.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΤΑΡΑ ΜΑΣ

Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι τίποτε δὲν θὰ μείνει ἐδῶ κάτω στὴ γῆ ἀπὸ ὅσα σήμερα ὑπάρχουν καὶ τὰ βλέπουμε. Ὅλα θὰ γίνουν «στάχτη καὶ μπούρμπερη». «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται». Μόνο ὁ Θεὸς εἶναι αἰώνιος, ἄπειρος, ἀναλλοίωτος, ἀμετάβλητος, ἀνεξάντλητος καὶ ἀθάνατος. Ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ μάλιστα δὲν ἔχτισε ποτὲ σπίτι πάνω στὴ γῆ, ἔμεινε πάντοτε σὲ σκηνές, διότι «ἐξεδέχετο (= προσδοκοῦσε, περίμενε) τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσα πόλιν, τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ». Ἐδῶ κάτω εἶναι τὰ πρόσκαιρα, τὰ ρέοντα, τὰ ἐπίγεια… Κι ἐκεῖ ἐπάνω, στὸ οὐράνιο καὶ αἰώνιο μέλλον μaς εἶναι τὰ μόνιμα, τὰ ἀμετάβλητα, τὰ οὐράνια καὶ ἀστασίαστα.

Ὅπως καὶ νά ᾽χει ὅμως τὸ πράγμα, καὶ τὰ ἐπίγεια ἔχουν μία ἀξία. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι μόνο ψυχή, εἶναι καὶ σῶμα καὶ δένεται καὶ μὲ τὸ χῶμα. Εἶναι καὶ αὐτὸ μία διαχρονικὴ καὶ πανανθρώπινη διαπίστωση.

Ὁ Ὁμηρικὸς ἥρωας Ὀδυσσέας θέλει νὰ φτάσει στὴν πατρίδα του καὶ τοῦ ἀρκεῖ ἀπὸ μακριὰ νὰ δεῖ μόνο «καπνὸν ἀνωθρώσκοντα» ἀπὸ τὰ τζάκια τῆς Ἰθάκης. Δηλαδὴ θάθελε νὰ ὑπάρχουν σπίτια, τὰ σπίτια τῆς πατρίδας του, καὶ μέσα σ᾽ αὐτὰ νὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι, νὰ ὑπάρχει ζωή. Ὁ βασιλιὰς τῆς Σπάρτης Λεωνίδας φράζει μὲ τὸ σῶμα τοῦ τὰ στενὰ τῶν Θερμοπυλῶν καὶ ἀπαγορεύει στοὺς Πέρσες νὰ διαβοῦν καὶ νὰ κατεβοῦν παρακάτω ὑποτάσσοντας τὸν τόπο καὶ τὸν λαό.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑπογραμμίζει τὴν ἀνάγκη τῶν εὐχῶν τῶν γονέων γιὰ τὴν μελλοντικὴ εὐστάθεια τῶν σπιτιῶν καὶ τῶν οἰκογενειῶν τῶν παιδιῶν τους. Οἱ Ἑβραῖοι κατ᾽ ἐντολὴν Θεοῦ κάνουν πολέμους καὶ δίνουν μάχες προκειμένου νὰ φτάσουν στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, γιὰ νὰ ζήσουν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς συμβουλεύει τὸν Μωϋσῆ νὰ σεβασθεῖ τὴν ἁγιότητα τοῦ ὅρους Σινᾶ στὴ φλεγομένη καὶ μὴ κατακαιομένη βάτο καὶ συνιστᾶ στὶς μελλοντικὲς γενιὲς νὰ μὴ μετακινοῦν τὰ σύνορα στὴν περιουσία ποὺ κληρονόμισαν ἀπὸ τοὺς προγόνους τους.

Τέλος ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀρέσκεται δωδεκαετὴς νὰ βρίσκεται στὸ Ναὸ τοῦ Σολομῶντος καὶ καθαρίζει τὸν Οἶκον τοῦ Πατρός Του ἀπὸ τοὺς βέβηλους ἐμπόρους.

Ἀσφαλῶς ἰσχύει ὁ λόγος τῆς Π. Διαθήκης «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ», ὅπως ἐπίσης καὶ ὁ ἄλλος λόγος – καὶ τοὺς δύο τοὺς ἀκοῦμε στὴν ταφὴ τῶν ὀρθοδόξων – «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει», ἀλλὰ μέχρι τότε ποὺ θὰ κλείσουμε τὰ μάτια, ὅλα συμβάλλουν στὴν πορεία μας πρὸς τὸν οὐρανό.

Ὅλα αὐτά, ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλά μας λέγουν ὅτι καὶ ὁ τόπος ἔχει κάποια ἀξία καὶ ἔχει μία ἱερότητα καὶ ἀποστολὴ στὴν ἐπίγεια διαδρομή μας. Ὁ τόπος καὶ τὰ κτίσματα ποὺ ἔγιναν μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τὴν ἀγάπη τῶν ἐθνικῶν εὐεργετῶν, διαφυλάχτηκαν μὲ τὸ αἷμα τῶν ἐθνικῶν ἡρώων καὶ ὑπερασπιστῶν καὶ διατηρήθηκαν μὲ τὰ δάκρυα τῶν προσευχῶν γενεῶν καὶ γενεῶν, ὅπως καὶ νὰ τὸ κάνουμε, ἔχουν τὴ δική τους ἀντικειμενικὴ καὶ συμβολικὴ ἀξία, τὴν ὁποία μάλιστα τὴν σέβεται ὁ καιρὸς καὶ τὴν προστατεύει ὁ Θεός. Παράδειγμα ἡ Ἁγιὰ Σοφιά. Παράδειγμα ὁ Ναὸς τοῦ Σωτῆρος στὴ Μόσχα, τὸν ὁποῖο ναὶ μὲν κατάστρεψαν οἱ μπολσεβίκοι, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἐπέτρεψε ὁ Κύριος νὰ χτιστεῖ κάτι ἄλλο στὴ θέση του μέχρι τὴν ἐκ νέου ἀνοικοδόμησή του.

Τὸ συμπέρασμα λοιπὸν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀπὸ παλιὰ λεχθεῖ καὶ ἰσχύει πάντοτε: «Θέλουμε ἕνα τόπο, τὸν τόπο μας ἐν προκειμένῳ, γιὰ νὰ ζοῦμε μὲ ἕνα τρόπο, τὸν ἑλληνοορθόδοξο τρόπο ζωῆς».

Αὐτὸ δυστυχῶς δὲν τὸ σεβάστηκαν οἱ ἐσχάτως κρατοῦντες τῆς ἑλληνικῆς πατρίδας. Μὲ ἕνα νόμο 153 ἄνθρωποι – ἀφωνότεροι ἰχθύων – πιάστηκαν στὸ δίχτυ τῆς αὐστηρῆς ἀριστερῆς κομματικῆς πειθαρχίας καὶ σὲ μία νύχτα ξεπούλησαν γιὰ 100 χρόνια ὅλα αὐτὰ ποὺ κράτησαν μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια σὰν τὸν ἀρχαῖο Κυναίγειρο αἰῶνες οἱ πρόγονοί μας πολεμώντας στὰ μαρμαρένια ἁλώνια μὲ τὸν Χάροντα, δηλ. μὲ τὸν Πέρση, τὸν Τοῦρκο καὶ τὸν Εὐρωπαῖο κατακτητή.

Δὲν σεβάστηκαν οἱ ἄθλιοι τὰ αἵματα τῶν ἡρώων, τὰ δάκρυα τῶν προγόνων, τὸν ἱδρώτα τῶν πατέρων, τὰ χρήματα τῶν εὐεργετῶν, τὴ φτώχεια τῶν ἀναγκεμένων, τὴ θέση τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Τά ᾽δωσαν ὅλα σ᾽ αὐτοὺς ποὺ μᾶς τὰ παίρνουν χρόνια τώρα τὰ πάντα καὶ οἱ ὁποῖοι μᾶς χρωστᾶνε τὰ πάντα, καὶ τὸν πολιτισμό τους καὶ τὴν ζωή τους καὶ τὴν ἐλευθερία τους. Δὲ σεβάστηκαν τὸ λαό μας ποὺ ψήφισε ΟΧΙ στὸ πρόσφατο δημοψήφισμα καὶ μὲ ψευδεπίγραφα τελεσίγραφα, στὰ ὁποῖα ὑπόκυψε σχεδὸν ὅλη ἡ Βουλὴ τὸν περασμένο Δεκαπενταύγουστο προτίμησαν νὰ κρατήσουν τὸ εὐρὼ καὶ νὰ πουλήσουν τὴν ψυχὴ τῆς Πατρίδος μας, τὴν ἀξιοπρέπειά μας, τὴν ἀκεραιότητά μας καὶ τὴν κυριαρχία μας.

Ἐμμέσως πλὴν σαφῶς φταῖμε καὶ ὅλοι οἱ Ἕλληνες μὲ τὴν ψῆφο μας, τὴν σιωπή μας, τὴν ἀνοχή μας, δηλαδὴ τὴ συνενοχή μας. Νιώθουμε νὰ μᾶς κυνηγοῦν στὸ ἑξῆς οἱ Ἐρινύες μίας ἐθνικῆς προγονικῆς κατάρας. Κι ἐνῶ «σὲ τοῦτα ἐδῶ τὰ μάρμαρα κακιὰ σκουριὰ δὲν πιάνει», ἔπιασε δυστυχῶς ἡ σκουριὰ τῆς ἀνήθικης ἀπόφασης τοῦ Ἐφιάλτη καὶ τῶν συνεργατῶν του.

Ἀλήθεια, ποιός Ἕλληνας μπορεῖ νὰ συγχωρέσει αὐτὸ τὸ «ἄγος»; Ποιός μπορεῖ πλέον μέσα στὴ ζωὴ αὐτὴ νὰ ξαναψηφίσει ἀνθρώπους ποὺ σὲ μία νύχτα διέγραψαν ἱστορία αἰώνων; Ποιός μπορεῖ νὰ μὴ κλάψει στὰ ἐρείπια τῆς φυλῆς – τῶν Εὐρωπαίων ἀφθόνως γελώντων – καὶ νὰ μὴ ἀναθεματίσει τὸν ἑαυτό του, ἂν ξεχάσει αὐτὴ τὴν ὀλέθρια νύχτα τῆς Προδοσίας; Καὶ ποιός Ἕλληνας μπορεῖ νὰ μὴ ἀπαγγείλει μὲ δάκρυα στὰ μάτια τοὺς στίχους τοῦ λαοῦ μας: «πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ᾽ναι»!!

τῆς « ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΛΑΜΙΑΣ»