην Μητρόπολιν διότι ζούμε ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΔΙΩΓΜΟΥ της Πίστεως! Όταν δημοσίως, γυμνή τη κεφαλή, κηρύσσεται μία αίρεσις, η ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, τότε οι ως άνω περιοριστικοί Κανόνες ΔΕΝ ισχύουν, αλλά το “κηρύξατε το (Ορθόδοξον) Ευαγγέλιον πάση τη κτίση”, καθότι η Εκκλησία του Χριστού ΟΥΚ έστιν επισκοποκεντρική (ανθρωποκεντρική) αλλά ΧΡΙΣΤΟΚΕΝΤΡΙΚΗ!

Εσείς έχετε τον Χριστόν. Αυτοί έχουν τον χρυσόν. Αυτοί έχουν τους Οίκους, εμείς έχουμε τον Ένοικον. “Τούτον τον Οίκον, στερέωσον Κύριε!” “Δος μοι τούτον τον Ξένον” στους ξενιτεμένους της Αυστραλίας, της Γερμανίας, του Καναδά και όπου γης Αποτειχισθέντες αδελφούς, διά την αγάπην και την δόξαν του Χριστού! Αμήν, γένοιτο!

Νικόλαος Πανταζής και οι συν εμοί Αποτειχισθέντες αδελφοί
Μελβούρνη, Αυστραλία

ΟΙ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΜΑΣ

Μοναχοὶ καὶ ἱερεῖς δὲν ἀντέχουν ἄλλο τὴν προδοσία τῆς Πίστεως τῶν αὐτο-αποσχισμένων ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια τοῦ Κυρίου Οἰκουμενιστῶν Δεσποτάδων. Ἑτοιμάζονται νὰ γίνουν –μὲ ὅποιο κόστος- Ὁμολογητὲς τῆς Πίστεως.

Τὰ γεγονότα τῆς προδοσίας τῆς Πίστεως ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους, ποὺ κορυφώθηκαν μετὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς «Μεγάλης καὶ Ἁγίας Συνόδου», δημιουργοῦν σὲ πολλοὺς μοναχοὺς καὶ ἱερεῖς μας ἔντονο συνειδησιακὸ πρόβλημα. Ἡ συνείδησή τους κυριολεκτικὰ ἀσφυκτιᾶ καὶ ὑποφέρουν μὲ τὴν σκέψη ὅτι ἀνέχονται τὴν διαστροφὴ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἀλλὰ γνωρίζουν πώς, ἡ καλὰ ὀργανωμένη Δεσποτοκρατία –αὐτὸ τὸ καρκίνωμα στὰ σπλάχνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως– εἶναι ἀποφασισμένη νὰ τοὺς ἐκδιώξει ἄσπλαχνα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν ἔχουν οὔτε τὰ πρὸς τὸ ζῆν, σὲ περίπτωση ποὺ τολμήσουν νὰ ἀντιδράσουν στοὺς ἡγέτες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!
Παρόλα αὐτὰ τολμοῦν νὰ ὑψώσουν (κατ’ ἀρχὰς ἀνωνύμως) τὴν φωνή τους, καθὼς ἀντιλαμβάνονται ὅτι, ἀφοῦ οἱ Οἰκουμενιστὲς πορεύονται πρὸς τὴνὁλοκλήρωση τοῦ κατὰ τῆς Πίστεως ἐγκλήματος (κι ἔτσι ἀποσχίζονται ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἁγίων), δὲν μποροῦν πλέον νὰ ἀναμένουν διόρθωση τῶν πραγμάτων. Καί, ἢ θὰ συμβιβασθοῦν, κοινωνοῦντες μετὰ τῆς αἱρέσεως, ἢ θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ὅσους κοινωνοῦν μετ’ αὐτῶν, σύμφωνα μὲ τὴν διαχρονικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἕνα τέτοιο κείμενο μᾶς ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν «Εναν ενοχλητικό Μοναχό» καὶ τὸ δημοσιεύουμε.

ΟΙ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΔΙΩΓΜΟΙ
ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΜΑΣ

Ο καιρός διαβαίνει κι αργά και σταθερά σφίγγει ο κλοιός για πολλούς Ιερείς και Μοναχούς που προσπαθούν με κάθε τρόπο να κερδίσουν λίγο χρόνο πριν από την οριστική και αναπόφευκτη σύγκρουση και αποτείχιση τους από τα Δεσποτικά δεσμά των «ορθοδόξων» Οικουμενιστών ηγετίσκων και εντολοδόχων των ισχυρών της γής: Πατριαρχών, Μητροπολιτών, Ηγουμένων και της καμαρίλας τους, που πραξικοπηματικά έχουν καταλάβει την καθέδρα του Ποιμένος Χριστού και ως ληστές πηδάνε και μπαίνουν «αλλαχόθεν» (Ιωάνν.ι΄1) στην ποίμνη του Κυρίου μας και καταβροχθίζουν τα αμνάρια Του Θεού.
Αν και αυτό που κυρίως φοβούνται οι Ιερείς μας, και δικαιολογημένα αφού ως άνθρωποι οικογενειάρχες έχουν περισσές υποχρεώσεις στην πλάτη τους, είναι η οικονομική εξάρτηση από την υπηρεσία της Μητρόπολης στην οποία ανήκουν.
Την κάνουλα την βαστούν οι Μητροπολίτες, ως υπαλληλίσκοι των πολιτικάντηδων αφεντικών τους, με ύφος αββά και ήθος νταβά, που απειλητικά όποτε θέλουν μπορούν να την κλείσουνε ή να δώσουν μία δυσμενή μετάθεση και να καταδικάσουνε έτσι τον κάθε φιλότιμο Ιερέα σε εξόντωση αυτού και της οικογένειάς του.
Ξεχνούν όμως, πως πάντα την διαφορά την κάνει ο λαός, στον οποίο δεν έχουν πλέον ούτε το ένα χιλιοστό από το έρεισμα που έχει και ο τελευταίος Παπαδάκος του τελευταίου χωριού των συνόρων.
Είναι επηρμένοι χάρτινοι πύργοι που λησμονούν ακόμη τα λόγια του Χριστού μας τα οποία βεβαιώνουν ότι τα πρόβατα της φωνής των γνησίων ποιμένων θα ακούσουνε και θα ακολουθήσουν (ας είναι και απλοί παπάδες αυτοί) ενώ από τους ψευδείς λυκοποιμένες Επισκόπους και Ηγουμένους θα αποστραφούν.(1)
Ας έχουνε λοιπόν θάρρος οι καταπιεσμένοι, παντί τρόπω, Ιερείς μας διότι στον προσεχή διωγμό τους όχι σε τίποτα δεν θα ζημιωθούν αλλά ως ήρωες και ομολογητές θα γίνουν ακόμη πιο αγαπητοί και συμπαθείς για την τιμιότητα και ειλικρίνεια από το ποίμνιό τους, το οποίο και θα αναλάβει μέσα σε όλα και με το παραπάνω την οικονομική στήριξή τους αλλά και πλουσιωτέρα την ευλογία Του Θεού θα έχουν στην ζωή τους και στην οικογένειά τους.
Όταν θα έρθουν τα δύσκολα μπορούν κάλλιστα να ιερουργούν ανεμπόδιστα ακόμη και σε δωμάτια και σε πρόχειρους Ναΐσκους την Θείαν Ευχαριστία μαζί με το ποίμνιο Του Χριστού που θα συρρέει συγκινημένο και αμέτρητο, αφήνοντας πίσω άδεια τα παγκάρια και τις καρέκλες των μεγαλοπρεπών Ναών των αιρετικών και αυτό-αποσχισμένων από την Ορθόδοξο πίστη Οικουμενιστών Δεσποτάδων.
Να δούμε λοιπόν τότε την λεβεντιά τους όταν τους γυρίσει ο λαός την πλάτη!
Στην περίπτωση βέβαια και κλασσικά που θα προβούν οι Μητροπολίτες (από το πραιτώριό τους στην Μονή Πετράκη) σε αφορισμούς και καθαιρέσεις των εν λόγω ομολογητών Ιερέων αυτές θα είναι άκυρες αφού οι ίδιοι έχουν ήδη αυτοακυρωθεί και απομακρυνθεί ως παναιρετικοί Οικουμενιστές από την μάνδρα του Κυρίου μας και δεν υφίστανται πια ως κληρικοί και Ποιμένες.
Ας κάνουν λοιπόν οι Ιερείς μας το καθήκον της συνείδησής τους άφοβοι και ατρόμητοι, και στην κατάλληλη στιγμή η θεία Πρόνοια θα επέμβει δυναμικά και αποτελεσματικά προς δόξαν της Εκκλησίας μας.

*Ενας ενοχλητικός Μοναχός *

(1) Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων, ἀλλὰ ἀναβαίνων ἀλλαχόθεν, ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶ καὶ λῃστής· ὁ δὲ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας ποιμήν ἐστι τῶν προβάτων. τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ' ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά. καὶ ὅταν τὰ ἴδια πρόβατα ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ· ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν. Ταύτην τὴν παροιμίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἔγνωσαν τίνα ἦν ἃ ἐλάλει αὐτοῖς. (Ιωάνν.ι΄1-6).

Άσκηση αποκομμένη από την πίστη;



Τὰ τελευταῖα χρόνια ὅλο καὶ περισσότερο παρατηροῦμε τὸ φαινόμενο κληρικῶν καὶ δυστυχῶς καὶ μοναχῶν οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται τὸν «καλὸν ἀγώνα», μετέρχονται τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν προσευχή,

ἀλλὰ προσβλέπουν σὲ μία ἀδύνατη σωτηρία, αὐτὴ τῆς προσωπικῆς δικαίωσης ἀδιαφορῶντας τελείως γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὴν ἐνασχόληση μὲ τὴν ὁποία θεωροῦν καὶ ἐπιζήμια γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Πρόκειται θὰ λέγαμε γιὰ «καλοπροαίρετους» οἰκουμενιστές· γιὰ τοὺς ἄλλους, τοὺς τελείως ἄθεους ποὺ βλέπουν ἁπλῶς τὴν Ἐκκλησία ὡς πεδίο σταδιοδρομίας καὶ αὐτοεπιβολῆς, δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε κάτι παρὰ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἐλεήσῃ! Ἀλλὰ ὅσοι ἀποδέχονται σιωπηρὰ ἔστω τὴν παραχάραξη τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ποὺ ἐπιχειρήθηκε νὰ κατοχυρωθεῖ καὶ συνοδικὰ στὴν Κρήτη, ἐνῶ ταυτόχρονα ἀγωνίζονται γιὰ τὴν κάθαρσή τους ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ γίνουν ὅπως μᾶς θέλει ὁ Θεός, θὰ πρέπει νομίζουμε νὰ σκεφθοῦν τὰ ἑξῆς, τὰ ὁποῖα οἱ οἰκουμενιστὲς «πνευματικοί» καὶ καθηγητάδες ἐπιμελῶς ἀποκρύπτουν, ἀλλὰ τόνιζε πάντα ὁ γέροντας Παΐσιος:

1. «Ἂν οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ μὲ τὴν λογική τους ζοῦσαν στὸν καιρὸ τῶν διωγμῶν, δὲν θἄχαμε κανέναν μάρτυρα. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ δὲν ἔβαζαν καθόλου τὴν λογική, ἀλλὰ ἀκράδαντα ὡμολογοῦσαν τὸν Χριστὸ καὶ φλέγονταν γιὰ τὸ μαρτύριο. Τοὺς ἔδιναν ἀξιώματα, τοὺς ἔλεγαν: “Πὲς μόνο ὅτι δὲν εἶσαι Χριστιανὸς καὶ μέσα σου πίστευε στὸν Θεό σου, βάλε λίγο λιβάνι, κάνε ὅτι θυσιάζεις καὶ ὕστερα μὴν θυσιάζης, κάνε ὅτι τρῶς εἰδωλόθυτα καὶ σὺ φάε καθαρὸ κρέας, μὴν κηρύττης σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, πήγαινε ἀλλοῦ”· καὶ ὅμως μὲ τίποτε δὲν ἀρνοῦνταν τὸν Χριστό. Μὲ χαρὰ ἔτρεχαν νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸν Χριστό. Φλέγονταν ἀπὸ θεῖο ἔρωτα»¹.

2. «Στὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας δέκα Χριστιανοὶ ὑπερασπίστηκαν δυναμικὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ στὴν Χρυςὴ Πύλη καὶ μαρτύρησαν γι’ αὐτήν. Τώρα ποὺ βλασφημεῖται τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δὲν πρέπει νὰ ἀδιαφοροῦμε. Ἂν ζούσαμε τότε ἐμεῖς οἱ “διακριτικοί” καὶ “γνωστικοί” θὰ λέγαμε στοὺς δέκα μάρτυρες: “Ἔτσι δὲν ἐνεργεῖτε πνευματικά· περιφρονεῖστε τὸν Σπαθάριο ποὺ ἀνεβαίνει νὰ γκρεμίση τὴν εἰκόνα, καὶ ὅταν ἀλλάξη ἡ κατάσταση, θὰ βάλουμε στὴν θέση της ἄλλη εἰκόνα, καὶ μάλιστα πιὸ βυζαντινή”. Αὐτὸ εἶναι τὸ φοβερό! Τὴν πτώση μας, τὴν δειλία, τὸ βόλεμά μας τὸ παρουσιάζουμε σὰν κάτι ἀνώτερο»².

Χαράλαμπος Μηνάογλου

¹ Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 2004, 300.
² Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 2004, 304-305.

Τι δεν μας αφήνει να σηκώσουμε κεφάλι...



Ὅ,τι ἀγαπᾶ κάποιος ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, αὐτὸ καταβαραίνει τὸν νοῦ του καὶ τὸν δεσμεύει καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ σηκώσει κεφάλι.

Σὲ αὐτὸν τὸ σταθμὸ καὶ τὴ ροπὴ καὶ τὸ ζύγι τῆς κακίας δοκιμάζεται ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος, Χριστιανοὶ τῶν πόλεων καὶ τῶν βουνῶν, τῶν μονῶν, τῶν ἀγρῶν ἢ τῶν ἐρήμων, ὅτι δελεαζόμενος ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ δικό του προσωπικὸ θέλημα, ἀγαπᾶ κάποιο πράγμα ἤ πάθος, καὶ δένεται σὲ αὐτὸ ἡ ἀγάπη του, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν προσφέρεται ὅλη στὸν Θεό.

Ἄλλος ἀγάπησε κτήματα,

ἄλλος χρυσὸ ἢ ἄργυρο,

ἄλλος τὴν κοιλιά του ἤ τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες,

ἄλλος τὴν κοσμικὴ σοφία γιὰ τὴν δόξα τῶν ἀνθρώπων,

ἄλλος ἐξουσία, δόξα καὶ τιμές,

ἄλλος ὀργὴ καὶ μῆνιν,

ἄλλος ἄκαιρες συντυχίες,

ἄλλος ζῆλο,

ἄλλος νὰ μετεωρίζεται ἡδονικὰ ὅλη μέρα,

ἄλλος νὰ ἀπατᾶται ἀπὸ ἀργόσχολους λογισμούς,

ἄλλος νὰ παριστάνει τὸ νομοδιδάσκαλο γιὰ ἀνθρώπινη δόξα,

ἄλλος νὰ εὐχαριστιέται στὴ χαύνωση καὶ στὴν ἀμέλεια,

ἄλλος νὰ εἶναι προσκολλημένος στὰ ὄμορφα ροῦχα,

ἄλλος παραδίδεται στὶς γήινες μέριμνες,

ἄλλος ἀγαπᾶ τὸν ὕπνο, τὴν εὐτραπελία ἤ τὴν αἰσχρολογία.

Ὅποιο πάθος του δὲν πολεμᾶ γενναῖα κάποιος, ἐκεῖνο ἀγαπᾶ, καὶ ἐκεῖνο τὸ πάθος τὸν δεσμεύει καὶ τὸν βαραίνει καὶ γίνεται γι αὐτὸν ἐμπόδιο καὶ ἁλυσίδα, ὥστε ὁ νοῦς του νὰ μὴν ἀνεβαίνει στὸν Θεό.

Ἡ ψυχὴ ποὺ ἀληθινὰ ἔχει τὴν ὁρμή της πρὸς τὸν Θεό, ὁλόκληρη τὴν ἀγάπη της ἕλκει πρὸς Αὐτόν, καὶ δεσμεύεται ἐλεύθερα, κατὰ τὴν δύναμή της, ἀπὸ Ἐκεῖνον, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ δέχεται τὴν βοήθεια τῆς χάριτος, καὶ ἀρνεῖται τὸν ἑαυτό της καὶ δὲν ἀκολουθεῖ τὰ θελήματα τοῦ νοῦ της, ἀλλὰ ὁλοκληρωτικὰ προσφέρεται στὸν λόγο τοῦ Κυρίου. 

Ἐὰν κάποιος ἀγαπᾶ τὸν Κύριο καὶ τὶς ἐντολές του, ἀπὸ ἐκεῖ βοηθᾶται καὶ ἀπελευθερώνεται, καὶ γίνονται γι αὐτὸν εὔκολα τὰ παραγγέλματα τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ἀποσώζει ὁλόκληρη τὴν ἀγάπη του πρὸς Ἐκεῖνον.

Ἁγίου Μακαρίου, Πνευματικὲς Ὁμιλίες, Ε.6

Θέωση και Ορθοδοξία...



H θέωση δυνατή δια των ακτίστων ενεργειών του Θεού

Του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσ. Γρηγορίου


Θέωση και Ορθοδοξία

Στην Ορθόδοξο Εκκλησία του Χριστού μπορεί ο άνθρωπος να πετύχει την θέωση, επειδή η Χάρις του Θεού, σύμφωνα με την διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας, είναι άκτιστος. Ο Θεός δεν είναι μόνο ουσία, όπως νομίζουν οι Δυτικοί, αλλά είναι και ενέργεια. Εάν ο Θεός ήταν μόνο ουσία, δεν θα μπορούσαμε να ενωθούμε, να κοινωνήσουμε μαζί Του, διότι η ουσία του Θεού είναι φοβερή και απρόσιτη στον άνθρωπο, κατά το «ου γαρ μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπόν μου και ζήσεται» (Εξ. λγ', 20).

Ας αναφέρουμε ένα κάπως σχετικό παράδειγμα από τα ανθρώπινα. Αν πιάσουμε ένα ηλεκτρικό καλώδιο γυμνό, θα πεθάνουμε. Όταν όμως ενώσουμε μία λάμπα στο καλώδιο, φωτιζόμαστε. Την ενέργεια του ηλεκτρικού ρεύματος την βλέπουμε, την χαιρόμαστε, μας βοηθεί. Την ουσία του δεν μπορούμε να την πιάσουμε. Κάτι παρόμοιο, ας μας επιτραπή να πούμε, συμβαίνει και με την άκτιστο ενέργεια του Θεού.

Εάν θα μπορούσαμε να ενωθούμε με την ουσία του Θεού, θα εγινόμαστε και εμείς κατ' ουσίαν θεοί. Δηλ. όλα θα εγίνοντο θεοί, θα υπήρχε μία σύγχυσις, και τίποτε δεν θα ήταν ουσιαστικά θεός. Ό,τι πιστεύουν με λίγα λόγια στις ανατολικές θρησκείες, π.χ. στον Ινδουϊσμό, όπου ο θεός δεν είναι προσωπική ύπαρξις, αλλά συγκεχυμένη δύναμις σκορπισμένη σ' όλον τον κόσμο, και στους ανθρώπους και στα ζώα και στα πράγματα (Πανθεϊσμός).

Εάν πάλι ο Θεός είχε μόνο την αμέθεκτη θεία ουσία χωρίς τις ενέργειές Του, θα παρέμενε ένας θεός αυτάρκης, κλεισμένος στον εαυτό του, ακοινώνητος στα πλάσματα του.[...]

Με τις άκτιστες αυτές ενέργειές Του ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και συνεχίζει να τον συντηρή. Δίδει ουσία και υπόστασι στον κόσμο μας με τις ουσιοποιητικές ενέργειές Του. Είναι παρών στην φύσι και συντηρεί το σύμπαν με τις συντηρητικές ενέργειές Του. Φωτίζει τον άνθρωπο με τις φωτιστικές Του ενέργειες. Τον αγιάζει με τις αγιαστικές ενέργειες. Τον θεώνει, τέλος, με τις θεωτικές ενέργειές Του. Άρα με τις άκτιστες ενέργειές Του ο άγιος Θεός μπαίνει στην φύσι, στον κόσμο, στην ιστορία, στην ζωή των ανθρώπων.

Οι ενέργειες του Θεού είναι θείες ενέργειες. Είναι κι αυτές Θεός χωρίς να είναι η ουσία Του. Είναι Θεός και γι' αυτό θεώνουν τον άνθρωπο. Εάν οι ενέργειες του Θεού δεν ήσαν θείες, άκτιστες ενέργειες, τότε δεν θα ήσαν Θεός, δεν θα μπορούσαν να μας θεώσουν, να μας ενώσουν με τον Θεό. Θα υπήρχε μία αγεφύρωτη απόστασις μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Με το να έχη όμως ο Θεός θείες ενέργειες και με τις ενέργειες αυτές να ενώνεται μαζί μας, μπορούμε να κοινωνούμε μαζί Του και να ενωνώμαστε με την Χάρι Του, χωρίς να ταυτιζώμαστε με τον Θεό, όπως θα εγίνετο αν ενωνώμαστε με την ουσία Του.

Ενωνόμαστε λοιπόν με τον Θεό δια των ακτίστων θείων ενεργειών Του κι όχι δια της ουσίας Του. Αυτό είναι το μυστήριο της Ορθοδόξου Πίστεως και ζωής μας.

Αυτό δεν μπορούν να το δεχθούν οι Δυτικοί αιρετικοί. Επειδή είναι ορθολογισταί, δεν κάνουν διάκρισι μεταξύ ουσίας και ενεργείας του Θεού, και λέγουν ότι ο Θεός είναι μόνο ουσία. Γι' αυτό και δεν μπορούν να ομιλούν περί θεώσεως του ανθρώπου. Διότι πώς θα θεωθή κατ' αυτούς ο άνθρωπος, αφού δεν δέχονται άκτιστες αλλά κτιστές τις θείες ενέργειες; Και πώς μπορεί κάτι κτιστό, δηλ. έξω από τον ίδιο τον Θεό, να θεώση τον κτιστό άνθρωπο; [...]

Τον ΙΔ' αιώνα έγινε μία μεγάλη αναταραχή στην Εκκλησία, την οποία προκάλεσε ένας Δυτικός μοναχός, ο Βαρλαάμ. Άκουσε αυτός ότι οι αγιορείται μοναχοί ωμιλούσαν περί θεώσεως. Πληροφορήθηκε ότι εγίνοντο άξιοι μετά από πολύ αγώνα, κάθαρσι από τα πάθη και πολλή προσευχή, να ενωθούν με τον Θεό, να λάβουν εμπειρία του Θεού, να δουν τον Θεό. Άκουσε ότι έβλεπαν το άκτιστο φως, το οποίο είδαν οι άγιοι Απόστολοι κατά την Μεταμόρφωσι του Σωτήρος Χριστού στο όρος Θαβώρ.

Έχοντας όμως ο Βαρλαάμ το δυτικό, αιρετικό, ορθολογιστικό πνεύμα αδυνατούσε να αντιληφθή την γνησιότητα αυτών των θείων εμπειριών των ταπεινών μοναχών, κι έτσι άρχισε να κατηγορή τους αγιορείτας ως τάχα πλανεμένους, αιρετικούς και ειδωλολάτρας. Έλεγε δηλ. ότι είναι αδύνατο να βλέπη κανείς την Χάρι του Θεού, επειδή δεν γνώριζε τίποτε περί διακρίσεως ουσίας και ακτίστου ενεργείας στον Θεό.

Τότε η Χάρις του Θεού ανέδειξε ένα μεγάλο και φωτισμένο διδάσκαλο της Εκκλησίας μας, τον αγιορείτη άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Αυτός με πολλή σοφία και φώτισι από το Θεό, αλλά και από προσωπική του εμπειρία, είπε και έγραψε πολλά και εδίδαξε, σύμφωνα και με τις άγιες Γραφές και την Ιερά Παράδοσι της Εκκλησίας, ότι είναι άκτιστο το φως της Χάριτος του Θεού, είναι θεία ενέργεια. Ότι όντως βλέπουν το φως αυτό οι θεωμένοι άνθρωποι ως ανωτάτη, υψίστη εμπειρία της θεώσεως, και βλέπονται μέσα στο φως αυτό του Θεού. Αυτό είναι η δόξα του Θεού, η λαμπρότης Του, το Θαβώρειο φως, το φως της Αναστάσεως του Χριστού και της Πεντηκοστής, και η φωτεινή νεφέλη της Παλαιάς Διαθήκης. Πραγματικό άκτιστο φως Θεού, κι όχι συμβολικό, όπως πλανεμένα νόμιζε ο Βαρλαάμ και οι όμοιοί του.

Στη συνέχεια όλη η Εκκλησία, με τρεις μεγάλες Συνόδους στην Κωνσταντινούπολη δικαίωσε τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και κήρυξε πως η εν Χριστώ ζωή δεν είναι απλώς ηθικοποίησις του ανθρώπου αλλά θέωσις, που σημαίνει συμμετοχή στην δόξα του Θεού, θέα του Θεού, της Χάριτός Του, του ακτίστου φωτός Του. [...]

Μέχρι σήμερα οι Δυτικοί θεωρούν κτιστή την θεία Χάρι, την ενέργεια του Θεού. Είναι δυστυχώς και τούτο μία από τις πολλές διαφορές μας, που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρώς υπ' όψιν στον θεολογικό διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Δεν είναι μόνο το filiogue, το πρωτείο εξουσίας και το «αλάθητο» του πάπα, από τις βασικές διαφορές μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Παπικών. Είναι και τα ανωτέρω. Αν δεν δεχθούν οι Ρωμαιοκαθολικοί ότι η Χάρις του Θεού είναι άκτιστος, δεν μπορούμε να ενωθούμε μαζί τους, έστω κι αν δεχθούν όλα τα άλλα. Διότι ποιος θα ενεργήση την θέωσι, αν η θεία Χάρις είναι κτίσμα κι όχι άκτιστος ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος;

(Αρχιμανδρίτου Γεωργίου, Καθηγουμένου της Ι. Μονής Οσίου Γρηγορίου, Η θέωσις ως σκοπός της ζωής του ανθρώπου, σελ. 34-41)
Από το περιοδικό Εν Συνειδήσει. Έκδοση της Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου. Δεκέμβριος 2006.


Στο "αμπέλι" της ζωής...



Τα καλοκαίρια πηγαίναμε οικογενειακώς στο χωριό, να τρυγήσουμε τα αμπέλια του παππού. Ο πατέρας η μάνα και τα δυο μου αδέλφια. Ο παππούς πάντα μας έδινε μια αρχική συμβουλή, «θα κόβεται τα σταφύλια και δεν θα κοιτάτε ποτέ το τέλος του αμπελιού. Θα κοιτάτε μονάχα την κουρμούλα που κόβεται, διαφορετικά θα απογοητευθείτε». Αυτή την απλή αλλά γεμάτη σοφία συμβουλή του παππού, την χρειάστηκα πολλές φορές στην ζωή μου. Γιατί κατάλαβα ότι κι η ζωή είναι ένα αμπέλι, που δεν χρειάζεται να κοιτάς το μέλλον, αλλά το τώρα, το εδώ, το σήμερα. Να κάνεις βήματα και να προχωράς όπως είσαι, κι ας μην είσαι τέλειος. Να περπατάς, βήμα βήμα,όσο και όπως μπορείς. Να μην σκέφτεσαι, ούτε να αναλύεις, πόσα χιλιόμετρα χρειάζεται να περπατήσεις, μα το ένα βήμα που πρέπει να κάνεις… Μοναχα έτσι θα φτάσεις στον τερματισμό, όταν τον ξεχάσεις και ζήσεις την διαδρομή…

Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος!



Δείτε την γαλήνη που έχει ο φάρος ακόμα και όταν κτυπάτε αλύπητα από τα μανιασμένα κύματα. Δεν φοβάται, δεν δειλιάζει, γιατί γνωρίζει ότι έχει βαθιά και γερά θεμέλια. Έτσι λοιπόν και ο άνθρωπος του βιώνει την εν Χριστώ ζωή, μένει γαλήνιος ακόμα και μέσα στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες, ακόμα και όταν τα μανιασμένα κύματα του πόνου και των πειρασμών τον κτυπούν.
Μένει γαλήνιος γιατί έχει βαθιά και γερά θεμέλια. Έχει ταπείνωση, μετάνοια, πίστη και ελπίδα στον Θεό. Έχει νιώσει την αγάπη του Θεού στην ύπαρξή του και γι’ αυτό δεν φοβάται πλέον. Δεν φοβάται τίποτα, ακόμα και τον θάνατο. Ο άνθρωπος του Θεού, είναι σαν έναν φάρο. Φωτίζει και καθοδηγεί τους χαμένους. Μένει αμετακίνητος απέναντι στην αμαρτία, μένει πράος, ήσυχος και ειρηνικός όταν τον κτυπήσουν πειρασμοί και δυσκολίες.

Η επίγεια ζωή μας είναι σαν την θάλασσα, γεμάτη εκπλήξεις. Άλλοτε ευχάριστες, άλλοτε δυσάρεστες. Χωρίς Χριστό η ζωή μας δεν είναι τίποτα άλλα παρά μία βρώμικη σταγόνα μπροστά στον αιώνιο και απέραντο ωκεανό της Χάριτος που η εν Χριστώ ζωή προσφέρει στον άνθρωπο. Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος για τους άλλους. Όχι με λόγια, όχι με υποδείξεις. Αλλά με την σιωπή σου, με την ταπείνωση σου, με την συγχωρετικότητά σου, με την αγάπη σου, με την μετάνοιά σου, με την ζωή σου.
Είσαι χριστιανός; Γίνε φάρος… πάψε να φοβάσαι τα κύματα των πειρασμών, πάψε να απελπίζεσαι με τις πρώτες δυσκολίες. Έχεις οδηγό της ζωής σου τον Αρχηγό της Ζωής και του Θανάτου, έχεις Πατέρα που σε αγαπά, έχεις Θεό που έγινε Άνθρωπος για σένα, έχεις θεμελιωτή της πίστεώς του, τον Παράκλητο.
Είσαι χριστιανός; Μάλλον...είμαι χριστιανός;

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Οικουμενιστές και αντι-Οικουμενιστές προχωρούν από την Αγιοπατερική Παράδοση στην «μεταπατερική» ασυνέχεια!

Ἀπὸ τὴν Ἁγιοπατερικὴ Παράδοση
στὴν «μεταπατερικὴ» ἀσυνέχεια.

Σὲ ἄρθρο ποὺ ἐντοπίσαμε στὸ "Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό", μᾶς λέγει ὁ π. Γεώργιος, ὅτι πρὶν τὴν ἐμφάνιση καὶ ἐπικράτηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, «ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἀνατολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία οὐ μόνον αἱρετικόν οὐ προσίεται δόγμα, ἀλλά καί τάς ὑποψίας αὐτάς ἀποκρούεται» («Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, Ἰ. Καρμίρη, σ. 791).
Σημειώστε· ἀποκρούεται ἀκόμα καὶ τὰς «ὑποψίας»!
Μετὰ τὸ 1902 καὶ κυρίως τὸ 1920, ὅμως, διὰ τῆς Οἰκουμενικῆς κινήσεως(συνεχίζειὁ π. Γεώργιος), προωθεῖται καὶ πραγματοποιεῖται «προοδευτικήἐξίσωση τῶν δυτικῶν Ὁμολογιῶν μέ τή Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία… ὉΟἰκουμενισμός ἔχει ἀποβεῖ ἀληθινή βαβυλώνιος αἰχμαλωσία» καὶ ὡς ἐκ τούτου, συμπεραίνει ὁ π. Γεώργιος, «ὁ Οἰκουμενισμός ἀποδείχθηκε πλέον ὡςἐκκλησιολογική αἵρεση, ὡς ἕνας “δαιμονικός συγκρητισμός”».
Καὶ ἡ ἔλειψη αὐτοκριτικῆς ὁδηγεῖ τὸν π. Γεώργιο στὸ ἑπόμενο μονόπλευρο συμπέρασμα: «Ἀντί, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία μας, νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς μόνης δυνατότητας σωτηρίας ἀνθρώπου καί κοινωνίας, πράττει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Συμφύροντας τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεση, στά ὅρια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί οὐσιαστικά καταξιώνοντας τήν αἱρετική πλάνη, ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας».
Διέλαθε τῆς προσοχῆς τοῦ π. Γεωργίου ὅτι στὶς «Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους» ποὺ χρησιμοποιεῖ, δίνεται καὶ ἡ ἀπάντηση τῆςστάσεως πρὸς ὅλους τοὺς αἱρετικούς· ὄχι μόνον πρὸς ὅσους παραβαίνουν τόσο μεγάλα πράγματα τῆς Πίστεως (ὡς οἱ ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΙ Οἰκουμενιστές), ἀλλὰ καὶ εἰς ἐκείνους ποὺ «μικρόν τι τούτων παραβαίνουσι»!!! Διαβάζουμε στὶς «Ἀποκρίσεις…»:
«Ἐν γὰρ τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτὲ ἡ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις· ταῦτα γὰρ ἀσάλευτά εἰσι, καὶ ὑπὸ πάντων τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀπαράβατα ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ διαφυλάττονται· καὶ ὁ μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ὡς σχισματικὸς καὶ αἱρετικὸς κατακρίνεται καὶ ἀναθεματίζεται, καὶ ἀκοινώνητοςπαρὰ πᾶσι λογίζεται».
Κατηγορεῖτε, π. Γεώργιε, τὴν «ἐκκλησιαστική ἡγεσία», ἡ ὁποία δὲν «ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀλλὰ κάνετε κι ἐσεῖς (οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές) τὸ ἴδιο. Κοινωνεῖτεμὲ αὐτὴ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία καὶ μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, παρότι διαπιστώνετε ὅτι εἶναι αἱρετικοί, ὅτι ἡ αἵρεσή τους εἶναι ἕνας «δαιμονικόςσυγκρητισμός»! παρότι γνωρίζεται πολὺ καλῶς ὅτι ἡ αἵρεση «ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας»! παρότι γνωρίζετε ὅτι ἡ στάση τῶν Ἁγίων, καὶ ἡ στάση τῆς Συνόδου ποὺ συνέταξε τὶς "«Ἀποκρίσεις…πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους»" εἶναι ἡ Διακοπὴ τῆς κοινωνίας μετὰ τῶν Παναιρετικῶν Οἰκουμενιστῶν ποὺ ἔχουν διὰ τῆς αἱρέσεως κάνει σχίσμα στὴν Ἐκκλησία! Καὶ ποιός εὑρίσκεται στὸ χῶρο τῶν Ἁγίων, πάτερ; (ἂς τὸ σκεφθεῖ αὐτὸ καὶ ὁ κ. Τελεβάντος): Ἐκεῖνος ποὺ κοινωνεῖ μὲ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κάνει "δογματικὸ σχίσμα" στὴν Ἐκκλησία (κατὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη), ἢ ὅσοιδιακόπτουν τὴν μετ' αὐτῶν κοινωνία;

Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι αὐτὰ τὰ γράψατε πρὶν τὴν Σύνοδο στὸ Κολυμπάρι, στὴν ὁποία αὐτὰ νομιμοποιήθηκαν Συνοδικά!!!

Toῦ π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ

Ἀπὸ τὴν Ἁγιοπατερικὴ Παράδοση
στὴν «μεταπατερικὴ» ἀσυνέχεια

Παράδοση στήν γλώσσα τῆς Ὀρθοδοξίας σημαίνει τήν ἀδιάκοπη συνέχεια τοῦ ὀρθοδόξου τρόπου ὑπάρξεως, πού κλείνει μέσα του τήν ἀληθινή πίστη, ὡς φρόνημα καί στάση ζωῆς σέ ὃλες τίς πτυχές της.
1. Ἡ Θεολογία καί Ποιμαντική Πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέχρι τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς (1453) εἶχε ὡς κύριο στόχο της τήν διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς «ἅπαξ τοῖς ἁγίοις παραδοθείσης πίστεως» (Ἰούδ. 3), γιά τήν συνέχεια τῆς ὁμολογίας καί παραδόσεως τῶν Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Αὐτό ὅμως ἀπαιτοῦσε καί τήν λόγῳ καί ἔργῳ ἀπόκρουση τῶν αἱρέσεων γιά τήν προστασία τοῦ Ποιμνίου καί τήν διασφάλιση τῆς δυνατότητας σωτηρίας, δηλαδή θεώσεως.
Ἔτσι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τόν 15ο ὥς τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα παρέμεινε ἀμετακίνητη στή στάση της ἀπέναντι στόν δυτικό χριστιανισμό, τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό (Λουθηρανισμό, Καλβινισμό, κ.λπ.) καί τόν Ἀγγλικανισμό, πού χαρακτηρίζονται σαφῶς ὡς αἱρετικές ἐκπτώσεις ἀπό τή Μία Ἐκκλησία.
Στά ὀρθόδοξα δογματικοσυμβολικά κείμενα(1) αὐτῆς τῆς περιόδου ἐκφράζεται θετικά ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική πίστη καί ἀποκρούονται οἱ πλάνες τῶν δυτικοχριστιανικῶν ὁμάδων, πού ἔχουν στερηθεῖ τόν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας, σέ μία ἀδιατάραχτη συνέχεια καί συμφωνία μέ τήν βυζαντινή ἀντιρρητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Παρέμεινε ἔτσι ἀκμαία ἡ ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, κατά τήν ὁποία «ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἀνατολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία οὐ μόνον αἱρετικόν οὐ προσίεται δόγμα, ἀλλά καί τάςὑποψίας αὐτάς ἀποκρούεται»(2).
Ὁμολογεῖται, ἐπίσης, χωρίς περιστροφές, ὅτι «αὐτή μόνη ἡ τῶν Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων (πάλαι μέν Ἑλλήνων, νῦν δέ Γραικῶν καί Νέων Ρωμαίων διά τήν Νέαν Ρώμην καλουμένων) Χριστιανῶν πίστις ἐστίν ἀληθής μόνη ἀκραιφνεστάτη»(3).
Μέ ἀπόλυτη δέ κατάφαση τῆς ὀρθοδόξου ταυτότητος διαπιστώνεται, ὅτι «τά Λουθηροκαλβινικά καί Παπιστικά δόγματα οὐ συνάδει τῇ Ὀρθοδόξῳ ἡμῶν πίστει, ἀνθίστανται δέ μᾶλλον αὐτῇ καί πόρρω τῆς ἀληθείας ἀπεσχοίνισται»(4) (ἔχουν ἀπορριφθεῖ).
Μόνη, συνεπῶς, παραδεκτή βάση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως εἶναι ἡ ἀπόλυτος ἑνότης τῆς πίστεως καί ἡ ὁμοφροσύνη στά δόγματα διά τῆς ἀνεπιφυλάκτου παρά τῶν ἑτεροδόξων ἀποδοχῆς τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων. Μέ βάση δέ τήν σχετική δήλωση τοῦ ἁγίου Μάρκου διακηρύσσεται ἐκ νέου ὅτι «ἐν τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτέ ἡ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις»(5). Καί ὅλα αὐτά λέγονται σέ περίοδο ἐξουθενωτικῆς δουλείας καί ταπεινώσεως τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων.

2. Ἡ ἀταλάντευτη αὐτή στάση τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας ἀπέναντι στήν ἑτερόδοξη Δύση ἄλλαξε ἐπίσημα στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ἐπί πατριαρχίας Ἰωακείμ τοῦ Γ΄ (+1912). Αὐτό σημαίνει ὅτι μέ πνεῦμα θετικό ἐγκαινιάζεται στό ἐθναρχικό κέντρο μία νέα στάση ἀπέναντι στήν ἀποκρουόμενη ἕως τότε Δύση, κατά τό πνεῦμα τοῦ φιλοδυτικισμοῦ καί τῶν «οἰκουμενικῶν σχέσεων». Τό κύριο σημεῖο ἀναφορᾶς δέν θά εἶναι πλέον ἡ Ἀνατολή, ἀλλά ἡ Δύση, μέ ὅ,τι αὐτή ἐκφράζει. Ἡ ἀλλαγή αὐτή ὁριοθετεῖται ἀπό τρία σπουδαῖα κείμενα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τήν Ἐγκύκλιο τοῦ πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄ τό 1902(6), τό Διάγγελμα τοῦ 1920(7) καί τήν Ἐγκύκλιο τοῦ 1952(8). 
Ἡ πρώτη πραγματοποιεῖ τό οἰκουμενιστικό ἄνοιγμα στὴ Δυτική Χριστιανοσύνη, ἐνῷ τά ἄλλα ἔχουν καθαρά προγραμματικό χαρακτῆρα, ἐγκαινιάζοντας καί προωθώντας τήν πορεία πρός τόν Οἰκουμενισμό μέ τήν «Οἰκουμενική Κίνηση». Ἡ συμμετοχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σ’ αὐτήν ὁδήγησε στίς σημερινές ἐλεγχόμενες ἀπό τήν ὀρθόδοξη συνείδηση σχέσεις. Αὐτό ὅμως συνδέεται ἄμεσα μέ τήν προοδευτική ἐξίσωση τῶν δυτικῶν Ὁμολογιῶν μέ τή Μία Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία. Μέ τό Διάγγελμα τοῦ 1920 τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προσέφερε τόν καταστατικό χάρτη γιά τήν στάση, πού ὄφειλε νά τηρήσει στό μέλλον ἡ ὀρθόδοξη παράταξη μέσα στήν Οἰκουμενική Κίνηση.
Ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1902 ἄνοιξε τόν δρόμο στή συμμετοχή μας στήν Οἰκουμενική Κίνηση, τό Διάγγελμα τοῦ 1920 προετοίμασε τήν εἴσοδό μας στό ΠΣΕ, ἐνῷ ἡ ἐπί Πατριάρχου Ἀθηναγόρα Ἐγκύκλιος τοῦ 1952(9) λειτούργησε ὡς ὁλοκλήρωση καί ἐπισφράγιση τῆς προγραμματισμένης αὐτῆς πορείας. Γι’ αὐτό μεγάλοι ὀρθόδοξοι Θεολόγοι, ὅπως ὁ Ἰωάννης Καρμίρης καί ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, παρά τήν ἀφοσίωσή τους στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, δέν παρέλειψαν νά ἐκφράσουν τόν δισταγμό τους στά ἀνοίγματα αὐτά καί τίς ἐπιφυλάξεις τους γιά τίς μέσῳ αὐτῶν δρομολογημένες ἐξελίξεις(10).
Ὑπεύθυνη ὅμως καί ἀντικειμενική κριτική στήν Οἰκουμενική Κίνηση ἔχει ἀσκήσει ὁ ὅσιος Ἰουστῖνος (Πόποβιτς), χαρακτηρίζοντας τόν Οἰκουμενισμό μέ τόν ἀκόλουθο τρόπο:

«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδιά ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν Οὑμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμόν. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἳρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά των εἶναι ἡ παναίρεσις». Καί διερωτᾶται:
«Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτό τό πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καί ὀργανισμός τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθῆ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της θεολόγοι, ἀκόμη καί Ἱεράρχαι, νά ἐπιζητοῦν τήν ὀργανικήν μετοχήν καί συμπερίληψιν εἰς τό ΠΣΕ; Ἀλλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία»(11).
Ὁ Οἰκουμενισμός σ’ ὅλες τίς διαστάσεις καί ἐκδοχές του ἔχει ἀποβεῖ ἀληθινήβαβυλώνιος αἰχμαλωσία σχεδόν ὅλων τῶν τοπικῶν ἡγεσιῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ καύχηση καί ὁ αὐτοθαυμασμός τῶν Οἰκουμενιστῶν μας «γιά μία δῆθεν νέα ἐποχή, πού ἄνοιξε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο» μέ τίς πατριαρχικές Ἐγκυκλίους τῶν ἐτῶν 1902 καί 1920, δέν δικαιώνονται, διότι «αὐτό πού κατορθώθηκε εἶναι νά νομιμοποιήσουμε τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ». Αὐτό εἶναι τό κατασταλαγμένο συμπέρασμα τοῦ π. Θεοδώρου Ζήσηα(12), τό ὁποῖο ἀδίστακτα προσυπογράφω. 

3. Εἶναι, λοιπόν, φανερό ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός ἀποδείχθηκε πλέον ὡςἐκκλησιολογική αἵρεση, ὡς ἕνας «δαιμονικός συγκρητισμός», πού ἐπιδιώκει μία ὁμοσπονδιακή ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν δυτική αἱρετική πανσπερμία. Ἔτσι ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἐπηρεάζει σωτηριολογικά τόν μή ὀρθόδοξο κόσμο, διότι ἔχει ἐγκλωβιστεῖ αὐτή, στά πρόσωπα τῶν κατά τόπους ἡγεσιῶν της, στίς παγίδες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού κατεργάζονται τήν φθορά καί τήν ἀλλοτρίωσή της.
Ἀντί, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία μας, νά ἀκολουθεῖ τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων μας στή διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς μόνης δυνατότητας σωτηρίας ἀνθρώπου καί κοινωνίας, πράττει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Συμφύροντας τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεση, στά ὅρια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί οὐσιαστικά καταξιώνοντας τήν αἱρετική πλάνη, ἐπιφέρει τήν ἄμβλυνση τῶν κριτηρίων τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος καί στερεῖ καί αὐτό καί τόν κόσμο ἀπό τήν δυνατότητα σωτηρίας.
Στήν κατεύθυνση δέ αὐτή ἀκριβῶς ἀποδεικνύεται δαιμονική ἡ παρέμβαση τῆς λεγομένης «Μεταπατερικῆς Θεολογίας», ἡ ὁποία προσφέρει θεολογική κάλυψη καί στήριξη στήν οἰκουμενιστική μας ὑστερία καί στήν κατεδάφιση τῶν πατερικῶν καί παραδοσιακῶν μας θεμελίων. Αὐτό δέν γίνεται, βέβαια, μέ τήν κατ’ εὐθεῖαν πολεμική κατά τῆς συνοδικῆς καί πατερικῆς πίστεως -τοὐναντίον αὐτή συχνά ἐπαινεῖται ὑποκριτικά καί ἐξαίρεται- ἀλλά μέ τήν ἀμφισβήτησητῶν νηπτικῶν προϋποθέσεών της, τήν ἀποφυγή τῆς καταδίκης τῶν αἱρέσεωνκαί τήν de facto, ἔτσι, ἀναγνώρισή τους ὡς Ἐκκλησίας, σωτηριολογικοῦ δηλαδή μεγέθους, ἰσοτίμου μέ τήν Ὀρθοδοξία.
Μέ αὐτό τόν τρόπο παραμερίζονται τελικά οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἡ διδασκαλία τους μέ τήν ἀνομολόγητη ἀνατροπή τῆς πίστεως καί πράξεως τῆς ἁγιοπατερικῆς Παράδοσης. Ἡ μεταπατερικότητα, δηλαδή, εἶναι, στήν οὐσία της ἀντιπατερικότητα, διότι ἀποδυναμώνει τήν πατερική παράδοση, χωρίς τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία παραμένει ἀθωράκιστη στή δίνη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σχεδίων τῆς Νέας Ἐποχῆς. Καί γιά νά παραφράσουμε τόν Ντοστογιέφσκυ: «Χωρίς Πατέρες ὅλα ἐπιτρέπονται»! Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο ὅμως τόν Παλαμᾶ, «τοῦτό ἐστιν ἀληθής εὐσέβεια, τό μή πρός τούς θεοφόρους Πατέρας ἀμφισβητεῖν»! Ἡ ἀπόλυτη δηλαδή ὑπακοή στούς Ἁγίους Πατέρες μας.

Σημειώσεις
1. Βλ. Ἰω. Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. 1, Ἀθῆναι 1962 καί τ. ΙΙ, Άθῆναι 1953.
2. «Ἀποκρίσεις... πρός τούς Ἀγγλικανούς Ἀνωμότους, Ἰ. Καρμίρη, σ. 791.
3. Στό ἴδιο, σ. 789. 4. Στό ἴδιο, σ. 793. 5. Στό ἴδιο, σ. 791.
6. Βλασίου Ι. Φειδᾶ, Αἱ Ἐγκύκλιοι τοῦ 1902 καί τοῦ 1904 ὡς πρόδρομοι τῆς Ἐγκυκλίου τοῦ 1920 ἐν τῇ εὐρυτέρᾳ οἰκουμενικῇ προοπτικῇ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, Ὀρθοδοξία 2003, σ.129-139 (ἐδῶ:129).
7. Διάγγελμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «Πρός τάς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», Ἰω. Καρμίρη, σ. 950.
8. Στό ἴδιο, σ. 960.
9. Ἀπευθύνεται «πρός τάς αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας».
10. Ὁ μέν π. Φλωρόφσκυ τό 1961 ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό ΠΣΕ, ὁ δέ Ἰωάννης Καρμίρης (τὸ 1953) δηλώνει περίφροντις ἀπό τίς ἐξελίξεις: «Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀνεπιφύλακτος καί ἄνευ ὅρων συμμετοχή (τῆς Ὀρθοδοξίας) εἰς δογματικά συνέδρια καί ἡ ὀργανική σύνδεσις αὐτῆς μετά πολυαρίθμων ποικιλωνύμων Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν καί αἱρέσεων ἐπί βάσεως δογματικῆς καί ἐκκλησιολογικῆς ἐν τῷ Παγκοσμίῳ Συμβουλίῳ τῶν Ἐκκλησιῶν θά ἐσήμαινε παρέκκλισιν ἀπό τῆς ὑπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Διαγέλματος τοῦ 1920 χαραχθείσης γραμμῆς περί συνεργασίας αὐτῆς μόνον ἐν τοῖς ζητήμασι τοῦ Πρακτικοῦ Χριστιανισμοῦ καί γενικῶς δέν θά ἦτο σύμφωνος πρός τάς θεωρητικάς ἀρχάς τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν μακραίωνα παράδοσιν αὐτῆς, ὡς καί τήν διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν μεγάλων Πατέρων αὐτῆς» (ὅπ. π., σ. 953).
11. π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
12. Βλ. ἄρθρο του στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» τῆς 16.7.2004.

«Ας με λένε Μπουμπουλίνα κι ας ψοφάω απ΄ την πείνα!»

Προφητεύει ο Άγιος Γαβριήλ από την Γεωργία:

«Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην Εκκλησία, θα βαπτίζονται και θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό».


Δηλαδή οι πιστοί του Αντιχρίστου θα τηρούν μετά ακρίβειας όλα τα θρησκευτικά και λειτουργικά καθήκοντα παραμένοντας τοπικά και τυπικά εντός της υποταγμένης πια στην Νέα Τάξη Εκκλησίας μας, αλλά ουσιαστικά θα υπηρετούν τον Αντίχριστο.

Το ισχυρότερο όπλο που χρησιμοποιεί ο Αντίχριστος στα χρόνια μας δεν είναι ούτε η φωτιά ούτε το τσεκουρι αλλά Η ΠΛΑΝΗ. Αφού «ἐκεῖνος ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ὅτι ψεύστης ἐστί» (Ιωάνν. η΄ 44). 
Και αποκορύφωμα αυτής της πλάνης και τελευταίο προπύργιο θα είναι Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ  που προωθήθηκε κατά πολύ από την ψευτοσύνοδο του Κολυμπαρίου.


Θα επιτρέψει ο Αντίχριστος και τα όργανά του στην Ορθόδοξο Εκκλησία να συνεχίζει να λειτουργεί κατά τα αιώνια τυπικά της, μα έχοντας αλλοιώσει τον πυρήνα της και απολέσει πια τον πολύτιμο μαργαρίτη που είναι ο Χριστός κραδαίνοντας μονάχα το όστρακο. 
Θα κατέχουν οι άρχοντες της Εκκλησίας την τυπική σφραγίδα της αλλά θα έχουνε χάσει την σφραγίδα της Ορθής πίστης και Πατερικής παράδοσης.
Τοιουτοτρόπως θα πηγαίνει ο δείνα στην Εκκλησία θεωρώντας ότι ακολουθεί τον Χριστό μα εντούτοις θα ακολουθεί με πιστότητα τον Αντί-χριστο.
Δυστυχώς οι Επίσκοποι-Μητροπολίτες μας (υπερφίαλοι σαν τους κόκορες) ξεπέσανε σε ευγνώμονες θεματοφύλακες των πολιτικών συμφερόντων της εκάστοτε εξουσίας που τους έφτιαξε Δεσποτάδες (κατά την λαϊκή ρήση: «φτιάχνω Παπάδες») Γι΄ αυτό και ουδέποτε θα διανοηθούν να εγκαταλείψουν την βάρκα και να θυσιάσουν για τον Χριστό την εφήμερη εξουσία τους αφού αυτή είναι η μόνη που νοηματοδοτεί την αξιολύπητη και προσκυνημένη ζωούλα τους.
Φωνάζουν και κομπορρημονούν δείχνοντας τα δόντια τους σαν το σκυλί που από απόσταση ασφαλείας γαυγίζει, αλλά έως ότου τεντωθεί το σχοινί στο λαιμό τους.


Εξαντλούνται σε κάλπικους λεονταρισμούς για εφέ και φιγούρα, σε χαρτοπόλεμο και άντε καμία κουβέντα παραπάνω στο ξύλινο κήρυγμα τους αλλά πάντοτε εκ του ασφαλούς.
Το μόνο που υπαρξιακά τους ενδιαφέρει είναι η Διοικητική τους υπόσταση και το πως με κάθε ηθικό ή ανήθικο μέσο θα κρατηθούν σαν τα στρείδια από αυτήν αφού μέσω αυτής και μόνο νοιώθουν ότι υπάρχουν (κατά το λαϊκόν και πάλι: «Ας με λένε Μπουμπουλίνα κι΄ ας ψοφάω απ΄την πείνα!»).

 

 Αλλά και έστω αν βρεθεί ένας που θα τολμήσει το αξεπέραστο θα πρέπει να τον εκθέσουμε στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας ως το σπανιότατο είδος της ιστορίας του πλανήτη μας .
Σε αυτές τις έσχατες και πολύ προσεχείς καταστάσεις λοιπόν ποια η θέση των Ορθοδόξων Χριστιανών;


Πιστεύω ότι όσοι διαθέτουν και την παραμικρή, ως κόκκο σινάπεως, πίστη και τιμιότητα, είτε Ιερείς και Μοναχοί, είτε λαϊκοί θα αναγκαστούν αργά ή γρήγορα, (με ότι αυτό θυσιαστικά συνεπάγεται παίρνοντας πάνω τους το στίγμα του αποτειχισμένου, σχισματικού καιαφορεσμένου)να εξέλθουν και να απελευθερωθούν από τα διοικητικά και πνευματικά πλαίσια της εξουσίας των Οικουμενιστών Μητροπολιτών της Εκκλησίας μας (και της αυλής τους) λατρεύοντας εν διωγμώ και εν Σταυρώ μεν αλλά με ήσυχη και ανεπαυμένη συνείδηση τον Χριστό και την αλήθεια Του. 
Οὐδεὶς οἰκέτης δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ (Λουκ. ιστ΄ 13).

Ένας ενοχλητικός Μοναχός

ΤΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ «Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε» (Α΄ Κορ. 3,9)

Μία ἀπὸ τὶς ἀνάγκες ποὺ ἔ­χει ὁ ἄνθρωπος ἐ­δῶ στὴ γῆ εἶνε ἡ στέγη, τὸ σπίτι. Βράδιασε; Ὅπως τὸ πουλὶ κι αὐ­τὸ τὸ ἄγριο θηρίο γυρίζει στὴ φωλιά του, καὶ δὲν ὑπάρχει ζων­τα­νὸ ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ φωλιά, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος ἔ­χει ἀνάγκη ἀπὸ ἕνα μέρος ποὺ θὰ στεγά­σῃ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν οἰ­κογένειά του. Κανείς δὲν θέλει νά ᾽νε ἄ­στεγος· ὅλοι προσπαθοῦν νὰ χτίσουν ἕνα σπίτι. Κάνουν τὰ πάντα γι᾽ αὐτό· καὶ οἰκόπεδα ἀγοράζουν, καὶ χρή­ματα δανείζον­­ται, καὶ τότε θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους εὐτυ­­χῆ ὅταν μπορέσουν νὰ μποῦν μέσα στὸ σπίτι.
Σπίτια διάφορα, μεγάλα, πολυώροφα, παλά­τια, οὐρανοξύστες. Ὁ κόσμος θεωρεῖ αὐτοὺς ποὺ κατοικοῦν σὲ τέτοια μέγαρα εὐτυχισμένους. Ἀλλὰ εἶνε ἔτσι; Ὅταν ὁ Θεὸς σείει τὴ γῆ, τότε τὰ σπίτια πέφτουν κ᾽ οἱ ἄνθρωποι φο­νεύονται. Τὸ εἶπε κι ὁ Χριστός· ὅταν στὰ Ἰερο­σόλυμα τοῦ ἔδειχναν τὶς μεγάλες οἰκοδομὲς εἶπε· Ὅλα αὐτὰ θὰ γκρεμιστοῦν, δὲ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθῳ» (Λουκ. 19,44). Τὰ καλύβια εἶνε εὐλογη­μένα· τὰ μέγαρα ποὺ στήθηκαν μὲ ἀδικίες καὶ πλεονεξίες, ἂν ἕνας ἄγγελος Κυρίου τὰ πιά­σῃ καὶ τὰ στύψῃ, θὰ στάξουν αἷμα ἀ­δικημένων.
Ἀλλὰ γιατί, ἀδελφοί μου, σᾶς ἀπασχολῶ μὲ τὰ σπίτια, μικρὰ καὶ μεγάλα; Διότι γι᾽ αὐτὸ μᾶς μιλάει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· ὁλόκληρος ὁ σημερινὸς ἀπόστολος λέει γιὰ κάποια οἰ­κοδομή. Θὰ ἤμουν εὐτυχής, ἂν μποροῦσα νὰ κάνω τὸν καθένα σας νὰ ἐπιθυμή­σῃ ν᾽ ἀγορά­σῃ ἕνα διαμέρισμα σ᾽ αὐτήν! Εἶνε μιὰ μεγάλη – τεράστια οἰκοδομή· ἀρχίζει ἀπὸ ᾽δῶ στὴ γῆ καὶ φτάνει μέχρι τὸν οὐ­ρανό· χωράει μέσα ὅ­λους, ὄχι μόνο τοὺς βασιλιᾶδες ἀλλὰ καὶ τοὺς πιὸ φτωχούς· οἰκοδομὴ ἀ­θάνατη καὶ αἰωνία. Ποιά ἆραγε νὰ εἶνε αὐτὴ ἡ οἰκοδομή; καὶ πῶς μπορεῖ καθένας μας ν᾽ ἀποκτήσῃ ἕνα μέ­ρος σ᾽ αὐ­τήν, νὰ συμπεριληφθῇ στοὺς ἐνοίκους της; Μᾶς τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε» (Α΄ Κορ. 3,9). Ἡ οἰκοδομὴ αὐτὴ εἶνε ἡ Ἐκκλησία.

Ἀλλ᾽ ὅταν λέμε «Ἐκκλησία», ἀγαπητοί μου, δὲν ἐννοοῦμε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ. Τὰ κτήρια μπορεῖ νὰ τὰ γκρεμίσουν οἱ ἄπιστοι καὶ μιὰ μέρα νὰ μὴν ὑπάρχῃ καμμιά ἐκκλησιὰ πάνω στὴ γῆ. Ἡ οἰκοδομὴ ὅμως τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλη­σία, εἶνε κάτι ἄλλο, πολὺ μεγαλύτερο καὶ ὑψη­λότερο. Ἡ Ἐκκλησία θὰ ὑπάρχῃ στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπως τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν.
Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια· Ἐκκλησία εἶνε ὅλοι ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό. Ἐκκλησία δὲν εἶνε μόνο ὁ δεσπότης μὲ τὰ χρυσᾶ καὶ τὶς μίτρες, ὁ παπᾶς καὶ ὁ διᾶκος, οἱ ἐπίτροποι καὶ οἱ ψαλτάδες καὶ οἱ νεωκόροι·

Ἐκκλησία εἶνε καὶ μιὰ γριούλα ἀγράμματη ποὺ τὸ Δεκαπεν­ταύγουστο γονατίζει στὴν Παναγιά, κ᾽ ἕνα παι­δάκι φτωχὸ ποὺ ἀκούει τὸ μάθημα τοῦ κατηχητικοῦ καὶ τραγουδάει σὰν ἀηδονάκι τὰ τραγούδια τοῦ Χριστοῦ μας, κ᾽ ἐκεῖνος ὁ ζητιάνος ποὺ προσκυνάει τὶς εἰκόνες καὶ ζητάει τὴν προστασία τῶν ἁγίων· καθένας ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, ἀπὸ τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ κρατάει στὴν ἀγκαλιὰ ἡ μάνα μέχρι τὸν ἀσπρομάλλη γέρο, ὅλοι εἶνε Ἐκκλησία, οἰκοδομὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δέχεται τοὺς μεγάλους, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπο οἱουδήποτε χρώματος, κοινω­νικῆς καταστάσεως καὶ φυλῆς. Προχωρῶ. Ἐκ­κλησία δὲν εἴμαστε μόνο ὅσοι ζοῦμε σήμερα· Ἐκκλησία εἶνε καὶ οἱ γονεῖς μας καὶ οἱ παποῦ­δες μας, γενεὲς γενεῶν, ὅλοι ὅσοι κοιμοῦν­ται στὰ νεκροταφεῖα. Γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ὑπάρχει θάνατος· «δὲν εἶνε Θεὸς νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων» (Λουκ. 20,38). Ὅλοι αὐτοὶ εἶνε Ἐκκλησία. Μὲ τὴ διαφο­ρά, ὅτι ὅσοι εἶνε ἀκόμα ἐδῶ στὴ γῆ λέγονται Ἐκκλησία στρατευομένη, γιατὶ κάνουν πόλεμο, ἐνῷ ὅσοι πέρασαν τὶς πύλες τοῦ θανάτου καὶ εἶνε στὰ οὐράνια λέγονται Ἐκκλησία θρι­αμβεύουσα. Αὐτὴ εἶνε Ἐκκλησία, καὶ αὐτὴν ὀνομάζει «οἰκοδομὴ» ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Ἀλλὰ ὅπως κάθε οἰκοδομὴ ἔχει θεμέλιο κι ὅσο πιὸ μεγάλη εἶνε τόσο τὰ θεμέλια πρέπει νά ᾽νε πιὸ γερὰ καὶ νά ᾽νε χτισμένη πάνω σὲ βράχο, ἔτσι καὶ αὐτὴ ἡ πνευματικὴ οἰκοδομή, τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, ἔχει θεμέλιο. Θεμέλια ὑπάρ­χουν πολλά· θεμέλιο γιὰ τὸ χρηματιστήριο εἶ­νε τὸ χρῆμα, θεμέλιο γιὰ τὸ πανεπιστήμιο εἶνε ἡ σοφία καὶ ἡ γνῶσι, θεμέλιο γιὰ τὸ κράτος εἶνε τὰ ὅπλα καὶ ὁ στρατός. Καὶ θεμέλιο γιὰ τὴν Ἐκκλησία ποιό εἶ­νε; Τίποτε ἀπ᾽ αὐτά. Ἀλ­λοίμονο ἂν ἡ Ἐκκλησία στηριχθῇ στὴ βία, στὴν ἔπαρσι τῆς ἐπιστήμης, στὸ χρῆμα καὶ στὰ τιμο­λόγια. Τότε θὰ ἔρθῃ γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὁ προφήτης Ἠλίας μὲ τὴ ῥομφαία του, νὰ μᾶς κόψῃ ὅ­λους τοὺς κληρικούς, ὅσοι μεταβάλλουν τὸν οἶ­κο τοῦ Θεοῦ σὲ «οἶκον ἐμπορίου» (Ἰω. 2,16). Δὲν ἔ­χουν θέσι οἱ δίσκοι. Τί φο­βερὸ τὴν ἱερώτερη στιγμὴ ν᾽ ἀκούγωνται τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα! Μὴ δίνουμε δικαίωμα στοὺς χιλι­αστὰς καὶ τοὺς προτεστάντες νὰ κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία μας. Εἶμαι βέβαιος, ὅτι ὁ λαὸς θὰ δώσῃ περισσότερα χωρὶς δίσκους.
Ποιό εἶνε λοιπὸν τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησί­ας μας; Μεγάλο λόγο λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τὸν θεμέλιο λίθο τῆς Ἐκκλησίας δὲ μποροῦν νὰ τὸν κλονίσουν οὔτε ὅλοι οἱ δαίμο­νες. Κανείς, λέει ὁ ἀπόστολος, δὲν μπορεῖ νὰ βάλῃ ἄλλον θεμέλιο στὴν Ἐκκλησία ἐκτὸς ἀ­πὸ αὐτὸν ποὺ ὑπάρχει, καὶ αὐτὸς εἶνε Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός (Α΄ Κορ. 3,11). Θεμέλιό της δὲν εἶνε ὁ τάδε βασιλιᾶς ἢ ἡ τάδε βασίλισσα ἢ οἱ κυ­ρίαρχοι τοῦ κόσμου· θεμέλιο εἶνε ὁ σταυρωθεὶς καὶ ἀναστὰς Χριστός, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Γι᾽ αὐτὸ εἶνε πολὺ μικρὸς αὐτὸς ποὺ θὰ τὰ βάλῃ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Τὸ εἶπε ὁ ἴ­διος ὁ Χριστός. Ὅταν ρώτησε τοὺς ἀποστόλους «Τί λέει ὁ κόσμος γιὰ μένα;» καὶ ἄλλοι εἶπαν «Εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἠλίας», ἄλλοι «Εἶσαι ὁ Ἰερεμίας ἢ ἕ­νας τῶν προφητῶν», τοὺς λέει· «Ἐσεῖς τί ἰδέα ἔχετε γιὰ μένα;». Τότε ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπήντησε· «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Καὶ ὁ Χριστὸς χάρηκε καὶ τοῦ λέει· «Σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὄχι ὅπως τὰ ἑρμηνεύουν οἱ φράγκοι, ἀλλ᾽ ὅπως τὰ ἑρμηνεύουν οἱ πατέρες· Πέτρε, εἶπες μιὰ μεγάλη ἀλήθεια. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, ὅτι ἐγὼ δὲν εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶμαι αὐτὸς ὁ Θεός, ὁ ἕνας τῆς ἁγίας Τριάδος, αὐτὴ ἡ πίστις στὸ πρόσωπό μου, αὐτὸ εἶνε τὸ θεμέλιο ἐπάνω στὸ ὁ­ποῖο θὰ θεμελιώσω τὴν Ἐκκλησία μου (Ματθ. 16,16-18).
Μιὰ οἰκοδομὴ ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ θεμέλιο ἔχει καὶ στύλους, κολῶνες. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας. Ποιές εἶνε οἱ κολῶνες, οἱ στῦλοι της; Ἂν διαβάσετε τοὺς ὕμνους καὶ τὰ ἀπολυτίκια, θὰ δῆτε ὅτι κολῶνες ποὺ μετὰ τὸ Χριστὸ στηρίζουν τὴν ἁγία μας πίστι, «κρηπῖδες», «βάσεις», «στῦλοι» τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, λέγονται οἱ προφῆται, οἱ ἀπόστολοι, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ εἶνε οἱ στῦλοι της.
Μιὰ οἰκοδομὴ ἐπίσης χτίζεται μὲ λιθάρια, πλῆθος λιθάρια. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἂν ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ θεμέλιο καὶ οἱ πατέρες οἱ στῦ­λοι, ἐμεῖς εἴμαστε τὰ λιθάρια της. Ὁ κάθε πιστὸς εἴμαστε ἕνα λιθαράκι, λιθαράκι ὄχι νεκρὸ ἀλλὰ ζωντανό, ποὺ τὸ παίρνει ἡ ἁγία Τρι­άδα μέσα ἀπ᾽ τὰ χώματα τὴ λάσπη καὶ τὴ βρώμα, τὸ πλένει καὶ τὸ καθαρίζει μὲ τὸ ἅγιο βάπτι­σμα, καὶ τὸ πελεκάει γιὰ νὰ τὸ βάλῃ στὴ θέσι του. Ὅπως ὁ μάστορας χτυπάει κάθε πέτρα μὲ τὴ σμίλη καὶ τῆς δίνει τὸ σχῆμα ποὺ θέλει, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε ἐλαττώματα, μᾶς χτυπάει – πελεκάει ὁ Θεός. Πῶς; Μὲ τὴ θλῖψι, τὰ δυστυ­χήματα, τὸν πόνο, τὰ δάκρυα, ἔτσι γινόμαστε πέτρες κατάλληλες γιὰ τὴν θεία οἰκοδομή.
Ἂς προσέξουμε κάτι ἀκόμη. Σ᾽ ἕνα τοῖχο, γιὰ νὰ κολλήσῃ τὸ ἕνα λιθάρι μὲ τὸ ἄλλο, χρει­άζε­ται κονίαμα, λάσπη μὲ ἀσβέστη· χωρὶς αὐτὸ σπίτι δὲν χτίζεται. Ἔτσι καὶ στὴν οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ποιό εἶνε ἐκεῖνο ποὺ ἑνώνει τὸν ἕ­να Χριστιανὸ μὲ τὸν ἄλλο καὶ μᾶς κάνει ἕνα; Ἡ ἀγάπη· ἡ ἀγάπη ὅπως τὴν δίδαξε καὶ τὴν ἐ­φήρμοσε ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἀπόστολοι. Ἔτσι βλέπουμε ὅτι στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς ἦταν «ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πράξ. 4,32).

Μιὰ προφητεία καὶ τελείωσα. Εἶπε ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ὅτι θά ᾽ρθη μέρα ποὺ καὶ τὰ ἄ­στρα θὰ πέσουν σὰν τὰ φύλλα τῆς συκιᾶς (βλ. Ματθ. 24,29. Μᾶρκ. 13,25. Ἀπ. 6,13). Ἀπὸ τότε ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία του πέ­ρα­σαν δυὸ χιλιάδες χρόνια καὶ θὰ περάσουν κι ἄλλα. Στὸ διάστημα αὐτὸ πολλὰ ἔγιναν καὶ θὰ γίνουν· θὰ πέσουν θρόνοι καὶ βασίλεια, θ᾽ ἀλ­λάξῃ ὁ χάρτης πολλὲς φο­ρές. Μέσ᾽ στὸν ὠκεα­νὸ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ χρόνου τί μένει; Μικρὰ – μεγάλα καρά­βια θὰ πνιγοῦν, ἀλλὰ ἕνα θὰ μεί­νῃ ἀβύθιστο καὶ θὰ θριαμβεύῃ αἰωνίως· ἡ Ὀρθό­δοξος Ἐκκλη­­σία τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο κι ἂν τὴν πο­λεμήσουν οἱ διῶ­κται, οἱ αἱρέσεις, οἱ δαίμονες, ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ· γιατὶ ἔχει θεμέλιο τὸ Χριστό, κι ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ ᾅδου δὲν θὰ μπορέ­σουν νὰ τὴ νι­κήσουν (Ματθ. 16,18). Ὅποιος πάει κόν­τρα μὲ τὴν Ἐκκλησία θὰ σπάσῃ τὰ μοῦτρα του, θὰ γί­νῃ στάχτη· ἡ Ἐκκλησία θὰ μείνῃ μὲ τὸν Κύ­ρι­ον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖ­τε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Προφήτου Ἠλιού (σήμερα Παντανάσσης) Τζιτζιφιῶν – Ἀθηνῶν τὴν 4-8-1963.