.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάντιος Μπριαντσανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάντιος Μπριαντσανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα



Κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, θὰ σᾶς ὁδηγήσω, ἀδελφοί, σ’ ἕνα πνευματικὸ θέαμα.

Κάποτε ὁ μεγάλος ὅσιος τοῦ Θεοῦ Ἀντώνιος, ὁ ἐρημίτης τῆς Αἰγύπτου, μὲ θεία ἀποκάλυψη εἶδε τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου ἁπλωμένες σὰν δίχτυα πάνω σ’ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ τὴν παγίδευση καὶ τὴν ψυχικὴ καταστροφὴ τῶν ἀνθρώπων. Στέναξε τότε μὲ πόνο ὁ ὅσιος καὶ ρώτησε τὸν Κύριο: «Ποιὸς τάχα, Κύριε, θὰ μπορέσει νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα καὶ νὰ σωθεῖ;»(1).

Βυθίζομαι μὲ τὴ σκέψη στὴν παρατήρηση τῶν διχτυῶν τοῦ διαβόλου. Εἶναι ἁπλωμένα ὄχι μόνο ἔξω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ μέσα του. Τὸ ἕνα δίχτυ εἶναι σφιχτοδεμένο μὲ τὸ ἄλλο. Κάποια δίχτυα εἶναι στημένα σὲ σειρές. Ἄλλα ἀφήνουν μεγάλα ἀνοίγματα, αὐτὰ ὅμως ὁδηγοῦν σὲ ἀναρίθμητες πτυχώσεις ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι ἀδύνατο νὰ ξεφύγει κανείς. Θρηνῶ πικρά, βλέποντας τὰ πολύπλοκα

σατανικὰ δίχτυα! Αὐθόρμητα ρωτάω κι ἐγώ, ὅπως ὁ ἐρημίτης ὅσιος: “Κύριε, ποιὸς μπορεῖ νὰ γλιτώσει ἀπ’ αὐτά;”.

Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ διάφορα βιβλία ποὺ μεταδίδουν δῆθεν τὸ φῶς τῆς γνώσεως, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα βυθίζουν στὸ σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ ἔχουν γραφεῖ μὲ τὴν ἀπροκάλυπτη ἤ συγκαλυμμένη ἐπήρεια τοῦ σκοτεινοῦ καὶ μοχθηροῦ κοσμοκράτορα. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ προέρχονται ἀπὸ λογικὴ ἀρρωστημένη καὶ φθαρμένη λόγω τῆς προπατορικῆς πτώσεως. Ἁπλωμένα δίχτυα εἶναι γιὰ τὸν νοῦ μου τὰ βιβλία ποὺ περιέχουν «τὴν ἀνθρώπινη δολιότητα καὶ τὰ τεχνάσματα ποὺ μηχανεύεται ἡ ἀπάτη», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ ἀποστόλου(2), καθὼς προέρχονται ἀπὸ συγγραφεῖς οἱ ὁποῖοι «χωρὶς λόγο ὑπερηφανεύονται μὲ τὸ ὑποδουλωμένο στὴν ἁμαρτία μυαλὸ τους»(3).

Ὁ πλησίον, στὴν ἀγάπη τοῦ ὁποίου ὀφείλω νὰ ἀναζητῶ τὴ σωτηρία, κι αὐτὸς γίνεται γιὰ μένα δίχτυ, ποὺ μὲ παγιδεύει καὶ μὲ ὁδηγεῖ στὸν θάνατο, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι πιασμένος στὰ δίχτυα ψεύτικων διδασκαλιῶν καὶ πλανερῶν σοφιστειῶν.

Ὁ δικός μου νοῦς εἶναι σημαδεμένος ἀπὸ τὴν πτώση, εἶναι καλυμμένος μὲ τὸ πέπλο τοῦ ζόφου, εἶναι δηλητηριασμένος ἀπὸ τὸ ψέμα. Ὁ ἴδιος ὁ νοῦς μου, λοιπόν, πλανεμένος καθὼς εἶναι ἀπὸ τὸν κοσμοκράτορα, ἁπλώνει ἀνεπίγνωστα τὰ δικά του δίχτυα, γιὰ νὰ αὐτοπαγιδευθεῖ. Ἀκόμα κι ὅταν ἦταν στὸν παράδεισο ὁ ἄνθρωπος, ἀδιάκριτα καὶ ἀπερίσκεπτα θέλησε ν’ ἀποκτήσει μία γνώση ὀλέθρια, θανάσιμη!(4). Καὶ μετὰ τὴν πτώση του, ἔγινε ἀκόμα πιὸ ἀδιάκριτος, ἀκόμα πιὸ ἀπερίσκεπτος. Μὲ θρασύτητα μεθᾶ ἀπὸ τὸ ποτήρι τῆς φαρμακερῆς γνώσεως, διώχνοντας ἀποφασιστικὰ ἀπὸ τὴν ψυχὴ του τὴν ἐπιθυμία νὰ γευθεῖ τὸ θεϊκὸ ποτήρι τῆς σωτήριας γνώσεως.

Καὶ γιὰ τὴν καρδιά μου πόσα δίχτυα! Δίχτυα χοντρὰ καὶ δίχτυα λεπτά! Ποιὰ ἀπ’ αὐτὰ νὰ θεωρήσω πιὸ ἐπικίνδυνα, πιὸ φοβερά; Δὲν ξέρω. Ὁ κυνηγὸς εἶναι ἔμπειρος καὶ ἐπιδέξιος· αὐτὸν ποὺ θὰ ξεφύγει ἀπὸ τὰ χοντρὰ δίχτυα του, θὰ τὸν πιάσει στὰ λεπτά. Ὁ σκοπὸς τοῦ κυνηγιοῦ εἶναι ἕνας: ἡ ψυχικὴ καταστροφή.

Τὰ δίχτυα εἶναι στημένα καὶ καμουφλαρισμένα μὲ ποικίλους τρόπους καὶ μὲ ἐξαιρετικὴ τέχνη. Ἡ πτώση εἶναι μεταμφιεσμένη, εἶναι ντυμένη μὲ ροῦχα θριάμβου —μὲ τὴν ὑποκρισία, μὲ τὴν κενοδοξία, μὲ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια— καὶ κρύβει ἀπατηλὰ τὸ σκοτεινὸ πρόσωπό της πίσω ἀπὸ ἕνα πνευματικό, ἕνα οὐράνιο προσωπεῖο ἀρετῆς. Ἡ ἀκόλαστη ἀγάπη εἶναι συχνὰ κρυμμένη πίσω ἀπὸ μιά φαινομενικὰ ἁγία ἀγάπη. Ἡ σαρκικὴ γλυκύτητα παρουσιάζεται συχνὰ σὰν γλυκύτητα πνευματική. Ὁ κοσμοκράτορας μὲ ὅλα τὰ μέσα προσπαθεῖ νὰ κρατήσει τὸν ἄνθρωπο δεμένο μὲ τὴ φθαρμένη φύση του. Κι αὐτὸ φτάνει γιὰ τὴν ἀποξένωση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸν Θεό, ἔστω καὶ χωρὶς μεγάλες πτώσεις στὴν ἁμαρτία. Τὰ βαριὰ ἁμαρτήματα τὰ ὑποκαθιστᾶ ὁλοκληρωτικά, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀκριβεῖς ὑπολογισμοὺς τοῦ νοητοῦ κυνηγοῦ, τὸ ὑπερήφανο φρόνημα ἑνὸς χριστιανοῦ ἱκανοποιημένου ἀπὸ τὶς ἀρετές του, τὶς ἀρετὲς τῆς φθαρμένης φύσεως, ἑνὸς χριστιανοῦ πεσμένου στὴν αὐταπάτη· αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Κύριο.

Καὶ γιὰ τὸ σῶμα μου πόσα δίχτυα! Τὸ ἴδιο τὸ σῶμα τί δίχτυ ποὺ εἶναι! Καὶ πόσο ἐπωφελεῖται ἀπ’ αὐτὸ ὁ κοσμοκράτορας! Συγκαταβαίνοντας στὶς κατώτερες ροπὲς καὶ ἐπιθυμίες τοῦ σώματος, φτάνουμε νὰ μοιάζουμε στὰ ἄλογα ζῶα. Τί γκρεμός! Τί ξεπεσμὸς ἀπὸ τὴ θεία ὁμοίωση! Φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πέφτουμε σ’ αὐτὸν τὸν βαθὺ καὶ φοβερὸ γκρεμό, ὅταν παραδινόμαστε στὶς βαριὲς σαρκικὲς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες, ἀκριβῶς γιὰ τὴ βαρύτητά τους, ὀνομάζονται πτώσεις(5). Ἀλλὰ καὶ οἱ ἐλαφριὲς σαρκικὲς ἀπολαύσεις δὲν εἶναι λιγότερο ὀλέθριες. Γιὰ χάρη τους παραμελοῦμε τὴν ψυχή μας καὶ λησμονοῦμε τὸν Θεό, τὸν οὐρανό, τὴν αἰωνιότητα, τὸν προορισμό μας.

Ὁ κοσμοκράτορας μὲ τὶς σαρκικὲς ἀπολαύσεις κατορθώνει νὰ μᾶς κρατᾶ σὲ διαρκή περισπασμὸ καὶ νὰ μᾶς προξενεῖ νοητικὸ σκοτισμό. Οἱ θύρες, διαμέσου τῶν ὁποίων ἡ ψυχὴ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν ὁρατὸ κόσμο, εἶναι οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις. Μέσ’ ἀπ’ αὐτές, λοιπόν, τὶς θύρες ὁ κοσμοκράτορας εἰσάγει ἀκατάπαυστα στὴν ψυχὴ αἰσθητικὲς ἱκανοποιήσεις, ποὺ τὴν ὁδηγοῦν στὴν αἰχμαλωσία τῆς ἁμαρτίας. Ἐντυπωσιακὰ ἠχεῖ ἡ μουσικὴ στὶς περιβόητες ἐπίγειες συναυλίες, μία μουσικὴ ποὺ ἐκφράζει καὶ ξεσηκώνει διάφορα πάθη. Τέτοια πάθη προβάλλονται καὶ στὶς ἐπίγειες θεατρικὲς παραστάσεις, τέτοια πάθη ἀναμοχλεύονται μ’ ὅλες τὶς ἐπίγειες τέρψεις. Ὁ ἄνθρωπος μὲ κάθε δυνατὸ μέσο κυνηγᾶ τὴν ἀπόλαυση τοῦ κακοῦ ποὺ τὸν σκοτώνει. Μεθυσμένος ἀπ’ αὐτό, λησμονεῖ τὸ σωτήριο θεῖο ἀγαθὸ καὶ τὸ ἀπολυτρωτικὸ Αἷμα τοῦ Θεανθρώπου.

Νὰ μιά ἁπλὴ ἀπεικόνιση τῶν διχτυῶν ποὺ ἔχει ἁπλώσει ὁ κοσμοκράτορας γιὰ τὴ σύλληψη τῶν χριστιανῶν. Ναί, μόνο ἕνα ἄτεχνο ζωγράφισμά τους ἐπιχείρησα, ἀδελφοί, ἀλλὰ αὐτὸ ἀσφαλῶς θὰ σᾶς προκάλεσε τρόμο, ἀσφαλῶς θὰ γέννησε μέσα σας τὸ ἐρώτημα: “Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα;”.

Ἀκόμα δὲν τελείωσε, ὅμως, ὁ φοβερὸς πίνακας! Ἀκόμα κινεῖται ὁ χρωστήρας μου ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ!

Τί λέει. λοιπόν, ὁ Θεός; Κάνει μία προφητεία, ποὺ ἤδη ἐπαληθεύεται. Στοὺς ἔσχατους καιρούς, προαναγγέλλει, «ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν θὰ ψυχρανθεῖ»(6). Ὁ ἀδιάψευστος λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ πιὸ στέρεος ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι στοὺς ἔσχατους καιροὺς θὰ αὐξηθοῦν τόσο τὰ διαβολικὰ δίχτυα ὅσο καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ πιάνονται σ’ αὐτά.

Πράγματι! Κοιτάζω τὸν κόσμο. Καὶ τί βλέπω; Τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, ἂν τὰ συγκρίνουμε μ’ ἐκεῖνα τῆς πρωτοχριστιανικῆς ἐποχῆς, αὐξήθηκαν πολύ, πολλαπλασιάστηκαν ἀνυπολόγιστα. Πολλαπλασιάστηκαν τὰ βιβλία μὲ τὶς ψεύτικες διδασκαλίες. Πολλαπλασιάστηκαν οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐνσαρκώνουν διάφορες πλάνες καὶ τὶς μεταδίδουν στοὺς ἄλλους. Πολλοὶ λίγοι, ἐλάχιστοι εἶναι πιὰ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἁγία ἀλήθεια. Ἐνισχύθηκε ὁ σεβασμὸς πρὸς τὶς φυσικὲς ἀρετὲς τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἡ γνώση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν μειώθηκε καὶ ἡ ἔμπρακτη ἐργασία τους σχεδὸν ἐξαφανίστηκε. Ἡ ὑλιστικὴ ζωὴ κυριαρχεῖ καὶ ἡ πνευματικὴ ζωὴ τρεμοσβήνει. Οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ οἱ βιοτικὲς μέριμνες καταβροχθίζουν τὸν χρόνο μας. Δὲν ἔχουμε καιρὸ οὔτε νὰ σκεφτοῦμε τὸν Θεό. «Ἐπειδὴ θὰ πληθύνει ἡ κακία, θὰ ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τῶν πιὸ πολλῶν», κι ἐκείνων ἀκόμα ποὺ θὰ ἀγαποῦσαν θερμὰ τὸν Θεό, ἂν τὸ κακὸ δὲν ἦταν τόσο διάχυτο, ἂν τὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου δὲν εἶχαν τόσο πολλαπλασιαστεῖ.

Δικαιολογημένη ἦταν ἡ λύπη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Πιὸ δικαιολογημένη εἶναι ἡ λύπη τοῦ χριστιανοῦ τοῦ καιροῦ μας, ποὺ βλέπει τὰ σατανικὰ δίχτυα. Εὔλογο εἶναι τὸ θρηνητικὸ ἐρώτημά του: “Κύριε, ποιὸς μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα καὶ νὰ σωθεῖ;”.

Τὴν ἀπάντηση τὴν ἔδωσε ὁ Κύριος στὸν μεγάλο ὅσιο τῆς ἐρήμου: «Ἡ ταπεινοφροσύνη ξεφεύγει ἀπ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα, ποὺ δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν!»(7).

Θεϊκὴ ἀπάντηση! Ἀπάντηση ποὺ διώχνει ἀπὸ τὴν καρδιὰ κάθε ἀμφιβολία. Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ μὲ δυὸ λόγια ἀποκαλύπτει τὸν σίγουρο τρόπο κατατροπώσεως τοῦ ἐχθροῦ μας, τὸν σίγουρο τρόπο διαλύσεως τῶν πολύπλοκων παγίδων του, ποὺ στήνει μὲ μαεστρία χάρη στὴν πολυχρόνια καὶ καταχθόνια ἐμπειρία του.

Ἂς περιτειχίσουμε μὲ τὴν ταπείνωση τὸν νοῦ, μὴν ἀφήνοντάς τον νὰ κυνηγᾶ τὶς γνώσεις ἀνεξέλεγκτα καὶ ἀπερίσκεπτα. Ἂς τὸν φυλάξουμε ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν, ποὺ κρύβονται συχνὰ πίσω ἀπὸ τὸ ὄνομα καὶ τὸ προσωπεῖο τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἂς τὸν κάνουμε νὰ ὑπακούει ταπεινὰ στὴν Ἐκκλησία, «ἀνατρέποντας ψεύτικους ἰσχυρισμοὺς καὶ καθετὶ ποὺ ὀρθώνεται μὲ ἀλαζονεία ἐναντίον τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ»(8. Ὅλος θλίψη, ὅλος δυσκολία εἶναι στὴν ἀρχὴ γιὰ τὸν νοῦ ὁ στενὸς δρόμος(9 τῆς ὑπακοῆς στὴν Ἐκκλησία. Τελικά, ὅμως, αὐτὸς ὁ δρόμος τὸν φέρνει στὴν εὐρυχωρία καὶ τὴν ἐλευθερία τῆς πνευματικῆς γνώσεως. Μπροστὰ στὴν πνευματικὴ γνώση ἐξαφανίζονται ὅλες οἱ ἐνστάσεις τῆς σαρκικῆς καὶ τῆς ψυχικῆς λογικῆς ἐναντίον τῆς ἀκριβοῦς ὑποταγῆς στὴν Ἐκκλησία.

Ἂς μὴν ἐπιτρέπουμε στὸν νοῦ μας τὴ μελέτη πνευματικῶν βιβλίων πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν συντάξει οἱ συγγραφεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ συγγραφεῖς γιὰ τοὺς ὁποίους ὑπάρχει σαφὴς ἐκκλησιαστικὴ μαρτυρία ὅτι ἀποτελοῦν ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅποιος μελετᾶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων αὐτῶν συγγραφέων, ὁπωσδήποτε κοινωνεῖ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ οἰκοῦσε μέσα τους καὶ μιλοῦσε μὲ τὸ στόμα τους. Ὅποιος, ἀντίθετα, μελετᾶ τὰ συγγράμματα τῶν αἱρετικῶν, ἔστω κι ἂν αὐτοὶ ἀποκαλοῦνταν ἅγιοι, κοινωνεῖ μὲ τὸ πονηρὸ πνεῦμα τῆς πλάνης(10 καί, δείχνοντας τὸν κρυφὸ ἐγωισμό του μὲ τὴν ἀνυπακοὴ στὴν Ἐκκλησία πέφτει στὰ δίχτυα τοῦ κοσμοκράτορα.

Τί νὰ κάνουμε μὲ τὴν καρδιά μας; Αὐτὴ τὴν ἀγριελιὰ ἂς τὴν μπολιάσουμε μ’ ἕνα κλαδάκι ἀπὸ ἥμερη καὶ καρποφόρα ἐλιά, ἂς τὴν κεντρίσουμε μὲ τὰ χαρακτηριστικά τοῦ Χριστοῦ, ἂς τῆς μεταδώσουμε τὴν εὐαγγελικὴ ταπείνωση, ἂς τὴν ἀναγκάσουμε νὰ οἰκειωθεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θὰ διαπιστώσουμε τότε τὴν ἐναντίωσή της στὸ Εὐαγγέλιο, τὴν ἀκατάπαυστη ἀντιλογία της στὶς θεῖες ἐντολές, τὴν πεισματικὴ ἀνυποταξία της στὸν Κύριο. Σ’ αὐτὴ τὴν ἀντίδραση τῆς καρδιᾶς μας θὰ δοῦμε σὰν σὲ καθρέφτη τὴν πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὴ δική μας πτώση. Βλέποντάς την, ἂς κλάψουμε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ Πλάστη καὶ Σωτήρα μας, ἂς πονέσουμε λυτρωτικά. Καὶ ὅσο δὲν θεραπευόμαστε ἀπὸ τὰ πάθη, ἂς παραμένουμε σ’ αὐτὸν τὸν πόνο. Γιατί «καρδιὰ συντριμμένη καὶ ταπεινωμένη δὲν θὰ τὴν ἐγκαταλείψει ὁ Θεὸς»(11), δὲν θὰ τὴν ἀφήσει στὰ χέρια τοῦ ἐχθροῦ. Ὁ Θεός, ὡς Πλάστης μας καὶ ἀπόλυτος Κύριός μας, μπορεῖ νὰ ἀναπλάσει τὴν καρδιά μας, ἂν αὐτὴ ἀδιάλειπτα Τὸν ἱκετεύει μὲ δάκρυα καὶ νὰ τὴ μεταβάλει ἀπὸ καρδιὰ φιλάμαρτη σὲ καρδιὰ φιλόθεη, ἁγία.

Ἂς φυλᾶμε συνεχῶς τὶς σωματικές μας αἰσθήσεις, μὴν ἀφήνοντας τὴν ἁμαρτία νὰ περνᾶ μέσ’ ἀπ’ αὐτὲς στὸ ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς. Ἂς χαλιναγωγήσουμε τὰ φιλοπερίεργα μάτια μας καὶ τὰ φιλοπερίεργα αὐτιά μας. Ἂς ἐπιβάλουμε σκληρὴ τιμωρία στὴ γλώσσα μας, τὸ μικρὸ αὐτὸ μέλος τοῦ σώματος ποὺ προκαλεῖ τόσο ἰσχυροὺς σεισμούς. Ἂς ταπεινώσουμε τὶς ἄλογες σαρκικὲς ὁρμὲς μὲ τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἀγρυπνία, τὸν σωματικὸ κόπο, τὴ συχνὴ μνήμη τοῦ θανάτου, τὴν ἀδιάλειπτη καὶ προσεκτικὴ προσευχή. Πόσο λίγο διαρκοῦν οἱ σωματικὲς ἀπολαύσεις! Καὶ μὲ πόση δυσοσμία τελειώνουν! Ἀπεναντίας, ὅταν τὸ σῶμα, περιτειχισμένο μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ φύλαξη τῶν αἰσθήσεων, λουσμένο στὰ δάκρυα τῆς μετάνοιας καὶ ἁγιασμένο μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, γίνεται μυστικὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅλες οἱ ἀπόπειρες τοῦ ἐχθροῦ γιὰ τὴν παγίδευση τοῦ ἀνθρώπου ἀποτυχαίνουν.

Ἡ ταπεινοφροσύνη καταστρέφει ὅλα τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου, τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦν οὔτε νὰ τὴν ἀγγίξουν! Ἀμήν.

Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov


Σημειώσεις1. Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας, ἀπόφθεγμα ζ΄. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., Β΄, 26. 2. Ἐφ. 4:14. 3. Κολ 2:18. 4. Βλ. Γεν. 2:16-17 3:1-6. 5. Βλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου. ὅ.π., ΙΕ΄, 40. 6. Ματθ. 24:12. 7. Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, ὅ.π. 8. Β΄ Κορ. 10:4-5. 9. Πρβλ Ματθ. 7:14. 10. Πρβλ. Ὁσίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Βιβλίον Α΄. Περὶ διακρίσεως. 11. Πρβλ. Ψαλμ. 50:19.

Γιατί ο κόσμος δεν πιστεύει;

Εκείνοι, που πίστευσαν με τα θαύματα, αποτελούσαν την πιο χαμηλή βαθμίδα πιστών. Και γι’ αυτό, όταν μετά τους παρουσίαζαν την πνευματική υψίστη και αγιωτάτη διδασκαλία της Εκκλησίας, τότε πολλοί από αυτούς την ερμήνευαν, όπως τους άρεσε ο καθένας[43]! Δεν ήθελαν να αναζητήσουν την σωστή ερμηνεία του. Εκριτίκαραν τον λόγο του Θεού, που είναι «πνεύμα και ζωή»[44]. Και έτσι, με την επιπολαιότητά τους έχαναν και την πίστη• δηλ. ακόμη και τον αρραβώνα που είχαν λάβει. Και συνέβη αυτό το τραγικό: πολλοί από τους μαθητές του Χριστού, παρ’ ότι είχαν ιδεί πολλά θαύματα και σημεία, απήλθον εις τα οπίσω (= έκαναν πίσω) «και ουκ έτι μετ’ αυτού περιεπάτουν»[45], δηλ. δεν ξαναπήγαν κοντά Του!...
Όμως ούτε το κήρυγμα ούτε τα θαύματα του Κυρίου είχαν την πρέπουσα επίδραση στους εβραίους αρχιερείς, γραμματείς, φαρισαίους και σαδδουκαίους• παρ’ ότι – με εξαίρεση ίσως τους σαδδουκαίους – όλοι οι άλλοι ήξεραν πολύ καλά τον νόμο του Θεού. Δεν ήσαν ξένοι στον Θεό, εχθροί του Θεού, μόνο εξ αιτίας της ροπής στην αμαρτία, όπως όλοι οι άνθρωποι. Αυτοί έγινα ηθελημένα εχθροί του Θεού. Και έμειναν σ’ αυτό ασάλευτα σταθεροί. Επήραν την σφραγίδα του εχθρού του Θεού. Με την δική τους αυτεξούσια θέληση. Με την δική τους γνώμη. Επειδή ήθελαν να κάνουν εκείνη την ζωή (και μάλιστα να προκόψουν σ’ εκείνη την ζωή!), που το άγιο Ευαγγέλιο την θεωρεί ψυχώλεθρη! Με τέτοιο φρόνημα δεν ήταν δυνατό να δώσουν σημασία στα λόγια του Υιού του Θεού. Και δεν εισάκουσαν, όπως ώφειλαν, τον λόγο Του. Δεν του έδωκαν σημασία. Προσπαθούσαν μόνο να Τον ψαρεύουν! Να του πιάνουν λόγια, που τα εύρισκαν να επιδέχωνται παρερμηνείες, και τα χρησιμοποιούσαν για να Τον κατηγορούν. Έτσι γίνεται συνήθως. Όποιος έχει μίσος εναντίον κάποιου άλλου, εποικοδομεί επάνω στα λόγια εκείνου που μισεί! «Διατί ο λόγος ο εμός ου χωρεί εν υμίν»[46], ερώτησε του εχθρούς Του ο Σωτήρας μας, όταν τους είδε να αποκρούουν με πείσμα τη σωτηρία, που τους επρότεινε. Γιατί δεν τα καταλαβαίνετε τα λόγια μου; Γιατί δεν δέχεσθε το λόγο μου που δίνει ίαση; Επειδή δεν μπορείτε ούτε να τον ακούσετε! Επειδή σας είναι ανυπόφορος! Επειδή είσθε «ψεύδους έκγονα». Και δουλεύετε μόνο με το ψέμα. Για αυτό δεν πιστεύετε σε μένα, «επειδή εγώ την αλήθειαν λέγω υμίν»[47]. «Ο ων εκ του Θεού τα ρήματα του Θεού ακούει». Για αυτό εσείς δεν τα ακούετε, επειδή δεν είσθε «εκ του Θεού»[48]. Και συνέχισε ο Κύριος: «Αν αυτά που κάνω δεν είναι έργα του Πατρός μου, μη με πιστεύετε. Αν όμως κάνω τα έργα του Πατέρα μου, και αν ακόμη δεν πιστεύετε εμένα, τουλάχιστον πιστεύσατε στα έργα μου. Και τότε θα το καταλάβετε και θα το πιστεύσετε, ότι ο Πατήρ εν εμοί, καγώ εν Αυτώ»[49]. Λόγια σταράτα. Και, σαν λόγια, έκλειναν μέσα τους την απόλυτη αλήθεια[50]. Το ίδιο και τα θαύματα. Και αυτά έκλειναν μέσα τους την απόλυτη αλήθεια. Και ήσαν τόσο σαφή και πασιφανή, ώστε οι εχθροί του Κυρίου, παρ’ όλες τους τις προσπάθειες να τα συγκαλύψουν, δεν είχαν παρά να το ομολογούν ότι ήσαν αληθινά[51]! Εκείνο που ασκούσε μεγάλη επίδραση στο λαό (που δεν ήξερε το νόμο του Θεού ή τον ήξερε πολύ λίγο, και έστρεφε την προσοχή του, την ενασχόλησή του, στις μέριμνες του κόσμου τούτου, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι απέρριπτε και το νόμο του Θεού με το έτσι θέλω), αυτό δεν είχε καμμιά απολύτως επίδραση σε εκείνους που ήξεραν καλά τον νόμο του Θεού, μα τον απέρριπταν με τη ζωή τους ηθελημένα [52]. Ό,τι έγινε για τη σωτηρία των ανθρώπων αυτών, έγινε από την άπειρη ευσπλαγχνία του Κυρίου. Αν δεν είχα έλθει και δεν τους το είχα ειπεί – ξεκαθάρισε τα πράγματα ο Σωτήρας μας – δεν θα είχαν σημασία. Αν δεν είχα κάμει αυτά τα έργα, που έκανα μπροστά τους και ανάμεσά τους, που ποτέ δεν έκαμε άνθρωπος άλλος, δεν θα είχαν αμαρτία. Να όμως, που και τα είδαν και παρά ταύτα εμίσησαν όχι μόνο εμένα, αλλά και τον Πατέρα μου[53]. Ο Χριστιανισμός παρεδόθη στον κόσμο με τέτοια αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να μη μπορή να έχη κανένας πια δικαιολογία, αν τον αγνοεί. Αιτία της άγνοιας αυτής είναι μία: το «έτσι θέλω».

Άγιος Ιγνάτιος (Αλεξάνδροβιτς Μπριαντσιανίνωφ)

Βιβλιογραφία
[43] Ιωάν. 6, 60. [44] Ιωάν. 6, 63. [45] Ιωάν. 6, 66. [46] Ιωάν. 8, 45. [47] Ιωάν. 8, 47. [48]Ιωάν. 10, 37-38. [49] Ιωάν. 8, 14. [50] Ιωάν 9, 24. [51] Ιωάν. 5, 46-47 και 7, 19. [52] Ιωάν 8, 14. [53] Ιωάν. 15, 22-25.

Τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων



Μιὰ χάρη ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ δύο ἀγαπημένοι μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, λίγο πρὶν τὸ Πάθος Του.
-Διδάσκαλε, τοῦ εἶπαν, θέλουμε αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε νὰ μᾶς τὸ κάνεις. -Τὶ θέλετε νὰ κάνω γιὰ σᾶς; ρώτησε Ἐκεῖνος. -Ὅταν θὰ ἐγκαταστήσεις τὴν ἔνδοξη βασιλεία Σου, τοῦ ἀποκρίθηκαν, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά Σου καὶ ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά Σου. -Δὲν ξέρετε τὶ ζητᾶτε, τοὺς εἶπε τότε ὁ Ἰησούς. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι τῶν παθημάτων ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ καὶ νὰ βαπτιστεῖτε μὲ τὸ βάπτισμα μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βαπτιστῶ ἐγώ;-Μποροῦμε, τοῦ λένε.
Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπάντησε:
-Τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ θὰ τὸ πιεῖτε, καὶ μὲ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων μου θὰ βαπτιστεῖτε. Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν μπορῶ νὰ σᾶς τὸ δώσω ἐγώ, ἀλλὰ θὰ δοθεῖ σ” αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμαστεῖ. (βλ. Μάρκ. 10: 35-40)

Ὁ πόνος, σωματικός ἢ ψυχικός, ἀπὸ τὶς δοκιμασίες καὶ τὰ βάσανα τούτης τῆς ζωῆς εἶναι τὸ ἀναπόφευκτο πικρὸ ποτήρι τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πόνος εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή του. Θάνατοι, ἀρρώστιες, κατατρεγμοί, διαμάχες, φτώχεια, ἀποτυχίες, μοναξιά, φοβίες, ἀγωνίες, πειρασμοί… Πολύς καὶ ποικίλος πόνος, ποὺ ὀρθώνει ἀμείλικτα ερωτήματα στὶς ψυχές καὶ προσδίδει ἀπύθμενη τραγικότητα στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.
Δὲν τὸν δημιούργησε ὁ Θεός τὸν πόνο, ἀλλὰ μπῆκε στὴ ζωή τῶν ἀνθρώπων μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας. Ὁ νέος Ἀδὰμ ὅμως, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησούς, σήκωσε στοὺς ὤμους Του μαζὶ μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν πανανθρώπινο πόνο. Ἔτσι μεταμόρφωσε τὸν ἐξουθενωτικὸ χαρακτῆρα τοῦ πόνου σὲ σωτήριο φάρμακο καὶ ἀνέδειξε τὶς θλίψεις ὡς κατ” ἐξο­χήν ὁδὸ θεραπείας, ἐξαγιασμοῦ καὶ τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπὸ τότε ὁ Χριστός παραμένει ἡ μοναδική ἀδιάψευστη ἐλπίδα τῶν πονεμένων. Τα λόγια Του ἀντηχοῦν παρήγορα μέσα στοὺς αἰῶνες: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11:28). «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔξετε. Ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16:33).
Δίχως τὸν Χριστὸ τὰ ἀνθρώπινα δεινὰ εἶναι φορτίο βαρύ καὶ ἀσήκωτο. Μὲ τὸν Χριστὸ ὁ πόνος μετατρέπεται σὲ γλυκασμό, ἡ οδύνη σὲ παράκληση, ἡ ἀγωνία σὲ ἐλπίδα, τὸ ἄγχος σὲ ὑπομονή, ὁ Γολγοθᾶς σὲ Ἀνάσταση.
Οι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, βλέποντας κάθε δοκιμασία ὡς ἐπίσκεψη Θεοῦ καὶ ἀφορμή πνευματικοῦ κέρδους, χαίρονταν στὰ παθήματά τους, ἐνῶ ἀντίθετα ἀνησυχοῦσαν στὶς μακρὲς περιόδους ἀναψυχῆς.
Τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὶς θλίψεις παρουσιάζει μὲ γλαφυρὸ τρόπο στὶς ἐπόμενες σελίδες ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ (1807-1867), ἐπίσκοπος Καυκάσου καὶ Μαύρης Θάλασσας. Ὑπῆρξε σύγχρονος καὶ ἰσάξιος τῶν μεγάλων στάρετς τῆς Ρωσίας, ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου καὶ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης.
Ο ἅγιος Ἰγνάτιος, μαζὶ μὲ τὸ λαμπρὸ παράδειγμα τῆς ὁσιακῆς του βιοτῆς, ἄφησε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ὡς κληρονομιὰ πολύτιμη καὶ τὰ ἐμπνευσμένα του συγγράμματα. Σὲ αὐτὰ ἡ εὐαγγελική ἀλήθεια καὶ ἡ ἁγιοπατερική διδαχή παρουσιάζονται μὲ τρόπο οἰκεῖο στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο.
Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ περιέχεται στὸν δεύτερο τόμο τῆς ἑλληνικῆς μεταφράσεως τῶν ἔργων του, «Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες Β’», ποὺ ἐπιμελεῖται καὶ ἐκδίδει ἡ Μονή μας. Τὸ προσφέρουμε μὲ τὴν ὁλόθερμη εὐχὴ νὰ ἀγγίξει παραμυθητικὰ τὴν ψυχή κάθε πονεμένου ἀναγνώστη καὶ νὰ τοῦ προσθέσει ὑπομονή, μεγαλοψυχία, ἐλπίδα καὶ πίστη στὸν «δι” ἡμᾶς παθόντα καὶ ἀναστάντα» Κύριο.
Θρόνους καὶ δόξα ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο δύο ἀγαπημένοι Του μαθητές. Κι Ἐκεῖνος τοὺς πρόσφερε τὸ ποτήρι Του (βλ. Μάρκ. 10:35-40).
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μαρτύριο, τὰ παθήματα.
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ σ” ἐκείνους ποὺ τὸ πίνουν χαρίζει ἐδῶ στὴ γῆ τὴν πρόγευση τῆς εὐλογημένης βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑτοιμάζει στὸν οὐρανὸ θρόνους αἰώνιας δόξας.
Ἄφωνοι στεκόμαστε ὅλοι μπροστὰ στὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ παραπονεθεῖ γι” αὐτὸ τὸ ποτήρι, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Γιατὶ Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς πρόσταξε νὰ τὸ γευθοῦμε, τὸ ἦπιε πρῶτος ἀπ” ὅλους.
Ὡ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ! Θανάτωσες στὸν παράδεισο τοὺς προπάτορές μας, ἐξαπατώντας τους μὲ τὸ δόλωμα τῆς αἰσθησιακῆς ἡδονῆς καὶ μὲ τὸ δόλωμα τῆς λογικῆς(βλ. Γεν. 2:9, 16-17. 3:1-7). Ὁ Χριστός, ὁ Λυτρωτὴς τῶν καταδικασμένων ἀνθρώπων, ἔφερε στὴ γῆ, στοὺς πεσμένους καὶ ἐξορίστους, τὸ δικό Του ποτήρι, τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας. Ἡ πίκρα τοῦ ποτηριοῦ Του ἐξαφανίζει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τὴ θανάσιμη καὶ ἁμαρτωλή ἡδονή. Ἡ ταπείνωση, ποὺ ξεχειλίζει ἀπὸ τὸ ποτήρι Του, θανατώνει τὸ ὑπερήφανο σαρκικὸ φρόνημα. Ὅποιος πίνει τοῦτο τὸ ποτήρι μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ἀποκτᾶ πάλι τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ τὴ στερηθήκαμε ἐξαιτίας τῆς γεύσης τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ.
Θα πιῶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, «θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας»(Ψαλμ. 115:4).
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ τὸ δέχεται ὁ χριστιανός, ὅταν τὶς θλίψεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς τὶς ὑπομένει μὲ τὸ πνεῦμα τῆς εὐαγγελικῆς ταπεινοφροσύνης.
Ὁ ἅγιος ἀπόστολος Πέτρος ὅρμησε μὲ γυμνὸ μαχαίρι νὰ ὑπερασπίσει τὸν Θεάνθρωπο, ποὺ ἦταν περικυκλωμένος ἀπὸ τοὺς ἀνόμους. Μὰ ὁ πραότατος Κύριος Ἰησοῦς εἶπε στὸν Πέτρο: «Βάλε τὸ μαχαίρι στὴ θήκη. Θέλεις νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;» (Ἰω. 18:11).
Λέγε κι ἐσὺ τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ παρηγορήσεις καὶ νὰ δυναμώσεις τὴν ψυχή σου, ὅταν οἱ συμφορές σὲ περικυκλώνουν: «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
Πικρὸ εἶναι τὸ ποτήρι. Μιὰ μόνο ματιὰ ἂν τοῦ ρίξει ὁ ἄνθρωπος, χάνει τὴ λογική του. Ἐσύ, ὅμως, στὴ θέση τῆς λογικῆς βάλε τὴν πίστη καὶ πιὲς μὲ γενναιότητα τὸ πικρὸ ποτήρι. Σοῦ τὸ προσφέρει ὁ Πατέρας σου, ὁ πανάγαθος καὶ πάνσοφος Πατέρας σου.
Δὲν σοῦ τὸ ἑτοίμασαν οὔτε οἱ Φαρισαῖοι οὔτε ὁ Καϊάφας οὔτε ὁ Ἰούδας! Δὲν σοῦ τὸ δίνουν οὔτε ὁ Πιλᾶτος οὔτε οἱ στρατιῶτες του! «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
Οἱ Φαρισαῖοι ραδιουργοῦν, ὁ Ἰούδας προδίδει, ὁ Πιλᾶτος προστάζει τὸν ἄνομο φόνο, οἱ στρατιῶτες ἐκτελοῦν τὸ πρόσταγμά του. Ὅλοι, μὲ τὶς πονηρές τους πράξεις, ἑτοίμασαν τὴ βέβαιη καταστροφή τους. Μὴν ἑτοιμάζεις κι ἐσὺ τὴν ἐξίσου βέβαιη καταστροφή σου μὲ τὴ μνησικακία, μὲ τὴν ἐπιθυμία ἢ τὴν πρόθεση ἐκδικήσεως καὶ μὲ τὴν ἀγανάκτηση ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν σου.
Ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι παντοδύναμος καὶ παντεπόπτης. Βλέπει τὶς θλίψεις σου. Ἄν, λοιπόν, ἦταν ἀπαραίτητη καὶ ὠφέλιμη γιὰ σένα ἡ ἀποφυγή τοῦ ποτηριοῦ Του, ὁπωσδήποτε θὰ σοῦ τὸ ἔπαιρνε.
Ὅπως μαρτυροῦν ἡ Ἁγία Γραφή καὶ ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ὁ Κύριος πολλὲς φορὲς ἔχει ἐπιτρέψει νὰ δοκιμαστοῦν μὲ θλίψεις ἀγαπημένα Του πρόσωπα, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἔχει ἀπομακρύνει τὶς θλίψεις ἀπὸ τοὺς φίλους Του, σύμφωνα μὲ τὶς ἀνεξιχνίαστες βουλές Του.
Ὅταν ἐμφανίζεται μπροστὰ σου τὸ ποτήρι, μὴν κοιτᾶς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σοῦ τὸ δίνουν. Σήκωσε τὰ μάτια σου στὸν οὐρανὸ καὶ λέγε: «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».
«Θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας» (Ψαλμ. 115:4). Δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι, τὸ ἐχέγγυο τῶν οὐράνιων καὶ αἰώνιων αγαθών. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ μὲ διδάσκει τὴν ὑπομονή: «Για νὰ μποῦμε στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ πολλές θλίψεις» (Πράξ.14:22). Πῶς εἶναι δυνατὸ ν” ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι αὐτό, τὸ μέσο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ φτάσω στὴν οὐράνια βασιλεία καὶ θὰ τὴν οἰκειωθῶ ὁλοκληρωτικά; Ναί, θὰ δεχθῶ τὸ ποτήρι, θὰ δεχθῶ τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ!
Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι, στ” ἀλήθεια, δῶρο τοῦ Θεοῦ. «Σ” ἐσᾶς», ἔγραφε ὁ μέγας Παῦλος στοὺς χριστιανούς τῶν Φιλίππων, «δόθηκε τὸ χάρισμα ὄχι μόνο νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ ὑποφέρετε γι” Αὐτόν» (Φιλιπ. 1:29).
Τὸ ποτήρι φαινομενικὰ τὸ παίρνεις ἀπὸ χέρια ἀνθρώπινα. Τὶ σημασία ἔχει γιὰ σένα ἂν σοῦ τὸ δίνουν δίκαια ἢ ἄδικα; Ἐσὺ ὀφείλεις νὰ φερθεῖς σωστά, ὅπως ταιριάζει σ” ἕναν ἀκόλουθο τοῦ Ἰησοῦ: Μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ ζωντανὴ πίστη νὰ δεχθεῖς τὸ ποτήρι. Καὶ ἀφοῦ τὸ δεχθεῖς, μὲ ἀνδρεία νὰ τὸ πιεῖς ὅλο, ὡς τὴν τελευταῖα του σταγόνα.
Ὅταν παίρνεις τὸ ποτήρι ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων, νὰ σκέφτεσαι ὅτι προέρχεται ἀπ” Αὐτόν, ποὺ εἶναι ὄχι ἁπλῶς Ἀθῶος ἀλλὰ καὶ Πανάγιος. Καὶ καθὼς θὰ τὸ σκέφτεσαι, νὰ ἐπαναλαμβάνεις γιὰ σένα καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ταλαίπωρους ἁμαρτωλοὺς τὰ λόγια τοῦ μακάριου καὶ συνετοῦ ἐκείνου ληστοῦ, ποὺ σταυρώθηκε στὰ δεξιὰ τοῦ σταυρωμένου Θεανθρώπου: «Ἐμεῖς δίκαια τιμωρούμαστε γι” αὐτὰ ποὺ κάναμε… Θυμήσου με. Κύριε, ὅταν ἔρθεις στὴ βασιλεία Σου»(Λουκ. 23:41-42).
Μετὰ γύρισε στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ σοῦ δίνουν τὸ ποτήρι, καὶ πές τους: «Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἐσεῖς, τὰ ὄργανα τῆς δικαιοσύνης καὶ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἀπὸ τώρα καὶ στὴν αἰωνιότητα». Ἄν, ὡστόσο, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὰ λόγια σου, μὴ ρίξεις τὰ πολύτιμα μαργαριτάρια τῆς ταπεινώσεως στὰ πόδια ἐκείνων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὰ ἐκτιμήσουν. Πὲς καλύτερα τὰ λόγια αὐτὰ μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ σου.
Μόνο ἔτσι θὰ ἐκπληρώσεις τὴν ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ λέει: «Νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ δίνετε εὐχές σ” ἐκείνους ποὺ σᾶς δίνουν κατάρες» (Ματθ. 5:44).
Νὰ προσεύχεσαι στὸν Κύριο γι” αὐτούς ποὺ σὲ λύπησαν ἢ σὲ πρόσβαλαν. Νὰ Τὸν παρακαλᾶς νὰ τοὺς ἀνταποδώσει πρόσκαιρα καὶ αἰώνια ἀγαθὰ σ” αὐτὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, καὶ νὰ τοὺς τὸ λογαριάσει σὰν ἀρετὴ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Ἀκόμα κι ἂν ἡ καρδιὰ σου δὲν θέλει νὰ φερθεῖς μ” αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἀντιδρᾶ, ἐσὺ ἀνάγκασέ την. Τὸν οὐρανὸ μποροῦν νὰ τὸν κληρονομήσουν μόνο ὅσοι ἀσκοῦν βία στὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν (βλ. Ματθ. 11:12).
Ἂν δὲν θέλεις νὰ φερθεῖς ἔτσι, τότε δὲν θέλεις νὰ εἶσαι ἀκόλουθος καὶ μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μὲ προσοχὴ κοίταξε βαθιὰ μέσα σου καὶ ἀναρωτήσου: Μήπως βρῆκες ἄλλο δάσκαλο; Μήπως ὑπο­τάχθηκες σ” αὐτόν; Δάσκαλος τοῦ μίσους εἶναι ὁ διάβολος.
Φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ἡ ἀδικία ἢ ἡ καταπίεση τοῦ πλησίον. Ἀκόμα πιὸ φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ὁ φόνος. Ἄν, ὅμως, μισεῖς τὸν καταπιεστή σου, τὸν συκοφάντη σου, τὸν προδότη σου, τὸν φονιά σου, ἂν δὲν ξεχνᾶς τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, ἢ καὶ τοὺς ἐκδικεῖσαι, διαπράττεις ἁμαρτία βαριὰ σχεδόν ὅσο καὶ ἡ δική τους. Ἄδικα παριστάνεις στὸν ἑαυτό σου καὶ στοὺς ἄλλους τὸν δίκαιο. «Ὅποιος μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι ἀνθρωποκτόνος», διακήρυξε ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ (Α” Ιω. 3:15).
Ἡ ζωντανή πίστη στὸν Χριστό μᾶς μαθαίνει νὰ δεχόμαστε τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τὸ γευόμαστε, ξεχύνει στὶς καρδιές μας τὴν ἐλπίδα στὸν Χριστό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστό, πάλι, χαρίζει στὶς καρδιές δύναμη καὶ παρηγοριά.
Τὸ παράπονο γιὰ τὸ ποτήρι ποὺ ἔχει προοριστεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ ἀγανάκτηση, ἡ ἀνυπομονησία, ἡ μικροψυχία καὶ προπαντὸς ἡ ἀπελπισία εἶναι ἁμαρτίες μπροστὰ στὸν Κύριο, εἶναι τὰ κακόμορφα παιδιὰ τῆς ἐγκληματικῆς ἀπιστίας.
Εἶναι ἁμαρτία νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας, ὅταν αὐτοὶ γίνονται ὄργανα τῶν δοκιμασιῶν μας. Πολὺ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων κατεβαίνει σ” ἐμᾶς κατευθείαν ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ὅποιος πίνει τὸ ποτήρι μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ εὐχές πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ τοῦ τὸ προσφέρουν, αὐτὸς ἔφτασε στὴν ἁγία ἀνάπαυση, στὴ χάρη τῆς εἰρήνης τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀπὸ τώρα κιόλας ἀπολαμβάνει τὸν πνευματικὸ παράδεισο τοῦ Θεοῦ.
Τὰ πρόσκαιρα βάσανα αὐτὰ καθεαυτὰ εἶναι ἀσήμαντα. Ἐμεῖς τὰ θεωροῦμε σημαντικά, ἐπειδὴ εἴμαστε κολλημένοι στὴ γῆ καὶ στὰ φθαρτά, ἐπειδὴ εἴμαστε ψυχροὶ ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τὴν αἰωνιότητα.
Ὅσες θλίψεις κι ἂν δοκιμάζουμε στὴν παροῦσα ζωή, αὐτὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς περιμένουν στὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὴν παρηγοριὰ ποὺ ἀπὸ ἐδῶ κιόλας μᾶς χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
«Αὐτὰ ποὺ τώρα ὑποφέρουμε», λέει ὁ ἀπόστολος, «δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στὸ μέλλον» (Ρωμ. 8:18).
Οἱ ψυχές ποὺ δοκιμάζουν διάφορες θλίψεις, εἴτε φανερές, ἀπὸ τὶς ἐνέργειες μοχθηρῶν ἀνθρώπων, εἴτε ἀφανείς, ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση αἰσχρῶν λογισμῶν μέσα στὸν νοῦ, ἢ ὑποφέρουν ἀπὸ σωματικές ἀσθένειες, ἂν ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος, θὰ ἀξιωθοῦν νὰ στεφανωθοῦν ὅπως οἱ μάρτυρες καὶ ν” ἀποκτήσουν ὅση κι ἐκεῖνοι παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ὑπομένεις τὴν πικρὴ καὶ ἀηδιαστική γεύση τῶν φαρμάκων. Ὑπομένεις τὸν τόσο ὁδυνηρὸ ἀκρωτηριασμὸ καὶ καυτηριασμὸ κάποιου μέλους σου. Ὑπομένεις τὸ μακροχρόνιο βάσανο τῆς πείνας καὶ τὴν ἐπίσης μακροχρόνια ἀπομόνωση στὸ δωμάτιό σου, λόγω σοβαρῆς ἀρρώστιας. Ὑπομένεις τὰ πάντα, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ κλονισμένη ὑγεία τοῦ σώματός σου, τὸ ὁποῖο, καὶ καλὰ νὰ γίνει, ὁπωσδήποτε θὰ ξαναρρωστήσει, ὁπωσδήποτε θὰ πεθάνει καὶ θὰ λιώσει. Ὑπόμενε, λοιπόν, καὶ τὴν πίκρα τοῦ ποτηριοῦ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ φέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴν αἰώνια μακαριότητα στὴν ἀθάνατη ψυχή σου.
Τὸ ποτήρι σοῦ φαίνεται ἀνυπόφορο, θανατηφόρο; Τότε, ἂν καὶ ὀνομάζεσαι χριστιανός, δὲν ἀνήκεις στὸν Χριστό. Γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς μαθητές τοῦ Χριστοῦ τὸ ποτήρι Του εἶναι ποτήρι χαρᾶς. Γι” αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, μετὰ τὸν ξυλοδαρμό τους μπροστὰ στὸ συνέδριο τῶν πρεσβυτέρων τῶν Ἰουδαίων, «ἔφυγαν χαρούμενοι, ἐπειδὴ ὁ Θεός τοὺς ἀξίωσε νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ» (Πράξ. 5:41).
Πικρές εἰδήσεις ἄκουσε ὁ δίκαιος Ἰώβ. Ἡ μιὰ μετὰ τὴν ἄλλη ἐρχόταν κι ἔπεφτε βαριὰ πάνω στὴν ἀκλόνητη καρδιὰ του. Ἀπ” ὅλες πιὸ βαριὰ ήταν ἡ τελευταία: Ὅλοι του οἱ γιοὶ κι ὅλες του οἱ κόρες ἔχασαν ξαφνικὰ τὴ ζωή τους μὲ θάνατο βίαιο καὶ τραγικὸ(βλ. Ἰώβ 1:13-19). Ἀπὸ τὴ μεγάλη του θλίψη ὁ δίκαιος Ιώβ ξέσκισε τὰ ρούχα του κι ἔριξε στάχτη στὸ κεφάλι του. Ὕστερα, ὅμως, δείχνοντας τὴ ζωντανή του πίστη, ἔπεσε καταγῆς, προσκύνησε τὸν Κύριο καὶ εἶπε: «Ἐγώ γυμνὸς βγῆκα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου, γυμνός καὶ θὰ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο. Ὁ Κύριος τὰ ἔδωσε ὅλα, ὁ Κύριος καὶ τὰ πῆρε πίσω. Ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κι ἔγινε. Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου σ” ὅλους τοὺς αἰῶνες!»(Ιώβ 1:21).
Μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς νὰ ἐμπιστεύεσαι Ἐκεῖνον ποὺ καὶ τὶς τρίχες τοῦ κεφαλιοῦ σου τὶς ἔχει μετρημένες (βλ. Ματθ. 10:30). Αὐτὸς γνωρίζει πόσο πρέπει νὰ πιεῖς ἀπὸ τὸ θεραπευτικὸ ποτήρι ποὺ σοῦ προσφέρει, γιὰ νὰ γίνεις καλά.
Ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν ἀφήνει τοὺς πιστούς δούλους Του νὰ δοκιμαστοῦν πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις τους. «Ὁ Θεός, ποὺ κρατάει τὶς ὑποσχέσεις Του», γράφει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παύλος, «δὲν θὰ ἐπιτρέψει σὲ κανέναν πειρασμὸ νὰ ξεπεράσει τὶς δυνάμεις σας. Ἀλλά, ὅταν ἔρθει ὁ πειρασμός, θὰ δώσει μαζὶ καὶ τὴ διέξοδο, ὥστε νὰ μπορέσετε νὰ τὸν ἀντέξετε» (Α” Κορ. 10:13).
Οἱ ἄνθρωποι γνωρίζουν πόσο βάρος μπορεῖ νὰ σηκώσει ἕνα ζώο. Πολύ περισσότερο ἡ ἄπειρη Σοφία τοῦ Θεοῦ γνωρίζει πόσο βαριές δοκιμασίες μπορεῖ νὰ σηκώσει μιὰ ψυχή.
Ὁ κεραμοποιός γνωρίζει καὶ τὴν ἔνταση τῆς φωτιᾶς καὶ τὸν χρόνο ποὺ πρέπει νὰ μείνουν σ” αὐτὴν τὰ πήλινα σκεύη, γιὰ νὰ ψηθοῦν σωστά. Γιατί, ἂν παραψηθοῦν, σπάζουν, κι ἂν πάλι μισοψηθοῦν, εἶναι ἀκατάλληλα γιὰ χρήση. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός γνωρίζει πόσον καιρὸ πρέπει νὰ βαστήξει ἡ φωτιὰ τῆς δοκιμασίας καὶ πόσο δυνατή πρέπει νὰ εἶναι αὐτὴ ἡ φωτιά, ὥστε τὰ λογικὰ Του σκεύη, οἱ χριστιανοί, νὰ γίνουν ἰκανοὶ γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Κοίτα συχνὰ τὸν Ἰησοῦ: Μπροστὰ στοὺς σταυρωτές Του στεκόταν ἄφωνος, «σὰν τὸ ἀρνὶ μπροστὰ σ” αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει». Παραδόθηκε στὸν θάνατο «σὰν τὸ ἀθῶο πρόβατο ποὺ ὁδηγεῖται στὴ σφαγή» (Ησ. 53:7. Πράξ. 8:32). Μὴν πάρεις ἀπ” Αὐτόν τὰ μάτια σου, Καὶ τὶς θλίψεις σου θὰ τὶς διαλύσει μια οὐράνια, πνευματική γλυκύτητα. Μὲ τὶς πληγές τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεραπευ­θοῦν οἱ πληγές τῆς καρδιᾶς σου.
«Φτάνει, ἐὼς ἐδώ!», εἶπε ὁ Κύριος σ” ἐκείνους ποὺ θέλησαν νὰ Τον ὑπερασπίσουν στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Κι ὕστερα ἄγγιξε τὸ κομμένο αὐτὶ τοῦ δούλου, ποὺ εἶχε ἔρθει γιὰ νὰ Τὸν συλλάβει, καὶ τὸν θεράπευ­σε (βλ. Λουκ. 22:51).
«Μήπως νομίζεις», ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος σ” ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὸ μαχαίρι προσπάθησε νὰ πάρει μακριά Του τὸ ποτήρι, «ὅτι δὲν μπορῶ νὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα μου, κι Αὐτὸς νὰ μοῦ στείλει γιὰ συμπαράσταση πάνω ἀπὸ δώδεκα λεγεώνες ἀγγέλων;» (Ματθ. 26:53).
Στὸν καιρὸ τῶν συμφορῶν μὴ ζητᾶς βοήθεια ἀπὸ ἀνθρώπους. Μὴ χάνεις πολύτιμο χρόνο, μὴ σπαταλᾶς τὶς ψυχικές σου δυνάμεις γυρεύοντας αὐτὴ τὴν ἀνίσχυρη βοήθεια. Ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ περιμένεις βοήθεια. Μὲ δική Του ἐντολή, ὅταν πρέπει, θὰ ἔρθουν οἱ ἄνθρωποι νὰ σὲ βοηθήσουν.
Σώπαινε ὁ Κύριος μπροστὰ στὸν Πιλᾶτο καὶ τὸν Ἡρώδη. Δὲν εἶπε οὔτε λέξη γιὰ νὰ δικαιωθεῖ. Τὴν ἁγία καὶ σοφὴ σιωπή Του νὰ μιμεῖσαι, ὅταν βλέπεις πὼς οἱ ἐχθροί σου ἐπιδιώκουν νὰ σὲ καταδικάσουν ὁπωσδήποτε, γιὰ νὰ κρύψουν μὲ τὴ δική σου καταδίκη τὴ δική τους κακή προαίρεση.
Όπως κι ἂν εμφανιστεῖ μπροστά σου τὸ ποτήρι, εἴτε σὰν τὰ σύννεφα, ποὺ μαζεύονται σιγά-σιγὰ καὶ προειδοποιοῦν γιὰ τὴν καταιγίδα, εἴτε αἰφνίδια, σὰν δυνατός ἀνεμοστρόβιλος, ἐσὺ πὲς στὸν Θεό: «Ἄς γίνει τὸ θέλημά Σου»! (Λουκ. 11:2).
Εἶσαι μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ, ὑπηρέτης τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκεῖνος εἶπε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ὑπηρετεῖ, ἂς ἀκολουθεῖ τὸν δικό μου δρόμο, κι ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐκεῖ θὰ εἶναι κι ὁ δικός μου ὑπηρέτης» (Ιω. 12:26). Ὁ Ἰησοῦς πέρασε τὴν ἐπίγεια ζωή Του μὲ μαρτύρια. Ἦταν κατατρεγμένος ἀπὸ τὴ γέννησή Του ὡς τὸν τάφο. Ἡ κακία Του ἑτοίμαζε πικρὸ θάνατο ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν στὰ σπάργανα. Μὰ κι ὅταν πραγματοποίησε τὸν σκοπό της, δὲν ἱκανοποιήθηκε. Προσπάθησε νὰ ἐξαφανίσει ἀπὸ προσώπου γῆς ἀκόμα καὶ τὴ μνήμη Του.
Στ” ἀχνάρια τοῦ Κυρίου βαδίζοντας ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί Του, διάβηκαν ἀπὸ τὸν δρόμο τῶν πρόσκαιρων βασάνων στὴ μακάρια αἰωνιότητα. Μαζὶ μὲ τὶς σαρκικές ἀπολαύσεις δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχει καὶ πνευματική κατάσταση. Νὰ γιατὶ ὁ Κύριος δὲν παύει νὰ προσφέρει τὸ ποτήρι Του στοὺς ἀγαπημένους Του: Ἐπειδή μ” αὐτὸ τοὺς κάνει νεκροὺς γιὰ τὸν κόσμο καὶ ἱκανούς γιὰ τὴ ζωή τοῦ Πνεύματος. «Ἔτσι δείχνει ὁ Θεὸς τὴν πρόνοιά Του γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, μὲ τὸ νὰ τοῦ στέλνει διαρκῶς θλίψεις», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος.
Ὅταν προσεύχεσαι, ζήτα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀπομακρύνει ἀπὸ σένα κάθε συμφορά, κάθε πειρασμό. Δὲν πρέπει νὰ ρίχνεσαι μὲ αὐτοπεποίθηση καὶ ἀπερίσκεπτη τόλμη στὴ δίνη τῶν θλίψεων. Σ” αὐτὴ τὴν αὐτοπεποίθηση κρύβεται ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν, ὅμως, οἱ θλίψεις ἔρχονται ἀπὸ μόνες τους, μὴν τὶς φοβᾶσαι. Μὴ νομίζεις πως ἦρθαν τυχαῖα, ἀπὸ τὴ συνδρομή τῶν περιστάσεων. Ὄχι. Ἀπὸ τὴν ἀνεξιχνίαστη πρόνοια τοῦ Θεοῦ παραχωρήθηκαν. Γεμάτος πίστη, γεμάτος ἀνδρεία καὶ μεγαλοψυχία, ταξίδευε ἄφοβα μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τ” ἄγρια κύματα πρὸς τὸ ἤσυχο λιμάνι τῆς αἰωνιότητας. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς σὲ καθοδηγεῖ ἀόρατα.
Μάθε νὰ λὲς μὲ βαθιὰ εὐλάβεια τὴν προσευχὴ ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος στὸν Πατέρα Του ἐκεῖ, στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, τὶς τόσο δύσκολες ὧρες πρὶν ἀπὸ τὰ παθήματα καὶ τὸν σταυρικὸ θάνατό Του. Μ” αὐτὴ τὴν προσευχὴ νὰ ἀντιμετωπίζεις καὶ νὰ νικᾶς κάθε θλίψη. «Πατέρα μου», εἶπε ὁ Κύριος, «ἂν εἶναι δυνατόν, ἂς μὴν πιῶ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Ὅμως ἂς μὴ γίνει τὸ δικό μου θέλημα ἀλλὰ τὸ δικό Σου» (Ματθ. 26:39).
Νὰ προσεύχεσαι στὸν Θεὸ νὰ διώχνει μακριὰ σου τὶς συμφορές, ἀλλὰ συνάμα νὰ ἀπαρνεῖσαι τὸ θέλημά σου ὡς θέλημα ἁμαρτωλό, θέλημα τυφλό. Τὸν ἑαυτό σου, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα σου, τὶς περιστάσεις, τὶς παροῦσες καὶ τὶς μελλοντικές, τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου, ὅλους νὰ τοὺς ἐμπιστεύεσαι καὶ ὅλα νὰ τ” ἀφήνεις στὸ πανάγιο καὶ πάνσοφο θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός. Τὸ πνεῦμα εἶναι πρόθυμο, ἡ σάρκα ὅμως εἶναι ἀδύναμη» (Μάρκ. 14:38). Ὅταν μᾶς κυκλώνουν οἱ θλίψεις, πρέπει νὰ πυκνώνουμε τὶς προσευχές, γιὰ νὰ ἐλκύουμε πιὸ ἰσχυρὰ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ μόνο μὲ τὴ βοήθεια τῆς χάριτος μποροῦμε νὰ ξεπεράσουμε ὅλες τὶς πρόσκαιρες ἐπίγειες συμφορές.
Ὅταν πάρεις τὸ οὐράνιο δῶρο τῆς ὑπομονής, νὰ προσέχεις ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ διατηρήσεις τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, ἡ ἁμαρτία θὰ γλιστρήσει στὴν ψυχή ἢ στὸ σῶμα σου καὶ θὰ διώξει μακριά σου τὴ χάρη. Τότε ἡ θλίψη, ποὺ παραχωρήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴ σωτηρία σου καὶ τὴν τελείωσή σου, θὰ πέσει πάνω σου βαριὰ καὶ θὰ σὲ συντρίψει μὲ τὴ λύπη, τὴν ἀκηδία καὶ τὴν ἀπελπισία, ἐπειδὴ στὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲν ἔδειξες τὴν εὐλάβεια ποὺ τοῦ πρέπει.
Οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἔψαλλαν ὕμνους χαρᾶς, ἐνῶ βρίσκονταν μέσα σὲ ἀναμμένα καμίνια, ἐνῶ πατοῦσαν πάνω σὲ καρφιά, ἐνῶ ἦταν δεμένοι σὲ τροχούς μὲ κοφτερὰ σπαθιά, ἐνῶ ἔβραζαν μέσα σὲ καζάνια μὲ κοχλαστὸ νερὸ ἢ λάδι. Καὶ ἡ δική σου καρδιά, ὅταν μὲ τὴν προσευχή ἐλκύσει τὴν παρηγορητική χάρη καὶ μὲ τὴν πνευματική ἐγρήγορση τὴ φυλάξει μέσα της, τότε καὶ στὶς δυστυχίες καὶ στὶς πικρές συμφορές θὰ ψάλλει ὕμνους χαρᾶς, ὕμνους δοξολογίας καὶ εὐχαριστίας στὸν Θεό.
Ὁ νοῦς ποὺ καθαρίστηκε μὲ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, γίνεται θεατὴς πνευματικῶν ὁραμάτων. Ἀρχίζει νὰ βλέπει τὴν ἀόρατη στὸν σαρκικὸ νοῦ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγκαλιάζει τὰ πάντα, νὰ βλέπει τὸν νόμο τῆς φθορᾶς σ” ὅλα τὰ φθαρτά, νὰ βλέπει τὴν ἀσύλληπτη ἀλλὰ τόσο κοντινή σὲ ὅλους αἰωνιότητα, νὰ βλέπει τὸν Θεὸ στὰ μεγάλα Του ἔργα, στὴ δημιουργία καὶ τὴν ἀναγέννηση τοῦ κόσμου. Ἡ ἐπίγεια ζωή του φαίνεται σὰν ἕνα σύντομο ταξίδι, τὰ γεγονότα της τοῦ φαίνονται σὰν ὅνειρα καὶ τὰ ἀγαθά της τοῦ φαίνονται σὰν πρόσκαιρες ὀφθαλμαπάτες, σὰν φευγαλέες ἀλλὰ ὁλέθριες πλάνες τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιάς.
Καὶ γιὰ τὴν αἰωνιότητα; Τὶ καρπὸ δίνουν οἱ πρόσκαιρες αὐτὲς θλίψεις; Ὅταν ὁ ἅγιος ἀπόστολος Ἰωάννης ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ἀνοιχτὸ τὸν οὐρανό, κάποιος ἀπὸ τοὺς κατοίκους του, δείχνοντας ἕνα αμέτρητο πλῆθος ὁλόλαμπρων λευκοφορεμένων πιστῶν, ποὺ γιόρταζαν μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ τὴ σωτηρία τους, τὸν ρώτησε: «Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ φοροῦν λευκές στολές κι ἀπὸ ποῦ ἦρθαν;». Κι ὁ Θεολόγος Ἰωάννης τοῦ ἀπάντησε: «Κύριέ μου, ἐσὺ ξέρεις». Τότε ὁ οὐρανοπολίτης τοῦ εἶπε: «Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πέρασαν τὸν μεγάλο διωγμό, ποὺ ἔπλυναν τὴ στολή τους καὶ τὴ λεύκαναν μὲ τὸ αἶμα τοῦ Ἀρνίου. Γι” αὐτὸ στέκονται μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν λατρεύουν μέρα καὶ νύχτα στὸν ναό Του, κι Αὐτὸς ποὺ κάθεται στὸν θρόνο θὰ εἶναι πάντα μαζί τους. Δὲν θὰ πεινάσουν πιά, οὔτε θὰ διψάσουν ποτέ. Δὲν θὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν ἥλιο οὔτε ἀπὸ ἄλλον καύσωνα. Τὸ Ἀρνίο, ποὺ εἶναι στὴ μέση τοῦ θρόνου, σὰν καλός βοσκός θὰ τοὺς κατευθύνει καὶ θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὶς νεροπηγές τῆς ζωῆς. Ὁ Θεός θὰ ἐξαφανίσει κάθε δάκρυ ἀπὸ τὰ μάτια τους» (Αποκ. 7:13-17).
Ἡ αἰώνια ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ αἰώνιο μαρτύριο στὸν ἄδη, ἡ αἰώνια κοινωνία μὲ τοὺς δαίμονες καὶ τοὺς δαιμονοποιημένους ἀνθρώπους, ἡ αἰώνια φωτιά, ἡ αἰώνια παγωνιά, τὸ αἰώνιο σκοτάδι τῆς γέεννας -νὰ τὶ εἶναι πραγματικὰ θλίψη, θλίψη μεγάλη, φρικτή, ἀφόρητη!
Στὴ μεγάλη αἰώνια θλίψη ὁδηγοῦν οἱ ἐπίγειες ἀπολαύσεις.
Ἀπ” αὐτὴ τὴ θλίψη προφυλάσσει καὶ σώζει τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ ὅποιον τὸ πίνει εὐγνωμονώντας καὶ δοξολογώντας τὸν Θεό. Μὲ τὸ πικρὸ ποτήρι τῶν πρόσκαιρων θλίψεων ὁ Πανάγαθος προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὸ ἀπέραντο καὶ αἰώνιο ἔλεός Του. Ἀμήν.

Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἡ φωνὴ τῶν Πατέρων – Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου

http://www.orthodoxfathers.com/logos/potiri-thlipseon

Χριστιανοί που δεν γνωρίζουν εις τί συνίσταται ο Χριστιανισμός!

Να βλέπει κανείς και να χύνει δάκρυα πικρά! Χριστιανούς που δεν γνωρίζουν εις τί συνίσταται ο Χριστιανισμός! Και όμως αυτό το θέαμα βλέπει κανείς σήμερα, όπου κι αν στρέψει τα μάτια του. Σπανιώτατα μπορεί κανείς σήμερα μέσα σ’ αυτό το πλήθος των αυτοκαλούμενων Χριστιανών να βρει έναν, που νάναι πράγματι ενσυνείδητος, λόγω και έργω Χριστιανός!….
Θ’ απαντήσω με όσο το δυνατόν λιγώτερες λέξεις σ’ όλες τις ερωτήσεις που υποβάλλετε, μίαν προς μίαν. Γράφετε:

«Γιατί να μην μπορούν να σωθούν οι ειδωλολάτρες, οι μωαμεθανοί, καθώς επίσης και όλοι οι αιρετικοί; Μεταξύ αυτών υπάρχουν εξαιρετικοί άνθρωποι! Το να καταδικάσουμε όλους αυτούς τους καλούς ανθρώπους είναι αντίθετο (δήθεν) προς το έλεος του Θεού(!)… είναι αντίθετο προς την υγειά ανθρώπινη λογική. Οι αιρετικοί είναι και αυτοί χριστιανοί, τέλος πά­ντων!… Το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του σεσωσμένο, και τα μέλη των άλλων δογμάτων καταδικασμένα, είναι ταυτόχρονα ανοησία… και άκρα υπερηφάνεια!…».

Χριστιανοί! Επιχειρηματολογείτε πάνω στο ζήτημα της Σωτηρίας, χωρίς να ξέρετε τί είναι Σωτηρία, γιατί οι άνθρωποι έχουν ανάγκην από αυτήν, και τελικά αγνοείτε τον Χριστό, τον μοναδικό αυτοσκοπό και μέσο της σωτηρίας μας. Ακούστε λοιπόν την πραγματική διδασκαλία πάνω στο σημείο αυτό, τη διδασκαλία της αγίας μας Εκκλησίας – της Ορθοδοξίας.

Η Σωτηρία συνίσταται στο να επανεύρουμε την κοινωνία με τον Θεό. Αυτή η κοινωνία εχάθη απ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, όταν οι προπάτορές μας έπεσαν στην αμαρτία. Ολόκληρο το ανθρώπινο γένος ανήκει λοιπόν σε μια κατηγορία εκπτώτων και καταδικασμένων δημιουργημάτων. Η καταδίκη είναι η κληρονομία του κάθε ανθρώπου είτε εναρέτου είτε κακοποιού. «Εν ανομία συνελήφθημεν και εν αμαρτία εκυήθημεν». «Καταβήσομαι προς τον υιόν μου πενθών εις άδου» (Γένεσις ΛΖ’ 35), λέγει ο Πατριάρχης Ιακώβ για τον εαυτό του και τον άγιο υιόν του, τον πάγκαλο και σώφρονα Ιωσήφ. Δεν είναι μόνον οι αμαρτωλοί που κατεβαίνουν στον Άδη, στο τέλος της επίγειας παροικίας τους, αλλ’ επίσης και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης!….

Για να αποκατασταθεί λοιπόν η μετά του Θεού Κοινωνία, δηλαδή η Σωτηρία μας, ήταν αναγκαία η Λύτρωση! Και η λύτρωση του ανθρωπίνου γένους, δεν επραγματοποιήθη από ένα Άγγελο ή Αρχάγγελο ή οποιοδήποτε άλλο ανώτερο -πλην πεπερασμένο, κτιστό δημιούργημα- αλλά επραγματοποιήθηκε από τον Ίδιο, τον Άπειρο Θεό, δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι. Όπως πολύ όμορφα και χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Ακολουθία της Θείας Λειτουργίας και ειδικά στην Προσκομιδή: «Ούτε γαρ Άγγελος, Αρχάγγελος ή άνθρωπος, αλλ’ Αυτός έσωσας ημάς, Σωτήρ ημών, δόξα σοι».

Ο θάνατος που ήταν η μερίδα του ανθρώπινου γένους αντικαταστάθηκε με τον δικόν του θάνατο! Η έλλειψη της ανθρώπινης αξιομισθίας αναπληρώθηκε με τη δική του ατελεύτητη Δικαιοσύνη. Όλα τα ασθενή καλά έργα του ανθρώπου, που οδηγούσαν στον Ά­δη αντικατεστάθηκαν με ένα μόνον αγαθόν έργο κοσμικής (μάλλον υπερκόσμιας) ισχύος: ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ!

Οι Εβραίοι ερώτησαν τον Κύριο: «Τί ποιώμεν ίνα εργαζώμεθα τα έργα του Θεού;». Και ο Κύριος τους α­ποκρίθηκε: «Τούτο εστιν το ΕΡΓΟΝ του Θεού, ίνα ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ εις ον απέστειλεν Εκείνος!…» (Ιωάν. ΣΤ’ 29). Ένα μοναδικό καλό έργο είναι αναγκαίο για τη Σωτηρία μας: Η ΠΙΣΤΙΣ!

Αλλά η ΠΙΣΤΙΣ είναι ΕΡΓΟΝ! Με την Πίστη και μόνο την Πίστη μπορούμε να ‘ρθούμε σε κοινωνία με τον Θεό, με την βοήθεια και Χάρη των Μυστηρίων, τα οποία Εκείνος μας παράδωσε.

Έχετε τελείως άδικο, όταν λέγετε και σκέφτεστε ότι οι «καλοί άνθρωποι» μεταξύ των άθεων και μουσουλμάνων θα σωθούν, δηλαδή θα έλθουν σε κοινωνία μετά του Θεού.

Έχετε τελείως άδικο, όταν θεωρείτε την αντίθετη άποψη ως ένα είδος καινοτομίας, ως ένα είδος πλάνης, που εισχώρησε μέσα στην Εκκλησία!….

Όχι! Αυτή υπήρξεν ανέκαθεν η συνεχής διδασκαλία της αληθούς Εκκλησίας, της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Η Εκκλησία απ’ αρχής δεν εγνώρισε παρά ένα μονάχα μέσον Σωτηρίας. Τον ΘΕΑΝΘΡΩΠΟ-ΛΥΤΡΩΤΗ!

Την στιγμή που οι δίκαιοι της αληθούς Εκκλησίας, οι λυχνίες διά των οποίων έλαμψε το Άγιον Πνεύμα, οι Προφήτες και οι θαυματουργοί, εκείνοι που επίστευσαν στον ερχόμενο Σωτήρα, πλην όμως απέθαναν πριν από την έλευσή Του, πήγαν στον Άδη, πώς μπορείτε να πιστεύετε ότι οι μουσουλμάνοι και οι άθεοι αιρετικοί, οι οποίοι ποτέ δεν εγνώρισαν τον Λυτρωτή, ούτε επίστευσαν εις Αυτόν, απλώς και μόνον επειδή εσείς τους κρίνετε καλούς, έφθασαν τάχα στη Σωτηρία, στην οποία με κανένα άλλο μέσο δεν φτάνει κανείς παρά μόνο και αποκλειστικά με την πίστη στον Λυτρωτή!

Χριστιανοί! Γνωρίσατε τον Χριστό! Πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι Τον αγνοείτε! Ότι ακόμη μάλιστα Τον αρνείσθε, εάν διδάσκετε δυνατότητα Σωτηρίας χωρίς Αυτόν, με την βοήθεια και μόνον οιονδήποτε καλών έργων.

Καθένας, που διδάσκει δυνατότητα Σωτηρίας χωρίς Χριστόν αρνείται τον Χριστό, και χωρίς να το γνωρίζει υποπίπτει στην τρομερή αμαρτία της βλασφημίας! Αναγνωρίζομεν λοιπόν ότι ο άνθρωπος δικαιούται εκ πίστεως άνευ των έργων του Νόμου (Ρωμ. Γ’ 28), όπως λέγει ο Άγιος Απόστολος Παύλος.

«Δικαιοσύνη δε Θεού διά πίστεως Ιησού Χριστού εις πάντας τους πιστεύοντας. Ου γάρ εστιν διαστολή. Πάντες γάρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούμενοι δωρεάν, τη Αυτού Χάριτι, διά της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού…» (Ρωμ. Γ’ 22-24).

Απαντάτε: «Ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος, άνευ συζητήσεως, ενδιαφέρεται περί των “καλών έργων”. Διδάσκοντας ότι “πίστις άνευ έργων νεκρά εστι”. Αλλά προσέξατε ακριβώς αυτό που ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος επιθυμεί να τονίσει».

Θα παρατηρήσετε ότι όπως κάθε θεόπνευστος συγγραφέας των Αγίων Γραφών, αναζητεί ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ και όχι τα καλά έργα της πεπτωκυίας ημών φύσεως! Αναζητεί την ζώσαν πίστη, πούναι επισφραγισμένη με τα έργα του νέου ανθρώπου, και όχι τα καλά έργα της ξεπεσμένης μας υπόστασης, τα οποία η πίστις απεχθάνεται.

Αναφέρει την διαγωγή του Πατριάρχη Αβραάμ: Ένα ΕΡΓΟ, που φανερώνει την πίστη του δίκαιου αυτού ανθρώπου του Θεού. Το ΕΡΓΟ αυτό συνίσταται στην προς τον Θεόν θυσίαν του μονογενούς υιού του!… Το να σκοτώνει κανείς το παιδί του θυσιάζοντάς το, δεν είναι επ’ ουδενί λόγω και τρόπω ένα καλό έργο κατά τους νόμους της ανθρώπινης φύσης. Είναι καλό έργο, μόνο τη στιγμή, που αποτελεί εκπλήρωση της Θείας Εντολής. Είναι το ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ! Παρατηρήσατε την Καινή Διαθήκη και εν γένει ολόκληρη την Αγία Γραφή, και θα ιδήτε ότι αυτή απαιτεί την τήρηση των εντολών του Θεού, και αυτή η τήρηση καλείται ΕΡΓΟΝ! Διότι από την τήρηση των εντολών η προς τον Θεό πίστη καθίσταται ζώσα και ενεργής. Ενώ χωρίς αυτήν η Πίστη είναι νεκρή και ανενέργητη….

Οσίου Ιγνατίου Μπριατσιανίνωφ
«Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ
Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)»
Τεύχος 19. ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2007. Θεσ/νίκη
Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Επιμέλεια:ΝΟΤΑ ΧΑΡΑΣ

https://aoratospolemostheblog0.wordpress.com

Η τελειότητα της αγάπης βρίσκεται στην ένωση με τον Θεό!

Να αγαπάς τον Θεό έτσι όπως Εκείνος μας πρόσταξε να τον αγαπάμε και όχι όπως τον αγαπούν τάχα οι πλανεμένοι ονειροπόλοι.

Μην επιδιώκεις εκστάσεις, μην προξενείς στον εαυτό σου νευρική έξαψη, μη φλογίζεις την καρδιά σου με φλόγα σαρκική, με τη φλόγα του αίματος σου. Θυσία ευπρόσδεκτη από τον Θεό είναι η ταπείνωση της καρδιάς και η συντριβή του πνεύματος.
Αποστρέφεται ο κύριος τη θυσία που του προσφέρεται με αυτοπεποίθηση με υπερηφάνεια έστω κι αν πρόκειται για Ολοκαύτωμα.

Η υπερηφάνεια ταράζει τα νεύρα, θερμαίνει το αίμα, διεγείρει τη φαντασία συντηρεί τη ζωή της πτώσεως. Η ταπείνωση γαληνεύει τα νεύρα, κατευνάζει την κυκλοφορία του αίματος, καταπαύει την ονειροπόληση, τερματίζει τη ζωή της πτώσεως, δίνει τη ζωή που έφερε ο Ιησούς Χριστός.
«Η υπακοή είναι για τον Κύριο καλύτερη από κάθε θυσία και η υποταγή στο θέλημα του ανώτερη από το λίπος των κριαριών» είπε ο προφήτης Σαμουήλ στον βασιλιά Σαούλ, που τόλμησε να προσφέρει στον Θεό θυσία ανάρμοστη. Αν λοιπόν θέλεις να προσφέρεις στον Θεό τη θυσία της αγάπης μην την προσφέρεις αυθαίρετα και αλόγιστα, να την πρόσθεση με ταπείνωση όταν και όπου όρισε ο Θεός. Ο πνευματικός τόπος που μας δόθηκε εντολή να προσθέσουμε πνευματικές θυσίες είναι η ταπείνωση.

Θέλεις να διδαχθείς την αγάπη προς τον Θεό; Με επιμέλεια να μελετάς το Ευαγγέλιο τις εντολές του κυρίου και να προσπαθείς να τις εφαρμόζεις στην πράξη, αποκτώντας έτσι σιγά σιγά τις ευαγγελικές αρετές και κάνοντάς τες έξεις σου, ιδιότητες της ψυχής σου. Χαρακτηριστικό του ανθρώπου που αγαπά είναι η ακριβής εκπλήρωση του θελήματος του αγαπημένου του προσώπου.

Με την σταθερή απομάκρυνση από το κακό και την οικείωση των ευαγγελικών αρετών φτάνουμε στην αγάπη προς τον Θεό. Με τον ίδιο τρόπο παραμένουμε σε αυτή την αγάπη: «Αν τηρήσετε τις εντολές μου, θα μείνετε πιστοί στην αγάπη μου» είπε ο Σωτήρας.

Η τελειότητα της αγάπης βρίσκεται στην ένωση με τον Θεό. Η πρόοδος στην αγάπη συνοδεύεται από ανέκφραστη πνευματική παρηγοριά, γλυκύτητα και φώτιση. Αλλά στην αρχή του αγώνα του ο μαθητής της αγάπης πρέπει να πολεμήσει σκληρά με τον ίδιο του τον εαυτό, με τη βαριά αρρωστημένη φύση του. Το κακό λόγο του προπατορικού αμαρτήματος έγινε στοιχείο της φύσεώς μας, έγινε νόμος γι αυτή τη μεταπτωτική φύση, νόμος που αντιστρατεύεται τον νόμο του Θεού, τον νόμο της Αγίας αγάπης.

Να θυμάσαι πάντα πως η αγάπη προς τον Θεό είναι η ύψιστη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος είναι να ετοιμάσει τον εαυτό του με την καθαρότητα και την ταπεινοφροσύνη, για να δεχθεί αυτή τη δωρεά, με την οποία αλλοιώνονται ο νους, η καρδιά και το σώμα.

Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

Σημεία του Χριστού και σημεία του Αντιχρίστου. Σε τι διαφέρουν



Η αγία Γραφή μας πληροφορεί, ότι λίγο πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα γίνουν «σημεία» στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στην θάλασσα. Παράλληλα μας λέγει, ότι και ο αντίχριστος θα κάμη σημεία στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στον αέρα!

Πως θα τα ξεχωρίσωμε τα σημεία αυτά; Πως θα ξεχωρίσωμε τα σημεία-έργα του αντιχρίστου, από τα σημεία που προείπε ο Χριστός;

Τα πρώτα (τα «σημεία» του Χριστού) θα είναι αληθινά. Τα σημεία του αντιχρίστου θα είναι απλώς φαινομενικά• και θα απατούν τις αισθήσεις.

Τα σημεία του αντιχρίστου θα τα κάνουν ο αντίχριστος και οι απόστολοί του. Τα «σημεία» στον ήλιο, στη σελήνη, στα άστρα, τα «σημεία» προάγγελοι της Παρουσίας του Χριστού, θα γίνουν μόνα τους, χωρίς την μεσολάβηση κανενός. Οι φωστήρες του ουρανού, θα έχουν πια ολοκληρωτικά εκπληρώσει το σκοπό, για τον οποίο, κατ’ εντολήν του Δημιουργού, έλαμπαν στον ουρανό. Βέβαια τον είχαν και άλλοτε εκπληρώσει. Στη Γέννηση του Χριστού, με το παράδοξο αστέρι. Και στη Σταύρωσή Του, που ο ήλιος κρύφτηκε τις πιο φωτεινές ώρες της ημέρας, το καταμεσήμερο, πίσω από ένα μαύρο πέπλο πηχτό σκοτάδι, για να μην ιδή νεκρό τον Δημιουργό του. Τότε όμως θα γίνη κάτι το τελειωτικό.

Ο άγιος Ευαγγελιστής Ματθαίος, λέγει ότι μετά «τη θλίψη» που θα προκαλέση η τυρρανία του αντιχρίστου, θα έλθη αμέσως η παρουσία του Χριστού. Και θα αρχίση ως εξής: «ο ήλιος σκοτισθήσεται• η σελήνη ου δώσει το φέγγος• και οι αστέρες πεσούνται εκ του ουρανού». Οι φωστήρες του ουρανού, παρατηρεί ο άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, δεν θα χαθούν τότε. Θα εξακολουθήσουν για λίγο να στέκουν στην θέση τους. Όμως στα μάτια των ανθρώπων θα φανούν τότε, σαν να είχαν χαθή από το στερέωμα του ουρανού. Γιατί ένα άπλετο ουράνιο φως θα κραυγάζη τον κόσμο και θα τον προετοιμάζη να υποδεχθή τον Κύριο, που θα έλθη εν τη δόξη Αυτού. Το φως αυτό θα κάμη να μην διακρίνεται κανένα από τα ουράνια σώματα.

Η περί σημείων και θαυμάτων διδασκαλία, που εξεθέσαμε, είναι η διδασκαλία της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, η διδασκαλία των αγίων Πατέρων. Ουσιώδες χαρακτηριστικό της είναι η ακρίβεια, η (κατά το δυνατόν) σαφής διατύπωση της διδασκαλίας. Τα αληθινά σημεία θα βοηθήσουν να γίνη πιο βαθειά και πιο αληθινή η θεογνωσία, που είναι η βάση της σωτηρίας. Τα ψεύτικα σημεία θα αυξήσουν την πλάνη, και κατά συνέπεια, την απώλεια.

Ιδιαίτερα η ενέργεια των σημείων, που θα κάμη ο αντίχριστος θα είναι ευρείας και μεγαλειώδους μορφής. Και θα παρασύρη με αυτά την ανθρωπότητα να ομολογήση και να δεχθή σαν Θεό της τον απεσταλμένο του σατανά.
Τα θαύματα του Κυρίου μας πρέπει να τα βλέπωμε σωστά. Τότε θα διαπιστώσωμε πόσο μας οικοδομούν. Πόσο μας παρηγορούν. Πόσο είναι για μας σωτήρια.

Η ευσεβής θεώρηση των θαυμάτων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οικοδομεί, παρηγορεί και σώζει. Τι αγία απλότητα που έχουν! Πόσο με αυτά έγινε άνετη η επίγνωση του Θεού για τους ανθρώπους! Τι αγαθότητα μαρτυρούν! Τι ταπείνωση! Τι ακατανίκητη πειστικότητα που έχουν! Η θεώρηση των θαυμάτων του Χριστού, μας ανυψώνει στο Λόγο, που είναι ο Θεός.

ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ

*από το βιβλίο: Α Γ Ι Ο Υ Ι Γ Ν Α Τ Ι Ο Υ Μ Π Ρ Ι Α Ν Τ Σ Ι Α Ν Ι Ν Ω Φ Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Υ Σ Τ Α Υ Ρ Ο Υ Π Ο Λ Ε Ω Σ – «Θ Α Υ Μ Α Τ Α Κ Α Ι Σ Η Μ Ε Ι Α» (ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΑ 2000).

Πῶς θά ἀκολουθήσουμε καί θά μιμηθοῦμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό

«Ὅποιος θέλει νά μέ ὑπηρετεῖ, ἄς ἀκολουθεῖ τόν δικό μου δρόμο»1, εἶπε ὁ Κύριος. Κάθε χριστιανός, μέ τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στή βάπτισή του, ἀνέλαβε τήν ὑποχρέωση νά εἶναι δοῦλος καί ὑπηρέτης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κάθε χριστιανός πρέπει ἀπαραίτητα ν᾿ ἀκολουθεῖ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ἀφοῦ ἀποκάλεσε τόν ἑαυτό Του «ποιμένα τῶν προβάτων»2, ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «τά πρόβατα Τόν ἀκολουθοῦν, γιατί ἀναγνωρίζουν τή φωνή Του»3. Ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διδασκαλία Του. Ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό Εὐαγγέλιο. Ὅποιος, στόν δρόμο τῆς ἐπίγειας πορείας του, ἀκολουθεῖ τ᾿ ἀχνάρια τοῦ Χριστοῦ, κατευθύνεται ἀπό τίς ἐντολές Του...
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσω τόν Χριστό, πρέπει νά γνωρίσω τή φωνή Του. Γνώρισε τό Εὐαγγέλιο, καί θά μπορέσεις μέ τή ζωή σου ν᾿ ἀκολουθήσεις τόν Χριστό.
Ὅποιος, ἀφοῦ γεννηθεῖ βιολογικά, λάβει «τό βάπτισμα τῆς ἀναγεννήσεως καί τῆς ἀνανεώσεως4 καί διαφυλάξει τή βαπτισματική του κατάσταση μέ τήν εὐαγγελική βιοτή, αὐτός θά σωθεῖ· αὐτός «θά μπεῖ» στό θεάρεστο στάδιο τῆς ἐπίγειας ζωῆς μέ τήν πνευματική γέννηση «καί θά βγεῖ» ἀπ᾿ αὐτό τό στάδιο μέ τή μακάρια τελευτή του «καί θά βρεῖ βοσκή»5 στήν αἰωνιότητα, βοσκή ἄφθονη, γλυκύτατη, πνευματική.
«Ὅποιος θέλει νά μέ ὑπηρετεῖ, ἄς ἀκολουθεῖ τόν δικό μου δρόμο· καί ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐκεῖ θά εἶναι καί ὁ δικός μου ὑπηρέτης. Καί ὁ Πατέρας μου θά τιμήσει ὅποιον μέ ὑπηρετεῖ»6. Ποῦ βρισκόταν ὁ Κύριος, ὅταν εἶπε αὐτά τά λόγια; Μέ τή θεία φύση Του ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη φύση, βρισκόταν ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, πάνω στή γῆ, τήν κοιλάδα τούτη τῆς ἐξορίας καί τῆς ταλαιπωρίας, παραμένοντας, ὡς Θεός, καί ἐκεῖ ὅπου βρισκόταν προαιώνια.
«Ὁ Λόγος ἦταν μέ τόν Θεό»7. Αὐτός ὁ Λόγος διακήρυξε: «Ὁ Πατέρας ζεῖ μέσα σ᾿ Ἐμένα, κι ἐγώ ζῶ μέσα στόν Πατέρα»8. Τό ἴδιο κατορθώνει καί ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Χριστό: «Ὅποιος παραδέχεται πώς ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός κατοικεῖ μέσα σ᾿ αὐτόν καί αὐτός ζεῖ ἑνωμένος μέ τόν Θεό»9.
«Ὅποιον μέ ὑπηρετεῖ θά τόν τιμήσει ὁ Πατέρας Μου»10. «Τόν νικητή» τοῦ κόσμου καί τῆς ἁμαρτίας, πού μέ ἀκολουθεῖ στήν παρούσα ζωή, «θά τόν βάλω» στήν αἰώνια ζωή «νά καθήσει μαζί μου στόν θρόνο μου, ὅπως κάθησα κι ἐγώ νικητής μαζί μέ τόν Πατέρα Μου στόν θρόνο Του»11.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει πρῶτα ν᾿ ἀρνηθοῦμε τόν κόσμο. Ὁ Χριστός, δέν ἔχει τόπο στήν ψυχή, ἄν μέσα σ᾿ αὐτήν δέν συντελεστεῖ ἡ ἀποταγή τοῦ κόσμου. «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του καί ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του, θά τή χάσει· ὅποιος, ὅμως, χάσει τή ζωή του γιά χάρη Μου καί γιά χάρη τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει»12. «Ἄν κάποιος ἔρχεται κοντά Μου καί δέν ἀπαρνιέται τόν πατέρα του καί τή μητέρα του, τή γυναίκα του καί τά παιδιά του, τούς ἀδελφούς καί τίς ἀδελφές του, ἀκόμα καί τήν ἴδια του τή ζωή, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής Μου»13.
Πολλοί πλησιάζουν τόν Κύριο, λίγοι ὡστόσο ἀποφασίζουν νά Τόν ἀκολουθήσουν. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού διαβάζουν τό Εὐαγγέλιο, πού εὐφραίνονται μέ τά ὑψηλά νοήματά του καί ἐνθουσιάζονται μέ τήν ἁγία διδασκαλία του, λίγοι ὡστόσο ἀποφασίζουν νά ζήσουν σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελικό νόμο.
Ὁ Κύριος σ’ ὅλους ὅσοι Τόν πλησιάζουν καί ποθοῦν νά ἑνωθοῦν μαζί Του, δηλώνει: «Ὅποιος ἔρχεται κοντά μου καί δέν ἀπαρνιέται τόν κόσμο καί τόν ἑαυτό του, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής Μου». «Σκληρά εἶναι τοῦτα τά λόγια», ἔλεγαν ἀκόμα κι ἐκεῖνοι πού ἐξωτερικά Τόν ἀκολουθοῦσαν, οἱ μαθητές Του. «Ποιός μπορεῖ νά τ᾿ ἀκούει;14. Ἔτσι κρίνει γιά τά λόγια τοῦ Θεοῦ ἡ ἀνθρώπινη σοφία μέ τήν ἐλεεινή διάθεσή της. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωή, ζωή αἰώνια, ζωή ἀληθινή. Μ᾿ αὐτόν τόν λόγο θανατώνεται ἡ ἀνθρώπινη σοφία, πού γεννήθηκε ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο καί πού κρατᾶ τούς ἀνθρώπους στόν αἰώνιο θάνατο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «γι᾿ αὐτούς πού πᾶνε πρός τόν χαμό τους» ἑκούσια, ἀπό τήν ἀνθρώπινη σοφία, «εἶναι μωρία», ἐνῶ «γι᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στόν δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ»15.
Ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς πτώσεως οἰκειοποιηθήκαμε τόσο πολύ τήν ἁμαρτία, ὥστε ὅλα τά χαρακτηριστικά καί ὅλα τά κινήματα τῆς ψυχῆς εἶναι διαποτισμένα πιά ἀπ᾿ αὐτήν. Ἔτσι, ἡ ἀπόρριψη τῆς ἁμαρτίας, πού ἔχει γίνει στοιχεῖο τῆς ψυχῆς, σημαίνει ἀπόρριψη τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς. Αὐτή ἡ ἀπόρριψη τῆς ψυχῆς εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς. Ἡ ἀπόρριψη τῆς φύσεως πού μολύνθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία, εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν οἰκείωση τῆς φύσεως πού ἀνακαινίστηκε ἀπό τόν Χριστό.
Ὅταν δηλητηριαστεῖ ἡ τροφή, πού περιέχεται σ᾿ ἕνα σκεῦος, τήν πετᾶμε. Ὕστερα πλένουμε τό σκεύος μέ ἐπιμέλεια καί τό χρησιμοποιοῦμε γιά καλή τροφή. Ἡ τροφή πού δηλητηριάστηκε, δίκαια θεωρεῖται κι αὐτή δηλητήριο.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει πρῶτα ν᾿ ἀπαρνηθοῦμε τόν λογισμό μας καί τό θέλημά μας. Ὁ λογισμός καί τό θέλημα τῆς πεσμένης φύσεως ἔχουν ὁλοκληρωτικά δηλητηριαστεῖ καί ἀλλοιωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, γι᾿ αὐτό ποτέ δέν μποροῦν νά ταυτιστοῦν μέ τή σκέψη καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἱκανός νά οἰκειωθεῖ τή σκέψη τοῦ Θεοῦ γίνεται ὅποιος ἀπαρνιέται τή δική του σκέψη. Ἱκανός νά ἐφαρμόσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γίνεται ὅποιος ἀπαρνιέται τό δικό του θέλημα.
Γιά ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, πρέπει νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας. Σηκώνοντας τόν σταυρό μας, δηλώνουμε τήν ἑκούσια καί καί εὐλάβική ὑποταγή μας στήν κρίση τοῦ Θεοῦ, μ᾿ ὅλες τίς θλίψεις πού θά μᾶς βροῦν μέ παραχώρηση τῆς πρόνοιάς Του. Ἡ βαρυγγώμια καί ἡ ἀγανάκτηση γιά τίς θλίψεις καί τίς συμφορές εἶναι ἀπόρριψη τοῦ σταυροῦ. Μόνο ἐκεῖνος πού σηκώνει τόν σταυρό του μπορεῖ ν᾿ ἀκολουθεῖ τόν Χριστό. Ὅποιος ὑποτάσσεται στή βούληση Ἐκείνου, ταπεινά παραδέχεται πώς τοῦ ἀξίζει νά καταδικαστεῖ καί νά τιμωρηθεῖ.
Ὁ Κύριος, πού μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς ἀποταγῆς τοῦ κόσμου καί τῆς ἄρσεως τοῦ σταυροῦ, θά μᾶς δώσει καί τή δύναμη γιά τήν ἐφαρμογή αὐτῆς τῆς ἐντολῆς Του. Ὅποιος ἀποφάσισε καί ἀγωνίζεται νά τήν ἐφαρμόσει, δέν ἀργεῖ νά διαπιστώσει πόσο ἀπαραίτητη εἶναι. Ἡ διδασκαλία πού, μέ τήν ἐπιφανειακή καί λαθεμένη θεώρηση τῆς ἀνθρώπινης σοφίας, φαίνεται σκληρή, ἀποδεικνύεται ἡ πιό συνετή καί ἡ πιό ἀγαθή. Τούς κολασμένους τούς καλεῖ στή σωτηρία, τούς νεκρωμένους τούς καλεῖ στή ζωή, τούς δεμένους στόν ἅδη τούς καλεῖ στόν οὐρανό.
Ὅσοι δέν ἀποφασίζουν ν᾿ ἀπαρνηθοῦν ἑκούσια τόν ἑαυτό τους καί τόν κόσμο, ἀναγκάζονται τελικά νά τό κάνουν ἀκούσια καί βίαια: Ὅταν ἔρθει ὁ ἀδυσώπητος καί ἀναπότρεπτος θάνατος, χωρίζονται ἀπ᾿ ὅλα ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα ἔχουν δεθεῖ. Τότε φτάνουν στό σημεῖο ν᾿ ἀποχωρίζονται, δίχως νά τό θέλουν, ἀκόμα καί τό ἴδιο τους τό σῶμα, ἀφήνοντάς το στή γῆ ἕρμαιο τῆς φθορᾶς καί τροφή τῶν σκουληκιῶν.
Ἡ φιλαυτία καί ἡ φιλοκοσμία εἶναι καρποί τῆς αὐταπάτης καί τῆς ψυχικῆς τυφλώσεως. Φιλαυτία εἶναι ἡ στρεβλή ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας. Παράλογη καί καταστροφική εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη. Ὁ φίλαυτος κυνηγᾶ μέ πάθος καθετί μάταιο, καθετί φευγαλέο, κάθε ἁμαρτωλή ἀπόλαυση. Εἶναι ἐχθρός τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του. Εἶναι αὐτόχειρας. Ἀγαπώντας τόν ἑαυτό του καί ἐπιδιώκοντας τήν ἱκανοποίησή του, στήν πραγματικότητα μισεῖ καί καταστρέφει τόν ἑαυτό του, τόν ὁδηγεῖ στόν αἰώνιο θάνατο.
Ἄς συμμαζέψουμε τόν νοῦ μας ὅσοι τόν ἔχουμε σκορπίσει, σκοτισμένοι καί ἀπατημένοι ἀπό τή ματαιότητα! Ἄς συνέλθουμε ὅσοι ἔχουμε μεθύσει ἀπό τή ματαιότητα καί χάσει τή νηφάλια αὐτογνωσία! Ἄς διχασθοῦμε ἀπ᾿ ὅσα συντελοῦνται καθημερινά μπροστά στά μάτια μας! Ὅσα βλέπουμε νά συμβαίνουν στούς ἄλλους, ὁπωσδήποτε θά συμβοῦν καί σ᾿ ἐμᾶς.
Ὄποιος σπαταλᾶ τή ζωή του ἐπιζητώντας τιμές, τίς παίρνει ἄραγε μαζί του στήν αἰωνιότητα; Δέν ἀφήνει ἐδῶ τούς τίτλους, τά παράσημα, τίς διακρίσεις, ὅλη τήν αἴγλη μέ τήν ὁποία εἶχε περιβάλει τόν ἐαυτό του; Δέν πηγαίνει στήν αἰωνιότητα μόνο μέ τά ἔργα πού ἔπραξε στή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του;
Ὅποιος σπαταλᾶ τή ζωή του ἐπιζητώντας πλούτη, συγκεντρώνοντας πολλά χρήματα, ἀποκτώντας ἀπέραντα κτήματα, ὀργανώνοντας κερδοφόρες ἐπιχειρήσεις, κατοικώντας σέ μαρμαροχρυσοστόλιστα παλάτια καί ταξιδεύοντας μέ ὑπέροχα ἁμάξια, παίρνει τίποτα μαζί του στήν αἰωνιότητα; Ὄχι! Ὄλα τά ἀφήνει στή γῆ. Περιορίζεται σ᾿ ἕνα μικρό κομμάτι γῆς ὅπου θάβεται τό σῶμα του, ὅπως τά σώματα ὅλων τῶν νεκρῶν.
Ὅποιος σπαταλᾶ τή ζωή του σέ σαρκικές ἀπολαύσεις, σέ φιλικά ξεφαντώματα καί σέ πλούσια γεύματα, μέ τό ἀναπόφευκτο τέλος τά ἀποχωρίζεται ὅλα αὐτά. Πρῶτα ἔρχονται τά γηρατειά μέ τή φυσική ἀδυναμία τους, κι ὕστερα χωρίζεται ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα. Τότε ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας, ἀργά ὅμως πιά, ὅτι τό νά ὑπηρετεῖ κανείς τά πάθη του εἶναι μιά πλάνη, ὅτι ἡ ζωή τῆς σάρκας καί τῆς ἁμαρτίας δέν ἔχει νόημα.
Τί ἀλλόκοτος, τί παράδοξος πού εἶναι ὁ ἀγώνας γιά ἐπίγεια ἐπιτυχία! Ζητᾶμε πάντα μέ μανία νά πετύχουμε κάτι. Καί μόλις τό βροῦμε, παύουμε πιά νά τό θέλουμε μέ τόσο πόθο, ὅσο πρίν τό ἀποκτήσουμε. Ἔτσι μέ νέα φλόγα ἀρχίζουμε ν᾿ ἀναζητᾶμε κάτι ἄλλο. Μέ τίποτα δέν εἴμαστε ἱκανοποιημένοι. Ζοῦμε μόνο μέ τήν προσδοκία τῆς μελλοντικῆς ἐπιτυχίας. Διψᾶμε μόνο γι᾿ αὐτό πού δέν ἔχουμε. Τά ἀντικείμενα τῆς ἐπιθυμίας μας ἑλκύουν τήν καρδιά μας μέ τή φαντασία καί τήν ἐλπίδα τῆς ἀπολαύσεως. Διαρκῶς ἀπατημένοι, τρέχουμε πίσω ἀπό τά ποθητά αὐτά ἀντικείμενα σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, ὥσπου νά μᾶς ἁρπάξει ὁ ἀπροσδόκητος θάνατος. Πῶς νά ἐξηγήσουμε αὐτή τή συνεχῆ ἀναζήτηση ὄλων μας; Στίς ψυχές μας φυτεύθηκε ἡ ἀναζήτηση τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν. Μετά τήν πτώση μας, ὅμως, ἡ τυφλωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία καρδιά μας ψάχνει ἀδιάκοπα στή γῆ αὐτά πού ὑπάρχουν στήν αἰωνιότητα, στόν οὐρανό.
Ὁ κλῆρος πού ἔλαχε στούς προγόνους μου καί στ᾿ ἀδέλφια μου, θά λάχει καί σ᾿ ἐμένα: Πέθαναν ἐκεῖνοι, θά πεθάνω κι ἐγώ. Θ᾿ ἀφήσω τό κελλί μου, θ᾿ ἀφήσω τά βιβλία μου, θ ᾿ ἀφήσω τά ροῦχα μου, θ᾿ ἀφήσω τό γραφεῖο μου, ὅπου περνοῦσα πολλές ὧρες. Ὅλα ὅσα εἶχα ἀνάγκη ἤ νόμιζα ὅτι εἶχα ἀνάγκη στήν ἐπίγεια ζωή μου, θά τ᾿ ἀφήσω. Θά βγάλουν τό σῶμα μου ἀπ᾿ αὐτό τό κελλί, ἀπ᾿ αὐτόν τόν προθάλαμο τῆς ἄλλης ζωῆς καί χώρας. Θά βγάλουν τό σῶμα μου καί θά τό παραδώσουν στή γῆ, τή γῆ ἀπό τήν ὁποία πλάστηκε τό σῶμα τοῦ πρώτου ἀνθρώπου. Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί σ᾿ ἐσᾶς, ἀδελφοί, πού διαβάζετε τοῦτες τίς γραμμές. Θά πεθάνετε κι ἐσεῖς. Θ᾿ ἀφήσετε ἐδῶ ὅλα τά γήινα. Θ᾿ ἀφήσετε τά σώματά σας καί μέ τίς ψυχές σας θά μπεῖτε στήν αἰωνιότητα.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀποκτᾶ ἰδιότητες ἀντίστοιχες τῆς δραστηριότητάς της. Ὅπως σ᾿ ἕναν καθρέφτη εἰκονίζονται τά ἀντικείμενα ἐκεῖνα ἀπέναντι στά ὁποῖα αὐτός τοποθετεῖται, ἔτσι καί σέ μιά ψυχή δημιουργοῦνται ἐντυπώσεις ἀντίστοιχες τῶν ἐνασχολήσεων καί τῶν ἔργων της. Οἱ εἰκόνες ἐξαφανίζονται ἀπό τόν ἀναίσθητο καθρέφτη, ὅταν τά ἀντικείμενα ἀπομακρυνθοῦν ἀπό μπροστά του. Οἱ ἐντυπώσεις, ὅμως, παραμένουν στή λογική ψυχή. Μποροῦν, βέβαια, νά ἐξαλειφθοῦν ἤ νά ἀντικατασταθοῦν ἀπό ἄλλες, ἀλλά γι᾿ αὐτό ἀπαιτοῦνται κόπος καί χρόνο πολύς. Οἱ ἐντυπώσεις, πού ἀποτελοῦν «περιουσία» τῆς ψυχῆς τήν ὥρα τῆς ἐξόδου της ἀπό τό σῶμα, εἶναι αἰώνιο ἀπόκτημά της καί ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητάς της ἤ αἴτιο τοῦ αἰώνιου ὀλέθρου της.
«Δέν μπορεῖτε νά εἶστε δοῦλοι καί στόν Θεό καί στόν μαμωνᾶ»16, εἶπε ὁ Σωτήρας στούς πεσμένους ἀνθρώπους, ἀποκαλύπτοντάς τους τήν κατάσταση στήν ὁποία βρέθηκαν ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς πτώσεως. Ἔτσι πληροφορεῖ καί ὁ γιατρός τόν ἄρρωστο γιά τήν κατάστασή του, τήν ὁποία ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ. Ἐξαιτίας τῆς ψυχικῆς μας συγχύσεως, λοιπόν, δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν ἀσθένειά μας, τήν ὁποία μᾶς φανερώνει ὁ Κύριος μαζί μέ τόν τρόπο τῆς θεραπείας: Γιά νά σωθοῦμε, πρέπει ἔγκαιρα νά ἀρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί τόν κόσμο. «Κανείς δέν μπορεῖ νά εἶναι δοῦλος σέ δύο κυρίους· γιατί ἤ θά μισήσει τόν ἕνα καί θ᾿ ἀγαπήσει τόν ἄλλο, ἤ θά στηριχθεῖ στόν ἕνα καί θά περιφρονήσει τόν ἄλλο»17.
Ἡ πείρα διαρκῶς δικαιώνει τά παραπάνω λόγια τοῦ παναγίου Γιατροῦ. Τήν ἱκανοποίηση τῶν μάταιων καί ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν ἀκολουθεῖ πάντοτε ἡ ἕλξη ἀπ᾿ αὐτές. Τήν ἕλξη ἀκολουθεῖ ἡ αἰχμαλωσία, πού εἶναι θάνατος γιά κάθετί τό πνευματικό. Ὅσοι ἀφέθηκαν ν᾿ ἀκολουθήσουν τίς ἐπιθυμίες τους καί τήν ἀνθρώπινη σοφία, τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος ὀνομάζει «σαρκική»18, αἰχμαλωτίστηκαν τελικά ἀπ᾿ αὐτές, ξέχασαν τόν Θεό καί τήν αἰωνιότητα, δαπάνησαν μάταια τήν ἐπίγεια ζωή τους, ὁδηγήθηκαν στήν αἰώνια καταστροφή.
Δέν εἶναι δυνατό νά ἐκπληρώνει κανείς καί τό θέλημά του καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν ἐκπλήρωση τοῦ πρώτου βεβηλώνεται καί ἀχρηστεύεται τό δεύτερο. Τό εὐωδιαστό καί πολύτιμο μύρο χάνει τήν ἀξία του, ὅταν ἀναμειχθεῖ μ᾿ ἕνα δύσοσμο ὑγρό. «Θά ἀπολαύσετε τά ἀγαθά τῆς γῆς», μᾶς γνωστοποιεῖ ὁ Θεός μέσω τοῦ μεγάλου προφήτη Ἡσαΐα, τότε μόνο, ὅταν «θελήσετε νά ὑπακούσετε σ᾿ ἐμένα· ἄν, ὅμως, δέν θελήσετε καί δέν μέ ὑπακούσετε, μάχαιρα θά σᾶς καταφάει. Τό στόμα τοῦ Κυρίου τά εἶπε αὐτά»19.
Δέν μπορεῖ κανεῖς ν᾿ ἀποκτήσει τόν «νοῦ τοῦ Χριστοῦ»20, ὅταν παραμένει στή «σαρκική» σοφία. «Γιατί τό σαρκικό φρόνημα ὁδηγεῖ στόν θάνατο», λέει ὁ ἀπόστολος, καί «ἐχθρεύεται τόν Θεό, ἀφοῦ δέν ὑποτάσσεται στόν θεϊκό νόμο, ἀλλά κι οὔτε μπορεῖ νά ὑποταχθεῖ»21. Τί εἶναι τό «σαρκικό φρόνημα»; Οἱ σκέψεις καί οἱ ἐπιθυμίες πού γεννιοῦνται μέσα στόν ἄνθρωπο μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τό σαρκικό φρόνημα μᾶς κάνει νά κινούμαστε καί νά ἐνεργοῦμε πάνω στή γῆ, μεγαλοποιώντας τήν ἀξία τῶν φθαρτῶν καί προσκαίρων, ἀπομακρύνοντάς μας ἀπό τόν Θεό καί ὅσα συντελοῦν στήν εὐαρέστησή Του, στερώντας μας τή σωτηρία.
Ἄς ἀρνηθοῦμε τίς ψυχές μας, σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, γιά νά τίς κερδίσουμε! Ἄς ἀρνηθοῦμε, δηλαδή, τήν ἐφάμαρτη κατάσταση, στήν ὁποία κατάντησαν οἱ ψυχές μας μέ τήν ἑκούσια ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, γιά νά λάβουμε ἀπ᾿ Αὐτόν τήν ἁγία κατάσταση τῆς ἀνακαινισμένης ἀνθρωπίνης φύσεως καί νά γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ! Τή θέλησή μας, ἤ μᾶλλον τή θέληση τῶν δαιμόνων, στήν ὁποία ὑποτάχθηκε καί μέ τήν ὁποία ταυτίστηκε ἡ δική μας θέλήση, ἄς τήν ἀντικάταστήσουμε μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς φανερώθηκε στό Εὐαγγέλιο. Τό σαρκικό φρόνημα, φρόνημα κοινό τῶν πεσμένων πνευμάτων καί ἀνθρώπων, ἄς τό ἀντικαταστήσουμε μέ τό φρόνημα τοῦ Θεοῦ, πού ἀκτινοβολεῖ ἀπό τό Εὐαγγέλιο.
Ἄς ἀπαρνηθοῦμε τήν ὑλική περιουσία μας, γιατί ἔτσι θά γίνουμε ἱκανοί ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό! Ἡ ἀπάρνηση τῆς περιουσίας εἶναι ἀπόρροια τῆς ὀρθῆς στάσεως ἀπέναντι στά ὑλικά ἀγαθά, στάσεως πού διαμορφώνεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο22. Καί ὅταν διαμορφωθεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ὁ νοῦς του κατανοεῖ ἀβίαστα τήν ἀλήθεια: Ἡ ἐπίγεια περιουσία δέν ἀπότελεῖ κτῆμα μας, ὅπως λαθεμένα νομίζουν ὅσοι ποτέ δέν προβληματίστηκαν γι᾿ αὐτό τό θέμα. Διαφορετικά, παντοτινά θά τήν κατείχαμε, παντοτινά θά ἦταν δικιά μας. Βλέπουμε, ὡστόσο, ὅτι μεταβιβάζεται ἀπό χέρια σέ χέρια. Ἑπομένως μᾶς δίνεται μόνο γιά προσωρινή χρήση. Στόν Θεό ἀνήκει ἡ περιουσία μας. Ἐμεῖς εἴμαστε μόνο διαχειριστές της. Καί οἱ καλοί διαχειριστές ἐκτελοῦν μέ ἀκρίβεια τό θέλημα Ἐκείνου πού τούς ἐμπιστεύθηκε τή διαχείριση τῆς περιουσίας Του. Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, νά διαχειριστοῦμε τά ὑλικά ἀγαθά, πού κατέχουμε, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄς μήν τά χρησιμοποιήσουμε γιά νά ἱκανοποιήσουμε τίς ἀδυναμίες καί τά πάθη μας, γιατί ἔτσι θά γίνουν μέσα τῆς αἰώνιας καταστροφῆς μας. Ἄς τά χρησιμοποιήσουμε γιά τήν ὠφέλεια τῶν συνανθρώπων μας πού τά ἔχουν ἀνάγκη, τῶν συνανθρώπων μας πού ὑποφέρουν, γιατί ἔτσι θά γίνουν μέσα τῆς σωτηρίας μας. Ὅσοι ἐπιζητοῦν τή χριστιανική τελειότητα, ἀπαρνιοῦνται ὅλα τά ὑπάρχοντά τους23. Καί ὅσοι ἐπιζητοῦν τή σωτηρία, ὀφείλουν νά κάνουν ἐλεημοσύνη24, ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές τους, καί νά ἀποφεύγουν τήν κακή χρήση τῆς περιουσίας τους.
Ἄς ἀπαρνηθοῦμε τή φιλοδοξία καί τή φιλοπρωτία! Ἄς μήν τρέχουμε πίσω ἀπό τιμές καί ἀξιώματα, χρησιμοποιώντας γιά τήν ἀποκτησή τους μέσα ἀθέμιτα καί ποταπά, ἀθετώντας τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, τίς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεως καί τό χρέος τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Τέτοια μέσα κατεξοχήν χρησιμοποιοῦν οἱ ζηλωτές τῶν γήινων μεγαλείων. Δηλητηριασμένοι καί παρασυρμένοι ἀπό τή φιλοδοξία, οἱ ἀχόρταγοι κυνηγοί τῆς ἀνθρώπινης δόξας εἶναι ἀνίκανοι νά πιστέψουν στόν Χριστό. «Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς νά πιστέψετε», εἶπε ὁ Κύριος στούς φιλοδόξους Ἰουδαίους ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς Του, «ἀφοῦ ἀποζητᾶτε νά δοξάζεστε ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καί δέν ἐπιδιώκετε τή δόξα πού πηγάζει ἀπό τόν μοναδικό Θεό;»25.
Ἄν ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ μᾶς παραχώρησε ἀξιώματα καί ἐξουσία, ἄς γίνουμε, μέσω αὐτῶν, εὐεργέτες τῶν ἀνθρώπων. Ἄς φτύσουμε τό φοβερό ἐκεῖνο δηλητήριο τό τόσο ἐπικίνδυνο γιά τήν ψυχή μας, τόν ἄλογο ἐγωισμό, πού κάνει τούς ἀνθρώπους ἄρρωστους, ἤ μᾶλλον θηρία καί δαίμονες, μάστιγες τῆς ἀνθρωπότητας καί ἐχθρούς τοῦ ἑαυτοῦ τους.
Ἄς ἀγαπήσουμε πάνω ἀπ᾿ ὅλα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄς τό προτιμήσουμε ἀπό κάθετι ἄλλο. Ὅ,τι ἐναντιώνεται σ᾿ αὐτό ἄς τό μισήσουμε μ᾿ ἕνα μίσος εὐλαβικό καί εὐάρεστο στόν Θεό. Ὅταν ἡ φθαρμένη ἀπό τήν ἁμαρτία φύση μας ἐπαναστατεῖ ἐναντίον τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, ἄς ἀντιστεκόμαστε στή φύση μας ἀποκρούοντας τίς ἐπιθυμίες καί τίς ἀπαιτήσεις της. Ὅσο πιό ἀποφασιστική εἶναι ἡ ἀντίστασή μας, τόσο πιό μεγάλη θά εἶναι ἡ νίκη μας ἐπί τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ὑποδουλωμένης στήν ἁμαρτία φύσεώς μας, τόσο πιό γρήγορη καί πιό σταθερή θά εἶναι ἡ πνευματική προκοπή μας.
Ἄν οἱ συγγενεῖς μας θελήσουν νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό καί τό θέλημά Του, ἄς σταθοῦμε μπροστά τους ὅπως τά πρόβατα στούς λύκους. Τά πρόβατα, ὅταν τά πλησιάζουν λύκοι, οὔτε σέ λύκους μεταβάλλονται, οὔτε ἀπό τά δόντια τῶν λύκων προστατεύονται 26. Ἀντισταθεῖτε, διατηρώντας τήν πιστότητά σας στόν Θεό καί μήν ὑποχωρώντας στά ἁμαρτωλά θελήματα τῶν ἀνθρώπων, ἔστω κι ἄν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι οἱ πιό κοντινοί συγγενεῖς σας. Νά ὑπομένετε, ὡστόσο, μεγαλόψυχα τίς προσβολές τους καί νά προσεύχεστε γιά τή σωτηρία τους. Σέ καμιά περίπτωση νά μήν τούς κακολογήσετε, σέ καμιά περίπτωση νά μήν τούς βλάψετε, ἐκδηλώνοντας τήν κακία τῆς πεσμένης ἀνθρωπίνης φύσεως.
«Μή νομίσετε», εἶπε ὁ Σωτήρας, «πώς ἦρθα γιά νά ἐπιβάλω ἀναγκαστική ὁμόνοια ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Δέν ἦρθα νά φέρω τέτοια ὁμόνοια ἀλλά διαίρεση. Πράγματι, ὁ ἐρχομός μου ἔφερε τόν χωρισμό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν πατέρα του, τῆς θυγατέρας ἀπό τή μάνα της, τῆς νύφης ἀπό τήν πεθερά της»27. «Ἦρθα»,προσθέτει ἑρμηνευτικά ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, «νά διχάσω τούς φίλους τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς φίλους τοῦ κόσμου, τούς ὑλικούς ἀπό τούς πνευματικούς, τούς φιλόδοξους ἀπό τούς ταπεινούς»28. Ὁ Θεός ἱκανοποιεῖται μέ τόν διχασμό, ὅταν αὐτός ὀφείλεται στήν ἀγάπη Του.
Ὁ ψαλμωδός ὀνόμασε τή γῆ «τόπο παροικίας»29, δηλαδή τόπο προσωρινῆς διαμονῆς, καί τόν ἑαυτό του «πάροικο» καί «παρεπίδημο»30, δηλαδή προσωρινό κάτοικο καί μετανάστη σέ ξένη, θά λέγαμε, χώρα. Ὁλοφάνερη καί χειροπιαστή ἀλήθεια! Ἀλήθεια πού λησμονιέται ἀπό τούς ἀνθρώπους παρά τήν ἐμφάνειά της!
Εἶμαι, λοιπόν, πάροικος στή γῆ. Ἦρθα ἐδῶ μέ τή γέννησή μου καί θά φύγω μέ τόν θάνατό μου. Εἶμαι παρεπίδημος στή γῆ: Ἐξορίστηκα σ᾿ αὐτήν διωγμένος ἀπό τόν παράδεισο, ὅπου μόλυνα καί ἀσχήμισα τόν ἑαυτό μου μέ τήν ἁμαρτία. Θ᾿ ἀφήσω, ὅμως, κάποτε τόν τόπο τοῦτο τῆς ἐξορίας μου, ὅπου μ᾿ ἔστειλε ὁ Θεός γιά νά μετανοήσω, νά καθαριστῶ ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά γίνω πάλι ἄξιος τοῦ παραδείσου. Διαφορετικά, ἄν μείνω πεισματικά καί ὁριστικά ἄμετανόητος, θά ριχθῶ γιά πάντα στίς φυλακές τοῦ ἅδη.
Εἶμαι ἀπόδημος στή γῆ: Ἡ ἀποδημία μου ἀρχιζει ἀπό τήν κούνια καί τελειώνει στόν τάφο. Ἀπό τήν παιδική ἠλικία μέχρι τά γηρατειά περιπλανιέμαι μέσα στίς ποικίλες συνθῆκες καί περιστάσεις τῆς γῆς. Πάροικοι καί παρεπίδημοι ἦταν ἐδῶ καί ὅλοι οἱ πρόγονοί μου. Πάτησαν στή γῆ μέ τή γέννησή τους καί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τή γῆ μέ τόν θάνατό τους. Κανένας δέν ἐξαιρέθηκε ἀπ᾿ αὐτόν τόν πανανθρώπινο νόμο. Κανένας δέν ἔμεινε γιά πάντα στή γῆ. Ἔφυγαν ὅλοι.Ἔτσι θά φύγω κι ἐγώ. Ἤδη ἄρχισα νά ἑτοιμάζομαι. Πέφτουν οἱ δυνάμεις μου. Ὑποτάσσομαι στά γηρατειά. Θά φύγω, θά φύγω σύμφωνα μέ τόν ἀμετάβλητο νόμο καί τή μεγαλειώδη προσταγή τοῦ Πλάστη μου, τοῦ Θεοῦ μου.
Ἄς πιστέψουμε πώς εἴμαστε ἀπόδημοι στή γῆ. Μόνο ἄν ἔχουμε αὐτή τήν πεποίθηση, μποροῦμε νά κάνουμε ἀλάθητους ὑπολογισμούς γιά τήν ἐπίγεια ζωή μας. Μόνο ἄν ἔχουμε αὐτή τήν πεποίθηση, μποροῦμε νά δώσουμε στή ζωή μας ἀπόκτηση τῆς μακάριας αἰωνιότητας. Ἄς μή στηριζόμαστε στήν κενότητα καί τή ματαιότητα, γιά νά μήν καταστραφοῦμε. Μᾶς τύφλωσε καί μᾶς τυφλώνει ἡ πτώση μας! Γι᾿ αὐτό χρειάζεται νά ἀσκήσουμε μακροχρόνια βία στόν ἑαυτό μας, ὥστε νά τόν πείσουμε γι᾿ ἀλήθειες ὁλοφάνερες, πού δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀποδείξεως.
Ὁ ὁδοιπόρος πού θά σταματήσει σ᾿ ἕνα πανδοχεῖο γιά νά ξαποστάσει, δέν ζητάει ἀνέσεις. Καί γιατί νά ζητήσει, ἀφοῦ θά μείνει ἐκεῖ γιά πολύ λίγο; Ἀρκεῖται στήν ἱκανοποίηση τῶν στοιχειωδῶν ἀναγκῶν του. Δέν θέλει, ἄλλωστε, νά ξοδέψει πολλά χρήματα, γιατί αὐτά θά τοῦ χρειαστοῦν στή συνέχεια τῆς πορείας του καί στή μεγάλη πόλη, πρός τήν ὁποία κατευθύνεται. Ὑπομένει, λοιπόν, καρτερικά τίς στερήσεις καί τήν ἀβολιά τοῦ πανδοχείου, γνωρίζοντας ὅτι πρόσκαιρα ταλαιπωρεῖται, ὅπως ὅλοι οἱ ὁδοιπόροι, καί ὅτι στόν τόπο πού πηγαίνει τόν περιμένει ἄνεση καί ἡσυχία ἀδιατάρακτη. Κανένα ἀντικείμενο τοῦ πανδοχείου, ὅσο ὡραῖο κι ἄν εἶναι, δέν ἑλκύει τήν καρδιά του. Μέ ἀσήμαντες ἀσχολίες δέν χάνει τόν καιρό του. Τοῦ χρειάζεται χρόνος γιά τήν κοπιαστική του ὁδοιπορία. Διαρκῶς συλλογίζεται τή μεγαλοπρέπεια τῆς βασιλικῆς πρωτεύουσας πού εἶναι ὁ τελικός του προορισμός, τά ἐμπόδια πού πρέπει νά ξεπεράσει, τά μέσα πού θά μποροῦσαν νά κάνουν τήν πορεία του λιγότερο ἐπίπονη, τούς ληστές πού παραμονεύουν στόν δρόμο, τούς δυστυχεῖς ὁδοιπόρους πού προηγήθηκαν ἀλλά δέν κατόρθωσαν νά φτάσουν στό τέρμα, τήν αἰώνια εὐτυχία ἐκείνων πού τό κατόρθωσαν. Ἀφοῦ, λοιπόν, παραμείνει ὅσο χρειαστεῖ στό πανδοχεῖο, εὐχαριστεῖ τόν ἰδιοκτήτη του γιά τή φιλοξενία καί φεύγει. Ἀφήνοντας πίσω του τό πανδοχεῖο, τό ξεχνᾶ ἐντελῶς, γιατί ἡ καρδιά του δέν προσκολλήθηκε σ᾿ αὐτό.
Τέτοια ἄς εἶναι καί ἡ δική μας σχέση μέ τή γῆ. Ἄς μή σπαταλήσουμε ἀλόγιστα τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἄς μήν προσφέρουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή θυσία στή ματαιότητα καί τή φθορά. Ἄς ἀποφύγουμε κάθε ἐξάρτηση ἀπό τά ὑλικά καί πρόσκαιρα, γιά νά μή στερηθοῦμε τά οὐράνια καί αἰώνια. Ἄς μήν κυνηγᾶμε ἀχόρταγα καί ἀνικανοποίητα τίς ἡδονές, πού μᾶς ὁδηγοῦν σέ μεγάλες καί φοβερές πτώσεις. Ἄς φυλαχθοῦμε ἀπό τά περιττά καί ἄς ἀρκεστοῦμε μόνο στά ἀπαραίτητα. Ἄς συγκεντρώσουμε ὅλο μας τό ἐνδιαφέρον στήν πέρα ἀπό τόν τάφο ἀτελεύτητη ζωή, τήν ὁποία προσδοκοῦμε. Ἄς γνωρίσουμε τόν Θεό, ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς πρόσταξε, δωρίζοντάς μας τή γνώση Του μέ τόν λόγο καί τή χάρη Του. Ἄς οἰκειωθοῦμε τόν Θεό στή διάρκεια τῆς παρούσας ζωῆς. Ἐκεῖνος μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα νά ἑνωθοῦμε στενά μαζί Του. Καί γιά νά πραγματοποιήσουμε αὐτό τό ὕψιστο ἔργο, ἔχουμε τόν χρόνο τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Ἄν ἡ θαυμαστή ἕνωσή μας μέ τόν Θεό δέν πραγματοποιηθεῖ μέσα σ᾿ αὐτό τό διάστημα, δέν θά πραγματοποιηθεῖ ποτέ. Ἄς γίνουμε φίλοι μέ τούς πολίτες τοῦ οὐρανοῦ, τούς ἁγίους ἀγγέλους καί τούς κεκοιμημένους ἁγίους ἀνθρώπους, «ὥστε, ὅταν ἔρθει τό τέλος μας, νά μᾶς δεχθοῦν στίς αἰώνιες κατοικίες»31.
Ἄς γνωρίσουμε καλά τά πνεύματα πού ἔπεσαν, τούς θηριώδεις αὐτούς καί δόλιους ἐχθρούς τοῦ ἀνθρώπινου γένους, γιά ν᾿ ἀποφύγουμε τίς παγίδες τους καί νά μή ριχθοῦμε μαζί τους στίς φλόγες τοῦ ἅδη. Φῶς στήν πορεία τῆς ζωῆς μας ἄς εἶναι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ32.
Ἄς δοξάσουμε καί ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Θεό γιά τά ἀγαθά πού μᾶς παρέχει πλούσια, τά ἀγαθά μέ τά ὁποῖα εἶναι γεμάτη ἡ γῆ, ὁ τόπος τῆς πρόσκαιρης φιλοξενίας μας, γιά τήν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν μας. Μέ νοῦ καθαρό ἄς ἀντιληφθοῦμε τή σημασία αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν: Δέν εἶναι παρά ἀμυδρές προτυπώσεις, δέν εἶναι παρά σκιές τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν.
Ὁ Θεός, χαρίζοντάς μας τά ἐπίγεια ἀγαθά, μᾶς λέει, θαρρεῖς, μυστικά: “Ἄνθρωποι! Ἡ προσωρινή διαμονή σας στή γῆ ἔχει ἐξασφαλιστεῖ μέ ἀναρίθμητα καί ποικίλα ἀγαθά, πού καταπλήσσουν τά μάτια καί σαγηνεύουν τήν καρδιά, ἱκανοποιώντας μέ πληρότητα τίς ἀνάγκες σας. Ἀπ᾿ αὐτό μπορεῖτε νά ἀντιληφθεῖτε πόσα ἀγαθά ὑπάρχουν στήν αἰώνια κατοικία σας, στόν οὐρανό. Μπορεῖτε νά ἀντιληφθεῖτε τήν ἄπειρη καί ἀσύλληπτη ἀγάπη μου σ᾿ ἐσᾶς. Παρατηρώντας, λοιπόν, τά γήινα ἀγαθά καί ἐκτιμώντας τα μέ εὐσεβῆ λογισμό, μή φέρεστε ἀλόγιστα. Μήν ὑποδουλώνεστε σ᾿ αὐτά. Μήν καταστρέφετε τόν ἑαυτό σας μ᾿ αὐτά. Χρησιμοποιώντας τα ὅταν καί ὅσο σᾶς χρειάζονται, στραφεῖτε μ᾿ ὅλες σας τίς δυνάμεις στήν ἀπόκτηση τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν”.
Ἄς φύγουμε μακριά ἀπ᾿ ὅλες τίς ψεύτικες διδασκαλίες καί τίς συνακόλουθες δραστηριότητες. Τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ «τόν ξένο δέν θά τόν ἀκολουθήσουν, ἀλλά θά φύγουν μακριά του, γιατί δέν ἀναγνωρίζουν τή φωνή τῶν ξένων»33. Ἄς γνωρίσουμε καλά τή φωνή τοῦ Χριστοῦ, ὥστε, ὅταν τήν ἀκούσουμε, νά τήν ἀναγνωρίσουμε ἀμέσως καί νά πράξουμε τό θέλημα Του.
Ἄν γνωρίζουμε τή φωνή τοῦ Κυρίου, ἀντιλαμβανόμαστε ἀλάθητα τήν ξένη φωνή μέ τούς ποικίλους ἤχους τῆς κοσμικῆς σοφίας, φωνή πού δέν μᾶς τραβάει. Μόλις ἀκοῦμε ξένη φωνή, ἄς φεύγουμε τρέχοντας μακριά της. Ἔτσι σώζονται τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν ἀπομάκρυνση καί τήν ἀποφασιστική ἀδιαφορία στό κάλεσμα τῆς ξένης φωνῆς. Ἄν δώσουμε ἔστω καί ἐλάχιστη προσοχή στήν ξένη φωνή, κινδυνεύουμε. Γιατί πίσω ἀπό τήν προσοχή αὐτή ἀκολουθεῖ ἡ πλάνη, καί πίσω ἀπό τήν πλάνη ἡ καταστροφή. Ποιά ἦταν ἡ ἀρχή καί ἡ ἀφορμή τῆς πτώσεως τῶν προπατόρων μας; Ἡ προσοχή πού ἔδωσε ἡ Εὔα στήν ξένη φωνή.
Ὁ Ποιμένας μας ὄχι μόνο μᾶς καλεῖ μέ τή γνώριμη φωνή Του, ἀλλά καί μᾶς καθοδηγεῖ μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς Του. «Μπαίνει μπροστά καί τά πρόβατα Τόν ἀκολουθοῦν»34. Μᾶς πρόσταξε ν᾿ ἀπαρνηθοῦμε τόν κόσμο καί τόν ἑαυτό μας, σηκώνοντας τόν σταυρό μας. Αὐτό ἔκανε κι Ἐκεῖνος μπροστά στά μάτια μας. «Ὑπέμεινε παθήματα γιά χάρη μας, ἀφήνοντάς μας τό ὑπόδειγμα γιά νά βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια Του»35.
Εὐδόκησε νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἄν καί Βασιλιάς, ἔγινε σάν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ. Γεννήθηκε σέ μιά σπηλιά, πού ἦταν στάβλος κατοικίδιων ζώων, γιατί ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαριάμ, ἡ ἁγία Μητέρα Του, δέν βρῆκαν τόπο στά οἰκήματα τῶν ἀνθρώπων. Κούνια Του ἦταν ἕνα παχνί. Μόλις μαθεύτηκε ἡ γέννησή Του, σχεδιάστηκε ἡ ἐξόντωση Του! Βρέφος ἀκόμα, παρακολουθεῖται! Βρέφος ἀκόμα, ἀναζητεῖται γιά νά θανατωθεῖ! Βρέφος ἀκόμα, καταφεύγει μέσ᾿ ἀπό τήν ἔρημο στήν Αἴγυπτο, γιά νά γλυτώσει ἀπό τόν ἐξαγριωμένο φονιά!
Τά παιδικά Του χρόνια ὁ Θεάνθρωπος τά πέρασε μέ ὑποταγή στούς γονεῖς, τόν Ἰωσήφ, πού θεωροῦνταν πατέρας Του, καί τή Μαριάμ, τή φυσική μητέρα Του. Ἔτσι ἔδωσε τό παράδειγμα τῆς ταπεινώσεως στούς ἀνθρώπους, πού καταστρέφονται ἀπό τόν ἐγωισμό καί τή θυγατέρα του, τήν ἀνυπακοή.
Τά ὥριμα χρόνια Του ὁ Κύριος τά ἀφιέρωσε στό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, γυρίζοντας ἀπό πόλη σέ πόλη κι ἀπό χωριό σέ χωριό, χωρίς νά ἔχει ποῦ νά γείρει τό κεφάλι 36. Ἐνδύματά Του ἦταν ὁ χιτώνας καί τό ἱμάτιο.
Τόν καιρό ἐκεῖνο οἱ ἄνθρωποι, στούς ὁποίους ἔφερε τό μήνυμα τῆς σωτηρίας καί σκόρπισε τίς θεῖες Του εὐεργεσίες, Τόν μίσησαν. Θέλησαν νά Τόν θανατώσουν. Καί τό ἐπιχείρησαν ὄχι μιά φορά μόνο. Τελικά Τόν καταδίκασαν σέ σταύρωση σάν κοινό ἐγκληματία. Ὁ Ἴδιος τούς ἄφησε νά διαπράξουν τό φρικτό αὐτό κακούργημα, πού τόσο τό διψοῦσαν οἱ καρδιές τους, ὥστε, μέ τόν θάνατο τοῦ πανάγιου ἑαυτοῦ Του, νά ἀπαλλάξει ἀπό τήν κατάρα τῆς προπατορικῆς παραβάσεως καί τόν αἰώνιο θάνατο τό ἄνομο γένος τῶν ἀνθρώπων. Μαρτυρική ἦταν ἡ ἐπίγεια ζωή τοῦ Θεανθρώπου, πού τέλειωσε καί μέ μαρτυρικό θάνατο.
Στ᾿ ἀχνάρια τοῦ Κυρίου βάδισαν ὅλοι οἱ ἅγιοι κι ἔφτασαν στή μακαρία αἰωνιότητα. Ἀκολούθησαν τόν δρόμο τόν στενό, τόν δρόμο τόν γεμάτο θλίψεις. Ἀπαρνήθηκαν τή δόξα καί τίς ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου. Χαλιναγώγησαν τίς σαρκικές ἐπιθυμίες μέ τήν ἄσκηση. Σταύρωσαν τό κοσμικό πνεῦμα στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου. Ὑπέμειναν ἀναρίθμητες στερήσεις. Καταδιώχθηκαν ἀπό τά πονηρά πνεύματα ἀλλά κι ἀπό τούς ἀδελφούς τους, τούς ἀνθρώπους.
Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό καί τό πλῆθος τῶν ἁγίων, πού Τόν ἀκολούθησαν! Ὁ Θεάνθρωπος, «ἀφοῦ καθάρισε μέ τόν σταυρικό Του θάνατο τίς ἁμαρτίες μας, κάθησε ψηλά, στά δεξιά τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ»37. Ἐκεῖ καλεῖ ὅσους Τόν ἀκολουθοῦν: «Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ᾿ τόν Πατέρα μου, κληρονομεῖστε τή Βασιλεία πού σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπό τήν ἀρχή τοῦ κόσμου»38.
____________

1 Ἰω. 12:26.
2 Ἰω. 10:2.
3 Ἰω. 10:3-4.
4 Τίτ. 3:5.
5 Ἰω. 10:9.
6 Ἰω. 12;26.
7 Ἰω.1:1.
8 Ἰω. 10;38.
9 Α΄ Ἰω. 4;15.
10 Ἰω. 12:26.
11 Ἀποκ. 3:21.
12 Μαρκ. 8:34-35.
13 Λουκ. 14:26.
14 Ἰω. 6:60.
15 Α΄ Κορ. 1:18.
16 Ματθ. 6:24.
17 Ματθ. 6;24.
18 Β΄ Κορ. 1:12.
19 Ἡσ. 1:19-20.
20 Α΄ Κορ. 2;16.
21 Ρωμ. 8:6-7.
22 Βλ. Λουκ. 16:1-31.
23 Ματθ. 19:16-30.
24 Λουκ. 11:41.
25 Ἰω. 5;44.
26 Βλ. Ματθ. 10:16.
27 Ματθ. 10;34-35.
28 Κλῖμαξ, Γ΄, 22.
29 Ψαλμ. 118:54.
30 Ψαλμ. 38:13.
31 Λουκ. 16:9.
32 Βλ. Ψαλμ. 118:105.
33 Ἰω. 10:5.
34 Ἰω. 10;4.
35 Πρβλ. Α΄ Πέτρ. 2;21.
36 Ματθ. 8:20.
37 Ἑβρ. 1:3.
38 Ματθ. 25;34.

(Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”, Τόμος Α΄, Ἰ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς)


Ακόμη κι ένας άγιος ΔΕΝ μπορεί ν' αντιληφθεί όλους τους λόγους που συντρέχουν για να μας επισκεφθεί η θλίψη...

[...] Tα ιερά κείμενα μάς διδάσκουν πως όλοι οι άγιοι του Θεού χωρίς καμιά εξαίρεση,τελείωσαν το επίγειο ταξίδι τους βαδίζοντας "την στενή και τεθλιμμένη οδό" .
Η ζωή τους ήταν γεμάτη θλίψεις και στερήσεις (βλ. Εβρ.ιβ΄).
Αυτή ήταν η άποψη των αληθινών φίλων του Θεού για τις θλίψεις. Αυτή η στάση τους για τις θλίψεις που τους τύχαιναν τους έκανε να συμπεριφέρονται με μεγάλη σοφία και αυταπάρνηση. 
Τις θλίψεις που τους έβρισκαν, ό,τι λογιών και αν ήσαν, τις δέχονταν σαν κάτι που τους άξιζε, που τους έπρεπε.(βλ. Αγίου Μάρκου του Ασκητού,226 κεφάλαια Περί των οιομένων εξ έργων νόμου δικαιούσθαι, κεφ. 6).

Πίστευαν μ' όλη τους την ψυχή πως άν δεν το επέτρεπε ο Θεός, αν δεν ήταν απαραίτητο δηλαδή για τις πνευματικές ανάγκες τους,δεν θα τους έβρισκε η θλίψη.

Το πρώτο που έκαναν με το που τους έβρισκε κάποια στενοχώρια, ήταν να ομολογήσουν ότι την άξιζαν. 
Έψαχναν και πάντα έβρισκαν μέσα τους την αιτία της θλίψης.

Μόνο αν παρατηρούσαν πως η θλίψη τους στεκόταν εμπόδιο να ευαρεστήσουν στο Θεό, μόνο τότε παρακαλούσαν με την προσευχή τους τον Κύριο να τους απαλλάξει από αυτήν.
Και την εκπλήρωση ή μη εκπλήρωση του αιτήματός τους την άφηναν στο θέλημα του Θεού.
Ποτέ δεν λογάριαζαν σωστή τη δική τους γνώμη για τον πνευματικό σκοπό της θλίψης.

Η κρίση του ανθρώπου ποτέ δεν μπορεί να είναι απόλυτα σωστή. Γιατί ακόμη και ενός αγίου ανθρώπου η κρίση είναι περιορισμένη.
Δεν μπορεί να αντιληφθεί όλους τους λόγους που συντρέχουν για να μας επισκεφθεί η θλίψη όπως τ' αντιλαμβάνεται το μάτι του Θεού που τα βλέπει όλα.
Ο Θεός επιτρέπει να δοκιμάσουν τις θλίψεις ακόμα και οι δούλοι Του, οι εκλεκτοί Του.
Ο απόστολος Παύλος παρακάλεσε "τρις" τον Κύριο για να απομακρύνει τον πειρασμό που τον βρήκε , τον "άγγελον σατάν", που τον εμπόδιζε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. 
Κι ο Παύλος δεν εισακούστηκε. Η κρίση του Θεού εκείνη τη στιγμή ήταν διάφορη από την κρίση του θεοπνεύστου αποστόλου (βλ. Β Κορινθ. 7-10) [...]

(Από το βιβλίο "Προσευχή και Πλάνη", Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, 
μετάφραση Πέτρου Μπότση, σελ.114-115)