.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάντιος Μπριαντσανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάντιος Μπριαντσανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Χριστιανοί που δεν γνωρίζουν εις τί συνίσταται ο Χριστιανισμός!

Να βλέπει κανείς και να χύνει δάκρυα πικρά! Χριστιανούς που δεν γνωρίζουν εις τί συνίσταται ο Χριστιανισμός! Και όμως αυτό το θέαμα βλέπει κανείς σήμερα, όπου κι αν στρέψει τα μάτια του. Σπανιώτατα μπορεί κανείς σήμερα μέσα σ’ αυτό το πλήθος των αυτοκαλούμενων Χριστιανών να βρει έναν, που νάναι πράγματι ενσυνείδητος, λόγω και έργω Χριστιανός!….
Θ’ απαντήσω με όσο το δυνατόν λιγώτερες λέξεις σ’ όλες τις ερωτήσεις που υποβάλλετε, μίαν προς μίαν. Γράφετε:

«Γιατί να μην μπορούν να σωθούν οι ειδωλολάτρες, οι μωαμεθανοί, καθώς επίσης και όλοι οι αιρετικοί; Μεταξύ αυτών υπάρχουν εξαιρετικοί άνθρωποι! Το να καταδικάσουμε όλους αυτούς τους καλούς ανθρώπους είναι αντίθετο (δήθεν) προς το έλεος του Θεού(!)… είναι αντίθετο προς την υγειά ανθρώπινη λογική. Οι αιρετικοί είναι και αυτοί χριστιανοί, τέλος πά­ντων!… Το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του σεσωσμένο, και τα μέλη των άλλων δογμάτων καταδικασμένα, είναι ταυτόχρονα ανοησία… και άκρα υπερηφάνεια!…».

Χριστιανοί! Επιχειρηματολογείτε πάνω στο ζήτημα της Σωτηρίας, χωρίς να ξέρετε τί είναι Σωτηρία, γιατί οι άνθρωποι έχουν ανάγκην από αυτήν, και τελικά αγνοείτε τον Χριστό, τον μοναδικό αυτοσκοπό και μέσο της σωτηρίας μας. Ακούστε λοιπόν την πραγματική διδασκαλία πάνω στο σημείο αυτό, τη διδασκαλία της αγίας μας Εκκλησίας – της Ορθοδοξίας.

Η Σωτηρία συνίσταται στο να επανεύρουμε την κοινωνία με τον Θεό. Αυτή η κοινωνία εχάθη απ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, όταν οι προπάτορές μας έπεσαν στην αμαρτία. Ολόκληρο το ανθρώπινο γένος ανήκει λοιπόν σε μια κατηγορία εκπτώτων και καταδικασμένων δημιουργημάτων. Η καταδίκη είναι η κληρονομία του κάθε ανθρώπου είτε εναρέτου είτε κακοποιού. «Εν ανομία συνελήφθημεν και εν αμαρτία εκυήθημεν». «Καταβήσομαι προς τον υιόν μου πενθών εις άδου» (Γένεσις ΛΖ’ 35), λέγει ο Πατριάρχης Ιακώβ για τον εαυτό του και τον άγιο υιόν του, τον πάγκαλο και σώφρονα Ιωσήφ. Δεν είναι μόνον οι αμαρτωλοί που κατεβαίνουν στον Άδη, στο τέλος της επίγειας παροικίας τους, αλλ’ επίσης και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης!….

Για να αποκατασταθεί λοιπόν η μετά του Θεού Κοινωνία, δηλαδή η Σωτηρία μας, ήταν αναγκαία η Λύτρωση! Και η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους, δεν επραγματοποιήθη από ένα Άγγελο ή Αρχάγγελο ή οποιοδήποτε άλλο ανώτερο -πλην πεπερασμένο, κτιστό δημιούργημα- αλλά επραγματοποιήθηκε από τον Ίδιο, τον Άπειρο Θεό, δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι. Όπως πολύ όμορφα και χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Ακολουθία της Θείας Λειτουργίας και ειδικά στην Προσκομιδή: «Ούτε γαρ Άγγελος, Αρχάγγελος ή άνθρωπος, αλλ’ Αυτός έσωσας ημάς, Σωτήρ ημών, δόξα σοι».

Ο θάνατος που ήταν η μερίδα του ανθρώπινου γένους αντικαταστάθηκε με τον δικόν του θάνατο! Η έλλειψη της ανθρώπινης αξιομισθίας αναπληρώθηκε με τη δική του ατελεύτητη Δικαιοσύνη. Όλα τα ασθενή καλά έργα του ανθρώπου, που οδηγούσαν στον Ά­δη αντικατεστάθηκαν με ένα μόνον αγαθόν έργο κοσμικής (μάλλον υπερκόσμιας) ισχύος: ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ!

Οι Εβραίοι ερώτησαν τον Κύριο: «Τί ποιώμεν ίνα εργαζώμεθα τα έργα του Θεού;». Και ο Κύριος τους α­ποκρίθηκε: «Τούτο εστιν το ΕΡΓΟΝ του Θεού, ίνα ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ εις ον απέστειλεν Εκείνος!…» (Ιωάν. ΣΤ’ 29). Ένα μοναδικό καλό έργο είναι αναγκαίο για τη Σωτηρία μας: Η ΠΙΣΤΙΣ!

Αλλά η ΠΙΣΤΙΣ είναι ΕΡΓΟΝ! Με την Πίστη και μόνο την Πίστη μπορούμε να ‘ρθούμε σε κοινωνία με τον Θεό, με την βοήθεια και Χάρη των Μυστηρίων, τα οποία Εκείνος μας παράδωσε.

Έχετε τελείως άδικο, όταν λέγετε και σκέφτεστε ότι οι «καλοί άνθρωποι» μεταξύ των άθεων και μουσουλμάνων θα σωθούν, δηλαδή θα έλθουν σε κοινωνία μετά του Θεού.

Έχετε τελείως άδικο, όταν θεωρείτε την αντίθετη άποψη ως ένα είδος καινοτομίας, ως ένα είδος πλάνης, που εισχώρησε μέσα στην Εκκλησία!….

Όχι! Αυτή υπήρξεν ανέκαθεν η συνεχής διδασκαλία της αληθούς Εκκλησίας, της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Η Εκκλησία απ’ αρχής δεν εγνώρισε παρά ένα μονάχα μέσον Σωτηρίας. Τον ΘΕΑΝΘΡΩΠΟ-ΛΥΤΡΩΤΗ!

Την στιγμή που οι δίκαιοι της αληθούς Εκκλησίας, οι λυχνίες διά των οποίων έλαμψε το Άγιον Πνεύμα, οι Προφήτες και οι θαυματουργοί, εκείνοι που επίστευσαν στον ερχόμενο Σωτήρα, πλην όμως απέθαναν πριν από την έλευσή Του, πήγαν στον Άδη, πώς μπορείτε να πιστεύετε ότι οι μουσουλμάνοι και οι άθεοι αιρετικοί, οι οποίοι ποτέ δεν εγνώρισαν τον Λυτρωτή, ούτε επίστευσαν εις Αυτόν, απλώς και μόνον επειδή εσείς τους κρίνετε καλούς, έφθασαν τάχα στη Σωτηρία, στην οποία με κανένα άλλο μέσο δεν φτάνει κανείς παρά μόνο και αποκλειστικά με την πίστη στον Λυτρωτή!

Χριστιανοί! Γνωρίσατε τον Χριστό! Πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι Τον αγνοείτε! Ότι ακόμη μάλιστα Τον αρνείσθε, εάν διδάσκετε δυνατότητα Σωτηρίας χωρίς Αυτόν, με την βοήθεια και μόνον οιονδήποτε καλών έργων.

Καθένας, που διδάσκει δυνατότητα Σωτηρίας χωρίς Χριστόν αρνείται τον Χριστό, και χωρίς να το γνωρίζει υποπίπτει στην τρομερή αμαρτία της βλασφημίας! Αναγνωρίζομεν λοιπόν ότι ο άνθρωπος δικαιούται εκ πίστεως άνευ των έργων του Νόμου (Ρωμ. Γ’ 28), όπως λέγει ο Άγιος Απόστολος Παύλος.

«Δικαιοσύνη δε Θεού διά πίστεως Ιησού Χριστού εις πάντας τους πιστεύοντας. Ου γάρ εστιν διαστολή. Πάντες γάρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούμενοι δωρεάν, τη Αυτού Χάριτι, διά της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού…» (Ρωμ. Γ’ 22-24).

Απαντάτε: «Ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος, άνευ συζητήσεως, ενδιαφέρεται περί των “καλών έργων”. Διδάσκοντας ότι “πίστις άνευ έργων νεκρά εστι”. Αλλά προσέξατε ακριβώς αυτό που ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος επιθυμεί να τονίσει».

Θα παρατηρήσετε ότι όπως κάθε θεόπνευστος συγγραφέας των Αγίων Γραφών, αναζητεί ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ και όχι τα καλά έργα της πεπτωκυίας ημών φύσεως! Αναζητεί την ζώσαν πίστη, πούναι επισφραγισμένη με τα έργα του νέου ανθρώπου, και όχι τα καλά έργα της ξεπεσμένης μας υπόστασης, τα οποία η πίστις απεχθάνεται.

Αναφέρει την διαγωγή του Πατριάρχη Αβραάμ: Ένα ΕΡΓΟ, που φανερώνει την πίστη του δίκαιου αυτού ανθρώπου του Θεού. Το ΕΡΓΟ αυτό συνίσταται στην προς τον Θεόν θυσίαν του μονογενούς υιού του!… Το να σκοτώνει κανείς το παιδί του θυσιάζοντάς το, δεν είναι επ’ ουδενί λόγω και τρόπω ένα καλό έργο κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης. Είναι καλό έργο, μόνο τη στιγμή, που αποτελεί εκπλήρωση της Θείας Εντολής. Είναι το ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ! Παρατηρήσατε την Καινή Διαθήκη και εν γένει ολόκληρη την Αγία Γραφή, και θα ιδήτε ότι αυτή απαιτεί την τήρηση των εντολών του Θεού, και αυτή η τήρηση καλείται ΕΡΓΟΝ! Διότι από την τήρηση των εντολών η προς τον Θεό πίστη καθίσταται ζώσα και ενεργής. Ενώ χωρίς αυτήν η Πίστη είναι νεκρή και ανενέργητη….

Οσίου Ιγνατίου Μπριατσιανίνωφ
«Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ
Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)»
Τεύχος 19. ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007. Θεσ/νίκη
Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Επιμέλεια:ΝΟΤΑ ΧΑΡΑΣ

https://aoratospolemostheblog0.wordpress.com

Η τελειότητα της αγάπης βρίσκεται στην ένωση με τον Θεό!

Να αγαπάς τον Θεό έτσι όπως Εκείνος μας πρόσταξε να τον αγαπάμε και όχι όπως τον αγαπούν τάχα οι πλανεμένοι ονειροπόλοι.

Μην επιδιώκεις εκστάσεις, μην προξενείς στον εαυτό σου νευρική έξαψη, μη φλογίζεις την καρδιά σου με φλόγα σαρκική, με τη φλόγα του αίματος σου. Θυσία ευπρόσδεκτη από τον Θεό είναι η ταπείνωση της καρδιάς και η συντριβή του πνεύματος.
Αποστρέφεται ο κύριος τη θυσία που του προσφέρεται με αυτοπεποίθηση με υπερηφάνεια έστω κι αν πρόκειται για Ολοκαύτωμα.

Η υπερηφάνεια ταράζει τα νεύρα, θερμαίνει το αίμα, διεγείρει τη φαντασία συντηρεί τη ζωή της πτώσεως. Η ταπείνωση γαληνεύει τα νεύρα, κατευνάζει την κυκλοφορία του αίματος, καταπαύει την ονειροπόληση, τερματίζει τη ζωή της πτώσεως, δίνει τη ζωή που έφερε ο Ιησούς Χριστός.
«Η υπακοή είναι για τον Κύριο καλύτερη από κάθε θυσία και η υποταγή στο θέλημα του ανώτερη από το λίπος των κριαριών» είπε ο προφήτης Σαμουήλ στον βασιλιά Σαούλ, που τόλμησε να προσφέρει στον Θεό θυσία ανάρμοστη. Αν λοιπόν θέλεις να προσφέρεις στον Θεό τη θυσία της αγάπης μην την προσφέρεις αυθαίρετα και αλόγιστα, να την πρόσθεση με ταπείνωση όταν και όπου όρισε ο Θεός. Ο πνευματικός τόπος που μας δόθηκε εντολή να προσθέσουμε πνευματικές θυσίες είναι η ταπείνωση.

Θέλεις να διδαχθείς την αγάπη προς τον Θεό; Με επιμέλεια να μελετάς το Ευαγγέλιο τις εντολές του κυρίου και να προσπαθείς να τις εφαρμόζεις στην πράξη, αποκτώντας έτσι σιγά σιγά τις ευαγγελικές αρετές και κάνοντάς τες έξεις σου, ιδιότητες της ψυχής σου. Χαρακτηριστικό του ανθρώπου που αγαπά είναι η ακριβής εκπλήρωση του θελήματος του αγαπημένου του προσώπου.

Με την σταθερή απομάκρυνση από το κακό και την οικείωση των ευαγγελικών αρετών φτάνουμε στην αγάπη προς τον Θεό. Με τον ίδιο τρόπο παραμένουμε σε αυτή την αγάπη: «Αν τηρήσετε τις εντολές μου, θα μείνετε πιστοί στην αγάπη μου» είπε ο Σωτήρας.

Η τελειότητα της αγάπης βρίσκεται στην ένωση με τον Θεό. Η πρόοδος στην αγάπη συνοδεύεται από ανέκφραστη πνευματική παρηγοριά, γλυκύτητα και φώτιση. Αλλά στην αρχή του αγώνα του ο μαθητής της αγάπης πρέπει να πολεμήσει σκληρά με τον ίδιο του τον εαυτό, με τη βαριά αρρωστημένη φύση του. Το κακό λόγο του προπατορικού αμαρτήματος έγινε στοιχείο της φύσεώς μας, έγινε νόμος γι αυτή τη μεταπτωτική φύση, νόμος που αντιστρατεύεται τον νόμο του Θεού, τον νόμο της Αγίας αγάπης.

Να θυμάσαι πάντα πως η αγάπη προς τον Θεό είναι η ύψιστη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος είναι να ετοιμάσει τον εαυτό του με την καθαρότητα και την ταπεινοφροσύνη, για να δεχθεί αυτή τη δωρεά, με την οποία αλλοιώνονται ο νους, η καρδιά και το σώμα.

Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

Σημεία του Χριστού και σημεία του Αντιχρίστου. Σε τι διαφέρουν



Η αγία Γραφή μας πληροφορεί, ότι λίγο πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα γίνουν «σημεία» στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στην θάλασσα. Παράλληλα μας λέγει, ότι και ο αντίχριστος θα κάμη σημεία στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στον αέρα!

Πως θα τα ξεχωρίσωμε τα σημεία αυτά; Πως θα ξεχωρίσωμε τα σημεία-έργα του αντιχρίστου, από τα σημεία που προείπε ο Χριστός;

Τα πρώτα (τα «σημεία» του Χριστού) θα είναι αληθινά. Τα σημεία του αντιχρίστου θα είναι απλώς φαινομενικά• και θα απατούν τις αισθήσεις.

Τα σημεία του αντιχρίστου θα τα κάνουν ο αντίχριστος και οι απόστολοί του. Τα «σημεία» στον ήλιο, στη σελήνη, στα άστρα, τα «σημεία» προάγγελοι της Παρουσίας του Χριστού, θα γίνουν μόνα τους, χωρίς την μεσολάβηση κανενός. Οι φωστήρες του ουρανού, θα έχουν πια ολοκληρωτικά εκπληρώσει το σκοπό, για τον οποίο, κατ’ εντολήν του Δημιουργού, έλαμπαν στον ουρανό. Βέβαια τον είχαν και άλλοτε εκπληρώσει. Στη Γέννηση του Χριστού, με το παράδοξο αστέρι. Και στη Σταύρωσή Του, που ο ήλιος κρύφτηκε τις πιο φωτεινές ώρες της ημέρας, το καταμεσήμερο, πίσω από ένα μαύρο πέπλο πηχτό σκοτάδι, για να μην ιδή νεκρό τον Δημιουργό του. Τότε όμως θα γίνη κάτι το τελειωτικό.

Ο άγιος Ευαγγελιστής Ματθαίος, λέγει ότι μετά «τη θλίψη» που θα προκαλέση η τυρρανία του αντιχρίστου, θα έλθη αμέσως η παρουσία του Χριστού. Και θα αρχίση ως εξής: «ο ήλιος σκοτισθήσεται• η σελήνη ου δώσει το φέγγος• και οι αστέρες πεσούνται εκ του ουρανού». Οι φωστήρες του ουρανού, παρατηρεί ο άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, δεν θα χαθούν τότε. Θα εξακολουθήσουν για λίγο να στέκουν στην θέση τους. Όμως στα μάτια των ανθρώπων θα φανούν τότε, σαν να είχαν χαθή από το στερέωμα του ουρανού. Γιατί ένα άπλετο ουράνιο φως θα κραυγάζη τον κόσμο και θα τον προετοιμάζη να υποδεχθή τον Κύριο, που θα έλθη εν τη δόξη Αυτού. Το φως αυτό θα κάμη να μην διακρίνεται κανένα από τα ουράνια σώματα.

Η περί σημείων και θαυμάτων διδασκαλία, που εξεθέσαμε, είναι η διδασκαλία της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, η διδασκαλία των αγίων Πατέρων. Ουσιώδες χαρακτηριστικό της είναι η ακρίβεια, η (κατά το δυνατόν) σαφής διατύπωση της διδασκαλίας. Τα αληθινά σημεία θα βοηθήσουν να γίνη πιο βαθειά και πιο αληθινή η θεογνωσία, που είναι η βάση της σωτηρίας. Τα ψεύτικα σημεία θα αυξήσουν την πλάνη, και κατά συνέπεια, την απώλεια.

Ιδιαίτερα η ενέργεια των σημείων, που θα κάμη ο αντίχριστος θα είναι ευρείας και μεγαλειώδους μορφής. Και θα παρασύρη με αυτά την ανθρωπότητα να ομολογήση και να δεχθή σαν Θεό της τον απεσταλμένο του σατανά.
Τα θαύματα του Κυρίου μας πρέπει να τα βλέπωμε σωστά. Τότε θα διαπιστώσωμε πόσο μας οικοδομούν. Πόσο μας παρηγορούν. Πόσο είναι για μας σωτήρια.

Η ευσεβής θεώρηση των θαυμάτων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οικοδομεί, παρηγορεί και σώζει. Τι αγία απλότητα που έχουν! Πόσο με αυτά έγινε άνετη η επίγνωση του Θεού για τους ανθρώπους! Τι αγαθότητα μαρτυρούν! Τι ταπείνωση! Τι ακατανίκητη πειστικότητα που έχουν! Η θεώρηση των θαυμάτων του Χριστού, μας ανυψώνει στο Λόγο, που είναι ο Θεός.

ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ

*από το βιβλίο: Α Γ Ι Ο Υ Ι Γ Ν Α Τ Ι Ο Υ Μ Π Ρ Ι Α Ν Τ Σ Ι Α Ν Ι Ν Ω Φ Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Υ Σ Τ Α Υ Ρ Ο Υ Π Ο Λ Ε Ω Σ – «Θ Α Υ Μ Α Τ Α Κ Α Ι Σ Η Μ Ε Ι Α» (ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΑ 2000).

Πῶς θά ἀκολουθήσουμε καί θά μιμηθοῦμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό

«Ὅποιος θέλει νά μέ ὑπηρετεῖ, ἄς ἀκολουθεῖ τόν δικό μου δρόμο»1, εἶπε ὁ Κύριος. Κάθε χριστιανός, μέ τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στή βάπτισή του, ἀνέλαβε τήν ὑποχρέωση νά εἶναι δοῦλος καί ὑπηρέτης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κάθε χριστιανός πρέπει ἀπαραίτητα ν᾿ ἀκολουθεῖ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ἀφοῦ ἀποκάλεσε τόν ἑαυτό Του «ποιμένα τῶν προβάτων»2, ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «τά πρόβατα Τόν ἀκολουθοῦν, γιατί ἀναγνωρίζουν τή φωνή Του»3. Ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διδασκαλία Του. Ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό Εὐαγγέλιο. Ὅποιος, στόν δρόμο τῆς ἐπίγειας πορείας του, ἀκολουθεῖ τ᾿ ἀχνάρια τοῦ Χριστοῦ, κατευθύνεται ἀπό τίς ἐντολές Του...
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσω τόν Χριστό, πρέπει νά γνωρίσω τή φωνή Του. Γνώρισε τό Εὐαγγέλιο, καί θά μπορέσεις μέ τή ζωή σου ν᾿ ἀκολουθήσεις τόν Χριστό.
Ὅποιος, ἀφοῦ γεννηθεῖ βιολογικά, λάβει «τό βάπτισμα τῆς ἀναγεννήσεως καί τῆς ἀνανεώσεως4 καί διαφυλάξει τή βαπτισματική του κατάσταση μέ τήν εὐαγγελική βιοτή, αὐτός θά σωθεῖ· αὐτός «θά μπεῖ» στό θεάρεστο στάδιο τῆς ἐπίγειας ζωῆς μέ τήν πνευματική γέννηση «καί θά βγεῖ» ἀπ᾿ αὐτό τό στάδιο μέ τή μακάρια τελευτή του «καί θά βρεῖ βοσκή»5 στήν αἰωνιότητα, βοσκή ἄφθονη, γλυκύτατη, πνευματική.
«Ὅποιος θέλει νά μέ ὑπηρετεῖ, ἄς ἀκολουθεῖ τόν δικό μου δρόμο· καί ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐκεῖ θά εἶναι καί ὁ δικός μου ὑπηρέτης. Καί ὁ Πατέρας μου θά τιμήσει ὅποιον μέ ὑπηρετεῖ»6. Ποῦ βρισκόταν ὁ Κύριος, ὅταν εἶπε αὐτά τά λόγια; Μέ τή θεία φύση Του ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, βρισκόταν ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, πάνω στή γῆ, τήν κοιλάδα τούτη τῆς ἐξορίας καί τῆς ταλαιπωρίας, παραμένοντας, ὡς Θεός, καί ἐκεῖ ὅπου βρισκόταν προαιώνια.
«Ὁ Λόγος ἦταν μέ τόν Θεό»7. Αὐτός ὁ Λόγος διακήρυξε: «Ὁ Πατέρας ζεῖ μέσα σ᾿ Ἐμένα, κι ἐγώ ζῶ μέσα στόν Πατέρα»8. Τό ἴδιο κατορθώνει καί ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Χριστό: «Ὅποιος παραδέχεται πώς ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός κατοικεῖ μέσα σ᾿ αὐτόν καί αὐτός ζεῖ ἑνωμένος μέ τόν Θεό»9.
«Ὅποιον μέ ὑπηρετεῖ θά τόν τιμήσει ὁ Πατέρας Μου»10. «Τόν νικητή» τοῦ κόσμου καί τῆς ἁμαρτίας, πού μέ ἀκολουθεῖ στήν παρούσα ζωή, «θά τόν βάλω» στήν αἰώνια ζωή «νά καθήσει μαζί μου στόν θρόνο μου, ὅπως κάθησα κι ἐγώ νικητής μαζί μέ τόν Πατέρα Μου στόν θρόνο Του»11.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει πρῶτα ν᾿ ἀρνηθοῦμε τόν κόσμο. Ὁ Χριστός, δέν ἔχει τόπο στήν ψυχή, ἄν μέσα σ᾿ αὐτήν δέν συντελεστεῖ ἡ ἀποταγή τοῦ κόσμου. «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του καί ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του, θά τή χάσει· ὅποιος, ὅμως, χάσει τή ζωή του γιά χάρη Μου καί γιά χάρη τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει»12. «Ἄν κάποιος ἔρχεται κοντά Μου καί δέν ἀπαρνιέται τόν πατέρα του καί τή μητέρα του, τή γυναίκα του καί τά παιδιά του, τούς ἀδελφούς καί τίς ἀδελφές του, ἀκόμα καί τήν ἴδια του τή ζωή, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής Μου»13.
Πολλοί πλησιάζουν τόν Κύριο, λίγοι ὡστόσο ἀποφασίζουν νά Τόν ἀκολουθήσουν. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού διαβάζουν τό Εὐαγγέλιο, πού εὐφραίνονται μέ τά ὑψηλά νοήματά του καί ἐνθουσιάζονται μέ τήν ἁγία διδασκαλία του, λίγοι ὡστόσο ἀποφασίζουν νά ζήσουν σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελικό νόμο.
Ὁ Κύριος σ’ ὅλους ὅσοι Τόν πλησιάζουν καί ποθοῦν νά ἑνωθοῦν μαζί Του, δηλώνει: «Ὅποιος ἔρχεται κοντά μου καί δέν ἀπαρνιέται τόν κόσμο καί τόν ἑαυτό του, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής Μου». «Σκληρά εἶναι τοῦτα τά λόγια», ἔλεγαν ἀκόμα κι ἐκεῖνοι πού ἐξωτερικά Τόν ἀκολουθοῦσαν, οἱ μαθητές Του. «Ποιός μπορεῖ νά τ᾿ ἀκούει;14. Ἔτσι κρίνει γιά τά λόγια τοῦ Θεοῦ ἡ ἀνθρώπινη σοφία μέ τήν ἐλεεινή διάθεσή της. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωή, ζωή αἰώνια, ζωή ἀληθινή. Μ᾿ αὐτόν τόν λόγο θανατώνεται ἡ ἀνθρώπινη σοφία, πού γεννήθηκε ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο καί πού κρατᾶ τούς ἀνθρώπους στόν αἰώνιο θάνατο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «γι᾿ αὐτούς πού πᾶνε πρός τόν χαμό τους» ἑκούσια, ἀπό τήν ἀνθρώπινη σοφία, «εἶναι μωρία», ἐνῶ «γι᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στόν δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ»15.
Ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς πτώσεως οἰκειοποιηθήκαμε τόσο πολύ τήν ἁμαρτία, ὥστε ὅλα τά χαρακτηριστικά καί ὅλα τά κινήματα τῆς ψυχῆς εἶναι διαποτισμένα πιά ἀπ᾿ αὐτήν. Ἔτσι, ἡ ἀπόρριψη τῆς ἁμαρτίας, πού ἔχει γίνει στοιχεῖο τῆς ψυχῆς, σημαίνει ἀπόρριψη τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς. Αὐτή ἡ ἀπόρριψη τῆς ψυχῆς εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς. Ἡ ἀπόρριψη τῆς φύσεως πού μολύνθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία, εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν οἰκείωση τῆς φύσεως πού ἀνακαινίστηκε ἀπό τόν Χριστό.
Ὅταν δηλητηριαστεῖ ἡ τροφή, πού περιέχεται σ᾿ ἕνα σκεῦος, τήν πετᾶμε. Ὕστερα πλένουμε τό σκεύος μέ ἐπιμέλεια καί τό χρησιμοποιοῦμε γιά καλή τροφή. Ἡ τροφή πού δηλητηριάστηκε, δίκαια θεωρεῖται κι αὐτή δηλητήριο.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει πρῶτα ν᾿ ἀπαρνηθοῦμε τόν λογισμό μας καί τό θέλημά μας. Ὁ λογισμός καί τό θέλημα τῆς πεσμένης φύσεως ἔχουν ὁλοκληρωτικά δηλητηριαστεῖ καί ἀλλοιωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, γι᾿ αὐτό ποτέ δέν μποροῦν νά ταυτιστοῦν μέ τή σκέψη καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἱκανός νά οἰκειωθεῖ τή σκέψη τοῦ Θεοῦ γίνεται ὅποιος ἀπαρνιέται τή δική του σκέψη. Ἱκανός νά ἐφαρμόσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γίνεται ὅποιος ἀπαρνιέται τό δικό του θέλημα.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας. Σηκώνοντας τόν σταυρό μας, δηλώνουμε τήν ἑκούσια καί καί εὐλάβική ὑποταγή μας στήν κρίση τοῦ Θεοῦ, μ᾿ ὅλες τίς θλίψεις πού θά μᾶς βροῦν μέ παραχώρηση τῆς πρόνοιάς Του. Ἡ βαρυγγώμια καί ἡ ἀγανάκτηση γιά τίς θλίψεις καί τίς συμφορές εἶναι ἀπόρριψη τοῦ σταυροῦ. Μόνο ἐκεῖνος πού σηκώνει τόν σταυρό του μπορεῖ ν᾿ ἀκολουθεῖ τόν Χριστό. Ὅποιος ὑποτάσσεται στή βούληση Ἐκείνου, ταπεινά παραδέχεται πώς τοῦ ἀξίζει νά καταδικαστεῖ καί νά τιμωρηθεῖ.
Ὁ Κύριος, πού μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς ἀποταγῆς τοῦ κόσμου καί τῆς ἄρσεως τοῦ σταυροῦ, θά μᾶς δώσει καί τή δύναμη γιά τήν ἐφαρμογή αὐτῆς τῆς ἐντολῆς Του. Ὅποιος ἀποφάσισε καί ἀγωνίζεται νά τήν ἐφαρμόσει, δέν ἀργεῖ νά διαπιστώσει πόσο ἀπαραίτητη εἶναι. Ἡ διδασκαλία πού, μέ τήν ἐπιφανειακή καί λαθεμένη θεώρηση τῆς ἀνθρώπινης σοφίας, φαίνεται σκληρή, ἀποδεικνύεται ἡ πιό συνετή καί ἡ πιό ἀγαθή. Τούς κολασμένους τούς καλεῖ στή σωτηρία, τούς νεκρωμένους τούς καλεῖ στή ζωή, τούς δεμένους στόν ἅδη τούς καλεῖ στόν οὐρανό.
Ὅσοι δέν ἀποφασίζουν ν᾿ ἀπαρνηθοῦν ἑκούσια τόν ἑαυτό τους καί τόν κόσμο, ἀναγκάζονται τελικά νά τό κάνουν ἀκούσια καί βίαια: Ὅταν ἔρθει ὁ ἀδυσώπητος καί ἀναπότρεπτος θάνατος, χωρίζονται ἀπ᾿ ὅλα ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα ἔχουν δεθεῖ. Τότε φτάνουν στό σημεῖο ν᾿ ἀποχωρίζονται, δίχως νά τό θέλουν, ἀκόμα καί τό ἴδιο τους τό σῶμα, ἀφήνοντάς το στή γῆ ἕρμαιο τῆς φθορᾶς καί τροφή τῶν σκουληκιῶν.
Ἡ φιλαυτία καί ἡ φιλοκοσμία εἶναι καρποί τῆς αὐταπάτης καί τῆς ψυχικῆς τυφλώσεως. Φιλαυτία εἶναι ἡ στρεβλή ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας. Παράλογη καί καταστροφική εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη. Ὁ φίλαυτος κυνηγᾶ μέ πάθος καθετί μάταιο, καθετί φευγαλέο, κάθε ἁμαρτωλή ἀπόλαυση. Εἶναι ἐχθρός τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του. Εἶναι αὐτόχειρας. Ἀγαπώντας τόν ἑαυτό του καί ἐπιδιώκοντας τήν ἱκανοποίησή του, στήν πραγματικότητα μισεῖ καί καταστρέφει τόν ἑαυτό του, τόν ὁδηγεῖ στόν αἰώνιο θάνατο.
Ἄς συμμαζέψουμε τόν νοῦ μας ὅσοι τόν ἔχουμε σκορπίσει, σκοτισμένοι καί ἀπατημένοι ἀπό τή ματαιότητα! Ἄς συνέλθουμε ὅσοι ἔχουμε μεθύσει ἀπό τή ματαιότητα καί χάσει τή νηφάλια αὐτογνωσία! Ἄς διχασθοῦμε ἀπ᾿ ὅσα συντελοῦνται καθημερινά μπροστά στά μάτια μας! Ὅσα βλέπουμε νά συμβαίνουν στούς ἄλλους, ὁπωσδήποτε θά συμβοῦν καί σ᾿ ἐμᾶς.
Ὄποιος σπαταλᾶ τή ζωή του ἐπιζητώντας τιμές, τίς παίρνει ἄραγε μαζί του στήν αἰωνιότητα; Δέν ἀφήνει ἐδῶ τούς τίτλους, τά παράσημα, τίς διακρίσεις, ὅλη τήν αἴγλη μέ τήν ὁποία εἶχε περιβάλει τόν ἐαυτό του; Δέν πηγαίνει στήν αἰωνιότητα μόνο μέ τά ἔργα πού ἔπραξε στή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του;
Ὅποιος σπαταλᾶ τή ζωή του ἐπιζητώντας πλούτη, συγκεντρώνοντας πολλά χρήματα, ἀποκτώντας ἀπέραντα κτήματα, ὀργανώνοντας κερδοφόρες ἐπιχειρήσεις, κατοικώντας σέ μαρμαροχρυσοστόλιστα παλάτια καί ταξιδεύοντας μέ ὑπέροχα ἁμάξια, παίρνει τίποτα μαζί του στήν αἰωνιότητα; Ὄχι! Ὄλα τά ἀφήνει στή γῆ. Περιορίζεται σ᾿ ἕνα μικρό κομμάτι γῆς ὅπου θάβεται τό σῶμα του, ὅπως τά σώματα ὅλων τῶν νεκρῶν.
Ὅποιος σπαταλᾶ τή ζωή του σέ σαρκικές ἀπολαύσεις, σέ φιλικά ξεφαντώματα καί σέ πλούσια γεύματα, μέ τό ἀναπόφευκτο τέλος τά ἀποχωρίζεται ὅλα αὐτά. Πρῶτα ἔρχονται τά γηρατειά μέ τή φυσική ἀδυναμία τους, κι ὕστερα χωρίζεται ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα. Τότε ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας, ἀργά ὅμως πιά, ὅτι τό νά ὑπηρετεῖ κανείς τά πάθη του εἶναι μιά πλάνη, ὅτι ἡ ζωή τῆς σάρκας καί τῆς ἁμαρτίας δέν ἔχει νόημα.
Τί ἀλλόκοτος, τί παράδοξος πού εἶναι ὁ ἀγώνας γιά ἐπίγεια ἐπιτυχία! Ζητᾶμε πάντα μέ μανία νά πετύχουμε κάτι. Καί μόλις τό βροῦμε, παύουμε πιά νά τό θέλουμε μέ τόσο πόθο, ὅσο πρίν τό ἀποκτήσουμε. Ἔτσι μέ νέα φλόγα ἀρχίζουμε ν᾿ ἀναζητᾶμε κάτι ἄλλο. Μέ τίποτα δέν εἴμαστε ἱκανοποιημένοι. Ζοῦμε μόνο μέ τήν προσδοκία τῆς μελλοντικῆς ἐπιτυχίας. Διψᾶμε μόνο γι᾿ αὐτό πού δέν ἔχουμε. Τά ἀντικείμενα τῆς ἐπιθυμίας μας ἑλκύουν τήν καρδιά μας μέ τή φαντασία καί τήν ἐλπίδα τῆς ἀπολαύσεως. Διαρκῶς ἀπατημένοι, τρέχουμε πίσω ἀπό τά ποθητά αὐτά ἀντικείμενα σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, ὥσπου νά μᾶς ἁρπάξει ὁ ἀπροσδόκητος θάνατος. Πῶς νά ἐξηγήσουμε αὐτή τή συνεχῆ ἀναζήτηση ὄλων μας; Στίς ψυχές μας φυτεύθηκε ἡ ἀναζήτηση τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν. Μετά τήν πτώση μας, ὅμως, ἡ τυφλωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία καρδιά μας ψάχνει ἀδιάκοπα στή γῆ αὐτά πού ὑπάρχουν στήν αἰωνιότητα, στόν οὐρανό.
Ὁ κλῆρος πού ἔλαχε στούς προγόνους μου καί στ᾿ ἀδέλφια μου, θά λάχει καί σ᾿ ἐμένα: Πέθαναν ἐκεῖνοι, θά πεθάνω κι ἐγώ. Θ᾿ ἀφήσω τό κελλί μου, θ᾿ ἀφήσω τά βιβλία μου, θ ᾿ ἀφήσω τά ροῦχα μου, θ᾿ ἀφήσω τό γραφεῖο μου, ὅπου περνοῦσα πολλές ὧρες. Ὅλα ὅσα εἶχα ἀνάγκη ἤ νόμιζα ὅτι εἶχα ἀνάγκη στήν ἐπίγεια ζωή μου, θά τ᾿ ἀφήσω. Θά βγάλουν τό σῶμα μου ἀπ᾿ αὐτό τό κελλί, ἀπ᾿ αὐτόν τόν προθάλαμο τῆς ἄλλης ζωῆς καί χώρας. Θά βγάλουν τό σῶμα μου καί θά τό παραδώσουν στή γῆ, τή γῆ ἀπό τήν ὁποία πλάστηκε τό σῶμα τοῦ πρώτου ἀνθρώπου. Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί σ᾿ ἐσᾶς, ἀδελφοί, πού διαβάζετε τοῦτες τίς γραμμές. Θά πεθάνετε κι ἐσεῖς. Θ᾿ ἀφήσετε ἐδῶ ὅλα τά γήινα. Θ᾿ ἀφήσετε τά σώματά σας καί μέ τίς ψυχές σας θά μπεῖτε στήν αἰωνιότητα.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀποκτᾶ ἰδιότητες ἀντίστοιχες τῆς δραστηριότητάς της. Ὅπως σ᾿ ἕναν καθρέφτη εἰκονίζονται τά ἀντικείμενα ἐκεῖνα ἀπέναντι στά ὁποῖα αὐτός τοποθετεῖται, ἔτσι καί σέ μιά ψυχή δημιουργοῦνται ἐντυπώσεις ἀντίστοιχες τῶν ἐνασχολήσεων καί τῶν ἔργων της. Οἱ εἰκόνες ἐξαφανίζονται ἀπό τόν ἀναίσθητο καθρέφτη, ὅταν τά ἀντικείμενα ἀπομακρυνθοῦν ἀπό μπροστά του. Οἱ ἐντυπώσεις, ὅμως, παραμένουν στή λογική ψυχή. Μποροῦν, βέβαια, νά ἐξαλειφθοῦν ἤ νά ἀντικατασταθοῦν ἀπό ἄλλες, ἀλλά γι᾿ αὐτό ἀπαιτοῦνται κόπος καί χρόνο πολύς. Οἱ ἐντυπώσεις, πού ἀποτελοῦν «περιουσία» τῆς ψυχῆς τήν ὥρα τῆς ἐξόδου της ἀπό τό σῶμα, εἶναι αἰώνιο ἀπόκτημά της καί ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητάς της ἤ αἴτιο τοῦ αἰώνιου ὀλέθρου της.
«Δέν μπορεῖτε νά εἶστε δοῦλοι καί στόν Θεό καί στόν μαμωνᾶ»16, εἶπε ὁ Σωτήρας στούς πεσμένους ἀνθρώπους, ἀποκαλύπτοντάς τους τήν κατάσταση στήν ὁποία βρέθηκαν ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς πτώσεως. Ἔτσι πληροφορεῖ καί ὁ γιατρός τόν ἄρρωστο γιά τήν κατάστασή του, τήν ὁποία ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ. Ἐξαιτίας τῆς ψυχικῆς μας συγχύσεως, λοιπόν, δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν ἀσθένειά μας, τήν ὁποία μᾶς φανερώνει ὁ Κύριος μαζί μέ τόν τρόπο τῆς θεραπείας: Γιά νά σωθοῦμε, πρέπει ἔγκαιρα νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί τόν κόσμο. «Κανείς δέν μπορεῖ νά εἶναι δοῦλος σέ δύο κυρίους· γιατί ἤ θά μισήσει τόν ἕνα καί θ᾿ ἀγαπήσει τόν ἄλλο, ἤ θά στηριχθεῖ στόν ἕνα καί θά περιφρονήσει τόν ἄλλο»17.
Ἡ πείρα διαρκῶς δικαιώνει τά παραπάνω λόγια τοῦ παναγίου Γιατροῦ. Τήν ἱκανοποίηση τῶν μάταιων καί ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν ἀκολουθεῖ πάντοτε ἡ ἕλξη ἀπ᾿ αὐτές. Τήν ἕλξη ἀκολουθεῖ ἡ αἰχμαλωσία, πού εἶναι θάνατος γιά κάθετί τό πνευματικό. Ὅσοι ἀφέθηκαν ν᾿ ἀκολουθήσουν τίς ἐπιθυμίες τους καί τήν ἀνθρώπινη σοφία, τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος ὀνομάζει «σαρκική»18, αἰχμαλωτίστηκαν τελικά ἀπ᾿ αὐτές, ξέχασαν τόν Θεό καί τήν αἰωνιότητα, δαπάνησαν μάταια τήν ἐπίγεια ζωή τους, ὁδηγήθηκαν στήν αἰώνια καταστροφή.
Δέν εἶναι δυνατό νά ἐκπληρώνει κανείς καί τό θέλημά του καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν ἐκπλήρωση τοῦ πρώτου βεβηλώνεται καί ἀχρηστεύεται τό δεύτερο. Τό εὐωδιαστό καί πολύτιμο μύρο χάνει τήν ἀξία του, ὅταν ἀναμειχθεῖ μ᾿ ἕνα δύσοσμο ὑγρό. «Θά ἀπολαύσετε τά ἀγαθά τῆς γῆς», μᾶς γνωστοποιεῖ ὁ Θεός μέσω τοῦ μεγάλου προφήτη Ἡσαΐα, τότε μόνο, ὅταν «θελήσετε νά ὑπακούσετε σ᾿ ἐμένα· ἄν, ὅμως, δέν θελήσετε καί δέν μέ ὑπακούσετε, μάχαιρα θά σᾶς καταφάει. Τό στόμα τοῦ Κυρίου τά εἶπε αὐτά»19.
Δέν μπορεῖ κανεῖς ν᾿ ἀποκτήσει τόν «νοῦ τοῦ Χριστοῦ»20, ὅταν παραμένει στή «σαρκική» σοφία. «Γιατί τό σαρκικό φρόνημα ὁδηγεῖ στόν θάνατο», λέει ὁ ἀπόστολος, καί «ἐχθρεύεται τόν Θεό, ἀφοῦ δέν ὑποτάσσεται στόν θεϊκό νόμο, ἀλλά κι οὔτε μπορεῖ νά ὑποταχθεῖ»21. Τί εἶναι τό «σαρκικό φρόνημα»; Οἱ σκέψεις καί οἱ ἐπιθυμίες πού γεννιοῦνται μέσα στόν ἄνθρωπο μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τό σαρκικό φρόνημα μᾶς κάνει νά κινούμαστε καί νά ἐνεργοῦμε πάνω στή γῆ, μεγαλοποιώντας τήν ἀξία τῶν φθαρτῶν καί προσκαίρων, ἀπομακρύνοντάς μας ἀπό τόν Θεό καί ὅσα συντελοῦν στήν εὐαρέστησή Του, στερώντας μας τή σωτηρία.
Ἄς ἀρνηθοῦμε τίς ψυχές μας, σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, γιά νά τίς κερδίσουμε! Ἄς ἀρνηθοῦμε, δηλαδή, τήν ἐφάμαρτη κατάσταση, στήν ὁποία κατάντησαν οἱ ψυχές μας μέ τήν ἑκούσια ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, γιά νά λάβουμε ἀπ᾿ Αὐτόν τήν ἁγία κατάσταση τῆς ἀνακαινισμένης ἀνθρωπίνης φύσεως καί νά γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ! Τή θέλησή μας, ἤ μᾶλλον τή θέληση τῶν δαιμόνων, στήν ὁποία ὑποτάχθηκε καί μέ τήν ὁποία ταυτίστηκε ἡ δική μας θέλήση, ἄς τήν ἀντικάταστήσουμε μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς φανερώθηκε στό Εὐαγγέλιο. Τό σαρκικό φρόνημα, φρόνημα κοινό τῶν πεσμένων πνευμάτων καί ἀνθρώπων, ἄς τό ἀντικαταστήσουμε μέ τό φρόνημα τοῦ Θεοῦ, πού ἀκτινοβολεῖ ἀπό τό Εὐαγγέλιο.
Ἄς ἀπαρνηθοῦμε τήν ὑλική περιουσία μας, γιατί ἔτσι θά γίνουμε ἱκανοί ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό! Ἡ ἀπάρνηση τῆς περιουσίας εἶναι ἀπόρροια τῆς ὀρθῆς στάσεως ἀπέναντι στά ὑλικά ἀγαθά, στάσεως πού διαμορφώνεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο22. Καί ὅταν διαμορφωθεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ὁ νοῦς του κατανοεῖ ἀβίαστα τήν ἀλήθεια: Ἡ ἐπίγεια περιουσία δέν ἀπότελεῖ κτῆμα μας, ὅπως λαθεμένα νομίζουν ὅσοι ποτέ δέν προβληματίστηκαν γι᾿ αὐτό τό θέμα. Διαφορετικά, παντοτινά θά τήν κατείχαμε, παντοτινά θά ἦταν δικιά μας. Βλέπουμε, ὡστόσο, ὅτι μεταβιβάζεται ἀπό χέρια σέ χέρια. Ἑπομένως μᾶς δίνεται μόνο γιά προσωρινή χρήση. Στόν Θεό ἀνήκει ἡ περιουσία μας. Ἐμεῖς εἴμαστε μόνο διαχειριστές της. Καί οἱ καλοί διαχειριστές ἐκτελοῦν μέ ἀκρίβεια τό θέλημα Ἐκείνου πού τούς ἐμπιστεύθηκε τή διαχείριση τῆς περιουσίας Του. Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, νά διαχειριστοῦμε τά ὑλικά ἀγαθά, πού κατέχουμε, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄς μήν τά χρησιμοποιήσουμε γιά νά ἱκανοποιήσουμε τίς ἀδυναμίες καί τά πάθη μας, γιατί ἔτσι θά γίνουν μέσα τῆς αἰώνιας καταστροφῆς μας. Ἄς τά χρησιμοποιήσουμε γιά τήν ὠφέλεια τῶν συνανθρώπων μας πού τά ἔχουν ἀνάγκη, τῶν συνανθρώπων μας πού ὑποφέρουν, γιατί ἔτσι θά γίνουν μέσα τῆς σωτηρίας μας. Ὅσοι ἐπιζητοῦν τή χριστιανική τελειότητα, ἀπαρνιοῦνται ὅλα τά ὑπάρχοντά τους23. Καί ὅσοι ἐπιζητοῦν τή σωτηρία, ὀφείλουν νά κάνουν ἐλεημοσύνη24, ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές τους, καί νά ἀποφεύγουν τήν κακή χρήση τῆς περιουσίας τους.
Ἄς ἀπαρνηθοῦμε τή φιλοδοξία καί τή φιλοπρωτία! Ἄς μήν τρέχουμε πίσω ἀπό τιμές καί ἀξιώματα, χρησιμοποιώντας γιά τήν ἀποκτησή τους μέσα ἀθέμιτα καί ποταπά, ἀθετώντας τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τίς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεως καί τό χρέος τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Τέτοια μέσα κατεξοχήν χρησιμοποιοῦν οἱ ζηλωτές τῶν γήινων μεγαλείων. Δηλητηριασμένοι καί παρασυρμένοι ἀπό τή φιλοδοξία, οἱ ἀχόρταγοι κυνηγοί τῆς ἀνθρώπινης δόξας εἶναι ἀνίκανοι νά πιστέψουν στόν Χριστό. «Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς νά πιστέψετε», εἶπε ὁ Κύριος στούς φιλοδόξους Ἰουδαίους ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς Του, «ἀφοῦ ἀποζητᾶτε νά δοξάζεστε ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καί δέν ἐπιδιώκετε τή δόξα πού πηγάζει ἀπό τόν μοναδικό Θεό;»25.
Ἄν ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ μᾶς παραχώρησε ἀξιώματα καί ἐξουσία, ἄς γίνουμε, μέσω αὐτῶν, εὐεργέτες τῶν ἀνθρώπων. Ἄς φτύσουμε τό φοβερό ἐκεῖνο δηλητήριο τό τόσο ἐπικίνδυνο γιά τήν ψυχή μας, τόν ἄλογο ἐγωισμό, πού κάνει τούς ἀνθρώπους ἄρρωστους, ἤ μᾶλλον θηρία καί δαίμονες, μάστιγες τῆς ἀνθρωπότητας καί ἐχθρούς τοῦ ἑαυτοῦ τους.
Ἄς ἀγαπήσουμε πάνω ἀπ᾿ ὅλα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄς τό προτιμήσουμε ἀπό κάθετι ἄλλο. Ὅ,τι ἐναντιώνεται σ᾿ αὐτό ἄς τό μισήσουμε μ᾿ ἕνα μίσος εὐλαβικό καί εὐάρεστο στόν Θεό. Ὅταν ἡ φθαρμένη ἀπό τήν ἁμαρτία φύση μας ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, ἄς ἀντιστεκόμαστε στή φύση μας ἀποκρούοντας τίς ἐπιθυμίες καί τίς ἀπαιτήσεις της. Ὅσο πιό ἀποφασιστική εἶναι ἡ ἀντίστασή μας, τόσο πιό μεγάλη θά εἶναι ἡ νίκη μας ἐπί τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ὑποδουλωμένης στήν ἁμαρτία φύσεώς μας, τόσο πιό γρήγορη καί πιό σταθερή θά εἶναι ἡ πνευματική προκοπή μας.
Ἄν οἱ συγγενεῖς μας θελήσουν νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό καί τό θέλημά Του, ἄς σταθοῦμε μπροστά τους ὅπως τά πρόβατα στούς λύκους. Τά πρόβατα, ὅταν τά πλησιάζουν λύκοι, οὔτε σέ λύκους μεταβάλλονται, οὔτε ἀπό τά δόντια τῶν λύκων προστατεύονται 26. Ἀντισταθεῖτε, διατηρώντας τήν πιστότητά σας στόν Θεό καί μήν ὑποχωρώντας στά ἁμαρτωλά θελήματα τῶν ἀνθρώπων, ἔστω κι ἄν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι οἱ πιό κοντινοί συγγενεῖς σας. Νά ὑπομένετε, ὡστόσο, μεγαλόψυχα τίς προσβολές τους καί νά προσεύχεστε γιά τή σωτηρία τους. Σέ καμιά περίπτωση νά μήν τούς κακολογήσετε, σέ καμιά περίπτωση νά μήν τούς βλάψετε, ἐκδηλώνοντας τήν κακία τῆς πεσμένης ἀνθρωπίνης φύσεως.
«Μή νομίσετε», εἶπε ὁ Σωτήρας, «πώς ἦρθα γιά νά ἐπιβάλω ἀναγκαστική ὁμόνοια ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Δέν ἦρθα νά φέρω τέτοια ὁμόνοια ἀλλά διαίρεση. Πράγματι, ὁ ἐρχομός μου ἔφερε τόν χωρισμό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν πατέρα του, τῆς θυγατέρας ἀπό τή μάνα της, τῆς νύφης ἀπό τήν πεθερά της»27. «Ἦρθα»,προσθέτει ἑρμηνευτικά ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, «νά διχάσω τούς φίλους τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς φίλους τοῦ κόσμου, τούς ὑλικούς ἀπό τούς πνευματικούς, τούς φιλόδοξους ἀπό τούς ταπεινούς»28. Ὁ Θεός ἱκανοποιεῖται μέ τόν διχασμό, ὅταν αὐτός ὀφείλεται στήν ἀγάπη Του.
Ὁ ψαλμωδός ὀνόμασε τή γῆ «τόπο παροικίας»29, δηλαδή τόπο προσωρινῆς διαμονῆς, καί τόν ἑαυτό του «πάροικο» καί «παρεπίδημο»30, δηλαδή προσωρινό κάτοικο καί μετανάστη σέ ξένη, θά λέγαμε, χώρα. Ὁλοφάνερη καί χειροπιαστή ἀλήθεια! Ἀλήθεια πού λησμονιέται ἀπό τούς ἀνθρώπους παρά τήν ἐμφάνειά της!
Εἶμαι, λοιπόν, πάροικος στή γῆ. Ἦρθα ἐδῶ μέ τή γέννησή μου καί θά φύγω μέ τόν θάνατό μου. Εἶμαι παρεπίδημος στή γῆ: Ἐξορίστηκα σ᾿ αὐτήν διωγμένος ἀπό τόν παράδεισο, ὅπου μόλυνα καί ἀσχήμισα τόν ἑαυτό μου μέ τήν ἁμαρτία. Θ᾿ ἀφήσω, ὅμως, κάποτε τόν τόπο τοῦτο τῆς ἐξορίας μου, ὅπου μ᾿ ἔστειλε ὁ Θεός γιά νά μετανοήσω, νά καθαριστῶ ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά γίνω πάλι ἄξιος τοῦ παραδείσου. Διαφορετικά, ἄν μείνω πεισματικά καί ὁριστικά ἄμετανόητος, θά ριχθῶ γιά πάντα στίς φυλακές τοῦ ἅδη.
Εἶμαι ἀπόδημος στή γῆ: Ἡ ἀποδημία μου ἀρχιζει ἀπό τήν κούνια καί τελειώνει στόν τάφο. Ἀπό τήν παιδική ἠλικία μέχρι τά γηρατειά περιπλανιέμαι μέσα στίς ποικίλες συνθῆκες καί περιστάσεις τῆς γῆς. Πάροικοι καί παρεπίδημοι ἦταν ἐδῶ καί ὅλοι οἱ πρόγονοί μου. Πάτησαν στή γῆ μέ τή γέννησή τους καί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τή γῆ μέ τόν θάνατό τους. Κανένας δέν ἐξαιρέθηκε ἀπ᾿ αὐτόν τόν πανανθρώπινο νόμο. Κανένας δέν ἔμεινε γιά πάντα στή γῆ. Ἔφυγαν ὅλοι.Ἔτσι θά φύγω κι ἐγώ. Ἤδη ἄρχισα νά ἑτοιμάζομαι. Πέφτουν οἱ δυνάμεις μου. Ὑποτάσσομαι στά γηρατειά. Θά φύγω, θά φύγω σύμφωνα μέ τόν ἀμετάβλητο νόμο καί τή μεγαλειώδη προσταγή τοῦ Πλάστη μου, τοῦ Θεοῦ μου.
Ἄς πιστέψουμε πώς εἴμαστε ἀπόδημοι στή γῆ. Μόνο ἄν ἔχουμε αὐτή τήν πεποίθηση, μποροῦμε νά κάνουμε ἀλάθητους ὑπολογισμούς γιά τήν ἐπίγεια ζωή μας. Μόνο ἄν ἔχουμε αὐτή τήν πεποίθηση, μποροῦμε νά δώσουμε στή ζωή μας ἀπόκτηση τῆς μακάριας αἰωνιότητας. Ἄς μή στηριζόμαστε στήν κενότητα καί τή ματαιότητα, γιά νά μήν καταστραφοῦμε. Μᾶς τύφλωσε καί μᾶς τυφλώνει ἡ πτώση μας! Γι᾿ αὐτό χρειάζεται νά ἀσκήσουμε μακροχρόνια βία στόν ἑαυτό μας, ὥστε νά τόν πείσουμε γι᾿ ἀλήθειες ὁλοφάνερες, πού δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀποδείξεως.
Ὁ ὁδοιπόρος πού θά σταματήσει σ᾿ ἕνα πανδοχεῖο γιά νά ξαποστάσει, δέν ζητάει ἀνέσεις. Καί γιατί νά ζητήσει, ἀφοῦ θά μείνει ἐκεῖ γιά πολύ λίγο; Ἀρκεῖται στήν ἱκανοποίηση τῶν στοιχειωδῶν ἀναγκῶν του. Δέν θέλει, ἄλλωστε, νά ξοδέψει πολλά χρήματα, γιατί αὐτά θά τοῦ χρειαστοῦν στή συνέχεια τῆς πορείας του καί στή μεγάλη πόλη, πρός τήν ὁποία κατευθύνεται. Ὑπομένει, λοιπόν, καρτερικά τίς στερήσεις καί τήν ἀβολιά τοῦ πανδοχείου, γνωρίζοντας ὅτι πρόσκαιρα ταλαιπωρεῖται, ὅπως ὅλοι οἱ ὁδοιπόροι, καί ὅτι στόν τόπο πού πηγαίνει τόν περιμένει ἄνεση καί ἡσυχία ἀδιατάρακτη. Κανένα ἀντικείμενο τοῦ πανδοχείου, ὅσο ὡραῖο κι ἄν εἶναι, δέν ἑλκύει τήν καρδιά του. Μέ ἀσήμαντες ἀσχολίες δέν χάνει τόν καιρό του. Τοῦ χρειάζεται χρόνος γιά τήν κοπιαστική του ὁδοιπορία. Διαρκῶς συλλογίζεται τή μεγαλοπρέπεια τῆς βασιλικῆς πρωτεύουσας πού εἶναι ὁ τελικός του προορισμός, τά ἐμπόδια πού πρέπει νά ξεπεράσει, τά μέσα πού θά μποροῦσαν νά κάνουν τήν πορεία του λιγότερο ἐπίπονη, τούς ληστές πού παραμονεύουν στόν δρόμο, τούς δυστυχεῖς ὁδοιπόρους πού προηγήθηκαν ἀλλά δέν κατόρθωσαν νά φτάσουν στό τέρμα, τήν αἰώνια εὐτυχία ἐκείνων πού τό κατόρθωσαν. Ἀφοῦ, λοιπόν, παραμείνει ὅσο χρειαστεῖ στό πανδοχεῖο, εὐχαριστεῖ τόν ἰδιοκτήτη του γιά τή φιλοξενία καί φεύγει. Ἀφήνοντας πίσω του τό πανδοχεῖο, τό ξεχνᾶ ἐντελῶς, γιατί ἡ καρδιά του δέν προσκολλήθηκε σ᾿ αὐτό.
Τέτοια ἄς εἶναι καί ἡ δική μας σχέση μέ τή γῆ. Ἄς μή σπαταλήσουμε ἀλόγιστα τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἄς μήν προσφέρουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή θυσία στή ματαιότητα καί τή φθορά. Ἄς ἀποφύγουμε κάθε ἐξάρτηση ἀπό τά ὑλικά καί πρόσκαιρα, γιά νά μή στερηθοῦμε τά οὐράνια καί αἰώνια. Ἄς μήν κυνηγᾶμε ἀχόρταγα καί ἀνικανοποίητα τίς ἡδονές, πού μᾶς ὁδηγοῦν σέ μεγάλες καί φοβερές πτώσεις. Ἄς φυλαχθοῦμε ἀπό τά περιττά καί ἄς ἀρκεστοῦμε μόνο στά ἀπαραίτητα. Ἄς συγκεντρώσουμε ὅλο μας τό ἐνδιαφέρον στήν πέρα ἀπό τόν τάφο ἀτελεύτητη ζωή, τήν ὁποία προσδοκοῦμε. Ἄς γνωρίσουμε τόν Θεό, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς πρόσταξε, δωρίζοντάς μας τή γνώση Του μέ τόν λόγο καί τή χάρη Του. Ἄς οἰκειωθοῦμε τόν Θεό στή διάρκεια τῆς παρούσας ζωῆς. Ἐκεῖνος μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα νά ἑνωθοῦμε στενά μαζί Του. Καί γιά νά πραγματοποιήσουμε αὐτό τό ὕψιστο ἔργο, ἔχουμε τόν χρόνο τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Ἄν ἡ θαυμαστή ἕνωσή μας μέ τόν Θεό δέν πραγματοποιηθεῖ μέσα σ᾿ αὐτό τό διάστημα, δέν θά πραγματοποιηθεῖ ποτέ. Ἄς γίνουμε φίλοι μέ τούς πολίτες τοῦ οὐρανοῦ, τούς ἁγίους ἀγγέλους καί τούς κεκοιμημένους ἁγίους ἀνθρώπους, «ὥστε, ὅταν ἔρθει τό τέλος μας, νά μᾶς δεχθοῦν στίς αἰώνιες κατοικίες»31.
Ἄς γνωρίσουμε καλά τά πνεύματα πού ἔπεσαν, τούς θηριώδεις αὐτούς καί δόλιους ἐχθρούς τοῦ ἀνθρώπινου γένους, γιά ν᾿ ἀποφύγουμε τίς παγίδες τους καί νά μή ριχθοῦμε μαζί τους στίς φλόγες τοῦ ἅδη. Φῶς στήν πορεία τῆς ζωῆς μας ἄς εἶναι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ32.
Ἄς δοξάσουμε καί ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Θεό γιά τά ἀγαθά πού μᾶς παρέχει πλούσια, τά ἀγαθά μέ τά ὁποῖα εἶναι γεμάτη ἡ γῆ, ὁ τόπος τῆς πρόσκαιρης φιλοξενίας μας, γιά τήν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν μας. Μέ νοῦ καθαρό ἄς ἀντιληφθοῦμε τή σημασία αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν: Δέν εἶναι παρά ἀμυδρές προτυπώσεις, δέν εἶναι παρά σκιές τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν.
Ὁ Θεός, χαρίζοντάς μας τά ἐπίγεια ἀγαθά, μᾶς λέει, θαρρεῖς, μυστικά: “Ἄνθρωποι! Ἡ προσωρινή διαμονή σας στή γῆ ἔχει ἐξασφαλιστεῖ μέ ἀναρίθμητα καί ποικίλα ἀγαθά, πού καταπλήσσουν τά μάτια καί σαγηνεύουν τήν καρδιά, ἱκανοποιώντας μέ πληρότητα τίς ἀνάγκες σας. Ἀπ᾿ αὐτό μπορεῖτε νά ἀντιληφθεῖτε πόσα ἀγαθά ὑπάρχουν στήν αἰώνια κατοικία σας, στόν οὐρανό. Μπορεῖτε νά ἀντιληφθεῖτε τήν ἄπειρη καί ἀσύλληπτη ἀγάπη μου σ᾿ ἐσᾶς. Παρατηρώντας, λοιπόν, τά γήινα ἀγαθά καί ἐκτιμώντας τα μέ εὐσεβῆ λογισμό, μή φέρεστε ἀλόγιστα. Μήν ὑποδουλώνεστε σ᾿ αὐτά. Μήν καταστρέφετε τόν ἑαυτό σας μ᾿ αὐτά. Χρησιμοποιώντας τα ὅταν καί ὅσο σᾶς χρειάζονται, στραφεῖτε μ᾿ ὅλες σας τίς δυνάμεις στήν ἀπόκτηση τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν”.
Ἄς φύγουμε μακριά ἀπ᾿ ὅλες τίς ψεύτικες διδασκαλίες καί τίς συνακόλουθες δραστηριότητες. Τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ «τόν ξένο δέν θά τόν ἀκολουθήσουν, ἀλλά θά φύγουν μακριά του, γιατί δέν ἀναγνωρίζουν τή φωνή τῶν ξένων»33. Ἄς γνωρίσουμε καλά τή φωνή τοῦ Χριστοῦ, ὥστε, ὅταν τήν ἀκούσουμε, νά τήν ἀναγνωρίσουμε ἀμέσως καί νά πράξουμε τό θέλημα Του.
Ἄν γνωρίζουμε τή φωνή τοῦ Κυρίου, ἀντιλαμβανόμαστε ἀλάθητα τήν ξένη φωνή μέ τούς ποικίλους ἤχους τῆς κοσμικῆς σοφίας, φωνή πού δέν μᾶς τραβάει. Μόλις ἀκοῦμε ξένη φωνή, ἄς φεύγουμε τρέχοντας μακριά της. Ἔτσι σώζονται τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν ἀπομάκρυνση καί τήν ἀποφασιστική ἀδιαφορία στό κάλεσμα τῆς ξένης φωνῆς. Ἄν δώσουμε ἔστω καί ἐλάχιστη προσοχή στήν ξένη φωνή, κινδυνεύουμε. Γιατί πίσω ἀπό τήν προσοχή αὐτή ἀκολουθεῖ ἡ πλάνη, καί πίσω ἀπό τήν πλάνη ἡ καταστροφή. Ποιά ἦταν ἡ ἀρχή καί ἡ ἀφορμή τῆς πτώσεως τῶν προπατόρων μας; Ἡ προσοχή πού ἔδωσε ἡ Εὔα στήν ξένη φωνή.
Ὁ Ποιμένας μας ὄχι μόνο μᾶς καλεῖ μέ τή γνώριμη φωνή Του, ἀλλά καί μᾶς καθοδηγεῖ μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς Του. «Μπαίνει μπροστά καί τά πρόβατα Τόν ἀκολουθοῦν»34. Μᾶς πρόσταξε ν᾿ ἀπαρνηθοῦμε τόν κόσμο καί τόν ἑαυτό μας, σηκώνοντας τόν σταυρό μας. Αὐτό ἔκανε κι Ἐκεῖνος μπροστά στά μάτια μας. «Ὑπέμεινε παθήματα γιά χάρη μας, ἀφήνοντάς μας τό ὑπόδειγμα γιά νά βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια Του»35.
Εὐδόκησε νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἄν καί Βασιλιάς, ἔγινε σάν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ. Γεννήθηκε σέ μιά σπηλιά, πού ἦταν στάβλος κατοικίδιων ζώων, γιατί ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαριάμ, ἡ ἁγία Μητέρα Του, δέν βρῆκαν τόπο στά οἰκήματα τῶν ἀνθρώπων. Κούνια Του ἦταν ἕνα παχνί. Μόλις μαθεύτηκε ἡ γέννησή Του, σχεδιάστηκε ἡ ἐξόντωση Του! Βρέφος ἀκόμα, παρακολουθεῖται! Βρέφος ἀκόμα, ἀναζητεῖται γιά νά θανατωθεῖ! Βρέφος ἀκόμα, καταφεύγει μέσ᾿ ἀπό τήν ἔρημο στήν Αἴγυπτο, γιά νά γλυτώσει ἀπό τόν ἐξαγριωμένο φονιά!
Τά παιδικά Του χρόνια ὁ Θεάνθρωπος τά πέρασε μέ ὑποταγή στούς γονεῖς, τόν Ἰωσήφ, πού θεωροῦνταν πατέρας Του, καί τή Μαριάμ, τή φυσική μητέρα Του. Ἔτσι ἔδωσε τό παράδειγμα τῆς ταπεινώσεως στούς ἀνθρώπους, πού καταστρέφονται ἀπό τόν ἐγωισμό καί τή θυγατέρα του, τήν ἀνυπακοή.
Τά ὥριμα χρόνια Του ὁ Κύριος τά ἀφιέρωσε στό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, γυρίζοντας ἀπό πόλη σέ πόλη κι ἀπό χωριό σέ χωριό, χωρίς νά ἔχει ποῦ νά γείρει τό κεφάλι 36. Ἐνδύματά Του ἦταν ὁ χιτώνας καί τό ἱμάτιο.
Τόν καιρό ἐκεῖνο οἱ ἄνθρωποι, στούς ὁποίους ἔφερε τό μήνυμα τῆς σωτηρίας καί σκόρπισε τίς θεῖες Του εὐεργεσίες, Τόν μίσησαν. Θέλησαν νά Τόν θανατώσουν. Καί τό ἐπιχείρησαν ὄχι μιά φορά μόνο. Τελικά Τόν καταδίκασαν σέ σταύρωση σάν κοινό ἐγκληματία. Ὁ Ἴδιος τούς ἄφησε νά διαπράξουν τό φρικτό αὐτό κακούργημα, πού τόσο τό διψοῦσαν οἱ καρδιές τους, ὥστε, μέ τόν θάνατο τοῦ πανάγιου ἑαυτοῦ Του, νά ἀπαλλάξει ἀπό τήν κατάρα τῆς προπατορικῆς παραβάσεως καί τόν αἰώνιο θάνατο τό ἄνομο γένος τῶν ἀνθρώπων. Μαρτυρική ἦταν ἡ ἐπίγεια ζωή τοῦ Θεανθρώπου, πού τέλειωσε καί μέ μαρτυρικό θάνατο.
Στ᾿ ἀχνάρια τοῦ Κυρίου βάδισαν ὅλοι οἱ ἅγιοι κι ἔφτασαν στή μακαρία αἰωνιότητα. Ἀκολούθησαν τόν δρόμο τόν στενό, τόν δρόμο τόν γεμάτο θλίψεις. Ἀπαρνήθηκαν τή δόξα καί τίς ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου. Χαλιναγώγησαν τίς σαρκικές ἐπιθυμίες μέ τήν ἄσκηση. Σταύρωσαν τό κοσμικό πνεῦμα στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου. Ὑπέμειναν ἀναρίθμητες στερήσεις. Καταδιώχθηκαν ἀπό τά πονηρά πνεύματα ἀλλά κι ἀπό τούς ἀδελφούς τους, τούς ἀνθρώπους.
Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό καί τό πλῆθος τῶν ἁγίων, πού Τόν ἀκολούθησαν! Ὁ Θεάνθρωπος, «ἀφοῦ καθάρισε μέ τόν σταυρικό Του θάνατο τίς ἁμαρτίες μας, κάθησε ψηλά, στά δεξιά τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ»37. Ἐκεῖ καλεῖ ὅσους Τόν ἀκολουθοῦν: «Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ᾿ τόν Πατέρα μου, κληρονομεῖστε τή Βασιλεία πού σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπό τήν ἀρχή τοῦ κόσμου»38.
____________

1 Ἰω. 12:26.
2 Ἰω. 10:2.
3 Ἰω. 10:3-4.
4 Τίτ. 3:5.
5 Ἰω. 10:9.
6 Ἰω. 12;26.
7 Ἰω.1:1.
8 Ἰω. 10;38.
9 Α΄ Ἰω. 4;15.
10 Ἰω. 12:26.
11 Ἀποκ. 3:21.
12 Μαρκ. 8:34-35.
13 Λουκ. 14:26.
14 Ἰω. 6:60.
15 Α΄ Κορ. 1:18.
16 Ματθ. 6:24.
17 Ματθ. 6;24.
18 Β΄ Κορ. 1:12.
19 Ἡσ. 1:19-20.
20 Α΄ Κορ. 2;16.
21 Ρωμ. 8:6-7.
22 Βλ. Λουκ. 16:1-31.
23 Ματθ. 19:16-30.
24 Λουκ. 11:41.
25 Ἰω. 5;44.
26 Βλ. Ματθ. 10:16.
27 Ματθ. 10;34-35.
28 Κλῖμαξ, Γ΄, 22.
29 Ψαλμ. 118:54.
30 Ψαλμ. 38:13.
31 Λουκ. 16:9.
32 Βλ. Ψαλμ. 118:105.
33 Ἰω. 10:5.
34 Ἰω. 10;4.
35 Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 2;21.
36 Ματθ. 8:20.
37 Ἑβρ. 1:3.
38 Ματθ. 25;34.

(Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”, Τόμος Α΄, Ἰ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς)


Ακόμη κι ένας άγιος ΔΕΝ μπορεί ν' αντιληφθεί όλους τους λόγους που συντρέχουν για να μας επισκεφθεί η θλίψη...

[...] Tα ιερά κείμενα μάς διδάσκουν πως όλοι οι άγιοι του Θεού χωρίς καμιά εξαίρεση,τελείωσαν το επίγειο ταξίδι τους βαδίζοντας "την στενή και τεθλιμμένη οδό" .
Η ζωή τους ήταν γεμάτη θλίψεις και στερήσεις (βλ. Εβρ.ιβ΄).
Αυτή ήταν η άποψη των αληθινών φίλων του Θεού για τις θλίψεις. Αυτή η στάση τους για τις θλίψεις που τους τύχαιναν τους έκανε να συμπεριφέρονται με μεγάλη σοφία και αυταπάρνηση. 
Τις θλίψεις που τους έβρισκαν, ό,τι λογιών και αν ήσαν, τις δέχονταν σαν κάτι που τους άξιζε, που τους έπρεπε.(βλ. Αγίου Μάρκου του Ασκητού,226 κεφάλαια Περί των οιομένων εξ έργων νόμου δικαιούσθαι, κεφ. 6).

Πίστευαν μ' όλη τους την ψυχή πως άν δεν το επέτρεπε ο Θεός, αν δεν ήταν απαραίτητο δηλαδή για τις πνευματικές ανάγκες τους,δεν θα τους έβρισκε η θλίψη.

Το πρώτο που έκαναν με το που τους έβρισκε κάποια στενοχώρια, ήταν να ομολογήσουν ότι την άξιζαν. 
Έψαχναν και πάντα έβρισκαν μέσα τους την αιτία της θλίψης.

Μόνο αν παρατηρούσαν πως η θλίψη τους στεκόταν εμπόδιο να ευαρεστήσουν στο Θεό, μόνο τότε παρακαλούσαν με την προσευχή τους τον Κύριο να τους απαλλάξει από αυτήν.
Και την εκπλήρωση ή μη εκπλήρωση του αιτήματός τους την άφηναν στο θέλημα του Θεού.
Ποτέ δεν λογάριαζαν σωστή τη δική τους γνώμη για τον πνευματικό σκοπό της θλίψης.

Η κρίση του ανθρώπου ποτέ δεν μπορεί να είναι απόλυτα σωστή. Γιατί ακόμη και ενός αγίου ανθρώπου η κρίση είναι περιορισμένη.
Δεν μπορεί να αντιληφθεί όλους τους λόγους που συντρέχουν για να μας επισκεφθεί η θλίψη όπως τ' αντιλαμβάνεται το μάτι του Θεού που τα βλέπει όλα.
Ο Θεός επιτρέπει να δοκιμάσουν τις θλίψεις ακόμα και οι δούλοι Του, οι εκλεκτοί Του.
Ο απόστολος Παύλος παρακάλεσε "τρις" τον Κύριο για να απομακρύνει τον πειρασμό που τον βρήκε , τον "άγγελον σατάν", που τον εμπόδιζε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. 
Κι ο Παύλος δεν εισακούστηκε. Η κρίση του Θεού εκείνη τη στιγμή ήταν διάφορη από την κρίση του θεοπνεύστου αποστόλου (βλ. Β Κορινθ. 7-10) [...]

(Από το βιβλίο "Προσευχή και Πλάνη", Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, 
μετάφραση Πέτρου Μπότση, σελ.114-115)

O αόρατος εσωτερικός πόλεμος

O αόρατος εσωτερικός πόλεμος του χριστιανού με τα πάθη δεν είναι καθόλου κατώτερος ή ευκολότερος από τον αιματηρό αγώνα των μαρτύρων της πίστεως.

«Δώσε αίμα, για να λάβεις Πνεύμα», λένε, όπως είδαμε, οι πατέρες, πού γνώρισαν εμπειρικά αυτόν τον πόλεμο. Μόνο οι επιμελείς τηρητές των ευαγγελικών εντολών, μόνο οι αληθινοί μαθητές του Χριστού πολεμούν με συνέπεια και αυταπάρνηση τα πάθη τους...

«Η ακριβής τήρηση των εντολών διδάσκει στους ανθρώπους πόσο αδύναμοι είναι», λέει ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Στη γνώση και τη συναίσθηση της αδυναμίας μας θεμελιώνεται όλο το οικοδόμημα της σωτηρίας μας.

«Η ακριβής τήρηση των εντολών διδάσκει στους ανθρώπους πόσο αδύναμοι είναι»: 

Τί παράξενη λογική για την επιφανειακή σκέψη! Και όμως, τα λόγια τούτα είναι λόγια πείρας. Μόνο με την επιμελημένη τήρηση των εντολών μπορεί ο άνθρωπος να δει το πλήθος των παθών του. Μόνο με την επιμελημένη τήρηση των εντολών μπορεί ο άνθρωπος να πεισθεί για την απόλυτη αδυναμία του παλαιού Αδάμ, για τη δύναμη του νέου Αδάμ και για την ορθότητα του πατερικού εκείνου ορισμού, σύμφωνα με τον οποίο ο πνευματικός νόμος δεν μπορεί να εκπληρωθεί παρά μόνο με τους οικτιρμούς του Χριστού.

Με την οικονομία της παντοδύναμης αγαθής πρόνοιας του Θεού, ακόμα και η ίδια η αμαρτία πού ζει μέσα στον άνθρωπο, η αμαρτία πού κυριαρχεί σ” όλη την ύπαρξή του, σ” όλα τα μέρη της ψυχής του και σ” όλα τα μέλη του σώματός του, συμβάλλει στην πνευματική του πρόοδο, αν βέβαια είναι αληθινός χριστιανός.

Η συναίσθηση της πνευματικής μας φτώχειας, η παραδοχή της πνευματικής μας πτώσεως, η αναγνώριση της αναγκαιότητας της λυτρώσεως και η ολόψυχη ομολογία ως Λυτρωτή του Υιού του Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι οι καρποί της πάλης μας με τα πάθη. Αυτοί οι καρποί αποτελούν το εχέγγυο της αιώνιας μακαριότητας.

Η συναίσθηση της πνευματικής φτώχειας, η παραδοχή της πτώσεως, η ζωντανή ομολογία του Λυτρωτή είναι άγνωστες στον άνθρωπο πού έχει κοσμικό φρόνημα. Αυτός είναι δούλος των παθών, δεν βλέπει στον εαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο αρετές, και είτε δεν περιμένει τίποτα στον ουρανό, καθώς δεν συλλογίζεται ποτέ τον ουρανό, είτε περιμένει βραβεία σαν οφειλές, έχοντας πλήρη άγνοια της μοναδικής αρετής πού βραβεύεται στον ουρανό και πού δεν είναι άλλη από τον χριστιανικό τρόπο ζωής.

Ο δούλος του Θεού, τηρώντας τις ευαγγελικές εντολές, όλο και πιο καθαρά βλέπει τα πάθη του. Και όσο η χάρη του Αγίου Πνεύματος δημιουργεί μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις -τη συναίσθηση της πνευματικής φτώχειας, το πένθος, την πραότητα, το έλεος, την καθαρότητα, τη διάκριση-, τόσο νιώθει τον εαυτό του πιο αμαρτωλό απ” όλους τους αμαρτωλούς, αμέτοχο σε οποιοδήποτε καλό, ένοχο αναρίθμητων κακών, άξιο αιώνιων βασάνων στη γέεννα του πυρός για τη διαρκή αθέτηση των εντολών του Θεού.

Του Αγίου Ιγνατίου Μπρατσιανίνωφ

Σκέψεις για τον θάνατο

Ο ΚΛΗΡΟΣ όλων των ανθρώπων της γης, κλήρος αναπόφευκτος, είναι ο θάνατος. Τον φοβόμαστε ως τον πιο άσπονδο εχθρό μας. Τα θύματά του τα κλαίμε πικρά. Ωστόσο ζούμε σαν να μην υπήρχε θάνατος, ζούμε σαν να είμαστε αιώνιοι πάνω στη γη.

Τάφε μου! Γιατί σε ξεχνώ; Εσύ με περιμένεις. Περιμένεις να γίνω ο κάτοικός σου. Και θα γίνω. Γιατί, λοιπόν, σε ξεχνώ και ζω σαν να περιμένεις κάθε άλλον άνθρωπο εκτός από μένα;...

Η αμαρτία μού στέρησε και μου στερεί τη γνώση και την αίσθηση κάθε αλήθειας. Μου κλέβει, μου αρπάζει από τον νου τη μνήμη του θανάτου, του τελευταίου και συνάμα του πιο σημαντικού και του πιο βέβαιου γεγονότος της ζωής του άνθρωπου.

Για να θυμόμαστε τον θάνατο, πρέπει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού. Με τις εντολές του Χριστού ο νους και η καρδιά καθαρίζονται, νεκρώνονται για τον κόσμο και αναζωογονούνται για τον Κύριο. Ο νους, όσο απαλλάσσεται από τους κακούς ή και απλώς μάταιους λογισμούς, τόσο συλλογίζεται τον θάνατο. Η καρδιά, όσο απαλλάσσεται από τα πάθη, τόσο τον προαισθάνεται. Και ο νους και η καρδιά, όσο απομακρύνονται από τον αμαρτωλό κόσμο, τόσο στρέφονται προς την αιωνιότητα, όσο αγαπούν τον Χριστό, τόσο ποθούν να βρεθούν κοντά Του, μολονότι, έχοντας συναίσθηση του μεγαλείου του Θεού και της δικής τους αμαρτωλότητας, αναλογίζονται με τρόμο την ώρα του θανάτου. Φοβερός παρουσιάζεται μπροστά τους ο θάνατος μαζί με τον αγώνα του. Τον ποθούν, ωστόσο, για να λυτρωθούν από την επίγεια αιχμαλωσία.

Αν εμείς δεν μπορούμε να ποθούμε τον θάνατο λόγω της ψυχρότητάς μας απέναντι στον Χριστό και της αγάπης μας προς τα φθαρτά, ας χρησιμοποιήσουμε τουλάχιστο τη μνήμη του θανάτου σαν ένα πικρό φάρμακο ενάντια στην αμαρτωλότητά μας. Γιατί η ψυχή, όταν οικειωθεί τη μνήμη του θανάτου, διαλύει τη φιλία της με την αμαρτία και απομακρύνεται απ' όλες τις αμαρτωλές απολαύσεις.

«Μόνο αυτός που γνώρισε τι σημαίνει μνήμη θανάτου», είπε κάποιος από τούς οσίους πατέρες, «δεν θα μπορέσει ποτέ πια ν' αμαρτήσει». «Να θυμάσαι πάντα τα τέλη της ζωής σου», λέει και η Γραφή, «και δεν θα αμαρτήσεις ποτέ».

Να σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου σαν αναστημένος από τους νεκρούς. Να ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου σαν νεκρός που τοποθετείται στον τάφο. Ο ύπνος είναι συμβολισμός του θανάτου. Και το σκοτάδι της νύχτας είναι προάγγελος του σκοταδιού του τάφου, που θα το διαλύσει το φως της αναστάσεως, φως χαρμόσυνο για τους φίλους του Χριστού και φοβερό για τους εχθρούς Του.

Ένα πυκνό σύννεφο, μολονότι δεν είναι παρά μια λεπτή μάζα υδρατμών, κρύβει από τα μάτια του σώματός μας το φως του ήλιου. Έτσι και το πυκνό σύννεφο των σαρκικών απολαύσεων, του περισπασμού και των βιοτικών μερίμνων κρύβει από τα μάτια της ψυχής μας τη μεγαλειώδη αιωνιότητα.

Για τα τυφλωμένα μάτια δεν υπάρχει ο λαμπερός ήλιος στον καθαρό ουρανό. Για την καρδιά που έχει τυφλωθεί από την εμπάθεια, από την προσκόλληση στον πλούτο και τη δόξα και τις ηδονές της γης, δεν υπάρχει αιωνιότητα.

«Κακός είναι ο θάνατος των αμαρτωλών» και τους επισκέπτεται τη στιγμή που δεν τον περιμένουν, βρίσκοντάς τους εντελώς απροετοίμαστους για την αιωνιότητα. Τους αρπάζει, λοιπόν, από τη γη, όπου άλλο τίποτα δεν έκαναν παρά να παροργίζουν τον Θεό, και τους ρίχνει για πάντα στη φυλακή του άδη.

Θέλεις να θυμάσαι τον θάνατο; Να είσαι αυστηρά μετρημένος στη διατροφή σου, στην ένδυσή σου, στη χρήση υλικών αντικειμένων γενικά. Να προσέχεις μήπως τα είδη πρώτης ανάγκης φτάσουν να γίνουν είδη πολυτελείας. Να μελετάς με πνεύμα μαθητείας τον νόμο του Θεού μέρα και νύχτα ή όσο μπορείς συχνότερα. Έτσι θα κρατήσεις τη μνήμη του θανάτου. Και θα την κρατήσεις σταθερά, μόνιμα, ακλόνητα, αν την ενώσεις με τη βαθιά μετάνοια για τις αμαρτίες σου, με την ειλικρινή διάθεσή σου για διόρθωση, με τα ποτάμια των κατανυκτικών δακρύων, με εγκάρδιες και πολλές προσευχές.

Ποιος από τους ανθρώπους έμεινε για πάντα σωματικά ζωντανός στη γη; Κανένας. Θ' ακολουθήσω, λοιπόν, κι εγώ τα χνάρια των γονιών μου, των παππούδων μου, των αδελφών μου και όλων των συνανθρώπων μου. Το σώμα μου θα κλειστεί στον σκοτεινό τάφο. Η κατάσταση της ψυχής μου θα είναι μυστήριο αξεδιάλυτο για όσους θα βρίσκονται ακόμα στη γη.

Θα κλάψουν για μένα οι συγγενείς και οι φίλοι μου. Ίσως να κλάψουν πολύ πικρά. Σύντομα, όμως, θα με λησμονήσουν. Έτσι θρηνήθηκαν και έτσι λησμονήθηκαν αναρίθμητοι άνθρωποι πριν από μένα. Τώρα δεν τους θυμάται παρά μόνο ο υπερτέλειος Θεός.

Αμέσως μετά τη γέννησή μου, ή μάλλον αμέσως μετά τη σύλληψή μου, ο θάνατος έβαλε πάνω μου τη σφραγίδα του. Είναι δικός μου κι αυτός, είπε, ετοιμάζοντας χωρίς χρονοτριβή το δρεπάνι του. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να γίνω θύμα του! Ίσως να μου κατάφερε ήδη —και πράγματι μου κατάφερε— πολλά άστοχα χτυπήματα. Αναπόφευκτα, όμως, θα έρθει και το εύστοχο, το καίριο και τελευταίο χτύπημα.

Με παγερό χαμόγελο και υπεροπτικό ύφος κοιτάζει ο θάνατος τα επίγεια έργα των ανθρώπων. Κοιτάζει τον αρχιτέκτονα να σχεδιάζει ένα κολοσσιαίο κτίριο, κοιτάζει τον ζωγράφο να φιλοτεχνεί έναν υπέροχο πίνακα, κοιτάζει τον μεγαλοφυή στοχαστή να καταγράφει τις ιδέες του. Και ξαφνικά έρχεται απρόσκλητος, απρόσμενος αλλά και αδυσώπητος στους μεγάλους της γης, παίρνει τη ζωή τους και ακυρώνει τα φιλόδοξα σχέδιά τους.

Μόνο μπροστά στον μαθητή του Χριστού στέκεται ευλαβικά ο σκληρός θάνατος. Νικημένος καθώς είναι από τον αναστημένο Θεάνθρωπο, σέβεται μόνο την «εν Χριστώ» ζωή. Συχνά ουράνιος αγγελιοφόρος πληροφορεί τους υπηρέτες της Αλήθειας για την επικείμενη μετοίκησή τους στην αιώνια μακαριότητα. Έτσι, προετοιμασμένοι για τον θάνατο με την πνευματική ζωή, παρηγορημένοι από τη μαρτυρία της συνειδήσεώς τους και από την ουράνια υπόσχεση, κοιμούνται τον αιώνιο ύπνο ήσυχα, με το χαμόγελο στα χείλη.

Έχεις δει σώμα αγίου μετά την έξοδο της ψυχής του; Δεν αναδίδει δυσοσμία. Δεν εμπνέει φόβο. Όταν ενταφιάζεται, τη διάχυτη θλίψη των παρόντων ανθρώπων τη σκορπίζει και την εξαφανίζει μια ακατάληπτη χαρά. Το πρόσωπο, με τα χαρακτηριστικά του αναλλοίωτα, αναπαύεται μέσα σε μια βαθιά ειρήνη και συνάμα λάμπει από μιαν απερίγραπτη ευφροσύνη, την ευφροσύνη των τερπνών συναντήσεων και ασπασμών με τους αγίους και τους αγγέλους του Θεού, που έρχονται από τον ουρανό για να παραλάβουν την ψυχή.

Έλα, λοιπόν, μνήμη του θανάτου μου! Έλα εσύ, η τόσο πικρή αλλά και τόσο ρεαλιστική και αναγκαία και ωφέλιμη μνήμη! Απομάκρυνέ με από την αμαρτία! Βάλε με στον δρόμο του Χριστού! Παράλυσε τα μέλη μου για κάθε κούφια, κάθε μάταιη, κάθε αμαρτωλή ενέργεια.

Έλα, μνήμη του θανάτου μου! Έλα, και θα διώξω μακριά μου την κενοδοξία και τη φιληδονία, που θέλουν να με αιχμαλωτίσουν. Έλα, και θα αποσύρω από το τραπέζι μου τα αχνιστά πλούσια φαγητά. Έλα και θα βγάλω τα φανταχτερά μου ρούχα, για να βάλω πένθιμα. Έλα, και θα κλάψω ζωντανός τον εαυτό μου, τον νεκρό από τη γέννησή του.

"Έτσι!", μου αποκρίνεται η μνήμη του θανάτου. "Θρήνησε τον εαυτό σου όσο ακόμα είσαι ζωντανός! Εγώ ήρθα για να σε πικράνω ευεργετικά, φέρνοντας μαζί μου σκέψεις πολλές, σκέψεις ωφέλιμες για την ψυχή σου. Πούλησε όσα από τα υπάρχοντά σου δεν σου είναι απόλυτα αναγκαία και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, στέλνοντας μ' αυτόν τον τρόπο προκαταβολικά τους θησαυρούς σου στον ουρανό, όπως είπε ο Κύριος. Όταν πας κι εσύ εκεί, θα βρεις τους θησαυρούς σου αυξημένους εκατό φορές. Κλάψε πικρά και προσευχήσου θερμά για τον εαυτό σου. Ποιος θα σε μνημονεύει τόσο επίμονα και εγκάρδια μετά τον θάνατό σου όσο εσύ ο ίδιος πριν από τον θάνατό σου; Μην εμπιστεύεσαι τη σωτηρία της ψυχής σου σε άλλους, όταν μπορείς μόνος σου να επιτελέσεις αυτό το έργο, το πιο σημαντικό, το πιο επιτακτικό, αλλά και το πιο επείγον έργο της ζωής σου! Γιατί να τρέχεις πίσω από τη φθορά, όταν ο θάνατος οπωσδήποτε θα σου αφαιρέσει όλα τα φθαρτά; Ο θάνατος είναι εκτελεστής των εντολών του πανάγιου Θεού. Μόλις ακούσει μιαν εντολή Του, σπεύδει να την εκτελέσει με ταχύτητα αστραπής. Δεν ντρέπεται ούτε τον πλούσιο ούτε τον άρχοντα ούτε τον ήρωα ούτε τον μεγαλοφυή. Δεν λυπάται ούτε τα νιάτα ούτε την ομορφιά ούτε την εγκόσμια ευτυχία. Μεταφέρει στην αιωνιότητα κάθε άνθρωπο, τον φίλο του Θεού στην αιώνια μακαριότητα και τον εχθρό του Θεού στην αιώνια κόλαση".

«Η μνήμη του θανάτου είναι δώρο του Θεού», είπαν οι πατέρες. Κι αυτό το δώρο δίνεται στους τηρητές των εντολών του Χριστού, για να τους τελειοποιήσει στον ιερό αγώνα της μετάνοιας και της σωτηρίας.

Η ευεργετική και θεοδώρητη μνήμη του θανάτου προϋποθέτει πάντοτε την έντονη προσωπική προσπάθεια για την οικείωση αυτής της μνήμης. Μη σταματήσεις, λοιπόν, να ασκείς στον εαυτό σου όση βία χρειάζεται για να θυμάται —αδιάλειπτα, αν είναι δυνατόν— την ώρα του τέλους του. Ανάγκαζέ τον, με συνεχείς υπομνήσεις, να συλλογίζεται την αναμφισβήτητη τούτη αλήθεια, ότι οπωσδήποτε κάποτε, άγνωστο πότε ακριβώς, θα πεθάνει. Έπειτα από ολιγόχρονη άσκηση βίας και χάρη στις υπομνήσεις σου, η μνήμη του θανάτου θ' αρχίσει να έρχεται από μόνη της στον νου, να έρχεται όλο και πιο συχνά, να έρχεται δυνατή και συνταρακτική, χτυπώντας με το θανατηφόρο ξίφος της κάθε αμάρτημα πριν καλά-καλά γεννηθεί.

Ξένος προς το πνευματικό αυτό δώρο είναι εκείνος που αγαπά την αμαρτία. Ο φίλος της αμαρτίας και λίγο πριν τοποθετηθεί στον τάφο αποζητάει τις σαρκικές απολαύσεις. Καταπρόσωπο βλέπει τον θάνατο, και δεν προβληματίζεται. Αντίθετα, ο μαθητής του Χριστού, ακόμα και αν βρίσκεται σε μεγαλόπρεπα ανάκτορα, θυμάται τον τάφο, που τον προσμένει, και χύνει δάκρυα σωτήρια για την ψυχή του. Αμήν. 


(ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ B', ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ)

“Γρηγορείτε ουν και προσεύχεσθε”



Ο Κύριος μας έχει προαναγγείλει την θλίψη, που θα προηγηθεί της Δευτέρας Παρουσίας. Και έδωκε εντολή στους μαθητές Του να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά. Και να προσεύχωνται. Τους είπε: «Βλέπετε. Αγρυπνείτε. Προσεύχεσθε. Ουκ οίδατε γαρ πότε ο καιρός εστιν».

Η προσευχή χρειάζεται πάντοτε. Και είναι πάντοτε στον άνθρωπο ωφέλιμη. Γιατί αυτή τον κρατεί σε κοινωνία με τον Θεό και υπό την σκέπη Του. Αυτή τον φυλάει από τη φιλαυτία και την αυτοπεποίθηση και από το παραστράτημα της ματαιοδοξίας και της υπερηφάνειας. Και μην ξεχνάμε, πως όλους αυτούς τους λογισμούς, επακόλουθα, κακές συνέπειες της πτώσεως, του ενσπείρουν στο νου μας τα εκπεσόντα πνεύματα της πονηρίας.

Σε περίοδο θλίψης και κινδύνων, ορατών και αοράτων, η προσευχή χρειάζεται ακόμη πιο πολύ. Γιατί είναι η έκφραση της απάρνησης της αυτοπεποίθησης και έκφραση της ελπίδας στο Θεό. Γιατί εφέλκει σε μας την θεία βοήθεια. Και ο παντοδύναμος Θεός έρχεται συνεργός μας. Και με ενέργειές Του θαυμαστές μας βγάζει από τις δύσκολες περιστάσεις, που βρισκόμαστε.

Είναι λάθος να ζητή κανείς να ιδή σημεία εν τω ουρανώ, για να αποκτήση γνώση Θεού. Τέτοια σημεία ζητούν μόνο εκείνοι που έχουν σαρκικό φρόνημα.
Και να μη το ξεχνάμε ποτέ, ότι:
Η θεογνωσία, η ζώσα πίστις, η ευλογημένη ταπεινοφροσύνη, η καθαρή προσευχή, συναποτελούν την πνευματική λογική. Είναι τα επί μέρους τμήματά της.

Και αντίθετα, η αγνωσία του Θεού, η απιστία, η τύφλωση του πνεύματος, η υπερηφάνεια, η αυτοπεποίθηση, η φιλαυτία, συναποτελούν το σαρκικό φρόνημα.
Το σαρκικό φρόνημα δεν γνωρίζει τον Θεό. Δεν τα δέχεται (αλλά ούτε και καταλαβαίνει!) τα μέσα, με τα οποία ο Θεός θέλει να οδηγήση τον άνθρωπο στην θεογνωσία. Είναι ένας τρόπος αναζήτησης της γνώσης του Θεού πέρα για πέρα λαθεμένος και ψυχώλεθρος.

*από το βιβλίο: Α Γ Ι Ο Υ   Ι Γ Ν Α Τ Ι Ο Υ  Μ Π Ρ Ι Α Ν Τ Σ Ι Α Ν Ι Ν Ω Φ  Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Υ 
 Σ Τ Α Υ Ρ Ο Υ Π Ο Λ Ε Ω Σ – «Θ Α Υ Μ Α Τ Α   Κ Α Ι  Σ Η Μ Ε Ι Α» (ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΑ 2000)

Έργα διαβόλου και έργα Θεού

Πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, που ο Χριστιανισμός, η πνευματική μόρφωση και η κρίση θα αμβλυνθούν, και θα χαλαρώσουν σε φοβερό βαθμό, θα παρουσιασθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται, που θα κάνουν σημεία μεγάλα και τέρατα, με αποτέλεσμα να πλανούν ακόμη και (αν αυτό είναι δυνατόν) εκλεκτούς.

Ιδίως δε, ο ίδιος ο αντίχριστος, όταν θα έλθη, θα γεμίση τον κόσμο θαύματα, που θα καταπλήττουν και θα χορταίνουν τους ανθρώπους με σαρκικό φρόνημα και άγνοια. Αυτός τότε θα δώση και «σημείον εκ του ουρανού», που οι άνθρωποι τόσο το ποθούν και το διψούν. Η παρουσία του, λέγει ο άγιος Απόστολος Παύλος, θα είναι κατ’ ενέργειαν του σατανά• εν πάση δύναμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους• και εν πάση απάτη της αδικίας, μεταξύ των απολλυμένων, που δεν φρόντισαν να αγαπήσουν την αλήθειαν για να σωθούν.

Οι άνθρωποι με άγνοια και σαρκικό φρόνημα, βλέποντας τα θαύματα αυτά, δεν θα σταθούν καθόλου να σκεφθούν. Θα τα δεχθούν αμέσως. Γιατί τον πνεύμα τους θα έχη με αυτά συγγένεια. Και από την τύφλωσή τους θα τα παραδεχθούν. Και θα ονομάζουν την ενέργεια του σατανά σαν την πιο μεγάλη φανέρωση της δύναμης του Θεού. Ο αντίχριστος θα γίνη δεκτός στα πεταχτά, χωρίς καθόλου σκέψη. Ούτε καν θα κάτσουν να σκεφθούν οι άνθρωποι, ότι τα θαύματά του δεν θα έχουν κανένα καλό και λογικό σκοπό, καμμιά σαφή σημασία• ότι δεν θα έχουν καμμιά σχέση με την αλήθεια και θα είναι γεμάτα ψέμα• ότι θα είναι ένας τερατώδης και γεμάτος μοχθηρία, χωρίς κανένα νόημα θεατρινισμός, που θα κάνη το παν για να καταπλήξη και να οδηγήση σε μια αποχαύνωση και σ’ ένα ολοκληρωτικό δόσιμο, να τους γοητέψη, «να τους τυλίξη» και να τους παρασύρη• με τη γοητεία μιας πληθωρικής αλλά κενής και ανόητης εντύπωσης, ενός εφφέ!

Δεν είναι φοβερό, ότι τα θαύματα του αντιχρίστου, οι αποστάτες, οι εχθροί της αλήθειας και του Θεού, θα τα δεχθούν με ενθουσιασμό;
Γιατί; Γιατί έχουν προετοιμάσει τον εαυτό τους, να δεχθούν ανοιχτά και φανερά τον απεσταλμένο του σατανά, το όργανό του, την διδασκαλία του και τις πράξεις του, και να έλθουν σε πνευματική επικοινωνία μαζί του στην κατάλληλη ώρα.

*από το βιβλίο: “ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ” – ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ 

Μετάφραση : Ο Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος 
(Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως – Πρέβεζα 2000)

Το αμάρτημα της πορνείας

Το αμάρτημα της πορνείας έχει την ιδιότητα να ενώνει άνομα δυο σώματα σε ένα. 
Έτσι, μολονότι συγχωρείται αμέσως μετά τη μετάνοια και την εξομολόγηση, εφόσον βέβαια ο αμαρτωλός άνθρωπος το εγκαταλείψει, ή κάθαρση του σώματος και της ψυχής απ’ αυτό απαιτεί πολύ χρόνο, ώστε ο σύνδεσμος πού δημιουργήθηκε ανάμεσα στα σώματα, φυτεύτηκε μέσα στις καρδιές και δηλητηρίασε τις ψυχές, να καταστραφεί και να αφανιστεί. 

Γι’ αυτό και η Εκκλησία ορίζει αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα μετάνοιας σ’ εκείνους πού έπεσαν σε πορνεία ή μοιχεία, μετά την παρέλευση του όποιου τους επιτρέπει να κοινωνήσουν το πανάγιο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Χριστού.

Όλοι, λοιπόν, όσοι έζησαν με ελευθεριότητα, όσοι πληγώθηκαν από διάφορα πάθη και ιδιαίτερα όσοι έπεσαν στον γκρεμό της πορνείας, αν μάλιστα η αμαρτία αυτή τους έχει γίνει συνήθεια, χρειάζονται χρόνο πολύ για να καθαριστούν με τη μετάνοια, να εξαλείψουν από τις ψυχές τους τις κοσμικές εντυπώσεις και τις αμαρτωλές αναμνήσεις, να απομακρυνθούν οριστικά από την αμαρτία, να αποκτήσουν χριστιανικό ήθος με την τήρηση των ευαγγελικών εντολών κι έτσι να γίνουν ικανοί για την άσκηση της νοεράς και καρδιακής προσευχής.

Αγ. Ιγνατίου Μπριντσιανίνωφ

Βλέποντας την Πρόνοια του Θεού



Ο Θεός επιτρέπει στον άνθρωπο να γίνει θεατής του τρόπου με τον οποίο κυβερνά τον κόσμο. Οι αιτίες, ωστόσο, των γεγονότων, οι αφετηρίες των θείων προ­σταγμάτων, είναι μόνο στον Θεό γνωστές: «Ποιός γνώ­ρισε τη σκέψη του Κυρίου; Και ποιός μπόρεσε να γίνει σύμβουλός Του;». Και μόνο το ότι μπορεί ο άνθρωπος ν’ αντικρίσει τον Θεό μέσα στις ποικίλες εκφάνσεις της πρόνοιάς Του για την κτίση Του, μέσα στα ιστορικά γε­γονότα, μέσα στην ίδια του τη ζωή, αποτελεί γι’ αυτόν το πιο πολύτιμο αγαθό, από το οποίο αποκομίζει πλούσια ψυχική ωφέλεια.
Υπερφυσική δύναμη αποκτά εκείνος που βλέπει στην κτίση τον Κτίστη της, τον Δημιουργό και Κύριο όλων των όντων, ορατών και αοράτων, και που, βλέποντάς Τον, Τον αναγνωρίζει ως παντοδύναμο Βασιλιά του σύμπαντος με απεριόριστη εξουσία πάνω σ’ αυτό. Τις τρίχες των κεφαλιών μας, τις τόσο μηδαμινές για την πε­ριορισμένη σκέψη μας, κι αυτές τις έχει μετρημένες, κι αυτές τις εξουσιάζει η άπειρη και «πανταχού παρούσα» Σοφία. Αν ούτε μια τρίχα μας δεν μπορεί να χαθεί δί­χως το δικό Της νεύμα, πολύ περισσότερο τίποτε άλλο σημαντικότερο δεν μπορεί ν’ αλλάξει στη ζωή μας, αν δεν το θελήσει ή δεν το παραχωρήσει Εκείνη. Γι’ αυτό ο χριστιανός, προσβλέποντας σταθερά στην πρόνοια του Θεού, ακόμα κι όταν βρίσκεται μέσα στις πιο μεγά­λες συμφορές, διατηρεί αδιάπτωτη ανδρεία και απαρασάλευτη πίστη, λέγοντας μαζί με τον άγιο προφήτη και ψαλμωδό: «Βλέπω τον Κύριο παντοτινά μπροστά μου· στα δεξιά μου βρίσκεται, για να μην κλονιστώ». Ο Κύριος είναι βοηθός μου. Δεν θα φοβηθώ καμιά συμ­φορά, δεν θα παραδοθώ στην ακηδία, δεν θα βυθιστώ στη βαθιά θάλασσα της λύπης. Για όλα, δόξα τω Θεώ!
Ο άνθρωπος του Θεού, γνωρίζοντας την πρόνοιά Του, υποτάσσεται απόλυτα στο θέλημά Του. Και να πως παρηγορεί την πονεμένη καρδιά του, όταν τον χτυπούν από παντού οι θλίψεις: Όλα τα βλέπει ο Θεός. Αν
Αυτός, ο πάνσοφος, γνώριζε πως οι θλίψεις δεν θα με ωφελούσαν, θα τις έδιωχνε μακριά με την παντοδύναμη βουλή Του. Αφού δεν τις διώχνει, το πανάγιο θέλημά Του είναι να δοκιμαστώ. Πολύτιμο, πιο πολύτιμο κι από την ίδια τη ζωή είναι για μένα το θέλημα του Θεού! Καλύτερα είναι να πεθάνει το πλάσμα, παρά ν’ αρνηθεί το θέλημα του Πλάστη του· γιατί σ’ αυτό υπάρχει η αληθινή ζωή! Όποιος πεθαίνει για την εκπλήρωση του θε­λήματος του Θεού, μεταβαίνει στην ανώτερη, την αιώνια ζωή. Για όλα, δόξα τω Θεώ!
Βλέποντας την πρόνοια του Θεού, η ψυχή κυριεύεται από απόλυτη γαλήνη και ακλόνητη αγάπη προς τον πλη­σίον, αισθήματα που κανένας άνεμος δεν μπορεί να τα­ράξει ή να θολώσει. Γι’ αυτή την ψυχή δεν υπάρχουν προσβολές, δεν υπάρχουν αδικίες, δεν υπάρχουν βλά­βες, καθώς κατανοεί πως όλη η κτίση υπακούει τυφλά στον Κτίστη της και ενεργεί με δική Του εντολή ή δική Του παραχώρηση. Μέσα σ’ αυτή την ψυχή αντηχεί η φωνή της ταπεινοφροσύνης, που την καταδικάζει για αναρίθμητα αμαρτήματα, ενώ, απεναντίας, δικαιώνει τους άλλους ως όργανα της δίκαιης θείας πρόνοιας. Παρη­γορητική είναι η φωνή της ταπεινοφροσύνης μέσα στις οδύνες. Ηρεμεί, ανακουφίζει. Απαλά μονολογεί: “Θα υπομείνω όλα όσα μου αξίζουν για τις άνομες πράξεις μου. Καλύτερα να υποφέρω στη σύντομη τούτη ζωή, πα­ρά να βασανίζομαι αιώνια στον άδη. Δεν μπορούν να μείνουν ατιμώρητα τα αμαρτήματά μου· τον κολασμό τους απαιτεί η δικαιοκρισία του Θεού. Ανέκφραστη, λοι­πόν, είναι η ευσπλαχνία Του, αφού στέλνει τις δίκαιες τι­μωρίες στην πρόσκαιρη επίγεια ζωή!”. Για όλα, δόξα τω Θεώ!
Βλέποντας την πρόνοια του Θεού, κάθε άνθρωπος αισθάνεται την πίστη του σ’ Εκείνον να στερεώνεται και να αυξάνεται. Διακρίνοντας πίσω απ’ όλα τα γεγο­νότα το αόρατο χέρι του Κυρίου να κυβερνά τον κόσμο, μένει ατάραχος μπροστά στις φοβερές φουρτούνες της θάλασσας του βίου. Τα άγρια κύματα, οι τρομερές θύελ­λες, τα μαύρα σύννεφα δεν τον τρομάζουν. Πιστεύει πως το να γίνει κανείς πολίτης της θείας πολιτείας της Εκκλησίας καθώς και οι τύχες όλων των ανθρώπων ορί­ζονται από τον παντοδύναμο και πάνσοφο Θεό. Αυτή η πεποίθηση τον γεμίζει ικανοποίηση και ειρήνη. Στο αδύναμο πλάσμα, τον άνθρωπο, ταιριάζουν η ταπεινή υπο­ταγή και η ευλαβική αποδοχή των κρίσεων του δυνατού Πλάστη. Μακάρι πάντοτε στη ζωή του να ακολουθεί την πορεία που Εκείνος έχει χαράξει και να εκπληρώνει τους σκοπούς που Εκείνος έχει καθορίσει! Για όλα, δό­ξα τω Θεώ!
Βλέποντας την πρόνοια του Θεού, ο άνθρωπος στέ­κεται με πνεύμα ταπεινής υποταγής όχι μόνο μπροστά στις πρόσκαιρες θλίψεις, αλλά —τολμηρό να το πω— μπροστά και σ’ εκείνες που τον περιμένουν πέρα από τον τάφο, στην αιωνιότητα! Γιατί ακόμα και τις αιώνιες θλί­ψεις τις επισκιάζει, τις εξουδετερώνει η ευλογημένη πα­ρηγοριά που πλημμυρίζει την ψυχή, όταν αυτή απαρνηθεί τον εαυτό της και υποταχθεί στον Κύριο. Η αυτα­πάρνηση, η εγκατάλειψη στη θεία βούληση, διώχνει τον φόβο του θανάτου! Ο πιστός μαθητής του Χριστού πα­ραδίνει την ψυχή του και την αιώνια προοπτική του στα χέρια Εκείνου, με ακλόνητη εμπιστοσύνη και αταλάντευτη ελπίδα στην αγαθότητα και τη δύναμή Του. Όταν η ψυχή χωριστεί από το σώμα με αναίδεια και θρασύτητα θα τη ζυγώσουν οι δαίμονες. Τότε εκείνη με την αυτα­πάρνησή της θα τρέψει σε φυγή τους μοχθηρούς αγγέλους του σκοτεινού κόσμου. “Πάρτε με! Πάρτε με!”, θα τους πει με ανδρεία. “Ρίξτε με στην άβυσσο του άδη, αν αυτό είναι το θέλημα του Θεού μου, αν έτσι αποφάσισε Εκείνος. Καλύτερα να στερηθώ τη γλυκύτητα του παρα­δείσου, καλύτερα να καίγομαι στις φλόγες του άδη, πα­ρά να εναντιωθώ στο θέλημα και την απόφαση του με­γάλου Θεού. Σ’ Αυτόν παραδόθηκα και παραδίνομαι! Αυτός είναι, όχι εσείς, ο Κριτής των παθών και των αμαρτιών μου! Εσείς είστε μόνο εκτελεστές των αποφάσεών Του, παρ’ όλη την άλογη αποστασία σας”. Θα φρίξουν και θα σαστίσουν οι υπηρέτες του κοσμοκρά­τορα διαβόλου μπροστά σε τέτοια γενναία αυταπάρνηση, μπροστά σε τέτοια ταπεινή παράδοση στο θείο θέλημα! Γιατί εκείνοι, αποστέργοντας αυτή τη μακάρια υποταγή, από άγγελοι άγιοι και αγαθοί έγιναν δαίμονες ζοφεροί και κακόβουλοι. Θα φύγουν, λοιπόν, ντροπιασμένοι, και η ψυχή ανεμπόδιστα θα κινήσει για τον Θεό, που είναι ο θησαυρός της. Έτσι Αυτόν, που τώρα Τον βλέπει με την πίστη μέσα στην πρόνοιά Του, θα Τον βλέπει τότε όπως πραγματικά είναι, και αιώνια θα αναφωνεί: “Δόξα τω Θεώ!”.

(Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ασκητικές εμπειρίες, τ. Β΄, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 2009, σ. 140-144)


http://www.diakonima.gr

Ο Χριστιανός και τα πάθη

Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει να ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες και τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα και τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση και τήν πνευματική προκοπή μας1... 
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτόπροέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του.Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, να ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.

Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση.
Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στις ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο και τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη και στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σε κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε την ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.

Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, με τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό το κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος την ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.

Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν και τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία και τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη να ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος και ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στον πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέτή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Την ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.

Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.

Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τη σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τα πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, για νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος.Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός να ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί να τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.

Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τους μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα για τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.

Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους και μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ την ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή την πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές και ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.

Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπητῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.

Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δεν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του με τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τα πάθη του.

Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν να ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, να προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο να πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.

Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σε διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στην πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.

Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σε ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει να συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τις ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.

Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή προς κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.

Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τις ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες.Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος και στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στον ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δεν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.

Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.

Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σε ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τόπαντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τις ἁμαρτίες.

Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή και τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τα πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, την ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στη θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.

Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει να μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή και ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.

Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.

Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέτά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.

Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τις εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιο ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του–θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τη ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα.

Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τα σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη και τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, την οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.

Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τον ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τις προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, και ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του με ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ,«ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα την ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θα ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)... Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στο πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.

Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.

Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.

Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.

Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.

Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.

«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.

Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.

Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.

Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.

Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.

Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.

Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.

Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.

Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.

Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.

Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.

Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.

Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.

Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.

Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως.«Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.

«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.

Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.

Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.

Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.

Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.

Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.

Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.

Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ἀμήν


Ἁγίου Ιγνατίου  Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄ 
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.