.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ



Όταν ήμουν αρχάριος, άρχισαν να δουλεύουν μέσα μου οι λογισμοί φυγής. Ένας λογισμός μού θύμιζε το σπίτι μου, άλλος τον πνευματικό στον κόσμο που ήθελε να κάνουμε μοναστήρι, άλλος λογισμός μού έλεγε να γυρίσω πίσω. Πω! Πω! Πω! Ασταμάτητη ροή! Εγώ αγωνιζόμουν και αντιστεκόμουν εναντίον των λογισμών.
Μου έλεγε ο πολύπειρος Γέροντάς μου, ο Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης (1897–1959):
–Εντάξει, όλα καλά. Μην αφήνεις τα καθήκοντά σου, την αγρυπνία σου, τον κανόνα σου, την προσευχή σου και τότε δεν θα επικρατήσει ποτέ ο διάβολος της φυγής.
Κράτησα τα καθήκοντά μου επιμελώς και, πράγματι, όπως το είπε ο Γέροντας, ήλθε μια στιγμή που όλοι οι λογισμοί έφυγαν και, ξαφνικά, έγινε τόσο όμορφη και αγαπητή η έρημος, αυτή που πρώτα μου φαινόταν μαύρη και σκοτεινή, γιατί πήγαινε το μυαλό μου προς τα έξω. Με τις ευχές του πατρός μου, με βοήθησε η Χάρις του Θεού και απαλλάχτηκα από τον πόλεμο των δαιμόνων και άλλαξαν τα πάντα μέσα μου.

Επίσης, όταν οι λογισμοί της υπερηφάνειας και της αμέλειας μάς πολεμούσαν, ο Γέροντας μάς δίδασκε να τους αντιμετωπίζουμε με τέλεια περιφρόνηση και αδιαφορία:
–Κρατάτε την Ευχή! Φουρτούνα είναι, θα περάσει. Θα υποχωρήσει. Όταν αντιστέκεστε και κρατάτε το μέτωπο γερά και δεν χάνετε το θάρρος σας, τα πάντα υποχωρούν! Ούτως ή άλλως, αυτή είναι η τακτική του διαβόλου: να επιτίθεται για να σπάσει το μέτωπο, να ρίξει το τείχος και να γκρεμίσει ό,τι όρθιο υπάρχει. Να κρατάτε το τείχος γερά και αυτός θα υποχωρήσει. Και, πράγματι, οι λογισμοί υποχωρούσαν.


Στον Γέροντα φανέρωνα τα πάντα με την ειλικρινή και καθαρή εξομολόγηση όλων των λογισμών μου. Δεν άφηνα απωθημένα μέσα μου, γιατί ήξερα ότι αυτά είναι σάπια πράγματα. Και κάθε τι σάπιο έχει τη δυσοσμία του, έχει τη βρώμα του, με αποτέλεσμα να μη νοιώθω όμορφα, αφού θα βρώμιζαν τη ψυχή μου. Γνώριζα πως ένα λογισμό να δεχόμουν ή να απέκρυπτα, η ψυχή μου θα γινόταν άνω–κάτω. Και το καταλάβαινα από την πίεση που μου δημιουργούσαν για να τους δεχτώ.
Λοιπόν, αγώνας! Μάχη στήθος με στήθος. Έλεγα γι’ αυτό μου τον πόλεμο στον Γέροντα και αυτός, ως πολυέμπειρος πολεμιστής του πνεύματος, μου απαντούσε:
–Δεν είναι τίποτε αυτά. Μη φοβάσαι. Είναι σαν εκείνον τον αδελφό στα Πατερικά βιβλία που πελάγωσε και λέει: «Γέροντα, τόσοι λογισμοί–τόσα πάθη! Πώς θα μπορέσω εγώ να τα ξεριζώσω; Για τ’ όνομα του Θεού, Γέροντα! Πελάγωσα!». Και του λέει ο έμπειρος Αββάς: «Παιδί μου, οι λογισμοί δεν ξεπηδούν όλοι μαζί μαζεμένοι. Δεν ξεσηκώνονται όλα τα πάθη μονομιάς να σε πνίξουν». Τώρα θα ξεπηδήσει ο σαρκικός λογισμός. Χτύπα τον, κόψε τη φαντασία. Το πρόσωπο που σε σκανδαλίζει διώξ’ το, σβήσ’ το, όπως σβήνεις έναν διάβολο από τη φαντασία σου, όπως σβήνουμε κάτι μ’ ένα σφουγγάρι. Σβήσε την εικόνα και κράτα την Ευχή. Τελείωσε η υπόθεση. Τον στραγγάλισες τον λογισμό. Θα ξαναρθεί; Στραγγάλισέ τον ξανά. Λοιπόν, έρχεται λογισμός αμέλειας και σου λέει: «Κοιμήσου»; – «Όχι, γιατί να κοιμηθώ;». Έρχεται λογισμός κατακρίσεως και σου ψιθυρίζει: «Πες αυτό το λόγο!» – «Όχι, δεν θα τον πω!». Έτσι, γίνεται ο πόλεμος!


Ήμουν ήδη σ’ αυτή τη συνοδεία ως δόκιμος εννιά μήνες κι είχα γνωρίσει πλέον καλά τη ζωή και την τάξη της, καθώς και την καθημερινή παιδεία από τον σοφό Γέροντά μας. Με τις ευχές του, ακολουθούσα το τυπικό κανονικά. Φυσικά, σ’ αυτό το διάστημα, οι πόλεμοι των λογισμών δεν έλειπαν. Ο διάβολος προσπαθούσε μετά μανίας να μου κλονίσει την πίστη προς τον Γέροντά μου και την εμπιστοσύνη μου στη διάκρισή του, για να με βγάλει έξω από την υπακοή. «Όχι», αντέλεγα στον λογισμό, «αυτό δεν θα γίνει ποτέ!». Αυτός συνέχιζε τις προσβολές. «Εδώ, θα παλέψουμε. Δεν θα υποχωρήσω· προτιμώ να πεθάνω!».
Ο Γέροντας, βλέποντας τους λογισμούς μου και τον αγώνα μου και θέλοντας να με δοκιμάσει, σαν έμπειρος στρατηγός, μου λέει:
–Πώς θα τα βγάλεις πέρα, εσύ, μια σταλιά άνθρωπος και τιποτένιος; Είσαι φουσκωμένος από λογισμούς. Κοίταξε τί πολέμους που έχεις! Δεν πιστεύω να τα βγάλεις πέρα!
Εγώ σήκωσα τ’ ανάστημά μου και του λέω:
–Γέροντα! Ένα κι ένα κάνουν δύο: Υποχώρηση, καθόλου! Με την ευχή σας, θα ρίξω τον εαυτό μου στη φωτιά κι όπου βγω. Πίσω και ήττα στους λογισμούς, όχι!
–Καλά!... Καλά θα δούμε…
Αυτό, ήταν. Αυτό που ήθελε ν’ ακούσει, τ’ άκουσε. Βλέποντας έναν άνθρωπο – μια σπιθαμή να μιλάει έτσι, σκέφτηκε: «Ε, κάτι θα μπορεί να κάνει κι αυτός!». Και φαίνεται, μ’ αυτό το τεστ που μου έκανε, ζύγισε τι πρέπει να κάνει. Διότι, για να νικήσει κανείς, πρέπει να είναι αποφασισμένος από μέσα του να πεθάνει. Αυτός που θα έμενε κοντά στον Γέροντα Ιωσήφ, έπρεπε πρώτα να έχει υπογράψει τον θάνατό του.
Μετά από λίγο μου λέει:
–Ετοιμάσου να σε κάνω μεγαλόσχημο. Πριν όμως, θα υπογράψεις τον θάνατό σου. Είτε πονέσεις είτε αρρωστήσεις, ένα θα έχεις στη σκέψη σου: ότι ο θάνατος μόνο θα σε χωρίσει από ’δω. Μη ζητήσεις παράκληση, μη ζητήσεις θεραπείες. Είσαι αποφασισμένος για τον θάνατο; Κάτσε! Αν όχι, φύγε!
Και με την ολόψυχη συγκατάθεσή μου: «Νά ’ναι ευλογημένο, Γέροντα! Θάνατος, θάνατος!», προχώρησε και μ’ έκανε μοναχό μεγαλόσχημο, με εφημέριο τον παπα–Εφραίμ από τα Κατουνάκια (1912–1998), στις 13 του μηνός Ιουλίου, με το παλαιό, το 1948, ημέρα Πέμπτη.
Η κανονική τάξη, βέβαια, είναι να περάσει ο δόκιμος μοναχός πολύ περισσότερο χρόνο δοκιμασίας. Η απόφαση όμως ρυθμίζεται ανάλογα με την εποχή και τους ανθρώπους. Και ο Γέροντας, με την εμπειρία του, διέκρινε πως έτσι έπρεπε να γίνει. Μόλις έγινα μεγαλόσχημος, κάναμε λουκουμάδες. Το είχαμε σαν τυπικό.


Καμιά φορά ο Γέροντας είχε ένα φυσικό λόξυγκα. Το εκμεταλλεύτηκε αυτό ο διάβολος κι άρχισε να μου λέει με τον λογισμό: «Ααα! Αυτό που κάνει τώρα ο Γέροντας φανερώνει ότι έχει δαιμόνιο μέσα του. Το δαιμόνιο είναι που κάνει αυτό τον λόξυγκα». Πω! Πω! Τι πικρία, τι φαρμάκι, που ήρθε μέσα στη ψυχή μου! «Ακούς εκεί, να μου λέγει έτσι ο λογισμός!». Εγώ δεν είχα τέτοιους λογισμούς. Μόλις μου ήρθαν, αναστατώθηκα. Μπαα! Αδύνατον να παραδεχθώ για τον Γέροντά μου αυτόν τον λογισμό! «Θα σε σφάξω!», είπα μέσα μου κι έκανα αγώνα εναντίον του με την αντίρρηση. Όταν το είπα αυτό στον Γέροντα, που ήταν ασκητής πεπειραμένος και θαυμάσιος, χαμογελούσε:
–Μη στεναχωριέσαι, παιδί μου! Άσ’ τον να λέει ό,τι θέλει αυτός. Καμιά σημασία. Λέγε την Ευχούλα. Θα σου πει κι άλλα. Από το ’να αυτί να μπαίνουν κι απ’ τ’ άλλο να βγαίνουν. Το ξέρασμα του άδου είναι ατελείωτο. Με τον διάβολο, δεν τα βγάζει κανείς πέρα τόσο εύκολα. Μην κάνεις αντιρρητικό λόγο, διότι είσαι μικρός και άπειρος. Μόνο να περιφρονείς τον λογισμό, να λέγεις την Ευχή συνεχώς και θα φύγει από μόνος του. “Μπαινάκιας και Βγαινάκιας”! Μόνο περιφρόνα τον λογισμό, λέγε την Ευχή και θα φύγει μόνος του.
Δεν ήξερα όμως πως η καταφρόνηση των λογισμών είναι η καλύτερη λύση και απάντησα:
–Όχι, Γέροντα! Με τον δικό μου λογισμό θα δώσω μάχη. Δεν θα τον αφήσω να μου πει εμένα για σας, τον Γέροντά μου!
–Χμ!... έκανε εκείνος και χαμογελούσε. Θα έλεγε μέσα του: «Τούτος ο μικρός δεν ξέρει τί του γίνεται!...». Και μ’ άφησε ν’ αγωνιστώ με την αντίρρηση.


Έκανα σκληρό αγώνα, αλλά ο διάβολος ήταν τεχνίτης. Ήταν μάστορας. Και, τί μου έκανε; Μόλις σηκωνόμουν ν’ αγρυπνήσω, με το που άνοιγα τα μάτια μου, –τσάκ!–, ερχόταν αμέσως η προσβολή: «Να, ο Γέροντας τί είναι». Και με τέχνη, ο διάβολος, έριχνε τον λογισμό σαν δηλητήριο μέσ’ την καρδιά μου, για να μου δηλητηριάζει την αγρυπνία. Έτσι, με τέτοιες σκέψεις, μου έκοβε όλες τις δυνάμεις μου. Ερχόταν μια αίσθηση δαιμονική: «Να, ο Γέροντας, δεν είναι αυτός εσύ που νομίζεις· έχει δαιμόνιο!». Αλλά κι εγώ, από την άλλη πλευρά, δεν υποχωρούσα σε καμιά περίπτωση· αμέσως στραγγάλιζα τον λογισμό με αντιρρητικό λόγο: «Όχι! Ο Γέροντας είναι στρατηγός!», έλεγα. «Άνθρωπος που με οδηγεί στη σωτηρία μου, δεν μπορεί να έχει δαιμόνιο. Είναι άγιος. Είναι άγγελος του Θεού». «Όχι, δεν είναι άγγελος, διότι ξέρεις, εκείνο, το άλλο, το παράλλο…». «Όχι!...», αντέλεγα εγώ.
Και για ώρες ολόκληρες έκανα αντιρρητικό πόλεμο, αν και δεν είχα καμιά εμπειρία πάνω σ’ αυτόν. Απλώς με χαρακτήριζε μια φυσική τόλμη κι έκανα αυτή τη μάχη, παρ’ ότι ήμουν μικρός στη γνώση και στην πείρα. Πήγαινα να κάνω αντίρρηση, που είναι για φτασμένους αγωνιστές, ενώ εγώ έπρεπε να ξεφεύγω με την περιφρόνηση, για να γλυτώνω πιο γρήγορα.
Αυτή η μάχη κράτησε μέρες! Ο πονηρός με σφυροκοπούσε και μου έκλεβε ώρες από την αγρυπνία, για να μάχομαι μαζί του. Όποιος όμως υποχωρεί, γεμίζει σιγά–σιγά σαβούρα η ψυχή του και βρωμάει. Ο κάθε κακός λογισμός γίνεται απόστημα μέσα στη ψυχή, που αν δεν το πετάξεις με βία, πληγιάζει, σαπίζει και βρωμάει.

Μια Πεντηκοστή, μας είχε φέρει ο πατήρ Αθανάσιος παξιμάδια, ντομάτες και σταφύλια.
Γυρίζει και μας λέει ο Γέροντας:
–Τους ντορβάδες στην πλάτη και δρόμο! Θα μας τα φάνε τα ποντίκια.
Τότε οι λογισμοί μού ήρθαν σαν τα μυρμήγκια: «Τέτοια μέρα στους δρόμους! Που έπρεπε να ησυχάσεις, να διαβάσεις, να κάνεις κομποσχοίνι!». Εγώ, του απαντούσα του λογισμού: «Στενή και θλιμμένη η οδός. Η υπακοή πάνω απ’ όλα. “Δεν ήρθα για να κάνω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα του πατέρα μου” (πρβλ. Ιωάν. 6, 38)». Το φορτίο των λογισμών όμως ήταν βαρύτερο από το φορτίο στην πλάτη! Μου έλεγε και του έλεγα: «Μόλις πάμε στον Γέροντα, θα σε καταγγείλω!».
Μόλις μπήκα στην πόρτα της καλύβας του, πάνε οι λογισμοί! Πού να τολμήσουν οι δαίμονες ν’ αντικρίσουν τον μάστορά τους!!

Επειδή όμως δεν είχα την ευκαιρία εκείνη τη στιγμή να δω τον Γέροντα κατ’ ιδίαν, γιατί μας είπε να φύγουμε για ν’ αλλάξουμε τα ρούχα μας και να ξεκουραστούμε, είπα μέσα μου: «Πειρασμέ, τώρα θα σε κανονίσω!». Μάζεψα, λοιπόν, ένα τσουβάλι πέτρες και του είπα: «Τώρα θα σου βάλω κανόνα, που δεν ήθελες να κουβαλήσεις φορτίο τέτοια μέρα, και θα κοιμηθείς πάνω στις πέτρες! Ο Χριστός πάνω στον Σταυρό, είχε πολύ μεγαλύτερο μαρτύριο!». Το γεγονός αυτό από μόνο του δεν είχε αξία· όμως για τούτη την προαίρεσή μου ο Θεός μού έδωσε έναν μικρό μισθό…
Όταν κοιμήθηκα, είδα ότι βρέθηκα σε μια πεδιάδα. Δεξιά μου ήταν ο πατήρ Ιωσήφ, ο νεώτερος (1921–2009), κι αριστερά μου ο πατήρ Αρσένιος (1886–1983). Και στ’ αριστερά πάλι, στην κορυφή ενός ωραίου κατάφυτου πράσινου λόφου, βρισκόταν ο Γέροντας Ιωσήφ και γυρίζει και μας λέει: «Θα περάσει ο Μέγας Κωνσταντίνος. Να πέσετε να πάρετε την ευχή του».
Του έκανα με νεύμα: «Νά ’ναι ευλογημένο!». Όταν ήρθε, χωρίς καν να τον κοιτάξω, έβαλα μετάνοια. Δεν ξέρω ο άλλος αδελφός τί έκανε. Καθώς σηκωνόμουν, αντί να δω τον Μέγα Κωνσταντίνο, είδα τον Χριστό σαν μικρό παιδάκι. Αυτό έσκυψε, μου χαμογέλασε, με ασπάσθηκε κι έφυγε. Μα, τί χαρά μού ήρθε!
Μόλις ξύπνησα, είχα χαρά στη ψυχή μου. Πήγα στον Γέροντα και του είπα ότι είδα αυτό κι αυτό. Με ρώτησε τί λογισμούς είχα την ημέρα. Του είπα τους λογισμούς που είχα, πώς τους αντέκρουσα και ποιο ήταν το αποτέλεσμα.
–Ο Θεός τους δούλους Του, έτσι τους παρηγορεί, όταν κάνουν κάποιον αγώνα. Αλλά εσύ στο εξής να μη βάζεις πέτρες.


Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει νά ’χεις έναν έμπειρο οδηγό, να διακρίνει με ασφάλεια την αλήθεια από το ψεύδος. Διότι ο απόστολος Παύλος μάς διδάσκει ότι ο διάβολος μεταμορφώνεται και σε άγγελο φωτός προκειμένου να παραπλανήσει τον άνθρωπο. Οι δε άγιοι Πατέρες μάς λένε: «Το κρασί και το ξύδι μοιάζουν· εκείνος όμως που γεύθηκε το κρασί, εκείνος είναι που ξέρει τη διαφορά». Και ο Γέροντάς μου, ο Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης, ήταν από τους λίγους εκείνους Αγιορείτες Πατέρες, που είχαν άφθονα γευθεί τη νηφάλια μέθη της θείας Χάριτος και που μπορούσαν, άμεσα και με ασφάλεια, να γνωρίζουν αν μια κατάσταση ήταν από τον Θεό ή από τους δαίμονες ή από τη δική μας φύση.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ
ΚΤΗΤΟΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΑΡΙΖΟΝΑ – ΗΠΑ

[Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου:
«Ο Γέροντας μου
Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης
(1897–1959)»,
μέρος 2ο, κεφ. ι΄, σελ. 310–314,
Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Αντωνίου
Αριζόνας ΗΠΑ, 20081.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφίας,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]

Τα Θαυμάσια του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου


Ιωάννης ο Βαπτιστής, τοιχογραφία σε σερβική εκκλησία.

Άγιε μου Ιωάννη Πρόδρομε γονατίζω, 
ασπάζομαι την Εικόνα σου και Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!

Τα Θαυμάσια του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου

Σοφία Ντρέκου

1. Εισαγωγικά2. Διηγήσεις Θαυμασίων Τιμίου Προδρόμου
3. Ανέλπιστο θαύμα της Αγίας Δεξιάς του Τιμίου Προδρόμου
4. «Όπως τον βλέπεις στην Εικόνα: με την προβιά!
Άνδρας πελώριος, γίγαντας, με τα μαλλιά ξέπλεκα!»

1. Εισαγωγικά

Άγιε μου Ιωάννη...
Εσύ που υπήρξες τόσο μεγάλος νηστευτής, πρότυπο εγκράτειας,
εσύ που είχες βρει το δρόμο για να τρέφεις το πνεύμα σου,
για να εξυψώνεσαι σε ουράνια μήκη και πλάτη (διαθέσιμα για όλους μας),
βοήθησέ με να κόβω έστω και μια μπουκίτσα από τα πλούσια εδέσματά μου 
-δείγμα τού λιμού της ψυχής μου! (ανωνύμου)

«Προστάτης θερμός, καὶ μέγα καταφύγιον, καὶ σκέπη στεῤῥά, καὶ ἀρωγὸς καὶ ἔφορος, ὑπάρχων ἡμῶν Πρόδρομε, ἐξελοῦ ἀπὸ πάσης κακώσεως, καὶ μανίας ἐχθροῦ ἀπηνοῦς, τοὺς ἐπιβοωμένους σου τὸ ὄνομα». [Κάθισμα Παρακλητικοῦ Κανόνος Γερασίμου Μικραγιαννανίτου (†1991), «Ἑβδομαδάριον», σελ. 83].

Η βιοτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου ήταν μια διαρκής υπόμνηση της αλήθειας σε όλα της τα επίπεδα της ζωής. Στην εποχή μας αυτό που λείπει από τη ζωή μας είναι η ζωντανή βίωσή της αλήθειας γιατί η αλήθεια είναι ο Χριστός.

Είμαστε αληθινοί στις σκέψεις μας, στα συναισθήματά μας, στους λόγους μας, στα «θέλω» μας, στη ζωή μας; Κάθε προσωπική παραχώρηση σε ζητήματα αλήθειας ακυρώνει την πρόνοια και την ευλογία του Θεού από την ζωή μας. Αυτό είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τον προσωπικό μας αγώνα γιατί οριοθετεί τις γραμμές μεταξύ πίστης ή εμπιστοσύνης! Άλλωστε, ο Θεός σπεύδει διαρκώς σε εμάς όπως λέει και το όνομά του [θεω=τρέχω, κινούμαι] δεν είναι στατικός και απρόσιτος! Ας τον εμπιστευτούμε και ας τον βάλουμε στην ζωή μας ολοκληρωτικά όπως ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος! 

2. Διηγήσεις Θαυμασίων Τιμίου Προδρόμου
«Γλυκαίνομαι να εγκωμιάζω τις αρετές σου, Πρόδρομε»

«Θα σας διηγηθώ τώρα ένα αληθινό γεγονός που έγινε σ' έναν νεόκουρο μοναχό, ο οποίος, παίρνοντας θάρρος σε μένα, μου το εκμυστηρεύθηκε, πολύ εμπιστευτικά:

–Τον Τίμιο Πρόδρομο, που εικονίζεται με αυστηρή μορφή στο προσκυνητάριο που βρίσκεται εντός του Καθολικού της Μονής Διονυσίου, μπροστά στον δεξιό κίονα, προφανώς και τον γνωρίζεις! Όσες φορές του μιλάω και τον ατενίζω στο πρόσωπο, μου φαίνεται σαν να είναι ζωντανός. Μέσα μου, αισθάνομαι σαν ένα παιδί που μιλάει προς τον πατέρα του.

Όταν, για πρώτη φορά, την Δευτέρα το βράδυ, διάβαζα στο Απόδειπνο τους Χαιρετισμούς του Αγίου, καθώς ήμουν νεόκουρος μοναχός και στεκόμουν μπροστά σ' αυτήν την Εικόνα του Τιμίου Προδρόμου, με πολλή ευλάβεια και αγάπη, όταν έφτασα στον λόγο των Χαιρετισμών: «εὐφημῶν γὰρ ἥδομαι τὰ σά, ἀπορῶν δὲ λόγου, δειλιῶν Πρόδρομε, αὐτὸς δὲ ἐνισχύων με...» (=«Γλυκαίνομαι να εγκωμιάζω τις αρετές σου, Πρόδρομε!

Διστάζω όμως, μια και δεν μου βρίσκεται σε μένα ο λόγος. Εσύ, όμως, δωσ' μου δύναμη γι' αυτό!»), —ω, των θαυμασίων σου, προστάτη μου, Τίμιε Πρόδρομε!–, αισθάνθηκα μία υπερφυσική χάρη μες στην καρδιά μου και μου φάνηκε σαν να σήκωσε, ο Τίμιος Πρόδρομος, ολόκληρο το σώμα μου, ψηλά πάνω από την γη, γεμίζοντάς με ολόκληρον με άρρητη χαρά και αγαλλίαση!...». 

Κάποτε παρακαλούσα για χρόνια τον Τίμιο Πρόδρομο για ένα ζήτημα πνευματικής φύσεως και δε λάμβανα καμία πληροφορία γι’ αυτό. Οπότε, μια μέρα όταν ασπάσθηκα την αγία του εικόνα, τον παρακάλεσα με περισσότερη έμφαση, έχοντας μέσα μου λύπη και διαμαρτυρόμενος για τη σιωπή του. Αναχωρώντας από αυτή την αγία εικόνα, άκουσα μια νοερή φωνή στη διάνοιά μου, που με πληροφορούσε και με παρηγορούσε επαρκώς για το ζήτημα που τον παρακαλούσα. Ευχαρίστησα θερμά τον Προστάτη μου και στο εξής ειρήνευσα μέσα μου».

Το Δεξί χέρι του Τιμίου Προδρόμου. Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους

3. Ανέλπιστο θαύμα της Αγίας Δεξιάς του Τιμίου Προδρόμου

«Στην Εορτή του Αγίου Πνεύματος, του έτους 1961, μετά την Θεία Λειτουργία, ο εφημέριος ιερομόναχος Παύλος, ήρθε και μου διηγήθηκε την θαυματουργία της Αγίας Δεξιάς του Τιμίου Προδρόμου που έγινε σ' αυτόν, ως εξής: 

—Κατάλαβες τί μου συνέβη, σήμερα στην Λειτουργία, πάτερ Λάζαρε;

—Τί; Για εξήγησέ μου καλύτερα, σε παρακαλώ! 

–Βεβαίως, με άκουγες στον Όρθρο, πόσο δυσκολευόμουνα στις Εκφωνήσεις, πώς είχε φράξει ο λαιμός μου από την φαρυγγίτιδα που με τυραννάει κατά καιρούς. 

—Ναι, το κατάλαβα. Κι έλεγα μέσα μου: «άραγε, πώς θα τα καταφέρει στην Λειτουργία ο παπάς;!». 

—Άκου, λοιπόν: όταν συναχθήκαμε οι ιερείς στην Εκκλησία για να πάρουμε «καιρό», βλέπω τον εαυτό μου να είναι σε κακή κατάσταση. Πριν βάλει «Ευλογητός» ο Ηγούμενος, πήγα και τον παρακάλεσα να βγάλει την Αγία Δεξιά του Τιμίου Προδρόμου να την ασπασθώ και να με σταυρώσει με αυτήν. Δέχθηκε αμέσως ο Ηγούμενος, σταύρωσε το κεφάλι μου με την Αγία Προδρομική Δεξιά, λέγοντας και την συνήθη ειδική ευχή που υπάρχει γι' αυτές τις περιπτώσεις. Την ασπάσθηκα κι εγώ με πολλή ευλάβεια και αγάπη, παρακαλώντας συγχρόνως τον Τίμιο Πρόδρομο να με λυπηθεί και να με γιατρεύσει από αυτήν την ασθένεια που με τυραννούσε. Για να μπορέσω, —εις δόξαν Θεού–, να κάνω τις Εκφωνήσεις με ευχέρεια φωνής. Τέλος, για να μπορέσω να πω και το Ευαγγέλιο με ευκολία και ευρυφωνία, όπως το λέμε συνήθως εμείς, σε τέτοιες Δεσποτικές Εορτές. 

Αυτά, περίπου, είπα προς τον Τίμιο Πρόδρομο, όταν ασπαζόμουν την Αγία του Δεξιά. Και, —ω, της θαυμασίας και ταχείας σου αντιλήψεως, Τίμιε του Χριστού Πρόδρομε!–, αμέσως ένιωσα την ενέργεια της Θείας Χάριτος, μαλάκωσε ο λάρυγγάς μου κι άνοιξε η φωνή μου! Γέμισα από θείο ζήλο κι έκανα τις Εκφωνήσεις με πολλή ευλάβεια και αγάπη. Είπα και το Ευαγγέλιο με όλη μου την άνεση και την ευκολία, μέσ' από το βάθος της ψυχής και της καρδιάς μου. Με όλη μου την ευλάβεια και την ευγνωμοσύνη, ευχαρίστησα τον πανάγαθο προστάτη μας, τον πανένδοξο Βαπτιστή και Πρόδρομο του Κυρίου, με τις πρεσβείες του οποίου, είθε να έχουμε, όλοι μας, αγαθό τέλος και να μπούμε στην Βασιλεία των Ουρανών. Αμήν, γένοιτο!...».

[(1) Λαζάρου Μοναχού Διονυσιάτου (†24/12/1974): «Διονυσιάτικαι Διηγήσεις», σελ. 14—15 και 30—31, έκδ. (1η;) Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος 1988.


(2) Ο Τίμιος Πρόδρομος: εξαίσια σύγχρονη φορητή εικόνα, που βρίσκεται στον χώρο υποδοχής του Αρχονταρικιού της Ιεράς Γυναικείας Μονής «Κοιμήσεως της Θεοτόκου», Πανοράματος Θεσ/νίκης. Έχω την, σχετικά βέβαιη, πληροφορία, ότι, μάλλον πρόκειται για έργο που ιστόρησε η ίδια η μακαριστή Γερόντισσα Φεβρωνία (†22/5/2008), —πραγματικά, μία οσιακή και, εξαιτίας της απερίγραπτης υπομονής που επέδειξε στην επάρατο ασθένεια, μία μαρτυρική μορφή. Την εκτιμούσε εν Κυρίω πολύ, γι' αυτό και την επισκεπτόταν συχνά, ο μακαριστός Γέροντάς μας, π. Ευσέβιος Βίττης (†4/11/2009).]

4. «Όπως τον βλέπεις στην Εικόνα: με την προβιά!
Άνδρας πελώριος, γίγαντας, με τα μαλλιά ξέπλεκα!»

Ο μακαριστός μοναχός Λάζαρος Διονυσιάτης, είναι πολύ γνωστός στον κόσμο των διψαλέων αναγνωστών του Ορθόδοξου βιβλίου, για τις κατανυκτικές και πάντερπνες «Διονυσιάτικες Διηγήσεις» που μας άφησε, σαν γραπτές και, τω όντι, πολύτιμες αναμνήσεις οσίων Διονυσιατών Πατέρων και πολλών άλλων θαυμαστών θείων γεγονότων από την ασκητική βιοτή τους.

Ανάμεσα, λοιπόν, σε αυτές τις «διηγήσεις» του, περιλαμβάνει και δύο τουλάχιστον, –πραγματικά, φοβερές!–, διηγήσεις που απέσπασε από τον συμμοναστή του, τον (προ πολλού, μακαριστό και αυτόν), π. Βησσαρίωνα. 

Ο ευλογημένος αυτός αδελφός της Μονής Διονυσίου, ο π. Βησσαρίων, καταγόταν από την Χαλκίδα της Εύβοιας. Εκοιμήθη εν Κυρίω το 1952, σε ηλικία 76 ετών. Πριν την κοίμησή του, ήταν Οικονόμος σ’ ένα Μετόχιο της Μονής Διονυσίου στην Συκιά Χαλκιδικής, το λεγόμενο «Καλαμίτσι». Προαισθάνθηκε τον θάνατό του, και αφού αποχαιρέτησε τους γνωστούς και τους φίλους του, τους είπε πολύ απλά, ότι, «πηγαίνει στο Μοναστήρι για να πεθάνει»!

Μόλις αποβιβάσθηκε στην αποβάθρα της Μονής Διονυσίου, έκλινε τα γόνατα της ψυχής και της καρδιάς του κι’ ευχαριστούσε ολόψυχα τον Τίμιο Πρόδρομο που τον αξίωσε να έλθει πίσω στην Μονή της «μετανοίας» του, για να αποδώσει το «κοινόφλητο χρέος» της εν Κυρίω αποδημίας του. Αυτή, πραγματοποιήθηκε μετά από δύο μέρες, αφού πρώτα αποχαιρέτησε όλους τους αδελφούς του και συγχωρέθηκε μαζί τους. Αυτός, ο τρισμακάριστος μοναχός, είχε σαν «σύνοικο», θησαυρισμένη μέσα στην καρδιά του, πολλή και ζέουσα, την αγία ταπείνωση και την πίστη…

Κάποτε, βρήκε την ευκαιρία ο π.Λάζαρος και τον ρώτησε:
–«Άκουσα, π.Βησσαρίων, όταν το Μοναστήρι μας σε είχε διορίσει Οικονόμο στο Μετόχι της, στα Μεριανά της Χαλκιδικής, ότι είδες τον Τίμιο Πρόδρομο, με τον Οποίον και συνομίλησες κιόλας. Αν το θυμάσαι κι’ αν θέλεις, πες μου το και σ’ εμένα αυτό το γεγονός, όπως συνέβη, να το σημειώσω για να μαθαίνουν κι’ οι νεώτεροι. Πώς είδες τον Τίμιο Πρόδρομο ζωντανό και μίλησες μαζί Του;...».

Ο Γερο–Βησσαρίων, μειδίασε για λίγο και, με την συνηθισμένη του απλότητα, άρχισε να λέει:

–«Αδελφάκι μου, καθώς ξέρεις, το Μοναστήρι μας με διόρισε Οικονόμο στα 1916 κι’ όσο μπορούσα, φρόντιζα για τις δουλειές του Μετοχίου. Εσύ, μυλωνάς έκανες και ξέρεις ότι πολλές φορές μαζεύονται πολλοί νοματαίοι στον μύλο. Μια μέρα, δύο χωριάτες ήρθαν στα παζάρια και, ο ένας απ’ αυτούς, αγόρασε την φοράδα του άλλου. Εκείνος που την αγόρασε, πήγε μέσα στην Εκκλησία και προσκύνησε. Άφησε μάλιστα μπροστά στην Εικόνα του Τιμίου Προδρόμου και μερικά χρήματα και μου είπε ν’ ανάψω κι’ ένα κερί. Εγώ, άναψα τα καντήλια και βλέπω, μετ’ από λίγο, να λείπουν τα χρήματα. Μα, δεν ξέρεις πόση στεναχώρια μού ’ρθε! Με σκλήρυνε κι’ εμένα ο πειρασμός και, όπως κουβεντιάζουμε τώρα μαζί, πήγα μπροστά στην Εικόνα του Αγίου και του λέω:

–«Άγιε Πρόδρομε, δεν είσαι εδώ;! Γιατί αφήνεις να σου παίρνουν τα χρήματα μπροστά από την Εικόνα σου;! Αα!..., δεν σου ανάβω το καντήλι!...».

Έτσι, λοιπόν, άναψα μόνο της Παναγίας το καντήλι κι’ έφυγα. Ναι, αλλά μέσα μου, η καρδιά μου, χτυπούσε λιγάκι. Πήγα στον μήλο, ανέβηκα πάνω στο σπίτι, έφαγα λίγο ψωμί, αλλά, συγχυσμένος! Θυμόμουνα ότι το καντήλι του Αγίου το είχα αφήσει επίτηδες σβηστό, αλλά ο «κοτσουνούρης» (σημ.: ο διάβολος, ο πονηρός), δεν μ’ άφηνε! Πολύ, με σκλήρυνε! Μάλιστα δε, έλεγα μέσα μου:

–«Άϊ, να δούμε τί θα γίνει!... Το καντήλι, δεν το ανάβω εγώ απόψε!...».

Κοιμήθηκα, λοιπόν, με την σύγχυση που είχα μέσα μου, όπως επέμενα στην γνώμη μου. Έτυχε να είναι πανσέληνος, τότε. Το φεγγάρι, ήταν σαν ήλιος. Κι’ από το παράθυρο του κελλιού μου, έμπαινε μέσα το φως. Καθώς, λοιπόν, κοιμόμουν μόνος μου, –καθότι τότε δεν είχα άλλον αδελφό μαζί μου για συνοδία–, κατά τα μεσάνυχτα, αισθάνομαι μια γερή σκουντιά!…

Ξυπνώ, και βλέπω έναν γίγαντα μπροστά μου, με τα μαλλιά ξέπλεκα. Από τον φόβο μου, άρχισα να τρέμω και μόλις που μπόρεσα να του πω:

–«Πώς ήρθες εδώ;!...».
Για απάντηση, μού λέει με ύφος σοβαρό:

–«Το πώς ήρθα, να μη ρωτάς! Αλλά, για πες μου: Γιατί δεν ανάβεις το καντήλι;!».
Αμέσως, με πολύ φόβο, με φωνή που έτρεμε και με δάκρυα στα μάτια, τού λέω:
–«Να με συγχωρέσεις, Άγιε!... Έσφαλλα!...

Κλαίγοντας, τού έβαλα τότε τρεις μετάνοιες στα πόδια του και τον παρακαλούσα να με συγχωρέσει!... Τότε, ακούω τον Τίμιο Πρόδρομο, με γλυκειά και με ήρεμη φωνή, να μου λέει:

–«Παιδί μου, Βησσαρίων, λες ότι «δεν είμαι ’δω»! Κι’ αν εγώ δεν είμαι ’δω, τότε, ποιός σε φυλάει εσένα εδώ τόσα χρόνια, σ’ αυτήν την ερημιά που είσαι, από τους ληστές και από τ’ άλλα τα κακοποιά στοιχεία;!».

–«Άγιέ μου!», του λέω, «σε παρακαλώ, να με συγχωρέσεις!... Δεν θα το ξανακάνω!...».

–«Πήγαινε ν’ ανάψεις το καντήλι στην Εικόνα μου, και να το κηρύττεις και να το λες και σ’ άλλους, ότι, κάνουν θαύματα οι Εικόνες. Γιατί πολλοί άρχισαν να λένε ότι οι Εικόνες δεν θαυματουργούν!». 

Αυτά, μου είπε ο Άγιος, κι’ έγινε άφαντος. Εγώ, κατευθείαν εκείνη την ώρα πήγα στην Εκκλησία και, –ω, του θαύματος!–, βλέπω όλα τα απολεσθέντα χρήματα στον ίδιο τόπο, όπως ήταν και πριν, μπροστά στην Εικόνα του Αγίου! Ποιός ξέρει τί λαχτάρα να τράβηξε εκείνος ο κλέφτης κι’ έφερε πίσω τα χρήματα στην Εικόνα, αυτήν την ίδια κιόλας νύχτα!

Σαν άκουσα την διήγηση του π. Βησσαρίωνος, τον ρώτησα:

–«Τί ενδύματα φορούσε ο Τίμιος Πρόδρομος;». Και μου απάντησε:
–«Να! Όπως τον βλέπεις στην Εικόνα: με την προβιά! Αλλά, τέτοιον ψηλό άνθρωπο, δεν είδα άλλον στην ζωή μου! Μα, τι να σου πω! Άνδρας, πελώριος! Γίγαντας!».

–«Σε πιστεύω!», του λέω, «Γιατί και ο Χριστός μάς λέει στο Ευαγγέλιο (Ματθ. ια' 11), ότι, «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν, μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (δηλαδή: «Δεν έχει φανεί μεταξύ των γεννημένων από γυναίκες άνθρωπος άλλος που να είναι μεγαλύτερος από τον Ιωάννη το Βαπτιστή»), αν και ο λόγος αυτός υπονοεί το πλήθος των αρετών και την μεγάλη αγιότητα του Τιμίου Προδρόμου. 


Όμως, ισχύει αυτό επίσης και για την σωματική του διάπλαση, γιατί τα λόγια του Κυρίου και τα δύο περιλαμβάνουν». Κατά την απόλυτη και παντέλεια ακρίβεια που έχει η αιώνια Αλήθεια του αψευδούς Λόγου του Θεανθρώπου Σωτήρος Χριστού, ο Οποίος είναι η Αυτοαλήθεια και η Αυτοζωή...

[Λαζάρου Μοναχού Διονυσιάτου: «Διονυσιάτικαι Διηγήσεις», §44–§46, σελ. 117, 119, 123–125, Έκδοσις (1η;) Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος 1988.]

Γιόγκα: φοράς Σταυρό; να τον βγάλεις αμέσως, άκουσες;



Αγαπητοί μου, θα μοιραστώ δύο περιστατικά μαζί σας σε σχολές Yoga, με την άδεια των δύο πνευματικών μου παιδιών που μου τα διηγήθηκαν χωρίς να σχολιάσω κάτι περαιτέρω.

1ο περιστατικό στην Αθήνα

Ο εκπαιδευτής κατευθύνεται αγριεμένος προς το πνευματικό μου παιδί και ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος:

- Φοράς Σταυρό; 

Σοκαρισμένο το κορίτσι απαντά: 

-Πώς το ξέρετε; (τον φορούσε απο μέσα)

-Είπα, φοράς Σταυρό;

-Ναί, φοράω! 

- Να τον βγάλεις αμέσως, δε μπορώ να συγκεντρωθώ, άκουσες;

Το κορίτσι σοκαρισμένο και στενοχωρημένο αποχώρησε απο τη σχολή...


2ο περιστατικό στη Θεσσαλονίκη

Η εκπαιδεύτρια κατευθύνεται προς το μαθητή και με απόλυτο τρόπο...
του βγάζει με το ζόρι κομποσκοίνι που φόραγε στο χέρι, λέγοντάς του οτι δε μπορεί να συγκεντρωθεί και οτι δε μπορεί να φοράει τέτοια πράγματα στο μάθημα...

Πρωτ. Γεώργιος Χριστοδούλου

ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΤΑ ΛΑΦΥΡΑ!



Από την αρχαιότητα ήδη συνήθιζαν οι Βασιλιάδες όταν επέστρεφαν νικηφόροι από τις μάχες να φέρουν εν πομπή από πίσω τους τα διάφορα ακριβά λάφυρά από τις μάχες προς βεβαίωση της νίκης επί των εχθρών τους.
Από αυτά τα λάφυρα και σκύλα (από το σκυλεύω) τα πιο πολυτιμότερα ήταν οι ίδιοι οι νικημένοι Βασιλιάδες και οι αξιωματούχοι τους που τους έσερναν επιδεικτικά οπίσω τους για να τους ευτελίζουν και ρεζιλεύουν.


Κατά παρόμοιο τρόπο όλοι είδαμε πριν λίγες ημέρες τον κατσικοπόδαρο Πάπα να γυρνάει σαν νιόπαντρος (το ποτήρι με το κρασί του έλειπε) με την σειρά σε όλη την παράταξη, την σάρα και την μάρα των εκπροσώπων όλων των θρησκειών του κόσμου. Τους χαιρετούσε έναν-έναν και επιδεικτικά οπίσω του τραβούσε , σαν σκυλάκι, τον ηττημένο Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο για να αποδείξει περίτρανα την νίκη του επί της Ορθοδοξίας και την καθυπόταξη της Εκκλησίας μας κάτω από την παντόφλα του.


(Ο αιρετικός Πάπας χαιρετώντας τους εξίσου αιρετικούς συνοδεία του Οικ. Πατριάρχου και του γορίλα του Ταρζάν σωματοφύλακά του με το άσπρο σκουφί)

Και δεν έφτανε μονάχα αυτό αλλά και κατά την επίσημη ομιλία του Βαρθολομαίου στην Ασίζη ο Πάπας δίπλα ακριβώς κοιμόταν βαθέως εις τας αγκάλας του Μορφέως περιφρονώντας με θράσος για άλλη μία ακόμη φορά τον Πατριάρχη και την εκπροσωπουμένη δι΄αυτού Ορθόδοξη Εκκλησία.
Όσα φθινοπωρινά όνειρα όμως και αν βλέπει στα ζωντανά ή στον ύπνο του ο Πάπας για την υποταγή των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών σε εκείνον και τον Αντίχριστο τον οποίο εκπροσωπεί, θα φθίνουν μονίμως διότι η ψυχή μας δεν δαμάζεται ούτε υποτάσσεται σε κανέναν άνθρωπο ή διάολο παρά μονάχα τον Χριστόν λατρεύει και Αυτόν μόνον προσκυνά.

Κύριον τὸν θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις (Ματθ. δ΄- 10)


ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ
Π.Κ.

ΕΥΛΟΓΙΑ ΠΙΤΤΩΝ ἢ ΠΙΣΤΩΝ

Κάποτε χτιζόταν ἕνας μεγάλος Ναός. Οἱ πρῶτοι κτήτορές του ἦσαν εὐσεβεῖς. Καὶ εἶχαν μοναδικὸ σκοπὸ νὰ γίνη ὁ Ναός, γιὰ νὰ καλυφθοῦν οἱ λειτουργικὲς ἀνάγκες τῆς περιοχῆς, πού ὅλο καὶ μεγάλωνε, ὅπως ἄλλωστε ὅλες οἱ συνοικίες γύρω ἀπό τὴν Ἀθήνα καὶ τὸν Πειραιᾶ. Ὁ προεστώς, λειτουργὸς σεμνὸς καὶ ἀφιλοκερδής, πρόσεχε νὰ γίνη μὲν ὁ Ναὸς εὐρύχωρος, ἀνάλογος μὲ τὶς ἀνάγκες τῆς ἐνορίας, ἀλλ’ ἀπαλλαγμένος ἀπό περίτεχνα καὶ πολυτελῆ ἀντικείμενα, πού ὄχι μόνο εἶναι περιττά, ἀλλά καὶ σκανδαλίζουν τὸ λαό.

Πέρασαν τὰ χρόνια. Ἄλλαξαν τὰ πρόσωπα. Ἦλθαν ἄλλοι. Ἀνάμεσά τους τοποθετήθηκαν καὶ ἐφημέριοι, πού εἶχαν τὸ μόνιμο παράπονο: «Δεν βγάζουμε πολλὰ τυχερά. Ἄλλοι βγάζουν πολὺ περισσότερα. Κάτι πρέπει νὰ κάνουμε…»!
Ἕνας ἀπό τούς ἐφημερίους, ὁ νεώτερος, ἔρριξε μιὰ ἰδέα:
-Δέν προσθέτουμε ἕνα παρεκκλήσι ἐφαπτόμενο τοῦ Ναοῦ καὶ συνδεόμενο μαζί του; Ἔτσι θὰ ἔχουμε περισσότερες εὐκαιρίες… Θὰ ἔρχεται ὁ κόσμος. Κάτι θὰ μαζεύουμε κι ἐμεῖς…
—Ὡραία ἡ ἰδέα σου – τοῦ εἶπαν οἱ ἄλλοι, ὄχι τόσο… παραδόπιστοι σὰν αὐτόν. Καὶ στὸ ὄνομα ποιοῦ ἁγίου θὰ τιμᾶται τὸ παρεκκλήσι; Ἐγώ προσωπικὰ – εἶπε ὁ μεγαλύτερος καὶ λογιώτερος – προτείνω τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἄς τιμηθῆ ὁ μεγάλος ἀπόστολος, ὁ κήρυκας τῆς οἰκουμένης. Ἄλλωστε δὲν ὑπάρχει ἐκκλησία ἢ παρεκκλήσι στὸ ὄνομά του στὴν περιοχή μας. Καὶ ἔπειτα πῶς θὰ φανερώνουμε ὅτι ὄντως εἴμαστε ἡ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία;

Ὁ πρωτοστατήσας στὴν ἰδέα ἀνεγέρσεως παρεκκλησίου φυσικὰ δὲν συνεφώνησε! Μὲ εἰδικὸ νεῦμα θέλησε νὰ ἐπηρεάση τούς ἄλλους δυὸ ἐφημέριους, πού μέχρι ἐκείνη τὴν ὥρα ἄκουγαν ἀμίλητοι:
-Ὄχι, πατέρες, δὲν θὰ γίνη τὸ παρεκκλήσιο στὸ ὄνομα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ποιὸς ξέρει τὸν Παῦλο; Καὶ ποιὸς θὰ ἔρχεται στὸ παρεκκλήσι του; Τὸ πολὺ-πολὺ νὰ γίνεται μιὰ λειτουργία στὴ μνήμη του, πού λόγω καὶ τῆς ζέστης τῆς ἐποχῆς ἐλάχιστοι θὰ ἔρχωνται! Ἄντε νὰ γίνη καὶ μιὰ ἀρτοκλασία. Τί νὰ βγάλης μὲ μιὰ ἀρτοκλασία;…

Εἶναι ἀλήθεια, πώς ἡ ὠμότητα τοῦ μαμωνολάτρη ἐφημερίου, ξένισε ὄχι μόνο τὸν εὐλαβῆ προϊστάμενο, ἀλλά καὶ τοὺς ἄλλους δυό, πού φαίνονταν μέχρι στιγμῆς ἀδιάφοροι. Δὲν ἦσαν ὅμως. Ἄνοιξαν τὸ στόμα τοὺς προτείνοντας:
-Ἐγὼ λέω νὰ ἀφιερώσουμε τὸ παρεκκλήσι στὸν ἅγιο Νεκτάριο. Εἶναι λαοφιλὴς ἅγιος. Θὰ μαζεύη κόσμο. Θὰ κάνουμε καὶ εἰδικὲς παρακλήσεις καὶ θὰ αὐξηθοῦν καὶ τὰ ἔσοδά μας…

Καὶ ὁ ἄλλος, ὁ τέταρτος, ἐπενέβη:
-Ὄχι στὸν ἅγιο Νεκτάριο! Τρεῖς κοντινὲς ἐκκλησίες ἔχουν παρεκκλήσι καὶ «θαυματουργὲς» εἰκόνες καὶ «λείψανα» τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Κορέστηκε ἡ ὑπόθεσις. Πέρασε ἡ… μόδα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου! Ἡ δεκαετία τοῦ 1960 ἦταν γιὰ τὴ χάρι του. Τώρα ἄλλοι εἶναι οἱ ἅγιοι, πού… τραβᾶνε, ὅπως ὁ ἅγιος Ραφαήλ, ὁ ἅγιος Ἐφραίμ… Βέβαια ἐγώ οὔτε αὐτοὺς προτείνω. Ἡ πρότασίς μου ἀφορᾶ σὲ κάποιον ἅγιο, πού ἔχει σχέσι μέ τα… μάγια! Ὅλος ὁ κόσμος ἔχει πιστέψει, πώς τοὺς ἔχουν κάνει μάγια καὶ τρομοκρατημένος τρέχει σ’ αὐτὸ τὸν ἅγιο. Κόσμο νὰ δοῦν τὰ μάτια σας. Καὶ βέβαια ὁ κόσμος αὐτὸς μαζὶ μὲ τὸν πόνο τοῦ ἀποθέτει καὶ τὸν ὄβολό του, πού συνοδεύει τὸ χαρτάκι μὲ τὰ ὀνόματά τους…
—Ὄχι, ὄχι! διαμαρτυρήθηκε ἐγειρόμενος ἀπὸ τὴ θέσι του ὁ εὐλαβὴς προϊστάμενος. Αὐτὸ εἶναι ἀπαράδεκτο. Ὁ ἅγιος Κυπριανὸς εἶναι μεγάλος πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ μάγια καὶ μὲ ξόρκια. Εἶναι ντροπή μας νὰ διαδίδουμε πλάνες καὶ τρομοκρατικὲς ἀντιλήψεις «χρημάτων ἕνεκεν». Γιατί τὸ θέλουμε τὸ παρεκκλήσι; Γιὰ νὰ βγάζουμε ἐμεῖς λεφτά, ἢ γιὰ νὰ τιμήσουμε σπουδαῖο ἅγιο καὶ νὰ ὠφελούμεθα ἀπό τὴ ζωή του καὶ ἀπό τά κείμενά του καὶ νὰ ἐπικαλούμεθα τή χάρι του;…

Διακόπηκε ἐκεῖ ἡ συζήτησις τῶν τεσσάρων ἐφημερίων. Οἱ τρεῖς ὅμως δὲν τὄβαλαν κάτω. Μετὰ ἀπό καιρὸ πλεύρισαν στὴν ἀρχὴ τὸν ἀρχιερατικό, μετὰ τὸν πρωτοσύγκελλο καὶ τελικὰ τὸν μητροπολίτη, καὶ ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις γιὰ τὸ σχεδιαζόμενο παρεκκλήσι.

Ἅγιος Φανούριος! Ἔτσι θὰ ὀνομασθῆ τό παρεκκλήσι. Ἄλλωστε ἤδη ὁ ἀντιδρών προϊστάμενος μετετέθη. Δὲν ἔχετε πλέον ἐμπόδιο! Καὶ τὸ νοῦ σας! «Ὁ νοῶν νοεῖτω!»·ἦταν ἡ ἄγραφη ἔγκρισις «ἄνωθεν»…

Γρήγορα προσαρτήθηκε τὸ νέο παρεκκλήσι στὸν κεντρικὸ ναό. Δειλὰ-δειλὰ ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζωνται οἱ πρῶτες φανουρόπιττες! Μέχρι πού ἔφτασε ὁ καιρός τῆς… οὐρᾶς! Στὴν οὐρὰ τώρα περιμένουν οἱ γυναῖκες, γιὰ νὰ διαβαστοῦν οἱ φανουρόπιττές τους, δίνοντας στὸ χέρι τοῦ παπᾶ τὸ χαρτὶ μὲ τὰ ὀνόματα καὶ τὰ νομίσματα. Γιὰ νὰ μὴ ξεχνιώμαστε: Δὲν πιάνει διάβασμα χαρτιοῦ χωρίς…λεφτά!!! Εἶναι καθωρισμένο ἀπό τά ἀφιλότιμα «φιλότιμα», τὰ παντὸς εἴδους τυχερὰ γιὰ τὰ ὁποιουδήποτε εἴδους διαβάσματα!

Μὴ ρωτᾶτε τί καὶ πῶς «προφητεύουν» (!) διάφορα πράγματα μὲ τὶς φανουρόπιττες! Ὁ ἴδιος πάντως ὁ ἅγιος Φανούριος, ἂν ἤθελαν οἱ φανουροπιττόπληκτοι, θὰ τοὺς παρέπεμπε στὸ λόγο τῆς Γραφῆς καὶ ἐκεῖ θὰ ἔβλεπαν πώς «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» (Α’ Τιμ. γ’ 16), πώς ὁ Χριστὸς «ἐφανέρωσε τό ὄνομα τοῦ Πατρὸς τοῖς ἀνθρώποις» (Ἰωαν. ιζ´ 6), πώς «ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις», πώς «δεῖ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι» ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ (Β´ Κορ. ε´ 10).

Μὴ ρωτᾶτε πῶς μπῆκε στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας τὸ γλυκὸ κέικ, πού τὸ ὠνόμασαν φανουρόπιττα! Τὸ θέμα εἶναι, ὅτι τὸ ὑποκατάστατο τῆς ἁγίας Γραφῆς λέγεται φανουρόπιττα! Τὸ ὑποκατάστατο τῆς μετανοίας λέγεται φανουρόπιττα! Τὸ ὑποκατάστατο τοῦ Ἄρτου τῆς Ζωῆς λέγεται φανουρόπιττα!

Καὶ γιὰ νὰ μὴ θεωρηθοῦμε ὑπερβολικοί, ἀντιγράφουμε ἀπό πρόγραμμα τοῦ ἑορτασμοῦ παρεκκλησίου τοῦ ἁγίου Φανουρίου:

. Παραμονή: 5-7 μ.μ. Θὰ εὐλογοῦνται διαρκῶς πίττες τοῦ Ἁγίου.
. 7μ.μ. Ἑσπερινὸς καὶ εὐλόγηση πιττῶν. Μέρα ἑορτῆς: 7π.μ. Ὄρθρος, Θ. Λειτουργία καὶ εὐλόγηση πιττῶν τοῦ Ἁγίου.
. 5-7 μ.μ. Θὰ εὐλογοῦνται διαρκῶς πίττες τοῦ Ἁγίου.
. 7μ.μ. Ἑσπερινός, Παράκληση καὶ εὐλόγηση πιττῶν τοῦ Ἁγίου.
. Εἶναι καιρὸς μετ᾽ ὀργῆς καὶ ἀγανακτήσεως (Μάρκ. γ´ 5) νὰ δῆ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τὴν κατάστασι: Τελικὰ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία: Εὐλογία πιττῶν ἢ εὐλογία πιστῶν; Τελικὰ θὰ ἐπικρατήσουν στὴ λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας τὰ ὑποκατάστατα; Τελικά τό «Λάβετε φάγετε» τοῦ Εὐχαριστιακοῦ Δείπνου, θὰ γίνη: «Ἐλᾶτε νὰ φᾶτε φανουρόπιττες»;

Ἀρχιμ. Δαν. Ἀεράκης

Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να προσεύχονται ακατάπαυστα



Ας μη νομίσει κανείς, αδελφοί μου Χριστιανοί, πώς μόνο οι ιερωμένοι και οι μοναχοί έχουν χρέος να προσεύχονται ακατάπαυστα και παντοτινά και όχι οι κοσμικοί. Όχι, όχι. Όλοι γενικά οι Χριστιανοί έχουμε χρέος πάντοτε να βρισκόμαστε σε προσευχή. Ο αγιότατος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεος γράφει σχετικά τα εξής στο Βίο του αγίου Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (του Παλαμα).
Ο θειος Γρηγόριος είχε ένα φίλο αγαπημένο ονομαζόμενο Ιώβ, άνθρωπο απλούστατο και πολύ ενάρετο, με τον οποίο συνομιλώντας μία φορά του είπε και περί προσευχής και πώς κάθε Χριστιανός γενικά πρέπει να αγωνίζεται πάντοτε στην προσευχή και να προσεύχεται ακατάπαυστα, καθώς παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος σε όλους τούς Χριστιανούς: « Αδιαλείπτως προσεύχεσθε», και καθώς λέει και ο προφήτης Δαβίδ, με όλο πού ήταν βασιλιάς κι είχε όλες τις φροντίδες του βασιλείου του: «Βλέπω πάντοτε τον Κύριο μπροστά μου» (μέσω της προσευχής)· και καθώς διδάσκει ο Θεολόγος Γρηγόριος όλους τούς Χριστιανούς λέγοντας ότι πρέπει να μνημονεύομε με την προσευχή το όνομα του Θεού περισσότερο από όσο αναπνέομε.
Και λέγοντας αυτά ο Άγιος στον φίλο του Ιώβ κι άλλα περισσότερα, του έλεγε ακόμη πώς πρέπει κι εμείς να κάνομε υπακοή στις παραγγελίες των Αγίων, και όχι μόνο να προσευχόμαστε εμείς παντοτινά, αλλά να διδάσκομε κι όλους τούς άλλους, μοναχούς και λαϊκούς, σοφούς και αμόρφωτους, άνδρες και γυναίκες και παιδιά, και να τούς παρακινούμε να προσεύχονται ακατάπαυστα. Ακούγοντας αυτά ο γέροντας εκείνος Ιώβ, τα θεώρησε καινοτομία κι άρχισε να αντιλέγει του Αγίου πώς η αδιάλειπτη προσευχή είναι μονάχα για τούς ασκητές και τούς μοναχούς πού είναι έξω από τον κόσμο και από τούς περισπασμούς, κι όχι για τούς κοσμικούς πού έχουν τόσες μέριμνες και δουλειές. 
Και ο Άγιος πάλι του έλεγε κι άλλες μαρτυρίες και αναντίρρητες αποδείξεις, όμως ο γέρων Ιώβ δεν επείθετο, και ο θειος Γρηγόριος αποφεύγοντας την πολυλογία και τη φιλονικία σώπασε και πήγε ο καθένας στο κελί του.
Κι ύστερα πού ο Ιώβ προσευχόταν καταμόνας στο κελί του, φαίνεται μπροστά του Άγγελος Κυρίου... σταλμένος από το Θεό πού θέλει όλων των ανθρώπων τη σωτηρία, κι αφού τον έλεγξε αυστηρά πού φιλονικούσε με τον άγιο Γρηγόριο κι αντιστεκόταν σε πράγματα φανερά, από τα όποια προξενείτε η σωτηρία των Χριστιανών, του παρήγγειλε εκ μέρους του Αγίου Θεού να προσέχει καλά στο εξής και να φυλαχθει πλέον να μην πει τίποτε ενάντιο σε αυτό το ψυχωφελέστατο έργο, γιατί αντιστέκεται στο θέλημα του Θεού· αλλά μήτε με το νου του πλέον να τολμήσει να δεχτεί ενάντιο λογισμό και να φρονεί διαφορετικά από ό,τι του είπε ο θειος Γρηγόριος. Τότε ο απλούστατος εκείνος γέρων Ιώβ πήγε αμέσως στον Άγιο κι έπεσε στα πόδια του, ζητώντας συγχώρηση για την αντίσταση και φιλονικία και του φανέρωσε και όσα του είπε ο Άγγελος του Κυρίου.
Βλέπετε, αδελφοί μου, πώς όλοι οι Χριστιανοί, από τον μικρό ως τον μεγάλο, οφείλουν να προσεύχονται παντοτινά με τη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»; Και πάντοτε να το συνηθίσει να το λέει ο νους τους και η καρδιά τους; 
Και στοχαστείτε, πόσο ευαρεστείται ο Θεός με αυτό και πόση ωφέλεια προέρχεται από αυτό, ώστε από την άκρα Του φιλανθρωπία έστειλε και ουράνιο Άγγελο για να μας το αποκαλύψει, έτσι πού να μην έχουμε πλέον καμία αμφιβολία γι΄ αυτό. 
Μα τι λένε οι κοσμικοί; «Εμείς είμαστε μέσα σε τόσες υποθέσεις και φροντίδες του κόσμου· πως είναι δυνατό να προσευχόμαστε ακατάπαυστα;» Κι εγώ τούς αποκρίνομαι, ότι ο Θεός δεν παρήγγειλε σ΄ εμάς κάτι το αδύνατο, παρά μας παρήγγειλε όλα εκείνα πού μπορούμε να κάνομε. Επομένως και αυτό είναι δυνατό να το κατορθώσει κανένας πού ζητά επιμόνως τη σωτηρία της ψυχής του. Γιατί αν ήταν αδύνατο, θα ήταν για όλους γενικά τούς κοσμικούς και δε θα είχαν βρεθεί τόσοι και τόσοι μέσα στον κόσμο να το κατορθώσουν· από τούς οποίους ας είναι ως παράδειγμα ο πατέρας του αγίου Παλαμα, ο θαυμάσιος εκείνος Κωνσταντίνος, για τον οποίο κάνει λόγο ο πατριάρχης Φιλόθεος στο Βίο του αγίου Γρηγορίου, του γιου του.
Αυτός λοιπόν, με όλο πού ήταν μέσα στα ανάκτορα και ονομαζόταν πατέρας και διδάσκαλος του βασιλιά Ανδρονίκου και καταγινόταν καθημερινά με τις βασιλικές υποθέσεις, χώρια πού είχε και τις υποθέσεις του σπιτιού του, γιατί ήταν πολύ πλούσιος κι είχε πολλά κτήματα και υπηρέτες και παιδιά και γυναίκα, μ΄ όλα ταύτα τόσο ήταν αχώριστος από το Θεό και τόσο ήταν δοσμένος στη νοερά και ακατάπαυστη προσευχή, πού τις περισσότερες φορές λησμονούσε εκείνα πού συζητούσαν μαζί του ο βασιλιάς και οι άρχοντες του παλατιού για υποθέσεις βασιλικές κι ερωτούσε γι΄ αυτές μία και δύο φορές. 
Γι΄ αυτό πολλές φορές οι άλλοι άρχοντες, μην ξέροντας την αιτία, συγχύζονταν και τον ονείδιζαν πού λησμονεί έτσι γρήγορα και ενοχλεί με τις δεύτερες ερωτήσεις του το βασιλιά· αλλά ο βασιλιάς, πού ήξερε την αιτία, τον υπερασπιζόταν λέγοντας: « Ο Κωνσταντίνος έχει δικές του έγνοιες ο μακάριος κι εκείνες δεν τον αφήνουν να προσέχει στα λόγια τα δικά μας πού είναι για υποθέσεις προσωρινές και μάταιες· ο νους του ευλογημένου είναι προσηλωμένος στα αληθινά και ουράνια και για τούτο λησμονεί τα επίγεια, επειδή όλη του η προσοχή είναι στην προσευχή και στο Θεό». Γι΄ αυτό και ο Κωνσταντίνος ήταν σεβάσμιος και αξιαγάπητος και στο βασιλιά και σε όλους τούς μεγιστάνες και άρχοντες της βασιλείας, καθώς ήταν αγαπημένος και από το Θεό και αξιώθηκε ο αοίδιμος να κάνει και θαύματα.
Μια φορά δηλαδή, μπήκε σ΄ ένα πλοιάριο με όλη του την οικογένεια για να πάει επάνω από το Γαλατά σ΄ ένα αναχωρητή, πού ησύχαζε εκεί, και να πάρει την ευχή και την ευλογία του. Καθώς πήγαιναν, ρώτησε τούς υπηρέτες του αν πήραν κανένα προσφάγι να πάνε στον Αββά εκείνο για να τούς φιλέψει. Εκείνοι του είπαν πώς λησμόνησαν από τη βία και δεν πήραν τίποτε. Λυπήθηκε λίγο ο ευλογημένος, πλην δεν είπε τίποτε, μόνο πηγαίνοντας εμπρός στο καΐκι, έβαλε το χέρι του μέσα στη θάλασσα και με σιωπηλή και νοερά προσευχή παρακαλούσε το Θεό, τον Κύριο της θάλασσας, να του δώσει κανένα κυνήγι· κι ύστερα από λίγη ώρα -τι θαυμαστά είναι τα έργα, Χριστέ Βασιλεύ, με τα όποια δοξάζεις παράδοξα τούς δούλους Σου!- βγάζει το χέρι του από τη θάλασσα κρατώντας ένα πολύ μεγάλο λαβράκι, το οποίο έριξε μέσα στο πλοιάριο μπροστά στους υπηρέτες του και είπε: «Να πού ο Θεός νοιάστηκε και για τον Αββά τον δούλο Του και του έστειλε προσφάγι».
Βλέπετε, αδελφοί μου, πως δοξάζει ο Ιησούς Χριστός τούς δούλους Του εκείνους πού είναι πάντοτε μαζί Του και επικαλούνται συνεχώς το πανάγιο και γλυκύτατο όνομά Του;
Ακόμη και ο δίκαιος εκείνος και άγιος Ευδόκιμος, δεν ήταν κι αυτός μέσα στην Κωνσταντινούπολη και μέσα στα ανάκτορα και τις βασιλικές υποθέσεις; 
Δε συναναστρεφόταν με το βασιλιά και τούς άρχοντες του παλατιού, με τόσες φροντίδες και περισπασμούς; Μ΄ όλα ταύτα είχε πάντοτε αχώριστη τη νοερά προσευχή, καθώς διηγείται στο Βίο του ο Συμεών ο Μεταφραστής, γι΄ αυτό κι ευρισκόμενος μέσα στον κόσμο και στα κοσμικά ο τρισμακάριος, έζησε αληθινά μία ζωή αγγελική και υπερκόσμια και αξιώθηκε από τον μισθαποδότη Θεό να λάβει και τέλος μακαριστό και θειο. Και άλλοι πολλοί και αναρίθμητοι πού ήταν μέσα στον κόσμο, ήταν ολωσδιόλου δοσμένοι στη νοερά και σωτήρια αυτή προσευχή, καθώς αναφέρονται σε διάφορες ιστορίες.
Λοιπόν, αδελφοί μου Χριστιανοί, σας παρακαλώ κι εγώ μαζί με τον θειο Χρυσόστομο, για τη σωτηρία της ψυχής σας, μην αμελήσετε αυτό το έργο της προσευχής. Μιμηθείτε αυτούς πού είπαμε και όσο το δυνατόν ακολουθήστε τους. Κι αν σας φαίνεται δύσκολο το πράγμα στις αρχές, ας είστε βέβαιοι και πληροφορημένοι, ως εκ προσώπου του παντοκράτορα Θεού, ότι αυτό το ίδιο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επικαλούμενο καθημερινά και ακατάπαυστα από μας, θα ευκολύνει όλες τις δυσκολίες. Και με την πολυκαιρία, αφού το συνηθίσομε και γλυκαθούμε μ΄ αυτό, θα γνωρίσομε με τη δοκιμή πώς δεν είναι αδύνατο ούτε δύσκολο, αλλά δυνατό και εύκολο. Γι΄ αυτό και ο θειος Παύλος, πού ήξερε καλύτερα από μας τη μεγάλη ωφέλεια της προσευχής, μας παρήγγειλε να προσευχόμαστε ακατάπαυστα. Δε θα μας συμβούλευε βέβαια ποτέ κάτι το δύσκολο και αδύνατο, γιατί δε θα μπορούσαμε να το κάνομε και ακολούθως θα γινόμασταν αναγκαστικά παρήκοοι και παραβάτες της παραγγελίας του και για τούτο άξιοι καταδίκης· αλλά όταν είπε να προσευχόμαστε αδιάλειπτα, ο σκοπός του ήταν να προσευχόμαστε με το νου μας, πού είναι δυνατό να το κάνομε πάντοτε. Γιατί και όταν κάνομε εργόχειρο κι όταν περπατούμε κι όταν καθόμαστε κι όταν τρώμε κι όταν πίνομε, πάντοτε μπορούμε να προσευχόμαστε με το νου μας και να κάνομε νοερά προσευχή ευάρεστη στο Θεό και αληθινή· με το σώμα να δουλεύομε και με την ψυχή να προσευχόμαστε· ο έξω άνθρωπος να κάνει κάθε υπηρεσία σωματική και ο εσω άνθρωπος να είναι ολότελα αφιερωμένος στη λατρεία του Θεού και να μη λείπει ποτέ από αυτό το πνευματικό έργο της νοεράς προσευχής.
Αυτό μας παραγγέλλει και ο θεάνθρωπος Ιησούς στο ιερό ευαγγέλιο, λέγοντας: «Συ δε, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε μέσα στο «ταμείον» σου, κλείσε τη θύρα σου και προσευχήσου κρυφά στον Πατέρα σου». Ταμείο της ψυχής είναι το σώμα και θύρες του εαυτού μας οι πέντε αισθήσεις. Η ψυχή μπαίνει μέσα στο ταμείο της, όταν δεν περιφέρεται ο νους εδώ κι εκεί στα πράγματα του κόσμου, αλλά βρίσκεται μέσα στην καρδιά μας· κι οι αισθήσεις μας κλείνουν και μένουν σφαλισμένες, όταν δεν τις αφήνομε να προσηλώνονται στα αισθητά και ορώμενα πράγματα. Και με τούτο τον τρόπο μένει ο νους μας ελεύθερος από κάθε εμπαθή προσκόλληση στα κοσμικά και με την κρυφή και νοερά προσευχή ενώνεσαι με το Θεό και Πατέρα σου· και τότε, λέει, ο Πατέρας σου πού βλέπει τα κρυφά θα σου αποδώσει στα φανερά. Βλέπει ο κρυφιογνώστης Θεός τη νοερά προσευχή σου και την ανταμείβει με φανερά και μεγάλα χαρίσματα· επειδή αυτή είναι η αληθινή και τέλεια προσευχή κι αυτή γεμίζει την ψυχή από τη θεία χάρη και τα πνευματικά χαρίσματα.
Όπως το μύρο, όσο περισσότερο το κλείνεις μέσα στο αγγείο, τόσο περισσότερο ευωδιάζει το αγγείο, έτσι και η προσευχή, όσο περισσότερο την κλείνεις μέσα στην καρδιά σου, τόσο περισσότερο τη γεμίζει από τη θεία χάρη. Μακάριοι και καλότυχοι είναι εκείνοι πού θα συνηθίσουν σε τούτο το ουράνιο έργο, γιατί με αυτό νικούν κάθε πειρασμό των πονηρών δαιμόνων, όπως ο Δαβίδ νίκησε τον υπερήφανο Γολιάθ· με αυτό σβήνουν τις άτακτες επιθυμίες της σάρκας, όπως οι τρεις Παίδες έσβησαν τη φλόγα της καμίνου· με αυτό το έργο της νοεράς προσευχής καταπραΰνουν τα πάθη, όπως ο Δανιήλ ημέρωσε τα άγρια λιοντάρια· με αυτό κατεβάζουν τη δρόσο του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά τους, όπως ο Ηλίας κατέβασε τη βροχή στο Καρμήλιο. Αυτή η νοερά προσευχή είναι πού ανεβαίνει ως το θρόνο του Θεού και φυλάγεται μέσα στις χρυσές φιάλες για να θυμιάζεται με αυτήν ο Κύριος, καθώς λέει ο Θεολόγος Ιωάννης στην Αποκάλυψη: «Και οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του Αρνίου, έχοντας όλοι κιθάρες και φιάλες χρυσές γεμάτες θυμιάματα, τα όποια είναι οι προσευχές των Αγίων».
Αυτή η νοερά προσευχή είναι ένα φως πού φωτίζει πάντοτε την ψυχή του ανθρώπου και πυρώνει την καρδιά του με τις φλόγες της αγάπης του Θεού· αυτή είναι μία αλυσίδα πού κρατεί ενωμένο το Θεό με τον άνθρωπο. Ω, η ασύγκριτη χάρη της νοεράς προσευχής! Αυτή κάνει τον άνθρωπο να συνομιλεί πάντοτε με το Θεό. Ω πράγμα αληθινά θαυμάσιο και εξαίρετο! Να είσαι μαζί με τούς ανθρώπους σωματικά και να βρίσκεσαι μαζί με το Θεό νοερά! Οι Άγγελοι δεν έχουν φωνή υλική, αλλά με το νου τους προσφέρουν στο Θεό ακατάπαυστη δοξολογία· αυτό είναι το έργο τους, σ΄ αυτό είναι αφιερωμένη όλη τους η ζωή. Λοιπόν και συ, αδελφέ, όταν εισέρχεσαι στο ¨ταμείον΄΄ σου και κλείνεις τη θύρα, όταν δηλαδή ο νους σου δε σκορπά εδώ κι εκεί, αλλά μπαίνει μέσα στην καρδιά σου κι οι αισθήσεις σου είναι σφαλισμένες και δεν είναι προσηλωμένες στα πράγματα του κόσμου τούτου κι έτσι προσεύχεσαι πάντοτε με το νου σου, τότε γίνεσαι παρόμοιος με τούς αγίους Αγγέλους και ο Πατέρας σου, πού βλέπει τη μυστική σου προσευχή πού του προσφέρεις κρυφά στην καρδιά σου, θα σου ανταποδώσει μεγάλα πνευματικά χαρίσματα στα φανερά. Μα και τι άλλο μεγαλύτερο και περισσότερο θέλεις από το να βρίσκεσαι πάντοτε, όπως είπαμε, μαζί με το Θεό νοερά και να συνομιλείς ακατάπαυστα με Αυτόν; Χωρίς Αυτόν δεν μπορεί ποτέ κανένας άνθρωπος να είναι μακάριος μήτε εδώ μήτε στην άλλη ζωή.
Λοιπόν, αδελφέ, όποιος κι αν είσαι, όταν πάρεις στα χέρια σου το παρόν βιβλίο και διαβάζοντάς το δοκιμάσεις ωφέλεια στην ψυχή σου, παρακαλώ θερμά, θυμήσου να κάνεις και μία παράκληση στο Θεό, με ένα «Κύριε ελέησον», για την αμαρτωλή ψυχή εκείνου πού κοπίασε σε τούτο το βιβλίο κι εκείνου πού ξόδεψε να το τυπώσει· οι οποίοι έχουν μεγάλη ανάγκη της προσευχής σου, για να βρουν έλεος Θεού στις ψυχές τους και συ στη δική σου.

Πηγή: paterikakeimena.blogspot.gr

“…η προσευχή μου ως θυμίαμα”



Ἡ προσευχή μου σὰν ἱερὸ καὶ εὐωδιαστὸ θυμίαμα 
ἂς ἀνεβεῖ κατʼ εὐ­θεῖαν ἐνώπιόν Σου.

Λόγια τοῦ ἱεροῦ Ψαλμωδοῦ ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορὰ στὴν ἀρχὴ τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ, ὅταν ψάλλουμε: «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου» (Ψαλ. ρμ΄ [140] 2).
Ὅπως τὸ θυμίαμα ἀνεβαίνει ψηλά, ἔτ­σι καὶ ἡ προσευχή μας νὰ φθάσει ψηλὰ στὸν οὐρανό. Γιατί ἄραγε μιὰ τέτοια παρομοίωση νὰ γίνεται ἀπὸ τὸν Ψαλμωδό;
Στὴν εἰκόνα αὐτὴ τοῦ θυμιάματος φαί­νονται δύο στοιχεῖα τῆς προσευχῆς: ἡ θερμότητα καὶ ἡ εὐωδία.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σχολιάζει: «Τὸ θυμίαμα καὶ ἀπὸ μόνο του εἶναι καλὸ καὶ εὐωδιαστό, τότε ὅμως ἰδιαίτερα φαίνεται ἡ εὐωδία του, ὅταν ἔλθει σʼ ἐπαφὴ μὲ τὴ φωτιά. Ἔτσι εἶναι καὶ ἡ προσευχή. Εἶναι καλὴ μὲν καὶ ἀπὸ μόνη της, γίνεται ὅμως καλύτερη καὶ πιὸ εὐωδιαστή, ὅταν προσφέρεται ἀπὸ ψυχὴ θερμὴ καὶ φλογερή, ὅταν ἡ ψυχὴ γίνει θυσιαστήριο καὶ ἀνάψει δυνατὴ φωτιά».
Θερμὴ εἶναι ἡ προσευχή μας, ὅταν τὴ διακρίνει ὁ ζῆλος, ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη. Ζῆλος ποὺ νικᾶ τὰ ἐμπόδια, ξεπερνᾶ τὶς δικαιολογίες καὶ δίνει χρόνο στὴν προσ­ευχὴ μέσα στὸ δύσκολο, κουραστικὸ πρόγραμμα τῆς καθημερινότητάς μας. Πίστη ζωντανή, χωρὶς τὸν παραμικρὸ δισταγμό, χωρὶς τὴν ἐλάχιστη ἀμφιβολία ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς ἀκούει. Ὅτι εἶναι παρὼν μπροστά μας, δίπλα μας. Πίστη πὼς ἡ φωνή μας ἀνεβαίνει στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐλπίδα μας εἶναι Ἐκεῖνος καὶ μόνο. Καὶ ὅ,τι γιὰ μᾶς εἶναι δύσκολο καὶ ἀκατόρθωτο, γιὰ τὸν παντοδύναμο Θεὸ εἶναι εὔκολο, κατορθωτό.
Ἀλλὰ ἡ θερμότητα προϋποθέτει καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό μας. Ἀγάπη «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς μας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας μας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος μας» (βλ. Μάρκ. ιβ΄ [12] 30). Στεκόμαστε στὴν προσευχὴ μπροστὰ σʼ Αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀγάπησε καὶ γιὰ χάρη μας ὑ­πέμεινε θάνατο μέχρι Σταυροῦ.
Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ σημαίνει συγχρόνως καὶ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Καμία σκέψη μίσους, ἀντιπάθειας πρὸς τοὺς ἄλλους. Καμία ψυχρότητα. Ἡ ἀγάπη ὅλα τὰ νικάει, καὶ ἡ προσευχὴ διὰ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς ἀ­νεβαίνει στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὸ τὸ πύρωμα τῆς καρδιᾶς, ἡ θέρμη τῆς ψυχῆς, ἡ προσευχή μας εἶναι μόνο λόγια καὶ συναισθήματα ἐπιπόλαια, δὲν μᾶς ἀναπαύει καὶ φεύγουμε κουρασμένοι καὶ ἀνειρήνευτοι.
Τὸ ἄλλο χαρακτηριστικὸ τοῦ θυμιάματος εἶναι ἡ εὐωδία. Ὅπως τὸ θυμίαμα καίγεται καὶ ἀφήνει γύρω του ἕνα λεπτὸ ἄρωμα εὐωδίας, τέτοια πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται ἀπὸ ψυχὴ ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ καθαρὴ ζωή.
Μπροστὰ στὸ Θεὸ ὀφείλουμε νὰ στεκόμαστε χωρὶς νὰ μᾶς ἐλέγχει ἡ συνείδησή μας. Τότε ἔχουμε θάρρος, παρρησία καὶ μποροῦμε νὰ ἀτενίζουμε τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου στὴν εἰκόνα Του καὶ νὰ μιλᾶμε μαζί Του. Τί ὡραῖο νὰ αἰσθανόμαστε ζωντανὴ τὴν παρουσία τοῦ Θε­οῦ στὴ ζωή μας! Νὰ ζοῦμε μὲ τὴ συν­είδηση καθαρὴ καὶ μὲ τὴ σκέψη πὼς ὁ Θεὸς εἶναι ἕτοιμος νὰ ἱκανοποιήσει κάθε δίκαιο καὶ λογικὸ αἴτημά μας, διότι βλέ­πει τὸν καθημερινὸ ἀγώνα στὴ ζωή μας!
Πόσο, ἀντίθετα, διαφορετικὰ εἶναι τὰ πράγματα, ὅταν ἡ ζωή μας δὲν συμφωνεῖ μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ! Πῶς ὁ Θεὸς νὰ μᾶς προσέξει; Ἡ προσευχὴ γιὰ νὰ ἔ­χει δύναμη, χρειάζεται καθαρὴ ζωή.
Ὅποιος ἀγωνίζεται νὰ νεκρώνει τὰ ἁ­μαρτωλὰ θελήματά του, ὅποιος πρόθυ­μα ὑπακούει στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐ­τὸς εἰσακούεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεό. «Ἐ­κέκραξαν οἱ δίκαιοι, καὶ ὁ Κύριος εἰσήκουσεν αὐτῶν», λέει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός (Ψαλ. λγ΄ [33] 18).
Τὸ καταλαβαίνουμε ὅλοι αὐτό, γιʼ αὐ­τὸ καὶ καταφεύγουμε σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν μαρτυρημένη ἁγιότητα βίου, καὶ ζητοῦμε τὴν προσευχή τους. Διότι, ὅπως λέει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «Πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (Ἰακ. ε΄ 16).
Ἡ προσφορὰ τοῦ θυμιάματος εἶναι πρά­ξη θυσίας, ποὺ καὶ αὐτὴ συμβολίζει τὴν προσφορὰ τῆς ὑπάρξεώς μας στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅπως τὸ θυμίαμα εἶναι προσφορά, θυσία στὸν Κύριο, ἔτσι καὶ τὸ καθετὶ στὸν ἀγώνα μας νὰ εἶ­ναι θυσία γιὰ τὸν Χριστό.
Θυμιατήρια προσευχῆς ζωντανά! Τὸ ζητᾶ ἡ ψυχή μας, τὸ περιμένουν οἱ ἀ­δελφοί μας, ἔτσι δοξάζεται ὁ Θεός.Ἂς προσπαθοῦμε μιὰ τέτοια ζωντανὴ κοινωνία καὶ ἕνωση νὰ ἔχουμε μὲ τὸν ζων­τανὸ Κύριο καὶ Θεό μας, καὶ αὐτὴ νὰ εἶ­ναι ἡ δική μας ἐπιδίωξη σʼ ὅλη μας τὴ ζωή.

Για την προσευχή

Επιστολή στη δασκάλα Γ. Ζ. σχετικά με την συμπεριφορά του συζύγου της

Ο άντρας σου είναι άπιστος και εξ αιτίας αυτού η ζωή σου είναι δηλητηριασμένη. Λόγω της απιστίας του είναι γεμάτος με όλα τα πάθη: κυκλοθυμικός, ανήθικος, οξύθυμος, ανελέητος, μοχθηρός. Αηδιαστικός και αξιοθρήνητος. Ούτε άνθρωπος, ούτε ζώο. Σκιά από άνθρωπο και σκιά από ζώο, που την φτιάχνει κάποιο μυστηριώδες κακό πνεύμα. Πάσχει από το σύνδρομο του «κουλτουριάρη» και του «πνευματικού ανθρώπου», διότι από το σχολείο ακόμα είχε το εξής ιδανικό: κουλτούρα αντί Θεού!...

Δεν σου μένει τίποτα άλλο αδελφή μου, παρά να προσευχηθείς σ’ Αυτόν που είναι και ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει. Δεν θα βοηθήσει σε τίποτα ακόμα και αν συγκαλέσεις συμβούλιο όλων των Ευρωπαίων γιατρών ή αν καλέσεις σε βοήθεια τη βουλή και την Ακαδημία επιστημών ή τη συνέλευση του λαού ή ολόκληρη τη στρατιωτική δύναμη όλων των χωρών, τίποτε δεν θα κάνουν. Ο τρελός θα παραμείνει τρελός, ο μανιακός μανιακός και η σκιά σκιά. Μόνο ο Δημιουργός του μπορεί να τον βοηθήσει. Μόνο Αυτός μπορεί να τον σώσει, αν Τον εξευμενίσεις με τις προσευχές και τις θυσίες σου.

Ρώτησα μία συγγενή από το Βελιγράδι: «Τί γιορτάζετε;». «Γιορτάζουμε τον άγιο Γεώργιο και τον άγιο Λουκά». «Και γιατί δύο γιορτές;». «Τον άγιο Γεώργιο τον γιορτάζουμε επειδή είναι η σλάβα μας από τους προγόνους μας. Τον άγιο Λουκά τον γιορτάζουμε επειδή έσωσε τον άνδρα μου από τη δουλεία. Κατά την περίοδο της Αυστριακής κατοχής, οδήγησαν τον άνδρα μου στη φυλακή και μετά σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Έπεσα στη γη κλαίγοντας και επί ώρες προσευχόμουν στον άγιο Λουκά υποσχόμενη ότι θα τον τιμώ στη σλάβα μου μαζί με τον άγιο Γεώργιο, αν ελευθερώσει τον άνδρα μου. και ενώ εγώ ακόμα συνέχιζα τις μετάνοιες στην προσευχή, στο τρίωρο περίπου επάνω, ο άντρας μου επέστρεψε σπίτι ελεύθερος».
Βλέπεις πώς ο ζωντανός Θεός μας βοηθά εκείνους που προσεύχονται σ’ Αυτόν; Προσπάθησε και εσύ με πίστη και ελπίδα.

(Από το βιβλίο: Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δεν φτάνει μόνον η πίστη…». Ιεραποστολικές επιστολές Β’, Εκδόσεις «Εν πλω», Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη)

Πηγή: orp.gr

Πατήρ Ἰωάννης Ῥωμανίδης: «Ἐὰν οἱ Ὀρθόδοξοι στὴν Τουρκοκρατία ἦταν αὐτοὶ ποὺ εἶναι σήμερα, θὰ εἶχε σβήσει ἡ Ὀρθοδοξία»



Στὴν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τὴν ἐλευθερία τοῦ Πνεύματος.

«Γι' αὐτὸν τὸν λόγο, ἐπειδὴ εἴχαμε αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους σὲ ὅλη τὴν Τουρκοκρατία, γι' αὐτὸ καὶ δὲν ἔσβησε ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐὰν οἱ Ὀρθόδοξοι τότε στὴν Τουρκοκρατία ἦταν αὐτοὶ ποὺ εἶναι σήμερα, θὰ εἶχε σβήσει ἡ Ὀρθοδοξία. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἱστορικὸ πικρὸ γεγονός.

Λοιπόν, ἐλεύθερος κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος βρίσκεται σὲ κατάσταση φωτισμοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ λέμε στὴν Ἐκκλησία «Εἰρήνη πάσι», διότι ἔτσι ἔχει τὴν εἰρήνη.

«Εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμὶν» (Ἰω Ιδ’, 27). Καὶ ὅταν λέει ὅτι σᾶς δίδω εἰρήνη, σημαίνει ὅτι σᾶς δίδω Πνεῦμα ἅγιον, προσευχὴ στὴν καρδιά, καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος εἰρηνεύει, ἔχει τὴν δικαίωση. Ἔχει τὴν καταλλαγὴ μὲ τὸν Θεό. Ἀρχίζει νὰ γίνεται φίλος τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν φωτισμὸ καὶ μετὰ...στὴν θέωση εἶναι 100% πλέον φίλος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐλεύθερος.

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν φθάνει στὸ νὰ ἀπαλλαγεῖ, ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν συμφεροντολογία, ὅπως στὴν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, ἀλλὰ καὶ στὴν κατάσταση τῆς Θεώσεως ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν δουλεία καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως, διότι τρέφεται ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Θεὸ καὶ σ' αὐτὴν τὴν κατάσταση ἐὰν συνεχίσει μπορεῖ νὰ πάει καὶ χρόνια καὶ μῆνες κ.ο.κ. Ὁπότε ἡ καλύτερη μελέτη εἶναι νὰ ἐπανέλθουμε στοὺς βίους τῶν Ἁγίων νὰ τὰ δοῦμε ἐκεῖ καὶ νὰ καταλάβουμε ὅτι ἁμαρτία εἶναι ἔλλειψη φωτισμοῦ, ἐλευθερία εἶναι ἀπὸ τὸν φωτισμὸ στὴν θέωση.

Αὐτὰ εἶναι πολὺ ἁπλὰ τὰ πράγματα καὶ εἶναι ἡ θεραπεία τῆς προσωπικότητος τοῦ ἀνθρώπου. Γι' αὐτὸ λέγω ὅτι, ἐὰν ἐμφανιζόταν σήμερα ἡ Ὀρθοδοξία στὴν ἀκμή της καὶ ὄχι στὴν κατάπτωσή της, ὅπως σήμερα, θὰ θεωρεῖτο κατὰ πάντα θετικὴ ἐπιστήμη καὶ θὰ ἦτο κάτι παραπάνω ἀπὸ ψυχολογία καὶ ψυχιατρική».

Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἰεροθέου, «Ἐμπειρικὴ Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου 
Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» Τόμος Β΄

Φρένο στα σχέδια των οικουμενιστών



Γράφει ο Φώτης Μιχαήλ, ιατρός

Η λεγομένη ‘’Αγία και μεγάλη σύνοδος’’ της Κρήτης, ως εκκλησιαστικό ιστορικό γεγονός, αποτελεί πλέον παρελθόν. Δεν αποτελούν, όμως, παρελθόν τα αποτελέσματα και οι συνέπειές της.

Ήδη, τα πορίσματα και οι αποφάσεις της ‘’συνόδου’’ άρχισαν να μπαίνουν σε εφαρμογή. Μια εφαρμογή, που ξαναφέρνει ζωηρά στο προσκήνιο την προαιώνια διελκυστίνδα φιλενωτικοί-ανθενωτικοί, οικουμενιστές-παραδοσιακοί. Έτσι, το μεν ακατήχητο μέρος του λαού μας, έχει περιπέσει σε πρωτοφανή σύγχυση, ο δε έντιμος κλήρος και οι περί αυτόν πιστοί βρίσκονται σε κατάσταση πνευματικής ετοιμότητας και έντονου προβληματισμού.

Τα γεγονότα,τα μετασυνοδικά, μιλάνε από μόνα τους:

α) Αγιορείτες μοναχοί, αλλά και παππάδες Ιερών Μητροπόλεων, συκοφαντούνται, διώκονται και τρομοκρατούνται, για τον αγώνα τους τον αντιαιρετικό, για την καταπολέμηση κυρίως της παναίρεσης του οικουμενισμού, για το Πατερικότους φρόνημα. (1,2)

β) Πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και μητροπολίτες, απροκάλυπτα πλέον,θαυμάζουν και επαινούν την διοργάνωση από αιρετικούς, χριστιανικού τάχα συνεδρίου στην ‘’μεικτή μοναστική κοινότητα’’ του Μποζέ. (3,4)

γ) Έλληνες μητροπολίτες δηλώνουν περιχαρείς και ανερυθρίαστα, ότι ‘’επιτέλους λύθηκε το πρόβλημα των μεικτών γάμων και έτσι οι χριστιανοί(;) θα μπορούν να παντρεύονται ελεύθερα μεταξύ τους’’. (5)

δ)Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος καμαρώνουν ‘’συνοδικώς’’ για το έργο του ‘’παγκοσμίου συμβουλίου εκκλησιών’’, την ‘’κουρελού του διαβόλου’’, όπως έλεγε ο Άγιος γέροντάς μας Παΐσιος. (6)

ε) Καρδινάλιοι και πάστορεςτην πρώτη της Ινδίκτου, σύμφωνα με ανάρτηση του επισήμου ιστολογίου του Πατριαρχείου μας, ‘’εκκλησιάζονται’’ και ‘’συμπροσεύχονται’’ μέσα στον Πατριαρχικό μας Ιερό Ναό, σε ώρα Εσπερινού και Θείας Λειτουργίας, λες και κατέχουν Αποστολική διαδοχή, λες και φέρουν Ιεροσύνη, λες και μετανόησαν για τις πλάνες τους και ζήτησαν με συντριβή να γυρίσουν πίσω στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. (7)

στ) Πατριάρχες και επίσκοποι,‘’συνοδική αποφάσει’’, αναγνωρίζοντας εκκλησιαστικότητα σε αμετανόητους αιρετικούς, αποκαλούν τους παπικούς, τους προτεστάντες και τους μονοφυσίτες ‘’αδελφές εκκλησίες’’ και συμπροσεύχονται μαζί τους. (7,8)

ζ) Επίσκοποι του Πατριαρχικού Θρόνου, παραθεωρώντας αποφάσεις Συνόδων και περιφρονώντας σχετικές διδασκαλίες των Αγίων μας, δηλώνουν ότι ‘’οι Ορθόδοξοι και οι ρωμαιοκαθολικοί είμαστε οι δύο πνεύμονες της Μίας Εκκλησίας’’. (9)

η) Ο πάπας, ο μεγαλύτερος εχθρός της Ορθοδοξίας μας κατά τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και όχι μόνον, εκφράζει δημοσίως την ευαρέσκειά του για τα αποτελέσματα της ‘’αγίας και μεγάλης συνόδου’’, και οι περισσότεροι από τους δικούς μας πνευματικούς ταγούς δέχονται τους επαίνους αυτούς, χωρίς ίχνος προβληματισμού. (10,11)

Πάντως -σε αντίθεση με την πλειονότητα της εκκλησιαστικής μας διοίκησης- είναι ολοφάνερο, ότι ο φιλότιμος κλήρος και ο πιστός λαός, μαθαίνοντας μέσω υπευθύνων δημοσιευμάτων το τί αποφασίστηκε στην ‘’σύνοδο’’ της Κρήτης, έχουν περιέλθει σε μιακατάσταση αφόρητης συνειδησιακής κρίσεως και συγχρόνως καλής ανησυχίας.

Η συνειδησιακήαυτή κρίση -κατά το βιβλικό ‘’οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε’’- γέννησε πολύ γρήγορακαι τον θυμό. Απέναντι, δηλαδή, στις επιθέσεις των αιρετικών, όπως διδάσκει και ο Μέγας Βασίλειος, διέγειρετο ‘’νεύρο της ψυχής’’. Ενεργοποίησε δυναμικά το πατροπαράδοτο ομολογιακό φρόνημα του πληρώματος της Εκκλησίας, υψώνοντας έτσι, θεοφρούρητα αναχώματα απέναντι στις διαθέσεις των οικουμενιστών.

Από την άλλη μεριά, η καλή ανησυχία, όπως συνήθιζε να την ονομάζει ο άγιος γέροντάς μας Παΐσιος, αναδεικνύεται στις ημέρες μας ως η πνευματική εκείνη δύναμη, η οποία κατορθώνει ταυτόχρονα τρία πράγματα:

Πρώτον, με την Χάρι του Τριαδικού μας Θεού, διατηρεί ανόθευτη και ακεραία την εκκλησιολογική και δογματική συνείδηση στις ψυχές του πιστού μας λαού και του έντιμου κλήρου.

Δεύτερον, εκφραζόμενη καθημερινά με έμπρακτη ομολογία Πίστεως, βάζει φρένο στα σχέδια κάποιων οικουμενιστών επισκόπων μας, οι οποίοι δεν υπακούουν πια στο Πνεύμα το Άγιον, αλλά στα ‘’πρωτεία’’ και στα κελεύσματα του περιβόητου ’’παγκοσμίου συμβουλίου εκκλησιών’’.

Και τρίτον, η καλή αυτή ανησυχία του πληρώματος της Εκκλησίας, ξυπνάει, στις καρδιές των καλών μας παραδοσιακών Επισκόπων, την μνήμη της Αρχιερατικής τους Υπόσχεσης. Τους ελέγχει και τους προβληματίζει σοβαρά για την μέχρι τούδε ανοχή και σιωπή τους.Οι Αρχιερείς μας, στην πλειονότητά τους, δεν είναι οικουμενιστές. Απλώς, παγιδεύτηκαν. Θαμπώθηκαν από το οικουμενιστικώς νοούμενον ‘’φιλαδέλφως’’ και υπέγραψαν αποφάσεις, για τις οποίες, το ποίμνιό τους και προπαντός η θριαμβεύουσα Εκκλησία, θλίβονται και θρηνούν. Άλλο πράγμα, όμως, το ‘’φιλαδέλφως’’ των Φράγκων και άλλο το ‘’αγιοπνευματικώς’’ και ‘’θεαρέστως’’ των Αγίων Πατέρων μας.

Μετασυνοδικώς, απλοί παπάδες, ταπεινοί μοναχοί και πιστός λαός, ‘’προσκαρτερούντες τη προσευχή’’, ελπίζουμε στο Έλεος του φιλανθρώπου Θεού, να μας απαλλάξει σύντομα από τους νεοφανείς ψευτοποιμένες και να φωτίσει τους πραγματικούς μας ποιμένες, να πράξουν απλά και μόνον το Αρχιερατικό τους καθήκον. Να υπακούσουν, δηλαδή, στο Πνεύμα το Άγιον, το οποίον και τους ανέδειξε Αρχιερείς.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

(1) yiorgosthalassis.blogspot.com/2016/06/blog-post_1.html

(2) aktines.blogspot.gr/2016/09/blog-post_50.html

(3) entoytwnika1.blogspot.gr/2016/09/bose.html

(4) fanarion.blogspot.gr/2016/09/24-bose.html

(5) trelogiannis.blogspot.gr/2016/07/blog-post_22.html?showComment=1467658350254

(6) https://www.pemptousia.gr/2016/06/to-episimo-kimeno-tis-agias-ke-megalis-sinodou-gia-tis-schesis-me-ton-lipo-christianiko-kosmo/

(7) www.ec-patr.org/news.php?lang=gr&mo=9&ye=2016

(8) opaidagogos.blogspot.gr/2016/09/blog-post_57.html

(9) http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2016/09/blog-post_85.html

(10) www.candianews.gr/2016/06/19/to-minyma-tou-papa-gia-ti-synodo-tis-kritis-ikona/

(11) aktines.blogspot.gr/2016/07/blog-post_748.htm

Αποχωρήστε τώρα. Μια πρόταση στους οικουμενιστές



Σε όσους χωρίς ντροπή διδάσκουν καινοφανείς θεωρίες όπως αυτή των δύο πνευμόνων, τους λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Συνταχθείτε με τον “άλλο πνεύμονα”. Μόνο ζημιά κάνετε στην Εκκλησία.
Σε όσους βασίζουν τη ρητορική τους στην ακαδημαϊκή γνώση και στις δημόσιες σχέσεις και όχι στην θεολογία ως προσωπικό βίωμα των δωρεών του Θεού, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Η Εκκλησία δεν σας χρειάζεται, όπως κι εσείς δεν χρειάζεστε την Εκκλησία.
Σε όσους συμπροσεύχονται με καταδικασμένους αιρετικούς παρά τις αντιδράσεις του πληρώματος της Εκκλησίας και τις απαγορεύσεις των Κανόνων, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Συμπροσευχηθείτε με όποιον θέλετε, πάψετε όμως να εμπαίζετε Θεό και ανθρώπους.
Σε όσους συμμετέχουν σε διαχριστιανικούς ή διαθρησκειακούς διαλόγους “προς αναζήτηση της αληθείας και της ενότητος”, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Η Εκκλησία, η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, ως κατέχουσα το πλήρωμα της Αληθείας, δεν έχει ανάγκη από τη δική σας “αλήθεια”.
Σε όσους “ένεκα της αγάπης” αποδίδουν εκκλησιαστικότητα σε αιρετικές και σχισματικές ομάδες, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Η αγάπη προς τους πλανεμένους αδελφούς εκφράζεται με τον επανευαγγελισμό τους, με τη διάδοση σε αυτούς της ανόθευτης πίστης μας, με την ορθόδοξη μαρτυρία μας, λόγοις και πράξεσι. Όχι με χαζοχαρούμενες αγαπολογίες χωρίς μέτρο και φειδώ.

Σε όσους αδιαφορούν για τη θεολογία επιμένοντας στη φιλανθρωπία, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Αν δεν σας ενδιαφέρει ο λόγος του Θεού, δεν σας ενδιαφέρει ούτε ο συνάνθρωπος.
Όσους παραβαίνουν τους Ιερούς Κανόνες, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Εφόσον δεν τηρείτε τους Κανόνες, θέσατε εαυτούς - συνειδητώς - εκτός Εκκλησίας.
Όσους εμμένουν να τεκμηριώνουν τις αιρετικές δοξασίες τους σε “μεταπατερικούς” ακαδημαϊκούς, θεολόγους, ιεράρχες και άλλους σύγχρονους “γκουρού και κορυφές της θεολογίας”, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Εμείς, η Εκκλησία του Χριστού, παραμένουμε με τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων και τις αποφάσεις των Συνόδων.
Όσους αποδομούν την παράδοσή μας για να στηρίξουν τα φληναφήματά τους, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Ορθόδοξη είναι η Παράδοσή μας και Παράδοσή μας είναι η Ορθοδοξία μας.
Όσους αγαπούν περισσότερο τους ανθρώπους και επιθυμούν να είναι αρεστοί σε αυτούς και όχι στον Θεό, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Μπορεί να βαπτιστήκατε Ορθόδοξοι, μπορεί να μεγαλώσατε Ορθόδοξοι, μπορεί να σπουδάσατε την ορθόδοξη Θεολογία αλλά δεν έχετε καταλάβει το παραμικρό για το τί είναι Ορθοδοξία.
Σε όσους διαφημίζουν την απροϋπόθετη προσέγγιση με τους ετεροδόξους, την προπαγανδίζουν ασύστολα και την προωθούν με τελικό σκοπό το ψευδεπίγραφο “ίνα ώσιν εν”, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Τέτοια ενότητα δεν τη θέλει ο Θεός γιατί βασίζεται στο ψεύδος και την απάτη.
Σε όσους καυχώνται ότι “ως φύλακες, έχουσι γνώσιν” αλλά σε συνέδρια, ημερίδες, συνεντεύξεις λένε τόσα, για να ικανοποιήσουν την αυταρέσκειά τους και τα ώτα του αιρετικού ακροατηρίου τους, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Τέτοιοι φύλακες να μας λείπουν.
Όσους εκθειάζουν το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών και τους διαχριστιανικούς διαλόγους κάνοντας κοπτοραπτική στα δόγματα, όσους “ορθοδόξους” οικουμενιστές επιθυμούν σφόδρα τον διάλογο με τους ετεροδόξους αλλά όχι και με τους Ορθοδόξους, τούς λέμε: Αποχωρήστε κι εσείς, τώρα. Η Εκκλησία θα πορευθεί και χωρίς εσάς.
Όσους διώκουν τους αγωνιστές και ομολογητές της Πίστεώς μας για να διατηρήσουν τα οφφίκιά τους, τα εγκόλπιά τους, τις προσωπικές καλές σχέσεις και το κεφάλι τους ήσυχο, αφήνοντας ανενόχλητο και ανεμπόδιστο τον Πονηρό να σκανδαλίζει, τούς λέμε: Αποχωρήστε κι εσείς, τώρα. 
Σε όσους ζήλεψαν τη δόξα, το αξίωμα και την καριέρα του Βησσαρίωνος, όσους προτιμούν το παπικό πάλλιο από το ορθόδοξο πετραχήλι, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Συνταχθείτε με τους λατίνους. Δεν χρειαζόμαστε καρδιναλίους στην Ανατολή, πολύ περισσότερο δεν χρειαζόμαστε Πάπα.
Σε όσους “ορθοδόξους” αμφισβητούν την Μοναδικότητα, την Αγιότητα, την Καθολικότητα και Αποστολικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τούς λέμε: Αποχωρήστε τώρα. Και χωρίς εσάς, η Εκκλησία παραμένει Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική.

Σε όσους επισκόπους, κληρικούς, ηγουμένους, μοναχούς και λαϊκούς, που παρά την αντίδρασή τους στα συμβαίνοντα, δεν ομιλούν για να κατευθύνουν και να καθοδηγήσουν τον ευλαβή λαό αλλά επιμένουν να σιωπούν, τούς λέμε: Μιλήστε τώρα. Ο λαός προσβλέπει σε σας και περιμένει από σας. Τώρα που η πίστη μας κινδυνεύει, τώρα που η Ορθοδοξία μας βάλλεται εκ των έσω, τώρα που οι περισσότεροι σιγούν, εσείς, επιτέλους, μιλήστε.

Γεώργιος Μηλιώτης
Εκπαιδευτικός

Περί της θεοκατάρατης αδιαφορίας!



Σχόλιο: Γράφεις, ἀδελφέ μου:
«Τι γίνεται όμως όταν ο αδιάφορος ελέγχθηκε πολλές φορές, και τουδόθηκε η αληθινή εξήγηση (ερμηνεία) των εντολών επανειλημμένα από τους αδελφούς και πατέρες, αλλά αυτός, παρά το ότι κατανόησε πλήρως τις εντολές,συνεχίζει να αδιαφορεί και να τους αποδίδει μη ορθό περιεχόμενο; Τότε αδελφοί, πολύ απλά η παρεξήγηση (παρανόηση) εξελίσσεται σε αίρεση!».
Τὸ μέγιστο πρόβλημα τῶν πιστῶν αὐτὰ τὰ χρόνια εἶναι ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Οἱ Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ εἶναι ξεκάθαρες: ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. 
Αὐτὸ οἱ Οἰκουμενιστὲς -διὰ τῶν Ἐπισκόπων καὶ πνευματικῶν ποὺ ἐπηρέασαν- κατάφεραν νὰ τὸ … ἐξαφανίσουν, νὰ τὸ διαγράψουν! Ὅμως κάποιοι ἀδελφοί σου, ὑπενθύμισαν τὴν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες σχετικὴ διδασκαλία! «Δόθηκε η αληθινή εξήγηση (ερμηνεία) των εντολών επανειλημμένα! Τι γίνεταιλοιπὸν μὲ αὐτοὺς ποὺ συνεχίζουν να αδιαφοροῦν»; 
«Η παρεξήγηση (παρανόηση) εξελίσσεται σε αίρεση»;

Π.Σ.


Περί της θεοκατάρατης αδιαφορίας

Το μέγεθος του κακού που προέρχεται από την αδιαφορία, είναι αδύνατον να το παρουσιάσουμε με λόγια. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι θα διαπιστώσουμε βιωματικά το μέγεθος του κακού εκ της αδιαφορίας την ημέρα εκείνη, που σαν τις σταγόνες της βροχής, οι χριστιανοί θα ρίπτονται στο πυρ το αιώνιο, οι οποίοι ναι μεν εξομολογούντο, κοινωνούσαν, εκκλησιάζοντο και ενήστευαν, πλην όμως, παρά τα ανωτέρω, είχαν αδιαφορία.
Τι φρίκη, ποιος μπορεί να το δεχθεί ότι, χριστιανοί, ενώ βρίσκονται δεκαετίες «μέσα» στην Εκκλησία, ωστόσο θα ριφθούν στην κόλαση! Να νηστεύεις, να κάνεις ελεημοσύνες, να νουθετείς, να προσεύχεσαι, να εκκλησιάζεσαι και εν τέλει να κολάζεσαι! 
Και αυτό, εξαιτίας της αδιαφορίας! Αλλοίμονο, αλλοίμονο στους αδιάφορους, τι τους περιμένει... Και δεν το ξέρουν, δεν το καταλαβαίνουν και το χειρότερο· δεν το πιστεύουν! Τι λέγω ο ταλαίπωρος, δεν είναι αυτό το χειρότερο, αλλά το ότι δεν θέλουν να το πιστέψουν...
Τι είναι όμως η αδιαφορία; ποιος είναι ο αδιάφορος; και πώς καταλαβαίνουμε αν είμαστε ή όχι αδιάφοροι;
Θα προσπαθήσουμε, χάριν ωφέλειας και προς αποφυγή της θεοκατάρατης αδιαφορίας, με την βοήθεια του Πανάγιου Τριαδικού Θεού και τις φωτισμένες διδασκαλίες των Πατέρων, να απαντήσουμε σε αυτές τις ερωτήσεις.
Λέγει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Αλλ' ουν τον λόγο του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν δια την ιδίαν αμέλειαν, αλλ' ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μη υπόδικοι γενώμεθα μετά της των εντολών παραβάσεως και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως»1.
Ο άγιος διδάσκει ότι δεν πρέπει να νοθεύουμε την αλήθεια, εξαιτίας της αμελείας μας, αλλά να ομολογούμε την ασθένειά μας, ώστε να μην γίνουμε υπόδικοι όχι μόνον για το αδίκημα της παράβασης των εντολώναλλά επιπλέον και για το αδίκημα της παραχαράξεως των εντολών, διότι στην περίπτωση αυτή το κακό και η καταδίκη θα είναι διπλή. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο άγιος ομιλεί περί «παρεξήγησης των εντολών» από τον αμελή, ο οποίος εμφανίζεται ότι δεν αποδίδει στις εντολές το ορθό τους νόημα και περιεχόμενο.
Τι γίνεται όμως όταν ο αδιάφορος ελέγχθηκε πολλές φορές, και τουδόθηκε η αληθινή εξήγηση (ερμηνεία) των εντολών επανειλημμένα από τους αδελφούς και πατέρες, αλλά αυτός, παρά το ότι κατανόησε πλήρως τις εντολές, συνεχίζει να αδιαφορεί και να τους αποδίδει μη ορθό περιεχόμενο; Επί του προκειμένουαναφέρει ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης: «Για εκείνον που καταλαβαίνει και αποδέχεται ότι κάνει κακό (παραβαίνοντας τις εντολές), υπάρχει η ελπίδα μετανοίας, ενώ για εκείνον ο οποίος δεν καταλαβαίνει και δεν αποδέχεται ότι κάνει κακό, ελπίδα μετανοίας δεν υπάρχει! 
Μεγάλο κακό η αδιαφορία (για το ακριβές περιεχόμενο και νόημα των εντολών), έφερε τα άνω κάτω· [έφερε] την ψυχρότητα, αθεοφοβία, ανευλάβεια, την καταφρόνηση των εντολών […] και [οδηγεί] εις τον θεοκατάρατον λόγον [συμπέρασμα]: «και τι είναι αυτό; και τι είναι εκείνο; αυτό δεν είναι τίποτα, εκείνο δεν είναι τίποτα. Συνελόντι δε ειπείν, η αδιαφορία πολλούς τους έριξε σε αθεΐα και αίρεση!»2. Εκείνος συνεπώς ο οποίος αδιαφορεί, θα καταδικασθεί για την παραβίαση της εντολής αλλά και για την παρεξήγηση αυτής, όπως πολύ σοφά μας διδάσκει ο άγιος Μάξιμος.

Όμως όταν δεν πρόκειται για παρεξήγηση με την μορφή της παρανόησης, διότι επανειλημμένα νουθετήθηκε ο αδιάφορος, τότε τι γίνεται; Τότε αδελφοί, πολύ απλά η παρεξήγηση (παρανόηση)εξελίσσεται σε αίρεση! Εκεί καταλήγει και ο άγιος Νικόδημος όταν λέγει ότι, «η αδιαφορία πολλούς τους έριξε στην αίρεση».
Με ποιον όμως τρόπο ρίπτεται κανείς στην αίρεση μόνο και μόνο από την αδιαφορία; Μήπως αλλάσσει δόγμα και γίνεται Παπικός ή Προτεστάντης; 
Όχι· παραμένει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ωστόσο όμως λογίζεται ως αιρετικός και εν ημέρα κρίσεως θα καταδικασθεί ως τέτοιος, και ας είναι εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας. 
Η αιτία που λογίζεται ως αιρετικός, αναφέρεται στις ανωτέρω διδαχές των αγίων.
Η αδιαφορία εξάλλου, σύμφωνα με τον άγιο Χρυσόστομο, τίκτει αμαρτίες, οι οποίες εξοργίζουν τον Θεό όσο τίποτε άλλο: «Διότι δεν υπάρχει, δεν υπάρχει τίποτε που να εξοργίζει τόσο τον Θεό, όσο το να αρπάζεις, να εκβιάζεις και να είσαι πλεονέκτης. 
Γιατί άραγε; Επειδή είναι πολύ εύκολο να απέχεις από αυτήν την αμαρτία. Διότι δεν είναι ενοχλητική φυσική επιθυμία, αλλά γεννάται από την αδιαφορία»3. Δηλαδή οι αμαρτίες που δεν έχουν ως αιτία την φυσική επιθυμία, γεννώνται από την αδιαφορία. Σε άλλο σημείο μάλιστα ο άγιος Χρυσόστομος λέγει ότι, το φυσικό επακόλουθο της αδιαφορίας είναι πως δεν θα υπάρξει καμία συγγνώμη γι’αυτήν: «Όχι, λέγει (δεν θέλω αυτοπροαιρέτως να αμαρτήσω), αλλά αναγκάζομαι από την φύση μου(προς την κακία). Αγαπώ μεν τον Χριστό, αλλά αναγκάζομαι από την φύση. Εάν υπομένεις ανάγκη και βία, θα έχεις συγγνώμη, εάν όμως από αδιαφορία καταπίπτεις, δεν θα έχεις καμία συγγνώμη. “Μη φονεύσεις”· ποια ανάγκη, λέγει, επιβάλλει τον φόνο, ποια βία; Τι δε; Το να ψεύδεσαι και να επιορκείς από ποια ανάγκη επιβάλλονται; Από καμία, ούτε από βία, αλλά με την θέλησή μας το πράττουμε αυτό»4.
Η αδιαφορία δεν μένει όμως εκεί αλλά οδηγεί σε πολύ χειρότερα πράγματα, καθώς, σύμφωνα με τα παραπάνω λόγια του αγίου Νικοδήμου, η αδιαφορία γεννά «την ψυχρότητα, την ανευλάβεια, την αθεοφοβία» με τελικό αποτέλεσμα «την καταφρόνηση των εντολών»! Και αντί «να ομολογούμε την ασθένειά μας» όπως πολύ ορθά αναφέρει ο άγιος Μάξιμος, εμείς λόγω αδιαφορίας «νοθεύουμε την αλήθεια» και τις εντολές του Θεού με το να λέμε «τον θεοκατάρατον λόγον»: «και τι είναι αυτό; και τι είναι εκείνο; αυτό δεν είναι τίποτα, εκείνο δεν είναι τίποτα». Αν ομολογούσαμε την αδυναμία μας, ούτε αιρετικοί θα λογιζόμασταν ούτε για παρεξήγηση των εντολών θα κρινόμασταν, παρά μόνο για την (εξ αδυναμίας μας) παράβαση των εντολών. Όταν όμως από αμέλεια και αδιαφορία και για να καθησυχάσουμε την συνείδησή μας, «νοθεύουμε την αλήθεια», την αποκρύπτουμε ή δεν την δεχόμαστε «και την καταφρονούμε», τότε, σύμφωνα με τους πατέρες, λογιζόμαστε ως αιρετικοί! Χαρακτηριστικός είναι επίσης ένας άλλος λόγος του αγίου Νικοδήμου: «Εάν και μια εντολή καταφρονητικώς δεν φυλάττεις, χάνεις την Βασιλεία!»5. Δεν λέγει απλώς δεν φυλάττεις, αλλά «καταφρονητικώς δεν φυλάττεις», διότι όλοι οι άνθρωποι δεν φυλάττουν όχι μία αλλά πολλές εντολές, ακόμη δε και άγιοι!
Τι σημαίνει όμως τούτο, ότι κανείς δεν θα σωθεί; Πως είναι δυνατόν να χάνεις τη Βασιλεία για μία και μόνον εντολή; Η απάντηση δόθηκε, ήτοι ότι εκείνος που καταφρονεί (λόγω αδιαφορίας) έστω και μία εντολή, καθίσταται αιρετικός! 
Και ο αιρετικός δεν δύναται με κανέναν τρόπο να σωθεί, έστω και αν τηρεί όλες τις υπόλοιπες εντολές.
Με τα παραπάνω συμφωνεί και ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ο οποίος λέγει: «Ταύτα, αδελφοί μου, τα σαφέστατα και κατηγορηματικότατα, νομοθετεί και διδάσκει η Εκκλησία περί των προγαμιαίων σχέσεων. Απεφασίσαμεν να την ...διορθώσομεν; Αλλά τούτο, η «διόρθωσις» οιασδήποτε διδασκαλίας της Εκκλησίας δεν είναι πλέον ούτε μόνον ηθική παράβασις ούτε απλώς κανονική ανταρσία, είναι τι μείζον αυτών: Είναι αίρεσις! Όταν, επί οιουδήποτε θέματος, υψοίς ηθελημένως και εν επιγνώσει το ανάστημά σου υπεράνω της αυθεντίας της Εκκλησίας, καθίστασαι αιρετικός!»6.
Πόσο σοφά και πόσον σαφώς διδάσκει ο ιερός πατήρ. Οποιασδήποτε διδασκαλίας η διόρθωση, αλλοίωση, κατάργηση, πρόσθεση, αφαίρεση κ.α., σε καθιστά αιρετικό. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, δίδεται και η απάντηση στο γιατί ο Χριστός προτιμά τον Επίσκοπο (στην Αποκάλυψη) ψυχρόν παρά χλιαρό (δηλαδή, αδιάφορο). Διότι πολύ απλά, αν ήταν ψυχρός (δηλαδή μη χριστιανός) θα έβλαπτε μόνο την ψυχή του. Ως Επίσκοπος όμως, με την αδιαφορία του, θα οδηγούσε το ποίμνιό του σε αίρεση και έτσι, δεν θα έβλαπτε μόνο την δική του ψυχή αλλά και των άλλων πιστών. Οπότε ο Χριστός τονίζει ότι αν εξακολουθήσει να εμμένει στην χλιαρότητα, θα τον εμμέσει! Ως γνωστόν, ο Χριστός είναι πέρα για πέρα αγαθός και φιλάνθρωπος και όσο αμαρτωλός και αν είναι ο άνθρωπος δεν τον σιχαίνεται, αλλά τον δέχεται, ΕΚΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ! Αυτός είναι και λόγος που θα τον εμμέσει και όχι οι άλλες αμαρτίες του Επισκόπου.
Ας αναφέρομε ακόμη ένα παράδειγμα, που θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση του θέματος, αν και ήδη αναφερθήκαμε σε παράδειγμα που αρυσθήκαμε από τον π. Επιφάνιο, το οποίο σχετίζεται με τις προγαμιαίες σχέσεις και λέγει ότι, η Εκκλησία διδάσκει πως οι προγαμιαίες σχέσεις είναι πορνεία και άρα βαρύτατη αμαρτία. Αν εμείς όμως υποστηρίζομε το αντίθετο, ότι ΟΧΙ δεν είναι αμαρτία, τότε αυτομάτως λογιζόμαστε αιρετικοί και έστω και αν δεν αφορισθούμε, εξαιτίας του λόγου τούτου από Σύνοδο, θα είμαστε όμως αφορισμένοι από τον Θεό. Και η αιτία στις περισσότερες παρόμοιες περιπτώσεις είναι η αδιαφορία.
Διότι τι είναι εκείνο που κάνει τους ανθρώπους να αντιστέκονται στις εντολές του Θεού; Πρώτον, δεν υπάρχει ζήλος για ακρίβεια στην τήρηση των εντολών, οπότε επέρχεται η αδιαφορία για τις εντολές, χλιαρότητα, ψυχρότητα, και επειδή θέλουμε να ικανοποιούμε τα πάθη μας αλλά και να πάμε στον Παράδεισο, επιδιώκομε να συνδυάσομε και τα δύο, εφευρίσκουμε διάφορες δικαιολογίες και καταλήγουμε στο να υποστηρίζομε ότι, «δεν είναι αμαρτία, πού το κακό». Το ίδιο ισχύει για όλες τις εντολές του Θεού, μικρές και μεγάλες. Π.χ., αλήθεια είναι ότι, σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας, ο μετεωρισμός του νου εν ώρα λατρείας είναι αμαρτία. Αν εγώ υποστηρίξω ότι, όχι δεν είναι αμαρτία, καθίσταμαι αιρετικός, έστω και εάν αντιτίθεμαι σε «μικρή» εντολή. 
Εντελώς όμως άλλο είναι να ομολογήσω την ασθένειά μου και να πω ότι ναι είναι αμαρτία, αλλά είμαι αδύναμος, και εξαιτίας της αδυναμίας μου παραβαίνω την εντολή. Τότε είμαι αμαρτωλός και όχι αιρετικός, ενώ εάν εμμένω στην άποψή μου και λογική μου καθίσταμαι εκτός από αμαρτωλός και αιρετικός.
Λοιπόν αδελφοί, όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Ας αφήσουμε όμως τις ερμηνείες μας και την λογική μας και ας ομολογήσουμε την αδυναμία μας, υπακούοντας στην Εκκλησία και αγωνιζόμενοι εναντίον των παθών για να αποκτήσουμε την Βασιλεία των Ουρανών. Εκείνος που αμαρτάνει, το παραδέχεται όμως και ταυτόχρονα αγωνίζεται, θα σωθεί! Εκείνος όμως που λέγει ότι τίποτε κακό δεν κάνει, ακόμη και αν δεν έχει σοβαρές αμαρτίες αλλά όμως τις αθωώνει ως μη αμαρτίες, ελπίδα σωτηρίας δεν έχει εις τον αιώνα.

ΚΕΣΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
kostaskostas623@yahoo.com

-Πνευματικά Γυμνάσματα, Μελέτη ΙΔ', σελ. 105. Του αγίου Μαξίμου κεφ. πε' της δ' εκατ.
-Μ. Βασιλείου, Κανών 90', υποσ.
-ΕΠΕ 19, 609
-ΕΠΕ 20, 453
-Ότι όλοι οι χριστιανοί χρεωστούν να φυλάττουν όλες τις εντολές. Λόγος ΙΓ', σελ. 316
- Άρθρα, Μελέται, Επιστολαί, εκδόσεις β'· ΑΓΑΜΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΘΕΝΙΑ ΔΙΑΦΕΡΟΥΝ Ή ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ; σελ. 281