.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Φιοντὸρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι: Περὶ ἐλευθερίας



Στὸ διήγημα Ἀδελφοὶ Καραμαζὼφ ὁ Ντοστογιέφσκι προβάλλει τὴ μορφὴ ἑνὸς χαρισματικοῦ γέροντα, τοῦ στάρετς Ζωσιμᾶ.

Στὸ ἀπόσπασμα ποὺ ἀκολουθεῖ μιλάει ὁ στάρετς περὶ ἐλευθερίας.

Κοιτάξτε τοὺς κοσμικούς, ὅλον αὐτὸ τὸν κόσμο ποὺ ὑψώνεται ἀλαζονικὰ πάνω ἀπ’ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Δὲ διαστρέβλωσαν τάχα τὴν μορφὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀλήθειά Του; Ἔχουν τὴν ἐπιστήμη τους. Μὰ ἡ ἐπιστήμη μπορεῖ νὰ ἐξετάσει μονάχα ἐκεῖνα ποὺ γίνονται ἀντιληπτὰ μὲ τὶς αἰσθήσεις. Ὁ ψυχικὸς κόσμος, δηλαδὴ τὸ ἀνώτερο μισὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ἔχει τέλεια ἐξοστρακιστεῖ, ἀποδιώχτηκε μὲ ἀλαλαγμοὺς θριάμβου, ἀκόμα καὶ μὲ μίσος. Ὁ κόσμος διακήρυξε τὴν ἐλευθερία, τὸν τελευταῖο καιρὸ ἰδιαίτερα, καὶ τί ἔγινε λοιπὸν μὲ τούτη τὴν ἐλευθερία τους; Σκλαβιὰ μονάχα καὶ αὐτοκτονία!

Γιατὶ οἱ κοσμικοὶ λένε:

– Ἔχεις ἀνάγκες καὶ πρέπει νὰ τὶς ἱκανοποιήσεις. Γιατὶ ἔχεις τὰ ἴδια δικαιώματα ποὺ ἔχουν καὶ οἱ πιὸ ἐξέχοντες καὶ οἱ πιὸ πλούσιοι. Μὴ φοβᾶσαι νὰ τὶς ἱκανοποιεῖς, ἀπεναντίας πρέπει νὰ πολλαπλασιάσεις τὶς ἀνάγκες σου.
Αὐτὸ εἶναι τὸ σημερινὸ δόγμα τοῦ κόσμου. Νομίζουν πὼς αὐτὸ θὰ πεῖ ἐλευθερία. Μὰ τί προκύπτει ἀπ’ αὐτὸ τὸ δικαίωμα τῆς αὔξησης τῶν ἀναγκῶν; Στοὺς πλούσιους ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ πνευματικὴ αὐτοκτονία, στοὺς φτωχοὺς ὁ φθόνος κι ὁ φόνος· γιατὶ δικαιώματα βέβαια τοὺς δώσανε μὰ δὲν τοὺς δείξανε ἀκόμα τὸν τρόπο νὰ ἱκανοποιήσουν τὶς ἀνάγκες τους. Λένε πὼς ὁ κόσμος συνενώνεται ὅλο καὶ πιὸ πολύ, συγχωνεύεται σὲ μίαν ἀδελφότητα, γιατὶ συντομεύονται οἱ ἀποστάσεις, καὶ οἱ σκέψεις μεταφέρονται μὲ τὸν ἀέρα. Ἀλλοίμονο…
Μὴν πιστεύετε σὲ μία τέτοια συνένωση τῶν ἀνθρώπων.

Ἔχοντας τὴν ἀντίληψη πὼς ἐλευθερία εἶναι ἡ αὔξηση καὶ ἡ γρήγορη ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν, διαστρεβλώνουν τὴ φύση τους, γιατὶ ἀποχτοῦν πολλὲς ἄσκοπες κι ἀνόητες ἐπιθυμίες καὶ συνήθειες. Ζοῦνε γιὰ νὰ ζηλεύουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, γιὰ τὶς σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ τὶς ἐπιδείξεις. Θεωροῦν τὰ γεύματα, τ’ ἁμάξια, τοὺς βαθμούς, τοὺς δούλους-ὑπηρέτες, τόσο ἀπαραίτητα ποὺ εἶναι ἕτοιμοι νὰ θυσιάσουν γι’ αὐτὰ τὴ ζωή τους, τὴν τιμή τους καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον τους. Κι ὅταν δὲν μποροῦν νὰ κορέσουν αὐτὲς τὶς ἐπιθυμίες τους, αὐτοκτονοῦν. Ὅσοι δὲν εἶναι πολὺ πλούσιοι, κάνουν τὰ ἴδια. Οἱ φτωχοὶ ξεχνοῦν τὸ ἀνικανοποίητο καὶ τὴ ζήλια τους μὲ τὸ κρασί. Μὰ σύντομα ἀντὶ γιὰ κρασὶ θὰ μεθύσουν μὲ αἷμα. Ἐκεῖ τοὺς ὁδηγοῦν. Καὶ σᾶς ρωτάω λοιπόν: Εἶναι ἐλεύθερος ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος; Γνώρισα ἕναν «ἀγωνιστὴ τῆς ἰδέας» ποὺ μοῦ διηγόταν ὁ ἴδιος πὼς ὅταν τοῦ στέρησαν στὴ φυλακὴ τὸν καπνό, τόσο τὸν βασάνισε τούτη ἡ στέρηση ποὺ λίγο ἔλλειψε νὰ πάει καὶ νὰ προδώσει τὴν «ἰδέα» του, μόνο καὶ μόνο γιὰ λίγο καπνό. Κι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νὰ σοῦ λέει:

– Ἀγωνίζομαι γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα.

Μὰ ποῦ μπορεῖ νὰ φτάσει ἕνας ἄνθρωπος σὰν κι αὐτόν;

Καὶ γιὰ τί εἶναι ἱκανός; Γιὰ μία σύντομη προσπάθεια ἴσως, μὰ γιὰ πολὺ καιρὸ δὲ θ’ ἀντέξει. Καὶ δὲν εἶναι καθόλου παράξενο πού, ἀντὶ νὰ κατακτήσουν τὴν ἐλευθερία, πέσανε στὴ σκλαβιὰ κι ἀντὶ νὰ ἐξυπηρετήσουν τὴν ἀδερφικὴ ἀγάπη καὶ τὴ συνένωση τῶν ἀνθρώπων, πέσανε ἀπεναντίας στὴν ἀνθένωση καὶ στὴν ἀπομόνωση, ὅπως μοῦ ’λεγε στὰ νιάτα μου ὁ μυστηριώδης ἐπισκέπτης καὶ δάσκαλός μου. Γι’ αὐτὸ καὶ σβήνει ὅλο καὶ περισσότερο στὸν κόσμο ἡ ἰδέα γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῆς ἀνθρωπότητας, γιὰ τὴν ἀδελφοσύνη καὶ τὴν ἀκεραιότητα τῶν ἀνθρώπων. Ὅποιος ἀκούει αὐτὴ τὴν ἰδέα, τὴν κοροϊδεύει, γιατὶ πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπαρνηθεῖ τὶς συνήθειές του, ποῦ θὰ τραβήξει αὐτὸς ὁ σκλάβος πού ’χει τόσο συνηθίσει νὰ ἱκανοποιεῖ τὶς ἀναρίθμητες ἀνάγκες του, ποὺ αὐτὸς μονάχος του τὶς ἔχει ἐφεύρει; Αὐτὸς ἔχει ἀπομονωθεῖ καὶ δὲν τὸν νοιάζει καθόλου γιὰ τὸ σύνολο.

Καὶ τί καταφέρανε; Μάζεψαν περισσότερα πλούτη, μὰ ἡ χαρά τους λιγόστεψε.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Ἀδελφοὶ Καραμαζώφ, τόμος Β΄, ἐκδ. Γκοβόστη. Μτφρ. Άρης Ἀλεξάνδρου